Αιτιολογική έκθεση - σχέδιο νόμου «ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΣΥΣΤΑΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΑ Α'-Η'
Α. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Με την υποπαράγραφο Ε.2 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012
συστάθηκε η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, στην
οποία υπήχθησαν όλες οι υπηρεσίες που υπάγονταν έως τότε στη Γενική Γραμματεία
Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων κάι στην οποία μεταβιβάσθηκαν σταδιακά έως
σήμερα οι αρμοδιότητες του Υπουργού Οικονομικών, ή του καθ' ύλην αρμόδιου
Υφυπουργού Οικονομικών, που συνδέονται με την άσκηση της φορολογικής διοίκησης.
Σύμφωνα με την οικεία αιτιολογική έκθεση, σκοπός των εν λόγω ρυθμίσεων ήταν να
διασφαλισθεί η συνέχεια και αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης στον
κρίσιμο τομέα των δημοσίων εσόδων και η απαλλαγή της από κάθε είδους πολιτικές
παρεμβάσεις, με ταυτόχρονη διασφάλιση μηχανισμών λογοδοσίας και διαφάνειας,
προκειμένου να εξασφαλιστεί η πραγμάτωση των αρχών της φορολογικής δικαιοσύνης
και φορολογικής ισότητας. Με τις διατάξεις του ν. 4093/2012, οι ρυθμίσεις ως
προς τις αρμοδιότητες, τον τρόπο επιλογής, τη διάρκεια και τις προϋποθέσεις
πρόωρης λήξης της θητείας του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων διαφοροποιήθηκαν
από τις γενικές ρυθμίσεις για τους Γενικούς Γραμματείς και τους προϊσταμένους
Γενικών Γραμματειών των άρθρων 50-52 του π.δ. 63/2005 (Α'98), προκειμένου να
διασφαλίσουν τον αναγκαίο βαθμό αυτονομίας στην άσκηση των καθηκόντων του.
Με στόχο την περαιτέρω θωράκιση της θεσμικής ανεξαρτησίας της ελληνικής
φορολογικής διοίκησης, στις διατάξεις της υποπερ. νΐϋ της περίπτωσης 2.3 της
υποπαραγράφου 2 της παρ. Γ' του άρθρου 3 του ν. 4336/2015, προβλέφθηκε η θέσπιση
νομικού πλαισίου για την ίδρυση αυτόνομου φορέα εσόδων, με το οποίο θα
προσδιορίζεται:
α) η νομική μορφή, η οργάνωση, το καθεστώς και το πεδίο άσκησης των αρμοδιοτήτων
του φορέα,
β) οι εξουσίες και οι λειτουργίες του Διευθύνοντος Συμβούλου και του ανεξάρτητου
Διοικητικού Συμβουλίου,
γ) η σχέση με το Υπουργείο Οικονομικών και άλλους κυβερνητικούς φορείς,
δ) η ευελιξία όσον αφορά τους ανθρώπινους πόρους του φορέα και η σχέση του με τη
δημόσια διοίκηση,
ε) η αυτονομία του προϋπολογισμού του, με τη δική του Γενική Διεύθυνση
Οικονομικών Υπηρεσιών (ΓΔΟΥ) και νέο τρόπο χρηματοδότησης για την εναρμόνιση των
κινήτρων με την είσπραξη των εσόδων και για τη διασφάλιση της προβλεφιμότητας
και της ευελιξίας του προϋπολογισμού,
στ) η υποβολή εκθέσεων στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο.
Κατ' εφαρμογή των ανωτέρω προβλέψεων, με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου συνιστάται
Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή χωρίς νομική προσωπικότητα, με την επωνυμία "Ανεξάρτητη
Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)", σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα περί αυτονομίας
στην Φορολογική Διοίκηση, και στόχους τόσο την αποτελεσματικότητα και
αποδοτικότητα αυτής όσο και την αμεροληφία και την δίκαιη αντιμετώπιση των
φορολογουμένων.
Σκοπός της νέας Αρχής είναι ο προσδιορισμός, η βεβαίωση και η είσπραξη των
φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημοσίων εσόδων, που άπτονταιτου πεδίου των
αρμοδιοτήτων της. Επισημαίνεται ότι οι ανωτέρω λειτουργίες παραμένουν στον στενό
πυρήνα του Κράτους, καθώς δεν απονέμεται νομική προσωπικότητα στη νέα Αρχή,
σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του
ν. 4270/2014.
Στις διατάξεις του προτεινόμενου σχεδίου νόμου ακολουθείται εν μέρει η τυπολογία
των ρυθμίσεων του ν. 3051/2002 περί των συνταγματικά κατοχυρωμένων ανεξάρτητων
διοικητικών αρχών και εν μέρει η τυπολογία νεώτερων νομοθετικών κειμένων με τα
οποία έχουν συσταθεί ανεξάρτητες μη συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές, όπως ο ν.
3832/2010 για την Ελληνική Στατιστική Αρχή ή ο ν. 4013/2011 για την Ενιαία
Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων.
Η νέά Αρχή απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής
αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε έλεγχο από κυβερνητικά όργανα, κρατικούς φορείς
ή άλλες διοικητικές αρχές. Η Αρχή υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, σύμφωνα
με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής. Από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής,
η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών καταργείται.
Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου διαρθρώνεται σε 8 υποκεφάλαια και σε 43 άρθρα.
Στο Υποκεφάλαιο Α' περιλαμβάνονται τα άρθρα 1 και 2, με τα οποία συνιστάται
Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή, με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
(στο εξής η «Αρχή») και ρυθμίζονται οι αρμοδιότητες αυτής.
Στο Υποκεφάλαιο Β' περιλαμβάνονται τα άρθρα 3 έως 6 και ρυθμίζονται τα ζητήματα
λειτουργικής ανεξαρτησίας της Αρχής. Ειδικότερα, ρυθμίζονται οι σχέσεις της με
τη Βουλή και διοικητικές αρχές, καθώς και με τον Υπουργό Οικονομικών και λοιπούς
κυβερνητικούς φορείς. Επίσης, ορίζεται ότι τα ζητήματα εσωτερικής οργάνωσης και
λειτουργίας της Αρχής ρυθμίζονται από τον Οργανισμό και Εσωτερικούς Κανονισμούς
της.
Το Υποκεφάλαιο Γ περιλαμβάνονται τα άρθρα 7 έως 17 και αφορά στα όργανα
διοίκησης της Αρχής (Συμβούλιο Διοίκησης, Διοικητής), στις αρμοδιότητες, στην
διαδικασία επιλογής, διορισμού, παύσης ή αποδοχής παραίτησής αυτών και του
Εμπειρογνώμονα, στα θέματα συγκρότησης και λειτουργίας του Συμβουλίου Διοίκησης,
καθώς και στις οργανικές μονάδες της Αρχής.
Στο Υποκεφάλαιο Δ' περιλαμβάνονται τα άρθρα 18 έως 19, τα οποία αφορούν στις
οικονομικές διατάξεις της Αρχής και ειδικότερα στους στόχους είσπραξης εσόδων
και στα ζητήματα προϋπολογισμού και οικονομικής διαχείρισης της Αρχής.
Στο Υποκεφάλαιο Ε' περιλαμβάνονται τα άρθρα 20 έως 23 κάι ρυθμίζονται τα
ζητήματα της υποβολής των εκθέσεων και σχεδίων δράσης της Αρχής και της
δημοσιότητας αυτών, καθώς και της στοχοθεσίας των οργανικών μονάδων αυτής.
Στο Υποκεφάλαιο ΣΤ' περιλαμβάνονται τα άρθρα 24 έως 31 και ρυθμίζονται τα
ζητήματα του προσωπικού της Αρχής και ειδικότερα τα ζητήματα που αφορούν στις
οργανικές θέσεις και στην στελέχωση της Αρχής, στην εσωτερική και εξωτερική
κινητικότητα του προσωπικού, στην επιλογή και αξιολόγηση προϊσταμένων, στην
τοποθέτησή τους, στην θητεία τους και στην λήξη αυτής, στα συστήματα υπηρεσιακής
εξέλιξης, στο μισθολογικό καθεστώς και στην επιπλέον ανταμοιβή του προσωπικού
της, καθώς και στα Υπηρεσιακά και Πειθαρχικά Συμβούλια, στις Ειδικές Επιτροπές
Αξιολόγησης και στα λοιπά συλλογικά όργανα της Αρχής.
Στο Υποκεφάλαιο Ζ' περιλαμβάνονται τα άρθρα 32 έως 37 και ρυθμίζονται ζητήματα
απορρήτου, ευθύνης, υποχρέωσης υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης,
σύγκρουσης συμφερόντων και δικαστικής εκπροσώπησης της Αρχής, καθώς και
δεδομένων και συστημάτων τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών.
Στο Υποκεφάλαιο Η' περιλαμβάνονται τα άρθρα 38 έως 43 με μεταβατικές διατάξεις
ως προς το προσωπικό της Αρχής, τα Υπηρεσιακά και Πειθαρχικά Συμβούλια αυτής και
τις Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης, καθώς και οικονομικά και λοιπά θέματα. Επίσης,
προβλέπονται οι καταργούμενες διατάξεις και ορίζεται η έναρξη ισχύος του νόμου.
Β. ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Επί του άρθρου 1
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 προβλέπεται η σύσταση Ανεξάρτητης Διοικητικής
Αρχής με την επωνυμία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), με σκοπό τον
προσδιορισμό, την βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και
λοιπών δημοσίων εσόδων, που άπτονται του πεδίου των αρμοδιοτήτων της.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 ορίζεται ότι η Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή με
την επωνυμία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) απολαύει λειτουργικής
ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε
έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά όργανα, κρατικούς φορείς ή άλλες διοικητικές
αρχές, ενώ υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο κατά τα γενικώς ισχύοντα στις
Ανεξάρτητες Αρχές.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 ορίζεται η έδρα της Αρχής στην Αθήνα. Επίσης
προβλέπεται ότι οι Ειδικές Αποκεντρωμένες και Περιφερειακές Υπηρεσίες της Αρχής
μπορεί να συστήνονται και να λειτουργούν και εκτός της έδρας αυτής.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 προβλέπεται η κατάργηση της Γενικής
Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και η θέση του
Γενικού Γραμματέα που προΐσταται αυτής, από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής.
Επί του άρθρου 2
Στην παράγραφο 1 ορίζεται το πεδίο των αρμοδιοτήτων της Αρχής. Ειδικότερα,
ορίζεται ότι η Αρχή ασκεί όλες τις αρμοδιότητες της καταργούμενης Γενικής
Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών, που
προβλέπονται κατά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της, τόσο στις διατάξεις
της Υποπαραγράφου Ε2 της παραγράφου Ε' του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α'
222), όσο και σε οποιαδήποτε διάταξη της κείμενης νομοθεσίας,
συμπεριλαμβανομένων και των κανονιστικών πράξεων του Υπουργού Οικονομικών, του
Αναπληρωτή Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομικών, καθώς και τις αρμοδιότητες
που της ανατίθενται με τον παρόντα νόμο και με οποιαδήποτε άλλη γενική ή ειδική
διάταξη. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η συνέχεια της Διοίκησης στον κρίσιμο
τομέα των δημοσίων εσόδων, η απαλλαγή της από κάθε είδους πολιτικές παρεμβάσεις,
καθώς και η ομαλή μετάβαση στον νέο φορέα δημοσίων εσόδων, χωρίς την δημιουργία
κενών στον μηχανισμό βεβαίωσης και είσπραξης, καθώς και σε όλους τους τομείς των
αρμοδιοτήτων της Αρχής.
Στην παράγραφο 2 γίνεται ενδεικτική αναφορά στις αρμοδιότητες της Αρχής, οι
οποίες είναι απαραίτητες για την ευέλικτη και αποτελεσματική λειτουργία της
Φορολογικής Διοίκησης. Στις αρμοδιότητες αυτές συγκαταλέγονται: α) Ο
προσδιορισμός, η βεβαίωση και η είσπραξη των φορολογικών και τελωνειακών εσόδων,
καθώς και η είσπραξη λοιπών δημοσίων εσόδων, β) Η παρακολούθηση και ο έλεγχος
της πορείας της βεβαίωσης και της είσπραξης των δημοσίων εσόδων και η εφαρμογής
της κείμενης νομοθεσίας για την είσπραξη δημοσίων εσόδων, γ) Η λήψη και η
εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων για την αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία
των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών υπηρεσιών της, στους τομείς της
καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, του λαθρεμπορίου, της φορολογικής απάτης και της
παραοικονομίας, της εφαρμογής των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής
νομοθεσίας, της βεβαίωσης και είσπραξης και η βελτίωση της εισπραξιμότητας των
δημοσίων εσόδων, δ) Η έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, εγκυκλίων, οδηγιών και
λοιπών διοικητικών εγγράφων που αφορούν εν γένει στην ερμηνεία και στην εφαρμογή
των διατάξεων της φορολογικής, τελωνειακής και λοιπής νομοθεσίας που σχετίζεται
με τους τομείς αρμοδιότητάς της. ε) η έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, εγκυκλίων,
οδηγιών, ατομικών διοικητικών πράξεων και λοιπών διοικητικών εγγράφων που
αφορούν σε θέματα οργάνωσης υπηρεσιών και διαχείρισης των πάσης φύσεως πόρων της.
στ) Η λήψη και η εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων για την προστασία της δημόσιας
υγείας, του περιβάλλοντος και των συμφερόντων των καταναλωτών, καθώς και για την
συμβολή στην υγιή λειτουργία της αγοράς, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας
και καινοτομίας της χημικής βιομηχανίας, και την παροχή σχετικής επιστημονικής
υποστήριξης σε δικαστικές, αστυνομικές και λοιπές κρατικές Αρχές και υπηρεσίες,
ζ) Ο στρατηγικός και επιχειρησιακός σχεδιασμός των δράσεων όλων των υπηρεσιών
της και η κατάρτιση στοχοθεσίας και δεικτών απόδοσης, η) Η κατάρτιση των
επιμέρους επιχειρησιακών σχεδίων φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών ελέγχων
αρμοδιότητάς της και ο προγραμματισμός ελέγχων για τη διαπίστωση της εφαρμογής
της φορολογικής, τελωνειακής και λοιπής νομοθεσίας αρμοδιόχητάς της. Επίσης, η
αξιολόγηση και η ιεράρχηση των αιτημάτων ελέγχου που υποβάλλονται από άλλους
φορείς, θ) Ο εντοπισμός φαινομένων φοροδιαφυγής, λαθρεμπορίου, φορολογικής
απάτης, παραεμπορίου και παραοικονομίας και ο καταλογισμός της διαφεόγουσας
φορολογητέας όλης, ι) Ο εντοπισμός φαινομένων διαφθοράς, αδιαφανών διαδικασιών,
αναποτελεσματικότητας, χαμηλής παραγωγικότητας και ποιότητας των παρεχόμενων
υπηρεσιών και μη τήρησης της νομιμότητας που τυχόν παρατηρούνται στη λειτουργία
και στη δράση των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών υπηρεσιών της. ια) Η
εποπτεία και ο συντονισμός των ελεγκτικών φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών
υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτήν, καθώς και η αξιολόγηση και ο έλεγχος των
αποτελεσμάτων της δράσης τους σε σχέση με την επίτευξη των στόχων που έχουν
τεθεί με βάση τον επιχειρησιακό σχεδίασμά ελέγχων και τα προγράμματα
επιχειρησιακής δράσης που έχει καταρτίσει η Αρχή, ιβ) Η εισήγηση νομοθετικών
διατάξεων και μέτρων για την ενίσχυση της φορολογικής και τελωνειακής
συμμόρφωσης και η υποβολή προτάσεων για τη βελτίωση και την επιτάχυνση της
εισπραξιμότητας των δημοσίων εσόδων ιγ) Η διατύπωση απλής γνώμης για σχέδια
νόμων που ρυθμίζουν ζητήματα εμπίπτοντα στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της. ιδ) Ο
συντονισμός και η συνεργασία με άλλους φορείς και αρχές στα πλαίσια της άσκησης
των ανωτέρω αρμοδιοτήτων, ε) Η κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού των
δαπανών της. ιστ) Η κατάρτιση και εκτέλεση προγράμματος προμηθειών για την ομαλή
λειτουργία των υπηρεσιών της, εξαιρουμένης της προμήθειας κεντρικού εξοπλισμού
πληροφορικής και του συστημικού λογισμικού πληροφορικής που απαιτείται για τη
χρήση του, που εκτελείται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών,
σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται στην εκάστοτε ισχύουσα Συμφωνία
Επιπέδου Εξυπηρέτησης, ιζ) Η κατάρτιση συμβάσεων για τα έργα της Αρχής, ιη) Η
εποπτεία των φορέων που λειτουργούν στην Αρχή και η διαχείριση, παρακολούθηση
και αξιοποίηση των ειδικών λογαριασμών που αφορούν την Αρχή ή λειτουργίες αυτής.
Ως φορείς και ειδικοί λογαριασμοί νοούνται ο Ειδικός Λογαριασμός Τελωνείων, η
αρμοδιότητα παρακολούθησης και αξιοποίησης του οποίου μεταβιβάσθηκε στον Γενικό
Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων με την υπ' αριθμ. Δ6Α 1145867/2013 ΑΥΟ (Β' 2417) και
το Ειδικό Ταμείο Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας Αλκοόλης - Αλκοολούχων Ποτών (Ε.Τ.Ε.Π.Α.Α.)
η αρμοδιότητα εποπτείας του οποίου μεταβιβάσθηκε στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων
Εσόδων με την υπ' αριθμ. Δ6Α 1015213/2013 ΑΥΟ (Β' 130), καθώς και κάθε άλλος
ειδικός λογαριασμός ή φορέας του οποίου η διαχείριση ή εποπτεία, αντίστοιχα,
τυχόν ανατεθεί στην Αρχή στο μέλλον, ιθ) Η ανάπτυξη, επικαιροποίηση, συντήρηση,
λειτουργία και χρήση του λογισμικού εφαρμογών των πληροφοριακών συστημάτων ή την
προμήθειά του, που είναι απαραίτητη για την απρόσκοπτη και αποτελεσματική άσκηση
των αρμοδιοτήτων της και την ασφάλεια και διαχείριση των δεδομένων που
προέρχονται από τις δράστηριότητές της. κ) Η παροχή και υποστήριξη ηλεκτρονικών
υπηρεσιών προς τον πολίτη, τις επιχειρήσεις, τους φορείς του δημόσιου τομέα για
τη διευκόλυνση των συναλλαγών, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την απλούστευση των
διαδικασιών και την επίτευξη φορολογικής δικαιοσύνης και διαφάνειας.
κα) Ο καθορισμός της τεχνολογικής στρατηγικής της ως προς το σχεδίασμά και την
ανάπτυξη εφαρμογών και των υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, κβ) Κάθε άλλη
ενέργεια που είναι απαραίτητη για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
Στην παράγραφο 3 προβλέπεται η δυνατότητα, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών
ή του καθ' ύλην αρμόδιου Αναπληρωτή Υπουργού ή Υφυπουργού Οικονομικών, που
δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να μεταβιβάζονται και να
περιέρχονται στην Αρχή περαιτέρω αρμοδιότητες που κατά την κείμενη νομοθεσία
ασκούνται από τον Υπουργό Οικονομικών ή τον αρμόδιο Αναπληρωτή Υπουργό ή
Υφύπουργό Οικονομικών ή τους Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων του Υπουργείου
Οικονομικών και κείνται εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων της Αρχής, προκειμένου
να συγκεντρωθούν σε αυτήν όλες οι αναγκαίες αρμοδιότητες για την διασφάλιση της
βέλτιστης αποτελεσματικότητας στην είσπραξη των δημοσίων εσόδων και εν γένει
στην επιτυχή άσκηση του έργου και της αποστολής της.
Στην παράγραφο 4 προβλέπεται ρητά ότι οι αρμοδιότητες που περιέρχονται στην Αρχή
ή στα όργανα αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 2, καθώς και αυτές που έχουν ήδη
μεταβιβασθείστη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και κείνται εντός του πεδίου
των αρμοδιοτήτων της Αρχής, δεν μπορούν να αναμεταβιβασθούν στον Υπουργό
Οικονομικών ή στον Αναπληρωτή Υπουργό ή στον Υφυπουργό Οικονομικών ή σε άλλα
κυβερνητικά όργανα με μεταγενέστερη κανονιστική διοικητική πράξη. Η ρύθμιση αυτή
έχει ως στόχο αφενός τη δημιουργία σταθερού πλαισίου αρμοδιοτήτων της Αρχής,
απαραίτητου για την διασφάλιση της συνέχειας και της απρόσκοπτης λειτουργίας της,
και αφετέρου τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της. Σημειώνεται, δε, ότι η ρύθμιση
αποτελεί επανάληψη της ήδη ισχύουσας ρύθμισης της υποπερίπτωσης β' της
περίπτωσης 4 της υποπαραγράφου Ε.2. της παραγράφου Ε του άρθρου 1 του ν.
4093/2012.
Επί του άρθρου 3
Με τις διατάξεις του άρθρου 3 ρυθμίζονται τα θέματα προσωπικής και λειτουργικής
ανεξαρτησίας του Προέδρου, των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, του
Εμπειρογνώμονα και του Διοικητή.
Επί του άρθρου 4
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 ρυθμίζονται οι σχέσεις της Αρχής με τη Βουλή.
Συγκεκριμένα προβλέπεται η εμφάνιση και κατάθεση ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών
και Διαφάνειας της Βουλής, σύμφωνα με το άρθρο 138Ασε συνδυασμό με το άρθρο 41Α
του Κανονισμού της Βουλής, των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
συμπεριλαμβανομένου του Πρόεδρου και του Διοικητή της Αρχής, σχετικά με θέματα
που αφορούν στις αρμοδιότητες της Αρχής κατόπιν αιτήματος διαρκούς ή άλλης
Επιτροπής της Βουλής, ή κατόπιν δικής τους πρωτοβουλίας.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 προβλέπεται η συνεργασία της Αρχής με τις
διοικητικές αρχές που ασκούν αρμοδιότητες σε συγκεκριμένους τομείς της εθνικής
οικονομίας και η παροχή της συνδρομής της, εφόσον της ζητηθεί, στις εν λόγω
αρχές, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της.
Επί του άρθρου 5
Με τις διατάξεις του άρθρου 5 ρυθμίζονται οι σχέσεις της Αρχής με τον Υπουργό
Οικονομικών και λοιπούς κυβερνητικούς φορείς.
Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παραγράφου 1 προβλέπεται ότι η Αρχή δεν
υπόκειται σε ιεραρχικό έλεγχο ή εποπτεία από τον Υπουργό Οικονομικών.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής στρατηγικών
προτάσεων και η παροχή στρατηγικών οδηγιών από τον Υπουργό Οικονομικών στην Αρχή
σχετικά με τον στρατηγικό σχεδίασμά για την υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής
σε ζητήματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων της Αρχής καθώς και σε εξαιρετικές
περιστάσεις. Οι στρατηγικές οδηγίες και οι προτάσεις δεν μπορούν να επεκταθούν
σε οργανωτικά και λειτουργικά ζητήματα της Αρχής ή σε θέματα του προσωπικού
αυτής.
Με τις διατάξεις της παρ 3 του άρθρου 5 προβλέπεται ότι η Αρχή ενημερώνει
περιοδικά τον Υπουργό Οικονομικών. Ο Υπουργός δεν δύναται, για συγκεκριμένες
υποθέσεις ή περιπτώσεις, να υποβάλει προς την Αρχή αίτημα παροχής πληροφοριών ή
να παράσχει δεσμευτικές οδηγίες, του παρέχονται όμως υποχρεωτικά από αυτήν
συγκεντρωτικά στοιχεία που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 προβλέπεται ότι σε περίπτωση διαφωνίας του
Υπουργού Οικονομικών με τον Διοικητή της Αρχής, σχετικά με την εφαρμογή της
φορολογικής πολιτικής, το ζήτημα παραπέμπεται από τον Υπουργό Οικονομικών στο
Συμβούλιο Διοίκησης της Αρχής.
Με τις διατάξεις των παραγράφων 5 έως 8 ορίζεται το πλαίσιο συνεργασίας της
Αρχής με τον Υπουργό Οικονομικών και λοιπούς κυβερνητικούς φορείς, με στόχο την
αποτελεσματική και αποδοτική εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής στους τομείς
αρμοδιότητας της Αρχής. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι αφενός η Αρχή, μέσω του
Διοικητή της, εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών νομοθετικές διατάξεις για
ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της και αφετέρου ότι πριν από
την υποβολή προς ψήφιση στη Βουλή νομοθετικών διατάξεων για ζητήματα που
εμπίπτουν στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της Αρχής, ο Υπουργός Οικονομικών τις
γνωστοποιεί στην Αρχή, για την παροχή απόψεων επ' αυτών, οι οποίες σε κάθε
περίπτωση δεν είναι δεσμευτικές για τον Υπουργό Οικονομικών. Η ρύθμιση αυτή
εφαρμόζεται και για τη νομοθετική πρωτοβουλία λοιπών Υπουργείων, όταν αφορούν
ζητήματα εμπίπτοντα στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Αρχής. Στην περίπτωση αυτή οι
διατάξεις υποβάλλονται προς την Αρχή για τη διατύπωση απόψεων μέσω του Υπουργού
Οικονομικών, τηρουμένης της ως άνω διαδικασίας. Επίσης, προβλέπεται ότι πριν από
την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων και εγκυκλίων που αφορούν εν γένει στην
ερμηνεία και στην εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής
νομοθεσίας και της νομοθεσίας που άπτέται των αρμοδιοτήτων του Γενικού Χημείου
του Κράτους, η Αρχή τις γνωστοποιεί στον Υπουργό Οικονομικών για παροχή απόψεων,
οι οποίες σε κάθε περίπτωση δεν είναι δεσμευτικές για την Αρχή.
Επί του άρθρου 6
Με τις διατάξεις του άρθρου 6 προβλέπεται ότι η οργάνωση και διάρθρωση των
υπηρεσιών της Αρχής, ο καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους και των οργανικών θέσεων
του προσωπικού αυτής, τα προσόντα διορισμού στους κλάδους και στις ειδικότητες,
οι κλάδοι από τους οποίους προέρχονται οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων
αυτής, καθώς και η κατανομή των οργανικών θέσεων του μονίμου και με σχέση
εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού της Αρχής ανά κατηγορία κλάδο και
ειδικότητα ρυθμίζονται από τον Οργανισμό της Αρχής. Επιπλέον, λοιπά ζητήματα της
λειτουργίας της Αρχής ρυθμίζονται από Εσωτερικούς Κανονισμούς. Ο Οργανισμός και
οι Εσωτερικοί Κανονισμοί εκδίδονται με αποφάσεις του Διοικητή, που δημοσιεύονται
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης,
κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 9.
Επί του άρθρου 7
Με τις διατάξεις του άρθρου 7 καθορίζονται ως όργανα διοίκησης της Αρχής το
Συμβούλιο Διοίκησης και ο Διοικητής.
Επί του άρθρου 8
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 προβλέπεται η συγκρότηση του Συμβουλίου
Διοίκησης, το οποίο θα είναι πενταμελές, αποτελούμενο από τον Πρόεδρο και
τέσσερα ακόμη (4) τακτικά μέλη, τα οποία δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής
απασχόλησης. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου συμμετέχει ο Διοικητής της Αρχής
ως εκ της ιδιότητάς του7 χωρίς δικαίωμα ψήφου.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 ρυθμίζονται ζητήματα της θητείας των μελών του
Συμβουλίου Διοίκησης, και ειδικότερα για την πρώτη συγκρότηση αυτού, με τρόπο
ώστε να διασφαλισθεί η συνεχής και απρόσκοπτη λειτουργία της Αρχής.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 προβλέπεται ότι για τα πρώτα πέντε έτη
λειτουργίας της Αρχής, στο Συμβούλιο Διοίκησης θα παρέχει εξειδικευμένες
συμβουλευτικές υπηρεσίες, σε ζητήματα βέλτιστων διεθνών πρακτικών,
εμπειρογνώμονας με εμπειρία σε ζητήματα φορολογικής διοίκησης που έχει αποκτηθεί
στο εξωτερικό, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η άμεση πρόσβαση και αξιοποίηση
καλών πρακτικών φορολογικής διοίκησης ξένων κρατών, απαραίτητη τουλάχιστον για
τα πρώτα έτη λειτουργίας της Αρχής.
Με τις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 ρυθμίζονται οι υποχρεώσεις των μελών του
Συμβουλίου Διοίκησης, προκειμένου να υπηρετήσουν με συνέπεια τους σκοπούς της
Αρχής και με τις διατάξεις της παραγράφου 6 ορίζονται οι αποδοχές του Προέδρου,
των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης και του Εμπειρογνώμονα, λαμβανομένου υπόψη
του ότι δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης
Με τις διατάξεις της παραγράφου 7 ορίζονται τα τυπικά προσόντα του Προέδρου και
των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, ώστε να επιλέγονται πρόσωπα εγνωσμένου
κύρους, υψηλής επιστημονικής συγκρότησης και επαγγελματικής εμπειρίας σε τομείς
που έχουν σχέση με τις αρμοδιότητες της Αρχής.
Με τις διατάξεις των παραγράφων 8 έως 11 γίνεται μνεία των περιπτώσεων που
συνιστούν κώλυμα διορισμού για τον Πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης
καθώς και για τον Εμπειρογνώμονα, σε συνάρτηση με τη θεσπιζόμενη στην
προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 4 προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία τους,
και επίσης θεσπίζονται ασυμβίβαστα που απορρέουν από την ανεξαρτησία της
Αρχής έναντι άλλων κρατικών φορέων. Επιπλέον, σε περίπτωση αντικατάστασης του
Προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης καθιερώνεται κώλυμα λόγω συγγένειας,
παρέχοντας με αυτό τον τρόπο εγγυήσεις για τη σωστή λειτουργία και την
αμερόληπτη κρίση του Συμβουλίου Διοίκησης.
Επί του άρθρου 9
Στις παραγράφους 1 έως 5 του άρθρου 9 καθορίζονται ρητά και περιοριστικά οι
αρμοδιότητες του Συμβουλίου Διοίκησης και στην παράγραφο 6 ορίζεται ότι το
Συμβούλιο Διοίκησης δεν μπορεί να ζητά και να έχει πρόσβαση σε πληροφορίες που
αφορούν σε συγκεκριμένες υποθέσεις ή περιπτώσεις φορολογουμένων, καθώς η
ενασχόληση με συγκεκριμένες υποθέσεις ή περιπτώσεις εκφεύγει των αρμοδιοτήτων
του.
Επί του άρθρου 10
Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 4 προβλέπεται η διαδικασία επιλογής των
μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, περιλαμβανομένου του Προέδρου. Ειδικότερα,
θεσπίζεται διαδικασία ανοιχτού διαγωνισμού, υποβολή πρότασης για την επιλογή των
μελών από ανεξάρτητη Επιτροπή Επιλογής, η οποία θα απαρτίζεται από πρόσωπα
εγνωσμένου κύρους, προς τον Υπουργό Οικονομικών και επιλογή από τον τελευταίο
κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Η
διαδικασία αυτή αποσκοπεί στην επιλογή των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης με
αντικειμενικό και διαφανή τρόπο, επί τη βάσει της ανεξαρτησίας της Αρχής.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 προβλέπεται η διαδικασία ορισμού του
Εμπειρογνώμονα, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, βάσει καταλόγου τριών
υποψηφίων, τον οποίο καταρτίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Επί του άρθρου 11
Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 4 προβλέπονται οι λόγοι παύσης του
Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης από το αξίωμα τους, καθώς και
του Εμπειρογνώμονα, που μπορεί να συνδέονται τόσο με διάπραξη ποινικού
αδικήματος όσο KOL πειθαρχικού παραπτώματος. Ιδιαίτερη περίπτωση παύσης αποτελεί
η παραβίαση της αρχής της εχεμύθειας, καθώς επίσης και αυτή της κατάχρησης της
θέσης τους για ίδιο, προσωπικό ή εμπορικό όφελος. Η παύση γίνεται με πράξη του
Υπουργικού Συμβουλίου, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα
από αιτιολογημένη εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών.
Στις παραγράφους 5 έως 7 ορίζεται ορίζεται η διαδικασία παραίτησης και
αντικατάστασης του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, ώστε να μη
διαταράσσεται η ομαλή λειτουργία του.
Επί του άρθρου 12
Στο άρθρο 12 ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τη διαδικασία συνεδριάσεων του
Συμβουλίου Διοίκησης και τη λήψη αποφάσεων.
Επί του άρθρου 13
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 συνιστάται θέση Διοικητή της Αρχής, ο οποίος
τελεί σε καθεστώς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Η θητεία του Διοικητή
ορίζεται πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί μόνο μία φορά, με απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, με
πλειοψηφία των 2/3 του συνόλου των μελών του.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 ορίζονται αναλυτικά τα τυπικά και ουσιαστικά
προσόντα του Διοικητή, με γνώμονα την υψηλή επιστημονική συγκρότηση και
επαγγελματική εμπειρία του σε τομείς που έχουν σχέση με τις αρμοδιότητες της
Αρχής και ειδικά στους τομείς του φορολογικού ή τελωνειακού δικαίου, των
οικονομικών ή των δημόσιων οικονομικών.
Με τις διατάξεις των παραγράφων 3 έως 6 γίνεται μνεία των περιπτώσεων που
συνιστούν κώλυμα διορισμού και ασυμβίβαστα για τη θέση του Διοικητή, κατ'
αναλογία των σχετικών προβλέψεων για το Συμβούλιο Διοίκησης.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 7 προβλέπεται ότι ο Διοικητής με την ανάληψη των
καθηκόντων του, υπογράφει συμβόλαιο απόδοσης με τον Υπουργό Οικονομικών, το
οποίο καθορίζει, τις υποχρεώσεις του, τη σχέση εργασίας του, την αμοιβή για τις
υπηρεσίες του, και τους ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους οι οποίοι πρέπει να
επιτευχθούν κατά τη διάρκεια της θητείας του, όπως επίσης και σε ετήσια βάση, σε
συμφωνία με το στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο της Αρχής. Στο συμβόλαιο
μπορεί να προβλέπεται ετήσια ειδική ανταμοιβή (bonus) του Διοικητή, σε περίπτωση
υπέρβασης των ετήσιων στόχων που τίθενται στο συμβόλαιο απόδοσής του ή επίτευξης
των βασικών δεικτών απόδοσης της φορολογικής διοίκησης που προβλέπονται σε αυτό.
Προκειμένου οι αποδοχές του Διοικητή να είναι κατάλληλες σε σχέση με τον ρόλο,
τις αρμοδιότητες και τον υψηλό βαθμό ευθύνης της θέσης του, και με στόχο την
προσέλκυση και παραμονή στη θέση αυτή των ανάλογων υψηλών προσόντων υποψηφίων,
με τις διατάξεις της παραγράφου 8 προβλέπεται ότι κατά παρέκκλιση κάθε ισχύουσας
διάταξης, οι αποδοχές του Διοικητή, για όλη τη διάρκεια της θητείας του,
καθορίζονται κατόπιν πρότασης του Συμβουλίου Διοίκησης, με απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών. Οι αποδοχές του Διοικητή δεν μπορούν να υπερβαίνουν το σύνολο των
αποδοχών του Προέδρου του Αρείου Πάγου ούτε να υπολείπονται του συνόλου των
αποδοχών Γενικού Γραμματέα Υπουργείου.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 9 προβλέπεται ότι ο χρόνος της θητείας του
Διοικητή λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε έννομη συνέπεια.
Επί του άρθρου 14
Στην παράγραφο 1 ορίζεται ότι ο Διοικητής ασκεί όλες τις αρμοδιότητες της Αρχής
που προβλέπονται στον παρόν προτεινόμενο σχέδιο νόμου ή σε άλλες διατάξεις της
κείμενης νομοθεσίας, πλην αυτών που ρητώς ορίζεται ότι ασκούνται από το
Συμβούλιο Διοίκησης. Στις παραγράφους 2 έως 4 γίνεται ενδεικτική απαρίθμηση των
αρμοδιοτήτων αυτών και παρέχονται οι αναγκαίες νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις στον
Διοικητή για την έκδοση των σχετικών με την άσκηση των αρμοδιοτήτων του
κανονιστικών πράξεων, προκειμένου να λειτουργήσει ευέλικτα και αποτελεσματικά η
Αρχή, ενώ στην παράγραφο 5 ορίζεται ότι ο Διοικητής ασκεί και κάθε άλλη
υφιστάμενη κατά την έναρξη ισχύος της Αρχής αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα
Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
Στην παράγραφο 6 στα πλαίσια της ανάγκης μείωσης των υπογραφών για την ταχύτερη
διεκπεραίωση των διοικητικών πράξεων, με στόχο να δοθεί ευελιξία στη φορολογική
διοίκηση στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της προκειμένου να επιτευχθεί η
αποτελεσματικότερη λειτουργία της, προβλέπεται η δυνατότητα του Διοικητή, με
αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να μεταβιβάζει
στους Προϊσταμένους όλων των οργανικών μονάδων της Αρχής, τις αναγκαίες
αρμοδιότητες ή να τους εξουσιοδοτεί να υπογράφουν πράξεις ή έγγραφα προκειμένου
αυτοί να ανταποκριθούν στους στόχους που τους τίθενται. Επίσης, προβλέπεται η
δυνατότητα του Διοικητή, με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, να μεταβιβάζει αρμοδιότητες, να αναθέτει καθήκοντα ή να
εξουσιοδοτεί, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 4174/2013 (Α' 170)
και της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 356/1974 (Α' 90), οι οποίες ισχύουν και
για την Αρχή και τον Διοικητή αυτής, καθώς και η δυνατότητα για περαιτέρω
εξουσιοδότηση υπογραφής από τα όργανα στα οποία μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα ή τα
οποία εξουσιοδοτούνται από τον Διοικητή, σε ιεραρχικά υφιστάμενα όργανα αυτών,
στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται από τις αποφάσεις του Διοικητή, που
εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση των προαναφερθεισών διατάξεων. Ταυτόχρονα,
ρυθμίζεται και ο τρόπος που θα υπογράφουν τα όργανα, στα οποία παρέχεται η
περαιτέρω εξουσιοδότηση. Επιπλέον, προβλέπεται η δυνατότητα του Διοικητή να
τροποποιεί εν όλω ή εν μέρει τις ισχύουσες αποφάσεις μεταβίβασης αρμοδιοτήτων,
ανάθεσης καθηκόντων ή εξουσιοδότησης υπογραφής, ανεξαρτήτως αλλαγής του προσώπου
που τις εξέδωσε, καθώς και αυτών που έχουν εκδοθεί από τον Γενικό Γραμματέα
Δημοσίων Εσόδων.
Επί του άρθρου 15
Με τις διατάξεις του άρθρου 15 ορίζεται η διαδικασία επιλογής του Διοικητή, μέσω
ανοιχτού διαγωνισμού και υποβολής πρότασης για την επιλογή του από ανεξάρτητη
Επιτροπή Επιλογής, η οποία θα απαρτίζεται από πρόσωπα εγνωσμένου κύρους, προς το
Συμβούλιο Διοίκησης, το οποίο θα υποβάλλει στη συνέχεια πρόταση των δύο
επικρατέστερων υποψηφίων, με σειρά προτεραιότητας, προς τον Υπουργό Οικονομικών,
προκειμένου να ορισθεί ο Διοικητής με Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Στόχος
της διαδικασίας αυτής είναι να κατοχυρωθεί από κάθε άποψη η διαφανής,
αντικειμενική και αδιάβλητη διαδικασία επιλογής του Διοικητή, με την απεμπλοκή
της από πολιτικές επιρροές, και βασιζόμενη αποκλειστικά στα τυπικά και
ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων.
Επί του άρθρου 16
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 προ βλέπονται οι λόγοι παύσης του Διοικητή από
το αξίωμά του, κατ' αναλογία των οριζομένων στο άρθρο 11 για το Συμβούλιο
Διοίκησης. Η παύση γίνεται με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που δημοσιεύεται
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα από γνώμη ή πρόταση του Συμβουλίου
Διοίκησης και αιτιολογημένη εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών, στην οποία
αναφέρεται η γνώμη ή πρόταση του Συμβουλίου Διοίκησης.
Στις παραγράφους 3 έως 5 ορίζεται η διαδικασία παραίτησης, αναπλήρωσης και
αντικατάστασης του Διοικητή, ώστε να μη διαταράσσεται η ομαλή λειτουργία της
Αρχής.
Επί του άρθρου 17
Προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση στο νέο θεσμικό πλαίσιο, μετά την
κατάργηση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, και η απρόσκοπτη συνέχεια της
Φορολογικής Διοίκησης μέσω της άμεσης λειτουργίας των υπηρεσιών της Αρχής, στην
παράγραφο 1 προβλέπεται ότι η Αρχή συγκροτείται από όλες τις οργανικές μονάδες
που υπάγονται, κατά την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας της, στην Γενική
Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με τις κείμενες οργανωτικές διατάξεις της (νομοθετικές,
π.δ. 111/2014 και αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που εκδόθηκαν
κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου της υποπαραγράφου γ' της
παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011, όπως ισχύουν, σε συνδυασμό με τις
διατάξεις της υποπαραγράφου δ' της παρ. 6 του άρθρου 54 του ν. 4178/2013, όπως
ισχύει).
Επίσης, για την υποβοήθηση του Διοικητή της Αρχής στην άσκηση των καθηκόντων του,
με την παράγραφο 2 συνιστάται Γραφείο Διοικητή στην Αρχή, το οποίο επικουρεί
αυτόν στην άσκηση των καθηκόντων του, και διέπεται, σε ό,τι αφορά στην οργάνωση
και στη λειτουργία του, από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για τα Γραφεία των
Γενικών Γραμματέων Υπουργείων, με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στο παρόν
προτεινόμενο σχέδιο νόμου.
Επί του άρθρου 18
Με τις διατάξεις του άρθρου 18 περιγράφεται η διαδικασία καθορισμού των ετήσιων
στόχων είσπραξης εσόδων της Αρχής και θεσπίζεται η δυνατότητα ενίσχυσης του
προϋπολογισμού της Αρχής σε περίπτωση υπέρβασης των στόχων αυτών, πέραν των
ανωτάτων ορίων του εκάστοτε ισχύοντος Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής
Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) για την Αρχή, αλλά με ανώτατο όριο ποσοστό 10% και κατώτερο
όριο 5% επί του υπερβαίνοντος των καθορισμένων στόχων ποσού εισπραχθέντων εσόδων.
Για τον υπολογισμό της τυχόν υπέρβασης των στόχων δεν λαμβάνονται υπόψη στα
εισπραχθέντα έσοδα οι αποδόσεις παρεμβάσεων που δεν είχαν συμπεριληφθεί στον
ψηφιοθέντα κρατικό προϋπολογισμό, καθώς και τυχόν έσοδα που δεν ήταν δυνατόν να
προβλεφθούν κατά τον ορισμό των στόχων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζεται το ακριβές ποσοστό, κατόπιν γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης. Με την
ίδια απόφαση καθορίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής της παραγράφου. Η
κατανομή των πιστώσεων αυτών εντός του προϋπολογισμού της Αρχής πραγματοποιείται
με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, μετά από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου
Διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4270/2014.
Επί του άρθρου 19
Με τις διατάξεις του άρθρου 19 ρυθμίζονται τα ζητήματα του προϋπολογισμού και
της οικονομικής διαχείρισης της Αρχής.
Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 ορίζεται ότι οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη
λειτουργία της Αρχής εγγράφονται σε χωριστό ειδικό φορέα ή χωριστούς ειδικούς
φορείς στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών, ενώ στην παράγραφο
2 ορίζεται ότι ο Διοικητής είναι Διατάκτης των πιστώσεων του προϋπολογισμού
δαπανών της, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4270/2014.
Στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι για την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού
δαπανών της Αρχής, και των προβλέψεων ΜΠΔΣ, καθώς και όλα τα θέματα
δημοσιονομικής διαχείρισης και δημοσίου λογιστικού, ισχύουν οι διατάξεις του
ν.4270/2014, με την εξαίρεση των οριζομένων στην παράγραφο 5 του ιδίου άρθρου
και ότι ο προϋπολογισμός της Αρχής υποβάλλεται στο Γ.Λ.Κ. μέσω της Κύριας
Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τη
διαδικασία του άρθρου 54 του ν. 4270/2014. Επίσης, καθορίζεται κατώτατο όριο του
ύφους του εκάστοτε υποβαλλόμενου στο ΓΛΚ σχεδίου προϋπολογισμού δαπανών της
Αρχής, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 54 του ν. 4270/2014, με στόχο τη
διασφάλιση επαρκών πιστώσεων για την απρόσκοπτη και αποτελεσματική λειτουργία
της. Επίσης, προβλέπεται ότι στην Εισηγητική Έκθεση που συνοδεύει το σχέδιο του
Κρατικού Προϋπολογισμού περιλαμβάνονται, για πληροφοριακούς λόγους, συνοπτικά
στοιχεία του σχεδίου προϋπολογισμού δαπανών που υποβάλλεται από την Αρχή στο ΓΛΚ,
σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 54 του ν. 4270/2014 και τυχόν λοιπά σχετικά
πληροφοριακά στοιχεία. Αντίστοιχα στοιχεία περιλαμβάνονται και στην
Επεξηγηματική Έκθεση του εκάστοτε ΜΠΔΣ.
Στην παράγραφο 4 ορίζεται ότι η Αρχή δύναται να πραγματοποιεί δαπάνες που
εντάσσονται στο ΠΔΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις του υποκεφαλαίου 3 του κεφαλαίου Β
του μέρους Δ του ν. 4270/2014.
Στην παράγραφο 5 θεσπίζεται εξαίρεση από την προβλεπόμενη στις οικείες διατάξεις
του ν, 4270/2014 σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών για τις κανονιστικές πράξεις
της Αρχής που προκαλούν δαπάνη, υπό την προϋπόθεση ότι η δαπάνη που προκαλείται
από αυτές είναι εντός των ανώτατων ορίων δαπανών του προϋπολογισμού της ή του
εκάστοτε ΜΠΔΣ. Η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί στη διασφάλιση της μέγιστης δυνατής
ανεξαρτησίας της Αρχής κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της. Η εξαίρεση αυτή
επεκτείνεται και για τις πράξεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, καθώς
και για όσες από αυτές έχουν εκδοθεί μέχρι και την έναρξη ισχύος του παρόντος
προτεινόμενου σχεδίου και έχουν παράγει έννομα αποτελέσματα.
Στην παράγραφο 6 προβλέπεται η σύσταση Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών
(ΓΔΟΥ) στην Αρχή, ο προϊστάμενος της οποίας έχει όλες τις αρμοδιότητες και
υποχρεώσεις των προϊσταμένων οικονομικών υπηρεσιών Υπουργείων κατά τα οριζόμενα
στις διατάξεις των άρθρων 24, 26 και 69Γ του ν. 4270/2014. Η σύσταση της ΓΔΟΥ
αποσκοπεί στην ενίσχυση της οικονομικής ανεξαρτησίας της Αρχής, μέσω της
δημιουργίας δικού της συστήματος οικονομικής διαχείρισης, και διασφαλίζει
ταχύτητα και ευελιξία ως προς την διαχείριση και εκτέλεση του προϋπολογισμού της.
Στις παραγράφους 7 και 8 ρυθμίζονται θέματα διαχείρισης των ειδικών λογαριασμών
και εποπτείας των φορέων που υπάγονται στην Αρχή, οι οποίοι ορίζονται στο άρθρο
2, προκειμένου να εξασφαλισθεί η εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών της.
Στις παραγράφους 10 και 11 ρυθμίζονται τα ζητήματα στέγασης των υπηρεσιών της
Αρχής.
Επί του άρθρου 20
Με τις διατάξεις του άρθρου 20 ορίζεται η διαδικασία τακτικής και έκτακτης
ενημέρωσης του Υπουργού Οικονομικών για τις δραστηριότητες της Αρχής καθώς και
λογοδοσίας προς τον Πρωθυπουργό, τον Υπουργό Οικονομικών και τον Πρόεδρο της
Βουλής. Ταυτόχρονα εξασφαλίζεται η διαφάνεια έναντι των πολιτών μέσω της
υποχρέωσης δημοσίευσης κρίσιμων στοιχείων για τη λειτουργία και τη δράση της
Αρχής τόσο σε μηνιαίο όσο και σε ετήσιο επίπεδο, όπως το στρατηγικό και
επιχειρησιακό σχέδιο, οι εκθέσεις διακύμανσης εσόδων και οι αναφορές εκτέλεσης
του προϋπολογισμού δαπανών.
Επί του άρθρου 21
Με τις διατάξεις του άρθρου 21 ρυθμίζονται οι διαδικασίες κατάρτισης,
οριστικοποίησης και δημοσιότητας της ετήσιας έκθεσης απολογισμού και
προγραμματισμού των δραστηριοτήτων της Αρχής για το επόμενο έτος. Επίσης, ως
εγγύηση λογοδοσίας και διαφάνειας προβλέπεται η υποβολή της ετήσιας έκθεσης στον
Πρωθυπουργό, στον Πρόεδρο της Βουλής και στον Υπουργό Οικονομικών και συζήτησής
της στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, κατά τα οριζόμενα στον
Κανονισμό της Βουλής, κατά τα γενικώς ισχύοντα για τις Ανεξάρτητες Διοικητικές
Αρχές.
Επί του άρθρου 22
Με τις διατάξεις του άρθρου 22 ορίζονται οι διαδικασίες κατάρτισης,
οριστικοποίησης και δημοσιότητας του στρατηγικού και επιχειρησιακού σχεδίου της
Αρχής, ως κεντρικού πυλώνα της λειτουργίας της, καθώς και των λοιπών σχεδίων
προγραμμάτων δράσης της. Στα εν λόγω σχέδια αποτυπώνονται τόσο η μακροπρόθεσμη
στρατηγική, όσο και οι ετήσιοι στόχοι και επιμέρους δράσεις της Αρχής.
Επί του άρθρου 23
Με τις διατάξεις του άρθρου 23 ορίζεται για την Αρχή το σύστημα διοίκησης μέσω
στόχων. Περιγράφεται η διαδικασία διάχυσης και κατανομής των στόχων του
επιχειρησιακού σχεδίου σε κάθε ιεραρχικό επίπεδο μέχρι και αυτό του υπαλλήλου.
Παράλληλα, ορίζεται η δέσμευση που λαμβάνουν για την επίτευξη των στόχων οι
Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων καθώς και των ελεγκτών
βεβαίωσης και αναγκαστικής είσπραξης, με την τοποθέτηση και ανάληψη των
καθηκόντων τους. Τέλος, ορίζεται η δυνατότητα εφαρμογής μεθόδων μέτρησης της
αποδοτικότητας των οργανικών μονάδων και η θέσπιση διαδικασίας βράβευσης.
Επί του άρθρου 24
Προκειμένου να διασφαλισθεί η απρόσκοπτη συνέχεια της Φορολογικής Διοίκησης μέσω
της άμεσης λειτουργίας των υπηρεσιών της Αρχής, στην παράγραφο 1 προβλέπεται η
αυτοδίκαιη μεταφορά του συνόλου των οργανικών θέσεων της Γενικής Γραμματείας
Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.), συμπεριλαμβανομένων και των προσωποπαγών, στην Αρχή,
οι οποίες αποτελούν στο σύνολό τους τις οργανικές θέσεις αυτής. Στις θέσεις, που
μεταφέρονται, περιλαμβάνονται και οι θέσεις των Ελεγκτών Βεβαίωσης και
Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους της Γ.Γ.Δ.Ε..
Για την υποβοήθηση του Διοικητή της Αρχής στην άσκηση των καθηκόντων του και στο
πλαίσιο των ήδη οριζόμενων στην υποπαράγραφο Ε.2 του ν. 4093/2012 για την
Γ.Γ.Δ.Ε., με την παράγραφο 2 συνιστώνται στο Γραφείο του Διοικητή (3) θέσεις
διοικητικών υπαλλήλων, η μία έκτων οποίων κατηγορίας ΠΕ, τρεις (3) θέσεις
ειδικού συμβούλου και τέσσερις (4) θέσεις ειδικού συνεργάτη, με σύμβαση εργασίας
ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, καθώς, επίσης και θέση Διευθυντή, στην οποία
πρόίσταται ένας εκ των ανωτέρω ειδικών συνεργατών και ασκεί, κατ' αντιστοιχία,
τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 56
του π.δ. 63/2005, εφαρμοζομένης της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου. Για τις
αποδοχές των ανωτέρω έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν.4354/2015 που αφορούν
τους μετακλητούς υπαλλήλους που υπηρετούν στα πολιτικά γραφεία των μελών της
Κυβέρνησης και των Υφυπουργών.
Στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι η στελέχωση της Αρχής γίνεται από μόνιμους
δημοσίους υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου
χρόνου που καταλαμβάνουν αντίστοιχες οργανικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένων των
προσωποπαγών θέσεων. Η πλήρωση των κενών θέσεων γίνεται με διορισμό μέσω ΑΣΕΠ,
κατά τις ισχύουσες γενικές διατάξεις για τις Ανεξάρτητες Αρχές και σύμφωνα με τα
κριτήρια και τυπικά προσόντα, που καθορίζονται στον Οργανισμό της Αρχής και τις
εκάστοτε επιχειρησιακές της ανάγκες.
Στην παράγραφο 4 προβλέπεται επίσης η κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων της
Αρχής και με μετάταξη υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών ή άλλου Υπουργείου ή
άλλων δημόσιων υπηρεσιών κάθε μορφής ή Ν.Π.Δ.Δ., ενώ είναι δυνατή και η απόσπαση
για την κάλυψη έκτακτων αναγκών.
Στην παράγραφο 5 ορίζεται ότι οι θέσεις των Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής
Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους (Ελεγκτές) καλύπτονται από υπαλλήλους της Αρχής
με απόφαση του Διοικητή.
Στην παράγραφο 6 ορίζεται ότι για τη λύση της υπαλληλικής σχέσης, την απόλυση,
την λήξη εμμίσθου εντολής, καθώς και την καταγγελία σύμβασης εργασίας ή έργου,
εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3528/2007, όπως εκάστοτε ισχύουν, οι διατάξεις
για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και άλλες ειδικές
διατάξεις, στο βαθμό που δεν αντίκεινται στον παρόντα νόμο, ενώ στην παράγραφο 7
προβλέπεται ότι οι ατομικές πράξεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο εκδίδονται
από τον Διοικητή της Αρχής.
Επί του άρθρου 25
Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 6 ρυθμίζονται τα ζητήματα εσωτερικής και
εξωτερικής κινητικότητας των υπαλλήλων της Αρχής. Ειδικότερα, ορίζεται ότι για
τις υπηρεσιακές μεταβολές τοποθέτησης, μετάθεσης, απόσπασης και μετάταξης
εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3528/2007, οι διατάξεις για το προσωπικό με
σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και τυχόν ειδικότερες
διατάξεις, στο βαθμό που δεν αντίκεινται στον παρόντα νόμο, ενώ η εξειδίκευση
και στάθμιση των επιμέρους κριτηρίων, όπως οι υπηρεσιακές ανάγκες, η εντοπιότητα
και η εν γένει προσωπική, οικογενειακή και υπηρεσιακή κατάσταση του υπαλλήλου, η
διαδικασία και κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής θα καθορίζονται με απόφαση του
Διοικητή, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, που δημοσιεύεται
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Αρχής και την εξασφάλιση των όρων
επίτευξης των στρατηγικών και επιχειρησιακών στόχων της, στην παράγραφο 7
ορίζεται ότι η απόσπαση ή μετάταξη υπαλλήλων μεταξύ της Αρχής και του Υπουργείου
Οικονομικών ή άλλης Ανεξάρτητης Αρχής ή άλλης δημόσιας υπηρεσίας κάθε μορφής ή
Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και η απόσπαση σε πολιτικά γραφεία της Κυβέρνησης, την Βουλή και
τα Κόμματα διενεργείται πάντοτε μετά από γνώμη των οικείων Υπηρεσιακών
Συμβουλίων, με κοινή απόφαση του Διοικητή της Αρχής και των συναρμόδιων
Υπουργών, κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης. Για τον
ίδιο λόγο καθιερώνεται ανώτερο ποσοστό 5% για το προσωπικό της Αρχής που δύναται
να είναι αποσπασμένο σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες ή πολιτικά γραφεία, κατά
παρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης.
Στην παράγραφο 8 ορίζεται ότι οι αποσπάσεις υπαλλήλων της Αρχής είτε στην ΜΕΑ
της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και
Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ), είτε ως εθνικών εμπειρογνωμόνων σε υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης ή Διεθνών Οργανισμών, διενεργούνται με κοινή απόφαση του Διοικητή και του
Υπουργού Οικονομικών ή του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, κατά τις κείμενες
διατάξεις
Στη παράγραφο 9 ορίζεται ότι από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής δεν
εφαρμόζονται για το προσωπικό της τα π.δ. 329/1995 (Μεταθέσεις υπαλλήλων ΓΧΚ -
Α' 177), 344/1995 (Μεταθέσεις υπαλλήλων Υπουργείου Οικονομικών - Α' 183) και
216/1998 (Μεταθέσεις υπαλλήλων τελωνειακών υπηρεσιών - Α' 172 Α'και 222).
Επί του άρθρου 26
Με τις διατάξεις του άρθρου 26 επιδιώκεται η εφαρμογή ενός αξιοκρατικού και
αποτελεσματικού συστήματος επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου
Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης, Υποδιεύθυνσης και Τμήματος των υπηρεσιών της
Αρχής, καθώς και υπευθύνων Αυτοτελών γραφείων, κατόπιν γνωμοδότησης των
αρμοδίων, κατά περίπτωση, συμβουλίων αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων, μετά από
αξιολόγηση των υποψηφίων υπαλλήλων, βάσει αντικειμενικών, μετρήσιμων κριτηρίων
και με σκοπό την επιλογή του κατάλληλου υπαλλήλου για την προς πλήρωση θέση
ευθύνης. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, καθορίζεται η διαδικασία, τα αρμόδια συμβούλια αξιολόγησης των
υποψηφιοτήτων, τα στάδια και τα κριτήρια αξιολόγησης των υποψηφίων, καθώς και
κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του συνόλου της διαδικασίας.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις η επιλογή των προϊσταμένων γίνεται σύμφωνα με τις
προϋποθέσεις επιλογής του άρθρου 84 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως ισχύει, κατά το
μέρος που δεν ρυθμίζεται διαφορετικά στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, τα
τυπικά προσόντα που προβλέπονται στον Οργανισμό της Αρχής, όπως εκάστοτε ισχύει,
καθώς και τα κριτήρια επιλογής προϊσταμένων του άρθρου 85 του Υπαλληλικού
Κώδικα, όπως ισχύει, κατά το μέρος που δεν ρυθμίζεται διαφορετικά στην παράγραφο
3 του παρόντος άρθρου, και κατά παρέκκλιση της διαδικασίας που προβλέπεται στον
Υπαλληλικό Κώδικα. Σημειώνεται ότι οι προτεινόμενες διατάξεις βρίσκονται εντός
του ήδη ισχύοντος για την Γ.Γ.Δ.Ε. πλαισίου επιλογής προϊσταμένων, εισάγοντας
μία επιπλέον παρέκκλιση από τα προσόντα του άρθρου 84 του ν. 3528/2007, όπως
ισχύει, ως προς τη μείωση του απαιτούμενου συνολικού χρόνου προϋπηρεσίας των
υποψηφίων καθώς και μια παρέκκλιση από τα κριτήρια
του άρθρου 85 του ν. 3528/2007, όπως ισχύει, ως προς τους συντελεστές βαρύτητας
για την μοριοδότηση κατά την επιλογή προϊσταμένων. Οι ρυθμίσεις αποσκοπούν στο
να δοθεί η ευκαιρία και σε νεώτερους υπηρεσιακά υπαλλήλους να συναγωνιστούν για
την διεκδίκηση θέσεων ευθύνης, με απώτερο στόχο την αξιοποίηση του καλύτερου
διαθέσιμου στελεχιακού δυναμικού της Αρχής.
Επί του άρθρου 27
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 προβλέπεται ότι ο Διοικητής της Αρχής επιλέγει
και τοποθετεί προϊσταμένους οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης,
Διεύθυνσης, Τμήματος και υπευθύνων Αυτοτελών γραφείων, των υπηρεσιών της Αρχής,
σύμφωνα για θητεία ενός έτους που μπορεί να ανανεώνεται έως και δύο (2) φορές,
μέχρι τη συμπλήρωση πλήρους θητείας τριών (3) ετών ή να διακόπτεται πριν τη λήξη
της, με όμοια απόφαση και κύριο κριτήριο την επίτευξη των τεθέντων ποιοτικών και
ποσοτικών στόχων.
Στους ανωτέρω προϊσταμένους και υπευθύνους παρέχεται το δικαίωμα, μετά τη
συμπλήρωση της πλήρους θητείας τριών (3) ετών από την επιλογή και την τοποθέτησή
τους, να υποβάλουν αίτηση υποψηφιότητας για την ίδια θέση ευθύνης και για μία
(1) ακόμη πλήρη θητεία. Εφόσον επιλεχθούν και τοποθετηθούν στην ίδια θέση
ευθύνης για δεύτερη συνεχόμενη θητεία, δεν έχουν δικαίωμα υποβολής νέας αίτησης
υποψηφιότητας για τη θέση αυτή, παρά μόνο μετά την παρέλευση τριών (3) ετών από
τη λήξη της δεύτερης πλήρους θητείας τους.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 προβλέπεται ότι με τον Οργανισμό της Αρχής
καθορίζονται οι θέσεις προϊσταμένων οργανικών μονάδων και υπεύθυνων αυτοτελών
γραφείων της Αρχής, για τις οποίες δεν υπάρχει δικαίωμα επανυποβολής αίτησης
υποψηφιότητας για την ίδια θέση, στην οποία έχουν ασκήσει καθήκοντα για μία
πλήρη θητεία, για δεύτερη συνεχόμενη θητεία. Οι θέσεις αυτές καθορίζονται με
κύριο κριτήριο την βαρύτητα της θέσης στην επίτευξη των στόχων ελέγχου και
βεβαίωσης και αναγκαστικής είσπραξης των εσόδων του Κράτους, καθώς και στην
καταπολέμηση του λαθρεμπορίου.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 προβλέπεται, στα πλαίσια εφαρμογής ενός
αξιοκρατικού συστήματος, για τη στελέχωση των νευραλγικών θέσεων ευθύνης των
υπηρεσιών της Αρχής η δυνατότητα του Διοικητή να αποφασίζει την πρόωρη λήξη της
θητείας των προϊσταμένων οργανικών μονάδων, πριν τη συμπλήρωση της τριετίας, α)
λόγω μη εκπλήρωσης των τεθέντων ποιοτικών και ποσοτικών στόχων των οργανικών
μονάδων που προΐστανται στο πλαίσιο της ετήσιας αξιολόγησης, β) για σοβαρό λόγο
αναγόμενο στην πλημμελή άσκηση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, αλλά και γ) όταν
οι ίδιοι οι προϊστάμενοι για προσωπικούς λόγους, επιθυμούν την απαλλαγή από τα
καθήκοντά τους.
Επιπρόσθετα και στο πλαίσιο εμπέδωσης κλίματος εμπιστοσύνης και νομιμότητας, με
τις διατάξεις της παραγράφου 4 προβλέπεται ότι ο Διοικητής παύει υποχρεωτικά από
τα καθήκοντα του, πριν από τη λήξη της θητείας του, τον προϊστάμενο οποιουδήποτε
επιπέδου, στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) αν καταδικασθεί τελεσιδίκως για τα
αναφερόμενα αδικήματα στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του
Υπαλληλικού Κώδικα, β) αν στερηθεί λόγω καταδίκης τα πολιτικά του δικαιώματα και
για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση αυτή, γ) αν υποβληθεί σε στερητική δικαστική
συμπαράσταση (πλήρη ή μερική) ή το δικαστήριο έχει
αποφασίσει συνδυασμό των δύο προηγούμενων ρυθμίσεων, δ) αν τεθεί σε
διαθεσιμότητα ή αργία ή του επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή
ανώτερη του προστίμου αποδοχών τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό
παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής κατά το άρθρο 145 του Κώδικα Κατάστασης
Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007).
Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 προβλέπεται ότι για λόγους διασφάλισης της
εύρυθμης λειτουργίας των υπηρεσιών, οι προϊστάμενοι κατά την διάρκεια της
θητείας τους, έχουν δικαίωμα να υποβάλλουν αίτηση υποψηφιότητας μόνο για κενή
θέση ευθύνης ανώτερου επιπέδου, ή μπορούν να αιτηθούν να μετακινηθούν και να
τοποθετηθούν σε κενή θέση ευθύνης οργανικής μονάδας αντιστοίχου επιπέδου γιά το
υπόλοιπο της θητείας τους, εφόσον οι υπηρεσιακές ανάγκες το επιτρέπουν.
Επιπλέον, σε επείγουσες και εξαιρετικές περιπτώσεις που οι υπηρεσιακές ανάγκες
το επιβάλλουν, όπως στις περιπτώσεις ανάγκης άμεσης κάλυψης θέσεων ευθύνης
νευραλγικών οργανικών μονάδων, αποκατάστασης της εύρυθμης λειτουργίας των
υπηρεσιών, διευκόλυνσης διαδικασιών εσωτερικού ελέγχου και προστασίας του
δημοσίου συμφέροντος, παρέχεται η δυνατότητα στον Διοικητή της Αρχής να
μετακινεί, χωρίς σχετική αίτηση, τους προϊσταμένους οργανικών μονάδων σε άλλη
θέση ευθύνης του ιδίου επιπέδου.
Επίσης με τις διατάξεις της παραγράφου 6 προβλέπεται ότι ο Διοικητής, κατόπιν
σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, μπορεί να διαμορφώνει ένα πλαίσιο
κριτήριων, σε ότι αφορά την πολιτική της εναλλαγής των προϊσταμένων, καθώς και
τη δυνατότητα της επανεπιλογής και τοποθέτησής τους στην ίδια θέση ευθύνης,
λαμβανομένης υπόψη της ιδιαιτερότητας των θέσεων ευθύνης, της βαρύτητας των
υπηρεσιών και των ειδικότερων συνθηκών.
Επί του άρθρου 28
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1, παρέχεται αρμοδιότητα στον Διοικητή της
Αρχής, μετά από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Διοίκησης και γνώμη του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, που διατυπώνεται εντός προθεσμίας
ενός (1) μηνός, να καθορίζει ειδικά συστήματα ποιοτικής και ποσοτικής
αξιολόγησης του προσωπικού των υπηρεσιών της Αρχής, στη βάση των περιγραμμάτων
θέσεων εργασίας και των τεθέντων ποιοτικών και ποσοτικών στόχων. Το νέο σύστημα
αξιολόγησης αποτελεί μέρος του συνολικού συστήματος ανάπτυξης του ανθρώπινου
δυναμικού και προϋποθέτει, την μέτρηση της απόδοσής του υπαλλήλου σε συνάρτηση,
αφενός με τους εξειδικευμένους επιχειρησιακούς στόχους της θέσης που κατέχει
(ποσοτική αξιολόγηση) και αφετέρου με το καθοριζόμενο βαθμό και είδος δεξιοτήτων
που προσιδιάζει στο περίγραμμα της συγκεκριμένης θέσης (ποιοτική αξιολόγηση). Τα
κριτήρια για την ποιοτική αξιολόγηση του υπαλλήλου προέρχονται από το πλαίσιο
ικανοτήτων της θέσης εργασίας που κατέχει.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2, παρέχεται αρμοδιότητα στον Διοικητή της
Αρχής, μετά από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Διοίκησης και γνώμη του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, που διατυπώνεται εντός προθεσμίας
ενός (1) μηνός, να θεσπίζει ειδικότερα συστήματα προαγωγών και βαθμολογικής και
υπηρεσιακής εξέλιξης του προσωπικού των υπηρεσιών της, κατά παρέκκλιση των
κριτηρίων και της διαδικασίας που προβλέπεται στις διατάξεις του Υπαλληλικός
Κώδικας και άλλες διατάξεις. Το νέο σύστημα βαθμολογικής εξέλιξης βασίζεται στην
κατάρτιση αναλυτικών περιγραμμάτων θέσεων εργασίας και την αξιολογική κατάταξη
αυτών, από την οποία θα προκόψουν οι βαθμοί του νέου συστήματος. Η κατάταξη του
υπαλλήλου στη νέα βαθμολογική κλίμακα, θα βασίζεται στη σύνδεση του βαθμού με
την αντίστοιχη θέση εργασίας.
Η υιοθέτηση και εφαρμογή των αναφερόμενων συστημάτων πρέπει να τηρεί τις αρχές
της διαφάνειας, αξιοκρατίας, συμμετοχικότητας, αντικειμενικότητας και ταυτόχρονα
να εξασφαλίζει τους όρους και της προϋποθέσεις σύγχρονης, ορθολογικής και
αποτελεσματικής Διοίκησης του ανθρωπίνου δυναμικού της Αρχής.
Επί του άρθρου 29
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 παρέχεται αρμοδιότητα στον Διοικητή της Αρχής,
μετά από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Διοίκησης να καθορίζει, εντός των ορίων
του προϋπολογισμού της Αρχής και του εκάστοτε ΜΠΔΣ, ειδικό μισθολογικό καθεστώς
του προσωπικού της Αρχής στη βάση των περιγραμμάτων θέσεων εργασίας.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 προβλέπεται ότι ο Διοικητής της Αρχής δύναται
με απόφασή του και ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Διοίκησης καθορίζει
για το προσωπικό των υπηρεσιών της Αρχής ειδικότερο σύστημα επιπλέον ανταμοιβής
(bonus), βάσει της απόδοσης του προσωπικού, όπως αυτή προκύπτει από τη
διαδικασία της αξιολόγησης. Εν προκειμένώ, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σωρευτικά,
η βαρύτητα της θέσης, ο βαθμός ευθύνης του υπαλλήλου και κυρίως ο βαθμός
επίτευξης των τεθέντων στόχων της Αρχής, που πρέπει να υπερβαίνει το 100%.
Με το σύστημα της επιπλέον ανταμοιβής επιδιώκεται η σύγχρονη και ορθολογική
διοίκηση των ανθρώπινων πόρων. Η σύνδεση της επιπλέον ανταμοιβής με την
εξαιρετική απόδοση του υπαλλήλου ενθαρρύνει το προσωπικό για καταβολή
επιπρόσθετης προσπάθειας, καθώς παρέχονται κίνητρα για αύξηση της απόδοσης,
ενισχύειτο αίσθημα της δικαιοσύνης και κατά επέκταση συμβάλει στην επίτευξη της
συνολικής στρατηγικής της Αρχής.
Επί του άρθρου 30
Με τις διατάξεις του άρθρου 30, προκειμένου να διασφαλιστεί τόσο η εύρυθμη
λειτουργία της νέας Αρχής όσο και η συνέχεια και αποτελεσματικότητα της
Διοίκησης, προβλέπεται ότι τα Υπηρεσιακά Συμβούλια και οι Ειδικές Επιτροπές
Αξιολόγησης, που έχουν συσταθεί, συγκροτηθεί και λειτουργούν στην Γενική
Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις αποτελούν τα
Υπηρεσιακά Συμβούλια και τις Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης, αντίστοιχα, της
Αρχής. Επίσης, προβλέπεται ότι οι Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης συγκροτούνται,
σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, περί των
Ειδικών Επιτροπών Αξιολόγησης των Υπουργείων και Ν.Π.Δ.Δ..
Επίσης, στο ίδιο άρθρο προβλέπεται ότι για τα συλλογικά όργανα που μεταφέρονται
στην Αρχή από την Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, ισχύουν τα προβλεπόμενα
στις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 9 του άρθρου 34 του ν. 4141/2013
(Α' 81), η οποία αφορά στα συλλογικά όργανα του Υπουργείου Οικονομικών,
συμπεριλαμβανομένης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.
Επί του άρθρου 31
Με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 προβλέπεται ότι, με απόφαση
του Διοικητή της Αρχής, συνιστάται και συγκροτείται το Πειθαρχικό Συμβούλιο της
Αρχής, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, περί
των Πειθαρχικών Συμβουλίων των Υπουργείων και των Ν.Π.Δ.Δ., με αποκλειστική
αρμοδιότητα την άσκηση της πειθαρχικής εξουσίας σε πρώτο βαθμό στους υπαλλήλους
της Αρχής, πλην των ανώτατων υπαλλήλων αυτής. Με τις διατάξεις της περίπτωσης β'
της παραγράφου 1 προβλέπεται ότι αρμόδιο πειθαρχικό όργανο για να κρίνει σε
δεύτερο βαθμό το προσωπικό της Αρχής που υπάγεται στην αρμοδιότητα του
Πειθαρχικού Συμβουλίου αυτής και σε πρώτο και δεύτερο βαθμό τους ανώτατους
υπαλλήλους της Αρχής, καθώς και σε κάθε περίπτωση που προβλέπεται από τις
εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις είναι το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του
άρθρου 146Ατου ν. 3528/2007.
Ειδικότερα ορίζεται ότι στην περίπτωση που κρίνονται υπάλληλοι της Αρχής, στο
Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο συμμετέχει αντί του μέλους που προβλέπεται
στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1, ο προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης της
Αρχής που είναι αρμόδια για τα θέματα του προσωπικού αυτής, ο οποίος ορίζεται με
αναπληρωτή του άλλον προϊστάμενο γενικής διεύθυνσης της Αρχής ή διεύθυνσης αυτής
με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, πριν από την έναρξη λειτουργίας του
Συμβουλίου.
Με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 προβλέπεται ότι ο Πρόεδρος
και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, καθώς και ο Διοικητής και ο
Εμπειρογνώμονας υπέχουν πειθαρχική ευθύνη για κάθε παράβαση των υποχρεώσεων
τους. Με την περίπτωση β' της ίδιας παραγράφου συνιστάται Ειδικό Πειθαρχικό
Συμβούλιο στην Αρχή, το οποίο είναι αρμόδιο για την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας
στα ως άνω πρόσωπα και ορίζεται η συγκρότηση αυτού. Επίσης, στις περιπτώσεις γ'
και δ' της ίδιας παραγράφου προβλέπεται ο τρόπος ορισμού του Προέδρου, των μελών
και του Γραμματέα αυτού και καθορισμού της αμοιβής αυτών.
Περαιτέρω, στην περίπτωση στ' της ίδιας παραγράφου ορίζεται ότι η πειθαρχική
δίωξη ενώπιον του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου ασκείται από τον Υπουργό των
Οικονομικών, κατ' εφαρμογή των οικείων διατάξεων του ν. 3528/2007, όπως ισχύει.
Όσον αφορά στην τηρούμενη διαδικασία, προβλέπεται αναλογική εφαρμογή των
διατάξεων του ν. 3528/2007, όπως ισχύει, με την επιφύλαξη ειδικής νομοθεσίας,
που προβλέπεται ανάλογα με την ιδιότητα των μελών του Συμβουλίου. Επιπλέον, στην
περίπτωση ζ' της ίδιας παραγράφου συμπεριλήφθηκε εξουσιοδοτική διάταξη, σύμφωνα
με την οποία προβλέπεται η έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης των Υπουργών
Οικονομικών, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Δικαιοσύνης,
Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την οποία θα καθορίζονται οι
λεπτομέρειες λειτουργίας του Ειδικού αυτού Πειθαρχικού Συμβουλίου και
οποιοδήποτε άλλο σχετικό θέμα.
Επί του άρθρου 32
Με τις διατάξεις του άρθρου 32 προβλέπεται ειδική περίπτωση υποχρέωσης τήρησης
της αρχής της εχεμύθειας και συγκεκριμένα η τήρηση του φορολογικού απορρήτου,
όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 17 του ν. 4174/2013. Η υποχρέωση αυτή αφορά τόσο τα
μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, όσο και τον Διοικητή, τον Εμπειρογνώμονα, το
προσωπικό της Αρχής, αλλά και οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, για θέματα που έρχονται
σε γνώση του από τη Διοίκηση ή το προσωπικό της Αρχής και έχουν σχέση με το
φορολογικό απόρρητο.
Επί του άρθρου 33
Με τις διατάξεις του άρθρου 33 προβλέπεται ότι εκτός από την ποινική, την οποία,
ούτως ή άλλως, υπέχουν τα όργανα της Αρχής, όταν στοιχειοθετείται το ποινικό
αδίκημα της παράβασης καθήκοντος σύμφωνα με το άρθρο 259 του Π Κ, ο Πρόεδρος, τα
μέλη της Διοίκησης, ο Διοικητής, ο Εμπειρογνώμονας και οι υπάλληλοι της Αρχής
υπέχουν και πειθαρχική ευθύνη σε περίπτωση που παραβαίνουν τα καθή κοντά τους
από δόλο. Ειδικά για τους υπαλλήλους της Αρχής εφαρμόζονται οι διατάξεις των
άρθρων 103 επ. του ν. 3528/2007, όπως ισχύει, που αφορούν στην επιβολή των
προβλεπόμενων διοικητικών μέτρων και της πειθαρχικής διαδικασίας, σε περίπτωση
που στοιχειοθετείται το πειθαρχικό παράπτωμα της παράβασης καθήκοντος κατά τον
Ποινικό Κώδικα και ειδικούς ποινικούς νόμους.
Επίσης στο άρθρο αυτό καθορίζονται τα όργανα, που είναι αρμόδια για την άσκηση
της πειθαρχικής δίωξης σε βάρος του Προέδρου, των μελών του Συμβουλίου της
Διοίκησης, του Διοικητή, του Εμπειρογνώμονα και του προσωπικού της Αρχής.
Επί του άρθρου 34
Με τις διατάξεις του άρθρου 34 προβλέπεται ότι η υποχρέωση δήλωσης περιουσιακής
κατάστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3213/2003, όπως ισχύει, καταλαμβάνει
και τον Διοικητή, τον Πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, τόσο κατά τη
διάρκεια της θητείας τους όσο και για (2) δύο έτη από τη λήξη της θητείας τους.
Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης υπόκειται σε κατά προτεραιότητα έλεγχο από την
Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης
της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης
της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.
Επί του άρθρου 35
Με τις διατάξεις του άρθρου 35 προβλέπεται ότι ο Πρόεδρος, τα μέλη του
Συμβουλίου Διοίκησης, ο Διοικητής και ο Εμπειρογνώμονας πρέπει να παρέχουν τα
εχέγγυα για την αμερόληπτη κρίση τους, που μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση στις
περιπτώσεις που πρόκειται να ληφθεί μία απόφαση ή να διατυπωθεί γνώμη ή πρόταση
από τα όργανα της Αρχής και συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης
του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999), όπως ισχύει. Στα
πλαίσια της συγκεκριμένης υποχρέωσης των οργάνων της Αρχής, θεσπίζεται υποχρέωσή
τους υπογραφής συμφώνου εμπιστευτικότητας και δήλωσης για τη μη ύπαρξη
σύγκρουσης συμφερόντων πριν αναλάβουν τα καθήκοντα τους. Επιπλέον, προβλέπεται
ότι με τον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής καθορίζονται οι ειδικότερες
λεπτομέρειες για τη σύγκρουση συμφερόντων για τα όργανα της Αρχής και τον
Εμπειρογνώμονα και ότι η παράβαση των σχετικών διατάξεων συνιστά σοβαρό
πειθαρχικό παράπτωμα, όπως εξάλλου προβλέπεται και για το προσωπικό της αρχής,
κατ' εφαρμογή της διάταξης της περ. στ' της παρ. 1 του άρθρου 107 του ν.
3528/2007, όπως ισχύει.
Επί του άρθρου 36
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 ορίζεται ότι η Αρχή εκπροσωπείται δικαστικώς
και εξωδίκως από τον Διοικητή της και παρίσταται αυτοτελώς, εκπροσωπώντας το
Δημόσιο, σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο πράξεις ή παραλείψεις της
ή τις έννομες σχέσεις που την αφορούν. Οι επιδόσεις των δικογράφων στις δίκες
αυτές γίνονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις προς τον Διοικητή της Αρχής,
αντί του Υπουργού των Οικονομικών. Ειδικώς για την εκπροσώπηση και την επίδοση
των δικογράφων σε δίκες που αφορούν σε φορολογικές εν γένει διαφορές και σε
διαφορές που αναφύονται κατά είσπραξη των δημοσίων εσόδων, εφαρμόζονται, κατά
περίπτωση, οι διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 1 περ. α', σε συνδυασμό προς το άρθρο
49 (παρ. 2 και 4) και 219 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.
2717/1999, Α' 97) και 85 παρ. 1, εδάφιο πρώτο, του ν.δ. 356/1974 (Α' 90). Η
προβλεπομένη στο άρθρο 85 παρ. 1, εδάφιο δεύτερο, του ν.δ. 356/1974 κοινοποίηση
στον Υπουργό των Οικονομικών γίνεται προς τον Διοικητή της Αρχής, στην Κεντρική
Υπηρεσία του Ν.Σ.Κ..
Με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 προβλέπεται ότι η εν γένει
νομική και δικαστική υποστήριξη των υποθέσεων της Αρχής και το γνωμοδοτικό έργο
διεξάγεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ), σύμφωνα με τις διατάξεις
του Οργανισμού του (ν. 3086/2002, Α' 324). Το Ειδικό Γραφείο Νομικού Συμβούλου
Φορολογίας μετονομάζεται σε Ειδικό Νομικό Γραφείο Δημοσίων Εσόδων (Ε.Ν.Γ.Δ.Ε.),
αποτελεί υπηρεσιακή μονάδα του Ν.Σ.Κ., λειτουργεί στην Αρχή και διατηρεί τις
καθ' ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητές του, στις οποίες προστίθενται και οι
αρμοδιότητες που άπτονται των υποθέσεων που αναφύονται από πράξεις ή παραλείψεις
της Αρχής ή αφορούν σε έννομες σχέσεις της και δεν ανήκουν στην κατά τόπο και
καθ' ύλην αρμοδιότητα άλλων οργανικών μονάδων του Ν.Σ.Κ.. Για τις υποθέσεις
εκτός της καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητας του Ε.Ν.Γ.Δ.Ε. εφαρμόζονται οι
διατάξεις του Οργανισμού του Ν.Σ.Κ.
Με τις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 ορίζεται ότι η γραμματεία
του Ειδικού Νομικού Γραφείου Δημοσίων Εσόδων στελεχώνεται από υπαλλήλους της
Αρχής, οι οποίοι αποσπώνται στο Γραφείο αυτό για ορισμένο ή αόριστο χρόνο. Η
απόσπαση, η παράταση της χρονικής διάρκειάς της και η διακοπή της γίνεται με
απόφαση του Διοικητή της Αρχής.
Επί του άρθρου 37
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 ορίζεται ότι με την επιφύλαξη των επόμενων
παραγράφων, στην Αρχή μεταφέρονται όλες οι αρμοδιότητες και οι πόροι που αφορούν
σε δεδομένα και Πληροφοριακά Συστήματα Τεχνολογιών Πληροφορικής και
Επικοινωνιών, που προβλέπονται: α) στην υποπερίπτωση α' της περίπτωσης 3 της
υποπαραγράφου Ε2 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012
(A' 222), β) στα άρθρα 63, 66 και 67 του ΠΔ 111/2014 (Α' 178), όπως ισχύουν
μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου, γ) στις αποφάσεις του Γενικού
Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που εκδόθηκαν: αα) κατ' εξουσιοδότηση του δεύτερου
εδαφίου της υποπαραγράφου γ' της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011, σε
συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου δ' της παρ. 6 του άρθρου 54 του ν.
4178/2013 (Α' 174), της περ. δ' της παρ. 7 του άρθρου 34 του ν. 4141/2013 (Α'
81) και ββ) σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 54 του π.δ. 111/2014 (Α' 178) και
δ) στην αριθ. Δ6Α 1117082ΕΞ2013 (Β' 1779) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
«Μεταφορά αρμοδιοτήτων, προσωπικού και διαθέσιμων πόρων οργανικών μονάδων της
Γενικής Διεύθυνσης ΚΕ.Π.Υ.Ο. της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων
στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και καθορισμός οργανικών θέσεων
προσωπικού αυτής», όπως ισχύει.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 προβλέπεται ότι το λογισμικό εφαρμογών των
Πληροφοριακών Συστημάτων και υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης που
άπτονταιτων αρμοδιοτήτων της Αρχής σχεδιάζεται και αναπτύσσεται μόνο από την
Αρχή και τίθενται σε παραγωγική λειτουργία κατ'εντολή της.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 προβλέπεται ότι η Αρχή έχει την αποκλειστική
διαχείριση των δεδομένων και του λογισμικού εφαρμογών των Πληροφοριακών
Συστημάτωντης και των υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησής της. Τα δεδομένα που
διαχειρίζεται η Αρχή ανήκουν στο Υπουργείο Οικονομικών. Οι διαδικασίες τήρησης,
πρόσβασης, διάθεσης, χορήγησης και δημοσιοποίησης των δεδομένων διέπονται από
τις διατάξεις του άρθρου 17 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και του άρθρου 11
του Τελωνειακού Κώδικα, καθώς και από τις διατάξεις περί προστασίας δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 προβλέπεται ότι η Αρχή έχει την αποκλειστική
διαχείριση των δικτυακών τόπων που χρησιμοποιεί για την παροχή ηλεκτρονικών
υπηρεσιών, σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της. Το λογισμικό εφαρμογών των
Πληροφοριακών συστημάτων, οι υπηρεσίες Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και
οποιοδήποτε άλλο θέμα αρμοδιότητας της Αρχής που παρέχονται μέσω δικτυακών τόπων
της Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ: ή άλλων υπηρεσιών μεταφέρονται σε δικτυακούς τόπους της
Αρχής το αργότερο μέχρι την 31.3.2017.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 προβλέπεται ότι οι πληροφορίες και τα
δεδομένα, ο πηγαίος και εκτελέσιμος κώδικας του λογισμικού εφαρμογών των
Πληροφοριακών Συστημάτων, των δικτυακών τόπων και των υπηρεσιών Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης της Αρχής, φιλοξενούνται, φυλάσσονται, εγκαθίστανται και
λειτουργούν σε υπολογιστικές υποδομές της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών
Συστημάτων & Διοικητικής Υποστήριξης (Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ.) του Υπουργείου
Οικονομικών, η οποία υποχρεούται να λαμβάνει τα κατάλληλα και αναγκαία μέτρα
για: (α) την αδιάλειπτη και αποτελεσματική λειτουργία των υπολογιστικών
υποδομών, (β) την αποκλειστικά κατά λόγο αρμοδιότητας προσπέλαση και πρόσβαση
σύμφωνα με την άδεια της αρμόδιας υπηρεσίας της Αρχής, (γ) την τήρηση των
αντιγράφων ασφαλείας και (δ) την προστασία τους από κάθε παραβίαση, καθώς και
από σκόπιμη ή τυχαία απειλή. Η Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ. εγκαθιστά, διαχειρίζεται και
παραμετροποιεί τις υπολογιστικές υποδομές (κεντρικές - περιφερειακές -
δικτυακές) και το συστημικό λογισμικό (λειτουργικό σύστημα - πακέτα λογισμικού
υπολογιστικής υποδομής) τους, μεριμνά για την αδειοδότησή του και
ευθύνεται έναντι της Αρχής για οποιαδήποτε παραβίαση των υποχρεώσεων αυτών.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 ορίζεται ότι προς το σκοπό καθορισμού της
φορολογικής πολιτικής και νομοθεσίας, παρέχεται στην αρμόδια για τη φορολογική
πολιτική και νομοθεσία υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών και σε
εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της, απευθείας και απρόσκοπτη πρόσβαση στα
συγκεντρωτικά δεδομένα που τηρούνται στο Σύστημα Διοικητικής Πληροφόρησης της
Αρχής (Management Information System - MIS). Σε περίπτωση που απαιτούνται
περαιτέρω ή διαφορετικά στοιχεία, αυτά χορηγούνται από την Αρχή κατά
προτεραιότητα. Η Αρχή παρέχει εξουσιοδοτημένη πρόσβαση και ανάλογη υποστήριξη
στη Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ. στα δεδομένα του MIS που δεν άπτονται των αρμοδιοτήτων της
Αρχής.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 7 προβλέπεται ότι το πλαίσιο και η πολιτική
ασφάλειας που εφαρμόζονται σε όλες τις συνεργασίες, διαδικασίες και λειτουργίες
της Αρχής καταρτίζονται και επικαιροποιούνται από το Τμήμα Ασφάλειας του
Υπουργείου Οικονομικών. Για εξειδικευμένα θέματα αρμοδιότητας της Αρχής το
πλαίσιο ασφάλειας και η εφαρμογή του συνδιαμορφώνονται μεταξύ του Τμήματος
Ασφάλειας του Υπουργείου Οικονομικών και του Γραφείου Ασφάλειας της Αρχής το
αργότερο εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Το Γραφείο
Ασφάλειας της Αρχής ερευνά και διαχειρίζεται περιστατικά παραβίασης ή απειλής
της ασφάλειας που σχετίζονται με τα δεδομένα και το λογισμικό εφαρμογών,
υποχρεούται να ενημερώνει και να ενημερώνεται από το Τμήμα Ασφάλειας του
Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο συντάσσει την τελική αναφορά περιστατικού
ασφάλειας και μεριμνά για την εφαρμογή της πολιτικής ασφάλειας του Υπουργείου
Οικονομικών στο πλαίσιο της άσκησης των σχετικών αρμοδιοτήτων της Αρχής. Το
Τμήμα Ασφάλειας του Υπουργείου Οικονομικών ή/και η Γ.Γ.Π.Σ. &Δ.Υ., υποχρεούνται
να παρέχουν στις αρμόδιες υπηρεσίες της Αρχής όλες τις σχετικές πληροφορίες και
δεδομένα, όπως αρχεία καταγραφής ή προσβάσεων, που προκύπτουν από το συστημικό
λογισμικό και απαιτούνται για τη διερεύνηση περιστατικών παραβίασης κανόνων
ασφαλείας ή τακτικού ή έκτακτου ελέγχου τήρησης των κανόνων ασφαλείας.
Επί του άρθρου 38
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 προβλέπεται ότι κατά την έναρξη λειτουργίας
της Αρχής, οι υπηρετούντες προϊστάμενοι οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής
Διεύθυνσης, καθώς και Διεύθυνσης και Υποδιεύθυνσης των Υπηρεσιών που υπάγονται
απευθείας στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, της Κεντρικής Υπηρεσίας, των
Ειδικών Αποκεντρωμένων Υπηρεσιών και των Ειδικών Δ.Ο.Υ., (ΦΑΕ Αθηνών, Δ.Ο.Υ.
Κατοίκων Εξωτερικού, Δ.Ο.Υ. Πλοίων, ΦΑΕ Πειραιά, ΦΑΕ Θεσσαλονίκης), καθώς και
των Τελωνείων: Α' Εισαγωγών-Εξαγωγών Θεσσαλονίκης, Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, Ε'
Εισαγωγής Πειραιά και ΣΤ' Εξαγωγών-Εισαγωγών Πειραιά, συνεχίζουν να ασκούν τα
καθήκοντά τους στις αντίστοιχες οργανικές μονάδες της Αρχής για το υπόλοιπο της
θητείας τους, εφόσον κριθούν κατάλληλοι μετά από αξιολόγηση πριν την έναρξη
λειτουργίας της Αρχής, άλλως μεταφέρονται ως υπάλληλοι. Οι προϊστάμενοι που
επιλέγονται και τοποθετούνται εντός του 2016, καθώς και οι προϊστάμενοι που δεν
ανήκουν στην κατηγορία του πρώτου εδαφίου, μεταφέρονται αυτοδίκαια στις
αντίστοιχες θέσεις της Αρχής για το υπόλοιπο της θητείας τους, χωρίς προηγούμενη
αξιολόγηση.
Με σκοπό την εύρυθμη λειτουργία της νέας Αρχής, με τις διατάξεις της παραγράφου
2 προβλέπεται η αυτοδίκαιη μεταφορά των όλων των υπηρετούντων υπαλλήλων και
προϊσταμένων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων είτε αυτοί κατέχουν
οργανική θέση είτε όχι, σε αντίστοιχες θέσεις της νέας Αρχή και με την ίδια
σχέση εργασίας. Επίσης, προβλέπεται ότι το προσωπικό με σχέση δημοσίου δικαίου,
ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή ορισμένου χρόνου ή με σχέση έμμισθης εντολής
που μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου έχει μετακινηθεί από τις υπηρεσίες της
Γ.Γ.Δ.Ε σε άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και αντιστρόφως
καταλαμβάνει οργανικές θέσεις από τις υφιστάμενες κενές οργανικές θέσεις στις
υπηρεσίες, στις οποίες έχει μετακινηθεί.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 προβλέπεται ότι η Αρχή υπεισέρχεται σε κάθε
στάδιο των εκκρεμών διαδικασιών διορισμών, προσλήψεων και πάσης φύσεως
υπηρεσιακών μεταβολών, χωρίς να απαιτείται επανάληψή τους, με την επιφύλαξη
τυχόν ειδικότερων διατάξεων της Αρχής. Η περίπτωση καταλαμβάνει και την υποβολή
αιτημάτων αναπλήρωσης καθώς και υποβολής συμπληρωματικών αιτημάτων διορισμών από
τους ίδιους οριστικούς πίνακες επιτυχόντων.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 προβλέπεται ότι οι αποσπάσεις προσωπικού από
και προς την Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων διατηρούνται σε ισχύ και μετά την
έναρξη λειτουργίας της Αρχής μέχρι τη λήξη τους. Ορίζεται όμως ρητά ότι η
παράγραφος 7 του άρθρου 25 καταλαμβάνει και τις περιπτώσεις παράτασης των
αποσπάσεων, που θα λήξουν μετά την έναρξη λειτουργίας της νέας Αρχής.
Με σκοπό την ορθολογική αξιοποίηση των διαθέσιμων ανθρώπινων πόρων και την
προαγωγή της αποτελεσματικότητας στην επίτευξη των στρατηγικών και
επιχειρησιακών στόχων της νέας Αρχής, με τις διατάξεις της παραγράφου 5,
προβλέπεται ότι οι υπάλληλοι που θα αξιολογηθούν ως ακατάλληλοι ή ανεπαρκείς
κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της Αρχής, μεταφέρονται από αυτήν. Η
διαδικασία, ο τρόπος και τα ειδικότερα ζητήματα της μεταφοράς από την Αρχή
καθορίζονται με Κοινή Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 διασφαλίζεται ότι κατά την έναρξη λειτουργίας
της νέας Αρχής το προσωπικό της κατατάσσεται στα ίδια μισθολογικά κλιμάκια,
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, διατηρεί το σύνολο των αποδοχών του,
συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής διαφοράς, και εξακολουθεί να διέπεται από το
ίδιο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς, που είχε ως προσωπικό της Γενικής
Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 7 προβλέπεται ότι από την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου, οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης,
Διεύθυνσης, Υποδιεύθυνσης και Τμήματος των υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε, καθώς και των
υπευθύνων Αυτοτελών Γραφείων όλων των υπηρεσιών αυτής, επυλέγονται,
τοποθετούνται, μετακινούνται και απαλλάσσονται των καθηκόντων τους σύμφωνα με
τις διατάξεις του άρθρου 26.
Επί του άρθρου 39
Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 προβλέπεται ότι τα Υπηρεσιακά Συμβούλια
της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων λειτουργούν ως Υπηρεσιακά Συμβούλια της
Αρχής, εφόσον έχουν συγκροτηθεί μετά από την ισχύ του ν.4369/2016 (Α7 33).
Επίσης, οι Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης της Γ.Γ.Δ.Ε. λειτουργούν ως Ειδικές
Επιτροπές Αξιολόγησης της Αρχής, εφόσον έχουν συσταθεί και συγκροτηθεί μετά από
την ισχύ του ν.4369/2016 (Α' 33). Οι εκκρεμείς υποθέσεις των υφιστάμενων
Υπηρεσιακών Συμβουλίων και οι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις των Ειδικών Επιτροπών
Αξιολόγησης της Γ.Γ.Δ.Ε. αποτελούν υποθέσεις των Υπηρεσιακών Συμβουλίων και των
Ειδικών Επιτροπών Αξιολόγησης της Αρχής, αντίστοιχα, εάν αφορούν σε προσωπικό
αυτής και εξετάζονται από αυτά, διαφορετικά, διαβιβάζονται εντός ενός (1) μηνός
στο αρμόδιο για τον υπάλληλο Υπηρεσιακό Συμβούλιο ή στην αρμόδια Επιτροπή,
αντίστοιχα.
Επίσης, στην παράγραφο 2 προβλέπεται ότι για το μεταβατικό διάστημα μέχρι την
έναρξη λειτουργίας του Πειθαρχικού Συμβουλίου της Αρχής αρμόδια για τα
πειθαρχικά θέματα του προσωπικού αυτής ορίζονται τα Α' και Β' κοινά Πειθαρχικά
Συμβούλια του Υπουργείου.Οικονομικών, κατάλογο αρμοδιότητας.
Στην ίδια παράγραφο προβλέπεται ότι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις των Πειθαρχικών
Συμβουλίων του Υπουργείου Οικονομικών, που αφορούν σε πειθαρχικά θέματα του
προσωπικού της Αρχής, μέχρι την έναρξη λειτουργίας του Πειθαρχικού Συμβουλίου
αυτής, θα διαβιβαστούν σε αυτό το αργότερο μέσα σε ένα (1) μήνα από την
συγκρότησή του και θα κρίνονται από αυτό. Επίσης, προβλέπεται ότι οι τυχόν
εκκρεμείς υποθέσεις στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 146Α του
Υπαλληλικού Κώδικα, που αφορούν σε προσωπικό της Γ.Γ.Δ.Ε. που υπηρετεί στην
Αρχή, συνεχίζουν να κρίνονται από αυτό με την συγκρότηση που προβλέπεται στο
δεύτερο εδάφιο της υποπαραγράφου β7 της παραγράφου 1 του άρθρου 31.
Επί του άρθρου 40
Στο άρθρο 40 περιέχονται μεταβατικές διατάξεις επί οικονομικών θεμάτων.
Στην παράγραφο 1 προβλέπεται η συνέχιση της άσκησης των αρμοδιοτήτων οικονομικού
ενδιαφέροντος που αφορούν την Αρχή από τη Γ.Δ.Ο.Υ. του Υπουργείου Οικονομικών
έως τη σύσταση και πλήρη λειτουργία της Γ.Δ.Ο.Υ. της Αρχής και για χρονικό
διάστημα όχι μεγαλύτερο των δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Από την πλήρη λειτουργία της, η Γ.Δ.Ο.Υ. της Αρχής αναλαμβάνει τις διαδικασίες
ολοκλήρωσης των οικονομικών θεμάτων.
Στην παράγραφο 2 προβλέπεται ότι ειδικά, για τον πρώτο προϋπολογισμό της Αρχής
το συνολικό ύφος των πιστώσεων της Αρχής που θα περιληφθεί στο σχέδιο Κρατικού
Προϋπολογισμού του 2017, δεν δύναται να είναι κατώτερο του 100% των συνολικών
πιστώσεων που προβλέπονται στον τρέχοντα ψηφισθέντα ετήσιο Κρατικό Προϋπολογισμό
2016 για τις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Το συνολικό ύψος
των πιστώσεων της Αρχής για τα έτη 2018 - 2019 που θα περιληφθεί στα αντίστοιχα
ΜΠΔΣ και σχέδια Κρατικού Προϋπολογισμού, δεν δύναται να είναι κατώτερο του 100%
των συνολικών πιστώσεων που θα προβλέπονται στον φηφισθέντα ετήσιο Κρατικό
Προϋπολογισμό έτους 2017 για τις υπηρεσίες της Αρχής, με εξαίρεση την απόδοση
οριζόντιων μέτρων.
Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη των στόχων του
εκάστοτε ισχύοντος ΜΠΔΣ για τη Γενική Κυβέρνηση και ταυτόχρονα να τηρηθούν τα
ανωτέρω, αναζητούνται οι τυχόν αναγκαίες εξισορροπητικές παρεμβάσεις στο σύνολο
των προϋπολογισμών και το ΜΠΔΣ της Γενικής Κυβέρνησης.
Στην παράγραφο 3 προβλέπεται ότι οι εκκρεμείς διάδικασίες για τη σύναψη
συμβάσεων μίσθωσης που αφορούν σε υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε. ή σε εποπτευόμενους
φορείς της, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, συνεχίζονται και
ολοκληρώνονται από την Αρχή, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί στέγασης
δημοσίων υπηρεσιών.
Στην παράγραφο 4 προβλέπεται ότι τα έργα προμηθειών που αφορούν σε Υπηρεσίες της
Γ.Γ.Δ.Ε. ή σε εποπτευόμενους φορείς της και είναι σε εξέλιξη υλοποιούμενα από
άλλες Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών από την έναρξη ισχύος του παρόντος
συνεχίζονται από την Αρχή η οποία καθίσταται η δικαιούχος των έργων. Η Αρχή
συνεχίζει και ολοκληρώνει τις διαδικασίες που απαιτούνται για την υλοποίηση των
έργων, σύμφωνα με τις ισχύουσες περί προμηθειών διατάξεις.
Επίσης, με τις διατάξεις της παραγράφου 5 ορίζεται ότι με την έναρξη λειτουργίας
της Αρχής ασκείται η διοίκηση και διαχείριση υλικών και άυλων περιουσιακών
στοιχείων του Δημοσίου, τα οποία χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του σκοπού και της
εξυπηρέτησης των αναγκών αυτής, με εξαίρεση τη διοίκηση και διαχείριση των
περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου που αφορούν σε κεντρικό εξοπλισμό και
συστημικό λογισμικό πληροφορικής, καθώς και τη διαχείριση του περιφερειακού
εξοπλισμού.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 προβλέπεται ότι οι μισθωτικές συμβάσεις που
έχουν συναφθεί για τη στέγαση υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε. συνεχίζονται για λογαριασμό
της Αρχής, ενώ το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις στέγασης σε δημόσια ακίνητα.
Επί του άρθρου 41
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 διασφαλίζεται ότι γενικές και ειδικές
διατάξεις που ισχύουν για την Ειδική Γραμματεία Σ.Δ.Ο.Ε., τις υπηρεσίες και το
προσωπικό αυτής ισχύουν και για τις υπηρεσίες και το προσωπικό της Αρχής, που
ασκούν τις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, οι οποίες
μεταφέρθηκαν από το Σ.Δ.Ο.Ε.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2, προκειμένου να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη
συνέχεια της Διοίκησης στον τομέα των δημοσίων εσόδων, καθώς και η άμεση
λειτουργία των υπηρεσιών της νέας Αρχής, προβλέπεται η μεταφορά στην Αρχή όλων
των οργανικών μονάδων, που υπάγονται, κατά την ημερομηνία έναρξης της
λειτουργίας της, στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.), όπως
καθορίζονται στις διατάξεις του π.δ. 111/2014 (Α' 178/2014 και 25/2015), όπως
ισχύουν και με τις αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας
Δημοσίων Εσόδων, οι οποίες εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του
δευτέρου εδαφίου της υποπαραγράφου γ' της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν.
4002/2011 -A' 180, όπως ισχύουν, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου
δ' τηςπαρ. 6 του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 -Α' 174, όπως ισχύει, καθώς και των
συλλογικών οργάνων αυτής.
Επίσης, θεσπίζεται τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ του Διοικητή σε περίπτωση
αμφιβολίας.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 προβλέπεται ότι οι αρμοδιότητες που έχουν
περιέλθει ή θα περιέλθουν, μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Αρχής, με διατάξεις
νόμων ή με Υπουργικές αποφάσεις στύν Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας
Δημοσίων Εσόδων, ισχύουν για τον Διοικητή της Αρχής, εκτός αν ρυθμίζεται
διαφορετικά με το παρόν προτεινόμενο σχέδιο νόμου.
Επίσης στην ίδια παράγραφο, ορίζεται ότι εξακολουθούν να ισχύουν: α) όλες οι
πράξεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, με τις
οποίες μεταβιβάσθηκαν αρμοδιότητες ή ανατέθηκαν καθήκοντα ή παρασχέθηκε η
εξουσιοδότηση υπογραφής, οι οποίες ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης
λειτουργίας της Αρχής, μέχρι την ανάκληση ή την τροποποίησή τους, εκτός αν
ρυθμίζεται διαφορετικά με το παρόν προτεινόμενο σχέδιο νόμου β) όλες οι
κανονιστικές αποφάσεις και οι λοιπές πράξεις του Γενικού Γραμματέα και των
λοιπών οργάνων αυτής, που βρίσκονται σε ισχύ, κατά την ημερομηνία έναρξης
λειτουργίας της Αρχής, ως πράξεις του Διοικητή, μέχρι την έκδοση από τον
Διοικητή ή από τα λοιπά αρμόδια όργανα της Αρχής, των αντίστοιχων κανονιστικών
αποφάσεων ή λοιπών πράξεων, που θα εκδοθούν κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του
παρόντος νόμου.
Επιπλέον, στην περίπτωση δ' της ίδιας παραγράφου προβλέπεται ότι γενικές και
ειδικές διατάξεις, που ισχύουν για την Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, τις
υπηρεσίες και το προσωπικό αυτής, ισχύουν και για τις υπηρεσίες και το προσωπικό
της Αρχής, ανάλογα.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια και
αποτελεσματικότητα της Διοίκησης, προβλέπεται ότι η Αρχή υπεισέρχεται
αυτοδικαίως και χωρίς καμία άλλη διατύπωση στα δικαιώματα, στις απαιτήσεις, στις
υποχρεώσεις και στις πάσης φύσεως έννομες σχέσεις και στις εκκρεμείς δικαστικές
υποθέσεις της καταργούμενης Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και συνεχίζει
τις εκκρεμείς δίκες, χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή τους και χωρίς να
απαιτείται οποίαδήποτε άλλη ενέργεια για τη συνέχισή τους.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 προβλέπεται η αυτοδίκαιη μεταφορά στην Αρχή
των φυσικών αρχείων των Υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε. και των υποθέσεων που εκκρεμούν
στα δικαστήρια, καθώς και η παραχώρηση προς διαχείριση των ηλεκτρονικών αρχείων
σε μεταφερόμενα μέσα αποθήκευσης στην Αρχή από το Υπουργείο Οικονομικών.
Με τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 προβλέπεται ότι ο διορισμός των μελών
του πρώτου Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής θα πραγματοποιηθεί τρεις μήνες πριν
από την έναρξη λειτουργίας αυτής και ότι το Συμβούλιο Διοίκησης κατά το διάστημα
αυτό θα προετοιμάσει τον Οργανισμό και τον Εσωτερικό Κανονισμό της Αρχής, οι
οποίοι θα εκδοθούν αμέσως μετά από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής. Επίσης,
κατά την πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Διοίκησης, μετά από την έναρξη
λειτουργίας της Αρχής, αυτό υποχρεούται να εγκρίνει τον Οργανισμό αυτής, ο
οποίος εκδίδεται με απόφαση του Διοικητή της. Μέχρι την έναρξη ισχύος του
Οργανισμού της Αρχής ισχύουν οι διατάξεις του π.δ. 111/2014, όπως ισχύουν, κατά
την ημερομηνία έναρξη λειτουργίας της Αρχής, για τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων
Εσόδων, οι οποίες καταργούνται από την ημερομηνία αυτή. Επιπλέον, τα άρθρα του
π.δ. 284/1988 (Α' 128), που αφορούν σε συλλογικά όργανα της Γενικής Γραμματείας
Δημοσίων Εσόδων και βρίσκονται σε ισχύ κατά την προηγούμενη ημερομηνία της
έναρξης λειτουργίας της Αρχής ισχύουν και για την Αρχή.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 8 προβλέπεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 34 του
ν. 1914/1990 (Α' 178), όπως αποσαφηνίστηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 13 του
ν. 2346/1995 (Α' 220), καθώς και οι διατάξεις της παραγράφου 27 του άρθρου 5 του
ν. 2324/1995 (Α' 211) οι οποίες ισχύουν και για τα συλλογικά όργανα της
Γ.Γ.Δ.Ε., ισχύουν και για την σύσταση των συλλογικών οργάνων της Αρχής, τα οποία
συνιστώνται με αποφάσεις του Διοικητή αυτής.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 9 προβλέπεται ότι οι Δ.Ο.Υ. εκδίδουν μόνο τα
πιστοποιητικά και τις βεβαιώσεις, που περιλαμβάνονται σε αποφάσεις του Υπουργού
Οικονομικών ή σε κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά
περίπτωση Υπουργού, οι οποίες ισχύουν κατά την έναρξη λειτουργίας της Αρχής και
μετά από την έναρξη αυτής σε αποφάσεις που εκδίδει ο Διοικητής αυτής ή σε κοινές
αποφάσεις του Διοικητή και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 10 προβλέπεται ότι κατά την πρώτη λειτουργία της
Αρχής, Διοικητής αυτής ορίζεται ο υπηρετών, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος
του παρόντος, Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, για το
υπόλοιπο της θητείας του, η οποία ανανεώνεται για δύο ακόμη έτη, με μόνη απόφαση
του Συμβουλίου Διοίκησης, που λαμβάνεται δύο μήνες πριν από τη λήξη της. Σε
περίπτωση μη ανανέωσης, το Συμβούλιο εκδίδει ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του,
με πλειοφηφία των 2/3 του συνόλου των μελών του. Σε κάθε περίπτωση, μετά την
κατά το προηγούμενο εδάφιο ανανέωση, η θητεία του Διοικητή μπορεί να ανανεωθεί
με τη διάρκεια και τις λοιπές προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 11 προβλέπεται ότι έως 31.6.2016 υπογράφεται
μεταξύ του Υπουργού Οικονομικών και των Γενικών Γραμματέων της ΓΓΠΣ & ΔΥ και της
ΓΓΔΕ του Υπουργείου Οικονομικών Συμφωνία Επιπέδου Εξυπηρέτησης (Σ.Ε.Ε.), στην
οποία περιγράφεται το πλαίσιο συνεργασίας των συμβαλλόμενων μερών σε ό,τι αφορά
ζητήματα πληροφορικής. Η Σ.Ε.Ε. θα τεθεί σε εφαρμογή το αργότερο έως την
31.12.2016.
Επί του άρθρου 42
Στο άρθρο 42 προβλέπεται ότι από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Αρχής
καταργούνται οι διατάξεις της Υποπαραγράφου Ε.2 της παρ. Ε' του άρθρου πρώτου
του ν. 4093/2012 (Α' 222), με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 1 του
άρθρου 2 περί των αρμοδιοτήτων της Αρχής.
Επί του άρθρου 43
Στο άρθρο 43 ορίζεται ως έναρξη ισχύος του παρόντος Κεφαλαίου η 1η Ιανουάριου
2017, εκτός και αν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις αυτού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ■ ' ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Άρθρο 44
Ρυθμίσεις θεμάτων φορολογίας εισοδήματος
1. Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού αυξάνεται, για τα
εισοδήματα που αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα, ο τρόπος
υπολογισμού της αγοραίας αξίας της παραχώρησης οχήματος από φυσικό ή νομικό
πρόσωπο ή νομική οντότητα προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο, από ποσοστό τριάντα
τοις εκατό (30%) σε ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) του κόστους του οχήματος
που εγγράφεται ως δαπάνη στα βιβλία του εργοδότη, ανάλογα με το εάν αποτελεί
πάγιο στοιχείο της επιχείρησης ή αντικείμενο μίσθωσης.
2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 ορίζονται οι προϋποθέσεις για τον
υπολογισμό μειώσεων φόρου σε περίπτωση που αποκτάται εισόδημα από αγροτική
επιχειρηματική δραστηριότητα. Ειδικότερα, επισημαίνεται ότι η μείωση φόρου στην
περίπτωση α' υπολογίζεται για τους αποκτώντες εισόδημα γενικά από αγροτική
δραστηριότητα ενώ στην περίπτωση β' για τους κατ' επάγγελμα αγρότες.
3. Με την διάταξη της παραγράφου 4 γίνεται αναγκαία νομοτεχνική βελτίωση της
παραγράφου 11 του άρθρου 112 του ν. 4387/2016, ώστε η παρακράτηση του φόρου από
τους μισθούς και τις συντάξεις να διενεργείται ομοίως με την παρακράτηση της
εισφοράς αλληλεγγύης από τους μισθούς και τις συντάξεις, και ορίζεται χρόνος
έναρξης ισχύος των διατάξεων της παραγράφου 8 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου,
οι οποίες αφορούν την αλλαγή του συντελεστή παρακράτησης φόρου επί μερισμάτων.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Τροποποιήσεις διατάξεων για οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων
Άρθρο 45
Φορολογικές Ρυθμίσεις για τις Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου (άρθρο 39
ν.3371/2005)
1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού καταργείται η παράγραφος 2 του άρθρου 39
του ν.3371/2005, καθόσον με τις διατάξεις της περ. γ' του άρθρου 46 του
ν.4172/2013 που ισχύουν από 1.1.2014 οι Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου
απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος για τα κάθε είδους εισοδήματά τους, μη
εφαρμοζόμενων των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 3371/2005.
2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού προβλέπεται ότι ο οφειλόμενος φόρος κάθε
εξαμήνου δεν μπορεί να είναι μικρότερος από του 0,375% του εξαμηνιαίου μέσου
όρου των επενδύσεών τους, πλέον των διαθεσίμων σε τρέχουσες τιμές. Περαιτέρω,
καταργούνται το τέταρτο και πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 39 του
ν.3371/2005 καθόσον με τις διατάξεις του ν.4172/2013 δεν προβλέπεται φόρος επί
της υπεραξίας κατά την πώληση εισηγμένων μετοχών. Τέλος, για νομοτεχνικούς
λόγους καταργείται η αναφορά στα άρθρα 113 και 116 του ν.2238/1994 και γίνεται
μνεία σε αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του ν.4174/2013.
Άρθρο 46
Φορολογικές Ρυθμίσεις για τις Εταιρείες Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία (άρθρο
31 ν.2778/1999)
1. Με την παράγραφο 1 τροποποιούνται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 31
του ν. 2778/1999 και διευκρινίζεται ότι οι εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη
περιουσία δεν απαλλάσσονται από την παρακράτηση φόρου επί των -μερισμάτων
ημεδαπής, όπως προκύπτει και από τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 31 του
ν.2778/1999.
2. Με την παράγραφο 2 προβλέπεται ότι ο οφειλόμενος φόρος κάθε εξαμήνου δεν
μπορεί να είναι μικρότερος του 0,375% του μέσου όρου των επενδύσεών τους, πλέον
των διαθεσίμων, σε τρέχουσες τιμές, όπως απεικονίζονται στους εξαμηνιαίους
πίνακες επενδύσεων που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του
ν.2778/1999. Επίσης, επικαιροπόιείται το άρθρο 31 του ν.2778/1999 καθόσον με τις
διατάξεις του ν.4172/2013 δεν προβλέπεται φόρος επί της υπεραξίας κατά την
πώληση εισηγμένων μετοχών και επιπλέον, από 1.1.2014 και μετά η παρακράτηση επί
των διανεμομένων μερισμάτων ορίζεται με τις διατάξεις των άρθρων 62 και 64 του
ν.4172/2013. Επίσης, καταργείται για νομοτεχνικούς λόγους η αναφορά στα άρθρα
113 και 116 του ν.2238/1994 και γίνεται μνεία σε αναλογική εφαρμογή των
διατάξεων του ν.4174/2013.
3. Με την παράγραφο 3 επικαιροπόιείται η παράγραφος 7 του άρθρου 31 του
ν.2778/1999, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4172/2013.
Άρθρο 47
Φορολογικές Ρυθμίσεις για τα Αμοιβαία Κεφάλαια Ακινήτων (άρθρο 20 ν.2778/1999)
Με το άρθρο αυτό τροποποιούνται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του
ν. 2778/1999 και προβλέπεται ότι ο φόρος που υπολογίζεται επί του εξαμηνιαίου
μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου δεν μπορεί να είναι
μικρότερος του 0,375% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού του
αμοιβαίου κεφαλαίου. Περαιτέρω προβλέπεται ότι οι διατάξεις του ν.4174/2013
εφαρμόζονται ανάλογα και για τον φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις αυτού
του άρθρου.
Άρθρο 48
Φορολογικές Ρυθμίσεις για τους ΟΣΕΚΑ (άρθρο 103 ν.4099/2012)
1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού καταργείται η παράγραφος 2 του άρθρου 103
του ν.4099/2012, καθόσον με τις διατάξεις της περ. γ' του άρθρου 46 του
ν.4172/2013 που ισχύουν από 01.01.2014 οι ΟΣΕΚΑ απαλλάσσονται από τον φόρο
εισοδήματος για τα κάθε είδους εισοδήματά τους, μη εφαρμοζομένων των όσων
ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 103 του ν. 4099/2012.
2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού τροποποιείται η παράγραφος 3 του άρθρου
103 του ν.4099/2012 και προβλέπεται ότι ο οφειλόμενος φόρος κάθε εξαμήνου δεν
μπορεί να είναι μικρότερος από:
α) το 0,025% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού προκειμένου για
ΟΣΕΚΑ χρηματαγοράς,
β)το 0,175% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού προκειμένου για
ομολογιακούς ΟΣΕΚΑ,
γ) το 0,25% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού προκειμένου για
μικτούς ΟΣΕΚΑ,
δ) το 0,375% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού προκειμένου για
μετοχικούς και λοιπούς ΟΣΕΚΑ.».
3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού επικαιροποιείται η παράγραφος 4 του
άρθρου 103 του ν.4099/2012 καθόσον πλέον δεν προβλέπεται φόρος επί της υπεραξίας
κατά την πώληση εισηγμένων μετοχών και περαιτέρω, οι ΟΣΕΚΑ απαλλάσσονται από τον
φόρο εισοδήματος για τα κάθε είδους εισοδήματά τους.
4. Με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού επικαιροποιείται η παράγραφος 5 του
άρθρου 103 του ν.4099/2012 καθόσον από 1.1.2014 και μετά η παρακράτηση επί των
διανεμομένων μερισμάτων ορίζεται με τις διατάξεις των άρθρων 62 και 64 του
ν.4172/2013.
5. Με την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού προβλέπεται ότι οι διατάξεις του
ν.4174/2013 εφαρμόζονται ανάλογα και για τον φόρο που οφείλεται με βάση τις
διατάξεις αυτού του άρθρου.
Άρθρο 49
Έναρξη ισχύος
Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ως έναρξη ισχύος των διατάξεων των άρθρων 2
έως 5 η 1.1.2016.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Τροποποιήσεις διατάξεων Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων και Δηλώσεις
Στοιχείων Ακινήτων (Ε9)
Άρθρο 50
Τροποποιήσεις διατάξεων Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων
Μετά την αναπροσαρμογή των τιμών του αντικειμενικού συστήματος προσδιορισμού της
φορολογητέας αξίας ακινήτων θεωρήθηκε απαραίτητο να τροποποιηθούν οι διατάξεις
περί υπολογισμού του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., ώστε να μην υπάρξει μείωση στα
έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού.
Συγκεκριμένα, και για λόγους φορολογικής δικαιοσύνης, αναπροσαρμόζονται οι
συντελεστές υπολογισμού του συμπληρωματικού φόρου φυσικών και νομικών προσώπων,
ο οποίος, επειδή υπολογίζεται προοδευτικά βάσει του ύφους της ακίνητης
περιουσίας, είναι δικαιότερος. Για λόγους ισονομίας, στη συνολική αξία των
δικαιωμάτων τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού
φόρου των φυσικών προσώπων συνυπολογίζεται και η αξία των δικαιωμάτων επί των
γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού, όπως ισχύει ήδη για τον υπολογισμό του
συμπληρωματικού φόρου των νομικών προσώπων. Σημειώνεται βέβαια ότι στο
μεγαλύτερο ποσοστό η συνολική αξία της περιουσίας είναι μειωμένη.
Καταργείται η απαλλαγή των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων των κερδοσκοπικών
νομικών προσώπων, για τα οποία επιβάλλεται συμπληρωματικός φόρος με χαμηλό
συντελεστή (0,1%). Σημειώνεται ότι στο μεγαλύτερο ποσοστό η συνολική αξία της
περιουσίας και των νομικών προσώπων είναι μειωμένη λόγω της αναπροσαρμογής τών
τιμών του αντικειμενικού συστήματος.
Όσον αφορά τον υπολογισμό του κύριου φόρου, αναπροσαρμόζονται οι συντελεστές του
κύριου φόρου των οικοπέδων, επειδή τα οικόπεδα, στις περιοχές στις οποίες
μειώθηκε η Τ.Ζ. και ο Σ.Ε., υπέστησαν μεγαλύτερες μειώσεις στην αντικειμενική
τους αξία. Ως προς τον κύριο φόρο κτισμάτων εφαρμόζονται οι νέες Τ.Ζ. και δεν
επέρχεται ουδεμία μεταβολή των συντελεστών.
Άρθρο 51
Υποβολή δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9)
Με την προτεινόμενη διάταξη παρέχεται ουσιαστικά η δυνατότητα στους
φορολογουμένους να υποβάλουν, να διορθώσουν ή να συμπληρώσουν τη δήλωση
στοιχείων ακινήτων (Ε9) χωρίς την επιβολή προστίμου, μέσα στις οριζόμενες
προθεσμίες, ώστε να υπάρξει ορθή απεικόνιση της περιουσιακής κατάστασης αυτών.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
Τροποποιήσεις διατάξεων Κώδικα ΦΠΑ και διατάξεις τελών και έμμεσων φόρων
Άρθρο 52
Τροποποιήσεις του άρθρου 21 του ν. 2859/2000 "Κύρωση του Κώδικα Φόρου
Προστιθέμενης
Αξίας"
1. Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1 αυξάνεται το ύφος του κανονικού
συντελεστή ΦΠΑ κατά μία ποσοστιαία μονάδα, δηλαδή από 23% σε 24% επί της
φορολογητέας αξίας. Με την μεταβολή αυτή επιδιώκεται η αύξηση των εσόδων από
ΦΠΑ, για την επίτευξη του στόχου της δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας μας.
2. Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 2 ορίζεται ως έναρξη ισχύος της
αύξησης του κανονικού συντελεστή ΦΠΑ κατά την παράγραφο 1 η 1.6.2016.
3. Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 3 προστίθεται νέα παράγραφος 6α
στο άρθρο 21 του Κώδικα ΦΠΑ, στο πλαίσιο των ρυθμίσεων του ν. 4334/2015, όπως
τροποποιήθηκε με τον ν. 4336/2015, για τη σταδιακή κατάργηση των μειωμένων
συντελεστών ΦΠΑ. Ο μειωμένος συντελεστής διατηρείται μέχρι το τέλος του 2016 στη
νήσο Σκόπελο, λόγω των φυσικών καταστροφών που υπέστη, και στα νησιά των
ανατολικών συνόρων της χώρας που πλήττονται από την προσφυγική κρίση.
Άρθρο 53
Φόρος Διαμονής
Με την εν λόγω διάταξη εισάγεται από την 1.1.2018 φόρος διαμονής σε ξενοδοχεία
και ενοικιαζόμενα δωμάτια και διαμερίσματα που λειτουργούν στο εσωτερικό της
χώρας, ο οποίος βαρύνει το πρόσωπο στο όνομα του οποίου εκδίδεται το σχετικό
φορολογικό στοιχείο. Ο φόρος επιβάλλεται από τις ανωτέρω επιχειρήσεις κατά το
χρόνο έκδοσης του φορολογικού στοιχείου και αποδίδεται από αυτές με μηνιαίες
δηλώσεις που υποβάλλονται στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την τελευταία εργάσιμη
ημέρα του επομένου μήνα από αυτόν της έκδοσης του φορολογικού στοιχείου,
ανεξάρτητα από το χρόνο εξόφλησής του. Ο φόρος ορίζεται ως πάγιο ποσό ανά
δωμάτιο και ανά ημερήσια χρήση του δωματίου, σουίτας, διαμερίσματος ή ενιαίας
κατοικίας, ανάλογα με την κατηγορία τόυ καταλύματος, μειωμένο κατά το ήμισυ σε
περίπτωση διημέρευσης.
Άρθρο 54
Τέλος στη συνδρομητική τηλεόραση
Με την εν λόγω διάταξη εισάγεται ειδικό τέλος, από 1.6.2016, το οποίο βαρύνει
τους συνδρομητές των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών συνδρομητικής τηλεόρασης και
αποτελεί εξ ολοκλήρου έσοδο του Δημοσίου.
Άρθρο 55
Τέλος συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας
Με την εν λόγω διάταξη εισάγεται ειδικό τέλος, από 1.7.2017, το οποίο βαρύνει
τους συνδρομητές των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών σταθερής τηλεφωνίας και
αποτελεί εξολοκλήρου έσοδο του Δημοσίου.
Άρθρο 56
Ρυθμίσεις επί των τυχερών παιγνίων
Με τις διατάξεις του άρθρου 55 αντικαθίστανται οι διατάξεις των δυο πρώτων
εδαφίων της παραγράφου 5 του άρθρου 50 του ν. 4002/2011 και αυξάνεται η
συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου από 30% έως 35%,κλιμακωτά, στα έσοδα επί του
μικτού κέρδους που αφορά στα ποσά τα οποία προέρχονται από την εκμετάλλευση της
δραστηριότητας τυχερών παιγνίων του κατόχου της επίγειας ή διαδικτυακής αδείας.
Άρθρο 57
Κατάργηση φόρου επί του ζύθου
Με την προτεινόμενη διάταξη καταργείται η επιβολή φόρου 3% υπέρ του Δημοσίου επί
της αξίας του πωλούμενου στο εσωτερικό ζύθου. Με τον τρόπο αυτό εξορθολογίζεται
η επιβολή φορολόγησης επί της αξίας του πωλούμενου στο εσωτερικό ζύθου.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Έ.’
Τροποποιήσεις Τελωνειακού Κώδικα
Άρθρο 58
Προσθήκη άρθρου 53Α στο ν.2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» (Α' 265)
Ι,Με την παράγραφο 1 του προτεινόμενου άρθρου προστίθεται μετά το άρθρο 53 του
ν.2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας», νέο άρθρο 53Α, με το οποίο εισάγονται
εθνικές διατάξεις για την επιβολή φόρου κατανάλωσης στα υγρά που περιέχονται στα
ηλεκτρονικά τσιγάρα ή σε ειδικούς περιέκτες επαναπλήρωσης ή φιαλίδια μίας χρήσης
που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου, καθώς και
στον καφέ.
Ειδικότερα, στα υγρά που περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα ο συντελεστής φόρου
κατανάλωσης ορίζεται σε 10 λεπτά (0,10) ανά χιλιοστόλιτρο (ml) προϊόντος, στον
καβουρδισμένο καφέ, σε 3 ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους, στον μη καβουρντισμένο
καφέ, σε 2 ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους, στον στιγμιαίο καφέ, σε 4 ευρώ ανά κιλό
καθαρού βάρους και στα παρασκευάσματα με βάση τα εκχυλίσματα, αποστάγματα ή
συμπυκνώματα του καφέ ή με βάση τον καφέ των κωδικών Σ.Ο. ΕΧ 210112 92 και
210112 98, σε 4 ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους που περιέχεται στο τελικό προϊόν.
Επιπλέον, για την εφαρμογή των προτεινόμενων διατάξεων, δίνονται οι απαραίτητοι
ορισμοί για το ηλεκτρονικό τσιγάρο, τον περιέκτη επαναπλήρωσης, την παραγωγή
καφέ και τον εγκεκριμένο αποθηκευτή. Ακόμη, προβλέπεται η δυνατότητα να τίθενται
τα προϊόντα αυτά είτε παράγονται εγχωρίως είτε παραλαμβάνονται από άλλα
Κράτη-Μέλη είτε εισάγονται από Τρίτες Χώρες σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης και
να τελούν σε αναστολή καταβολής του φόρου κατανάλωσης και του Φ.Π.Α. για το
χρονικό διάστημα που παραμένουν στο καθεστώς αυτό, με σκοπό αφενός μεν τη
διευκόλυνση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, αφετέρου δε τη
βέλτιστη παρακολούθηση της φορολογητέας ύλης από τις αρμόδιες τελωνειακός αρχές.
Αναφορικά με το απαιτητό του φόρου κατά τη θέση σε ανάλωση, καθώς και τη
διαδικασία και τις διατυπώσεις βεβαίωσης και είσπραξης του φόρου προβλέπεται ότι
εφαρμόζονται κατ' αναλογία και στα προϊόντα του προτεινόμενου άρθρου οι σχετικές
διατάξεις των άρθρων 56 και 109 του ν.2960/01. Επιπλέον, καθορίζεται ρητά με τις
προτεινόμενες διατάξεις, η γένεση της υποχρέωσης καταβολής του εν λόγω φόρου
κατά την παραλαβή προϊόντων από άλλα Κράτη-Μέλη. Η γένεση της υποχρέωση
καταβολής του φόρου στην περίπτωση αυτή δεν δύναται να εφαρμοστεί κατ'αναλογία
με λοιπά υποκείμενα σε Ε.Φ.Κ. προϊόντα.
Καθορίζεται με σαφήνεια το πρόσωπο που είναι υπόχρεο για την καταβολή του φόρου
σε κάθε περίπτωση, κατά την εισαγωγή, την απόκτηση από άλλο Κράτος- Μέλος, την
εγχώρια παραγωγή και την έξοδο από την φορολογική αποθήκη. Επιπλέον, καθορίζεται
με σαφήνεια η χρονική στιγμή βεβαίωσης και είσπραξης του φόρου στις αντίστοιχες
ως άνω περιπτώσεις.
Επιπλέον, καθορίζεται ότι, όπως σε όλα τα υποκείμενα σε Ε.Φ.Κ. ή τέλος
ταξινόμησης προϊόντα, εισπράττεται και στην περίπτωση αυτή μαζί με τον φόρο
κατανάλωσης και ο αναλογών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις Φ.Π.Α. Ακόμη
προβλέπεται η έκπτωση του Φ.Π.Α. εισροών των εγκεκριμένων αποθηκευτών στην
αρμόδια τελωνειακή αρχή.
Τέλος, προβλέπεται η αναγκαία εξουσιοδοτική διάταξη για την έκδοση Αποφάσεων του
Υπουργού Οικονομικών, με την οποία θα καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις
για την χορήγηση άδειας φορολογικής αποθήκης και αποθηκευτών του προτεινόμενου
άρθρου, οι διαδικασίες επιβολής του φόρου κατανάλωσης, η παρακολούθηση και ο
έλεγχος των προϊόντων του παρόντος άρθρου καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες
εφαρμογής των διατάξεων αυτού.
Οι ρυθμίσεις αυτές κρίθηκαν αναγκαίες στα πλαίσια της επίτευξης των
δημοσιονομικών στόχων του κράτους και ενίσχυσης των δημοσίων εσόδων.
2. Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν από
1.1.2017.
Άρθρο 59
Τροποποιήσεις διατάξεων των άρθρων 120,121,123,126 και 141 του
ν.2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» και του άρθρου 17 του ν.3833/2010
Με τις προτεινόμενες διατάξεις προστίθεται περίπτωση κ' στο άρθρο 120,
αντικαθίσταται οι παράγραφοι 2, 3, 4, 5 και 7, καθώς και το πρώτο και δεύτερο
εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 121, αντικαθίσταται το άρθρο 123 και η
παράγραφος 1 του άρθρου 126 του ν.2960/2001 (265 Α'), για την αναμόρφωση της
φορολογικής μεταχείρισης των επιβατικών αυτοκινήτων και των κλειστών φορτηγών
μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόνους, ως προς την επιβολή του τέλους ταξινόμησης.
Επίσης, με την αντικατάσταση του άρθρου 17 του ν.3833/2010 (40 Α') καταργείται ο
φόρος πολυτελείας που επιβάλλονταν στα επιβατικά αυτοκίνητα, ανάλογα με την αξία
τους.
Αναλυτικότερα, με τις προτεινόμενες διατάξεις λαμβάνεται πλέον υπόψη, για τη
διαμόρφωση της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης, η
λιανική τιμή πώλησης προ φόρων, βάσει τιμοκαταλόγων οι οποίοι υποβάλλονται στις
τελωνειακός αρχές, αντί της τιμής χονδρικής πώλησης, με σκοπό τη διασφάλιση, σε
μεγαλύτερο βαθμό, της βάσης επιβολής του τέλους ταξινόμησης, καθώς και για την
καλύτερη ενημέρωση των ενδιαφερομένων.
Ορίζονται επίσης, νέοι συντελεστές για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης στα
επιβατικά αυτοκίνητα, οι οποίοι κυμαίνονται από 4% έως 32%, ανάλογα με τη
φορολογητέα αξία των αυτοκινήτων και καταργείται το κριτήριο του κυλινδρισμού.
Οι ως άνω συντελεστές διαφοροποιούνται περαιτέρω ανάλογα με την εκπεμπόμενη μάζα
διοξειδίου του άνθρακα (C02), ώστε να ευνοούνται τα αυτοκίνητα με τις
χαμηλότερες εκπομπές.
Επιπλέον, οι συντελεστές διαφοροποιούνται, ανάλογα με τις προδιαγραφές του
ευρωπαϊκού προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro) που πληρούν εκ κατασκευής τα
αυτοκίνητα, ώστε να ευνοούνται τα λιγότερο ρυπογόνα αυτοκίνητα.
Για τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, διατηρείται η απομείωση της φορολογητέας
αξίας, ανάλογα με την ηλικία και την κατηγορία αμαξώματος του αυτοκινήτου και
μειώνεται ο συντελεστής για την περαιτέρω ποσοστιαία απομείωση, λόγω διανυθέντων
χιλιομέτρων από 0,30 σε 0,10 για κάθε 500 επιπλέον χιλιόμετρα που έχουν διανυθεί
πέρα του ετησίου μέσου όρου, με σκοπό ο συντελεστής αυτός να αντιπροσωπεύει
καλύτερα την πραγματική απομείωση, λόγω χιλιομέτρων. Επιπλέον, η απομείωση βάσει
των διανυθέντων χιλιομέτρων δεν πρέπει να ξεπερνά το 10%, αντί του μέχρι τώρα
ισχύοντος 30%, της αξίας που προσδιορίζεται μετά τη απομείωση, ανάλογα με την
ηλικία και την κατηγορία αμαξώματος, για τους ίδιους λόγους.
Ειδικότερα, για τα μεταχειρισμένα κοινοτικά επιβατικά αυτοκίνητα, με πρώτη άδεια
κυκλοφορίας κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκδοθείσα πριν από την 1η
Ιουνίου του 2016, ημερομηνία προτεινόμενης ισχύος των διατάξεων, προβλέπεται η
δυνατότητα εναλλακτικού τρόπου υπολογισμού του τέλους ταξινόμησης, με τις
διατάξεις που ίσχυαν στη χώρα μας (ιστορικό τέλος ταξινόμησης), κατά την
ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας τους στην Ε.Ε., με σκοπό την αποφυγή κάθε
διάκρισης στη φορολογική μεταχείριση μεταξύ καινούργιων και μεταχειρισμένων
επιβατικών αυτοκινήτων στη σχεδιαζόμενη πρόταση και λαμβάνοντας υπόψη σχετικές
αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ε.Ε., σύμφωνα με τις οποίες το ποσό του προς
επιβολή φόρου σε ένα μεταχειρισμένο όχημα δεν πρέπει να ξεπερνάει αυτό που είναι
ενσωματωμένο σε ένα ήδη κυκλοφορούν και φορολογημένο στη χώρα όχημα, καθώς
επίσης και ότι η επιβολή ενός φόρου δεν θα πρέπει να αποθαρρύνει την αγορά
όμοιων μεταχειρισμένων αυτοκινήτων από άλλο κ-μ. Ανεξάρτητα από την εν λόγω
πρόβλεψη, η αποφυγή διακρίσεων, διασφαλίζεται από τη σημαντική μείωση των
συντελεστών του τέλους ταξινόμησης, η οποία αντισταθμίζει την αύξηση της βάσης
επιβολής του.
Παράλληλα με τις προτεινόμενες αλλαγές στο τέλος ταξινόμησης, προτείνεται η
κατάργηση του φόρου πολυτελείας των επιβατικών αυτοκινήτων, ο οποίος έμμεσα
ενσωματώνεται στο τέλος ταξινόμησης, το οποίο πλέον θα υπολογίζεται με
συντελεστές, ανάλογα με την φορολογητέα αξία.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις, για τα υβριδικά αυτοκίνητα καταργείται η πλήρης
απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης και προβλέπεται μερική απαλλαγή κατά 50%,
καθόσον για τα εν λόγω αυτοκίνητα δεν προβλεπόταν απαλλαγή από τον φόρο
πολυτελείας. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τα υπό κρίση αυτοκίνητα έχουν χαμηλές
εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και υπόκεινται στους χαμηλότερους συντελεστές.
Επίσης, καταργούνται οι διατάξεις που αναφέρονται σε αυτοκίνητα «τύπου Jeep» της
Δ.Κ. 87.04, καθόσον τα εν λόγω οχήματα κατατάσσονται, ούτως ή άλλως, στη
δασμολογική κλάσή 87.03 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, ως επιβατικά αυτοκίνητα
για τη μεταφορά προσώπων.
Δεν προβλέπεται πλέον ειδική φορολογική μεταχείριση για τα αυτοκινούμενα
τροχόσπιτα, καθόσον, με την κατάργηση του κριτηρίου του κυλινδρισμού, αυτά
παύουν να υπάγονται στους υψηλούς συντελεστές από 50% έως 346%, που
αντιστοιχούσαν στα αυτοκίνητα κυλινδρισμού από 2001 κυβικά εκατοστά και άνω, με
μείωση κατά 50%.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις, για κλειστά και ανοιχτά φορτηγά μικτού βάρους
μέχρι και 3,5 τόνους ορίζονται νέοι συντελεστές 10% και 8% αντίστοιχα,
ανεξάρτητα κυλινδισμού, ενώ για όλες τις βάσεις των φορτηγών, ανεξάρτητα του
μικτού βάρους ορίζεται ενιαίος συντελεστής 5%. Για επιβατικά διπλοκάμπινα
οχήματα με μικτό βάρος μέχρι 3,5 τόνους που διαθέτουν χωριστό ανοικτό χώρο
φόρτωσης εμπο¬ρευμάτων, ορίζεται συντελεστής 8%. Τέλος, καθορίζεται ότι η
φορολογητέα αξία για τα εν λόγω οχήματα διαμορφώνεται με βάση τη λιανική τιμή
πώλησης προ φόρων.
Τέλος, με την παράγραφο 13 ορίζεται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν
από 1.6.2016 και καταλαμβάνουν αυτοκίνητα για τα οποία το τέλος ταξινόμησης
καθίσταται απαιτητό από την ημερομηνία αυτή και μετά.
Άρθρο 60
Τροποποιήσεις των άρθρων 73, 81, 87 και 97 του ν.2960/2001 «Εθνικός
Τελωνειακός Κώδικας»
1. Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις της παραγράφου 1 αυξάνεται η φορολογία των
βιομηχανοποιημένων καπνών και ειδικότερα των τσιγάρων και του λεπτοκομμένου
καπνού.
Ειδικότερα:
Με τις διατάξεις της παραγράφου Ια του άρθρου αυτού αυξάνεται ο συντελεστής του
αναλογικού φόρου των τσιγάρων από 20% σε 26%, ο οποίος υπολογίζεται στην τιμή
λιανικής πώλησης χιλίων (1.000) τεμαχίων τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα). Με τον
τρόπο αυτό επέρχεται επιβάρυνση είκοσι δύο λεπτών του ευρώ (0,22) ανά πακέτο
τσιγάρων των 20 τεμαχίων, λαμβάνοντας υπόψη τη Σταθμισμένη Μέση Τιμή (Σ.Μ.Τ.)
των τσιγάρων που έχει καθοριστεί για το έτος 2016.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1β του άρθρου αυτού αυξάνεται ο συντελεστής του
ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στο λεπτοκομμένο καπνό για την
κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων, από τα 156,70 στα 170 ευρώ ανά
χιλιόγραμμο καθαρού βάρους, στον οποίο επέρχεται επιβάρυνση είκοσι έξι λεπτών
του ευρώ (0,26) ανά συσκευασία των 20 γραμμαρίων.
2. Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 2α αντικαθίσταται η παράγραφος
3 του άρθρου 81 του ν.2960/2001 με σκοπό την κατάργηση της εφαρμογής μειωμένου
συντελεστή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης που εφαρμόζεται στην
περιοχή της Δωδεκάνησου. Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 2β
αντικαθίστανται η παράγραφος 2 καθώς και το προτελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3
του άρθρου 87 του ν.2960/2001 και αναπροσαρμόζεται ο συντελεστής Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης που επιβάλλεται στη μπύρα σε 5 ευρώ ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και
εκατόλιτρο μπύρας και αντίστοιχα σε 2,5 ευρώ ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και
εκατόλιτρο μπύρας ο μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) συντελεστής ειδικού
φόρου κατανάλωσης, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή, που επιβάλλεται
στην μπύρα που παράγεται στη χώρα μας ή στα άλλα Κράτη - Μέλη της Ευρωπαϊκής
Ένωσης από ανεξάρτητα μικρά ζυθοποιεία, εφόσον η παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα
200.000 εκατόλιτρα μπύρας ετησίως.
3. Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 3α αναπροσαρμόζονται οι
συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ) ορισμένων ενεργειακών προϊόντων της
παραγράφου 1, του άρθρου 73, του ν.2960/2001. Ειδικότερα, ο συντελεστής ΕΦΚ της
βενζίνης των περιπτώσεων β' και γ', αυξάνεται από 670 σε 700 ευρώ ανά 1000
λίτρα, ο συντελεστής ΕΦΚ του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) κινητήρων,
θέρμανσης και λοιπών χρήσεων, των περιπτώσεων στ', ζ' και η', αυξάνεται από 330
σε 410 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ο συντελεστής ΕΦΚ των υγραερίων (LPG) που
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων της περίπτωσης ιγ' αυξάνεται από 330 σε
430 ευρώ ανά 1000 χιλιόγραμμα. Επιπλέον, στο πλαίσιο καθιέρωσης ενιαίου
συντελεστή ΕΦΚ για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) και για το φωτιστικό
πετρέλαιο (κηροζίνη), αναπροσαρμόζεται ο συντελεστής ΕΦΚ του φωτιστικού
πετρελαίου των περιπτώσεων ι', ια' και ιβ', από 330 σε 410 ευρώ ανά 1000 λίτρα.
Επίσης αναπροσαρμόζεται ο συντελεστής ΕΦΚ του βιοντήζελ της περίπτωσης κστ), της
παραγράφου 1, του άρθρου 73, καθόσον η φορολογία του προϊόντος αυτού ακολουθεί
εκείνη του πετρελαίου κίνησης.
Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 3β, ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (ΕΦΚ) του πετρελαίου θέρμανσης και του φωτιστικού πετρελαίου
(κηροζίνη) θέρμανσης που τίθενται σε ανάλωση κατά τη χρονική περίοδο από την 15η
Οκτωβρίου μέχρι και την 30η Απριλίου κάθε έτους, αναπροσαρμόζεται από 230 ευρώ
το χιλιόλιτρο, σε 280 ευρώ το χιλιόλιτρο.
4. Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 4 καθορίζεται η έναρξη ισχύος των
προτεινόμενων ρυθμίσεων. Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (Diesel θέρμανσης)
και για το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη θέρμανσης) ορίζεται ημερομηνία
έναρξηςτης ισχύος της διάταξης της παραγράφου 3β η 15.10.2016, λόγω έναρξης της
χειμερινής περιόδου διάθεσης των εν λόγω προϊόντων με μειωμένο συντελεστή ΕΦΚ
κατά την ημερομηνία αυτή. Επιπλέον, προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα
αποθεματοποίησης τα οποία θα οδηγήσουν σε μεγάλη καθυστέρηση στην είσπραξη των
αναμενόμενων δημοσίων εσόδων, εισάγεται μεταβατική διάταξη ενόφει της έναρξης
ισχύος των αυξήσεων των συντελεστών στα τσιγάρα και στον λεπτοκομμένο καπνό από
1.1.2017, σύμφωνα με την οποία
περιορίζονται οι ποσότητες που θα αναλωθούν κατά τη μεταβατική περίοδο μέχρι την
έναρξη ισχύος των αυξήσεων σύμφωνα με το μέσο όρο των αναλωθεισών ποσοτήτων του
προηγουμένου έτους.
Οι ως άνω προτεινόμενες ρυθμίσεις εντάσσονται στα πλαίσια της επίτευξης των
δημοσιονομικών στόχων του κράτους και της ενίσχυσης των δημοσίων εσόδων.
Άρθρο 61
Τροποποιήσεις των άρθρων 73 και 78 του ν. 2960/2001 (Α' 265)
«Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας»
1. Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1 χορηγείται απαλλαγή από τον
ειδικό φόρο κατανάλωσης στο φυσικό αέριο των κωδικών Σ.Ο. 2711 11 00 και 2711 21
00, που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας.
Το προτεινόμενο μέτρο αποσκοπεί στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της
εγχώριας βιομηχανίας.
2. Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 2, αναπροσαρμόζονται οι
συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ) του φυσικού αερίου των κωδικών Σ.Ο.
2711 11 00 και 2711 21 00, των περιπτώσεων ιζ) και ιη), της παρ. 1 του άρθρου
73, του ν.2960/2001.
Ειδικότερα:
α) Στην περίπτωση ιζ) που αφορά στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο
θέρμανσης, γίνεται διαχωρισμός μεταξύ της οικιακής χρήσης και της χρήσης από
τους λοιπούς καταναλωτές. Όσον αφορά την οικιακή χρήση ο συντελεστής ΕΦΚ
μειώνεται από 1,5 σε 0,30€/Gigajoule, ενώ για την χρήση από τους λοιπούς
καταναλωτές παραμένει σε 1,50 €/Gigajoule. Το προτεινόμενο μέτρο αποσκοπεί στη
φορολογική ελάφρυνση των καταναλωτών φυσικού αερίου για οικιακή χρήση.
β) Στην περίπτωση ιη) που αφορά στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για άλλες
χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις περιπτώσεις ιστ) και ιζ) της
παραγράφου 1, του άρθρου 73, του ν.2960/2001, αναπροσαρμόζεται ο συντελεστής ΕΦΚ
και πλέον επιβάλλεται κλιμακωτά, αναλόγως της κατανάλωσης που πραγματοποιείται.
Το προτεινόμενο μέτρο αποσκοπεί αφενός μεν στην ενίσχυση των ενεργειοβόρων
επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο στην χώρα μας, δεδομένου ότι ο
συντελεστής ΕΦΚ μειώνεται, όσο αυξάνεται η κατανάλωση φυσικού αερίου, αφετέρου
δε στην παροχή κινήτρων για την χρήση φιλικότερων προς το περιβάλλον ενεργειακών
προϊόντων.
3. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 ορίζεται ότι οι διατάξεις της παραγράφου 1
ισχύουν από 1.6.2016, ενώ οι διατάξεις της παραγράφου 2 ισχύουν από 1.1.2017.
Άρθρο 62
Λοιπές φορολογικές διατάξεις
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ορίζεται η φορολογική μεταχείριση της ωφέλειας
που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα, νομικές οντότητες καθώς και τα φυσικά πρόσωπα
από τη διαγραφή μέρους ή του συνόλου του χρέους τους.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
Λοιπές ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών
Άρθρο 63
Τροποποίηση διατάξεων ν. 4093/2012
Προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικότερη η λειτουργία του Γραφείου του Γενικού
Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.), για την καλύτερη
υποβοήθηση στο έργο του, συνιστάται στο Γραφείο αυτού, επιπλέον των υφιστάμενων
θέσεων, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 55 του π.δ. 63/2005 (Α' 98),
όπως ισχύουν, μία θέση ειδικού συνεργάτη, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
ορισμένου χρόνου, καθώς και θέση Διευθυντή, ο οποίος προΐσταται του Γραφείου και
η οποία καλύπτεται από έναν εκ των ειδικών συνεργατών. Ο Διευθυντής ασκεί, κατ'
αντιστοιχία, τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στις διατάξεις της παραγράφου 6
του άρθρου 56 του π.δ. 63/2005, εφαρμοζομένης της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου.
Για τις αποδοχές των υπηρετούντων στις θέσεις της υποπερίπτωσης ε' της
περίπτωσης 5 της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε' του άρθρου πρώτου του ν.
4093/2012 (Α' 222), όπως αναριθμήθηκε και ισχύει, εφαρμόζονται οι διατάξεις του
ν. 4354/2015 (Α' 176), που αφορούν στους μετακλητούς υπαλλήλους, οι οποίοι
υπηρετούν στα πολιτικά γραφεία των μελών της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών.
Επίσης, στην παρούσα διάταξη προβλέπεται ότι κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις
του π.δ. 63/2005 (Α'98).
Άρθρο 64
Η προτεινόμενη ρύθμιση προωθείται για βελτιστοποίηση του προγραμματισμού-
σχεδιασμού των προσλήψεων στους φορείς του δημόσιου τομέα υπό το πρίσμα των
δημοσιονομικών συνθηκών της χώρας στο πλαίσιο της προσπάθειας για εξορθολογισμό
του ανθρώπινου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης.
Η εξαίρεση από τους τιθέμενους με την προωθούμενη διάταξη περιορισμούς κρίνεται
αναγκαία καθόσον το προσωπικό που θα διορίζεται σε εκτέλεση αμετάκλητων
δικαστικών αποφάσεων , προσφέρει ήδη τις υπηρεσίες του ως ορισμένου χρόνου βάσει
προσωρινά εκτελεστών δικαστικών αποφάσεωνκαι ως εκ τούτου με το διορισμό τους
δεν προκαλείται επιπρόσθετη δημοσιονομική επιβάρυνση και δεν αυξάνεται ο αριθμός
των υπηρετούντων υπαλλήλων.
Άλλωστε σύμφωνα με το σκεπτικό της αρ. πρωτ. 85/2012 γνωμοδότησης του ΣΤ
Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει ήδη αποδεκτή και
από τον τότε Υπουργό και Υφυπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού και από τον Υπουργό
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, οι προσλήψεις σε
συμμόρφωση προς δικαστικές αποφάσεις δεν εμπίπτουν στους περιορισμούς του άρθρου
11 του ν. 3833/2010, ως ισχύει.·*-*
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ- ΑΝΑΠΤΥΞΗ- ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤ' ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΑΓΡΟΤΗ
Άρθρο 65
Με τις προτεινόμενες διατάξεις επιχειρείται η ρύθμιση θεμάτων του Υπουργείου
Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ειδικότερα:
α) Με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 65 τροποποιούνται διατάξεις του
άρθρου 2 του ν. 3874/2010 «Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων» (ΑΊ51)
και του άρθρου 1 του ν. 2520/1997 «Μέτρα για τους νέους αγρότες, σύσταση
Οργανισμού Γεωργικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Απασχόλησης και
άλλες διατάξεις» (ΑΊ73), σε εφαρμογή του ν. 4336/2015 (Α' 94), με σκοπό την
τροποποίηση του ορισμού του επαγγελματία αγρότη.
Ο ορισμός του επαγγελματία αγρότη αφορά την επαγγελματική δραστηριότητα των
αγροτών της χώρας. Κρίνεται απαραίτητο να γίνει πιο αυστηρός ο ορισμός αυτός,
ώστε να είναι ξεκάθαρο ότι όσα φυσικά ή νομικά πρόσωπα κατέχουν τον τίτλο του
επαγγελματία αγρότη αντλούν το κυριότερο μέρος του ετήσιου εισοδήματος τους
(τουλάχιστον το 50%) από την ενασχόληση τους στον αγροτικό χώρο.
β) Με το άρθρο αυτό ορίζεται ότι οι εξουσίες τών εκκαθαριστών της εκκαθάρισης
της Εταιρείας Αξιοποίησης Αγροτικής Γης ΑΕ (ΑΓΡΟΓΗ ΑΕ) που συνεστήθη με τα άρθρα
46 επ. του ν. 2637/1998 (ΦΕΚ 200Α), όπως τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 23 και
24 του άρθρου 24 του ν. 2945/2001 (ΦΕΚ 223Α), η οποία είχε λυθεί και τεθεί σε
εκκαθάριση με το άρθρο 2 του ν. 3895/2010 (ΦΕΚ 206Α), ανατίθενται στη Γενική
Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
η δε δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση της υπό εκκαθάριση ΑΓΡΟΓΗ ΑΕ ανατίθεται
στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Αν και έχει παρέλθει πενταετία από τη θέση της
εταιρείας (ΑΓΡΟΓΗ ΑΕ) σε καθεστώς εκκαθάρισης η εκκαθάριση δεν έχει ολοκληρωθεί
λόγω εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων στις οποίες εμπλέκεται η υπό εκκαθάριση
ΑΓΡΟΓΗ ΑΕ, άλλοτε ως ενάγουσα και άλλοτε ως εναγόμενη, όπως προκύπτει και από
όλες τις εκθέσεις διαχείρισης των εκκαθαριστών της. Η συνέχιση του έργου της
εκκαθάρισης με τον τρόπο που διενεργείται σήμερα ( αμοιβές εκκαθαριστών ,
ορκωτών ελεγκτών, δικηγόρων, λογιστών) παρουσιάζει δυσανάλογα υψηλό κόστος, αν
σκεφτεί κανείς ότι η εξουσία των υφιστάμενων σήμερα εκκαθαριστών περιορίζεται
αποκλειστικά στην επιμέλεια για δικαστική εκπροσώπηση της υπό εκκαθάριση ΑΓΡΟΓΗ
ΑΕ και στην παρακολούθηση της πορείας των δικών που έχουν διανοιγεί. Ειδικώς
μάλιστα
όταν ουδείς μπορεί να προβλέψει τον χρόνο που θα απαιτηθεί έως την τελική έκβαση
των υποθέσεων αυτών, πολλές από τις οποίες βρίσκονται ακόμα στον πρώτο βαθμό
δικαιοδοσίας.
γ) Με τις παραγράφους 5, 6, 7, 8 και 9, προτείνονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις
για την προγραμματική περίοδο 2014 - 2020, και σε ό,τι αφορά τα Προγράμματα του
Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ)
και Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας (ΕΠΑλΘ), που είναι απαραίτητες
τόσο για την εναρμόνιση ορισμένων θεμάτων με τα οριστικοποιημένα κείμενα των
προγραμμάτων ευθύνης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με την
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ) όσο και για τη βέλτιστη υλοποίησή τους.
δ) Ειδικότερα, με την παράγραφο 5, επιδιώκεται η προσθήκη νέου εδαφίου στο τέλος
της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του ν. 4314/2014 (Α' 265), η οποία κρίνεται
σκόπιμη για την απλοποίηση της διαδικασίας εγγραφής στο Πρόγραμμα Δημοσίων
Επενδύσεων πράξεων στο πλαίσιο του LEADER/CLLD του ΠΑΑ 2014-2020 και για την
εναρμόνιση με τη σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού.
ε) Με την παράγραφο 6 επιδιώκεται η προσθήκη νέας παραγράφου στο τέλος του
άρθρου 30 του ν. 4314/2014, η οποία κρίνεται σκόπιμη προκειμένου να διασφαλιστεί
η απρόσκοπτη λειτουργία τόσο των ΟΤΔ όσα και των Υποστηρικτικών Μηχανισμών για
το μεταβατικό αυτό διάστημα, για την υλοποίηση των ανειλημμένων υποχρεώσεων του
εγκεκριμένου ΠΑΑ 2014-2020 ώστε να ολοκληρωθούν τα συνεχιζόμενα έργα της
περιόδου 2007 - 2013 με γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο και να ενεργοποιηθεί το
νέο ΠΑΑ 2014 - 2020 χωρίς καθυστερήσεις, προς όφελος ανάπτυξης της υπαίθρου. Οι
ρυθμίσεις αυτές δεν επιφέρουν καμία επιβάρυνση στον κρατικό προϋπολογισμό
καθόσον για την ολοκλήρωση των έργων των ανειλημμένων υποχρεώσεων δεν θα
καταβληθεί πρόσθετο ποσό στις ΟΤΔ, ενώ το ποσό που αφορά στην προπαρασκευαστική
φάση του νέου LEADER / CLLD καθώς και στους Υποστηρικτικούς Μηχανισμούς θα
καλύφθεί από τους συγχρηματοδοτούμενους πόρους που προβλέπονται στο εγκεκριμένο
ΠΑΑ 2014 - 2020.
στ) Με την παράγραφο 7 επιδιώκεται η προσθήκη νέας παραγράφου στο άρθρο 66 του
ν. 4314/2014, η οποία κρίνεται σκόπιμη προκειμένου να υλοποιηθεί η πρόβλεψη του
Συμφώνου Εταιρικής Σχέσης (ΣΕΣ) του ΠΑΑ 2014-2020 και του άρθρου 13 του Ν.
4314/14 για εκχώρηση αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες.
ζ) Με την παράγραφο 8 επιδιώκεται η προσθήκη νέας παραγράφου στο άρθρο 69 του ν.
4314/2014, η οποία κρίνεται σκόπιμη για την επιτάχυνση υλοποίησης μέτρων του ΠΑΑ
και του ΕΠΑλΘ στο πλαίσιο του νέου LEADER / CLLD.
η) Τέλος, με την παράγραφο 9, επιδιώκεται η διευκόλυνση της υλοποίησης του
Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 αναφορικά με τις πληρωμές των
δημοσίων έργων μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και ειδικότερα,
παρέχοντας τη δυνατότητα καταβολής των ενισχύσεων από τον ΟΠΕΚΕΠΕ στους
λογαριασμούς, εκτός των δικαιούχων και των αναδοχών των έργων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΕΡΓΑΛΙΟΘΗΚΗ ΟΟΣΑ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΣΠΑ
Άρθρο 66
Με τις προτεινόμενες διατάξεις επέρχονται ορισμένες τροποποιήσεις και
συμπληρώσεις στο ν. 2969/2001 «Αιθυλική αλκοόλη και αλκοολούχα προϊόντα» (Α'
281), ως και στο ν.δ. της 29-12-1923 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των
περί φορολογίας του ζύθου νόμων» (Α'384) και συγκεκριμένα:
1) Με την παράγραφο 1, προτείνεται η τροποποίηση των διατάξεων της παραγράφου 3
του άρθρου 6 του ν.2969/2001 και η ελάττωση του προβλεπόμενου από αυτές ορίου
στην ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα των οινοπνευματοποιείων Β' κατηγορίας,
προκειμένου για την αδειοδότησή τους, από 15.000 σε 10.000 λίτρα ανύδρου
αλκοόλης.
Η διάταξη προτείνεται για λόγους ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας.
2) Με την παράγραφο 2, προτείνεται η αντικατάσταση και συμπλήρωση της παραγράφου
5 του άρθρου 9 του ν.δ. της 29-12-1923 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των
περί φορολογίας του ζύθου νόμων» και καθορίζονται, κατά τρόπο ρητό και σαφή, οι
διαδικασίες και διατυπώσεις όσον αφορά στην επιβολή κυρώσεων για τις παραβάσεις
των νόμων περί φορολογίας του ζύθου, την κατάσχεση, δήμευση και απόδοση (ως και
την παραγραφή τούτων), θέματα για τα οποία οι εν λόγω διατάξεις (άρθρο 9 παρ.5)
παραπέμπουν στις σχετικές διατάξεις (άρθρα 22 και 27) του β.δ. της 14/18-2-1939
περί κώδικος των νόμων «περί φορολογίας του οινοπνεύματος», το οποίο όμως
καταργήθηκε στο σύνολό του, αντικατασταθέν από το ν. 2969/2001 (άρθρο 16 αυτού).
Με την προτεινόμενη, λοιπόν, διάταξη (περίπτωση α' αυτής) προβλέπεται ότι όσον
αφορά στα θέματα αυτά, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις (άρθρα 13 και 14) του
ισχύοντος σήμερα ν. 2969/2001, με την επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων
του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν.2960/2001) στις παραβάσεις για τις οποίες
συντρέχει περίπτωση εφαρμογής αυτών.
Η διάταξη προτείνεται για λόγους σαφήνειας, διαφάνειας και ασφάλειας του
δικαίου.
Περαιτέρω, προτείνεται (περίπτωση β' της εν λόγω διάταξης) η εξαίρεση του τομέα
του ζύθου και των προϊόντων ζύθου, από το πεδίο εφαρμογής (άρθρο 1, παρ. 1) του
ν. 4235/2014, για τους ίδιους ως άνω λόγους σαφήνειας, διαφάνειας και ασφάλειας
του δικαίου, αλλά και για ουσιαστικούς λόγους διασφάλισης του φορολογικού
αντικειμένου, καθ' όσον ο ζύθος και τα προϊόντα ζύθου ως προϊόντα υποκείμενα σε
ΕΦΚ καταλαμβάνονται, κατά τρόπο ολιστικό, σε όλα τα στάδια παραγωγής (από της
εισαγωγής και κατεργασίας των πρώτων υλών μέχρι των τελικών προϊόντων), κατοχής,
αποθήκευσης, μεταποίησης, διακίνησης και διάθεσης αυτών -συνεπώς δε και όσον
αφορά στα θέματα που ρυθμίζονται από τον προαναφερθέντα ν.4235/2014 -από τις
ρυθμίσεις των νόμων περί της φορολογίας του ζύθου, καθώς και του Εθνικού
Τελωνειακού Κώδικα (ν.2960/2001).
Και τούτο διότι για λόγους αντικειμενικούς, οφειλόμενους στην ίδια τη φύση των
εν λόγω προϊόντων και στον τρόπο επιβολής του ΕΦΚ - όπως άλλωστε και προκειμένου
για τον τομέα της αιθυλικής αλκοόλης και των αλκοολούχων ποτών (που έχει ήδη
ρητά εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του ν.4235/2014) - ο έλεγχος για τη
διασφάλιση του φορολογικού αντικειμένου (ορθή επιβολή του ΕΦΚ και σύλληψη της
φορολογητέας ύλης) είναι άρρηκτα συνυφασμένος με τον έλεγχο της ποιότητας και
ταυτότητάς τους.
Άρθρο 67
Με την προτεινόμενη διάταξη, επέρχονται ορισμένες τροποποιήσεις σε διατάξεις του
ν. 4303/2014 (Α' 231), [Παραγωγή και διάθεση ξυδιού] οι οποίες είναι απαραίτητες
για λόγους διασφάλισης του φορολογικού αντικειμένου ύστερα από την επιβολή - με
τον ν. 4346/2015 (άρθρο 13) ΕΦΚ - με μη μηδενικό συντελεστή στον οίνο καθώς και
στα προϊόντα του κωδικού ΣΟ 2206 (άλλα ποτά από ζύμωση εκτός από το κρασί και τη
μπύρα), προϊόντα που περιλαμβάνονται μεταξύ των πρώτων υλών παραγωγής ξυδιού και
οι οποίες, παραλαμβανόμενες από τα οξοποιεία προς κατεργασία και οξοποίηση,
απαλλάσσονται του ΕΦΚ.
Έτσι, με την προτεινόμενη διάταξη, προβλέπεται η επέκταση των ήδη προβλεπομένων
από τις εν λόγω διατάξεις του ν. 4303/2014 όρων και διαδικασιών ελέγχου ως και
κυρώσεων, για την παραλαμβανόμενη (επίσης με απαλλαγή από τον ΕΦΚ) από τα
οξοποιεία προς κατεργασία και οξοποίηση αιθυλική αλκοόλη (αιθυλική αλκοόλη
γεωργικής προέλευσης, αποστάγματα, προϊόντα απόσταξης κλπ), και για τις λοιπές
πρώτες ύλες παραγωγής όξους στις οποίες, αυτούσιες ή στα παραγόμενα ενδιαμέσως
από την κατεργασία αυτών στα οξοποιεία προϊόντα, επιβάλλεται πλέον (με την
εφαρμογή του ν. 4346/2015) ΕΦΚ με μη μηδενικό συντελεστή.
Άρθρο 68
Η προτεινόμενη διάταξη εισάγει επέκταση της λιανικής πώλησης ορισμένης ειδικής
κατηγορίας φαρμάκων για τα οποία δεν απαιτείται συνταγογράφηση (ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ.). Αυτή
η επέκταση κρίνεται επωφελής, για τον τελικό καταναλωτή, καθώς διευρύνονται τα
σημεία της πρόσβασης σε συγκεκριμένα φαρμακευτικά προϊόντα.
Δεδομένου του αναλυτικού και αυστηρού νομικού πλαισίου που προβλέπεται στα άρθρα
12 παρ. 1 και 13 παρ. Ιτου ν.δ. 96/1973 (Α'172), 4 παρ. 1 του ν. 1963/1991
(Α'138) και άλλες διατάξεις που επιφυλάσσει το μονοπώλιο στην πώληση φαρμάκων
από φαρμακεία, κρίνεται απαραίτητο να υπάρχει πρόβλεψη για την δημιουργία μία
νέα υποκατηγορίας εντός της ήδη θεσπισμένης από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία
κατηγορίας των ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. Αυτή η υποκατηγορία λαμβάνει την νέα ονομασία: Γενικής
Διάθεσης Φάρμακα (ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ.)
Με την προτεινόμενη διάταξη, ρυθμίζονται ζητήματα της διαδικασίας κατάταξης σε
εναρμόνιση προς το ευρωπαϊκό πλαίσιο και την εθνική νομοθεσία περί νόμιμης
παραγωγής και κυκλοφορίας φαρμάκων που προορίζονται για ανθρώπινη
χρήση. Ο ΕΟΦ αποτελεί τον βασικό εθνικό φορέα για την έκδοση των σχετικών
αδειών, βάσει των οποίων θα γίνει η κατάταξη των προϊόντων αυτών.
Επίσης παρέχεται ειδική νομοθετική εξουσιοδότηση στον Υπουργό Υγείας για την
έκδοση κανονιστικής πράξης, που θα ορίζει λεπτομέρειες ως προς τα επιστημονικά
κριτήρια κατάταξης αυτών των φαρμάκων, τη διαδικασία έγκρισης, τα σημεία πώλησης
και τις λοιπές συνθήκες-όρους της διάθεσής τους στο κοινό. Ως προς το τμήμα της
απόφασης ή των αποφάσεων του Υπουργού Υγείας που καθορίζουν τα σημεία πώλησης
δεν απαιτείται τήρηση της προδικασίας του άρθρου 14 παρ.4 του ν.1316/1983 (Α'3),
δηλ. γνωμοδότηση του ΕΟΦ.
Η παρ.5 προβλέπει την δυνατότητα επικαιροποίησης του καταλόγου των ΓΕΔΙΦΑ,
σύμφωνα με την ισχύουσα διαδικασία κατάταξης.
Οι παρ.6 και 7 απαγορεύουν ρητώς την πώληση των ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ., από συγκεκριμένη
κατηγορία φορέων και ρυθμίζουν το πλαίσιο διοικητικών και ποινικών κυρώσεων για
την παράβαση της νομοθεσίας περί λιανικής πώλησης ΓΕΔΙΦΑ, αλλά και νομοθετική
εξουσιοδότηση για ειδικότερες χρηματικές κυρώσεις για τις παραβάσεις.
Η παρ.8 εισάγει την εφαρμογή των συνόλου της φαρμακευτικής νομοθεσίας και για τα
ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ, για τα οποία η μοναδική παρέκκλιση εκ της κείμενης νομοθεσίας που
επιτρέπεται είναι η πώλησή τους σε καταστήματα εκτός των φαρμακείων.
Άρθρο 69
Με την τροποποίηση της παραγράφου 1 του άρθρου 58 παρέχεται εξουσιοδότηση στον
Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού για την έκδοση απόφασης για την
αναδιάρθρωση και των λοιπών Ειδικών Υπηρεσιών του Μέρους I του ν. 4314/14.
Με την προσθήκη της παραγράφου 12 παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και στον εκάστοτε συναρμόδιο Υπουργό για
έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης για τη ρύθμιση διαχειριστικών θεμάτων και
ζητημάτων σχετιζόμενων με την χρηματοδότηση και υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων
πράξεων.
Με την προσθήκη της παραγράφου 13 παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού για τη σύσταση ομάδων εργασίας με
ανΐικείμενο σχετικό με την εφαρμογή του ν. 4314/2014.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ 4354/2015 (Α'176) - ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗ
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ - ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Γενικές Παρατηρήσεις
Με τις παρούσες διατάξεις τροποποιείται το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο για την
πώληση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που χορηγήθηκαν από αδειοδοτούμενα
από την
Τράπεζα της Ελλάδος πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα προς την κατεύθυνση της
εναρμόνισής του με τις ευρωπαϊκές καλύτερες πρακτικές και ταυτόχρονα της
ενίσχυσης της υφιστάμενης προστασίας των δανειοληπτών, είτε φυσικών προσώπων
είτε νομικών, κατοχυρώνοντας τα υφιστάμενα δικαιώματά τους και παρέχοντας
ουσιαστικές εγγυήσεις τόσο κατά την πώληση των εις βάρος τους απαιτήσεων όσο και
στο επίπεδο της μετέπειτα διαχείρισής της από τους νέους αποκτώντες. Η
θεσμοθέτηση της πώλησης από τα παραπάνω αναφερόμενα ιδρύματα απαιτήσεων και από
δάνεια και πιστώσεις που εξυπηρετούνται, πραγματοποιείται στο πλαίσιο του
γενικότερου πνεύματος εκσυγχρονισμού και εναρμόνισης με τις ευρωπαϊκές αλλά και
διεθνείς πρακτικές, διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό την δημιουργία μίας αγοράς,
η οποία λειτουργεί με όρους διαφάνειας και ορθολογικά αποσκοπώντας στη
δημιουργία ενός νέου αναπτυξιακού κύκλου για την ελληνική οικονομία. Υπ' αυτή
την έννοια παρέχονται στα πιστωτικά ιδρύματα τα θεσμικά εργαλεία αξιοποίησης του
χαρτοφυλακίου τους, καθώς θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν είτε την εφαρμογή
του νόμου περί τιτλοποίησης απαιτήσεων (Ν. 3156/2003) όπου επιτρέπεται και η
τιτλοποίηση απαιτήσεων που εξυπηρετούνται, είτε το θεσμικό πλαίσιο που
προκρίνεται με το παρόν σχέδιο νόμου!
Στο πλαίσιο αυτό και δεδομένης ωστόσο της έντονα ανταγωνιστικής αγοράς τού
ευρωπαϊκού χώρου, κρίνεται απαραίτητη η θέσπιση ενός σύγχρονου, πλήρους, αλλά
και συμβατού με την οικογένεια δικαίων στην οποία ανήκει το ελληνικό δίκαιο
πλέγματος διατάξεων, που θα διασφαλίσει τη δημιουργία μίας εξωχρηματιστηριακής
αγοράς απαιτήσεων και θα κατοχυρώνει ταυτόχρονα τα υφιστάμενα δικαιώματα όλων
των οφειλετών, με ιδιαίτερη πρόνοια για τη διασφάλιση των ουσιαστικών και
δικονομικών δικαιωμάτων τους.
Η δημιουργία μίας τέτοιας αγοράς θα είναι ωφέλιμη τόσο για τα πιστωτικά ιδρύματα
όσο κάι για τους οφειλέτες. Το πιστωτικό ίδρυμα θα μπορεί να ενισχύσει άμεσα τη
ρευστότητάτου εισπράττοντας άμεσα ένα τμήμα της αμοιβής του, το οποίο είναι
αμφίβολο αν θα το εισέπραττε με αναγκαστική εκτέλεση και σε κάθε περίπτωση θα το
εισέπραττε πολύ αργότερα. Παράλληλα, το ήδη θεσμοποιημένο αυστηρό καθεστώς
εποπτείας των εταιριών διαχείρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος ενισχύεται και
ρητά καθορίζεται μεταξύ άλλων και η υποχρέωσή τους να τηρούν τον Κώδικα
Δεοντολογίας Τραπεζών, ώστε να διασφαλίζεται ότι σε κάθε περίπτωση δεν θα
χειροτερεύσει η νομική ή πραγματική θέση του οφειλέτη μόνο και μόνο λόγω της
μεταβίβασης της οφειλής του ή της ανάθεσής της προς διαχείριση.
Ταυτόχρονα, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις παρέχεται ειδική μέριμνα σχετικά με
τη μεταβίβαση δανείων τα οποία έχουν εξασφάλιση την κύρια κατοικία του
δανειολήπτη, ανεξαρτήτως της φύσης του δανείου. Ειδικότερα, για όλα τα δάνεια με
υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε πρώτη κατοικία, η αντικειμενική αξία της
οποίας δέν υπερβαίνει τις 140.000 €, αναστέλλεται πλήρως η δυνατότητα
μεταβίβασης μέχρι τις 31/12/2017. Το μεταβατικό αυτό χρονικό διάστημα, δίδεται
ώστε να υπάρξει σταδιακή απελευθέρωση της σχετικής αγοράς και να δοθεί η
δυνατότητα ενίσχυσης του υπάρχοντος προστατευτικού πλαισίου.
Αιτιολογική Έκθεση κατ' άρθρο:
Άρθρο 70
Με την παράγραφο 1 αντικαθίστανται τα άρθρα 1,2 και 3 του Ν. 4354/2015.
Με το νέο άρθρο 1 ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με την αδειοδότηση και την
εποπτεία των εταιριών διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια πιστώσεις που χορηγούν
πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα που αδειοδοτούνται από την Τράπεζα της
Ελλάδος καθώς και ζητήματα με τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και
πιστώσεις.
Με την παράγραφο 1 α του νέου άρθρου 1 καθορίζεται το είδος των εταιρειών οτις
οποίες δύναται να ανατεθεί η διαχείριση των απαιτήσεων ή προς τις οποίες δύναται
να μεταβιβασθούν απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις. Συγκεκριμένα, η διαχείριση
απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις θα επιτρέπεται να λαμβάνει χώρα μόνο από
ανώνυμες εταιρείες ειδικού και αποκλειστικού σκοπού, που θα εδρεύουν στην Ελλάδα
ή από εταιρίες που έχουν νομικό τύπο που επιτρέπεται για τα πιστωτικά και
χρηματοδοτικά ιδρύματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως αυτό καθορίζεται στην Οδηγία
2013/36 ΕΕ. Οι τελευταίες θα πρέπει να διατηρούν υποκατάστημα στην Ελλάδα με
βάση και την παράγωγο της οδηγίας ευρωπαϊκή νομολογία. Με αυτόν τον τρόπο
επιτυγχάνεται η συνεχής, αδιάλειπτη και ουσιαστική εποπτεία των εταιριών
διαχείρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η προϋπόθεση οι εταιρίες αυτές να είναι
αποκλειστικού σκοπού, διασφαλίζει το ακέραιο της δράστηριότητάς και λειτουργίας
τους και δρα προληπτικά αποκλείοντας γεγονότα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε
στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και μονοπωλιακές ή ολιγοπωλιακές καταστάσεις.
Με την παράγραφο 1 β του νέου άρθρου 1 καθορίζεται το είδος των εταιριών όι
οποίες δύναται να αγοράσουν απαιτήσεις από τα παραπάνω ιδρύματα εξαιρώντας ρητά
τις εταιρίες που έχουν έδρα σε κράτη μη συνεργάσιμα και σε κράτη με ευνοϊκό
φορολογικό καθεστώς, όπως αυτά ορίζονται κάθε φορά στις σχετικές Αποφάσεις του
Υπουργού Οικονομικών.
Με τις παραγράφους 2 έως 9 του νέου άρθρου 1 ρυθμίζονται σε γενικές γραμμές οι
όροι, προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά χορήγησης της σχετικής άδειας για την
άσκηση των δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πλαίσιο της διαχείρισης απαιτήσεων,
ενώ για την εξειδίκευση αυτών παρέχεται εξουσιοδότηση στην Τράπεζα της Ελλάδος
(παράγραφος 23). Η άδεια χορηγείται από την Τράπεζα της Ελλάδος, ύστερα από
εξέταση της τήρησης των τιθέμενων προδιαγραφών και αφού προηγηθεί η απλή γνώμη
Τριμελούς Επιτροπής που συστήνεται με Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας
Ανάπτυξης και Τουρισμού και Οικονομικών. Για τη λήψη της σχετικής άδειας, είναι
απαραίτητη η πιστοποίηση της ταυτότητας των φυσικών και νομικών προσώπων που
κατέχουν άμεσα ή έμμεσα ποσοστό ή δικαιώματα ψήφου ίσα ή μεγαλύτερα από 10% στο
μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας, της ταυτότητας των νομικών και φυσικών προσώπων
που ασκούν έλεγχο στην εταιρία κατά την έννοια του άρθρου 23 παρ. 5 του Ν.
4261/2014, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια των εν λόγω εταιριών και να
περιορίζεται ο κίνδυνος νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Συμπεριλαμβάνεται ακόμα η πιστοποίηση της ταυτότητας των μελών του διοικητικού
συμβουλίου ή των διοικούντων της εταιρείας. Με σκοπό τη διασφάλιση της μεγίστης
προστασίας των δικαιωμάτων των δανειοληπτών, για τη χορήγηση της άδειας
κατατίθεται στην ΤτΕ εμπεριστατωμένη έκθεση στην οποία καταγράφονται διεξοδικά
οι βασικές αρχές και μέθοδοι που θα εφαρμόζονται κατά τη διαχείριση των
απαιτήσεων.
Επιπρόσθετα, κρίνεται απαραίτητο, κατά το στάδιο αδειοδότησης, οι ενδιαφερόμενες
για λήψη άδειας για λειτουργία εταιρίας διαχείρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος,
να προσκομίζουν επιχειρηματικό πλάνο στο οποίο θα παραθέτουν αφενός μεθόδους
αναδιάρθρωσης δανείων εναλλακτικές της εκτέλεσης, και αφετέρου θα παρουσιάζουν
επιτυχείς αναδιαρθρώσεις δανείων που έχουν κάνει στο παρελθόν, αποδεικνύοντας
κατ' αυτόν τον τρόπο την εμπειρία τους στον τομέα αυτό, που εξ αντικειμένου δεν
θα πρέπει να περιορίζεται στη διά αναγκαστικής εκτέλεσης είσπραξη των
οφειλόμενων.
Ειδική μνεία πρέπει να προβλέπεται για δανειολήπτες που εντάσσονται σε κοινωνικά
ευπαθείς ομάδες σύμφωνα και με τις ρυθμίσεις του Κώδικα Δεοντολογίας του άρθρου
1 παρ. 2 του ν. 4224/2013.
Για τη χορήγηση της άδειας είναι απαραίτητη επίσης η θεμελίωση της αξιοπιστίας
της αιτούμενης εταιρείας, όσον αφορά τόσο την καταλληλότητα των στελεχών της,
όσο και την κεφαλαιακή της επάρκεια, ώστε να διαφυλαχθεί η χρηματοπιστωτική
σταθερότητα και η τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού. Αλλαγές στη σύνθεση του
μετοχικού κεφαλαίου, οφείλουν να γνωστοποιούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος, η
οποία τις εξετάζει υπό το πρίσμα της ανάγκης διασφάλισης της ορθής και συνετούς
διοίκησης της εταιρίας. Για λόγους δημοσιότητας και διαφάνειας, η ΤτΕ διατηρεί
στην επίσημη ιστοσελίδα της πλήρως ενημερωμένο κατάλογο με όλες τις
αδειοδοτημένες εταιρείες.
Με τις παραγράφους 10 έως 13 του νέου άρθρου 1 ρυθμίζονται οι όροι τερματισμού
των δραστηριοτήτων της εταιρείας και αναστολής και ανάκλησης της άδειας της
εταιρείας. Όσον αφορά τον τερματισμό δραστηριοτήτων, ισχύον τα όσα προβλέπονται
για όλες τις ανώνυμες εταιρίες. Αναστολή της χορηγηθείσας άδειας αποφασίζει η
ΤτΕ σε περίπτωση παράβασης είτε του τιθέμενου ρυθμιστικού πλαισίου, των Πράξεων
της ΤτΕ ή των όρων της σύμβασης μεταβίβασης ή διαχείρισης δανειακών απαιτήσεων.
Κατά την περίοδο αναστολής η εταιρία θα προβαίνει μόνο σε όσες πράξεις της
επιτρέπονται ρητώς από τη σχετική απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος. Σε περίπτωση
μη συμμόρφωσης της εταιρείας, η ΤτΕ δύναται να προβεί στην ανάκληση της σχετικής
άδειας. Η ανάκληση δύναται να επισπευτεί και στις περιπτώσεις όπου ότι η
εταιρεία εξασφάλισε την άδεια βάσει ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων ή με
οποιοδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο ή υπέβαλε, γνωστοποίησε ή άλλως
δημοσιοποίησε με οποιοδήποτε τρόπο ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ή ψευδή
ή παραπλανητικά στοιχεία ή έντυπα. Επίσης προβλέπεται ανάκληση της άδειας
λειτουργίας, αν διαπιστώνεται ότι η εταιρία χρησιμοποιείται ως μέσο για
νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή αν τα έσοδά της
χρησιμοποιούνται για την τέλεση εγκληματικών δραστηριοτήτων. Σε περίπτωση
ανάκλησης λειτουργίας εφαρμόζεται το άρθρο 145 του Ν. 4261/2014 «Ειδική
Εκκαθάριση πιστωτικών ιδρυμάτων».
Με την παράγραφο 14 του νέου άρθρου 1 θεσπίζεται το πλαίσιο εποπτείας των
εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων δανείων και πιστώσεων από την Τράπεζα της
Ελλάδος με στόχο τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη χώρα.
Με την παράγραφο 15 του νέου άρθρου 1 ορίζεται το ύψος του ελάχιστου μετοχικού
κεφαλαίου το οποίο οφείλει να διατηρεί η εταιρεία η οποία εξαγοράζει δανειακές
συμβάσεις / πιστώσεις από δάνεια, στις εκατό χιλιάδων (100.000) Ευρώ, ενώ
προβλέπεται δυνατότητα ελάττωσης του κεφαλαίου αυτού στα πλαίσια εγκεκριμένου
σχεδίου τερματισμού δραστηριότητας.
Με την παράγραφο 16 του νέου άρθρου 1 ρυθμίζονται ζητήματα του διοικητικού
συμβουλίου, και συγκεκριμένα, η δυνατότητα παύσης εκ μέρους της ΤτΕ μελών του
ΔΣ, εντός του πλαισίου της άσκησης εποπτείας.
Με την παράγραφο 17 του νέου άρθρου 1 Θεσπίζεται η υποχρέωση υποβολής στην ΤτΕ
αντιγράφου του ισολογισμού, του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως και άλλων
στοιχείων που ενδεικτικά απαριθμούνται στο εδάφιο α. Τα στοιχεία αυτά μπορούν να
εξειδικευτούν με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος και θεωρούνται απαραίτητα για
τους σκοπούς της άσκησης του προληπτικού ελέγχου και εποπτείας.
Με την παράγραφο 18 του νέου άρθρου 1 ενισχύονται οι αρμοδιότητες της ΤτΕ στο
πλαίσιο άσκησης της σχετικής εποπτείας, καθώς της παρέχεται η δυνατότητα
διεξαγωγής επιτόπιων ελέγχων και πρόσβασης στα αρχεία της εταιρείας.
Στην παράγραφο 19 του νέου άρθρου 1 προβλέπεται καταβολή ετήσιου τέλους από κάθε
εταιρία προς την Τράπεζα της Ελλάδος για την κάλυψη των εξόδων που σχετίζονται
με τη διεξαγωγή των εποπτικών της λειτουργιών και εξουσιοδοτείται η ΤτΕ να
προσδιορίσει το ύψος, το χρόνο και τον τρόπο καταβολής του τέλους αυτού.
Με την παράγραφο 20 του νέου άρθρου 1 θεσπίζεται η δυνατότητα χορήγησης εκ
μέρους των εταιρειών του προτεινόμενου πλαισίου, και ύστερα από λήψη άδειας από
την ΤτΕ, δανείων ή πιστώσεων με σκοπό την αναχρηματοδότηση των οφειλών.
Εισάγεται αποκλειστική δικαιοδοσία των αρμόδιων κατά τόπο Ελληνικών Δικαστηρίων
για τις διαφορές που προκύπτουν από τη σύμβαση και η οποία καλύπτει και τις
συναφείς αξιώσεις που απορρέουν από τη συγκεκριμένη έννομη σχέση καθώς και σε
αυτές που στηρίζονται στις περί αδικοπραξιών διατάξεις. Επίσης τα δάνεια αυτά
λογίζονται ως τραπεζικά και συνεπώς εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 128/1975
αναφορικά με την εισφορά που προβλέπεται σε αυτόν. Υπεύθυνες για την απόδοση της
εισφοράς αυτής είναι οι εταιρίες διαχείρισης, όπως ρητά προβλέπεται και στο άρ.
3 παρ. 3 του παρόντος.
Με την παράγραφο 21 του νέου άρθρου 1 προβλέπεται άρση του τραπεζικού απορρήτου,
στο μέτρο που η άρση είναι αναγκαία για τις ανάγκες της διαχείρισης. Η ρύθμιση
κρίθηκε απαραίτητη, καθώς η προβολή τραπεζικού απορρήτου θα μπορούσε να οδηγήσει
σε αδυναμία της εταιρίας να διεκπεραιώσει τη διαχείριση. Ταυτόχρονα όμως
τίθενται όρια στην άρση τόσο του τραπεζικού απορρήτου όσο και στην ανακοίνωση
προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη στην εταιρία διαχείρισης, καθώς αυτά
επιτρέπονται μόνο στο μέτρο που είναι αναγκαία για τους σκοπούς της διαχείρισης.
Εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι διατάξεις της παρ. 20 και 21 του άρθρου 10 του Ν.
3156/2003.
Η παράγραφος 22 του νέου άρθρου 1 ενισχύει τη θέση του δανειολήπτη, καθώς
διασφαλίζεται ότι τόσο η εφαρμογή του ρυθμιστικού πλαισίου προστασίας του
καταναλωτή, όσο και η ειδική μέριμνα που προβλέπεται σε διατάξεις της κείμενης
νομοθεσίας για ευπαθείς ομάδες, ενδεικτικά στο Ν. 4224/2014 (Κώδικας
Δεοντολογίας), θα εφαρμόζεται και στην περίπτωση μεταβίβασης ή ανάθεσης της
διαχείρισης σε εταιρία, η οποία χωρίς ειδική διάταξη θα ήταν αμφίβολο αν
υπάγεται στα πεδία εφαρμογής των ρυθμίσεων αυτών.
Η παράγραφος 23 του νέου άρθρου 1 εξουσιοδοτεί την Τράπεζα της Ελλάδος να
εξειδικεύσει τα κριτήρια, τις προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και όλα τα έγγραφα
που απαιτούνται για τη χορήγηση της άδειας της παραγράφου 1.
Με την παράγραφο 24 του νέου άρθρου 1 ρυθμίζεται το ζήτημα της δικαστικής
προστασίας κατά των πράξεων της ΤτΕ, που εκδίδονται κατ' εφαρμογή του άρθρου
αυτού.
Με την παράγραφο 25 του νέου άρθρου 1 επιδιώκεται να διασφαλιστεί ότι η εκχώρηση
απαιτήσεων δεν θα συγκαλύπτει νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές
δραστηριότητες υποχρεώνοντας τις Εταιρίες Διαχείρισης να λάβουν όλα τα μέτρα
επιμέλειας που βαρύνουν τα χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς κατά το Ν. 3691/2008.
Προβλέπεται πως οι πληροφορίες της περ. β της παρ. 1 του άρ. 13 του Ν. 3691/2008
(δηλαδή η ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου της εταιρίας-πελάτη) είναι
διαθέσιμες στον δανειολήπτη, ώστε να μπορεί να εξακριβώσει μήπως ο πραγματικός
δικαιούχος της απαίτησης είναι κάποια ανταγωνιστική επιχείρηση.
Με την παράγραφο 1 του νέου άρθρου 2 ορίζεται αποκλειστικώς και περιοριστικά το
πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης, σύμφωνα με την οποία προβλέπεται ότι η διαχείριση
απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων, δύναται να ανατίθεται σε
εταιρείες του άρθρου 1 παρ. 1ατου νόμου.
Με την παράγραφο 2 του νέου άρθρου 2 προβλέπεται ως συστατικός τύπος της
σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης ο έγγραφος καθώς και το ελάχιστο περιεχόμενο
αυτής. Με την προτεινόμενη ρύθμιση επιχειρείται η κατ' ελάχιστον ρύθμιση του
πλαισίου, η τυποποίηση και εξειδίκευση των απαιτουμένων στοιχείων ώστε να
διασφαλίζεται η προστασία των μικρών δανειοληπτών. Ιδιαίτερης σημασίας χρήζει το
σημείο (β) στο οποίο ορίζεται το περιεχόμενο της διαχείρισης, το οποίο μπορεί να
συνίσταται ιδίως στην νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη
διενέργεια διαπραγματεύσεων με τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και
τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθρων 871-872 ΑΚ ή ρύθμισης
και διακανονισμού οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας που έχει θεσπισθεί
με την υπ' αριθ. 116/25.8.2014 Απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών
Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 2 του ν.
4224/2013, όπως, εκάστοτε ισχύει. Επίσης, εν συνεχεία στο σημείο (γ) προβλέπεται
ότι στη σύμβαση θα πρέπει γα υπάρχει όρος ο οποίος θα ορίζει την καταβλητέα
αμοιβή διαχείρισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορεί να μετακυλίεται στον
υπόχρεο καταβολής της απαίτησης. Αντίγραφο της συμβάσεως κοινοποιείται στην
Τράπεζα της Ελλάδος εντός δέκα ημερών από την υπογραφή της.
Με την παράγραφο 3 του νέου άρθρου 2 παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση στην
Τράπεζα της Ελλάδος να εξειδικεύει περαιτέρω με απόφασή της το ελάχιστο
περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης και της ανατίθεται η αρμοδιότητα
να ελέγχει προληπτικά τα σχέδια των συμβάσεων πριν την υπογραφή τους.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι ο εν λόγω έλεγχος δεν υποκαθιστά τη δικαστική κρίση.
Με την παράγραφο 4 του νέου άρθρου 2 ρυθμίζονται τα θέματα ενεργητικής και
παθητικής νομιμοποίησης για την εξωδικαστική και ενώπιον των Δικαστηρίων
παράσταση των Εταιρειών Διαχείρισης οι οποίες θα νομιμοποιούνται, ως μη
δικαιούχοι διάδικοι, να ασκούν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε
άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς
και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες
εξυγίανσης, πτωχεμτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης
οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014.
Με την παράγραφο 5 του νέου άρθρου 2 ορίζεται ότι οι Εταιρείες Διαχείρισης
δύνανται για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου να προσλαμβάνουν Εταιρείες
Ενημέρωσης Οφειλετών για Ληξιπρόθεσμες Οφειλές, που λειτουργούν σύμφωνα με τον
ν. 3758/2009, ή αντίστοιχου σκοπού εταιρίες που λειτουργούν σε κράτος μέλος της
ΕΕ ή κράτος του ΕΟΧ, και ότι δεσμεύονται και οι ίδιες από τις διατάξεις του
παραπάνω νόμου, αλλά και από τις προστατευτικές για τον δανειολήπτη διατάξεις
της κείμενης νομοθεσίας περί προστασίας του καταναλωτή, του Κώδικα Δεοντολογίας
Τραπεζών και τους κανόνες που διέπουν τη χορήγηση δανείων και πιστώσεων από
πιστωτικά ιδρύματα.
Με την παράγραφο 1 του νέου άρθρου 3 ορίζεται ο έγγραφος τύπος ως ο συστατικός
των συμβάσεων πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων και το αντικείμενο αυτών, το
οποίο, κατά περίπτωση, δύναταί να είναι μεμονωμένες απαιτήσεις ή ομάδες
απαιτήσεων. Επίσης, προβλέπεται ρητά ότι στην περίπτωση των ομάδων απαιτήσεων
δεν εφαρμόζεται το άρθρο 479 ΑΚ για την ευθύνη αποκτώντος περιουσία ή
επιχείρηση. Τέλος, ρυθμίζονται διάφορα θέματα δια παραπομπής στον Αστικό Κώδικα.
Με την παράγραφο 2 του νέου άρθρου 3 προβλέπεται ρητά ότι εντός δώδεκα (12)
μηνών πριν την προσφορά προς πώληση των απαιτήσεων των πιστωτικών ή
χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, πρέπει να έχει προσκληθεί με εξώδικη πρόσκληση ο
δανειολήπτης και ο εγγυητής να διακανονίσει τις οφειλές του βάσει γραπτής
πρότασης ρύθμισης με συγκεκριμένους όρους αποπληρωμής. Η ρύθμιση αποσκοπεί στο
να αποτρέψει τον αιφνιδιασμό των οφειλετών, στους οποίους δίνεται η ευκαιρία να
ρυθμίσουν την οφειλή τους πριν η κατ' αυτών απαίτηση εκχωρηθεί στις εταιρείες
μεταβίβασης του άρθρου 1 του νομοσχεδίου. Στην ίδια αποτροπή του αιφνιδιασμού
αποσκοπεί και η απαίτηση μεσο?νάβησης ενός μεγίστου χρονικού διαστήματος 12
μηνών ανάμεσα στην πρόταση και την εκχώρηση, ώστε να μην απέχουν τα δύο γεγονότα
μεταξύ τους ιδιαίτερα μεγάλο χρονικό διάστημα. Από τη ρύθμιση εξαιρούνται οι
επίδικες και οι επιδικασθείσες απαιτήσεις, καθώς και οι απαιτήσεις κατά μη
συνεργάσιμων δανειοληπτών, καθώς στη μεν πρώτη περίπτωση δεν μπορεί να γίνει
λόγος για αιφνιδιασμό, στη δε περίπτωση των μη συνεργάσιμων δανειοληπτών δεν θα
εξυπηρετούσε σε τίποτε η αποστολή πρόσκλησης. Επιπλέον, προβλέπεται ρητά ότι
κάθε νέος εκδοχέας απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια και πιστώσεις του
άρθρου 1 παρ. 1 του παρόντος νομοσχεδίου οφείλει να εκκινεί εκ νέου τη
Διαδικασία Επίλυσης Απαιτήσεων (ΔΕΚ) του Κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013. Η
ρύθμιση αυτή χορηγεί στους δανειολήπτες μία νέα δυνατότητα εξεύρεσης
εξωδικαστικής λύσης, με ευνοϊκότερους όρους αποπληρωμής τής οφειλής τους, κάθε
φορά που η απαίτηση κατ' αυτών αποκτάται από νέο δικαιούχο.
Με τις παραγράφους 3 και 4 του νέου άρθρου 3 ρυθμίζονται τα θέματα της
καταχώρησης της περίληψης των συμβάσεων πώλησης ή μεταβίβασης απαιτήσεων και των
αποτελεσμάτων αυτής σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 2844/2000 για συμβάσεις
επί κινητών ή απαιτήσεων υποκείμενες σε δημοσιότητα και άλλες συμβάσεις παροχής
ασφάλειας. Επίσης, προβλέπεται ρητά ότι ειδικές συμφωνίες περί ανεκχώρητου των
απαιτήσεων μεταξύ μεταβιβάζοντος πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος και
δανειοληπτών δεν αντιτάσσονται στον εκδοχέα. Έτσι αποτρέπεται η κατ' άρθρο 466
Α.Κ. εμπράγματη ενέργεια της συμφωνίας περί ανεκχώρητου, διατηρούμενης πάντως
της ενοχικής της ενέργειας κατά τη γενική διάταξη του άρθρου 177 Α.Κ. Περαιτέρω,
προβλέπεται ότι ο εκχωρητής καθίσταται αντίκλητος του εκδοχέα, ώστε να μην
δυσχεραίνεται η επίδοση οποιουδήποτε εγγράφου από τον οφειλέτη. Τέλος,
ρυθμίζονται θέματα της αναγγελίας και της καταχώρησης στο δημόσιο βιβλίο του
άρθρου 3 του ν. 2844/2000 και ειδικότερα ότι αυτή γίνεται προς τους οφειλέτες
και τους εγγυητές με κάθε πρόσφορο μέσο, ότι πριν από την καταχώρηση δεν
αποκτώνται έναντι τρίτων δικαιώματα που απορρέουν από τη μεταβίβαση και ότι η
καταβολή προς το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα πριν από την αναγγελία
ελευθερώνει τον δανειολήπτη έναντι του μεταβιβάζοντος και των ελκόντων
δικαιώματα από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νομοσχεδίου. Επίσης ρητά
προβλέπεται OIL την εισφορά του Ν. 128/1975 για τα μεταβιβαζόμενα δάνεια,
οφείλουν να αποδίδουν οι Εταιρίες Διαχείρισης.
Με την παράγραφο 5 του νέου άρθρου 3 προβλέπεται ρητά η απαγόρευση της
καταπιστευτικής μεταβίβασης των απαιτήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του
παρόντος νομοσχεδίου. Επίσης, ορίζεται ότι επιτρέπεται η αναπροσαρμογή ή πίστωση
του τιμήματος της πώλησης και η υπαναχώρηση από τη σύμβαση πώλησης κατά τους
όρους της συμβάσεως και των σχετικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα.
Με την παράγραφο 6 του νέου άρθρου 3 ρυθμίζονται οι διατυπώσεις δημοσιότητας που
πρέπει να τηρούνται όταν η μεταβιβαζόμενη απαίτηση ασφαλίζεται με υποθήκη ή
προσημείωση υποθήκης ή ενέχυρο ή άλλο παρεπόμενο δικαίωμα ή προνόμιο, το οποίο
έχει υποβληθεί σε δημοσιότητα με καταχώριση σε δημόσιο βιβλίο ή αρχείο.
Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι στις περιπτώσεις αυτές για τη σημείωση της μεταβολής
του δικαιούχου είναι απαραίτητη η καταχώριση της βεβαίωσης στο δημόσιο βιβλίο
του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 και σχετική μνεία σε περίληψη του εμπράγματου
βάρους, του παρεπόμενου δικαιώματος ή του προνομίου και ότι από την καταχώριση
για κάθε ενέχυρο σε σχέση με τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις επέρχονται τα
αποτελέσματα των άρθρων 39 και 44 του ν.δ/τος 17.7/13.8.1923.
Με την παράγραφο 7 του νέου άρθρου 3 προβλέπεται ρητά η απαγόρευση της
χειροτέρευσης της θέσης του οφειλέτη και του εγγυητή, τόσο από ουσιαστική όσο
και από δικονομική άποψη, ως συνέπεια της πώλησης ή της μεταβίβασης των
απαιτήσεων! Εξασφαλίζεται με τον τρόπο αυτό ότι οι δανειολήπτες θα διατηρήσουν
όλα τα δικαιώματά τους καθώς και τις δικονομικές και ουσιαστικές ενστάσεις τους
έναντι του εκδοχέα των απαιτήσεων από συμβάσεις χορήγησης δανείων και πιστώσεων.
Η διάταξη αυτή προσπαθεί να καλύψει οποιαδήποτε κενά προστασίας του δανειολήπτη,
που θα μπορούσαν να προκύψουν από την εφαρμογή είτε των γενικών διατάξεων (άρθρο
463 Α.Κ.) είτε από τις υπόλοιπες διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου
(εφαρμογή των διατάξεων περί προστασίας καταναλωτή, εφαρμογή του Κώδικα
Δεοντολογίας Τραπεζών, ιδιότητα του εκχωρητή ως αντικλήτου του εκδοχέα κλπ.).
Επίσης, προβλέπεται ρητά ότι στην περίπτωση μεταβίβασης απαίτησης από
εξυπηρετούμενο δάνειο, για την εξυπηρέτηση του οποίου έχει συμφωνηθεί
κυμαινόμενο επιτόκιο, ο εκδοχέας δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση να
προσδιορίσει περιθώριο, επιπλέον του επιτοκίου αναφοράς, υψηλότερο εκείνου που
είχε προσδιορίσει το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα κατά το χρόνο καταχώρισης
της μεταβίβασης, ακόμα κι αν τέτοιο δικαίωμα προβλεπόταν για τον εκχωρητή. Με τη
ρύθμιση αυτή προστατεύονται οι δανειολήπτες από την αιφνίδια αύξηση του
επιτοκίου των δανειακών τους συμβάσεων, που θα μπορούσε να συμβεί ως συνέπεια
της αλλαγής του δικαιούχου της απαίτησης. Δηλαδή οι αποδόσεις των
μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων, "σε ό,τι αφορά τα επιτόκια και τα περιθώρια, θα
παραμείνουν ως είχαν κατά τη στιγμή της μεταβίβασης από την τράπεζα, από την
οποία έγινε η αγορά των απαιτήσεων, για κάθε κατηγορία δανείων (στεγαστικά,
καταναλωτικά, επιχειρηματικά, κάρτες, υπεραναλήψεις).
Με την παράγραφο 8 του νέου άρθρου 3 εξαιρούνται από το πλαίσιο εφαρμογής του
παρόντος νομοσχεδίου έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017 όλες οι απαιτήσεις από δανειακές
συμβάσεις και πιστώσεις με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης πρώτης κατοικίας,
αντικειμενικής αξίας έως 140.000 ευρώ, καθώς και, χωρίς τον ανωτέρω χρονικό
περιορισμό, τα δάνεια με εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 70 του νομοσχεδίου προστίθεται νέο
άρθρο 3Α στον ν. 4354/2015, το οποίο ρυθμίζει φορολογικά και άλλα θέματα στο
πλαίσιο της διαχείρισης και μεταβίβασης δανείων και πιστώσεων στις εταιρείες του
ως άνω νόμου. Ειδικότερα ορίζεται ότι φορολογείται με βάση τις γενικές διατάξεις
φορολογίας εισοδήματος η τυχόν υπεραξία που αποκτούν νομικά πρόσωπα από τη
μεταβίβαση απαιτήσεων που αφορούν δάνεια και πιστώσεις τους προς εταιρεία του
άρθρου 1 του ν. 4354/2015, καθώς επίσης και της υπεραξίας που αποκτούν οι
εταιρείες του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 από τη μεταγενέστερη μεταβίβαση των
ίδιων απαιτήσεων, στο πλαίσιο της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Επιπλέον,
οι πληρωμές τόκων που καταβάλλονται σε εταιρείες του άρθρου 1 του ν,4354/2015
από απαιτήσεις που έχουν αποκτήσει κατ' εφαρμογή των διατάξεων του ίδιου νόμου,
καθώς και από δάνεια που χορηγούν οι ίδιες προς τρίτους αντιμετωπίζονται
φορολογικά ως πληρωμές τόκων που καταβάλλονται προς πιστωτικά ιδρύματα. Επίσης,
αποσαφηνίζεται η φορολογική μεταχείριση από πλευράς ΦΠΑ των μεταβιβάσεων
απαιτήσεων και της διαχείρισης απαιτήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ οι
συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων που χορηγούν οι εταιρείες του ν. 4354/2015
εξομοιώνονται από πλευράς τελών χαρτοσήμου με τις αντίστοιχες των τραπεζικών
ιδρυμάτων. Τέλος, για να διευκολυνθεί η ανάπτυξη της προβλεπόμενης στο ν.
435/2015 νέας χρηματοοικονομικής αγοράς και να μην καταστεί οικονομικά ασύμφορη
η συγκεκριμένη μορφή συναλλαγής, η προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπει για κάθε
εγγραφή σε δημόσιο βιβλίο, μητρώο ή κτηματολόγιο την καταβολή μειωμένων
αναλογικών δικαιωμάτων σε σχέση με τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 71
Με το άρθρο 71 του νομοσχεδίου εισάγονται μεταβατικές διατάξεις σχετικές με την
εφαρμογή του τροποποιούμενου νόμου 4354/2015,
Συγκεκριμένα, με την παράγραφο 1 ορίζεται ότι οι διατάξεις του παρόντος
νομοσχεδίου εφαρμόζονται και σε αιτήσεις χορήγησης άδειας που έχουν υποβληθεί
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015, πριν την τροποποίησή του
με το άρθρο ... του παρόντος. Επίσης, προβλέπεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος
καλεί εγγράφως τις εταιρίες που έχουν ήδη υποβάλει αίτηση να συμμορφωθούν με τις
διατάξεις του παρόντος νομοσχεδίου εντός εύλογης προθεσμίας, η οποία δεν μπορεί
να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης και
ότι μετά την παρέλευση της παραπάνω προθεσμίας εκκινούν εκ νέου οι προθεσμίες
της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του νόμου 4354/2015.
Με την παράγραφο 2 προβλέπεται ρητά ότι οι κανονιστικές πράξεις που εκδόθηκαν
κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων των άρθρων 1 έως 3 του ν. 4354/2015, πριν την
τροποποίησή τους με το άρθρο 70 του παρόντος, εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον
δεν είναι αντίθετες με τις νέες τροποποιούμενες διατάξεις.
Με την παράγραφο 3 ορίζεται ότι οι διατάξεις του νέου άρθρου 3Α του ν. 4354/2015
έχουν εφαρμογή για συμβάσεις που καταρτίζονται, εισοδήματα που αποκτώνται και
πληρωμές που πραγματοποιούνται από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΑ Β' - ΣΤ'
Γενικά επί των άρθρων 72 - 99
Η οικονομική ύφεση των τελευταίων ετών, σε συνδυασμό με τον υπερδανεισμό που
είχε προηγηθεί, οδήγησε σε μία εκτόξευση του ιδιωτικού χρέους, το οποίο έχει
αναδειχθεί σε μείζον κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα. Από τη μία πλευρά, η
σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος απειλείται από τις μεγάλες ζημίες
που καταγράφουν τα πιστωτικά ιδρύματα λόγω των μη εξυπηρετούμενων δανείων, από
την άλλη πλευρά, οι δανειολήπτες, λόγω της υπερχρέωσής τους, αδυνατούν να
επιστρέφουν στην οικονομική δραστηριότητα, με αποτέλεσμα αφενός οι ίδιοι να
φτάνουν στα όρια της απόγνωσης, αφετέρου να επιτείνεται η οικονομική ύφεση.
Λόγω του μεγέθους του, αλλά καί λόγω της σημασίας των συνεπειών του, το πρόβλημα
του ιδιωτικού χρέους απαιτεί ένα μόνιμο μηχανισμό για τη διαχείρισή του. Μία
πρώτη προσπάθεια δημιουργίας ενός τέτοιου μηχανισμού έγινε με το άρθρο 1 του ν.
4224/2013 (Α' 288), το οποίο προέβλεψε τη σύσταση του Κυβερνητικού Συμβουλίου
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.). Η σύσταση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. έγινε με
την π.υ.σ. 6/2014 (Α' 39). Εν συνεχεία, με το άρθρο 5 της υποπαραγράφου Α4 του
άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94) συστήθηκαν η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης
Ιδιωτικού Χρέους, καθώς και τριάντα (30) Κέντρα Ενημέρωσης Δανειοληπτών.
Με τις εν λόγω διατάξεις, επιχειρείται αφενός μία κωδικοποίηση, με κάποιες
βελτιώσεις, του νομικού πλαισίου που διέπει το ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. και την ομάδα
υποστήριξης αυτού, η οποία μετονομάζεται σε Συντονιστική Επιτροπή για τη
Διαχείριση του Ιδιωτικού Χρέους, αφετέρου η πληρέστερη ρύθμιση των ζητημάτων που
αφορούν την οργάνωση και τη λειτουργία της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης
Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), καθώς και των Κέντρων Ενημέρωσης Δανειοληπτών, τα
οποία μετονομάζονται σε Κέντρα Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.),
ώστε να καταστεί εφικτή η έναρξη λειτουργίας τόσο της Ε.Γ.Δ.ϊ.Χ. όσο και των
Κ.Ε.Υ.Δ. σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Επί του άρθρου 72:
Το άρθρο 72 επαναλαμβάνει την παράγραφο 1 του άρθρου 1 της π.υ.σ. 6/2014, όπως η
παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 της π.υ.σ. 23/2015 (Α' 122)> με
την οποία συστήθηκε το ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
Επί του άρθρου 73:
Το άρθρο 73 απαριθμεί τις αρμοδιότητες του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., όπως αυτές προβλέπονται
στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 και στην παράγραφο 4 του άρθρου 1
της π.υ.σ. 6/2014. Προβλέπεται δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της
απόφασης του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. περί ορισμού του «συνεργάσιμου δανειολήπτη» και της
εκτίμησής του για τις «εύλογες δαπάνες διαβίωσης», ώστε οι πράξεις αυτές να
γίνονται ευρύτερα γνωστές, ενόψει της σημασίας που έχουν οι έννοιες αυτές, ιδίως
στα πλαίσια του ν. 3869/2010. Περαιτέρω, η έκθεση προόδου που συντάσσει το
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., γίνεται ετήσια (από
τριμηνιαία), ώστε να αξιοπΰιούνται και οι ετήσιες εκθέσεις προόδου της
Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. (κατά την περίπτωση ιστ' της παραγράφου 2 του άρθρου 8),
διατηρούμενης πάντως της υποχρέωσης υποβολής συνοπτικών τριμηνιαίων αναφορών,
ενώ επιπλέον προβλέπεται υποβολή τόσο της ετήσιας έκθεσης όσο και των
τριμηνιαίων αναφορών στον Πρωθυπουργό και στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών
Υποθέσεων του Κοινοβουλίου, ώστε να υπάρχει ενημέρωση τόσο σε ανώτατο
κυβερνητικό επίπεδο όσο και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο.
Επί ίου άρθρου 74:
Το άρθρο 74 ρυθμίζει τη λειτουργία του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. Η προεδρία του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
μεταφέρεται από τον Υπουργό Οικονομικών στον Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού, καθώς ο τελευταίος Υπουργός θεωρείται πλέον αρμόδιος καθ' ύλη για το
ζήτημα του ιδιωτικού χρέους. Τα διαδικαστικά ζητήματα των συνεδριάσεων του
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. ρυθμίζονται με όμοιο τρόπο, όπως στο άρθρο 1 της π.υ.σ. 6/2014.
Επαναλαμβάνεται η ισχύουσα (άρθρο 1 παρ. 1 ν. 4224/2013) δυνατότητα του
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. να συμβουλεύεται ειδικούς εμπειρογνώμονες, ενώ, προς ενίσχυση της
αποτελεσματικότητάς του, θεσπίζεται αρμοδιότητά του να συνιστά επιτροπές και
ομάδες εργασίας. Επειδή το άρθρο 21 του ν. 4354/2015 προβλέπει καθορισμό της
αποζημίωσης των επιτροπών και των ομάδων εργασίας από τον καθ' ύλην αρμόδιο
Υπουργό, διευκρινίζεται, προς αποφυγή αμφιβολιών, ότι ως τέτοιος νοείται ο
Υπουργός Οικονομίας, Ανάπτυξης καιΤουρισμού, ο οποίος προεδρεύειτου ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
Περαιτέρω, η γραμματειακή υποστήριξη και τεχνική εξυπηρέτηση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
μεταφέρεται από το Γραφείο του Γενικού Γραμματέα Συντονισμού (άρθρο 1 παρ. 6 της
π.υ.σ. 6/2014) σε συνιστώμενο τμήμα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. λόγω της υπαγωγής της
Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. στο ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. (άρθρο 7). Τέλος, προβλέπεται ότι οι δαπάνες
λειτουργίας του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. θα εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου
Οικονομίας Ανάπτυξης καιΤουρισμού.
Επί του άρθρου 75:
Με το άρθρο 75 ρυθμίζονται ζητήματα οργάνωσης και λειτουργίας της Ομάδας
Υποστήριξης του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., η οποία συστήθηκε με το άρθρο 2 της π.υ.σ. 6/2014
και η οποία μετονομάζεται πλέον σε Συντονιστική Επιτροπή για τη Διαχείριση του
Ιδιωτικού Χρέους. Ως Πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής ορίζεται ο Ειδικός
Τομεακός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, ώστε να επιτυγχάνεται ενότητα
των δράσεων αφενός της Συντονιστικής Επιτροπής, αφετέρου της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Προκειμένου να αυξηθεί η ευελιξία της Συντονιστικής Επιτροπής, ο αριθμός των
μελών της μειώθηκε από δεκαοκτώ σε πέντε. Μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής είναι
οι τέσσερις Διοικητικοί και Τομεακοί Γραμματείς, οι οποίοι θα αντικαταστήσουν
τους Γενικούς Γραμματείς που συμμετείχαν στην Ομάδα Υποστήριξης, καθώς και ο
Ειδικός Τομεακός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ως Πρόεδρος, ενώ
δικαιούνται να ορίσουν εκπροσώπους ως παρατηρητές ο Πρωθυπουργός, ο Αντιπρόεδρος
της Κυβέρνησης, οι Υπουργοί που συμμετέχουν στο ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., ο Τομεακός
Γραμματέας Συντονισμού και η Τράπεζα της Ελλάδος. Η γραμματειακή υποστήριξη και
τεχνική εξυπηρέτηση της Συντονιστικής Επιτροπής μεταφέρεται από τη Γενική
Γραμματεία Συντονισμού σε συνιστώμενο τμήμα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., ενώ, τέλος,
προβλέπεται ότι οι δαπάνες λειτουργίας της Συντονιστικής Επιτροπής θα
εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομίας Ανάπτυξης και
Τουρισμού.
Επί του άρθρου 76:
Το άρθρο 76 περιγράφει τις αρμοδιότητες της Συντονιστικής Επιτροπής. Ουσιαστικά
επαναλαμβάνονται οι διατάξεις των άρθρων 3 και 4 της π.υ.σ. 6/2014.
Επί του άρθρου 77:
Το άρθρο 77 προβλέπει την αρμοδιότητα των Διοικητικών και των Τομεακών
Γραμματέων, που είναι μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής, να σχεδιάζουν και να
υλοποιούν, εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου τους, επιμέρους
δράσεις σχετικές με την Εθνική Στρατηγική για τη Διαχείριση του Ιδιωτικού
Χρέους. Επιπλέον, προκειμένου να διευκολυνθεί η άμεση υλοποίηση των αποφάσεων
του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., θεσπίζεται υποχρέωση των υπηρεσιών του δημοσίου τομέα και των
εμπλεκομένων φορέων του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα να συνεργάζονται με τη
Συντονιστική Επιτροπή και το ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
Επί του άρθρου 78:
Με το άρθρο 78 ορίζεται ότι η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. είναι αυτοτελής δημόσια υπηρεσία,
υπαγόμενη στο ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. Ως έδρα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. ορίζεται η Αθήνα, παρέχεται
όμως εξουσιοδότηση στο ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. να τη μεταβάλει.
Επί του άρθρου 79:
Στην παράγραφο 1 του άρθρου 79 περιγράφεται η αποστολή της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., η οποία
έγκειται στην υποστήριξη του έργου του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., στην οργάνωση και διαμόρφωση
της πολιτικής για την ενημέρωση και την υποστήριξη προς τους δανειολήπτες και
τους ενδιαφερομένους για τη λήψη δανείου και στον επιχειρησιακό συντονισμό της
Συντονιστικής Επιτροπής. Στην παράγραφο 2 παρατίθενται πιο αναλυτικά οι
αρμοδιότητες της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., στις οποίες περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η
συνδρομή στο σχεδίασμά και την υλοποίηση της Εθνικής Στρατηγικής για την
οργάνωση ενός ολοκληρωμένου μηχανισμού αποτελεσματικής διαχείρισης του ιδιωτικού
χρέους, η μέριμνα για την ομαλή λειτουργία του δικτύου ενημέρωσης και
υποστήριξης δανειοληπτών, ο συντονισμός του έργου των εμπλεκόμενων κρατικών
φορέων και υπηρεσιών, ο σχεδιασμός προγραμμάτων πληροφόρησης και
ευαισθητοποίησης των ενδιαφερομένων φορέων και του κοινού, η ευθύνη λειτουργίας
τηλεφωνικού κέντρου για την καθοδήγηση και ενημέρωση των δανειοληπτών, καθώς και
των ενδιαφερομένων για τη λήψη δανείου, η ευθύνη λειτουργίας ενημερωτικής
ιστοσελίδας, με διαδικτυακό εργαλείο υπολογισμού των «εύλογων δαπανών» και
διαχείρισης δηλώσεων, και η σύνταξη και υποβολή στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών
Υποθέσεων του Κοινοβουλίου (μέσω του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.) επικαιροποιημένου κειμένου της
Εθνικής Στρατηγικής για τη διαχείριση
των μη εξυπηρετούμενων δανείων, συνοπτικών τριμηνιαίων αναφορών και αναλυτικών
ετήσιων εκθέσεων προόδου.
Επί του άρθρου 80:
Το άρθρο 80 ρυθμίζει ζητήματα σχετικά με τον Ειδικό Τομεακό Γραμματέα
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, ο οποίος προΐσταται της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Σε συμφωνία με
τη γενικότερη μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης, ο Ειδικός Τομεακός Γραμματέας
επιλέγεται με τη διαδικασία και για τη θητεία του ν. 4369/2016. Προκειμένου να
μην υφίστάται κενό σε περίπτωση λήξης της θητείας του Γραμματέα, δεδομένου ότι η
Ειδική Γραμματεία δεν υπάγεται σε κάποιο συγκεκριμένο Υπουργείο, προβλέπεται
παράταση της θητείας μέχρι το διορισμό νέου Γραμματέα, μέχρι έξι μήνες.
Προκειμένου να μην υφίστανται νομικά κενά, προβλέπεται στην παράγραφο 3
προβλέπεται πως οι αρμοδιότητες, που ανατίθενται στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., ασκούνται από
το Γραμματέα. Τέλος, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα της
Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., προβλέπεται αρμοδιότητα του Γραμματέα να συμβουλεύεται ειδικούς
εμπειρογνώμονες και να συγκροτεί επιτροπές και ομάδες εργασίας.
Επί του άρθρου 81:
Στο άρθρο 81 ρυθμίζεται η διάρθρωση της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Πέραν του Γραφείου του
Ειδικού Τομεακού Γραμματέα και των 30 περιφερειακών υπηρεσιών (Κ.Ε.Υ.Δ.),
προβλέπεται η διάρθρωση της Κεντρικής Υπηρεσίας σε μία διεύθυνση, που
περιλαμβάνει δύο τμήματα, τέσσερα αυτοτελή τμήματα και δύο γραφεία. Η διάρθρωση
αυτή επιλέχθηκε ενόφειτου μικρού σχετικά αριθμού οργανικών θέσεων (79 κατά το
άρθρο 19), προκειμένου να επιτευχθεί μία εύλογη αναλογία προϊσταμένων προς
υφισταμένους και έτσι να μεγιστοποιηθεί η λειτουργικότητα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Επί των άρθρων 82-89:
Στα άρθρα 82-89 περιγράφονται οι ειδικότερες αρμοδιότητες του Γραφείου του
Ειδικού Τομεακού Γραμματέα και εκάστης οργανικής μονάδας της Κεντρικής Υπηρεσίας
της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Επί του άρθρου 90:
Στο άρθρο 90 ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τη στελέχωση της Κεντρικής
Υπηρεσίας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Συνιστώνται 79 θέσεις, έκτων οποίων οκτώ θέσεις
δικηγόρων θα καλυφθούν με προσλήψεις κατά τον Κώδικα περί Δικηγόρων και οι
υπόλοιπες 71 θέσεις θα καλυφθούν με μετατάξεις, μεταφορές και αποσπάσεις μόνιμων
υπαλλήλων ή υπαλλήλων ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του δημόσιου τομέα.
Προκειμένου να στελεχωθεί η Κεντρική Υπηρεσία στο συντομότερο χρονικό διάστημα,
προβλέπεται ότι δεν απαιτείται απόφαση ή σύμφωνη γνώμη των Υπηρεσιακών
Συμβουλίων. Περαιτέρω, με σκοπό την εξασφάλιση ευελιξίας ως προς την εσωτερική
οργάνωση της Κεντρικής Υπηρεσίας, παρέχεται εξουσιοδότηση στο Γραμματέα να
κΟτανείμει τις θέσεις και το προσωπικό στις οργανικές μονάδες της Κεντρικής
Υπηρεσίας, ανάλογα με τις ανάγκες και το φόρτο εργασίας εκάστου τμήματος.
Επί του άρθρου 91:
Στο άρθρο 91 ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τους προϊσταμένους των οργανικών
μονάδων της Κεντρικής Υπηρεσίας, με παραπομπή στις διατάξεις του Κώδικα
Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.,
καθώς και του ν. 4369/2016. Προκειμένου να παρασχεθούν κίνητρα για αποσπάσεις
στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. προβλέπεται επίσης υπολογισμός του χρόνου υπηρεσίας των
αποσπασμένων σε θέσεις προϊσταμένων ως χρόνου υπηρεσίας σε θέση προϊσταμένου της
υπηρεσίας προέλευσης.
Επί του άρθρου 92:
Το άρθρο 92 κατανέμει τα τριάντα (30) Κέντρα Ενημέρωσης - Υποστήριξης
Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.) ανάτην Επικράτεια. Η κατανομή των Κ.Ε.Υ.Δ. έγινε με βάση
την κατανομή του πληθυσμού στις Περιφερειακές Ενότητες. Για τον προσδιορισμό της
έδρας των Κ.Ε.Υ.Δ. εντός των ορίων της κάθε Περιφερειακής Ενότητας, καθώς και
για το χρόνο έναρξης της λειτουργίας τους, παρέχεται εξουσιοδότηση στο
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. Προκειμένου να μπορούν να εξυπηρετηθούν και περιοχές, στις οποίες
δεν ιδρύεται Κ.Ε.Υ.Δ., προβλέπεται αρμοδιότητα του Γραμματέα να μετακινεί
κλιμάκια υπαλλήλων σε πλησιέστερες Περιφερειακές Ενότητες.
Επί του άρθρου 93:
Το έργο της συγκρότησης και θέσης σε λειτουργία των ΚΕΥΔ είναι ένα φιλόδοξο
σχέδιο για τη χώρα μας που αντιμετωπίζει οξύτατο πρόβλημα με τα μη
εξυπηρετούμενα δάνεια και διαθέτει περιορισμένους πόρους. Η υλοποίηση θα πρέπει
να είναι σταδιακή και απαιτείται ρεαλιστική προσέγγιση για την υλοποίηση των
ειδικότερων στόχων και δέσμευση ότι ο θεσμός θα αναπτυχθεί σε βάθος χρόνου.
Επωφελούμενοι των υπηρεσιών των Κ.Ε.Υ.Δ. θα είναι:
α) Δανειολήπτες, οι οποίοι παρουσιάζουν καθυστερήσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα
και περιγραφόμενα στο σημείο ΣΤ' («Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων») του
Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών του ν. 4224/2013 (Β' 2289/2014), οπότε το
πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με τον ανωτέρω Κώδικα οφείλει να αποστείλει γραπτή
ειδοποίηση στον δανειολήπτη εντός των επόμενων δεκαπέντε (15) ημερολογιακών
ημερών. Οι δανειολήπτες αυτοί δεν έχουν καταθέσει αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις
του ν. 3869/2010, ούτε -εφόσον έχουν την εμπορική ιδιότητα- έχουν καταθέσει
αίτηση υπαγωγής στην προπτωχευτική διαδικασία του Πτωχευτικού Κώδικα ή στις
διατάξεις του ν. 4307/2014 και μπορούν να επωφεληθούν από τις υπηρεσίες και
διαδικασίες που προσφέρουν τα Κέντρα Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών
(Κ.Ε.Υ.Δ.).
β) Φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας και εμπορικής ιδιότητας
και έχουν περιέλθει, σε αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών και
τα Οποία υπέβαλαν μεν την αίτηση του ν. 3869/2010 ενώπιον του αρμοδίου
Ειρηνοδικείου, προκειμένου οι οφειλές τους να ρυθμισθούν βάσει των διατάξεων του
νόμου αυτού, πλην όμως οι συγκεκριμένες αιτήσεις τους δεν ευδοκίμησαν και
απορρίφθηκαν.
γ) Φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας και εμπορικής ιδιότητας
και έχουν περιέλθει, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων
χρηματικών οφειλών τους, τα οποία πριν υποβάλουν την αίτηση του άρθρου 4 του ν.
3869/2010, και σύμφωνα με το άρθρο 2 του νόμου αυτού, επιλέγουν την εξωδικαστική
επίλυση της διαφοράς τους μέσω του θεσμού της διαμεσολάβησης
του ν. 3898/2010. Τα Κ.Ε.Υ.Δ. μπορούν να παρέχουν σφαιρική ενημέρωση και
υποστήριξη σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 2 του νόμου και στο πλαίσιο αυτό
να συμβάλλουν στην αποτελεσματική επίλυση διαφορών των οφειλετών και ταυτόχρονα
στη διαμόρφωση κουλτούρας επιλογής των εξωδικαστικών μεθόδων, ως μέσων επιλύσεως
της εκάστοτε διαφοράς.
δ) Όσοι έχουν υποβάλει αίτηση ενώπιον αρμόδιου Ειρηνοδικείου για την υπαγωγή
τους στις διατάξεις του ν. 3869/2010, οι οποίοι επιλέγουν, κατά το διάστημα της
εκκρεμοδικίας και έως τη συζήτηση της αίτησής τους, να προβούν σε προδικαστικό
συμβιβασμό με τους πιστωτές τους σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 5 και 7 του
νόμου. Τα Κ.Ε.Υ.Δ. μπορούν να ενημερώσουν και να υποστηρίξουν τους οφειλέτες στο
πλαίσιο επίτευξης μιας συμφωνίας προδικαστικού συμβιβασμού.
ε) Μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους ή
επαπειλείται η περιέλευση τους σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και δεν έχουν
υποβάλει αίτηση υπαγωγής τους σε οποιαδήποτε από τις διαδικασίες του Πτωχευτικού
Κώδικα ή του ν. 4307/2014 ή οι υποβληθείσες αιτήσεις τους δεν ευδοκίμησαν.
στ) Εν δυνάμει (υποψήφιοι) δανειολήπτες, φυσικά και νομικά πρόσωπα, οι οποίοι
επιθυμούν να αναλάβουν δανειακή υποχρέωση και επιθυμούν να λάβουν γνώση του
πλαισίου του δανεισμού τους, των δυνατοτήτων εξυπηρέτησης και αποπληρωμής του,
των υποχρεώσεων προσωπικών και επιχειρηματικών που η λήψη του δανείου
συνεπάγεται, καθώς και το σύνολο των επιπτώσεων (νομικών και οικονομικών) που θα
ακολουθήσουν το δανεισμό.
Ειδικότερα, το άρθρο 93 περιγράφει τον επιχειρησιακό στόχο των Κ.Ε.Υ.Δ.
(ενημέρωση και υποστήριξη νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με την
παροχή οικονομικών και νομικών συμβουλευτικών υπηρεσιών για ζητήματα σύναψης
δανείων και διαχείρισης οφειλών). Ο στόχος αυτός θα εξειδικευτεί όταν εκδοθεί η
πράξη του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., για την οποία παρέχεται εξουσιοδότηση με την παράγραφο 3
του άρθρου 26. Επειδή ο χειρισμός των αιτημάτων των δανειοληπτών μπορεί σε
κάποιες περιπτώσεις να είναι πολύπλοκος, προβλέπεται υποστήριξη των Κ.Ε.Υ.Δ. από
τα Τμήματα της Κεντρικής Υπηρεσίας, καθώς και έκδοση οδηγιών από το Γραμματέα
για τον ειδικότερο τρόπο άσκησης των αρμοδιοτήτων των Κ.Ε.Υ.Δ. Περαιτέρω, προς
διευκόλυνση των δανειοληπτών στη συλλογή του απαιτούμενου υλικού, παρέχεται η
δυνατότητα στα Κ.Ε.Υ.Δ. να αναζητούν αντί του δανειολήπτη τα απαραίτητα στοιχεία
και πληροφορίες από τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και τα πιστωτικά
ιδρύματα, εφόσον ο λήπτης των υπηρεσιών τους έχει δώσει τη συναίνεσή του για την
αναζήτηση.
Επί του άρθρου 94:
Με το άρθρο 94 ρυθμίζεται ο τρόπος στελέχωσης των Κ.Ε.Υ.Δ. Οι θέσεις του
προσωπικού προσδιορίζονται συνολικά σε 200 και κατανέμονται στα Κ.Ε.Υ.Δ. με
απόφαση του Γραμματέα, ώστε να μπορεί το προσωπικό του κάθε Κ.Ε.Υ.Δ. να
προσαρμόζεται στο πλήθος των αιτημάτων εκάστου Κέντρου. Σε κάθε Κ.Ε.Υ.Δ. θα
πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δύο μόνιμοι υπάλληλοι ή υπάλληλοι ιδιωτικού
δικαίου αορίστου χρόνου του δημόσιου τομέα, ώστε να επιτυγχάνεται συνέχεια στο
προσωπικό του κάθε Κ.Ε.Υ.Δ. Οι θέσεις αυτών των υπαλλήλων, θα καλυφθούν με
μετατάξεις, μεταφορές και αποσπάσεις, για τις οποίες δεν απαιτείται απόφαση ή
σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων Υπηρεσιακών Συμβουλίων, προκειμένου να
επιτευχθεί η άμεση στελέχωση των Κ.Ε.Υ.Δ. Για τις υπόλοιπες θέσεις προβλέπεται
πρόσληψη εξειδικευμένων εξωτερικών συμβούλων, με σχέση εργασίας ιδιωτικού
δικαίου ορισμένου χρόνου. Η παροχή υπηρεσιών των Κ.Ε.Υ.Δ., που θα διαθέτουν
στελέχη με δεξιότητες και διαφορετική οπτική από αυτές των τραπεζικών στελεχών,
αναμένεται να συμβάλλει καθοριστικά στο έργο της εφαρμογής του Κώδικα
Δεοντολογίας των Τραπεζών του ν. 4224/2013.
Επί του άρθρου 95:
Με το άρθρο 95 ρυθμίζονται τα ζητήματα των δαπανών της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Οι δαπάνες
λειτουργίας της θα βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και θα εγγράφονται σε
ιδιαίτερο φορέα στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού. Η διαχείριση των πιστώσεων θα γίνεται από τη Γενική Διεύθυνση
Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, ενώ η
Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. θα είναι αρμόδια για τη διαχείριση, συντήρηση και εποπτεία των
κτιρίων της και κάθε είδους εξοπλισμού που της διατίθεται για της ανάγκες των
υπηρεσιών της. Προς εξοικονόμηση δαπανών αφενός παρέχεται η δυνατότητα στα
Κ.Ε.Υ.Δ. να εγκατασταθούν σε κτίρια των Δήμων, των Περιφερειών, άλλων δημόσιων
υπηρεσιών ή ν.π.δ.δ., αφετέρου προβλέπεται ότι η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. μπορεί να λειτουργεί
ως δικαιούχος συγχρηματοδοτούμενων έργων.
Επί του άρθρου 96:
Το άρθρο 96 ρυθμίζει τον ευρύτερο συντονισμό των εμπλεκόμενων φορέων και
ενδιαφερομένων. Προς το σκοπό αυτό προβλέπεται αρμοδιότητα της Τράπεζας της
Ελλάδος να διευκολύνει και να υποστηρίζει το συντονισμό αυτό, να παρακολουθεί
την πρόοδο ως προς το σχεδίασμά και την υλοποίηση της στρατηγικής για τη
διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και να λαμβάνει τα απαραίτητα
στοιχεία και πληροφορίες. Περαιτέρω, προβλέπεται σύνταξη μνημονίου συνεργασίας
μεταξύ της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης
και Τουρισμού·
Επί του άρθρου 97:
Το άρθρο 97 παρέχει εξουσιοδοτήσεις για έκδοση κανονιστικών πράξεων, προκειμένου
η δομή και η λειτουργία της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. και των Κ.Ε.Υ.Δ. να είναι πιο ευέλικτη.
Ειδικότερα:
α) Παρέχεται εξουσιοδότηση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για δημιουργία,
κατάργηση και συγχώνευση οργανικών μονάδων της Κεντρικής Υπηρεσίας, ανακατανομή
των αρμοδιοτήτων ανάμεσα στις μονάδες και αναπροσαρμογή του αριθμού των θέσεων
του προσωπικού της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Κ.Ε.Υ.Δ. Προς μεγιστοποίηση της
ευελιξίας προβλέπεται ότι απλή ανακατανομή των αρμοδιοτήτων ανάμεσα στις
οργανικές μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας μπορεί να γίνει και με απόφαση του
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
β) Παρέχεται η δυνατότητα στο Γραμματέα να εξουσιοδοτεί τους προϊσταμένους των
οργανικών μονάδων να υπογράφουν αντί αυτού κατηγορίες πράξεων σχετιζομένων με τη
Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
γ) Παρέχεται εξουσιοδότηση στο ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. να προσδιορίσει τις ακριβείς
υπηρεσίες που θα παρέχουν τα Κ.Ε.Υ.Δ., ώστε να είναι δυνατή η προσθήκη νέων
υπηρεσιών χωρίς να απαιτείται τροποποίηση του νόμου. Επίσης, προκειμένου να
62,
μπορεί η κατανομή των Κ.Ε.Υ.Δ. να παρακολουθεί τη ζήτηση των υπηρεσιών τους,
προβλέπεται αρμοδιότητα του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. να συνιστά, μετακινεί, καταργεί και
συγχωνεύει Κ.Ε.Υ.Δ.
δ) Παρέχεται εξουσιοδότηση στο Γραμματέα να προσδιορίσει τις ώρες προσέλευσης
και αποχώρησης του προσωπικού των Κ.Ε.Υ.Δ., καθώς και τις ώρες προσέλευσης του
κοινού.
ε) Παρέχεται η δυνατότητα στο Γραμματέα να προσδιορίσει τα όργανα και τον τρόπο
διαχείρισης των κτιρίων 'καί του εξοπλισμού της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Επί του άρθρου 98:
Το άρθρο 98 περιέχει τις καταργούμενες διατάξεις. Ειδικότερα, οι παράγραφοι
1,1.α και Ι.β. του ν. 4224/2013 και η π.υ.σ. 6/2014 καταργούνται ρητά, αφού το
περιεχόμενό τους ενσωματώθηκε, με κάποιες τροποποιήσεις, στο εισαγόμενο σχέδιο
νόμου.
Επί του άρθρου 99:
Το άρθρο 99 περιέχει μεταβατικές διατάξεις. Διασφαλίζεται ότι πράξεις, που
εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση των καταργούμενων διατάξεων, παραμένουν σε ισχύ,
εφόσον δεν αντίκειται στις διατάξεις του εισαγόμενου σχεδίου νόμου. Επειδή η
παράγραφος 1 του ν. 4224/2013 προέβλεπε αρμοδιότητα του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. να ορίσει το
«συνεργάσιμο δανειολήπτη», δεν προέβλεπε όμως δημοσίευση του ορισμού αυτού (σε
αντίθεση με την παράγραφο 2 του άρθρου 73 του εισαγόμενου σχεδίου νόμου), η
παράγραφος 2 αποσαφηνίζει ότι ο ισχύων ορισμός, όπως παρατίθεται στον Κώδικα
Δεοντολογίας του ν. 4224/2013, διατηρείται σε ισχύ ως την αντικατάστασή του,
προκειμένου να μην δημιουργηθούν αμφιβολίες ως προς την ισχύ ή μη του τρέχοντος
ορισμού, ο οποίος καθίσταται πλέον δημοσιευτέα πράξη. Περαιτέρω, διευκρινίζεται
ότι οποιαδήποτε αναφορά στην Ομάδα Υποστήριξης του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. λογίζεται ότι
γίνεται στη Συντονιστική Επιτροπή. Επιπλέον, επειδή το παρόν μέρος αναφέρεται σε
Διοικητικούς Γραμματείς και σε Τομεακούς Γραμματείς, διευκρινίζεται ότι έως την
πλήρωση των θέσεων αυτών των Γραμματέων, οι αναφορές λογίζεται ότι γίνονται
στους αντίστοιχους Γενικούς Γραμματείς. Επίσης, επειδή το Μητρώο Επιτελικών
Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης δεν έχει λειτουργήσει ακόμη, και προκειμένου να μην
καθυστερήσει η έναρξη λειτουργίας της Ειδικής Γραμματείας, προβλέπεται ότι, έως
τη λειτουργία του ως άνω μητρώου και τη σύσταση του Ειδικού Συμβουλίου Επιλογής
Διοικήσεων, οι αρμοδιότητες του Ειδικού Τομεακού Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού
Χρέους θα ασκούνται από Ειδικό Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους,
διοριζόμενο κατά τις διατάξεις που ισχύουν για τους Ειδικούς Γραμματείς, με τον
περιορισμό όμως ότι το επιλεγόμενο πρόσωπο θα έχει τα τυπικά προσόντα εγγραφής
στο Μητρώο και επιπλέον θα έχει τα ουσιαστικά προσόντα για την αποτελεσματική
άσκηση των καθηκόντων του. Τέλος, προβλέπεται υποβοήθηση της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. από τη
Γενική Διεύθυνση Διοικητικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού, έως την αρχική στελέχωση της Κεντρικής της Υπηρεσίας, καθώς η
συνδρομή της ανωτέρω Διεύθυνσης κρίνεται απαραίτητη, προκειμένου να επιτευχθεί η
αρχική στελέχωση της Κεντρικής Υπηρεσίας.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Z'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 100
Τροποποιήσεις ν. 2469/1997
Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997
αποσκοπούν στη διασφάλιση της άμεσης και αναλογικής εκπροσώπησης των φορέων του
Δημοσίου τομέα που συμμετέχουν στο Κοινό Κεφάλαιο στις γενικές συνελεύσεις των
κατόχων τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν
απόφαση συμμετοχής ή μη του Κ.Κ. Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. σε πρόγραμμα ανταλλαγής
τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, κατ' εφαρμογή προγράμματος για την αναδιάταξη του
ελληνικού χρέους. Η συμμετοχή των φορέων που συμμετέχουν στο Κοινό Κεφάλαιο στις
ανωτέρω γενικές συνελεύσεις και όχι του διαχειριστή του, κρίνεται απαραίτητη
λόγω της συστημικής σημαντικότητας των θεμάτων που εισάγονται προς ψήφιση στις
συνελεύσεις αυτές. Επίσης, η διάταξη του άρθρου 36 του ν. 4320/2015 με την οποία
το Ελληνικό Δημόσιο εγγυάταιτην κάλυψη τυχόν κεφαλαιακών ζημιών (θετική ζημία),
που τυχόν θα προκληθούν από τις συναλλαγές repos, reverse repos, buy/sell back,
sell/buy back στις οποίες είναι αντισυμβαλλόμενο, επαναλαμβάνεται προκειμένου να
καλύπτει σαφώς και την περίπτωση γ' της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του
ν.2469/1997. Με τον τρόπο αυτό η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου εφαρμόζεται σε
όλεςτις συναλλαγές repos, reverse repos, buy/sell back, sell/buy back στις
οποίες είναι αντισυμβαλλόμενο και που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις
της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν.2469/1997, ενώ προβλέπεται η ανάλογη εφαρμογή
των διατάξεων που ισχύουν για τη διαχείριση του Κοινού Κεφαλαίου, δηλαδή η
δυνατότητα εξάμηνης κατανομής καθαρών προσόδων, ανάληψης συγκεκριμένων
χρηματικών ποσών που έχουν ήδη επενδυθεί σε ρέπος, καθώς και η σύναψη σύμβασης
διαχείρισης με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Άρθρο 101
Τροποποίηση διατάξεωνν. 3845/2010
Με τις προτεινόμενες διατάξεις εναρμονίζεται το Μητρώο Ανθρωπίνου Δυναμικού του
Ελληνικού Δημοσίου που τηρείται από το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης με το Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης της Ελληνικής Στατιστικής
Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ώστε να διατίθενται πλήρη στοιχεία σχετικά με το μισθοδοτούμενο
προσωπικό καιτο αντίστοιχο μισθολογικό κόστος για το σύνολο των φορέων της
Γενικής Κυβέρνησης.
Άρθρο 102
Στον ισχύοντα Οργανισμό του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (Π.Δ 95/1996 (ΦΕΚ
76 A / 1996) - άρθρο 3) ορίζεται ότι το Ταμείο διοικείται από Διοικητικό
Συμβούλιο τριετούς θητείας, του οποίου η σύνθεση και η συγκρότηση καθορίζεται
από τον Υπουργό Οικονομικών. Αρχικά στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3
αυτού προβλεπόταν ότι: «Με την ίδια Υπουργική Απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος και ο
αναπληρωτής του». Στη συνέχεια με την παρ.20 του άρθρου 16 του ν.2873/2000
αντικαταστάθηκε το ως άνω εδάφιο ως εξής: « Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο
Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος αυτού καθώς και οι αρμοδιότητες τους». Σε εκτέλεση
αυτής της διάταξης καθορίστηκαν από τον Υπουργό Οικονομικών διακριτές
διοικητικές αρμοδιότητες του Προέδρου και του Αντιπροέδρου. Ειδικότερα στον
Αντιπρόεδρο ανατέθηκαν αρμοδιότητες που μέχρι τότε τις ασκούσε ο Προϊστάμενος
Γενικής Διεύθυνσης, όπως ρητά προβλεπόταν από τις διατάξεις του άρθρου 7 του ως
άνω ΠΔ του Οργανισμού είτε με βάση Υπουργική Απόφαση μεταβίβασης αρμοδιοτήτων
του Δ.Σ προς αυτόν (ΦΕΚ 35Β/24-1-1997).
Επειδή διοικητικές/εκτελεστικές αρμοδιότητες ασκούνται από τον Πρόεδρο του Δ.Σ,
τον Αντιπρόεδρο του Δ.Σ και την Προϊσταμένη Γενικής Διεύθυνσης, κρίνεται σκόπιμο
για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων: α)
να καταργηθεί η θέση του Αντιπροέδρου και να επαναφερθεί η ιδιότητα του
Αναπληρωτή του Προέδρου χωρίς διακριτές διοικητικές αρμοδιότητες - πέραν αυτών
της αναπλήρωσης του Προέδρου για οποιοδήποτε λόγο, β) οι με βάση τις ισχύουσες
Υπουργικές Αποφάσεις αρμοδιότητες του Αντιπροέδρου να ασκούνται στο εξής από τον
Προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης.
Με την παρούσα προκαλείται μείωση δαπάνης 56.000 ΕΥΡΩ -πλέον κόστους εργοδοτικών
εισφορών-ετησίως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ν. 3959/2011 (Α'93) ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Επί της αρχής:
Με τις προτεινόμενες διατάξεις επιδιώκεται η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου της
Επιτροπής Ανταγωνισμού, ώστε ναενισχυθεί η αποτελεσματικότητατης Επιτροπής
Ανταγωνισμού στην εκπλήρωση της αποστολής της. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις
αφορούν το πειθαρχικό δίκαιο των μελών της Επιτροπής, την πρόσβαση σε υπηρεσίες
εξωτερικού δικηγόρου, καθώς και την εισαγωγή διαδικασίας διευθέτησης διαφορών.
Επί των άρθρων:
Με το άρθρο 103 επέρχεται βελτίωση της πειθαρχικής διαδικασίας, που εισήχθη με
το άρθρο 282 του ν. 4364/2016 (Α' 13).
α) Με την παράγραφο 1 αποσαφηνίζεται, προς αποφυγή ερμηνευτικών αμφισβητήσεων η
ανεξαρτησία των μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου, καθώς και
η δυνατότητα προσβολής της πειθαρχικής απόφασης, καθώς και της υπουργικής
απόφασης που εκδίδεται σε εκτέλεση αυτής, στο Συμβούλιο της Επικράτειας με
αίτηση ακυρώσεως.
