Η έννοια “Παροχές σε είδος” δεν είναι πρωτόγνωρη στη φορολογική νομοθεσία.
Οι παροχές σε είδος φορολογούνταν, με βάση τον προϊσχύοντα Κώδικα Φορολογίας
Εισοδήματος (άρθρα 25, 31 και 45 του ν.2238/1994), ως εισόδημα από μισθωτές
υπηρεσίες. Ωστόσο, με τον νέο φορολογικό νόμο, η φορολογική διοίκηση θέλησε να
δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην έννοια των Παροχών σε είδος, με βασικό γνώμονα τα
εξής:
α) τη φορολόγηση εισοδημάτων που δε συμπεριλαμβάνονται στη μισθοδοσία,
β) τη φορολόγηση με βάση την πραγματική φοροδοτική ικανότητα, κυρίως των
υψηλόβαθμων στελεχών και
γ) την άμεση και ταχύτερη φορολόγηση μίας ευρείας κατηγορίας παροχών σε είδος,
ως εισόδημα των φυσικών προσώπων (εργαζομένων, μετόχων και διευθυντικών στελεχών),
που με βάση τον προϊσχύοντα Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, η φορολόγηση τους
γινόταν σε επίπεδο νομικού προσώπου, ως μη εκπιπτόμενες δαπάνες από τα
ακαθάριστα έσοδα (π.χ. δαπάνες εταιρικών οχημάτων και κινητής τηλεπικοινωνίας).
Άλλωστε, την πρόθεση αυτή της φορολογικής αρχής έρχεται να ενισχύσει και η
παρ. ιβ της ΠΟΛ.1113/3.6.2015, σύμφωνα με την οποία κάθε προσωπική
καταναλωτική δαπάνη η οποία έχει χαρακτηρισθεί, ως παροχή σε είδος με βάση
τα ισχύοντα του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 (ΠΟΛ.1219/6.10.2014) και φορολογείται ως
εισόδημα από μισθωτή εργασία, θεωρείται ότι πραγματοποιείται προς το συμφέρον
της επιχείρησης (άρθρο 22 περ. α') και εκπίπτει ως έξοδο μισθοδοσίας, εφόσον
πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των περ. β' και γ' του άρθρου 22.
Αντίθετα, λοιπές δαπάνες που δεν εμπίπτουν στην έννοια των παροχών σε είδος (π.χ.
παροχές μέχρι 300 ευρώ, καύσιμα και διόδια εταιρικών οχημάτων, παραχώρηση
εταιρικών οχημάτων για το 70% του κόστους των αναφερομένων στις διατάξεις της
παρ. 2 του άρθρου 13 δαπανών) εκπίπτουν υπό το πρίσμα των διατάξεων του
άρθρου 22 του 4172/2013.
Ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις
Με τις διατάξεις του άρθρου 13 ν. 4172/2013 προσδιορίζονται οι παροχές
σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό του πρόσωπο ή κατά
περίπτωση όπου ρητά προβλέπεται στο νόμο ένας εταίρος ή μέτοχος και οι
οποίες συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία και
συντάξεις.
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι με την επιφύλαξη
των διατάξεων των παρ. 2, 3, 4 και 5 του ίδιου άρθρου (δηλαδή την παραχώρηση
εταιρικού οχήματος, τα δάνεια, τα δικαιώματα προαίρεσης απόκτησης μετοχών και
την παραχώρηση κατοικίας) οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας
εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά
του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε
είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.
Η ερμηνευτική εγκύκλιος (ΠΟΛ.1219/6.10.2014) έδωσε διευκρινήσεις σχετικά με τα
κριτήρια που κατατάσσουν μία παροχή στην έννοια των παροχών σε είδος, τα
πρόσωπα που τις λαμβάνουν, τις κατηγορίες παροχών σε είδος και τον
τρόπο φορολόγησης τους.
Οι παροχές σε είδος :
(α) υπολογίζονται στην αγοραία αξία, η οποία αποδεικνύεται από
τα, κατά νόμο, προβλεπόμενα δικαιολογητικά και καταχωρείται στα τηρούμενα βιβλία
απεικόνισης συναλλαγών του.
Η έννοια της αγοραίας αξίας αφορά το συνολικό κόστος (καθαρή αξία πλέον ΦΠΑ) της
παροχής που βαρύνει τον εργοδότη, με εξαίρεση την κατηγορία δαπάνης κινητής
τηλεφωνίας, όπου στην παροχή σε είδος περιλαμβάνονται τα τέλη και οι έμμεσοι
φόροι, όπως ο Φ.Π.Α., ο οποίος δεν έχει εγγραφεί ως δαπάνη, αλλά ως φόρος
εισροών δαπανών (Κ.Α. 54.00),
(β) αφορούν οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους (η
αξία της παροχής υπολογίζεται αναλογικά με το πραγματικό χρονικό διάστημα
χρησιμοποίησής της, όπου διάστημα>15 ημέρες θεωρείται μήνας) και
(γ) χορηγούνται σε εργαζομένους ή συγγενικά πρόσωπα αυτών και όπου
ορίζει ρητά ο νόμος σε εταίρους ή μετόχους.
Τέλος, σύμφωνα με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1072/31.3.2015, στις παροχές σε είδος
του άρθρου 13 του ν.4172/2013, λόγω του ότι η αποτίμησή τους είναι δυσχερής, έως
και αδύνατη, κατά τη στιγμή της χορήγησής τους, δεν διενεργείται παρακράτηση
φόρου επί των παροχών αυτών, αλλά ο οφειλόμενος φόρος υπολογίζεται κατά την
εκκαθάριση της δήλωσης, δεδομένου ότι η αξία τους (εφόσον αυτές φορολογούνται)
προσαυξάνει το εισόδημα από μισθωτή εργασία των δικαιούχων. Σε περιπτώσεις που
έχει ήδη διενεργηθεί παρακράτηση φόρου επί των παροχών αυτών, ο φόρος αυτός θα
συμψηφισθεί κατά την εκκαθάριση.
Παρεχόμενες υπηρεσίες που δημιουργούν εργασιακή σχέση
Με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι το
ακαθάριστο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις περιλαμβάνει τα πάσης
φύσεως εισοδήματα σε χρήμα ή σε είδος, που αποκτώνται στο πλαίσιο
υφιστάμενης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.
Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013 ορίζονται
περιπτώσεις, για τις οποίες θεωρείται ότι υφίσταται εργασιακή σχέση, και
κατά συνέπεια το εισόδημα, που αποκτάται από τα πρόσωπα των περιπτώσεων αυτών,
θεωρείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
Στον παρακάτω πίνακα αναφέρουμε τις βασικές κατηγορίες εισοδήματος, από μισθωτή
εργασία και συντάξεις:
Κατηγορίες υπηρεσιών για τις οποίες, για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., υφίσταται εργασιακή σχέση, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013
|
α) Υπηρεσίες στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας, σύμφωνα με το εργατικό δίκαιο |
β) Υπηρεσίες βάσει σύμβασης, προφορικής ή έγγραφης, με την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτημένης εργασίας, με άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει δικαίωμα να ορίζει και να ελέγχει τον τρόπο, τον χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης υπηρεσιών |
|
γ) Υπηρεσίες που ρυθμίζονται από τη νομοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου |
|
δ) Υπηρεσίες ως Διευθυντής ή μέλος ΔΣ της εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας. |
|
ε) Υπηρεσίες ως δικηγόρος, έναντι πάγιας αντιμισθίας για την παροχή νομικών υπηρεσιών |
|
στ) Υπηρεσίες βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτόν, ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα, ούτε διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που είναι διαφορετική από την κατοικία του. |
Επισημάνσεις
1) Οι αμοιβές μελών και διαχειριστών Ε.Π.Ε, καθώς και οι αμοιβές
εκπροσώπων Ο.Ε και Ε.Ε, για τις υπηρεσίες που παρέχουν με βάση την ιδιότητα τους
αυτή προς τις υπόψη εταιρείες, εξομοιώνονται με τις αμοιβές διευθυντών ή μελών
ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας (Έγγραφο
Υπουργείου Οικονομικών με αρ.Πρωτ.: ΔΕΑΦA 1064780 EΞ 11.5.2015).
2) Οι αμοιβές μελών ΔΣ και μελών/ διαχειριστών Ε.Π.Ε, οι οποίες
λαμβάνονται από τα καθαρά κέρδη των εταιρειών, δεν αποτελούν εισόδημα από
μισθωτή εργασία, αλλά φορολογούνται ως μέρισμα.
3) Στην περίπτωση δικηγόρων που αμείβονται με πάγια αντιμισθία, η
κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών τους από τον εργοδότη σε ποσοστό μεγαλύτερο από
τα 2/3, όπως αυτό προβλέπεται από τον νόμο, κατά τη γνώμη μου θεωρείται Παροχή
σε Είδος και θα φορολογηθεί αναλόγως.
Σχόλια-Προβληματισμοί
Όσον αφορά στην περίπτωση στ’ του ανωτέρω πίνακα, των φυσικών προσώπων
που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, προβληματισμός υπάρχει, εάν ο
αντισυμβαλλόμενος υπόχρεος στην υποβολή της βεβαίωσης αποδοχών ( δηλαδή τα
φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες ) έχει υποχρέωση να γνωρίζει
ότι τα φυσικά πρόσωπα αυτά πληρούν ή όχι τα κριτήρια της στ’ περίπτωσης της
παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, (σύμφωνα με την οποία, εισόδημα που
αποκτάται από τα πρόσωπα των περιπτώσεων αυτών, θεωρείται ως εισόδημα από
μισθωτή εργασία και συντάξεις).
Στην περίπτωση αυτή, οι τυχόν παροχές σε είδος , θα πρέπει να συμπεριληφθούν
στις ετήσιες βεβαιώσεις αποδοχών τους και κατά συνέπεια να φορολογηθούν αναλόγως.
Πρόσωπα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 13 και ΚΦΕ
Όπως ήδη έχουμε αναφέρει, οι διατάξεις του άρθρου 13 του ΚΦΕ αφορούν
όλα τα φυσικά πρόσωπα (εργαζόμενους και συγγενικά τους πρόσωπα), των οποίων τα
εισοδήματα, που αποκτούν από την εργασιακή τους σχέση, φορολογούνται ως
εισοδήματα από μισθωτή εργασία ή συντάξεις καθώς και οι εταίροι οι μέτοχοι, όπου
ρητά προβλέπεται στο νόμο.
Στον παρακάτω πίνακα αναφέρονται τα πρόσωπα, για τα οποία έχουν εφαρμογή οι
διατάξεις του άρθρου 13 του ΚΦΕ:
Πρόσωπα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 |
||
Τα πρόσωπα που συνδέονται με εργασιακή σχέση με τον εργοδότη τους, κατά τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α’ – στ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ΚΦΕ |
Τα εξαρτωμένα ή/και συγγενικά τους πρόσωπα, κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 11 του ΚΦΕ |
Οι εταίροι ή μέτοχοι όταν: α) τους παραχωρείται η χρήση εταιρικού οχήματος β) τους χορηγείται δάνειο γ) τους χορηγούνται δικαιώματα προαίρεσης αγοράς μετοχών δ) τους παραχωρείται η χρήση κατοικίας κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 5 του άρθρου 13 του ΚΦΕ |
Οι διατάξεις του άρθρου 13 και ΚΦΕ δεν έχουν εφαρμογή για τρίτα πρόσωπα, που δε συνδέονται με κανενός είδους εργασιακή σχέση με την επιχείρηση και λαμβάνουν παροχές σε είδος.
Σχόλια-Προβληματισμοί
1) Σημαντικό είναι να εστιάσουμε στον όρο εξαρτώμενα/συγγενικά πρόσωπα,
ο οποίος προϋποθέτει, τόσο οι διοικήσεις των επιχειρήσεων, όσο και οι εκάστοτε
ελεγκτικές αρχές, να εξετάζουν τυχόν περιπτώσεις παροχών σε είδος, που
χορηγούνται σε εξαρτώμενα ή συγγενικά πρόσωπα των εργαζομένων τους.
2) Ερμηνεύοντας τα όσα αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 5 του άρθρου 13
τεκμαίρεται, ότι στην περίπτωση των εταίρων ή μετόχων, οι οποίοι δεν είναι
και μέλη Δ.Σ (αφού τότε οι αμοιβές τους φορολογούνται ως μισθωτή εργασία), οι
παροχές σε είδος περιορίζονται σε τέσσερις περιπτώσεις, όπως αυτές
αναφέρονται στην τρίτη περίπτωση του ανωτέρω πίνακα.
Κατηγορίες παροχών οι οποίες δεν εμπίπτουν στην έννοια παροχές σε είδος
Ο νομοθέτης, για τις παροχές, που χορηγούν οι εταιρείες σε εργαζομένους τους
ή συγγενικά πρόσωπα αυτών, θέτει ως βασικό κριτήριο για τον καθορισμό τους, ως
παροχές σε είδος, εάν εξυπηρετούν τις ανάγκες της εταιρείας.
Συγκεκριμένα ορίζει ότι, εάν οι παροχές αυτές εξυπηρετούν λειτουργικές και
παραγωγικές ανάγκες της εταιρείας, συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας
και στην ποιότητα των συνθηκών εργασίας ή αποτελούν μέτρα για την υγιεινή και
ασφάλεια των εργαζομένων, τότε στις περιπτώσεις αυτές, δεν αποτελούν παροχές
σε είδος
Σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 4172/2013, από την έννοια της μισθωτής
εργασίας και κατά συνέπεια των παροχών σε είδος εξαιρούνται :
● Τα έξοδα διαμονής και σίτισης που έχουν καταβληθεί από τον εργαζόμενο για
σκοπούς της επιχείρησης, εφόσον καλύπτονται από τιμολόγια ή αποδείξεις.
● Η αξία των διατακτικών σίτισης ποσού έως 6 € ανά εργάσιμη ημέρα (132 ευρώ
μηνιαίως, έγγραφο Υπουργείου Οικονομικών με Αρ.Πρωτ.: ΔΕΑΦΒ 1121357 ΕΞ
14.9.2015).
