Κωνσταντίνος Αντ. Κουλογιάννης
Πτυχιούχος Τ.Ε.Ι.
Λογιστής - Φοροτεχνικός
Μέλος της επιστημονικής ομάδας του TAXHEAVEN
Κωνσταντίνος Δημ. Γραβιάς
Πτυχιούχος Οικον. Παν/μίου Πειραιά
Λογιστής - φοροτεχνικός
Μέλος της επιστημονικής ομάδας του TAXHEAVEN
Ι. Πρόλογος
Στην παρούσα ανάλυση θα ασχοληθούμε με το ζήτημα της
διενέργειας απογραφής αποθεμάτων και τήρησης του σχετικού αρχείου βάσει
των νέων διατάξεων που καθιερώθηκαν μετά τη θέσπιση των Ελληνικών
Λογιστικών Προτύπων —και ισχύουν από την 1.1.2015—, αλλά και με τις
περιπτώσεις των απαλλαγών που προβλέπονται από την υποχρέωση αυτή. Μέσω
της σύντομης αυτής παρουσίασης θα προσπαθήσουμε να παραθέσουμε (σ.σ. όπως είχαμε κάνει και πέρυσι) τις
ισχύουσες διατάξεις, σταχυολογώντας όμως τα σημεία εκείνα που είναι
απαραίτητα για την κατανόησή τους χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα πίνακες
έτσι ώστε να γίνουν όσο το δυνατόν πιο κατανοητές οι ισχύουσες
διατάξεις, οι υποχρεώσεις, καθώς και οι απαλλαγές.
II. Υποχρέωση διενέργειας απογραφής αποθεμάτων και τήρησης αρχείου αποθεμάτων
Α. Διατάξεις
Σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν.4308/2014 ισχύουν τα εξής:
1. Η οντότητα τηρεί κατά περίπτωση, πέραν των αρχείων του άρθρου 3, τα αρχεία (βιβλία) που περιγράφονται στις επόμενες παραγράφους, με ημερομηνία αναφοράς την ημερομηνία τέλους της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία του ισολογισμού).
...
4. Αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων: Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται:
α) Τα ποσοτικά δεδομένα της φυσικής απογραφής (σύντομη περιγραφή είδους, μονάδα μέτρησης και ποσότητα), κατά είδος και διακεκριμένα για κάθε αποθηκευτικό χώρο.
β) Η κατά μονάδα αξία επιμέτρησης, καθώς και η συνολική αξία επιμέτρησης του κάθε είδους.
γ) Ο προσδιορισμός της ποσότητας των αποθεμάτων δύναται να γίνεται με έμμεσες τεχνικές που είναι αξιόπιστες και κατάλληλα τεκμηριωμένες.
δ) Αναλώσιμα υλικά αγαθά που δεν είναι σημαντικά μπορούν να μην απογράφονται.
Στην ερμηνευτική εγκύκλιο που κοινοποίησε τις διατάξεις των Ε.Λ.Π, ΠΟΛ.1003/31.12.2014, έγιναν δεκτά τα ακόλουθα:
4.1.1 Στα αρχεία που αναφέρονται στο άρθρο αυτό καταγράφονται αναλυτικά
τα στοιχεία ισολογισμού, με ημερομηνία αναφοράς την ημερομηνία τέλους
της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία του ισολογισμού).
4.4.1 Καθιερώνεται η δυνατότητα προσδιορισμού της ποσότητας των αποθεμάτων με αξιόπιστες και τεκμηριωμένες έμμεσες τεχνικές. Τεκμηριωμένες
είναι οι τεχνικές που είναι γενικά αποδεκτές στη διεθνή πρακτική.
Στόχος της διάταξης είναι η επίτευξη εύλογης διασφάλισης αναφορικά με
την προσδιοριζόμενη ποσότητα αποθεμάτων κατ’ είδος κατά την ημερομηνία
του ισολογισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσχέρειες και το κόστος ακριβούς
καταμέτρησης. Δηλαδή επιδιώκεται η αξιοπιστία της μέτρησης της
ποσότητας και ταυτόχρονα ο περιορισμός του κόστους και η υπέρβαση
δυσχερειών.
