ΝΕΝΑ Π. ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
Κοντεύει σχεδόν ένας χρόνος από τη δημοσίευση του Ν 4337/2015, οι διατάξεις του οποίου επαναπροσδιόρισαν την έννοια της φοροδιαφυγής τόσο σε επίπεδο διοικητικών κυρώσεων, όσο και σε επίπεδο ποινικής δίωξης. Στο τι θεωρεί πλέον ο νομοθέτης ως έγκλημα φοροδιαφυγής δε θα σταθούμε καθώς το λεκτικό του άρθρου 66 του Ν 4174/2013 απαριθμεί εξαντλητικά τόσο τις πράξεις που απαξιούνται ποινικά όσο και τις προβλεπόμενες ποινές. Αντίθετα, θα αναφερθούμε :
- στους αυτουργούς και συνεργούς του εγκλήματος της φοροδιαφυγής,
- στο πότε ξεκινά η ποινική δίωξη,
- στο περιεχόμενο της μηνυτήριας αναφοράς και στα βασικότερα σημεία της διαδικασίας έως και το ακροατήριο,
- στο εάν η εξόφληση των καταλογισθέντων φόρων ισοδυναμεί με την απαλλαγή του φορολογούμενου – κατηγορούμενου από οποιαδήποτε ποινική ευθύνη και πότε (χρονικά)
- στη συρροή της έκδοσης ή λήψης εικονικών φορολογικών στοιχείων με τα λοιπά εγκλήματα φοροδιαφυγής που εξαντλητικά απαριθμούνται στο άρθρο 66 του Ν 4174/2013
1. - ΑΥΤΟΥΡΓΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΟΙ
[Α] ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ (άρθρο 66 παρ. 1α Ν 4174/2013) : ως αυτουργοί θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους:
-οι πρόεδροι των Δ.Σ.,
-οι διευθύνοντες, εντεταλμένοι ή συμπράττοντες σύμβουλοι,
-οι διοικητές,
-οι γενικοί διευθυντές ή διευθυντές,
-ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση αυτών.
Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, ως αυτουργοί θεωρούνται τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω.
ΟΜΟΡΡΥΘΜΕΣ και ΕΤΕΡΟΡΡΥΘΜΕΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ (άρθρο 66 παρ. 1β Ν 4174/2013) : ως αυτουργοί θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους
-οι ομόρρυθμοι εταίροι
-οι διαχειριστές των εταιριών αυτών
-εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών.
ΕΠΕ και ΙΚΕ (άρθρο 66 παρ. 1γ Ν 4174/2013) : ως αυτουργοί θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους
-οι διαχειριστές αυτών
-εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών
-όταν αυτοί ελλείπουν ή απουσιάζουν οι εταίροι αυτών.
ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ (άρθρο 66 παρ. 1δ Ν 4174/2013) : ως αυτουργοί θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους
-οι πρόεδροι,
-οι γραμματείς,
-οι ταμίες,
-κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών.
ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΕΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΕΑ ή ΑΦΑΝΕΙΕΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ (άρθρο 66 παρ. 1ε Ν 4174/2013) : ως αυτουργοί θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους οι εκπρόσωποί τους, με βάση την ιδιωτική βούληση ή το νόμο ή δικαστική απόφαση, και αν ελλείπουν αυτοί, τα μέλη τους.
(Όταν στα μέλη αυτών περιλαμβάνονται και νομικά πρόσωπα ή αλλοδαπές επιχειρήσεις ή αλλοδαποί οργανισμοί, εφαρμόζονται ανάλογα και οι λοιπές διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Ν 4174/2013).
ΑΛΛΟΔΑΠΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ (άρθρο 66 παρ. 1στ Ν 4174/2013) : ως αυτουργοί θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους οι διευθυντές ή αντιπρόσωποι ή πράκτορες, που έχουν στην Ελλάδα.
ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ (άρθρο 66 παρ. 1ζ Ν 4174/2013) : στα νομικά πρόσωπα εκτός των ανωτέρω αναφερομένων ή στις νομικές οντότητες κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 51Α του ν. 2238/1994 ή της περίπτωσης δ' του άρθρου 2 του ν. 4172/2013, ως αυτουργοί θεωρούνται οι εκπρόσωποι αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση αυτών.