● Οι παροχές ασήμαντης αξίας και μέχρι του ποσού των 27 € ετησίως. Οτιδήποτε
δοθεί στον εργαζόμενο πάνω από αυτό το ποσό (π.χ. δωροεπιταγές ) θεωρείται
εισόδημα από μισθωτή εργασία.
● Τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργαζόμενο ή από τον εργοδότη για
λογαριασμό του εργαζομένου, στο πλαίσιο ομαδικού ασφαλιστηρίου συνταξιοδοτικού
συμβολαίου.
● Τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργοδότη για την ιατροφαρμακευτική
και νοσοκομειακή κάλυψη του υπαλληλικού του προσωπικού ή για την κάλυψη του
κινδύνου ζωής ή ανικανότητας του, στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου
μέχρι του ποσού των 1.500 € ετησίως ανά εργαζόμενο.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1083/8.4.2015 οι παροχές σε είδος της παρ.1
του άρθρου 13 του ν.4172/2013, οι οποίες δίνονται στο προσωπικό μίας
επιχείρησης σύμφωνα με επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, δεν θεωρούνται
εισόδημα από μισθωτή εργασία για τους δικαιούχους, δεδομένου ότι αυτές δίνονται
προκειμένου να καλύψουν τις εργασιακές ανάγκες των εργαζομένων της επιχείρησης.
Τέλος η εγκύκλιος ΠΟΛ 1094/2015 καθόρισε τα κριτήρια βάσει των οποίων ορισμένες
κατηγορίες υποτροφιών, χρηματικών βραβείων και βοηθημάτων - οικονομικών
ενισχύσεων δεν αποτελούν παροχές σε είδος και συνεπώς δε φορολογούνται ως
μισθωτή εργασία.
Κατηγορίες παροχών που θεωρούνται παροχές σε είδος, ανεξαρτήτως του ύψους της παροχής, βάσει των διατάξεων των § 2 έως 5 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013
Ο νομοθέτης αναφέρει τέσσερις (4) κατηγορίες παροχών, όπως αυτές αναφέρονται στις § 2 έως 5 του άρθρου 13 του ΚΦΕ και οι οποίες διαφοροποιούνται, σε σχέση με όλες τι υπόλοιπες κατηγορίες παροχών σε είδος, σε δύο σημεία, που είναι τα εξής:
Παρακάτω αναλύουμε τις τέσσερις (4) προαναφερόμενες κατηγορίες παροχών:
1) Παραχώρηση ενός εταιρικού οχήματος, για οποιοδήποτε χρονικό
διάστημα ενός φορολογικού έτους
Με την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι παροχή σε
είδος αποτελεί και η αγοραία αξία παραχώρησης εταιρικού οχήματος
σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο, από φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική
οντότητα για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, η οποία
αποτιμάται σε ποσοστό 30% του κόστους των αποσβέσεων, των τελών
κυκλοφορίας, του κόστους των επισκευών και συντηρήσεων καθώς και του
χρηματοδοτικού κόστους αγοράς ή μίσθωσης, όπως αυτά προκύπτουν από τις
εγγραφές στα βιβλία της επιχείρησης.
Τα ανωτέρω παρουσιάζονται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα:
Πρόσωπα που αφορά η διάταξη |
-Εργαζόμενο -Εταίρο -Μέτοχο |
Δαπάνες που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό |
Ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του κόστους του οχήματος που εγγράφεται ως δαπάνη στα βιβλία του εργοδότη με τη μορφή της απόσβεσης περιλαμβανομένων των τελών κυκλοφορίας, επισκευών, συντηρήσεων, καθώς και του σχετικού χρηματοδοτικού κόστους που αντιστοιχεί στην αγορά του οχήματος ή του μισθώματος |
Δαπάνες που δε λαμβάνονται υπόψη |
Λοιπές δαπάνες που αφορούν τα υπόψη οχήματα (καύσιμα, διόδια, ασφάλιστρα κλπ) δε λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της αγοραίας αξίας του παραχωρούμενου εταιρικού οχήματος |
Σε περίπτωση που το κόστος είναι μηδενικό, η αγοραία αξία της παραχώρησης ορίζεται σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) της μέσης δαπάνης ή απόσβεσης κατά τα τελευταία τρία (3) έτη.
Κατηγορίες αυτοκινήτων, η παραχώρηση των οποίων, δεν αποτελεί παροχή σε είδος βάσει της ΠΟΛ 1219/06.10.2014 |
|||||
|
Παρακάτω παραθέτουμε παράδειγμα παραχώρησης εταιρικών αυτοκινήτων:
Παράδειγμα:
Μια επιχείρηση στο φορολογικό έτος 2015 διαθέτει 4 ιδιόκτητα εταιρικά αυτοκίνητα
, προς εξυπηρέτηση των αναγκών του προσωπικού και των μετόχων της.
Το σύνολο των εξόδων για τα αυτοκίνητα αυτά στο 2015 αναλύονται στον παρακάτω
πίνακα.
|
Επισκευές συντηρήσεις (ποσά με ΦΠΑ) |
Τέλη κυκλοφορίας |
Αποσβέσεις |
Σύνολο |
Ποσοστό 30% |
ΕΧ1 |
5.000,00 |
1.000,00 |
2.000,00 |
8.000,00 |
2.400,00 |
ΕΧ2 |
6.000,00 |
1.000,00 |
3.000,00 |
10.000,00 |
3.000,00 |
ΕΧ3 |
4.000,00 |
1.000,00 |
2.500,00 |
7.500,00 |
2.250,00 |
ΕΧ4 |
3.000,00 |
500,00 |
3.000,00 |
6.500,00 |
1.950,00 |
Σε όλη τη διάρκεια του έτους 2015 τα πρώτα δύο αυτοκίνητα (ΕΧΙ και ΕΧ2 ) χρησιμοποιούνται οποτεδήποτε, από τους τρεις (3) μετόχους της εταιρείας.
Το τρίτο αυτοκίνητο (ΕΧ3) χρησιμοποιείται από τον προϊστάμενο λογιστηρίου και το
τέταρτο αυτοκίνητο (ΕΧ4) από έναν πωλητή. Και στις δύο περιπτώσεις εργαζομένων
υπάρχει εξαρτημένη εργασία με την επιχείρηση και αμείβονται ως μισθωτοί.
Ο εκκαθαριστής της μισθοδοσίας, θα πρέπει να συμπεριλάβει στη βεβαίωση αποδοχών
των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία των ανωτέρω προσώπων, τα ποσά που προκύπτουν
ως εξής:
- Στην περίπτωση των τριών (3) μετόχων, θα συμπεριληφθεί στην βεβαίωση
αποδοχών του καθενός, το ποσό των ευρώ (5.400,00/3 εταίρους=) 1.800,00
- Στην περίπτωση του προϊσταμένου του λογιστηρίου το ποσό των 2.250,00 καθώς η
παραχώρηση εταιρικού αυτοκινήτου δε δικαιολογείται ότι καλύπτει εταιρικές
ανάγκες.
