Άρθρα Φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου σε ποσά από έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο

Άρθρα Φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου σε ποσά από έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο

ΨΑΡΙΑΝΟΥ ΤΑΤΙΑΝΑ
PARTNER ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΩΝ «ΓΡΑΦΕΙΟ ΨΑΡΙΑΝΟΥ Α.Ε.»




Για ένα ακόμα θέμα και μια ακόμα φορά οι επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με αντικρουόμενες Φορολογικές Διατάξεις, οι οποίες παραμένουν ταυτόχρονα σε ισχύ, εγείροντας ερωτήματα που ούτε οι ίδιες οι Φορολογικές Αρχές είναι σε θέση να απαντήσουν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να ταλαιπωρούνται και να μη γνωρίζουν πώς να ενεργήσουν. Συγκεκριμένα, το θέμα στο οποίο αναφερόμαστε είναι εκείνο της επιβολής Φόρου Συγκέντρωσης Κεφαλαίου στο ποσό της διαφοράς από έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο.

Ο Ν.2190/1920, περί Ανωνύμων Εταιριών, επιτρέπει την έκδοση μετοχών σε τιμή μεγαλύτερη από την ονομαστική τους αξία. Στην περίπτωση όπου η τιμή διάθεσης των μετοχών υπερβαίνει την ονομαστική τους αξία, εκδίδονται μετοχές υπέρ το άρτιο.

Σύμφωνα με την παρ.3, του άρθρου 14, του Ν.2190/1920, «Η εξ εκδόσεως μετοχών υπέρ το άρτιον προκύπτουσα διαφορά δεν δύναται να διατεθή προς πληρωμή μερισμάτων ή ποσοστών». Επίσης, στην παρ.5, του άρθρου 49, του Ν.2190/1920, αναφέρεται ότι «Μετά το πέρας της εκκαθάρισης, οι εκκαθαριστές … , αποδίδουν τις εισφορές των μετόχων, καθώς και τα υπέρ το άρτιο ποσά, που είχαν τυχόν καταβληθεί, και διανέμουν το υπόλοιπο προϊόν της εκκαθάρισης της εταιρικής περιουσίας στους μετόχους, κατά το λόγο της συμμετοχής τους στο καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο».

Βάσει του Ν.1676/1986, επιβάλλεται φόρος με την ονομασία «φόρος στη συγκέντρωση κεφαλαίων», με  συντελεστή 1%, επί της φορολογούμενης αξίας, σε συγκέντρωση κεφαλαίων που διενεργείται από «εμπορικές εταιρείες και κοινοπραξίες επιτηδευματιών …» (άρθρα 17 και 21). Σύμφωνα με την περ. β, της παρ. 2, του άρθρου 22, του ίδιου Νόμου, εξαιρείται από το Φόρο Συγκέντρωσης Κεφαλαίου « … η αύξηση του κεφαλαίου των προσώπων του άρθρου 17, που γίνεται με κεφαλαιοποίηση κερδών, αποθεματικών ή προβλέψεων». Στο άρθρο 18, του ίδιου Νόμου, αναφέρεται ότι αποτελούν συγκέντρωση κεφαλαίων και υπάγονται στο φόρο «α) η σύσταση των προσώπων, που προβλέπονται από το άρθρο 17 και η αύξηση του κεφαλαίου τους, που γίνεται με την εισφορά περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε είδους, … γ)  η αύξηση του ενεργητικού των προσώπων του άρθρου 17, που γίνεται με την εισφορά περιουσιακών στοιχείων οποιουδήποτε είδους, όχι για συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο ή την εταιρική περιουσία, αλλά για χορήγηση δικαιωμάτων ίδιας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι, όπως το δικαίωμα ψήφου ή το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη ή στο προϊόν της εκκαθάρισης, …».

Η ΠΟΛ.1230/10.10.1994, διευκρίνιζε ότι «Σε περίπτωση έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο, η υπέρ το άρτιο διαφορά είναι εισφορά που αυξάνει μεν το ενεργητικό της εταιρείας, αλλά ο εισφέρων δεν αποκτά δικαιώματα ψήφου κ.λπ. από την εισφορά αυτή και επομένως το ποσό της διαφοράς αυτής, δεν υπάγεται κατά το χρόνο της καταβολής της σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίων, δεδομένου ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής ούτε της διάταξης της περίπτ. α' ούτε της διάταξης της περίπτ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 1676/1986. Εφόσον, όμως, γίνει κεφαλαιοποίηση της ανωτέρω διαφοράς οφείλεται φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων για το ποσό αυτό, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή λαμβάνει χώρα αύξηση του κεφαλαίου κατά τα οριζόμενα στην περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1676/1986».

Το Ν.Σ.Κ. με τη Γνωμοδότηση 113/2009, κρίνοντας την υπέρ το άρτιο έκδοση εταιρικών μεριδίων Ε.Π.Ε., αμφισβήτησε την εγκυρότητα της ΠΟΛ.1230/10.10.1994, επικαλούμενο ότι « … η συγκεκριμένη καταβολή (υπέρ το άρτιο) αυξάνει το ενεργητικό της επιχείρησης και, όπως προεξετέθη, γίνεται, όχι για να αυξηθεί το μετοχικό κεφάλαιο και να συμμετάσχει σε αυτό ο καταβάλλων, αλλά για να αποκτήσει δικαίωμα ή δικαιώματα εξ εκείνων που έχουν οι μέτοχοι, όπως η συμμετοχή και κέρδη. Συντρέχουν επομένως όλοι οι όροι που απαιτεί η περ.γ' και, συνεπώς, οφείλεται φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου, ασχέτως μάλιστα της κεφαλαιοποίησής της στο μέλλον». Με αυτό το σκεπτικό κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «Στη περίπτωση έκδοσης εταιρικών μεριδίων υπέρ το άρτιο, στον φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου υπάγεται, τόσο η μέχρι το άρτιο τιμή διάθεσης του μεριδίου, όσον και η υπέρ το άρτιον διαφορά».