β) Με τις παραγράφους 2 έως και 7 αναθεωρούνται οι διατάξεις που προβλέπουν τα
πειθαρχικά παραπτώματα και τις επιβαλλόμενες ποινές. Το γεγονός ότι η πειθαρχική
διαδικασία κινείται είτε από το Υπουργικό Συμβούλιο είτε από την Επιτροπή
Ανταγωνισμού καθιστά σαφές ότι, για να ξεκινήσει η πειθαρχική διαδικασία, θα
πρέπει το αποδιδόμενο πειθαρχικό παράπτωμα να έχει κάποια βαρύτητα. Στην
κατεύθυνση αυτή καταργείται η πειθαρχική ποινή της έγγραφης επίπληξης.
Ακολούθως, εφόσον καταργείται η ηπιότερη πειθαρχική ποινή, συνεπές είναι να μην
τιμωρούνται οι αμελητέες πειθαρχικές παραβάσεις. Για το λόγο αυτό ως πειθαρχικό
παράπτωμα θεωρείται πλέον μόνο η ουσιώδης (και όχι η απλή) παράβαση του νόμου,
ενώ περαιτέρω τα πειθαρχικά παραπτώματα δεν διώκονται αν τελέστηκαν από
ιδιαίτερα ελαφρά αμέλεια. Η δε πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων και των
αρμοδιοτήτων απαλείφεται, καθώς εμπίπτει στο πειθαρχικό παράπτωμα της ουσιώδους
παράβασης του νόμου. Περαιτέρω, σε συνέπεια προς την παράγραφο 5 του άρθρου 13Α
του ν. 3959/2011, χαρακτηρίζεται στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου ως πειθαρχικό
παράπτωμα, εκτός από την απόκτηση του οικονομικού οφέλους, και η επιδίωξη
απόκτησης αυτού, ενώ διευκρινίζεται ότι το όφελος θα πρέπει να είναι αθέμιτο.
Επιπλέον, κρίθηκε ανεπιεικές να τιμωρείται με οριστική παύση το μέλος της
Επιτροπής, όταν από αμέλειά του διέρρευσαν εμπιστευτικές πληροφορίες, γι' αυτό
προ βλέπεται ότι η παράβαση της υποχρέωσης εμπιστευτικότητας και εχεμύθειας
μπορεί να τιμωρηθεί με την ποινή της οριστικής παύσης μόνο όταν τελείται εκ
προθέσεως. Επίσης, σε συμφωνία με την αρχή της αναλογικότητας, προβλέπεται ότι η
πρόκληση ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Επιτροπής Ανταγωνισμού
μπορεί να τιμωρηθεί με οριστική παύση μόνο όταν τελείται εκ προθέσεως ή από
βαριά αμέλεια.
γ) Με τις παραγράφους 8 και 9 αποσαφηνίζονται ζητήματα της πειθαρχικής
διαδικασίας προς αποφυγή αμφισβητήσεων. Διευκρινίζεται ότι η περιγραφή της
αποδιδόμενης παράβασης στην κλήση προς τον πειθαρχικώς διωκόμενο θα πρέπει να
περιλαμβάνει και τα πραγματικά περιστατικά που τη στοιχειοθετούν. Περαιτέρω,
προβλέπονται ρητά τα δικαιώματα του πειθαρχικώς διωκομένου για πρόσβαση στο
φάκελο και για παράσταση με δικηγόρο της επιλογής του. Εξυπακούεται ότι όσα άλλα
δικαιώματα προβλέπονται στο Μέρος Ε' («Πειθαρχικό Δίκαιο») του Κώδικα Κατάστασης
Δημοσίων Υπαλλήλων εφαρμόζονται, σύμφωνα με την παράγραφο 12 του άρθρου 13Α.
Επιπλέον, προς αποτροπή καθυστερήσεων της διαδικασίας, προβλέπεται υποχρέωση του
Πειθαρχικού Συμβουλίου να ενημερώνει την Επιτροπή Ανταγωνισμού για την πορεία
της υπόθεσης, όποτε τούτο ζητείται, διασφαλιζομένου φυσικά του εμπιστευτικού
χαρακτήρα της διαδικασίας. Τέλος, προς διευκόλυνση του Πειθαρχικού Συμβουλίου,
προβλέπεται υποχρέωση της Επιτροπής να παρέχει τις απόψεις της, συνοδευόμενες με
τα έγγραφα που σχετίζονται με την υπόθεση.
Με το άρθρο 104 αναθεωρούνται οι ρυθμίσεις που εισήχθησαν με το άρθρο 282 του ν.
4364/2016 για τους εξωτερικούς δικηγόρους της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Σκοπός των
νέων ρυθμίσεων είναι να αποφευχθούν τυχόν πρακτικά προβλήματα δυνάμενα να
ανακύψουν είτε ελλείψει μεταβατικών διατάξεων είτε
λόγω πιθανών ερμηνευτικών αμφισβητήσεων. Ταυτόχρονα όμως διασφαλίζεται ο σκοπός
που επιδίωκαν οι ύπό αναθεώρηση ρυθμίσεις. Ειδικότερα:
α) Με την παράγραφο 1 διευκρινίζεται ότι το ανώτατο όριο της ετήσιας αμοιβής των
εξωτερικών δικηγόρων (20.000 €) αφορά τη συνολική ετήσια αμοιβή ενός εκάστου
δικηγόρου και όχι το ετήσιο σύνολο των αμοιβών όλων των δικηγόρων, αφού σκοπός
της τροποποιούμενης διάταξης ήταν να αποτρέφει τη συγκέντρωση των υποθέσεων σε
περιορισμένο αριθμό εξωτερικών δικηγόρων και όχι να περιορίσει την πρόσβαση της
Επιτροπής Ανταγωνισμού σε υπηρεσίες εξωτερικών δικηγόρων. Το ποσό αυτό θα μπορεί
να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού, ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί η τυχόν μελλοντική
ανατίμηση των δικηγορικών υπηρεσιών, χωρίς να απαιτείται νομοθετική μεταβολή.
Προκειμένου όμως να διασφαλιστεί ότι η εν λόγω κ.υ.α. θα εκδοθεί για να
αντιμετωπίσει αυτό το φαινόμενο και όχι για να νομιμοποιήσει εκ των υστέρων
τυχόν υπέρβαση του ορίου της αμοιβής, προβλέπεται ότι η απόφαση περί
αναπροσαρμογής θα ισχύει για το επόμενο οικονομικό έτος σε σχέση με αυτό της
δημοσίευσής της.
β) Με την ίδια παράγραφο (1) αναθεωρούνται οι διατάξεις περί σύγκρουσης
συμφερόντων των εξωτερικών δικηγόρων, οι οποίες εισήχθησαν με το άρθρο 282 ν.
4364/2016. Συγκεκριμένα, διατηρείται η απαγόρευση ανάθεσης υπόθεσης της
Επιτροπής Ανταγωνισμού, όταν ο ίδιος δικηγόρος εκπροσωπεί άλλο μέρος στην ίδια ή
σε συναφή υπόθεση, ενώ παράλληλα διατηρούνται οι διατάξεις, οι οποίες αποτρέπουν
την καταστρατήγηση της απαγόρευσης αυτής (π.χ. εκπροσώπηση ενός μέρους από το
νομικό πρόσωπο μιας δικηγορικής εταιρίας και ενός άλλου μέρους από το φυσικό
πρόσωπο-μέλος της ίδιας δικηγορικής εταιρίας). Σε ό,τι αφορά μη συναφείς
υποθέσεις, κρίθηκε ότι μία απόλυτη απαγόρευση ανάθεσης υπόθεσης θα περιόριζε
υπερβολικά τις δυνατότητες επιλογής της Επιτροπής Ανταγωνισμού ανάμεσα σε
δικηγόρους που ειδικεύονται στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού. Γι' αυτό προβλέπεται
ότι θα επιτρέπεται μεν η ανάθεση υπόθεσης σε δικηγόρο, έστω κι αν άλλος,
σχετιζόμενος με αυτόν δικηγόρος (π.χ. δικηγορική εταιρία, στην οποία αυτός είναι
μέλος) έχει αναλάβει την εκπροσώπηση άλλου διαδίκου σε μη συναφή υπόθεση, σε
αυτήν την περίπτωση όμως λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα, ώστε να διασφαλιστεί το
απόρρητο όλων των πληροφοριών και στοιχείων που λαμβάνει ο δικηγόρος της
Επιτροπής Ανταγωνισμού κατά το χειρισμό της ανατιθέμενης σε αυτόν υπόθεσης.
γ) Με την παράγραφο 2 προβλέπεται ότι το ανώτατο όριο της ετήσιας αμοιβής των
20.000 € θα ισχύσει μετά τη στελέχωση του Γραφείου Νομικής Υποστήριξης. Και
τούτο, προκειμένου να μη δημιουργηθούν προβλήματα στη λειτουργία της Επιτροπής
Ανταγωνισμού από το γεγονός ότι έχει ήδη γίνει η ανάθεση του συνόλου των
υποθέσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε εξωτερικούς δικηγόρους και υπάρχει ο
κίνδυνος να μην μπορούν να αμειφθούν υπηρεσίες που ήδη παρασχέθηκαν ή, σε κάθε
περίπτωση, για την παροχή των οποίων έχει ήδη αναληφθεί υποχρέωση από τους
εξωτερικούς δικηγόρους.
δ) Με την παράγραφο 3 καταργείται η παράγραφος 5 του άρθρου 282 του ν.
4364/2016, με την οποία τροποποιήθηκε η παράγραφος 2 του άρθρου 21 ν. 3959/2011,
ώστε η τελευταία διάταξη να επανέλθει στην αρχική της μορφή. Με αυτόν τον τρόπο,
η θητεία του Γενικού Διευθυντή και των προϊσταμένων των
διευθύνσεων γίνεται εκ νέου τετραετής (από τριετής), δυνάμενη, στην περίπτωση
του Γενικού Διευθυντή να ανανεωθεί μία μόνο φορά.
Με το άρθρο 105 εισάγεται διαδικασία διευθέτησης διαφορών ενώπιον της Επιτροπής
Ανταγωνισμού. Η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται με επιτυχία τόσο από την Ευρωπαϊκή
Επιτροπή (βλ. Κανονισμό (ΕΚ) 622/2008 της Επιτροπής, EE L 171 της 1.7.2008, σελ.
3) όσο και από άλλες Εθνικές Αρχές Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η
διαδικασία αυτή αποσκοπεί στην απλοποίηση και την επιτάχυνση των διοικητικών
διαδικασιών, καθώς και στον περιορισμό του αριθμού και του εύρους των προσφυγών
που ασκούνται εν συνεχεία ενώπιον των δικαστηρίων. Με τον τρόπο αυτό θα δοθεί
στην Επιτροπή Ανταγωνισμού η δυνατότητα να επεξεργαστεί περισσότερες υποθέσεις,
ελαττώνοντας τη διοικητική επιβάρυνση.
Ειδικότερα, με τη διαδικασία διευθέτησης διαφορών δίνεται η δυνατότητα σε
επιχειρήσεις ελεγχόμενες από την Επιτροπή Ανταγωνισμού να συμβιβαστούν,
παραδεχόμενες τη συμμετοχή τους στην αποδιδόμενη παράβαση. Εν συνεχεία, εφόσον
οι παρατηρήσεις τους υιοθετούνται από την Επιτροπή, εκδίδεται απόφαση, με εκ των
πραγμάτων πιο συνοπτική αιτιολογία, η οποία καταλογίζει την παράβαση και
επιβάλλει τις ανάλογες κυρώσεις.
Η προτεινόμενη ρύθμιση, η οποία προέκυψε κατόπιν διαβούλευσης του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού με την Επιτροπή Ανταγωνισμού και υιοθετεί
κατά το πλείστον τις παρατηρήσεις της, αναμένεται να συντείνει στη διεύρυνση του
πλαισίου της συνεργασίας της Επιτροπής με τις επιχειρήσεις, πέραν του σταδίου
της διερεύνησης της παράβασης που επιτυγχάνεται μέσω του προγράμματος
επιείκειας, και στα μετέπειτα στάδια του καταλογισμού της παράβασης και της
έκδοσης απόφασης. Η διαδικασία διευθέτησης προσδοκάται ότι θα οδηγήσει σε
σύντμηση του χρόνου ολοκλήρωσης της διαδικασίας έκδοσης των αποφάσεων και θα
επιτρέψει στην Επιτροπή Ανταγωνισμού να εξετάζει περισσότερες υποθέσεις με τους
ίδιους πόρους, αυξάνοντας τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της δράσης της, με την
πραγματοποίηση νέων ερευνών και την εξέταση περισσότερων υποθέσεων. Επίσης, η
αναγνώριση από τις επιχειρήσεις της συμμετοχής τους στη διαπιστωθείσα παράβαση
θα οδηγήσει και σε μείωση του αριθμού των ασκούμενων από μέρους τους προσφυγών
κατά των αποφάσεων της Επιτροπής, με συνέπεια την εξοικονόμηση σημαντικών
ανθρώπινων και οικονομικών πόρων της Επιτροπής.
Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού παρέχεται εξουσιοδότηση προς την Επιτροπή
Ανταγωνισμού να θεσπίσει τη διαδικασία διευθέτησης διαφορών. Η παροχή
εξουσιοδότησης προτιμήθηκε αντί της λεπτομερούς ρύθμισης της διαδικασίας στον
ίδιο το νόμο, ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα, καθώς και η αρμονική
ένταξη της μέλλουσας να θεσπισθεί διαδικασίας στο πλέγμα διατάξεων του ν.
3959/2011 και του Κανονισμού Λειτουργίας και Διαχείρισης της Επιτροπής
Ανταγωνισμού, αλλά και η ευχέρεια προσαρμογής επιμέρους ρυθμίσεων της
διαδικασίας, χωρίς να απαιτείται τροποποίηση του νόμου. Προκειμένου να
διασφαλιστεί η ειδικότητα της εξουσιοδότησης απαριθμήθηκαν ενδεικτικά κάποια
θέματα, τα οποία θα πρέπει να ρυθμίσει η Επιτροπή. Ειδικότερα, η Επιτροπή
Ανταγωνισμού εξουσιοδοτείται να ρυθμίσει ιδίως τα εξής θέματα:
α) Τους όρους και τις προϋποθέσεις, με τους οποίους μία ελεγχόμενη επιχείρηση
μπορεί να υπαχθεί στη διαδικασία διευθέτησης.
β) Το στάδιο της διαδικασίας ελέγχου, κατά το οποίο μπορεί να υποβληθεί αίτημα
από τον ελεγχόμενο για υπαγωγή στη διαδικασία διευθέτησης. Προκειμένου να μη
ματαιωθεί ο σκοπός της ρύθμισης {απλοποίηση των διαδικασιών ενώπιον της
Επιτροπής Ανταγωνισμού), το στάδιο αυτό δεν μπορεί να είναι πολύ προχωρημένο,
γι' αυτό ως απώτατο όριο υποβολής του αιτήματος προβλέπεται κατ' εξαίρεση η
κατάθεση από τον ελεγχόμενο του πρώτου υπομνήματος μετά την κοινοποίηση της
εισήγησης.
γ) Τη διαδικασία που θα ακολουθείται, προκειμένου να επιτευχθεί η διευθέτηση της
διαφοράς. Η διαδικασία αυτή θα περιλαμβάνει υποχρεωτικά την παραδοχή της
αποδιδόμενης παράβασης από τον ελεγχόμενο. Και τούτο διότι θεμέλιος λίθος της
διαδικασίας διευθέτησης είναι η παραδοχή από τα εμπλεκόμενα μέρη, με σαφείς
όρους που δεν επιδέχονται παρερμηνεία, της συμμετοχής τους στην αποδιδόμενη
παράβαση, όπως η παράβαση αυτή περιγράφεται συνοπτικά ως προς το αντικείμενό
της, την ενδεχόμενη εφαρμογή της, τα κύρια πραγματικά περιστατικά που τη
στοιχειοθετούν, τον νομικό χαρακτηρισμό τους, το ρόλο του εκάστοτε μέρους, και
τη διάρκεια της συμμετοχής του στην εν λόγω παράβαση (βλ. και την ανακοίνωση της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην EE C 167 της 2.7.2008, σελ. 1, αρ. 20 περ. α'). Από
την άλλη πλευρά, η παραδοχή της συμμετοχής του ελεγχομένου στην παράβαση δεν
πρέπει να αποθαρρύνεται από το φόβο να μην επιτευχθεί η διευθέτηση και να
χρησιμοποιηθεί η δήλωση εναντίον του. Γι' αυτό προβλέπεται ότι, αν η διευθέτηση
δεν επιτευχθεί, τότε η τυχόν δήλωση περί παραδοχής της παράβασης θεωρείται
ανακληθείσα και δεν λαμβάνεται υπόψη (κατ' αναλογία των ισχυόντων επί της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής- βλ. αρ. 21 της ανωτέρω ανακοίνωσης της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής).
δ) Την πρόσβαση των συμμετεχόντων στα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, καθώς
και τη δυνατότητα ή μη αξιοποίησης των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίστηκαν
από τα μέρη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διευθέτησης.
ε) Τη δυνατότητα ή μη χωριστής διευθέτησης, σε περίπτωση που μόνο ορισμένες από
τις ελεγχόμενες επιχειρήσεις συναινούν στη διευθέτηση.
στ) Τη δυνατότητα της Επιτροπής να μειώσει τα επιβαλλόμενα πρόστιμα σε περίπτωση
διευθέτησης της διαφοράς. Η δυνατότητα μείωσης των προστίμων είναι σημαντική,
προκειμένου να δοθεί κίνητρο στις ελεγχόμενες επιχειρήσεις να συμμετάσχουν στη
διαδικασία διευθέτησης της διαφοράς και έτσι να επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος
σκοπός της σύντμησης του χρόνου ολοκλήρωσης της διαδικασίας. Το ανώτατο
επιτρεπόμενο ποσοστό μείωσης προσδιορίστηκε στο 15%, ώστε, αφενός να παρασχεθεί
στην Επιτροπή ένα εύλογο περιθώριο στάθμισης κατά την έκδοση της κανονιστικής
της πράξης, αφετέρου να μην πλήττεται η ελκυστικότητα και αποτελεσματικότητα του
Προγράμματος Επιείκειας.
ζ) Ζητήματα διαχρονικού δικαίου, προκειμένου η Επιτροπή Ανταγωνισμού να μπορεί
να προσδώσει αναδρομική ισχύ στην κανονιστική της πράξη ή στις τροποποιητικές
της, εφόσον κρίνει ότι αυτό είτε επιβάλλεται από λόγους επιείκειας είτε
διευκολύνει την επίτευξη των στόχων της διαδικασίας διευθέτησης.
η) Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Διασφαλίζεται ότι η απαρίθμηση των θεμάτων,
για τα οποία παρέχεται εξουσιοδότηση, είναι ενδεικτική, ώστε, αν προκόψει κάποιο
ειδικότερο θέμα, το οποίο χρήζει ρύθμισης και δεν περιλαμβάνεται στην
απαρίθμηση, να μπορεί να ρυθμιστεί με απόφαση της Επιτροπής, χωρίς να χρειάζεται
τροποποίηση του νόμου.
Με την παράγραφο 2 προστίθεται υποπερίπτωση εε) στην περίπτωση ιδ' της
παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν. 3959/2011, ώστε η απαρίθμηση των αρμοδιοτήτων
της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο άρθρο 14 να περιλαμβάνει και την αρμοδιότητα που
παρέχεται με το άρθρο 25α να καθορίσει τη διαδικασία, τους όρους και τις
προϋποθέσεις της διαδικασίας διευθέτησης διαφορών.
Η διάταξη του άρθρου 106 εξυπηρετείτο δημόσιο συμφέρον με την αποφυγή της
σώρευσης επιβολής διοικητικών και ποινικών κυρώσεων, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή
ne bis in idem, η οποία βρίσκει έρεισμα τόσο στο ελληνικό δίκαιο όσο και στην
Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, όπως
ερμηνεύεται και εφαρμόζεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου, αναγνωρίζεται σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα να μη διώκεται, δικάζεται ή
τιμωρείται περισσότερες φορές για τα ίδια πραγματικά περιστατικά, ακόμη και εάν
αυτά συγκροτούν περισσότερες παραβάσεις, ανεξάρτητα από τον ποινικό ή διοικητικό
χαρακτηρισμό τους. Επιπρόσθετα, η διάταξη παρέχει τα αναγκαία κίνητρα για την
ταχύτερη επεξεργασία των υποθέσεων ελεύθερου ανταγωνισμού μέσω ευνοϊκών μέτρων
ή/και διαδικασίας διευθέτησης, καθώς και για την αποτελεσματική εκτέλεση των
αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με την άμεση είσπραξη των επιβαλλόμενων
προστίμων.
Ειδικότερα, δίνεται κίνητρο στα φυσικά και νομικά πρόσωπα, τα οποία εμπλέκονται
σε παραβάσεις του δικαίου του ελευθέρου ανταγωνισμού, αφενός να συμβάλλουν στην
ταχύτερη διερεύνηση και περάτωση της διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής
Ανταγωνισμού, προτιμώντας διαδικασίες ευνοϊκών μέτρων ή/και διευθέτησης,
αφετέρου να συμμορφωθούν το ταχύτερο δυνατόν με τις αποφάσεις της Επιτροπής
Ανταγωνισμού ώστε να αποφύγουν τυχόν περαιτέρω νομικές συνέπειες. Επιπλέον, η
εξόφληση των επιβαλλόμενων προστίμων, τα οποία σε περίπτωση υπαγωγής σε καθεστώς
ευνοϊκών μέτρων ή/και διαδικασίας διευθέτησης είναι μειωμένα, οδηγεί σε εξάλειψη
του αξιοποίνου των εγκλημάτων, ενώ η τμηματική καταβολή του προστίμου
συνεπάγεται την αναστολή της ποινικής δίωξης καθώς και την αναστολή της
παραγραφής των αδικημάτων.
Σε ό,τι αφορά τον ποινικό κολασμό, η νέα διάταξη ανταποκρίνεται πλήρως στη
βασική επιδίωξη της ποινικής δίκης για την ταχύτερη αποκατάσταση της ασφάλειας
δικαίου και της κοινωνικής ειρήνης. Ωστόσο, ειδικά για την ποινική ευθύνη που θα
μπορούσε να γεννηθεί από τη διαπιστωθείσα παράβαση διατάξεων περί ελεύθερου
ανταγωνισμού, η εξάλειψη του αξιοποίνου και η αναστολή της δίωξης δεν καλύπτει
κάθε έγκλημα, αλλά μόνον εκείνα τα οποία προβλέπονται στον ν. 3959/2011 καθώς
και τα συρρέοντα εγκλήματα που στρέφονται κατά της ιδιοκτησίας και των
περιουσιακών δικαιωμάτων και τελούνται χωρίς βία ή απειλή. Η επιλογή αυτή είναι
εύλογη, καθώς σκοπός της παρούσας διάταξης είναι να καταστήσει ποινικώς μη
ελέγξιμες μόνο αμιγώς επιχειρηματικές συμπεριφορές, ο
έλεγχος των οποίων επιτυγχάνεται κατά τρόπο αποτελεσματικό μέσω των αποφάσεων
της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οπότε δεν κρίνεται δικαιοπολιτικά ορθή ούτε σύμφωνη
με την αρχή ne bis in idem η σωρευτική τιμωρία τους και ως ποινικά κολάσιμων
πράξεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΐ
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ
ΛΙΜΕΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
α. Επί της αρχής
1. Βασικό χαρακτηριστικό της λειτουργίας αρχικά των λιμενικών ταμείων και στη
συνέχεια των οργανισμών λιμένων ήταν η σύμπτωση στον ίδιο φορέα αρμοδιοτήτων
αφενός εποπτικής και διαχειριστικής αρμοδιότητας, δηλαδή αρμοδιοτήτων δημοσίου
συμφέροντος, αφετέρου παροχής λιμενικών υπηρεσιών, δηλαδή εμπορικών
δραστηριοτήτων.
Το Εθνικό λιμενικό σύστημα συμπεριλαμβάνει 16 Λιμένες Διεθνούς Ενδιαφέροντος και
12 εξ αυτών διοικούνται από ανώνυμες εμπορικές εταιρείες που ελέγχονται από το
Ελληνικό Δημόσιο. Βασικός σκοπός των ανωτέρω κρατικών ανωνύμων εταιρειών ήταν
αφενός η άσκηση των εποπτικών αρμοδιοτήτων μιας λιμενικής αρχής, αφετέρου η
εμπορική αξιοποίηση των λιμένων σύμφωνα με συμβάσεις παραχώρησης που είχε
συνάψει το Ελληνικό Δημόσιο με κάθε μία από τις προαναφερόμενες ανώνυμες
εταιρείες του.
Βασικό προβληματισμό σχετικά με τη λειτουργία των ελληνικών λιμένων ήταν η
σύμπτωση αρμοδιοτήτων διαφορετικής φύσης και ποιότητας, ενίοτε και εξ ορισμού
συγκρουόμενων, στο ίδιο πρόσωπο. Η σύγχυση αυτή ήταν έντονη στην περίπτωση των
νομικών εκείνων προσώπων (Οργανισμών Λιμένος ή Λιμενικών Ταμείων) που ενεργούσαν
ταυτόχρονα τόσο ως φορείς εποπτικής και διαχειριστικής αρμοδιότητας, δηλαδή
ασκούσαν δημόσια εξουσία, όσο και ως πάροχοι των λιμενικών υπηρεσιών, δηλαδή ως
φορείς της ιδιωτικής οικονομίας. Επομένως, η εποπτική αρμοδιότητα προσέκρουε σε
μεγάλο βαθμό στην ταύτιση ελέγχοντος και ελεγχομένου.
Στο σημείο αυτό είναι πράγματι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι το πρότυπο
ιδιωτικοποίησης, στο οποίο προσχώρησαν με ευκολία οι προηγούμενες
συγκυβερνήσεις, αποτελεί πραγματικά πείραμα με άγνωστα αποτελέσματα, αφού απέχει
παρασάγγας από το landlord model, το οποίο είναι προς το παρόν κυρίαρχο εντός
ΕΕ. Επίσης, δεν μπορεί παρά να υπογραμμιστεί ότι η επιλογή αυτή έγινε, αν και τα
μνημόνια παρείχαν στις κυβερνήσεις τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε παραχώρηση
μεμονωμένων τερματικών εντός των λιμένων.
2. Νομοτελειακή συνέπεια της επιλογής των προηγούμενων κυβερνήσεων να
πειραματιστούν με ένα πανευρωπαϊκώς μη αποδεκτό μοντέλο ιδιωτικοποίησης
λιμενικών υπηρεσιών ήταν η αναδόμηση του συστήματος θεσμικού ελέγχου να
καταλήξει σε αδιέξοδο. Σε πλήρη εναρμόνιση με τις αλυσιτελείς επιλογές τους στο
πεδίο της ιδιωτικοποίησης, ίδρυσαν μια ξεχωριστή ρυθμιστική αρχή για τις
χερσαίες επιβατικές μεταφορές με το ν. 4199/2013 και μια ξεχωριστή ρυθμιστική
αρχή για τους λιμένες με το ν. 4150/2013, αν και γνώριζαν ότι η κυρίαρχη τάση
εντός ΕΕ ήταν να ιδρύονται αρχές λιμένα - και όχι ρυθμιστικές αρχές λιμένα - με
αποτελεσματικές αρμοδιότητες περιφρούρησης του δημοσίου συμφέροντος εντός των
λιμένων και τα ρυθμιστικά θέματα να επιλύονται από ρυθμιστικές αρχές που δεν
περιορίζονταν αποσπασματικά σε μεμονωμένους τομείς εμπορικής δραστηριότητας,
αλλά αντιμετώπιζαν ευρύτερα ζητήματα μεταφορών και ανταγωνισμού. Αποκορύφωμα της
έλλειψης σχεδιασμού των προηγούμενων κυβερνήσεων ήταν το γεγονός ότι κατέστησαν
τη Ρυθμιστή Αρχή Λιμένων (Ρ.Α.Λ.) αρμόδια για "την παρακολούθηση της εφαρμογής
των όρων και διατάξεων των συμβάσεων παραχώρησης στους λιμένες", δηλαδή για
ακριβώς εκείνο το πρότυπο που για άγνωστους λόγους αποφάσισαν να μην
ακολουθήσουν, ενώ καμία ρητή μέριμνα δεν έλαβαν για τον έλεγχο των συμβάσεων
υποπαραχώρησης, δηλαδή της αυτονόητης συνέπειας της επιλογής τους να πουλήσουν
τις μετοχές των οργανισμών λιμένων.
Είναι αναγκαίο να γίνει μνεία ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν μερίμνησαν για
την επαρκή στελέχωση της Ρ.Α.Λ, με αποτέλεσμα η τελευταία να βρίσκεται σε
ουσιαστική αδυναμία να ασκήσει τις αρμοδιότητες εποπτείας των ιδιωτικοποιημένων
οργανισμών λιμένων.
3. Από τα παραπάνω καθίστανται σαφή τα εξής:
α) οι προηγούμενες κυβερνήσεις ακολούθησαν ένα αδόκιμο για τα δεδομένα της ΕΕ
πρότυπο ιδιωτικοποίησης λιμένων. Το πρότυπο αυτό είναι αδύνατον να συγκριθεί με
τις εντός Ε.Ε. αποδεκτές πρακτικές χρηστής διαχείρισης λιμενικών εγκαταστάσεων.
β) η θεσμική μεταρρύθμιση, που ήταν αναγκαία ως συνέπεια των επιλογών των
προηγούμενων κυβερνήσεων, δεν έγινε ποτέ. Η ίδρυση της Ρ,Α.Λ, αφενός δεν
υπακούει στα ευρωπαϊκά πρότυπα, αφετέρου σε κάθε περίπτωση οι αρμοδιότητές της
και η επιχειρησιακή της ικανότητα δεν μπορούσαν να εγγυηθούν την ουσιαστική
άσκηση δημόσιας εξουσίας και επομένως δεν εξυπηρετούσαν το δημόσιο συμφέρον.
Ανάλογο προηγούμενο Ρυθμιστικής Αρχής απαντάται μόνο στη Νότιο Αφρική.
4. Μοναδικοί ωφελημένοι των προαναφερόμενων επιλογών ήταν οι υποψήφιοι
αγοραστές, αφού θα μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν μέσα σε ένα περιβάλλον
ανεπαρκούς κρατικής εποπτείας.
5. Η κατάσταση αυτή δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση να γίνει ανεκτή από τη νέα
Πολιτική Ηγεσία του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
6. Σημαντικό βήμα για την αποσαφήνιση του θεσμικού πλαισίου εποπτείας της
δραστηριότητας των ιδιωτικοποιημένων οργανισμών λιμένων υπήρξε ο ν. 4336/2015,
στον οποίο προβλέφθηκε ρητά η υποχρέωση της κυβέρνησης να καθορίσει τις
αρμοδιότητες τόσο της Ρ.Α.Λ, όσο και των κατά τόπους αρμόδιων λιμενικών αρχών
(port authorities).
7. Συγκεκριμένα για την ίδρυση της Δημόσιας Αρχής Λιμένα Πειραιά, η κυβέρνηση
μερίμνησε ώστε στο Σχέδιο Σύμβασης Παραχώρησης, το οποίο έχει ήδη αποδεχτεί η
COSCO, να έχει περιληφθεί σαφής και ρητή πρόβλεψη, σύμφωνα με την οποία το
Ελληνικό Δημόσιο έχει το δικαίωμα να θέτει σε ισχύ, καταργεί ή τροποποιεί νόμους
που διέπουν ή επηρεάζουν πτυχές της λειτουργίας του Λιμένα Πειραιά,
συμπεριλαμβανσμένης, ενδεικτικώς, της σύστασης και του ορισμού οποιοσδήποτε
νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, εποπτικού φορέα ή οργανωτικής δομής με σκοπό
την ανάληψη του συνόλου ή μέρους των καθηκόντων λιμενικής αρχής ή/και λιμενάρχη
ή/και την ευθύνη του συνόλου ή μέρους των δημόσιων διοικητικών λειτουργιών και
καθηκόντων σε σχέση με τη λειτουργία του Λιμένα Πειραιά.
8. Με βάση τις αναγκαίες πλέον προσαρμογές στο σύστημα θεσμικού ελέγχου της
παροχής λιμενικών υπηρεσιών, η προστασία του δημοσίου συμφέροντος εξασφαλίζεται
από το τρίπτυχο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής - Ρ.Α.Λ - Δ.Α.Λ.
Συγκεκριμένα:
Το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μέσω της Γενικής Γραμματείας
Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων αποτελεί τον αρμόδιο
φορέα για τη διαμόρφωση της εθνικής λιμενικής πολιτικής.
Η Ρ.Α.Λ αναδεικνύεται σε ανεξάρτητη αρχή εποπτείας των εμπορικών μεθόδων και
πρακτικών των παροχών λιμενικών υπηρεσιών, με αναβάθμιση του εποπτικού της
ρόλου, ώστε να δύναται να λαμβάνει ρυθμιστικά μέτρα για τη διασφάλιση της
ακώλυτης παροχής λιμενικών υπηρεσιών στους χρήστες, της ακώλυτης πρόσβασης σε
λιμενικές υπηρεσίες και της εύρυθμης λειτουργίας της συναφούς αγοράς λιμενικών
υπηρεσιών, σύμφωνα με το κοινοτικό και εθνικό δίκαιο και σε συνεργασία με την
Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Τέλος, η Δ.Α.Λ αποτελεί δημόσιο φορέα με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια
στον οποίο ανατίθεται η άσκηση των διοικητικής φύσης εξουσιών/αρμοδιοτήτων, οι
οποίες αφαιρούνται από τους Οργανισμούς Λιμένα δυνάμει των διατάξεων των
Συμβάσεων Παραχώρησης, λόγω της ιδιωτικοποίησης, σε συνεργασία με τη Ρ.Α.Λ και
τη Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων.
Διευκρινίζεται ότι η Δ.Α.Λ σε καμία περίπτωση δεν παρεμβαίνει στην άσκηση
επιχειρηματικής δραστηριότητας ή τη λήψη επιχειρηματικών αποφάσεων.
β. Επί των άρθρων
1. Επιβεβαιώνονται για λόγους νομικής σαφήνειας οι αρμοδιότητες του Υπουργείου
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και ειδικότερα της Γενικής Γραμματείας
Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων σύμφωνα με την κείμενη
νομοθεσία. Συγκεκριμένα, με το άρθρο 107 επαναλαμβάνεται η διάταξη του άρθρου 1
του Ν. 4150/2013, καθώς και του άρθρου 59 ΠΔ 103/2014.
2. Υλοποιείται η δέσμευση του Ν. 4336/2015 για τη μετεξέλιξη της Ρυθμιστικής
Αρχής Λιμένων (Ρ.Α.Λ) σε Ανεξάρτητη Αρχή με ουσιαστικές και αποτελεσματικές
αρμοδιότητες εποπτείας των εμπορικών μεθόδων και πρακτικών των παροχών λιμενικών
υπηρεσιών.
3. Με το άρθρο 108 συνιστάται Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή με την επωνυμία
«Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων» (Ρ.Α.Λ.), η οποία έχει ως γενικότερη αποστολή την
εποπτεία και τη διασφάλιση της νομιμότητας των σχέσεων μεταξύ δημόσιων και
ιδιωτικών φορέων του εθνικού λιμενικού συστήματος, με έμφαση στην τήρηση της
συμβατικής τάξης και την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ελεύθερου ανταγωνισμού. Τα
μέλη της απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και κατά την
άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Η Ρ.Α.Λ. υποβάλλει μέχρι την 31η Μαρτίου κάθε
έτους στον Πρόεδρο της Βουλής ετήσια έκθεση. Η Ρ.Α.Λ. υποχρεούται να κινεί ανά
χρονικά διαστήματα, τα οποία δεν μπορεί να υπερβαίνουν την τετραετία, διαδικασία
αξιολόγησης της λειτουργίας της.
4. Με το άρθρο 109 ορίζεται ότι η Ρ.Α.Λ συγκροτείται από 9 μέλη, με αυξημένες
εγγυήσεις προσωπικής και λειτουργικής τους ανεξαρτησίας. Η Ρ.Α.Λ. συγκροτείται
από εννέα (9) μέλη, εκ των οποίων ένα μέλος είναι Πρόεδρος, ένα μέλος
Αντιπρόεδρος και δύο μέλη Εισηγητές και απαρτίζεται από πρόσωπα αναγνωρισμένου
κύρους που διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την
επαγγελματική τους ικανότητα στο νομικό και στον οικονομικό τομέα, καθώς και
διπλωματούχοι Πολυτεχνείου, ιδίως σε θέματα στρατηγικού σχεδιασμού και
προγραμματισμού, οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας λιμένων ή οικονομικής και
πολιτικής λιμένων ή λιμενικής βιομηχανίας. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ επιλέγονται από τη
Βουλή, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Ο
Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ., τακτικά και αναπληρωματικά,
πριν την ανάληψη των καθηκόντων τους, γνωστοποιούν στον Υπουργό Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής την παροχή υπηρεσίας, συμβουλής, εργασίας ή έργου, που
έχουν αναλάβει με εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση τα τελευταία πέντε χρόνια
πριν από την έναρξη της θητείας τους. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, τα
τακτικά μέλη της Ρ.Α.Λ. τα οποία δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής
απασχόλησης, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη, δεν επιτρέπεται να ασκούν
οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο δημόσιο λειτούργημα ή κάθε άλλη επαγγελματική
δραστηριότητα επιχειρηματική ή μη, που δεν συμβιβάζονται με την ιδιότητα και τα
καθήκοντα τού μέλους της Ρ.Α.Λ. Οι αποδοχές των μελών της Ρ.Α.Λ. που είναι
πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης καθορίζονται, με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με την επιφύλαξη
των κείμενων διατάξεων.
5. Τα άρθρα 110 και 111 αφορούν την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου στα μέλη της
Ρ.Α.Λ από Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτελούμενο από έναν Σύμβουλο Επικράτειας, έναν
Αρεοπαγίτη και έναν Καθηγητή Πανεπιστημίου με ειδίκευση στα οικονομικά, με
τριετή θητεία. Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεων τους που απορρέουν από τον
παρόντα νόμο και τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση
αυτού, τα μέλη της Ρ.Α.Λ υπέχουν πειθαρχική ευθύνη. Την πειθαρχική διαδικασία
ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου της παραγράφου 2 κινεί το Υπουργικό
Συμβούλιο ύστερα από πρότασή του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής,
για τον Πρόεδρο και τα μέλη της. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και
τελευταίο βαθμό την επιβολή των κυρώσεων που ορίζονται κατά τη διαδικασία του
άρθρου 4. Οι επιβαλλόμενες από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ποινές είναι: α) έγγραφη
επίπληξη, β) πρόστιμο έως τις αποδοχές δώδεκα (12) μηνών και γ) οριστική παύση.
6. Το άρθρο 112 καθορίζει τις κανονιστικές αρμοδιότητες της Ρ.Α.Λ σε θεμελιώδους
σημασίας θέματα για την απρόσκοπτη λειτουργία των λιμένων και την ακώλυτη
πρόσβαση των χρηστών, κυρίως για την έκδοση δεσμευτικών οδηγιών για θέματα
σχετικά με την απλούστευση, διαφάνεια και εναρμόνιση τελών κοινού ενδιαφέροντος
για όλους τους ελληνικούς λιμένες, με απώτερο σκοπό τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ
εγχώριων λιμένων και τη διαδικασία προσδιορισμού, επιβολής και είσπραξης
ποινικών ρητρών ή άλλων συμβατικών αξιώσεων που προβλέπονται στις ως άνω
Συμβάσεις Παραχώρησης και στις αντιρρήσεις των ενδιαφερομένων κατά των αποφάσεων
επιβολής.
7. Το άρθρο 113 αναφέρεται στις ρυθμιστικές αρμοδιότητες της Ρ.Α.Λ με βασική
προτεραιότητα τη διασφάλιση της συνεχούς και αδιάλειπτης παροχής λιμενικών
υπηρεσιών. Η Ρ.Α:Λ αποκτά την αρμοδιότητα να λαμβάνει ρυθμιστικά μέτρα σε
περιπτώσεις σοβαρής διατάραξης της λειτουργίας των λιμένων.
8. Το άρθρο 114 θεσμοθετεί τη διαδικασία διερεύνησης καταγγελιών από τη Ρ.Α.Λ
και τα δικαιώματα έρευνας και συλλογής πληροφοριών των μελών και υπαλλήλων της.
Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα να καταγγέλλει ενώπιον της Ρ.Α.Λ.
παραβάσεις για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της. Όλες οι δημόσιες αρχές και τα νομικά
πρόσωπα δημοσίου δικαίου υπέχουν υποχρέωση να παρέχουν πληροφορίες και να
συνδράμουν τη Ρ.Α.Λ. και τους εντεταλμένους υπαλλήλους της κατά την εκτέλεση των
καθηκόντων τους.
9. Το άρθρο 115 καθορίζει τον τρόπο εκπροσώπησης της Ρ.Α.Λ και τις αρμοδιότητες
του Προέδρου της. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. την εκπροσωπεί ενώπιον κάθε δικαστικής
αρχής και στις σχέσεις της με τις άλλες διοικητικές ή ανεξάρτητες αρχές και τους
τρίτους και έχει, δυνάμει της κείμενης νομοθεσίας, των διατάξεων του παρόντος
και των αποφάσεων της Ρ.Α.Λ. την ευθύνη της λειτουργίας αυτής
10. Το άρθρο 116 αναφέρεται στη διεξαγωγή των συνεδριάσεων της Ρ.Α.Λ. Στις
συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ. εκτός του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών αυτής
δύνανταινα συμμετέχουν με δικαίωμα λόγου ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Λιμένων
Ελλάδος, ένας εκπρόσωπος της'Ενωσης Περιφερειών Ελλάδος, ένας εκπρόσωπος του
Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας, ένας εκπρόσωπος του Εμπορικού και
Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά και ένας εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων
Λιμανιών Ελλάδος, που ορίζονται από τους φορείς αυτούς με τους νόμιμους
αναπληρωτές τους.
11. Το άρθρο 117 ρυθμίζει την πρόσκληση των μελών στις συνεδριάσεις.
12. Το άρθρο 118 απαριθμεί τις περιπτώσεις υποχρεωτικής σύγκλησης της Ρ.Α.Λ.
13. Το άρθρο 119 διέπει τη. διεξαγωγή των συνεδριάσεων της Αρχής.
14. Το άρθρο 120 προνοεί για την τήρηση των πρακτικών των Συνεδριάσεων.
15. Το άρθρο 121 προβλέπει σχετικά με.τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
16. Το άρθρο 122 αφορά στον έλεγχο των αποφάσεων της Ρ.Α.Λ από τα Διοικητικά
Δικαστήρια.
17. Το άρθρο 123 σχετίζεται με θέματα οργάνωσης και προσωπικού της Ρ.Α.Λ. Στη
Ρ.Α.Λ. συνιστάται Γενική Διεύθυνση, της οποίας προΐσταται Γενικός Διευθυντής. Η
Γενική Διεύθυνση αποτελείται από μία Διεύθυνση Παρακολούθησης και Ελέγχου
Αγοράς, η οποία περιλαμβάνει κατ' ελάχιστον Τμήματα Νομικής και Οικονομικής
Τεκμηρίωσης, και μία Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης, η οποία
με τα αντίστοιχα τμήματα εξασφαλίζει την αυτοτελή διοίκηση του προσωπικού και
οικονομική διαχείριση των πόρων της Ρ.Α.Λ..
18. Το άρθρο 124 απαριθμεί τους τακτικούς και έκτακτους πόρους της Ρ.Α.Λ.
19. Το άρθρο 125 προνοεί για την οικονομική διαχείριση της Αρχής. . Η Ρ.Α.Λ.
υπόκειται στον προληπτικό και κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου,
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
20. Το άρθρο 126 ρυθμίζει θέματα σχετικά με τη διαχείριση του υλικού και της
περιουσίας της Δ.Α.ΛΠ.
21. Με τις διατάξεις των άρθρων 127 επ. ιδρύεται η Δ.Α.Λ ως δημόσιος φορέας με
διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια στον οποίο ανατίθεται η άσκηση των
διοικητικής φύσης εξουσιών/αρμοδιοτήτων, οι οποίες αφαιρούνται από τους
Οργανισμούς Λιμένα δυνάμει των διατάξεων των Συμβάσεων Παραχώρησης, λόγω της
ιδιωτικοποίησης, σε συνεργασία με τη Ρ.Α.Λ και τη Γενική Γραμματεία Λιμένων,
Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων.
22. Με το άρθρο 127 ιδρύεται η Δημόσια Αρχή Λιμένα (Δ.Α.Λ) ως αποκεντρωμένη,
αυτοτελής και ανεξάρτητη υπηρεσιακή μονάδα του Υπουργείου Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Όργανα Διοίκησης
της Δ.Α.Λ, με πενταετή θητεία, ορίζονται το Συμβούλιο Διοίκησης και ο Διοικητής.
Η θητεία των ανωτέρω οργάνων διοίκησης συνδυάζει την υψηλή επιστημονική
κατάρτιση και την αντιπρόσωπευτικότητα.
23. Με το άρθρο 128 καθορίζονται οι αρμοδιότητες της Δ.Α.Λ, σύμφωνα με τα
οριζόμενα στη Σύμβαση Παραχώρησης και την κείμενη νομοθεσία. Οι σκοποί και οι
αρμοδιότητες της Δ.Α.Λ εξασφαλίζουν την αποτελεσματική και αποδοτική άσκηση
εποπτε ίας στο u ς λιμένε ς.
24. Με το άρθρο 129 προσδιορίζονται οι πόροι της Δ.Α.Λ και δημιουργείται ειδικός
"Λογαριασμός Δ.Α.Λ, προκειμένου να διασφαλιστεί η οικονομική της αυτοτέλεια από
το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
25. Με το άρθρο 130 ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα σχετικά με τη διάρθρωση των
οργανικών μονάδων της Δ.Α.Λ και τη στελέχωσή της με ανθρώπινο δυναμικό.
26. Το άρθρο 131 αφορά στη σύσταση του Περιφερειακού Γραφείου Δ.Α.Λ Πειραιά καί
τη σύσταση και άλλων τέτοιων Περιφερειακών Γραφείων με απόφαση του Υπουργού
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
27. Το άρθρο 132 περιέχει τελικές και μεταβατικές διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΗΡΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΚΟ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟ ΑΔΜΗΕ ΑΕ ΑΠΟ ΔΕΗ ΑΕ, ΣΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2009/72/ΕΚ, ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΑΥΤΗΣ- ΘΕΣΠΙΣΗ
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΠΩΛΗΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΗ ΑΕ, ΜΕΣΩ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΩΝ
ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΕ ΦΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ
ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ Ν. 4273/2014 ΠΕΡΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΝΕΑΣ ΚΑΘΕΤΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ (Α' 146) - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΣΠΙΣΗ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΕΥΕΛΙΞΙΑΣ.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Άρθρο 133
Με την προτεινόμενη ρύθμιση σκοπείται η εκπλήρωση των δεσμεύσεων που εισήχθησαν
με τη διάταξη της παραγράφου 4.3, της Ενότητας Γ του άρθρου 3 του Ν. 4336/2015
«Συνταξιοδοτικές διατάξεις - Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης
αττό τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της
Συμφωνίας Χρηματοδότησης» (ΦΕΚ Α' 94/14-08-2015), στην οποία, μεταξύ άλλων,
προβλέπεται ο σχεδιασμός «του συστήματος δημοπρασιών ΝΟΜΕ, με στόχο να μειωθούν
κατά 25% τα μερίδια λιανικής και χονδρικής αγοράς της ΔΕΗ και να πέσουν κάτω από
το 50% έως το 2020».
Ο κατ' εφαρμογή των ανωτέρω προτεινόμενος μηχανισμός πώλησης ηλεκτρικής
ενέργειας από τη ΔΕΗ Α.Ε., μέσω δημοπρασιών προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής
ενέργειας με φυσική παράδοση, είναι συμβατός και με τις προβλέψεις της Οδηγίας
2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009
σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και
για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (Τρίτη Ενεργειακή Δέσμη), που αφορούν
το «πρόγραμμα απελευθέρωσης ηλεκτρικής ενέργειας», κατά το οποίο, «μια
επιχείρηση παραγωγής ηλεκτρικής ενεργείας (στην υπό κρίση περίπτωση η ΔΕΗ Α.Ε.)
είναι υποχρεωμένη είτε να πωλήσει είτε να καταστήσει διαθέσιμη μια ορισμένη
ποσότητα ηλεκτρικής ενεργείας ή να χορηγήσει πρόσβαση σε μέρος του παραγωγικού
δυναμικού της στους ενδιαφερομένους προμηθευτές για ορισμένο χρονικό διάστημα»
(EE L 211/55 της 14.09.2009, προοίμιο υπό 37).
Άρθρο 134
Με τη διάταξη αυτή διευκρινίζεται ότι ισχύουν οι ορισμοί των διατάξεων του
άρθρου 2 του ν. 4001/2011 "Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και
Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρονονανϋράκων και
άλλες ρυϋμίσεις" (ΦΕΚ Α' 179/ 22.08.2011), καθώς και ότι εισάγονται νέοι
ορισμοί, οι οποίοι αφορούν τους συμμετέχοντες και τους αποκλεισμένους από τον
προτεινόμενο μηχανισμό. Συγκεκριμένα με τη διάταξη αυτή εισάγονται οι ορισμοί
των «Βιομηχανικών Καταναλωτών», «Επιλέξιμων Προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας»
και «Δικαιούχων Χρήσης» των προθεσμιακών προϊόντων, οι οποίοι είναι αναγκαίοι
για την εφαρμογή του προτεινόμενου μηχανισμού και προβλέπονται ειδικώς στο άρθρο
4 των προτεινόμενων ρυθμίσεων.
Άρθρο 135
Με τη διάταξη της παρ. 1 σκοπείται η αναλυτική περιγραφή του προτεινόμενου
μηχανισμού, ο οποίος αφορά την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας από την ανώνυμη
εταιρεία με την επωνυμία Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (εφεξής «ΔΕΗ Α.Ε.»),
δυνάμει δημοπρασιών προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική
παράδοση, μέσω του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού (ΗΕΠ) και με ρυθμιστικά
καθοριζόμενη τιμή εκκίνησης, προς τους Επιλέξιμους Προμηθευτές ηλεκτρικής
ενέργειας του άρθρου 4 των προτεινόμενων ρυθμίσεων.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παρ. 2 επιδιώκεται, δια της θέσπισης του
προτεινόμενου μηχανισμού, η ικανοποίηση των στόχων απομείωσης του μεριδίου της
ΔΕΗ Α-Ε. στην ελληνική λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στο Διασυνδεδεμένο
Σύστημα. Η σταδιακή αυτή μείωση επιδιώκεται μέσω του καθορισμού των προς
δημοπράτηση ποσοτήτων σε ποσοστά μεριδίου της ΔΕΗ ΑΕ στη λιανική αγορά του
Διασυνδεδεμένου Συστήματος, ανά έτος, με σκοπό την υλοποίηση των σχετικών
δεσμεύσεων που εισήχθησαν με το Ν. 4336/ 2015 (ΦΕΚ Α' 94).
Με τις διατάξεις των παρ. 3, 4 καί 5 ρυθμίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες
τα ποσοστά απομείωσης υπερβαίνουν ή υπολείπονται των αντίστοιχων στόχων και
προβλέπεται η αντιμετώπισή τους, δια της μείωσης και αύξησης, αντίστοιχα, των
προς δημοπράτηση ποσοτήτων.
Άρθρο 136
Με την προτεινόμενη διάταξη της παρ. 1 καθορίζονται οι Προμηθευτές ηλεκτρικής
ενέργειας που έχουν το δικαίωμα συμμετοχής στις δημοπρασίες πώλησης προθεσμιακών
προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας, με φυσική παράδοση.
Ως Επιλέξιμοι για τη συμμετοχή τους στις δημοπρασίες ορίζονται οι Προμηθευτές
ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι έχουν άδεια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας,
κατά τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, μη περιλαμβανομένης της ΔΕΗ Α.Ε. η
οποία ρητά εξαιρείται με την παράγραφο 2. Η ρύθμιση αυτή επιβάλλεται για την
υλοποίηση των δεσμεύσεων του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α' 94), όπως αναλύεται στο άρθρο
1, με ισότιμη πρόσβαση Επιλέξιμων Προμηθευτών Ηλεκτρικής Ενέργειας στο εγχώριο
ενεργειακό μίγμα για την ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των Προμηθευτών,
και με στόχο την αύξηση της διείσδυσης των ανεξάρτητων Προμηθευτών στην
ελληνική λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και τη βελτίωση της ποιότητας και
των τιμών παροχής ηλεκτρικής ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές.
Περαιτέρω, και προκειμένου να αναπτυχθεί υγιής και ανόθευτος ανταγωνισμός μεταξύ
των Προμηθευτών, με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 2, εξαιρούνται από
τη συμμετοχή τους στις προτεινόμενες δημοπρασίες και οι βιομηχανικές
επιχειρήσεις, μολονότι είναι δυνατόν να είναι κάτοχοι αδειών προμήθειας. Οι
επιχειρήσεις αυτές αποτελούν τους «Βιομηχανικούς Καταναλωτές» για τους σκοπούς
του προτεινόμενου μηχανισμού. Σε διαφορετική περίπτωση, η αναγνώριση σε ορισμένη
κατηγορία επιχειρήσεων της δυνατότητας για προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας σε
χαμηλότερες τιμές, σε σύγκριση με αυτές που απολαύουν δυνητικοί ανταγωνιστές
τους, δύναται να θεωρηθεί ως χορήγηση επιλεκτικού οικονομικού πλεονεκτήματος
και, συνεπώς, ασυμβίβαστη με το ενωσιακό δίκαιο «κρατική ενίσχυση», σύμφωνα με
το άρθρο 107 ΣΛΕΕ.
Το όριο της ετήσιας κατανάλωσης των 13GWh για τους Βιομηχανικούς Καταναλωτές,
που αφορά χρήστες συνδεδεμένους στο ΕΣΜΗΕ και στο ΕΔΔΗΕ, ερείδεται, κατ' αρχήν,
στις προβλέψεις του Ν. 4223/2013 (ΦΕΚ Α' 287/31-12-2013) και συγκεκριμένα στο
άρθρο 55 παρ. 11 του νόμου αυτού, όπου εξισώθηκε η μοναδιαία χρέωση του
οφειλόμενου ανταλλάγματος ΥΚΩ, ειδικά για καταναλωτές βιομηχανικής χρήσης Μέσης
Τάσης με ετήσια συνολική κατανάλωση ανά παροχή μεγαλύτερη των 13 GWh, με αυτή
των καταναλωτών Υψηλής Τάσης, διότι, κυρίως, έχουν παρόμοια καταναλωτικά
χαρακτηριστικά. Ως ειδικότερα εκφράζεται στην αιτιολογική έκθεση της εν λόγω
ρύθμισης για τις ΥΚΩ: «...στην κατηγορία των καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος
Μέσης Τάσης με ετήσια συνολική κατανάλωση ανά παροχή μεγαλύτερη των 13 GWh,
ανήκουν μεγάλες βιομηχανικές μονάδες εντάσεως ηλεκτρικής ενέργειας, για τις
οποίες το αντίστοιχο κόστος αντανακλά σημαντικό ποσοστό του συνολικού κόστους
παραγωγής τους και, επομένως, είναι κρίσιμο για την ανταγωνιστικότητα των
προϊόντων τους. Ταυτόχρονα, τα καταναλωτικά χαρακτηριστικά των καταναλωτών αυτών
είναι αντίστοιχα με τα χαρακτηριστικά των καταναλωτών Υψηλής Τάσης, στους
οποίους επίσης συγκαταλέγονται μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, ενώ η μόνη
σημαντική διαφορά μεταξύ τους αφορά το σημείο σύνδεσής τους με το δίκτυο
ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο εξαρτάται κυρίως από τεχνικές παραμέτρους και
είναι συχνά προϊόν τύχης ως προς τη θέση εγκατάστασης κάθε βιομηχανίας.
Επισημαίνεται ότι ήδη η ΔΕΗ Α.Ε. εντάσσει τους καταναλωτές Μέσης Τάσης με ετήσια
κατανάλωση ανά παροχή από 13GWh και άνω στην ίδια κατηγορία με τους καταναλωτές
Υψηλής Τάσης, προκειμένου να τους παράσχει ποσοστιαία έκπτωση επί του
ανταγωνιστικού σκέλους του προσφερόμενου τιμολογίου ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ η
κατηγοριοποίηση αυτή είναι σε απόλυτη συμφωνία και με τις διατυπωμένες κατά
καιρούς απόψεις της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας».
Με την ίδια ρύθμιση επίσης εισάγονται και οι βασικές προϋποθέσεις συμμετοχής των
Επιλέξιμων Προμηθευτών στις δημοπρασίες, δηλαδή η εγγραφή τους στο Μητρώο
Συμμετεχόντων του Συστήματος Συναλλαγών Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού
(«ΗΕΠ») και στο Μητρώο Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες Προθεσμιακών
Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, που ήδη θεσπίζεται δια των προτεινόμενων
ρυθμίσεων και τα οποία τηρεί ο Λειτουργός της Αγοράς.
Δικαιολογητικός λόγος της ανωτέρω ρύθμισης είναι ότι δια της εγγραφής τους στα
ανωτέρω Μητρώα οι Επιλέξιμοι Προμηθευτές προσχωρούν στους κανονισμούς
λειτουργίας αφενός του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού, δηλαδή στον Κώδικα
Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας και στον Κώδικα Διαχείρισης του ΕΣΜΗΕ, αφετέρου
του προτεινόμενου μηχανισμού δημοπρασιών, δηλαδή του Κώδικα Συναλλαγών
Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, που διέπει τις
συναλλαγές που τελούνται κατ' εφαρμογή του.
Με την ρύθμιση της παραγράφου 3 επιδιώκεται η εισαγωγή ελεγκτικού μηχανισμού,
από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας - ΡΑΕ και από το Λειτουργό της Αγοράς, ο οποίος
αφορά τον έλεγχο πλήρωσης των ανωτέρω προϋποθέσεων από τους Συμμετέχοντες στις
δημοπρασίες.
Άρθρο 137
Με την προτεινόμενη διάταξη σκοπείται η εισαγωγή υποχρέωσης της ΔΕΗ ΑΕ να
εξασφαλίζει, μέσω του ΗΕΠ, την παράδοση των ποσοτήτων ενέργειας που αντιστοιχούν
στα προθεσμιακά προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση, στους
Δικαιούχους Χρήσης των προϊόντων αυτών. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η
απρόσκοπτη λειτουργία και αξιοπιστία του μηχανισμού, ούτως ώστε οι Επιλέξιμοι
Προμηθευτές να είναι σε θέση να εφαρμόσουν τα επενδυτικά τους σχέδια σε μέσο -
μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Άρθρο 138
Με τη διάταξη αυτή προβλέπεται η αρμοδιότητα της ΡΑΕ, κατόπιν εισήγησης του
Λειτουργού της Αγοράς, για τη λήφη αποφάσεων αναφορικά με (α) την ετήσια
ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας, που διατίθεται μέσω των δημοπρασιών πώλησης
προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση, (β) τον
καταμερισμό, για κάθε δημοπρασία, της ανωτέρω ετήσιας ποσότητας σε επιμέρους
προθεσμιακά προϊόντα, (γ) το πρόγραμμα διεξαγωγής των δημοπρασιών και (δ) τα
τεχνικά χαρακτηριστικά των δημοπρατούμενων προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής
ενέργειας.
Η εξουσιοδότηση αυτή παρέχεται προς τη ΡΑΕ λόγω της προβλεπόμενης, κυρίως, στα
άρθρα 3 και 4 του Ν. 4001/ 2011 (ΦΕΚ Α' 179), αρμοδιότητάς της για τον έλεγχο,
παρακολούθηση και εποπτεία της ελληνικής αγοράς ενέργειας.
Με την ίδια διάταξη επίσης σκοπείται η εισαγωγή καταληκτικής προθεσμίας έναρξης
των δημοπρασιών που προβλέπονται στις προτεινόμενες ρυθμίσεις, προκειμένου να
επισπευσθεί, κατά το δυνατό, το χρονικό διάστημα μέχρι την εφαρμογή του
μηχανισμού και, αντιστοίχως, η επίτευξη του στόχου για την ενίσχυση της
ανταγωνιστικότητας της εγχώριας λιανικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Άρθρο 139
Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1 σκοπείται η πρόβλεψη ειδικών
νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων προς τους Υπουργούς Οικονομικών και
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ώστε με Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), κατόπιν
γνώμης της ΡΑΕ, να καθορίζεται η μεθοδολογία προσδιορισμού, καθώς και η εξ αυτής
προκύπτουσα κατώτατη τιμή προσφοράς των δημοπρατούμενών προθεσμιακών προϊόντων
ηλεκτρικής ενέργειας. Εισάγεται επίσης η υποχρέωση έκδοσης της ανωτέρω ΚΥΑ εντός
μηνός από τη θέση σε ισχύ των προτεινόμενων ρυθμίσεων.
Με τη διάταξη της παραγράφου 2 επιδιώκεται η εισαγωγή ειδικών παραμέτρων, ώστε
για τον καθορισμό της ανωτέρω μεθοδολογίας, να ληφθούν υπ' όψιν τα μεταβλητά
κόστη των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
της ΔΕΗ Α.Ε. και να καθοριστεί η αναλογία του μίγματος λιγνιτικής και
υδροηλεκτρικής παραγωγής.
Με τη διάταξη της παραγράφου 3 σκοπείται ο ειδικός προσδιορισμός των στοιχείων
κόστους από τα οποία αποτελείται το μεταβλητό κόστος των λιγνιτικών μονάδων
παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ ΑΕ. Η εξειδίκευση των θεμελιωδών
παραμέτρων υπολογισμού του μεταβλητού κόστους έχει ως στόχο τη διασφάλιση της
διαφάνειας στον υπολογισμό των προβλεπόμενων μεγεθών, καθώς και την προσαρμογή
των παραμέτρων της ΚΥΑ στις συνεχείς αλλαγές των θεμελιωδών μεγεθών της
παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Με τη διάταξη της παραγράφου 4 επιδιώκεται η περαιτέρω εξειδίκευση των
προϋποθέσεων, ώστε να θεωρούνται μεταβλητά κόστη μόνο εκείνα που, με εξαίρεση το
Ειδικό Κόστος Εκκίνησης των λιγνιτικών μονάδων, εξαρτώνται από τον όγκο
παραγωγής (MWhs) των λιγνιτικών μονάδων.
Με τη διάταξη της παραγράφου 5 προβλέπεται ο τρόπος και ο χρόνος υπολογισμού του
κόστους αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που λαμβάνεται υπόφη
στην ως άνω μεθοδολογία προσδιορισμού της κατώτατης τιμής προσφοράς.
Άρθρο 140
Με τη διάταξη της παραγράφου 1 ορίζεται η αρμοδιότητα του Λειτουργού της Αγοράς
για την οργάνωση και διεξαγωγή των προτεινόμενων δημοπρασιών. Με σκοπό την
ανάκτηση του κόστους διεξαγωγής των δημοπρασιών, με το οποίο θα επιβαρυνθεί ο
Λειτουργός της Αγοράς, εισάγεται επίσης η υποχρέωση των Επιλέξιμων Προμηθευτών
που συμμετέχουν στις δημοπρασίες προς καταβολή τελών, τα οποία εγκρίνονται από
τη ΡΑΕ και πρέπει, με σκοπό την ευχερέστερη παρακολούθηση και εποπτεία των
διαδικασιών, να αποτυπώνονται σε διακριτό λογαριασμό.
Με τη διάταξη της παραγράφου 2 προβλέπεται η κατάρτιση του Κώδικα Συναλλαγών
Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, ο οποίος περιλαμβάνει
τους κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας των προτεινόμενων δημοπρασιών από το
Λειτουργό της Αγοράς. Σκοπείται επίσης η θέσπιση της αρμοδιότητας της ΡΑΕ για τη
λήψη σχετικής απόφασης έγκρισης του εν λόγω Κώδικα, με τη διαδικασία που ήδη
ισχύει και εφαρμόζεται για την κατάρτιση και τροποποίηση των Κωδίκων που διέπουν
τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό κατά τις διατάξεις του Ν. 4001/ 2011 (ΦΕΚ
Α' 179).
Με τη διάταξη της παραγράφου 3 προβλέπονται τα ειδικότερα ζητήματα τα οποία
ρυθμίζει ο Κώδικας Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής
Ενέργειας.
Άρθρο 141
Δικαιολογητικός λόγος της προτεινόμενης ρύθμισης είναι η αποτελεσματική
παρακολούθηση του μηχανισμού, δια της σύνταξης σχετικής Έκθεσης Επιπτώσεων, ανά
εξάμηνο, από τη ΡΑΕ. Καθορίζεται επίσης το αντικείμενο της Εκθέσεως Επιπτώσεων
που εστιάζει στον έλεγχο της διείσδυσης και των διαμορφούμενών μεριδίων των
Προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Με
σκοπό τη λήψη κατάλληλων μέτρων για τη βελτιστοποίηση του προτεινόμενου
μηχανισμού, η ΡΑΕ υποβάλλει τη σχετική Έκθεση στο αρμόδιο Υπουργείο
Περιβάλλοντος και Ενέργειας
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β*
Με τις διατάξεις του παρόντος υποκεφαλαίου ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τον
πλήρη ιδιοκτησιακό διαχωρισμό της ΑΔΜΗΕ ΑΕ από τη ΔΕΗ ΑΕ, δυνάμει του σχετικού
προτύπου της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
της 13ης Ιουλίου 2009 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά
ενέργειας και για την κατάργηση της Οδηγίας 2003/54/ΕΚ, όπως αυτή ενσωματώθηκε
στην εθνική νομοθεσία με ΐον ν. 4001/2011 (Α'179). Ο εν λόγω ιδιοκτησιακός
διαχωρισμός υλοποιείται ως εναλλακτικό, προς την πλήρη ιδιωτικοποίηση της ΑΔΜΗΕ
ΑΕ, σχέδιο, προς εκπλήρωση της σχετικής διεθνούς υποχρέωσης της Ελληνικής
Δημοκρατίας, κατά τα προβλεπόμενα στην υποπαράγραφο 4.3 της Συμφωνίας
Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων (MoU), η οποία υπεγράφη
δυνάμει της εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 3 του ν. 4336/2015 (Α' 94), καθώς
με αυτό διασφαλίζονται ισοδύναμα αποτελέσματα ως προς τον ανταγωνισμό και τις
προοπτικές επενδύσεων και σύμφωνα με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές.
Η προβλεπόμενη δομή του ιδιοκτησιακού διαχωρισμού διασφαλίζει τη διατήρηση του
δημοσίου ελέγχου επί του στρατηγικής σημασίας φυσικού μονοπωλίου τόυ εθνικού
συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που ανήκει στην ΑΔΜΗΕ ΑΕ, προβλέποντας
παράλληλα τη δυνατότητα εισόδου στο μετοχικό κεφάλαιο αυτής ενός στρατηγικού
εταίρου με εμπειρία στη διαχείριση και τη λειτουργία αντίστοιχων υποδομών στην
Ευρώπη, επιτυγχάνοντας κατά το βέλτιστο τρόπο την ελεύθερη και ισότιμη πρόσβαση
στο σύστημα, την απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού, την περαιτέρω
ανάπτυξη του συστήματος και των διεθνών διασυνδέσεων της χώρας προς επίτευξη των
στόχων του εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού και της ενεργειακής πολιτικής της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εξάλλου, το καθεστώς της ιδιοκτησίας των διαχειριστών
συστημάτων μεταφοράς στα κράτη - μέλη δεν επιβάλλεται ούτε από το ενωσιακό
τομεακό δίκαιο ούτε από τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αντιθέτως, η πλειονότητα των διαχειριστών μεταφοράς εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης
τελούν υπό δημόσιο έλεγχο
επιβεβαιώνοντας, κατ' αυτό τον τρόπο, την εθνική στρατηγική σημασία που
προσδίδεται σ' αυτές τις υποδομές από τις περισσότερες χώρες.
Ειδικότερα:
Άρθρο 142
Το άρθρο 142 προσδιορίζει το σκοπό του ιδιοκτησιακού διαχωρισμού και παραθέτει
τις βασικές ενέργειες για την υλοποίησή του.
Με την παράγραφο 1 διευκρινίζεται ότι ο νόμος τίθεται προς εκπλήρωση διεθνούς
υποχρέωσης της χώρας, σε εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου και υλοποιεί το
εναλλακτικό προς την ιδιωτικοποίηση σχέδιο του άρθρου 3 του ν. 4336/2015 (Α'
94)'.
Η παράγραφος 2 προσδιορίζει το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, όπως θα
διαμορφωθεί με την υλοποίηση των προβλεπόμενων στον νόμο ενεργειών. Παράλληλα,
επιτάσσει ότι το ποσοστό του Ελληνικού Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΔΜΗΕ
ΑΕ δεν μπορεί να υπολείπεται του 51% αυτού. Οι μετοχές της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που κατέχει
άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο, ή νομικά πρόσωπα συνδεδεμένα με αυτό κατά την έννοια
της σχετικής διάταξης (περιλαμβανομένου προφανώς και του ΤΑΙΠΕΔ) εξαιρούνται από
οποιοδήποτε πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης.
Άρθρο 143
Η παράγραφος 1 προσδιορίζει τις απαιτούμενες πράξεις στις οποίες οφείλουν να
προβούν η Εταιρεία Συμμετοχών της ΔΕΗ ΑΕ, η ΑΔΜΗΕ ΑΕ και η ΔΕΗ ΑΕ. Επισημαίνεται
ότι η προσφορά των μετοχών της Εταιρείας Συμμετοχών στους μετόχους της ΔΕΗ ΑΕ,
στο πλαίσιο της εις είδος μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου αυτής, δεν συνιστά
δημόσια προσφορά και δεν απαιτείται η σύνταξη, έγκριση και δημοσίευση
ενημερωτικού δελτίου.
Σκοπός της παραγράφου 2 είναι να άρει κάθε τυχόν αμφιβολία για την άσκηση του
δικαιώματος ψήφου από το Ελληνικό Δημόσιο. Το Δημόσιο συμμετέχει και ψηφίζει
στις γενικές συνελεύσεις της ΑΔΜΗΕ ΑΕ και ΔΕΗ ΑΕ ελεύθερα και χωρίς κανένα
περιορισμό ασκώντας πλήρως τα κατά τον κ.ν. 2190/1920 δικαιώματά του ως μέτοχος.
Η παράγραφος 3 διευκρινίζει ότι οι ενέργειες αυτές αποτελούν εκπλήρωση νόμιμης
υποχρέωσης των σχετικών εταιρικών οργάνων, δεδομένου ότι προδιαγράφονται ευθέως
στο νόμο.
Άρθρο 144
Το άρθρο 144 θέτει τους βασικούς όρους του διαγωνισμού και προβλέπει ότι οι
λεπτομέρειες αυτού μπορούν να αποφασίζονται και να εξειδικεύονται με κοινή
υπουργική απόφαση σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4.
Η παράγραφος 1 προσδιορίζει ότι ο επενδυτής πρέπει να είναι είτε διαχειριστής
συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας μέλος Ευρωπαϊκού Δικτύου
Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ENTSO-E) είτε
διαχειριστής συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που συμμετέχει σε
διαχειριστή συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας μέλος Ευρωπαϊκού Δικτύου
Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ENTSO-E) (Διαχειριστής
Συστήματος) είτε κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει Διαχειριστής Συστήματος.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2α παρέχεται στη ΔΕΗ ΑΕ ως μητρική εταιρεία το
δικαίωμα να ζητεί από τη διοίκηση της ΑΔΜΗΕ ΑΕ όλες τις πληροφορίες που αφορούν
στην τελευταία και είναι απαραίτητες, προκειμένου οι υποψήφιοι επενδυτές που θα
προεπιλεγούν κατά τη διαγωνιστική διαδικασία μεταβίβασης μετοχών της ΑΔΜΗΕ ΑΕ,
να μπορούν με εμπεριστατωμένο τρόπο να αξιολογήσουν τα περιουσιακά στοιχεία, την
οικονομική κατάσταση και τις επιχειρηματικές προοπτικές αυτής, με σκοπό τη
διευκόλυνση του νομικού, οικονομικού και τεχνικού ελέγχου της.
Με την παράγραφο 2 β προσδιορίζεται το γενικό περιεχόμενο της διεθνούς
πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος που θα δημοσιευθεί από τη ΔΕΗ ΑΕ και ορίζει
ότι η ΔΕΗ ΑΕ θα λάβει από ανεξάρτητο εκτιμητικό οίκο, ιδίως επενδυτική τράπεζα,
γνωμοδότηση περί του δίκαιου και εύλογου του τιμήματος, καθώς και της διαφάνειας
της όλης διαδικασίας, ενώ με την παράγραφο 2γ τίθεται το χρονικό όριο
ολοκλήρωσης της διαδικασίας αγοραπωλησίας.
Η παράγραφος 3 προβλέπει ότι τα συμβατικά κείμενα|της αγοραπωλησίας θα
περιλαμβάνουν τις αναγκαίες προαπαιτούμενες πράξεις εκ μέρους των μερών,
προκειμένου να ολοκληρωθεί η συναλλαγή.
Τέλος, η παράγραφος 4 ορίζει ότι ο διαγωνισμός τελεί υπό την εποπτεία του
Ελληνικού Δημοσίου, με την έννοια ότι αυτό μεριμνά για την τήρηση της
νομιμότητας και την εφαρμογή του νόμου, δεδομένου ότι ο διαχωρισμός του ΑΔΜΗΕ ΑΕ
γίνεται σε εκπλήρωση σχετικής υποχρέωσης του κράτους. Η νόμιμη όμως και διαφανής
διενέργεια του διαγωνισμού, καθώς και η εκτέλεση των απαραίτητων ενεργειών
σύμφωνα με τον νόμο, αποτελούν νόμιμες υποχρεώσεις της ΔΕΗ ΑΕ και των λοιπών
κατά περίσταση εμπλεκόμενων προσώπων.
Άρθρο 145
Οι παράγραφοι 1 έως 6 αναφέρονται στους όρους σύστασης και στο σκοπό της ΔΕΣ
ΑΔΜΗΕ ΑΕ. Επισημαίνεται ιδίως ότι με την παράγραφο 3 παρέχεται εξουσιοδότηση
στους Υπουργούς Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας να ρυθμίσουν με κοινή
υπουργική απόφαση ειδικότερα ζητήματα.
Η παράγραφος 7 ορίζει ότι η ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ καθίσταται νόμιμος εκδοχέας των
φορολογικών απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου έναντι της ΔΕΗ Α.Ε. και της ΑΔΜΗΕ
ΑΕ από την υλοποίηση του νόμου αυτού. Παράλληλα, ορίζει ότι η ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ
μπορεί να χρησιμοποιεί τις απαιτήσεις αυτές ως ασφάλεια τυχόν χρηματοδότησης που
λαμβάνει. Η πρόβλεψη αυτή είναι απαραίτητη δεδομένου ότι η απόκτηση των μετοχών
της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, προηγείται χρονικά της γέννησης των σχετικών φορολογικών
απαιτήσεων.
Άρθρο 146
Σκοπός του άρθρου 146 είναι η διευκόλυνση της όσο το δυνατόν ταχύτερης και πλέον
απρόσκοπτης εισαγωγής της Εταιρείας Συμμετοχών της ΔΕΗ ΑΕ στο Χρηματιστήριο της
Αθήνας.
Άρθρο 147
Το άρθρο 147 προσδιορίζει, για την άρση κάθε τυχόν αμφιβολίας, τα ελεύθερα
κεφαλαιοποιήσιμα αποθεματικά της ΑΔΜΗΕ ΑΕ.
Άρθρο 148
Με τη ρύθμιση του άρθρου αυτού, προβλέπεται η σύντμηση, για τη συγκεκριμένη
περίπτωση και προς το σκοπό της ταχύτερης ολοκλήρωσης του πλήρους ιδιοκτησιακού
διαχωρισμού, των προβλεπόμενων στα άρθρα 113 και 114 του ν. 4001/2011 (Α' 179)
προθεσμιών πιστοποίησης.
Άρθρο 149
Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 149 προβλέπεται η διασφάλιση
των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων του προσωπικού της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, ενώ με
την παράγραφο 3 διευκρινίζεται ότι η υλοποίηση του Σχεδίου Διαχωρισμού δεν
δύναται να συνιστά καθεαυτή λόγο ανατροπής εννόμων σχέσεων και καταστάσεων της
ΔΕΗ ΑΕ και των θυγατρικών αυτής, καθώς και της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, με τρίτους
αντισυμβαλλόμενους.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
Νομοθετικές ρυθμίσεις για τη θέσπιση του «Μεταβατικού Μηχανισμού
Αποζημίωσης Ευελιξίας»
Άρθρα 150 -151
Με την παρούσα ρύθμιση σκοπείται η συμπλήρωση του Ν. 4001/2011 «Για τη
λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα,
Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανϋράκων και άλλες ρυθμίσεις» (ΦΕΚ Α'
179/22.8.2011), όπως ισχύει, με την προσθήκη δύο νέων άρθρων, «143Δ -
Μεταβατικός Μηχανισμός Αποζημίωσης Ευελιξίας» και «143Ε - Κυρώσεις», για τη
διασφάλιση του σκοπού της μακρόχρονης διαθεσιμότητας επαρκούς ευέλικτης ισχύος
παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και τη διαφύλαξη της ασφάλειας του ενεργειακού
εφοδιασμού της χώρας.
Ειδικότερα, σε συνέχεια της έκδοσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εφεξής, ΕΕ) των
«Κατευθυντήριων Γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς περιβάλλοντος
και ενέργειας 2014-2020» (Επίσημη Εφημερίδα C 200/1, 28.6.2014) (εφεξής
«Κατευθυντήριες Γραμμές»), με τις οποίες καθορίζονται οι όροι βάσει των οποίων
οι ενισχύσεις στον τομέα της ενέργειας και του περιβάλλοντος δύνανται να
θεωρηθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3
στοιχείο (γ) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατέστη
επιτακτική η ανάγκη της επανεξέτασης και αναθεώρησης του πλαισίου στήριξης του
εθνικού δυναμικού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες εθνικές αρχές, ήτοι το Υπουργείο Περιβάλλοντος και
Ενέργειας και η Ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, διαβουλεύτηκαν με την
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού) επί της αναδιοργάνωσης των
εθνικών μηχανισμών, ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος θεώρησης της παρεχόμενης
στήριξης ως ασυμβίβαστης με το ενωσιακό δίκαιο κρατικής ενίσχυσης και, ιδίως, να
διασφαλισθεί η μη επιβολή υποχρέωσης τυχόν ανάκτησης ποσών που καταβλήθηκαν στο
παρελθόν στο σύνολο των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα παραγωγής
ενέργειας από πετρέλαιο, λιγνίτη και φυσικό αέριο, καθώς και υδροηλεκτρικές
μονάδες.
Κατ' αποτέλεσμα, επιβλήθηκε η μη συνέχιση της εφαρμογής των τότε ισχυόντων
εθνικών μηχανισμών, ήτοι η αναστολή ισχύος του «Μηχανισμού Διασφάλισης Επαρκούς
Ισχύος» (ο οποίος οριζόταν στα άρθρα 180 επ. του «Κώδικα Διαχείρισης του
Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας») και η παύση ισχύος του
«Μεταβατικού Μηχανισμού Διασφάλισης Επαρκούς Ισχύος» (ο οποίος οριζόταν στα
άρθρα 288 επ. του «Κώδικα Διαχείρισης του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας»), καθώς και ο ανασχεδιασμός του πλαισίου στήριξης του
δυναμικού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας βάσει των νεώτερων ενωσιακών
προσεγγίσεων και λαμβάνοντας υπόψη τη «Μελέτη Επάρκειας Ισχύος του Ελληνικού
Διασυνδεδεμένου Συστήματος για τα έτη 2015-2024», που υπέβαλε ο Ανεξάρτητος
Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (εφεξής, ΑΔΜΗΕ).
Οι σχετικές διεργασίες κατέληξαν στη συγκρότηση του παρόντος σχήματος, για την
αποζημίωση των ευέλικτων μονάδων παραγωγής, το οποίο κοινοποιήθηκε στην
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (καταχώριση στο σύστημα SANI με αριθμό υπόθεσης SA 38968) και
εγκρίθηκε από αυτήν με την υπ' αριθ. C(2016) 1791final/31.3.2016 απόφασή της
(υπό δημοσίευση).
Ο νέος εθνικός μηχανισμός, που είναι πλήρως συμβατός με το ενωσιακό δίκαιο, έχει
μεταβατικό χαρακτήρα και διασφαλίζει την ομαλή μετάβαση σε ένα μόνιμο σχήμα
ενίσχυσης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, προς όφελος του Συστήματος και των
Καταναλωτών. Η εφαρμογή του νέου αυτού σχήματος, ήτοι του «Μεταβατικού
Μηχανισμού Αποζημίωσης Ευελιξίας», εκκινεί την 1.5.2016 και η μέγιστη διάρκειά
του προσδιορίζεται σε δώδεκα (12) μήνες.
Υπό το νέο αυτό Μηχανισμό, θα καταβάλλεται σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής
αντάλλαγμα για τη διαθεσιμότητά τους προς παροχή της «υπηρεσίας ευελιξίας» στο
Σύστημα Ηλεκτρικής Ενέργειας. Ως «υπηρεσία ευελιξίας» ορίζεται η ταχεία αύξηση ή
μείωση της κατανεμόμενης ισχύος της μονάδας, ώστε να καλύπτει τη ζήτηση,
ακολουθώντας τις Εντολές Κατανομής του Διαχειριστή. Επιλέξιμες μονάδες για την
ένταξή τους στο Μηχανισμό και τη λήψη της σχετικής αποζημίωσης είναι αυτές που
διαθέτουν την τεχνική ικανότητα ώστε, εντός τριών ωρών από την έκδοση σχετικής
Εντολής Κατανομής του Διαχειριστή, να ακολουθούν, από θερμή κατάσταση, ένα
γρήγορο κύκλο λειτουργίας, με ανταπόκριση μεγαλύτερη από ένα προκαθορισμένο
κατώφλι, το οποίο αντιστοιχεί σε μετρούμενο ρυθμό μεταβολής της εξόδου της
τουλάχιστον οχτώ (8) MW/min και δυνατότητα απόκρισης για τουλάχιστον τρεις (3)
συνεχόμενες ώρες.
Βάσει των ανωτέρω τεχνικών στοιχείων, καταρχήν επιλέξιμες μονάδες για την ένταξη
στον «Μεταβατικό Μηχανισμό Αποζημίωσης Ευελιξίας» θεωρούνται οι μονάδες
τεχνολογίας αεριοστροβίλου ανοικτού και συνδυασμένου κύκλου, οι κατανεμόμενες
υδροηλεκτρικές μονάδες, καθώς και η κατανεμόμενη μονάδα ΣΗΘΥΑ, για το μέρος της
ισχύος της για το οποίο δεν αμείβεται από άλλο μηχανισμό στήριξης
Η αποζημίωση που καταβάλλεται στις τελικώς επιλεγείσες μονάδες παραγωγής
ορίζεται ως «Μοναδιαίο Τίμημα Πληρωμής Ισχύος» και προσδιορίζεται στο ποσό των
σαράντα πέντε (45) €/kW διαθέσιμης ισχύος για το ανωτέρω χρονικό διάστημα και με
ανώτατο όριο καταβολής τα δεκαπέντε (15) εκατομμύρια ευρώ ανά μονάδα παραγωγής.
Το μέγιστο συνολικό κόστος του Μηχανισμού ορίζεται σε διακόσια είκοσι πέντε
(225) εκατομμύρια ευρώ. Το ανωτέρω κόστος επιμερίζεται στους Εκπροσώπους
Φορτίου, οι οποίοι το καταβάλλουν στην ΑΔΜΗΕ ΑΕ και ο Διαχειριστής, με τη σειρά
του, το αποδίδει στους Παραγωγούς κατ' αντιστοιχία με την πραγματική
διαθεσιμότητα των μονάδων τους.
Για την ένταξη των καταρχήν επιλέξιμων μονάδων στο Μηχανισμό, απαιτείται η
υποβολή αίτησης προς τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, σύμφωνα με τη διαδικασία που
θα καθορίσει η Ανεξάρτητη Αρχή με απόφασή της και στη βάση του χαρακτήρα
«κινήτρου» που οφείλουν να έχουν οι σχετικές ενισχύσεις, κατά τις διατάξεις των
Κατευθυντηρίων Γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ο παρών Μηχανισμός θα εξειδικευτεί περαιτέρω με τον Κώδικα Διαχείρισης του
Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας.
Άρθρο 152
Με τη διάταξη του άρθρου 152 καταργούνται οι διατάξεις του ν. 4273/ 2014 περί
δημιουργίας νέας καθετοποιημένης εταιρείας ηλεκτρικής ενέργειας (ΦΕΚ Α' 146), με
τις οποίες προβλεπόταν η δημιουργία της λεγάμενης «Μικρής ΔΕΗ», καθώς ο
μηχανισμός πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας από τη ΔΕΗ Α.Ε., μέσω δημοπρασιών
προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση, ο οποίος
θεσπίζεται με τις διατάξεις του παρόντος αποτελεί την εναλλακτική πρόταση, με
βάση και τις διατάξεις του ν. 4336/2015, για το άνοιγμα της λιανικής αγοράς
ηλεκτρικής ενέργειας στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα της χώρας και δεν απαιτείται
πλέον η βάσει των καταργούμενων διατάξεων προβλεπόμενη διάσπαση της ΔΕΗ ΑΕ μέσω
πώλησης μέρους της.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 0'
ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ, ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΧΑΡΤΩΝ ΚΑΙ
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' (άρθρα 153-155)
I. Επί της αρχής:
Η αναμόρφωση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου, που διέπει την κατάρτιση των
δασικών χαρτών, καθίσταται αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμετοχή της
δασικής υπηρεσίας, η οποία κρίνεται απαραίτητη, τόσο στη διαδικασία τής
κατάρτισης όσο και στην πιστοποίηση του περιεχομένου τού δασικού χάρτη.
Ταυτόχρονα, πρέπει να γίνουν ουσιαστικές βελτιωτικές παρεμβάσεις προκειμένης της
επιτάχυνσης της διαδικασίας κατάρτισης των δασικών χαρτών και της εύρυθμης
λειτουργίας των ειδικών Τμημάτων Δασικών Χαρτογραφήσεων των Διευθύνσεων Δασών
των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Με το παρόν σχέδιο νόμου εξασφαλίζεται η επιτυχής
και ταχεία περαίωση της σχετικής διαδικασίας με την κύρωση των δασικών χαρτών,
χάρη στη συντόμευση των απαιτούμενων χρόνων, αλλά και στην επίτευξη της μείωσης
των δαπανών. Κατά την κατάρτιση του σχεδίου νόμου ελήφθη υπόψη το ισχύον θεσμικό
πλαίσιο, η εξέλιξη και το στάδιο που βρίσκεται το έργο, οι υπάρχουσες υποδομές
και η τεχνογνωσία της εταιρείας «ΕΚΧΑ Α.Ε.» και τέλος τα υφιστάμενα χρονικά
περιθώρια ολοκλήρωσης του έργου, τα οποία είναι ασφυκτικά.
Η εφαρμογή των πρότεινόμενων ρυθμίσεων αναμένεται ότι θα έχει ως αποτέλεσμα:
1. Την επίσπευση της διαδικασίας ανάρτησης και κύρωσης των δασικών χαρτών.
2. Την ταχύτερη και αξιόπιστη ανταπόκριση των δασικών υπηρεσιών στις υποχρεώσεις
τους.
3. Την ελαχιστοποίηση του αριθμού των υποβαλλομένων αντιρρήσεων.
4. Την αντιμετώπιση των προβλημάτων που ανέκυψαν από την αδυναμία συγκρότησης
και λειτουργίας των Επιτροπών Εξέτασης των Αντιρρήσεων.
5. Την επίσπευση των εργασιών των ανωτέρω Επιτροπών, ώστε να επιτευχθεί η κατά
το δυνατόν συντομότερη κύρωση των δασικών χαρτών.
6. Την αξιοποίηση της αποκτηθείσας τεχνογνωσίας και εμπειρίας.
7. Την οικονομικότερη διαχείριση του έργου και
8. Την αποτελεσματικότερη προστασία της δημόσιας περιουσίας, τού πολίτη και την
διασφάλιση της αξιοπιστίας των συναλλαγών.
II. Επί των άρθρων:
Άρθρο 153
Με την παράγραφο Α του άρθρου 153 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται το άρθρο 13
του ν. 3889/2010.
Ειδικότερα, με το τροποποιούμενο άρθρο 13 το περιεχόμενο του δασικού χάρτη
διευρύνεται και ταυτίζεται με το αντικείμενο προστασίας του ν. 998/1979 (άρθρο 3
παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 5 ν. 998/1979). Ειδικότερα, ο δασικός χάρτης
συμπληρώνεται με την περιέλευση σε αυτόν, κατά την κατάρτιση του, με σαφή,
αποτελεσματικό και έγκυρο τρόπο - εκτός από τις δασικές - και των δημοσίων
χορτολιβαδικών, βραχωδών και πετρωδών εκτάσεων, που κείνται επί των ημιορεινών,
ορεινών και ανωμάλων εδαφών, οι οποίες μαζί με τα δάση αποτελούν
τις «δασικές εν γένει εκτάσεις», σύμφωνα με τον τίτλο και τα άρθρα 1, 2 και 3 ως
άνω δασικού νόμου 998/1979.
Ο δασικός χάρτης αποτελεί κτηματογραφικό διάγραμμα, που απεικονίζει προεχόντως
τις εκτάσεις επί των οποίων ισχύει το μαχητό τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου.
Οι ως άνω εκτάσεις διαχειρίζονται και διοικούνται ως δημόσιες, δυναμένης της
αναγνώρισης επ' αυτών ιδιωτικών εμπραγμάτων δικαιωμάτων, κατά τα ειδικότερον
προβλεπόμενα στη δασική νομοθεσία. Με την περιέλευση στο δασικό χάρτη των
ανωτέρω δασικών εν γένει εκτάσεων, κατά το ν. 998/79 (δασικών, χορτολιβαδικών
και βραχωδών), εξασφαλίζεται η προστασία τους τόσο ως περιβαλλοντικών έννομων
αγαθών, όσο και από ιδιοκτησιακής άποψης.
Ειδικότερα οι λόγοι που υπαγόρευσαν την απεικόνιση και των χορτολιβαδικών
εκτάσεων στο δασικό χάρτη είναι οι εξής:
Μετά την ψήφιση τού ν. 2308/1995, που καθόριζε τον τρόπο σύνταξης τού Εθνικού
Κτηματολογίου μέχρι το στάδιο των πρώτων εγγραφών, διαπιστώθηκε η ανάγκη
προστασίας των δικαιώμάτων τού Δημοσίου, στις εκτάσεις για τις οποίες ισχύει το
«μαχητό τεκμήριο κυριότητος τού Δημοσίου». Έτσι, στο ν. 2664/1998 που
ακολούθησε, περιλήφθηκαν τα άρθρα 27 και 28, με τα οποία θεσμοθετήθηκε η
διαδικασία κατάρτισης των δασικών χαρτών, με στόχο την αποτελεσματικότερη
προάσπιση των δικαιωμάτων τού Δημοσίου κατά τη διαδικασία των κτηματογραφήσεων,
στις ανωτέρω εκτάσεις. Με τα ανωτέρω όμως άρθρα έμειναν εκτός θεματικού
περιεχομένου δασικών χαρτών και επομένως εκτός οριστικής (αναμφισβήτητης) και
δεσμευτικής για όλους διοικητικής κρίσης τού χαρακτήρα τους, εκτάσεις για τις
οποίες ισχύει, επίσης, το ως άνω τεκμήριο, όπως είναι οι "χορτολιβαδικές".
Για να εξυπηρετήσουν, λοιπόν, το σκοπό σύνταξής τους οι δασικοί χάρτες πρέπει να
περιλάβουν εκτός από τις εκτάσεις που προστατεύονται ως προς τη μορφή τους από
το Σύνταγμα και τη δασική νομοθεσία και τις λοιπές εκτάσεις, για τις οποίες
ισχύει επίσης το μαχητό τεκμήριο κυριότητος του Δημοσίου και διαχειρίζονται από
τη δασική υπηρεσία ("χορτολιβαδικές") ως δημόσιες, προκειμένης της αποσαφήνισης
του ιδιοκτησιακού τους καθεστώτος, με λυμένο το θέμα της κρίσης τού χαρακτήρα
τους ως "χορτολιβαδικών".
Επιπλέον, με την ανάρτηση τού δασικού χάρτη παύει η ισχύς του άρθρου 14 του ν.
998/1979 και οι Επιτροπές Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων τού άρθρου 10 τού ίδιου
νόμου είναι αναρμόδιες για την εξέταση θεμάτων, που ανάγονται στο χαρακτηρισμό
των εκτάσεων κατά τη διαδικασία του ανωτέρω άρθρου 14. Συνεπώς, εκλείπει η
δυνατότητα χαρακτηρισμού των "χορτολιβαδικών εκτάσεων". Παράλληλα, ο πολίτης ο
οποίος υπέβαλε αντιρρήσεις κατά τού περιεχομένου τού αναρτηθέντος δασικού χάρτη
στις προβλεπόμενες επιτροπές, είναι εγκλωβισμένος στις περιπτώσεις των εκτάσεων
που κρίθηκε μεν ότι δεν συμπεριλαμβάνονται στο δασικό χάρτη (ως μη δασικές),
αλλά είτε από το σκεπτικό των αποφάσεων είτε από την μορφή τους προκύπτει ότι
αποτελούν χορτολιβαδικές εκτάσεις. Άρα, οδηγείται σε ατέρμονες διοικητικές ή
δικαστικές εμπλοκές, με αποτέλεσμα την απαξίωση των διαδικασιών και την
αναξιοπιστία τής διοίκησης.
Επισημαίνεται ότι οι εκτάσεις αυτές αποτελούν, επίσης, θεματικό αντικείμενο του
Δασολογίου εμφανιζόμενες στο «περιθώριο των μερίδων» αυτού, κατά την
κατάρτιση του, που έχει σαν βάση τον κυρωμένο δασικό χάρτη.
Πέραν των ανωτέρω, επισημαίνεται ότι με την ανάρτηση του δασικού χάρτη,
συμπεριλαμβανομένων των «χορτολίβαδων», επιτυγχάνεται οικονομία ενός σταδίου
κατάρτισης του δασικού χάρτη, αφού είναι ήδη έτοιμος ως «Πρόσφατος
Ορθοφωτοχάρτης» σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και, συνεπώς, δεν
απαιτείται νέα κωδικαρίθμηση, τοπολογία και βάση δεδομένων του αναρτούμενου
δασικού χάρτη.
Περαιτέρω, με την παράγραφο Α του άρθρου 153 του σχεδίου νόμου τροποποιείται η
παράγραφος 2 του άρθρου 13 του ν. 3889/2010 και ειδικότερα απαλείφονται από
αυτήν τα προστεθέντα με το νόμο 4280/2014 εδάφια περί μη χαρακτηρισμού ως
δασικών και μη κήρυξης ως αναδασωτέων, των εκτάσεων, των απολύτως αναγκαίων για
την εφαρμογή νόμιμης οικοδομικής αδείας, εκδοθείσας προ του 1975. Οι ανωτέρω
διατάξεις δεν έχουν άμεση σχέση με τις διέπουσες την κατάρτιση των δασικών
χαρτών ρυθμίσεις του άρθρου 13, ενώ η διερεύνηση των τιθέμενων με αυτές
ζητημάτων (ύπαρξη οικοδομικών αδειών προ του 1975, προσδιορισμός της αναγκαίας
για την εφαρμογή τους επιφάνειας), η οποία μπορεί να λάβει σε κάθε περίπτωση
χώρα μετά την κύρωση του χάρτη, σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 3889/2010, κατά το
πρότερο στάδιο της κατάρτισης αυτού, θα προκαλέσει καθυστέρηση στην σχετική
διαδικασία με συνέπεια τη μη τήρηση του χρονοδιαγράμματος για την κύρωση τους
και την αύξηση της απαιτούμενης σχετικής δαπάνης. Για τους ανωτέρω λόγους οι
προρρηθείσες διατάξεις εντάσσονται με το άρθρο 2 του παρόντος νόμου, στο άρθρο 3
του ν. 998/1979, στο οποίο καθορίζεται το πεδίο εφαρμογής της δασικής
νομοθεσίας, ρύθμιση η οποία είναι ορθότερη από νομοτεχνική άποψη.
Πέραν των ανωτέρω, με το τροποποιούμενο άρθρο 13 του ν. 3889/2010 επαναφέρεται
στην Διεύθυνση Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης η αρμοδιότητα για την
κατάρτιση του δασικού χάρτη και την εκτέλεση όλων των εργασιών έως την κύρωση
του, η οποία με το ν. 4164/2013 είχε υπαχθεί στην εταιρεία ΕΚΧΑ Α.Ε.. Επίσης
προβλέπεται, προκειμένης της επιτάχυνσης της σχετικής διαδικασίας, η υποβολή,
εντός προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εκ μέρους
της Διεύθυνσης Δασών σχετικής πρότασης για την εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών
συνοδευόμενης από χρονοδιάγραμμα στη Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας
Δασών και Αγροπεριβάλλοντος και η έγκριση αυτής από τον Υπουργό Περιβάλλοντος
και Ενέργειας. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης των ανωτέρω εργασιών από τη Διεύθυνση
Δασών, προβλέπεται η εκτέλεση τους από την ΕΚΧΑ Α.Ε. με αναθέσεις σε ιδιωτικά
γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών, επί τη βάσει όμως σχεδιασμού και
προγραμματισμού εκπονούμενου - επί τη βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων,
καθοριζόμενων στο Νόμο - σε συνεργασία με τη Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και
Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος και εγκρινόμενου από τον Υπουργό
Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Σε περίπτωση εκτέλεσης των εργασιών από ανάδοχο, κατόπιν ανάθεσης από την ΕΚΧΑ
Α.Ε., καθιερώνεται η συμμετοχή στην επίβλεψη της σύμβασης και υπαλλήλων του
Τμήματος Δασικών Χαρτογραφήσεων της οικείας Διεύθυνσης Δασών, οριζομένων με
απόφαση του Προϊσταμένου αυτής. Ακόμη προβλέπεται η άμεση, μετά την θεώρηση του
δασικού χάρτη, ανάρτηση αυτού και η λειτουργία ειδικού δικτυακού τόπου στον
οποίο αναρτάται ο θεωρημένος δασικός χάρτης και ο
συνοπτικός κατάλογος με τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί των αντιρρήσεων κατ'
αυτού. Στον ειδικό διαδικτυακό τόπο υποβάλλονται ηλεκτρονικά οι αντιρρήσεις και
τηρείται ο οριστικός κυρωμένος δασικός χάρτης. Περαιτέρω προβλέπεται η συμμετοχή
προσωπικού από τις λοιπές υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης (κυρίως
Δασαρχεία), προκειμένης της υποστήριξης και της επίσπευσης του έργου της
κατάρτισης των δασικών χαρτών. Επίσης, λαμβάνεται μέριμνα για την, κατά
παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, δυνατότητα πρόσληψης εποχιακού ή με σύμβαση
έργου προσωπικού προς υποστήριξη του ανωτέρω έργου.
Πέραν των ανωτέρω με το τροποποιούμενο άρθρο 15 του ν. 3889/2010 διευρύνονται,
προκειμένης της εναρμόνισης της ρύθμισης με το νέο άρθρο 13, οι περιπτώσεις
υποβολής αντιρρήσεων, με την πρόβλεψη έγερσης αυτών και στην περίπτωση των
χορτολιβαδικών KOL των βραχωδών εκτάσεων, οι οποίες πλέον περιλαμβάνονται στο
δασικό χάρτη, μαζί με τις δασικές. Επίσης, αναφορικά με την επίκληση εμπράγματου
δικαιώματος, προς απόδειξη του εννόμου συμφέροντος για την υποβολή αντιρρήσεων,
αποσαφηνίζεται ότι αυτή είναι αναγκαία, σε περίπτωση που ο υποβάλλων τις
αντιρρήσεις διαφωνεί με το δασικό εν γένει χαρακτήρα των εκτάσεων, που
περιλαμβάνονται στο δασικό χάρτη και όχι όταν προσβάλλεται η παράλειψη
περιέλευσης σε αυτόν έκτασης ως δασικής, αναγνωριζομένου στην τελευταία
περίπτωση εννόμου συμφέροντος σε ευρύτατο κύκλο προσώπων, κατ' επίκληση του
συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος στο περιβάλλον, ειδικότερη έκφανση του
οποίου αποτελεί και το δικαίωμα ασκήσεως ενδίκων μέσων.
Στο τροποποιούμενο άρθρο 16 του ν. 3889/2010 καθορίζεται η διαδικασία υποβολής
αντιρρήσεων ηλεκτρονικά στον ειδικό δικτυακό τόπο του νέου άρθρου 13 του ν.
3889/2010.
Περαιτέρω με το τροποποιούμενο άρθρο 17 του ν. 3889/2010 επιτυγχάνεται η θεώρηση
και κύρωση του δασικού χάρτη, ως προς το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής που
αναρτήθηκε και για το οποίο δεν υποβλήθηκαν αντιρρήσεις, σε σαφώς καθορισμένο
και σύντομο χρόνο από το πέρας της υποβολής αντιρρήσεων.
Πέραν των ανωτέρω με το παρόν σχέδιο νόμου τροποποιούνται οι διέπουσες τη
λειτουργία των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.) διατάξεις του άρθρου 18
του ν. 3889/2010. Ειδικότερα παρέχεται η δυνατότητα προσαρμογής των διαγραμμάτων
των πράξεων χαρακτηρισμού και των αναδασωτέων στην ορθή τους θέση, λόγω
ακριβέστερου χαρτογραφικού υπόβαθρου και προκειμένης της συμβατότητα τους με τα
τεχνικά στοιχεία των κτηματογραφήσεων. Επίσης, σε περίπτωση μη περιέλευσης στο
δασικό χάρτη, κατά την κατάρτιση του, στοιχείων όπως πράξεις χαρακτηρισμού,
κηρύξεις εκτάσεων ως αναδασωτέων, σχέδια πόλης, κλήροι κ.λ.π., παρέχεται η
δυνατότητα συμπλήρωσης του χάρτη με τα εν λόγω στοιχεία, ακόμη και μετά την
αρχική κύρωσή του, κατόπιν σχετικής απόφασης της αρμόδιας ΕΠ.Ε.Α. Στην ανωτέρω
περίπτωση ο επισπεύδων πολίτης δεν βαρύνεται με την καταβολή τού προβλεπομένου
τέλους τής αντίρρησης. Νομικά και τεχνικά ζητήματα που ανακύπτουν κατά το στάδιο
της εξέτασης των αντιρρήσεων, προωθούνται στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και
στο Τεχνικό Συμβούλιο Δασών, νια την κατά προτεραιότητα επίλυσή τους. Κατά τη
διαδικασία των αντιρρήσεων δεν εξετάζονται θέματα ιδιοκτησίας, παρά μόνο στο
μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για την απόδειξη του εννόμου συμφέροντος, ούτε
θίγονται ιδιοκτησιακά δικαιώματα του Δημοσίου ή ιδιωτών. Επίσης, χάριν της
διαφάνειας της διαδικασίας, προβλέπεται
μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων, η δημοσιοποίηση αυτών με
ανάρτησή τους στο διαδίκτυο σε ειδικούς χώρους τού Υπουργείου Περιβάλλοντος και
Ενέργειας, της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, της εταιρείας «ΕΚΧΑ Α.Ε.» και στον
ειδικό δικτυακό τόπο του νέου άρθρου 13 του ν. 3889/2010.
Σύμφωνα με το τροποποιούμενο άρθρο 19 του ν. 3889/2010, μετά την διόρθωση του
δασικού χάρτη, σύμφωνα με τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α., ούτος κυρώνεται εντός
καθορισμένου χρόνου στο σύνολό του και έχει πλέον πλήρη αποδεικτική ισχύ ενώπιον
κάθε διοικητικής ή δικαστικής αρχής. Με αυτό τον τρόπο παύουν οι αμφισβητήσεις
σχετικά με το χαρακτήρα των υπαγομένων στη δασική νομοθεσία εκτάσεων. Σε κάθε
περίπτωση παρέχεται η δυνατότητα προσφυγής κατά της πράξης κύρωσης του δασικού
χάρτη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας, νομιμοποιούμενου και του Υπουργού
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της παράλειψης
περιέλευσης στο δασικό χάρτη δασικής εν γένει έκτασης.
Το αντικείμενο του δασικού χάρη δεν δύναται να είναι στατικό, δεδομένου ότι σε
αυτόν περιλαμβάνονται οι δασικές εν γένει εκτάσεις, οι οποίες αποτελούν δυναμικά
οικοσυστήματα. Ως εκ τούτου με το τροποποιούμενο άρθρο 20 προβλέπεται η
δυνατότητα αναμόρφωσης του δασικού χάρτη, μετά την κύρωση του, με την προσθήκη ή
την διαγραφή εκτάσεων, οι οποίες θα υπαχθούν ή θα πάψουν να υπάγονται στις
προστατευτικές διατάξεις του δασικού νόμου με πράξεις των αρμοδίων οργάνων, που
εκδίδονται κατ' εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας (όπως κήρυξη εκτάσεων ως
αναδασωτέων για προστατευτικούς λόγους ή για λόγους υγιεινής ή εξωραϊσμού του
τοπίου, δάσωση εκτάσεων σε αντικατάσταση εκείνων των οποίων ενεκρίθη η μεταβολή
του προορισμού, κατ' εφαρμογή του Στ Κεφαλαίου του ν. 998/1979, όπως ισχύει,
διοικητική ανάκληση πράξης κηρύξεως έκτασης ως αναδασωτέας, λόγω εκδόσεως της
κατά πλάνη περί τα πράγματα, αναγνώριση ως ιδιωτικών, πρώην αγροτικών εκτάσεων
που σήμερα φέρουν μορφή δασικής έκτασης).
Επιπλέον, υπάρχει το ενδεχόμενο, κατά την κατάρτιση του δασικού χάρτη, να μην
έχουν συμπεριληφθεί σε αυτόν εν ισχύ πράξεις της Διοίκησης (όπως τελεσίδικες
πράξεις χαρακτηρισμού, αποφάσεις κήρυξης εκτάσεων ως αναδασωτέων, σχέδια πόλης,
κλήροι κ.λ.π.) λόγω μη αποστολής τους από τις αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες
(πολεοδομικές υπηρεσίες, δασαρχεία κ.λ.π.), με αποτέλεσμα την μη απεικόνιση των
ως άνω στοιχείων στους δασικούς χάρτες, κατά την ανάρτησή τους, αλλά και μετά
την κύρωση τους, κατά το τμήμα αυτών, ως προς το οποίο δεν υποβλήθηκαν
αντιρρήσεις. Με την προτεινόμενη ρύθμιση περί αναμόρφωσης του δασικού χάρτη μετά
την κύρωση του, παρέχεται η δυνατότητα περιέλευσης των ως άνω στοιχείων σε
αυτόν, κατόπιν προσκομίσεως τους από τους ενδιαφερομένους πολίτες ή αποστολής
τους από τις αρμόδιες υπηρεσίες, είτε στο στάδιο της ανάρτησης, είτε καθ ο χρόνο
λειτουργεί η ΕΠ.Ε.Α. για την εξέταση των υποβληθεισών αντιρρήσεων στο υπόλοιπο
(μη κυρωμένο) τμήμα τού δασικού χάρτη.
Επίσης προκειμένης της προάσπισης των δικαιωμάτων τού Ελληνικού Δημοσίου αλλά
και των πολιτών, προβλέπεται, ως προς τις περιληφθείσες στον κυρωμένο δασικό
χάρτη δασικές εν γένει εκτάσεις, η έκδοση σχετικού πιστοποιητικού περί του
δασικού ή χορτολιβαδικού χαρακτήρα αυτών και η επισύναψη του εν λόγω
πιστοποιητικού στις αφορώσες τις ως άνω εκτάσεις μεταβιβαστικές δικαιοπραξίες.
Με το τροποποιούμενο άρθρο 21 του ν. 3889/2010 παρέχεται εξουσιοδότηση στον
Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την έκδοση αποφάσεων προκειμένης της
ρύθμισης των ειδικών τεχνικών, διαδικαστικών, διοικητικών και λοιπών θεμάτων που
αφορούν την κατάρτιση, ανάρτηση και κύρωση των δασικών χαρτών.
Επίσης με το παρόν σχέδιο νόμου αναδιατυπώνεται η διάταξη του άρθρου 22 του ν.
3889/2010 και προβλ,έπεται η κατάθεση του ειδικού τέλους άσκησης αντιρρήσεων σε
λογαριασμό της εταιρείας Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε., που τηρείται σε οποιοδήποτε νομίμως
λειτουργούν πιστωτικό ίδρυμα της ημεδαπής, κατά τα ειδικώς οριζόμενα στη σχετική
απόφαση. Τα ποσά από την είσπραξη του ανωτέρω τέλους εγγράφονται στον
προϋπολογισμό της εταιρείας, σε ειδικό κωδικό και διατίθενται αποκλειστικά για
την κάλυψη της δαπάνης κατάρτισης έως και κύρωσης των δασικών χαρτών, σε όποιον
φορέα έκτελεί τις εργασίες των άρθρων 13-19.
Πέραν των ανωτέρω με τα τροποποιούμενα άρθρα 23 και 24 του ν. 3889/2010,
σκοπείται η απεμπλοκή της διαδικασίας ανάρτησης και κύρωσης των δασικών χαρτών
από τα προβλήματα πολεοδομικής φύσεως, που σχετίζονται με την νομιμότητα
έγκρισης ή ακόμα και με την ίδια την απουσία έγκρισης των σχεδίων πόλης ή
οικισμών της χώρας μας.
Τα προβλήματα αυτά, είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την επί σειρά ετών έλλειψη
χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, που οδήγησε στο γεγονός, χιλιάδες
οικισμοί στην χώρα μας που αποτελούν συγκροτημένα οικιστικά σύνολα προ του 1923
και που από τότε δομούνται με συγκεκριμένες πολεοδομικές διατάξεις, να
στερούνται πολεοδομικού σχεδίου και κατ' επέκταση νόμιμης έγκρισης.
Οι οικισμοί αυτοί δεν ακολούθησαν κατά την οριοθέτηση τους την διαδικασία που
προβλέπεται από τις διατάξεις των Π.Δ. της 1-12-79 (Δ 693) της 13-3-81 (Π.Δ. 138
Δ) ή της 3-5-85 (181 Δ) σύμφωνα με τις οποίες για την οριοθέτηση τους, ελέγχεται
εκτός των άλλων (αρχαιολογία, γη υψηλής παραγωγικότητας, περιοχές προστασίας της
φύσης, ρέματα, αιγιαλοί κλπ.), ο δασικός χαρακτήρας και η τυχόν ύπαρξη δασικών
εκτάσεων μέσα στους οικισμούς.
Η διαδικασία οριοθέτησης των οικισμών, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της
πολεοδομικής νομοθεσίας, είναι μια χρονοβόρα διαδικασία που απαιτεί και γενναία
χρηματοδότηση. Είναι μια διαδικασία που είχε τελματώσει για πολλά χρόνια στο
Υπουργείο. Το τελευταίο διάστημα έχει δρομολογηθεί μια προσπάθεια αντιμετώπισης
του ζητήματος οριοθέτησης και επέκτασης των οικισμών και έχει ήδη ξεκινήσει με
την σύσταση ειδικής επιτροπής με την συμμετοχή εξειδικευμένων στελεχών αλλά και
εκπροσώπων του τεχνικού κόσμου (Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, Σύλλογος
Αρχιτεκτόνων ΣΑΔΑΣ, Σύλλογος Τοπογράφων μηχανικών, Σύλλογος πολεοδόμων ,
Σύλλογος χωροτακτών μηχανικών και περιφερειακής ανάπτυξης).
Η ανάρτηση και η κύρωση των δασικών χαρτών δεν είναι σκόπιμο, να εμπλακεί με
αυτή την διαδικασία της οριοθέτησης.
Αυτό το πρόβλημα αντιμετωπίζεται με τα τροποποιούμενα άρθρα 23 και 24 του
ν.3889/2010, όπου στην ουσία εισάγεται μια διαδικασία κατά την οποία
δημιουργούνται διαφορετικές διαδικασίες, για την ανάρτηση και κύρωση των δασικών
χαρτών.
Ειδικότερα σύμφωνα με το τροποποιούμενο άρθρο 23 του ν.3889/2010, οι πολεοδομίες
αποτυπώνουν με πορτοκαλί χρώμα, τους οικισμούς για τους οποίους έχει ακολουθηθεί
η νόμιμη διαδικασία και έχουν εγκεκριμένα και έγκυρα σχέδια, με κίτρινο χρώμα
τους οικισμούς προ του 23, για τους οποίους, είτε δεν υπάρχει καθόλου σχέδιο,
είτε δεν έχει ακολουθηθεί η διαδικασία έγκρισης τους, όπως προβλέπεται στα ΠΔ
του 79,81 και 85, όπως προαναφέρθηκε, και με ιώδες χρώμα το περίγραμμα των
οικιστικών πυκνώσεων που δεν υπάγονται στις ως άνω α) και β) κατηγορίες.
Για τις περιοχές με πορτοκαλί χρώμα δεν καταρτίζεται δασικός χάρτης, αφού ο
έλεγχος για τον δασικό τους χαρακτήρα έχει διενεργηθεί κατά την διαδικασία
οριοθέτησης των οικισμών, καθώς και κατά την διαδικασία έγκρισης των
πολεοδομικών σχεδίων για τα σχέδια πόλης.
Για τις περιοχές με κίτρινο χρώμα, ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται στο
τροποποιούμενο άρθρο 24 του ν.3889/2010, αφού απαιτείται χρονοβόρος έλεγχος,
καθόσον θα πρέπει να ελεγχθεί ο δασικός τους χαρακτήρας και η ύπαρξη δασικών
εκτάσεων, λαμβάνοντας όμως υπόψη το γεγονός ότι έχουν δομηθεί νόιαιιια με
εκδοθείσες οικοδομικές άδειες από τις αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες.
Για τις περιοχές αυτές, δεν αναρτάται δασικός χάρτης κατά το άρθρο 14 του
ν.3889/2010, ώστε να μην συμπαρασύρει και καθυστερήσει την διαδικασία κύρωσης
για τις υπόλοιπες περιοχές, αλλά εφαρμόζεται το άρθρο 24 του ν.3889/2010.
Ομοίως, δεν αναρτάται δασικός χάρτης για τις περιοχές με ιώδες χρώμα.
Σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν.3889/2010, η δασική υπηρεσία μέσα σε διάστημα 5
μηνών, εντοπίζει τις περιπτώσεις των οικισμών στις οποίες τυχόν έχουν
συμπεριληφθεί δασικού χαρακτήρα εκτάσεις. Για τις περιοχές αυτές, επιλαμβάνεται
ειδική επιτροπή όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου. Έργο της επιτροπής
είναι μέσα σε διάστημα 8 μηνών (με δυνατότητα παράτασης 4 μηνών), η εξέταση και
ο έλεγχος όλων των δεδομένων και η σύνταξη σχετικής έκθεσης, όπου θα
καταγράφεται τεκμηριωμένα, η διερεύνηση των αίτιων μεταβολής της δασικής μορφής
όπως:
α) Η νόμιμη αλλαγή χρήσης ,σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της δασικής
νομοθεσίας περί επιτρεπτών επεμβάσεων
β) Η νόμιμη αλλαγή χρήσης,σύμφωνα με τις διατάξεις της εποικιστικής νομοθεσίας
γ) Η παράνομη αλλαγή χρήσης, η κήρυξη της περιοχής ως αναδασωτέας, η πρόσκληση
απομάκρυνσης αυθαίρετων κατασκευών, η απόφαση κατεδάφισης και τυχόν πρωτόκολλα
κατεδάφισης
δ) η υπάρχουσα δόμηση και η εξέταση και ο έλεγχος, όλων των δεδομένων όπως ο
αριθμός των νόμιμων οικοδομικών αδειών που έχουν εκδοθεί, ο χρόνος έκδοσης τους,
τα νομίμως υφιστάμενα κτίσματα προ του 55, τα δηλωμένα με τον ν.4178/2013,
εγκρίσεις Γενικών πολεοδομικών Σχεδίων, ΣΧΟΑΑΠ, ΖΟΕ, εγκρίσεις ρυμοτομικών
σχεδίων, εγκρίσεις κατά παρέκκλιση όρων δόμησης, πολεοδομικές μελέτες επεκτάσεων
κλπ.
ε) Κάθε στοιχείο που έλαβαν υπόψη τους οι πολεοδομικές υπηρεσίες, η άλλες
δημόσιες υπηρεσίες, προκειμένου να χορηγήσουν οικοδομικές άδειες, η να εκδώσουν
τυχόν άλλες πράξεις.
Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται ηλεκτρονικά και μέσα σε διάστημα 2 μηνών,
υποβάλλονται αντιρρήσεις, οι οποίες κρίνονται από τις ΕΠΕΑ του οικείου δασικού
χάρτη του άρθρου 18 του παρόντος. Η ανωτέρω διαδικασία δεν αναστέλλει την
διαδικασία προόδου του δασικού χάρτη για τις υπόλοιπες περιοχές που
περιλαμβάνει.
Άρθρο 154
Με το άρθρο 154 του σχεδίου νόμου τροποποιούνται λοιπές διατάξεις, κυρίως της
δασικής νομοθεσίας, όπως οι περί δασολογίου διατάξεις του άρθρου 3 του ν.
3208/2003. Ειδικότερα, η σύνταξη του Δασολογίου αποτελεί έργο ιδιαιτέρων
απαιτήσεων, ευρύτερο του δασικού χάρτη. Ως εκ τούτου η προβλεπόμενη από το
ισχύον θεσμικό πλαίσιο προθεσμία για την ολοκλήρωση του είναι ανέφικτο να
τηρηθεί. Επιπλέον, κρίνεται ότι πρέπει να αποσαφηνιστεί η επιτελική αρμοδιότητα
της κατάρτισής του, η οποία δεν μπορεί να ανήκει αλλού παρά στις Κεντρικές
Δασικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος (Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και
Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος), λόγω της προφανούς εμπειρίας και της
γνώσης στο χειρισμό του ως άνω αντικειμένου. Επίσης, διατηρείται η Επιτροπή
Δασολογίου Περιφερειακής Ενότητας, η σύσταση και η λειτουργία της οποίας στην
οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση, προβλέφθηκε με τον. 4164/2013 (άρθρο? παρ. 14),
για την επίλυση θεμάτων τής κατ' άρθρο 3 ν. 998/1979 κατηγοριοποίησης των
δασικών εν γένει εκτάσεων του δασικού χάρτη, μέχρι τη σύνταξη του Δασολογίου.
Συμπληρωματικά, για τη διευκόλυνση και επιτάχυνση της υλοποίησης του έργου
κατάρτισης του Δασολογίου, προβλέπεται η δυνατότητα ανάθεσής αυτού ή τμημάτων
του σε ιδιωτικά, μελετητικά γραφεία δασολόγων, υπό την επίβλεψη της δασικής
υπηρεσίας.
Με την παράγραφο 11 του άρθρου 154 του σχεδίου νόμου καταργείται η παράγραφος 3
του άρθρου 4 του Ν.3127/2003 και αναδιατυπώνονται οι παράγραφοι
1 και 2. Ειδικότερα, αφαιρείται η προϋπόθεση του εμβαδού των 2.000 τ.μ στην
περίπτωση που ο ιδιοκτήτης ακινήτου νέμεταιτο ακίνητο με νόμιμο τίτλο με επαχθή
αιτία, η οποία παραμένει μόνο στην δεύτερη περίπτωση, σύμφωνα με την οποία ο
νομέας νέμεται το ακίνητο χωρίς νόμιμο τίτλο με επαχθή αιτία.
Με την παράγραφο 12 του άρθρου 154 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται στο άρθρο
2 παρ.2 Ν. 2308/1995 η φράση «αρμόδια Διεύθυνση Δασών» με τη φράση «αρμόδιες
Υπηρεσίεςτου Ελληνικού Δημοσίου», καθόσον σκοπείται σε περιοχές ενταγμένες στο
σχέδιο πόλεως να καταλαμβάνει η επίμαχη διάταξη και τις υπηρεσίες, οι οποίες
καθίστανται, λόνω του οικιστικού χαρακτήρα των περιοχών αυτών καθ' ύλην αρμόδιες
για τη λήψη των εν θέματι στη διάταξη στοιχείων από την εταιρεία «ΕΚΧΑ Α.Ε.».
Βασική τομή της εν θέματι τροπολογίας είναι η απαλλαγή του Δημοσίου όχι μόνο από
την υποβολή δήλωσης, ως ίσχυε μέχρι τώρα, αλλά και από την υποβολή ένστασης ή
αίτησης διόρθωσης στις περιπτώσεις που ορίζονται περιοριστικά στο άρθρο 23 παρ.2
εδ. α' του ν. 3889/2010, το οποίο είναι αναγκαίο για τους ίδιους λόγους για τους
οποίους δεν είναι απαραίτητη η υποβολή δήλωσης. Εκτιμήθηκε συγκεκριμένα ότι με
τον τρόπο αυτό εμποδίζεται η αναίτια οικονομική και διοικητική επιβάρυνση των
αρμοδίων υπηρεσιών με τη διαχείριση ενστάσεων ή αιτήσεων διόρθωσης για
περιπτώσεις του εδαφίου α του άρθρου 23 του Ν. 3889/2010.