4.4.2 Μια σημαντική παράμετρος που
επηρεάζει την κρίση περί αξιοπιστίας των έμμεσων τεχνικών προσδιορισμού
της ποσότητας των αποθεμάτων είναι το είδος των δικλίδων που
χρησιμοποιεί η οντότητα για να παρακολουθεί και να ελέγχει τα
παραλαμβανόμενα και αποστελλόμενα αποθέματα, σύμφωνα με την παράγραφο 8
του άρθρου 5 του παρόντος νόμου. Παράδειγμα τέτοιας δικλίδας είναι η
τήρηση, κατ’ επιλογή της οντότητας, αναλυτικού αρχείου ποσοτικής
διακίνησης για εισερχόμενα ή / και αποστελλόμενα ή πωλούμενα αγαθά. Στην
κρίση για την απαιτούμενη αξιοπιστία των έμμεσων τεχνικών λαμβάνεται
υπόψη το κατά πόσο οι τεχνικές είναι καθιερωμένες στη διεθνή πρακτική.
Σε κάθε περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη φύση των αποθεμάτων
(π.χ. καύσιμα, ζώντα ψάρια, ορυκτά αποθέματα) για τον προσδιορισμό
κατάλληλων έμμεσων τεχνικών προσδιορισμού της ποσότητας αυτών.
4.4.3
Όταν, κατ’ απόλυτη επιλογή της οντότητας, τηρείται ηλεκτρονικό αρχείο
ποσοτικής διακίνησης παραλαμβανόμενων και αποστελλόμενων αγαθών, η
διενέργεια φυσικής καταμέτρησης στο τέλος της περιόδου αναφοράς
(ημερομηνία ισολογισμού) δύναται να αντικαθίσταται από τη λειτουργία
αξιόπιστου συστήματος κυλιόμενων απογραφών για διαφορετικές κάθε φορά
ομάδες αποθεμάτων στη διάρκεια της περιόδου, ώστε συνολικά να παρέχεται η
απαιτούμενη διασφάλιση περί της αξιοπιστίας των ποσοτήτων των
αποθεμάτων.
4.4.4 Ορισμένες έμμεσες τεχνικές
παρακάμπτουν τον προσδιορισμό της ποσότητας των αποθεμάτων και
προσδιορίζουν κατ’ ευθείαν την αξία του τελικού αποθέματος και του
κόστους πωληθέντων, περίπτωση στην οποία δεν απαιτείται ποσοτική
καταμέτρηση των αποθεμάτων. Άλλες τεχνικές χρησιμοποιούνται για την
εκτίμηση της ποσότητας του τελικού αποθέματος, και ακολουθεί η
επιμέτρηση ως ξεχωριστή διαδικασία.
Ενδεικτικά παραδείγματα έμμεσων τεχνικών
Η μέθοδος της λιανικής τιμής (retail method)
Η μέθοδος αυτή προσδιορίζει κατ’ ευθείαν την αξία του τελικού
αποθέματος και του κόστους πωληθέντων, χωρίς να προσδιορίζει την
ποσότητα του τελικού αποθέματος. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται, με
διάφορες παραλλαγές, από επιχειρήσεις που εμπορεύονται μεγάλες ποσότητες
ειδών που πωλούνται λιανικά με σχετικά σταθερά ποσοστά κέρδους επί της
τιμής κτήσεως.
Η μέθοδος αυτή λειτουργεί σύμφωνα με το κατωτέρω γενικό παράδειγμα (ποσά σε ευρώ):
Κόστος | Αξία Λιανικής | |
Αρχικό απόθεμα | 100,00 | 130,00 |
Αγορές περιόδου | 1.230,00 | 1.586,70 |
Σύνολο προς πώληση | 1.330,00 | 1.716,70 |
Πωλήσεις περιόδου (σε τιμές λιανικής) | -1.200,00 | |
Απόθεμα τέλους σε τιμές λιανικής | 516,70 | |
Ποσοστό κέρδους λιανικής τιμής =[1-(1.330/1.716,70)] | 0,2253 | |
Απόθεμα τέλους σε κόστος κτήσης = [516,70*(1-0,2253)] | 400,29 |
Σημειώσεις
1. Στο ανωτέρω παράδειγμα, το αρχικό απόθεμα διαφέρει από τις αγορές ως προς τη σύνθεση – ποσοστό μικτού κέρδους.
2. Το ποσό του αρχικού αποθέματος και των αγορών της περιόδου σε αξίες
λιανικής έχει προκύψει πολλαπλασιάζοντας το κόστος κτήσης με το ποσοστό
μικτού κέρδους.