[Β] ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Αυτουργοί των ανωτέρω εγκλημάτων, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρούνται και:
- όσοι δυνάμει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή διάταξης τελευταίας βούλησης είναι διαχειριστές αλλότριας περιουσίας
- ο επίτροπος ή κηδεμόνας ή διοικητής αλλοτρίων κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
- οι εν τοις πράγμασι ασκούντες τις εξουσίες και αρμοδιότητες που αντιστοιχούν στις ιδιότητες και θέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Ν 4174/2013 (αυτουργοί ή συμμέτοχοι)
Αυτουργός ή συνεργός κατά περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί και ο εν γνώσει υπογράφων ανακριβή φορολογική δήλωση ως πληρεξούσιος, καθώς και όποιος με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εν γνώσει συμπράττει ή προσφέρει άμεση συνδρομή στην τέλεση των παραπάνω εγκλημάτων (ως άμεσος συνεργός). Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται συνήθως λογιστές και φοροτεχνικοί για την ποινική ευθύνη των οποίων αναφερθήκαμε σε προηγούμενο άρθρο μας.
2. - ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΥΠΟΒΟΛΗ ΜΗΝΥΣΗΣ : Η συνδυαστική ανάγνωση του άρθρου 68 παρ. 1 με το άρθρο 55Α παρ. 1 του Κ.Φ.Δ., θέλει την υποβολή της μηνυτήριας αναφοράς :
- από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων
- από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης αρμόδια για τη φορολόγηση Δ.Ο.Υ. (Δ.Ο.Υ. υποβολής της δήλωσης)
- από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας,
βάσει της οριστικής πράξης προσδιορισμού του φόρου. Με τον τρόπο αυτό ο νομοθέτης συμμορφώνεται σιωπηρά με την αρχή ne bis in idem όπως αυτή έχει ερμηνευθεί νομολογικά σε θέματα φοροδιαφυγής σε παγκόσμιο επίπεδο. Θεωρεί το διοικητικό πρόστιμο είδος ποινής το οποίο νομοθετικά προτάσσει ιεραρχικά και συνεπακόλουθα τιμωρεί ποινικά μόνο την απόκρυψη φορολογητέων εισοδημάτων και την μη πληρωμή, μη απόδοση, ανακριβή απόδοση, ανακριβή συμψηφισμό, επιστροφή ή διακράτηση τελών ή λοιπών φόρων της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Ν 4174/2013 δια πράξεων ή παραλήψεων που παραπλανούν την Φορολογική Διοίκηση μέσω της παράστασης ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή παρασιωπώντας ή αποκρύπτοντας εσκεμμένα αληθινά γεγονότα.
Κατά την άποψη της γράφουσας η λεκτική διατύπωση του Νόμου είναι προβληματική και είναι δυνατόν να επιφέρει δικονομικές ακυρότητες στις εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις που αφορούν πλαστά και εικονικά στοιχεία στα οποία δεν προκύπτει φόρος αλλά παραδοσιακά επιβάλλεται πρόστιμο.
Σε περίπτωση που διαπιστώνονται από τον ίδιο φορολογικό έλεγχο εγκλήματα φοροδιαφυγής κακουργηματικής φύσης (τιμωρούμενα δηλαδή με ποινή κάθειρξης), η μηνυτήρια αναφορά θα υποβάλλεται χωριστά για κάθε ένα από αυτά (ανά διαχειριστική περίοδο ή οικονομικό έτος). Στις περιπτώσεις διαπίστωσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής πλημμεληματικής φύσης, αρκεί η υποβολή μίας μηνυτήριας αναφοράς για όλα τα διαπιστωθέντα πλημμελήματα, ανά είδος φόρου, τέλους, εισφοράς, ή με βάση τις διαπιστούμενες από τον φορολογικό έλεγχο πράξεις προσδιορισμού φόρου ή τέλους (ανά διαχειριστική περίοδο ή οικονομικό έτος).