Άρθρο 155
Στο άρθρο 155 του σχεδίου νόμου περιλαμβάνονται οι αναγκαίες μεταβατικές
διατάξεις για την προσαρμογή των ήδη υφισταμένων δασικών χαρτών στις διατάξεις
των τροποποιούμενων άρθρων του ν. 3889/2010. Περαιτέρω περιέχεται ειδική ρύθμιση
ως προς τους δασικούς χάρτες Άστρους και Δολιανών Αρκαδίας, οι οποίοι
αναρτήθηκαν και δεν πρόλαβαν να κυρωθούν, λόγω τής ψήφισης του νόμου 3208/2003,
που τροποποίησε διατάξεις των νόμων 998/1979 και 2664/1998, κατ' εφαρμογή των
οποίων είχαν καταρτιστεί οι εν λόγω δασικοί χάρτες. Με τη διάταξη αυτή
προβλέπεται η συμπλήρωση και επικαιροποίησή τους σύμφωνα με τις νέες διατάξεις,
προκειμένηςτης κύρωσής τους.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 156
Τροποποίηση των διατάξεων περί ελεγκτών δόμησης
Με το νόμο 4030/2011 (Α'249) ρυθμίστηκαν μεταξύ άλλων ζητήματα που αφορούν στις
αρμοδιότητες, την οργάνωση και λειτουργία του Μητρώου Ελεγκτών Δόμησης καθώς και
ως προς τη διαδικασία επιβολής κυρώσεων κατά των μηχανικών ή επιβλεπόντων
μηχανικών. Με τις προτεινόμενες διατάξεις επιδιώκεται η αναμόρφωση του σχετικού
νομοθετικού πλαισίου, λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία από την πρακτική εφαρμογή
των διατάξεων του ως άνω νόμου.
Με την παράγραφο Α τροποποιείται το άρθρο 7 του νόμου 4030/2011 σε σχέση με τη
διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων κατά των μηχανικών ή επιβλεπόντων
μηχανικών. Με τη διάταξη αυτή σκοπείται περιορισμός του διοικητικού βάρους του
Εποπτικού Συμβουλίου καθώς προηγείται η σχετική εξέταση της υπόθεσης
αποκεντρωμένα σε κάθε περιφερειακή ενότητα, από συλλογικό όργανο, το αρμόδιο
Συμβούλιο Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων (ΣΥΠΟΘΑ). Οι ελεγκτές δόμησης
και οι υπάλληλοι των υπηρεσιών δόμησης αποστέλλουν κάθε παράβαση που υποπίπτει
στην αντίληψή τους προς έλεγχο στο αρμόδιο ΣΥΠΟΘΑ, το οποίο κατόπιν μελέτης του
φακέλου της υπόθεσης, βεβαιώνει την τελεσθείσα παράβαση και αποστέλλει εν
συνεχεία τον φάκελο στο Εποπτικό Συμβούλιο το οποίο εισηγείται στον Υπουργό
Περιβάλλοντος και Ενέργειας τις κυρώσεις που θα επιβληθούν.
Με την παράγραφο Β αντικαθίσταται το άρθρο 10 του νόμου 4030/2011 και πλέον η
ιδιότητα του ελεγκτή δόμησης αποκτάται με την εγγραφή του στο σχετικό Μητρώο
Ελεγκτών που τηρείται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, απλοποιώντας τη
σχετική διαδικασία.
Με την παράγραφο Γ αντικαθίσταται το άρθρο 12 του νόμου 4030/2011 και
προσδιορίζονται οι προϋποθέσεις για την εγγραφή του ενδιαφερομένου μηχανικού που
έχει δικαίωμα εκπόνησης μελέτης ή επίβλεψης κτιριακών έργων στο Μητρώο ελεγκτών
δόμησης. Ειδικότερα, εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις απόκτησης της άδειας ελεγκτή
δόμησης, με ιδιαίτερη πρόβλεψη για τρεις ξεχωριστές κατηγορίες του σχετικού
Μητρώου όπου εγγράφονται οι ενδιαφερόμενοι ανάλογα με την επαγγελματική τους
εμπειρία και το πτυχίο τους. Παράλληλα καταργούνται οι προβλεπόμενες εξετάσεις,
έτσι ώστε συνολικά να προκύπτει απλούστευση της διαδικασίας με απαλλαγή
διοικητικού βάρους των αρμοδίων υπηρεσιών και παράλληλα εξασφάλιση ποιότητας και
ομαλότητας των απαιτούμενων ελέγχων εργασιών δόμησης με τη διεύρυνση του μητρώου
ελεγκτών δόμησης. Η εν λόγω διεύρυνση του μητρώου κρίνεται επιπροσθέτως σκόπιμη
με δεδομένο ότι οι μηχανικοί οι οποίοι έχουν δικαίωμα εκπόνησης μελέτης ή
επίβλεψης κτιριακών έργων έχουν αυτοδικαίως ούτως ή άλλως τα απαραίτητα
επαγγελματικά εχέγγυα για την διεκπεραίωση ελέγχων δόμησης. Με Υπουργική Απόφαση
θα ρυθμιστεί κάθε ζήτημα που αφορά στην τήρηση του Μητρώου και την εφαρμογή του
παρόντος άρθρου, όπως για παράδειγμα υποβοηθητικές κατευθυντήριες οδηγίες
σχετικά με τη διαδικασία διενέργειας ελέγχου από τους ελεγκτές.
Με την παράγραφο Δ αντικαθίσταται το άρθρο 14 του νόμου 4030/2011 και
καθορίζεται η διαδικασία τήρησης του Μητρώου υπό μορφή ηλεκτρονικής βάσης
δεδομένων, η οποία τηρείται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Η εγγραφή
στο μητρώο έχει διάρκεια πέντε (5) έτη, ωστόσο ο ενδιαφερόμενος μηχανικός μπορεί
με ηλεκτρονική αίτησή του να ζητά την παράταση της εγγραφής του για περαιτέρω
χρονικά διαστήματα διάρκειας πέντε (5) ετών κάθε φορά.
Με την παράγραφο Ε αντικαθίσταται το άρθρο 17 του νόμου 4030/2011 ως προς τη
σύνθεση του Εποπτικού Συμβουλίου. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι αναγκαίες,
μετά τις τροποποιήσεις στο Οργανόγραμμα των Υπηρεσιών του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας με το Π.Δ 100/2014 (ΦΕΚ 167 Α') και κυρίως με την
κατάργηση θέσεων ευθύνης, υπηρεσιών και Ειδικών Γραμματειών. Επί πλέον κρίνεται
απαραίτητη η εκπροσώπηση στο Συμβούλιο και της Ε.Ε.Τ.Ε.Μ με τη συμμετοχή ενός
πτυχιούχου μηχανικού, εκπροσώπου της, με εμπειρία σε θέματα πολεοδομίας, με τον
αναπληρωτή του, κατ' αναλογία με την εκπροσώπηση του Τ.Ε.Ε., λαμβάνοντας υπόψη
τα επαγγελματικά δικαιώματα των μηχανικών και των δύο φορέων.
Με την παράγραφο ΣΤ τροποποιείται το άρθρο 31 του νόμου 4030/2011 και
προστίθεται νέο εδάφιο ε στις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων
και Αμφισβητήσεων (ΣΥΠΟΘΑ), ήτοι η διερεύνηση των παραβάσεων της παραγράφου 9
του άρθρου 7 του νόμου 4030/2011, σύμφωνα με τη νέα διαδικασία επιβολής
διοικητικών κυρώσεων στους μηχανικούς και επιβλέποντες μηχανικούς που εισάγεται
με το ως άνω άρθρο 7 του νόμου 4030/2011, ως αυτό τροποποιείται με τον παρόντα
νόμο.
Με την παράγραφο Ζ τροποποιείται η περίπτωση δ του άρθρου 32 του νόμου
4030/2011, ούτως ώστε ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ που συμμετέχει στο Συμβούλιο
Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων (ΣΥΠΟΘΑ) να επιλέγεται από τους
εγγεγραμμένους στην κατηγορία III του Μητρώου Ελεγκτών του άρθρου 12 του νόμου
4030/2011, ήτοι από μηχανικούς με σημαντική επαγγελματική εμπειρία.
Με την παράγραφο Η προβλέπονται μεταβατικές διατάξεις. Ειδικότερα, με την πρώτη
παράγραφο ορίζεται ότι μέχρι την δημιουργία και οργάνωση του νέου Μητρώου
Ελεγκτών Δόμησης σύμφωνα με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, παραμένει σε ισχύ το
υφιστάμενο μέχρι την 29η Μαρτίου 2016 Μητρώο. Συνεπώς παρατείνεται η ισχύς όλων
των υφιστάμενων μέχρι την 29η Μαρτίου αδειών ελεγκτών δόμησης μέχρι την έκδοση
της Υπουργικής Απόφασης με την οποία θα διαπιστώνεται η οργάνωση του νέου
μητρώου Ελεγκτών δόμησης. Με τη δεύτερη παράγραφο ορίζεται ότι για τις υποθέσεις
που έχει ξεκινήσει μέχρι την έκδοση του παρόντος η διαδικασία επιβολής κυρώσεων
από το Εποπτικό Συμβούλιο δεν χρειάζεται να ακολουθηθεί η νέα διαδικασία της
διέλευσης της υπόθεσης μέσω του Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων και
Αμφισβητήσεων (ΣΥΠΟΘΑ), αλλά αρκεί η εξέταση της υπόθεσης από το Σώμα
Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο και θα διαβιβάσει στο Εποπτικό Συμβούλιο
τις εκκρεμείς υποθέσεις.
Άρθρο 157
Καταχώριση - Ηλεκτρονικό Μητρώο Αποβλήτων
Με την πρώτη παράγραφο του προτεινόμενου άρθρου διευκρινίζεται ότι οι Οργανισμοί
Τοπικής Αυτοδιοίκησης (OTA) Α' Βαθμού εξαιρούνται από την υποχρέωση έκδοσης
αδειών συλλογής και μεταφοράς για τα απορριμματοφόρα που μεταφέρουν σύμμεικτα
αστικά απόβλητα αφού έχουν εκ του νόμου την υποχρέωση να προβαίνουν στις
εργασίες αυτές. Για τις εργασίες αυτές ούτε σήμερα αδειοδοτούνται παρότι με την
υφιστάμενη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 36 θα μπορούσε να δοθεί η
ερμηνεία ότι η απαίτηση έκδοσης άδειας συλλογής και μεταφοράς ισχύει και για
τους OTA Α' Βαθμού. Για το λόγο αυτό και προς άρση ενδεχόμενων αμφιβολιών
εξαιρούνται ρητά οι OTA Α' Βαθμού από την υποχρέωση λήψης της εν λόγω άδειας.
Με την δεύτερη παράγραφο του προτεινόμενου άρθρου εισάγονται οι αναγκαίες
νομοθετικές τροποποιήσεις στο άρθρο 42 του Ν. 4042/2012, αναφορικά με την
καθιέρωση και λειτουργία ηλεκτρονικού μητρώου αποβλήτων. Σκοπός του μητρώου
είναι κυρίως η συστηματική παρακολούθηση της διαχείρισης των αποβλήτων στη χώρα
μας. Για τη λειτουργία του κρίνεται απαραίτητη η υποχρεωτική καταχώρηση σε αυτό
κάθε οργανισμού ή επιχείρησης που παράγει απόβλητα ή πραγματοποιεί εργασίες
επεξεργασίας αποβλήτων ή συλλέγει και μεταφέρει απόβλητα σε επαγγελματική βάση.
Σημειώνεται ότι για όλες τις προαναφερόμενες εργασίες - δραστηριότητες
προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία αδειοδότηση. Με τις διατάξεις αυτές,
καλύπτεται αφενός η υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 26 της Οδηγίας
2008/98/ΕΚ ενώ παράλληλα, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, διευρύνεται ο σκοπός του
προβλεπόμενου μητρώου, στον οποίο, εκτός από την καταχώριση των ως άνω
οργανισμών ή επιχειρήσεων, περιλαμβάνεται και η εξασφάλιση της ιχνηλασιμότητας
των αποβλήτων, με τη συστηματική συλλογή και επεξεργασία στοιχείων σχετικά με
την παραγωγή και διαχείριση αυτών.
Περαιτέρω, το ηλεκτρονικό μητρώο συμμορφώνεται πλήρως με τους κανόνες και
πρότυπα σχεδιασμού, ανάπτυξης και λειτουργίας διαδικτυακών τόπων, κρίνεται δε
σκόπιμη η διαλειτουργικότητα του ηλεκτρονικού μητρώου αποβλήτων με το
Ηλεκτρονικό Περιβαλλοντικό Μητρώο (ΗΠΜ) του άρθρου 18 του Ν. 4014/2011 (και
ενδεχομένως άλλα δημόσια μητρώα) και όχι η ενσωμάτωση, όπως προβλεπόταν έως
σήμερα στο καταργούμενο άρθρο 58 παρ. 3 Ν.4042/2012. Έτσι, θα εξασφαλιστεί η
ανάπτυξη υπηρεσιών διεπαφής, με στόχο τη φιλικότητα ιδίως μέσω της δυνατότητας
χρήσης ενός και μόνο ηλεκτρονικού αριθμού για τα υποβαλλόμενα στοιχεία και
πληροφορίες, καθώς και την ολοκλήρωση των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του μητρώου,
αλλά και την παροχή και περαιτέρω χρήση των πληροφοριών και δεδομένων του.
Με την παράγραφό 3 διαγράφεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 38 η
φράση «σε εφαρμογή του άρθρου 23», η οποία είχε εισαχθεί εκ πάραδρομής.
Επιπλέον, με την παράγραφο 4 εισάγεται πρόσθετη εξουσιοδοτική διάταξη, ώστε νά
ρυθμίζονται με την προβλεπόμενη υπουργική απόφαση ζητήματα σχετικά με τη
διαχείριση των μη επικίνδυνων αποβλήτων.
Άρθρο 158
Σκοπός της εν λόγω ρύθμισης είναι η διασφάλιση της παύσης λειτουργίας των χώρων
ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριμμάτων στις διαχειριστικές ενότητες, όπου δεν έχουν
ακόμη υλοποιηθεί υποδομές διαχείρισης περιβαλλοντικά ασφαλείς και νόμιμες. Μετά
την έγκριση του ΕΣΔΑ, συντάοσονται σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας, τα
Περιφερειακά Σχέδια Διαχείρισης Αποβλήτων (ΠΕΣΔΑ) και, σύμφωνα με αυτά,
υλοποιούνται οι υποδομές διαχείρισης στερεών αποβλήτων σε κάθε Περιφέρεια.
Πρέπει όμως να διασφαλισθεί, σε διαχειριστικές ενότητες όπου είτε δεν υπάρχουν
ακόμη οι υποδομές ασφαλούς διάθεσης είτε βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο, παράταση
της διάρκειας εφαρμογής των Σχεδίων Δράσης που έχουν συνταχθεί από τους
Συντονιστές Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Τέτοια Σχέδια Δράσης υπάρχουν και
εφαρμόζονται σήμερα, μετά την απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ της 2ας Δεκεμβρίου
2014 σε βάρος της χώρας μας και την επιβολή χρηματικών κυρώσεων (υπόθεση
C-378/13) ώστε τα εξαμηνιαία πρόστιμα για την ύπαρξη μη αποκατεστημένων ΧΑΔΑ να
ελαχιστοποιηθούν ή/και να μηδενισθούν. Σύμφωνα μάλιστα με επισημάνσεις της
Επιτροπής, η προβλεπόμενη από το Σχέδιο λύση, για να αξιολογηθεί ως «συμμόρφωση»
είναι απαραίτητο να υπόκειται σε μηχανισμό αυτόματης ανανέωσης της δυνατότητας
προσωρινής νόμιμης διάθεσης.
Επίσης, προστίθεται η ανάγκη σύνταξης Σχεδίων Δράσης και στις περιπτώσεις
κορεσμού υφιστάμενων υποδομών διάθεσης, ώστε να αποφευχθεί η επαναλειτουργία
χώρων ανεξέλεγκτης διάθεσης είτε η δημιουργία νέων.
Η εν λόγω ρύθμιση κρίνεται αναγκαία προκειμένου να αποτραπούν προβλήματα στη
δημόσια υγεία και το περιβάλλον τα οποία δημιουργούνται από την ανεξέλεγκτη
διάθεση αποβλήτων, καθώς και να περιοριστεί ο κίνδυνος επιβολής χρηματικών
κυρώσεων στη χώρα. Η προσωρινή διαχείριση, την οποία η διάταξη επιτρέπει, έχει
πεπερασμένο χρονικό ορίζοντα δεδομένου του στόχου υλοποίησης όλων των
σχεδιαζόμενων από τα ΠΕΣΔΑ υποδομών μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Σύμφωνα με τη ρύθμιση, το Σχέδιο Δράσης που συντάσσει ο Συντονιστής της οικείας
Αποκεντρωμένης Διοίκησης κατά παρέκκλιση των ΠΕΣΔΑ, μπορεί να παραταθεί έως δύο
έτη, πέραν της τριετίας που σήμερα προβλέπεται από την υφιστάμενη νομοθεσία.
Τέλος, η δυνατότητα σύνταξης Σχεδίου επεκτείνεται, πέραν της αναγκαιότητας
παύσης λειτουργίας ΧΑΔΑ και στην περίπτωση κορεσμού νόμιμων ΧΥΤΑ στην περιοχή.
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ-ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΣΥΣΤΑΣΗ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Α) ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Ο νόμος για τη σύσταση Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής (ΓΓΨΠ) έρχεται να
επιλύσει ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία η
Ελληνική δημόσια διοίκηση σε σχέση με την κατάρτιση, παρακολούθηση και
συντονισμό της εφαρμογής μιας εθνικής ψηφιακής στρατηγικής και πολιτικής.
Το πρόβλημα συνίσταται όχι τόσο στην απουσία πολιτικών και στρατηγικών, όσο στην
πολλαπλότητά τους, στην παραγωγή τους από διαφορετικά όργανα και υπουργεία και
στη φανερή έλλειψη συντονισμού μεταξύ των εμπλεκομένων μερών. Ακόμη και η
ασάφεια στη διάκριση ανάμεσα σε δαπάνες και έργα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και
Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) αποτελεί έκφραση τη σύγχυσης που
υπάρχει σε σχέση με την ψηφιακή πολιτική στην Ελλάδα. Το πρόβλημα αυτό
αποτυπώνεται, αλλά και εντείνεται περαιτέρω από τη συχνά επικαλυπτόμενη και
αντιφατική νομοθεσία (βλ. π.χ. τις αρμοδιότητες Υπουργείου Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης σε σχέση με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Υποδομών
Μεταφορών και Δικτύων, αλλά και τον μεταβαλλόμενο ρόλο του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού), από τον τρόπο με τον οποίο
πραγματοποιείται ο σχεδιασμός των συγχρηματοδοτού μενών και άλλων αναπτυξιακών
έργων του δημοσίου τομέα σε σχέση με τις ψηφιακές τεχνολογίες, και από τον τρόπο
με τον οποίο προτεραιοποιούνται και υλοποιούνται προμήθειες ΤΠΕ στο δημόσιο
τομέα. Τέλος, υπάρχει σύγχυση αρμοδιοτήτων ακόμη και σε σχέση με την εκπροσώπηση
της χώρας σε διεθνή και ευρωπαϊκά fora που αφορούν σε εμβληματικές πρωτοβουλίες
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι ο εθνικός Ψηφιακός Πρωταθλητής (Digital
Champion) το Ευρωπαϊκό Ψηφιακό Θεματολόγιο (Digital Agenda for Europe) και η
Ενιαία Ευρωπαϊκή Ψηφιακή στρατηγική (Digital Single Market).
Τα προβλήματα αυτά βρήκαν την κορύφωσή τους στην συνολική ποιότητα, ουσιαστικό
αποτέλεσμα και βιωσιμότητα των έργων ΤΠΕ και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης που
έχουν υλοποιηθεί μέχριτώρα. Σε ένα σύνολο άνω των 7δις. Ευρώ που έχει δαπανη
θεϊστή διάρκεια των μέχρι τώρα προγραμματικών περιόδων σε έργα
ΤΠΕ και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης είναι εξαιρετικά αμφίβολο το τι τελικά έχει
διασωθεί ως χρησιμοποιούμενη ή αξιοποιήσιμη υποδομή για το δημόσιο τομέα.
Αυτό ακριβώς το πρόβλημα έχει εκφραστεί στο ειδικότερο θέμα της άρσης της
αυτοδέσμευσης της χώρας που παρακολουθείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την
υλοποίηση του Θεματικού Στόχου (ΘΣ) 2 του Εταιρικού Συμφώνου για το Πλαίσιο
Ανάπτυξης (ΕΣΠΑ) 2014-2020, όπου ζητείται η διαμόρφωση μιας κεντρικής δομής στο
ανώτατο επίπεδο, για τον σχεδίασμά και συντονισμό έργων ψηφιακής πολιτικής.
Αντίστοιχα, δράσεις που αφορούν σε ΤΠΕ και εντάσσονται ιδίως στο ΘΣ 11 «Ενίσχυση
της θεσμικής ικανότητας των δημόσιων αρχών και των ενδιαφερομένων φορέων και της
αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης», αλλά και σε άλλους θεματικούς στόχους, δεν
μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά χωρίς ένα συνεκτικό, αποτελεσματικό και
υλοποιήσιμο σχέδιο εθνικής ψηφιακής πολιτικής.
Η πλήρωση της αιρεσιμότητας του ΘΣ 2 είναι απαραίτητο να γίνει άμεσα προκειμένου
να απελευθερωθούν πόροι για έργα ΤΠΕ, που συμπεριλαμβανομένων των πόρων για την
Πρόσβαση σε Ευρυζωνικά Δίκτυα νέας γενιάς, αγγίζουν σχεδόν το ένα δισεκατομμύριο
ευρώ, τα οποία διαφορετικά κινδυνεύουν να χαθούν.
Η διαμόρφωση των επενδυτικών προτεραιοτήτων στο ΕΣΠΑ 2014-2020, μολονότι δεν
αποτελεί κείμενο που αντανακλά τη θεσμική δομή της ελληνικής έννομης τάξης,
αποτελεί ένα καλό μοντέλο για μια αρκετά καθαρή διάρθρωση αρμοδιοτήτων μεταξύ
των τριών βασικών υπουργείων που εμπλέκονται στο ΕΣΠΑ (Υποδομών, Μεταφορών και
Δικτύων, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού). Η ΓΓΨΠ έρχεται να συντονίσει τις δράσεις και προγράμματα των ως άνω
υπουργείων αλλά και να διασφαλίσει ότι κινούνται εντός του Εθνικού Στρατηγικού
Σχεδίου για την Ψηφιακή Πολιτική.
Ο νόμος δημιουργεί ένα θεσμικό πλαίσιο πέρα από τις απαιτήσεις της αιρεσιμότητας
αντιμετωπίζοντας ένα οριζόντιο ζήτημα πολιτικής και κυβερνητικού σχεδιασμού με
ιδιαίτερη έμφαση στην κοινωνική διάσταση του ζητήματος και στην ανάγκη για μια
δομημένη προσέγγιση που επιδιώκει τη σύσταση της σχετικής δομής, τη δημιουργία
μια συνοπτικά διατυπωμένης και πραγματικά υλοποιήσιμης ψηφιακής πολιτικής, την
με βάση αυτήν επιλογή των έργων που θα συνεχιστούν στην προγραμματική περίοδο
2014-2020 και την κατάρτιση προτάσεων για την απλοποίηση των διαδικασιών και τη
θεσμικές αλλαγές εκείνες που είναι απαραίτητες για την επιτάχυνση και βελτίωση
της ποιότητας των συγχρηματοδοτούμενων έργων που εφαρμόζουν την εθνική ψηφιακή
πολιτική και θα υλοποιηθούν στην περίοδο 2014-2020.
Ο σχεδιασμός τόσο των αρμοδιοτήτων, όσο και της λειτουργίας της Γενικής
Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής (ΓΓΨΠ) έχει λάβει υπόψη της τόσο το σύνολο των
προηγούμενων στρατηγικών και προτάσεων που έχουν γίνει από μεμονωμένα υπουργεία,
όσο και την εργασία που έχει πραγματοποιήσει το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών
και Δικτύων (σε σχέση με την αιρεσιμότητα του ΘΣ 2) σε συνεργασία με όλα τα
αρμόδια υπουργεία, ιδίως το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης
και το Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού. Η σχετική προεργασία
συγκέντρωσης και ανάλυσης του σχετικού υλικού πραγματοποιήθηκε από την Ομάδα
Εργασίας υπό την εποπτεία του Υπουργού Επικράτειας, με αντικείμενο την εκπόνηση
μελέτης για τη δημιουργία φορέα συντονισμού της εθνικής ψηφιακής πολιτικής που
συστάθηκε στη Γενική Γραμματεία Συντονισμού (Β'
1566/27.07.2015) και ακολούθως υποβλήθηκε προς τον υπουργό Επικράτειας.
Αξιοποίησε, επίσης, τα αποτελέσματατης σχετικής δημόσιας διαβούλευσης αλλά και
διαβουλεύσεων που έγιναν με το σύνολο σχεδόν των φορέων του Δημοσίου τομέα που
εμπλέκονται στο πεδίο εφαρμογής του νόμου για τη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής
Πολιτικής.
Η επιλογή της μορφής της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού ως της πλέον κατάλληλης
δομής για το συντονισμό του κυβερνητικού έργου που σχετίζεται με την ψηφιακή
πολιτική σχετίζεται άμεσα με τους στόχους που η ρύθμιση επιδιώκει να πετύχει και
την κατανόηση του υφιστάμενου νομικού (με την έννοια των νόμων και κανονιστικών
πράξεων) και θεσμικού (με την έννοια της φύσης των φορέων) πλαισίου εντός του
οποίου καλείται να τοποθετηθεί και να λειτουργήσει.
Ο στόχος είναι η πολιτική να διαμορφώνεται στο ανώτατο δυνατό επίπεδο και για το
λόγο αυτό επιλέγεται η μορφή της γενικής γραμματείας του πρωθυπουργού ως η πλέον
κατάλληλη για αυτήν τη λειτουργία. Επιπλέον, επιλέγεται η μορφή της γενικής
γραμματείας προκειμένου να έχει συντονιστικό και αποφασιστικό ρόλο στο βαθμό που
εκφράζει τη βούληση του πρωθυπουργού ως αρχηγού της κυβέρνησης, χωρίς, ωστόσο,
να παρεμβαίνει στην άσκηση της τομεακής πολιτικής την πρωτοβουλία για την οποία
εξακολουθούν και έχουν οι οικείοι υπουργοί. Η στόχευση αυτή εκφράζεται τόσο στη
φύση των αρμοδιοτήτων που είναι συντονιστικές, επιτελικές, σχεδιαστικές και
στρατηγικές και -υπό την έννοια αυτή- προσιδιάζουν στο χαρακτήρα της Γενικής
Γραμματείας συντονισμού, όσο και στο επίπεδο στο οποίο καταρτίζεται η ΓΓΨΠ,
δηλαδή αυτό του γραφείου του Πρωθυπουργού. Απαιτείτο, δηλαδή, η δημιουργία ενός
οργάνου που να έχει τα επιτελικά και θεσμικά χαρακτηριστικά της Γενικής
Γραμματείας Συντονισμού, αλλά να είναι επικεντρωμένο στην χάραξη, συντονισμό και
παρακολούθηση της Ψηφιακής Πολιτικής.
Θα πρέπει να τονισθεί ότι το εγχείρημα του συντονισμού των ψηφιακών πολιτικών
μέσα από άλλου τύπου σχήματα που είχαμε δει στο παρελθόν δεν έχει λειτουργήσει
αποτελεσματικά ή αποδοτικά. Τέτοια σχήματα ήταν είτε αυτό της διυπουργικής
επιτροπής, όπως αυτή που είχε προβλεφθεί στην περίπτωση του αρχικού συντονισμού
των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων "Διοικητική Μεταρρύθμιση" και "Ψηφιακή Σύγκλιση"
του ΕΣΠΑ 2007-2013 του αρ. 10 του ν. 3614/2007 (Α' 40) (σύσταση με την ΥΑ
151//2009 (ΥΑ 151806/ΨΣ3205-Α1 ΦΕΚ Β 696 2009) ή η Επιτροπή Πληροφορικής
Επικοινωνιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του αρ. 26 του ν. 4314/2014. Το
πρόβλημα με την πρώτη δομή (διϋπουργική επιτροπή) ήταν ότι δεν υπήρχε συνολική
θεώρηση της Ψηφιακής Πολιτικής, ενώ με τη δεύτερη ότι ήταν πολυπληθής και η
συμμετοχή σε αυτήν ήταν από όργανα σε αρκετά υψηλό επίπεδο με αποτέλεσμα η
διαδικασία λήψης αποφάσεων να είναι εξαιρετικά αργή και δύσκολη. Η σύγκλησή της
από τον Γενικό Γραμματέα Συντονισμού, ενός οργάνου με έναν εξορισμού δύσκολο και
βαρύ έργο συντονισμού, συνολικά, έκανε τη διαδικασία ακόμη πιο δυσλειτουργική.
Επιπλέον, τα σχήματα αυτά είχαν ως κεντρικό σημείο αναφοράς τα
συγχρηματοδοτούμενα έργα και όχι την ουσιαστική χάραξη εθνικής ψηφιακής
πολιτικής. Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο επιτροπές εμφανίζονται στους νόμους
που θέτουν το πλαίσιο για τις προγραμματικές περιόδους 2007-2013 και 2014-2020
αντίστοιχα.
Ο συντονισμός των υπουργείων που έχουν τη νομοθετική πρωτοβουλία και για.τη
χάραξη ψηφιακής πολιτικής στον τομέα της αρμοδιότητάς τους σε μόνιμη βάση και
όχι επί την ευκαιρία υλοποίησης συγκεκριμένων έργων είναι επίσης ένα δύσκολο
σημείο εφαρμογής μια ενιαίας ψηφιακής πολιτικής. Οι λόγοι είναι πολλοί.
Ενδεικτικά αναφέρουμε το ότι οι αρμοδιότητες των υπουργείων έχουν κάθετο
χαρακτήρα, ενώ ακόμη κι όπου ο χαρακτήρας αυτός είναι οριζόντιος, αφορούν ένα
συγκεκριμένο επίπεδο άσκησης πολιτικής, για παράδειγμα τις υποδομές, την υγεία ή
την ηλεκτρονική διακυβέρνηση.
Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Εσωτερικών
και Διοικητικής Μεταρρύθμισης συνολικά για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση (βλ.
π.χ. τους ν. 3979/2011 και το κωδικοποιητικό π.δ. 28/2015) και του Υπουργείου
Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων για την Ενιαία Ψηφιακή αγορά (ν. 4070/2012). Στα
παραδείγματα αυτά τα δύο υπουργεία μπορούν να ασκούν τις σχετικές πολιτικές
σχεδόν παράλληλα και με σχεδόν μόνο σημείο συντονισμού τη δραστηριότητά τους που
αφορά την υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων έργων. Ο συντονισμός μόνο στο επίπεδο
του ΕΣΠΑ σήμαινε πρακτικά ότι οι όποιες δομές συντονισμού προβλέπονταν σε σχέση
με την υλοποίηση των συγχρηματοδοτούμενων έργων μπορούσαν να επιφέρουν
αποτελέσματα μόνο κατά το στάδιο της υλοποίησης αυτών και όχι κατά το στάδιο της
χάραξης της ίδιας της πολιτικής που πρέπει να είναι πολύ προγενέστερο.
Η αρτιότερη προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση έγινε με την Επιτροπή
Πληροφορικής και Επικοινωνιών της ΠΥΣ 7/28.4.2011 (Α' 102) με την οποία
συστηνόταν επιτροπή «για τον καθορισμό της στρατηγικής και την ανάπτυξη,
παρακολούθηση, αξιοποίηση και διάδοση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και
Επικοινωνιών (ΤΠΕ) σε όλους τους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής». Η Επιτροπή
υπαγόταν απευθείας στον Πρωθυπουργό και είχε ευρύτατες αρμοδιότητες, αλλά
εξαιτίαςτης φύσης της ως συλλογικού και ad hoc οργάνου χωρίς υπηρεσιακό σκέλος,
είχε περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Το σχήμα των Ομάδων Διοίκησης Σχεδιασμού
και Επίβλεψης Έργου (ΟΔΙΣΕΕ) είχε την ευελιξία και αποκέντρωση που ήταν
απαραίτητη για την υλοποίηση του έργου της Επιτροπής, αλλά με δεδομένη την
απουσία μιας μόνιμης υπηρεσιακής δομής για την υποστήριξη της επιτροπής ή των
ΟΔΙΣΕΕ, εμφάνιζε έντονα επιχειρησιακά προβλήματα. Παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή
της ΠΥΣ 7/28.4.2011 είχε ευρύτερες αρμοδιότητες, στην πράξη η εφαρμογή της
εστιάστηκε στην υλοποίηση των έργων ΤΠΕ και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης του
Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2007-2013.
Πρόδρομος της Επιτροπής της ΠΥΣ 7/28.4.2011 υπήρξε η Επιτροπή για τον Καθορισμό
της Στρατηγικής και την Ανάπτυξη της Πληροφορικής της ΠΥΣ 14/28.6.2004 (Α' 116),
η οποία ως σκοπό είχε «τον καθορισμό της στρατηγικής και την ανάπτυξη της
Πληροφορικής σε εθνικό επίπεδο και ιδιαίτερα στο Δημόσιο Τομέα» και είχε στόχους
πιο στενά συνδεδεμένους με την ανάπτυξη της πληροφορικής στο Δημόσιο τομέα και
ειδικά τη συντονισμένη υλοποίηση των έργων πληροφορικής του Γ' Κοινοτικού
Πλαισίου Στήριξης (2000-2006).
Επίγονος της Επιτροπής της ΠΥΣ 7/28.4.2011 υπήρξε η Επιτροπή Πληροφορικής
Επικοινωνιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του αρ. 26 του ν. 4314/2014 στην
οποία γίνεται ρητή αναφορά στην Επιτροπή της ΠΥΣ 7/28.4.2011 διατηρώντας τις
αρμοδιότητές της, αλλά αλλάζοντας τη σύνθεση και άρα το επίπεδο στο οποίο αυτή
λειτουργεί. Οι σημαντικότερες αλλαγές σε σχέση με την ΠΥΣ 7/28.4.2011 αφορούν
στην μη υπαγωγή της στον Πρωθυπουργό και στην αφαίρεση του συμβούλου του
πρωθυπουργού επί θεμάτων αξιοποίησης τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών
από τη σύνθεση της Επιτροπής, ο οποίος δε διαδραματίζει πλέον κανέναν σχετικό
θεσμικό ρόλο. Τη θέση του αναλαμβάνει ο Γενικός Γραμματέας Συντονισμού του
Κυβερνητικού Έργου και οι Γενικοί Γραμματείς Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων
και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης ως αντιπρόεδροι. Η
Επιτροπή Πληροφορικής Επικοινωνιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθίσταται,
έτσι, εκτελεστικό όργανο ενός άλλου συλλογικού οργάνου, του Κυβερνητικού
Συμβουλίου Μεταρρύθμισης (ΠΥΣ 4/10.2.2012) το οποίο διαμορφώνει πολιτικές
πληροφορικής, ψηφιακής οικονομίας και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Ενδεικτικό της
δυσκολίας λειτουργίας των αλλεπάλληλων συλλογικών οργάνων, είναι π.χ. ότι ο
Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης εισηγείται
σύμφωνα με την παρ. 2 το άρθρου 26 του ν 4314/2014 στο Κυβερνητικό Συμβούλιο
μεταρρύθμισης για θέματα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και στη συνέχεια ο ίδιος
εισηγείται τα ίδια θέματα, πλέον ως εισηγητής του Συμβουλίου Διοικητικής
Μεταρρύθμισης (σύμφωνα με την παρ. 5 του αρ. 1 της ΠΥΣ 4/10.2.2012) στον Πρόεδρο
και τα μέλη του Συμβουλίου Διοικητικής Μεταρρύθμισης τα οποία ταυτίζονται με
αυτά του Προέδρου και των εκάστοτε Μελών της Κυβερνητικής Επιτροπής, δηλαδή θα
είναι συνήθως ο Υπουργός και κάποιοι από τους βασικούς Υπουργούς της Κυβέρνησης.
Δεν είναι, κατά συνέπεια, απορίας άξιο που το σχήμα του αρ. 26 του ν. 4314/2014
δεν λειτούργησε ποτέ. Λίγο πριν και λίγο μετά τον ορισμό της Επιτροπής της ΠΥΣ
7/28.4.2011 είχαμε δύο σημαντικές για τη θεμελίωση της ηλεκτρονικής
διακυβέρνησης στην Ελλάδα παρεμβάσεις: Στις 7 Οκτωβρίου 2009, με την απόφαση
2876/7.10.2009 (Β' 2234) του Πρωθυπουργού, το Υπουργείο Εσωτερικών μετονομάστηκε
σε Υπουργείο Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και, στη
συνέχεια, στις 27 Ιουνίου 2011 με το Π.Δ. 65/2011 (Α' 147) μετά από πρόταση του
Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, το Υπουργείο Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης διασπάστηκε στα Υπουργεία Εσωτερικών και Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
Η δημιουργία Υπουργείου με ρητή αρμοδιότητα την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση
ακολουθήθηκε από σειρά ρυθμίσεων που έχουν δημιουργήσει το σημερινό ρυθμιστικό
πλαίσιο ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και έχουν οριζόντιο χαρακτήρα, ιδίως οι
ρυθμίσεις του ν. 3861/2010 για τη Διαύγεια, του 3882/2010 για το άνοιγμα των
γεωχωρικών δεδομένων και τη μεταφορά της Οδηγίας INSPIRE, του ν. 3979/2011 που
αποτελεί και τον κεντρικό νόμο για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, της κύρωση του
Πλαισίου για την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση (ΦΕΚ 1301/Β'/12-04-2012), του ν.
4305/2014 για το άνοιγμα των δημοσίων δεδομένων και του κωδικοποιητικού για την
πρόσβαση στην δημόσια πληροφορία π.δ. 28/2015. Η δημιουργία ενός συνεκτικού
πλαισίου για την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση, καθώς και για τη διαχείριση,
διαμοιρασμό και διάθεση της δημόσιας πληροφορίας οδήγησε σε μια πολύ πιο έντονη
παρουσία του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
στην διαμόρφωση της εθνικής ψηφιακής πολιτικής. Αυτό αποτυπώνεται τόσο στη
νομοθετική δραστηριότητα, όσο και στην έκδοση Στρατηγικής για την Ηλεκτρονική
Διακυβέρνηση 2014-2020 και του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Ανοιχτή
Διακυβέρνηση. Ακόμη περισσότερο, αποτυπώνεται στην πολύ ισχυρή παρουσία του
Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας των δομών του αρ. 26
του ν. 4314/2014.
Στο ίδιο διάστημα το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων απέκτησε
αρμοδιότητες σε σχέση με την συμμετοχή της Ελλάδας στη διαμόρφωση του Ψηφιακού
Θεματολογίου 2020 και το συντονισμό των φορέων που συμμετέχουν στην εφαρμογή
της. Αυτό αποτυπώθηκε κυρίως στην παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4070/2012 (ΦΕΚ
Α'82) που παρείχε στον Υπουργό Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων αρμοδιότητα για το
συνολικό συντονισμό και διαμόρφωση της Ψηφιακής Πολιτικής στην Ελλάδα και το
συντονισμό της διαδικασίας διαμόρφωσης πολιτικών για την Ευρωπαϊκή Ενιαία
Ψηφιακή Αγορά. Οι διατάξεις αυτές φαίνεται να έρχονται σε αντίθεση ή τουλάχιστον
να δημιουργούν ερμηνευτικές ασάφειες σε σχέση τόσο με τις διατάξεις της
προγενέστερης ΠΥΣ 7/28.4.2011, όσο και με τη μεταγενέστερη λειτουργία του αρ. 26
του ν. 4314/2014 (που ρητώς διατηρεί τις αρμοδιότητες της με νέα σύνθεση
Επιτροπής της ΠΥΣ 7/28.4.2011). Θα πρέπει να τονισθεί ότι η τροποποίηση της
Π.Υ.Σ. 7/28.4.2011 με την Π.Υ.Σ. 30/5.9.2012 (ΦΕΚ Α' 173) δεν λύνει το πρόβλημα
της συμβατότητας με τις διατάξεις του Ν. 4070/2012. Με την 30/5.9.2012 η
Επιτροπή Πληροφορικής και Επικοινωνιών μετονομάζεται σε Επιτροπή Συντονισμού της
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ενώ με την παρ. 4 του αρ. 26 του ν. 4314/2014
μετονομάζεται εκ νέου σε Επιτροπή Πληροφορικής, Επικοινωνιών και Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης. Με αυτή την τελευταία διάταξη ρητώς διατηρούνται οι αρμοδιότητες
της ΠΥΣ 7/28.4.2011, που κάνουν ξεκάθαρη αναφορά σε "Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο
Πληροφορικής και Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών", ενώ ρητώς επίσης αναφέρεται ως ο
σκοπός της ο σχεδιασμός, παρακολούθηση και ο συντονισμός της υλοποίησης της
στρατηγικής για τις ΤΠΕ.
Ένα από τα πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα εντοπίζεται στον προσδιορισμό των ορίων
ΤΠΕ και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, ιδίως καθώς στα ευρωπαϊκά κείμενα πολιτικής
για την Ενιαία Ψηφιακή Αγορά, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση αποτελεί μέρος της
Ενιαίας Ψηφιακής Αγοράς, κάτι το οποίο δεν μπορεί να αντιστοιχηθεί εύκολα με την
ισχύουσα διάρθρωση αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα νυν Υπουργεία Εσωτερικών και
Μεταρρύθμισης του Δημοσίου Τομέα και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
Η δημιουργία, κατά συνέπεια, μιας δομής για το σχεδίασμά, άσκηση και
παρακολούθηση της Ψηφιακής Πολιτικής θα πρέπει να συγκεντρώνει τα θετικά
στοιχεία από τις μέχρι τώρα προσπάθειες για μια συντονισμένη σχετική πολιτική,
να αποφεύγει τις περίπλοκες λύσεις και να επιλύει τις ασάφειες και συγκρούσεις
που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στο σχετικό θεσμικό πλαίσιο.
Πρέπει να υπογραμμιστεί η σημασία που έχει ο σχεδιασμός πολιτικών ηλεκτρονικής
διακυβέρνησης εντός του πλαισίου της Ενιαίας Ψηφιακής Πολιτικής και Στρατηγικής:
επειδή η ηλεκτρονική διακυβέρνηση αφορά σε κομβικά σημεία της ψηφιακής πολιτικής
τόσο στο νομοθετικό κομμάτι όσο και στο κομμάτι των δημοσίων προμηθειών η ΓΓΨΠ
συγκεντρώνει ρητώς τις αρμοδιότητες αυτές: Έχει ρητώς την αρμοδιότητα για το
σχεδίασμά και συντονισμό των πολιτικών που αφορούν στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση
και ταυτόχρονα έχει τον έλεγχο των προμηθειών ΤΠΕ και σχεδιασμού έργων
η-διακυβέρνησης με τη δυνατότητα συντονισμού και παροχής γνώμης στο σύνολο του
κύκλου ζωής αυτών ανεξαρτήτως της πηγής από την οποία προέρχεται η σχετική
χρηματοδότηση (ΕΣΠΑ ή τακτικός προϋπολογισμός).
Η λύση της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής υπό τον Πρωθυπουργό είναι η
βέλτιστη λύση αυτή τη στιγμή τόσο σε σχέση με τη θεσμική της μορφή, όσο και σε
σχέση με τις αρμοδιότητες και άρα τη λειτουργία που αυτή έχει. Πιο συγκεκριμένα:
(Α) Η φύση της ΓΓΨΠ: η ΓΓΨΠ τοποθετείται υπό τον Πρωθυπουργό. Υπό την έννοια
αυτή προσιδιάζει στην Επιτροπή της ΠΥΣ 7/28.4.2011 και έχει τη δυνατότητα να
συντονίζει το κυβερνητικό έργο στο ανώτατο επίπεδο. Η ανάγκη να γίνεται ο
συντονισμός σε αυτό το επίπεδο και όχι στο επίπεδο του Υπουργού φαίνεται να
αποτελεί σταθερή προσέγγιση του Έλληνα νομοθέτη αφού με τον έναν ή τον άλλο
τρόπο (Επιτροπές υπό τον Πρωθυπουργό ή Συλλογικά όργανα όπως το Κυβερνητικό
Συμβούλιο Μεταρρύθμισης) η αρμοδιότητα της χάραξης της πολιτικής και της
πραγματοποίησης του συντονιστικού έργου διδόταν στο ανώτατο επίπεδο.
Αυτό που διαφοροποιεί τη ΓΓΨΠ από προηγούμενες δομές είναι ότι δεν έχει το
χαρακτήρα συλλογική οργάνου κι έχει μια ευέλικτη αλλά σημαντική επιχειρησιακή
δομή να υποστηρίζει το έργο του. Επιπλέον, η ΓΓΨΠ είναι αφιερωμένη αποκλειστικά
στο έργο της χάραξης ψηφιακής πολιτικής, συντονισμού του κυβερνητικού έργου και
παρακολούθησης της υλοποίησης της σχετικής πολιτικής και άρα μπορεί να δώσει την
έμφαση που απαιτείται για την ουσιαστική υλοποίηση των σχετικών πολιτικών.
Η επιλογή μιας Γενικής Γραμματείας υπό τον Πρωθυπουργό και όχι ενός υπουργείου
για την πραγματοποίηση των σχετικών δράσεων συντονισμού επίσης αποτελεί έκφραση
της λειτουργίας της ΓΓΨΠ ως συντονιστικού οργάνου που σχεδιάζει το οριζόντιο
σκέλος των πολιτικών ως βοηθός του Πρωθυπουργού και αφήνει τη νομοθετική
πρωτοβουλία και την άσκηση των επιμέρους πολιτικών στους επιμέρους Υπουργούς που
έχουν κεντρικό ρόλο στην υλοποίηση των σχετικών πολιτικών. Κάτι τέτοιο είναι
απαραίτητο καθώς η ψηφιακή πολιτική πρέπει να είναι πλέον βασικό στοιχείο της
πολιτικής όλων των υπουργείων και η λήψη όλων των σχετικών αρμοδιοτήτων σε ένα
υπερ-υπουργείο θα οδηγούσε σε μη διαχειρίσιμη συγκέντρωση αρμοδιοτήτων και
επιχειρησιακών λειτουργιών. Θα πρέπει να τονισθεί ότι ο ρόλος ορισμένων
υπουργείων είναι κεντρικός για την επίτευξη της λειτουργίας της ΓΓΨΠ, κάτι που
αποτυπώνεται και στη ρητή αναφορά σε κάποιες από τις λειτουργίες τους στις
αρμοδιότητες της ΓΓΨΠ:
Το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης διαδραματίζει έναν πολύ
κεντρικό ρόλο καθώς έχει την αρμοδιότητα για το σύνολο των επιχειρησιακών
δράσεων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και κατά συνέπεια θα πρέπει να υλοποιείτο πιο
βαρύ διοικητικά κομμάτι της Ψηφιακής Πολιτικής και εξαιτίας της εποπτείας που
έχει σε βασικές υποδομές (π.χ. Ερμής, Διαύγεια, Σύζευξις, Μητρώα κλπ), θεσμούς
(π.χ. πρόσβαση στην πληροφορία του Δημοσίου τομέα, ανοιχτά δεδομένα, ανοιχτή
διακυβέρνηση), και φορείς (π.χ. ΚτΠ ΑΕ) να λειτουργήσει καταλυτικά για την
επιτυχία της οποιασδήποτε ψηφιακής πολττικής. Το Υπουργείο Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης δεν θα πρέπει να επεκτείνεται σε θέματα που
σχετίζονται με τη συνολική διαχείριση της ψηφιακής πολιτικής πέραν αυτών που
αφορούν στις λειτουργίες της δημόσιας διοίκησης, σε θέματα υποδομών ή σε θέματα
αμιγώς αναπτυξιακού χαρακτήρα που αφορούν σε άλλα υπουργεία, Το Υπουργείο
Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων έχει έναν εξίσου σημαντικό ρόλο να
διαδραματίσει, αλλά έχει διαφορετικό προσανατολισμό και χαρακτήρα από αυτόν του
Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης. Θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην βελτίωση του συνόλου
των δράσεων που σχετίζονται με τις τηλεπικοινωνίες και τα δίκτυα επόμενης
γενιάς, τη διακυβέρνηση του διαδικτύου καθώς και σε θέματα υποστήριξης της
λειτουργίας και εξωστρέφειας της αγοράς πληροφορικής. Ο συντονισμός που έχει σε
θέματα ψηφιακής στρατηγικής θα πρέπει να οριοθετηθεί στο χώρο της αρμοδιότητάς
του και άρα δεν μπορεί να επεκτείνεται στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση, ούτε στο
κομμάτι της ανάπτυξης ή της βιομηχανικής πολιτικής. Δεν πρέπει να διαφεύγει της
προσοχής μας ότι ο συντονιστικός ρόλος που είχε η Γενική Γραμματεία
Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων ιστορικά προέρχεται από δύο σημεία:
(α) την απορρόφηση από αυτήν της Ειδικής Γραμματείας Ψηφιακού Σχεδιασμού και του
εποπτευόμενου από αυτήν Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ψηφιακής Σύγκλισης που
προηγουμένως υπήρξε μέρος του Υπουργείου Ανάπτυξης, με όλη τη συνακόλουθη
μεταφορά αρμοδιοτήτων Πριν την απορρόφηση αυτή, οι σχετικές αρμοδιότητες
βρίσκονταν στον Ειδικό Γραμματέα Ψηφιακού Σχεδιασμού που υπαγόταν στον Υπουργό
Ανάπτυξης. Η αρχική αυτή διάρθρωση είχε εκφραστεί σε πολλαπλά σημεία: στην
έμφαση στην υλοποίηση των συγχρηματοδοτούμενων έργων στην Επιτροπή της ΠΥΣ
14/28.6.2004, στη συμμετοχή του Ειδικού Γραμματέα στην Επιτροπή της ΠΥΣ
7/28,4.2011 και στη διϋπουργική του αρ. 10 του ν. 3614/2007.
(β) τις αρμοδιότητες του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, όπως αυτές
έχουν εκφραστεί στο ν. 4070/2012 (αρ.2 περ. κδ'), τον οποίο και ουσιαστικά
εκπροσωπεί με τη συμμετοχή του στις σχετικές επιτροπές. Θα πρέπει, ωστόσο, να
τονισθεί ότι η αρμοδιότητα συντονισμού της ψηφιακής πολιτικής που εμφανίζεται
στην περίπτωση κδ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4070/2012 θα έπρεπε να
ερμηνευθεί στενά, ακόμη και πριν την εισαγωγή του παρόντος νόμου, τη στιγμή που
η αρμοδιότητα για τη χάραξη ψηφιακής πολιτικής σύμφωνα με την παρ. 3 του αρ. 26
του ν. 4314/2014 ανήκει στο Συμβούλιο Κυβερνητικής Μεταρρύθμισης στο οποίο ο
Υπουργός Υποδομών έχει μόνο δικαίωμα εισήγησης πολιτικών για θέματα ΤΠΕ, ενώ σε
επιχειρησιακό επίπεδο η αρμοδιότητα αυτή, σύμφωνα με την παρ. 4 του αρ. 26 του
ν. 4314/2014, παρέχεται στην Επιτροπή της 7/28.4.2011 που ανασυγκροτείται ως
προς τα μέλη της, όπως ορίζει ο ν. 4314/2014 προκειμένου να ανταποκριθεί στις
αλλαγές που είχαν ήδη επέλθει, δηλαδή την απορρόφηση της Ειδικής Γραμματείας
Ψηφιακού Σχεδιασμού από τη Γενική Γραμματεία Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων.
Το Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού έχει επίσης κεντρικό ρόλο, τόσο
ως το υπουργείο που ιστορικά είχε την αρμοδιότητα για την υλοποίηση των
συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων ψηφιακής πολιτικής, όσο και ως το υπουργείο
που είχε την αρμοδιότητα για την εποπτεία της Ειδικής Γραμματείας Ψηφιακού
Σχεδιασμού. Με την έναρξη υλοποίησης του ΕΣΠΑ 2014-2020 και την εισαγωγή του
παρόντος νόμου, αποσαφηνίζονται οι συγκρούσεις αρμοδιοτήτων που οι διατάξεις των
ν. 4070/2012 και 4314/2014 είχαν δημιουργήσει και καθίσταται σαφές ότι πρόκειται
για το υπουργείο που έχει τη συνολική εποπτεία και διαχείριση του χρηματοδοτικού
μέρους των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων. Ειδικότερα, το Υπουργείο
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού χειρίζεται τόσο το θέμα της
διαχείρισης του ΕΣΠΑ (μέσω του Υφυπουργού ΕΣΠΑ), όσο και τα κρίσιμα θέματα της
πολιτικής Εμπορίου (που περιλαμβάνει και το κεντρικό ηλεκτρονικό μητρώο δημοσίων
συμβάσεων) και βιομηχανικής πολιτικής (που περιλαμβάνει την διοίκηση της
βιομηχανικής ιδιοκτησίας). Επίσης στο Υπουργείο αυτό υπάγεται και ο Οργανισμός
Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας που αποτελεί βασικό πυλώνα στην πρόταση και εφαρμογή
πολιτικών για την κοινωνία της πληροφορίας.
- Το Υπουργείο Οικονομικών, εκτός από τον έλεγχο της χρηματοδότησης των πάγιων
προμηθειών και δαπανών που αφορούν δράσεις ψηφιακής πολιτικής, έχει δύο
κρίσιμους ρόλους να διαδραματίσει: Πρώτον, σε συνεργασία με την Αντιπροεδρία της
Κυβέρνησης, χαράσσει και υλοποιεί τις πολιτικής για το ψηφιακό χρήμα, το ψηφιακό
τιμολόγιο και τις ψηφιακές πληρωμές, κάτι που αποτελεί κεντρικό σημείο της
ψηφιακής πολιτικής. Δεύτερον, διατηρεί και είναι υπεύθυνο για μία από τις
μεγαλύτερες πληροφοριακές υποδομές της χώρας, δηλαδή τη Γενική Γραμματεία
Πληροφοριακών Συστημάτων. Εδώ δεν τίθενται θέματα αρμοδιοτήτων, αλλά θα πρέπει
να υπάρχει συντονισμός με τα άλλα υπουργεία σε σχέση με τις ψηφιακές υπηρεσίες
και δράσεις του Υπουργείου Οικονομικών.
- Άλλα κεντρικά υπουργεία σε σχέση με την παροχή ψηφιακών υπηρεσιών, υποδομών ή
χάραξης κεντρικών πολιτικών είναι το Υγείας, εξαετίας της ΗΔΙΚΑ, το Εργασίας,
Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που έχει ένα σύνολο υπηρεσιών
και μητρώων που έχουν κεντρικό ρολό στις ψηφιακές υπηρεσίες του κράτους, το
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κυρίως εξαιτίας των γεωχωρικών δεδομένων που
διαχειρίζεται η ΕΚΧΑΕ, το Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, τόσο εξαιτίας του
ψηφιακού σχολείου όσο και των ψηφιακών υποδομών έρευνας και καινοτομίας, του
Πολιτισμού και Αθλητισμού, τόσο εξαιτίας των υποδομών ψηφιακού πολιτισμού όσο
και του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας που έχει υπό την εποπτεία του και του
Δικαιοσύνης εξαιτίας του χαρτοφυλακίου που έχει σε θέματα ψηφιακών δικαιωμάτων
(ιδίως προστασίας της ιδιωτικότητας και δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα).
Η διάρθρωση των αρμοδιοτήτων μεταξύ των Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού σε σχέση με τις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών, μπορεί να
αντιστοιχηθεί με ευκολία στις τρεις επενδυτικές προτεραιότητες του Θεματικού
Στόχου 2 του ΕΣΠΑ 2014-2020, όπως αποτυπώνονται στα Επιχειρησιακά Προγράμματα
ΕΠΑΝΕΚ (Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία) (σελ. 28 και 29)
και ΜΔΤ (Μεταρρύθμιση του Δημοσίου Τομέα) (σελ. 25) αντιστοίχως και η ΓΓΨΠ
έρχεται να συντονίσει τις αρμοδιότητες αυτές. Ειδικότερα, η Επιλεγμένη
Επενδυτική Προτεραιότητα (ΕΕΠ) 2a έχει ως στόχο την «Περαιτέρω ανάπτυξη των
ευρυζωνικών συνδέσεων και των δικτύων υψηλής ταχύτητας και υποστήριξη της
υιοθέτησης αναδυόμενων τεχνολογιών και δικτύων στο πλαίσιο της ψηφιακής
οικονομίας» και υπάγεται στο συντονισμό του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών &
Δικτύων, η ΕΕΠ 2b έχει ως στόχο την «Ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών ΤΠΕ,
ηλεκτρονικό εμπόριο και αύξηση της ζήτησης για ΤΠΕ» και υπάγεται στο συντονισμό
του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης & Τουρισμού και η ΕΕΕ 2c έχει ως στόχο την
«Ενίσχυση των εφαρμογών ΤΠΕ στον τομέα της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, της
ηλεκτρονικής μάθησης, της ηλεκτρονικής ένταξης, του ηλεκτρονικού πολιτισμού και
της ηλεκτρονικής υγείας» υπάγεται στο συντονισμό του Υπουργείου Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
Γίνεται σαφές από τη συνοπτική αποτύπωση των αρμοδιοτήτων των ως άνω υπουργείων
ότι ο συντονισμός του έργου τους αναφορικά με το σχεδίασμά και άσκηση της
ψηφιακής πολιτικής είναι αναγκαίος για την έστω και στοιχειώδη επιτυχία της.
Επίσης, καθίσταται σαφές ότι κανένα από τα υπουργεία αυτά δεν μπορεί να
διαδραματίσει το ρόλο του συντονιστή, ενώ θα πρέπει να συνεχίσει να έχει την
πρωτοβουλία για την άσκηση και εφαρμογή πολιτικής στον τομέα της
αρμοδιότητάςτου.
Θα πρέπει τέλος να τονισθεί η φύση και στόχευση της ΓΓΨΠ: πρόκειται για
συντονιστικό όργανο με επιτελικό και σχεδιαστικό χαρακτήρα που παρέχει γνώμη για
το σύνολο των έργων που αφορούν ΤΠΕ ή Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση σε όλο τον κύκλο
ζωής τους.
Παράλληλα, η πρόβλεψη αρμοδιοτήτων σχετικών με την εφαρμογή και πιστοποίηση των
τεχνικών προδιαγραφών ηλεκτρονικής προσβασιμότητας σηματοδοτεί την ανάδειξη της
εκπόνησης πολιτικών ηλεκτρονικής προσβασιμότητας ως προτεραιότητα του κεντρικού
σχεδιασμού της δημόσιας διοίκησης, και μάλιστα στο ανώτερο δυνατό επίπεδο.
Ιδιαίτερα επισημαίνεται ότι η ανεμπόδιστη πρόσβαση στις ψηφιακές υπηρεσίες του
δημοσίου, πέρα από συνταγματικό δικαίωμα, αποτελεί σημαντική διέξοδο για τα
άτομα με αναπηρία, εξαιτίας των προβλημάτων πρόσβασης στο δομημένο περιβάλλον
και στις κτιριακές εγκαταστάσεις των υπηρεσιών του δημοσίου. Στο σημείο δε αυτό
πρέπει να τονίσουμε ότι ωφελούμενα από την εφαρμογή της ηλεκτρονικής
προσβασιμότητας είναι και άλλες κατηγορίες πολιτών, όπως οι ηλικιωμένοι, άτομα
που προσωρινά έχουν απωλέσει μέρος της λειτουργικότητάςτους π.χ. εξαιτίας
ατυχήματος κ.λ.π.
Β) Οι αρμοδιότητες και λειτουργία της ΓΓΨΠ: Προκειμένου να επιτελέσειτο ρόλο της
η ΓΓΨΠ έχει 5 βασικές δέσμες αρμοδιοτήτων, οι οποίες αντανακλώνται και στην
οργανωτική της δομή, δηλαδή στις μονάδες που την απαρτίζουν. Αυτές έχουν ως
εξής:
(α) Σγεδιασαού, Συντονισυού και Χάραξης πολιτικής:
Κατάρτιση του κυλιόμενου πενταετούς στρατηγικού σχεδίου ψηφιακής πολιτικής
Συντονισμός των υπουργείων σε σχέση με την εφαρμογή του. Ο συντονισμός αυτός
περιλαμβάνει τον προγραμματισμό και συντονισμό του νομοθετικού έργου, της
έκδοσης κανονιστικών πράξεων και εγκυκλίων και υλοποίησης των πολιτικών μέσα από
διοικητικές ενέργειες, καθώς και την ανάπτυξη και λειτουργία σχετικών υπηρεσιών.
Επίσης, περιλαμβάνει την κατάθεση προτάσεων στους αρμόδιους υπουργούς για την
επίλυση διαφορών κατά τη χάραξη και εφαρμογή των σχετικών πολιτικών ανά
υπουργείο. Για το σκοπό αυτό είναι απαραίτητη η συνεργασία με τη Γενική
Γραμματεία της Κυβέρνησης.
- Τη Λήψη στατιστικών και μετρικών στοιχείων που αφορούν στην υλοποίηση της
ψηφιακής πολιτικής από διάφορα υπουργεία και φορείς
Παρακολούθηση ευρωπαϊκών πολιτικών και διεθνών εξελίξεων στον τομέα αρμοδιότητας
της ΓΓΨΠ. Αυτό σημαίνει το συνολικό συντονισμό των φορέων στην Ελλάδα για τον
καθορισμό της Ελληνικής πολιτικής στα θέματα αυτά, συντονισμός της Μόνιμης
Ελληνικής Αντιπρόσωπείάς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε θέματα ψηφιακής πολιτικής
και παρακολούθηση της υλοποίησης των σχετικών πολιτικών στην Ελλάδα. Συνεργασία
με άλλους Ευρωπαϊκούς και Διεθνείς φορείς προκειμένου να αναληφθούν και
υλοποιηθούν προγράμματα για την ενίσχυση δράσεων ψηφιακής πολιτικής. Συνεργασία
με το ΕΚΔΔΑ και τους ερευνητικούς και ακαδημαϊκούς φορείς της χώρας για την
κατάρτιση ερευνητικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων που μπορούν να ενισχύσουν
την ψηφιακή πολιτική της χώρας.
Ειδικά στο πλαίσιο των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων συμμετοχή σε όλο τον
κύκλο ζωής των προγραμμάτων προκειμένου να υλοποιείται μέσα από αυτά το Εθνικό
Στρατηγικό Σχέδιο για την Ψηφιακή Πολιτική. Συγκέντρωση καλών πρακτικών
καινοτόμων έργων και δράσεων και επικοινωνία και διάχυση αυτών σε Υπουργεία και
Φορείς.
Προτάσεις για απλούστευση διοικητικών διαδικασιών στο πλαίσιο άσκηση των
αρμοδιοτήτων της ΓΓΨΠ.
Συνεργασία με Ανεξάρτητες και Ρυθμιστικές Αρχές που αφορούν στο αντικε ίμενο τη
ς ΓΓΨ Π.
Συνεργασία με τα Υπουργεία, τις Επιτελικές Δομές ΕΣΠΑ των Υπουργείων και τις
Περιφέρειες για τη διαμόρφωση Προσκλήσεων, από τις Διαχειριστικές Αρχές των
Ε.Π., σύμφωνων με το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για την Ψηφιακή Πολιτική, οι
οποίες χρηματοδοτούνται μέσω των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ και άλλων
χρηματοδοτικών εργαλείων.
Συνεργασία με το Εθνικό Δίκτυο Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΔΕΤ), την Γενική
Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων και το Ινστιτούτο Τεχνολογίας, Υπολογιστών
και Εκδόσεων «Διόφαντος» στους τομείς της αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας
Ψηφιακής Πολιτικής.
Παρακολούθηση του συνόλου της νομοθεσίας που σχετίζεται με το πεδίο εφαρμογής
του συστατικού της ΓΓΨΠ νόμου, προκειμένου να προταθούν θεσμικές και νομοθετικές
αλλαγές που συνεισφέρουν στην προστασία των πληροφοριακών και ψηφιακών
δικαιωμάτων του καταναλωτή και του πολίτη, ιδίως την προστασία των δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία των ψηφιακών κοινών.
(β)Έρνων:
Παρακολούθηση, αξιολόγηση και συντονισμός όλων των έργων ΤΠΕ και Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης που υλοποιούν φορείς του δημοσίου και ευρύτερου δημοσίου τομέα
Πρόταση και υλοποίηση έργων ΕΣΠΑ στον τομέα των αρμοδιοτήτων του (ν) Προτύπων
και προυηθειών
Κατάρτιση προτύπων προσκλήσεων, προκηρύξεων και συμβάσεων για έργα και δράσεις
ψηφιακής ανάπτυξης και στρατηγικής ΤΠΕ Κατάρτιση τεχνικών προτύπων και ενίσχυση
των δράσεων διαλειτουργικότητας καθώς και του Πλαισίου Παροχής Υπηρεσιών
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
It
Δημιουργία πρότυπου μοντέλου κοστολόγησης έργων και δράσεων ΤΠΕ με σκοπό την
απλοποίηση των υφιστάμενων διαδικασιών.
(δ) Παρακολούθησή και αξιολόγησης
Παρακολούθηση τριών βασικών δράσεων που αφορούν στη δημόσια διοίκηση και την
ψηφιακή πολιτική, δηλαδή της υλοποίησης των δράσεων ανοιχτών δεδομένων, της
εφαρμογής της Διαύγειας και της υλοποίησης του νόμου ηλεκτρονικής διακυβέρνησης
Αποτίμηση ανά έτος της εφαρμογής του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου και των όποιων
σχετικών σχεδίων δράσης για την Ψηφιακή Πολιτική και κατάθεση προτάσεων για την
αναδιαμόρφωσή τους με βάση την αποτίμηση ή και σε κάθε άλλη περίπτωση που η
αναδιαμόρφωσή κριθεί αναγκαία.
- Παρακολούθηση δεικτών της ΕΕ για τις δράσεις ψηφιακής πολιτικής
- Τήρηση αρχείου και κατάρτιση μητρώων για του τομείς δράσης της ΓΓΨΠ
Συμπερασματικά, η συνολική δόμηση της ΓΓΨΠ αποσκοπεί στην υλοποίηση του
κεντρικού της σκοπού μέσα από την υλοποίηση των εξής λειτουργιών:
Χάραξης πολιτικής
Συντονισμού στο επίπεδο της νομοθεσίας, διοίκησης και υλοποίησης έργων
Προτυποποίησης
Παρακολούθησης και αξιολόγησης
Επιπλέον, η ΓΓΨΠ:
1) Ασκεί το σύνολο των αρμοδιοτήτων στρατηγικής, προτάσεων πολιτικής και
συντονισμού Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
2) Μελετά και παρακολουθεί το σύνολο της νομοθεσίας που σχετίζεται με το πεδίο
εφαρμογής του παρόντος και προτείνει στους αρμόδιους υπουργούς θεσμικές και
νομοθετικές αλλαγές που συνεισφέρουν στην προστασία των πληροφοριακών και
ψηφιακών δικαιωμάτων του καταναλωτή και του πολίτη.
Οι αρμοδιότητες αυτές της ΓΓΨΠ έχουν δύο χαρακτηριστικά:
Κατά πρώτον, η περίπτωση (1) αποτελεί σημαντική αρμοδιότητα που είναι απαραίτητη
προκειμένου να ασκηθεί η ηλεκτρονική διακυβέρνηση στο ανώτατο δυνατό επίπεδο.
Πρόκειται για μια εξέλιξη που ουσιαστικά ολοκληρώνει την τάση που είχε διαφανεί
από το νομοθέτη με την εισαγωγή του νομοθετικού πλαισίου για την ηλεκτρονική
διακυβέρνηση με το ν. 3979/2011, την κωδικοποιητική νομοθεσία για την ανοιχτή
πρόσβαση του π.δ. 28/2015 αλλά και με την τροποποίηση της Π.Υ.Σ. 7/28.4.2011 με
την Π.Υ.Σ. 30/5.9.2012 καθώς και με το αρ. 26 παρ. 4 του ν. 4314/2014. Με το
συνολικό αυτό νομοθετικό πλαίσιο διατυπώνεται η επιθυμία του νομοθέτη να θέσει
την ηλεκτρονική διακυβέρνηση στο κέντρο της ψηφιακής πολιτικής και να την
καταστήσει κεντρικό εργαλείο σχεδιασμού και άσκησης της εθνικής ψηφιακής
πολιτικής. Η πρώτη αυτή φάση λειτουργίας της ΓΓΨΠ είναι καθοριστική στον τρόπο
με τον οποίο θα δημιουργηθεί ένα στρατηγικό σχέδιο ψηφιακής πολιτικής που να
μπορεί να αντιμετωπίσει ευρύτερα θέματα
ψηφιακής πολιτικής μέσα από το μοχλό που λέγεται ηλεκτρονική διακυβέρνηση.
- Κατά δεύτερον, η περίπτωση (2) δείχνει τη σαφή προσπάθεια του νομοθέτη να
δημιουργήσει ένα συνεκτικό πλαίσιο για τα ψηφιακά δικαιώματα και να πάει στο
επόμενο βήμα την προσπάθεια για θέσπιση ενός συνεκτικού πλαισίου για την
ηλεκτρονική διακυβέρνηση στη χώρα. Ο λόγος που υπάρχει άμεση ανάγκη για
κατανόηση και δημιουργία ενός πλαισίου για τα ψηφιακά δικαιώματα, είναι ότι
πρέπει να έχουμε ένα αντιστάθμισμα στην με μεγάλη ένταση ψηφιοποίηση τόσο της
διακυβέρνησης όσο και των βασικών λειτουργιών του κοινωνικού κράτους και της
οικονομίας. Είναι απαραίτητο, οι μεγάλες ρυθμιστικές παρεμβάσεις στον τομέα της
ψηφιακής διοίκησης και ενίσχυσης της ψηφιακής οικονομίας να τεθούν σε ένα
πλαίσιο που να στηρίζει ατομικά, συλλογικά και κοινωνικά δικαιώματα, ιδίως σε
σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προάσπιση των
ψηφιακών κοινών (digital commons). Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εξετασθεί ο
βαθμός στον οποίο είναι απαραίτητο η ΓΓΨΠ να μεταβεί σε ένα δεύτερο χρόνο σε μια
πιο δομική και επιχειρησιακή θεσμική μορφή, π.χ. υπουργείο, ή να διατηρήσει τον
συντονιστικό και επιτελικό της ρόλο. Στην πρόταση μετάβασης αυτήν, η ΓΓΨΠ θα
πρέπει να συμπεριλάβει και ρυθμίσεις που αφορούν στην προάσπιση των ψηφιακών
δικαιωμάτων, όπως ορίζονται στην παρούσα.
Τέλος, η ΓΓΨΠ μέσα από τις μεταβατικές διατάξεις αναλαμβάνει ρητώς την
αρμοδιότητα για την άμεση κατάρτιση (εντός δύο μηνών από την εφαρμογή του νόμου)
κατάρτιση του πρώτου Στρατηγικού Σχεδίου για την Εθνική Ψηφιακή Πολιτική και την
πλήρωση της αιρεσιμότητας του Θ.Σ. 2.1 σε συνεργασία με την Γενική Γραμματεία
ΕΣΠΑ, ώστε να αρθεί η σχετική αυτοδέσμευση της χώρας.
Β) ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Άρθρο 159
Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής - Αποστολή
Προβλέπεται η σύσταση της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής, ως αυτοτελούς
δημόσιας υπηρεσίας, που υπάγεται απευθείας στον Πρωθυπουργό και η σύσταση θέσης
Γενικού Γραμματέα που προΐσταται αυτής. Περιγράφεται επίσης η αποστολή της
Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής με βασικό άξονα τη χάραξη της εθνικής
ψηφιακής στρατηγικής, το συντονισμό των σχετικών δράσεων μεταξύ των Υπουργείων
και φορέων, την κατάρτιση και παρακολούθηση της πολιτικής Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης στο Δημόσιο Τομέα, καθώς και την ένταξη της στρατηγικής αυτής στην
ευρωπαϊκή πολιτική για την Ψηφιακή Ενιαία Αγορά.
Άρθρο 160
Αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής
Στο άρθρο 160 προβλέπονται λεπτομερώς οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας
Ψηφιακής Πολιτικής, στο πυρήνα των οποίων βρίσκονται η κατάρτιση του Εθνικής
Ψηφιακής Στρατηγικής για την Ψηφιακή Πολιτική και η υποβολή της στον Πρωθυπουργό
προς έγκριση, η εξειδίκευσή του ανά μέτρο και δράση και ανά Υπουργείο, η
παρακολούθηση της εφαρμογής του, η διαμόρφωση εθνικών θέσεων για τους διεθνείς
και ευρωπαϊκούς οργανισμούς, ώστε η Ελλάδα να έχει ενεργό ρόλο, η αξιολόγηση και
ο συντονισμός έργων ψηφιακής ανάπτυξης και στρατηγικής που χρηματοδοτούνται από
εθνικούς ή/και από άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, η κατάρτιση προτύπων,
προσκλήσεων και όλων των απαραίτητων εγγράφων για τα έργα και δράσεις ψηφιακής
ανάπτυξης και στρατηγικής ΤΠΕ και η παρακολούθηση και προστασία ψηφιακών
δικαιωμάτων και των ψηφιακών κοινών.
Στο πλαίσιο όλων των σαφώς περιγραφόμενων αρμοδιοτήτων της, η Γενική Γραμματεία
Ψηφιακής Στρατηγικής παρακολουθεί με χρήση δεικτών την αποτελεσματικότητα των
έργων ψηφιακής πολιτικής και τηρεί τα ανάλογα αρχεία και μητρώα, ούτως ώστε να
υπάρχει ένα ενεργό και λειτουργούν με διαφάνεια αποθετήριο όλων των δράσεών της.
Τέλος, εάν χρειαστεί, σε περίπτωση διαφωνιών και δυσκολίας στον συντονισμό των
δράσεων, ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής μπορεί να επεμβαίνει με την
προβλεπόμενη διαδικασία για την επίλυση των ζητημάτων που προκύπτουν.
Άρθρο 161
Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής
Ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής διορίζεται από τον Πρωθυπουργό, στον
οποίο υπάγεται, για πενταετή θητεία. Ο ρόλος του είναι ιδίως συντονιστικός διότι
δεν προΐσταται μόνο της Γενικής Γραμματείας του αλλά κυρίως συνεργάζεται με
όλους τους αρμόδιους Γενικούς Γραμματείς και φορείς για την διαμόρφωση
ολοκληρωμένης πολιτικής για την ψηφιακή ανάπτυξη και στρατηγική, υπό την
κατεύθυνση πάντα του Πρωθυπουργού. Κατά τα λοιπά, ισχύουν και για αυτόν,
αναλόγως, οι διατάξεις που ισχύουν για τους Γενικούς Γραμματείς Υπουργείου.
Άρθρο 162
Διάρθρωση Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής
Η προβλεπόμενη διάρθρωση της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής εξασφαλίζει
τον σαφή καταμερισμό όλων των αρμοδιοτήτων της Γενικής Γραμματείας σε μονάδες
και την καθιστά αποτελεσματική και λειτουργική δεδομένου ότι η κάθε μονάδα έχει
το ρόλο της και συγκεκριμένη ύλη που παρακολουθεί.
Άρθρο 163
Αρμοδιότητες Οργανικών Μονάδων της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής
Προβλέπονται οι αρμοδιότητες των οργανικών μονάδων της ΓΓΨΠ σύμφωνα με τα όσα
έχουν προσδιοριστεί ανωτέρω σε σχέση με τις αρμοδιότητες της ΓΓΨΠ καθώς και η
φύση και αρμοδιότητες των Συμβουλίων και Συμβούλων Τομέων αντίστοιχα.
JJ3
To Ιδιαίτερο Γραφείο Γενικού Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής παρέχει γραμματειακή
υποστήριξη και κάθε αναγκαία στήριξη για την άσκηση των καθηκόντων αυτού. Η
Μονάδα Α (Σχεδιασμού, Στρατηγικής και Συντονισμού) ιδίως αναλαμβάνει την χάραξη
της πολιτικής και την πρόταση μέτρων διευκόλυνσης για την εφαρμογή της σε
συνεργασία με τα αρμόδια Υπουργεία και φορείς. Η Μονάδα Β (Έργων) ιδίως
παρακολουθεί έργα ψηφιακής πολιτικής και ανάπτυξης και φροντίζειτον συντονισμό
των δράσεων ούτως ώστε να προχωράει χωρίς προβλήματα και εντός του πλαισίου του
Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την Ψηφιακή Πολιτική η εκτέλεσή τους. Η Μονάδα Γ
(Προτύπων) είναι ιδίως υπεύθυνη για την κατάρτιση προτύπων εγγράφων που είναι
απαραίτητα για την καταγραφή της ιδέας του έργου, τη συμβασιοποίησή του και την
εκτέλεσή του. Η Μονάδα Δ (Παρακολούθησης και αξιολόγησης) είναι ιδίως αρμόδια
για την παρακολούθηση της εφαρμογής της νομοθεσία για τα ανοικτά δεδομένα, για
την μέτρηση της αποτελεσματικότητας των έργων με τη χρήση συγκεκριμένων και
σύμφωνων με τα διεθνή καί ευρωπαϊκά πρότυπα, δεικτών και για την τήρηση αρχείων
και μητρώων. Η Μονάδα Ε' (Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης) είναι ιδίως
υπεύθυνη για την διοικητική και οικονομική υποστήριξη της Γενικής Γραμματείας
Ψηφιακής Πολιτικής.
Άρθρο 164 Σύσταση Θέσεων
Στο άρθρο αυτό προβλέπεται ο αριθμός των απαραίτητων θέσεών προσωπικού και τα
αντίστοιχα προσόντα, που είναι απαραίτητος για την αποτελεσματική λειτουργία της
Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής. Λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμένους
πόρους, τόσο σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο, του Ελληνικού
Δημοσίου, έχει περιοριστεί ο αριθμός αυτός στους άπαραίτητους υπαλλήλους και
έχει προβλεφθεί η διαδικασία της απόσπασης για να μην υπάρχει επιπλέον
επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού. Ο προσδιορισμός του αριθμού των
μετακλητών υπαλλήλων που γίνεται για την πρώτη φάση λειτουργίας της ΓΓΨΠ και
μέχρι την κανονική της στελέχωση, δύναται να μεταβληθεί στη συνέχεια της
λειτουργίας της.
Άρθρο 165
Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο
Στο άρθρο αυτό ορίζονται τα θέματα του υπηρεσιακού και πειθαρχικού συμβουλίου
της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής, το οποίο λειτουργεί στα πρότυπα της
Γενικής Γραμματείας Συντονισμού.
Άρθρο 166 Δαπάνες-Έλεγχος
Για τις δαπάνες λειτουργίας της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής, ως
δημόσιας υπηρεσίας, επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός και ως κύριος
διατάκτης ορίζεται ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής.
Μ
Άρθρο 167
Μεταβατικές διατάξεις
Οι μεταβατικές διατάξεις περιλαμβάνουν κάποια άμεσα μέτρα επείγοντος χαρακτήρα
καθώς και συνολικότερες μεταβατικές ρυθμίσεις. Ειδικότερα, η ΓΓΨΠ αναλαμβάνει
την «ιδιοκτησία» της πλήρωσης αιρεσιμότητας του Θ.Σ. 2.1 ενώ περιλαμβάνεται η
εξουσιοδοτική διάταξη για τις κατηγορίες και κλάδους, τα τυπικά προσόντα
διορισμού σε θέσεις κάθε κλάδου, τα καθήκοντα των κλάδων και κάθε άλλη αναγκαία
λεπτομέρεια για το προσωπικό της ΓΓΨΠ.
Άρθρο 168
Καταργούμενες διατάξεις
Προβλέπεται η κατάργηση των απαραίτητων διατάξεων ούτως ώστε να μην τίθενται
ερωτήματα και δημιουργούνται ασάφειες ως προς το ποιος φορέας έχειτις σχετικές
αρμοδιότητες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Άρθρο 169
Στη Γενική Γραμματεία Πρωθυπουργού, υπηρετούν μόνιμοι υπάλληλοι απόφοιτοι της
Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης. Επιπροσθέτως στη Γενική Γραμματεία
Πρωθυπουργού υπάγεται η υπηρεσία Διοικητικής Μέριμνας, στην οποία ανήκουν
υπάλληλοι είτε μόνιμοι είτε με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή
αορίστου χρόνου.
Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 60 του Ν. 3979/2011, ρυθμίζει θέματα που αφορούν
το υπηρεσιακό συμβούλιο για τους υπηρετούντες στη Γενική Γραμματεία Πρωθυπουργού
αποφοίτους της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, χωρίς όμως να υπάρχει
αντίστοιχη πρόβλεψη για τους μόνιμους και ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλους που
ανήκουν στην Υπηρεσία Διοικητικής Μέριμνας της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού.
Επίσης δεν υπάρχει έως και σήμερα πρόβλεψη για τη συγκρότηση στη Γενική
Γραμματεία Πρωθυπουργού, Πειθαρχικού Συμβουλίου για την αντιμετώπιση θεμάτων
πειθαρχικής φύσης.
Προκειμένου να αντιμετωπίζονται θέματα υπηρεσιακής κατάστασης υπαλλήλων της Γ.Γ.
Πρωθυπουργού και κατ'εφαρμογή του άρθρου 103 παρ. 4 του Συντάγματος, κρίνεται
απαραίτητη η αντικατάσταση της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 60 του Ν.
3979/2011, με νέα διάταξη, η οποία θα καλύπτει τα πάσης φύσεως θέματα
υπηρεσιακού και πειθαρχικού χαρακτήρα, του συνόλου του μονίμου και Ιδιωτικού
Δικαίου προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού, με τρόπο διοικητικά
ορθό και άμεσα εφαρμόσιμο.
Από τις συγκεκριμένες διατάξεις, δεν προκύπτει καμία επιβάρυνση του κρατικού
προϋπολογισμού.
Άρθρο 170
Διοικητικοί Γραμματείς, Αναπληρωτές Διοικητικοί Γραμματείς, Τομεακοί
Γραμματείς και Ειδικοί Τομεακοί Γραμματείς
Με τις προτεινόμενες διατάξεις ολοκληρώνεται η διαρθρωτική αλλαγή που
συντελείται στον τρόπο λειτουργίας του διοικητικού και κρατικού μηχανισμού με
την περαιτέρω αποκομματικοποίηση των επιτελικών θέσεων της Δημόσιας Διοίκησης, η
οποία είχε ήδη σηματοδοτηθεί με τη σύσταση στο άρθρο 6 του ν.4369/2016 (Α'33)
των θέσεων Διοικητικών Γραμματέων Υπουργείων και την επιλογή τους με αξιοκρατικά
και με αντικειμενικά κριτήρια. Με τις νέες διατάξεις συστήνονται θέσεις Τομεακών
και Ειδικών Τομεακών Γραμματέων, ως προϊσταμένων των Γενικών και Ειδικών
Γραμματειών, οι οποίοι επιλέγονται με τον ίδιο τρόπο, όπως και οι Διοικητικοί
Γραμματείς. Οι δεσμοί εξάρτησης της Δη μόσιας Διοίκησης από την πολιτική ηγεσία
διαρρηγνύονται έτι περαιτέρω, καθώς οι επιλεγμένοι στις ως άνω θέσεις τίθενται
διά νόμου επικεφαλής της διοικητικής ιεραρχίας των υπηρεσιών των οποίων
προΐστανται, απεμπολώντας τον πολιτικό χαρακτήρα της κρίσιμης για τη λειτουργία
των Διοικητικών Υπηρεσιών θέσης τους.
Άρθρο 171
Συγκρότηση υπηρεσιακών συμβουλίων άρθρου 30 ν.4369/2016
Στις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του ν.4369/2016 (Α'33) προβλέπεται
η αυτοδίκαιη λήξη της θητείας των μελών των υπηρεσιακών συμβουλίων των δημοσίων
υπηρεσιών και στις διατάξεις της παραγράφου 3 του ως άνω άρθρου προβλέπεται η εκ
νέου συγκρότησή τους. Με τις προτεινόμενες διατάξεις αποσαφηνίζονται θέματα
σχετικά με τα υπηρεσιακά συμβούλια αυτά. Συγκεκριμένα συμπληρώνεται το
περιεχόμενο της παραγράφου 3 με τον ορισμό εισηγητή, θητείας των μελών των
κοινών υπηρεσιακών συμβουλίων καθώς και των υπηρεσιακών συμβουλίων που
συγκροτούνται με ειδικές διατάξεις (Ανεξάρτητες Αρχές, ΑΕΙ καιΤΕΙ, Ακαδημία
Αθηνών, Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε, Σιβιτανίδειος Σχολή), τον
ορισμό του αρμοδίου οργάνου για τη συγκρότηση υπηρεσιακών συμβουλίων σε
οργανωτικές δομές άλλες από εκείνες των Υπουργείων καθώς και την περίπτωση κατά
την οποία δεν επαρκούν οι προϊστάμενοι διεύθυνσης σε κάθε υπηρεσία για τον
ορισμό μελών στα υπηρεσιακά συμβούλια.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΡΘΩΠΙΝΩΝ
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Εισανωνικά
Η τροποποίηση της νομοθεσίας αναφορικά με τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης
και τις δηλώσεις οικονομικών συμφερόντων αποσκοπεί στην επίτευξη των εξής
βασικών νομοθετικών στόχων:
α) την αποφόρτιση της επιτροπής ελέγχου του άρ. 3 Α του ν. 3213/2003 από το
τεράστιο βάρος παραλαβής και επεξεργασίας δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, μέσω
της μεταφοράς σημαντικού μέρους της ως άνω αρμοδιότητας στην Γ' Μονάδα Ελέγχου
των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης (η οποία υπάγεται στην ανεξάρτητη «Αρχή
Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της
Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής
Κατάστασης»),
β) την ανασύνθεση της επιτροπής του άρ. 3Ατου ν. 3213/2003 με παράλληλη αύξηση
των ανεξαρτήτων από πολιτική επιρροή μελών της,
γ) την έγκαιρη και πλήρη εφαρμογή των συστάσεων της Ομάδας Κρατών κατά της
διαφθοράς (GRECO), η οποία ιδρύθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης,
δ) τον καθορισμό επιπλέον κατηγοριών προσώπων, των οποίων οι δηλώσεις ελέγχονται
υποχρεωτικά, με σκοπό την αύξηση των εχέγγυων διαφάνειας,
ε) τον σαφέστερο και πληρέστερο καθορισμό των περιουσιακών στοιχείων που πρέπει
να δηλώνονται στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης, πάντα με σεβασμό στην
προστασία των προσωπικών δεδομένων,
στ) την άμεση επιτάχυνση της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής υποβολής δηλώσεων
περιουσιακής κατάστασης,
ζ) τον ορισμό αυστηρότερων προθεσμιών υποβολής συμπληρώσεων, και την καθιέρωση
προθεσμίας εντός της οποίας είναι δυνατή (αυστηρά κατ' εξαίρεση και αναγκαστικά
με επιβολή διοικητικού προστίμου) η υποβολή εκπρόθεσμης δήλωσης,
η) την πρόβλεψη ειδικών τμημάτων που θα ασχολούνται με τα αδικήματα των δηλώσεων
περιουσιακής κατάστασης στις εισαγγελίες Αθηνών και Θεσσαλονίκης,
θ) την προσαρμογή των διατάξεων του νόμου στις αλλεπάλληλες τροποποιήσεις που
έχουν επέλθει κατά τα τελευταία χρόνια, και,
ι) την σημαντική ενίσχυση της Γ' μονάδας της αρχής του άρ. 7 του ν. 3691/2008 σε
προσωπικό, ώστε να φέρει σε πέρας αποτελεσματικά το δύσκολο έργο της.
Η ανάλυση για τον τρόπο με τον οποίο προτείνεται η υλοποίηση των παραπάνω στόχων
ακολουθεί με την κατ' άρθρο παρουσίαση των προτεινόμενων διατάξεων.
Επί των άρθρων
Άρθρο 172
Με τις παραγράφους 1-3 του άρθρου 172 του σχεδίου νόμου οι Περιφερειάρχες και οι
Δήμαρχοι δεν υπάγονται πλέον στις περιπτώσεις η' και θ' της παρ. 1 του άρ. 1 του
ν. 3213/2003, αλλά στην περίπτωση ε'. Η μεταφορά αυτή γίνεται ενόφειτης βασικής
τροποποίησης του άρθρου 174 του σχεδίου νόμου, για την οποία θα γίνει λόγος στον
οικείο τόπο.
Η προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 4 αποσκοπεί στη διευκρίνιση των υπόχρεων
της περίπτωσης λ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003, όπως
αντικαταστάθηκε από το άρθρο 222 του ν. 4281/2014 (Α' 160). Ειδικότερα,
αντικαθίστανται οι λέξεις «οι υπάλληλοι των φορέων» με τις λέξεις «οι υπάλληλοι
των μονάδων», προκειμένου να μη συγχέονται οι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης
προϊστάμενοι οργανικών μονάδων των Υπηρεσιών Επιθεώρησης, Εσωτερικού Ελέγχου ή
Εσωτερικών Υποθέσεων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. καιτωνΟ.Τ.Α. με τους υπαλλήλους
του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. που ασκούν ελεγκτικά καθήκοντα.
Με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 172 του σχεδίου νόμου θεσπίζεται
υποχρέωση των τραπεζικών ιδρυμάτων να υποβάλλουν βεβαιώσεις περί του υπολοίπου
των καταθέσεων των υποχρέων την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. Η
προτεινόμενη ρύθμιση στοχεύει στο να μην επιβαρύνονται οικονομικά οι υπόχρεοι
για τη λήψη βεβαιώσεων από τα τραπεζικά και πιστωτικά ιδρύματα σχετικά με τα
υπόλοιπα των λογαριασμών τους, προκειμένου να υποβάλουν τις δηλώσεις
περιουσιακής κατάστασης, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι, κατά τα κοινώς γνωστά,
για την έκδοση των βεβαιώσεων αυτών τα ανωτέρω ιδρύματα προβαίνουν σε υψηλές
χρεώσεις.
Με το δεύτερο εδάφιο καθιερώνεται αντίστοιχη υποχρέωση των τραπεζικών ιδρυμάτων
ως προς τις οφειλές των υπόχρεων υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης,
ειδικότερα για τους υπόχρεους υποβολής δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης που
περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις α' έως ε' του άρ. 1 παρ. 1 του ν. 3213/2003. Ο
λόγος θέσπισης του β' εδαφίου του παρόντος άρθρου θα καταστεί σαφής με τη
σύντομη ανάπτυξη αναφορικά με την. παρ. .1 του άρθρου 173 του παρόντος σχεδίου
νόμου, αμέσως παρακάτω.
Άρθρο 173
Με την παρ. 1 του άρθρου 173 αναδιατυπώνεται η περίπτωση α' της παρ. 1 του
άρθρου 2 του ν. 3213/2003. Με την ρύθμιση αυτή, και ειδικότερα βάσει των
υποπεριπτώσεων i. έως νϋ., καθίστανται σαφέστερα και αυξάνονται τα περιουσιακά
στοιχεία, τα οποία πρέπει να περιλαμβάνονται στις δηλώσεις περιουσιακής
κατάστασης όλων των υπόχρεων. Η βασική μεταβολή και προσθήκη εμφανίζεται στις
υποπεριπτώσεις ν. και νϊ. της προτεινόμενης διάταξης, και αποσκοπεί στην
πληρέστερη αποτύπωση της περιουσιακής κατάστασης των υπόχρεων σε δήλωση. Η
προτεινόμενη επαναδιατύπωσή της καθίσταται αναγκαία για τη σαφέστερη και -
πάντως- ενδεικτική απαρίθμηση των περιουσιακών στοιχείων που πρέπει να
δηλώνονται. Επίσης, και εν όψει της τροποποίησης του άρθρου 8 του ν. 3213/2003
με το άρθρο 178 του παρόντος νομοσχεδίου, λαμβάνεται πρόνοια ώστε να μην υπάρχει
αντίφαση μεταξύ των διατάξεων των άρθρων 2 και 8 του ν. 3213/2003 ως προς την
κτήση και δήλωση περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στην αλλοδαπή.
Ως προς την υποπερίπτωση νϊ. είναι αναγκαία μία πρόσθετη διευκρίνιση: η έννοια
των κινητών μεγάλης αξίας θα πρέπει να ερμηνευθεί όπως οι αντίστοιχοι όροι
χρησιμοποιούνται στην φορολογική νομοθεσία και ειδικότερα στο άρθρο 32 του ν.
4172/2013 (βλ. σχετικά τις χαρακτηριστικές αναφορές της ΠΟΛ.1076/26.3.2015,
προσπελάσιμη και ηλεκτρονικά:
http://www.publicrevenue.gr/kpi/public/blog/attach/files/rss/pol_1076.pdf, σελ.
15).
Με την υποπερίπτωση ix. της προτεινόμενης επαναδιατύπωσης της περίπτωσης α' της
παρ. 1 του άρ. 2 του ν. 3213/2003 καθιερώνεται, για λόγους αύξησης της αναγκαίας
διαφάνειας, μία επιπλέον υποχρέωση για τις κατηγορίες υπόχρεων σε υποβολή
δήλωσης περιουσιακής κατάστασης που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις α' έως ε'
του άρ. 1 παρ. 1 του ν. 3213/2003. Ειδικότερα, και λαμβάνοντας υπ' όψιν την κατά
λατινική αρίθμηση σύσταση viii. της GRECO, όπως αυτή αποτυπώθηκε στον τέταρτο
κύκλο αξιολόγησης της χώρας και υιοθετήθηκε κατά την 68η Ολομέλεια της GRECO που
έλαβε χώρα στις 15-19 Ιουνίου 2015, τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις
α' έως και ε' του άρθρου 1 παράγραφος 1 του νόμου 3213/2003, όπως προτείνεται να
τροποποιηθεί, υποχρεώνονται να δηλώνουν, πλην των στοιχείων ενεργητικού που
αναφέρονται στις (προτεινόμενες) υποπεριπτώσεις ϊ. έως viii. της περ. α' της
παρ. 1 του άρ. 2 του ν. 3213/2003, και συγκεκριμένα στοιχεία του παθητικού της
περιουσίας τους. Κατ' αυτόν τον τρόπο, οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των
συγκεκριμένων υπόχρεων θα περιλαμβάνουν και τις δανειακές τους υποχρεώσεις προς
ημεδαπά και αλλοδαπά πιστωτικά και τραπεζικά ιδρύματα, λοιπά νομικά πρόσωπα
δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου και φυσικά πρόσωπα, αλλά και κάθε οφειλή που
προέρχεται από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το
Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα
Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και
υπερβαίνει τα πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ κατά την 31η Δεκεμβρίου του
προηγούμενου έτους.
Με την παράγραφο 2 του άρθρου 173 του σχεδίου νόμου προσαρμόζεται η υποχρέωση
των συμβολαιογράφων που καθιερώνεται με την περίπτωση δ' του άρ. 2 παρ. 1 του ν.
3213/2003 στη νέα (προτεινόμενη) ρύθμιση του άρ. 3 του ν. 3213/2003.
Η τρίτη παράγραφος του άρθρου 173 του σχεδίου νόμου αποσκοπεί στην ενίσχυση της
διαφάνειας στη διαδικασία υποβολής δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των
πολιτικών προσώπων (που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις α-ε της παρ. 1 του άρ.
1 του ν. 3213/2003) με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι το κοινό έχει
άνετη πρόσβαση σε αυτές για επαρκές χρονικό διάστημα. Η έναρξη της προθεσμίας
και ο χρόνος κατά τον οποίο παραμένουν προσπελάσιμες οι ελεγμένες δηλώσεις
περιουσιακής κατάστασης των πολιτικών προσώπων δεν προσδιορίζονται στον ισχύοντα
ν. 3213/2003, γεγονός που επίσης αναφέρεται αρνητικά στην προαναφερθείσα κατά
λατινική αρίθμηση σύσταση viii. της GRECO, την οποία η χώρα έχει αναλάβει την
υποχρέωση να εφαρμόσει. . Η προθεσμία που δίδεται για την δημοσιοποίηση των
δηλώσεων εξυπηρετεί τις ελεγκτικές υπηρεσίες, προκειμένου να ολοκληρώσουν τον
έλεγχο. Επιπλέον, η δημοσιοποίηση των ανωτέρω δηλώσεων είναι απαραίτητη για να
υπάρχει εναρμόνιση με την αντίστοιχη υποχρέωση για
δημοσιοποίηση των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης στελεχών της Τοπικής
Αυτοδιοίκησης, σύμφωνα με το άρθρο 61 παρ. 4 του ν. 3852/2010.
Με την παράγραφο 4 του άρθρου 173 του σχεδίου καθιερώνεται αυστηρή χρονική
προθεσμία ενός μηνός, εντός της οποίας δυνανται να γίνουν συμπληρώσεις επί
ελλείψεων ή ανακριβειών της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης.
Στην παράγραφο 5 του άρθρου 173, και με σκοπό την επιτάχυνση των αναγκαίων
διοικητικών διαδικασιών, αναφέρεται ότι η απόφαση του Προέδρου της Βουλής και η
κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με την οποία οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης
υποβάλλονται υποχρεωτικώς με ηλεκτρονικό τρόπο θα εκδοθούν εντός δύο μηνών από
τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Άρθρο 174
Στο άρθρο 174 του σχεδίου περιλαμβάνεται η βασική διαφοροποίηση σε σχέση με την
δομή της ισχύουσας νομοθεσίας. Συγκεκριμένα, με την παρ. 1 του άρθρου 174 του
σχεδίου, με την οποία τροποποιείται η περίπτωση α' της παρ. 1 του άρ. 3 του ν.
3213/2003, η Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, που καθιερώθηκε
με το άρ. 3Ατου ν. 3213/2003, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρό 225 του ν.
4281/2014, περιορίζεται στην παραλαβή, επεξεργασία και έλεγχο των δηλώσεων
περιουσιακής κατάστασης των πέντε πρώτων κατηγοριών του άρ. 1 παρ. 1 του ν.
3213, όπως αυτές διαμορφώνονται με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου. Κατ' αυτόν τον
τρόπο, η περιττή και άσκοπη επιβάρυνση που προέκυψε με το άρ. 224 του ν.
4281/2014 για τη νεοπαγή Επιτροπή περιορίζεται στην εξέταση και την επεξεργασία
1000 (κατά προσέγγιση, ίσως και ολιγότερων) δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, οι
οποίες, όμως, αφορούν τα σημαντικότερα πρόσωπα της πολιτικής • ζωής της χώρας.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τις παρ. 1 έως 3 του άρθρου 171, στην περίπτωση ε'
της παρ. 1 του άρ. 1 προστίθενται και Περιφερειάρχες, οι Δήμαρχοι και οι Γενικοί
Γραμματείς Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Με αυτόν τον τρόπο, και σε συνδυασμό με την αλλαγή της σύνθεσης και την ενίσχυση
της επιτροπής με την προσθήκη και δύο επιπλέον ανεξαρτήτων μελών, (βλ. παρακάτω
υπό άρ. 4), παρέχονται τα εχέγγυα ώστε η Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής
Κατάστασης να φέρει σε πέρας το πολύ δύσκολο έργο της. Εχέγγυα τα οποία δεν
υπάρχουν σήμερα, διότι η απλή παραλαβή των δεκάδων χιλιάδων δηλώσεων
περιουσιακής κατάστασης από τους αρμόδιους υπαλλήλους αποδεικνύεται κοπιώδης, η
δε ουσιαστική εφαρμογή των διατάξεων του νόμου καθίσταται πρακτικώς αδύνατη.
Με την προτεινόμενη επαναδιατύπωση της παραγράφου 4 αντανακλάται η άποψη ότι
είναι απαραίτητη η διατήρηση της Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής
Κατάστασης που θεσπίστηκε με το άρθρο 3Α του ν. 3213/2003, το οποίο προστέθηκε
με το άρ. 225 του ν. 4281/2014, με σημαντικό, ωστόσο, περιορισμό των δηλώσεων
τις οποίες παραλαμβάνει. Ειδικότερα, η εν λόγω Επιτροπή θα παραλαμβάνει μόνο τις
δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης του Πρωθυπουργού, των Αρχηγών των πολιτικών
κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και
όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση, των
Υπουργών, των Αναπληρωτών Υπουργών και των Υφυπουργών, των Βουλευτών και των
Ευρωβουλευτών, των Περιφερειαρχών, των Δημάρχων, και, τέλος, όσων διαχειρίζονται
τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση.
Με τη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 174 του σχεδίου, η ευθύνη για την παραλαβή
και την επεξεργασία των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που
αναφέρονται στις περιπτώσεις στ' έως και κδ', κζ', λα' έως και μγ', μστ' και μη'
της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 μεταφέρεται (και κατ' ουσίαν
επιστρέφει) στην Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της
Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και
της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής
Κατάστασης, που προβλέπεται από το άρ. 7Α τού ν. 3691/2008. Πρόκειται για ένα
σώμα έμπειρο στο συγκεκριμένο θέμα (αφού είχε τη σχετική αρμοδιότητα επί
τριετία), με πλήρη γνώση του αντικειμένου και ανεξάρτητο από την κεντρική
διοίκηση.
Η προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 2 κρίνεται απαραίτητη, διότι μετά τη θέση
σε ισχύ του ν. 4281/2014, με τον οποίο αναδιαρθρώθηκε ριζικά η δομή του ν.
3213/2003, διαπιστώθηκε άμεσα η δυσλειτουργία της καθιέρωσης της Επιτροπής της
Βουλής ως αρμόδιας για τον έλεγχο δεκάδων χιλιάδων δηλώσεων απολύτως ετερόκλητων
περιπτώσεων υπόχρεων δήλωσης περιουσιακής κατάστασης. Κρίνεται, λοιπόν,
απαραίτητη η επαναφορά της παραλαβής και ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής
κατάστασης των περισσοτέρων έκτου Νόμου υπόχρεων προς υποβολή δήλωσης
περιουσιακής κατάστασης στην Μονάδα Γ της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης
Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας,
και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης. Η εν λόγω μονάδα ιδρύθηκε με
το άρ. 7Α του ν. 3691/2008, το οποίο προστέθηκε με το άρ. 2 παρ. 2 του ν.
3932/2001 (Α' 49) και έχει αποδειχθεί ως η ικανότερη Αρχή για την παραλαβή και
τον έλεγχο των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης. Η Ανεξαρτησία της Αρχής και η
δυνατότητα άμεσης ενεργοποίησής της, καθιστά τη Μονάδα Γ αυτής ως το κατάλληλο
σώμα για την επίτευξη του στόχου του ελέγχου των δηλώσεων με βάση τα
απροσωπόληπτα και διαυγή κριτήρια που καθορίζει ο νόμος.
Με την τρίτη παράγραφο του άρθρου 174 του σχεδίου νόμου, προστίθενται στα
πρόσωπα των οποίων τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης λαμβάνει και ελέγχει ο
Γενικός Ελεγκτής Δημόσιας Διοίκησης και ο Πρόεδρος, τα μέλη και οι υπάλληλοι της
Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και
της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής
Κατάστασης. Η αλλαγή αυτή γίνεται για προφανείς λόγους ενίσχυσης της διαφάνειας
και της αμεροληφίας.
Με την τέταρτη παράγραφο του άρθρου 174 του σχεδίου νόμου προβλέπεται η
αναλυτικότερη διαδικασία, την οποία θα πρέπει να τηρήσουν τα όργανα ελέγχου
δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, όταν ζητούνται διευκρινίσεις από ελεγχόμενους
αναφορικά με τις δηλώσεις. Καθιερώνονται και διαδικασίες προστίμων όταν οι
ελεγχόμενοι δεν ανταποκρίνονται στις σχετικές υποχρεώσεις.
Άρθρο 175
Με την παρ. 1 του άρθρου 175 του σχεδίου νόμου, αυξάνονται τα μέλη της
ανεξάρτητης, και έχουσας οικονομική και διοικητική αυτοτέλεια επιτροπής του άρ.
3Ατου ν. 3213/2003 από επτά σε εννιά. Με την προτεινόμενη διάταξη αντανακλάται η
άποψη ότι είναι απαραίτητη η διατήρηση της Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων
Περιουσιακής Κατάστασης που θεσπίστηκε με το άρθρο 3Α του ν. 3213/2003, το οποίο
προστέθηκε με το άρ. 225 του ν. 4281/2014, με σημαντικό, ωστόσο, περιορισμό των
δηλώσεων τις οποίες παραλαμβάνει.
Τα νέα μέλη που προστίθενται είναι ένας Σύμβουλος της Επικράτειας, ως τακτικό
μέλος, με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση των Ανωτάτων
Δικαστικών Συμβουλίων των οικείων δικαστηρίων μετά από ερώτημα του Υπουργού
Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ο Συνήγορος του Πολίτη,
ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του. Τα πρόσωπα αυτά έχουν αυξημένο κύρος
και είναι απολύτως ανεξάρτητα από οποιαδήποτε πολιτική επιρροή, καθιστώντας την
ήδη καταξιωμένη σύνθεση της Επιτροπής ακόμη περισσότερη αξιόπιστη ως προς την
ανεξαρτησία κάι την αμεροληψία της. Κατ' αυτόν τον τρόπο, τα μη κοινοβουλευτικά
μέλη της επιτροπής αυξάνονται σε έξι αυξημένου θεσμικού κύρους, έναντι μόνο
τριών μελών του Κοινοβουλίου. Κατ' αυτόν τον τρόπο, η επιτροπή αποκτά ακόμα
περισσότερα εχέγγυα για την επιτυχή επιτέλεση του έργου της. Η διατήρηση των
μελών του Κοινοβουλίου στη συγκεκριμένη Επιτροπή γίνεται προκειμένου να μην
δημιουργείται συνταγματική ανακολουθία με ολόκληρο το πλέγμα των συνταγματικών
και λοιπών νομοθετικών διατάξεων που διασφαλίζουν την πλήρη ανεξαρτησία της
Βουλής, ως το κορυφαίο δημοκρατικό Όργανο της Πολιτείας.
Περαιτέρω, και για να εξασφαλιστεί ότι η τυχόν επιρροή των βουλευτών θα είναι
ακόμη μικρότερη, κρίθηκε σκόπιμη η απεμπλοκή των Αντιπροέδρων της Βουλής από τη
σύνθεση της επιτροπής, για τον λόγο ότι ex officio (ήτοι το αυξημένος κύρος που
έχουν λόγω του αξιώματος τους) μπορούν να δώσουν την εντύπωση ότι επηρεάζουν την
κρίση των ανεξαρτήτων μελών της Επιτροπής. Έτσι, χρέη Προέδρου της Επιτροπής θα
εκτελεί ο/η Πρόεδρος της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Με
βάση την προτεινόμενη ρύθμιση, στην Επιτροπή επίσης θα μετέχουν και δύο
βουλευτές, που θα ορίζονται από τους Προέδρους των μεγαλύτερων κοινοβουλευτικών
ομάδων που μετέχουν στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση αντίστοιχα.
Με την παρ. 2 του άρθρου 175 του σχεδίοϋ προστίθεται νέα παράγραφος 5 (με την
νυν ισχύουσα παρ. 5 να αναριθμείται σε 6), σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή
υποχρεούται να υποβάλλει έκθεση των πεπραγμένων της στην Επιτροπή Θεσμών και
Διαφάνειας της Βουλής και στους Υπουργούς Οικονομικών και Δικαιοσύνης,
Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η έκθεση αναρτάται και στην ιστοσελίδα
του κοινοβουλίου. Με αυτό τον τρόπο όλοι οι πολίτες θα είναι σε θέση να
ενημερώνονται για το έργο της επιτροπής, πληρούται η ανάγκη λογοδοσίας της
επιτροπής, λαμβάνεται δε υπ' όψιν και η συναφής υπό λατινική αρίθμηση ix.
σύσταση της Ομάδας κρατών κατά της διαφθοράς (GRECO), όπως αυτή αποτυπώθηκε στην
έκθεση επί του τέταρτου κύκλου αξιολόγησης της χώρας και υιοθετήθηκε κατά την
68η Ολομέλεια της GRECO που έλαβε χώρα στις 15-19 Ιουνίου
2015. Αντίστοιχη υποχρέωση καθιερώνεται και για όλα τα όργανα που λαμβάνουν και
επεξεργάζονται δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης.
Με την παρ. 3 σκοπείται η ευθυγράμμιση του χρόνου θητείας των δικαστών- μελών
της Επιτροπής, ενώ με την παρ. 4 του σχεδίου νόμου προβλέπεται η θέσπιση
κανονισμού λειτουργίας της Επιτροπής Ελέγχου.
Άρθρο 176
Με το άρθρο 176 καθίσταται υποχρεωτικός ο έλεγχος όλων των δηλώσεων περιουσιακής
κατάστασης όλων των κατηγοριών προσώπων που υπάγονται στον έλεγχο της επιτροπής
του άρ. 3 Α του ν. 3213/2003, χωρίς να υπάρχει ο περιορισμός υποχρεωτικού
ελέγχου για τις δηλώσεις των Δημάρχων «πόλεων άνω των 50.000 κατοίκων». Πέρα από
το ότι Οι μικροί δήμοι έχουν περιοριστεί σημαντικά ύστερα από τις συνενώσεις των
οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, και με δεδομένο ότι σήμερα, οι δήμοι συνήθως
δεν ταυτίζονται με πόλεις (πλην των μεγάλων αστικών κέντρων), ο περιορισμός των
50 χιλιάδων κατοίκων δεν εμφανίζεται πειστικός, από τη στιγμή μάλιστα που,
σύμφωνα με το παρόν σχέδιο, περιορίζεται κατά πολύ ο αριθμός των δηλώσεων που
παραλαμβάνει η επιτροπή του άρ. 3Ατου νόμου 3213/2003.
Άρθρο 177
Με το άρθρο 177 του σχεδίου νόμου τελείται μία μικρή αλλά σημαντική τροποποίηση
της βασικής ποινικής διάταξης του άρθρου 6 του ν. 3213/2003. Συγκεκριμένα,
επιχειρείται να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα όσων απλώς από απρονοησία δεν
υποβάλλουν εγκαίρως δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης, αλλά διορθώνουν την
παράλειψη τους άμεσα μετά την πάροδο μικρού χρονικού διαστήματος. Για τις
περιπτώσεις αυτές, η ενασχόληση των εισαγγελικών αρχών με τέτοιες περιπτώσεις
και άσκοπη είναι και περιττή, αφού η ratio της απειλής ποινικής τιμωρίας για τις
παραβιάσεις που σχετίζονται με τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης έγκειται
στην προσπάθεια αποτροπής παρανόμου πλουτισμού υπαλλήλων και λοιπών υπόχρεων
προσώπων, όχι στον στιγματισμό απλώς αμελών πολιτών.
Με βάση αυτό το σκεπτικό, με τις ρυθμίσεις του άρ. 177 του σχεδίου νόμου: α) η
μη υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης παραμένει παράνομη αμέσως μετά την
πάροδο της προθεσμίας της παρ. 2 του άρ. Ιτουν. 3213/2003. Μέχρι, όμως, την
πάροδο τριάντα ημερών από τη λήξη της προθεσμίας τιμωρείται μόνο με διοικητικό
πρόστιμο, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρ. 177 του σχεδίου νόμου, β) Μετά, όμως,
την πάροδο της παραπάνω προθεσμίας, η μη υποβολή δήλωσης καθίσταται και
αξιόποινη πράξη, τιμωρούμενη κατά τις ήδη ισχύουσες προβλέψεις του ν. 3213/2003,
σύμφωνα με τις παρ. 2 και 3 του άρ. 6 του ν. 3213/2003, όπως προτείνεται να
τροποποιηθούν.
Με την παρ. 4 του άρ. 177 του σχεδίου νόμου, προστίθεται παρ. 7 στο άρθρο 6 του
ν. 3213/2003, σύμφωνα με την οποία καθίσταται δυνατή η υποχρεωτική (ολική ή
μερική) δημοσίευση καταδικαστικών αποφάσεων για τα εγκλήματα που προβλέπονται
στον ν. 3213/2003.
Άρθρο 178
Με το άρθρο 178 του σχεδίου νόμου αναδιατυπώνεται και αποσαφηνίζεται το πεδίο
εφαρμογής της απαγόρευσης της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3213/2003, αλλά και τα
στοιχεία της νομοτυπικής μορφής του εγκλήματος που προβλέπεται από την παρ. 2
του ίδιου άρθρου. Ειδικότερα, η απαγόρευση αναφερόταν στην προηγούμενη
διοικητική δομή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, διότι γινόταν μ.ά. αναφορά
σε νομάρχες. Το βασικό πρόβλημα, όμως, έγκειτο στο ότι στη διάταξη δεν οριζόταν
συγκεκριμένα η έννοια της «εξωχώριας εταιρείας». Το πρόβλημα είχε ήδη εντοπιστεί
στην έκθεση της επιστημονικής επιτροπής της Βουλής που δημοσιεύτηκε προ της
εκδόσεως του ν. 3869/2010, με τον οποίο τέθηκε σε ισχύ για πρώτη φορά το άρθρο 8
του ν. 3213/2003 (άρ. 6 αυτού), η δε άρση της ασάφειας της εν λόγω έννοιας
προτείνεται στην σύσταση ν. (ιι) της GRECO, όπως αυτή αποτυπώθηκε στον τέταρτο
κύκλο αξιολόγησης της χώρας και υιοθετήθηκε κατά την 68η Ολομέλεια της GRECO που
έλαβε χώρα στις 15-19 Ιουνίου 2015.
Προς την κατεύθυνση άρσης της εν λόγω ασάφειας προτείνεται η προσαρμογή του άρ.
8 του ν. 3213/2003 με τη νυν ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, και ειδικότερα το
άρθρο 65 του ν. 4172/2013. Σύμφωνα με την φορολογική νομοθεσία (βλ. και Μπώλου,
Εξωχώριες εταιρείες [offshore companies] και ελληνική έννομη τάξη, ΝοΒ 2013 935
επ. [ιδίως 937] σε χρόνο προ της θέσης σε ισχύ του ν. 4172/2013) δεν δίνεται
έμφαση στις «εξωχώριες εταιρείες» αλλά σε εταιρείες οι οποίες έχουν έδρα κράτη
που δεν χαρακτηρίζονται ως συνεργάσιμα στον φορολογικό τομέα. Τα δε κριτήρια για
τον χαρακτηρισμό αυτό είναι συγκεκριμένα, προκύπτουν από τη συνεργασία της χώρας
με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.) και
ανανεώνονται κάθε χρόνο με κατ' έτος εκδιδόμενες αποφάσεις του Υπουργού
Οικονομικών (βλ. ενδ. την υπ' αριθμ. ΠΟΑ. 1279/29-12- 2015 απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών, Β' 2905). Η σαφήνεια, με την οποία το ελληνικό φορολογικό δίκαιο
έχει προσεγγίσει τα συγκεκριμένα ζητήματα, προτείνεται να αξιοποιηθεί και στο
πλαίσιο εφαρμογής του άρ. 8 του ν. 3213/2003. Ως προς την ποινική διάταξη της
παρ. 2, είναι προφανές ότι οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών συνιστούν
νόμους προσωρινής ισχύος κατά την έννοια του άρ. 3 του ΠΚ, οπότε, εάν κάποιος
δράστης του εγκλήματος του άρ. 8 παρ. 2 συμμετέχει σε εταιρεία με έδρα μη
συνεργαζόμενο κράτος κατά την έννοια του νόμου και της κατά τον χρόνο τέλεσης
ισχύουσας απόφασης, το δε (κράτος) «αποχαρακτηρίστηκε» με νεότερη απόφαση,
παραμένει αξιόποινος.
Άρθρο 179
Με το άρθρο 179 του σχεδίου νόμου, στις Εισαγγελίες Εφετών Αθηνών και
Θεσσαλονίκης και στις Εισαγγελίες Πλημμελειοδικών Αθηνών και Θεσσαλονίκης
ορίζονται αντίστοιχα από τους διευθύνοντες αυτών τουλάχιστον ένας Αντεισαγγελέας
Εφετών και ένας Αντεισαγγελέας Πλημμελειοδικών, οι οποίοι χειρίζονται τις
δικογραφίες που σχηματίζονται για τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος νόμου. Η
συγκεκριμένη ρύθμιση προτείνεται ούτως ώστε οι Εισαγγελίες οι οποίες, εκ των
πραγμάτων, θα είναι επιφορτισμένες με τον μεγαλύτερο όγκο αδικημάτων που αφορούν
στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης να αντιμετωπίζουν με ενιαίο τρόπο τις
σχετικές δικογραφίες, να καθίσταται
ευχερέστερη η συσχέτιση τυχόν όμοιων δικογραφιών, η παρακολούθηση παρομοίων
περιπτώσεων (είτε σε τοπικό/υπηρεσιακό επίπεδο, είτε κατά τον τρόπο τέλεσης των
αδικημάτων) και η ευκολότερη συλλογή των σχετικών στοιχειών.
Άρθρο 180
Όπως είναι γνωστό, η παράγραφος 5 του άρθρου 2 του ν. 3213/2003 έχει καταργηθεί
μετά την θέση σε ισχύ του άρθρου 223 του ν. 4281/2014, με το οποίο
αντικαταστάθηκε συνολικά το άρ. 2 του νόμου. Συνεπώς η αναφορά σε αυτή την
διάταξη στο άρθρο 9 παρ. 3 του ν. 3213/2003 καθίσταται περιττή. Το ίδιο ισχύει
και για τις αναφορές στα άρθρα 4 και 5 του ν. 3203/2003, τα οποία καταργήθηκαν
ύστερα από την θέση σε ισχύ της υποπαρ. ΙΕ.20 του άρθρου πρώτου του ν.
4254/2014. Με το άρθρο 180 διαγράφονται οι αναφορές σε καταργημένες διατάξεις
προς άρση αμφισβητήσεων.
Άρθρο 181
Η προτεινόμενη προσθήκη στην παράγραφο 3 του άρθρου 229 του ν. 4281/2014
κρίνεται αναγκαία προκειμένου να αποσαφηνιστεί πλήρως ότι προβλέπεται και η
δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων συμφερόντων που προβλέπονται κατά
το ως άνω άρθρο.
Άρθρο 182
Με δεδομένο ότι η Μονάδα Γ' της Αρχής του άρ. 7 του ν. 3691/2008 (Αρχή
Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της
Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής
Κατάστασης) θα είναι, σύμφωνα με το άρ. 175 του παρόντος νομοσχεδίου, αρμόδια
για την παραλαβή και επεξεργασία των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης δεκάδων
χιλιάδων δηλώσεων, κρίθηκε αναγκαία η ενίσχυση της σε στελέχωση, αρχικά της
ίδιας και κατόπιν του προσωπικού αυτής.
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 182 του σχεδίου νόμου, καθιερώνεται η αύξηση των
μελών της Αρχής από 12 σε 14. Με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, ενισχύεται η
μονάδα Γ' ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης με δύο επιπλέον μέλη, για
λόγους αύξησης της διαφάνειας και με σκοπό τη μείωση τόυ βάρους που θα φέρουν ο
Πρόεδρος της Αρχής και τα δύο ήδη υπάρχοντα μέλη της μονάδας(υπενθυμίζεται ότι η
Μονάδα Γ της Αρχής, με βάση το νομοσχέδιο έχει υποχρέωση λήψης και επεξεργασίας
δεκάδων χιλιάδων δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, ορισμένες εκ των οποίων θα
προέρχονται από πρόσωπα ιδιαίτερα αυξημένης επιρροής).
Με την παράγραφο 3 του άρ. 182 αυξάνεται το προσωπικό το οποίο πλαισιώνει και
υποστηρίζει την Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής
του άρ. 7 του ν. 3691/2008 από 15 σε 30 άτομα. Και αυτή η αύξηση του προσωπικού
κρίνεται αναγκαία, προκειμένου για την επίτευξη του έργου της Αρχής, λαμβάνοντας
ιδίως υπ' όψιν το έργο της Μονάδας που αυξάνεται τόσο ποσοτικά, όσο και
ποιοτικά.
Η ποιοτική αύξηση του έργου της Αρχής προκύπτει βάσει της παρ. 4 του άρθρου 182
του σχεδίου νόμου, σύμφωνα με την οποία, πλην των δειγματοληπτικώς ελεγχόμενων
δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, οι δηλώσεις 7 κατηγοριών υπόχρεων, θα
ελέγχονται υποχρεωτικά. Οι κατηγορίες περιλαμβάνουν τους Γενικούς και Ειδικούς
Γραμματείς της Βουλής και της Γενικής Κυβέρνησης, τους Προέδρους, του
Αντιπροέδρους, τους Γενικούς Γραμματείς αποκεντρωμένων διοικήσεων, τους
Διοικητές και τους διευθύνοντες συμβούλους ΝΠΔΔ, δημοσίων επιχειρήσεων και
δημοσίων οργανισμών, τους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς των Ανωτάτων
Δικαστηρίων της χώρας, τους Προέδρους και τους Αντιπροέδρους του ΝΣΚ, τους
ιδιοκτήτες, τους βασικούς μετόχους, τους Προέδρους, και λοιπά πρόσωπα διοίκησης
και διεύθυνσης επιχειρήσεων μέσων μαζικής ενημέρωσης, και τους Αρχηγούς και
Υπαρχηγούς της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος- Ελληνικής
Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος.
Με την παράγραφο 5 του ίδιου άρθρου καθιερώνεται αυστηρή χρονική προθεσμία, δύο
μηνών, εντός της οποίας θα πρέπει να ολοκληρώνονται οι αποσπάσεις του προσωπικού
της Μονάδας Γ,
Με την παράγραφο 6 του άρθρου 182 καταργείται, η περιττή πλέον, παρ. 9 του άρ.
7Γ του ν. 3691/2008.
Άρθρο 183
Με το άρθρο 182 ρυθμίζεται το ζήτημα των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, οι
οποίες, με βάση το σχέδιο νόμου, μεταφέρονται στην Μονάδα Γ' της Αρχής του άρ. 7
του ν. 3691/2008, αλλά έχουν ήδη παραληφθεί από την επιτροπή του άρ. 3Ατου ν.
3213/2003.