Χρήση στατιστικών μεθόδων προσδιορισμού της ποσότητας αποθεμάτων
Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται για την μέτρηση της ποσότητας των
αποθεμάτων στο τέλος της περιόδου σε περιπτώσεις που η μέθοδος της
φυσικής καταμέτρησης είναι πρακτικά αδύνατη, όπως για παράδειγμα η
μέτρηση της ποσότητας της ιχθυομάζας των ιχθυοτροφείων. Με βάση την
μέθοδο αυτή, η αρχική ποσότητα ιχθύων που τοποθετείται σε έναν κλωβό
εκτροφής, μετατρέπεται σε κάθε ημερομηνία που επιδιώκεται απογραφή, σε
ποσότητα και ιχθυομάζα, λαμβάνοντας υπόψη διάφορους παράγοντες, όπως τις
επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες που επηρεάζουν την ανάπτυξη των
ιχθύων, τις αναλωθείσες ιχθυοτροφές και τα ποσοστά θνησιμότητας. Τα
αποτελέσματα της μεθόδου επαληθεύονται εκ των υστέρων κατά την συλλογή
των ιχθύων (εξαλίευση).
Προσεγγιστικές τεχνικές σε παρεμφερή αποθέματα
Σε περίπτωση αποθεμάτων παρεμφερούς είδους, μεγάλου αριθμού και μικρής
διαφοράς αξίας ανά τεμάχιο μεταξύ τους, είναι δυνατόν η καταμέτρηση να
γίνεται σε γενικές κατηγορίες και με τη χρήση μέσης τιμής, εφόσον δεν
υπάρχει σημαντική επίπτωση στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις
Β. Παρακολούθηση αποθεμάτων τρίτων
Καθιερώνεται η υποχρέωση της οντότητας για παρακολούθηση κατ’ είδος και ποσότητα, διακεκριμένα κατά αποθηκευτικό χώρο, των αποθεμάτων τρίτων. Η παρακολούθηση αναφέρεται σε εμπορεύσιμα αγαθά, δηλαδή δεν συμπεριλαμβάνει εγγυοδοσίες (επιστρεπτέα είδη συσκευασίας, παλέτες, κενές φιάλες, κλπ.). Η παρακολούθηση δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο και να προκύπτει από οποιοδήποτε τηρούμενο αρχείο.
Διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται φυσική καταμέτρηση
των σχετικών αποθεμάτων. Θεσπίζεται μόνο η υποχρέωση παρακολούθησης
αυτών των αποθεμάτων, ώστε η οντότητα να δύναται να τεκμηριώνει τα
αποθέματα αυτής της κατηγορίας που βρίσκονται στην κατοχή της (για
παράδειγμα, τηρώντας με τάξη και πληρότητα το σύνολο των λαμβανόμενων
και εκδιδόμενων παραστατικών διακίνησης ή ενημερώνοντας επιπρόσθετα άλλα
αρχεία).
Γ. Χρόνος διενέργειας απογραφής
Δεν
απαιτείται καταχώρηση στα λογιστικά βιβλία κατά τη διάρκεια της
περιόδου, του κόστους κτήσης των αποθεμάτων, κατά την με οποιοδήποτε
τρόπο ανάλωσή τους (πώληση, δωρεάν παράδοση, καταστροφές κλπ). Το κόστος
κτήσης των αναλωθέντων αποθεμάτων της περιόδου, συμπεριλαμβανομένων των
καταστροφών ή απωλειών, μπορεί να προσδιορίζεται συγκεντρωτικά, από τα
στοιχεία των τηρούμενων αρχείων, μέχρι την ημερομηνία ολοκλήρωσης της
σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Σε ό,τι αφορά στον προσδιορισμό της ποσότητας των αποθεμάτων, ορίζεται
ότι ο εν λόγω προσδιορισμός διενεργείται σε κατάλληλο χρόνο που
διασφαλίζει την αξιοπιστία των δεδομένων σε σχέση με την ημερομηνία
αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας. Δηλαδή, ο
χρόνος προσδιορισμού των αποθεμάτων (φυσική απογραφή) καθορίζεται από τα
πραγματικά δεδομένα μιας οντότητας, λαμβάνοντας υπόψη και τα
αναφερόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 4 του ν.4308/2014
και την ανάγκη διασφάλισης της αξιοπιστίας του ποσοτικού προσδιορισμού
των αποθεμάτων στο τέλος της ημερομηνίας αναφοράς (ημερομηνία τέλους
χρήσης ή ημερομηνία ισολογισμού).