- Στην περίπτωση του πωλητή δε θα δοθεί παροχή σε είδος για τη χρήση του
τέταρτου αυτοκινήτου (ΕΧ4), δεδομένου ότι η εργασία του απαιτεί συχνή
μετακίνηση εκτός των εγκαταστάσεων του εργοδότη και χρησιμοποιείται για
την επιχειρηματική δραστηριότητα του εργοδότη.
Επισημάνσεις
α) Στην αγοραία αξία του οχήματος περιλαμβάνεται και το ποσό
Φ.Π.Α, που αναλογεί στην δαπάνη.
β) Οι διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 αφορούν
την παραχώρηση εταιρικών οχημάτων. Συνεπώς οποιαδήποτε παροχή (π.χ. επισκευές,
βενζίνες, διόδια) η οποία αφορά ιδιωτικά αυτοκίνητα προσωπικού θα πρέπει να
εξεταστεί υπό το πρίσμα των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 13 και του άρθρου
22 του ν. 4172/2013.
γ) Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να δηλώνουν, για το σύνολο των επιβατικών
αυτοκινήτων που διαθέτουν (ιδιόκτητα ή με χρηματοδοτική μίσθωση) ποια άτομα
τα χρησιμοποιούν, την ειδικότητα τους και την εργασιακή σχέση που έχουν με την
επιχείρηση.
δ) Η παραχώρηση αυτοκίνητων πολυτελούς κατηγορίας σε προσωπικό (π.χ
πωλητές, τεχνικοί κτλ), για την καθημερινή εξυπηρέτηση των αναγκών της εταιρίας,
μπορεί να θεωρηθεί πράξη οξύμωρη και κατά συνέπεια να αμφισβητηθεί από τις
ελεγκτικές αρχές, ο πραγματικός χρήστης του οχήματος.
2) Παραχώρηση σε είδος με τη μορφή δανείου
Με την παράγραφο 3 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι παροχή σε
είδος αποτελεί και η χορήγηση δανείου, κατόπιν έγγραφης συμφωνίας από φυσικό
πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο.
Τα ανωτέρω παρουσιάζονται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα:
Πρόσωπα που αφορά η διάταξη |
Εργαζόμενο Εταίρο Μέτοχο |
Η ωφέλεια από την παροχή δανείου |
προσδιορίζεται ανά φορολογικό έτος και υπολογίζεται κατά την ημερομηνία κτήσης του δανείου |
αποτιμάται ως η διαφορά μεταξύ των τόκων που υπολογίζονται με βάση το μέσο επιτόκιο αγοράς (σχετική η ΠΟΛ.1034/30.1.2014 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών) και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος βάσει της σχετικής έγγραφης συμφωνίας |
|
υπολογίζεται στο σύνολο του αρχικού κεφαλαίου, στην περίπτωση που δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία |
Η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών, ήτοι ποσά που υπερβαίνουν το
ποσό των τριών μισθών, θεωρούνται δάνειο
Στην περίπτωση αυτή, δεν περιλαμβάνονται τα ποσά που είχαν καταβληθεί ή πιστωθεί
στα υπόψη πρόσωπα (εργαζόμενους, εταίρους, μετόχους κ.λ.π) πριν από την
έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013, (δηλαδή έως 31.12.2013) ανεξαρτήτως του
αν τα υπόψη ποσά έχουν καταβληθεί ως δάνεια με έγγραφη συμφωνία ή άνευ αυτής ή
ως προκαταβολές μισθών.
Σημαντικά σχόλια
Από την ερμηνεία της διάταξης, περί παροχής δανείου προκύπτουν τα εξής:
• Ως μέσο επιτόκιο αγοράς, για την εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου
13 του Ν. 4172/2013 , λαμβάνεται το επιτόκιο των τραπεζικών δανείων σε
ευρώ προς ιδιώτες, με τη μεθοδολογία που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδας
ανά μήνα, ανά κατηγορία και ανά υποκατηγορία δανείου.
• Το μέσο επιτόκιο αγοράς, θα είναι το οριζόμενο της κατηγορίας δανείου
σταθερά ίδιο, για όλη τη διάρκεια του δανείου, κατά τον μήνα που
ελήφθη η παροχή (και όχι τον μήνα που συνάφθηκε η σύμβαση δανείου)
• Η έννοια της έγγραφης συμφωνίας, πρέπει να περιλαμβάνει βέβαιη ημερομηνία
και να έχει αποδοθεί το αναλογούν χαρτόσημο στη Δ.Ο.Υ.
• Ειδικά στην περίπτωση προκαταβολής μισθού (άνω των 3 μισθών) προς
εργαζομένους, ως επιτόκιο λαμβάνεται το χαμηλότερο από τα επιτόκια κάθε
κατηγορίας δανείου από αυτές που περιγράφονται στους πίνακες τις τράπεζας
Ελλάδος, όπως ισχύουν κατά το μήνα χορήγησης της προκαταβολής
(ΠΟΛ.1034/30.1.2014)
Επισημάνσεις
1) Στην περίπτωση των προκαταβολών σε εργαζόμενους, στην έννοια του μισθού, η
ΠΟΛ.1219/6.2.2014 αναφέρεται σε καθαρές πληρωτέες παροχές
2) Όλα τα άληκτα δάνεια που έχουν ληφθεί από 01.01.2014,
θα πρέπει να παρακολουθούνται σε κάθε διαχειριστική χρήση και να υπολογίζονται
οι αναλογούντες τόκοι.
3) Στην περίπτωση που δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία δανείου, τότε το ποσό που
θα πρέπει να συμπεριλάβει ο εκκαθαριστής μισθοδοσίας στη βεβαίωση αποδοχών των
εισοδημάτων από μισθωτή εργασία είναι όλο το ποσό του αρχικού κεφαλαίου,
και όχι το υπόλοιπο, κατά το τέλος της διαχειριστικής περιόδου.
4) Σε κάθε σύμβαση δανείου θα πρέπει να αναγράφεται ο
συγκεκριμένος σκοπός χορήγησης του, ώστε οι τόκοι να υπολογιστούν με το
επιτόκιο της συγκεκριμένης κατηγορίας, διαφορετικά ως επιτόκιο
λαμβάνεται το επιτόκιο που ορίζει η Τράπεζα της Ελλάδας για τις υπεραναλήψεις
από τρεχούμενους λογαριασμούς για τον μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή.
5) Για να μπορεί να γίνει χρήση της ευνοϊκής διάταξης της (ΠΟΛ.1034/30.1.2014) σύμφωνα με την οποία, στην περίπτωση προκαταβολής μισθών εργαζομένων χρησιμοποιείται το χαμηλότερο επιτόκιο όλων των κατηγοριών κατά τον μήνα παροχής τους, θα πρέπει να αποδεικνύεται, ότι πρόκειται για προκαταβολή μισθού και όχι άλλη μορφή δανείου, καθώς τότε θα χρησιμοποιηθεί το επιτόκιο της αντίστοιχης κατηγορίας.