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΙΔΡΥΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.- ΚΥΡΩΣΗ
ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ
«ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.» ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Με τον παρόντα νόμο δημιουργείται μια Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "Ελληνική
Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε." με βασικό στόχο τη συγκέντρωση
περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου κάτω από μία ενιαία στέγη, και τη διαχείρισή
τους ως σύνολο με σκοπό την καλύτερη αξιοποίηση τους, τη μείωση ελλειμμάτων και
την αύξηση εσόδων από την αποτελεσματικότερη διαχείρισή τους. Μέρος της
αποστολής της είναι και ο περιορισμός του κατακερματισμού ων αρμοδιοτήτων του
Δημοσίου ποσοτικά και ποιοτικά. Με αυτό τον τρόπο
επιτυγχάνεται ανάπτυξη συνεργιών και εξορθολογισμός της διοίκησης και
αποδοτικότερη διαχείριση τους για την διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος. Η
Εταιρεία αποσκοπεί στην συνεισφορά πόρων για την υλοποίηση της επενδυτικής
πολιτικής της χώρας και για την πραγματοποίηση επενδύσεων που συμβάλλουν στην
ενίσχυση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας καθώς και την απομείωση των
οικονομικών υποχρεώσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Βασικός άξονας της λειτουργίας της Εταιρείας είναι η επιδίωξη επίτευξης
κοινωνικά βιώσιμης διαχείρισης της Δημόσιας Περιουσίας όπως αυτή θα εξασφαλιστεί
μέσω τις διαρκούς διαβούλευσης με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και φορείς,
οδηγώντας σε ένα περιβάλλον αυξημένης λογοδοσίας και διαφάνειας και συνεχώς
μειούμενης εσωστρέφειας. Παράλληλα η Εταιρεία θα διασφαλίζει την παροχή
υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, ενδεικτικά μέσω της εκτέλεσης υποχρεώσεων
δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, και των κοινών αξιών που
περιλαμβάνονται σε αυτήν.
Με τα όργανα που έχουν πρόβλεφθεί και την οργανωτική δομή που έχει αναπτυχθεί
στο πλαίσιο της Εταιρείας, λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι στην κυριότητα της θα
περιέλθει ένα ανομοιογενές χαρτοφυλάκιο, το οποίο χρήζει εξειδικευμένης
διαχείρισης η και για τα μέρη του οποίου θα πρέπει να χαράσσονται διαφορετικές
στρατηγικές κάθε φορά. Ο νόμος προβλέπει την δυνατότητα για αναδιοργάνωση του
χαρτοφυλακίου της Εταιρείας, έτσι ώστε να επιτευχθεί λειτουργική και
επιχειρησιακή βελτιστοποίηση, καθώς και την απόσχιση λειτουργιών και τη μεταφορά
τους στο Δημόσιο, με τη σύμφωνη γνώμη της πολιτείας.
ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Επί του άρθρου 184
Με το άρθρο 184 συστήνεται η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας με τη
μορφή της ανώνυμης εταιρίας και καθορίζεται η επωνυμία της, ο διακριτικός τίτλος
και η επωνυμία της για τις διεθνείς σχέσεις, καθορίζονται οι διατυπώσεις
δημοσιότητας στις οποίες υποβάλλεται και το νομοθετικό πλαίσιο που την διέπει.
Ορίζεται επίσης ρητά ότι η Εταιρεία δεν ανήκει στον δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο
τομέα, και ότι οι διατάξεις για τις δημόσιες επιχειρήσεις δεν εφαρμόζονται ως
προς την Εταιρεία, εκτός αν διαφορετικά ρητά προβλέπεται στον παρόντα νόμο.
Επί του άρθρου 185
Με το άρθρο 185 καθορίζονται οι σκοποί της Εταιρείας και τα μέσα που
μεταχειρίζεται για την επίτευξή τους. Ειδικότερα, ορίζεται ότι η Εταιρεία
λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και για την εξυπηρέτηση ειδικού
δημόσιου σκοπού, ειδικότερα για η συνεισφορά πόρων για την υλοποίηση της
επενδυτικής πολιτικής της χώρας και για την πραγματοποίηση επενδύσεων που
προωθούν την
οικονομική ανάπτυξη και την συμβολή στην απομείωση των οικονομικών υποχρεώσεων
της Ελληνικής Δημοκρατίας, και τίθενται οι βασικές κατευθύνσεις για τη
διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας, προκειμένου να
επιτυγχάνονται οι ως άνω σκοποί. Κομβικό σημείο προς αυτή την κατεύθυνση είναι η
επαγγελματική διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας με στόχο την
προαγωγή, μεταξύ άλλων, της διαφάνειας, της κοινωνικής ευθύνης και της βιώσιμης
καινοτόμου ανάπτυξης.
Επί του άρθρου 186
Με το άρθρο 186, ορίζεται ο τόπος της καταστατικής έδρας της Εταιρείας και η
διάρκειά της, καθώς και η διαδικασία παράτασης αυτής.
Επί του άρθρου 187
Με το άρθρο 187, ορίζεται το ύφος, η προέλευση, η διαδικασία καταβολής και
αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας, καθώς και τα σχετικά με τις
μετοχές της. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι οι μετοχές της Εταιρείας είναι μη
μεταβιβάσιμες και ότι οι μετοχές της Εταιρείας, οι μετοχές των άμεσων θυγατρικών
της καί οι τίτλοι που ενσωματώνουν το κεφάλαιο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας του Ν. 3864/2010 (Α' 119) αποτελούν πράγματα εκτός συναλλαγής κατά
την έννοια της διάταξης του άρθρου 966 του Αστικού Κώδικα, ενόφει του ότι η
λειτουργία της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών αυτής εξυπηρετεί ειδικό
δημόσιο σκοπό.
Επί του άρθρου 188
Με το άρθρο 188, ορίζεται ότι στην πλήρη και αποκλειστική κυριότητα της
Εταιρείας περιέρχονται από την ίδρυσή της το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας («ΤΧΣ»), το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του
Δημοσίου («ΤΑΙΠΕΔ»), η Εταιρία Ακινήτων Δημοσίου («ΕΤΑΔ»), καθώς και η Εταιρία
Δημοσίων Συμμετοχών Α.Ε. {«ΕΔΗΣ»), που συστήνεται σύμφωνα με την παράγραφο 8 του
παρόντος άρθρου, οι οποίες εφεξής στο νόμο αναφέρονται ως «άμεσες θυγατρικές»
της Εταιρείας, ενώ προβλέπεται η δυνατότητα της Εταιρείας να συστήνει και άλλες
άμεσες θυγατρικές προκειμένου να εκπληρώνει τον εταιρικό της σκοπό. Καθορίζονται
οι σχέσεις της Εταιρείας με τις άμεσες θυγατρικές της, καθώς και οι σχέσεις των
άμεσων θυγατρικών μεταξύ τους. Ειδικότερα προβλέπεται ότι κάθε μία από τις
άμεσες θυγατρικές διαχειρίζεται τα περιουσιακά της στοιχεία ανεξάρτητα από τις
υπόλοιπες, ενώ στις μεταξύ τους συναλλαγές λειτουργούν όπως όλες οι εταιρείες
του ιδιωτικού τομέα.
Επί του άρθρου 189
Με το άρθρο 189 προβλέπεται η κατάρτιση Εσωτερικού Κανονισμού της Εταιρείας και
των θυγατρικών του, αναφέρονται ενδεικτικά τα ζητήματα που ρυθμίζονται με τον
Εσωτερικό Κανονισμό και καθορίζονται οι διαδικασίες έγκρισης και τροποποίησής
του. Επίσης, προβλέπεται η διαδικασία ρύθμισης των αναφερόμενων ζητημάτων πριν
την υιοθέτηση του Εσωτερικού Κανονισμού. Ο αρχικός Εσωτερικός
Κανονισμός υιοθετείται από τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου, ενώ
τροποποιείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου, κατόπιν
πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό
Συμβούλιο
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Επί του άρθοου 190
Με το άρθρο 190 θεσπίζονται τα όργανα διοίκησης της Εταιρείας, που είναι η
Γενική Συνέλευση, το Εποπτικό Συμβούλιο, το Διοικητικό Συμβούλιο και οι
Ελεγκτές, και καθορίζονται οι αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης.
Επιπλέον στο άρθρο 190 περιγράφονται ο ρόλος και οι αρμοδιότητες της Γενικής
Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου, δηλαδή του Ελληνικού Δημοσίου όπως αυτό
εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών.
Επί του άρθρου 191
Με το άρθρο 191 ρυθμίζονται τα ζητήματα του Εποπτικού Συμβούλιου της Εταιρείας.
Ειδικότερα, προβλέπονται: α) ο σκοπός του, που συνίσταται στο να εποπτεύει την
Εταιρεία και ειδικότερα το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας, β) η διαδικασία
ορισμού, η σύνθεση και η διάρκεια της θητείας του, γ) οι αρμοδιότητές του, ε) η
διαδικασία και η απαιτούμενη πλειοφηφία για τη λήψη απόφασης και στ) οι
διαδικασίες αντικατάστασης μέλους του σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης, ή
απώλειας της ιδιότητας του μέλους με άλλο τρόπο. Επίσης, ορίζεται ειδικότερα η
διαδικασία της αντικατάστασης μέλους του Εποπτικού Συμβουλίου, όταν αυτό
ζητείται από τον Υπουργό Οικονομικών ή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον
Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας από κοινού, για λόγους που αφορούν στην
εκτέλεση των καθηκόντων του μέλους.
Επί του άρθρου 192
Με το άρθρο 192 ρυθμίζονται τα ζητήματα του Διοικητικού Συμβούλιου της
Εταιρείας. Ειδικότερα, προβλέπονται: α) η διαδικασία ορισμού και η σύνθεσή του,
β) οι αρμοδιότητές του, γ) η διαδικασία και η απαιτούμενη πλειοφηφία για τη λήψη
απόφασης και στ) οι διαδικασίες αντικατάστασης μέλους του σε περίπτωση θανάτου,
παραίτησης, ή απώλειας της ιδιότητας του μέλους με άλλο τρόπο. Ειδικότερα
ζητήματα για τη διαδικασία επιλογής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και τις
αρμοδιότητες του Προέδρου και του Διευθύνοντος Συμβούλου ρυθμίζονται από το
καταστατικό της Εταιρείας και τον Εσωτερικό του Κανονισμό. Επίσης, γίνεται
ενδεικτική αναφορά στα κωλύματα, ασυμβίβαστα και τις περιπτώσεις για τις οποίες
προβλέπεται έκπτωση από το αξίωμα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, οι
οποίες ρυθμίζονται λεπτομερώς στον Εσωτερικό Κανονισμό, και ορίζεται ότι τα μέλη
του Δ.Σ. υποχρεούνται σε Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης. Ορίζονται οι βασικές
αρχές για την αστική και ποινική ευθύνη των μελών του Δ.Σ., ενώ γίνεται πρόβλεψη
ότι μέχρι την ολοκλήρωση της εκλογής του Δ.Σ. και αποκλειστικά για τις πράξεις
που
αφορούν σε αυτήν, η εκπροσώπηση της Εταιρείας θα γίνεται από το Εποπτικό
Συμβούλιο.
Επί του άρθρου 193
Με τς> άρθρο 193 καθορίζεται η διαδικασία επιλογής εσωτερικού ελεγκτή για την
Εταιρεία, ο οποίος έχει τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στη νομοθεσία περί
ανωνύμων εταιριών, και το ανώτατο χρονικό όριο της θητείας του.
Επί του άρθρου 194
Με το άρθρο 194, παρέχονται οι γενικές ρυθμίσεις σχετικά με τα πρόσωπα που
μπορούν να οριστούν μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου, το Διοικητικού Συμβουλίου,
και των οργάνων διοίκησης των άμεσων θυγατρικών της Εταιρείας (στο εξής
αναφερόμενα ως «μέλη οργάνων της Εταιρείας»), στα οποία δεν περιλαμβάνονται η
εκτελεστική επιτροπή και το γενικό συμβούλιο του ΤΧΣ. Ειδικότερα, ρητά
αποκλείονται από τον ορισμό ως μέλη οργάνων της Εταιρείας πρόσωπα που έχουν
καταδικασθεί για τα στο εν λόγω άρθρο αναφερόμενα αδικήματα, καθώς και όσα έχουν
πτωχεύσει ή έχουν αποκλεισθεί από την άσκηση επαγγέλματος, καθώς και εν ενεργεία
βουλευτές, μέλη της Κυβέρνησης, στελέχη Υπουργείου ή άλλης δημόσιας αρχής, και
στελέχη οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας
και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ο ανωτέρω αποκλεισμός δεν καταλαμβάνει τα
στελέχη και τους υπαλλήλους πανεπιστημίου.
Περαιτέρω, τίθενται τα γενικά κριτήρια επιλογής και τα μέσα αξιολόγησής των
υποψηφίων για μέλη οργάνων της Εταιρείας, ενώ ορίζονται οι βασικές αρχές γιά τον
καθορισμό των αμοιβών των μελών οργάνων της Εταιρείας, ο οποίος θα
πραγματοποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από τον Εσωτερικό
Κανονισμό. Τέλος ορίζεται ότι οι συνεδριάσεις του Εποπτικού Συμβουλίου και του
Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και το σχετικό υλικό και τα πρακτικά των
συνεδριάσεων, είναι εμπιστευτικές.
Επί του άρθρου 195
Με το άρθρο 195 ρυθμίζεται η έγκριση των οικονομικών καταστάσεων της Εταιρείας
και η απαλλαγή των ελεγκτών από την ευθύνη τους από τη Γενική Συνέλευσή της
Εταιρείας, κατά τα γενικά προβλεπόμενα για τις ανώνυμες εταιρείες. Επίσης,
θεσπίζεται υποχρέωση του Διοικητικού Συμβουλίου για σύνταξη και υποβολή στο
Εποπτικό Συμβούλιο τριμηνιαίων αναφορών, με το περιεχόμενο που αναφέρεται στο εν
λόγω άρθρο.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
Με το άρθρο 196 ρυθμίζονται τα βασικά ζητήματα οργάνωσης και λειτουργίας της
ΕΤΑΔ, όπως αυτά διαμορφώνονται στα πλαίσια της Εταιρείας. Ειδικότερα, ορίζεται ο
σκοπός της ΕΤΑΔ, που είναι η αξιοποίηση χάριν του δημοσίου συμφέροντος των
περιουσιακών στοιχείων των οποίων έχει την κυριότητα ή τη διαχείριση και ανήκουν
στο Ελληνικό Δημόσιο και στα νομικά πρόσωπα και επιχειρήσεις του. Ρυθμίζονται
επίσης τα θέματα της εκλογής του διοικητικού συμβουλίου, του προέδρου και
διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας και της τροποποίησης του καταστατικού της.
Περαιτέρω, προβλέπεται η άνευ άλλης διαδικασίας μεταβίβαση στην ΕΤΑΔ των κινητών
και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων τα οποία ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο και τα
διαχειρίζεται η ΕΤΑΔ, οι κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων που εξαιρούνται από
τη μεταβίβαση, καθώς και η δυνατότητα μεταβίβασης στην ΕΤΑΔ και άλλων ακινήτων
του Ελληνικού Δημοσίου με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Επίσης, προβλέπεται
η αυτοδίκαιη και χωρίς αντάλλαγμα μεταβίβαση των ακινήτων του ΤΑΙΠΕΔ στην ΕΤΑΔ,
εκτός από όσα περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Α του νόμου, και ρυθμίζεται η
διαδικασία για τη μεταγραφή των ακινήτων αυτών στα οικεία υποθηκοφυλακεία ή
κτηματολόγια, ώστε να ολοκληρωθεί η μεταβίβαση. Θεσπίζεται δυνατότητα
αναμεταβίβασης ακινήτου από την ΕΤΑΔ στο Ελληνικό Δημόσιο, η οποία δεν
προβλεπόταν για τα ακίνητα που είχαν περιέλθει στο ΤΑΙΠΕΔ, και η απαιτούμενη
διαδικασία γι' αυτό. Τέλος ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν απαλλοτριώσεις
ακινήτων υπέρ της Εταιρείας ή της ΕΤΑΔ, και προβλέπεται ότι τα δικαιώματα της
ΕΤΑΔ επί των ακινήτων αυτών θα προστατεύονται κατά τις διατάξεις για τα δημόσια
κτήματα.
Επί του άρθρου 197
Με το άρθρο 197 συστήνεται ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Εταιρία Δημοσίων
Συμμετοχών» (ΕΔΗΣ), με σκοπό τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου του Δημοσίου σε
δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες απαριθμούνται στο Παράρτημα Δ του νόμου. Στις
επιχειρήσεις του Παραρτήματος Δ θα μπορούν να προστεθούν και άλλες, με βάση τα
κριτήρια και τη διαδικασία που θα καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών. Οι βασικές κατευθύνσεις της διαχείρισης θα ευθυγραμμίζονται με τις
εφαρμοστέες τομεακές πολιτικές της Κυβέρνησης, σύμφωνα με τις βέλτιστες
πρακτικές και οι κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ. Καθορίζονται το νομικό
καθεστώς της ΕΔΗΣ, οι διατυπώσεις δημοσιότητας στις οποίες υποβάλλεται, και η
διαδικασία ορισμού των οργάνων διοίκησής της, ο οποίος γίνεται από τη γενική
συνέλευση του μετόχου. Επίσης, ορίζεται ότι οι μετοχές των ανωτέρω δημοσίων
επιχειρήσεων μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ αυτοδίκαια και χωρίς αντάλλαγμα και
ρυθμίζεται η διαδικασία για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης. Οι ρυθμίσεις για το
καταστατικό και τον ορισμό των μελών του διοικητικού συμβουλίου των ανωτέρω
εταιρειών ευθυγραμμίζονται με τις γενικές διατάξεις για τις ανώνυμες εταιρείες,
ενώ προβλέπεται ότι ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου θα προτείνεται από τον
Υπουργό Οικονομικών. Ειδική μνεία γίνεται στο ότι, από το γεγονός της
μεταβίβασης των μετοχών από τις ανωτέρω εταιρείες στην ΕΔΗΣ, δεν μεταβάλλεται το
εργασιακό καθεστώς που ισχύει σε αυτές. Καθορίζεται το περιεχόμενο του
εσωτερικού κανονισμού, ενώ παρέχονται γενικές κατευθύνσεις για τα μέσα για την
επίτευξη των σκοπών της ΕΔΗΣ και τίθενται οι βασικές προϋποθέσεις για την παροχή
οικονομικής
ενίσχυσης, ενόφει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και της ανάγκης υποστήριξης
υπηρεσιών γενικού συμφέροντος που παρέχονται από τις δημόσιες επιχειρήσεις.
Επί του άοθρου 198
Με το άρθρο αυτό ρυθμίζεται το καθεστώς των υφιστάμενων συμβάσεων παραχώρησης
που αφορούν τις δημόσιες επιχειρήσεις που μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ. Σύμφωνα με
το άρθρο αυτό μεταβιβάζονται αυτοδικαίως οι υφιστάμενες συμβάσεις παραχώρησης
των ανωτέρω εταιρειών, ενώ δύναται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών να
μεταβιβάζεται στην ΕΔΗΣ η δυνατότητα να συνάπτει η να ανανεώνει συμβάσεις
παραχώρησης οι οποίες σχετίζονται με τις δημόσιες επιχειρήσεις οι μετοχές των
οποίων μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
Επί του άρθρου 199
Με το άρθρο αυτό καθορίζεται η διανομή των κερδών της Εταιρείας. Συγκεκριμένα
ορίζεται ότι για το ΤΑΙΠΕΔ και το ΤΧΣ θα εξακολουθήσουν να ισχύουν οι
διαδικασίες που περϊγράφονται στους νόμους 3986/2011 και 3864/2010 αντίστοιχα.
Για την διανομή των κερδών που δεν εμπίπτουν στην παραπάνω κατηγορία, στα
πλαίσια της Εταιρείας θα διατυπωθεί μερισματική πολιτική, η οποία θα είναι τμήμα
του εσωτερικού κανονισμού η οποία θα πρέπει να είναι συμβατή με τους παρακάτω
περιορισμούς:
α) ποσοστό 50% των κερδών της Εταιρείας θα καταβάλλεται ως μέρισμα στην Ελληνική
Δημοκρατία, και θα χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση των διεθνών υποχρεώσεων
της χώρα όπως αυτές περϊγράφονται στον νόμο 4336/2015 (Α 94), και
β) τα λοιπά κέρδη θα χρησιμοποιούνται για τις επενδύσεις της Εταιρείας. Η
επιλογή των επενδύσεων θα γίνεται προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος και θα
πρέπει να είναι σύμφωνη με ένα σύνολο κανόνων που θα διατυπωθούν στην πολιτική
επενδύσεων της Εταιρείας όπως αυτή περιγράφεται στο άρθρο 200 του παρόντος
νόμου.
Προκειμένου να διατηρηθεί η αναλογία διάθεσης κερδών που ορίζεται στο
συγκεκριμένο άρθρο, είναι δυνατόν να μεταβληθούν τα προς διανομή ποσοστά έτσι
ώστε να ληφθούν υπόψη ποσά που έχουν διατεθεί για επενδύσεις που
πραγματοποιήθηκαν πριν τον υπολογισμό των κερδών που πρόκειται να διανεμηθούν.
Τέλος το άρθρο 199 ορίζει ότι οι λογιστικές αρχές υπολογισμού των κερδών της
Εταιρείας θα καθορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό της Εταιρείας, ενώ η μέθοδος
καθορισμού του μερίσματος μπορεί να εξειδικευτεί περαιτέρω στη μερισματική
πολιτική.
Με το άρθρο 200 καθορίζονται οι γενικές αρχές της Επενδυτικής Πολιτικής της
Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της πλην του ΤΧΣ. Ορίζονται οι δυο βασικοί
τύποι επενδύσεων. Οι επενδύσεις σε περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας πλην του
ΤΧΣ θα συμβάλλουν στην αξιοποίηση τους και στην αύξηση των σχετικών εσόδων. Οι
επενδύσεις που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας γίνονται σε
αυτούς τους τομείς που ορίζονται ως σημαντικοί από πλευράς της ελληνικής
κυβέρνησης και αποτελούν προτεραιότητα στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών και
Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων. Επιπλέον η Επιτροπή Επενδύσεων της
Εταιρείας θα προβλέπει αν οι εν λόγω επενδύσεις δημιουργούν απόδοση για η
Εταιρεία ή έχουνε θετική επίπτωση στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Οι
συγκεκριμένοι τομείς θα εγκρίνονται από τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού
μετόχου της Εταιρείας.
Στον Εσωτερικό Κανονισμό της Εταιρείας θα ορίζεται περαιτέρω η διαδικασία
επιλογής των επενδύσεων από την Εταιρεία.
Επί του άρθρου 201
Το άρθρο 201 του νόμου ορίζει τις μεθόδους και τη διαδικασία αξιοποίησης των
περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας. Στο άρθρο αυτό αποσαφηνίζεται ότι η
Εταιρεία θα πρέπει να επιδιώκει την διαχείριση και αξιοποίηση των περιουσιακών
της στοιχείων με στόχο την αύξηση της αξίας τους εκμεταλλευόμενο σύγχρονες
μεθόδους επαγγελματικής διαχείρισης.
Στα πλαίσια του συγκεκριμένου άρθρου δίνεται η δυνατότητα στην Εταιρεία να
ιδιωτικοποιεί περιουσιακά με κάθε διαθέσιμο τρόπο, συμπεριλαμβανομένου την
μεταβίβασή τους ή την εισφορά σε ανώνυμες εταιρείες ή ιδιωτικές κεφαλαιουχικές
εταιρείες και στην συνέχεια την πώληση των μετοχών αυτών, (παράγραφος 2)
Επίσης η Εταιρεία για τα περιουσιακά στοιχεία που έχει στην κατοχή της μπορεί να
προβαίνει σε κάθε είδους μίσθωση, ΐην παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης ή
αξιοποίησής τους, την ανάθεση της διαχείρισής τους, τη σύσταση επί αυτών
οποιοσδήποτε πραγματικού η προσωπικού δικαιώματος. Μπορεί επίσης να προβαίνει σε
τιτλοποίηση απαιτήσεων, (παράγραφος 3)
Για να επιτύχει τους στόχους της Εταιρείας, το Διοικητικό Συμβούλιο της μπορεί
να αποφασίζει για την πλέον πρόσφορη μέθοδο αξιοποίησης λαμβάνοντας υπόψη την
επιχειρηματική βέλτιστες αντίστοιχες πρακτικές καθώς όλα τα άλλα ουσιώδη κατά
την κρίση του στοιχεία, τα οποία θα οδηγήσουν στη βέλτιστη αξιοποίηση των
περιουσιακών στοιχείων συμπεριλαμβανομένου των χαρακτηριστικών του κάθε υπό
αξιοποίηση περιουσιακού στοιχείου και του επενδυτικού ενδιαφέροντος. Ορίζεται
ότι υποχρέωση της Εταιρείας είναι να ακολουθεί σε κάθε περίπτωση την ισχύουσα
εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία στην οποία εμπίπτουν οι συμβάσεις, (παράγρφος 4)
Ορίζεται ότι για να διασφαλιστούν τα συμφέροντα της Εταιρείας και κατ' επέκταση
του Ελληνικού Δημοσίου θα πρέπει οι αποφάσεις να συνοδεύονται είτε από αποτίμηση
της αξίας είτε από αιτιολογημένη γνώμη από πιστωτικό ίδρυμα (η επιλογή του
οποίου θα γίνει βάσει κριτηρίων που θα οριστούν από το Διοικητικό Συμβούλιο). Η
διαδικασίες σχετικές με την αποτίμηση των αποφάσεων θα αποσαφηνιστούν στον
εσωτερικό κανονισμό. Σε κάθε περίπτωση οι διατάξεις του άρθρου 35 του νόμου
4129/2013 εφαρμόζονται κατ' αναλογία για τον προσυμβατικό έλεγχο των συμβάσεων
που συνάπτονται με σκοπό την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας
και των άμεσων θυγατρικών της (εκτός ΤΧΣ και του ΤΑΙΠΕΔ), εφόσον το τίμημα ή τα
έσοδα από την αξιοποίηση υπερβαίνουν το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων Ευρώ (€
500.000). (παράγραφος 5).
Ορίζεται ότι ο προσυμβατικός έλεγχος μπορεί να ασκηθεί συνολικά για συγκεκριμένη
κατηγορία συμβάσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο προσυμβατικός έλεγχος για σύναψη
συγκεκριμένης σύμβασης, η οποία εμπίπτει στην κατηγορία των ανωτέρω συμβάσεων
απαιτείται μόνο στο βαθμό που υπάρχει απόκλιση από τον τύπο της σύμβασης ή τη
διαδικασία που έχει κοινοποιηθεί και εγκριθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο,
(παράγραφος 6)
Ορίζεται επίσης η διαδικασία για διάθεση μετοχών των εταιρειών που είναι
εισηγμένες σε Οργανωμένη Αγορά και δεν υπόκεινται στον έλεγχο του Ελεγχκτικού
Συνεδρίου. Σε αυτή την περίπτωση το Ταμείο και οι θυγατρικές του (εκτός του ΤΧΣ
και του ΤΑΙΠΕΔ) μπορούν να αναθέσουν σε πιστωτικό ίδρυμα ή τράπεζα επενδύσεων (η
επιλογή του οποίου γίνεται σύμφωνα με διαδικασία που περιγράφεται στον Εσωτερικό
Κανονισμό) την ανεύρεση αγοραστή για το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο,
(παράγραφος 7) Επίσης προβλέπεται η δυνατότητα να αναθέσει η Εταιρεία σε
πιστωτικά ιδρύματα ή τράπεζες επενδύσεων την ανεύρεση αγοραστών μέσω της
διαδικασίας βιβλίου προσφορών (book building) την εν λόγω διαδικασία για αγορά
του ποσοστού των κινητών αξιών που δεν θα καταστεί δυνατόν να διατεθεί σε
τρίτους επενδυτές, (παράγραφος 8). Τέλος ορίζεται ότι η Εταιρεία και οι
θυγατρικές της (εκτός του ΤΧΣ και του ΤΑΙΠΕΔ) μπορεί να αποδεχθεί δημόσιες
προσφορές κινητών αξιών που υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου
3461/2006 (Α1 106). (παράγραφος 9)
Στις περιπτώσεις όπου διάθεση περιουσιακών στοιχείων γίνεται σύμφωνα με τα
προβλεπόμένα στις παραγράφους 7 και 8 του παρόντος άρθρου ο προσυμβατικός
έλεγχος δύναται να υποκατασταθεί από γνώμη του Συμβούλου ή Παρέδρου του
Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος ορίζεται από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού
Συνεδρίου, ή, σε περίπτωση κωλύματος του, από τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο, και
παρίσταται στις σχετικές συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρείας
και των θυγατρικών της (εξαιρουμένωντωνΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ). (παράγραφος 10)
Στην παράγραφο 11 περιγράφονται οι συμβάσεις που έχει δυνατότητα η Εταιρεία να
συνάπτει με σκοπό την επαύξηση της αξίας των προς αξιοποίηση περιουσιακών
στοιχείων και αναφέρονται ενδεικτικές περιπτώσεις. Το κόστος σύναψης αυτών των
συμβάσεων περιλαμβάνεται στο λειτουργικό κόστος της Εταιρείας και των άμεσων
θυγατρικών της, εκτός του ΤΧΣ και του ΤΑΙΠΕΔ.
Τέλος μετά από αίτημα της Εταιρείας, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να χορηγεί
εγγυήσεις υπέρ της Εταιρείας ή των άμεσων θυγατρικών της, πλην του ΤΧΣ,
τηρουμένων των κανόνων κρατικών ενισχύσεων, (παράγραφος 12)
Με το άρθρο 202 προβλέπονται. OL υποχρεώσεις δημοσιότητας και διαφάνειας του
Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας. Ειδικότερα, το Διοικητικό Συμβούλιο της
Εταιρείας υποβάλλει στη Βουλή των Ελλήνων ετήσια έκθεση ανάλυσης των πεπραγμένων
του, η οποία συζητείται στην αρμόδια επιτροπή της, ενώ, αν κριθεί αναγκαίο από
το Κοινοβούλιο, το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας, προσκαλείται σε
συνεδριάσεις ενώπιον της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, για να την
ενημερώσει για κάθε σχετικό θέμα. Επίσης, προβλέπεται ότι ο Πρόεδρος και ο
Διευθύνων Σύμβουλος της Εταιρείας, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων,
παρουσιάζονται στην Επιτροπή του άρθρου 49 Ατού Κανονισμού της Βουλής, καθώς και
ότι τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου καιτων άμεσων θυγατρικών του υπέχουν
υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης. Περαιτέρω, για την Εταιρεία
και τις άμεσες θυγατρικές ισχύουν οι διατάξεις του ν. 4270/2014 (Α' 143), και τα
κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντα προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις
αναφορικά με την υποβολή δημοσιονομικών αναφορών, μόνο ως προς την υποβολή: α)
ετήσιου προϋπολογισμού και οποιοσδήποτε αναπροσαρμογής του κατά τη διάρκεια του
έτους (προϋπολογιστικά), β) μηνιαίας αναφοράς εκτέλεσης προϋπολογισμού και
χρηματοδότησης (απολογιστικά), γ) μηνιαίων μισθολογικών στοιχείων (απολογιστικά)
και δ) μηνιαίας σύνοψης μητρώου δεσμεύσεων (απολογιστικά σε μηνιαία βάση, ετήσια
μεγέθη).
Επί του άρθρου 203
Με το άρθρο 203 ρυθμίζονται τα ζητήματα της στελέχωσης της Εταιρείας και των
άμεσων θυγατρικών του, και παρέχεται η δυνατότητα πρόσληψης υπαλλήλων με
συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου για απασχόληση ορισμένου ή αορίστου χρόνου,
με συμβάσεις δανεισμού εργαζομένων με εταιρείες του ιδιωτικού τομέα ή εταιρείες
των οποίων οι μετοχές έχουν μεταφερθεί στην Εταιρεία ή σε κάποια από τις
θυγατρικές της. Επίσης, προβλέπεται ότι η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της
μπορούν να αποφασίσουν τη μεταφορά εργαζομένων από την Εταιρεία στις θυγατρικές
ή από μία θυγατρική σε άλλη ή στην Εταιρεία, και ότι επιτρέπεται η απόσπαση στην
Εταιρεία και στις άμεσες θυγατρικές προσωπικού από το Δημόσιο ή ΝΠΔΔ για
διάστημα τριών (3) ετών που μπορεί να παρατείνεται μία φορά για ίσο χρονικό
διάστημα. Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και κατά περίπτωση του αρμόδιου
Υπουργού, χωρίς να απαιτείται η γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του φορέα από
τον οποίο αποσπάται.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
Επί του άρθρου 204
Με τη διάταξη του άρθρου 204 κυρώνεται το καταστατικό της Εταιρείας.
Επί του άρθρου 205
Με τη διάταξη του άρθρου 205 κυρώνεται το καταστατικό της ΕΔΗΣ.
Με τη διάταξη του άρθρου 206 προβλέπεται ότι η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές
της, απολαμβάνουν όλων των διοικητικών, οικονομικών, φορολογικών, δικαστικών,
ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου προνομίων και ατελειών του Δημοσίου, πλην
του ΦΠΑ. Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται το ΤΧΣ και το ΤΑΙΠΕΔ, για τα οποία
εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των ιδρυτικών τους νόμων.
Επί του άρθρου 207
Με τη διάταξη του άρθρου 207 προβλέπεται ότι, για την προσωρινή ρύθμιση των
διαφορών που ανακύπτουν από την αμφισβήτηση της διακατοχής ακινήτων της
Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της, ισχύει η αρχή της απαγορεύσεως λήψεως
προσωρινών μέτρων από τα τακτικά δικαστήρια, που καθιερώθηκε με το άρθρο 18 ν.δ.
της 22.4./16.5.1926, όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 22 α.ν.
1539/23.12.1938 "περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων".
Επί του άρθρου 208
Με τη διάταξη του άρθρου 208 προβλέπεται ότι, για τα ακίνητα περιουσιακά
στοιχεία της Εταιρείας ή εταιρείας η οποία ανήκει άμεσα ή έμμεσα σε αυτή, αυτά
λογίζονται ως δημόσια ακίνητα για θέματα πολεοδομικής ωρίμανσης και επενδυτικής
ταυτότητας, όπως ορίζονται με το άρθρο 10 του ν. 3986/2011 και εμπίπτουν στο
πεδίο εφαρμογής των άρθρων 10-17 του ν. 3986/2011.
Επί του άρθρου 209
Το άρθρο 209 προβλέπει ότι για τις περιπτώσεις των άρθρων 192 παρ. 2 περ. στ'
και 196 παρ. 6 και 10 του παρόντος, όπου η Εταιρεία υποβάλει γραπτό αίτημα για
να εκδοθεί σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, το ΚΥΣΟΙΠ εξουσιοδοτεί με
απόφαση του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τον Υπουργό
Οικονομικών ναεκδώσει τις σχετικές πράξεις και ναπροβεί στην υλοποίηση της
απόφασης του ΚΥΣΟΙΠ.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
Επί του άρθρου 210
Στις μεταβατικές διατάξεις ορίζονται τα παρακάτω:
Ο διορισμός του πρώτου Εποπτικό Συμβούλιο (παράγραφος 1). Η υποβολή του
Καταστατικού της Εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ. (παράγραφος 2). Παραμένουν σε ισχύ και
δύναται να ανανεώνονται ή να παρατείνονται οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου
που έχουν δοθεί υπέρ εταιριών που μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ, προς την Ευρωπαϊκή
Τράπεζα Επενδύσεων (παράγραφος 3). Τα καταστατικά των εταιρειών το μετοχικό
κεφάλαιο των οποίων μεταβιβάζεται στην ΕΔΗΣ, προσαρμόζονται εντός έξι (6) μηνών
από την συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΔΗΣ (παράγραφος 4).
Με τη διάταξη του άρθρου 211 ορίζονται οι τροποποιήσεις του Ν. 4049/2012 με τις
οποίες προβλέπεται η δυνατότητα, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών,
Εσωτερικών και Πολιτισμού και Τουρισμού, να παραχωρηθούν κατά κυριότητα ή κατά
χρήση ή να διατεθούν δωρεάν σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και
δεύτερου βαθμού περιουσιακά στοιχεία οποιασδήποτε φύσεως, που ανήκουν στον
«Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού» (Ε.Ο.Τ.), ύστερα από απόφαση του Διοικητικού
Συμβουλίου του Ε.Ο.Τ. αντίστοιχα. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι και
προϋποθέσεις για την παραχώρηση ή τη διάθεση, καθώς και οι συνέπειες που
συνεπάγεται η μη τήρηση τους.
Επί του άρθρου 212
Με τη διάταξη του άρθρου 212, τροποποιείται το άρθρο 13 του νόμου 2636/1998 (Α'
198), δυνάμει του οποίου ιδρύθηκε η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνικά
Τουριστικά Ακίνητα Α.Ε.», η οποία έχει απορροφηθεί από την ΕΤΑΔ, και δίνεται η
δυνατότητα στην ΕΤΑΔ, για την επίτευξη του σκοπού της, να ασκεί οποιαδήποτε
πράξη ή δραστηριότητα και να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε μέθοδο αξιοποίησης
προβλέπεται στο άρθρο 200 του παρόντος νόμου.
Επί του άρθρου 213
Με τις διατάξεις του άρθρου 213 η λειτουργία του ΤΑΙΠΕΔ προσαρμόζεται στο νέο
οργανωτικό σχήμα που θεσπίζεται με το παρόν σχέδιο νόμου, σύμφωνα με το οποίο το
ΤΑΙΠΕΔ εντάσσεται στην ΕΤΑΙΡΕΙΑ ως θυγατρική εταιρεία της. Στο πλαίσιο αυτό
τροποποιούνται ή καταργούνται διατάξεις του Κεφαλαίου Α' του Ν.3986/2011 σχετικά
με το θεσμικό πλαίσιο και τη λειτουργία του ΤΑΙΠΕΔ, ως εξής:
Η διάρκεια του νομικού προσώπου καθορίζεται πλέον με απόφαση της Γενικής
Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου της εταιρείας (ΤΑΙΠΕΔ), ήτοι της Εταιρείας
(παρ. 1)·
Διευκρινίζεται το εύρος της τυχόν εφαρμογής στο ΤΑΙΠΕΔ των διατάξεων περί φορέων
της γενικής κυβέρνησης, σε συνέχεια των υποχρεώσεών του, που προβλέπονται στην
παρ. 10 του άρθρου 3 του Ν.3986/2011 (παρ. 2).
Τυχόν αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του ΤΑΙΠΕΔ αποφασίζεται με απόφαση της
Γενικής Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου της εταιρείας, στην κατοχή του οποίου
περιέρχονται και οι νέες μετοχές (παρ. 3).
Απλοποιείται η διαδικασία μεταγραφής των δικαιωμάτων που έχουν περιέλθει στο
ΤΑΙΠΕΔ και ειδικότερα καταργείται η ρητή εξάμηνη προθεσμία για αυτό, με
αποτέλεσμα να μην είναι πια αναγκαία η έκδοση απόφασης του Υπουργού Οικονομικών
για τυχόν παράτασή της (παρ. 4).
Ενόφει της υπαγωγής του ΤΑΙΠΕΔ στο οργανωτικό σχήμα της Εταιρείας και του
συνακόλουθου ορισμού της διοίκησής του από την δεύτερη, προσαρμόζεται αντίστοιχα
και η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του Ν.3986/2011 περί
αντικατάστασης των μελών του Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ πριν τη λήξη της θητείας τους (παρ.
5).
Για τον ίδιο λόγο τροποποιείται και η διάταξη της παραγράφου 9 του άρθρου 3 του
Ν.3986/2011 αναφορικά με την τροποποίηση του Καταστατικού του ΤΑΙΠΕΔ και η
αρμοδιότητα αυτή θα ασκείται πλέον από τη Γενική Συνέλευση του ΤΑΙΠΕΔ (παρ. 6).
Τέλος, με την παράγραφο 7 προσαρμόζεται στα ισχύοντα για την Εταιρεία η
διαδικασία απασχόλησης στο ΤΑΙΠΕΔ εργαζομένων, που προέρχονται από εταιρίες του
χαρτοφυλακίου του.
Επί του άρθρου 214
Παρατίθενται καταργούμενες και τροποποιούμενες διατάξεις της υφιστάμενης
νομοθεσίας προκειμένου να διασφαλιστεί η νομική ασφάλεια εν όψειτηςλειτουργίας
της Εταιρείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΔ'
Κύρωση της Σύμβασης Παραχώρησης για την αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και
λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Κρήτης, Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου και
της Σύμβασης Παραχώρησης για την αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και
λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Αιγαίου και ρύθμιση λοιπών συναφών θεμάτων
I. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου ρυθμίζονται τα ακόλουθα θέματα:
1. Κυρώνονται και αποκτούν ισχύ νόμου οι Συμβάσεις Παραχώρησης για δύο ομάδες
περιφερειακών αεροδρομίων, ήτοι η Σύμβαση Παραχώρησης που αφορά στην αναβάθμιση,
συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Κρήτης,
Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου και η Σύμβαση Παραχώρησης που αφορά στην
αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων
Αιγαίου.
2. Παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση κοινών υπουργικών αποφάσεων που θα
ρυθμίζουν τη διαδικασία χρέωσης, είσπραξης και ελέγχου των Τελών Εκσυγχρονισμού
και Ανάπτυξης Αεροδρομίων σχετικά με τα περιφερειακά αεροδρόμια που αποτελούν το
αντικείμενο των προς κύρωση συμβάσεων παραχώρησης και της πίστωσης των
εισπραττόμενων ποσών σε λογαριασμούς των παραχωρη σιο ύχων.
3. Ρυθμίζεται η πλήρης απαλλαγή των παραχωρησιούχων από την υποχρέωση καταβολής
οποιουδήποτε τέλους ή φόρου σε οποιαδήποτε δημοτική ή άλλη τοπική αρχή για τις
υπηρεσίες κοινής ωφέλειας που θα παρέχονται στους χρήστες των
περιφερειακών αεροδρομίων από αυτούς στο πλαίσιο των συμβάσεων παραχώρησης.
4. Καθιερώνεται η τεκμαρτή έκδοση αδειών ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου που δεν
έχουν εκδοθεί κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του προς ψήφιση νόμου και που
απαιτούνται για υφιστάμενα έργα και για τη λειτουργία των περιφερειακών
αεροδρομίων.
5. Παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης που θα
ρυθμίζει τα μέτρα που θα δύνανται να ληφθούν σε βάρος αεροπορικών εταιρειών σε
περίπτωση μη καταβολής αεροναυτικών τελών από τις αεροπορικές αυτές εταιρείες.
6. Προβλέπεται και ρυθμίζεται το δικαίωμα των παραχωρησιούχων να παρέχουν με
δικό τους εξοπλισμό, μέσα και προσωπικό υπηρεσίες πυρόσβεσης και διάσωσης στους
χώρους των περιφερειακών αεροδρομίων.
7. Δεδομένου του χαρακτήρα του έργου των συμβάσεων παραχώρησης ως έργου
γενικότερης σημασίας για την οικονομία της χώρας, προβλέπεται η εφαρμογή της
διαδικασίας του άρθρου 7Α του νόμου 2882/2001 για την υλοποίηση των
απαλλοτριώσεων στο πλαίσιο των προς κύρωση συμβάσεων παραχώρησης.
8. Προβλέπεται η εκπροσώπηση των παραχωρησιούχων στην επιτροπή της παραγράφου 2
του άρθρου 17 του π. δ/'τος 86/1979 (Α' 17) που γνωμοδοτεί για τη θέση και την
έκταση των Καταστημάτων Αφορολόγητων Ειδών εντός των παραχωρούμενών
περιφερειακών αεροδρομίων.
9. Ρυθμίζεται η αύξηση της Μέγιστης Μέσης Απόδοσης ανά Αναχωρούντα Επιβάτη με
την ολοκλήρωση των Επικείμενων Έργων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις Συμβάσεις
Παραχώρησης.
10. Προβλέπεται η υπαγωγή της επένδυσης για την υλοποίηση των Συμβάσεων
Παραχώρησης και των κεφαλαίων που θα εισαχθούν για το σκοπό αυτό από το
εξωτερικό στις διατάξεις του ν. δ/τος 2687/1953 περί επενδύσεως και προστασίας
κεφαλαίων εξωτερικού (Α' 317) μέσω της έκδοσης σχετικού προεδρικού διατάγματος.
11. Ρυθμίζεται το καθεστώς των ισχυουσών συμβάσεων στα παραχωρούμενα
περιφερειακά αεροδρόμια μετά την έναρξη των παραχωρήσεων καθώς και τα ζητήματα
των συναφών αποζημιωτικών αξιώσεων.
12. Ρυθμίζεται η πρώτη έγκριση της Μέγιστης Μέσης Απόδοσης ανά Αναχωρούντα
Επιβάτη σύμφωνα με το Άρθρο 28.4.2(a) των Συμβάσεων Παραχώρησης στο ποσό των
δεκατριών ευρώ (€13).
13. Παρέχονται διευκρινίσεις σχετικά με ορισμένες ημερομηνίες που
περιλαμβάνονται στις Συμβάσεις Παραχώρησης
14. Διορθώνονται πρόδηλα σφάλματα στο κείμενο των Συμβάσεων Παραχώρησης.
Σημειώνεται ότι ο προς ψήφιση νόμος είναι ειδικός και υπερισχύει οποιασδήποτε
προϋφιστάμενης αντίθετης διάταξης νόμου.
ΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ
Η παραχώρηση του αποκλειστικού δικαιώματος για την αναβάθμιση, συντήρηση,
διαχείριση και λειτουργία των Περιφερειακών Αεροδρομίων Κρήτης, Ηπειρωτικής
Ελλάδας και Ιονίου και των Περιφερειακών Αεροδρομίων Αιγαίου από την ανώνυμη
εταιρία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» (εφεξής το
«ΤΑΙΠΕΔ»), η οποία σύμφωνα με τον ν. 3986/2011 (ΑΊ52) είναι εταιρεία που ανήκει
εξ ολοκλήρου στο Ελληνικό Δημόσιο και λειτουργεί για την εξυπηρέτηση του
δημοσίου συμφέροντος, μέσω των δύο Συμβάσεων Παραχώρησης που κυρώνονται με τον
υπό ψήφιση νόμο, εντάσσεται στο Πρόγραμμα Ιδιωτικοποιήσεων της Ελληνικής
Δημοκρατίας, όπως αυτό αποτυπώνεται (α) στον πίνακα II του κεφαλαίου Β' του ν.
3985/2011 «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2011- 2015» (ΦΕΚ
Α'/151/1.7.2011), όπως ισχύει, (β) στο παράρτημα IV του Μνημονίου Οικονομικής
και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, το οποίο κυρώθηκε με το άρθρο 1 παρ. 2 του ν.
4046/2012 «Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του
Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής
Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης
μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της
Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη
διάσωση της εθνικής οικονομίας» (ΦΕΚ Α'/28/14.2.2012), όπως ισχύει, (γ) το τμήμα
II του κεφαλαίου «Ιδιωτικοποιήσεις» του παραρτήματος I του ν. 4093/2012
«Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» (ΦΕΚ
Α'222/12.11.2012), όπως ισχύει, και (δ) το σημείο 4.4 «Ιδιωτικοποίηση» της
υποπαραγράφου 4 «Διαρθρωτικές πολιτικές για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας
και της ανάπτυξης» της παραγράφου Γ «Συμφωνία δημοσιονομικών στόχων και
διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» του ν. 4336/2015 «Συνταξιοδοτικές διατάξεις -
Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό
Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης» (ΦΕΚ
Α'/94/14.8.2015) και είναι σε συμφωνία με την υπ' αρ. 195/27.10.2011 (ΦΕΚ
Β'/2501/4.11.2011) απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και
Αποκρατικοποιήσεων με την οποία μεταβιβάστηκε στο ΤΑΙΠΕΔ το προβλεπόμενο στην
παράγραφο 8(γ) του άρθρου 22 του ν. 3913/2011 δικαίωμα παραχώρησης σε τρίτους,
μέσω συμβάσεων παραχώρησης, των δικαιωμάτων που αφορούν στη διοίκηση,
διαχείριση, λειτουργία, ανάπτυξη, επέκταση, συντήρηση και εκμετάλλευση όλων των
κρατικών αεροδρομίων, των οποίων η οργάνωση, λειτουργία και διοίκηση ανήκει στην
Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, συμπεριλαμβανομένων και των δικαιωμάτων
διοίκησης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης επί των κινητών και ακινήτων που
σχετίζονται με τη λειτουργία τους, καθώς και των χώρων εμπορικής ή άλλης χρήσης
που βρίσκονται μέσα ή κοντά στα κρατικά αυτά αεροδρόμια και υπό τους όρους που
καθορίζει η ανωτέρω διάταξη.
Γ. Η ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ
Με την από 27.3.2013 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΑΙΠΕΔ εγκρίθηκε η
έναρξη της διαδικασίας αξιοποίησης των Περιφερειακών Αεροδρομίων, συνιστάμενης
στην παραχώρηση για χρονικό διάστημα μέχρι 40 ετών των υπηρεσιών λειτουργίας και
συντήρησης κατά ομάδες (Ομάδα Α: αεροδρόμια Θεσσαλονίκης, Κέρκυρας, Ζακύνθου,
Κεφαλονιάς, Ακτίου, Καβάλας, Χανιών με δικαίωμα του ΤΑΙΠΕΔ να συμπεριλάβει και
τα αεροδρόμια Αλεξανδρούπολης, Καλαμάτας, Νέας Αγχιάλου και Αράξου και Ομάδα Β:
Αεροδρόμια Ρόδου, Κω, Σαντορίνης, Μυκόνου, Μυτιλήνης,
Σκιάθου, Σάμου, με δικαίωμα του ΤΑΙΠΕΔ να συμπεριλάβει και τα αεροδρόμια Χίου,
Καρπάθου, Νέας Αγχιάλου και Λήμνου), κατόπιν πλειοδοτικού διαγωνισμού για κάθε
μία από τις δύο ομάδες, διεξαγόμενου σε δύο φάσεις. Ακολούθως, εκδόθηκαν,
χωριστά για κάθε ομάδα, οι από 1.4.2013 Προσκλήσεις Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος, ενώ
με την από 12.12.2013 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΑΙΠΕΔ εγκρίθηκαν
οι Προσκλήσεις Υποβολής Προσφορών και τα οικεία Σχέδια Συμβάσεων Παραχώρησης.
Υποβλήθηκαν εμπρόθεσμα έντεκα (11) Εκδηλώσεις Ενδιαφέροντος από ενδιαφερομένους
επενδυτές στα πλαίσιο των Προσκλήσεων Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος. Κατόπιν, σε
συμφωνία με την από 4.7.2013 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΑΙΠΕΔ,
επελέγησαν επτά (7) επενδυτές για την συμμετοχή τους στην Β' φάση της
διαγωνιστικής διαδικασίας (εφεξής οι «Προεπιλεγέντες Επενδυτές»): 1.Κοινοπραξία
FRAPORT AG - SLENTEL LTD (Ομάδες A & Β), η οποία αποτελείτο από (α) την
γερμανική εταιρία με την επωνυμία «FRAPORT AG FRANKFURT AIRPORT SERVICES
WORLDWIDE» και (β) την κυπριακή εταιρία με την επωνυμία «SLENTEL LIMITED» 2.
Κοινοπραξία VINCI AIRPORTS SAS - ΑΚΤΩΡ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ Α.Ε. (Ομάδες A & Β), η οποία
αποτελείτο από (α) την γαλλική εταιρία με την επωνυμία «VINCI AIRPORTS SAS» και
(β) την ελληνική εταιρία με την επωνυμία «ΑΚΤΩΡ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ Α.Ε.» 3.
Κοινοπραξία CASA - ΜΕΤΚΑ (Ομάδες Α & Β), η οποία αποτελείτο από (α) την
αργεντινή εταιρία με την επωνυμία «CORPORATION AMERICA S.A.» και (β) την
ελληνική εταιρία με την επωνυμία «ΜΕΤΑΛΛΙΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΙ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», 4.
Κοινοπραξία ZURICH AIRPORT - J&P AVAX (Ομάδες A & Β), η οποία αποτελείτο από (α)
την ελβετική εταιρία με την επωνυμία «FLUGHAFEN ZURICH AG» και (β) την ελληνική
εταιρία με την επωνυμία «J&P ΑΒΑΞ Α.Ε.», 5. Η ελληνική εταιρία με την επωνυμία
«ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΕΡΟΛΙΜΕΝΑΣ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε.» (Ομάδες Α και Β), 6. Η λουξεμβουργιανή εταιρία
με την επωνυμία «ΑΙ ALPHA (LUXEMBURG) S.A.R.L.» (Ομάδες Α και Β), 7. Η γαλλική
εταιρία με την επωνυμία «AEROPORTS DE LA COTE D' AZUR (ACA)» (Ομάδα Β)
Ακολούθως, εκδόθηκαν οι από 4.2.2014 Προσκλήσεις Υποβολής Προσφορών, οι οποίες
απεστάλησαν αποκλειστικά στους ως άνω Προεπιλεγέντες Επενδυτές. Σημειώνεται ότι
αρχική ημερομηνία υποβολής των Προσφορών ήταν η 6η Ιουνίου 2014, η οποία
παρατάθηκε τελικά από το ΤΑΙΠΕΔ για τις 10 Οκτωβρίου 2014, κατόπιν αιτημάτων των
Προεπιλεγέντων Επενδυτών. Με την από 2.7.2014 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου
του ΤΑΙΠΕΔ εγκρίθηκαν, αφού λήφθηκαν υπόψη τα σχόλια και οι παρατηρήσεις που
υποβλήθηκαν επί των αρχικών Σχεδίων από τους Προεπιλεγέντες Επενδυτές, τα Σχέδια
Σύμβασης Παραχώρησης για κάθε μία ομάδα των προς αξιοποίηση Περιφερειακών
Αεροδρομίων, και, ακολούθως, με την από 29.7.2014 όμοια απόφαση εγκρίθηκαν τα
τελικά Σχέδια Σύμβασης Παραχώρησης για κάθε μία ομάδα των προς αξιοποίηση
Περιφερειακών Αεροδρομίων, όπως διαμορφώθηκαν μετά τις παρατηρήσεις που
υποβλήθηκαν από τους φορείς του Ελληνικού Δημοσίου.
Οι Φάκελοι Α και Β των Προσφορών για τις Ομάδες Α και Β των Περιφερειακών
Αεροδρομίων, όπως αυτοί Οι φάκελοι ορίζονταν στις αντίστοιχες Προσκλήσεις,
υπεβλήθησαν από τους κάτωθι αναφερόμενους τρεις Προεπιλεγέντες Επενδυτές, οι
οποίοι υπέβαλαν εμπροθέσμως και εγκαίρως Προσφορές για τα Περιφερειακά
Αεροδρόμια (Ομάδα Α και Β):
• Κοινοπραξία FRAPORT AG - SLENTEL
• Κοινοπραξία Vi NCI AIRPORTS SAS-ΑΚΤΩΡ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ A.E.
• Κοινοπραξία CASA - METKA
Κατόπιν σχετικού ελέγχου, κρίθηκε από τους συμβούλους του ΤΑΙΠΕΔ ότι τα
υποβληθέντα από το σύνολο των ανωτέρω Προεπιλεγέντων Επενδυτών έγγραφα ήταν σε
συμμόρφωση με τα σχετικά υποδείγματα που παρέχονταν στα παραρτήματα, καθώς και
με τους λοιπούς όρους των Προσκλήσεων, καθώς και ότι τα υποβληθέντα έγγραφα που
αφορούσαν στην τεχνική πτυχή των Προσφορών επέτρεπαν σύμφωνα με τον τεχνικό
σύμβουλο του ΤΑΙΠΕΔ την επιτυχή αξιολόγηση των Φακέλων Α και για τις δύο Ομάδες.
Στη συνεδρίαση του ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ της 25.11.2014, παρουσία και του Συμβουλίου
Εμπειρογνωμόνων, επιβεβαιώθηκε και εγκρίθηκε καταρχάς η αποδοχή του Φακέλου Α
(τυπικά δικαιολογητικά και άλλα σχετικά έγγραφα) των προσφορών των τριών
Προεπιλεγέντων Επενδυτών για κάθε ομάδα Περιφερειακών Αεροδρομίων και εν
συνεχεία αποφασίσθηκε η αποσφράγιση του Φακέλου Β (Οικονομική Προσφορά). Με την
ίδια απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΑΙΠΕΔ, σύμφωνα με τους όρους της
διαγωνιστικής διαδικασίας που περιλαμβάνονταν στις προαναφερόμενες Προσκλήσεις
Υποβολής Προσφορών και με βάση τις υποβληθείσες οικονομικές προσφορές των
διαγωνιζόμενων υποψηφίων επενδυτών, ως Προτιμητέος Επενδυτής για την υπογραφή
των Συμβάσεων Παραχώρησης για την παραχώρηση της εκμετάλλευσης και της παροχής
υπηρεσιών σε σχέση με τη λειτουργία και τη συντήρηση των Περιφερειακών
Αεροδρομίων της Ομάδας Α (αεροδρόμια Θεσσαλονίκης, Κέρκυρας, Ζακύνθου,
Κεφαλονιάς, Ακτίου, Καβάλας, Χανιών) και της Ομάδας Β (αεροδρόμια Ρόδου, Κω,
Σαντορίνης, Μυκόνου, Μυτιλήνης, Σκιάθου, Σάμου), αναδείχθηκε η κοινοπραξία
FRAPORT AG-SLENTEL LTD. Με την ίδια απόφαση η κοινοπραξία VINCI AIRPORTS SAS -
Α.ΚΤΩΡ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ Α.Ε. αναδείχτηκε Αναπληρωματικός Υποψήφιος για την Ομάδα Α
Περιφερειακών Αεροδρομίων και η κοινοπραξία CASA-METKA αναδείχτηκε
Αναπληρωματικός Υποψήφιος για την Ομάδα Β Περιφερειακών Αεροδρομίων.
Τόσο η διαγωνιστική διαδικασία, όσο και τα Σχέδια Συμβάσεων Παραχώρησης επί των
οποίων δόθηκαν οι προσφορές υποβλήθηκαν στον κατ' άρθρο 35 του Κώδικα Νόμων για
το Ελεγκτικό Συνέδριο, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.4129/2013,
προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου σύμφωνα με το άρθρο 9
του ν.3986/2011 και εκδόθηκε η Πράξη 17/2015 του Ζ' Κλιμακίου του Ελεγκτικού
Συνεδρίου, με την οποία διαπιστώθηκε το σύννομο της διαδικασίας ανάδειξης
Προτιμητέου Επενδυτή και η μη ύπαρξη κωλύματος υπογραφής των Σχεδίων Συμβάσεων
Παραχώρησης που τέθηκαν υπόψη του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ακολούθως, με την 39/2.11.2015 (ΦΕΚ ΆΊ38) Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου
αποφασίστηκε η «συνυπογραφή των Σχεδίων Σύμβασης Παραχώρησης για την Αναβάθμιση,
Συντήρηση, Διαχείριση και Λειτουργία Περιφερειακών αεροδρομίων Κρήτης,
Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου (Ομάδα Α) και Αιγαίου (Ομάδα Β) ως προς τα
δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει το ίδιο σύμφωνα με τα
προβλεπόμενα στις ανωτέρω συμβάσεις» και η παροχή εξουσιοδότησης στους Υπουργούς
Εθνικής Άμυνας. Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων
για τη συνυπογραφή για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου των ως άνω Συμβάσεων
καθώς και τυχόν άλλων Συμβάσεων τροποποιητικών, παρακολουθηματικών ή
εκτελεστικών αυτών.
Ακολούθως με την από 13.11.2015 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΑΙΠΕΔ,
αφού λήφθηκαν υπόψη οι «ιδιαίτερες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, που
επικράτησαν μετά την ανάδειξη του Προτιμητέου Επενδυτή, οι οποίες είχαν ως
αποτέλεσμα η περίοδος Οριστικοποίησης των Συμβατικών Εγγράφων, όπως αυτή
προβλέπεται στις προαναφερόμενες Προσκλήσεις, να παρέλθει χωρίς να καταστεί
δυνατή η ολοκλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στις Προσκλήσεις και η
οριστικοποίηση και υπογραφή των Συμβάσεων Παραχώρησης» και, περαιτέρω, «το
γεγονός ότι καθ' όλο το χρονικό διάστημα από την ανάδειξη του Προτιμητέου
Επενδυτή και των Αναπληρωματικών Υποψηφίων, το ΤΑΙΠΕΔ επιδίωξε, ως όφειλε, την
παραμονή του Προτιμητέου Επενδυτή και των Αναπληρωματικών Υποψηφίων στη
διαγωνιστική διαδικασία, η επιτυχής ολοκλήρωση της οποίας εξυπηρετεί το δημόσιο
συμφέρον και ως εκ τούτου αποτελεί υποχρέωση του ΤΑΙΠΕΔ βάσει του ιδρυτικού του
νόμου, και την, προς το σκοπό αυτό, θεώρηση των υποβληθεισών Προσφορών καθώς και
των εγγυητικών επιστολών συμμετοχής του Προτιμητέου Επενδυτή και των
Αναπληρωματικών Υποψηφίων ως παραταθεισών κατά έξι μήνες από την αρχική λήξη
τους, και ήδη μέχρι τις 30.01.2016 (κατόπιν συμφωνίας του ΤΑΙΠΕΔ με τον
Προτιμητέο Επενδυτή και τους Αναπληρωματικούς Υποψηφίους)», αποφασίστηκε η προς
το σκοπό της οριστικοποίησης των προς υπογραφή Συμβάσεων Παραχώρησης υιοθέτηση
συγκεκριμένων τροποποιήσεων επί των Σχεδίων Συμβάσεων Παραχώρησης και,
συγκεκριμένα: (α) τροποποιήσεων σύμφωνα με τους όρους των Προσκλήσεων
προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα σχόλια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίες
αφορούν στην επικαιροποίηση ημεροχρονολογιών ορισμού ή επιβολής ρυθμιζόμενων
αεροναυτικών τελών, ώστε να αναφέρονται σε χρονικό σημείο μετά την έναρξη ισχύος
της παραχώρησης, (β) τροποποιήσεων σύμφωνα με τους όρους των Προσκλήσεων
προκειμένου να συμπεριληφθούν τα στοιχεία της Προσφοράς του Προτιμητέου
Επενδυτή, να διορθωθούν πρόδηλα σφάλματα και να παρασχεθεί πρόσθετη σαφήνεια
όπου απαιτείτο, χωρίς όμως αλλαγή στον καταμερισμό του κινδύνου που προβλέπεται
σε αυτές, και (γ) τροποποιήσεων που συζητήθηκαν με τον Προτιμητέο Επενδυτή και
το Ελληνικό Δημόσιο και υιοθετήθηκαν, αφού ελήφθη υπόψιν η παρατεταμένη
καθυστέρηση στη διαγωνιστική διαδικασία λόγω και της επέλευσης εξαιρετικών και
απρόβλεπτων οικονομικών και πολιτικών συνθηκών.
Τα αναθεωρημένα σχέδια Συμβάσεων Παραχώρησης υποβλήθηκαν στον κατ' άρθρο 35 του
Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του
ν.4129/2013, προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου σύμφωνα με
το άρθρο 9 του ν.3986/2011 και εκδόθηκε η Πράξη 301/2015 του Ζ' Κλιμακίου του
Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία διαπιστώθηκε η μη ύπαρξη κωλύματος υπογραφής
των Σχεδίων Συμβάσεων Παραχώρησης που τέθηκαν υπόψη του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Τέλος, και σε συνέχεια των ως άνω, στις 14.12.2015 υπεγράφησαν οι δύο Συμβάσεις
Παραχώρησης που κυρώνονται με τον υπό ψήφιση νόμο.
Δ. ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ - ΟΦΕΑΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΌΣΙΟ
Η κοινοπραξία FRAPORT AG-SLENTEL Ltd ανακηρύχτηκε Προτιμητέος Επενδυτής και για
τις δύο Ομάδες Περιφερειακών Αεροδρομίων, με προσφορά που ανήλθε σε ένα
δισεκατομμύριο διακόσια τριάντα τέσσερα εκατομμύρια Ευρώ (C1.234.000.000C)
εφάπαξ τίμημα (βλ. σχετικά τον ορισμό της Προκαταβολής Αμοιβής Παραχώρησης που
περιλαμβάνεται στο άρθρο 3.1 έκαστης σύμβασης παραχώρησης), και είκοσι δύο
εκατομμύρια εννιακόσιες χιλιάδες Ευρώ (€22.900.000) ετήσιο εγγυημένο καταβλητέο
μίσθωμα (βλ. σχετικά τον ορισμό της Ετήσιας Αμοιβής Παραχώρησης που
περιλαμβάνεται στο άρθρο 3.1 έκαστης σύμβασης παραχώρησης), αναπροσαρμοζόμενο
ετησίως με τον πληθωρισμό, καθώς και κυμαινόμενη μεταβλητή αμοιβή που
υπολογίζεται κατά έτος ως ποσοστό 28,20% των Κερδών προ Φόρων, Τόκων και
Αποσβέσεων των Περιφερειακών Αεροδρομίων της Ομάδας Α και 28,94% των Κερδών προ
Φόρων, Τόκων και Αποσβέσεων των Περιφερειακών Αεροδρομίων της Ομάδας Β (βλ.
σχετικά τον ορισμό της Μεταβλητής Αμοιβής Παραχώρησης που περιλαμβάνεται στο
άρθρο 3.1 έκαστης σύμβασης παραχώρησης).
Σημειώνεται ότι πλέον του ανωτέρω εφάπαξ και ετήσιου (σταθερού και μεταβλητού)
τιμήματος, το Ελληνικό Δημόσιο προσδοκά σωρευτικά σημαντικά φορολογικά,
κοινωνικά και άλλα έμμεσα οφέλη.
Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω οικονομικά οφέλη που θα προκύψουν για το Ελληνικό
Δημόσιο, τα οποία θα συμβάλουν στην αποπληρωμή του δημοσίου χρέους, σημαντικό
όφελος της συναλλαγής είναι η αναβάθμιση των παραχωρούμενων Περιφερειακών
Αεροδρομίων, τα οποία χρήζουν σημαντικών επενδύσεων χωρίς δέσμευση δημόσιων
πόρων.
Συγκεκριμένα, εντός των υποχρεώσεων του Προτιμητέου Επενδυτή είναι να
αναβαθμίσει τα Περιφερειακά Αεροδρόμια εντός των πρώτων τεσσάρων ετών ώστε var
συμμορφώνονται με τα αντικειμενικά προσδιορισμένα κριτήρια παροχής υπηρεσιών,
όπως αυτά καθορίζονται από την ΙΑΤΑ και στη συνέχεια να τα συντηρεί και να
διατηρεί αυτά τα επίπεδα εξυπηρέτησης για όλη τη διάρκεια της παράχώρησης
(συνολικά ο Προτιμητέος Επενδυτής εκτιμά ύφος επενδύσεων τριακοσίων τριάντα
εκατομμυρίων Ευρώ (€330.000.000) κατά τα τέσσερα πρώτα έτη της παραχώρησης, ενώ
το ποσό των επενδύσεων για το σύνολο των σαράντα ετών της Περιόδου Παραχώρησης
εκτιμάται σε περίπου ένα δισεκατομμύριο τετρακόσια εκατομμύρια Ευρώ
(€1.400.000.000). Η αναβάθμιση θα επιφέρει σημαντικά οφέλη για τον Ελληνικό
τουρισμό και την περιφερειακή ανάπτυξη των νησιών και των λοιπών προορισμών που
καλύπτουν τα Περιφερειακά Αεροδρόμια.
Επιπλέον, ο Προτιμητέος Επενδυτής υποχρεούται να σεβαστεί και να επιτρέψει τη
χρήση από την Πολεμική Αεροπορία εκείνων των αεροδρομίων που έχουν πολιτική και
στρατιωτική χρήση, όπως αυστηρά και σαφώς ορίζεται στις Συμβάσεις Παραχώρησης
έναντι ανταλλάγματος που θα καταβάλλεται στην Πολεμική Αεροπορία για την
πολιτική χρήση των διαδρόμων και τροχιοδρόμων σε κάθε Αεροδρόμιο Κοινής Χρήσης.
Σημαντικά αναμένονται και τα ποιοτικά οφέλη από την εφαρμογή των δύο Συμβάσεων
Παραχώρησης καθώς πλέον της αναμενόμενης ουσιώδους βελτίωσης της ποιότητας
υπηρεσιών προς τους χρήστες των παραχωρούμενων περιφερειακών αεροδρομίων, το
σύνολο αυτών θα πιστοποιηθούν λειτουργικά με βάση τα ισχύοντα
διεθνή πρότυπα, θα ασφαλιστούν από διάφορα γεγονότα (κάτι που σήμερα δεν
συμβαίνει καθώς κανένα εκ των περιφερειακών αεροδρομίων δεν είναι ασφαλισμένο),
ενώ σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι Παραχωρησιούχοι υποχρεούνται βάσει των
όρων στις Συμβάσεις Παραχώρησης να συμμορφώνονται με το σύνολο των εν ισχύ
περιβαλλοντικών κανονισμών και οδηγιών.
Επιπλέον, με τις Συμβάσεις Παραχώρησης διασφαλίζεται η διεθνής ανταγωνιστικότητα
των παραχωρούμενων Περιφερειακών Αεροδρομίων καθώς προβλέπεται ανώτατο όριο
αερολιμενικών χρεώσεων σε προκαθορισμένα επίπεδα ανά αερολιμένα. Οι Συμβάσεις
Παραχώρησης δεν προβλέπουν αύξηση των αερολιμενικών τελών από την Ημερομηνία
Έναρξης Παραχώρησης μέχρι την ολοκλήρωση των άμεσων επενδύσεων. Η συνολική
μέγιστη μέση απόδοση ανά αναχωρούντα επιβάτη έχει οριοθετηθεί σε δεκατρία Ευρώ
(€13), ενώ είναι μόνο δυνατό να αναπροσαρμοστεί ετησίως με τον εκάστοτε ισχύοντα
δείκτη τιμών καταναλωτή. Μετά την ολοκλήρωση των άμεσων επενδύσεων, δηλαδή όταν
οι υποδομές θα έχουν βελτιωθεί ώστε να συμμορφώνονται με τα προκαθορισμένα
πρότυπα, τα Αερολιμενικά Τέλη ανά επιβάτη θα μπορούν να αυξηθούν κατά πεντέμισι
ευρώ (€5,5) κατά μέγιστο, φθάνοντας μέχρι τα δεκαοκτώ και μισό Ευρώ ( €18,5) ως
μέγιστη μέση απόδοση ανά αναχωρούντα επιβάτη, ποσό δυνάμενο μόνο να
αναπροσαρμοστεί ετησίως με το 90% του ισχύοντος δείκτη τιμών καταναλωτή (για την
ρύθμιση της συνολικής μέγιστης απόδοσης ανά αναχωρούντα επιβάτη βλ. σχετικά το
άρθρο 28.4. έκαστης σύμβασης παραχώρησης. Η αύξηση αυτή στο συνολικό πακέτο του
τουρίστα είναι λιγότερο από 1%. Οι συγκεκριμένες μέγιστες μέσες αποδόσεις ανά
αναχωρούντα επιβάτη έχουν οριστεί με βάση το μέσο όρο των αντίστοιχων τελών που
προσφέρονται σήμερα από ένα εύρος αντίστοιχων αεροδρομίων που λειτουργούν στην
ευρύτερη περιοχή.
Σημειώνεται ότι στα ανωτέρω μέγιστα επιτρεπτά επίπεδα χρεώσεων περιλαμβάνεται
ήδη το τέλος εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης αεροδρομίου (Τ.Ε.Α.Α.), ήτοι σε καμία
περίπτωση το τελευταίο δεν είναι επιπρόσθετο των ανώτατων επιτρεπτών χρεώσεων.
Ε. ΒΑΣΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ
Κατωτέρω αναφέρονται οι κυριότερες ρυθμίσεις και όροι των Συμβάσεων Παραχώρησης
που κυρώνονται με τον υπό ψήφιση νόμο. Η αναφορά στα άρθρα των Συμβάσεων
Παραχώρησης είναι κοινή και για τις δύο Συμβάσεις Παραχώρησης, εκτός αν άλλως
αναφέρεται ρητά, ενώ όροι με κεφαλαία γράμματα που χρησιμοποιούνται χωρίς να
ορίζονται ειδικά θα έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στις Συμβάσεις
Παραχώρησης.
Στο άρθρο 1 γίνεται αναφορά στα συμβαλλόμενα μέρη των Συμβάσεων Παραχώρησης, τα
στοιχεία νομιμοποίησής τους και τους νόμιμους εκπροσώπους τους καθώς και στην
τήρηση των διατάξεων της παραγράφου 4 άρθρου 9 του ν. 3986/2011 σε σχέση με την
ανάθεση και την υπογραφή των Συμβάσεων Παραχώρησης. Έτσι, η Σύμβαση Παραχώρησης
για τα Περιφερειακά Αεροδρόμια Κρήτης, Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου
υπογράφεται μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ, του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τους
Υπουργούς Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Εθνικής Άμυνας, του
Παραχωρησιούχου,
δηλαδή της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία FRAPORT ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΑΣ Α ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ και των αρχικών μετόχων αυτού, ήτοι (α) της
γερμανικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία FRAPORT AG FRANKFURT AIRPORT
SERVICES WORLDWIDE και (β) της κυπριακής εταιρίας με την επωνυμία SLENTEL
LIMITED, οι οποίοι αρχικοί μέτοχοι συμβάλλονται στην Σύμβαση Παραχώρησης
αποκλειστικά σε σχέση με τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν σχετικά με την
παράδοση της Εγγυητικής Επιστολής Δεσμευτικής Επένδυσης στο ΤΑΙΠΕΔ μέσω του
Παραχωρησιούχου (άρθρο 6.2(β)(ϋΐ)), την καταβολή της Δεσμευτικής Επένδυσης
(άρθρο 9.1) και του μετοχικού κεφαλαίου του Παραχωρησιούχου (άρθρο 11) καθώς και
με την νομιμότητα και ακρίβεια των υποβληθέντων εγγράφων. Η Σύμβαση Παραχώρησης
για τα Περιφερειακά Αεροδρόμια Αιγαίου υπογράφεται μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ, του
Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τους Υπουργούς Οικονομικών, Υποδομών,
Μεταφορών και Δικτύων και Εθνικής Άμυνας, του Παραχωρησιούχου, δηλαδή της
ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία FRAPORT ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Β
ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ και των αρχικών μετόχων αυτού, ήτοι (α) της γερμανικής ανώνυμης
εταιρίας με την επωνυμία FRAPORT AG FRANKFURT AIRPORT SERVICES WORLDWIDE και (β)
της κυπριακής εταιρίας με την επωνυμία SLENTEL LIMITED, οι οποίοι αρχικοί
μέτοχοι συμβάλλονται στην Σύμβαση Παραχώρησης αποκλειστικά σε σχέση με τις
υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν σχετικά με την παράδοση της Εγγυητικής Επιστολής
Δεσμευτικής Επένδυσης στο ΤΑΙΠΕΔ μέσω του Παραχωρησιούχου (άρθρο 6.2(β)(ϊϋ)),
την καταβολή της Δεσμευτικής Επένδυσης (άρθρο 9.1) και του μετοχικού κεφαλαίου
του Παραχωρησιούχου (άρθρο 11) καθώς και με την νομιμότητα και ακρίβεια των
υποβληθέντων εγγράφων.
Στο άρθρο 2 περιλαμβάνονται οι δηλώσεις του Παραχωρησιούχου και των αρχικών
μετόχων αυτού σχετικά με την νομιμότητα και ακρίβεια των υποβληθέντων εγγράφων.
Στο άρθρο 3 περιλαμβάνονται ορισμοί οι οποίοι εξυπηρετούν σκοπούς σαφήνειας κατά
την ερμηνεία των συμβατικών όρων, εισάγονται ερμηνευτικοί κανόνες των Συμβάσεων
Παραχώρησης και αναφέρονταιτα Παραρτήματα και η σειρά ισχύος τους σε περίπτωση
ασυμφωνίας μεταξύ τους. Τα Παραρτήματα έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης είναι τα
κάτωθι:
Παράρτημα 1 Μορφή Εγγυητικών Επιστολών
Παράρτημα 2 Περιφερειακά Αεροδρόμια
Παράρτημα 3 Σχέδια Περιοχών Παραχώρησης
Παράρτημα 4 Έγγραφα Ολοκλήρωσης/ Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης Παράρτημα 5
Υπηρεσίες Αεροδρομίου Παράρτημα 6 Μέτρηση Επιδόσεων Παράρτημα 7 Αερολιμενικά
Τέλη
Παράρτημα 8 Εγκεκριμένοι Περιβαλλοντικοί Όροι/ Υφιστάμενες Άδειες Παράρτημα 9
Πρότυπα και Προδιαγραφές Παράρτημα 10 Απαιτήσεις Έργων
Παράρτημα 11 Συμβάσεις Έργων Δημοσίου Παράρτημα 12 Έργα Παράρτημα 13 Απαιτήσεις
Συντήρησης Παράρτημα 14 Συμφωνία Πολυμερούς Διαιτησίας Παράρτημα 15 Απαιτήσεις
Παράδοσης Παράρτημα 16 Ελάχιστες Απαιτήσεις Ασφάλισης
Παράρτημα 17 Πίνακας Κατανομής Παρεχόμενων Υπηρεσιών Αεροναυτιλίας Παράρτημα 18
Αεροπορικές Δραστηριότητες Παράρτημα 19 Μεταβολές
Παράρτημα 20 Πλαίσιο Συνεργασίας ανάμεσα στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ),
την Ελληνική Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) και τον Παραχωρησιούχο στα
Αεροδρόμια Κοινής Χρήσης
(Παράρτημα 21 ΔΕΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ)
Παράρτημα 21Α Υπουργικές Αποφάσεις για τα Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών
(Παράρτημα 22 ΔΕΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ)
Παράρτημα 23 Οικονομικές Προσαρμογές Παράρτημα 24 Οικονομική Προσφορά Παράρτημα
25 Οικονομικό Μοντέλο Παράρτημα 26 Τεχνική Προσφορά Παράρτημα 27 Καταστατικό
Παραχωρησιούχου
Παράρτημα 28 Σύμβαση (Συμβάσεις) Μελέτης-Κατασκευής ή/και Υπόδειγμα Σύμβασης
(Συμβάσεων) Μελέτης-Κατασκευής για Επικείμενα Έργα
Με το άρθρο 4 ορίζονται τα δικαιώματα που παραχωρούνται στον Παραχωρησιούχο από
το ΤΑΙΠΕΔ και γίνεται αναφορά στον αποκλειστικό σκοπό του Παραχωρησιούχου.
Επίσης, οριοθετούνται και εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο
Παραχωρησιούχος κατά την υλοποίηση της παραχώρησης σύμφωνα με τους όρους έκαστης
Σύμβασης Παραχώρησης με δικά του έξοδα και κίνδυνο, εκτός αν προβλέπεται
διαφορετικά στην Σύμβαση Παραχώρησης και με την επιφύλαξη των όρων του πλαισίου
συνεργασίας ανάμεσα στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ), την Ελληνική Υπηρεσία
Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) και τον Παραχωρησιούχο στα Αεροδρόμια Κοινής Χρήσης
που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα 20. Στις υποχρεώσεις αυτές περιλαμβάνεται και η
καταβολή της Προκαταβολής Αμοιβής Παραχώρησης, της Αμοιβής Παραχώρησης, η οποία
νοείται ως το άθροισμα της Μεταβλητής Αμοιβής Παραχώρησης και της Ετήσιας
Αμοιβής Παραχώρησης σε οποιοδήποτε Έτος Παραχώρησης, και της Εισφοράς, όποτε
αυτές καθίστανται ληξιπρόθεσμες και απαιτητές σύμφωνα με τις Συμβάσεις
Παραχώρησης.
Έτσι, στη Σύμβαση Παραχώρησης για τα Περιφερειακά Αεροδρόμια Κρήτης, Ηπειρωτικής
Ελλάδας και Ιονίου:
• η Προκαταβολή Αμοιβής Παραχώρησης ανέρχεται στο ποσό των εξακοσίων εννέα
εκατομμυρίων Ευρώ (€609.000.000) και είναι καταβλητέα κατά την Ημερομηνία
Έναρξης Παραχώρησης,
• η Μεταβλητή Αμοιβή Παραχώρησης είναι ένα μεταβλητό ποσό που αντιστοιχεί στα
ετήσια Κέρδη Προ Φόρων, Τόκων και Αποσβέσεων (EBITDA) (εφόσον είναι θετικά) τα
οποία πολλαπλασιάζονται με 28,20%, το οποίο οφείλεται από τον Παραχωρησιοΰχο στο
ΤΑΙΠΕΔ ανά'Ετος Παραχώρησης μετά την τρίτη επέτειο της Ημερομηνίας Έναρξης
Παραχώρησης,
• η Ετήσια Αμοιβή Παραχώρησης είναι ένα σταθερό ποσό έντεκα
εκατομμυρίων τριακοσίων χιλιάδων Ευρώ ’ (€11.300.000),
αναπροσαρμοζόμενο σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης Παραχώρησης και το οποίο
οφείλει ο Παραχωρησιούχος στο ΤΑΙΠΕΔ κάθε Έτος Παραχώρησης, και
• η Εισφορά είναι για κάθε Έτος Παραχώρησης που λήγει μετά (α) την Ημερομηνία
Έναρξης Παραχώρησης και μέχρι την 1η Νοεμβρίου 2024, ποσό που αντιστοιχεί στο
8,5% των Τελών Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αεροδρομίων, και μετά (β) την 1η
Νοεμβρίου 2024, ποσό που αντιστοιχεί στο 35% των Τελών Εκσυγχρονισμού και
Ανάπτυξης Αεροδρομίων.
Στη Σύμβαση Παραχώρησης για τα Περιφερειακά Αεροδρόμια Αιγαίου:
• η Προκαταβολή Αμοιβής Παραχώρησης ανέρχεται στο ποσό των εξακοσίων είκοσι
πέντε εκατομμυρίων Ευρώ (€625.000.000) και είναι καταβλητέα κατά την Ημερομηνία
Έναρξης Παραχώρησης,
• η Μεταβλητή Αμοιβή Παραχώρησης είναι ένα μεταβλητό ποσό που αντιστοιχεί στα
ετήσια Κέρδη Προ Φόρων, Τόκων και Αποσβέσεων (EBITDA) (εφόσον είναι θετικά) τα
οποία πολλαπλασιάζονται με 28,94%, το οποίο οφείλεται από τον Παραχωρησιούχο στο
ΤΑΙΠΕΔ ανά'Ετος Παραχώρησης μετά την τρίτη επέτειο της Ημερομηνίας Έναρξης
Παραχώρησης,
• η Ετήσια Αμοιβή Παραχώρησης είναι ένα σταθερό ποσό έντεκα εκατομμυρίων
εξακοσίων χιλιάδων Ευρώ (€11.600.000), αναπροσαρμοζόμενο σύμφωνα με τους όρους
της Σύμβασης Παραχώρησης και το οποίο οφείλει ο Παραχωρησιούχος στο ΤΑΙΠΕΔ κάθε
Έτος Παραχώρησης, και
• η Εισφορά είναι για κάθε Έτος Παραχώρησης που λήγει μετά (α) την Ημερομηνία
Έναρξης Παραχώρησης και μέχρι την 1η Νοεμβρίου 2024, ποσό που αντιστοιχεί στο
8,5% των Τελών Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αεροδρομίων, και μετά (β) την 1η
Νοεμβρίου 2024, ποσό που αντιστοιχεί στο 35% των Τελών Εκσυγχρονισμού και
Ανάπτυξης Αεροδρομίων.
Επιπλέον, οριοθετούνται και εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνει το
ΤΑΙΠΕΔ και το Ελληνικό Δημόσιο έναντι του Παραχωρησιούχου για την ακώλυτη άσκηση
από αυτόν καθ' όλη τη διάρκεια της παραχώρησης των δικαιωμάτων που του
παραχωρούνται, ρυθμίζονται οι σχέσεις και η επικοινωνία του Παραχωρησιούχου με
τους Κρατικούς Χρήστες σε σχέση με την παρουσία, τις αρμοδιότητες και την
λειτουργία τους εντός των Περιφερειακών Αεροδρομίων, ρυθμίζονται ζητήματα
μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων στον Παραχωρησιούχο, προβλέπεται και
ρυθμίζεται η δυνατότητα παραχώρησης από τον Παραχωρησιούχο Δικαιωμάτων
Αεροδρομίου σε τρίτους, οριοθετείται ο ρόλος και η ευθύνη της ΥΠΑ και της
Πολεμικής Αεροπορίας αναφορικά με την συνεχή παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας και,
σε σχέση με την ΥΠΑ, καθηκόντων εποπτείας σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία,
ρυθμίζεται η μεταβίβαση στον Παραχωρησιούχο ισχυουσών συμβάσεων που αφορούν στα
Περιφερειακά Αεροδρόμια, προβλέπονται περιπτώσεις πράξεων, ενεργειών ή
δραστηριοτήτων του Ελληνικού Δημοσίου ή/και του ΤΑΙΠΕΔ που θα μπορούσαν να
θεωρηθούν ανταγωνιστικές, περιοριστικές ή επιβαρυντικές της παραχώρησης και,
τέλος, προβλέπεται η διαδικασία καταγραφής από τον Παραχωρησιούχο των προς
μεταβίβαση κινητών περιουσιακών στοιχείων.
Στο άρθρο 5 περιλαμβάνονται οι εκατέρωθεν εγγυοδοτικές δηλώσεις του
Παραχωρησιούχου και του Ελληνικού Δημοσίου και του ΤΑΙΠΕΔ που ισχύουν τόσο κατά
την υπογραφή της κάθε Σύμβασης Παραχώρησης όσο και κατά την Ημερομηνία Έναρξης
Παραχώρησης.
Στο άρθρο 6 ορίζεται η διαδικασία κύρωσης των Συμβάσεων Παραχώρησης,
προβλέπονται οι αιρέσεις αρμοδιότητας τόσο του Ελληνικού Δημοσίου όσο και του
Παραχωρησιούχου για την επίτευξη τής Ημερομηνίας Έναρξης Παραχώρησης και
ρυθμίζονται αποζημιωτικά ζητήματα σε περίπτωση καταγγελίας λόγω μη πλήρωσης των
αιρέσεων αυτών, ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με ζημίες στα περιουσιακά στοιχεία
που μεταβιβάζονται στον Παραχωρησιούχο, οριοθετείται η Περίοδος Παραχώρησης ως
περίοδος σαράντα (40) ετών από την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης και
προβλέπεται η δυνατότητα διαπραγμάτευσης, χωρίς εκατέρωθεν δέσμευση, μεταξύ των
συμβαλλόμενων μερών για παράταση κατά ένα χρονικό διάστημα μέχρι και δέκα (10)
ετών υπό όρους κατ' ουσία ίδιους με την παρούσα παραχώρηση και ορίζεται η
διάρκεια της Σύμβασης Παραχώρησης σε σαραντα δύο (42) έτη από την Ημερομηνία
Έναρξης Παραχώρησης.
Με το άρθρο 7 θεσμοθετείται κοινή επιτροπή διασύνδεσης για όλη τη διάρκεια της
παραχώρησης που θα αποτελείται από εκπροσώπους του Ελληνικού Δημοσίου, του
ΤΑΙΠΕΔ και του Παραχωρησιούχου και στο πλαίσιο της οποίας θα συζητούνται μεταξύ
άλλων ζητήματα που άπτονται των καθημερινών πτυχών της εκτέλεσης και εφαρμογής
κάθε Σύμβασης Παραχώρησης.
Με το άρθρο 8 ο Παραχωρησιούχος προβαίνει σε δηλώσεις αναφορικά με τη γνώση της
κατάστασης των περιοχών παραχώρησης και την σχετική ανάληψη κινδύνου.
Στο άρθρο 9 προβλέπεται η δέσμευση των αρχικών μετόχων και το χρονοδιάγραμμα για
την καταβολή συγκεκριμένων ποσών στον Παραχωρησιούχο ως κεφάλαιο και ως
δευτερογενές χρέος, με την επιφύλαξη της τροποποίησης των εν λόγω ποσών σε
περίπτωση υπογραφής κάποιας δανειακής σύμβασης πριν από την Ημερομηνία Έναρξης
Παραχώρησης σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους των Συμβάσεων Παραχώρησης. Πιο
συγκεκριμένα, στην Σύμβαση Παραχώρησης για τα Περιφερειακά Αεροδρόμια Κρήτης,
Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου η Δεσμευτική Επένδυση ανέρχεται στο συνολικό ποσό
των εξακοσίων πενήντα ενός εκατομμυρίων οκτακόσιων εξήντα δύο χιλιάδων
τριακοσίων ογδόντα τεσσάρων Ευρώ (€651.862.384), εκ των οποίων ένα ποσό
τριακοσίων είκοσι πέντε εκατομμυρίων εννιακοσίων τριάντα μίας χιλιάδων εκατόν
ενενήντα δύο Ευρώ (€325.931.192) ως μετοχικό κεφάλαιο του Παραχωρησιούχου και
ένα ποσό τριακοσίων είκοσι πέντε εκατομμυρίων εννιακοσίων τριάντα μίας χιλιάδων
εκατόν ενενήντα δύο Ευρώ (325.931.192) ως δευτερογενές χρέος. Στην Σύμβαση
Παραχώρησης για τα
Περιφερειακά Αεροδρόμια Αιγαίου η Δεσμευτική Επένδυση ανέρχεται στο συνολικό
ποσό των εξακοσίων εβδομήντα έξι εκατομμυρίων διακοσίων εβδομήντα πέντε χιλιάδων
τετρακοσίων τριάντα οκτώ Ευρώ (€676.275.438), εκ των οποίων ένα ποσό τριακοσίων
τριάντα οκτώ εκατομμυρίων εκατόν τριάντα επτά χιλιάδων επτακοσίων δέκα εννέα
Ευρώ (€338.137.719) ως μετοχικό κεφάλαιο του Παραχωρησιούχου και ένα ποσό
τριακοσίων τριάντα οκτώ εκατομμυρίων εκατόν τριάντα επτά χιλιάδων επτακοσίων
δέκα εννέα Ευρώ (€338.137.719) ως δευτερογενές χρέος. Επίσης, ρυθμίζεται η
διαδικασία χρηματοδότησης της παραχώρησης μέσω δανείων και η έγκριση και ορισμός
των σχετικών δανειακών συμβάσεων ως Καθορισμένων Δανειακών Συμβάσεων για τους
σκοπούς των Συμβάσεων Παραχώρησης.
Στο άρθρο 10 ρυθμίζονται ζητήματα εκχώρησης, ανανέωσης και μεταβίβασης
δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τις Συμβάσεις Παραχώρησης είτε από
τον Παραχωρησιούχο, είτε από το Ελληνικό Δημόσιο ή/καιτο ΤΑΙΠΕΔ.
Στο άρθρο 11 ρυθμίζονται τα ζητήματα που αφορούν στο ύφος και στο χρόνο και
τρόπο καταβολής του μετοχικό κεφάλαιο του Παραχωρησιούχου, στις τροποποιήσεις
του καταστατικού του, στους περιορισμούς σε σχέση με τη μεταβίβαση μετοχών του
Παραχωρησιούχου και στην εισαγωγή μετοχών του Παραχωρησιούχου σε οργανωμένη
αγορά.
Στο άρθρο 12 ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν τις Εγγυητικές Επιστολές Καλής
Εκτέλεσης, την Εγγυητική Επιστολή Καλής Εκτέλεσης Έργων, την Εγγυητική Επιστολή
Δεσμευτικής Επένδυσης και την Εγγυητική Επιστολή Καλής Λειτουργίας (ποσό, μορφή,
χρόνος παράδοσης, αναπροσαρμογές, αποδέκτες τράπεζες, απόσβεση).
Στο άρθρο 13 ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν στην τήρηση των Περιβαλλοντικών
Απαιτήσεων από τον Παραχωρησιούχο και στην πρόληψη, άλλως στην ελαχιστοποίηση
της ρύπανσης στο περιβάλλον. Επίσης, ρυθμίζονται αποζημιωτικά ζητήματα σε
περίπτωση Υφιστάμενης Μόλυνσης στα Περιφερειακά Αεροδρόμια.
Στο άρθρο 14 ρυθμίζονται ο τρόπος και ο χρόνος της παράδοσης στον Παραχωρησιούχο
της Ακώλυτης Χρήσης των Περιοχών Παραχώρησης και των Δικαιωμάτων Διέλευσης από
και προς αυτές, προβλέπεται η διαρκής υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου για
διατήρηση της Ακώλυτης Χρήσης και των Δικαιωμάτων Διέλευσης καθ' όλη την Περίοδο
Παραχώρησης και ρυθμίζονται τα σχετικά με την ευθύνη, τον χρόνο και τον τρόπο
κάλυψης του κόστους τυχόν απαιτούμενων απαλλοτριώσεων.
Στο άρθρο 15 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στην ανεύρεση Αρχαιολογικών
Ευρημάτων κατά την εκτέλεση έργων σε Περιφερειακά Αεροδρόμια και την
αντιμετώπιση τυχόν συναφών καθυστερήσεων.
Στο άρθρο 16 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στην Σύμβαση Μελέτης-Κατασκευής με
τον/τους Εργολάβους που θα αναλάβουν τα Επικείμενα Έργα και τα Μελλοντικά Έργα
με όρους και προϋποθέσεις ουσιαστικά παρόμοιους με το υπόδειγμα σύμβασης που
προσαρτάται ως Παράρτημα 28. Επίσης, ρυθμίζονται θέματα επιτρεπτής σύναψης
υπεργολαβιών από τους Εργολάβους.
Στο άρθρο 17 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στη διαδικασία και το κόστος
πιστοποίησης των Περιφερειακών Αεροδρομίων με βάση την κείμενη εθνική και
κοινοτική νομοθεσία και σε συμφωνία με τις σχετικές προδιαγραφές πιστοποίησης
' ζ°
του EASA (Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας). Επίσης, ρυθμίζονται
θέματα που αφορούν στις απαιτούμενες άδειες για την υλοποίηση των παραχωρήσεων.
Τέλος, ρυθμίζονται θέματα παροχής υπηρεσιών Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας στα
Περιφερειακά Αεροδρόμια και προβλέπεται η διευκόλυνση του Ελληνικού Δημοσίου
προς τον Παράχωρησιούχο για τον σκοπό αυτό.
Στο άρθρο 18 ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στη μελέτη, κατασκευή και
πιστοποίηση της ολοκλήρωσης κατασκευής των Έργων του Παραχωρησιούχου, δηλαδή των
Επικείμενων Έργων Ανακαίνισης, των Επικείμενων Νέων Έργων ή Έργων Επέκτασης,
τυχόν Μελλοντικών Έργων Ανακαίνισης και τυχόν Μελλοντικών Έργων Ανακαίνισης ή
Έργων Επέκτασης και οποιωνδήποτε άλλων έργων είναι απαραίτητα για την ανακαίνιση
και την αναβάθμιση των Περιφερειακών Αεροδρομίων σύμφωνα με τους όρους των
Συμβάσεων Παραχώρησης, όπως παρατίθενται ειδικότερα στο Παράρτημα 12.
Στο άρθρο 19 ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στην εκτέλεση και παράδοση στον
Παραχωρησισύχο τωνΈργων Δημοσίου, όπως αυτά παρατίθενται στο Παράρτημα 11.
Στο άρθρο 20 ρυθμίζονται τα θέματα κατάρτισης των Ρυθμιστικών Σχεδίων (Business
Plans) από τον Παραχωρησισύχο, της επισκόπησης και έγκρισης των Σχεδίων
Αποκατάστασης και των Ρυθμιστικών Σχεδίων από τον Ανεξάρτητο Μηχανικό και την
ΥΠΑ, τα θέματα κατάρτισης των σχεδίων Υλοποίησης Ανακαίνισης από τον
Παραχωρησισύχο και της επισκόπησης και έγκρισης αυτών από τον Ανεξάρτητο
Μηχανικό, καθώς και της κατάρτισης και της υποβολής στην ΥΠΑ του Επιχειρηματικού
σχεδίου του Παραχωρησιούχου.
Στο άρθρο 21 ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στο ρόλο, τα καθήκοντα και τις
αρμοδιότητες του Ανεξάρτητου Μηχανικού και προδιαγράφονται οι βασικοί όροι που
θα περιληφθούν στην σύμβασή του, ενώ προβλέπεται και η καταβολή της αμοιβής,
άλλων δαπανών και εξόδων του από τον Παραχωρησισύχο, εκτός από συγκεκραμένες
περιπτώσεις εργασιών που προκύπτουν μετά από συμφωνημένη Μεταβολή Έργων ή
Υπηρεσιών Δημοσίου.
Στο άρθρο 22 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν σε υπεργολάβους του Παραχωρησιούχου,
με κύρια παράμετρο την κατ' αρχήν απαγόρευση ανάθεσης σε υπεργολάβο από τον
Παραχωρησιούχο ουσιώδους μέρους των συμβατικών του υποχρεώσεων (με συγκεκριμένη
αναφορά σε ποσά) χωρίς τον πρότερη έγγραφη συγκατάθεση του Ελληνικού Δημοσίου.
Στο άρθρο 23 προβλέπεται και οριοθετείται η επιτρεπόμενη παρέμβαση του Ελληνικού
Δημοσίου στις Δραστηριότητες Παραχώρησης, η δυνατότητα θέσης Περιφερειακών
Αεροδρομίων υπό τον έλεγχο και τη διαχείριση του Ελληνικού Δημοσίου και
ρυθμίζονται τα θέματα ύπαρξης διαφορών ως προς την εφαρμογή του ρυθμίσεων αυτών
καθώς και συναφή αποζημιωτικά θέματα.
Στο άρθρο 24 ρυθμίζονται τα θέματα ασφάλισης του Παραχωρησιούχου, τωνΈργων, της
λειτουργίας των Περιφερειακών Αεροδρομίων κτλ. με βάση τις ελάχιστες απαιτήσεις
ασφάλισης που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα 16.
Στο άρθρο 25 ρυθμίζονται οι συνέπειες επέλευσης Γεγονότων Ανωτέρας Βίας ή
Παρατεταμένων Γεγονότων Ανωτέρας Βίας, όπως αυτά ορίζονται στις Συμβάσεις
Παραχώρησης, καθώς και η ανάληψη των οικονομικών συνεπειών από τον
Παραχωρησιούχο ή το Ελληνικό Δημόσιο, ανάλογα με την περίπτωση.
Στο άρθρο 26 ρυθμίζονται οι υποχρεώσεις του Παραχωρησιούχου σε σχέση με τη
διαρκή διασφάλιση της λειτουργίας, συντήρησης και ασφάλειας των Περιφερειακών
Αεροδρομίων καθ' όλη τη διάρκεια της Περιόδου Παραχώρησης, την αντιμετώπιση
εκτάκτων αναγκών, την ανά πάσα στιγμή διαθεσιμότητα των Περιφερειακών
Αεροδρομίων προς χρήση, το πρόγραμμα συντήρησης καθώς και την ευθύνη του κατά
την Περίοδο Εγγύησης της Παραχώρησης, δηλ. το χρονικό διάστημα δύο (2) ετών που
άρχεται μετά την λήξη της Περιόδου Παραχώρησης.
Στο άρθρο 27 ρυθμίζονται θέματα μέτρησης επίδοσης του Παραχωρησιούχου κατά την
παροχή των υπηρεσιών που προβλέπονται στις Συμβάσεις Παραχώρησης με βάση
λεπτομερές σύστημα Μέτρησης Ποιότητας Υπηρεσιών που περιλαμβάνει Πρότυπα
Επιδόσεων καθώς και τη διαδικασία και τις συνέπειες επιβολής πόντων ανεπάρκειας
σύμφωνα και με το Παράρτημα 6.
Στο άρθρο 28 ρυθμίζονται τα ζητήματα που αφορούν στο πλαίσιο υπολογισμού των
συνολικών Αεροναυτικών Τελών από τον Παραχωρησιούχο, έτσι ώστε να καλύπτονται τα
έξοδα και οι αποσβέσεις κα να επιτυγχάνεται απόδοση στα κεφάλαιο αεροπορικών
δραστηριοτήτων, η οποία απόδοση δεν δύναται να υπερβαίνει μία ανατοκιζόμενη
σωρευτική απόδοση ύψους δεκαπέντε τοις εκατό (15%) ετησίως, το πλαίσιο των
εξαιρέσεων επιβολής τελών σε κρατικά αεροσκάφη καθώς και το ανώτατο όριο
χρεώσεων Ρυθμιζόμενων Αεροναυτικών Τελών που μπορεί να επιβάλει ο
Παραχωρησιούχος για τη χρήση των Περιφερειακών Αεροδρομίων και τη διαδικασία
υπολογισμού και αναπροσαρμογών ανάλογα με την φάση εκτέλεσης των Επικείμενων
Έργων ανά Περιφερειακό Αεροδρόμιο και το δείκτη τιμών καταναλωτή (με Μέγιστη
Μέση Απόδοση Ανά Αναχωρούντα Επιβάτη το ποσό των δεκατριών Ευρώ (€13) μέχρι την
Ημερομηνία Λήξης Επικείμενων Έργων, δυνάμενο να αναπροσαρμοστεί ετησίως με τον
εκάστοτε ισχύοντα δείκτη τιμών καταναλωτή, και με Μέγιστη Μέση Απόδοση Ανά
Αναχωρούντα Επιβάτη το ποσό των δεκαοκτώ και μισού Ευρώ (€18,5) ανά αναχωρούντα
επιβάτη, δυνάμενο να αναπροσαρμοστεί ετησίως με το 90% του ισχύοντος δείκτη
τιμών καταναλωτή) και τη διαδικασία εγκρίσεων από την ΥΠΑ. Σημειώνεται ότι οι
συγκεκριμένες ανώτατες χρεώσεις ανά αναχωρούντα επιβάτη έχουν οριστεί με βάση το
μέσο όρο των αντίστοιχων τελών που προσφέρονται σήμερα από ένα εύρος αντίστοιχων
αεροδρομίων που λειτουργούν στην ευρύτερη περιοχή, προάγοντας έτσι τον
ανταγωνιστικό χαρακτήρα των Περιφερειακών Αεροδρομίων. Επίσης, επισημαίνεται ότι
στις εν λόγω ανώτατες χρεώσεις περιλαμβάνεται ήδη το Τέλος Εκσυγχρονισμού και
Ανάπτυξης Αεροδρομίου (ΤΕΑΑ), το οποίο συνεπώς δεν επιβαρύνει επιπρόσθετα τις εν
λόγώ ανώτατες χρεώσεις.
Επιπλέον, προβλέπεται η ελευθερία επιβολής Μη Αεροναυτικών Τελών και Μη
Ρυθμιζόμενων Αεροναυτικών Τελών από τον Παραχωρησιούχο, ρυθμίζεται το πλαίσιο
υπολογισμού και καταβολής της Εισφοράς (ήτοι, για κάθε έτος παραχώρησης που
λήγει μετά (α) την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης και μέχρι την 1η Νοεμβρίου
2024, ποσό που αντιστοιχεί στο 8,5% του ΤΕΑΑ, και μετά (β) την 1η Νοεμβρίου
2024, ποσό που αντιστοιχεί στο 35% του ΤΕΑΑ) από τον Παραχωρησιούχο στο Δημόσιο,
ρυθμίζεται το δικαίωμα του Παραχωρησιούχου επί του καταβληθέντος ΤΕΑΑ και
προβλέπεται δέσμευση του Δημοσίου για άμεση μεταφορά των ούτως
i52
, ' t -
εισπραττόμενών ποσών από το Δημόσιο στον Παραχωρησιούχο και ρυθμίζονται ζητήματα
που αφορούν στην αναγκαστική είσπραξη μη καταβληθέντων Αεροναυτικών Τελών.
Στο άρθρο 29 ρυθμίζονται τα ζητήματα υπολογισμού και πληρωμής της Αμοιβής
Παραχώρησης καθώς και η συνακόλουθη υποχρέωση παροχής στοιχείων από τον
Παραχωρησιούχο και ο έλεγχος των οικονομικών λογαριασμών του από το Ελληνικό
Δημόσιο.
Στο άρθρο 30 ρυθμίζονται ζητήματα αποκατάστασης και αποζημίωσης του
Παραχωρησιούχου από το Ελληνικό Δημόσιο ανάλογα με την κατηγοριοποίηση του
ζημιογόνου γεγονότος ως Γεγονότος Καθυστέρησης ή ως Γεγονότος Ευθύνης Δημοσίου,
τη φύση της προκληθείσας ζημίας και το χρόνο επέλευσης καθώς την υποχρέωση του
Παραχωρησιούχου για μετριασμό των συνεπειών.
Στο άρθρο 31 προβλέπεται και ρυθμίζεται η διαδικασία επικαιροποίησης του
Οικονομικού Μοντέλου του Παραχωρησιούχου που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα 25.
Στο άρθρο 32 ρυθμίζονται λεπτομερώς το χρονοδιάγραμμα, η διαδικασία και οι
απαιτήσεις παράδοσης της παραχώρησης από τον Παραχωρησιούχο στο Ελληνικό Δημόσιο
μετά το πέρας της Περιόδου Παραχώρησης.
Στο άρθρο 33 ρυθμίζονται οι λόγοι, η διαδικασία καταγγελίας της Σύμβασης
Παραχώρησης από το Δημόσιο ή/και το ΤΑΙΠΕΔ και τα αποτελέσματα της καταγγελίας
αυτής.
Στο άρθρο 34 ρυθμίζονται οι λόγοι, η διαδικασία καταγγελίας της Σύμβασης
Παραχώρησης από τον Παραχωρησιούχο και τα αποτελέσματα της καταγγελίας αυτής.
Στο άρθρο 35 ρυθμίζεται ο τρόπος υπολογισμού σε περίπτωση ανωτέρας βίας, καθώς
επίσης και ο τρόπος καταβολής των αποζημιώσεων σε όλες τις περιπτώσεις
καταγγελίας της Σύμβασης Παραχώρησης από τον Παραχωρησιούχο, το Ελληνικό Δημόσιο
ή/και το ΤΑΙΠΕΔ.
Στο άρθρο 36 ρυθμίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων
μερών σε σχέση με την λειτουργία της Σύμβασης Παραχώρησης πριν και μετά την
ημερομηνία καταγγελίας από οποιοδήποτε από τα μέρη.
Στο άρθρο 37 ρυθμίζονται τα δικαιώματα των Δανειστών επί της παραχώρησης σε
περίπτωση καταγγελίας της Σύμβασης Παραχώρησης, τα οποία περιλαμβάνουν την
έγκριση τυχόν σχεδίων αποκατάστασης από τον Παραχωρησιούχο ή το Δημόσιο καθώς
και δικαίωμα αντικατάστασης του Παραχωρησιούχου σε περίπτωση καταγγελίας εις
βάρος του. Τα δικαιώματα αυτά και γενικότερα η θέση των Δανειστών στην
παραχώρηση μπορεί να ρυθμίζεται από Απευθείας Συμβάσεις ανάμεσα στο Ελληνικό
Δημόσιο, το ΤΑΙΠΕΔ και τους Δανειστές, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα έχουν
δυσμενείς επιπτώσεις στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου
και του ΤΑΙΠΕΔ βάσει της Σύμβασης Παραχώρησης.
Στο άρθρο 38 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στην χρήση δικαιωμάτων πνευματικής
και βιομηχανικής ιδιοκτησίας που αφορούν στην παραχώρηση καθώς και αποζημιωτικά
ζητήματα σε περίπτωση προσβολής τους.
J53
Στο άρθρο 39 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στην επίλυση διαφορών μεταξύ των
συμβαλλόμενων μερών. Σημειώνεται ότι για τυχόν διαφορές που θα προκύψουν μέχρι
την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης αρμόδια είναι τα δικαστήρια της Αθήνας. Από
την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης και εφεξής, οι διαφορές θα επιλύνονται με τη
διαδικασία του άρθρου 33 που διακρίνεται σε:
(α) Διαδικασία Επίλυσης Τεχνικών Διαφορών από τριμελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων,
η οποία θα διέπεται από το ελληνικό δίκαιο, θα διεξάγεται στην ελληνική γλώσσα
και θα λαμβάνει χώρα στην Αθήνα.
(β) Διαιτησία, η οποία θα αποφαίνεται για οποιαδήποτε διαφορά που δεν είναι
τεχνική διαφορά, συμπεριλαμβανομένων των διαφορών που αναφέρονται στο άρθρο
39.1.2(α)-(στ), ή επί του προσδιορισμού μιας διαφοράς ως τεχνικής ή όχι. Η
διαδικασία της διαιτησίας διέπεται από τους Κανόνες Διαιτησίας του Διεθνούς
Εμπορικού Επιμελητηρίου, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που συμφωνούνται στο
άρθρο 33. Το διαιτητικό δικαστήριο αποτελείται από τρεις διαιτητές, οριζόμενους
σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 33. Η διαιτησία διεξάγεται στην Αθήνα και
στην ελληνική γλώσσα. Η διαιτητική απόφαση θα είναι τελεσίδικη, δεσμευτική και
αμετάκλητη, δεν θα υπόκειται σε έφεση ή αγωγή ακύρωσης βάσει του άρθρου 897 επ.
του Ελληνικού Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως ισχύει, ή σε οποιοδήποτε άλλο
ισοδύναμο μέτρο και θα αποτελεί εκτελεστό τίτλο χωρίς να απαιτείται επικύρωση
από δικαστήριο.
Πρόσβαση σε διαιτησία θα έχουν και οι δανειστές μέσω της υπογραφής συμφωνίας
πολυμερούς διαιτησίας κατά η πριν την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης σύμφωνα με
το πρότυπο που παρατίθεται στο Παράρτημα 14 και περιλαμβάνει ουσιωδώς τους
ίδιους όρους με το άρθρο 33.
Στο άρθρο 40 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στην επικοινωνία και τις
γνωστοποιήσεις μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.
Στο άρθρο 41 προβλέπεται το ελληνικό δίκαιο ως το εφαρμοστέο δίκαιο, ρυθμίζονται
τα σχετικά με την γλώσσα της Σύμβασης Παραχώρησης και των λοιπών συμβατικών
εγγράφων και των εγγράφων που αφορούν στην υλοποίηση της Σύμβασης Παραχώρησης
και ρυθμίζονται οι συνέπειες τυχόν μεταβολής νομοθεσίας σε ημερομηνία
μεταγενέστερη των τριάντα ημερών από την Ημερομηνία Διαγωνισμού Παραχώρησης.
Στο άρθρο 42 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν μεταβολές στο αντικείμενο των έργων
ή των παρεχόμενων υπηρεσιών με βάση και τα προβλεπόμενα στο Παράρτημα 19.
Στο άρθρο 43 ρυθμίζονται ορισμένα φορολογικά ζητήματα κατά τρόπο που προσιδιάζει
στη φύση της Σύμβασης Παραχώρησης. Στην ουσία, πρόκειται περί διευκρινίσεων
υφιστάμενων φορολογικών διατάξεων, υπό την έννοια της υπαγωγής σε αυτές των
ρυθμίσεων και ιδιαιτεροτήτων της Σύμβασης Παραχώρησης.
Στο άρθρο 44 ρυθμίζονται ζητήματα συμψηφισμού μεταξύ του Παραχωρητή και του
Ελληνικού Δημοσίου, ενώ προβλέπεται η απαγόρευση συμψηφισμού έναντι απαιτήσεων
του ΤΑΙΠΕΔ.
Στο άρθρο 45 ρυθμίζονται οι συνέπειες της επέλευσης δυσμενών συμβάντων όπως αυτά
ορίζονται στην Σύμβαση Παραχώρησης.
Στο άρθρο 46 ρυθμίζονται θέματα εμπιστευτικότητας των πληροφοριών και στοιχειών
που λαμβάνουν γνώση τα συμβαλλόμενα μέρη κατά την υλοποίηση της Σύμβασης
Παραχώρησης και περιλαμβάνονται οι σχετικές δηλώσεις.
Στο άρθρο 47 ρυθμίζονται θέματα αναχρηματοδότησης από τον Παραχωρησιούχο μετά
την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης καθώς και η δυνατότητα και οι προϋποθέσεις
συμμετοχής του ΤΑΙΠΕΔ κατά 50% στο όφελος που τυχόν προκύψει από μια τέτοια
αναχρηματοδότηση. Επίσης, προβλέπεται και ρυθμίζεται η δυνατότητα του ΤΑΙΠΕΔ
ή/καιτου Ελληνικού Δημοσίου για την αποστολή αιτήματος στον Παραχωρησιούχο για
αναχρηματοδότηση της παραχώρησης, εφόσον κρίνουν ότι οι όροι χρηματοδότησης που
υπάρχουν στην αγορά είναι ευνοϊκότεροι των καθορισμένων δανειακών συμβάσεων.
Το άρθρο 48 έχει μείνει κενό κατά την οριστική σύνταξη της Σύμβασης Παραχώρησης,
ενώ το άρθρο 49 αναφέρεται στην αποκλειστικότητα των ρυθμίσεων της Σύμβασης
Παραχώρησης περί αποκατάστασης ζημιών.
Τέλος, στο άρθρο 50 ρυθμίζεται το θέμα της διαδικασίας τροποποίησης της Σύμβασης
Παραχώρησης καιτων Παραρτημάτων αυτής, καθώς καιτηςτροποποίησης σημαντικών
συμβάσεων υπεργολαβίας ή συμβάσεων παροχής υπηρεσιών που έχουν συναφθεί στο
πλαίσιο υλοποίησης της παραχώρησης.
II. ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ
Άρθρο 215
Με το παρόν άρθρο κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου η Σύμβαση Παραχώρησης για την
αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων
Κρήτης, Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου που υπογράφτηκε στην Αθήνα στις 14
Δεκεμβρίου 2015 μεταξύ της ελληνικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Ταμείο
Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας Δημοσίου Α.Ε.», του Ελληνικού Δημοσίου, της
ελληνικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «FRAPORT ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΑΣ Α ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΊΑ» καιτων μετόχων της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας, ήτοι
(α) της γερμανικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «FRAPORT AG FRANKFURT
AIRPORT SERVICES WORLDWIDE» και (β) της κυπριακής εταιρίας με την επωνυμία
«SLENTEL LIMITED».
Άρθρο 216
Με το άρθρο αυτό κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου η Σύμβαση Παραχώρησης για την
αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων
Αιγαίου, που υπογράφτηκε στην Αθήνα στις 14 Δεκεμβρίου 2015 μεταξύ της ελληνικής
ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας
Δημοσίου Α.Ε.», του Ελληνικού Δημοσίου, της ελληνικής ανώνυμης εταιρίας με την
επωνυμία «FRAPORT ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ
JS 5
ΕΛΛΑΔΑΣ B ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και των μετόχων της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας, ήτοι
(α) της γερμανικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «FRAPQRT AG FRANKFURT
AIRPORT SERVICES WORLDWIDE» και (β) της κυπριακής εταιρίας με την επωνυμία
«SLENTEL LIMITED».
Άρθρο 217
Με το άρθρο αυτό ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη χρέωση, είσπραξη και τον
έλεγχο των Τελών Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αεροδρομίων του άρθρου 40 του ν.
2065/1992 αναφορικά με τα παραχωρούμενα περιφερειακά αεροδρόμια. Λόγω της
τεχνικής φύσεως των θεμάτων αυτών, παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση Κοινής
Υπουργικής Απόφασης που θα ρυθμίζει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ως προς την
ανωτέρω διαδικασία χρέωση ς, είσπραξης και ελέγχου των επιβαλλόμενων Τελών
Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αεροδρομίων.
Άρθρο 218
Με το άρθρο αυτό ρυθμίζεται, προς διασφάλιση της τήρησης της αρχής της
αναλογικότητας και προς εκπλήρωση των σχετικώς προβλεπόμενων στις Συμβάσεις
Παραχώρησης, η πλήρης απαλλαγή των παραχωρησιούχων από την υποχρέωση καταβολής
οιωνδήποτε τελών ή φόρων προς οιαδήποτε δημοτική αρχή ή άλλη τοπική αρχή,
αναφορικά με υπηρεσίες που στο πλαίσιο των συμβάσεων παραχώρησης θα παρέχονται
στους χρήστες των περιφερειακών αεροδρομίων από τους παραχωρησιούχους.
Άρθρο 219
Με το άρθρο αυτό καθιερώνεται η τεκμαρτή έκδοση των Υφιστάμενων Αδειών
Κατασκευαστικών Έργων και Υφιστάμενων Αδειών Λειτουργίας, όπως αυτές ορίζονται
στις Συμβάσεις Παραχώρησης, που είναι απαραίτητες για τα υφιστάμενα έργα εντός
των περιοχών παραχώρησης και για τη λειτουργία των περιφερειακών αεροδρομίων και
οι οποίες δεν έχουν εκδοθεί κατά τον χρόνο έναρξης της ισχύος του παρόντος
νόμου.
Άρθρο 220
Με το άρθρο αυτό καθιερώνεται, με στόχο τη διασφάλιση είσπραξης τελών, το
δικαιωμάτων παραχωρησιούχων να ζητούν από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας την
απαγόρευση απογείωσης αεροσκάφους λόγω μη καταβολής Αεροναυτικών Τελών. Το
ελάχιστο όριο οφειλών καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια σχετικά με τη
διαδικασία κράτησης θα ρυθμίζονται με σχετική κοινή υπουργική απόφαση που θα
εκδίδεται κατ'εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού.
1S4
Με το άρθρο αυτό καθιερώνεται το δικαίωμα των παραχωρησιούχων να παρέχουν με
δικά τους μέσα, εξοπλισμό και προσωπικό υπηρεσίες πυρόσβεσης και διάσωσης στους
χώρους των περιφερειακών αεροδρομίων. Εξάλλου, προβλέπεται η έγκριση από την
Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας ειδικού κανονισμού πυρασφάλειας που θα προτείνεται
από τους παραχωρησιούχους που θα ρυθμίζει κάθε ειδικότερο ζήτημα αναφορικά με
την παροχή των ανωτέρω υπηρεσιών από τους παραχωρησιούχους.
Άρθρο 222
Η προβλεπόμενη από τις Συμβάσεις Παραχώρησης αναβάθμιση των περιφερειακών
αεροδρομίων, που προϋποθέτει και την έγκαιρη ολοκλήρωση απαλλοτριώσεων που τυχόν
απαιτηθούν, θα οδηγήσει σε κατακόρυφη αύξηση της ροής τουριστών στην Ελλάδα και,
δεδομένου ότι ο τουρισμός τροφοδοτεί διαχρονικά τουλάχιστον το 15% του ΑΕΠ της
χώρας, θα καταστήσει την οικονομία αποδοτικότερη και θα δημιουργήσει έσοδα για
το Δημόσιο. Με το άρθρο αυτό ρυθμίζονται θέματα αναγκαστικών απαλλοτριώσεων
εκτάσεων αναγκαίων για την ανάπτυξη των παραχωρούμενών περιφερειακών αεροδρομίων
και ορίζεται ότι, λόγω του χαρακτήρα των Συμβάσεων Παραχώρησης ως έργου
γενικότερης σημασίας για την οικονομία της χώρας και προς τον σκοπό της αποφυγής
καθυστερήσεων και της ταχύτερης δυνατής ολοκλήρωσης των αναγκαίων απαλλοτριώσεων
και άρα των σκοπούμενων έργων στο πλαίσιο της υλοποίησης των προβλέψεων των
Συμβάσεων Παραχώρησης, στις σχετικές απαλλοτριώσεις θα εφαρμόζεται η διαδικασία
του άρθρου 7Α του ΙΜ. 2882/2001, προς τον σκοπό της ταχύτερης δυνατής
ολοκλήρωσης των Έργων.
Άρθρο 223
Με το άρθρο αυτό προβλέπεται η συμμετοχή ενός εκπροσώπου του Παραχωρησιούχου
έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο στην επιτροπή της
παραγράφου 2 του άρθρου 17 του π. δ/τος 86/1979 (Α' 17), η οποία γνωμοδοτεί προς
τον Υπουργό Οικονομικών σχετικά με την εγκατάσταση και λειτουργία καταστημάτων
πωλήσεως αφορολογήτων και αδασμολόγητων ειδών εντός χώρων των παραχωρούμενων
περιφερειακών αεροδρομίων.
Άρθρο 224
Με το άρθρο αυτό προβλέπεται η υπαγωγή της επένδυσης και των σχετικώς
εισαγόμενων κεφαλαίων για την υλοποίηση έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που
κυρώνεται με τον παρόντα νόμο στις διατάξεις του ν. δ/τος 2687/1953 περί
επενδύσεως και προστασίας κεφαλαίων εξωτερικού (Α' 317) μέσω της έκδοσης
σχετικού προεδρικού διατάγματος κατόπιν αιτήματος του παραχωρησιούχου έκαστης
Σύμβασης Παραχώρησης, σε πλήρη συμφωνία με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων
της Ευρωπαϊκής'Ενωσης.
Προς τον σκοπό της πλήρωσης της αίρεσης για την επίτευξη της Ημερομηνίας Έναρξης
Παραχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 6.2.1(a)(viii) έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που
κυρώνεται με το παρόντα νόμο, με το άρθρο αυτό παρέχεται η έγκριση της Υπηρεσίας
Πολιτικής Αεροπορίας για το Ανώτατο Όριο Χρεώσεων για τη Μέγιστη Μέση Απόδοση
ανά Αναχωρούντα Επιβάτη σύμφωνα με το άρθρο 28.4.2(a) έκαστης Σύμβασης
Παραχώρησης που κυρώνεται με το παρόντα νόμο, συμπεριλαμβανομένου του πίνακα Β
αυτού, η οποία Μέγιστη Μέση Απόδοση ανά Αναχωρούντα Επιβάτη δεν θα υπερβαίνει το
ποσό των δεκατριών ευρώ (€13).