Ο χρόνος αυτός μπορεί να απέχει από το τέλος της ημερομηνίας αναφοράς,
ιδίως όταν η οντότητα τηρεί αναλυτικό αρχείο ποσοτικής διακίνησης
αποθεμάτων (βιβλίο αποθήκης) ή όταν ο αριθμός ή και η ποσότητα των
διακινήσεων δεν είναι σημαντική. Σε άλλες περιπτώσεις που η οντότητα
εφαρμόζει έμμεσες τεχνικές στον προσδιορισμό της ποσότητας των
αποθεμάτων της απογραφής, η σχετική διαδικασία δύναται να γίνεται με
αξιοπιστία και σε χρόνο απομακρυσμένο από το τέλος της περιόδου (π.χ.
προσδιορισμός ιχθυόμαζας ιχθυοτροφείων). Τέλος, σημειώνεται ότι όταν
εφαρμόζεται η μέθοδος της λιανικής (retail method) δεν γίνεται ποσοτικός
προσδιορισμός των αποθεμάτων και η εκτίμηση της αξίας του τελικού
αποθέματος δύναται επίσης να γίνεται με ασφάλεια σε χρόνο απομακρυσμένο
από το τέλος της περιόδου.
Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από το χρόνο που διενεργείται ο
ποσοτικός προσδιορισμός των αποθεμάτων, η οντότητα είναι υποχρεωμένη να
έχει τεκμηριώσει με αξιόπιστο τρόπο τις ποσότητες της απογραφής εντός
των χρονικών ορίων σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της
περιόδου.
Δ. Τήρηση ξεχωριστού αρχείου
Δεν απαιτείται η τήρηση ξεχωριστού αρχείου για τις πληροφορίες του αρχείου αποθεμάτων, όταν οι ίδιες πληροφορίες είναι διαθέσιμες από άλλα αρχεία που τηρεί η οντότητα ή από συνδυασμό αρχείων.
ΙΙΙ. Απογραφή αποθεμάτων για τις πολύ μικρές οντότητες - απαλλαγές
Α. Γενικά
Σχετικά με την απογραφή μετά την καθιέρωση των Ε.Λ.Π. (σ.σ. από 1.1.2015
και μετά), ισχύουν ορισμένες απλοποιήσεις και απαλλαγές για τις πολύ
μικρές οντότητες, σύμφωνα με συγκεκριμένες παραγράφους του άρθρου 30 των Ε.Λ.Π.
Ας δούμε στο σημείο αυτό τις εν λόγω απαλλαγές:
30.3.1 Με την παράγραφο αυτή ορίζεται ότι οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ)
του άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική
επιχείρηση, κλπ.) οποίων ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών από πωλήσεις
αγαθών δεν υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ έχουν τη δυνατότητα να
μην διενεργούν απογραφή των αποθεμάτων τους στο τέλος της περιόδου. Στην
περίπτωση αυτή αντιμετωπίζουν τις αγορές της περιόδου που δεν
διενεργούν απογραφή ως έξοδο στην κατάσταση αποτελεσμάτων.
30.3.2 Αν η περίοδος (φορολογικό έτος) είναι μικρότερη του 12μήνου (πχ.
έναρξη κατά τη διάρκεια της περιόδου), ο κύκλος εργασιών για την
υποχρέωση διενέργειας απογραφής αποθεμάτων υπολογίζεται με αναγωγή σε
ετήσια βάση. Διευκρινίζεται ότι το χρονικό διάστημα ίσο ή μεγαλύτερο των
(15) ημερών λογίζεται ως μήνας ενώ το χρονικό διάστημα που είναι
μικρότερο των 15 ημερών δεν λαμβάνεται υπόψη. Στην περίπτωση που η
οντότητα λειτούργησε στην πρώτη ετήσια περίοδο για χρονικό διάστημα
μικρότερο των τεσσάρων μηνών, δεν γίνεται αναγωγή σε ετήσια βάση για το
διάστημα αυτό.
Παράγραφος 4
30.4.1 Με την παράγραφο αυτή ορίζεται ότι όταν μια οντότητα της παραγράφου 2(γ)
του άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική
επιχείρηση, κλπ.) επιλέγει, σύμφωνα με το νόμο, να διενεργήσει απογραφή
σε μία περίοδο, ενώ δεν έχει την υποχρέωση και δεν διενεργούσε,
αναλαμβάνει την υποχρέωση για διενέργεια απογραφής και για τις τρεις
τουλάχιστον επόμενες ετήσιες περιόδους.