Παρακάτω παραθέτουμε σχετικά παράδειγμα:
Παράδειγμα 1
Μία επιχείρηση χορηγεί τον μήνα Φεβρουάριο του 2015 σε μέτοχο της
δάνειο με τη μορφή υπερανάληψης από τρεχούμενο λογαριασμό ποσού
300.000,00 €, με συμβατικό επιτόκιο 5%. Το μέσο επιτόκιο αγοράς που καθορίζεται
με τη μεθοδολογία της Τράπεζας της Ελλάδος, για την κατηγορία “Δάνεια με τη
μορφή υπερανάληψης από τρεχούμενο λογαριασμό” για τον μήνα Φεβρουάριο του 2015,
είναι 10,75%
Η κίνηση του σχετικού δανείου εμφανίζει την παρακάτω κίνηση μέσα στο έτος
2015:
Ημερομηνία χορήγησης δανείου
|
Ποσό δανείου |
Ποσό επιστροφής δανείου |
Υπόλοιπο δανείου |
Επιτόκιο/ποσό τόκων βάσει σύμβασης δανείου |
Μέσο επιτόκιο αγοράς με τη μεθοδολογία της Τράπεζας της Ελλάδος /ποσό τόκων |
||
01/02/2015 |
300.000,00 |
|
300.000,00 |
5% |
8.000,00 |
10,75% |
17.110,00 |
31/03/2015 |
|
(70.000,00) |
230.000,00 |
||||
31/07/2015 |
|
(150,000,00 |
80.000,00 |
||||
31/12/2015 |
- |
- |
80.000,00 |
Ο εκκαθαριστής της μισθοδοσίας, θα πρέπει να συμπεριλάβει στη βεβαίωση αποδοχών των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία του συγκεκριμένου μετόχου, τη διαφορά τόκων (17.110,00–8.000,00) 9.110,00, η οποία και θεωρείται τεκμαρτό εισόδημα από μισθωτή εργασία και φορολογείται ανάλογα.
Ο υπολογισμός των ποσών των τόκων προέκυψε ως εξής:
Ημερομηνία χορήγησης/υπολοίπου δανείου |
Υπόλοιπο δανείου (α) |
συμβατικό επιτόκιο (β) |
ημέρες διακράτησης δανείου(γ) |
συμβατικοί τόκοι (α)*(β)*(γ)/360 |
επιτόκιο τράπεζας Ελλάδος (β') |
Ποσό τόκων βάσει μέσου επιτοκίου αγοράς (α)*(β')*(γ)/360 |
01/02/2015 |
300.000,00 |
5% |
59 |
2.500,00 |
10,75% |
5.285,00 |
31/03/2015 |
230.000,00 |
5% |
120 |
3.833,33 |
10,75% |
8.241,67 |
31/07/2015 |
80.000,00 |
5% |
150 |
1.666,67 |
10,75% |
3.583,33 |
31/12/2015 |
ΣΥΝΟΛΑ |
329 |
8.000,00 |
|
17.110,00 |
Επεξηγηματικά σχόλια:
- Το επιτόκιο που θα χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό της παροχής σε είδος,
είναι αυτό κατά τον μήνα χορήγησης δανείου, όπου στο παράδειγμα μας είναι
10,75 % τον μήνα Φεβρουάριο 2015 (βάσει μεθοδολογίας της Τράπεζας Ελλάδος).
- Η βάση υπολογισμού των τόκων είναι αντίστοιχα το υπολειπόμενο ποσό δανείου,
όπως αυτό κυμαίνεται μέσα στη χρήση.
- Η περίοδος υπολογισμού των τόκων είναι το πραγματικό χρονικό διάστημα
της παροχής και στο παράδειγμά μας 11 μήνες ή 329 ημέρες (σύνηθες είναι ο
υπολογισμός να γίνεται σε αριθμό ημερών, με ετήσια βάση 360 ημέρες).
Επισημάνσεις
1) Στην περίπτωση που δεν υπήρχε έγγραφη συμφωνία δανείου, τότε το ποσό που θα
πρέπει να συμπεριλάβει ο εκκαθαριστής μισθοδοσίας στη βεβαίωση αποδοχών των
εισοδημάτων από μισθωτή εργασία του συγκεκριμένου μετόχου, είναι όλο το ποσό του
αρχικού κεφαλαίου, που στο παράδειγμά μας είναι 300.000,00
2) Στην περίπτωση που στην έγγραφη συμφωνία δανείου αναφέρεται επιτόκιο δανείου
ίδιο με αυτό του Πίνακα της Τράπεζας Ελλάδος (στην περίπτωση μας 10,75%) το ποσό
των τόκων με το οποίο επιβαρύνεται ο μέτοχος και έχει εγγράψει ως απαίτηση στα
βιβλία της η εταιρεία, δε θα συμπεριληφθεί στη βεβαίωση αποδοχών, ως εισόδημα
από παροχή σε είδος.
Σχόλια-Προβληματισμοί
Συχνά στην πράξη οι δοσοληπτικοί λογαριασμοί μετόχων, εταίρων των
επιχειρήσεων εμφανίζουν έντονη κίνηση κατά τη διάρκεια των χρήσεων. Στις
περιπτώσεις αυτές οι επιχειρήσεις προκειμένου να αποφύγουν να συνάψουν
ξεχωριστές συμβάσεις δανείου, για κάθε ποσό ανάληψης που γίνεται μέσα στη χρήση,
συνηθίζουν να συμπεριλαμβάνουν το συνολικό ποσό ανάληψης σε μία σύμβαση, το
οποίο χορηγείται, είτε εφάπαξ, είτε τμηματικά κατά τη διάρκεια του δανείου.
Επισημαίνουμε ότι κατά τον υπολογισμό των τόκων, το επιτόκιο που θα
χρησιμοποιηθεί είναι αυτό του μήνα που έγινε η κάθε ανάληψη και όχι το επιτόκιο
του μήνα που έγινε η σύμβαση.
Παράδειγμα 2
Μία επιχείρηση χορηγεί τον μήνα Ιούλιο του 2014 σε εργαζόμενο της
προκαταβολή έναντι μισθών ποσού 60.000,00 με τον όρο να εξοφληθεί σε 10
ισόποσες μηνιαίες δόσεις των 6.000,00 ευρώ. Οι μηνιαίες πληρωτέες αποδοχές του
εργαζομένου (μικτός μισθός μείον κρατήσεις) ανέρχονται σε 6.000,00 ευρώ.
Δεδομένου ότι το ποσό της προκαταβολής είναι μεγαλύτερο του συνόλου των
καθαρών πληρωτέων αποδοχών τριών μηνών, δηλαδή 6.000,00*3=18.000,00, το ποσό της
προκαταβολής θεωρείται δάνειο και η επιχείρηση θα πρέπει να υπολογίσει τόκους,
το σύνολο των οποίων το φυσικό πρόσωπο (δηλαδή ο εργαζόμενος) θα λάβει ως
εισόδημα από μισθωτή εργασία και θα φορολογηθεί αναλόγως.