Η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται ανεξάρτητα από την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής του άρθρου 63 του Κ.Φ.Δ., ή από την άσκηση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, ή από την καταβολή εκ μέρους του φορολογούμενου μέρους ή του συνόλου της οικείας οφειλής.
Η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως, ενώ το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων για τις αξιώσεις του που απορρέουν από τα εγκλήματα φοροδιαφυγής.
Αυτό πρακτικά σημαίνει πως μπορεί να ζητά από το Δικαστήριο να επιδικάσει σε βάρος του δράστη και υπέρ του Δημοσίου, ένα εύλογο ποσό ως χρηματική ικανοποίηση από την ηθική βλάβη που υπέστη το τελευταίο (ενδεικτικώς, η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης του Δημοσίου μπορεί να εκκινεί από το 1/10 του ύψους της φορολογικής διαφοράς, ανάλογα με την περίπτωση), λόγω της προσβολής του κύρους του από τη συμπεριφορά του φορολογουμένου.
ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (άρθρο 68 παρ. 4 Ν 4174/2013) : Αρμόδιο δικαστήριο είναι, κατά περίπτωση, το μονομελές ή το τριμελές πλημμελειοδικείο ή το μονομελές εφετείο κακουργημάτων της έδρας της αρμόδιας για τη φορολόγηση Δ.Ο. Υ.. Έχει ήδη κριθεί πως τα ποινικά δικαστήρια των Αθηνών (ΣΥΜΒ ΠλΑθ 2622/14, δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ) δεν είναι αρμόδια να κρίνουν τη φοροδιαφυγή βάσει πορίσματος του ΚΕΜΕΠ σε έλεγχο εταιρίας που εδρεύει σε άλλη πόλη της Ελλάδας.
Σημειώνουμε εμφατικά στο σημείο αυτό πως στις εκκρεμείς δίκες που αφορούν πλαστά και εικονικά φορολογικά στοιχεία δεν συντρέχει λόγος υποβολής έντασης αναρμοδιότητας σε περίπτωση χρήσης εκ μέρους του φορολογούμενου των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 7 του Ν 4337/2015 καθώς η καθ΄ ύλιν αρμοδιότητα του Ποινικού Δικαστηρίου που επιλήφθηκε ή θα επιληφθεί της υποθέσεως καθορίζεται βάσει της καθαρής αξίας του υπό αμφισβήτηση, ως προς το κύρος του, φορολογικού στοιχείου και ουχί βάσει του ποσού που αναγράφεται στην οικεία πράξη επιβολής προστίμου.
Αντίθετα, στις εκκρεμείς υποθέσεις που ο φόρος εισοδήματος, ο ΦΠΑ και οι λοιποί φόροι και τέλη υπολογίσθηκαν εξωλογιστικά, πρέπει να δίνεται μεγάλη βαρύτητα και να επανυπολογίζεται ο πρόσθετος φόρος και ο αναλογών επ΄ αυτού ΦΠΑ ή τέλος βάσει των νέων διατάξεων του Ν 4174/2013 (άρθρα 53 έως και 62 όπως τροποποιήθηκαν με το Ν 4337/2015 και ερμηνεύτηκαν στην ΠΟΛ 1252/2015), καθώς ο εξωλογιστικός προσδιορισμός ΔΕΝ είναι φόρος προκύπτων από τις πραγματικές συναλλαγές του επιτηδευματία, όπως αυτές προσδιορίσθηκαν κατόπιν ελεγκτικών επαληθεύσεων αλλά οικονομική κύρωση που επιβάλλουν τα αρμόδια φορολογικά όργανα επί μη επίδειξης φορολογικών βιβλίων ή στοιχείων (σχετική η ΜΕφΚακΠειρ 487 και 504/2014 δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ) .
Η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής και προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων δεν επηρεάζει την ποινική διαδικασία. Το ποινικό δικαστήριο δύναται πάντως, σε περίπτωση που κρίνει ότι η έκβαση εκκρεμούς διοικητικής δίκης είναι ουσιώδης για τη δική του κρίση επί της υπόθεσης, να αναστείλει με απόφασή του την ποινική δίκη μέχρι την τελεσίδικη κρίση του διοικητικού δικαστηρίου.