Παράγραφος 5
30.5.1 Με την παράγραφο αυτή ρυθμίζεται η περίπτωση κατά την οποία μια οντότητα της παραγράφου 2(γ)
του άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική
επιχείρηση, κλπ.) επιλέγει να διενεργήσει (προαιρετικά) φυσική απογραφή
σε μια περίοδο για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων (κόστος
πωληθέντων), ενώ δεν έχει την υποχρέωση και δεν διενεργούσε. Στην
περίπτωση αυτή, κατά την πρώτη περίοδο που διενεργείται απογραφή, για
τον υπολογισμό του κόστους πωληθέντων της περιόδου το απόθεμα έναρξης
θεωρείται μηδέν. Δηλαδή, από τα ακαθάριστα έσοδα της ανωτέρω περιόδου θα
εκπέσουν μόνο οι αγορές της περιόδου για τον προσδιορισμό των καθαρών
κερδών (ζημιών). Σημειώνεται ότι το σύνολο των αγορών των προηγούμενων
χρήσεων έχει εκπέσει φορολογικά και συνεπώς δεν μπορεί να εκπέσει εκ
νέου προσμετρούμενο στο απόθεμα έναρξης της νέας περιόδου.
Παράγραφος 6
30.6.1 Με την παράγραφο αυτή ρυθμίζεται η περίπτωση κατά την οποία μια οντότητα της παραγράφου 2(γ)
του άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική
επιχείρηση, κλπ.) επιλέγει να παύσει να διενεργεί φυσική απογραφή σε μια
περίοδο, ενώ διενεργούσε προαιρετικά. Στην περίπτωση αυτή, το απόθεμα
τέλους της τελευταίας περιόδου στην οποία διενεργήθηκε απογραφή δεν
λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό των αποτελεσμάτων της πρώτης περιόδου
στην οποία δεν διενεργείται απογραφή. Δηλαδή, στην πρώτη αυτή περίοδο
στην οποία δεν διενεργείται απογραφή η οντότητα (και εφεξής) θα εκπέσει
από τα ακαθάριστα έσοδα μόνο τις αγορές της περιόδου για τον
προσδιορισμό των καθαρών κερδών (ζημιών).
Παράγραφος 11
30.11.1 Η διάταξη ορίζει ότι η οντότητα της παραγράφου 2(γ)
του άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική
επιχείρηση, κλπ) που έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας την εμπορία
υγρών καυσίμων του νόμου 3054/2002 εντάσσεται στην κατηγορία των πολύ
μικρών οντοτήτων με μόνη προϋπόθεση ότι ο κύκλος εργασιών της δεν
υπερβαίνει το όριο του κύκλου εργασιών των «μικρών» οντοτήτων της
παραγράφου 4 του άρθρου 2, δηλαδή το ποσό των 8.000.000 ευρώ (για δύο
συνεχόμενες ετήσιες περιόδους). Συνεπώς, η οντότητα που εμπίπτει στην
περίπτωση αυτής της παραγράφου δύναται να επιλέξει
α) να χρησιμοποιεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα της παραγράφου 12 του άρθρου 3,
β) να συντάσσει μόνο (συνοπτική) Κατάσταση Αποτελεσμάτων του υποδείγματος Β.6, και
γ) να μην συντάσσει ισολογισμό. Σημειώνεται ωστόσο ότι οι οντότητες
αυτές υπόκεινται στις ρυθμίσεις του άρθρου 4 για τήρηση ορισμένων
αρχείων, από τα αναφερόμενα σε εκείνο το άρθρο.
Β. Απαλλασσόμενοι από τη διενέργεια απογραφής αποθεμάτων
Με την απόφαση ΠΟΛ.1019/16.1.2015, ορίστηκαν ορισμένες οντότητες (που τηρούν απλογραφικό σύστημα), οι οποίες απαλλάσσονται από την τήρηση αρχείου αποθεμάτων και τη διενέργεια φυσικής απογραφής. Οι απαλλαγές αυτές τίθενται επιπλέον των απαλλαγών που ορίζει το άρθρο 30 των Ε.Λ.Π. (≤150.000 τζίρο).
Θα παραθέσουμε έναν πίνακα προκειμένου να γίνουν κατανοητές αυτές οι διατάξεις:
Β.Ι. Γενικός πίνακας υποχρέωσης διενέργειας απογραφών αποθεμάτων.