Έστω ότι ο λογαριασμός της ανωτέρω προκαταβολής παρουσιάζει την παρακάτω κίνηση:
Ημερομηνία χορήγησης /υπολοίπου δανείου |
Αρχικό ποσό δανείου |
Ποσό επιστροφής δανείου |
Υπόλοιπο δανείου |
Χαμηλότερο επιτόκιο αγοράς όλων των κατηγοριών /ποσό τόκων |
|
01/07/2014 |
60.000,00 |
|
60.000,00 |
2,94% |
146,02 |
31/12/2014 |
|
(36.000,00) |
24.000,00 |
||
31/01/2015 |
|
(6.000,00) |
18.000,00 |
||
28/02/2015 |
|
(6.000,00) |
12.000,00 |
||
31/03/2015 |
|
(6.000,00) |
6.000,00 |
||
30/04/2015 |
|
(6.000,00) |
0,000 |
Ο εκκαθαριστής της μισθοδοσίας, θα πρέπει να συμπεριλάβει στη βεβαίωση
αποδοχών των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία του συγκεκριμένου εργαζομένου
για το φορολογικό έτος 2015, το ποσό των τόκων 146,02 και το οποίο
υπολογίστηκε με το χαμηλότερο επιτόκιο όλων των κατηγοριών δανείων μηνός Ιουλίου
του 2014, όπως αυτό αναφέρεται στο σχετικό Πίνακα δανείων της Τράπεζας
Ελλάδος και όπου στην περίπτωση μας είναι 2,94%.
Ο υπολογισμός των ποσών των τόκων προέκυψε ως εξής:
Ημερομηνίες χορήγησης /υπολοίπου δανείου |
Υπόλοιπο δανείου (α) |
επιτόκιο τράπεζας Ελλάδος (β') |
ημέρες διακράτησης δανείου (γ) |
Ποσό τόκων βάσει μέσου επιτοκίου αγοράς (α)*(β')*(γ)/360 |
01/07/2014 |
60.000,00 |
|
|
- |
31/12/2014 |
24.000,00 |
2,94% |
30 |
58,80 |
31/01/2015 |
18.000,00 |
2,94% |
28 |
41,16 |
28/02/2015 |
12.000,00 |
2,94% |
32 |
31,36 |
31/03/2015 |
6.000,00 |
2,94% |
30 |
14,70 |
30/04/2015 |
0,00 |
|
120 |
146,02 |
Επεξηγηματικά σχόλια:
- Η περίοδος υπολογισμού των τόκων για το φορολογικό έτος 2015 είναι το
πραγματικό χρονικό διάστημα της παροχής, όπου στο παράδειγμά μας είναι 4
μήνες ή 120 ημέρες (σύνηθες είναι ο υπολογισμός του χρονικού διαστήματος παροχής,
να γίνεται σε αριθμό ημερών, με ετήσια βάση 360 ημέρες).
- Στην περίπτωση δανείου προς εργαζόμενο το οποίο χορηγείται με τη μορφή
προκαταβολής μισθών, ως επιτόκιο λαμβάνεται το χαμηλότερο από τα επιτόκια
κάθε κατηγορίας δανείου, από αυτές που περιγράφονται στον Πίνακα της
Τράπεζας Ελλάδος, όπως ισχύουν κατά το μήνα χορήγησης της προκαταβολής.
Επισημάνσεις
1) Στην περίπτωση που δεν υπήρχε έγγραφη συμφωνία δανείου, τότε το ποσό που θα
πρέπει να συμπεριλάβει ο εκκαθαριστής μισθοδοσίας στη βεβαίωση αποδοχών των
εισοδημάτων από μισθωτή εργασία του συγκεκριμένου εργαζομένου, είναι όλο το ποσό
του αρχικού κεφαλαίου, που στο παράδειγμά μας είναι 60.000,00.
2) Στην περίπτωση που στην έγγραφη συμφωνία δανείου αναφέρεται επιτόκιο δανείου
ίδιο με αυτό του Πίνακα της Τράπεζας Ελλάδος (στην περίπτωση μας 2,94%), το ποσό
των τόκων με το οποίο επιβαρύνεται ο εργαζόμενος και έχει εγγράψει ως απαίτηση
στα βιβλία της η εταιρεία, δε θα συμπεριληφθεί στη βεβαίωση αποδοχών, ως
εισόδημα από μισθωτή εργασία .
Σχόλια-Προβληματισμοί
Όσον αφορά τον ορισμό της «Προκαταβολής μισθού», προβληματισμός
υπάρχει ως προς το εάν στη σύμβαση δανείου με τον εργαζόμενο είναι αρκετή η απλή
αναφορά του όρου «Προκαταβολή μισθού», ώστε βάσει της ΠΟΛ.1034/30.1.2014 να
χρησιμοποιηθεί το χαμηλότερο επιτόκιο όλων των κατηγοριών κατά τον μήνα
παροχής τους ή θα πρέπει να συνυπάρχουν και άλλα κριτήρια, όπως το ύψος
όσο και ο τρόπος εξόφλησης της προκαταβολής.
Σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει το Ε.Γ.Λ.Σ, στον λογαριασμό «Προκαταβολές Προσωπικού» καταχωρούνται οι διδόμενες στο προσωπικό προκαταβολές έναντι των αποδοχών του τρέχοντος μηνός, οι οποίες παρακρατούνται κατά την εκκαθάριση της μισθοδοσίας του ίδιου μήνα.
Θεωρούμε σημαντικό να δοθεί σαφής ερμηνεία από τη Διοίκηση, ώστε να υπάρχει ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή της διάταξης από τις Επιχειρήσεις.
3) Η ωφέλεια που λαμβάνεται με τη μορφή δικαιωμάτων προαίρεσης
απόκτησης μετοχών.
Με την § 4 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 ορίζεται, ότι παροχή σε είδος
είναι και η ωφέλεια που λαμβάνει εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος από νομικό
πρόσωπο ή νομική οντότητα με τη μορφή δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών.
Τα ανωτέρω παρουσιάζονται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα:
Πρόσωπα που αφορά η διάταξη |
-Εργαζόμενο -Εταίρο -Μέτοχο |
Δαπάνες που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό |
Η αξία της παροχής προσδιορίζεται κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης ή μεταβίβασής του και όχι κατά το χρόνο χορήγησης αυτών. Επομένως, ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες θεωρείται η ωφέλεια που αποκτάται κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης ανεξάρτητα από το γεγονός του εάν υφίσταται ή όχι η εργασιακή σχέση του δικαιούχου της ωφέλειας κατά το χρόνο αυτό. Η αγοραία αξία άσκησης δικαιώματος είναι η τιμή κλεισίματος της μετοχής στο χρηματιστήριο μειωμένη κατά την τιμή διάθεσης του δικαιώματος (§ 4 του άρθρου 13 του ν.4172/2013). |
Η διάταξη αυτή καταλαμβάνει τα δικαιώματα που ασκούνται από την έναρξη ισχύος της (δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου 2014) ανεξαρτήτως του πότε είχε χορηγηθεί το εν λόγω δικαίωμα και επίσης καταλαμβάνει και δικαιώματα προαίρεσης απόκτησης μετοχών που διαπραγματεύονται και σε αλλοδαπά χρηματιστήρια.