Το Υπουργείο Οικονομικών, με την ΠΟΛ.1044/3.2.2014, σε συνέχεια της απόφασης 113/2009 του Ν.Σ.Κ., διευκρίνισε ότι «Στην περίπτωση έκδοσης εταιρικών μεριδίων υπέρ το άρτιον, στο φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου υπάγεται, τόσο η μέχρι το άρτιον τιμή διάθεσης του μεριδίου, όσο και η υπέρ το άρτιον διαφορά».

Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών του Υπουργείου Οικονομικών, με την απόφαση 122/22.01.2016, κλήθηκε να αποφασίσει επί της Ενδικοφανούς Προσφυγής εταιρίας, η οποία, μεταξύ άλλων, θεωρούσε ότι το συμπέρασμα της 113/2009 απόφασης του Ν.Σ.Κ., ήταν «προδήλως εσφαλμένο». Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, αφού μελέτησε όλες τις σχετικές διατάξεις, απέρριψε την Ενδικοφανή Προσφυγή, συμπεραίνοντας ότι «… η διαφορά από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο, ταυτίζεται με το μετοχικό κεφάλαιο, αυξάνει το ενεργητικό της επιχείρησης και οι καταβάλλοντες τη διαφορά αυτή αποσκοπούν να αποκτήσουν δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη. Ως εκ τούτου συντρέχουν οι προϋποθέσεις που τίθενται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 1676/1986 για την επιβολής Φ.Σ.Κ. και ο ισχυρισμός ότι το συμπέρασμα της 113/2009 Γνωμοδότησης του ΝΣΚ είναι προδήλως εσφαλμένο και νόμω αβάσιμο είναι απορριπτέος».

Στην απόφαση αυτή, το συμπέρασμα ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις επιβολής Φ.Σ.Κ., επειδή όσοι καταβάλουν τη διαφορά από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο «αποσκοπούν να αποκτήσουν δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη», κατά την άποψή μας αντιφάσκει με τις Φορολογικές Διατάξεις. Στην περ. γ, της παρ.1, του άρθρου 18, συγκέντρωση κεφαλαίου, μεταξύ άλλων, αποτελεί η αύξηση ενεργητικού για «χορήγηση δικαιωμάτων ίδιας φύσης με εκείνα που έχουν οι εταίροι, όπως το δικαίωμα … συμμετοχής στα κέρδη». Συνεπώς, είναι διαφορετικό κάποιος να αποβλέπει σε απόκτηση δικαιώματος συμμετοχής στα κέρδη μιας εταιρίας και κάποιος να έχει ήδη το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη αυτά.

Τόσο η απόφαση 113/2009 του Ν.Σ.Κ., όσο και η ΠΟΛ.1044/3.2.2014, αναφέρονται στο χειρισμό ποσού υπέρ το άρτιο εταιριών με τη μορφή της Ε.Π.Ε.. Το Υπουργείο Οικονομικών, δεν έχει πάρει θέση για το τι συμβαίνει με τις Α.Ε. και μέχρι σήμερα δεν έχει ανακαλέσει την ΠΟΛ.1230/10.10.1994. Επιπρόσθετα, η απόφαση 122/2016 της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών του Υπουργείου Οικονομικών, δεν είναι Εγκύκλιος και όπως έχουμε πληροφορηθεί η εν λόγω υπόθεση βρίσκεται στα χέρια της Δικαιοσύνης προκειμένου να αποφανθεί επί του θέματος.

Βάσει του άρθρου 9, του Ν.4174/2013, «Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να εκδίδει ερμηνευτικές εγκυκλίους, … για την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας. … Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι είναι δεσμευτικές για τη Φορολογική Διοίκηση, έως ότου ανακληθούν ρητά ή τροποποιηθούν, λόγω αλλαγής της νομοθεσίας … Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι δεν είναι δεσμευτικές για τους φορολογούμενους … ». Επομένως, οι Ελεγκτές του Υπουργείου Οικονομικών, κατά τη διενέργεια Ελέγχων σε Α.Ε., καταλογίζουν Φ.Σ.Κ. και στο υπέρ το άρτιο ποσό, ώστε να είναι καλυμμένοι, έως ότου το Υπουργείο Οικονομικών εκδώσει σχετική Εγκύκλιο.

Κατά την άποψή μας, το υπέρ το άρτιο ποσό δε θα έπρεπε να υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 18, του Ν.1676/1986, έως ότου κεφαλαιοποιηθεί. Όμως οι οδηγίες του Υπουργείου Οικονομικών, ώσπου να κριθεί οριστικά ο χειρισμός του θέματος, είναι ότι οι επιχειρήσεις καταβάλουν το Φ.Σ.Κ. και στο υπέρ το άρτιο ποσό και αν τελικά οριστεί ότι αυτός δεν οφειλόταν, θα συμπεριλάβουν σε ειδική Εγκύκλιο ρύθμιση για το πώς θα επιστρέφεται στις επιχειρήσεις το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό.

Δηλαδή, υπάρχει ένα μπλέξιμο άνευ προηγουμένου, που κι αυτό, μαζί με χιλιάδες άλλα, εμποδίζει κάθε σκέψη για επένδυση στον τόπο μας.

Πηγή: Taxheaven