Οντότητες που τηρούν απλογραφικό λογιστικό σύστημα |
Προϋποθέσεις |
||
Οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική επιχείρηση, κ.λ.π.) (βλ. άρθρο 30 παρ. 3 του ν.4308/2014 και παρ. 30.3.1 της ΠΟΛ.1003/31.12.2014) | Δύνανται να μην διενεργούν απογραφή | Για όλα τα αγαθά που εμπορεύονται | κύκλος εργασιών από πωλήσεις αγαθών ≤ 150.000 (αναγωγή σε ετήσια βάση)* |
Οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1 με αντικείμενο εμπορία (πρατήριο) υγρών καυσίμων ή / και πετρελαίου θέρμανσης (βλ. ΠΟΛ.1019/16.1.2015) | Δύνανται να μην διενεργούν απογραφή | Για τα λιπαντικά ή και τσιγάρα, πέραν των υγρών καυσίμων και του πετρελαίου θέρμανσης που εμπορεύονται | κύκλος εργασιών από πωλήσεις των αγαθών αυτών (λιπαντικών ή και τσιγάρων) ≤ 150.000 |
Οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1 με αντικείμενο εμπορία (πρατήριο) υγρών καυσίμων ή / και πετρελαίου θέρμανσης (βλ. ΠΟΛ.1019/16.1.2015) | Δύνανται να μην διενεργούν απογραφή | Για αγαθά άλλων δραστηριοτήτων που εμπορεύονται (πέραν των υγρών καυσίμων, του πετρελαίου θέρμανσης, των λιπαντικών και των τσιγάρων) κρίνεται αυτοτελώς η κάθε δραστηριότητα | κύκλος εργασιών από πωλήσεις των αγαθών αυτών ≤ 150.000 |
Οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική επιχείρηση κλπ.) (βλ. άρθρο 30 παρ. 14 του ν.4308/2014 και την ΠΟΛ.1019/16.1.2015) | Δύνανται να μην διενεργούν απογραφή | Για όλα τα αγαθά που εμπορεύονται | Εάν έχουν ως κύριο αντικείμενο των εργασιών τους (άνω του 50% του συνόλου του καθαρού κύκλου εργασιών από πώληση αγαθών) μία από τις δραστηριότητες του κατωτέρω πίνακα Β.ΙΙ. |
*Στην περίπτωση αυτή αντιμετωπίζουν τις αγορές της περιόδου για τις οποίες δεν διενεργούν απογραφή ως έξοδο στην κατάσταση αποτελεσμάτων.
Β.ΙΙ. Πίνακας δραστηριοτήτων οντοτήτων
2.1. Εκμετάλλευση λατομείου (απλή εξόρυξη αργών λίθων επεξεργασία λατομικών προϊόντων). |
2.2. Κατασκευή ή εμπορία σφραγίδων, επιγραφών, σημάτων. |
2.3. Εκμετάλλευση τυπογραφείου γενικά. |
2.4. Φωτογραφείο και εργαστήριο εμφανίσεως φίλμς − εκτυπώσεις φωτογραφιών γενικώς. |
2.5. Εκδόσεις εφημερίδων και περιοδικών. |
2.6. Βιβλιοδετείο. |
2.7. Εργαστήριο φωτοτυπιών και πολυγραφήσεων. |
2.8. Αρτοποιείο, πρατήριο άρτου, ειδών αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, εργαστήριο ζαχαροπλαστικής (πώληση σε ιδιώτες καταναλωτές, λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.9. Γαλακτοζαχαροπλαστείο και γαλακτοπώλης γενικά (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.10. Εμπορία ειδών διατροφής (παντοπωλείο, μίνι μάρκετ, σούπερ μάρκετ, κ.λπ., πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.11. Εμπορία νωπών και κατεψυγμένων ιχθύων (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.12. Οπωρολαχανοπώλης (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.13. Εμπορία ρακών ή απορριμμάτων. |
2.14. Εμπορία ψιλικών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.15. Πρακτορείο εφημερίδων και περιοδικών γενικά. |
2.16. Ανθοπωλείο. |