Παράδειγμα:
Η ανώνυμη εταιρεία «ΑΛΦΑ ΑΕ» αποφασίζει στην Τακτική Γενική Συνέλευση της
30/6/2015, τη δημιουργία ενός προγράμματος διάθεσης δικαιωμάτων απόκτησης
μετοχών με παράλληλη αύξηση του Μετοχικού Κεφαλαίου. Η αντιστοιχία είναι 1
μετοχή για κάθε δικαίωμα και η απόφαση προβλέπει τη διάθεση μέχρι και
2.000 δικαιωμάτων για κάθε εργαζόμενο, με αξία 3 ευρώ ανά δικαίωμα
/ μετοχή.
Ένας από τους δικαιούχους αποφασίζει να ασκήσει το δικαίωμα προαίρεσης ( και για
τις 2.000 μετοχές) καταβάλλοντας το ποσό των (2.000 * 3 €) 6.000,00 € στις
31/10/2015. Η τιμή κλεισίματος της μετοχής στο Χ.Α., κατά την ημέρα άσκησης
του δικαιώματος, είναι 8,00 €. Η ωφέλεια που αποκτά ο εργαζόμενος είναι :
Αριθμός μετοχών |
Τιμή κλεισίματος στο Χ.Α. στις 31/10/2015 |
Συνολικό ποσό που θα έπρεπε να καταβληθεί (α) |
Τιμή καταβολής ανά μετοχή |
Συνολικό ποσό καταβολής (β) |
Συνολική ωφέλεια (α)-(β) |
2.000,00 |
8,00 |
16.000,00 |
3,00 |
6.000,00 |
10.000,00 |
Ο εκκαθαριστής της μισθοδοσίας, θα πρέπει να συμπεριλάβει στη βεβαίωση
αποδοχών των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία του συγκεκριμένου μετόχου για
το φορολογικό έτος 2015, το ποσό των 10.000,00 €.
4) Παροχή σε είδος είναι και η αγοραία αξία από την
παραχώρηση κατοικίας
Με την § 5 του άρθρου 13 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι παροχή σε είδος
είναι και η αγοραία αξία από την παραχώρηση κατοικίας σε εργαζόμενο ή
εταίρο ή μέτοχο από φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα για
οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους.
Τα ανωτέρω παρουσιάζονται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα:
Πρόσωπα που αφορά |
-Εργαζόμενο -Εταίρο -Μέτοχο |
Δαπάνες που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό |
Η παροχή αυτή αποτιμάται στο ποσό του μισθώματος που καταβάλλεται απευθείας από τον εργοδότη προς τον εκμισθωτή της παραχωρούμενης κατοικίας, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, ενώ στην περίπτωση που η προς παραχώρηση κατοικία ανήκει στον εργοδότη, η παροχή σε είδος αποτιμάται σε ποσοστό 3% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου(§ 5 του άρθρου 13 του ν.4172/2013).
|
Η ανωτέρω διάταξη δεν καταλαμβάνει τις κάτωθι περιπτώσεις: |
|
α) Την παροχή
καταλύματος από το Δημόσιο και φορείς του Δημοσίου σε υπηρετούντες
σε αυτό (π.χ. σε ένστολους), δεδομένου ότι η μετακίνησή τους
αποτελεί εκ του νόμου υποχρέωση. |
Σχόλια-Προβληματισμοί
Ιδιαίτερος προβληματισμός υπάρχει, σε αρκετούς κλάδους επιχειρήσεων (Κατασκευαστικών
και Ξενοδοχειακών επιχειρήσεων), που για τις ανάγκες της ομαλής λειτουργίας
τους, σε πολλές περιπτώσεις, μισθώνουν καταλύματα για τους εργαζομένους τους,
για το πως θα αντιμετωπίσουν την παραχώρηση αυτή, δηλαδή εάν θα πρέπει να τις
συμπεριλάβουν στις βεβαιώσεις αποδοχών των εργαζομένων, ως εισόδημα από μισθωτή
εργασία και να φορολογηθούν αναλόγως.
Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις στον Κατασκευαστικό Κλάδο, συχνά μισθώνουν
καταλύματα σε εργαζομένους τους προς επίβλεψη τεχνικών έργων τα οποία λαμβάνουν
χώρα, εκτός της έδρας τους, για ολόκληρη τη διάρκεια ολοκλήρωσης τους. Επίσης οι
ξενοδοχειακές επιχειρήσεις μισθώνουν καταλύματα για το προσωπικό τους, το οποίο
δεν έχει τη μόνιμη κατοικία του στην έδρα αυτών, για ολόκληρο το διάστημα
καλοκαιρινής λειτουργίας τους.
Ισχύουσες διατάξεις:
Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1219/06.10.2014, εξαιρείται από την έννοια της παροχής
σε είδος, η παραχώρηση κατοικίας σε εργαζομένους μίας επιχείρησης, για
προσωρινή μετακίνηση σε υποκαταστήματα, εργοτάξια και λοιπές
εγκαταστάσεις της. Για τον ορισμό πρόσκαιρη μετακίνηση ο νομοθέτης αναφέρει
παραδείγματα μίας εβδομάδας ή ενός μηνός, για εργαζομένους που χρειάζεται
να μεταβούν προσωρινά εκτός έδρας για τις ανάγκες της επιχείρησης του
εργοδότη.
Κατηγορίες παροχών που θεωρούνται παροχές σε είδος, κατά το
ποσό που υπερβαίνει ετησίως τα 300,00 ευρώ, βάσει των διατάξεων της § 1 του
άρθρου 13 του ν.4172/2013
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του ν.4172/2013 ορίζεται ότι, με την
επιφύλαξη των διατάξεων των παρ. 2, 3, 4 και 5 του ίδιου άρθρου, οποιεσδήποτε
παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού
συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η
συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων
(300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.
Η ΠΟΛ 1219/06.10.2014 αναφέρει ενδεικτικά έξι (6) κατηγορίες
παροχών σε εργαζόμενους ή συγγενικά πρόσωπα αυτών.
Στο άρθρο αυτό θα αναλύσουμε τις πιο σημαντικότερες περιπτώσεις οι οποίες
παρουσιάζουν περισσότερο ενδιαφέρον.
1η Περίπτωση
Σύμφωνα με την περ. (γ) της παρ.1 της ΠΟΛ.1219/6.10.2014 η παροχή της
χρήσης εταιρικών πιστωτικών καρτών , για δαπάνες που δεν
πραγματοποιούνται για το συμφέρον της επιχείρησης, αλλά για την κάλυψη
προσωπικών, οικογενειακών ή άλλων δαπανών που δεν σχετίζονται με το συμφέρον
της επιχείρησης του εργοδότη ή δεν χρησιμοποιούνται κατά τις συνήθεις εμπορικές
συναλλαγές αυτής και το σχετικό κόστος αναλαμβάνει ο εργοδότης, θεωρείται
παροχή σε είδος και φορολογείται ως μισθωτή εργασία.