Υπενθυμίζουμε ωστόσο πως το αντίστροφο, δηλαδή το διοικητικό δικαστήριο σε περίπτωση που υποβληθεί σχετικό αίτημα (αναστολής της διοικητικής δίκης με την αιτιολογία ότι η έκβαση εκκρεμούς ποινικής δίκης είναι ουσιώδης για τη δική του κρίση επί της υπόθεσης), δεν συνηθίζει να το αποδέχεται και να αναστείλει με απόφασή του την διοικητική δίκη μέχρι την τελεσίδικη κρίση του ποινικού δικαστηρίου καθώς, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν 2717/1999) τα διοικητικά δικαστήρια δεσμεύονται μόνο από τις αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη.
Τέλος, ως μάρτυρας το Ελληνικό Δημόσιο στο ακροατήριο (δηλαδή οι διενεργήσαντες τον έλεγχο υπάλληλοι) δεν είναι υποχρεωτικό να εμφανισθεί, εφόσον έχει λάβει χώρα έγγραφη ενημέρωση του αρμόδιου εισαγγελέα ή του δικαστηρίου εκ μέρους της Αρχής που διενήργησε τον έλεγχο σχετικά με την υπόθεση, εκτός εάν το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήματος του κατηγορουμένου κρίνει ότι πρέπει να κληθεί μάρτυρας, για να καταθέσει για ουσιώδη για την έκβαση της δίκης ζητήματα που δεν μπορούν να προκύψουν από τα έγγραφα της υπόθεσης.
ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ (άρθρο 55Α παρ. 3 Ν 4174/2013) : ως χρόνος έναρξης της παραγραφής των εγκλημάτων φοροδιαφυγής ορίζεται διαζευκτικά, η τελεσιδικία της απόφασης επί της προσφυγής που ασκήθηκε, ή σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής, η οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής λόγω παρόδου της προθεσμίας άσκησής της.
ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΠΟΙΝΗΣ (άρθρο 66 παρ. 6 Ν 4174/2013) : για την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνεται ιδίως υπόψη το ύψος του ποσού που αποκρύφτηκε ή δεν αποδόθηκε και η διάρκεια της απόκρυψης ή μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης ή διακράτησης. Η μεταχείριση από τον δράστη ιδιαιτέρων τεχνασμάτων συνιστά επιβαρυντική περίσταση.
3. - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΤΕΛΕΣΤΗΚΑΝ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ 31-12-2013
Η κατάργηση της διαδικασίας της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ταλαιπώρησε θεωρία και νομολογία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Συνοπτικά, ο διοικητικός συμβιβασμός (εφεξής η ανεπιφύλακτη αποδοχή των φόρων που καταλογίσθηκαν βάσει οριστικών πράξεων προσδιορισμού) απαλλάσσει ή όχι τον κατηγορούμενο για φοροδιαφυγή από τις ποινικές του ευθύνες;
Η ΠΟΛ.1142/15.9.2016, σε συνέχεια της με αριθμό 4/2015 Γνωμοδότησης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, διευκρινίζει τα ακόλουθα επί υποθέσεων αδικημάτων φοροδιαφυγής (άρθρα 17, 18 και 19 του Ν.2523/1997 που ήδη καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 66 του Ν 4174/2013) που έχουν τελεσθεί μέχρι 31-12-2013 ακόμα και όταν αυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014 : κάθε φορά που ο φορολογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτα την οριστική απόφαση επιβολής φόρου που εκδίδεται σε βάρος του με οποιοδήποτε σήμερα προβλεπόμενη διαδικασία, τα όργανα της φορολογικής διοίκησης, θα υποβάλλουν μηνυτήριες αναφορές μόνο στις περιπτώσεις που η οικεία οφειλή δεν καταβληθεί από τον φορολογούμενο μέσα στην προβλεπόμενη από τον Κ.Φ.Δ. προθεσμία. ΔΗΛΑΔΗ αν ο φορολογούμενος καταβάλει το 100% του φόρου που προκύπτει από την πράξη οριστικού προσδιορισμού αυτού εντός προθεσμίας 30 ημερών εάν είναι κάτοικος Ελλάδας και 60 ημερών αν είναι κάτοικος εξωτερικού από την κοινοποίηση της σχετικής πράξης, δεν υποβάλλεται μηνυτήρια αναφορά.