2.17. Εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία, κέντρα διασκέδασης, μπαρ, καφετέριες, κυλικεία, αναψυκτήρια ή συναφείς δραστηριότητες, καθώς και οι αυτόματοι πωλητές συναφών ειδών. |
2.18. Εμπορία ειδών βιβλιοπωλείου (πώληση χονδρική − λιανική). |
2.19. Εμπορία ειδών χαρτοπωλείου (φάκελοι, γραφική ύλη, κ.λπ.), ειδών σχεδιάσεως και συναφών οργάνων (πώληση χονδρική − λιανική). |
2.20. Εκδόσεις βιβλίων γενικά. |
2.21. Παραγωγή ή εμπορία τυροπιτών, σάντουιτς και συναφών ειδών (πώληση χονδρική − λιανική). |
2.22. Φαρμακείο. |
2.23. Πωλήσεις ηλεκτρονικών ανταλλακτικών και εξαρτημάτων (χονδρική ή λιανική). |
2.24. Υλικά ραπτικής και υποδηματοποιίας (χονδρική − λιανική). |
2.25. Πωλήσεις σιδηρικών εργαλείων χειρός και ειδών κιγκαλερίας (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.26. Είδη υγιεινής διατροφής (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.27. Παλαιοσίδερα, σίδηρος και παλαιά μέταλλα (σκραπ). |
2.28. Μεταχειρισμένα ανταλλακτικά αυτοκινήτων και λοιπών αυτοκινούμενων μηχανημάτων (που αγοράζονται με το βάρος). Σε περίπτωση σύνταξης απογραφής των ειδών αυτών, αυτή δύναται α διενεργείται με το βάρος και όχι κατ’ είδος. |
2.29. Εμπορία ψιλικών και ζαχαρωδών προϊόντων (πώληση χονδρική − λιανική). |
2.30. Εμπορία παλαιών γραμματοσήμων και συναφών. |
2.31. Εμπορία ψιλικών − κλωστικών ραφής και πλεξίματος, νημάτων, εργόχειρων, κεντημάτων και συναφών ειδών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.32. Αγρότες (ειδικού και κανονικού καθεστώτος Φ.Π.Α.) και αγροτικές εκμεταλλεύσεις. |
2.33. Παλαιοπώλης (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.34. Εμπορία μεταχειρισμένων ειδών ένδυσης και υφασμάτων λαϊκής κατανάλωσης (που αγοράζονται ή πωλούνται με το βάρος). |
2.35. Εμπορία ψευδοκοσμημάτων γενικά (πώληση λιανική ή χονδρική). |
2.36. Εμπορία αγαθών που προέρχονται από πλειστηριασμούς. |
2.37. Πρατήρια καπνοβιομηχανικών προϊόντων (πώληση χονδρική). |
2.38. Εμπορία ωδικών πτηνών, μικρών ζώων, τροφών και εξαρτημάτων αυτών, διακοσμητικών ψαριών, πτηνών, ζώων και συναφών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.39. Εμπορία χρωμάτων βερνικιών στόκων και λοιπών συναφών (λιανικώς ή κυρίως λιανικώς). |
2.40. Κτηνιατρικά φαρμακεία. |
2.41. Κρεοπώλες (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική). |
2.42. Εκμεταλλευτής περιπτέρου. |
2.43. Πωλήσεις οπωρολαχανικών, νωπών αλιευμάτων και λοιπών αγροτικών προϊόντων αποκλειστικά στις κινητές λαϊκές αγορές ή πλανοδίως, καθώς και ο αγρότης που πωλεί τα προϊόντα παραγωγής του από λαϊκές αγορές. |
Μια οντότητα θεωρείται ότι πωλεί κυρίως λιανικά (κυρίως λιανική πώληση) όταν οι πωλήσεις σε ιδιώτες καταναλωτές υπερβαίνουν το 50% του συνόλου του καθαρού κύκλου εργασιών από πώληση αγαθών. |
ΙV. Απογραφή αποθεμάτων κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016
Με βάση όλα τα ανωτέρω παρατίθεται ενδεικτικός πίνακας με τις περιπτώσεις απογραφής και τις δυνατότητες που έχουν στην διάθεσή τους οι οντότητες, καθώς και οι ενέργειες ανά περίπτωση για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων τους.