Υποχρεώσεις επιχειρήσεων:
Η ανωτέρω διάταξη υποχρεώνει, τις διοικήσεις των επιχειρήσεων να παρακολουθούν
το σύνολο των συναλλαγών που γίνονται μέσω των πιστωτικών τους καρτών και να
διαχωρίζουν, ποιες από αυτές τις συναλλαγές αφορούν κάλυψη προσωπικών,
οικογενειακών ή άλλων δαπανών (π.χ δαπάνες σούπερ μάρκετ, ρουχισμού κτλ)
ώστε να τις συμπεριλάβουν στη βεβαίωση αποδοχών των εισοδημάτων από μισθωτή
εργασία του εκάστοτε χρήστη, εργαζόμενου ή συγγενικών προσώπων.
2η Περίπτωση
Σύμφωνα με την περ. (ε) της παρ.1 της ΠΟΛ.1219/6.10.2014 θεωρείται παροχή
σε είδος και φορολογείται ως μισθωτή εργασία το σύνολο των διάφορων
πληρωμών που γίνονται απευθείας από τους εργοδότες σε
τρίτους για λογαριασμό των εργαζομένων τους ή των συγγενικών προσώπων αυτών και
αφορούν στην κάλυψη:
- εξόδων διδάκτρων, βρεφονηπιακών σταθμών, κ.λπ. των ανωτέρω προσώπων,
- συνδρομών σε ημερίδες, προγράμματα, σεμινάρια εκπαίδευσης, επιμόρφωσης ή
επαγγελματικής κατάρτισης ή σε περιοδικά και επιμελητήρια, που δεν αφορούν το
αντικείμενο της εργασίας τους ή το επίπεδο της θέσης που κατέχουν
και
- συνδρομών (σε γυμναστήρια, λέσχες κ.λπ.), ιατρικών εξόδων τους (π.χ.
check-up),
Περαιτέρω, στην περίπτωση αυτή περιλαμβάνεται και το όφελος που προκύπτει για
τους εργαζόμενους, διευθυντές, διαχειριστές και μέλη διοίκησης ιδιωτικών
εκπαιδευτηρίων εξαιτίας της δωρεάν φοίτησης ή της φοίτησης με μειωμένα δίδακτρα
σε αυτά των τέκνων τους, με εξαίρεση τις υποτροφίες που χορηγούνται από τα εν
λόγω εκπαιδευτήρια.
Υποχρεώσεις επιχειρήσεων :
Η ανωτέρω διάταξη υποχρεώνει τις διοικήσεις των επιχειρήσεων, να παρακολουθούν
το σύνολο των συναλλαγών που αφορούν πληρωμές δαπανών, όπως αυτές περιγράφονται
στη σχετική διάταξη και οι οποίες γίνονται για λογαριασμό εργαζομένων τους ή
συγγενικών προσώπων αυτών, ώστε να τις συμπεριλάβουν στη βεβαίωση αποδοχών των
εισοδημάτων από μισθωτή εργασία των προσώπων αυτών.
3η Περίπτωση
Σύμφωνα με την περ. (στ) της παρ.1 της ΠΟΛ.1219/6.10.2014 αποτελεί παροχή σε
είδος, η χρήση εταιρικών συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας που γίνεται από τους
εργαζόμενους, διευθυντές, διαχειριστές και μέλη διοίκησης κατά το μέρος που
υπερβαίνει το κόστος των προγραμμάτων χρήσης και υπό την προϋπόθεση ότι το
υπερβάλλον ποσό του προγράμματος χρήσης χρησιμοποιείται για προσωπικούς τους
σκοπούς και όχι για σκοπούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εργοδότη.
Υποχρεώσεις επιχειρήσεων :
Η χρήση συσκευής και εταιρικής σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας από τους εργαζόμενους
δε θεωρείται παροχή σε είδος, εφόσον, ο εργοδότης βεβαιώσει ότι χρησιμοποιείται
αποκλειστικά για επαγγελματικούς λόγους, ανεξαρτήτως ποσού χρέωσης
Σχόλια-Προβληματισμοί
1) Όπως ήδη έχουμε σχολιάσει στην εισαγωγή του άρθρου αυτού, η περίπτωση της §
ιβ της ΠΟΛ.1113/3.6.2015, αναφέρει πως κάθε προσωπική καταναλωτική δαπάνη η
οποία έχει χαρακτηρισθεί, ως παροχή σε είδος με βάση το άρθρο 13 του ν.
4172/2013 (ΠΟΛ. 1219/2014) και φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία,
θεωρείται ότι πραγματοποιείται προς το συμφέρον της επιχείρησης (άρθρο 22 περ.
α') και εκπίπτει ως έξοδο μισθοδοσίας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές
προϋποθέσεις των περ. β' και γ' του άρθρου 22.
Στο σημείο αυτό είναι σκόπιμο να αναφέρουμε τα εξής:
α) H ανωτέρω διάταξη δεν έχει αμφίδρομη ισχύ, δηλαδή δε δίνεται το δικαίωμα στις
επιχειρήσεις, προκειμένου να μην επιβαρύνουν τους εργαζομένους ή μετόχους τους
με παροχές σε είδος, να προβαίνουν σε φορολογική αναμόρφωση του συνόλου των
παροχών αυτών στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος τους και να απαλλάσσουν τα
φυσικά πρόσωπα από την επιπλέον φορολόγηση των παροχών αυτών.
β) Στην περίπτωση που οι προσωπικές καταναλωτικές δαπάνες δεν καλύπτουν τα
κριτήρια των περιπτώσεων β’ και γ’ του άρθρου 22 του ν. 4172/2013, δηλαδή
αρχικά
να αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή, η αξία της οποίας δεν κρίνεται κατώτερη
ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική
Διοίκηση και επιπλέον να εγγράφονται στα λογιστικά αρχεία (βιβλία) της
επιχείρησης την περίοδο που πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα
δικαιολογητικά (π.χ. αποζημίωση εξόδων μετακίνησης εκτός έδρας εργαζομένων τα
οποία δεν καλύπτονται από νόμιμα παραστατικά) τότε, το σύνολο των παροχών αυτών
θα φορολογηθεί τόσο σε επίπεδο φυσικού προσώπου (ως παροχή σε είδος)
αλλά και σε
επίπεδο νομικού προσώπου (ως μη εκπιπτόμενη επιχειρηματική δαπάνη).
2) Στην περίπτωση της παροχής χρήσης εταιρικών συνδέσεων απαιτείται διευκρίνιση
για το εάν ένας εργαζόμενος θα λάβει ως παροχή σε είδος το σύνολο της δαπάνης
που προκύπτει από τη χρήση περισσότερων της μιας συσκευής και εταιρικής σύνδεσης
κινητής τηλεφωνίας ή μπορεί και σε αυτή την περίπτωση να βεβαιώσει ο εργοδότης
ότι γίνεται για εταιρικούς σκοπούς.
Θεωρούμε σκόπιμο το Υπουργείο Οικονομικών να εκδώσει ερμηνευτική εγκύκλιο, με
την οποία να αποσαφηνίζονται οι αοριστίες που εμπεριέχονται στις διατάξεις του
νόμου, ώστε να υπάρχει ορθή και δίκαιη αντιμετώπιση των παροχών σε είδος του
άρθρου 13 του ν. 4172/2013 από τη φορολογική αρχή, αλλά και να ικανοποιείται η
αρχή της ασφάλειας του φορολογούμενου.