Άρθρο 226
Με το άρθρο αυτό προβλέπεται η πρώτη αύξηση της Μέγιστης Μέσης Απόδοσης Ανά
Αναχωρούντα Επιβάτη ανά περιφερειακό αεροδρόμιο στα ποσά που αναφέρονται στα
άρθρα 28.4.3 ή/ και 28.4.4 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον
παρόντα νόμο, μόλις επιτευχθεί η Ημερομηνία Λήξης των Επικείμενων Έργων για το
αντίστοιχο περιφερειακό αεροδρόμιο σύμφωνα με το άρθρο 18.12 των Συμβάσεων
Παραχώρησης. Οι σχετικοί υπολογισμοί του Παραχωρησιούχου έκαστης Σύμβασης
Παραχώρησης που θα υποβληθούν σύμφωνα με τη διαδικασία και εντός των προθεσμιών
του άρθρου 28.4.5(β) - (ε) έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης γίνονται αποδεκτοί από
την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, εκτός από την περίπτωση μαθηματικού σφάλματος
ή άλλου πρόδηλου σφάλματος στους υπολογισμούς, ενώ η εν λόγω έγκριση της
Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας τεκμαίρεται και αποδεικνύεται με την έκδοση
σχετικής πράξης.
Άρθρο 227
Με το άρθρο αυτό ρυθμίζεται η τύχη των ισχυουσών κατά την Ημερομηνία Έναρξης
Παραχώρησης συμβάσεων που αφορούν στα περιφερειακά αεροδρόμια έκαστης Σύμβασης
Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο. Σχετικά με τις Μεταβιβασθείσες
Συμβάσεις Αεροδρομίου, όπως αυτές ορίζονται στις Συμβάσεις Παραχώρησης,
προβλέπεται η αυτόματη και άνευ συναινέσεως των αντισυμβαλλόμενων μερών
υπεισέλευση του Παραχωρησιούχου στα συμβατικά δικαιώματα και υποχρεώσεις του
Ελληνικού Δημοσίου ή/ και της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, ενώ για τις
υπόλοιπες συμβάσεις προβλέπεται η καταγγελία τους από το Ελληνικό Δημόσιο με
δίμηνη προειδοποίηση ή άλλη συντομότερη, εφόσον προβλέπεται από τον νόμο ή από
την συμφωνία μεταξύ των μερών. Τυχόν σχετικές αποζημιωτικές αξιώσεις μπορούν να
εγερθούν αποκλειστικά και μόνο κατά του Ελληνικού Δημοσίου.
Άρθρο 228
Με το παρόν άρθρο προβλέπεται η τροποποίηση των δύο πρώτων εδαφίων του άρθρου
28.4.5 (στ) έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης, προς αποφυγή παρερμηνειών σχετικά με
την έναρξη και λήξη των χρονικών περιόδων που αφορούν στον υπολογισμό της
Μέγιστης Μέσης Απόδοσης ανά Αναχωρούντα Επιβάτη σύμφωνα με τις προβλέψεις των
Συμβάσεων Παραχώρησης.
Άρθρο 229
Με το παρόν άρθρο διορθώνεται η εσφαλμένη αναφορά του άρθρου 19.3.8 έκαστης
Σύμβασης Παραχώρησης στο Πρωτόκολλο Προσωρινής Παραλαβής με την ορθή αναφορά στο
Πρωτόκολλο Οριστικής Παραλαβής, όπως αυτό ορίζεται στις Συμβάσεις Παραχώρησης,
καθώς και πρόδηλα συντακτικά και ορθογραφικά σφάλματα στα άρθρα 6.2.1(a)(viii),
28.4.2(β)(ϋ) και 39.3.10 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης..
Άρθρο 230
Με το άρθρο αυτό τροποποιείται το εδάφιο β' του άρθρου 4.9.3 της Σύμβασης
Παραχώρησης, ώστε να μην υφίσταται καμία αξίωση του παραχωρησιούχου για κάθε
ποσό που καταβλήθηκε ή έπρεπε να καταβληθεί στο Δημόσιο σε σχέση με τις
Μεταβιβασθείσες Συμβάσεις Αεροδρομίου μέχρι και την ημερομηνία Έναρξης
Παραχώρησης, ενώ, τροποποιοείται αντίστοιχα και η περίπτωση (iii) του άρθρου
4.10.3 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στο Δημόσιο
να αναπτύσσει, κατασκευάζει ή και να παραχωρεί υποδομές και δραστηριότητες
εκμετάλλευσης για την εξυπηρέτηση υδροπλάνων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ'
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 231
Η πώληση της εταιρείας ΕΕΣΣΤΥ περιλαμβάνεται στο από 30.07.2015 εγκεκριμένο από
το ΚΥΣΟΙΠ πρόγραμμα αξιοποίησης του ΤΑΙΠΕΔ και ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη σχετική
διεθνής διαγωνιστική διαδικασία, στην οποία σημαντικοί επενδυτές έχουν εκφράσει
το ενδιαφέρον τους.
Με την προτεινόμενη τροποποίηση της διάταξης της παρ. 7 του άρθρου 23 του Ν.
4111/2013 επιχειρείται να ρυθμιστεί, μεταβατικά) η διαδικασία κατάρτισης του
Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας της ΕΕΣΣΤΥ για το χρονικό διάστημα μέχρι την
μετάβαση της Εταιρείας στο νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς και με απώτερο σκοπό η
μετάβαση αυτή να πραγματοποιηθεί κατά τον ομαλότερο τρόπο.
Επιπρόσθετα, προβλέπεται η διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων του υπάρχοντος,
κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών της εταιρείας, προσωπικού της
Εταιρείας, έναντι του νέου διαδόχου σύμφωνα με τις απαιτήσεις της ισχύουσας
εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας.
Άρθρο 232
1. Με την προτεινόμενη διάταξη συμπληρώνεται η διαδικασία απόδοσης του τιμήματος
από την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων του ΤΑΙΠΕΔ και προβλέπονται, βάσει της
πενταετούς σχετικής εμπειρίας, βελτιώσεις του οικείου πλαισίου προς ενίσχυση,
μεταξύ άλλων της ενημέρωσης των αρμοδίων υπηρεσιών
του Υπουργείου Οικονομικών και της παρεχόμενης τεκμηρίωσης. Ειδικότερα, με την
τροποποιούμενη παράγραφο 14 του άρθρου 2 του Ν.3986/2011 (Α'152), δίνεται
δυνατότητα το Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ. να αφαιρεί λειτουργικά έξοδα και διοικητικές δαπάνες
που πραγματοποίησε για την αξιοποίηση περιουσιακού του στοιχείου, από το τίμημα
που εισέπραξε από αξιοποίηση άλλου περιουσιακού στοιχείου, σύμφωνα με τη
διαδικασία που ειδικότερα ορίζεται στην υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ'
εξουσιοδότηση της παραγράφου 16. Περαιτέρω, με την τροποποιούμενη παράγραφο 16
του άρθρου 2 του Ν.3986/2011 (ΑΊ52), προκειμένου για την έκδοση της ανωτέρω
υπουργικής απόφαση προβλέπεται υποχρέωση εισήγησης της αρμόδιας υπηρεσίας του
Υπουργείου Οικονομικών, ενώ επίσης προβλέπεται ότι με την ίδια απόφαση δύναται
να καθορίζεται ποσοστό επί του εισπραχθέντος τιμήματος, από το οποίο αφαιρούνται
δαπάνες για έργα των οποίων η ολοκλήρωση δεν κατέστη εφικτή ή για έργα τα οποία
είναι ακόμα σε εξέλιξη, η ειδικότερη διαδικασία τεκμηρίωσης εκ μέρους του
Ταμείου για τη συνδρομή των ανωτέρω περιστάσεων καθώς και η ενημέρωση του
Δημοσίου για την εν γένει πορεία των έργων και χρησιμοποιείται αποκλειστικά για
την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους.
Με τις παραπάνω προσθήκες -τροποποιήσεις επιτυγχάνεται η απλούστευση των
διαδικασιών, η ενίσχυση της ρευστότητας του ΤΑΙΠΕΔ, η βελτίωση του πλαισίου
λειτουργίας του, της εκκαθάρισης των συναλλαγών και της ενημέρωσης των αρμοδίων
υπηρεσιών του Δημοσίου.
2. Δυνάμει του άρθρου 53 ν. 3283/2004 (Α'210) το Ελληνικό Δημόσιο, υπεισήλθε στη
θέση της Ολυμπιακής Αεροπορίας-Υπηρεσίες ΑΕ στις σχετικές συμβάσεις που είχε
αυτή συνάψει αναφορικά με τέσσερα αεροσκάφη Airbus με αριθμούς κατασκευαστή
(MSN) 235,239, 280 και 292, ενώ με το με το αρ. 31 του ν.3775/2009 (Α'122), η
Διυπουργική Επιτροπή Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (εφεξής ΔΕΑΑ)
εξουσιοδοτήθηκε να προβαίνει με απόφασή της σε κάθε σχετική ενέργεια και να
ρυθμίζει οποιοδήποτε θέμα σχετικά με τη διαχείριση των εν λόγω αεροσκαφών.
Περαιτέρω με την απόφαση της ΔΕΑΑ με αρ. 228/ 5.2.2013 (ΦΕΚ Β 209)
μεταβιβάστηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ, τα ενοχικά και εμπράγματα δικαιώματα επί των δύο
αεροσκαφών AIRBUS Α340-300 με αριθμούς κατασκευαστή (MSN) 280 και 292, το οποίο
και κατέστη αρμόδιο για την εν γένει αξιοποίηση αυτών.
Δεδομένου ότι εκκρεμεί από το Ελληνικό Δημόσιο, η ολοκλήρωση μέρους των σχετικών
διαδικασιών σε εκτέλεση των συμβάσεων του αρ. 53 του ν.3283/2004 (Α'210), ενώ η
διαδικασία αξιοποίησης των εν λόγω αεροσκαφών υλοποιείται από το ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ,
κρίνεται σκόπιμη η υπεισέλευση του ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ στις συναφθείσες συμβάσεις του εν
λόγω άρθρου. Με αυτό τον τρόπο, επιτυγχάνεται αφενός επιτάχυνση των ενεργειών
και αφετέρου κεντρική και συνεκτική αντιμετώπιση όλων των συναφών θεμάτων, καθώς
υπεισέρχεται το ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ στις συναφθείσες συμβάσεις του αρ. 53 του ν.3283/2004
(Α'210) και ως εκ τούτου καθίσταται διάδοχος του Ελληνικού Δημοσίου αναφορικά με
όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του τελευταίου που έχουν προκύψει ή θα
προκύψουν από τις εν λόγω συμβάσεις.
Από τις ανωτέρω συμβάσεις εξαιρείται η από 1.8.2010 Σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού
Δημοσίου και της υπό ειδική εκκαθάριση τελούσας εταιρείας "Ολυμπιακές
Αερογραμμές ΑΕ" για την παροχή υπηρεσιών CAMO, τεχνικής υποστήριξης και σχετικών
διοικητικών υπηρεσιών, υπηρεσιών ασφάλισης, στάθμευσης και
συντήρησης σε κατάσταση καθήλωσης των τεσσάρων αεροσκαφών τύπου AIRBUS Α340-300
με αριθμούς κατασκευαστή 235,239, 280 και 292 MSN. Αυτό κρίνεται ανανκαίο εν
όψει της περάτωσης της ειδικής εκκαθάρισης της εταιρείας "Ολυμπιακές Αερογραμμές
ΑΕ.
Τέλος η εκκαθάριση των δαπανών που θα προκληθούν από την ολοκλήρωση των
διαδικασιών αναφορικά με τις εν λόγω συμβάσεις από το ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ, διενεργείται
σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν.3986/2011 (Α'152) και τις υπουργικές
αποφάσεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση αυτού.
ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ
ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΚΑΙ
ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ
ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΣΥΣΤΑΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΣΥΣΤΑΣΗ - ΣΚΟΠΟΣ - ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ
Άρθρο 1
Σύσταση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων - Σκοπός
1. Συνιστάται Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή με την επωνυμία Ανεξάρτητη Αρχή
Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) (στο εξής η "Αρχή"), με σκοπό τον προσδιορισμό, την
βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημοσίων
εσόδων, που άπτονταιτου πεδίου των αρμοδιοτήτων της.
2. Η Αρχή απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής
αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά όργανα,
κρατικούς φορείς ή άλλες διοικητικές αρχές. Η Αρχή υπόκειται σε κοινοβουλευτικό
έλεγχο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής και τη διαδικασία του
άρθρου 4 του παρόντος νόμου.
3. Η έδρα της Αρχής είναι στην Αθήνα. Ειδικές Αποκεντρωμένες και Περιφερειακές
Υπηρεσίες της Αρχής μπορεί να συστήνονται και να λειτουργούν και εκτός της έδρας
αυτής.
4. Από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής καταργείται η Γενική Γραμματεία Δημοσίων
Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και η θέση του Γενικού Γραμματέα που
πρόίσταται αυτής.
Άρθρο 2
Αρμοδιότητες της Αρχής
1. Η Αρχή ασκεί όλες τις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων
(Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών, που προβλέπονται, κατά την ημερομηνία
έναρξης λειτουργίας της, στις διατάξεις της Υποπαραγράφου Ε2 της παραγράφου Ε'
του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222), σε οποιαδήποτε άλλη διάταξη της
κείμενης νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων και των κανονιστικών πράξεων του
Υπουργού Οικονομικών, του Αναπληρωτή Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομικών,
καθώς και τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται με τον παρόντα νόμο και με
οποιαδήποτε άλλη γενική ή ειδική διάταξη.
2. Η Αρχή έχει, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) τον προσδιορισμό, τη βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών και
τελωνειακών εσόδων, καθώς και την είσπραξη λοιπών δημοσίων εσόδων, β) την
παρακολούθηση και τον έλεγχο της πορείας της βεβαίωσης και της είσπραξης των
δημοσίων εσόδων και της εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας για την είσπραξη
δημοσίων εσόδων.
γ) τη λήψη και την εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων για την αποτελεσματική και
αποδοτική λειτουργία των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών υπηρεσιών της,
στους τομείς της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, του λαθρεμπορίου, της
φορολογικής απάτης και της παραοικονομίας, της εφαρμογής των διατάξεων της
φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, της βεβαίωσης και είσπραξης και της
βελτίωσης της εισπραξιμότητας των δημοσίων εσόδων.
δ) την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, εγκυκλίων, οδηγιών και λοιπών διοικητικών
εγγράφων που αφορούν εν γένει στην ερμηνεία και στην εφαρμογή των διατάξεων της
φορολογικής, τελωνειακής και λοιπής νομοθεσίας που σχετίζεται με τους τομείς
αρμοδιότητάς της.
ε) την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων, εγκυκλίων, οδηγιών, ατομικών διοικητικών
πράξεων και λοιπών διοικητικών εγγράφων που αφορούν σε θέματα οργάνωσης
υπηρεσιών και διαχείρισης των πάσης φύσεως πόρων της. στ) τη λήψη και την
εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας, του
περιβάλλοντος και των συμφερόντων των καταναλωτών, καθώς και για την συμβολή
στην υγιή λειτουργία της αγοράς, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και
καινοτομίας της χημικής βιομηχανίας, και την παροχή σχετικής επιστημονικής
υποστήριξης σε δικαστικές, αστυνομικές και λοιπές κρατικές Αρχές και υπηρεσίες.
ζ) τον στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδίασμά των δράσεων όλων των υπηρεσιών της
και την κατάρτιση στοχοθεσίας και δεικτών απόδοσης.
η) την κατάρτιση των επιμέρους επιχειρησιακών σχεδίων φορολογικών, τελωνειακών
και λοιπών ελέγχων αρμοδιότητάς της και τον προγραμματισμό ελέγχων για τη
διαπίστωση της εφαρμογής της φορολογικής, τελωνειακής και λοιπής νομοθεσίας
αρμοδιότητάς της. Επίσης, την αξιολόγηση και την ιεράρχηση των αιτημάτων ελέγχου
που υποβάλλονται από άλλους φορείς, θ) τον εντοπισμό φαινομένων φοροδιαφυγής,
λαθρεμπορίου, φορολογικής απάτης, παραεμπορίου και παραοικονομίας και τον
καταλογισμό της διαφεύγουσας φορολογητέας ύλης.
ι) τον εντοπισμό φαινομένων διαφθοράς, αδιαφανών διαδικασιών,
αναποτελεσματικότητας, χαμηλής παραγωγικότητας και ποιότητας των παρεχόμενων
υπηρεσιών και μη τήρησης της νομιμότητας που τυχόν παρατηρούνται στη λειτουργία
και στη δράση των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών υπηρεσιών της.
ια) την εποπτεία και το συντονισμό των ελεγκτικών φορολογικών, τελωνειακών και
λοιπών υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτήν, καθώς και την αξιολόγηση και τον
έλεγχο των αποτελεσμάτων της δράσης τους σε σχέση με την επίτευξη των στόχων
που έχουν τεθεί με βάση τον επιχειρησιακό σχεδίασμά ελέγχων και τα
προγράμματα επιχειρησιακής δράσης που έχει καταρτίσει η Αρχή.
ιβ) την εισήγηση νομοθετικών διατάξεων και μέτρων για την ενίσχυση της
φορολογικής και τελωνειακής συμμόρφωσης και την υποβολή προτάσεων για τη
βελτίωση και την επιτάχυνση της εισπραξιμότητας των δημοσίων εσόδων.
ιγ) την διατύπωση απλής γνώμης για σχέδια νόμων που ρυθμίζουν ζητήματα
εμπίπτοντα στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της.
ιδ) τον συντονισμό και τη συνεργασία με άλλους φορείς και αρχές στα πλαίσια της
άσκησης των ανωτέρω αρμοδιοτήτων.
ιε) την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού των δαπανών της. ιστ) την
κατάρτιση και εκτέλεση προγράμματος προμηθειών για την ομαλή λέιτουργία των
υπηρεσιών της, εξαιρούμενης της προμήθειας κεντρικού εξοπλισμού πληροφορικής και
του συστημικού λογισμικού πληροφορικής που απαιτείται για τη χρήση του, που
εκτελείται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις
διαδικασίες που περιγράφονται στην εκάστοτε ισχύουσα Συμφωνία Επιπέδου
Εξυπηρέτησης. Η προμήθεια περιφερειακού τερματικού εξοπλισμού και του λογισμικού
που τον συνοδεύει γίνεται από την Αρχή σύμφωνα με τις ελάχιστες τεχνικές
προδιαγραφές που καθορίζει η αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών και
δύναται να διενεργείται από αυτήν κατόπιν αιτήματος του Διοικητή της Αρχής, ιζ)
την κατάρτιση συμβάσεων για τα έργα της Αρχής.
ιη) την εποπτεία των φορέων που λειτουργούν στην Αρχή και τη διαχείριση,
παρακολούθηση και αξιοποίηση των ειδικών λογαριασμών που αφορούν την Αρχή ή
λειτουργίες αυτής. Ως φορείς και ειδικοί λογαριασμοί νοούνται ο Ειδικός
Λογαριασμός Τελωνείων, η αρμοδιότητα παρακολούθησης και αξιοποίησης του οποίου
μεταβιβάσθηκε στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων με την υπ' αριθμ. Δ6Α
1145867/2013 ΑΥΟ (Β' 2417) και το Ειδικό Ταμείο Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας
Αλκοόλης - Αλκοολούχων Ποτών (Ε.Τ.Ε.Π.Α.Α.) η αρμοδιότητα εποπτείας του οποίου
μεταβιβάσθηκε στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων με την υπ' αριθμ. Δ6Α
1015213/2013 ΑΥΟ (Β' 130), καθώς και κάθε άλλος ειδικός λογαριασμός ή φορέας του
οποίου η διαχείριση ή εποπτεία, αντίστοιχα, τυχόν ανατεθεί στην Αρχή στο μέλλον.
ιθ) την ανάπτυξη, επικαιροποίηση, συντήρηση, λειτουργία και χρήση του λογισμικού
εφαρμογών των πληροφοριακών συστημάτων ή την προμήθειά του, που είναι απαραίτητη
για την απρόσκοπτη και αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων της και την
ασφάλεια και διαχείριση των δεδομένων που προέρχονται από τις δράστηριότητές
της.
κ) την παροχή και υποστήριξη ηλεκτρονικών υπηρεσιών προς τον πολίτη, τις
επιχειρήσεις, τους φορείς του δημόσιου τομέα για τη διευκόλυνση των
συναλλαγών, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την απλούστευση των διαδικασιών και
την επίτευξη φορολογικής δικαιοσύνης και διαφάνειας.
κα) τον καθορισμό της τεχνολογικής στρατηγικής της ως προς το σχεδίασμά και την
ανάπτυξη εφαρμογών και των υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, κβ) κάθε άλλη
ενέργεια που είναι απαραίτητη στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ή του καθ' ύλην αρμόδιου Αναπληρωτή
Υπουργού ή Υφυπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, δύνανται να μεταβιβάζονται και να περιέρχονται στην Αρχή περαιτέρω
αρμοδιότητες που κατά την κείμενη νομοθεσία ασκούνται από τον Υπουργό
Οικονομικών ή τον αρμόδιο Αναπληρωτή Υπουργό ή Υφυπουργό Οικονομικών ή τους
Προϊσταμένους των οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών και κείνται εντός
του πεδίου των αρμοδιοτήτων της Αρχής. Οι αρμοδιότητες αυτές ασκούνται από τον
Διοικητή της Αρχής, ο οποίος μπορεί να τις μεταβιβάζει σε υφιστάμενα όργανα της
Αρχής ή να εξουσιοδοτεί αυτά, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 14 του
παρόντος.
4. Οι αρμοδιότητες που περιέρχονται στην Αρχή ή στα όργανα αυτής, σύμφωνα με το
παρόν άρθρο, καθώς και αυτές που έχουν ήδη μεταβιβασθεί στη Γενική Γραμματεία
Δημοσίων Εσόδων και κείνται εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων της Αρχής, δεν
μπορούν να αναμεταβιβασθούν στον Υπουργό Οικονομικών ή στον Αναπληρωτή Υπουργό ή
στον Υφυπουργό Οικονομικών ή σε άλλα κυβερνητικά όργανα με μεταγενέστερη
κανονιστική διοικητική πράξη.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ
Άρθρο 3
Λειτουργική ανεξαρτησία
Ο Πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, ο Εμπειρογνώμονας και ο Διοικητής
κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τη
συνείδησή τους και δεν υπόκεινται σε ιεραρχικό έλεγχο ούτε σε διοικητική
εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές ή άλλον δημόσιο ή
ιδιωτικό οργανισμό. Ο Πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, ο
Εμπειρογνώμονας και ο Διοικητής απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής
ανεξαρτησίας.
Άρθρο 4
Σχέσεις με τη Βουλή και διοικητικές αρχές
Τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου, καθώς και ο
Διοικητής της Αρχής, μετά από αίτημα διαρκούς ή άλλης Επιτροπής της
Βουλής, ή κατόπιν δικής τους πρωτοβουλίας, καταθέτουν ενώπιον της Επιτροπής
Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, σύμφωνα με το άρθρο 138Α σε συνδυασμό με το
άρθρο 41Α του Κανονισμού αυτής, σχετικά με θέματα που αφορούν στις αρμοδιότητες
της Αρχής.
Η Αρχή συνεργάζεται με τις διοικητικές αρχές που ασκούν αρμοδιότητες σε
συγκεκριμένους τομείς της εθνικής οικονομίας και παρέχει τη συνδρομή της, εφόσον
της ζητηθεί, στις εν λόγω αρχές, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της.
Άρθρο 5
Σχέσεις με τον Υπουργό Οικονομικών και λοιπούς κυβερνητικούς φορείς
1. Η Αρχή δεν υπόκειται σε ιεραρχικό έλεγχο ή εποπτεία από τον Υπουργό
Οικονομικών.
2. Ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να υποβάλλει στρατηγικές προτάσεις και να
παρέχει στρατηγικές οδηγίες στην Αρχή σχετικά με τον στρατηγικό σχεδίασμά για
την υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής σε ζητήματα που άπτονται των
αρμοδιοτήτων της Αρχής και σε εξαιρετικές περιστάσεις. Οι στρατηγικές οδηγίες
και οι προτάσεις δεν μπορούν να επεκταθούν σε οργανωτικά και λειτουργικά
ζητήματα της Αρχής ή σε θέματα του προσωπικού αυτής.
3. Η Αρχή ενημερώνει περιοδικά τον Υπουργό Οικονομικών, κατά τα οριζόμενα στη
παράγραφο 1 του άρθρου 20 του παρόντος νόμου. Ο Υπουργός δεν δύναται, για
συγκεκριμένες υποθέσεις ή περιπτώσεις, να υποβάλει προς την Αρχή αίτημα παροχής
πληροφοριών ή να παράσχει δεσμευτικές οδηγίες, του παρέχονται όμως υποχρεωτικά
από αυτήν συγκεντρωτικά στοιχεία που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων
του.
4. Σε περίπτωση διαφωνίας του Υπουργού Οικονομικών με τον Διοικητή της Αρχής,
σχετικά με την εφαρμογή της φορολογικής πολιτικής, το ζήτημα παραπέμπεται από
τον Υπουργό Οικονομικών στο Συμβούλιο Διοίκησης της Αρχής.
5. Η Αρχή, μέσω του Διοικητή της, εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών
νομοθετικές διατάξεις για ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της.
6. Πριν από την υποβολή προς ψήφιση στη Βουλή νομοθετικών διατάξεων για ζητήματα
φορολογικής και τελωνειακής πολιτικής καθώς και της εφαρμογής τους, ο Υπουργός
Οικονομικών τις γνωστοποιεί στην Αρχή. Η Αρχή εντός τριάντα (30) ημερών από το
χρόνο που έλαβε γνώση διατυπώνει γνώμη επ' αυτών, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν
είναι δεσμευτική για τον Υπουργό Οικονομικών. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης
της προθεσμίας αυτής θεωρείται ότι η Αρχή έχει διατυπώσει γνώμη σύμφωνη προς το
περιεχόμενο των νομοθετικών διατάξεων. Σε περιπτώσεις επείγοντος, η ως άνω
προθεσμία συντέμνεται σε δέκα (10) ημέρες, ενώ σε περιπτώσεις κατεπείγοντος σε
τρεις (3) ημέρες.
7. Η προηγούμενη παράγραφος εφαρμόζεται και για τη νομοθετική πρωτοβουλία λοιπών
Υπουργείων, όταν αφορούν ζητήματα εμπίπτοντα στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Αρχής.
Στην περίπτωση αυτή οι διατάξεις υποβάλλονται προς την Αρχή για τη διατύπωση
γνώμης μέσω του Υπουργού Οικονομικών, τηρούμενης της ως άνω διαδικασίας.
8. Πριν από την έκδοση κανονιστικών αποφάσεων και εγκυκλίων που αφορούν εν γένει
στην ερμηνεία και στην εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής
νομοθεσίας και της νομοθεσίας που άπτεται των αρμοδιοτήτων του Γενικού Χημείου
του Κράτους, η Αρχή τις γνωστοποιεί στον Υπουργό Οικονομικών για παροχή απόψεων,
οι οποίες σε κάθε περίπτωση δεν είναι δεσμευτικές για την Αρχή, σύμφωνα με τη
διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 6
Οργανισμός και Εσωτερικοί Κανονισμοί της Αρχής
1. Η οργάνωση και διάρθρωση των υπηρεσιών της Αρχής, ο καθορισμός των
αρμοδιοτήτων τους και των οργανικών θέσεων του προσωπικού αυτής, τα προσόντα
διορισμού στους κλάδους και στις ειδικότητες, οι κλάδοι από τους οποίους
προέρχονται οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων αυτής, καθώς και η κατανομή
των οργανικών θέσεων του μονίμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
προσωπικού της Αρχής ανά κατηγορία κλάδο και ειδικότητα ρυθμίζονται από τον
Οργανισμό της Αρχής.
2. Η λειτουργία της Αρχής ρυθμίζεται από Εσωτερικούς Κανονισμούς, στους οποίους
περιλαμβάνονται:
α) ο Κανονισμός Λειτουργίας αυτής, με τον οποίο καθορίζονται ειδικότερα θέματα
λειτουργίας και άσκησης των αρμοδιοτήτων της Αρχής, σύμφωνα με την κείμενη
νομοθεσία, και
β) επιμέρους Εσωτερικοί Κανονισμοί με τους οποίους καθορίζονται τα καθήκοντα του
προσωπικού των υπηρεσιών της και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα.
3. Ο Οργανισμός και οι Εσωτερικοί Κανονισμοί εκδίδονται με αποφάσεις του
Διοικητή, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κατόπιν σύμφωνης
γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 9.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΔΟΜΗ - ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΟΡΓΑΝΩΝ
Άρθρο 7
Όργανα Διοίκησης της Αρχής
Τα όργανα Διοίκησης της Αρχής είναι το Συμβούλιο Διοίκησης και ο Διοικητής.
Άρθρο8
Συμβούλιο Διοίκησης
1. Το Συμβούλιο Διοίκησης είναι πενταμελές, αποτελούμενο από τον Πρόεδρο και
τέσσερα (4) ακόμη τακτικά μέλη, τα οποία δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής
απασχόλησης. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Διοίκησης συμμετέχει ο Διοικητής
της Αρχής ως εκ της ιδιότητάς του7 χωρίς δικαίωμα ψήφου.
2. Η θητεία των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης ορίζεται πενταετής (5) και μπορεί
να ανανεωθεί μόνο μία φορά. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, δύο (2) από τα
πέντε (5) μέλη κληρώνονται αμέσως μετά από τη λήψη της απόφασης επιλογής τους
και διορίζονται για θητεία τριών (3) ετών, άλλα δύο (2) για θητεία τεσσάρων (4)
ετών και ένα (1) μέλος για θητεία πέντε (5) ετών, αντίστοιχα. Αν ανανεωθεί η
θητεία μέλους που σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο διορίστηκε για περιορισμένη
θητεία, η ανανέωση χωρεί για πλήρη θητεία πέντε (5) ετών.
3. Κατά τα πρώτα πέντε (5) έτη λειτουργίας της Αρχής, στο Συμβούλιο Διοίκησης θα
παρέχει εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες, σε ζητήματα βέλτιστων διεθνών
πρακτικών, Εμπειρογνώμονας με εμπειρία σε ζητήματα φορολογικής διοίκησης που
έχει αποκτηθεί στο εξωτερικό. Ο Εμπειρογνώμονας, ο οποίος δύναται να συμμετέχει
στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Διοίκησης χωρίς δικαίωμα ψήφου, έχει τα ίδια
δικαιώματα πρόσβασης στα έγγραφα και στοιχεία της αρχής με τα μέλη του
Συμβουλίου Διοίκησης, καθώς και τις ίδιες υποχρεώσεις. Κατόπιν πρότασης του
Συμβουλίου Διοίκησης, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, με απόφασή του που
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να παρατείνει το ανωτέρω χρονικό
διάστημα έως πέντε (5) ακόμη έτη.
4. Το Συμβούλιο Διοίκησης, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, έχει την
υποχρέωση να υπηρετεί με συνέπεια τους σκοπούς της Αρχής και να ασκεί τις
αρμοδιότητες που του ανατίθενται από τον παρόντα νόμο και από την εκάστοτε
κείμενη νομοθεσία, με γνώμονα την επίτευξη των στόχων αυτής και την
αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία και δράση της Αρχής.
5. 0 Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης καθώς και ο Εμπειρογνώμονας,
κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, έχουν υποχρέωση να τηρούν τις αρχές της
αντικειμενικότητας και αμεροληψίας.
6. Οι αποδοχές του Προέδρου, των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης και του
Εμπειρογνώμονα καθορίζονται στο ποσό των τριακοσίων ευρώ (300,00 €) ανά
συνεδρίαση και σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να υπερβαίνουν ετησίως το τριάντα
τοις εκατό (30%) των αποδοχών Γενικού Γραμματέα Υπουργείου.
7. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης είναι πρόσωπα εγνωσμένου
κύρους, υψηλής επιστημονικής συγκρότησης και επαγγελματικής εμπειρίας σε τομείς
που έχουν σχέση με τις αρμοδιότητες της Αρχής ή / και του Συμβουλίου Διοίκησης.
Οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν:
α) πτυχίο ή δίπλωμα Α.Ε.Ι. νομικής ή οικονομικής κατεύθυνσης ή διοίκησης
επιχειρήσεων ή θετικών επιστημών ή δημόσιας διοίκησης ή ισότιμο τίτλο σπουδών
σχολών της ημεδαπής ή αλλοδαπής αντίστοιχων ειδικοτήτων. Ιδιαίτερο προσόν κατά
την επιλογή θεωρούνται οι μεταπτυχιακοί ή διδακτορικοί τίτλοι ελληνικού Α.Ε.Ι. ή
αναγνωρισμένου ισότιμου της αλλοδαπής ή η αποφοίτηση από την Εθνική Σχολή
Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. που αποδεικνύουν την
επιστημονική εξειδίκευση σε συναφή προς τους σκοπούς της Αρχής ή / και τις
αρμοδιότητες του Συμβουλίου Διοίκησης γνωστικά αντικείμενα, β) επαγγελματική
εμπειρία σε συναφή προς τους σκοπούς της Αρχής ή / και τις αρμοδιότητες του
Συμβουλίου Διοίκησης αντικείμενα τουλάχιστον δέκα (10) ετών, γ) άριστη γνώση
τουλάχιστον μιας ξένης γλώσσας και ιδίως της αγγλικής, δ) ισχυρό ιστορικό
φορολογικής συμμόρφωσης.
Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν τα προσόντα διορισμού τόσο κατά τον χρόνο λήξης της
προθεσμίας υποβολής αιτήσεων, όσο και κατά τον χρόνο του διορισμού.
8. Οι υποψήφιοι πρέπει επίσης να μην έχουν κώλυμα διορισμού κατά τις διατάξεις
των άρθρων 5 και 8 του ν. 3528/2007 (Α 26), είτε κατά το χρόνο λήξης της
προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, είτε κατά το χρόνο του διορισμού, επιπλέον: α)
Να μην έχουν απολυθεί από θέση δημόσιας υπηρεσίας ή Ο.Τ.Α. ή άλλου νομικού
προσώπου του δημόσιου τομέα, λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής
παύσης ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο, οφειλόμενο σε
υπαιτιότητά τους.
β) Να μην έχουν αποκλεισθεί από αρμόδια αρχή από την άσκηση ενός επαγγέλματος ή
να μην τους έχει απαγορευθεί η ανάληψη θέσης Προϊσταμένου ή στελέχους
οποιοσδήποτε δημόσιας αρχής, λόγω σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
γ) Να μη συνδέονται με οποιαδήποτε σχέση εργασίας με την Αρχή.
Τα ίδια ως άνω κωλύματα συντρέχουν και για τον Εμπειρογνώμονα κατά τον χρόνο
έναρξης της σχέσης του με την Αρχή.
9. Για την αντικατάσταση του Προέδρου ή άλλου μέλους κατά τη διάρκεια της
θητείας του Συμβουλίου, οι υποψήφιοι δεν μπορεί να είναι σύζυγοι ή συγγενείς εξ
αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δεύτερου βαθμού ή κατιόντες σε ευθεία γραμμή του
Προέδρου ή άλλου μέλους του Συμβουλίου ή του Διοικητή.
10. Δεν μπορεί να διοριστεί Πρόεδρος ή μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης ή
Εμπειρογνώμονας πρόσωπο, το οποίο είναι ή έχει διατελέσει μέλος του Ελληνικού ή
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Κυβέρνησης ή των εκτελεστικών οργάνων πολιτικού
κόμματος, κατά την τρέχουσα ή την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, ή έχει
ανακηρυχθεί υποψήφιος βουλευτής, κατά τις ίδιες ως άνω περιόδους.
11. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης δεν είναι πλήρους και
αποκλειστικής απασχόλησης και δεν αναστέλλεται η άσκηση οποιοσδήποτε δημοσίου
λειτουργήματος, καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου,
των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των
επιχειρήσεών τους, των Ν.Π.Δ.Δ. και των κρατικών Ν.Π.Ι.Δ. ή δημοσίων
επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, την διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το
Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν
επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο λειτούργημα ή οποιαδήποτε
άλλη επαγγελματική δραστηριότητα που δε συμβιβάζεται με την ιδιότητα ή τα
καθήκοντα μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής. Ιδίως δεν επιτρέπεται να
παρέχουν υπηρεσίες ή να έχουν οποιαδήποτε έννομη σχέση με εταιρεία ή επιχείρηση,
εκ της οποίας μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων. Δε συνιστά για αυτούς
ασυμβίβαστο η άσκηση καθηκόντων μέλους Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού
Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης και
η άσκηση καθηκόντων μέλους του Νομικού Συμβουλίου Του Κράτους.
Άρθρο 9
Αρμοδιότητες Συμβουλίου Διοίκησης
Το Συμβούλιο Διοίκησης έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
1. Ως προς τις δραστηριότητες της Αρχής, το Συμβούλιο Διοίκησης:
α) Παρέχει γενικές κατευθυντήριες οδηγίες για τον στρατηγικό σχεδίασμά της
Αρχής.
β) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για το στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο της
Αρχής, καθώς και για την ετήσια έκθεση απολογισμού και προγραμματισμού των
δραστηριοτήτων της Αρχής.
2. Ως προς τα ζητήματα προσωπικού της Αρχής, το Συμβούλιο Διοίκησης:
α) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του κατά τον σχεδίασμά της πολιτικής προσωπικού της
Αρχής και παρακολουθεί την εφαρμογή αυτής.
β) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την ανάπτυξη και την εφαρμογή
μεθοδολογιών και ειδικότερων συστημάτων προαγωγών, βαθμολογικής και υπηρεσιακής
εξέλιξης του προσωπικού της Αρχής.
γ) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την ανάπτυξη και την εφαρμογή
μεθοδολογιών και ειδικότερων συστημάτων ποιοτικής και ποσοτικής αξιολόγησης του
προσωπικού της Αρχής.
δ) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την ανάπτυξη και την εφαρμογή
μεθοδολογιών και ειδικότερου συστήματος μισθολογικού καθεστώτος και επιπλέον
ανταμοιβής (bonus) του προσωπικού της Αρχής.
ε) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια πρόσληψης
προσωπικού στην Αρχή
στ) Εισηγείται προς το Κυβερνητικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης της Δημόσιας
Διοίκησης, των Ν.Π.Δ.Δ και των Ο.Τ.Α., την αύξηση του καθοριζόμενου ορίου
οργανικών θέσεων μόνιμου προσωπικού της Αρχής.
ζ) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την σύσταση ή κατάργηση οργανικών θέσεων
προσωπικού όλων των κλάδων, ειδικοτήτων και κατηγοριών.
η) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την μεταφορά κενών οργανικών θέσεων από
κατηγορία σε κατηγορία ή από κλάδο ή ειδικότητα σε άλλο κλάδο ή σε άλλη
ειδικότητα, καθώς και για τον καθορισμό ή ανακαθορισμό των προσόντων διορισμού
σε κλάδους και σε ειδικότητες.
θ) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για τον καθορισμό ή ανακαθορισμό των οργανικών
θέσεων προσωπικού, μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, ανά
κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα μεταξύ των υπηρεσιών της Αρχής, ι) Παρέχει τη
σύμφωνη γνώμη του για τον καθορισμό ή ανακαθορισμό του αριθμού των θέσεων των
Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους και των
οργανικών μονάδων όλων των επιπέδων, στις οποίες κατανέμονται οι θέσεις αυτές,
καθώς και για την κατανομή ή ανακατανομή τους σε υπηρεσιακές μονάδες.
3. Ως προς τα οργανωτικά ζητήματα της Αρχής, το Συμβούλιο Διοίκησης:
α) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για τους Εσωτερικούς Κανονισμούς της Αρχής, β)
Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την κατάρτιση του Οργανισμού της Αρχής καθώς
και για την τροποποίηση αυτού, σε περιπτώσεις σημαντικών οργανωτικών αλλαγών,
όπως είναι η σύσταση, η συγχώνευση, η μετατροπή επιπέδου, η κατάργηση και η
αναστολή λειτουργίας υπηρεσιών, επιπέδου Γενικών Διευθύνσεων ή Διευθύνσεων των
Κεντρικών, Ειδικών Αποκεντρωμένων και Περιφερειακών Υπηρεσιών, καθώς και των
Περιφερειακών Υπηρεσιών που αποτελούν Αυτοτελείς Υπηρεσίες της Αρχής,
ανεξαρτήτως επιπέδου καθώς και ο καθορισμός των κλάδων από τους οποίους
προέρχονται οι Προϊστάμενοι των προαναφερθεισών υπηρεσιών και παρακολουθεί την
υλοποίηση των ανωτέρω οργανωτικών αλλαγών, γ) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για
την πολιτική της Αρχής σε θέματα διοικητικών διαδικασιών.
4. Ως προς τον Διοικητή της Αρχής, το Συμβούλιο Διοίκησης:
α) Κατατάσσει τους δύο (2) επικρατέστερους υποψηφίους για τη θέση του Διοικητή
και υποβάλει σχετική πρόταση στον Υπουργό Οικονομικών.
β) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την συμβατότητα του συμβολαίου απόδοσης με
τους τεθέντες στόχους στο στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο και παρακολουθεί
την εκτέλεση του συμβολαίου απόδοσης του Διοικητή.
5. Ως προς τον προϋπολογισμό της Αρχής, το Συμβούλιο Διοίκησης:
α) Παρέχει γνώμη στο Διοικητή της Αρχής επί του σχεδίου προϋπολογισμού της, πριν
την υποβολή του στο ΓΛΚ.
β) Παρακολουθεί την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού της Αρχής, δια της
υποβολής σε αυτό εκθέσεων από το Διοικητή.
γ) Ελέγχει και αποφαίνεται για τη σκοπιμότητα δαπανών, για έργα παροχής
υπηρεσιών, ή για προμήθειες ειδών καθαρής αξίας άνω των διακοσίων χιλιάδων
(200.000) ευρώ.
δ) Παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την ένταξη έργων στο Π.Δ.Ε. και στο Ενιαίο
Πρόγραμμα Προμηθειών.
- 2 τ-ς-
6. Το Συμβούλιο Διοίκησης δεν δύναται να ζητά και να έχει πρόσβαση σε
πληροφορίες που αφορούν σε συγκεκριμένες υποθέσεις ή περιπτώσεις φορολογούμενων.
Άρθρο 10
Διαδικασία επιλογής και διορισμός Συμβουλίου Διοίκησης
1. Η επιλογή των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, γίνεται με ανοικτό διαγωνισμό.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβέρνησης και αναρτάται στο διαδίκτυο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1
έως 6 του ν. 3861/2010 (Α' 112), καθορίζεται η διαδικασία προκήρυξης του
ανοικτού διαγωνισμού, η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής της επόμενης
παραγράφου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας
παραγράφου.
2. Η επιλογή των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης γίνεται από ανεξάρτητη Επιτροπή
Επιλογής, η οποία θα απαρτίζεται από: α) τον Πρόεδρο του Α.Σ.Ε.Π., ως Πρόεδρο,
β) τον Συντονιστή του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, γ) τον
Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, δ) τον
Πρόεδρο του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, ε) έναν Ακαδημαϊκό, που υποδεικνύεται από
τον Υπουργό Οικονομικών και στ) αποκλειστικά για τα πρώτα επτά (7) έτη
λειτουργίας της Αρχής, δύο εκπροσώπους που υποδεικνύονται από την Ευρωπαϊκή
Επιτροπή .
3. Η Επιτροπή Επιλογής καταρτίζει κατάλογο των επικρατέστερων υποψηφίων, με βάση
προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια, ο οποίος αποτελείται από διπλάσιο
αριθμό υποψηφίων από τον αριθμό των σχετικών θέσεων και υποβάλλεται στον Υπουργό
Οικονομικών. Σε περίπτωση που οι υποψήφιοι είναι λιγότεροι από τον διπλάσιο
αριθμό των θέσεων, περιλαμβάνονται όλοι οι υποψήφιοι στον εν λόγω κατάλογο.
4. Ο Υπουργός Οικονομικών επιλέγει από τον ανωτέρω κατάλογο, ισάριθμους με τις
προς πλήρωση θέσεις επικρατέστερους υποψηφίους, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της
Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για κάθε έναν από αυτούς ξεχωριστά,
σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής. Σε περίπτωση που η
Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας δεν εγκρίνει έναν ή περισσότερους από τους
προταθέντες υποψηφίους, ο Υπουργός Οικονομικών προτείνει εναλλακτικούς
υποψηφίους από τον κατάλογο των επικρατέστερων υποψηφίων της παραγράφου 3. Τα
μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Ο Εμπειρογνώμονας ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, βάσει
καταλόγου τριών (3) υποψηφίων, τον οποίο καταρτίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Άρθρο 11
Παύση, παραίτηση, αναπλήρωση μελών του Συμβουλίου Διοίκησης και του
Εμπειρογνώμονα
1. Μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης, περιλαμβανόμενου του Προέδρου, παύεται από το
αξίωμά του με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως, ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών, για
τους εξής λόγους:
α) Για αδυναμία εκτέλεσης των καθηκόντων του λόγω κωλύματος, νόσου ή αναπηρίας
σωματικής ή πνευματικής που διαρκεί για περισσότερους από τρεις συνεχόμενους
μήνες ή αν δεν έχει εκπληρώσει τα καθήκοντά του για τρεις συνεχόμενους μήνες για
οποιονδήποτε άλλο λόγο, χωρίς την άδεια του Συμβουλίου Διοίκησης.
β)για σπουδαίο λόγο που αφορά στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Σπουδαίο λόγο
συνιστά η αποκάλυψη εμπιστευτικών θεμάτων, για τα οποία έλαβε γνώση κατά την
άσκηση των καθηκόντων του ή κατάχρηση της θέσης του για ίδιο, προσωπικό ή
εμπορικό όφελος.
γ) Αν παραπεμφθεί αμετάκλητα στο ακροατήριο για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα
διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τα
άρθρα 8 και 149 του ν. 3528/2007.
δ) Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις θέσης του σε αυτοδίκαιη αργία, σύμφωνα με
τις διατάξεις του άρθρου 103 παρ 1 του ν. 3528/2007.
ε) Αν δεν προβεί στις απαιτούμενες γνωστοποιήσεις, περί σύγκρουσης
συμφερόντων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 35 του παρόντος νόμου.
στ) Αν έχει αποκλεισθεί ή παυθεί από αρμόδια αρχή από την άσκηση ενός
επαγγέλματος ή του έχει απαγορευθεί η ανάληψη θέσης Προϊσταμένου ή
στελέχους οιουδήποτε δημόσιου νομικού προσώπου, λόγω σοβαρού πειθαρχικού
παραπτώματος.
ζ) Αν είναι σύζυγος ή συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δευτέρου βαθμού
ή κατιών σε ευθεία γραμμή του Προέδρου ή άλλου μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης.
η) Αν εκλεγεί μέλος της Βουλής των Ελλήνων, του Ευρωκοινοβουλίου, της Κυβέρνησης
ή των εκτελεστικών οργάνων πολιτικού κόμματος ή αν ανακηρυχθεί υποψήφιος
Βουλευτής.
2. Ο Πρόεδρος ή μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης που έχει παυθεί από το αξίωμά
του, δύναται να προσβάλει με προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας την
απόφαση περί παύσεώς του.
3. Μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου, που
προτίθεται να παραιτηθεί από το αξίωμά του, ενημερώνει σχετικά τον Υπουργό
Οικονομικών και το Συμβούλιο Διοίκησης, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την
παραίτησή του. Η παραίτηση γίνεται αποδεκτή με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών,
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση του Εμπειρογνώμονα.
5. α) Σε περίπτωση κένωσης της θέσης του Προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου
Διοίκησης, λόγω θανάτου, παραίτησης ή παύσης, διορίζεται νέος Πρόεδρος ή μέλος,
σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 10 του παρόντος νόμου, εντός δύο μηνών από
την κένωση της θέσης, για το υπόλοιπο της θητείας. Μέχρι το διορισμό νέου
Προέδρου ή μέλους, η λειτουργία του Συμβουλίου Διοίκησης δεν διακόπτεται. Για το
διάστημα μέχρι τον διορισμό νέου Προέδρου ορίζεται αναπληρωτής αυτού από τα
απολειπόμενα μέλη με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης.
β) Σε περίπτωση κένωσης της θέσης του Εμπειρογνώμονα για τους ίδιους ως άνω
λόγους, ορίζεται νέος Εμπειρογνώμονας, σύμφωνα με την διαδικασία της παραγράφου
5 του άρθρου 10, εντός δύο μηνών από την κένωση της θέσης, για το υπόλοιπο της
θητείας.
6. Η διαδικασία για το διορισμό νέου Προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης
ή για τον ορισμό του Εμπειρογνώμονα ολοκληρώνεται πριν από την εκπνοή της
θητείας του Προέδρου ή του μέλους ή του Εμπειρογνώμονα, σύμφωνα με τη διαδικασία
του άρθρου 10.
7. Σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας για το διορισμό νέου Προέδρου ή
μέλους κατά τα ανωτέρω, η θητεία του απερχόμενου Προέδρου ή μελών παρατείνεται
αυτοδικαίως μέχρι το διορισμό νέων.
Άρθρο 12
Συνεδριάσεις του Συμβουλίου Διοίκησης, εκλογή Προέδρου και λήψη αποφάσεων
1. Το Συμβούλιο Διοίκησης συνεδριάζει τουλάχιστον μία (1) φορά τον μήνα τακτικώς
και εκτάκτως όποτε χρειαστεί, μετά από πρόσκληση του Προέδρου του, στην οποία
ορίζεται ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης. Στην πρόσκληση περιλαμβάνονται τα
θέματα της ημερήσιας διάταξης. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Διοίκησης υποχρεούται
να συγκαλέσει συνεδρίαση εκτάκτως, αν το ζητήσουν δύο (2) μέλη.
2. Κατά την πρώτη του συνεδρίαση, καθώς και σε κάθε περίπτωση αλλαγής μέλους
του, το Συμβούλιο Διοίκησης συγκροτείται σε σώμα, εκλέγει τον Πρόεδρό του και
ορίζει το μέλος που αναπληρώνει τον Πρόεδρο κατά την απουσία του. Οι ειδικότερες
αρμοδιότητες του Προέδρου, σχετικά με τη σύγκληση των συνεδριάσεων του
Συμβουλίου Διοίκησης, τη διεξαγωγή αυτών και τη λήφη αποφάσεων καθορίζονται στον
Εσωτερικό Κανονισμό της Αρχής.
Για τις συνεδριάσεις της παρούσας παραγράφου απαιτείται πλήρης απαρτία. Οι
σχετικές αποφάσεις αναρτώνται στο διαδίκτυο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων
1 έως 6 του ν. 3861/2010.
3. Το Συμβούλιο Διοίκησης συνεδριάζει νόμιμα εφόσον παρίστανται τέσσερα (4)
τουλάχιστον μέλη του. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με απόλυτη πλειοφηφία των
παρόντων μελών και, σε περίπτωση ισοφηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου ή
του αναπληρωτή του. Ο Πρόεδρος μπορεί να καλεί να παραστούν κατά τη
συζήτηση ειδικών θεμάτων και μέλη του προσωπικού της Αρχής ή τρίτοι, εκπρόσωποι
του Δημοσίου ή αλλοδαπών αρχών, δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων και επαγγελματικών
οργανώσεων, καθώς και εμπειρογνώμονες. Χρέη γραμματέα ασκεί μέλος του προσωπικού
της Αρχής που ορίζεται με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης, με τον αναπληρωτή
του.
4. Τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Συμβουλίου Διοίκησης τηρούνται από τον
γραμματέα και υπογράφονται από όλα τα συμμετέχοντα μέλη.
5. Κάθε άλλο ζήτημα που αφορά στη λειτουργία του Συμβουλίου Διοίκησης ρυθμίζεται
με τον Εσωτερικό Κανονισμό της Αρχής.
Άρθρο 13 Διοικητής
1. Στην Αρχή συνιστάται θέση Διοικητή, ο οποίος τελεί σε καθεστώς πλήρους και
αποκλειστικής απασχόλησης.
Η θητεία του Διοικητή ορίζεται πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί μόνο μία φορά
με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου
Διοίκησης, με πλειοψηφία των 2/3 του συνόλου των μελών του.
2. Ο Διοικητής είναι πρόσωπο εγνωσμένου κύρους, υψηλής επιστημονικής συγκρότησης
και επαγγελματικής εμπειρίας σε τομείς που έχουν σχέση με τις αρμοδιότητες της
Αρχής και ειδικά στους τομείς του φορολογικού ή τελωνειακού δικαίου ή των
δημόσιων οικονομικών. Οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν:
α) πτυχίο Α.Ε.Ι. ή ισότιμο τίτλο σπουδών σχολών της αλλοδαπής. Ιδιαίτερο προσόν
κατά την επιλογή θεωρούνται οι μεταπτυχιακοί ή διδακτορικοί τίτλοι ελληνικού
Α.Ε.Ι. ή αναγνωρισμένου ισότιμου της αλλοδαπής, που αποδεικνύουν την
επιστημονική εξειδίκευση σε συναφή προς τους σκοπούς της Αρχής γνωστικά
αντικείμενα.
β) Σημαντική επαγγελματική εμπειρία τουλάχιστον δέκα (10) ετών, σε συναφή προς
ας αρμοδιότητες της Αρχής αντικείμενα.
γ) Σημαντική διοικητική εμπειρία, σε θέσεις ευθύνης, σε διοίκηση ανθρώπινου
δυναμικού, κατάρτιση στρατηγικών σχεδίων, διαχείριση έργων και δραστηριοτήτων,
στοχοθεσία, συντονισμό ομάδων και παρακολούθηση επίτευξης στόχων.
δ) άριστη γνώση τουλάχιστον μιας ξένης γλώσσας, ιδίως της αγγλικής, ε) ισχυρό
ιστορικό φορολογικής συμμόρφωσης.
Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν τα προσόντα διορισμού τόσο κατά τον χρόνο λήξης της
προθεσμίας υποβολής αιτήσεων, όσο και κατά τον χρόνο του διορισμού.
3. Οι υποψήφιοι πρέπει επίσης να μην έχουν κώλυμα διορισμού κατά τις διατάξεις
των άρθρων 5 και 8 του ν. 3528/2007, ούτε κατά το χρόνο λήξης της προθεσμίας
υποβολής των αιτήσεων, ούτε κατά το χρόνο του διορισμού, επιπλέον:
α) Να μην έχουν απολυθεί από θέση δημόσιας υπηρεσίας ή Ο.Τ.Α. ή άλλου νομικού
προσώπου του δημόσιου τομέα, λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής
παύσης ή λόγω κατανγελίας της σύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο, οφειλόμενο σε
υπαιτιότητά τους.
β) Να μην έχουν αποκλεισθεί από αρμόδια αρχή από την άσκηση ενός επαγγέλματος ή
να μην τους έχει απαγορευθεί η ανάληψη θέσης Προϊσταμένου ή στελέχους
οποιοσδήποτε δημόσιας αρχής, λόγω σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος.
4. Ο Διοικητής δεν μπορεί να είναι σύζυγος ή συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας
μέχρι δεύτερου βαθμού ή κατιών σε ευθεία γραμμή του Προέδρου ή άλλου μέλους του
Συμβουλίου.
5. Δεν μπορεί να διοριστεί Διοικητής πρόσωπο, το οποίο είναι ή έχει διατελέσει
μέλος του Ελληνικού ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Κυβέρνησης ή των
εκτελεστικών οργάνων πολιτικού κόμματος, κατά την τρέχουσα ή την προηγούμενη
κοινοβουλευτική περίοδο , ή έχει ανακηρυχθεί υποψήφιος βουλευτής, κατά τις ίδιες
ως άνω περιόδους.
6. α) Κατά τη διάρκεια της θητείας του Διοικητή αναστέλλεται η άσκηση έμμισθου ή
άμισθου δημόσιου λειτουργήματος, η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του
Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και
των επιχειρήσεών τους, των Ν.Π.Δ.Δ. και των κρατικών Ν.Π.Ι.Δ. ή δημοσίων
επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, την διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το
Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, καθώς και οποιαδήποτε άλλη
επαγγελματική δραστηριότητα. Ο Διοικητής οφείλει, πριν από την ανάληψη των
καθηκόντων του, να παύσει οποιαδήποτε έννομη σχέση με επιχείρηση/εταιρεία/νομική
οντότητα, από την οποία μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων.
β) Σε περίπτωση που ο Διοικητής είναι μόνιμος δημόσιος υπάλληλος ή όργανο ή
λειτουργός φορέων του Δημοσίου, με τη λήξη της θητείας του επανέρχεται στην
οργανική θέση που κατείχε πριν από τον διορισμό του.
7. Ο Διοικητής με την ανάληψη των καθηκόντων του, υπογράφει συμβόλαιο απόδοσης
με τον Υπουργό Οικονομικών, το οποίο καθορίζει, τις υποχρεώσεις του, τη σχέση
εργασίας του, την αμοιβή για τις υπηρεσίες του, και τους ποιοτικούς και
ποσοτικούς στόχους, οι οποίοι πρέπει να επιτευχθούν κατά τη διάρκεια της θητείας
του, όπως επίσης και σε ετήσια βάση Στο συμβόλαιο μπορεί να προβλέπεται ετήσια
ειδική ανταμοιβή (bonus) του Διοικητή σε περίπτωση υπέρβασης των ετήσιων στόχων
που τίθενται στο συμβόλαιο απόδοσής του ή επίτευξης των βασικών δεικτών απόδοσης
της φορολογικής διοίκησης που προβλέπονται σε αυτό.
8. Κατά παρέκκλιση κάθε ισχύουσας διάταξης, οι κάθε είδους αποδοχές του
Διοικητή, τακτικές ή πρόσθετες, για όλο το διάστημα της θητείας του,
καθορίζονται κατόπιν πρότασης του Συμβουλίου Διοίκησης, με απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών και δεν μπορούν να υπερβαίνουν το σύνολο των αποδοχών του Προέδρου
του Αρείου Πάγου, ούτε να υπολείπονται του συνόλου των αποδοχών Γενικού
Γραμματέα Υπουργείου.
9. Ο χρόνος της θητείας του Διοικητή, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας
για κάθε έννομη συνέπεια.
Άρθρο 14
Αρμοδιότητες Διοικητή
1. Όλες οι αρμοδιότητες της Αρχής που προβλέπονται στον παρόντα νόμο ή σε άλλες
διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας ασκούνται από τον Διοικητή της, πλην αυτών που
ρητώς ορίζεται ότι ασκούνται από το Συμβούλιο Διοίκησης.
2. Στο πλαίσιο αυτό, ο Διοικητής, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά:
α) Εισηγείται στο Συμβούλιο Διοίκησης για όλα τα θέματα αρμοδιότητάς του. β)
Διαμορφώνει και επικαιροποιεί τον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδίασμά της Αρχής.
Επίσης, καταρτίζει και αναθεωρεί, εφόσον απαιτείται, το ετήσιο επιχειρησιακό
σχέδιο της Αρχής και καθορίζει τους ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους και τα
κριτήρια αξιολόγησης των οργανικών μονάδων αυτής, καθώς και των προϊσταμένων
αυτών και του προσωπικού τους.
γ) Εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών νομοθετικές ρυθμίσεις σε ζητήματα που
εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του καθώς και την έκδοση κανονιστικών πράξεων για
τις οποίες ο Υπουργός εξακολουθεί να έχει αρμοδιότητα.
δ) Εισηγείται για την υποβολή πρότασης για την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων
συναφών με τις αρμοδιότητες της Αρχής.
ε) Υποβάλλει απαντήσεις της Αρχής, για ερωτήσεις, επερωτήσεις και επίκαιρες
ερωτήσεις, αναφορές, καθώς και αιτήσεις κατάθεσης εγγράφων βουλευτών, προς την
αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, για την υποβοήθηση της άσκησης των
κοινοβουλευτικών αρμοδιοτήτων.
στ) Λαμβάνει μέτρα για τη διασφάλιση της διαφάνειας και την καταπολέμηση της
διαφθοράς στις υπηρεσίες που υπάγονται στην Αρχή, συμπεριλαμβανομένης και της
κίνησης της διαδικασίας πειθαρχικής δίωξης και ενώπιον των αρμόδιων Πειθαρχικών
Συμβουλίων.
η) Αποφασίζει για τη συμμετοχή της Αρχής σε Ομάδες Εργασίες ή Επιτροπές της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και Διεθνών Οργανισμών με αντικείμενο που άπτεται αμιγώς των
αρμοδιοτήτων της και ορίζει τα πρόσωπα που συμμετέχουν σε αυτές εκ μέρους της.
ζ) Εποπτεύει τους φορείς που λειτουργούν στην Αρχή και διαχειρίζεται και
παρακολουθεί τους ειδικούς λογαριασμούς που αφορούν την Αρχή ή λειτουργίες
αυτής.
3. Ως προς το προσωπικό της Αρχής, ο Διοικητής, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά:
α) Επιλέγει και τοποθετεί τους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων κάθε επιπέδου
της Αρχής και αποφασίζει την πρόωρη λήξη της θητείας τους και την απαλλαγή ή
μετακίνησή τους.
β) Οργανώνει προγράμματα εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης και εξειδίκευσης του
προσωπικού που υπάγεται στις οργανικές μονάδες της Αρχής.
γ) Αποφασίζει για τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια πρόσληψης προσωπικού στην
Αρχή και για την υποβολή στους αρμόδιους φορείς και στο Α.Σ.Ε.Π. των αντίστοιχων
αιτημάτων για τις σχετικές προκηρύξεις, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, δ)
Καθορίζει τον αριθμό θέσεων αποφοίτων των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων
(Τ.Ε.Ι.) και των Ινστιτούτων Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ) για την
πραγματοποίηση προαιρετικής πρακτικής άσκησης σε Υπηρεσίες της Αρχής, ε)
Καθορίζει ή ανακαθορίζει ειδικό σύστημα προαγωγών και βαθμολογικής και
υπηρεσιακής εξέλιξης των υπαλλήλων της Αρχής.
στ) Καθορίζει ειδικό μισθολογικό καθεστώς και ειδικότερο σύστημα επιπλέον
ανταμοιβής (bonus) για το προσωπικό της Αρχής.
ζ) Καθορίζει ή να ανακαθορίζει μεθοδολογίες και ειδικότερα συστήματα ποιοτικής
και ποσοτικής αξιολόγησης του προσωπικού της Αρχής.
η) Καθορίζει τον τρόπο, την διαδικασία και τα όργανα ελέγχου της επίτευξης των
στόχων, τα κριτήρια αξιολόγησης των υπαλλήλων της Αρχής, τον τρόπο, την
διαδικασία, τα όργανα αξιολόγησης αυτών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής
του συνόλου της διαδικασίας.
θ) Καθορίζει, με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως:
ί) τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα των υποψηφίων Ελεγκτών Βεβαίωσης και
Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους (Ελεγκτών), όπως τίτλοι σπουδών,
πτυχίο Α.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι., μεταπτυχιακοί ή διδακτορικοί τίτλοι και τη συνάφεια
αυτών με το αντικείμενο της θέσης εργασίας, τη γνώση ξένης γλώσσας, τη γνώση
ηλεκτρονικού υπολογιστή, Μ) τα ουσιαστικά προσόντα αυτών, όπως εξειδίκευση και
προηγούμενη εμπειρία, iii) το είδος, το χρόνο και τον τρόπο της εκπαίδευσης,
καθώς και τη βαθμολογία αυτής που πρέπει να διαθέτει ο υποψήφιος για να θεωρηθεί
ότι την έχει περαιώσει με επιτυχία, η οποία αποτελεί απαραίτητο προσόν κατάταξης
των υποψηφίων στον πίνακα ή τους πίνακες επιτυχόντων, ϊν) τους συντελεστές
βαρύτητας των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων των υποψηφίων, καθώς και κάθε
άλλο θέμα σχετικό με την διαδικασία, τα κριτήρια επιλογής, την αξιολόγηση, την
επιλογή αυτών και την κατάρτιση του πίνακα ή των πινάκων επιτυχόντων, ν) την
διάρκεια της θητείας των Ελεγκτών, τους λόγους απαλλαγής από την θέση και
κινητικότητας αυτών και κάθε άλλη λεπτομέρεια που σχετίζεται με την θητεία και
την αξιολόγησή τους.
4. Ως προς τα οργανωτικά θέματα της Αρχής, ο Διοικητής, ενδεικτικά και όχι
περιοριστικά:
α) Διασφαλίζει ότι το πρόγραμμα και οι δραστηριότητες των επί μέρους οργανικών
μονάδων και υπηρεσιών της Αρχής συμβαδίζουν με το το στρατηγικό και
επιχειρησιακό σχέδιο και τους τεθέντες στόχους, και, επίσης, ελέγχει και
εποπτεύει όλες τις δραστηριότητες της Αρχής.
β) Μεταφέρει ανθρώπινους, οικονομικούς και λειτουργικούς πόρους, καθώς και
υλικοτεχνικό εξοπλισμό μεταξύ των οργανικών μονάδων της Αρχής. Σε περίπτωση
μεταφοράς εξοπλισμού πληροφορικής ενημερώνεται η αρμόδια υπηρεσία του
Υπουργείου Οικονομικών και προβαίνει στην εγκατάσταση για τη διασφάλιση της
λειτουργίας της υποδομής.
γ) Προτείνει στον Υπουργό Οικονομικών και στον Υπουργό Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης για τη σύσταση
ή κατάργηση οργανικών θέσεων προσωπικού όλων των κατηγοριών, κλάδων και
ειδικοτήτων.
δ) Με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως συστήνει ή
συγχωνεύει Υπηρεσιακά και Πειθαρχικά Συμβούλια στην Αρχή, καθώς και Ειδικές
Επιτροπές Αξιολόγησης, και καθορίζει τα ειδικότερα θέματα λειτουργίας τους,
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
ε) Με αποφάσεις του συστήνει, συγκροτεί και ορίζει τον Πρόεδρο, τα μέλη, τον
εισηγητή και τον γραμματέα των συλλογικών οργάνων της Αρχής, όπως Συμβουλίων,
Επιτροπών, Ομάδων Εργασίας ή Έργου και Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων.
στ) Υποδεικνύει εκπροσώπους της Αρχής σε συλλογικά όργανα του Υπουργείου
Οικονομικών ή άλλων Υπουργείων και Φορέων.
ζ) Ανασυγκροτεί συλλογικά όργανα της Αρχής (επιτροπές, συμβούλια, ομάδες
εργασίας ή έργου) με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, σε περίπτωση που προκύψει:
αα) μεταβολή στον τίτλο ή στην οργάνωση των οργανικών μονάδων της Αρχής, από τις
οποίες προβλέπεται για τη νόμιμη συγκρότησή τους η συμμετοχή υπαλλήλου, ως
προέδρου, συντονιστή, μέλους, εισηγητή ή γραμματέα.
ββ) μεταβολή στον τίτλο ή στην οργάνωση Γενικών ή Ειδικών Γραμματειών ή
Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών ή άλλων Υπουργείων, μέλη των οποίων
συγκροτούν τα συλλογικά όργανα της Αρχής.
Όπου για την νόμιμη συγκρότηση συλλογικού οργάνου της Αρχής προβλέπεται η
συμμετοχή Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης αυτής, ως προέδρου, συντονιστή ή
μέλους και δεν υφίσταται ή ελλείπει αυτός, με απόφαση του Διοικητή ορίζεται στη
θέση του και μέχρι την πλήρωση της θέσης αυτού στη Γενική Διεύθυνση, ένας
προϊστάμενος Διεύθυνσης ή υπηρεσίας επιπέδου Διεύθυνσης της ίδιας Γενικής
Διεύθυνσης της Αρχής.
η) Εκδίδει αποφάσεις σύστασης, συγκρότησης και ορισμού μελών επιτροπών, μεταξύ
άλλων για θέματα προμηθειών και ομάδων εργασίας αρμοδιότητας της Αρχής.
θ) Με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως: αα)
καθορίζει ή ανακαθορίζει την εσωτερική διάρθρωση των Υπηρεσιών της Αρχής και να
συστήνει ή να καταργεί ή να συγχωνεύει οργανικές μονάδες αυτής, κάθε επιπέδου ή
να αναστέλλει την λειτουργία τους ή να μετατρέπει το επίπεδο αυτών, καθώς και
τους κλάδους από τους οποίους προέρχονται οι Προϊστάμενοι αυτών.
Σε όποιες από τις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου κρίνεται αναγκαίο, με τις
ίδιες ή όμοιες αποφάσεις, καθορίζεται η διαδικασία και ο τρόπος μεταφοράς,
παρακολούθησης και διεκπεραίωσης των υποθέσεων, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο
ζήτημα.
ββ) καθορίζει ή ανακαθορίζει την κατά τόπον και την καθ' ύλην αρμοδιότητα των
Υπηρεσιών της Αρχής, την περαιτέρω εξειδίκευση των αρμοδιοτήτων τους, την έδρα
και τον τίτλο αυτών, καθώς και την ημερομηνία έναρξης ή παύσης λειτουργίας τους,
καθώς και να ορίζει ποιά πρόσωπα θεωρούνται φορολογούμενοι μεγάλου πλούτου ή τις
μεγάλες επιχειρήσεις.
γγ) Εκδίδει και τροποποιεί τον Οργανισμό και τους Εσωτερικούς Κανονισμούς της
Αρχής, καθώς και την περιγραφή των θέσεων εργασίας των Υπηρεσιών αυτής, μέσω της
κατάρτισης περιγραμμάτων εργασίας.
δδ) καθορίζει ή ανακαθορίζει τις ημέρες και ώρες εισόδου του κοινού στις
υπηρεσίες της Αρχής, χωρίς να απαιτείται η προβλεπόμενη από τις κείμενες
διατάξεις εξουσιοδότηση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης,
και κατά παρέκκλιση νομοθετικών διατάξεων που ορίζουν την χωρίς κανένα χρονικό ή
άλλο περιορισμό είσοδο μελών συγκεκριμένων επαγγελματικών ομάδων στα δημόσια
καταστήματα, κάθε εργάσιμη ημέρα και ώρα, καθώς και το ωράριο εργασίας των
Υπηρεσιών της Αρχής που λειτουργούν σε φυλακές εργασίας (βάρδιες).
εε) καθορίζει ή ανακαθορίζει τις οργανικές θέσεις προσωπικού, μόνιμου και με
σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα μεταξύ των
υπηρεσιών της Αρχής. Επίσης, καθορίζει ή ανακαθορίζει τον αριθμό των θέσεων των
Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους, κατανέμει
ή ανακατανέμει τις θέσεις αυτές σε υπηρεσιακές μονάδες και καθορίζει ή
ανακαθορίζει τις οργανικές μονάδες όλων των επιπέδων, στις οποίες κατανέμονται
αυτές.
στστ) μεταφέρει κενές οργανικές θέσεις προσωπικού από κατηγορία σε κατηγορία ή
από κλάδο ή ειδικότητα σε άλλο κλάδο ή σε άλλη ειδικότητα σύμφωνα με τις
κείμενες διατάξεις, καθώς και καθορίζει ή ανακαθορίζει τα προσόντα διορισμού σε
κλάδους και σε ειδικότητες.
ι) Αποφασίζει για θέματα στέγασης και μεταστέγασης των Υπηρεσιών της Αρχής και
παρέχει σχετικές εγκρίσεις, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί στέγασης
Δημοσίων Υπηρεσιών.
5. Ο Διοικητής ασκεί και κάθε άλλη υφιστάμενη κατά την έναρξη ισχύος της Αρχής
αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
6. α) Με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο
Διοικητής της Αρχής δύναται να μεταβιβάζει στους Προϊσταμένους όλων των
οργανικών μονάδων της Αρχής, τις αναγκαίες αρμοδιότητες ή να εξουσιοδοτεί αυτούς
να υπογράφουν «Με εντολή Διοικητή» πράξεις ή έγγραφα, προκειμένου αυτοί να
ανταποκριθούν στους στόχους που τους τίθενται.
β) Επίσης, ο Διοικητής της Αρχής, δύναται με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να μεταβιβάζει αρμοδιότητες, να αναθέτει
καθήκοντα ή να εξουσιοδοτεί, κατ' εφαρμονή των διατάξεων του άρθρου 4 του ν.
4174/2013 (Α' 170), καθώς και της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 356/1974
(Α' 90), οι οποίες ισχύουν και για την Αρχή και τον Διοικητή αυτής.
Η κατά το προηγούμενο εδάφιο μεταβίβαση αρμοδιότητας, ανάθεση καθήκοντος ή
εξουσιοδότηση υπογραφής μπορεί να αφορά σε περισσότερα του ενός όργανα της
Αρχής.
Επιτρέπεται η περαιτέρω εξουσιοδότηση υπογραφής από τα όργανα στα οποία
μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα ή τα οποία εξουσιοδοτούνται από τον Διοικητή, σε
ιεραρχικά υφιστάμενα όργανα αυτών, στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται από τις
αποφάσεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του πρώτου εδαφίου της
παρούσας υποπαραγράφου.
Στην περίπτωση που η ως άνω περαιτέρω εξουσιοδότηση παρέχεται από όργανο στο
οποίο: αα) είχε μεταβιβασθεί η αρμοδιότητα, το εξουσιοδοτούμενο όργανο υπογράφει
με εντολή του οργάνου που του παρείχε την εξουσιοδότηση ή ββ) είχε παρασχεθεί η
εξουσιοδότηση υπογραφής, το εξουσιοδοτούμενο όργανο υπογράφει «Με Εντολή
Διοικητή».
γ) Οι αποφάσεις που προβλέπονται στις υποπαραγράφους α' και β' της παρούσας
παραγράφου δύνανται να τροποποιούνται εν όλω ή εν μέρει από το ίδιο θεσμικό
όργανο, ανεξαρτήτως αλλαγής του προσώπου που τις εξέδωσε. Επίσης, ο Διοικητής
μπορεί να τροποποιεί εν όλω ή εν μέρει τις αποφάσεις για μεταβίβαση
αρμοδιοτήτων, ανάθεση καθηκόντων ή εξουσιοδότηση υπογραφής που είχαν εκδοθεί από
τον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και εξακολουθούν να
ισχύουν.
Άρθρο 15
Διαδικασία επιλογής και διορισμός Διοικητή
1. Η επιλογή του Διοικητή γίνεται με ανοικτό διαγωνισμό. Με απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και αναρτάται στο
διαδίκτυο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν. 3861/2010 (Α' 112),
καθορίζεται η διαδικασία προκήρυξης του ανοικτού διαγωνισμού, η γραμματειακή
υποστήριξη της Επιτροπής της επόμενης παραγράφου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό
θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
2. Η επιλογή των Υποψηφίων γίνεται από την ανεξάρτητη Επιτροπή Επιλογής του
άρθρου 10 του παρόντος νόμου.
3. Η Επιτροπή Επιλογής καταρτίζει κατάλογο των τεσσάρων (4) επικρατέστερων
υποψηφίων, με βάση προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια, ο οποίος
υποβάλλεται στο Συμβούλιο Διοίκησης. Σε περίπτωση που οι υποψήφιοι είναι
λιγότεροι από τέσσερις (4), περιλαμβάνονται όλοι οι υποψήφιοι στον εν λόγω
κατάλογο.
4. Το Συμβούλιο Διοίκησης κατατάσσει τους δύο (2) επικρατέστερους υποψηφίους με
σειρά προτεραιότητας και υποβάλλει σχετική πρόταση στον Υπουργό Οικονομικών. Ο
Υπουργός Οικονομικών επιλέγει τον Διοικητή, ο οποίος διορίζεται με απόφασή του,
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, στην οποία αναφέρονται οι
παράγοντες που ελήφθησαν υπόψη για την επιλογή αυτή.
Άρθρο 16
Παύση, παραίτηση, αναπλήρωση Διοικητή
1. Ο Διοικητής παύεται από το αξίωμά του πριν από τη λήξη της θητείας του, με
πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, ύστερα από γνώμη ή πρόταση του Συμβουλίου Διοίκησης και
αιτιολογημένη εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών, στην οποία αναφέρεται η γνώμη ή
πρόταση του Συμβουλίου Διοίκησης, για τους εξής λόγους: α) Για αδυναμία
εκτέλεσης των καθηκόντων του λόγω κωλύματος, νόσου ή αναπηρίας σωματικής ή
πνευματικής που διαρκεί για περισσότερους από τρεις συνεχόμενους μήνες ή αν δεν
έχει εκπληρώσει τα καθήκοντά του για τρεις συνεχόμενους μήνες για οποιονδήποτε
άλλο λόγο, χωρίς την άδεια του Συμβουλίου Διοίκησης.
β) για σπουδαίο λόγο που αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων του, όπως ιδίως η
αποκάλυψη εμπιστευτικών θεμάτων για τα οποία έλαβε γνώση κατά την άσκηση των
καθηκόντων του ή κατάχρηση της θέσης του για ίδιο, προσωπικό ή εμπορικό όφελος.
γ) Αν παραπεμφθεί αμετάκλητα στο ακροατήριο για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα
διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τα
άρθρα 8 και 149 του ν. 3528/2007.
δ) Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις θέσης του σε αυτοδίκαιη αργία, σύμφωνα με
τις διατάξεις του άρθρου 103 παρ. 1 του ν. 3528/2007.
ε) Αν δεν προβεί στις απαιτούμενες γνωστοποιήσεις, περί σύγκρουσης
συμφερόντων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 35 του παρόντος νόμου.
στ) Αν έχει αποκλεισθεί ή παυθεί από αρμόδια αρχή από την άσκηση ενός
επαγγέλματος ή του έχει απαγορευθεί η ανάληψη θέσης Προϊσταμένου ή
στελέχους οιουδήποτε δημόσιου νομικού προσώπου, λόγω σοβαρού πειθαρχικού
παραπτώματος.
ζ) Αν είναι σύζυγος ή συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δευτέρου βαθμού
ή κατιών σε ευθεία γραμμή του Προέδρου ή άλλου μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης.
η) Αν εκλεγεί μέλος της Βουλής των Ελλήνων, του Ευρωκοινοβουλίου, της Κυβέρνησης
ή των εκτελεστικών οργάνων πολιτικού κόμματος ή αν ανακηρυχθεί υποψήφιος
Βουλευτής.
θ) Σε περίπτωση προφανούς απόκλισης από την επίτευξη των τεθέντων στο συμβόλαιο
απόδοσής του ποιοτικών και ποσοτικών στόχων, μετά από την συμπλήρωση δύο ετών
από την τοποθέτησή του.
2. Ο Διοικητής που έχει παυθεί από το αξίωμά του, δύναται να προσβάλει με
προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας την απόφαση περί παύσεώς του.
3. Ο Διοικητής όταν προτίθεται να παραιτηθεί από το αξίωμά του, ενημερώνει
σχετικά τον Υπουργό Οικονομικών και το Συμβούλιο Διοίκησης, τουλάχιστον τρεις
μήνες πριν από την παραίτησή του. Η παραίτηση γίνεται αποδεκτή με απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Σε περίπτωση κένωσης της θέσης του Διοικητή, λόγω θανάτου, παραίτησης ή
παύσης, διορίζεται νέος Διοικητής, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 του
παρόντος νόμου, εντός δύο μηνών από την κένωση της θέσης.
5. Σε περίπτωση καθυστέρησης επιλογής του Διοικητή μετά από την λήξη της θητείας
του ή σε περίπτωση πρόωρης λήξης της θητείας αυτού ή σε περίπτωση προσωρινής
αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων του, με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης
ορίζεται ένας από τους προϊσταμένους Γενικής Διεύθυνσης της Αρχής ως αναπληρωτής
για το χρονικό διάστημα από τη λήξη της θητείας του μέχρι το διορισμό του
διαδόχου του ή για όσο διάστημα ο Διοικητής τελεί σε προσωρινή αδυναμία
εκτέλεσης των καθηκόντων του. Σε περίπτωση που ο ορισθείς ως αναπληρωτής
αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του ή για οποιοδήποτε λόγο παύσει να εκτελεί
αυτά, με όμοια απόφαση ορίζεται ως αναπληρωτής ένας από τους προϊσταμένους
Γενικής Διεύθυνσης της Αρχής, μέχρι το διορισμό του νέου Διοικητή της Αρχής ή
την ανάληψη των καθηκόντων του υφισταμένου. Τα ενδιάμεσα αυτά διαστήματα δεν
επιτρέπεται κατά κανόνα να υπερβαίνουν τους δύο μήνες.
Άρθρο 17
Οργανικές Μονάδες
1. Η Αρχή συγκροτείται από όλες τις οργανικές μονάδες που υπάγονται, κατά την
ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας της στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων,
σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 111/2014 (Α'178, διορθ. σφάλμ. Α' 25/24-2-15)
"Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών", όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, κατ'
εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων.
2. Στην Αρχή συνιστάται Γραφείο Διοικητή, το οποίο επικουρεί αυτόν στην άσκηση
των καθηκόντων του, έχει την επιμέλεια της αλληλογραφίας του και της τήρησης των
σχετικών αρχείων και στοιχείων, οργανώνει την επικοινωνία του με τις υπηρεσίες
και τους πολίτες και διέπεται, σε ό,τι αφορά στην οργάνωση και στη λειτουργία
του, από τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις για τα Γραφεία των Γενικών Γραμματέων
Υπουργείων, με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στον παρόντα νόμο.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 18
Στόχοι Είσπραξης Εσόδων
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται μέχρι 31 Δεκεμβρίου κάθε
έτους, καθορίζονται αναλυτικά οι ετήσιοι στόχοι εσόδων για είσπραξη από την
Αρχή, σύμφωνα με τον ψηφισθέντα ετήσιο Κρατικό Προϋπολογισμό. Με όμοια απόφαση,
σε περίπτωση που με βάση τον κυρωθέντα από τη Βουλή Απολογισμό του αντίστοιχου
οικονομικού έτους, οι πραγματοποιηθείσες από την Αρχή εισπράξεις εσόδων έχουν
υπερβεί τους καθορισμένους ετήσιους στόχους, δύναται μέρος των εσόδων που
εισπράχθηκαν πέραν των καθορισμένων στόχων, το οποίο σε κάθε περίπτωση δε μπορεί
να υπολείπεται κατά ποσοστό του 5% και να υπερβαίνει κατά ποσοστό το 10% της
υπέρβασης αυτών, να ενισχύει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του επόμενου της
κύρωσης του Απολογισμού οικονομικού έτους της Αρχής, πέραν των ανωτάτων ορίων
του εκάστοτε ισχύοντος Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ)
για την Αρχή. Για τον υπολογισμό της τυχόν υπέρβασης των στόχων δεν λαμβάνονται
υπόψη στα εισπραχθέντα έσοδα οι αποδόσεις παρεμβάσεων που δεν είχαν
συμπεριληφθεί στον ψηφισθέντα κρατικό προϋπολογισμό, καθώς και τυχόν έσοδα που
δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν κατά τον ορισμό των στόχων. Με την ίδια ως άνω
απόφαση καθορίζονται το ακριβές ποσοστό, κατόπιν γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης
και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.
Η κατανομή των πιστώσεων αυτών εντός του προϋπολογισμού της Αρχής
πραγματοποιείται με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, μετά από σύμφωνη γνώμη του
Συμβουλίου Διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4270/2014 (Α' 143), όπως
ισχύει.
Άρθρο 19
Προϋπολογισμός και Οικονομική Διαχείριση
1. Οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη λειτουργία της Αρχής εγγράφονται σε χωριστό
ειδικό φορέα ή χωριστούς ειδικούς φορείς στον τακτικό προϋπολογισμό του
Υπουργείου Οικονομικών. Για τις δαπάνες λειτουργίας των περιφερειακών υπηρεσιών
της Αρχής δύναται να εγγράφονται πιστώσεις σε χωριστούς ειδικούς φορείς σε
επίπεδο νομού ή περιφέρειας.
2. Ο Διοικητής της Αρχής είναι Διατάκτης των πιστώσεων του προϋπολογισμού
δαπανών της, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4270/2014 (Α' 143), όπως εκάστοτε
ισχύει.
3. Για την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού δαπανών της Αρχής, και των
προβλέψεων ΜΠΔΣ, καθώς και όλα τα θέματα δημοσιονομικής διαχείρισης και δημοσίου
λογιστικού, ισχύουν οι διατάξεις του ν.4270/2014, με την εξαίρεση των οριζομένων
στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
Ο προϋπολογισμός της Αρχής υποβάλλεται στο Γ.Λ.Κ. μέσω της Κύριας Κεντρικής
Οικονομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τη διαδικασία του
άρθρου 54 του ν. 4270/2014.
Το συνολικό ύψος των πιστώσεων του προϋπολογισμού της Αρχής που περιλαμβάνεται
στο σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού που εισάγεται στη Βουλή από τον Υπουργό
Οικονομικών σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β' του Μέρους Γ του
ν.4270/2014, δεν δύναται να είναι κατώτερο από το 95% του μέσου όρου των
πιστώσεων της Αρχής, βάσει των ψηφισθέντων ετήσιων κρατικών προϋπολογισμών των
αμέσως προηγούμενων τριών τελευταίων ετών, χωρίς να συνυπολογίζεται τυχόν
ενίσχυση των πιστώσεων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 18.
Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη των στόχων του
εκάστοτε ισχύοντος ΜΠΔΣ για τη Γενική Κυβέρνηση και ταυτόχρονα να τηρηθούν τα
ανωτέρω, αναζητούνται οι τυχόν αναγκαίες εξισορροπητικές παρεμβάσεις στο σύνολο
των προϋπολογισμών και το ΜΠΔΣ της Γενικής Κυβέρνησης.
Στην Εισηγητική Έκθεση που συνοδεύει το σχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού
περιλαμβάνονται, για πληροφοριακούς λόγους, συνοπτικά στοιχεία του σχεδίου
προϋπολογισμού δαπανών που υποβάλλεται από την Αρχή στο ΓΛΚ, σύμφωνα με τη
διαδικασία του άρθρου 54 του ν. 4270/2014 και τυχόν λοιπά σχετικά πληροφοριακά
στοιχεία.
Αντίστοιχα στοιχεία περιλαμβάνονται και στην Επεξηγηματική Έκθεση του εκάστοτε
ΜΠΔΣ.
Ο Διοικητής της Αρχής υποβάλει στη Βουλή, για πληροφοριακούς λόγους, το σχέδιο
προϋπολογισμού της Αρχής που είχε υποβληθεί στο ΓΛΚ.
4. Η Αρχή δύναται να πραγματοποιεί δαπάνες που εντάσσονται στο ΠΔΕ, σύμφωνα με
τις διατάξεις του υποκεφαλαίου 3 του κεφαλαίου Β του μέρους Δ του νόμου
4270/2014.
5. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 77 και της
περίπτωσης ιβ του άρθρου 20 του ν. 4270/2014, για τις κανονιστικές διοικητικές
πράξεις της Αρχής δεν απαιτείται η σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών εφόσον η
δαπάνη που προκαλείται από αυτές είναι εντός των ανώτατων ορίων δαπανών του
προϋπολογισμού της ή του εκάστοτε ΜΠΔΣ. Σε αντίθετη περίπτωση η παράλειψη
σύμπραξης του Υπουργού Οικονομικών συνιστά παραβίαση ουσιώδους τύπου της
διαδικασίας έκδοσης της πράξης και λόγο ακυρότητας αυτής. Από τη δημοσίευση
του παρόντος νόμου, η διάταξη του πρώτου εδαφίου ισχύει και για τις πράξεις του
Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, καθώς και για όσες από αυτές έχουν εκδοθεί
μέχρι και την έναρξη ισχύος του παρόντος και έχουν παράγει έννομα αποτελέσματα.
6. Στην Αρχή συστήνεται Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.), ο
προϊστάμενος της οποίας έχει όλες τις αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των
προϊσταμένων οικονομικών υπηρεσιών Υπουργείων κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις
των άρθρων 24, 26 και 69Γ του ν. 4270/2014.
Η Γ.Δ.Ο.Υ. του Υπουργείου Οικονομικών ορίζεται ως Κύρια Κεντρική Οικονομική
Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β
της παραγράφου 7 του άρθρου 24 του ν.4270/2014 και έχει τις αρμοδιότητες που
προσδιορίζονται στις ανωτέρω διατάξεις.
7. Η Αρχή διαχειρίζεται και ελέγχει τις οικονομικές υποθέσεις και λειτουργίες
όλων των Υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτήν και των φορέων που εποπτεύονται από
αυτή, σχεδιάζει, συντονίζει και εποπτεύει όλα τα θέματα που άπτονται της
οικονομικής λειτουργίας της, στο πλαίσιο του ν. 4270/2014, πλην των περιπτώσεων
που ορίζεται διαφορετικά στο παρόν άρθρο.
8. Η Αρχή διαχειρίζεται τους Ειδικούς Λογαριασμούς και εποπτεύει τα Ταμεία που
συνδέονται με τις αρμοδιότητές της.
9. Ακίνητα του Δημοσίου μπορεί να παραχωρούνται κατά χρήση στην Αρχή από την
Εταιρία Ακινήτων Δημοσίου ή άλλους φορείς του Δημοσίου ή των Οργανισμών Τοπικής
Αυτοδιοίκησης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για την αντιμετώπιση των
στεγαστικών αναγκών των υπηρεσιών της.
10. Ο Διοικητής παρέχει σχετικές εγκρίσεις, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις
περί στέγασης Δημοσίων Υπηρεσιών, για θέματα στέγασης και μεταστέγασης των
Υπηρεσιών της Αρχής.
11. Για τη σύναψη συμβάσεων μίσθωσης ακινήτων προς στέγαση των υπηρεσιών της
Αρχής, το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπείται από το Διοικητή της Αρχής. Κατά τα
λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις περί στέγασης δημοσίων υπηρεσιών.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΕΚΘΕΣΕΙΣ - ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ - ΣΤΟΧΟΘΕΣΙΑ
Άρθρο 20
Υποβολή εκθέσεων - δημοσιότητα
1. Η Αρχή ενημερώνει περιοδικά τον Υπουργό Οικονομικών, δια της υποβολής
τριμηνιαίων εκθέσεων για τις δραστηριότητές της και για θέματα που τυχόν
ανακύπτουν κατά τη λειτουργία και τη δράση της. Ο Υπουργός μπορεί να ακροάται
μηνιαίως τον Διοικητή, κατόπιν ειδικής πρόσκλησης ή σε εξαιρετικές περιστάσεις.
2. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον της ζητηθεί, η Αρχή υποχρεούται να
υποβάλλει στον Πρωθυπουργό, στον Υπουργό Οικονομικών και στον Πρόεδρο της
Βουλής, ειδικές εκθέσεις κατά τη διάρκεια του έτους για θέματα της αρμοδιότητάς
της.
3. Η Αρχή δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της:
α) το στρατηγικό σχέδιο, το ετήσιο επιχειρησιακό σχέδιο και τις τυχόν
αναθεωρήσεις τους, τους στόχους των Υπηρεσιών και τους κρίσιμους δείκτες
απόδοσης της φορολογικής διοίκησης καθώς και τη μηνιαία εξέλιξή τους, β) τις
μηνιαίες εκθέσεις για την εξέλιξη και την διακύμανση των φορολογικών,
τελωνειακών και λοιπών δημοσίων εσόδων.
γ) τις μηνιαίες οικονομικές αναφορές δαπανών, στο πλαίσιο εκτέλεσης του
προϋπολογισμού της.
Άρθρο 21
Ετήσια έκθεση απολογισμού και προγραμματισμού των δραστηριοτήτων της
Αρχής
1. Η Αρχή συντάσσει αναλυτική ετήσια έκθεση απολογισμού και προγραμματισμού των
δραστηριοτήτων της για το επόμενο έτος. Στην έκθεση απολογισμού παρουσιάζεται το
έργο που επιτελέστηκε κατά το προηγούμενο έτος και τα αποτελέσματα στους
κρίσιμους τομείς δράσης της.
Στον προγραμματισμό δραστηριοτήτων παρουσιάζονται οι σημαντικότεροι στόχοι και
δράσεις παρέμβασης, οι οποίες εξειδικεύονται στο ετήσιο επιχειρησιακό σχέδιο.
Δεν περιλαμβάνονται εξειδικευμένα στοιχεία, η γνωστοποίηση των οποίων μπορεί να
παρεμποδίσει την υλοποίηση του προγράμματος και την επίτευξη των στόχων
είσπραξης, ούτε στοιχεία που καλύπτονται από το φορολογικό απόρρητο.
2. Το Συμβούλιο Διοίκησης παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για την οριστικοποίηση
της ετήσιας έκθεσης απολογισμού και προγραμματισμού των δραστηριοτήτων της
Αρχής, κατόπιν εισήγησης του Διοικητή, και την υποβάλλει στον Πρωθυπουργό, στον
Πρόεδρο της Βουλής και στον Υπουργό Οικονομικών. Η ετήσια έκθεση απολογισμού της
Αρχής υποβάλλεται μέχρι την 31η Μαρτίου κάθε έτους, αναρτάται στην ιστοσελίδα
της Αρχής και συζητείται στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής κατά τα
οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής.
Άρθρο 22
Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Σχέδιο και λοιπά σχέδια δράσης της Αρχής
1. Η Αρχή καταρτίζει το στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο αυτής, καθώς και τα
επιμέρους επιχειρησιακά σχέδια και τα προγράμματα δράσης της, συντονίζει και
υλοποιεί αυτά, στο πλαίσιο των επιλογών, των προτεραιοτήτων, των κατευθύνσεων
και των στόχων της κυβερνητικής δημοσιονομικής πολιτικής.
2. Το στρατηγικό και επιχειρησιακό σχέδιο της Αρχής, καθώς και όποιο σχέδιο
δράσης της Αρχής εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου Διοίκησης,
εκδίδονται με αποφάσεις του Διοικητή της. Οι αποφάσεις αυτές δημοσιεύονται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου
Διοίκησης, η οποία παρέχεται και για όποιες επικαιροποιήσεις ή αναθεωρήσεις
τους.
3. Στρατηγικό σχέδιο είναι το σχέδιο με το οποίο αποτυπώνεται η μακροπρόθεσμη
στρατηγική κατεύθυνση της Αρχής. Περιλαμβάνει τους στρατηγικούς στόχους της
Αρχής, το όραμα, την αποστολή και τις βασικές αξίες της.
4. Επιχειρησιακό σχέδιο είναι η διαδικασία επιμερισμού των στρατηγικών στόχων
της Αρχής σε ετήσιους στόχους, δράσεις και έργα. Περιγράφει τα ορόσημα, τους
κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας και αναλύει τον τρόπο με τον οποίο το στρατηγικό
σχέδιο μπαίνει σε εφαρμογή κατά τη διάρκεια του έτους.
Με το επιχειρησιακό σχέδιο καθορίζονται οι ποιοτικοί και ποσοτικοί στόχοι των
Υπηρεσιών καθώς και οι υποχρεώσεις, οι δράσεις και τα έργα προς υλοποίηση, σε
συμφωνία με το στρατηγικό σχέδιο της Αρχής.
5. Το ετήσιο επιχειρησιακό σχέδιο υποβάλλεται από τον Διοικητή στο Συμβούλιο
Διοίκησης μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου κάθε έτους, για παροχή της σύμφωνης γνώμης
του.
6. Το στρατηγικό σχέδιο της Αρχής υποβάλλεται στον Πρόεδρο της Βουλής, κατά τα
οριζόμενα στο άρθρο 138Α του Κανονισμού της Βουλής.
Άρθρο 23 Στοχοθεσία
1. Με απόφαση του Διοικητή και με γνώμονα την επίτευξη των στρατηγικών στόχων,
κοινοποιείται στις Υπηρεσίες ο επιχειρησιακός σχεδιασμός της Αρχής και
καθορίζονται οι ποιοτικοί και ποσοτικοί στόχοι των οργανικών μονάδων, ο βαθμός
προτεραιότητας για κάθε στόχο, οι δείκτες μέτρησης των αποτελεσμάτων, το
χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
2. Οι προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων, οι οποίοι με την
τοποθέτησή τους και την ανάληψη υπηρεσίας αποδέχονται αυτοδικαίως τους
ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους των οργανικών μονάδων, που προσδιορίζονται από
τον Διοικητή της Αρχής, κατανέμουν αυτούς, στους προϊσταμένους των υπό αυτών
οργανικών μονάδων, επιπέδου Υποδιεύθυνσης ή Τμήματος ή Αυτοτελούς Γραφείου, οι
δε προϊστάμενοι των Τμημάτων ή Αυτοτελών Γραφείων κατανέμουν αυτούς μεταξύ των
υπαλλήλων, κατά περίπτωση.
3. Ειδικότερα, η ανάληψη καθηκόντων Ελεγκτή βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης
των Εσόδων του Κράτους σημαίνει και την αυτοδίκαιη αποδοχή των στόχων αυτών
ακόμη και στην περίπτωση που αυτό γίνεται σε αντικατάσταση μετακινούμενου ή
αποσπώμενου ελεγκτή μετά από την έναρξη της περιόδου αξιολόγησης.
4. Η Αρχή δύναται να αναπτύσσει και εφαρμόζει συστήματα και μεθόδους μέτρησης
της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας των οργανικών της μονάδων.
Με απόφαση του Διοικητή ορίζεται η αξιολόγηση των οργανικών μονάδων και
θεσπίζεται διαδικασία βράβευσης, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 9 του
ν.3230/2004 (Α' 44).
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ
Άρθρο 24
Οργανικές Θέσεις και στελέχωση
1. Το σύνολο των οργανικών θέσεων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων
(Γ.Γ.Δ.Ε.), συμπεριλαμβανομένων και των προσωποπαγών, μεταφέρονται αυτοδικαίως,
στην Αρχή και αποτελούν στο σύνολό τους τις οργανικές θέσεις αυτής. Στις θέσεις
που μεταφέρονται, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο περιλαμβάνονται και οι θέσεις των
Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους της
Γ.Γ.Δ.Ε..
2. Για την υποβοήθηση του Διοικητή της Αρχής στην άσκηση των καθηκόντων του
συνιστώνται τρεις (3) θέσεις διοικητικών υπαλλήλων, η μία εκ των οποίων
κατηγορίας ΠΕ, τρεις (3) θέσεις ειδικού συμβούλου και τέσσερις (4) θέσεις
ειδικού συνεργάτη, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Στο
Γραφείο του Διοικητή της Αρχής συνιστάται θέση Διευθυντή, στην οποία πρόίσταται
ένας εκ των ανωτέρω ειδικών συνεργατών. Ο Διευθυντής του Γραφείου του Διοικητή
ασκεί, κατ' αντιστοιχία, τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στις διατάξεις της
παρ. 6 του άρθρου 56 του π.δ. 63/2005 (Α'98), εφαρμοζομένης της παρ. 3 του ίδιου
άρθρου. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του π.δ. 63/2005. Για τις αποδοχές
των ανωτέρω έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν.4354/2015 (Α' 176) που αφορούν
τους μετακλητούς υπαλλήλους που υπηρετούν στα πολιτικά γραφεία των μελών της
Κυβέρνησης και των Υφυπουργών.
3. Η Αρχή στελεχώνεται από μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση
εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι οποίοι διέπονται από τις
διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως ισχύει, καθώς και των εκάστοτε ισχυουσών
διατάξεων περί προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και καταλαμβάνουν
αντίστοιχες οργανικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένων των προσωποπαγών θέσεων.
Η πλήρωση των κενών θέσεων γίνεται με διορισμό μέσω ΑΣΕΠ, σύμφωνα με τις
διατάξεις του ν. 2190/1994 (Α' 28), τις ισχύουσες γενικές διατάξεις νια τις
Ανεξάρτητες Αρχές, και με βάση τόσο τα τυπικά προσόντα που καθορίζονται στις
διατάξεις του π.δ. 50/2001 (Α' 39), και στον Οργανισμό της Αρχής, όσο τα
κριτήρια που τίθενται από την Αρχή, με βάση τις εκάστοτε επιχειρησιακές της
ανάγκες. Ο υπάλληλος, μετά από το διορισμό του, τοποθετείται σε θέση για την
κατάληψη της οποίας συμμετείχε στη διαδικασία διορισμού, μετά από γνώμη του
οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου δεν απαιτείται,
εάν από τη διαδικασία διορισμού προκύπτουν η θέση και η υπηρεσιακή μονάδα, στην
οποία πρόκειται να διορισθεί ο υπάλληλος.
4. Κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων της Αρχής δύναται, επίσης, να γίνει και με
μετάταξη υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών ή άλλου Υπουργείου ή άλλων
δημόσιων υπηρεσιών κάθε μορφής ή Ν.Π.Δ.Δ., ενώ είναι δυνατή και η απόσπαση για
την κάλυψη έκτακτων αναγκών.
5. Οι θέσεις των Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του
Κράτους (Ελεγκτές) καλύπτονται από υπαλλήλους της Αρχής με απόφαση του Διοικητή,
σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
6. Για την λύση της υπαλληλικής σχέσης, την απόλυση, την λήξη εμμίσθου εντολής,
καθώς και την καταγγελία σύμβασης εργασίας ή έργου εφαρμόζονται οι διατάξεις του
ν. 3528/2007, όπως εκάστοτε ισχύουν, οι διατάξεις για το προσωπικό με σχέση
εργασίας ιδιωτικού δικαίου και άλλες ειδικές διατάξεις, στο βαθμό που δεν
αντίκεινται στον παρόντα νόμο.
7. Οι ατομικές πράξεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο εκδίδονται από τον
Διοικητή της Αρχής.
Άρθρο 25
Εσωτερική και εξωτερική κινητικότητα
Μετάθεση υπαλλήλου από μια οργανική μονάδα της Αρχής σε αντίστοιχη κενή θέση
μίας άλλης οργανικής μονάδας της Αρχής εντός του ίδιου νομού ή του ίδιου νησιού
πραγματοποιείται με μόνη απόφαση του Διοικητή.
Μετάθεση υπαλλήλου από μια οργανική μονάδα της Αρχής σε αντίστοιχη κενή θέση
μίας άλλης οργανικής μονάδας της Αρχής εκτός νομού ή σε νησί πραγματοποιείται με
απόφαση του Διοικητή της Αρχής, μετά από γνώμη του αρμόδιου Υπηρεσιακού
Συμβουλίου.
Απόσπαση υπαλλήλου από μια οργανική μονάδα της Αρχής σε άλλη οργανική μονάδα της
Αρχής εντός του ίδιου νομού ή του ίδιου νησιού πραγματοποιείται με μόνη απόφαση
του Διοικητή και για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Απόσπαση υπαλλήλου, είτε από μία οργανική μονάδα της Αρχής σε άλλη εντός νομού ή
του ίδιου νησιού, στην οποία δεν προβλέπονται οργανικές θέσεις του ιδίου κλάδου,
είτε από μια οργανική μονάδα της Αρχής σε μία άλλη εκτός νομού ή σε νησί,
πραγματοποιείται με απόφαση του Διοικητή της Αρχής μετά από γνώμη του αρμόδιου
Υπηρεσιακού Συμβουλίου και για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Μετάταξη υπαλλήλου της Αρχής σε κενή θέση άλλου κλάδου ή/και άλλης κατηγορίας
ή/και άλλης ειδικότητας διενεργείται με απόφαση του Διοικητή της Αρχής και μετά
από γνώμη του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου για τον κλάδο ή την ειδικότητα,
στην οποία μετατάσσεται.
Για λοιπά ζητήματα υπηρεσιακών μεταβολών τοποθέτησης, μετάθεσης, απόσπασης και
μετάταξης εφαρμόζονται, στο βαθμό που δεν αντίκεινται στον παρόντα νόμο, οι
διατάξεις του ν. 3528/2007, οι διατάξεις για το προσωπικό με σχέση εργασίας
ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και τυχόν ειδικότερες διατάξεις, ενώ η
εξειδίκευση και στάθμιση των επιμέρους κριτηρίων, όπως οι υπηρεσιακές ανάγκες, η
εντοπιότητα και η εν γένει προσωπική, οικογενειακή και υπηρεσιακή κατάσταση του
υπαλλήλου, η διαδικασία και κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής καθορίζονται με απόφαση
του Διοικητή, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, που δημοσιεύεται
στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Η απόσπαση ή μετάταξη υπαλλήλων μεταξύ της Αρχής και του Υπουργείου Οικονομικών
ή άλλης Ανεξάρτητης Αρχής ή άλλης δημόσιας υπηρεσίας κάθε μορφής ή Ν.Π.Δ.Δ.,
καθώς και η απόσπαση σε πολιτικά γραφεία της Κυβέρνησης, την Βουλή και τα
Κόμματα, διενεργείται μετά από γνώμη των οικείων Υπηρεσιακών Συμβουλίων, με
κοινή απόφαση του Διοικητή της Αρχής και των συναρμόδιων Υπουργών, κατά
παρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης. Το προσωπικό της Αρχής,
που δύναται να είναι αποσπασμένο, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, δεν
επιτρέπεται να υπερβαίνει το 5% του συνόλου των οργανικών θέσεων της Αρχής.
Οι αποσπάσεις υπαλλήλων της Αρχής είτε για υπηρεσία τους στην Μόνιμη Ελληνική
Αντιπροσωπεία (ΜΕΑ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή του Οργανισμού Οικονομικής
Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), είτε ως εθνικών εμπειρογνωμόνων σε υπηρεσίες
της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Διεθνών Οργανισμών, διενεργούνται με κοινή απόφαση του
Διοικητή και του Υπουργού Οικονομικών ή του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού,
κατά τις κείμενες διατάξεις.
Από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής δεν εφαρμόζονται για το προσωπικό της τα
π.δ. 329/1995 (Α' 177), 344/1995 (Α' 183) και 216/1998 (Α' 172 και Α'222).
Άρθρο 26
Ρυθμίσεις θεμάτων επιλογής και αξιολόγησης προϊσταμένων της Αρχής
1. Οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης,
Υποδιεύθυνσης και Τμήματος της Αρχής, καθώς και οι υπεύθυνοι των Αυτοτελών
Γραφείων αυτής, επιλέγονται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 84 του
Υπαλληλικού Κώδικα, όπως ισχύει, κατά το μέρος που δεν ρυθμίζεται διαφορετικά
στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, με τα τυπικά προσόντα που προβλέπονται
στον Οργανισμό της Αρχής, όπως εκάστοτε ισχύει, καθώς και με τα κριτήρια
επιλογής προϊσταμένων του άρθρου 85 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως ισχύει, κατά το
μέρος που δεν ρυθμίζεται διαφορετικά στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, και
κατά παρέκκλιση της διαδικασίας που προβλέπεται στον Υπαλληλικό Κώδικα. Με
απόφαση του Διοικητή που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
καθορίζεται η διαδικασία επιλογής προϊσταμένων και (υπευθύνων) Αυτοτελών
Γραφείων, τα αρμόδια συμβούλια αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων, τα κριτήρια
αξιολόγησής τους, τα ειδικότερα θέματα που διέπουν τη διαδικασία, καθώς και κάθε
άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
2, α) Ως προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης επιλέγονται υπάλληλοι, εφόσον:
αα) έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης επί ένα (1) έτος
τουλάχιστον ή
ββ) έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου Διεύθυνσης για δύο (2) τουλάχιστον έτη
ή
γγ) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς διδακτορικού διπλώματος ή απόφοιτοι
της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α) ή κάτοχοι
αναγνωρισμένου συναφούς μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, κατέχουν βαθμό Α" με
πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον πέντε (5) έτη στο βαθμό αυτόν, ή δδ) κατέχουν τον
βαθμό Α' με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον επτά (7) έτη στο βαθμό αυτό.
β) Ως προϊστάμενοι Διεύθυνσης ή αντίστοιχου ή ενδιάμεσου (μεταξύ Διευθύνσεως και
Τμήματος) επιπέδου οργανικής μονάδας επιλέγονται υπάλληλοι, εφόσον: αα) έχουν
ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου Διεύθυνσης επί ένα (1) έτος τουλάχιστον ή
ββ) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς διδακτορικού διπλώματος ή απόφοιτοι
της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α) ή κάτοχοι
αναγνωρισμένου συναφούς μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και κατέχουν τον βαθμό Α' ή
γγ) κατέχουν τον βαθμό Α' και έχουν ασκήσει συνολικά τουλάχιστον για ένα (1)
έτος καθήκοντα προϊσταμένου Τμήματος ή
δδ) κατέχουν τον βαθμό Α' με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη στο
βαθμό αυτόν.
γ) Ως προϊστάμενοι Τμήματος ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικής μονάδας επιλέγονται
υπάλληλοι, εφόσον:
αα) έχουν ασκήσει για τουλάχιστον ένα (1) έτος καθήκοντα προϊσταμένου Τμήματος Π
ββ) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου συναφούς διδακτορικού διπλώματος ή απόφοιτοι
της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α) ή κάτοχοι
αναγνωρισμένου συναφούς μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, και κατέχουν τον βαθμό Β'
με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη στον βαθμό αυτόν
ή
γγ) κατέχουν τον βαθμό Α'.
Για την επιλογή προϊσταμένων λαμβάνονται υπόψη τέσσερις (4) ομάδες κριτηρίων: α)
Μοριοδότηση βάσει τυπικών, εκπαιδευτικών προσόντων και προσόντων επαγγελματικής
κατάρτισης,
β) μοριοδότηση βάσει εργασιακής εμπειρίας και άσκησης καθηκόντων ευθύνης, γ)
μοριοδότηση βάσει αξιολόγησης και δ) μοριοδότηση βάσει συνέντευξης.
Για την τελική μοριοδότηση ο συνολικός αριθμός των μορίων κάθε κατηγορίας
πολλαπλασιάζεται με τον εξής συντελεστή, ανά θέση ευθύνης:
Α) Για τη θέση προϊσταμένου Τμήματος με συντελεστή βαρύτητας:
45% για την ομάδα κριτηρίων (α),
10% για την ομάδα κριτηρίων (β),
20% για την ομάδα κριτηρίων (γ) και 25% για την ομάδα κριτηρίων (δ).
Β) Για τη θέση προϊσταμένου Διεύθυνσης με συντελεστή βαρύτητας:
40% για την ομάδα κριτηρίων (α),
10% για την ομάδα κριτηρίων (β),
20% για την ομάδα κριτηρίων (γ) και 30% για την ομάδα κριτηρίων (δ).
Γ) Για τη θέση προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης με συντελεστή βαρύτητας: 35% για
την ομάδα κριτηρίων (α),
10% για την ομάδα κριτηρίων (β),
20% για την ομάδα κριτηρίων (γ) και 35% για την ομάδα κριτηρίων (δ).
Άρθρο 27
Τοποθέτηση - Θητεία - Λήξη θητείας Προϊσταμένων
1. Οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης,
Υποδιεύθυνσης και Τμήματος των υπηρεσιών της Αρχής, καθώς και οι υπεύθυνοι
Αυτοτελών Γραφείων όλων των υπηρεσιών αυτής, επιλέγονται και τοποθετούνται με
απόφαση του Διοικητή της Αρχής, σε αντίστοιχες θέσεις, για θητεία ενός έτους που
μπορεί να ανανεώνεται έως και δύο (2) φορές, μέχρι τη συμπλήρωση πλήρους θητείας
τριών (3) ετών ή να διακόπτεται πριν τη λήξη της, με όμοια απόφαση και κύριο
κριτήριο την επίτευξη των τεθέντων ποιοτικών και ποσοτικών στόχων.
Στους ανωτέρω προϊσταμένους και υπευθύνους παρέχεται το δικαίωμα, μετά τη
συμπλήρωση της πλήρους θητείας τριών (3) ετών από την επιλογή και την τοποθέτησή
τους, να υποβάλουν αίτηση υποψηφιότητας για την ίδια θέση ευθύνης και για μία
(1) ακόμη πλήρη θητεία. Εφόσον επιλεχθούν και τοποθετηθούν στην ίδια θέση
ευθύνης για δεύτερη συνεχόμενη θητεία, δεν έχουν δικαίωμα υποβολής νέας αίτησης
υποψηφιότητας για τη θέση αυτή, παρά μόνο μετά την παρέλευση τριών (3) ετών από
τη λήξη της δεύτερης πλήρους θητείας τους.
2. Με τον Οργανισμό της Αρχής καθορίζονται οι θέσεις προϊσταμένων οργανικών
μονάδων και υπεύθυνων αυτοτελών γραφείων της Αρχής, για τις οποίες δεν υπάρχει
δικαίωμα επανυποβολής αίτησης υποψηφιότητας για την ίδια θέση, στην οποία έχουν
ασκήσει καθήκοντα για μία πλήρη θητεία, για δεύτερη συνεχόμενη θητεία. Οι θέσεις
αυτές καθορίζονται με κύριο κριτήριο την βαρύτητα της θέσης στην επίτευξη των
στόχων ελέγχου και βεβαίωσης και αναγκαστικής είσπραξης των εσόδων του Κράτους,
καθώς και στην καταπολέμηση του λαθρεμπορίου.
3. Ο Διοικητής, δύναται να αποφασίζει την πρόωρη λήξη της θητείας των
προϊσταμένων, είτε λόγω μη εκπλήρωσης των τεθέντων ποιοτικών και ποσοτικών
στόχων των οργανικών μονάδων στις οποίες πρόίστανται, στο πλαίσιο της ετήσιας
αξιολόγησης, είτε για σοβαρό λόγο αναγόμενο στην πλημμελή άσκηση των υπηρεσιακών
τους καθηκόντων, είτε κατόπιν απαλλαγής των προϊσταμένων από τα καθήκοντά τους
για προσωπικούς λόγους.
4. Με απόφαση του Διοικητή, ο προϊστάμενος παύεται υποχρεωτικά πριν από τη λήξη
της θητείας του, αν συντρέξουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) αν καταδικασθεί
τελεσιδίκως για τα αναφερόμενα αδικήματα στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του
άρθρου 8 του Υπαλληλικού Κώδικα, β) αν στερηθεί λόγω καταδίκης τα πολιτικά του
δικαιώματα και για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση αυτή, γ) αν υποβληθεί σε
στερητική δικαστική συμπαράσταση (πλήρη ή μερική) ή το δικαστήριο έχει
αποφασίσει συνδυασμό των δύο προηγούμενων ρυθμίσεων, δ) αν τεθεί σε
διαθεσιμότητα ή αργία ή του επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή
ανώτερη του προστίμου αποδοχών τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό
παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής κατά το άρθρο 145 του Κώδικα Κατάστασης
Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007).
5. Οι προϊστάμενοι έχουν δικαίωμα κατά τη διάρκεια της θητείας τους να υποβάλουν
αίτηση υποψηφιότητας επιλογής σε κενή θέση ευθύνης ανώτερου επιπέδου ή να
αιτηθούν να μετακινηθούν και να τοποθετηθούν σε θέση ευθύνης ίδιου επιπέδου για
το υπόλοιπο της θητείας τους, εφόσον οι υπηρεσιακές ανάγκες το επιτρέπουν. Ο
Διοικητής, δύναται να μετακινεί τους προϊσταμένους σε άλλη θέση ευθύνης του
ιδίου επιπέδου, χωρίς σχετική αίτησή τους, όταν επείγουσες και εξαιρετικές
περιστάσεις το επιβάλουν.
6. Με απόφαση του Διοικητή, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης,
δύναται να εξειδικεύεται η πολιτική της Αρχής σε ό,τι αφορά στην περιοδική
εναλλαγή των προϊσταμένων, την δυνατότητα ανανέωσης της θητείας στην ίδια θέση
ευθύνης και κάθε συναφές θέμα, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαιτερότητας των θέσεων
και των ειδικότερων συνθηκών.
Άρθρο 28
Συστήματα υπηρεσιακής εξέλιξης
1. Με αποφάσεις του Διοικητή, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Διοίκησης και γνώμη του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, που διατυπώνεται εντός ενός (1)
μηνός, η Αρχή δύναται να αναπτύσσει και εφαρμόζει μεθοδολογίες και ειδικότερα
συστήματα ποιοτικής και ποσοτικής αξιολόγησης του προσωπικού της στη βάση των
περιγραμμάτων θέσεων εργασίας και των τεθέντων ποιοτικών και ποσοτικών στόχων
και να καθορίζει, τον τρόπο, την διαδικασία και τα όργανα ελέγχου της επίτευξης
των στόχων, τα κριτήρια αξιολόγησης των υπαλλήλων της Αρχής, τον τρόπο, την
διαδικασία, τα όργανα αξιολόγησης αυτών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής
του συνόλου της διαδικασίας.
2. Με αποφάσεις του Διοικητή, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως,
ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Διοίκησης και γνώμη του Υπουργείου
Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, που διατυπώνεται εντός ενός (1)
μηνός, η Αρχή δύναται να αναπτύσσει και να εφαρμόζει, μεθοδολογίες και
ειδικότερα συστήματα προαγωγών και βαθμολογικής και υπηρεσιακής εξέλιξης του
προσωπικού των υπηρεσιών της, κατά παρέκκλιση των κριτηρίων και της διαδικασίας
που προβλέπονται στις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα και κάθε άλλης διάταξης.
Μέχρι την έκδοση των σχετικών αποφάσεων του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται για το
προσωπικό της Αρχής οι κείμενες γενικές και ειδικές διατάξεις καθώς και οι
σχετικές αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
Άρθρο 29
Μισθολογικό καθεστώς και επιπλέον ανταμοιβή
1. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου
Διοίκησης δύναται να καθορίζεται, εντός των ορίων του προϋπολογισμού της Αρχής
και του εκάστοτε ΜΠΔΣ, ειδικό μισθολογικό καθεστώς του προσωπικού της Αρχής, στη
βάση των περιγραμμάτων θέσεων εργασίας.
2. Ο Διοικητής, με απόφασή του, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου
Διοίκησης, δύναται να αναπτύσσει και εφαρμόζει μεθοδολογίες και ειδικότερο
σύστημα επιπλέον ανταμοιβής (bonus) του προσωπικού της Αρχής, στο πλαίσιο της
αξιολόγησής του, λαμβάνοντας υπόφη την βαρύτητα της θέσης και το βαθμό ευθύνης
τους και εφόσον ο βαθμός επίτευξης των τεθέντων στόχων της Αρχής υπερβαίνει το
100%.
Άρθρο 30
Υπηρεσιακά Συμβούλια, Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης και λοιπά συλλογικά
όργανα
1. Τα A', Β' και Γ' Υπηρεσιακά Συμβούλια, που έχουν συσταθεί, συγκροτηθεί και
λειτουργούν στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με τις κείμενες
διατάξεις, αποτελούν τα A', Β' και Γ' Υπηρεσιακά Συμβούλια της Αρχής.
2. Οι Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης που έχουν συσταθεί, συγκροτηθεί και
λειτουργούν στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων αποτελούν Ειδικές Επιτροπές
Αξιολόγησης της Αρχής και συγκροτούνται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες
διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, περί των Ειδικών Επιτροπών Αξιολόγησης των
Υπουργείων και Ν.Π.Δ.Δ..
3. Όπου για τη συμμετοχή προέδρων, συντονιστών, μελών, εισηγητών ή γραμματέων σε
συλλογικό όργανο, που μεταφέρθηκε στην Αρχή από την Γενική Γραμματεία Δημοσίων
Εσόδων, απαιτείται ως τυπική προϋπόθεση η κατοχή Α' ή Β' βαθμού, από την
ημερομηνία ισχύος του παρόντος, απαιτείται η κατοχή τουλάχιστον Γ' ή Δ',
αντίστοιχα, βαθμού.
Άρθρο 31
Πειθαρχικά Συμβούλια
1. α) Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, συνιστάται και συγκροτείται το Πειθαρχικό Συμβούλιο της Αρχής,
σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, περί των
Πειθαρχικών Συμβουλίων των Υπουργείων και των Ν.Π.Δ.Δ., με αποκλειστική
αρμοδιότητα την άσκηση της πειθαρχικής εξουσίας σε πρώτο βαθμό στους υπαλλήλους
της Αρχής, πλην των ανώτατων υπαλλήλων της Αρχής για τους οποίους, το αρμόδιο
πειθαρχικό όργανο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είναι το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό
Συμβούλιο του άρθρου 146Α του ν. 3528/2007 (Α'26). Με όμοια απόφαση καθορίζονται
τα ειδικότερα θέματα λειτουργίας αυτού, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες
διατάξεις.
Ο Πρόεδρος, τα μέλη, τακτικά και αναπληρωματικά και ο γραμματέας του Πειθαρχικού
Συμβουλίου ορίζονται και αντικαθιστώνται με απόφαση του Διοικητή της Αρχής.
β) Αρμόδιο πειθαρχικό όργανο για να κρίνει σε δεύτερο βαθμό το προσωπικό της
Αρχής που υπάγεται στην αρμοδιότητα του Πειθαρχικού Συμβουλίου αυτής και σε
πρώτο και δεύτερο βαθμό τους ανώτατους υπαλλήλους της Αρχής, καθώς και σε κάθε
περίπτωση που προβλέπεται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις είναι το
Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 146Α του ν. 3528/2007, όπως
εκάστοτε ισχύει.
Σε περίπτωση που κρίνονται υπάλληλοι της Αρχής, στο ως άνω Πειθαρχικό Συμβούλιο
συμμετέχει αντί του μέλους που προβλέπεται στην περίπτωση δ' της παρ. 1 του
άρθρου 146 Α, ο προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης της Αρχής που είναι αρμόδια
για τα θέματα του προσωπικού αυτής, ο οποίος ορίζεται, με αναπληρωτή του άλλον
προϊστάμενο Γενικής Διεύθυνσης της Αρχής ή Διεύθυνσης αυτής, με απόφαση του
Διοικητή της Αρχής, πριν από την έναρξη λειτουργίας του Συμβουλίου.