Κλείσιμο χρήσης | Φορολογικό έτος 2015 | Κύκλος εργασιών από πωλήσεις αγαθών στο φορολογικό έτος 2016 | Διενέργεια απογραφής την 31.12.2016 | Ποσά απογραφής έναρξης | Ποσά απογραφής λήξης | ΠΟΛ.1003 31.12.2014 |
31.12.2016 | Το 2015 διενήργησε απογραφή υποχρεωτικά ή προαιρετικά | >150.000 | Υποχρεωτική διενέργεια απογραφής | Ως απογραφή έναρξης λαμβάνεται η απογραφή λήξης του 2015 | Ως απογραφή λήξης βάζουμε την πραγματική απογραφή της 31.12.2016 | παρ. 3 (30.3.1) |
31.12.2016 | Το 2015 δεν διενήργησε απογραφή | >150.000 | Υποχρεωτική διενέργεια απογραφής | Ως απογραφή έναρξης λαμβάνεται η απογραφή λήξης του 2015 (μηδέν εφόσον δεν διενήργησε απογραφή) | Ως απογραφή λήξης βάζουμε την πραγματική απογραφή της 31.12.2016 | |
31.12.2016 | Νέα επιχείρηση, δεν υφίστατο το 2015 | ≤150.000 (για λειτουργία > 4 μηνών με αναγωγή σε ετήσια βάση, παρ.3 30.3.2) |
Απαλλάσσεται, δεν έχει υποχρέωση διενέργειας απογραφής. Οι αγορές της περιόδου αντιμετωπίζονται ως έξοδα. |
---- | ----- |
παρ. 3 (30.3.1) |
Μπορεί να επιλέξει να διενεργήσει προαιρετικά διενεργώντας στην περίπτωση αυτή υποχρεωτικά και για τις 3 επόμενες ετήσιες περιόδους δηλαδή έως και την 31.12.2019 | Ως απογραφή έναρξης λαμβάνεται μηδέν | Σε περίπτωση προαιρετικής απογραφής, λαμβάνεται η πραγματική απογραφή της 31.12.2016 | παρ. 4 (30.4.1) & παρ. 5 (30.5.1) | |||
31.12.2016 | Το 2015 διενήργησε απογραφή υποχρεωτικά |
≤150.000 |
Απαλλάσσεται, δεν έχει υποχρέωση διενέργειας απογραφής. Οι αγορές της περιόδου αντιμετωπίζονται ως έξοδα |
----- | ----- |
παρ. 3 (30.3.1) & παρ. 6 (30.6.1.) |
Μπορεί να επιλέξει να διενεργήσει προαιρετικά διενεργώντας στην περίπτωση αυτή υποχρεωτικά και για τις 3 επόμενες ετήσιες περιόδους δηλαδή έως και την 31.12.2019 | Ως απογραφή έναρξης λαμβάνεται η απογραφή λήξης του 2015 | Σε περίπτωση προαιρετικής απογραφής, λαμβάνεται η πραγματική απογραφή της 31.12.2016 | παρ. 4 (30.4.1) | |||
31.12.2016 | Το 2015 δεν έκανε απογραφή λόγω μη υποχρέωσης |
≤150.000 |
Απαλλάσσεται, δεν έχει υποχρέωση διενέργειας απογραφής. Οι αγορές της περιόδου αντιμετωπίζονται ως έξοδα. |
----- | ---- | παρ. 3 (30.3.1) |
Μπορεί να επιλέξει να διενεργήσει προαιρετικά διενεργώντας στην περίπτωση αυτή υποχρεωτικά και για τις 3 επόμενες ετήσιες περιόδους δηλαδή έως και την 31.12.2019 |
Ως απογραφή έναρξης λαμβάνεται μηδέν | Σε περίπτωση προαιρετικής απογραφής, λαμβάνεται η πραγματική απογραφή της 31.12.2016 | παρ. 4 (30.4.1) & παρ 5 (30.5.1) | |||
31.12.2016 | Το 2015 διενήργησε απογραφή για 3η χρονιά μετά το 2012 που έκανε επιλογή διενέργειας προαιρετικής απογραφής |
≤150.000 |
Απαλλάσσεται, δεν έχει υποχρέωση διενέργειας απογραφής. Οι αγορές της περιόδου αντιμετωπίζονται ως έξοδα. |
----- | ----- |
παρ. 3 (30.3.1) |
Μπορεί να επιλέξει να διενεργήσει προαιρετικά διενεργώντας στην περίπτωση αυτή υποχρεωτικά και για τις 3 επόμενες ετήσιες περιόδους δηλαδή έως και την 31.12.2019 | Ως απογραφή έναρξης λαμβάνεται η απογραφή λήξης του 2015 | Σε περίπτωση προαιρετικής απογραφής, λαμβάνεται η πραγματική απογραφή της 31.12.2016 | παρ. 4 (30.4.1) | |||
31.12.2016 | Το 2015 έκανε απογραφή προαιρετικά για πρώτη χρονιά |
≤150.000 |
Διενεργεί υποχρεωτικά γι' αυτήν και για τις 2 επόμενες ετήσιες περιόδους δηλαδή έως και την 31.12.2018 | Ως απογραφή έναρξης λαμβάνεται η απογραφή λήξης του 2015 | Ως απογραφή λήξης λαμβάνεται η πραγματική απογραφή της 31.12.2016 | παρ. 4 (30.4.1) |