ΑΡΑ η μεθύστερη καταβολή ισοδυναμεί με υποβολή μηνυτήριας αναφοράς.
Αν ο φορολογούμενος υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.), η μηνυτήρια αναφορά θα υποβάλλεται αμελλητί, αμέσως δηλαδή μετά την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής και πάντως αμέσως μετά την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας άσκησής της, σε περίπτωση μη άσκησης αυτής, ΔΗΛΑΔΗ την 31η (κάτοικος εσωτερικού) ή 61η (κάτοικος εξωτερικού) ημέρα από την κοινοποίηση της οριστικής πράξης προσδιορισμού του φόρου .
Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση θεωρείται ότι περατώνεται οριστικά για τη Φορολογική Διοίκηση εφόσον ο φορολογούμενος εξοφλήσει τη συνολική οφειλή του, όπως αυτή θα προκύψει μετά την ολοκλήρωση του σταδίου ενώπιον της Δ.Ε.Δ. και παρέλθει άπρακτη η προθεσμία άσκησης προσφυγής ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου.
4. - ΣΥΡΡΟΗ ΕΚΔΟΣΗΣ Ή ΛΉΨΗΣ ΕΙΚΟΝΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΜΕ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 66 ΠΑΡ. 1-4
Η μεγαλύτερη καινοτομία του εξορθολογισμένου πλέον νομικού πλαισίου που περιγράφει και καλύπτει όλο το φάσμα των σοβαρών περιπτώσεων φοροδιαφυγής είναι ο ποινικός κολασμός του φορολογούμενου βάσει του τι πραγματικά ωφελήθηκε παρανόμως εκδίδοντας ή αποδεχόμενος πλαστά ή εικονικά τιμολόγια. Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 66 παράγραφος 5 εδάφια 1 και 3, όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία, καθώς και όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την υποστήριξη κάποιας από τις πράξεις των παραγράφων 1 έως 4 του άρθρου 66 τιμωρείται μόνο για την τελευταία ως αυτουργός ή συμμέτοχος.
Στην πράξη πιθανολογούμε πως θα δούμε, στα ποινικά ακροατήρια, κατηγορητήρια για το αναφερόμενο στη διάταξη του ήδη καταργηθέντος άρθρου 19 του Ν 2523/1997 (και νυν άρθρου 66 παράγραφος 5 του Ν 4174/2013) έγκλημα να αποδομούνται. Ειδικά όσον αφορά την (πλημμεληματικού χαρακτήρα) μη απόδοση, ανακριβή απόδοση, συμψηφισμό ή επιστροφή ΦΠΑ βάσει λήψης εικονικών στοιχείων ενδέχεται ο δράστης να παραμείνει ατιμώρητος καθώς το ετήσιο πλαφόν ΦΠΑ των €50.000,00 αντιστοιχεί σε λήψη εικονικών τιμολογίων καθαρής αξίας άνω των €200.000,00.
5. - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Η προβληματική των νέων διατάξεων, ειδικά ως προς τις εκκρεμείς υποθέσεις που αφορούν την έκδοση και λήψη πλαστών και εικονικών στοιχείων και τον συσχετισμό αυτών με την ποινική προέκταση φοροδιαφυγής στην φορολογία εισοδήματος και στο ΦΠΑ παρουσιάζει ενδιαφέρον και αναμένουμε σχεδόν με κομμένη ανάσα την δημοσιοποίηση σχετικών αποφάσεων ποινικών δικαστηρίων όλων των βαθμών. Η οποιαδήποτε απόπειρα νομοθετικής επέμβασης προκειμένου να διορθωθούν τα κενά του ν 4174/2013 που εντοπίσαμε θα λειτουργήσει ex nunc καθώς το υπάρχον μη σαφές νομοθετικό πλαίσιο , ως ευνοϊκότερο, δρα σε όφελος του κατηγορουμένου.Πηγή: Taxheaven
26 Sep, 2016