2. α) Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεων του Προέδρου και των μελών του
Συμβουλίου Διοίκησης, του Διοικητή και του Εμπειρογνώμονα που απορρέουν από τον
παρόντα νόμο, τις πράξεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση αυτού και λοιπές,
γενικές και ειδικές κείμενες διατάξεις, τα ως άνω όργανα της Αρχής υπέχουν
πειθαρχική ευθύνη.
β) Συνιστάται στην Αρχή Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο είναι αρμόδιο για
την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας στον Πρόεδρο και στα μέλη του Συμβουλίου
Διοίκησης, καθώς και στο Διοικητή και στον Εμπειρογνώμονα. Το εν λόγω Συμβούλιο
αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό και συγκροτείται από έναν Σύμβουλο
Επικράτειας, έναν Αρεοπαγίτη και έναν Νομικό Σύμβουλο του Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους. Καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο αρχαιότερος των δικαστικών
λειτουργών. Γραμματέας του Συμβουλίου ορίζεται με απόφαση του Διοικητή,
υπάλληλος της Αρχής. Ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του Συμβουλίου
ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές.
Ειδικά, τα μέλη του Συμβουλίου που είναι δικαστικοί λειτουργοί, υποδεικνύονται
με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου και ο Νομικός Σύμβουλος από τον
Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ..
γ)0 Πρόεδρος και τα μέλη του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζονται με απόφαση
του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται μέσα σε εξήντα ημέρες από την έναρξη
ισχύος του παρόντος.
δ)Η αμοιβή του Προέδρου, των μελών και του γραμματέα καθορίζεται σύμφωνα με τις
εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.
ε) Σε περίπτωση που ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης είναι
δικαστικοί λειτουργοί η υπόθεση εκδικάζεται από τα όργανα που προβλέπονται στο
Σύνταγμα και στον Κώδικα Δικαστικών λειτουργών.
στ)Την πειθαρχική διαδικασία ενώπιον του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου κινεί ο
Υπουργός Οικονομικών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των
άρθρων 106 επ. του ν. 3528/2007 όπως ισχύει, επιφυλασσομένων των σχετικών
διατάξεων του παρόντος και της ειδικής σχετικής νομοθεσίας, ζ) Με Κοινή Απόφαση,
των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και
Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθορίζεται ο ειδικότερος
τρόπος λειτουργίας του Ειδικού αυτού Πειθαρχικού Συμβουλίου, καθώς και κάθε άλλο
σχετικό θέμα.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ ΐ
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 32
Απόρρητο - εχεμύθεια
Το Συμβούλιο Διοίκησης, ο Διοικητής, ο Εμπειρογνώμονας και το προσωπικό της
Αρχής, ανεξάρτητα από τη σχέση εργασίας που έχει με την Αρχή, καταλαμβάνονται
από τις διατάξεις περί φορολογικού απορρήτου όπως ισχύουν.
Το φορολογικό απόρρητο καταλαμβάνει και οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, για τα
ζητήματα που τίθενται σε γνώση του από τη διοίκηση ή το προσωπικό της Αρχής.
Άρθρο 33
Ευθύνη
1. Ο Διοικητής, ο Πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, ο Εμπειρογνώμονας
και οι υπάλληλοι της Αρχής, που παραβαίνουν εκ δόλου τα καθήκοντά και τις
υποχρεώσεις, που καθορίζονται από τον παρόντα νόμο και
-3>ον -
λοιπές, γενικές και ειδικές κείμενες διατάξεις ,υπέχουν, ανεξάρτητα από την
ποινική, και πειθαρχική ευθύνη. Ειδικά για τους υπαλλήλους της Αρχής για υπαίτια
πράξη ή παράλειψη τους εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 103 επ. του
ν.3528/2007, όπως ισχύει.
2. Την πειθαρχική δίωξη ασκεί:
α) για τον Διοικητή, ο Υπουργός Οικονομικών
β) για τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Διοίκησης, ο Υπουργός Οικονομικών.
γ) για τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης και τον Εμπειρογνώμονα, ο Υπουργός
Οικονομικών
δ) Για τους Προϊσταμένους οργανικών μονάδων κάθε επιπέδου και τους υπαλλήλους
της Αρχής εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις του ν. 3528/2007, όπως
ισχύει σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περ. η' της παρ. 1 του άρθρου 16 του
παρόντος.
3. Σε περίπτωση υπαλλήλων άλλων Υπουργείων ή Φορέων, αποσπασμένων στην Αρχή, η
πειθαρχική δίωξη ασκείται με βάσει την διάταξη του άρθρου 118 παρ 3 του ν.
3528/2007.
4. Οι διατάξεις των περ. ε'και η'της παραγράφου 2 του άρθρου 61 του ν. 4342/2015
(Α' 143) εφαρμόζονται αναλόγως για τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης και τον
Εμπειρογνώμονα.
Άρθρο 34
Υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης
Ο Διοικητής, ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, καθώς και ο
Εμπειρογνώμονας, εφόσον είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, υποχρεούνται σε
δήλωση και έλεγχο της περιουσιακής τους κατάστασης σύμφωνα με τις διατάξεις του
ν. 3213/2003 (Α' 309), όπως εκάστοτε ισχύει, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας
τους όσο και για (2) έτη μετά από τη λήξη της θητείας τους, και υπόκεινται σε
κατά προτεραιότητα έλεγχο από την Γ Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής
Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές
Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων
Περιουσιακής Κατάστασης.
Άρθρο 35
Σύγκρουση συμφερόντων
1. Ο Διοικητής, ο Πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης και ο
Εμπειρογνώμονας πρέπει να παρέχουν εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης κατά την άσκηση
των αρμοδιοτήτων τους. Ιδιαίτερα οφείλουν να απέχουν από κάθε ενέργεια ή
διαδικασία που συνιστά συμμετοχή σε λήψη απόφασης ή διατύπωση γνώμης ή πρότασης
εφόσον: α) η ικανοποίηση προσωπικού συμφέροντος τους συνδέεται με την έκβαση της
υπόθεσης, ή β) είναι σύζυγοι ή συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, κατ' ευθεία
μεν γραμμή απεριορίστως, εκ πλαγίου δε έως και τέταρτου βαθμού, με
κάποιον από τους ενδιαφερομένους, ή γ) έχουν ιδιαίτερο δεσμό ή ιδιάζουσα σχέση ή
εχθρότητα με τους ενδιαφερομένους.
2. Τα ανωτέρω πρόσωπα οφείλουν να υπογράψουν σύμφωνο εμπιστευτικότητας και
δήλωση για τη μη ύπαρξη σύγκρουσης συμφερόντων προτού αναλάβουν τα καθήκοντά
τους.
3. Όταν οποιοδήποτε θέμα που άπτεταιτων ιδιωτικών ή προσωπικών συμφερόντων του
Διοικητή, του Προέδρου ή άλλου μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης ή του
Εμπειρογνώμονα τεθεί ενώπιον του Συμβουλίου Διοίκησης, το μέλος αυτό υποχρεούται
να προβεί σε δήλωση σχετικά με το λόγο που επιβάλλει την αποχή του κατά την
έναρξη της συζήτησης, να μη συμμετάσχει στη συζήτηση και στη σχετική απόφαση και
δεν προσμετράται για τον υπολογισμό απαρτίας. Σε περίπτωση κωλύματος συμμετοχής
περισσότερων του ενός μελών λόγω σύγκρουσης συμφερόντων, το Συμβούλιο Διοίκησης
βρίσκεται σε απαρτία και αποφασίζει νόμιμα με τα λοιπά, μη κωλυόμενα, μέλη. Κατά
τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής
Διαδικασίας, ( ν. 2690/1999, Α' 45).
4. Με τον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής καθορίζονται ειδικότερες λεπτομέρειες
σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου για τη σύγκρουση συμφερόντων του
Διοικητή, του Προέδρου, των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, του Εμπειρογνώμονα.
Η παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου και των σχετικών διατάξεων του
Κανονισμού Λειτουργίας της Αρχής συνιστά σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα.
Άρθρο 36
Δικαστική εκπροσώπηση
1. Η Αρχή εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Διοικητή της και
παρίσταται αυτοτελώς, εκπροσωπώντας το Δημόσιο, σε κάθε είδους δίκες που έχουν
ως αντικείμενο πράξεις ή παραλείψεις της ή τις έννομες σχέσεις που την αφορούν.
Οι επιδόσεις των δικογράφων στις δίκες αυτές γίνονται σύμφωνα με τις κείμενες
διατάξεις προς τον Διοικητή, αντί του Υπουργού των Οικονομικών. Ειδικώς για την
εκπροσώπηση και την επίδοση των δικογράφων σε δίκες που αφορούν σε φορολογικές
εν γένει διαφορές και σε διαφορές που αναφύονται κατά είσπραξη των δημοσίων
εσόδων, εφαρμόζονται, κατά περίπτωση, οι διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 1 περ. α',
σε συνδυασμό προς το άρθρο 49 (παρ. 2 και 4) και 219 παρ. 2 του Κώδικα
Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97) και 85 παρ. 1, εδάφιο πρώτο, του
ν.δ. 356/1974 (Α' 90). Η προβλεπομένη στο άρθρο 85 παρ. 1, εδάφιο δεύτερο, του
ν.δ. 356/1974 κοινοποίηση στον Υπουργό των Οικονομικών γίνεται προς τον
Διοικητή, στην Κεντρική Υπηρεσία του ΝΣΚ.
2. α) Η εν γένει νομική και δικαστική υποστήριξη των υποθέσεων της Αρχής και το
γνωμοδοτικό έργο διεξάγεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ), σύμφωνα
με τις διατάξεις του Οργανισμού του (ν. 3086/2002, Α' 324). Το Ειδικό Γραφείο
Νομικού Συμβούλου Φορολογίας μετονομάζεται σε Ειδικό Νομικό Γραφείο
Δημοσίων Εσόδων (ΕΝΓΔΕ), αποτελεί υπηρεσιακή μονάδα του ΝΣΚ, λειτουργεί στην
ΑΑΔΕ και διατηρεί τις καθ' ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητες του, στις οποίες
προστίθενται και οι αρμοδιότητες που άπτονται των υποθέσεων που αναφύονται από
πράξεις ή παραλείψεις της ΑΑΔΕ ή αφορούν σε έννομες σχέσεις της και δεν
εμπίπτουν στην κατά τόπο και καθ' ύλην αρμοδιότητα άλλων οργανικών μονάδων του
ΝΣΚ. Για τις υποθέσεις εκτός της καθ' ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητας του ΕΝΓΔΕ
εφαρμόζονται οι διατάξεις του Οργανισμού του ΝΣΚ.
β) Η γραμματεία του Ειδικού Νομικού Γραφείου Δημοσίων Εσόδων στελεχώνεται από
υπαλλήλους της Αρχής, με απόφαση απόσπασης του Διοικητή της, η οποία καθορίζει
τη χρονική της διάρκεια καθώς και την παράταση, διακοπή ή ανάκλησή της.
Άρθρο 37
Διαχείριση δεδομένων και συστημάτων
Με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων, στην Αρχή μεταφέρονται όλες οι
αρμοδιότητες και οι πόροι που αφορούν σε δεδομένα και Πληροφοριακά Συστήματα
Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών, που προβλέπονται: α) στην
υποπερίπτωση α' της περίπτ. 3 της υποπαραγράφου Ε2 της παρ. Ε του άρθρου πρώτου
του ν. 4093/2012 (Α' 222),
β) στα άρθρα 63, 66 και 67 του π.δ. 111/2014 (Α' 178), όπως ισχύουν μέχρι τη
θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου,
γ) στις αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που εκδόθηκαν: αα) κατ'
εξουσιοδότηση του δεύτερου εδαφίου της υποπαραγράφου γ' της παρ. 5 του άρθρου 55
του ν. 4002/2011 (Α' 180) σε συνδυασμό με τις διατάξεις της υποπαραγράφου δ' της
παρ. 6 του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 (Α' 174), της περιπτ. δ' της παρ. 7 του
άρθρου 34 του ν. 4141/2013 (Α' 81) και ββ) σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 54
του π.δ. 111/2014 (Α' 178) και
δ) στην αριθ. Δ6Α 1117082ΕΞ2013 (Β' 1779) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
«Μεταφορά αρμοδιοτήτων, προσωπικού και διαθέσιμων πόρων οργανικών μονάδων της
Γενικής Διεύθυνσης ΚΕ.Π.Υ.Ο. της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων
(Γ.Γ.Π.Σ) στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και καθορισμός οργανικών θέσεων
προσωπικού αυτής», όπως ισχύει.
Το λογισμικό εφαρμογών των Πληροφοριακών Συστημάτων και υπηρεσιών Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης που άπτονται των αρμοδιοτήτων της Αρχής σχεδιάζεται και
αναπτύσσεται μόνο από την Αρχή και τίθενται σε παραγωγική λειτουργία κατ' εντολή
της.
Η Αρχή έχει την αποκλειστική διαχείριση των δεδομένων και του λογισμικού
εφαρμογών των Πληροφοριακών Συστημάτων της και των υπηρεσιών Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησής της. Τα δεδομένα που διαχειρίζεται η Αρχή ανήκουν στο Υπουργείο
Οικονομικών. Οι διαδικασίες τήρησης, πρόσβασης, διάθεσης, χορήγησης και
δημοσιοποίησης των δεδομένων διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 17 του
Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013, Α' 170), του άρθρου 11 του
Τελωνειακού Κώδικα (ν.2960/2001, Α' 265), καθώς και από τις διατάξεις περί
προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Η Αρχή έχει την αποκλειστική διαχείριση των δικτυακών τόπων που χρησιμοποιεί για
την παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της. Το λογισμικό
εφαρμογών των Πληροφοριακών συστημάτων, οι υπηρεσίες Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
και οποιοδήποτε άλλο θέμα αρμοδιότητας της Αρχής που παρέχονται μέσω δικτυακών
τόπων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων & Διοικητικής Υποστήριξης
(Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ.) ή άλλων υπηρεσιών μεταφέρονται σε δικτυακούς τόπους της Αρχής
το αργότερο μέχρι την 31.3.2017.
Οι πληροφορίες και τα δεδομένα, ο πηγαίος και εκτελέσιμος κώδικας του λογισμικού
εφαρμογών των Πληροφοριακών Συστημάτων, των δικτυακών τόπων και των υπηρεσιών
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Αρχής, φιλοξενούνται, φυλάσσονται, εγκαθίστανται
και λειτουργούν σε υπολογιστικές υποδομές της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών
Συστημάτων & Διοικητικής Υποστήριξης (Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ.) του Υπουργείου
Οικονομικών, η οποία υποχρεούται να λαμβάνει τα κατάλληλα και αναγκαία μέτρα
για: (α) την αδιάλειπτη και αποτελεσματική λειτουργία των υπολογιστικών
υποδομών, (β) την αποκλειστικά κατά λόγο αρμοδιότητας προσπέλαση και πρόσβαση
σύμφωνα με την άδεια της αρμόδιας υπηρεσίας της Αρχής, (γ) την τήρηση των
αντιγράφων ασφαλείας και (δ) την προστασία τους από κάθε παραβίαση, καθώς και
από σκόπιμη ή τυχαία απειλή.
Η Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ. του Υπουργείου Οικονομικών εγκαθιστά, διαχειρίζεται και
παραμετροποιεί τις υπολογιστικές υποδομές (κεντρικές - περιφερειακές -
δικτυακές) και το συστημικό λογισμικό (λειτουργικό σύστημα - πακέτα λογισμικού
υπολογιστικής υποδομής) τους, μεριμνά για την αδειοδότησή του και ευθύνεται
έναντι της Αρχής για οποιαδήποτε παραβίαση των υποχρεώσεων αυτών.
Προς το σκοπό καθορισμού της φορολογικής πολιτικής και νομοθεσίας, παρέχεται
στην αρμόδια για τη φορολογική πολιτική και νομοθεσία υπηρεσία του Υπουργείου
Οικονομικών και σε εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της, απευθείας και απρόσκοπτη
πρόσβαση στα συγκεντρωτικά δεδομένα που τηρούνται στο Σύστημα Διοικητικής
Πληροφόρησης της Αρχής (Management Information System - MIS). Σε περίπτωση που
απαιτούνται περαιτέρω ή διαφορετικά στοιχεία, αυτά χορηγούνται από την Αρχή κατά
προτεραιότητα. Η Αρχή παρέχει εξουσιοδοτημένη πρόσβαση και ανάλογη υποστήριξη
στη Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ. στα δεδομένα του MIS που δεν άπτονται των αρμοδιοτήτων της
Αρχής.
Το πλαίσιο και η πολιτική ασφάλειας που εφαρμόζονται σε όλες τις συνεργασίες,
διαδικασίες και λειτουργίες της Αρχής καταρτίζονται και επικαιροποιούνται από το
Τμήμα Ασφάλειας του Υπουργείου Οικονομικών. Για εξειδικευμένα θέματα
αρμοδιότητας της Αρχής το πλαίσιο ασφάλειας και η εφαρμογή του συνδιαμορφώνονται
μεταξύ του Τμήματος Ασφάλ,ειας του Υπουργείου Οικονομικών και του Γραφείου
Ασφάλειας της Αρχής το αργότερο εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου.
Το Γραφείο Ασφάλειας της Αρχής ερευνά και διαχειρίζεται περιστατικά παραβίασης ή
απειλής της ασφάλειας που σχετίζονται με τα δεδομένα και το λογισμικό εφαρμογών,
υποχρεούται να ενημερώνει και να ενημερώνεται από το Τμήμα Ασφάλειας του
Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο συντάσσει την τελική αναφορά περιστατικού
ασφάλειας και μεριμνά για την εφαρμογή της πολιτικής ασφάλειας του Υπουργείου
Οικονομικών στο πλαίσιο της άσκησης των σχετικών αρμοδιοτήτων της Αρχής.
Το Τμήμα Ασφάλειας του Υπουργείου Οικονομικών ή/και η Γ.Γ.Π.Σ. & Δ.Υ.,
υποχρεούνται να παρέχουν στις αρμόδιες υπηρεσίες της Αρχής όλες τις σχετικές
πληροφορίες και δεδομένα, όπως αρχεία καταγραφής ή προσβάσεων, που προκύπτουν
από το συστημικό λογισμικό και απαιτούνται για τη διερεύνηση περιστατικών
παραβίασης κανόνων ασφαλείας ή τακτικού ή έκτακτου ελέγχου τήρησης των κανόνων
ασφαλείας.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Άρθρο 38
Προσωπικό της Αρχής
1. Οι υπηρετούντες προϊστάμενοι οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης,
καθώς και Διεύθυνσης και Υποδιεύθυνσης των Υπηρεσιών που υπάγονται απευθείας
στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, της Κεντρικής Υπηρεσίας, των Ειδικών
Αποκεντρωμένων Υπηρεσιών και των Ειδικών Δ.Ο.Υ., (ΦΑΕ Αθηνών, Δ.Ο.Υ. Κατοίκων
Εξωτερικού, Δ.Ο.Υ. Πλοίων, ΦΑΕ Πειραιά, ΦΑΕ Θεσσαλονίκης), καθώς και των
Τελωνείων: Α' Εισαγωγών-Εξαγωγών Θεσσαλονίκης, Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, Ε'
Εισαγωγής Πειραιά και ΣΤ' Εξαγωγών-Εισαγωγών Πειραιά, συνεχίζουν να ασκούν τα
καθήκοντά τους στις αντίστοιχες οργανικές μονάδες της Αρχής για το υπόλοιπο της
θητείας τους, εφόσον κριθούν κατάλληλοι μετά από αξιολόγηση πριν την έναρξη
λειτουργίας της Αρχής, άλλως μεταφέρονται ως υπάλληλοι. Οι προϊστάμενοι που
επιλέγονται και τοποθετούνται εντός του 2016, καθώς και οι προϊστάμενοι που δεν
ανήκουν στην κατηγορία του πρώτου εδαφίου, μεταφέρονται αυτοδίκαια στις
αντίστοιχες θέσεις της Αρχής για το υπόλοιπο της θητείας τους, χωρίς προηγούμενη
αξιολόγηση.
2. Το προσωπικό με σχέση δημοσίου δικαίου, ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή
ορισμένου χρόνου ή με σχέση έμμισθης εντολής, που υπηρετεί ή κατέχει οργανική
θέση κατά την προηγούμενη ημερομηνία της έναρξης λειτουργίας της Αρχής στην
Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε), μεταφέρεται αυτοδικαίως με την ίδια
σχέση εργασίας στις αντίστοιχες θέσεις της Αρχής, με την επιφύλαξη της
παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Το προσωπικό με τις ως άνω σχέσεις
εργασίας που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έχει μετακινηθεί από τις
υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε σε άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και
αντιστρόφους καταλαμβάνει οργανικές θέσεις από τις υφιστάμενες κενές οργανικές
θέσεις στις υπηρεσίες στις οποίες έχει μετακινηθεί.
3. Η Αρχή υπεισέρχεται σε κάθε στάδιο των εκκρεμών διαδικασιών διορισμών και
πάσης φύσεως υπηρεσιακών μεταβολών της Γ.Γ.Δ.Ε χωρίς να απαιτείται επανάληψή
τους, με την επιφύλαξη τυχόν ειδικότερων διατάξεων.
4. Οι αποσπάσεις προσωπικού από και προς την Γ.Γ.Δ.Ε διατηρούνται σε ισχύ και
μετά την έναρξη λειτουργίας της Αρχής μέχρι τη λήξη τους. Η παράγραφος 7 του
άρθρου 25 καταλαμβάνει και τις περιπτώσεις παράτασης των αποσπάσεων.
5. Οι υπάλληλοι που θα αξιολογηθούν ως ακατάλληλοι ή ανεπαρκείς κατά τον πρώτο
χρόνο λειτουργίας της Αρχής, μεταφέρονται από αυτήν. Η διαδικασία, ο τρόπος και
τα ειδικότερα ζητήματα της μεταφοράς από την Αρχή καθορίζονται με Κοινή Απόφαση
του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης.
6. Από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής το προσωπικό κατατάσσεται στα ίδια
μισθολογικά κλιμάκια, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, διατηρεί το σύνολο των
αποδοχών του, συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής διαφοράς, και εξακολουθεί να
διέπεται από το ίδιο συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό καθεστώς κύριας, επικουρικής
ασφάλισης και πρόνοιας, που είχε ως προσωπικό της Γ.Γ.Δ.Ε του Υπουργείου
Οικονομικών.
7. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, για την επιλογή και τοποθέτηση
προϊσταμένων οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης,
Υποδιεύθυνσης και Τμήματος των υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε, καθώς και των υπεύθυνων
Αυτοτελών Γραφείων όλων των υπηρεσιών αυτής, εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις
του άρθρου 26.
Άρθρο 39
Υπηρεσιακά και Πειθαρχικά Συμβούλια και Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης
1. Τα Υπηρεσιακά Συμβούλια της Γ.Γ.Δ.Ε ν λειτουργούν ως Υπηρεσιακά Συμβούλια της
Αρχής, εφόσον έχουν συγκροτηθεί μετά την ισχύ του ν. 4369/2016 (Α' 33).
Οι εκκρεμείς, κατά το χρόνο έναρξης της λειτουργίας της Αρχής, υποθέσεις των
υφιστάμενων Υπηρεσιακών Συμβουλίων της Γ.Γ.Δ.Ε., αποτελούν υποθέσεις των
Υπηρεσιακών Συμβουλίων της Αρχής, εάν αφορούν σε προσωπικό αυτής και εξετάζονται
από αυτά διαφορετικά διαβιβάζονται εντός ενός (1) μηνός στο αρμόδιο για τον
υπάλληλο Υπηρεσιακό Συμβούλιο.
2. Ως αρμόδια για τα πειθαρχικά θέματα του προσωπικού της Αρχής ορίζονται τα Α'
και Β' κοινά Πειθαρχικά Συμβούλια του Υπουργείου Οικονομικών, κατά λόγο
αρμοδιότητας, μέχρι την έναρξη λειτουργίας του Πειθαρχικού Συμβουλίου της Αρχής,
το οποίο θα συσταθεί με απόφαση του Διοικητή αυτής, που δημοσιεύεται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 31 του παρόντος νόμου.
Οι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις στα υφιστάμενα Πειθαρχικά Συμβούλια του Υπουργείου
Οικονομικών που αφορούν σε πειθαρχικά θέματα του προσωπικού της Αρχής, μέχρι την
έναρξη λειτουργίας του νέου Πειθαρχικού Συμβουλίου αυτής, διαβιβάζονται σε αυτό,
το αργότερο μέσα σε ένα (1) μήνα από την συγκρότησή του και κρίνονται από αυτό.
Οι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου
146Α του Υπαλληλικού Κώδικα που αφορούν σε πειθαρχικά θέματα προσωπικού της
Γ.Γ.Δ.Ε. που υπηρετεί στην Αρχή συνεχίζουν να κρίνονται από αυτό, με τη
συγκρότηση που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της υποπαραγράφου β' της
παραγράφου 1 του άρθρου 31.
3. Οι Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης της Γ.Γ.Δ.Ε λειτουργούν ως Ειδικές Επιτροπές
Αξιολόγησης της Αρχής, εφόσον έχουν συσταθεί και συγκροτηθεί μετά την ισχύ του
ν. 4369/2016 (Α' 33).
Οι τυχόν εκκρεμείς, κατά το χρόνο έναρξης της λειτουργίας της Αρχής, υποθέσεις
των υφιστάμενων Ειδικών Επιτροπών Αξιολόγησης της Γ.Γ.Δ.Ε., αποτελούν υποθέσεις
των Ειδικών Επιτροπών Αξιολόγησης της Αρχής, εάν αφορούν προσωπικό αυτής,
διαφορετικά διαβιβάζονται εντός ενός (1) μηνός στην αρμόδια Ειδική Επιτροπή.
Άρθρο 40
Οικονομικά θέματα
1. Μέχρι τη σύσταση και πλήρη λειτουργία της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών
Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Αρχής και για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των δύο
(2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, οι αρμοδιότητες οικονομικού
ενδιαφέροντος που αφορούν την Αρχή και ασκούνται κατά την έναρξη ισχύος του
παρόντος από την ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών, εξακολουθούν να ασκούνται από
αυτήν.
2. Ειδικά, για τον πρώτο προϋπολογισμό της Αρχής το συνολικό ύφος των πιστώσεων
της Αρχής που θα περιληφθεί στο σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2017,
δεν δύναται να είναι κατώτερο του 100% των συνολικών πιστώσεων που προβλέπονται
στον τρέχοντα ψηφισθέντα ετήσιο Κρατικό Προϋπολογισμό 2016 για τις υπηρεσίες της
Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.
Το συνολικό ύφος των πιστώσεων της Αρχής για τα έτη 2018 - 2019 που θα
περιληφθεί στα αντίστοιχα ΜΠΔΣ και σχέδια Κρατικού Προϋπολογισμού, δεν δύναται
να είναι κατώτερο του 100% των συνολικών πιστώσεων που θα προβλέπονται στον
ψηφισθέντα ετήσιο Κρατικό
Προϋπολογισμό έτους 2017 για τις υπηρεσίες της Αρχής, με εξαίρεση την απόδοση
οριζόντιων μέτρων.
Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη των στόχων του
εκάστοτε ισχύοντος ΜΠΔΣ για τη Γενική Κυβέρνηση και ταυτόχρονα να τηρηθούν τα
ανωτέρω, αναζητούνται οι τυχόν αναγκαίες εξισορροπητικές παρεμβάσεις στο σύνολο
των προϋπολογισμών και το ΜΠΔΣ της Γενικής Κυβέρνησης.
3. Εκκρεμείς διαδικασίες για τη σύναψη συμβάσεων μίσθωσης που αφορούν σε
υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε. ή σε εποπτευόμενους φορείς της, από την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου, συνεχίζονται και ολοκληρώνονται από την Αρχή, σύμφωνα με τις
ισχύουσες διατάξεις περί στέγασης δημοσίων υπηρεσιών.
4. Έργα προμηθειών που αφορούν σε Υπηρεσίες της Γ.Γ.Δ.Ε. ή σε εποπτευόμενους
φορείς της και είναι σε εξέλιξη υλοποιούμενα από άλλες Υπηρεσίες του Υπουργείου
Οικονομικών, από την έναρξη ισχύος του παρόντος συνεχίζονται από την Αρχή, η
οποία καθίσταται δικαιούχος των έργων. Η Αρχή συνεχίζει και ολοκληρώνει τις
διαδικασίες που απαιτούνται για την υλοποίηση των έργων, σύμφωνα με τις
ισχύουσες περί προμηθειών διατάξεις.
5. Η διοίκηση και διαχείριση υλικών και άυλων περιουσιακών στοιχείων του
Δημοσίου, τα οποία χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του σκοπού και για την
εξυπηρέτηση των αναγκών της Γ.Γ.Δ.Ε κατά την έναρξη λειτουργίας της Αρχής,
αναλαμβάνεται εφεξής από την Αρχή.
Εξαιρούνται από τις διατάξεις του παρόντος περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου που
αφορούν σε κεντρικό εξοπλισμό και συστημικό λογισμικό πληροφορικής, καθώς και η
διαχείριση του περιφερειακού εξοπλισμού.
6. Οι συμβάσεις μίσθωσης που έχουν συναφθεί για λογαριασμό των υπό στέγαση
Υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε συνεχίζονται για λογαριασμό της Αρχής. Σε περιπτώσεις που
οι υπηρεσίες στεγάζονται σε δημόσια ακίνητα παραμένουν και λειτουργούν
αυτοδίκαια σε αυτά.
Άρθρο 41
Λοιπές μεταβατικές διατάξεις
1. Γενικές και ειδικές διατάξεις που ισχύουν για την Ειδική Γραμματεία Σ.Δ.Ο.Ε.,
τις υπηρεσίες και το προσωπικό αυτής, ισχύουν και για τις υπηρεσίες και το
προσωπικό της Αρχής, που ασκούν τις αρμοδιότητες της Γ.Γ.Δ.Ε που μεταφέρθηκαν
από το Σ.Δ.Ο.Ε., σύμφωνα με τις διατάξεις των υποπεριπτώσεων β' και γ' της
περίπτωσης 3 της Υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε' του άρθρου πρώτου του ν.
4093/2012 (Α' 222) και της περίπτωσης 1 της Υποπαραγράφου Δ7 της παρ. Δ' του
άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α'94).
2. Από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής:
α) Οι οργανικές μονάδες, Κεντρικές, Ειδικές Αποκεντρωμένες και Περιφερειακές,
που υπάγονται στην Γ.Γ.Δ.Ε., όπως καθορίζονται στις διατάξεις του π.δ. 111/2014
(Α' 178 και 25), και τα συλλογικά όργανα της Γ.Γ.Δ.Ε. μεταφέρονται στην
Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και αποτελούν στο σύνολό τους υπηρεσίες και
συλλογικά όργανα της Αρχής.
β)Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται:
αα) ο όρος «Φορολογική Διοίκηση» ή «Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων» και οι
υπηρεσίες αυτής νοούνται η Αρχή και οι υπηρεσίες αυτής και ββ) «Γενικός
Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων» ή «Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας
Δημοσίων Εσόδων» νοούνται ο «Διοικητής» ή το «Συμβούλιο Διοίκησης» της Αρχής,
κατά λόγο αρμοδιότητας. Σε περίπτωση αμφιβολίας, νοείται ο Διοικητής.
3. α) Οι αρμοδιότητες που έχουν περιέλθει ή θα περιέλθουν, μέχρι την έναρξη
λειτουργίας της Αρχής, με διατάξεις νόμων ή με αποφάσεις του Υπουργού
Οικονομικών ή του καθ' ύλην αρμόδιου Αναπληρωτή Υπουργού ή του Υφυπουργού
Οικονομικών στον Γενικό Γραμματέα της Γ.Γ.Δ.Ε., ισχύουν για τον Διοικητή της
Αρχής, εκτός αν ρυθμίζεται διαφορετικά με τον παρόντα νόμο.
β) Όλες οι πράξεις του Γενικού Γραμματέα της Γ.Γ.Δ.Ε, με τις οποίες
μεταβιβάσθηκαν αρμοδιότητες ή ανατέθηκαν καθήκοντα ή παρασχέθηκε η εξουσιοδότηση
υπογραφής «Με Εντολή Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων» σε όργανα της Γ.Γ.Δ.Ε
και ισχύουν, κατά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Αρχής, εξακολουθούν να
ισχύουν ως αντίστοιχες πράξεις του Διοικητή ή «Με Εντολή Διοικητή» για τα
αντίστοιχα όργανα της Αρχής μέχρι την ανάκληση ή την τροποποίησή τους, εκτός και
αν ρυθμίζεται διαφορετικά με τον παρόντα νόμο ή αντίκεινται στις διατάξεις
αυτού.
γ) Όλες οι κανονιστικές αποφάσεις και οι λοιπές πράξεις του Γενικού Γραμματέα
της Γ.Γ.Δ.Ε και των λοιπών οργάνων αυτής, που βρίσκονται σε ισχύ, κατά την
έναρξη λειτουργίας της Αρχής εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση από τον
Διοικητή ή από τα λοιπά αρμόδια όργανα της Αρχής, των αντίστοιχων κανονιστικών
αποφάσεων ή λοιπών πράξεων, που θα εκδοθούν κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων του
παρόντος νόμου.
δ) Γενικές και ειδικές διατάξεις, που ισχύουν για την Γ.Γ.Δ.Ε, τις υπηρεσίες και
το προσωπικό αυτής, ισχύουν και για τις υπηρεσίες και το προσωπικό της Αρχής,
ανάλογα.
4. Η Αρχή υπεισέρχεται αυτοδικαίως και χωρίς καμία άλλη διατύπωση στα
δικαιώματα, στις απαιτήσεις, στις υποχρεώσεις και στις πάσης φύσεως έννομες
σχέσεις και στις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις της καταργούμενης Γ.Γ.Δ.Ε και
συνεχίζει τις εκκρεμείς δίκες, χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή τους και χωρίς
να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη ενέργεια για τη συνέχισή τους.
5. α) Τα φυσικά αρχεία των Υπηρεσιών της Γ.Γ.Δ.Ε., καθώς και τα φυσικά αρχεία
των υποθέσεων που εκκρεμούν στα δικαστήρια μεταφέρονται αυτοδικαίως στην Αρχή,
β) Τα ηλεκτρονικά αρχεία σε μεταφερόμενα μέσα αποθήκευσης των Υπηρεσιών της
Γ.Γ.Δ.Ε., καθώς και των υποθέσεων που εκκρεμούν στα δικαστήρια παραχωρούνται
προς διαχείριση στην Αρχή από το Υπουργείο Οικονομικών.
6. Ο διορισμός των μελών του πρώτου Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής θα
πραγματοποιηθεί τρεις μήνες πριν από την έναρξη λειτουργίας αυτής.
Το Συμβούλιο Διοίκησης κατά το διάστημα αυτό θα παρέχει την απαραίτητη συνδρομή
για την προετοιμασία του Οργανισμού και των Εσωτερικών Κανονισμών της Αρχής, οι
οποίοι θα εκδοθούν αμέσως μετά από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής.
7. Κατά την πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Διοίκησης, μετά από την έναρξη
λειτουργίας της Αρχής, αυτό υποχρεούται να εγκρίνει τον Οργανισμό αυτής, ο
οποίος εκδίδεται με απόφαση του Διοικητή της. Μέχρι την ημερομηνία έναρξης
ισχύος του Οργανισμού της Αρχής ισχύουν οι διατάξεις του π.δ. 111/2014, που
αφορούν στη Γ.Γ.Δ.Ε , οι οποίες καταργούνται από την ημερομηνία αυτή. Τα άρθρα
του π.δ. 284/1988 (Α’ 128), που αφορούν σε συλλογικά όργανα της Γ.Γ.Δ.Εν και
βρίσκονται σε ισχύ κατά την προηγούμενη ημερομηνία της έναρξης λειτουργίας της
Αρχής ισχύουν και για αυτήν.
8. Οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 1914/1990 (Α' 178), όπως αντικαταστάθηκαν
με τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2346/1995 (Α' 220), καθώς και οι διατάξεις
της παρ.27 του άρθρου 5 του ν. 2324/1995 (Α' 211) ισχύουν και για τη σύσταση των
συλλογικών οργάνων της Αρχής, τα οποία συνιστώνται με αποφάσεις του Διοικητή
αυτής.
9. Οι Δ.Ο.Υ. εκδίδουν μόνο τα πιστοποιητικά και τις βεβαιώσεις, που
περιλαμβάνονται σε αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ή σε κοινές αποφάσεις του
Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, οι οποίες ισχύουν
κατά την έναρξη λειτουργίας της Αρχής. Μετά από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής
οι Δ.Ο.Υ. εκδίδουν μόνο τα πιστοποιητικά και τις βεβαιώσεις, που περιλαμβάνονται
σε αποφάσεις που εκδίδει ο Διοικητής αυτής ή σε κοινές αποφάσεις του Διοικητή
και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού.
10. Εξαιρετικά, κατά την πρώτη λειτουργία της Αρχής, Διοικητής αυτής ορίζεται ο
υπηρετών, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος, Γενικός Γραμματέας
της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, για το υπόλοιπο της θητείας του, η
οποία ανανεώνεται για δύο ακόμη έτη, με μόνη απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης,
που λαμβάνεται δύο μήνες πριν από τη λήξη της. Σε περίπτωση μη ανανέωσης, το
Συμβούλιο Διοίκησης εκδίδει ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του, με πλειοφηφία των
2/3 του συνόλου των μελών του. Σε κάθε περίπτωση, μετά την κατά το πρώτο εδάφιο
της παρούσας ανανέωση, η θητεία του Διοικητή μπορεί να ανανεωθεί με τη διάρκεια
και τις λοιπές προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13.
11. Για την εξασφάλιση της αδιάλειπτης και αποτελεσματικής λειτουργίας των
Πληροφοριακών Συστημάτων της Αρχής και την προστασία των δεδομένων της, μεταξύ
του Υπουργού Οικονομικών, και των Γενικών Γραμματέων της ΓΓΠΣ & ΔΥ και της ΓΓΔΕ
του Υπουργείου Οικονομικών, υπογράφεται Συμφωνία Επιπέδου Εξυπηρέτησης (Service
Level Agreement - SLA). Στη Συμφωνία Επιπέδου Εξυπηρέτησης συμφωνούνται τα
δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών μεταξύ άλλων για α) την υποστήριξη της
παραγωγικής λειτουργίας, το επίπεδο
διαθεσιμότητας των υποδομών και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, β) τη
διαδικασία εγκατάστασης νέων Πληροφοριακών Συστημάτων ή επικαιροποίησης
υπαρχόντων, γ) τη διαδικασία υποβολής αιτήματος μεταβολής των διατιθέμενων
υπολογιστικών πόρων, δ) τη διαδικασία εξυπηρέτησης αιτημάτων εγκατάστασης ή
αναβάθμισης περιφερειακών υπολογιστικών υποδομών, ε) τους χρονικούς περιορισμούς
ικανοποίησης αιτημάτων εξυπηρέτησης, στ) θέματα φυσικής ασφάλειας και ασφάλειας
των Πληροφοριακών Συστημάτων και των Δεδομένων, ζ) θέματα εξοπλισμού (hardware)
και λογισμικού (software), η) θέματα διαθεσιμότητας ανθρωπίνων πόρων, θ)
χωροταξικά ζητήματα που προκύπτουν από την παρούσα εγκατάσταση υπηρεσιών της
ΓΓΔΕ στο κτήριο που διαχειρίζεται η ΓΓΠΣ & ΔΥ, ι) θέματα διαχείρισης προμηθειών
κεντρικού εξοπλισμού και του συστημικού λογισμικού πληροφορικής που απαιτείται
για τη χρήση του, ή /και παροχής υπηρεσιών πληροφορικής εφόσον αυτές ζητηθούν
από την Αρχή, ια) θέματα διαχείρισης δεδομένων, προκειμένου να διασφαλίζεται το
φορολογικό απόρρητο και ειδικότερα η ασφάλεια των συστημάτων και των δεδομένων,
ιβ) θέματα παροχής υπηρεσιών εκτύπωσης, ιγ) θέματα παροχής υπηρεσιών υποστήριξης
στους συναλλασσομένους μέσω σύγχρονων μεθόδων επικοινωνίας, εφόσον υπάρχει
διαθεσιμότητα και με την σύμφωνη γνώμη του Διοικητή της Αρχής, ιδ) τις αμοιβαίες
υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών και τις συνέπειες παραβίασης των όρων της
Συμφωνίας Επιπέδου Εξυπηρέτησης.
Η ως άνω Συμφωνία Επιπέδου Εξυπηρέτησης υπογράφεται έως 31.6.2016 και τίθεται σε
εφαρμογή το αργότερο έως την 31/12/2016.
Άρθρο 42
Καταργούμενες διατάξεις
Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Αρχής καταργούνται οι διατάξεις της
Υποπαραγράφου Ε.2 της παρ. Ε' του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222), με
την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του παρόντος.
Άρθρο 43
Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου ισχύουν από 1η Ιανουάριου 2017, εκτός και αν
ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Άρθρο 44
Ρυθμίσεις θεμάτων φορολογίας εισοδήματος
1. Η παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.4172/2013 (Α' 167) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η αγοραία αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο
από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό
διάστημα ενός φορολογικού έτους, υπολογίζεται σε ποσοστό ογδόντα τοις εκατό
(80%) του κόστους του οχήματος που εγγράφεται ως δαπάνη στα βιβλία του εργοδότη
με τη μορφή της απόσβεσης περιλαμβανομένων των τελών κυκλοφορίας, επισκευών,
συντηρήσεων καθώς και του σχετικού χρηματοδοτικού κόστους που αντιστοιχεί στην
αγορά του οχήματος ή του μισθώματος. Σε περίπτωση που το κόστος είναι μηδενικό,
η αγοραία αξία της παραχώρησης ορίζεται σε ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) της
μέσης δαπάνης ή απόσβεσης κατά τα τελευταία τρία (3) έτη».
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που
αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα.
3. α. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 4172/2013 προστίθενται εδάφια ως
εξής:
"Στην περίπτωση που αποκτάται εισόδημα από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα,
η οποία υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ, μαζί με εισόδημα από αγροτική
δραστηριότητα, υπολογίζεται η μείωση του φόρου που προβλέπεται στο άρθρο 16 αλλά
μόνον στο εισόδημα που αποκτάται από την αγροτική δραστηριότητα. Εφόσον μαζί με
τα εισοδήματα του προηγούμενου εδαφίου αποκτάται και εισόδημα από μισθωτή
εργασία ή συντάξεις, η μείωση του φόρου θα είναι αυτή που αναλογεί στο μέρος του
εισοδήματος που προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις καθώς και αγροτική
δραστηριότητα".
β. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4172/2013 (Α' 167), όπως ισχύει,
προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η μείωση του φόρου της παρούσας παραγράφου για τους ασκούντες αγροτική
επιχειρηματική δραστηριότητα εφαρμόζεται μόνο για τους κατ' επάγγελμα αγρότες,
όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία».
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχουν εφαρμογή για τα εισοδήματα που
αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα.
4. Η παρ. 11 του άρθρου 112 του ν. 4387/2016 (Α' 85) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων έχουν εφαρμογή για τα εισοδήματα που
αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2016 και επόμενα, ενώ η παρακράτηση του φόρου
και της εισφοράς από τους μισθούς και τις συντάξεις με τις νέες κλίμακες αρχίζει
να πραγματοποιείται από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου. Ειδικά,
οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή για τα εισοδήματα
που αποκτώνται από την 1.1.2017 και μετά».
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Τροποποιήσεις διατάξεων yia οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων
Άρθρο 45
Φορολογικές Ρυθμίσεις για τις Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου (άρθρο 39
ν.3371/2005)
1. Η παρ. 2 του άρθρου 39 του ν.3371/2005 (ΑΊ78) καταργείται.
2. Η παρ. 3 του άρθρου 39 του ν.3371/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου υποχρεούνται σε καταβολή φόρου, ο
συντελεστής του οποίου ορίζεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί του εκάστοτε
ισχύοντος επιτοκίου παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Επιτοκίου
Αναφοράς), προσαυξανόμενου κατά μία (1) ποσοστιαία μονάδα και υπολογίζεται επί
του εξαμηνιαίου μέσου όρου των επενδύσεων τους, πλέον διαθεσίμων σε τρέχουσες
τιμές. Σε περίπτωση μεταβολής του Επιτοκίου Αναφοράς, η προκύπτουσα νέα βάση
υπολογισμού του φόρου ισχύει από την πρώτη ημέρα του επόμενου της μεταβολής
μήνα. Ο οφειλόμενος φόρος κάθε εξαμήνου δεν μπορεί να είναι μικρότερος του
0,375% του εξαμηνιαίου μέσου όρου των επενδύσεών τους, πλέον των διαθεσίμων, σε
τρέχουσες τιμές. Ο φόρος αποδίδεται στην αρμόδια φορολογική αρχή μέσα στο πρώτο
δεκαπενθήμερο των μηνών Ιουλίου και Ιανουάριου του επόμενου εξαμήνου από τον
υπολογισμό. Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση
της εταιρείας και των μετόχων της. Οι διατάξεις του ν.4174/2013 (Α'170)
εφαρμόζονται αναλόγως και για τον φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις της
παραγράφου αυτής.»
Άρθρο 46
Φορολογικές Ρυθμίσεις για τις Εταιρείες Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία
(άρθρο 31 ν.2778/1999)
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 31 του ν.2778/1999 (Α'295) μετά τη
λέξη «εξωτερικού,» προστίθεται η φράσης «πλην μερισμάτων ημεδαπής,».
2. Η παρ. 3 του άρθρου 31 του ν.2778/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία υποχρεούνται σε καταβολή φόρου
ο συντελεστής του οποίου ορίζεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί του εκάστοτε
ισχύοντος επιτοκίου παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Επιτοκίου
Αναφοράς) προσαυξανομένου κατά μία (1) ποσοστιαία μονάδα και υπολογίζεται επί
του μέσου όρου των επενδύσεών τους, πλέον των διαθεσίμων, σε τρέχουσες τιμές,
όπως απεικονίζονται στους εξαμηνιαίους πίνακες επενδύσεων που προβλέπονται από
την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση μεταβολής του
Επιτοκίου Αναφοράς, η προκύπτουσα νέα βάση υπολογισμού του φόρου ισχύει από την
πρώτη ημέρα του επόμενου της μεταβολής μήνα. Ο οφειλόμενος φόρος κάθε εξαμήνου
δεν μπορεί να είναι μικρότερος του 0,375% του μέσου όρου των επενδύσεών τους,
πλέον των διαθεσίμων, σε τρέχουσες τιμές, όπως απεικονίζονται στους εξαμηνιαίους
πίνακες επενδύσεων που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του
παρόντος νόμου. Ο φόρος αποδίδεται στην αρμόδια φορολογική αρχή μέσα στο πρώτο
δεκαπενθήμερο του μήνα που ακολουθεί το χρονικό διάστημα που αφορούν οι
εξαμηνιαίοι πίνακες επενδύσεων. Σε περίπτωση παρακράτησης φόρου επί κτηθέντων
μερισμάτων ο φόρος αυτός συμψηφίζεται με το φόρο που προκύπτει από τη δήλωση που
υποβάλλεται από την Εταιρεία Επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία εντός του μηνός
Ιουλίου. Τυχόν πιστωτικό υπόλοιπο μεταφέρεται για συμψηφισμό με επόμενες
δηλώσεις. Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση της
εταιρείας και των μετόχων της. Οι διατάξεις του ν.4174/2013 (Α'170) εφαρμόζονται
ανάλογα και για τον φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου
αυτής. Για τα διανεμόμενα μερίσματα στους μετόχους της εταιρείας δεν έχουν
εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 62 και 64 του ν.4172/2013. Κατά τον υπολογισμό
του παραπάνω φόρου δε λαμβάνονται υπόψη τα ακίνητα που κατέχουν άμεσα ή έμμεσα
θυγατρικές των ΑΕΕΑΠ, εταιρείες του άρθρου 22 παράγραφος 3 περιπτώσεις δ' και ε'
του παρόντος νόμου, εφόσον αυτά αναγράφονται διακεκριμένα στις καταστάσεις
επενδύσεών τους.».
3. Η παρ. 7 του άρθρου 31 του ν.2778/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Η υπεραξία από τη μεταβίβαση μετοχών των εταιρειών επενδύσεων σε ακίνητη
περιουσία απαλλάσσεται από τον φόρο εισοδήματος.».
Άρθρο 47
Φορολογικές Ρυθμίσεις για τα Αμοιβαία Κεφάλαια Ακινήτων (άρθρο 20
ν.2778/1999)
1. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 20 του ν.2778/1999 (Α'295)
αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο φόρος υπολογίζεται επί του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού του
αμοιβαίου κεφαλαίου, λογίζεται καθημερινά, δεν μπορεί να είναι μικρότερος του
0,375% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού του αμοιβαίου
κεφαλαίου και αποδίδεται στην αρμόδια φορολογική αρχή μέσα στο πρώτο
δεκαπενθήμερο των μηνών Ιουλίου και Ιανουάριου του επόμενου εξαμήνου από τον
υπολογισμό του.».
2. Στο άρθρο 20 του ν.2778/1999 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Οι διατάξεις του ν.4174/2013 (Α'170) εφαρμόζονται ανάλογα και για τον φόρο
που οφείλεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου αυτού.».
Άρθρο 48
Φορολογικές Ρυθμίσεις για τους ΟΣΕΚΑ (άρθρο 103 ν.4099/2012)
1. Η παρ. 2 του άρθρου 103 του ν.4099/2012 (Α' 250) καταργείται.
2. Πριν από το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 103 προστίθεται νέο
εδάφιο ως εξής: «Ο οφειλόμενος φόρος κάθε εξαμήνου δεν μπορεί να είναι
μικρότερος:
α) του 0,025% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού προκειμένου
για ΟΣΕΚΑ χρηματαγοράς,
β) του 0,175% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού προκειμένου για
ομολογιακούς ΟΣΕΚΑ,
γ) του 0,25% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού προκειμένου για
μικτούς ΟΣΕΚΑ,
δ) του 0,375% του εξαμηνιαίου μέσου όρου του καθαρού ενεργητικού προκειμένου για
μετοχικούς και λοιπούς ΟΣΕΚΑ.».
3. Η παρ. 4 του άρθρου 103 του ν.4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Από τον φόρο που οφείλεται με βάση τη δήλωση της παραγράφου 3 του παρόντος
άρθρου, εκπίπτουν τα ακόλουθα ποσά:
α) τυχόν φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή, β) τυχόν φόρος που
αναλογεί, σύμφωνα με την παράγραφο 2, και έχει καταβληθεί από άλλους ΟΣΕΚΑ ή
άλλους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων στα μερίδια των οποίων έχει επενδύσει ο
ΟΣΕΚΑ.
Τυχόν πιστωτικό υπόλοιπο εκ των ανωτέρω περιπτώσεων, μεταφέρεται για έκπτωση εκ
του φόρου που οφείλεται με τις επόμενες δηλώσεις.».
4. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 103 του ν.4099/2012, η φράση «της
παραγράφου 1 του άρθρου 54 και της παραγράφου 2 του άρθρου 114 του ν.2238/1994»
αντικαθίσταται με τη φράση ς «των άρθρων 62 και 64 του ν.4172/2013».
5. Στο άρθρο 103 του ν.4099/2012 προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Οι διατάξεις του ν.4174/2013 (Α' 170) εφαρμόζονται ανάλογα και για τον φόρο
που οφείλεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου αυτού.».
Άρθρο 49
Οι διατάξεις των άρθρων 45 έως 48 ισχύουν από 1.1.2016 και μετά.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Τροποποιήσεις διατάξεων Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων και Δήλωσης
Στοιχείων Ακινήτων (Ε9)
Άρθρο 50
Τροποποιήσεις διατάξεων Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων
1. Η περ. α' της παρ. 1 της Ενότητας Β του άρθρου 4 του ν. 4223/2013 (Α' 287),
αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Το οικόπεδο εντάσσεται σε φορολογική ζώνη και προσδιορίζεται συντελεστής
φόρου με βάση τη μοναδιαία αξία του οικοπέδου, σύμφωνα με τον πίνακα που
ακολουθεί:
Μοναδιαία αξία (€/μ2) Φ.Ζ. Συντελεστής φόρου (€/μ2)
0,01- 2,00 01 0,0037
2,01- 4,00 02 0,0075
4,01- 6,00 03 0,0125
6,01- 10,00 04 0,0185
10,01 -14,00 05 0,0285
14,01 - 20,00 06 0,0375
20,01 - 50,00 07 0,0750
50,01 - 75,00 08 0,1490
75,01 -100,00 09 0,1850
100,01 -150,00 10 0,2470
150,01 - 200,00 11 0,3700
200,01 - 300,00 12 0,5550
300,01 - 400,00 13 0,7400
400,01 - 500,00 14 0,9900
500,01 - 600,00 15 1,2500
600,01 - 700,00 16 1,6000
700,01 - 800,00 17 1,8500
800,01 - 900,00 18 2,0950
900,01 - 1.000,00 19 2,3500
1.000,01 - 1.500,00 20 3,1000
1.500,01 - 2.000,00 21 3,7000
2.000,01 - 3.000,00 22 4,9500
3.000,01 - 4.000,00 23 7,4000
4.000,01 - 5.000,00 24 9,2500
5.000,01+ 25 11,2500
2. Η παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 4223/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Για κάθε φυσικό πρόσωπο ο συμπληρωματικός φόρος επιβάλλεται και
υπολογίζεται στη συνολική αξία των δικαιωμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 1,
σύμφωνα με τα κλιμάκια και τους συντελεστές του παρακάτω πίνακα:
ΚΛΙΜΑΚΙΟ (€) Συντελεστής
0,01 - 200.000 0,0%
200.000,01 - 250.000 0,10%
250.000,01 - 300.000 0,15%
300.000,01 - 400.000 0,30%
400.000,01 - 500.000 0,50%
500.000,01 - 600.000 0,60%
600.000,01 - 700.000 0,80%
700.000,01- 800.000 0,90%
800.0. 01 - 900.000 1,00%
900.0. 01- 1.000.000 1,05%
1.0. 000.01 - 2.000.000 1,10%
Υπερβάλλον 1,15%
Στη συνολική αξία του πρώτου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται η αξία των δικαιωμάτων
επί των κτιρίων, που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων εκατό (100) ετών
και τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία ή ως έργα
τέχνης, καθώς και των τυχόν αναλογούντων σε αυτά ποσοστών επί των γηπέδων ή
οικοπέδων στα οποία βρίσκονται.»
3. Η παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 4223/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Για κάθε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ο συμπληρωματικός ΕΝ.Φ.Ι.Α.
επιβάλλεται και υπολογίζεται στην αξία των δικαιωμάτων της παρ. 2 του άρθρου 1
με συντελεστή πέντε και μισό τοις χιλίοις (5,5%ο). Ο συμπληρωματικός ΕΝ.Φ.Ι.Α.
για τα ακίνητα τα οποία ιδιοχρησιμοποιοόνται για την παραγωγή ή την άσκηση κάθε
είδους επιχειρηματικής δραστηριότητας, ανεξαρτήτως αντικειμένου εργασιών,
υπολογίζεται με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1%ο). Ειδικά, για τα Ν.Π.Δ.Δ. και
τα Ν.Π.Ι.Δ. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως ορίζονται στις περιπτώσεις β', δ',
ε’, στ' και ζ' του άρθρου 3 του παρόντος και τις Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων
σε Ακίνητη Περιουσία (Α.Ε.Ε.Α.Π.) του ν. 2778/1999, ο συμπληρωματικός ΕΝ.Φ.Ι.Α.
υπολογίζεται με συντελεστή τρία και μισό τοις χιλίοις (3,5%ο) για τα ακίνητα τα
οποία δεν ιδιοχρησιμοποιούν.
Για τον υπολογισμό του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. δεν συμπεριλαμβάνεται: α) η
αξία των δικαιωμάτων σε ακίνητα των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που
απαλλάσσονται και κατά το μέρος της οριζόμενης απαλλαγής σύμφωνα με τις
διατάξεις του άρθρου 3 του παρόντος και
β) η αξία των δικαιωμάτων σε ακίνητα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των
περιπτώσεων δ' της παραγράφου Β.1 και η' της παραγράφου Β.2 του άρθρου 4 του
παρόντος.»
4. Οι διατάξεις των παρ. 1 έως 3 ισχύουν από 1.1.2016.
Άρθρο 51
Υποβολή δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9)
Στο τέλος της παρ. 9 του άρθρου 23 του ν.3427/2005 (Α' 312) προστίθεται εδάφιο
ως εξής:
«Για τις αρχικές και τροποποιητικές δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) ετών 2010
και επόμενων, που υποβλήθηκαν ή θα υποβληθούν από την 31.12.2014 μέχρι και την
29.7.2016, δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 4 του ν.2523/1997
(Α' 179) ή το πρόστιμο του άρθρου 54 του ν.4174/2013 (Α’ 170) κατά περίπτωση.»
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
Τροποποιήσεις διατάξεων Κώδικα ΦΠΑ και διατάξεις τελών και έμμεσων φόρων
Άρθρο 52
Τροποποιήσεις του άρθρου 21 του ν. 2859/2000 "Κύρωση του Κώδικα Φόρου
Προστιθέμενης Αξίας"
1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 2859/2000 (Α' 248)
αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο συντελεστής του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) ορίζεται σε είκοσι τέσσερα
τοις εκατό (24%) στη φορολογητέα αξία.»
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν από 1.6.2016.
3. Μετά την παρ. 6 του άρθρου 21 του ν. 2859/2000 προστίθεται παρ. 6Α ως εξής:
«6Α. Η μείωση των συντελεστών των παραγράφων 4, 5 και 6, δεν ισχύει για τα νησιά
Θήρα, Μύκονο, Νάξο, Πάρο, Ρόδο, Σκιάθο από 1.10.2015 και για τα νησιά Σύρο,
Θάσο, Ανδρο, Τήνο, Κάρπαθο, Μήλο, Σκύρο, Αλόννησο, Κέα, Αντίπαρο και Σίφνο από
1.6.2016.».
Άρθρο 53
Φόρος διαμονής
1. Επιβάλλεται φόρος υπέρ του Δημοσίου, με την ονομασία «Φόρος Διαμονής» σύμφωνα
με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Ο φόρος διαμονής επιβάλλεται ανά ημερήσια χρήση του δωματίου, σουίτας,
διαμερίσματος ή ενιαίας κατοικίας:
α. Σε κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα της υποπερίπτωσης αα) της περ. α) της παρ. 2
του άρθρου 1 του ν.4276/2014 (ΑΊ55), ως ακολούθως:
1-2 αστέρων 0,50 €
3 αστέρων 1,50 €
4 αστέρων 3,00 €
5 αστέρων 4,00 €
και
β. Σε ενοικιαζόμενα επιπλωμένα δωμάτια - διαμερίσματα της υποπερίπτωσης γγ) της
περ. β) της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014, ως ακολούθως:
1-2 κλειδιά 0,25 €
3 κλειδιών 0,50 €
4 κλειδιών 1,00 €
2. Ο φόρος διαμονής επιβάλλεται από τις επιχειρήσεις της προηγούμενης παραγράφου
κατά την έκδοση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, του φορολογικού στοιχείου,
και αποδίδεται στη Φορολογική Διοίκηση με μηνιαίες δηλώσεις, οι οποίες
υποβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του
επόμενου μήνα από αυτόν της έκδοσης κάθε φορολογικού στοιχείου. Φόρος διαμονής
δεν επιβάλλεται σε περίπτωση δωρεάν παροχής υπηρεσιών διαμονής από τις ανωτέρω
επιχειρήσεις.
3. Στο τέλος του Παραρτήματος του ν. 4174/2013 (Α'170), όπως ισχύει, προστίθεται
η φράση «Φόρος Διαμονής».
4. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται ο τύπος και το
περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του ειδικού αυτού φόρου, ο χρόνος και η
διαδικασία επιβολής και απόδοσής του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια
για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν από την 1.1.2018 για φορολογικά
στοιχεία που εκδίδονται από την ημερομηνία αυτή και μετά.
Άρθρο 54
Τέλος στη συνδρομητική τηλεόραση
1. Επιβάλλεται αναλογικό τέλος υπέρ του Δημοσίου, με την ονομασία "τέλος στη
συνδρομητική τηλεόραση", το οποίο βαρύνει τους συνδρομητές των επιχειρήσεων
παροχής υπηρεσιών συνδρομητικής τηλεόρασης.
Το τέλος αυτό επιβάλλεται επί κάθε μηνιαίου λογαριασμού κάθε σύνδεσης σε
συνδρομητική τηλεόραση και υπολογίζεται ως ποσοστό 10% επί του συνολικού
μηνιαίου λογαριασμού, περιλαμβανομένου και του πάγιου τέλους που εισπράττεται
υπέρ της επιχείρησης, προ του φόρου προστιθέμενης αξίας.
Εάν ο λογαριασμός εκδίδεται για περισσότερους μήνες επιβάλλονται τόσα τέλη όσοι
και οι μήνες. Στην περίπτωση αυτή, για την εξεύρεση του τέλους, ο λογαριασμός
επιμερίζεται σε ίσα μέρη, ανάλογα των μηνών για τους οποίους εκδίδεται, εφόσον
από αυτόν δεν προκύπτει διαφορετικός επιμερισμός.
Το τέλος εισπράττεται από τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών συνδρομητικής
τηλεόρασης και αποδίδεται στη Φορολογική Διοίκηση με μηνιαίες δηλώσεις, που
υποβάλλονται μέχρι το τέλος του μεθεπόμενου μήνα από την έκδοση κάθε
λογαριασμού, ανεξάρτητα από τον χρόνο εξόφλησης του λογαριασμού.
2. Απαλλαγές από φόρους και τέλη που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις
υπέρ ορισμένων προσώπων δεν καταλαμβάνουν το τέλος στη συνδρομητική τηλεόραση.
3. Στο τέλος του Παραρτήματος του ν. 4174/2013 (Α'170), όπως ισχύει, προστίθεται
η φράση «Τέλος στη συνδρομητική τηλεόραση».
4. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται ο τύπος και το
περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του τέλους, ο χρόνος και η διαδικασία επιβολής
και απόδοσής του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του
άρθρου αυτού.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου αρχίζουν να ισχύουν από 1.6.2016 και
καταλαμβάνουν λογαριασμούς που εκδίδονται από την ημερομηνία αυτή και μετά.
Άρθρο 55
Τέλος συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας
1. Επιβάλλεται αναλογικό τέλος υπέρ του Δημοσίου, με την ονομασία "τέλος
συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας", το οποίο βαρύνει τους συνδρομητές των
επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών σταθερής τηλεφωνίας.
Το τέλος αυτό επιβάλλεται επί κάθε μηνιαίου λογαριασμού κάθε σύνδεσης σταθερής
τηλεφωνίας με πρόσβαση σε υπηρεσίες φωνής ή/και ευρυζωνικής πρόσβασης (internet)
και υπολογίζεται ως ποσοστό 5% επί του συνολικού μηνιαίου λογαριασμού,
περιλαμβανομένου και του πάγιου τέλους που εισπράττεται υπέρ της επιχείρησης,
προ του φόρου προστιθέμενης αξίας.
Εάν ο λογαριασμός εκδίδεται για περισσότερους μήνες επιβάλλονται τόσα τέλη όσοι
και οι μήνες. Στην περίπτωση αυτή, για την εξεύρεση του τέλους, ο λογαριασμός
επιμερίζεται σε ίσα μέρη, ανάλογα των μηνών για τους οποίους εκδίδεται, εφόσον
από αυτόν δεν προκύπτει διαφορετικός επιμερισμός.
Το τέλος εισπράττεται από τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών σταθερής τηλεφωνίας
από τους συνδρομητές και αποδίδεται στη Φορολογική Διοίκηση με μηνιαίες δηλώσεις
που υποβάλλονται μέχρι το τέλος του μεθεπόμενου μήνα από την έκδοση κάθε
λογαριασμού, ανεξάρτητα από τον χρόνο εξόφλησης του λογαριασμού.
2. Απαλλαγές από φόρους και τέλη που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις
υπέρ ορισμένων προσώπων δεν καταλαμβάνουν το τέλος συνδρομητών σταθερής
τηλεφωνίας.
3. Στο τέλος του Παραρτήματος του ν. 4174/2013 (Α' 170), όπως ισχύει,
προστίθεται η φράση «Τέλος συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας».
4. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται ο τύπος και το
περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του τέλους, ο χρόνος και η διαδικασία επιβολής
και απόδοσής του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του
άρθρου αυτού.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου αρχίζουν να ισχύουν από 1.7.2017 και
καταλαμβάνουν λογαριασμούς που εκδίδονται από την ημερομηνία αυτή και μετά.
Άρθρο 56
Ρυθμίσεις επί των τυχερών παιγνίων
1. Οι διατάξεις των δύο πρώτων εδαφίων της παρ. 5 του άρθρου 50 του ν. 4002/2011
(ΑΊ80) αντικαθίστανται ως εξής:
«5. Για όλα τα τυχερά παίγνια η συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στα έσοδα
καθορίζεται και κλιμακωτά διαμορφώνεται ως εξής:
α) Ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) επί μικτού κέρδους μέχρι ποσού εκατό
εκατομμυρίων (100.000.000) ευρώ
β) Ποσοστό τριάντα δύο και μισό τοις εκατό (32,5%) επί μικτού κέρδους για το
υπερβαίνον τμήμα από εκατό εκατομμύρια και ένα (100.000.001) ευρώ έως και
διακόσια εκατομμύρια (200.000.000) ευρώ
γ) Ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) επί μικτού κέρδους για το υπερβαίνον
τμήμα από διακόσια εκατομμύρια και ένα (200.000.001) ευρώ και πάνω Τα ως άνω
ετήσια ποσά μικτού κέρδους προέρχονται από την εκμετάλλευση της δραστηριότητας
του κατόχου της άδειας.
Τα έσοδα αυτά αποδίδονται στο Δημόσιο εντός δεκαέξι (16) ημερών από το τέλος του
ημερολογιακού μήνα που αφορούν».
2. Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1 Ιανουάριου 2016. Για έσοδα που
έχουν πραγματοποιηθεί από 1.1.2016 έως και το τέλος του προηγούμενου μήνα από
τον μήνα δημοσίευσης του παρόντος, η καταβολή πραγματοποιείται εμπρόθεσμα εντός
δεκαέξι (16) ημερών από το τέλος του ημερολογιακού μήνα δημοσίευσης του
παρόντος.
Άρθρο 57
Κατάργηση φόρου επί του ζύθου
Οι διατάξεις του άρθρου 39 του β.δ. της 24/9-20/10/1958 (Α' 171) και της περ. 14
της Υποπαραγράφου Δ. 12 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94) καταργούνται.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
Τροποποιήσεις Τελωνειακού Κώδικα
Άρθρο 58
Προσθήκη άρθρου 53Α στο ν. 2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» (Α' 265)
ί. Μετά το άρθρο 53 του ν.2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» προστίθεται
άρθρο 53Α, ως εξής:
«Άρθρο 53Α
Επιβολή Φόρου Κατανάλωσης-Βάση Υπολογισμού και Συντελεστές Φόρου-
Βεβαίωση και Είσπραξη του Φόρου.
1.Επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης στα εισαγόμενα από τρίτες χώρες, προερχόμενα από
άλλα Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, ως
ακολούθως:
α) Στα υγρά αναπλήρωσης, τα οποία περιέχονται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα του
κωδικού Συνδυασμένης Ονοματολογίας 85437090 ή σε ειδικούς περιέκτες
επαναπλήρωσης ή φιαλίδια μίας χρήσης που προορίζονται να ενσωματωθούν σε
συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου, τα οποία κατατάσσονται στον κωδικό Σ.Ο.
38249092. Οι συσκευές ηλεκτρονικού τσιγάρου του κωδικού Σ.Ο. 85437090 δεν
υπόκεινται σε Φόρο Κατανάλωσης, εφόσον αποτελούνται μόνο από την εξωτερική
συσκευή και δεν περιέχουν υγρά τα οποία καταναλώνονται μέσω αυτής, β) Στον
καβουρδισμένο καφέ των κωδικών Σ.Ο. 0901 21 00 και 0901 22 00.
γ) Στον μη καβουρντισμένο καφέ των κωδικών Σ.Ο. 090111 00 και 090112 00 δ) Στον
στιγμιαίο καφέ του κωδικού Σ.Ο. ΕΧ 210111 00
ε) Στα παρασκευάσματα με βάση τα εκχυλίσματα, αποστάγματα ή συμπυκνώματα του
καφέ ή με βάση τον καφέ των κωδικών Σ.Ο. ΕΧ 2101 12 92 και 210112 98.
2. Οι συντελεστές φόρου κατανάλωσης που επιβάλλονται στα προϊόντα της παρ. 1 του
παρόντος άρθρου ορίζονται ως ακολούθως:
α) Για τα προϊόντα της περίπτωσης α', δέκα λεπτά (0,10) ανά χιλιοστόλιτρο (ml)
προϊόντος
β) Για τα προϊόντα της περίπτωσης β', τρία (3) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους γ)
Για τα προϊόντα της περίπτωσης γ', δύο (2) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους δ) Για
τα προϊόντα της περίπτωσης δ', τέσσερα (4) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους ε) Για
τα προϊόντα της περίπτωσης ε', τέσσερα (4) ευρώ ανά κιλό καθαρού βάρους που
περιέχεται στο τελικό προϊόν.
3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου:
α) ως «ηλεκτρονικό τσιγάρο» ορίζεται το προϊόν, το οποίο μπορεί να
χρησιμοποιηθεί για κατανάλωση ατμού με επιστόμιο ή στοιχείο του εν λόγω
προϊόντος, συμπεριλαμβανομένου του περιέκτη, του δοχείου και της συσκευής χωρίς
περιέκτη ή δοχείο. Τα ηλεκτρονικά τσιγάρα μπορούν να είναι είτε επαναπληρώσιμα
μέσω περιέκτη επαναπλήρωσης και δοχείου είτε
επαναπληρώσιμα με περιέκτες μίας χρήσης.
β) ως «περιέκτης επαναπλήρωσης» ορίζεται το δοχείο που περιέχει υγρό, το οποίο
μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί για να επαναπληρώσει ηλεκτρονικό τσιγάρο, γ) ως
«παραγωγή καφέ», δεν νοείται η φρύξη (καβούρντισμα), η άλεση και η συσκευασία
του τελικού προϊόντος.
δ) ως «εγκεκριμένος αποθηκευτής προϊόντων φόρου κατανάλωσης»: το φυσικό ή νομικό
πρόσωπο που παραλαμβάνει, κατέχει ή αποστέλλει κατά την άσκηση του επαγγέλματος
του υποκείμενα σε φόρο κατανάλωσης προϊόντα τα οποία τελούν σε καθεστώς
φορολογικής αποθήκης.
4. Τα προϊόντα της παρ. 1 τα οποία παράγονται εγχωρίως ή παραλαμβάνονται από
άλλα Κράτη-Μέλη στο εσωτερικό της χώρας ή εισάγονται από τρίτη χώρα και έχουν
τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία δύνανται να τίθενται σε καθεστώς φορολογικής
αποθήκης και για το χρονικό διάστημα που παραμένουν στο καθεστώς αυτό τελούν σε
αναστολή καταβολής του φόρου κατανάλωσης και του Φ.Π.Α.
5. Οι διατάξεις του άρθρου 56 του παρόντος νόμου, αναφορικά με το απαιτητό του
φόρου κατά το χρόνο θέσης σε ανάλωση και οι διατάξεις του άρθρου 109 του ίδιου
νόμου αναφορικά με τη διαδικασία και τις διατυπώσεις για τη βεβαίωση και
είσπραξη του φόρου εφαρμόζονται κατ' αναλογία και στα προϊόντα του παρόντος
άρθρου.
6. Η υποχρέωση καταβολής του φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα της
παρ. 1, στην περίπτωση παραλαβής των προϊόντων αυτών από άλλα Κράτη- Μέλη
γεννάται κατά την παραλαβή τους στο εσωτερικό της χώρας.
7. Υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι κατά περίπτωση: α) το πρόσωπο που
εισάγει από τρίτη χώρα τα ανωτέρω προϊόντα
β) το πρόσωπο που αποκτά από άλλο Κράτος-Μέλος της Ε.Ε. τα ανωτέρω προϊόντα γ)
το πρόσωπο που παράγει εγχωρίως τα ανωτέρω προϊόντα, εκτός καθεστώτος αναστολής
δ) ο εγκεκριμένος αποθηκευτής των προϊόντων αυτών.
8. Η βεβαίωση και είσπραξη του φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα
της παραγράφου 1 ενεργείται από την αρμόδια αρχή, ως κατωτέρω:
α) ως προς την εισαγωγή, κατά την ίδια χρονική στιγμή που βεβαιώνονται και
εισπράττονται οι λοιπές δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις
β) ως προς την απόκτηση από άλλο Κράτος-Μέλος, το αργότερο εντός 10 ημερών από
τη γένεση της υποχρέωσης, εκτός εάν τα προϊόντα τεθούν άμεσα σε καθεστώς
φορολογικής αποθήκης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, γ) ως προς την
εγχώρια παραγωγή των προϊόντων αυτών, εκτός καθεστώτος αναστολής, το αργότερο
εντός 10 ημερών από τη γένεση της υποχρέωσης, δ) ως προς την έξοδο από τη
φορολογική αποθήκη, ήτοι από το καθεστώς αναστολής των φορολογικών επιβαρύνσεων,
το αργότερο μέχρι τις 25 του επόμενου μήνα από το μήνα εξόδου από το καθεστώς
αναστολής.
9. Με τον φόρο κατανάλωσης των ανωτέρω προϊόντων βεβαιώνεται και εισπράττεται,
κατά την ίδια χρονική στιγμή, ο αναλογών Φ.Π.Α. Η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται
με βάση τα άρθρα 19 και 20 του ν.2859/2000 (Α' 248). Οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές
των προϊόντων του παρόντος άρθρου ασκούν το δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ των
εισροών τους με την υποβολή του προβλεπόμενου παραστατικού στην αρμόδια
τελωνειακή αρχή.
10. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι
προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας φορολογικής αποθήκης και εγκεκριμένου
αποθηκευτή των ανωτέρω προϊόντων, οι διαδικασίες επιβολής του Φόρου Κατανάλωσης,
η παρακολούθηση και ο έλεγχος των προϊόντων του παρόντος άρθρου, καθώς και οι
λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων των προηγουμένων παραγράφων.»
2. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1.1.2017
Άρθρο 59
Τροποποιήσεις διατάξεων των άρθρων 120,121,123,126 και 141 του
ν.2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» και του άρθρου 17 του ν.3833/2010
1. Προστίθεται περ. κ' στο άρθρο 120 του ν.2960/2001 (Α' 265), ως εξής:
«κ) «Λιανική τιμή πώλησης προ φόρων για τη διαμόρφωση της φορολογητέας αξίας για
την επιβολή του τέλους ταξινόμησης»: η ανώτατη προτεινόμενη τιμή πώλησης, χωρίς
ΦΠΑ, από τον κατασκευαστή, προκειμένου για εγχωρίως παραγόμενα οχήματα ή από τον
εισαγωγέα/επίσημο αντιπρόσωπο, προκειμένου για εισαγόμενα και ενδοκοινοτικώς
αποκτούμενα οχήματα, όπως αυτή προκύπτει από τους
υποβαλλόμενους τιμοκαταλόγους στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή. Στην εν λόγω τιμή, η
οποία ισχύει από την ημερομηνία υποβολής του τιμοκαταλόγου, συμπεριλαμβάνεται η
αξία του πρόσθετου εξοπλισμού, καθώς και η αξία ειδικών εκδόσεων του οχήματος
και κάθε είδους διαμορφωτικό της τιμής πώλησης κόστος. Οι λιανικές τιμές πώλησης
προ φόρων κατά μάρκα, μοντέλο, παραλλαγή και έκδοση των οχημάτων δημοσιεύονται
στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και στο διαδίκτυο.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 121 του ν.2960/2001 αντικαθίσταται, ως εξής:
«2. Οι συντελεστές του τέλους ταξινόμησης της προηγούμενης παραγράφου ορίζονται
ως ακολούθως:
α) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία μέχρι και 14.000 ευρώ, 4%.
β) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία άνω των 14.000 ευρώ και μέχρι 17.000
ευρώ, 8%.
γ) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία άνω των 17.000 ευρώ και μέχρι 20.000 ευρώ,
16%.
δ) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία άνω των 20.000 ευρώ και μέχρι 25.000 ευρώ,
24%.
ε) Για αυτοκίνητα με φορολογητέα αξία άνω των 25.000 ευρώ, 32%. στ) Για
αυτοκίνητα οχήματα τρίκυκλα ή τετράκυκλα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της
Οδηγίας 2002/24/ΕΚ του Συμβουλίου της 18ης Μαρτίου 2002 (E.E.L.124 της 9.5.2002)
και πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της Οδηγίας 2002/51/ΕΚ ή
μεταγενέστερης:
ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΕΛΟΥΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ
Κάτω των 50 κυβικών εκατοστών 0%
Από 50 μέχρι και 500 κυβικά εκατοστά 5%
Από 501 μέχρι και 900 κυβικά εκατοστά 9%
Από 901 κυβικά εκατοστά και πάνω 15%
ζ) Οι διατάξεις του άρθρου 26 του ν.1959/1991 (123 Α') και της αριθ.
Β.27660/712/10.7.1992 κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών
Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών (519
Β'), εφαρμόζονται και για τα πετρέλαιο κινητά οχήματα της προηγούμενης
περίπτωσης στ'.
η) Για την επιλογή του συντελεστή των περιπτώσεων α' έως ε', για μεταχειρισμένα
επιβατικά αυτοκίνητα, λαμβάνεται υπόψη η φορολογητέα αξία της παραγράφου 1 του
άρθρου 126, πριν από τις προβλεπόμενες μειώσεις από το άρθρο αυτό.»
3. Αντικαθίσταται η παρ. 3 του άρθρου 121 του ν.2960/2001, ως εξής:
«3. Για επιβατικά αυτοκίνητα της παραγράφου 1, των οποίων η εκπεμπόμενη μάζα
διοξειδίου του άνθρακα - C02 (συνδυασμένος κύκλος) είναι:
α) μικρότερη ή ίση των 100 γρ./χλμ, οι συντελεστές των περιπτώσεων α', β', γ',
δ' και ε' της παραγράφου 2 μειώνονται κατά 5%
β) μεγαλύτερη από 120 και μικρότερη ή ίση από 140 γρ./χλμ, οι συντελεστές των
περιπτώσεων α', β', γ', δ' και ε' της παραγράφου 2 αυξάνονται κατά 10% γ)
μεγαλύτερη από 140 και μικρότερη ή ίση από 160 γρ./χλμ, οι συντελεστές των
περιπτώσεων α', β', γ', δ' και ε' της παραγράφου 2 αυξάνονται κατά 20% δ)
μεγαλύτερη από 160 και μικρότερη ή ίση από 180 γρ./χλμ, οι συντελεστές των
περιπτώσεων α', β', γ', δ' και ε' της παραγράφου 2 αυξάνονται κατά 30% ε)
μεγαλύτερη από 180 και μικρότερη ή ίση από 200 γρ./χλμ, οι συντελεστές των
περιπτώσεων α', β’, γ', δ' και ε' της παραγράφου 2 αυξάνονται κατά 40% στ)
μεγαλύτερη από 200 και μικρότερη ή ίση από 250 γρ./χλμ, οι συντελεστές των
περιπτώσεων α', β', γ', δ' και ε' της παραγράφου 2 αυξάνονται κατά 60% ζ)
μεγαλύτερη από 250 γρ./χλμ οι συντελεστές των περιπτώσεων α', β', γ', δ' και ε'
της παραγράφου 2 αυξάνονται κατά 100%».
4. Αντικαθίσταται η παράγραφος 4 του άρθρου 121 του ν.2960/2001, ως εξής:
«4. Για επιβατικά αυτοκίνητα της παραγράφου 1 τα οποία:
α) πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές του αμέσως προηγούμενου από το ισχύον,
ως προς την ταξινόμηση, ευρωπαϊκού προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro), οι
συντελεστές των περιπτώσεων α', β', γ', δ’ και ε' της παραγράφου 2, αυξάνονται
κατά 50%
β) δεν πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές του ισχύοντος, ως προς την
ταξινόμηση, ευρωπαϊκού προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro) και του αμέσως
προηγούμενου και δεν είναι συμβατικής τεχνολογίας, οι συντελεστές των
περιπτώσεων α', β', γ', δ' και ε' της παραγράφου 2, αυξάνονται κατά 200% γ) δεν
πληρούν προδιαγραφές ευρωπαϊκού προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro), συμβατικής
τεχνολογίας και για τα οποία δεν αποδεικνύονται οι εκπομπές διοξειδίου του
άνθρακα, οι συντελεστές των περιπτώσεων α', β', γ', δ' και ε' της παραγράφου 2,
αυξάνονται κατά 500%, σε συνδυασμό με την περίπτωση ζ' της παραγράφου 3.»
5. Αντικαθίσταται η παρ. 5 του άρθρου 121 του ν.2960/2001, ως εξής:
«5. Τα υβριδικά αυτοκίνητα απαλλάσσονται από το 50% του προβλεπόμενου από τις
διατάξεις του άρθρου αυτού τέλους ταξινόμησης. Τα αμιγώς ηλεκτροκίνητα
αυτοκίνητα δεν υπόκεινται στο προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου αυτού
τέλος ταξινόμησης.»
6. Αντικαθίσταται η παρ. 7 του άρθρου 121 του ν.2960/2001, ως εξής:
«7. Σε περίπτωση που ο κάτοχος μεταχειρισμένου κοινοτικού επιβατικού
αυτοκίνητου, με πρώτη άδεια κυκλοφορίας κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
εκδοθείσα πριν από την 1η Ιουνίου του 2016, εκτιμά ότι το προς επιβολή τέλος
ταξινόμησης, όπως βεβαιώνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 2, 3 και 4 και
τις διατάξεις του άρθρου 126 του παρόντος νόμου, υπερβαίνει το υπολειπόμενο
τέλος ταξινόμησης που είναι ενσωματωμένο σε όμοιο, της αυτής μάρκας και τύπου
μεταχειρισμένου αυτοκινήτου ή ελλείψει αυτών σε όχημα παρόμοιο ή παρεμφερές που
έχει ήδη ταξινομηθεί στη χώρα πριν από την εν λόγω ημερομηνία, έχει δικαίωμα να
αιτηθεί τον υπολογισμό του ιστορικού τέλους ταξινόμησης από την Ειδική Επιτροπή
του δεύτερου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 126. Για τον υπολογισμό του ιστορικού
τέλους ταξινόμησης, λαμβάνονται υπόψη οι ισχύοντες συντελεστές του τέλους
ταξινόμησης και τα ισχύοντα στοιχεία διαμόρφωσης της φορολογητέας αξίας, κατά
τον χρόνο της πρώτης κυκλοφορίας του αυτοκινήτου σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Το τέλος ταξινόμησης για τα υπό κρίση αυτοκίνητα, βεβαιώνεται σύμφωνα με
το μικρότερο ποσό, όπως προκύπτει μεταξύ του ιστορικού τέλους ταξινόμησης και
του τέλους ταξινόμησης, όπως αυτό υπολογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των
παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου και τις διατάξεις του άρθρου 126του
παρόντος νόμου. Με την απόφαση του τέταρτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 126,
καθορίζονται τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή αυτή
και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»
7. Αντικαθίσταται το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 121 του
ν.2960/2001, ως εξής:
«8. Για την υπαγωγή στους αντίστοιχους συντελεστές τέλους ταξινόμησης των
παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, η διαπίστωση των εκπομπών διοξειδίου
του άνθρακα και του ευρωπαϊκού προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro), τις προδιαγραφές
του οποίου πληροί εκ κατασκευής το όχημα, πραγματοποιείται από την αρμόδια
τελωνειακή αρχή με βάση την προσκομιζόμενη σε αυτήν έγκριση τύπου ή το δελτίο
κοινοποίησης έγκρισης τύπου και το αντίστοιχο πιστοποιητικό συμμόρφωσης του
οχήματος.
Σε περίπτωση που δεν υπάρχει ταύτιση στοιχείων μεταξύ του πιστοποιητικού
συμμόρφωσης του οχήματος και της αντίστοιχης έγκρισης τύπου ή του δελτίου
κοινοποίησης έγκρισης τύπου, η υπαγωγή στον αντίστοιχο συντελεστή τέλους
ταξινόμησης θα γίνεται με βάση τις αναγραφόμενες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα
και το αναγραφόμενο πρότυπο εκπομπών ρύπων που πληροί εκ κατασκευής το όχημα
στην έγκριση τύπου ή στο δελτίο κοινοποίησης έγκρισης τύπου.»
8. Αντικαθίσταται το άρθρο 123 του ν. 2960/2001, ως εξής:
«Αρθρο 123
Τέλος ταξινόμησης φορτηγών αυτοκινήτων
- vn-
1. Τα φορτηγά αυτοκίνητα και οι βάσεις τους της δασμολογικής κλάσης 87.04 της
Συνδυασμένης Ονοματολογίας και τα αυτοκίνητα οχήματα που διαθέτουν εκ κατασκευής
χωριστό θάλαμο με δύο σειρές καθισμάτων για τον οδηγό, συνοδηγό και τους
επιβάτες και χωριστό ανοικτό χώρο φόρτωσης εμπορευμάτων της Δ.Κ. 87.03 της Σ.Ο.,
τα οποία πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές του ισχύοντος, ως προς την
ταξινόμηση, ευρωπαϊκού προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro) και του αμέσως
προηγούμενου, υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης ως εξής: α) Φορτηγά αυτοκίνητα,
μικτού βάρους πάνω από 3,5 τόνους, ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%)
β) Ανοικτά φορτηγά μέχρι και 3,5 τόνους, ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%)
γ) Κλειστά φορτηγά αυτοκίνητα μικτού βάρους μέχρι και 3,5 τόνους, ποσοστό δέκα
τοις εκατό (10%)
δ) Βάσεις των φορτηγών αυτοκινήτων των προηγούμενων περιπτώσεων, ποσοστό πέντε
τοις εκατό (5%)
ε) Αυτοκίνητα οχήματα με μικτό βάρος μέχρι 3,5 τόνους που διαθέτουν εκ
κατασκευής χωριστό θάλαμο με δύο σειρές καθισμάτων για τον οδηγό, συνοδηγό και
τους επιβάτες και χωριστό ανοικτό χώρο φόρτωσης εμπορευμάτων της Δ.Κ. 87.03,
ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%)
στ) Οι συντελεστές των προηγούμενων περιπτώσεων α' έως και ε' προσαυξάνονται
κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) προκειμένου για αυτοκίνητα που δεν πληρούν
εκ κατασκευής τις προδιαγραφές του ισχύοντος, ως προς την ταξινόμηση, ευρωπαϊκού
προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro) και του αμέσως προηγούμενου, ζ) Για τα αυτοκίνητα
οχήματα που καθορίζονται στις περιπτώσεις β' και ε', τα οποία με την προσθήκη
στον ανοικτό χώρο φόρτωσης καλύμματος από άκαμπτο στερεό υλικό, διασκευάζονται
σε οχήματα με μόνιμο κλειστό αμάξωμα των δασμολογικών κλάσεων 87.04 και 87.03,
εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 1573/1985 (Α' 201).
Ως αυτοκίνητο όχημα με μόνιμο κλειστό αμάξωμα νοείται όχι μόνο αυτό που εκ
κατασκευής το αμάξωμά του είναι κλειστό, αλλά και αυτό που προκύπτει με την
προσθήκη στο αμάξωμα ανοικτού φορτηγού της περίπτωσης β', καθώς και στον ανοικτό
χώρο φόρτωσης των οχημάτων της περίπτωσης ε', καλύμματος από άκαμπτα στερεά
υλικά, ανεξάρτητα αν αφαιρείται εύκολα ή δύσκολα ή αν το πίσω μέρος του
αμαξώματος παραμένει ανοικτό.
η) Αυτοκίνητα οχήματα, ανοικτά ή κλειστά, τρίκυκλα ή τετράκυκλα, που εμπίπτουν
στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 92/61/ΕΚ του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1992
(EEL 225 της 10.9.1992) και πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της Οδηγίας
αυτής ή μεταγενέστερης, υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης, ως ακολούθως:
ΚΥΛΙΝΔΡΙΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΠΟΣΟΣΤΟ
ΤΕΛΟΥΣ
ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ
Κάτω των 50 κυβικών εκατοστών 0%
Από 50 μέχρι και 500 κυβικά εκατοστά 4%
Από 501 μέχρι και 900 κυβικά εκατοστά 8%
Από 901 κυβικά εκατοστά και πάνω 14%
2. Προκειμένου για κλειστά φορτηγά που προέρχονται από μετατροπή επιβατικών
αυτοκινήτων, το αναφερόμενο στην περ. γ' της προηγούμενης παραγράφου ποσοστό
τέλους τριπλασιάζεται και υπολογίζεται επί της φορολογητέας αξίας, όπως αυτή
διαμορφώνεται για τα επιβατικά.
3. Για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης των αυτοκινήτων των περ. β', γ' και
των βάσεων αυτών, καθώς και της περίπτωσης ε' της παραγράφου 1, η φορολογητέα
αξία διαμορφώνεται με βάση τη λιανική τιμή πώλησης προ φόρων.
Για τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, η ως άνω τιμή λιανική πώλησης προ φόρων
απομοιώνεται με βάση τα στοιχεία που η αρμόδια Τελωνειακή Υπηρεσία Αξιών
διαθέτει και η τελική φορολογητέα αξία καθορίζεται από την υπηρεσία αυτή.
4. Για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης των αυτοκινήτων της περ. α' της παρ. 1
και των βάσεων αυτών, η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται από την άθροιση των
παρακάτω στοιχείων:
α) Την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα αξία για τα καινούρια αυτοκίνητα.
Για τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα λαμβάνεται υπόψη η τιμή που καθορίζεται από την
αρμόδια Τελωνειακή Υπηρεσία Αξιών με βάση τα στοιχεία που η υπηρεσία αυτή
διαθέτει. Η τεκμαρτή αυτή αξία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της πράγματι
πληρωθείσας ή πληρωτέας αξίας (τιμή αγοράς), β) Τους εισαγωγικούς δασμούς που
πράγματι καταβάλλονται, γ) Τα παρεπόμενα έξοδα με τα οποία επιβαρύνονται τα
οχήματα, όπως έξοδα προμήθειας, μεσιτείας, τόκων, φόρτωσης, εκφόρτωσης,
ασφάλισης και μεταφοράς στο εσωτερικό της χώρας.
5. Τα ανοικτά φορτηγά αυτοκίνητα που διασκευάζονται σε κλειστά κατ' εφαρμογή των
διατάξεων της παραγράφου 11 του άρθρου 4 του ν. 2443/1996 ( Α'265 ) υποβάλλονται
αντί των φορολογικών επιβαρύνσεων που προβλέπονται από το ν. 1573/1985 (Α'201')
σε τέλος ταξινόμησης, το ύψος του οποίου ορίζεται ως εξής:
-Για τα κυλινδρισμού κινητήρα από 901 - 1.400 κυβ. εκατοστά, επτακόσια τριάντα
τρία (733) ευρώ.
-Για τα κυλινδρισμού κινητήρα από 1.401 - 1.800 κυβ. εκατοστά, χίλια είκοσι επτά
(1.027) ευρώ.
-Για τα κυλινδρισμού κινητήρα από 1.801 - 2.000 κυβ. εκατοστά, χίλια τετρακόσια
εξήντα επτά (1.467) ευρώ.
-Για τα κυλινδρισμού κινητήρα από 2.001 κυβ. εκατοστά και πάνω, δύο χιλιάδες
τριακόσια σαράντα επτά (2.347) ευρώ.
6. Τα ηλεκτροκίνητα φορτηνά αυτοκίνητα και τα οχήματα της περίπτωσης ε' της
παραγράφου 1 δεν υπόκεινται στο προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου αυτού
τέλος ταξινόμησης.
7. Τα ανοικτά ή κλειστά φορτηγά αυτοκίνητα μικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων που
προέρχονται από διασκευή ελκυστήρων της δασμολογικής κλάσης (δ.κ.) 87.01,
επιβατικών αυτοκινήτων (λεωφορείων) της δ.κ. 87.02, φορτηγών αυτοκινήτων ψυγείων
της δ.κ. 87.04 για τα οποία δεν έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος ταξινόμησης,
αυτοκινήτων οχημάτων ειδικών χρήσεων της δ.κ. 87.05 της Συνδυασμένης
Ονοματολογίας, υποβάλλονται, αντί των φορολογικών επιβαρύνσεων που προβλέπονται
από το ν. 1573/1985 (Α' 201), σε τέλος ταξινόμησης το ύφος του οποίου ορίζεται
ως εξής:
- Μικτού βάρους πάνω από 3,5 τόνους μέχρι και 7,5 τόνους 1.000 ευρώ.
- Μικτού βάρους πάνω από 7,5 τόνους μέχρι και 14 τόνους 1.800 ευρώ.
- Μικτού βάρους πάνω από 14 τόνους 2.500 ευρώ. Τα παραπάνω ποσά προσαυξάνονται
κατά πεντακόσια (500) ευρώ στις περιπτώσεις που από τη μετασκευή προκύπτει
ανατρεπόμενο ή βυτιοφόρο όχημα
8. Αναστέλλεται η βεβαίωση του τέλους ταξινόμησης που αναλογεί σύμφωνα με τα
οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου στα φορτηγά αυτοκίνητα της
δασμολογικής κλάσης 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας και στις βάσεις αυτών,
που παραλαμβάνονται με προορισμό τη διασκευή τους στο εσωτερικό της χώρας, μετά
από έγκριση της αρμόδιας τελωνειακής αρχής, υπό τους όρους και διατυπώσεις που
καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σε οχήματα των δασμολογικών
κλάσεων 87.02, 87.04 και 87.05 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας.
Το τέλος ταξινόμησης που αναλογεί στα διασκευασθέντα έτοιμα οχήματα, που
προορίζονται για ταξινόμηση στη χώρα μας, επιβάλλεται και εισπράττεται με την
ολοκλήρωση της διασκευής των οχημάτων αυτών.
Ομοίως και για τα προερχόμενα από διασκευή των βάσεων των δασμολογικών κλάσεων
87.02 και 87.06 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας έτοιμα οχήματα, το τέ¬λος
ταξινόμησης με το οποίο επιβαρύνονται επιβάλλεται και εισπράττεται μετά την
ολοκλήρωση της διασκευής των βάσεων αυτών.
Για τα ως άνω οχήματα που δεν προορίζονται για ταξινόμηση στη χώρα μας, μετά την
ολοκλήρωση της διασκευής επιτρέπεται με την τήρηση των διατυπώσεων και
διαδικασιών να επαναποστέλλονται σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή
να εξάγονται σε τρίτη χώρα χωρίς καταβολή του αναλογούντος τέλους ταξινόμησης
που έτυχαν αναστολής.
Για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης, ως φορολογητέα αξία για τα φορτηγά
οχήματα της δασμολογικής κλάσης 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας λαμβάνεται
η αξία της βάσης, όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις
προηγούμενες παράγραφους, στην οποία προστίθεται και το κόστος της διασκευής.
- S3*? ~
9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι διαδικασίες και τα απαραίτητα
δικαιολογητικά για τη διαπίστωση του προτύπου εκπομπών ρύπων (Euro), καθώς και
κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
10. Τα δικαιολογητικά στοιχεία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, για τον
προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των φορτηγών οχημάτων ανεξαρτήτου
προελεύσεως ή των εγχωρίως παραγομένων, καθορίζονται με την απόφαση του πρώτου
εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 126 .»
9. Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρου 126 του ν.2960/2001, ως εξής:
«1. Η φορολογητέα αξία για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης των επιβατικών
αυτοκινήτων διαμορφώνεται με βάση τη λιανική τιμή πώλησης προ φόρων του
αυτοκινήτου, κατά τύπο, παραλλαγή και έκδοση αυτού, όπως αυτή προκύπτει από τους
υποβαλλόμενους τιμοκαταλόγους στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή από τους επίσημους
αντιπρόσωπους/διανομείς αυτοκινήτων, συμπεριλαμβανομένης και της αξίας του
προαιρετικού (EXTRA) αυτού εξοπλισμού.
Για μεταχειρισμένα επιβατικά αυτοκίνητα, λαμβάνεται υπόψη η κατά τα παραπάνω
τιμή λιανικής πώλησης όμοιου κατά μάρκα, τύπο, παραλλαγή και έκδοση καινούργιου
επιβατικού αυτοκινήτου με τον ίδιο εξοπλισμό, κατά το χρόνο κυκλοφορίας του στη
διεθνή αγορά, αφού αυτή μειωθεί κατά το ποσοστό απομείωσης που ορίζεται ανάλογα
με την ηλικία του και την κατηγορία αμαξώματος.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται τα ως άνω ποσοστά ανά εξάμηνο
και έτος ηλικίας του αυτοκινήτου και ανά κατηγορία αμαξώματος. Τα στοιχεία που
λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των εν λόγω ποσοστών, καθώς και ο τρόπος
προσδιορισμού των ποσοστών των ενδιάμεσων μηνών καθορίζονται με την απόφαση της
παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
Η φορολογητέα αξία, μετά την ως άνω απομείωση, μειώνεται περαιτέρω ποσοστιαία με
χρήση συντελεστή 0,10 για κάθε 500 επιπλέον χιλιόμετρα που έχουν διανυθεί από
τον ετήσιο μέσο όρο. Η απομείωση βάσει διανυθέντων χιλιομέτρων δεν πρέπει να
ξεπερνά το 10% της αξίας που προσδιορίζεται μετά την ως άνω απομείωση.
Ο ετήσιος μέσος όρος διανυθέντων χιλιομέτρων, για σκοπούς εφαρμογής της παρούσας
διάταξης, ορίζεται στις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000). Η συνολική απομείωση,
περιλαμβανόμενης και της απομείωσης λόγω διανυθέντων χιλιομέτρων πέραν του μέσου
όρου, δεν δύναται να υπερβαίνει το 95%.»
10. Διαγράφεται η φράση «της περίπτωσης α» από το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του
άρθρου 126 του ν.2960/2001.
11. Προστίθεται παρ. 4 στο άρθρο 141 του ν.2960/2001, ως εξής:
«4. Όπου στις κείμενες διατάξεις και στις κατ' εξουσιοδότηση αυτών εκδοθείσες
διοικητικές πράξεις αναφέρεται η φράση «αυτοκίνητα τύπου JEEP τηςδασμολογικής κλάσης 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας», νοείται εφεξής ότι
αυτή δεν έχει εφαρμογή.»
12. Το άρθρο 17 του ν.3833/2010 (Α' 40) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 17
Ειδικός φόρος σε είδη πολυτελείας
1. Επιβάλλεται φόρος πολυτελείας επί της φορολογητέας αξίας, όπως αυτή
διαμορφώνεται από τα άρθρα 19 και 20 του ν. 2859/2000 ( Α' 248 ') για τα
ενδοκοινοτικούς αποκτούμενα και τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες και επί της τιμής
πώλησης προ Φ.Π.Α. για τα εγχωρίως παραγόμενα, στα παρακάτω είδη:
ΕΙΔΟΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΦΟΡΟΥ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑΣ
α) Δέρματα ερπετών, κροκοδείλων, σαυροειδών και αγρίων ζώων γενικά καθώς και
πτηνών, φαριών και θαλασσίων ζώων γενικά, κατεργασμένα ή μη. Κωδικός Σ.Ο.
41.06.40, 41.13.30, ΕΧ41.14.10.90 4103.20, ΕΧ 4103.90, ΕΧ 4106.91, ΕΧ 4106.92
10%
β) Τεχνουργήματα από δέρμα της περίπτωσης α). Κωδικός Σ.Ο. 42.02.21.00,
42.02.31.00, 42.03.30.30 10%
γ) Υποδήματα από δέρμα της περίπτωσης α). Δ.Κ. ΕΧ 64.03 10%
δ) Ενδύματα, εξαρτήματα της ένδυσης και άλλα είδη από γουνοδέρματα. Δ.Κ. 43.03
10%
ε) Τάπητες από οποιαδήποτε ύλη που περιέχουν μετάξι ή απορρίμματα από μετάξι σε
ποσοστό πάνω από 10% στο συνολικό βάρος. Κωδικός Σ.Ο. 57.01.10.10, 57.01.90.10
10%
στ) Μαργαριτάρια ακατέργαστα ή κατεργασμένα, πολύτιμες ή ημιπολύτιμες πέτρες,
πέτρες, συνθετικές ή ανασχη ματισμένες, κατεργασμένες ή ακατέργαστες.
Εξαιρούνται εκείνες που προορίζονται για βιομηχανική χρήση. Διαμάντια έστω και
κατεργασμένα Δ.Κ. 71.01, ΕΧ 71.02, ΕΧ 71.03 και 71.04. 10%
ζ) Σκόνη διαμαντιού και σκόνη από πολύτιμες ή ημιπολύτιμες πέτρες φυσικές ή
συνθετικές. Δ.Κ. 71.05 10%
η) Κοσμήματα με ή χωρίς πολύτιμες πέτρες και μέρη αυτών, από πολύτιμα μέταλλα ή
από μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα μέταλλα. Δ.Κ. 71.13 10%
θ) Είδη χρυσοχοΐας και μέρη αυτών από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα
με πολύτιμα μέταλλα. Δ.Κ. 71.14 10%
ι) Άλλα τεχνουργήματα από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα
μέταλλα. Δ.Κ. 71.15 10%
ια) Τεχνουργήματα από μαργαριτάρια, από πολύτιμες ή ημιπολύτιμες πέτρες ή από
πέτρες συνθετικές ή ανασχηματισμένες, Δ.Κ. 71.16 10%
ιβ) Αεροπλάνα, υδροπλάνα και ελικόπτερα ιδιωτικής χρήσης. Δ.Κ. Ε.Χ. 88.02 20%
ιγ) Ρολόγια από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα μέταλλα
Δ.Κ. 9101 10%
ιδ) Κάσες (κελύφη) για ρολόγια από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα με
πολύτιμα μέταλλα της δασμολογικής διάκρισης 9111.10 10%
ιε) Βραχιόλια (μπρασελέ) ρολογιών από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα
από πολύτιμα μέταλλα της δασμολογικής διάκρισης 9113.10 10%
2. Για σκοπούς εφαρμογής της περ. ιβ' της παρ. 1, ως ιδιωτική χρήση νοείται η
χρησιμοποίηση αεροπλάνου, υδροπλάνου και ελικόπτερου για μη εμπορική
δραστηριότητα.
3. Από το φόρο πολυτελείας εξαιρούνται:
α) τα είδη των περιπτώσεων η', θ', ι' και ια' του πίνακα της παρ. 1 του άρθρου
αυτού, των οποίων η φορολογητέα αξία επιβολής του φόρου πολυτελείας είναι
μικρότερη των χιλίων (1.000) ευρώ ανά τεμάχιο.
β) τα είδη των περιπτώσεων η', θ' και ι' του πίνακα της παραγράφου 1 από άργυρο
των δασμολογικών κλάσεων ΕΧ 7113, ΕΧ 7114 και ΕΧ 7115
4. Ειδικότερα από τον ως άνω φόρο πολυτελείας εξαιρούνται τα εγχωρίως παραγόμενα
γουνοποιητικά προϊόντα που πωλούνται χονδρικώς στο εσωτερικό της χώρας μεταξύ
των επιχειρήσεων.
5. Ο φόρος πολυτελείας των μεταφορικών μέσων της περίπτωσης ιβ' του πίνακα της
παραγράφου 1 , ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσης, βεβαιώνεται και εισπράττεται
από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές παράλληλα με τη βεβαίωση και είσπραξη των
οφειλόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων και ως προς τις κυρώσεις εφαρμογή έχουν οι
διατάξεις των άρθρων 142 και επόμενα του ν. 2960/2001.
6. Για τα είδη της παραγράφου 1 που προέρχονται από τρίτες προς την Ευρωπαϊκή
Ένωση χώρες, ο φόρος πολυτελείας βεβαιώνεται και εισπράττεται από τις
τελωνειακές αρχές κατά τη θέση αυτών σε ανάλωση, ενώ τα προερχόμενα από άλλα
κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τα εγχωρίως παραγόμενα, ο φόρος αποδίδεται
στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. της έδρας του επιτηδευματία.
7. Υπόχρεος για την απόδοση του φόρου για μεν τα εγχωρίως παραγόμενα είναι ο
παραγωγός των προϊόντων, για δε τα προερχόμενα από τα λοιπά κράτη - μέλη της
Ευρωπαϊκής Ένωσης το πρόσωπο που πραγματοποιεί την ενδοκοινοτική απόκτηση.
8. Ο φόρος πολυτελείας της παραγράφου 1 για τα εγχωρίως παραγόμενα ειδικά για τα
πωλούμενα λιανικώς για τα οποία προηγούμενα δεν έχει επιβληθεί φόρος πολυτελείας
λόγω παραγωγής τους από την ίδια επιχείρηση, επιβάλλεται επί της τιμής λιανικής
πώλησης προ Φ.Π.Α., μειωμένης κατά 30%. Ο φόρος αυτός δεν επιβάλλεται εάν τα
αγαθά αυτά εξάγονται ή αποτελούν αντικείμενο ενδοκοινοτικής παράδοσης. Χρόνος
γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης κατά την ενδοκοινοτική απόκτηση είναι ο
χρόνος παραλαβής των ειδών από τον αποκτώντα, για δε τα εγχωρίως παραγόμενα,
κατά την πώληση αυτών από τον παραγωγό. Τα θέματα που αφορούν τη βεβαίωση, τον
έλεγχο, την παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου και την έκδοση καταλογιστικών
πράξεων διέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά στη φορολογία
εισοδήματος. Οι διατάξεις του ν. 2523/1997 ( Α'179 ) εφαρμόζονται αναλόγως και
στη φορολογία αυτή.
9. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται ο χρόνος, ο
τρόπος, η διαδικασία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την απόδοση του φόρου
αυτού στις Δ.Ο.Υ..
10. Τα είδη της παρ. 4 που παραλαμβάνονται ως πρώτες ύλες για την παραγωγή
ετοίμων προϊόντων της ίδιας παραγράφου, απαλλάσσονται του φόρου πολυτελείας.
11. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται οι όροι, οι
προϋποθέσεις τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια
για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.»
13. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 12 του παρόντος άρθρου αρχίζει
από 1.6.2016 και καταλαμβάνει αυτοκίνητα για τα οποία το τέλος ταξινόμησης
καθίσταται απαιτητό από την ημερομηνία αυτή και μετά.
Άρθρο 60
Τροποποιήσεις των άρθρων 73,81,87 και 97 του ν.2960/2001 «Εθνικός
Τελωνειακός Κώδικας»
1. α. Η παρ. 1 του άρθρου 97 του ν.2960/2001 (Α' 265) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στα τσιγάρα και τα προϊόντα που εξομοιώνονται με αυτά ο ειδικός φόρος
κατανάλωσης διαρθρώνεται:
α) σε ένα πάγιο φόρο, ο οποίος επιβάλλεται ανά μονάδα προϊόντος, το ποσό του
οποίου είναι 82,50 ευρώ ανά χίλια (1.000) τεμάχια τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα)
και είναι το ίδιο για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων, και β) σε έναν αναλογικό
φόρο, ο συντελεστής του οποίου είναι 26% και υπολογίζεται στην τιμή λιανικής
πώλησης χιλίων (1.000) τεμαχίων τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι ο ίδιος
για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων.
Το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που υπολογίζεται σύμφωνα με τις
ανωτέρω περιπτώσεις α' και β' δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 117,50 ευρά» ανά
χίλια (1.000) τεμάχια τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα).» β. Η παρ. 3 του άρθρου 97
του ν.2960/01 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Στο λεπτοκομμένο καπνό, ο οποίος προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων
τσιγάρων, ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται στα 170 ευρώ ανά
χιλιόγραμμο καθαρού βάρους.»
2. α. Η παρ. 3 του άρθρου 81 του ν.2960/2001 αντικαθίσταται ως εξής :
«3.Εφαρμόζεται μειωμένος κατά πενήντα τοις εκατό (50%) συντελεστής Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης, έναντι του ισχύοντος κανονικού
συντελεστή, για την αιθυλική αλκοόλη που προορίζεται για την παρασκευή ούζου ή
που περιέχεται στο τσίπουρο και την τσικουδιά. Ο μειωμένος αυτός συντελεστής
καθορίζεται σε χίλια διακόσια είκοσι πέντε (1.225) ευρώ, ανά εκατόλιτρο άνυδρης
αιθυλικής αλκοόλης.
Οι όροι και οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου
καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.» β. Η παρ. 2 του
άρθρου 87 του ν.2960/2001 αντικαθίσταται ως εξής :
«2. Ο φόρος αυτός ορίζεται σε πέντε ευρώ (5€) ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και
εκατόλιτρο μπύρας.»
γ. Το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 87 του ν.2960/2001,
αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε δύο ευρώ και πενήντα λεπτά (2,50
€) ανά βαθμό PLATO κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.»
3. α. Στην παρ. 1 του άρθρου 73 του ν.2960/2001, οι περιπτώσεις β', γ', στ', ζ',
η', ι', ια', ιβ', ιγ' και κστ' αντικαθίστανται ως εξής :
«1. Οι συντελεστές Ειδικού φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα παρακάτω ενεργειακά
προϊόντα, ορίζονται ως ακολούθως :
Είδος | Κωδικός ΣΟ | Ποσό φόρου | μονάδα επιβολής |
β) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο | 2710 1141 και ΕΧ 27101145 | 700 | |
- με αριθμό οκτανίων μέχρι 96,5 | 1.000 λίτρα | ||
με αριθμό οκτανίων μεγαλύτερο των 96,5 | ΕΧ27101145 και 27101149 | ||
γ) Βενζίνη χωρίς μόλυβδο με την προσθήκη ειδικών προσθέτων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή και χρησιμοποιείται ως ισοδύναμο καύσιμο αντί της μολυβδούχου βενζίνης των κωδικών της Σ.0.2710 11 51 και 2710 11 59 | 2710 11 41 2710 11 45 και 2710 11 49 | 700 | 1.000 λίτρα |
στ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων | 2710 19 41 2710 19 45 και 2710 19 49 | 410 | 1.000 λίτρα |
ζ) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης | 2710 19 41 2710 19 45 και 2710 19 49 | 410 | 1.000 λίτρα |
η) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που χρησιμοποιείται για χρήσεις άλλες από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω περιπτώσεις στ) και ζ) | 2710 19 41 2710 19 45 και 2710 19 49 | 410 | 1.000 λίτρα |
ι) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων | 2710 19 21 και 2710 19 25 | 410 | 1.000 λίτρα |
ια) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης | 2710 19 21 και 2710 19 25 | 410 | 1.000 λίτρα |
ιβ) Φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από | 2710 19 21 και 2710 19 25 | 410 | 1.000 λίτρα |
αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω περιπτώσεις ι) και ια) | |||
ιγ) Υγραέρια (LPG) που | 271112 11 έως | ||
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα | 2711 19 00 | 430 | 1.000 χιλιόγραμμα |
κινητήρων | |||
κστ) Βιοντήζελ από μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων, όπως ορίζεται με την απόφαση Α.Χ.Σ. 334/2004, που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων, είτε αυτούσιο είτε σε ανάμιξη με πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της παραπάνω περίπτωσης στ) | 3824 90 99 | 410 | 1.000 λίτρα» |
β. Το πρώτο εδάφιο της περ. α', της παρ. 2 του άρθρου 73 του ν.2960/2001,
αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Για την εφαρμονή των παραπάνω περιπτώσεων ζ για το πετρέλαιο εσωτερικής
καύσης (DIESEL), και ια' για το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), τα οποία
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης για τη χρονική περίοδο από τη 15η
Οκτωβρίου μέχρι και την 30ή Απριλίου κάθε έτους, ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε διακόσια ογδόντα (280) ευρώ το χιλιόλιτρο.»
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3α' ισχύουν από 1.1.2017, οι διατάξεις της
παραγράφου 2 ισχύουν από 1.1.2018 και οι διατάξεις της παραγράφου 3β’ ισχύουν
από 15.10.2016.
Μέχρι την έναρξη ισχύος των διατάξεων της παραγράφου 1, οι υπόχρεοι για την
καταβολή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης του άρθρου 101 του ν.2960/2001 που
επιβάλλεται στα τσιγάρα και τον λεπτό κομμένο καπνό, θέτουν κάθε μήνα σε ανάλωση
ποσότητα των εν λόγω προϊόντων, όχι μεγαλύτερη από την ποσότητα που αντιστοιχεί
στον μέσο όρο των μηνιαίων αναλώσεών τους κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο από την
ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού.
Άρθρο 61
Τροποποιήσεις των άρθρων 73 και 78 του ν. 2960/2001 (Α' 265)
«Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας»
2. Στην παρ. 1 του άρθρου 73 του ν.2960/2001 οι περιπτώσεις ιζ' και ιη'
αντικαθίστανται ως εξής:
Η περ. ζ της παρ. 1 του άρθρου 78 του ν.2960/2001 αντικαθίσταται ως
εξής:
«ζ) Ο λιθάνθρακας, λιγνίτης και οπτάνθρακας (κοκ) της Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704
και το φυσικό αέριο της Σ.Ο. 2711 11 00 και 2711 21 00, που χρησιμοποιούνται
αποκλειστικά για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας».
«ΕΙΔΟΣ |
ΚΩΔΙΚΟΣ Σ.Ο. |
ΠΟΣΟ |
ΜΟΝΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ |
|
|
ΦΟΡΟΥ ΣΕ |
|
|
|
ΕΥΡΩ |
|
ιζ) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης |
2711 11 00 και |
|
Gigajoule μεικτή |
-για οικιακή χρήση |
27112100 |
0,30 |
θερμογόνος δύναμη |
-για χρήση από τους λοιπούς καταναλωτές |
|
1,50 |
|
ιη) Φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις παραπάνω ιστ) και ιζ) περιπτώσεις |
|
|
|
-για ετήσια κατανάλωση >3.600.000 Gjoule (>1.000.000 Mwh) |
|
0,30 |
|
-για ετήσια κατανάλωση από 1.800.001 έως 3.600.000 Gjoule (από |
2711 11 00 και 27112100 |
0,35 |
Gigajoule μεικτή |
500.001 έως 1.000.000 |
θερμογόνος |
||
Mwh) |
|
δύναμη» |
|
-για ετήσια κατανάλωση από 360.001 έως 1.800.000 Gjoule (από 100.001 έως 500.000 Mwh) |
|
0,40 |
|
-για ετήσια κατανάλωση από 36.000 έως 360.000 Gjoule (από 10.000 έως 100.000 Mwh) |
|
0,45 |
. |
-για ετήσια κατανάλωση < 36.000 Gjoule (<10.000 |
|
1,50 |
|
3. Οι διατάξεις της παρ. 1 ισχύουν από 1.6.2016, ενώ οι διατάξεις της παρ. 2
ισχύουν από 1.1.2017.
Άρθρο 62
Λοιπές φορολογικές διατάξεις
1. Η ωφέλεια νομικού προσώπου, νομικής οντότητας καθώς και φυσικού προσώπου που
αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία προκύπτει από τη
διαγραφή μέρους ή του συνόλου του χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα,
προς υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του
ν. 4354/2015 (ΑΊ76) στο πλαίσιο εξωδικαστικού συμβιβασμού ή σε εκτέλεση
δικαστικής απόφασης, δεν θεωρείται δωρεά και απαλλάσσεται του φόρου εισοδήματος.
2. Για διαγραφές χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, προς υπό ειδική
εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του ν. 4354/2015 στο
πλαίσιο εξωδικαστικού συμβιβασμού, η παρ. 1 εφαρμόζεται αποκλειστικά για οφειλές
που την 31Π Μαρτίου 2016 βρίσκονταν σε καθυστέρηση ή ήταν επίδικες ή ρυθμισμένες
και για συμφωνίες εξωδικαστικού συμβιβασμού που συνάπτονται από την 1η
Ιανουάριου 2016 μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2017.
3. Για διαγραφές χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, προς υπό ειδική
εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του ν. 4354/2015 σε
εκτέλεση δικαστικής απόφασης, η παρ. 1 εφαρμόζεται αποκλειστικά για οφειλές οι
οποίες την 31η Μαρτίου 2016 ήταν επίδικες ή για οφειλές οι οποίες κατά την
ανωτέρω ημερομηνία ήταν ρυθμισμένες με δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί
από την 1Π Ιανουάριου 2016 ή για οφειλές που κατά την 31η Μαρτίου 2016 ήταν σε
καθυστέρηση και οι σχετικές αιτήσεις ενώπιον δικαστηρίων υποβάλλονται μέχρι και
την 31η Δεκεμβρίου 2017.
4. Η ωφέλεια που αποκτά φυσικό πρόσωπο και η οποία προκύπτει από τη διαγραφή
μέρους ή του συνόλου του χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, προς υπό
ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του ν.
4354/2015 στο πλαίσιο εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν θεωρείται εισόδημα και
απαλλάσσεται του φόρου δωρεάς.
5. Η παρ. 4 εφαρμόζεται αποκλειστικά για οφειλές που την 31η Μαρτίου 2016
βρίσκονταν σε καθυστέρηση ή ήταν επίδικες ή ρυθμισμένες και για συμφωνίες
εξωδικαστικού συμβιβασμού που συνάπτονται μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2017.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
Λοιπές ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών
Άρθρο 63
Τροποποίηση διατάξεων ν. 4093/2012
Στο τέλος της υποπερίπτωσης ε' της περ. 5 της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου
Ε' του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222), όπως αναριθμήθηκε και ισχύει,
προστίθενται εδάφια, ως εξής:
«Στο Γραφείο του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων
συνιστάται μία επιπλέον θέση ειδικού συνεργάτη, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού
δικαίου ορισμένου χρόνου, καθώς και θέση Διευθυντή, ο οποίος πρόίσταται αυτού
και η οποία καλύπτεται από ένα εκ των ειδικών συνεργατών. Ο Διευθυντής του
Γραφείου του Γενικού Γραμματέα ασκεί, κατ' αντιστοιχία, τις αρμοδιότητες που
προβλέπονται στις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 56 του π.δ. 63/2005,
εφαρμοζομένης της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου.
Για τις αποδοχές των υπηρετούντων στις θέσεις της παρούσας υποπερίπτωσης
εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α' 176), που αφορούν στους
μετακλητούς υπαλλήλους, οι οποίοι υπηρετούν στα πολιτικά γραφεία των μελών της
Κυβέρνησης και των Υφυπουργών. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του π.δ.
63/2005 (Α' 98).».
Άρθρο 64
Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010 (Α'40) όπως
αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011 (Α'152) και την
υποπαράγραφο Ζ.5 της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222)
προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο, ως εξής :
«Για το έτος 2017, ο αριθμός των ετήσιων προσλήψεων και διορισμών του μόνιμου
προσωπικού και του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου
χρόνου στους φορείς της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.3812/2009 (Α'234) δεν μπορεί
να είναι μεγαλύτερος συνολικά από το λόγο ένα προς τέσσερα (μια πρόσληψη ανά
τέσσερις αποχωρήσεις) και για το έτος 2018 δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος
συνολικά από το λόγο ένα προς τρία (μια πρόσληψη ανά τρεις αποχωρήσεις), στο
σύνολο των φορέων.
Στους ανωτέρω περιορισμούς δεν εμπίπτουν οι διορισμοί και οι προσλήψεις
προσωπικού που προκύπτουν σε συμμόρφωση με αμετάκλητες αποφάσεις δικαστηρίων,
για τις οποίες οι προβλεπόμενες αποφάσεις κατανομής έχουν εκδοθεί μετά την
1-1-2015, με αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθώς επίσης
και η μεταφορά προσωπικού από τα Ν.Π.Ι.Δ. του Κεφ. Α' του ν. 3429/2005 (Α'314)
προς τους φορείς της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.3812/2009 (Α'234)».
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ- ΑΝΑΠΤΥΞΗ- ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΟΡΙΣΜΟΣ TOY ΚΑΤ' ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΑΓΡΟΤΗ
Άρθρο 65
1. Η παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 (Α'151), όπως ισχύει, τροποποιείται ως
έξης:
α) Η περ. α' της παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Επαγγελματίας αγρότης είναι το ενήλικο φυσικό πρόσωπο που έχει δικαίωμα
εγγραφής στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, εφόσον πληροί
σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις: αα) Είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης.
αβ) Ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευσή του
τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του. αγ) Λαμβάνει από
την απασχόλησή του σε αγροτική δραστηριότητα το 50% τουλάχιστον του συνολικού
ετήσιου εισοδήματος του και
αδ) Είναι ασφαλισμένος ο ίδιος και η αγροτική του εκμετάλλευση, όπου απαιτείται,
σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
αε) Τηρεί λογιστικά βιβλία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία», β) Η υποπερίπτωση
βα' της περ. β' της παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«βα) Είναι κάτοχος ατομικής επαγγελματικής άδειας αλιείας και ιδιοκτήτης,
συνιδιοκτήτης, μισθωτής ή συμμετέχει, με οποιονδήποτε τρόπο, στην εκμετάλλευση
επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους εκτός από σκάφη υπερπόντιας αλιείας ή
απασχολείται στην υδατοκαλλιέργεια ως κάτοχος ή μισθωτής υδατοκαλλιεργητικής
εκμετάλλευσης. Το ως άνω φυσικό πρόσωπο ασχολείται με μία ή περισσότερες εκ των
ανωτέρω δραστηριοτήτων τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου
εργασίας του και λαμβάνει από την απασχόλησή του αυτή το 50% τουλάχιστον του
συνολικού ετήσιου εισοδήματος του», γ) Η υποπερίπτωση βγ' της περ. β' της παρ. 1
αντικαθίσταται ως εξής:
«βγ) Είναι ασφαλισμένος, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Οι προϋποθέσεις της
απόληφης του 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος και της
προμήθειας καυσίμων θαλάσσης δεν απαιτείται να συντρέχουν για τους ιδιοκτήτες
επαγγελματικών αλιευτικών σκαφών ολικού μήκους μέχρι έξι (6) μέτρα. Το ποσοστό
του 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος που αναφέρεται στην
υποπερίπτωση αγ' της περίπτωσης α' και στην υποπερίπτωση βα’ της παρούσας
περίπτωσης ορίζεται σε 25% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος για
τους ασχολούμενους σε αγροτική δραστηριότητα σε νησιά με πληθυσμό μέχρι 100.000
κατοίκους.»
2. Η παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2520/1997 (ΑΊ73), όπως ισχύει, τροποποιείται ως
εξής:
α) Η υποπερίπτωση ββ' της περ. α' της παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«ββ) Ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευση
τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του και λαμβάνει
ατιό την απασχόλησή του αυτή το 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου
εισοδήματος του και».
β) Η υποπερίπτωση αα' της περ. β' της παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«αα) Είναι κάτοχος ατομικής επαγγελματικής άδειας αλιείας και ιδιοκτήτης,
συνιδιοκτήτης, μισθωτής ή συμμετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στην εκμετάλλευση
επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους, εκτός από σκάφη υπερπόντιας αλιείας ή
απασχολείται στην υδατοκαλλιέργεια ως κάτοχος ή μισθωτής υδατοκαλλιεργητικής
εκμετάλλευσης. Το ως άνω φυσικό πρόσωπο ασχολείται με μία ή περισσότερες εκ των
ανωτέρω δραστηριοτήτων τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου
εργασίας του και λαμβάνει από την απασχόλησή του αυτή το 50% τουλάχιστον του
ετήσιου εισοδήματος του».
γ) Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της υποπερίπτωσης γγ' της περ. β' της παρ.1
αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι προϋποθέσεις της απόληψης του 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου
εισοδήματος και της προμήθειας καυσίμων θαλάσσης δεν απαιτείται να συντρέχουν
για τους ιδιοκτήτες επαγγελματικών αλιευτικών σκαφών ολικού μήκους μέχρι έξι (6)
μέτρα. Το ποσοστό του 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος που
αναφέρεται στην υποπερίπτωση ββ' της περίπτωσης α' και στην υποπερίπτωση αα' της
παρούσας περίπτωσης ορίζεται σε 25% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου
εισοδήματος για τους ασχολούμενους σε αγροτική δραστηριότητα σε νησιά με
πληθυσμό μέχρι 100.000 κατοίκους».
3. Όπου στις διατάξεις των ν.3874/2010 και ν.2520/1997 αναφέρεται η ασφάλιση
αγροτών σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα, νοείται η ασφάλισή τους σύμφωνα με
την κείμενη νομοθεσία.
4. Από τη δημοσίευση του παρόντος παύει η ισχύς του διορισμού και οι εξουσίες
των εκκαθαριστών της υπό εκκαθάριση Εταιρείας Αξιοποίησης Αγροτικής Γης ΑΕ
(ΑΓΡΟΓΗ ΑΕ) που συνεστήθη με τα άρθρα 46 επ. του ν. 2637/1998 (Α'200), όπως
τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 23 και 24 του άρθρου 24 του ν. 2945/2001 (Α'
223), η οποία είχε λυθεί και τεθεί σε εκκαθάριση με το άρθρο 2 του ν. 3895/2010
(Α'206). Οι αρμοδιότητες των άνω εκκαθαριστών περιέρχονται στη Γενική Διεύθυνση
Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Η
δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση της υπό εκκαθάριση ΑΓΡΟΓΗ ΑΕ ανατίθεται στο
Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Χορηγείται νέα προθεσμία σε συνέχεια της λήξασας
ένα μήνα μετά τη δημοσίευση του ν. 3895/2010 (Α' 206) για τη διενέργεια της
προβλεπόμενης στο εδάφιο β' της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 3895/2010 από τον
Υπουργό Οικονομικών απογραφής όλων των κινητών και ακινήτων της λυθείσας
Εταιρείας Αξιοποίησης Αγροτικής Γης ΑΕ, έως την 31-12- 2016. Με κοινές αποφάσεις
των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού και Αγροτικής
Ανάπτυξης και Τροφίμων, ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στην
εκκαθάριση της ΑΓΡΟΓΗ ΑΕ και ιδίως η διαδικασία παράδοσης - παραλαβής των
δικαστικών και εξώδικων υποθέσεων της υπό εκκαθάριση εταιρείας στο Νομικό
Συμβούλιο του Κράτους, του λοιπού αρχείου αυτής στην Γενική Διεύθυνση
Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης καθώς και η ημερομηνία
λήξης της εκκαθάρισης.
5. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 27 του ν. 4314/2014 (Α' 265), προστίθεται
εδάφιο, ως εξής:
«Ειδικά για τις πράξεις στο πλαίσιο παρεμβάσεων Τοπικής Ανάπτυξης με Πρωτοβουλία
των Τοπικών Κοινοτήτων (CLLD), η εγγραφή στο ΠΔΕ πραγματοποιείται σε έναν
ενάριθμο κωδικό με την απόφαση έγκρισης των τοπικών προγραμμάτων».
6. Μετά την παρ. 4 του άρθρου 30 του ν. 4314/2014 προστίθεται παρ. 5 ως εξής:
«5. Οι συμβάσεις μίσθωσης έργου που συνήφθησαν από τις ομάδες τοπικής δράσης
(ΟΤΔ), στο πλαίσιο υλοποίησης του συγχρηματοδοτούμενου προγράμματος LEADER 2007
- 2013, παρατείνονται από τη λήξη τους μέχρι και τις 30-9-2016, για την
ολοκλήρωση των ανειλημμένων υποχρεώσεων του ανωτέρω προγράμματος καθώς και για
την προετοιμασία της προπαρασκευαστικής φάσης του προγράμματος LEADER/CLLD της
προγραμματικής περιόδου 2014 -2020. Αντίστοιχα οι συμβάσεις μίσθωσης έργου που
συνήφθησαν από τους Υποστηρικτικούς Μηχανισμούς για την υλοποίηση των καθεστώτων
ενίσχυσης (ιδιωτικές επενδύσεις) του Άξονα 3 του Προγράμματος Αγροτικής
Ανάπτυξης (ΠΑΑ) της Ελλάδας 2007-2013 παρατείνονται από τη λήξη τους μέχρι τις
30-6-2016 για την ολοκλήρωση των ανειλημμένων υποχρεώσεων του ανωτέρω Άξονα 3,
καθώς και για την προετοιμασία της προπαρασκευαστικής φάσης του προγράμματος
LEADER/CLLD της προγραμματικής περιόδου 2014 -2020.»
7. Μετά την παρ. 4 του άρθρου 66 του ν. 4314/2014 προστίθεται παρ. 5 ως εξής:
«5. Οι ανωτέρω αρμοδιότητες δύναται να εκχωρούνται δυνάμει του άρθρου 65 του
παρόντος νόμου».
8. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 69 του ν. 4314/2014 προστίθεται παρ. 3 ως εξής:
«3. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων εκδίδεται πρόσκληση
για την υποβολή και επιλογή σχεδίων τοπικών προγραμμάτων στο πλαίσιο της Τοπικής
Ανάπτυξης με Πρωτοβουλία Τοπικών Κοινοτήτων (CLLD/LEADER) του ΠΑΑ 2014-2020 και
του ΕΠΑλΘ 2014-2020 και ρυθμίζονται τα συναφή με τη διαδικασία θέματα. Σε
συνέχεια της πρόσκλησης αυτής εκδίδεται Υπουργική Απόφαση για την έγκριση των
σχεδίων αυτών».
9. Στο πλαίσιο πράξεων του ΠΑΑ 2014-2020 που αφορούν σε δημόσιες συμβάσεις, η
καταβολή της ενίσχυσης επί του αιτήματος πληρωμής του δικαιούχου της πράξης από
τον ΟΠΕΚΕΠΕ θα πραγματοποιείται στον λογαριασμό του δικαιούχου ή του αναδόχου.
Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των τυχόν
συναρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής της
παρούσας.».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΕΡΓΑΛΕΙΟΘΗΚΗ ΟΟΣΑ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΣΠΑ
Άρθρο 66
Τροποποίηση του ν. 2969/2001 (Ά 281) και του ν.δ. της 29-12-1923(Α' (Ά 384)
1. Η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν.2969/2001 (Α' 281), αντικαθίσταται ως εξής :
«3. Εξαιρετικά για τους οινοπνευματοποιούς Β' κατηγορίας, η άδεια χορηγείται υπό
την προϋπόθεση ότι η ημερήσια παραγωγική τους ικανότητα σε καθαρή αιθυλική
αλκοόλη είναι τουλάχιστον 10.000 λίτρα άνυδρα.».
2. Η παρ. 5 του άρθρου 9 του ν.δ. της 29-12-1923 «Περί τροποποιήσεως και
συμπληρώσεως των περί φορολογίας του ζύθου νόμων» (Α' 384), αντικαθίσταται ως
εξής:
«5.α. Για τη διαδικασία επιβολής κυρώσεων για τις παραβάσεις των νόμων περί
φορολογίας του ζύθου, από τις αρμόδιες Αρχές (Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης
Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης και Χημικές Υπηρεσίες του Γενικού
Χημείου του Κράτους) ως και την κατάσχεση, δήμευση και απόδοση εφαρμόζονται οι
σχετικές διατάξεις των άρθρων 14 και 13, αντιστοίχως, του ν. 2969/2001, με την
επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (Α'
265).
β. Από το πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 4235/2014 (Α' 32)
εξαιρείται ο τομέας του ζύθου και των προϊόντων ζύθου, στους οποίους
εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των νόμων περί φορολογίας του ζύθου, του ν.
2960/2001 και του ν. 2969/2001.».
Άρθρο 67
Τροποποίηση του ν. 4303/2014 (Α' 231)
1. Η υποπαράγραφος 2 της παρ. 2 του έκτου άρθρου του ν. 4303/2014 αντικαθίσταται
ως εξής:
«2.α Για τον έλεγχο της αιθυλικής αλκοόλης, ως και των άλλων πρώτων υλών εκ των
κατά την υποπαράγραφο 1 της παρ. 1 του παρόντος άρθρου επιτρεπομένων για την
παραγωγή ξυδιού που, αυτούσιες ή τα προϊόντα της κατεργασίας των οποίων,
υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και παραλαμβάνονται προς
οξοποίηση στα οξοποιεία, αρμόδιες Αρχές είναι οι Χημικές Υπηρεσίες του Γενικού
Χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ.) και οι Τελωνειακές Αρχές υπό τον έλεγχο και την
εποπτεία των οποίων τελούν τα εν λόγω οξοποιεία, εφαρμοζομένων και των σχετικών
διατάξεων του ν. 2969/2001 (Α' 281) και του ν. 2960/2001 (Α' 265). β. Οι
διατάξεις του παρόντος άρθρου που αναφέρονται στην περίπτωση της αιθυλικής
αλκοόλης εφαρμόζονται επίσης στις περιπτώσεις των λοιπών πρώτων υλών, εκ των
κατά την υποπαράγραφο 1 της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επιτρεπομένων που,
αυτούσιες ή τα προϊόντα της κατεργασίας των οποίων,
υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ. και παραλαμβάνονται προς κατεργασία από τα οξοποιεία για
παραγωγή ξυδιού.»
2. Στην υποπαράγραφο 5 της παρ. 10 του έκτου άρθρου του ν. 4303/2014 η περ. (ε)
αναριθμείται σε (στ) και προστίθεται περίπτωση ε' ως εξής:
«ε. Οι διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου, εκτός της πρώτης περιόδου της
περίπτωσης (γ), εφαρμόζονται και προκειμένου για τους οξοποιούς οι οποίοι
παραλαμβάνουν προς κατεργασία και παραγωγή ξυδιού και άλλες πρώτες ύλες, εκ των
κατά την υποπαράγραφο 1 της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου επιτρεπόμενων, που
υπόκεινται σε Ε.Φ.Κ.»
Άρθρο 68
1. Φάρμακα, τα οποία κατά τις κείμενες διατάξεις πληρούν τις προϋποθέσεις
κατάταξης στην κατηγορία των μη συνταγογραφούμενών φαρμάκων (ΜΗ.ΣΥ.φΑ. ή
O.T.C), μπορούν να καταταγούν περαιτέρω στην υποκατηγορία των φαρμακευτικών
προϊόντων γενικής διάθεσης (γενικής διάθεσης φάρμακα ή ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ.), εφόσον
πληρούνται επιπροσθέτως και σωρευτικά τα ακόλουθα κριτήρια:
α) Έχουν ήδη καταταγεί στην κατηγορία των ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ ή πληρούν τις προϋποθέσεις
κατάταξής τους στα ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ και δεν συντρέχουν νεώτερα επιστημονικά δεδομένα για
την επανεξέταση της κατάταξης τους ως συ νταγογραφού μενών, β) Είναι φάρμακα
αντιμετώπισης προφανούς συμπτώματος ή συμβάντος εύκολης αντιμετώπισης, η
αυτοδιάγνωση των οποίων είναι εύκολη, με την έννοια ότι τα συμπτώματα
κατευθύνουν τον ασθενή σε διάγνωση συγκεκριμένης νόσου, και δεν συγχέονται με τα
συμπτώματα άλλης νόσου.
γ) Η οδηγία του δοσολογικού σχήματος είναι απλή, κατά τρόπο ώστε να είναι εύκολο
να ακολουθηθεί από τον ασθενή.
δ) Οι αλληλεπιδράσεις τους με άλλες συχνά χορηγούμενες θεραπείες είναι ελάχιστες
και, εφόσον υπάρχουν, αυτές είναι χαμηλού κινδύνου, ε) Δεν χρειάζονται
ιδιαίτερες συνθήκες φύλαξης και διακίνησης, σύμφωνα με τα εγκεκριμένα στοιχεία
της άδειας κυκλοφορίας τους.
στ) Οι συσκευασίες τους είναι μικρές και, σε συνδυασμό με την περιεκτικότητα, η
συνολική ποσότητα του φαρμάκου δεν ξεπερνά δόση που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο
τον λήπτη.
ζ) Δεν υπάρχουν σοβαρές και τεκμηριωμένες ενδείξεις από τη δημοσιευμένη
βιβλιογραφία σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά που διαθέτουν κριτική επιτροπή
αξιολόγησης, για σοβαρούς κινδύνους από τη μακροχρόνια χρήση των φαρμάκων.
2. Τα φάρμακα, τα οποία κατατάσσονται στην υποκατηγορία των ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ.
διατίθενται λιανικώς στο κοινό μόνο από τα νομίμως λειτουργούντα φαρμακεία και
από σημεία πώλησης (καταστήματα χωρίς την παρουσία φαρμακοποιού ή βοηθού
φαρμακοποιού) πλην των φαρμακείων. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζονται
τα ανωτέρω σημεία πώλησης πλην των φαρμακείων τα οποία
μπορούν να διαθέτουν λιανικώς στο κοινό τα ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ. καθώς και κάθε άλλη σχετική
λεπτομέρεια.
3. Εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, ο Ε.Ο.φ. κατατάσσει τα φάρμακα
στην υποκατηγορία των ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ., κατά την έκδοση της οικείας άδειας κυκλοφορίας
(αρχικής ή τροποποιητικής), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 1316/1983 (Α' 3),
όπως ισχύει και τις κείμενες διατάξεις περί νόμιμης παραγωγής και κυκλοφορίας
φαρμάκων που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση. Εφόσον πρόκειται για φάρμακα που
έχουν καταταγεί ως ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. με την διαδικασία του Κανονισμού (ΕΚ) 726/2004 και
συντρέχουν οι προϋποθέσεις του παρόντος, ο Ε.Ο.Φ. με απόφασή του εγκρίνει την
περαιτέρω κατάταξή τους στην υποκατηγορία των ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ. σύμφωνα με τα οριζόμενα
στο ν. 1316/1983 (Α' 3), όπως ισχύει και τις κείμενες διατάξεις περί νόμιμης
παραγωγής και κυκλοφορίας φαρμάκων που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση.
4. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του
Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του Ε.Ο.Φ., καθορίζονται οι λεπτομέρειες της
διαδικασίας κατάταξης των φαρμάκων στην υποκατηγορία των ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ., η
επισήμανση, οι συνθήκες και οι όροι ασφαλούς φύλαξης, διακίνησης και διάθεσής
τους στο κοινό, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Με την ίδια απόφαση
δύνανται να εξειδικεύονται περαιτέρω τα κριτήρια της παρ.1 του παρόντος.
5. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του
Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του Ε.Ο.φ., επικαιροποιείται και δημοσιεύεται ο
κατάλογος των φαρμάκων που κατατάσσονται στα ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ.
6. Απαγορεύεται η λιανική πώληση των ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ. από κατόχους άδειας κυκλοφορίας,
παραγωγούς, αντιπροσώπους και εισαγωγείς φαρμάκων. Κάτοχοι άδειας κυκλοφορίας ή
άδειας χονδρικής πώλησης φαρμάκων, παραγωγοί, αντιπρόσωποι και εισαγωγείς
φαρμάκων μπορούν να πωλούν χονδρικώς ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ. και στα σημεία πώλησης πλην των
φαρμακείων που ορίζονται με Απόφαση του Υπουργού Υγείας στην παρ.2.
7. Όποιος χωρίς να έχει το εκ του νόμου δικαίωμα, πωλεί ή διαθέτει προς πώληση
λιανικώς ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ τιμωρείται με τις ποινικές και διοικητικές κυρώσεις της παρ. 2
και 12 του άρθρου 19 του ν.δ. 96/1973 (Α'172), όπως ισχύει.
8. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζεται και στα ΓΕ.ΔΙ.ΦΑ. το σύνολο της κείμενης
φαρμακευτικής νομοθεσίας.
Άρθρο 69
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4314/2014 (Α' 265)
Το άρθρο 58 του ν. 4314/2014 (Α' 265) τροποποιείται ως εξής: α) Στο πρώτο εδάφιο
της παρ. 1 του άρθρου 58 μετά τις λέξεις «Ειδικές Υπηρεσίες Διαχείρισης»
προστίθενται οι λέξεις «και οι λοιπές Ειδικές Υπηρεσίες του μέρους I». β) Στο
τέλος του άρθρου 58 προστίθενται παρ. 12 και 13, ως εξής:
«12. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του
αρμόδιου κάθε φορά Υπουργού, μπορεί να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν
στις προϋποθέσεις, τις διαδικασίες, τους όρους, τα όργανα και κάθε άλλο ζήτημα
σχετικό με τη διαχείριση, παρακολούθηση, χρηματοδότηση, υλοποίηση ή άλλη συναφή
ενέργεια που συνδέεται με την υλοποίηση πράξεων, οι οποίες συγχρηματοδοτούνται
στο πλαίσιο των ΕΠ του ΕΣΠΑ 2014 - 2020, προγραμμάτων του ΕΟΧ, άλλων ευρωπαϊκών
ταμείων ή διεθνών ή διακρατικών προγραμμάτων.
13. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού μπορεί να
συγκροτούνται ομάδες εργασίες με αντικείμενο σχετικό με την εφαρμογή του
παρόντος νόμου. Αν οι πιο πάνω ομάδες περιλαμβάνουν και μέλη προερχόμενα από
άλλους φορείς, αυτά υποδεικνύονται από τους φορείς τους.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ 4354/2015 (Α'176)- ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗ
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ- ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Αντικατάσταση διατάξεων του ν. 4354/2015 (Α' 176)
Άρθρο 70
1. Τα άρθρα 1, 2 και 3 του ν. 4354/2015 (Α' 176) αντικαθίστανται ως εξής:
«Άρθρο 1
Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π.) και
Εταιρίες Απόκτησης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Α.Α.Δ. Π.)
Ι.α. Η διαχείριση των απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που χορηγούνται ή
έχουν χορηγηθεί από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα εκτός των αναφερόμενων
στην περ. δ της παρ. 5 του άρθρου του ν. 4261/2014 (Α'107) ανατίθεται
αποκλειστικά:
αα) σε ανώνυμες εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις,
ειδικού και αποκλειστικού σκοπού, υπό την επιφύλαξη της παρ. 20, που εδρεύουν
στην Ελλάδα και
ββ) σε εταιρίες που εδρεύουν σε κράτος μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου
(ΕΟΧ), με οποιοδήποτε νομικό τύπο αποδεκτό για ιδρύματα που διέπονται από τις
διατάξεις της Οδηγίας 2013/36 (EEL 176/338/27.06.2013) και με την προϋπόθεση ότι
έχουν εγκατασταθεί νόμιμα στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος με σκοπό την
διαχείριση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων
της ανωτέρω Οδηγίας, καθώς και της Οδηγίας 2004/39 (EEL 145/2004), και της
περίπτωση δ της παρούσας παραγράφου.
Οι παραπάνω εταιρίες λαμβάνουν ειδική άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εποπτεύονται για τη συμμόρφωση
προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Οι εταιρίες αυτές καταχωρούνται σε ειδικά Μητρώα του Γενικού Εμπορικού Μητρώου
(ΓΕΜΗ) και διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και συμπληρωματικά από
τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (Α' 37) για τις ανώνυμες εταιρίες.
β. Η μεταβίβαση απαιτήσεων από πιστώσεις και δάνεια που έχουν χορηγήσει ή
χορηγούν πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα πλην της περ. δ της παρ. 5 του
άρθρου 2 του ν. 4261/2014 (Α' 107), μπορεί να λάβει χώρα μόνο λόγω πώλησης,
δυνάμει σχετικής έγγραφης συμφωνίας, σύμφωνα και με τα όσα προβλέπονται στο
άρθρο 3, και αποκλειστικά και μόνο προς:
αα) ανώνυμες εταιρίες που σύμφωνα με το καταστατικό τους μπορούν να προβαίνουν
σε απόκτηση από δάνεια και πιστώσεις, εδρεύουν στην Ελλάδα και καταχωρίζονται
στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ).
ββ) εταιρίες που έχουν έδρα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, με νομικό τύπο
αποδεκτό για ιδρύματα που διέπονται από τις διατάξεις της Οδηγίας 2013/36 (EEL
176/338/27.06.2013), οι οποίες έχουν τη διακριτική ευχέρεια να εγκαθίστανται
στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος, και
γγ) σε εταιρίες που έχουν έδρα σε τρίτες χώρες, υπό την επιφύλαξη διατάξεων της
ενωσιακής νομοθεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι:
γγα) Η έδρα τους δεν βρίσκεται σε κράτος που έχει προνομιακό φορολογικό
καθεστώς, όπως αυτό προσδιορίζεται στις εκάστοτε κανονιστικές πράξεις που
εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 6 και 7 του άρθρου 65 του ν.
4172/2013 (Α' 167) και
γγβ) Η έδρα τους δεν βρίσκεται σε μη συνεργάσιμο κράτος, όπως αυτό
προσδιορίζεται στις εκάστοτε κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις
διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 65 του ν. 4172/2013,
γ. Η πώληση των παραπάνω απαιτήσεων είναι ισχυρή μόνο εφόσον έχει υπογράφει
συμφωνία ανάθεσης διαχείρισης μεταξύ εταιρίας απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια
και πιστώσεις και εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων που αδειοδοτείται και
εποπτεύεται κατά τον παρόντα νόμο από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η προϋπόθεση αυτή
οφείλει να πληρούται και σε κάθε περαιτέρω μεταβίβαση. Τα δικαιώματα που
απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται
μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες
απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη
μεταβίβασή τους. Οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις
υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες
απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις.
δ. Οι διατάξεις του παρόντος δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διατάξεων των ν.
3156/2003 (Α' 157), ν. 1905/1990 (Α' 147), ν. 1665/1986 (Α' 194), ν. 3606/2007
(Α' 195) καιν. 4261/2014 (Α' 107).
2. Η αίτηση χορήγησης άδειας για τις εταιρίες της περ. α' της παρ. 1 του
παρόντος άρθρου πρέπει να συνοδεύεται από τα ακόλουθα έγγραφα:
α) το καταστατικό της εταιρίας και όλες τις τροποποιήσεις,
β) την ταυτότητα των φυσικών και νομικών προσώπων που κατέχουν άμεσα ή έμμεσα,
ήτοι ασκώντας έλεγχο όπως αυτό ορίζεται στο στοιχείο (34) της παρ. 1 του άρθρου
3 του ν. 4261/2014 διά ενδιάμεσων νομικών προσώπων, ποσοστό ή δικαιώματα ψήφου
ίσα ή μεγαλύτερα από 10% στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας, γ) την ταυτότητα
των νομικών και φυσικών προσώπων που, ακόμη και αν δεν καταλαμβάνονται από την
προηγούμενη περίπτωση, ασκούν έλεγχο επί της εταιρίας, μέσω έγγραφης ή άλλης
συμφωνίας ή δια κοινών πράξεων, κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 23
του ν. 4261/2014, δ) την ταυτότητα των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή των
διοικούντων, ε) ερωτηματολόγια συμπληρωμένα από τα πρόσωπα των περιπτώσεων β),
γ) και δ), για την αξιολόγηση των κριτηρίων ικανότητας και καταλληλόλητας, όπως
αυτά καθορίζονται με απόφαση που εκδίδεται από την Τράπεζας της Ελλάδος, στ) την
οργανωτική δομή και εσωτερικές καταγεγραμμένες διαδικασίες της εταιρίας,
ζ) το επιχειρηματικό πλάνο της εταιρίας,
η) εμπεριστατωμένη έκθεση στην οποία καταγράφονται διεξοδικά οι βασικές αρχές
και μέθοδοι που θα διασφαλίζουν την επιτυχή αναδιάρθρωση δανείων. Η έκθεση
πρέπει να παρουσιάζει μεθόδους αναδιάρθρωσης οφειλών εναλλακτικές της
αναγκαστικής εκτέλεσης, στο πλαίσιο του Κώδικα Δεοντολογίας (Β' 2289/2014),
καθώς και σύμφωνα με το άρθρο 28 της Οδηγίας 2014/17 (EEL 60/2014), να
περιλαμβάνει σαφή κριτήρια για την εκτίμηση της καταλληλότητας των εναλλακτικών
επιλογών αναδιάρθρωσης, κριτήρια για την εκτίμηση της μέγιστης δυνατότητας
αποπληρωμής των δανειοληπτών που είναι φυσικά πρόσωπα, λαμβάνοντας υπόψη και τα
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τυχόν τα κατηγοριοποιούν σε κοινωνικά ευπαθείς
ομάδες, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 του Κώδικα Δεοντολογίας (Β' 2289/2014))
όπως εκάστοτε ισχύει. θ) οποιαδήποτε επιπρόσθετη πληροφορία ή στοιχείο που η
Τράπεζα της Ελλάδος θεωρεί σημαντικό για την αξιολόγηση της αίτησης.
3. Οι μετοχές των ανώνυμων εταιριών της περ. α της παρ. 1 του παρόντος άρθρου
είναι ονομαστικές
4. Η Τράπεζα της Ελλάδος χορηγεί την άδεια της παραγράφου 1 του παρόντος μέσα σε
αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την επομένη της υποβολής
της σχετικής αίτησης ή σε περίπτωση που η αίτηση είναι ελλιπής, μέσα σε είκοσι
(20) ημέρες από την υποβολή των επιπρόσθετων πληροφοριών, στοιχείων ή εγγράφων
που απαιτούνται. Προηγείται απλή γνώμη τριμελούς Επιτροπής, της οποίας η
σύνθεση, σύσταση και οι λοιπές λεπτομέρειες για τη λειτουργία της, καθορίζονται
με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, και
Οικονομικών. Η Τράπεζα της Ελλάδος διαβιβάζει άμεσα το φάκελο της αίτησης με
συνοπτικό σημείωμα στην Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τη ννώμη της μέσα σε δέκα
(10) ερνάσιμες ημέρες από την επομένη της υποβολής της σχετικής αίτησης με πλήρη
φάκελο. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, η Τράπεζα της
Ελλάδος εκδίδει την απόφασή της εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου και
χωρίς τη γνώμη της Επιτροπής. Τα πρακτικά των συνεδριάσεων της τριμελούς
Επιτροπής είναι εμπιστευτικά και οι συνεδριάσεις της Επιτροπής είναι μυστικές.
5. Η Τράπεζα της Ελλάδος χορηγεί άδεια εφόσον, διαπιστώσει ότι:
α. Η εταιρία είναι σε θέση να συμμορφωθεί πλήρως με τις διατάξεις του παρόντος
νόμου,
β. τα πρόσωπα των περ. β), γ) και δ) της παρ. 2 του παρόντος έχουν καλή φήμη,
επαρκή γνώση, ικανότητες και εμπειρία να ασκούν την αρμοδιότητά τους και να
πληρούν τα κριτήρια της ικανότητας και της καταλληλότητας τους, όπως αυτά
καθορίζονται από τη σχετική απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, γ. η εταιρία
διαθέτει οργανωτική δομή και εσωτερικές διαδικασίες που της επιτρέπουν να
παρέχει υπηρεσίες σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, δ. το
επιχειρηματικό πλάνο λειτουργιών και στόχων της εταιρίας παραθέτει αναλυτικά τις
προγραμματισμένες της δράσεις, τη στρατηγική της και τους διαθέσιμους πόρους
της.
ε. δεν υφίστανται επαγγελματικές ή συγγενικές σχέσεις μεταξύ των προσώπων των
περιπτώσεων β), γ) και δ) της παρ. 2 και οποιωνδήποτε άλλων προσώπων που
κατέχουν υψηλά πολιτικά αξιώματα ή υψηλές διοικητικές θέσεις στην εποπτεύουσα
αρχή, ώστε να παρεμποδίζεται η αποτελεσματική διεξαγωγή εποπτείας.
6. Η Τράπεζα της Ελλάδος αρνείται αιτιολογημένα τη χορήγηση της απαιτούμενης
άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, αν διαπιστώσει ότι η εταιρία
δεν πληροί τα κριτήρια που καθορίζονται στο παρόν άρθρο και ενημερώνει προς
τούτο την αιτούσα εταιρία.
7. Η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί στην επίσημη ιστοσελίδα της πλήρως ενημερωμένο
κατάλογο με όλες τις αδειοδοτημένες εταιρίες δυνάμει των διατάξεων του παρόντος.
8. Σε περίπτωση που φυσικό ή νομικό πρόσωπο:
α. προτίθεται να αποκτήσει ή να διαθέσει άμεσα ή έμμεσα ειδική συμμετοχή σε
εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων, ή
β. προτίθεται να αυξήσει ή να μειώσει άμεσα ή έμμεσα την ειδική συμμετοχή του,
όπως αυτή ορίζεται στο στοιχείο (33) της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4261/2014,
σε εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων, ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του
κεφαλαίου που κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, να φτάσει ή να υπερβεί ή να μειωθεί κάτω
από το δέκα (10%), το είκοσι (20%), το τριάντα (30%) ή το πενήντα τοις εκατό
(50%) του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας ή ώστε η εταιρία να καταστεί ή να
παύσει να είναι θυγατρική του, οφείλει να γνωστοποιεί στην Τράπεζα της Ελλάδος
το ύψος της συμμετοχής που θα προκύψει από τη μεταβολή αυτή,
H Τράπεζα της Ελλάδος μέσα σε δύο (2) μήνες από την ημερομηνία της κατά το
προηγούμενο εδάφιο γνωστοποίησης πρόθεσης εξαγοράς ή της αύξησης της ειδικής
συμμετοχής, δύναται να μην επιτρέψει την εν λόγω εξαγορά, εάν υπό το πρίσμα της
ανάγκης διασφάλισης της ορθής και συνετούς διοίκησης της εταιρίας κρίνει
αιτιολογημένα ως ακατάλληλα οποιοδήποτε από τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου,
ενώ αν επιτρέψει την εν λόγω αγορά, δύναται να ορίσει προθεσμία ή και όρους για
την υλοποίησή της.
9. Αν η Τράπεζα της Ελλάδος διαπιστώσει αιτιολογημένα ότι η ίδρυση της εταιρίας
ή η εξαγορά συμμετοχής σε αυτήν υποκρύπτει ή αποσκοπεί στη νομιμοποίηση εσόδων
από εγκληματική δραστηριότητα, τότε:
α) αρνείταιτη χορήγηση της άδειας του παρόντος νόμου ή
β) δεν επιτρέπει την απόκτηση ή την αύξηση ειδικής συμμετοχής κατά την παράγραφο
8.
10. Αν εταιρία που αδειοδοτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου
αποφασίσει να τερματίσει τις δραστηριότητές της, εφαρμόζονται αναλογικά οι
διατάξεις του ν. 2190/ 1920 (Α' 37).
11. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται με απόφασή της να αναστείλει τη χορηγηθείσα
άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου σε εταιρίες της περίπτωσης α
της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, όταν:
α. σταθμίζοντας την βαρύτητα των παραβάσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 13
του παρόντος άρθρου, αποφασίσει να μην προχωρήσει σε ανάκληση της άδειας,
β. διαπιστώσει παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων της
Τράπεζας της Ελλάδος
Εφόσον η Τράπεζα της Ελλάδος εκδώσει απόφαση που διατάσσει την αναστολή της
άδειας λειτουργίας, προβαίνει ταυτόχρονα σε έγγραφες συστάσεις προς την εταιρία
και θέτει εύλογη προθεσμία για συμμόρφωση, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους
τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία γνωστοποίησης της απόφασης αναστολής. Εντός
της ως άνω προθεσμίας η Εταιρία Διαχείρισης ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος
αναφορικά με τη συμμόρφωσή της προς τις συστάσεις του προηγούμενου εδαφίου.
Κατά την περίοδο αναστολής λειτουργίας, η Εταιρία Διαχείρισης μπορεί να
προβαίνει σε δραστηριότητες που της επιτρέπονται ρητώς από τη σχετική απόφαση
αναστολής λειτουργίας της Τράπεζας της Ελλάδος.
12. Εάν η Τράπεζα της Ελλάδος:
α. διαπιστώσει ότι η εταιρία συμμορφώθηκε με τις συστάσεις του δεύτερου εδαφίου
της περ. β της παραγράφου 11 του παρόντος άρθρου, ανακαλεί την πράξη περί
αναστολής της άδειας και ενημερώνει γραπτώς την εταιρία, β. διαπιστώσει ότι η
εταιρία δεν συμμορφώθηκε πλήρως με τις συστάσεις του δεύτερου εδαφίου της περ. β
της παραγράφου 11, είτε παρατείνει την περίοδο
-ASv -
αναστολής της άδειας και προβαίνει σε νέες συστάσεις είτε ενεργοποιεί την
διαδικασία ανάκλησης της άδειας.
13. α. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να ανακαλέσει τη, σύμφωνα με τις διατάξεις
του παρόντος νόμου, χορηγηθείσα άδεια, εάν η εταιρία:
αα. εξασφάλισε την άδεια βάσει ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων ή με
οποιονδήποτε άλλο τρόπο κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 έως 3, ή δολίως
υπέβαλε, γνωστοποίησε ή άλλως δημοσιοποίησε με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ή
παραπλανητικές πληροφορίες ή ψευδή ή παραπλανητικά στοιχεία ή έντυπα,
ββ. δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγήθηκε η άδεια
λειτουργίας της,
γγ. έχει διαπράξει παραβάσεις του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδόθηκαν
από την Τράπεζα της Ελλάδος ή αυτών που εκδίδονται βάσει του παρόντος νόμου.
δδ. χρησιμοποιείται ως μέσο για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές
δραστηριότητες ή χρηματοδοτεί εγκληματικές δραστηριότητες,
εε. έχει υποπέσει σε άλλη παράβαση που προβλέπει ως κύρωση την ανάκληση της
άδειάς της, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας,
στστ. παρακωλύει με οποιοδήποτε τρόπο τον εποπτικό έλεγχο της Τράπεζας της
Ελλάδος,
ζζ. παραβιάζει διατάξεις νόμου ή αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος που αφορούν
στην εποπτεία ή τον τρόπο λειτουργίας των Εταιριών Διαχείρισης, εφόσον τίθεται
σε κίνδυνο η αποτελεσματική άσκηση εποπτείας.
ηη. επανειλημμένα δεν συμμορφώνεται με την έκθεση της περ. η της παρ. 2 του
παρόντος άρθρου. Η Τράπεζα της Ελλάδος για τη διαπίστωση της παράβασης αυτής δε
λαμβάνει υπόψη τις οδηγίες ή εντολές του δικαιούχου των απαιτήσεων προς την
εποπτευόμενη Εταιρία Διαχείρισης.
θθ. δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις της περ. γ της παρ. 1 του παρόντος
άρθρου.
β. Σε περίπτωση ανάκλησης χορηγηθείσας άδειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του
παρόντος νόμου, σε Εταιρία που λαμβάνει την άδεια της παρ. 20 του παρόντος,
εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 145 του ν. 4261/2014.
γ. Εταιρία της οποίας η άδεια έχει ανακληθεί, παραμένει υπό την εποπτεία της
Τράπεζας της Ελλάδος μέχρις ότου ολοκληρωθεί η υλοποίηση του σχεδίου δράσης
τερματισμού δραστηριοτήτων που έχει εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, δ. Αν
εταιρία του παρόντος νόμου παραβιάζει τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, η
Τράπεζα της Ελλάδος δύναται, αφού προηγουμένως καλέσει την εταιρία σε ακρόαση,
να της επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες
χιλιάδες (300.000) ευρώ.
14. Η Τράπεζα της Ελλάδος εποπτεύει τις δραστηριότητες των εταιριών που
αδειοδοτεί με στόχο τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη χώρα
σύμφωνα με το άρθρο 55 Α του Καταστατικού της (ν. 3424/1927, Α' 298).
15. α. Κάθε Εταιρία που αδειοδοτείται από την Τράπεζα της Ελλάδος και
διαχειρίζεται απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις, οφείλει να διατηρεί ανά πάσα
στιγμή ελάχιστο ολοσχερώς καταβληθέν μετοχικό κεφάλαιο ύψους εκατό χιλιάδων
(100.000) ευρώ.
β. Το μετοχικό κεφάλαιο της παραπάνω εταιρίας επιτρέπεται να μειωθεί κάτω από το
προβλεπόμενο στο προηγούμενο εδάφιο ελάχιστο όριο, εφόσον υπάρχει εγκεκριμένο
από την Τράπεζα της Ελλάδος σχέδιο δράσης για τον τερματισμό της δραστηριότητας
αυτής.
16. Αν η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά την άσκηση των εποπτικών της αρμοδιοτήτων,
κρίνει αιτιολογημένα ότι οποιοδήποτε μέλος του διοικητικού οργάνου της Εταιρίας
είναι ακατάλληλο να ενεργεί ως μέλος διοικητικού οργάνου, με βάση τα κριτήρια
που καθορίζονται με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με την παράγραφο
23 του παρόντος άρθρου, δύναται να ζητήσει εγγράφως την αντικατάστασή του.
17. α. Κάθε εταιρία που έχει άδεια λειτουργίας σε ισχύ, σύμφωνα με τις διατάξεις
του παρόντος άρθρου, υποβάλλει στην Τράπεζα της Ελλάδος αντίγραφο του
ισολογισμού, του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως και τριμηνιαία έκθεση που
μπορεί ενδεικτικά να περιλαμβάνει:
αα) Την αξία των ενυπόθηκων εξασφαλίσεων των δανείων ανά εξυπηρετούμενο και μη
εξυπηρετούμενο δάνειο ή πίστωση, ανά είδος, ανά ύψος οφειλής, με παράλληλη
ενημέρωση για την ονομαστική αξία των κατηγοριοποιημένων δανείων, ββ) Την αξία
και το ποσοστό των αναδιαρθρώσεων σε αξία και αριθμό ανά είδος δανείου, ανά
κατηγορία τύπου ρύθμισης, ανά ύψος οφειλής, ανά φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανά
κλάδο και κύκλο εργασιών για νομικά πρόσωπα ή ανά κατηγορία εισοδήματος για
φυσικά πρόσωπα, με σχετική αντιστοίχηση του ύψους των εξασφαλίσεων των
αναδιαρθρωμένων δανείων, όπως ομαδοποιούνται παραπάνω, γγ) το ποσοστό των
ρευστοποιημένων δανείων σε αξία και αριθμό ανά είδος δανείου, ανά κλάδο για
νομικά πρόσωπα ή ανά κατηγορία εισοδήματος για φυσικά πρόσωπα με αντιστοίχηση
του ύψους των εξασφαλίσεων και της κατηγορίας των ρευστοποιημένων δανείων, όπως
ομαδοποιούνται παραπάνω, δδ) Το ποσοστό πτωχεύσεων ανά είδος δανείου και ανά
κλάδο και κύκλο εργασιών εε) Την αξία των διαγραφών επί απαιτήσεων δανείων ή
πιστώσεων ανά είδος δανείου, ανά ύψος οφειλής, με ενημέρωση για την ονομαστική
αξία του δανείου,
Τα παραπάνω στοιχεία μπορεί εκάστοτε να εξειδικεύονται με απόφαση της Τράπεζας
της Ελλάδος, κατά τα προβλεπόμενα στην επόμενη περίπτωση, β. Με απόφαση της
Τράπεζας της Ελλάδος καθορίζεται και εξειδικεύεται ο τρόπος, η συχνότητα, οι
ημερομηνίες υποβολής και αναφοράς, καθώς και το είδος της απαιτούμενης
πληροφόρησης της περίπτωσης α της παρούσας παραγράφου και οποιεσδήποτε άλλες
πληροφορίες η τελευταία θεωρεί απαραίτητες για τους σκοπούς της άσκησης του
προληπτικού ελέγχου και εποπτείας. γ. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος και
της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να καθορίζονται τα στοιχεία των Εταιριών
Διαχείρισης που συμβάλλονται με εταιρίες της παρ. 1 β, τα οποία θα δημοσιεύονται
περιοδικά για σκοπούς διαφάνειας.
18. Κάθε εταιρία που έχει άδεια λειτουργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του
παρόντος άρθρου, οφείλει, ύστερα από κλήση της Τράπεζας της Ελλάδος να επιτρέψει
σε εξουσιοδοτημένους προς τον σκοπό αυτό υπαλλήλους της Τράπεζας της Ελλάδος να
εισέλθουν στα κτήριά της για να διερευνήσουν τις εργασίες και τις δράστηριότητές
της και να θέσει στη διάθεσή τους οποιαδήποτε βιβλία, έγγραφα ή αρχεία, ή/και να
διαβιβάσει στην Τράπεζα της Ελλάδος οποιεσδήποτε πληροφορίες η τελευταία κρίνει
αναγκαίες για την άσκηση των εποπτικών της δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τις
διατάξεις του παρόντος νόμου, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τα
στοιχεία ενεργητικού και παθητικού και ιδίως έγγραφα και αρχεία αναφορικά με το
χαρτοφυλάκιο των διαχειριζόμενων από αυτήν απαιτήσεων.
19. Κάθε εταιρία αποζημιώνει την Τράπεζα της Ελλάδος για όλα τα έξοδα τα οποία
σχετίζονται με την άσκηση των εποπτικών της αρμοδιοτήτων με την καταβολή σε
αυτήν ετήσιου τέλους, του οποίου το ύφος, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής θα
προσδιοριστούν με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος.
20. Οι εταιρίες της περ. α της παρ. 1 του παρόντος άρθρου δύνανται να λαμβάνουν
άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος, προκειμένου να χορηγούν νέα δάνεια ή/και
πιστώσεις σε δανειολήπτες, των οποίων δάνεια ή πιστώσεις διαχειρίζονται, με
αποκλειστικό σκοπό την αναχρηματοδότηση των δανείων τους ή την αναδιάρθρωση της
δανειολήπτριας επιχείρησης δυνάμει ενός συγκεκριμένου σχεδίου αναδιάρθρωσης που
συμφωνείται μεταξύ των μερών, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης συναίνεσης του
δικαιούχου της απαίτησης. Τα νέα δάνεια και πιστώσεις του προηγούμενου εδαφίου
λογίζονται ως τραπεζικά δάνεια και πιστώσεις, διέπονται από το ελληνικό Δίκαιο
και αποκλειστικά αρμόδια για την εκδίκαση των διαφορών που απορρέουν από τη
σύμβαση είναι τα κατά τόπους ελληνικά Δικαστήρια. Τα νέα αυτά δάνεια και
πιστώσεις θα επιβαρύνονται με την εισφορά του άρθρου 1 του ν. 128/1975 (Α' 178),
για την απόδοση της οποίας υπεύθυνες είναι οι εταιρίες διαχείρισης της περ. α
της παρ. 1.
Η άδεια της παραγράφου αυτής θα χορηγείται υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α.
ότι η εταιρία έχει ήδη καταβάλλει σε μετρητά και σε τραπεζικό λογαριασμό
ελληνικού πιστωτικού ιδρύματος το ποσό των τεσσάρων εκατομμυρίων πεντακοσίων
χιλιάδων ευρώ (4.500.000€) ως ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο β. ότι η εταιρία
συμμορφώνεται με τους κανόνες και τις αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος σύμφωνα
με τα οριζόμενα στη παράγραφο 14 του παρόντος.
Οι παραπάνω εταιρίες έχουν υποχρέωση σύνταξης των χρηματοοικονομικών τους
καταστάσεων βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, όπως αυτά
έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δυνάμει του Κανονισμού 1606/2002 (EEL
243/2002) (Δ.Π.Χ.Α. - υποχρεωτική εφαρμογή Δ.Π.Χ.Α.), για τις ατομικές και
ενοποιημένες χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις και σύμφωνα με τον ν. 4308/2014
(Α' 251), όπως εκάστοτε τροποποιείται και ισχύει.
21. Το επαγγελματικό απόρρητο του δικαιούχου των υπό διαχείριση απαιτήσεων
έναντι των δανειοληπτών αίρεται στις σχέσεις του με την Εταιρία Διαχείρισης, στο
μέτρο που οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητες για τις ανάγκες της διαχείρισης
και εφαρμόζονται αναλογικά οι παρ. 20 και 21 του άρθρου 10 του ν. 3156/2003 (Α'
157).
22. Οι εταιρίες του παρόντος νόμου θεωρούνται δανειστές και προμηθεύτριες κατά
την έννοια του ν. 2251/1994 (ΑΊ91) και υποχρεούνται να συμμορφώνονται με την
κείμενη νομοθεσία περί Προστασίας Καταναλωτή, όπως αυτή κάθε φορά εφαρμόζεται
και ισχύει, με τον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών (Β' 2289/2014), με τους κανόνες
που διέπουν τη χορήγηση δανείων και πιστώσεων που ισχύουν για τα πιστωτικά
ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2014/17, καθώς και με όλες τις
σχετικές με χορηγούμενα από πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα δάνεια και
πιστώσεις αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και να λαμβάνουν ειδική μέριμνα για
κοινωνικά ευπαθείς ομάδες.
23. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος εξειδικεύονται τα κριτήρια, οι
προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και όλα τα έγγραφα, που απαιτούνται για τη
χορήγηση της άδειας της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
24. Οι αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος που εκδίδονται κατ' εφαρμογή του
παρόντος άρθρου υπόκεινται σε αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της
Επικράτειας. Εξαιρούνται οι αποφάσεις της περίπτωσης δ της παραγράφου 13, οι
οποίες υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου.
25. Οι εταιρίες της περ. α της παρ. 1 λογίζονται ως χρηματοπιστωτικοί
οργανισμοί, κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3691/2008 (Α' 166)
και ως υπόχρεα πρόσωπα κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 5 του ίδιου νόμου
και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με την περίπτωση α' της
παρ. 2 του άρθρου 6 του ιδίου νόμου. Οι πληροφορίες της περ. β της παρ. 1 του
άρθρου 13 του ν. 3691/2008 πρέπει να είναι διαθέσιμες στον δανειολήπτη.
Αρθρο 2
Συμβάσεις ανάθεσης της διαχείρισης
1. Στις εταιρίες της περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δύναται
να ανατίθεται η διαχείριση απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων ή/και πιστώσεων που
έχουν χορηγηθεί ή χορηγούνται από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, πλην περ.
δ' της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014.
2. Η σύμβαση ανάθεσης διαχείρισης των απαιτήσεων αυτών υπόκειται σε συστατικό
έγγραφο τύπο και περιλαμβάνει κατ' ελάχιστο περιεχόμενο τα ακόλουθα:
α. Τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε
απαίτησης.
β. Τις πράξεις της διαχείρισης, οι οποίες μπορεί να συνίστανται ιδίως στη νομική
και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με
τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και τη σύναψη συμβάσεων
συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθρων 871-872 ΑΚ ή ρύθμισης και διακανονισμού
οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπισθεί με την υπ'
αριθμ. 116/25.8.2014 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων
της Τράπεζας της Ελλάδος κατ' εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013.
γ. Την καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να
μετακυλίεται στον υπόχρεο καταβολής της απαίτησης.
Αντίγραφο της συμβάσεως κοινοποιείται στην Τράπεζα της Ελλάδος εντός δέκα (10)
ημερών από την υπογραφή της.
3. Το ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης της προηγούμενη
παραγράφου δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω με απόφαση της Τράπεζας της
Ελλάδος. Τα σχέδια των συμβάσεων ανάθεσης διαχείρισης αποτελούν αντικείμενο
εποπτείας από την Τράπεζα της Ελλάδος για σκοπούς συμμόρφωσης στον παρόντα νόμο.
4. Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να
ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια
για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων καθώς και να κινούν, παρίστανται
ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες
αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των
άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (Α' 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε
οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένο της
απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης.
5. Οι Εταιρίες Διαχείρισης δύνανται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, να
προσλαμβάνουν Εταιρίες Ενημέρωσης Οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές, που
λειτουργούν σύμφωνα με το ν. 3758/2009, ή αντίστοιχου σκοπού εταιρίες, που
λειτουργούν σε κράτος - μέλος της Ε.Ε. ή κράτος του ΕΟΧ. Οι Εταιρίες του
παρόντος νόμου κατά τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων οφείλουν να
ακολουθούν τις ρυθμίσεις του ν. 3758/ 2009, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου
22 του άρθρου 1 του παρόντος.
Άρθρο 3
Συμβάσεις πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και
πιστώσεων
1. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και
πιστώσεων, που έχουν χορηγηθεί από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα πλην περ.
δ' της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014, υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο
και αντικείμενό της μπορεί να είναι μεμονωμένες απαιτήσεις ή ομάδες απαιτήσεων
κατά οποιοσδήποτε δανειολήπτη, μη εφαρμοζομένου στην περίπτωση αυτή του άρθρου
479 ΑΚ. Άλλα δικαιώματα, ακόμα αν δεν αποτελούν παρεπόμενα δικαιώματα κατά την
έννοια του άρθρου 458 ΑΚ, εφόσον συνδέονται με τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις,
μπορούν να μεταβιβάζονται μαζί με αυτές. Η πώληση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων
διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 513 επ. ΑΚ, η δε μεταβίβαση από τις
διατάξεις των άρθρων 455 επ. ΑΚ, εφόσον οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στις
διατάξεις του παρόντος άρθρου.
2. Αναγκαία προϋπόθεση για να προσφερθούν προς πώληση οι απαιτήσεις των
πιστωτικών ή χρηματοδοτικών ιδρυμάτων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι να έχει
προσκληθεί με εξώδικη πρόσκληση ο δανειολήπτης και ο εγγυητής μέσα σε δώδεκα
(12) μήνες πριν από την προσφορά, πριν ή μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος
νόμου, να διακανονίσει τις οφειλές του βάσει γραπτής πρότασης κατάλληλης
ρύθμισης με συγκεκριμένους όρους αποπληρωμής σύμφωνα και με τις διατάξεις του
Κώδικα Δεοντολογίας (Ν. 4224/2013). Εξαιρούνται απαιτήσεις επίδικες ή
επιδικασθείσες και απαιτήσεις κατά οφειλετών μη συνεργάσιμων κατά την έννοια της
παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013, όπως αυτή ισχύει. Κάθε νέος εκδοχέας
απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 παρ. 1
οφείλει να εκκινεί εκ νέου τη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων (ΔΕΚ) του Κώδικα
Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπισθεί με την υπ' αριθμ. 116/25.8.2014 απόφαση της
Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, κατ'
εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013, διά της αντισυμβαλλόμενης
εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων.
3. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων καταχωρίζεται στο δημόσιο βιβλίο
του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 (Α' 220). Τυχόν συμφωνίες μεταξύ μεταβιβάζοντας
πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος και δανειοληπτών περί ανεκχώρητου των
μεταξύ τους απαιτήσεων δεν αντιτάσσονται στον εκδοχέα. Από την καταχώριση της
σχετικής σύμβασης επέρχεται η μεταβίβαση των πωλούμενων απαιτήσεων του
μεταβιβάζοντας πιστωτικού ιδρύματος. Ο εκχωρητής θεωρείται αντίκλητος του
εκδοχέα για οποιαδήποτε κοινοποίηση σχετίζεται με τη μεταβιβασθείσα απαίτηση.
Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης, οι Εταιρίες Διαχείρισης της περ. α'
της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου υποχρεούνται να αποδίδουν την εισφορά
του άρθρου 1 του ν. 128/1975 (Α' 178), που βαρύνει τις μεταβιβαζόμενες
απαιτήσεις από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων.
4. Αναγγελία της καταχώρισης γίνεται τιρος τους οφειλέτες και τους εγγυητές με
κάθε πρόσφορο μέσο. Πριν από την καταχώριση δεν αποκτώνται έναντι τρίτων
δικαιώματα που απορρέουν από τη μεταβίβαση απαιτήσεων της παραγράφου 1. Καταβολή
προς το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα πριν από την αναγγελία ελευθερώνει τον
δανειολήπτη έναντι του μεταβιβάζοντος και των ελκόντων δικαιώματα από την
εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου.
5. Καταπιστευτική μεταβίβαση των απαιτήσεων του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού
ιδρύματος δεν επιτρέπεται και οποιοσδήποτε καταπιστευτικός όρος δεν ισχύει.
Επιτρέπεται η αναπροσαρμογή ή πίστωση του τιμήματος της πώλησης και η
υπαναχώρηση από τη σύμβαση πώλησης κατά τους όρους της σχετικής σύμβασης και τις
διατάξεις των άρθρων 513 επ. ΑΚ.
6. Αν η μεταβιβαζόμενη απαίτηση του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος
ασφαλίζεται με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης ή ενέχυρο ή άλλο παρεπόμενο
δικαίωμα ή προνόμιο, το οποίο έχει υποβληθεί σε δημοσιότητα με καταχώριση σε
δημόσιο βιβλίο ή αρχείο, για τη σημείωση της μεταβολής του δικαιούχου είναι
απαραίτητη η καταχώριση της βεβαίωσης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν.
2844/2000 και σχετική μνεία σε περίληψη του εμπράγματου βάρους, του παρεπόμενου
δικαιώματος ή του προνομίου. Από την καταχώριση για κάθε ενέχυρο σε σχέση με τις
μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος επέρχονται
τα αποτελέσματα των άρθρων 39 και 44 του ν.δ. 17.7/13.8.1923.
7. Στις περιπτώσεις πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων του παρόντος νόμου, καθώς
και σε περιπτώσεις ανάθεσης διαχείρισης, δεν χειροτερεύει η ουσιαστική και
δικονομική θέση του οφειλέτη και του εγγυητή και δεν επιτρέπεται η μονομερής
τροποποίηση όρου σύμβασης καθώς και του επιτοκίου. Σε περίπτωση που
μεταβιβάζεται απαίτηση από εξυπηρετούμενο δάνειο ή πίστωση, για την εξυπηρέτηση
του οποίου έχει συμφωνηθεί κυμαινόμενο επιτόκιο, ο εκδοχέας δεν επιτρέπεται σε
καμία περίπτωση να προσδιορίσει περιθώριο, επιπλέον του επιτοκίου αναφοράς,
υψηλότερο εκείνου που είχε προσδιορίσει το πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα κατά
το χρόνο καταχώρισης της μεταβίβασης, ακόμα κι αν τέτοιο δικαίωμα υφίστατο
συμβατικά για τον εκχωρητή.
8. Η εφαρμογή των άρθρων 1 έως 3 του παρόντος νόμου αναστέλλεται ως προς τις
δανειακές συμβάσεις και πιστώσεις με υποθήκη ή με προσημείωση υποθήκης πρώτης
κατοικίας σε ακίνητα αντικειμενικής αξίας έως εκατό σαράντα χιλιάδων ευρώ
(140.000 €) μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2017. Πάσης φύσεως δάνεια που εγγυάται
ή έχει εγγυηθεί το Ελληνικό Δημόσιο εξαιρούνται από την εφαρμογή των άρθρων 1
έως 3 Α του παρόντος νόμου.»
2. Μετά το άρθρο 3 του ν. 4354/2015 (Α'176), προστίθεται νέο άρθρο 3Α ως εξής:
«Άρθρο 3Α
Φορολογικές και άλλες ρυθμίσεις
1. Η υπεραξία από τη μεταβίβαση απαιτήσεων σε εταιρία της περ. β' της παρ. 1 του
άρθρου 1 υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος με βάση τις γενικές διατάξεις του
Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α' 167). Οι διατάξεις του
προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται ανάλογα και στην υπεραξία που αποκτούν οι
παραπάνω εταιρίες από τη μεταγενέστερη μεταβίβαση απαιτήσεων που έχουν αποκτήσει
κατ' εφαρμογή των διατάξεων αυτού του νόμου.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 εφαρμόζονται
ανάλογα και για τους τόκους που καταβάλλονται σε εταιρίες της περ. β' της παρ. 1
του άρθρου 1 από απαιτήσεις που έχουν αποκτήσει κατ' εφαρμογή των διατάξεων
αυτού του νόμου, καθώς και από δάνεια ή πιστώσεις που χορηγούν οι εταιρίες της
περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 1 σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.
3. Για τις συμβάσεις μεταβίβασης απαιτήσεων του άρθρου 3, για τις συμβάσεις
ανάθεσης διαχείρισης του άρθρου 2 καθώς και για τη διαχείριση απαιτήσεων σύμφωνα
με τις διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα ΦΠΑ (ν.
2859/2000, Α' 248).
4. Οι συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων που καταρτίζουν οι Εταιρίες Διαχείρισης
Απαιτήσεων σύμφωνα με την παρ. 20 του άρθρου 1 απαλλάσσονται από τέλη
χαρτοσήμου.
5. Για κάθε καταχώρηση ή εγγραφή πράξεων σε οποιοδήποτε δημόσιο βιβλίο, μητρώο ή
κτηματολόγιο που αφορά στην πώληση και μεταβίβαση απαιτήσεων που διενεργείται
στο πλαίσιο των άρθρων 1 έως 3 του παρόντος νόμου, όπως ιδίως για την καταχώρηση
των συμβάσεων του παρόντος νόμου, καταβάλλεται αναλογικό δικαίωμα ύφους ένα (1)
τοις χιλίοις επί της αξίας της αντιπαροχής που έλαβε ο μεταβιβάζων,
αποκλεισμένης οποιασδήποτέ άλλης επιβάρυνσης ή τέλους. Το ποσοστό αναλύεται ως
εξής:
α) στην περίπτωση των έμμισθων υποθηκοφυλακείων, εισπράττεται μηδέν κόμμα επτά
(0,7) τοις χιλίοις υπέρ του Δημοσίου και μηδέν κόμμα τρία (0,3) τοις χιλίοις
υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ..
β) στην περίπτωση των άμισθων υποθηκοφυλακείων, εισπράττεται ποσοστό μηδέν κόμμα
επτά (0,7) τοις χιλίοις υπέρ του Δημοσίου, μηδέν κόμμα δεκαπέντε (0,15) τοις
χιλίοις υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ και μηδέν κόμμα δεκαπέντε (0,15) τοις χιλίοις υπέρ
του άμισθου υποθηκοφυλακείου.
Σε περίπτωση καταχώρισης σε δημόσιο βιβλίο μεταβολής του δικαιούχου απαίτησης
εξασφαλισμένης με ενέχυρο ή εμπραγμάτως εξασφαλισμένης επί ακινήτου καταβάλλεται
αναλογικό δικαίωμα ύφους ένα (1) επί τοις χιλίοις επί του ποσού της αντιπαροχής
που έλαβε ο μεταβιβάζων με ανώτατο ποσό κατά περίπτωση τις δύο χιλιάδες
πεντακόσια Ευρώ (2.500,00 €), αποκλεισμένης οποιοσδήποτε άλλης επιβάρυνσης ή
τέλους. Το ποσοστό αναλύεται ως εξής: γ) στην περίπτωση των έμμισθων
υποθηκοφυλακείων, εισπράττεται μηδέν κόμμα επτά (0,7) τοις χιλίοις υπέρ του
Δημοσίου και μηδέν κόμμα τρία (0,3) τοις χιλίοις υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ..
δ) στην περίπτωση των άμισθων υποθηκοφυλακείων, εισπράττεται ποσοστό μηδέν κόμμα
επτά (0,7) τοις χιλίοις υπέρ του Δημοσίου, μηδέν κόμμα δεκαπέντε (0,15) τοις
χιλίοις υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ και μηδέν κόμμα δεκαπέντε (0,15) τοις χιλίοις υπέρ
του άμισθου υποθηκοφυλακείου.
Τα αναλογικά δικαιώματα που εισπράττονται από τα υποθηκοφυλακεία σύμφωνα με την
προηγούμενη παράγραφο, κατά τη μεταβατική περίοδο λειτουργίας τους ως
Κτηματολογικών Γραφείων εισπράττονται αυξημένα κατά ποσοστό μηδέν κόμμα
εβδομήντα πέντε (0,75) επί τοις χιλίοις επί της αξίας της αντιπαροχής που έλαβε
ο μεταβιβάζων, το οποίο και αποδίδεται στην ΕΚΧΑ Α.Ε. Όλες οι αναγκαίες
λεπτομέρειες για την είσπραξη και απόδοση από τον Προϊστάμενο του Κτηματολογικού
Γραφείου των αναλογικών αυτών δικαιωμάτων στην ΕΚΧΑ Α.Ε. καθορίζονται με απόφαση
του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από
πρόταση της ΕΚΧΑ Α.Ε.
Το κόστος εγγραφής που προκύπτει από την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου δεν
μπορεί με οποιονδήποτε τρόπο να μετακυλιστεί στον οφειλέτη και τον εγγυητή του
δανείου.
Άρθρο 71
Μεταβατική διάταξη
1. Οι διατάξεις του παρόντος υποκεφαλαίου εφαρμόζονται και σε αιτήσεις χορήγησης
άδειας που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.
4354/2015, πριν την τροποποίησή του με το άρθρο 70 του παρόντος. Η Τράπεζα της
Ελλάδος καλεί εγγράφως τις εταιρίες που έχουν ήδη υποβάλει αίτηση να
συμμορφωθούν με τις διατάξεις του παρόντος νόμου εντός εύλογης προθεσμίας, η
οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες από την κοινοποίηση της
σχετικής πρόσκλησης. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου
εκκινούν εκ νέου οι προθεσμίες της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του νόμου 4354/2015
όπως τροποποιείται με το άρθρο 70 του παρόντος.
2. Κανονιστικές πράξεις που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων των
άρθρων 1 έως 3 του ν. 4354/2015, πριν την τροποποίησή τους με το άρθρο 70 του
παρόντος, εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν είναι αντίθετες με τις νέες
τροποποιούμενες διατάξεις, έως την ρητή αντικατάσταση ή κατάργησή τους με
νεότερες πράξεις.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 3Α του ν. 4354/2015 έχουν εφαρμογή για συμβάσεις που
καταρτίζονται, για εισοδήματα που αποκτώνται και για πληρωμές που
πραγματοποιούνται από τη δημοσίευση του παρόντος.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
Άρθρο 72
Σύνθεση ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
Συνιστάται Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.), το
οποίο αποτελείται από τους Υπουργούς Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού,
Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Εργασίας, Κοινωνικής
Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών.
Άρθρο 73
Αρμοδιότητες του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
1. Το Συμβούλιο ενεργεί στο πλαίσιο των αποφάσεων και κατευθύνσεων του
Υπουργικού Συμβουλίου και του Πρωθυπουργού και είναι αρμόδιο για:
α) τη διαμόρφωση και δημοσιοποίηση της στρατηγικής και των πολιτικών σχετικά με
την οργάνωση ενός ολοκληρωμένου μηχανισμού αποτελεσματικής διαχείρισης του
ιδιωτικού χρέους, καθώς και την κατάρτιση και επικαιροποίηση ενός σχεδίου δράσης
με δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση της ανωτέρω στρατηγικής,
β) τη διαπίστωση δυσλειτουργιών και τη διατύπωση προτάσεων για τροποποίηση του
υφιστάμενου νομικού πλαισίου σε θέματα διαδικαστικά και ουσιαστικά για την
ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στην επίλυση θεμάτων ιδιωτικού χρέους,
συμπεριλαμβανομένης της επιτάχυνσης των διαδικασιών αναφορικά με τις καθυ-
στερούμενες αποπληρωμές δανείων, τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει
την αγορά ακινήτων στο μέτρο που επιδρά στη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους και
την άμεση ενεργοποίηση των αρμόδιων φορέων για τη διοικητική, επιχειρησιακή και
νομοθετική υλοποίηση των ως άνω αναφερόμενων προτάσεων, γ) την κατάρτιση δράσεων
ευαισθητοποίησης και την αξιοποίηση όλων των μέσων επικοινωνίας που διαθέτει η
Ελληνική Κυβέρνηση για την άμεση και αποτελεσμα¬τική ενημέρωση και υποστήριξη
των πολιτών και των ενδιαφερομένων μερών σχετικά με τη λήψη αποφάσεων επί των
ανωτέρω θεμάτων,
δ) τη δημιουργία ενός δικτύου παροχής δωρεάν συμβουλευτικών υπηρεσιών σε φυσικά
και νομικά πρόσωπα για θέματα διαχείρισης οφειλών και το σχεδίασμά δράσεων
ενημέρωσης και επιμόρφωσης νοικοκυριών και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων σε
θέματα χρηματοοικονομικής διαχείρισης,
ε) τη διαμόρφωση και επίβλεψη τήρησης των αναγκαίων χρονοδιαγραμμάτων για την
υλοποίηση ενός στρατηγικού σχεδίου για την αποτελεσματικότερη αντι¬μετώπιση του
ιδιωτικού χρέους.
2. Στο πλαίσιο της εντολής του, το Συμβούλιο ορίζει με απόφασή του την έννοια
του «συνεργάσιμου δανειολήπτη» και προβαίνει ετησίως στην εκτίμηση των «εύλογων
δαπανών διαβίωσης», με βάση τα ετήσια στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Η απόφαση αυτή
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο δε ορισμός του «συνεργάσιμου
δανειολήπτη» και η εκτίμηση των «εύλογων δαπανών διαβίωσης» που περιέχονται σε
αυτήν, ενσωματώνονται και αποτελούν μέρος του Κώδικα Δεοντολογίας της
παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 (Α' 288), προκειμένου να αξιοποιηθούν
στις απόπειρες εξωδικαστικού συμβιβασμού και ενώπιον των δικαστηρίων.
3. Για την παρακολούθηση της αποστολής του το Συμβούλιο υποβάλλει στον
Πρωθυπουργό και στην Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων του Κοινοβουλίου
τριμηνιαίες συνοπτικές αναφορές και ετήσια αναλυτική έκθεση προόδου. Οι αναφορές
και η έκθεση προόδου αναρτώνται σε ιστότοπο της Κυβέρνησης, ο οποίος θα
προσδιοριστεί με απόφαση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
Άρθρο 74
Λειτουργία του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
1. Πρόεδρος του Συμβουλίου ορίζεται ο Υπουργός Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού, ο οποίος το συγκαλεί σε τακτά χρονικά διαστήματα, τουλάχιστον
τέσσερις (4) φορές ετησίως, καθώς και όποτε κρίνεται αναγκαίο, συντονίζει το
όργανο και εποπτεύει τις εργασίες του. Το Συμβούλιο συνεδριάζει, ύστερα από
πρόσκληση του Προέδρου του, στην οποία ορίζεται ως εισηγητής ο κατά περίπτωση
αρμόδιος Υπουργός.
2. Το Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία, την οποία διαπιστώνει ο Πρόεδρός του, όταν
παρίστανται τα τρία τουλάχιστον μέλη του. Οι εισηγήσεις των αρμοδίων καθ' ύλην
Υπουργών κοινοποιούνται σε όλα τα μέλη του Συμβουλίου τουλάχιστον δύο (2) ημέρες
πριν τη συνεδρίαση του οργάνου.
3. Στο Συμβούλιο μπορεί να μετέχουν για θέματα αρμοδιότητάς τους, χωρίς δικαίωμα
ψήφου, Αναπληρωτές Υπουργοί ή Υφυπουργοί ή οι Διοικητικοί ή Τομεακοί Γραμματείς
της παραγράφου του 75, καθώς και ο Τομεακός Γραμματέας Συντονισμού.
4. Προς εκπλήρωση της εντολής του το Συμβούλιο δύναται να απευθύνεται στο
Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος προς διατύπωση γνώμης επί ζητημάτων
αρμοδιότητάς της και ο Διοικητής συμμετέχει, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου,
ως παρατηρητής.
5. Το Συμβούλιο μπορεί να συμβουλεύεται ειδικούς εμπειρογνώμονες (φυσικά ή
νομικά πρόσωπα) για ιδιαίτερα θέματα και προβλήματα, εφόσον το κρίνει αναγκαίο
και σκόπιμο. Με απόφαση του Συμβουλίου, ορίζεται το ύψος της αποζημίωσης των
ειδικών εμπειρογνωμόνων.
6. Το Συμβούλιο μπορεί, όταν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, να συγκροτεί με απόφασή
του επιτροπές και ομάδες εργασίας από εξειδικευμένο προσωπικό του δημόσιου τομέα
και ιδιώτες εμπειρογνώμονες, για την εξέταση και έρευνα θεμάτων που άπτονται των
αρμοδιοτήτων του. Για τον καθορισμό αποζημίωσης των μελών των επιτροπών και
ομάδων εργασίας της παρούσας παραγράφου εφαρμόζεται το άρθρο 21 του ν. 4354/2015
(Α' 176). Για την εφαρμογή του άρθρου 21 του ν.4354/2015, ως καθ' ύλην αρμόδιος
Υπουργός νοείται ο Υπουργός Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού.
7. Η γραμματειακή υποστήριξη και τεχνική εξυπηρέτηση του Συμβουλίου ανατίθεται
στο Τμήμα Στρατηγικού Σχεδιασμού και Συντονισμού της υποπερίπτωσης αα) της
περίπτωσης της παραγράφου του άρθρου 81.
8. Οι δαπάνες λειτουργίας του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι
αναγκαίες πιστώσεις εγγράφονται κάθε έτος στον προϋπολογισμό του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και στο φορέα της παραγράφου του άρθρου 95.
Η διάθεση των πιστώσεων γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης
και Τουρισμού και η διενέργεια των αντίστοιχων δαπανών γίνεται από τον ίδιο
Υπουργό ως κύριο διατάκτη. Αρμόδια για τη διαχείριση των πιστώσεων του
προϋπολογισμού είναι η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού (άρθρο 14 του π.δ. 116/2014, Α' 185).
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ*
Συντονιστική Επιτροπή για τη Διαχείριση του Ιδιωτικού Χρέους
Άρθρο 75
Οργάνωση και λειτουργία της Συντονιστικής Επιτροπής
1. Συνιστάται Συντονιστική Επιτροπή για τη Διαχείριση του Ιδιωτικού Χρέους.
2. Πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής είναι ο Ειδικός Τομεακός Γραμματέας
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του άρθρου 80, ο οποίος είναι αρμόδιος και για τα
ζητήματα της εσωτερικής οργάνωσης και της λειτουργίας αυτής.
3. Μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής είναι:
α) Ο Τομεακός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού,
β) ο Διοικητικός Γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων,
γ) ο Διοικητικός Γραμματέας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και
Κοινωνικής Αλληλεγγύης και
δ) ο Τομεακός Γραμματέας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών.
4. Η Συντονιστική Επιτροπή συγκαλείται από τον Πρόεδρό της, ο οποίος καθορίζει
και την ημερήσια διάταξη. Σε περίπτωση κωλύματος του Προέδρου, προεδρεύει ο
Τομεακός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού. Η Συντονιστική Επιτροπή συνεδριάζει
τακτικά, τουλάχιστον τέσσερις (4) φορές ετησίως, και όποτε κρίνεται σκόπιμο. Για
τις συνεδριάσεις της Συντονιστικής Επιτροπής ενημερώνονται ο Πρωθυπουργός, ο
Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, οι Υπουργοί που συμμετέχουν στο ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., ο
Τομεακός Γραμματέας Συντονισμού και η Τράπεζα της Ελλάδος, οι οποίοι δικαιούνται
να ορίσουν εκπροσώπους τους που συμμετέχουν στη συνεδρίαση ως παρατηρητές.
5. Η Συντονιστική Επιτροπή επικουρείται στο έργο της και στις συνεδριάσεις της
μπορεί να μετέχουν, ύστερα από πρόσκληση του Ειδικού Τομεακού Γραμματέα
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, εκπρόσωποι φορέων, όπως το Ταμείο
Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, στελέχη της δημόσιας
διοίκησης και ανεξάρτητων αρχών, καθώς και εμπειρογνώμονες, ιδιώτες ή μη, με
διεθνή εμπειρία.
6. Η γραμματειακή υποστήριξη και τεχνική εξυπηρέτηση της Συντονιστικής Επιτροπής
παρέχεται από το Τμήμα Στρατηγικού Σχεδιασμού και Συντονισμού της υποπερίπτωσης
αα) της περίπτωσης 0' της παραγράφου Οτου άρθρου 81.
7. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής δεν αμείβονται.
8. Οι δαπάνες λειτουργίας της Συντονιστικής Επιτροπής βαρύνουν τον κρατικό
προϋπολογισμό. Οι αναγκαίες πιστώσεις εγγράφονται κάθε έτος στον προϋπολογισμό
του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και στο φορέα της παραγράφου
0 του άρθρου 95. Η διάθεση των πιστώσεων γίνεται με απόφαση του Υπουργού
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και η διενέργεια των αντίστοιχων δαπανών
γίνεται από τον ίδιο Υπουργό ως κύριο διατάκτη. Αρμόδια για τη διαχείριση των
πιστώσεων του προϋπολογισμού είναι η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του
Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού (άρθρο 14 του π.δ. 116/2014, Α'
185).
Άρθρο 76
Αρμοδιότητες της Συντονιστικής Επιτροπής
1. Η Συντονιστική Επιτροπή δρώντας στο πλαίσιο των αποφάσεων του Συμβουλίου: α)
εισηγείται προς το Συμβούλιο προτάσεις για τροποποίηση του υφιστάμενου νομικού
και θεσμικού πλαισίου για τα θέματα που περιγράφονται στο άρθρου 73, β)
εξειδικεύει τις λεπτομέρειες για την υλοποίηση του σχεδίου δράσης σύμφωνα με τις
γενικές κατευθύνσεις, τις προτεραιότητες των ανατεθειμένων δράσεων και τους
στόχους των αποφάσεων του Συμβουλίου, παρακολουθεί το ταχθέν από το Συμβούλιο
χρονοδιάγραμμα ενεργειών, προϋπολογισμό δράσεων, ενημερώνει το Συμβούλιο και
συντονίζει το έργο της διαχείρισης,
γ) εισηγείται τροποποιήσεις των βασικών κατευθύνσεων και του σχεδιασμού δράσεων
και έργων, ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα και η επιτάχυνσή τους,
δ) ασκεί τον επιτελικό συντονισμό και παρακολούθηση του έργου της
αποτελεσματικής διαχείρισης του μη εξυπηρετούμενου ιδιωτικού χρέους και των
διαφόρων ομάδων που εργάζονται στο πλαίσιο αυτό και
ε) επικουρεί το ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. στη σύνταξη των αναφορών και της έκθεσης της
παραγράφου 0 του άρθρου 73.
2. Η Συντονιστική Επιτροπή, με σκοπό την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων
που ορίζονται στην παράγραφο 0, συλλέγει και αξιοποιεί κάθε είδους υφιστάμενα
στοιχεία και μελέτες και παρακολουθεί την υλοποίηση και την αποτελεσματικότητα
των δράσεων που έχουν αναληφθεί. Για την υποβοήθηση των επιμέρους δραστηριοτήτων
της, η Συντονιστική Επιτροπή μπορεί να εισηγείται τη
σύσταση ή τροποποίηση ομάδων εργασίας και ομάδων διοίκησης έργου, ad hoc ομάδων
εργασίας από εξειδικευμένο προσωπικό του δημόσιου τομέα και ιδιώτες
εμπειρογνώμονες και να προτείνει τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας τους. Η
Συντονιστική Επιτροπή περιγράφει το έργο, τα χρονοδιαγράμματα και τα πα¬ραδοτέα
των ομάδων εργασίας, καθώς και το ύφος των οικονομικών πόρων που θα διατεθούν.
Άρθρο 77
Αρμοδιότητες Διοικητικών και Τομεακών Γραμματέων
1. Οι Διοικητικοί και οι Τομεακοί Γραμματείς, που είναι μέλη της Συντονιστικής
Επιτροπής, σχεδιάζουν και υλοποιούν επιμέρους δράσεις, που αφορούν στην Εθνική
Στρατηγική για τη Διαχείριση του Ιδιωτικού Χρέους, εντός του πλαισίου των
αρμοδιοτήτων του Υπουργείου τους, όπως περιγράφονται στο άρθρο 76, και ιδίως
αναφορικά με:
α) την εκπροσώπηση των Υπουργείων σε συσκέψεις για την πολιτική διαχείρισης του
ιδιωτικού χρέους και την υλοποίησή της'
β) τον καθορισμό των λεπτομερειών και των χρονοδιαγραμμάτων των απαιτούμενων
ενεργειών εντός των αρμοδιοτήτων των Υπουργείων τους, στο πλαίσιο της Εθνικής
Στρατηγικής για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους' γ) την προετοιμασία
προτάσεων ως προς τις τεχνικές τους λεπτομέρειες και της διαβούλευσης με άλλους
ενδιαφερομένους επ' αυτών
δ) την καθοδήγηση της προετοιμασίας νομοθετικών πρωτοβουλιών και της σύνταξης
εκθέσεων αξιολόγησης κανονιστικών - ρυθμιστικών επιπτώσεων ε) τη συνεργασία με
τρίτα εμπλεκόμενα μέρη, για σχετικά τεχνικά στοιχεία της στρατηγικής-
στ) τη διατήρηση και ενημέρωση στοιχείων του κειμένου της Εθνικής Στρατηγικής
διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους της περίπτωσης 0 της παραγράφου 0 του άρθρου
79, τα οποία υπάγονται στο πεδίο των αρμοδιοτήτων τους'
ζ) το συντονισμό με άλλα συναρμόδια Υπουργεία ως προς τις ενέργειες που
απαιτούνται'
η) την αναφορά στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους της προόδου
στην υλοποίηση των απαιτούμενων ενεργειών
θ) την έγκαιρη προώθηση δεδομένων και πληροφοριών των αντίστοιχων Υπουργείων'
ι) τη συγκρότηση επιτροπών και ομάδων εργασίας από εξειδικευμένο προσωπικό του
δημόσιου τομέα και ιδιώτες εμπειρογνώμονες, για την εξέταση και έρευνα θεμάτων
που άπτονται του σχεδιασμού και της υλοποίησης επιμέρους δράσεων εντός του
πλαισίου των αρμοδιοτήτων του αντίστοιχου Υπουργείου' το άρθρο 21 του ν.
4354/2015 εφαρμόζεται και στις επιτροπές και ομάδες εργασίας της παρούσας
περίπτωσης.
2. Οι υπηρεσίες του δημοσίου τομέα και κάθε άλλος εμπλεκόμενος φορέας του
δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, συνεργάζονται με τη Συντονιστική Επιτροπή και το
Συμβούλιο για την άμεση υλοποίηση των αποφάσεων αυτού, καθώς και την προώθηση
των απαιτούμενων δράσεων.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
Άρθρο 78
Συνιστάται Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), η οποία
είναι αυτοτελής δημόσια υπηρεσία, υπαγόμενη στο Κυβερνητικό Συμβούλιο
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.). Έδρα της ορίζεται η Αθήνα, δυνάμενη
να μεταβληθεί με απόφαση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
Άρθρο 79
Αποστολή και αρμοδιότητες της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
1. Η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους έχει ως αποστολή:
α) την υποστήριξη του έργου του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ., με τη συνδρομή στο σχεδίασμά και
την υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους, β)
την οργάνωση και τη διαμόρφωση της πολιτικής για την ενημέρωση και την
υποστήριξη προς ενδιαφερομένους για λήψη δανείου και δανειολήπτες, καθώς και τη
χρηματοοικονομική εκπαίδευση νοικοκυριών και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων,
και
γ) τον επιχειρησιακό συντονισμό της Συντονιστικής Επιτροπής.
2. Στο πλαίσιο αυτής της αποστολής ασκεί τις παρακάτω αρμοδιότητες:
α) Συνδράμει στο σχεδίασμά και την υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής για την
οργάνωση ενός ολοκληρωμένου μηχανισμού αποτελεσματικής διαχείρισης του ιδιωτικού
χρέους και αποφυγής της υπερχρέωσης μέσω και του σχεδιασμού δράσεων
χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης.
β) Εισηγείται τους άξονες και την εξειδίκευση των επιμέρους στόχων της
στρατηγικής για την αντιμετώπιση του προβλήματος της διαχείρισης των μη
εξυπηρετούμενων ιδιωτικών δανείων και εν γένειτου ιδιωτικού χρέους, γ)
Επεξεργάζεται θέσεις, γενικές κατευθύνσεις και προτάσεις για τη βελτίωση της
υφιστάμενης νομοθεσίας που ρυθμίζει την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους και
εισηγείται προς το ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. τη λήψη νομοθετικών μέτρων βελτίωσής της. Στην
παραπάνω αρμοδιότητα περιλαμβάνεται και η υποβολή προτάσεων προς το ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
σχετικά με τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει την αγορά ακινήτων, λόγω
ιδίως της σημασίας τους ως εμπράγματης εξασφάλισης οφειλών, δ) Εισηγείται στο
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. την οργάνωση, την αξιολόγηση και συνδράμει στον έλεγχο συστήματος
παρακολούθησης δράσεων ευαισθητοποίησης για την άμεση και αποτελεσματική
ενημέρωση και υποστήριξη των πολιτών και των ενδιαφερομένων μερών σχετικά με τη
λήψη αποφάσειον επί θεμάτων ανάληψης και διαχείρισης χρέους.
ε) Παρακολουθεί τη λειτουργία διεθνών ή μη επιτροπών και ομάδων εργασίας σε
σχετικά θέματα και εισηγείται στα αρμόδια κυβερνητικά όργανα τον ορισμό
εκπροσώπων.
στ) Μεριμνά για την ομαλή λειτουργία του δικτύου ενημέρωσης και υποστήριξης
δανειοληπτών, που θα παρέχει οικονομικής και νομικής φύσεως συμβουλευτικές
υπηρεσίες προς ενδιαφερομένους δανειολήπτες, φυσικά και νομικά πρόσωπα
(νοικοκυριά, πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις), για ζητήματα σύναψης
νέων δανείων, διαχείρισης υφιστάμενων οφειλών ενήμερων ή σε καθυστέρηση και εν
γένει για θέματα χρηματοοικονομικής διαχείρισης, και συντονίζει τη λειτουργία
των Κέντρων Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.) ζ) Αναπτύσσει και
διατηρεί ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
(Ο.Π.Σ.), το οποίο περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την υποβολή
αιτημάτων, τον προγραμματισμό και την επεξεργασία τους, η) Διοργανώνει σεμινάρια
για την κατάρτιση και εκπαίδευση υπαλλήλων και λειτουργών των δημόσιων και
ιδιωτικών φορέων που ασχολούνται με τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους, καθώς
και με την εκπαίδευσή τους στη χρήση του Πληροφοριακού Συστήματος Διαχείρισης
Ιδιωτικού Χρέους, θ) Συντάσσει εισηγήσεις, εκθέσεις και αναφορές για θέματα της
αρμοδιότητάς της. ι) Υποβάλλει προς το ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. ετήσια έκθεση πεπραγμένων.
ια) Συντονίζει το έργο των εμπλεκόμενων κρατικών φορέων και υπηρεσιών, όπως τα
συναρμόδια Υπουργεία και η Ανεξάρτητη Αρχή «Συνήγορος του Καναναλωτή», και
συμμετέχει στα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για κάθε ζήτημα που αφορά
στη διαχείριση των θεμάτων αρμοδιότητάς της.
ιβ) Παρέχει τεχνική υποστήριξη στο ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. για διαμόρφωση εθνικών θέσεων για
θέματα αρμοδιότητάς της.
ιγ) Σχεδιάζει προγράμματα πληροφόρησης και ευαισθητοποίησης των ενδιαφερομένων
φορέων και του κοινού για θέματα αρμοδιότητάς της και προώθησης των συμμετοχικών
διαδικασιών.
ιδ) Έχει την ευθύνη λειτουργίας τηλεφωνικού κέντρου (help desk) για την
καθοδήγηση και ενημέρωση των δανειοληπτών και των εν γένει ενδιαφερομένων για
λήψη δανείου.
ιε) Έχει την ευθύνη λειτουργίας ιστοσελίδας, με διαδικτυακό εργαλείο υπολογισμού
των «εύλογων δαπανών» και διαχείρισης δηλώσεων, στην οποία θα αναρτώνται η
απόφαση και οι κατ' έτος εκτιμήσεις της παραγράφου 0 του 0, καθώς και
υποδείγματα εντύπων, με οδηγίες και αυτοματοποιημένο τρόπο συμπλήρωσης και
επαλήθευσης/επικύρωσης, του ν. 3869/2010 (Α' 130, ενδεικτικά: αίτηση προς τα
πιστωτικά ιδρύματα για παροχή στοιχείων, κατάσταση της περιουσίας και των
εισοδημάτων του οφειλέτη, κατάσταση πιστωτών, κατάσταση μεταβιβάσεων εμπραγμάτων
δικαιωμάτων επί ακινήτων, σχέδιο διευθέτησης οφειλών, υπεύθυνη δήλωση για την
ορθότητα του περιεχομένου της αίτησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4 ν.
3869/2010, υπόδειγμα υπολογισμού ικανότητας αποπληρωμής της παραγράφου 2 του
άρθρου 9 ν. 3869/2010), καθώς και της τυποποιημένης κατάστασης οικονομικής
πληροφόρησης κατά τον Κώδικα Δεοντολογίας του ν. 4224/2013 (Β' 2289/27-8-2014)'
στην ίδια ιστοσελίδα θα παρέχονται πληροφορίες στους οφειλέτες (σε απλούς όρους
και με παραπομπή στο οικείο θεσμικό πλαίσιο και σε πηγές περαιτέρω πληροφόρησης)
για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους (ιδίως κατά τον Κώδικα Δεοντολογίας),
τους εξουσιοδοτημένους να παράσχουν συμβουλευτική συνδρομή φορείς, καθώς και
άλλες συναφείς πληροφορίες.
ιστ) Συντάσσει και υποβάλλει μέσω του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. στη Διαρκή Επιτροπή
Οικονομικών Υποθέσεων του Κοινοβουλίου: αα) επικαιροποιημένο κείμενο της Εθνικής
Στρατηγικής για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους, ββ) συνοπτικές τριμηνιαίες
αναφορές για την πρόοδο της διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους, γγ) αναλυτικές
ετήσιες εκθέσεις για την πρόοδο της διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους. Η
επικαιροποιημένη Εθνική Στρατηγική, οι αναφορές και οι εκθέσεις αναρτώνται και
σε ιστότοπο της Κυβέρνησης, ο οποίος θα προσδιοριστεί με απόφαση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
ιζ) Συνεργάζεται με την Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο της παραγράφου 0 του
άρθρου 96.
Άρθρο 80
Ειδικός Τομεακός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
1. Στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους πρόί'σταται Ειδικός
Τομεακός Γραμματέας, με βαθμό 1° της κατηγορίας ειδικών θέσεων, ο οποίος
διορίζεται με απόφαση του Πρωθυπουργού που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, κατόπιν εισήγησης του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
2. Οι διατάξεις που ισχύουν για τους Ειδικούς Τομεακούς Γραμματείς του άρθρου 6
του ν. 4369/2016 (Α’ 33) εφαρμόζονται και για τον Ειδικό Τομεακό Γραμματέα
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Η θητεία του Γραμματέα παρατείνεται αυτοδικαίως
μέχρι το διορισμό νέου, η παράταση όμως δεν μπορεί να υπερβείτους έξι (6) μήνες.
Οι διατάξεις της παραγράφου 17 του άρθρου 55 και της παραγράφου 6 του άρθρου 56
του π.δ. 63/2005 (Α' 98) ισχύουν και για τον Ειδικό Τομεακό Γραμματέα
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.
3. Ο Γραμματέας ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στο πλαίσιο
λειτουργίας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. ή ανατίθενται σε αυτήν από άλλες διατάξεις.
4. Ο Γραμματέας μπορεί να συμβουλεύεται ειδικούς εμπειρογνώμονες, προκειμένου να
μεγιστοποιεί την αποτελεσματικότητα της Γραμματείας. Με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Οικονομικών, κατόπιν πρότασης
του Γραμματέα, ορίζεται το ύφος της αποζημίωσης των ειδικών ε μπε ιρογνωμόνων.
-SbSL-
5. Ο Γραμματέας μπορεί, όταν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, να συγκροτεί με απόφασή
του επιτροπές και ομάδες εργασίας από εξειδικευμένο προσωπικό του δημόσιου τομέα
και ιδιώτες εμπειρογνώμονες, για την εξέταση και έρευνα θεμάτων που άπτονται των
αρμοδιοτήτων της Γραμματείας, καθώς και της εύρυθμης λειτουργίας αυτής. Για τον
καθορισμό αποζημίωσης των μελών των επιτροπών και ομάδων εργασίας της παρούσας
παραγράφου εφαρμόζεται το άρθρο 21 του ν. 4354/2015 (Α' 176). Γ ια την εφαρμογή
του άρθρου 21 του ν.4354/2015, ως καθ' ύλην αρμόδιος Υπουργός νοείται ο Υπουργός
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού ο οποίος αποφασίζει κατόπιν εισήγησης του
Γραμματέα.
Άρθρο 81
Διάρθρωση της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
1. H Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους διαρθρώνεται ως εξής: α)
Γραφείο Ειδικού Τομεακού Γραμματέα
β) Κεντρική Υπηρεσία:
αα) Τμήμα Στρατηγικού Σχεδιασμού και Συντονισμού
ββ) Τμήμα Οργάνωσης, Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης
γγ) Διεύθυνση Ενημέρωσης-Υποστήριξης Δανειοληπτών:
γγα) Τμήμα Τηλεφωνικού Κέντρου και Πληροφοριακού Υλικού γγβ) Τμήμα
Παρακολούθησης Λειτουργίας Κ.Ε.Υ.Δ. δδ) Τμήμα Νομικής Υποστήριξης εε) Τμήμα
Παροχής Οικονομικών Συμβουλών στστ) Γραφείο Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων
ζζ) Γ ραφείο Εσωτερικού Ελέγχου και Εσωτερικών Υποθέσεων γ) Περιφερειακές
Υπηρεσίες
Ως περιφερειακές υπηρεσίες, σε επίπεδο τμήματος, ορίζονται τριάντα (30) Κέντρα
Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.).
2. Η Διεύθυνση Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών, τα τμήματα Στρατηγικού
Σχεδιασμού και Συντονισμού, Οργάνωσης, Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης,
Νομικής Υποστήριξης και Παροχής Οικονομικών Συμβουλών και τα γραφεία
Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και Εσωτερικού Ελέγχου και Εσωτερικών
Υποθέσεων είναι αυτοτελή και υπάγονται απευθείας στον Ειδικό Τομεακό Γραμματέα
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.
Άρθρο 82
Γραφείο Ειδικού Τομεακού Γραμματέα
Το Γραφείο του Ειδικού Τομεακού Γραμματέα επικουρεί το Γραμματέα στην άσκηση των
καθηκόντων του, έχει την επιμέλεια της αλληλογραφίας του και την τήρηση των
σχετικών αρχείων και στοιχείων και οργανώνει την επικοινωνία του με τις
υπηρεσίες και τους πολίτες.
Άρθρο 83
Τμήμα Στρατηγικού Σχεδιασμού και Συντονισμού
Αρμοδιότητες του Τμήματος Στρατηγικού Σχεδιασμού και Συντονισμού είναι: α) Η
συγκέντρωση και επεξεργασία όλων των διαθέσιμων πληροφοριών και κάθε πρόσφορου
στοιχείου, που αφορούν σε θέματα πρόληψης και καταπολέμησης της υπερχρέωσης.
β) Η δημιουργία βάσης στατιστικών δεδομένων και πληροφοριών, η οποία
αξιοποιείται για το σχεδίασμά της εθνικής στρατηγικής για τη διαχείριση του
ιδιωτικού χρέους.
γ) Η διεξαγωγή μελετών και ερευνών για θέματα πρόληψης και καταπολέμησης της
υπερχρέωσης.
δ) Η ανάπτυξη καινοτομικών εργαλείων ή υπηρεσιών για την πρόληψη ή την
καταπολέμηση της υπερχρέωσης.
ε) Η προετοιμασία του επικαιροποιημένου κειμένου της Εθνικής Στρατηγικής για τη
διαχείριση του ιδιωτικού χρέους, καθώς και των τριμηνιαίων αναφορών και της
ετήσιας έκθεσης κατά την περίπτωση 0 της παραγράφου 0 του άρθρου 79. στ) Ο
συντονισμός του έργου των κρατικών φορέων και υπηρεσιών για το σχεδίασμά και την
υλοποίηση της Εθνικής Στρατηγικής για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους,
συνδράμοντας στον διυπουργικό συντονισμό και την έγκαιρη υλοποίηση των δράσεων.
ζ) Η γραμματειακή υποστήριξη και τεχνική εξυπηρέτηση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. και της
Συντονιστικής Επιτροπής.
η) Η διοικητική υποστήριξη της προβλεπόμενης στην παράγραφο 0 του άρθρου 96
συνεργασίας με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Άρθρο 84
Τμήμα Οργάνωσης, Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης
Αρμοδιότητες του Τμήματος Οργάνωσης, Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης
είναι:
α) Η ανάπτυξη, διαχείριση, παρακολούθηση και ο συντονισμός των λειτουργιών της
διοίκησης προσωπικού, της διοικητικής οργάνωσης και της υποστήριξης των
υπηρεσιών της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, β) Η ανάπτυξη
των διοικητικών δραστηριοτήτων των υπηρεσιών, η θέσπιση διαδικασιών των
υπηρεσιών και η αξιολόγηση της ποιότητας των παραγομένων διοικητικών
αποτελεσμάτων.
γ) Ο σχεδιασμός και η διαμόρφωση των διαύλων υπηρεσιακής επικοινωνίας και
συνεργασίας μεταξύ των οργανικών μονάδων της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης
-v?o
Ιδιωτικού Χρέους και άλλων φορέων για την πλήρη και επαρκή υποστήριξη του
διοικητικού τους έργου.
δ) Η προαγωγή της ορθολογικής ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού και η
αποτελεσματική και με διαφάνεια άσκηση των αρμοδιοτήτων της διοίκησης προσωπικού
και της διοικητικής οργάνωσης.
ε) Η εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας που αφορά στην υπηρεσιακή κατάσταση και
στις υπηρεσιακές μεταβολές του προσωπικού.
στ) Η καταγραφή των υπηρεσιακών αναγκών και η εφαρμογή της κείμενης
νομοθεσίας που αφορά σε θέματα στελέχωσης.
ζ) Η τήρηση αρχείου, πρωτοκόλλου και η διακίνηση της αλληλογραφίας.
η) Η αποτελεσματική και αξιόπιστη διοικητική υποστήριξη των οργανικών μονάδων.
θ) Η ανίχνευση των εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., σε
συνεργασία με φορείς παροχής πιστοποιημένης επιμόρφωσης, και ο σχεδιασμός
και οργάνωση προγραμμάτων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης, γενικού ή ειδικού
ενδιαφέροντος, καθώς και επαγγελματικής εξειδίκευσης,
ι) Ο διοικητικός συντονισμός των υπηρεσιών της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
ια) Η παροχή εν γένει τεχνικής υποστήριξης.
ιβ) Η υλοποίηση, επίβλεψη και συντονισμός των διαδικασιών για τη στέγαση των
υπηρεσιακών μονάδων, τη χωροταξική κατανομή του προσωπικού καθώς και τη
συντήρηση, βελτίωση και φύλαξη των χώρων.
ιγ) Η αποτελεσματική και με διαφάνεια προμήθεια κάθε είδους υλικών και άυλων
αγαθών με σύγχρονες διαδικασίες και με κριτήρια κόστους - οφέλους, ιδ) Η ενιαία
οικονομική διαχείριση και ο έλεγχος των οικονομικών υποθέσεων και λειτουργιών
της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, σύμφωνα με τις αρχές και
τους κανόνες της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και ευθύνης, με την
επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του
Υπουργείου Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού κατά την παράγραφο 0 του άρθρου
95.
ιε) Η οικονομική παρακολούθηση των Κέντρων Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών
(Κ.Ε.Υ.Δ.) σύμφωνα με τις αρχές και τους κανόνες της χρηστής δημοσιονομικής
διαχείρισης και ευθύνης, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Γενικής
Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομίας Ανάπτυξης και
Τουρισμού κατά την παράγραφο 0 του 0.
ιστ) Η μέριμνα για την απρόσκοπτη λειτουργία του συνόλου των υποδομών
(εξοπλισμού, εξυπηρετητών, λειτουργικών συστημάτων, δικτύων και επικοινωνιών)
και την υποστήριξη των χρηστών της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού
Χρέους, εφαρμόζοντας τις βέλτιστες τεχνολογικές πρακτικές που θα συμβάλλουν στην
αύξηση της παραγωγικότητας και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, με
ταυτόχρονη μείωση του λειτουργικού κόστους.
ιζ) Η εκπόνηση δράσεων για την τεχνολογική στρατηγική, τον έλεγχο ποιότητας, τη
διερεύνηση αναγκών, το σχεδίασμά και τη διαχείριση έργων για θέματα
-2,9-V-
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στους τομείς δράσης της Ειδικής Γραμματείας
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, με στόχο την παροχή ποιοτικών και ασφαλών ψηφιακών
υπηρεσιών προς τον πολίτη και το κράτος.
Άρθρο 85
Διεύθυνση Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών
Αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών είναι οι
ακόλουθες και κατανέμονται μεταξύ των τμημάτων της ως εξής:
1. Τμήμα Τηλεφωνικού Κέντρου και Πληροφοριακού Υλικού.
α) Η ευθύνη λειτουργίας τηλεφωνικού κέντρου (help desk) για την καθοδήγηση και
ενημέρωση των δανειοληπτών και των εν γένει ενδιαφερομένων για λήψη δανείου β) Η
εκπόνηση πληροφοριακού υλικού, προκειμένου αυτό να αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της
περίπτωσης 0 της παραγράφου 0 του άρθρου 79. γ) Η εκπόνηση έντυπου πληροφοριακού
υλικού, το οποίο θα παρέχει συνοπτικά τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στην
ανωτέρω ιστοσελίδα και θα διανέμεται, ιδίως μέσω των Κέντρων Ενημέρωσης -
Υποστήριξης Δανειοληπτών και των υποκαταστημάτων των πιστωτικών ιδρυμάτων.
2. Τμήμα Παρακολούθησης Λειτουργίας Κ.Ε.Υ.Δ.
α) Η διαχείριση και παρακολούθηση της λειτουργίας των τριάντα (30) Κέντρων
Ενημέρωσης-Υποστήριξης Δανειοληπτών, του άρθρου 92.
β) Η ενημέρωση του Γραμματέα για προβλήματα που παρατηρούνται αναφορικά με την
αποδοτική λειτουργία των Κ.Ε.Υ.Δ.
γ) Η κατάρτιση προτάσεων προς το Γραμματέα για την αποδοτικότερη λειτουργία των
Κ.Ε.Υ.Δ., ή για διεύρυνση των παρεχόμενων από αυτά υπηρεσιών.
Άρθρο 86
Τμήμα Νομικής Υποστήριξης
Αρμοδιότητα του Τμήματος Νομικής Υποστήριξης είναι η παροχή συμβουλευτικής
νομικής υποστήριξης στις υπόλοιπες μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας, καθώς και
στα Κέντρα Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών.
Άρθρο 87
Τμήμα Παροχής Οικονομικών Συμβουλών
Αρμοδιότητα του Τμήματος Οικονομικής Υποστήριξης είναι η παροχή οικονομικών
συμβουλών στις μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας και στα Κέντρα Ενημέρωσης -
Υποστήριξης Δανειοληπτών.
Άρθρο 88
Γραφείο Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων
Αρμοδιότητες του Γραφείου Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων είναι:
'Vn-
α) Ο σχεδιασμός και υλοποίηση δράσεων για τη χρηματοοικονομική ενημέρωση και
ευαισθητοποίηση των πολιτών
β) Η δημοσιοποίηση της δραστηριότητας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης
Ιδιωτικού Χρέους, η προβολή του ρόλου της και η ενημέρωση του κοινού στους
τομείς αρμοδιότητάς της, με την παραγωγή ειδήσεων και ενημερωτικού υλικού και τη
διοχέτευσή τους στον κατάλληλο κατά περίπτωση αποδέκτη, με βάση την πληροφόρηση
του Τμήματος από τις Υπηρεσίες ή και από συλλογή πρωτογενών στοιχείων.
γ) Η επεξεργασία προγράμματος και πολιτικής επικοινωνίας της Ειδικής Γραμματείας
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους και η περιοδική αναφορά και ενημέρωση προόδου
υλοποίησης του προγράμματος αυτού, δ) Η μέριμνα για τη λειτουργία ιστοσελίδας
κατά την περίπτωση 0 της παραγράφου 0 του άρθρου 79.
ε) Η δημόσια προβολή των νέων πηγών πληροφόρησης κατά την περίπτωση 0 της
παραγράφου 0 του άρθρου 79, και τις περιπτώσεις 0 και 0 της παραγράφου 0 του
άρθρου 85.
στ) Η διοργάνωση σεμιναρίων ενημέρωσης των οφειλετών για τις υποχρεώσεις, τις
επιλογές και τα δικαιώματά τους.
ζ) Ο σχεδιασμός δράσεων ενημέρωσης, ευαισθητοποίησης και επιμόρφωσης φυσικών και
νομικών προσώπων.
η) Η επικοινωνιακή υποστήριξη της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., όταν ανακύπτουν ζητήματα
επικοινωνιακού χαρακτήρα, η ενημέρωση των υπηρεσιών αυτής για τα δημοσιευόμενα
σχόλια, προτάσεις, παράπονα και απόψεις σε θέματα αρμοδιότητας της, η μέριμνα
για την ανάλυση αυτών και για την απάντηση τους, θ) Η συνοπτική, διαφανής,
έγκαιρη και πλέον ενδεδειγμένη πληροφόρηση του Τύπου και των Μέσων Μαζικής
Επικοινωνίας για θέματα αρμοδιότητας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., συμπεριλαμβανομένης και της
παραγωγής οπτικοακουστικού υλικού, ενημερωτικού και πληροφοριακού περιεχομένου
σε θέματα αρμοδιότητάς της.
Άρθρο 89
Γραφείο Εσωτερικού Ελέγχου και Εσωτερικών Υποθέσεων
Αρμοδιότητες του Γ ραφείου Εσωτερικού Ελέγχου είναι:
α) Η διενέργεια ελέγχων στις μονάδες, όπου υπάρχουν περιθώρια κινδύνου
κατάχρησης της ορθής διαχείρισης και της αποτελεσματικής αξιοποίησης των
διαθέσιμων πόρων ή παραβίασης των αρχών της χρηστής διοίκησης, β) Η διενέργεια
ελέγχων για την τήρηση της ισχύουσας νομοθεσίας από τους υπαλλήλους της
Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
γ) Η εξέταση παραπόνων για τη συμπεριφορά υπαλλήλων της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Άρθρο 90
Προσωπικό της Κεντρικής Υπηρεσίας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
- v>v-
1. Στην Κεντρική Υπηρεσία της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
συνιστώνται εβδομήντα εννέα (79) θέσεις, οι οποίες κατανέμονται ως εξής:
α) Πενήντα επτά (57) θέσεις κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), εκ των
οποίων:
αα) Πενήντα τρεις (53) θέσεις του κλάδου ή ειδικότητας ΠΕ Διοικητικού -
Οικονομικού
ββ) Τρεις (3) θέσεις του κλάδου ή ειδικότητας ΠΕ Μηχανικών
γγ) Μία (1) θέση του κλάδου ή ειδικότητας ΠΕ Πληροφορικής
β) Επτά (7) θέσεις κατηγορίας Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), έκτων οποίων:
αα) Έξι (6) θέσεις του κλάδου ή ειδικότητας ΤΕ Διοικητικού - Λογιστικού
ββ) Μία (1) θέση του κλάδου ή ειδικότητας ΤΕ Πληροφορικής
γ) Πέντε (5) θέσεις κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), του κλάδου ή
ειδικότητας ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων.
δ) Δύο (2) θέσεις κατηγορίας Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ) του κλάδου ΥΕ
Επιμελητών.
ε) Οκτώ (8) θέσεις νομικών συνεργατών με σχέση έμμισθης εντολής.
2. Τα απαιτούμενα προσόντα για την κάλυψη των ανωτέρω θέσεων είναι τα οριζόμενα
στο π.δ. 50/2001 (Α' 39).
3. Με απόφαση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. και ύστερα από προκήρυξη της Ειδικής Γραμματείας
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, η οποία θα περιλαμβάνει την περιγραφή του
αντικειμένου των προς κάλυψη θέσεων, οι οργανικές θέσεις που αναφέρονται στην
παράγραφο 0 καλύπτονται μέ μετατάξεις, μεταφορές και αποσπάσεις μονίμων
υπαλλήλων ή υπαλλήλων ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του δημοσίου τομέα, όπως
αυτός οριοθετείται στο άρθρο 51 του ν. 1892/1990 (Α' 101), κατά παρέκκλιση των
κειμένων διατάξεων, χωρίς να απαιτείται απόφαση ή σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων
Υπηρεσιακών Συμβουλίων, με την ίδια σχέση εργασίας και με το ίδιο μισθολογικό
καθεστώς, κατά τις διατάξεις του ν. 4354/2015. Ο χρόνος υπηρεσίας των
αποσπασμένων λογίζεται ως χρόνος υπηρεσίας στην οργανική τους θέση και οι
αποδοχές τους βαρύνουν τις υπηρεσίες από τις οποίες αποσπώνται.
4. ,Οι θέσεις των νομικών συνεργατών καλύπτονται με πρόσληψη δικηγόρων στο
Εφετείο τουλάχιστον, κατόχων μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος της
ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής και άριστη γνώση αγγλικής γλώσσας. Οι
προσλήψεις των νομικών συνεργατών γίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα
περί Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α' 208). Οι αποδοχές τους καθορίζονται σύμφωνα με
το ν. 4354/2015.
5. Στο Γραφείο Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων συνιστάται μία (1) θέση
δημοσιογράφου, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, στην οποία προσλαμβάνεται
από το Γραμματέα δημοσιογράφος, είτε μέλος αναγνωρισμένης στην Ελλάδα
επαγγελματικής δημοσιογραφικής οργάνωσης είτε με διετή τουλάχιστον προϋπηρεσία
σε ημερήσια πολιτική ή οικονομική εφημερίδα ή σε περιοδικό ευρείας κυκλοφορίας ή
στη ραδιοφωνία ή στην τηλεόραση, που αποδεικνύεται από την καταβολή των εισφορών
στον οικείο ασφαλιστικό φορέα με την ιδιότητα του δημοσιογράφου, ο οποίος μπορεί
να ορίζεται προϊστάμενος του Γραφείου αυτού. Στη σύμβαση τίθεται υποχρεωτικά ο
όρος ότι αυτή λύεται αυτοδικαίως και χωρίς αποζημίωση και ο προσληφθείς
απολύεται με την αποχώρηση για οποιονδήποτε λόγο του Ειδικού Τομεακού Γραμματέα
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους που τον προσέλαβε. Στη θέση αυτή μπορεί, με κοινή
απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, να αποσπάται δημοσιογράφος της Γενικής Γραμματείας
Ενημέρωσης και Επικοινωνίας.
6. Τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης και μισθολογίου του προσωπικού, ρυθμίζονται
από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, ανάλογα με τη σχέση εργασίας των
υπαλλήλων.
7. Το προσωπικό της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους υπάγεται
στο Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού, καθώς και στο Συμβούλιο Επιλογής Προϊσταμένων του ίδιου Υπουργείου
(π.δ. 116/2014).
8. Με απόφαση του Ειδικού Τομεακού Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
κατανέμονται οι θέσεις και το προσωπικό που αναφέρονται στην παράγραφο 0 στις
οργανικές μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας της Γραμματείας. Η σύνθεση σε
προσωπικό των οργανικών μονάδων της Κεντρικής Υπηρεσίας μπορεί να μεταβάλλεται
οποτεδήποτε με απόφαση του Ειδικού Τομεακού Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού
Χρέους. Από τις θέσεις της παραγράφου 0 ο Γραμματέας μπορεί να τοποθετεί μέχρι
τρεις (3) θέσεις κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), του κλάδου ή
ειδικότητας ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, στο Γραφείο Ειδικού Τομεακού Γραμματέα
για τη γραμματειακή του υποστήριξη.
Άρθρο 91
Προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων της Κεντρικής Υπηρεσίας
1. Για τους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων της Κεντρικής Υπηρεσίας
εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 84 επ. του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων
Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α' 26),
καθώς και του άρθρου 30 του ν. 4369/2016 (Α' 33). Οι προϊστάμενοι που
επιλέγονται κατά τις διατάξεις αυτές, τοποθετούνται με απόφαση του Γραμματέα. Με
όμοια απόφαση παύονται οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων στις περιπτώσεις
της παραγράφου 10 του άρθρου 86 του ανωτέρω Κώδικα.
2. Ο χρόνος υπηρεσίας των αποσπασμένων σε θέσεις προϊσταμένων λογίζεται ότι έχει
διανυθεί στην υπηρεσία από την οποία προέρχονται για κάθε συνέπεια και καλύπτει
και τον τυχόν προβλεπόμενο, από τις διατάξεις που διέπουν την Υπηρεσία τους,
χρόνο άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου, ως προϋπόθεση για προαγωγή σε επόμενο
βαθμό ή για επιλογή σε θέση προϊσταμένου, οπότε λογίζεται ως χρόνος άσκησης
καθηκόντων προϊσταμένου στο επίπεδο της οργανικής μονάδας για την οποία γίνεται
η επιλογή.
Άρθρο 92
Κέντρα Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών
1. Ως περιφερειακές υπηρεσίες, σε επίπεδο τμήματος, ορίζονται τα τριάντα (30)
Κέντρα Ενημέρωσης - Υποστήριξης Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.) ως εξής:
α) Τρία Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Κεντρικού Τομέα Αθηνών.
β) Δύο Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Βόρειου Τομέα Αθηνών.
γ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Δυτικού Τομέα Αθηνών.
δ) Δύο Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Νότιου Τομέα Αθηνών.
ε)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Ανατολικής Αττικής.
στ) Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Δυτικής Αττικής.
ζ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Πειραιώς.
η) Τρία Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης.
θ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Έβρου.
ι)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Καβάλας.
ια)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Ημαθίας.
ιβ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Σερρών.
ιγ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Κοζάνης.
ιδ) Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Ιωαννίνων.
ιε)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Λάρισας.
ιστ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Μαγνησίας.
ιζ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Εύβοιας.
ιη)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Αχαΐας.
ιθ) Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Αιτωλοακαρνανίας.
κ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Κορινθίας.
κα)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Μεσσηνίας.
κβ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Ρόδου.
κγ)Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Ηρακλείου.
κδ) Ένα Κ.Ε.Υ.Δ. στην Περιφερειακή Ενότητα Χανιών.
2. Η έδρα των ανωτέρω Κ.Ε.Υ.Δ., καθώς και η έναρξη λειτουργίας τους, ορίζεται με
απόφαση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.
3. Ο Γραμματέας μπορεί με απόφασή του να μετακινεί κλιμάκια υπαλλήλων σε
πλησιέστερες Περιφερειακές Ενότητες, όπου δεν λειτουργούν Κ.Ε.Υ.Δ. για την
εξυπηρέτηση των εκεί ενδιαφερομένων.
Άρθρο 93
Αρμοδιότητες των Κ.Ε.Υ.Δ.
-?&*>
1. Επιχειρησιακός στόχος των Κ.Ε.Υ.Δ. είναι η ενημέρωση και η υποστήριξη φυσικών
kai νομικών προσώπων (νοικοκυριών και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων), με την
παροχή οικονομικών και νομικών συμβουλευτικών υπηρεσιών για ζητήματα σύναψης
δανείων, διαχείρισης ενήμερων ή ληξιπρόθεσμων οφειλών έναντι πιστωτικών,
χρηματοδοτικών ιδρυμάτων και εταιριών του ν. 4354/2015, καθώς και εν γένει για
θέματα χρηματοοικονομικής διαχείρισης.
2. Τα Κ.Ε.Υ.Δ. υποστηρίζονται στο έργο τους από τα Τμήματα της Κεντρικής
Υπηρεσίας.
3. Ο Γραμματέας εκδίδει οδηγίες προς τα Κ.Ε.Υ.Δ. για τον ειδικότερο τρόπο
άσκησης των αρμοδιοτήτων τους, όπως αυτές θα προσδιοριστούν κατά την παράγραφο 0
του άρθρου 97.
4. Για τη διευκόλυνση των δανειοληπτών, τα Κ.Ε.Υ.Δ. μπορούν να αναζητούν από
φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και από πιστωτικά ιδρύματα, στοιχεία και
πληροφορίες που βοηθούν στην αποτελεσματικότερη παροχή των υπηρεσιών τους,
εφόσον υπάρχει συναίνεση του λήπτη των υπηρεσιών τους, τηρώντας κατά τα λοιπά
τις διατάξεις του ν. 2472/1997 (Α' 50). Οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και τα
πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να παρέχουν προς τα Κ.Ε.Υ.Δ. τα αιτούμενα
στοιχεία και πληροφορίες το αργότερο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τότε
που θα τους ζητηθούν.
Άρθρο 94
Στελέχωση των Κ.Ε.Υ.Δ.
1. Οι θέσεις του προσωπικού των Κ.Ε.Υ.Δ. ανέρχονται διακόσιες (200) και
κατανέμονται ανά Κ.Ε.Υ.Δ. με απόφαση του Γραμματέα.
2. Με απόφαση του ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. και ύστερα από προκήρυξη της Ειδικής Γραμματείας
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, η οποία θα περιλαμβάνει την περιγραφή του
αντικειμένου των προς κάλυψη θέσεων, τουλάχιστον δύο θέσεις ανά Κ.Ε.Υ.Δ.
καλύπτονται με μετατάξεις, μεταφορές και αποσπάσεις μονίμων υπαλλήλων ή
υπαλλήλων ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του δημοσίου τομέα, όπως αυτός
οριοθετείται στο άρθρο 51 του ν. 1892/1990 (Α'101), κατά παρέκκλιση των κειμένων
διατάξεων χωρίς να απαιτείται απόφαση ή σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων Υπηρεσιακών
Συμβουλίων, με την ίδια σχέση εργασίας και με το ίδιο μισθολογικό καθεστώς, κατά
τις διατάξεις του Ν. 4354/2015. Ο χρόνος υπηρεσίας των αποσπασμένων λογίζεται ως
χρόνος υπηρεσίας στην οργανική τους θέση και οι αποδοχές τους βαρύνουν τις
υπηρεσίες από τις οποίες αποσπώνται.
3. Οι θέσεις που δεν θα καλυφθούν με τις μετατάξεις, μεταφορές και αποσπάσεις
της προηγούμενης παραγράφου, καταλαμβάνονται από εξειδικευμένους εξωτερικούς
συμβούλους, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, και ειδικότερα
από πτυχιούχους νομικών ή οικονομικών ή κοινωνικών και πολιτικών επιστημών.
4. Με απόφαση του Γραμματέα προσλαμβάνεται το προσωπικό των θέσεων της
προηγούμενης παραγράφου, με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, σύμφωνα με τις
διατάξεις του ν. 2190/1994 (Α' 28) ύστερα από προκήρυξη της Ειδικής Γραμματείας
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, στην οποία εξειδικεύονται τα εκάστοτε απαιτούμενα
τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του προσωπικού που θα στελεχώσει κάθε Κ.Ε.Υ.Δ.,
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. 50/2001.
5. Η παράγραφος 0 του άρθρου 90, καθώς και το άρθρο 91 εφαρμόζονται και για το
προσωπικό των Κ.Ε.Υ.Δ.
6. Το προσωπικό των Κ.Ε.Υ.Δ. υπάγεται στο Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο
της παραγράφου 0 του άρθρου 90.
Άρθρο 95
Δαπάνες της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
1. Οι δαπάνες λειτουργίας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι αναγκαίες πιστώσεις εγγράφονται κάθε έτος
σε ιδιαίτερο φορέα και με ιδιαίτερους κωδικούς στον προϋπολογισμό του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού. Η διάθεση των πιστώσεων γίνεται με απόφαση
του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και η διενέργεια των
αντίστοιχων δαπανών γίνεται από τον Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού
ως κύριο διατάκτη. Αρμόδια για τη διαχείριση των πιστώσεων του προϋπολογισμού
είναι η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού (άρθρο 14 του π.δ. 116/2014).
2. Στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ανήκει η διαχείριση,
συντήρηση και εποπτεία των κτιρίων της, των εγκαταστάσεων, επίπλων, σκευών και
κάθε άλλου εξοπλισμού τους, των μηχανημάτων και του αναλώσιμου ή μη υλικού που
διατίθενται για τις ανάγκες των υπηρεσιών της.
3. Τα Κ.Ε.Υ.Δ. μπορούν να εγκατασταθούν και σε κτίρια είτε των Δήμων, είτε των
Περιφερειών, είτε άλλων δημόσιων υπηρεσιών ή ν.π.δ.δ. που θα παραχωρηθούν βάσει
προγραμματικής σύμβασης που θα συνταχθεί μεταξύ του παραχωρούντος και του
Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού. Με την προγραμματική σύμβαση
μπορεί να συμφωνηθεί ότι εκείνος, που παραχωρεί το κτίριο, μπορεί να εκτελεί
εργασίες και να διενεργεί πληρωμές για την ομαλή λειτουργία των Κ.Ε.Υ.Δ. εντός
των κτιρίων του.
4. Η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους μπορεί να λειτουργεί ως
δικαιούχος συγχρηματοδοτούμενων έργων στο πλαίσιο του ν. 4314/2014 (Α' 265).
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
Ζητήματα Ευρύτερου Συντονισμού
Άρθρο 96
1. Στο πλαίσιο των καταστατικών αρμοδιοτήτων της, η Τράπεζα της Ελλάδος
διευκολύνει και υποστηρίζει τον ευρύτερο συντονισμό μεταξύ των εμπλεκόμενων
φορέων και ενδιαφερομένων, καθώς και την παρακολούθηση της προόδου αναφορικά με
το σχεδίασμά και την υλοποίηση της στρατηγικής για τη διαχείριση του ιδιωτικού
χρέους. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να
λαμβάνει, κατόπιν αιτήματος της ή με πρωτοβουλία της Ειδικής Γραμματείας
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ή και των λοιπών εμπλεκόμενων φορέων, όποια
στοιχεία και πληροφορίες απαιτούνται για την εκπλήρωση της εν λόγω αποστολής.
2. Γία την επίτευξη των στόχων του παρόντος νόμου, συντάσσεται μνημόνιο
συνεργασίας μεταξύ της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και του Υπουργείου Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
Εξουσιοδοτικές, καταργούμενες και μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 97
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, μπορούν να δημιουργούνται να καταργούνται και να συγχωνεύονται
οργανικές μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., να ανακατανέμονται οι
αρμοδιότητες, ανάμεσα στις μονάδες αυτές και να αναπροσαρμόζεται ο αριθμός των
θέσεων του προσωπικού της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Κ.Ε.Υ.Δ. Η ανακατανομή των
αρμοδιοτήτων ανάμεσα στις οργανικές μονάδες της Κεντρικής Υπηρεσίας μπορεί να
γίνει και με απόφαση του Κ.Υ.Σ.Δ.Ι.Χ. που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως.
2. Ο Ειδικός Τομεακός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους μπορεί, με πράξη
του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να εξουσιοδοτεί τους
προϊσταμένους των οργανικών μονάδων της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. να υπογράφουν αντί αυτού
κατηγορίες πράξεων που σχετίζονται με τη Γραμματεία.
3. Με απόφασή του, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, το
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. προσδιορίζει τις υπηρεσίες, που παρέχουν τα Κ.Ε.Υ.Δ., εντός των
πλαισίων του επιχειρησιακού στόχου που προσδιορίζει η παράγραφος 0 του άρθρου
93. Με όμοια απόφαση μπορούν να συνιστώνται, να μετακινούνται, να καταργούνται
και να συγχωνεύονται Κ.Ε.Υ.Δ.
4. Με απόφασή του, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο Ειδικός
Τομεακός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους μπορεί να καθορίζει τις ώρες
προσέλευσης και αποχώρησης των υπαλλήλων των Κ.Ε.Υ.Δ., εντός του πλαισίου του
άρθρου 1 της από 29/12/1980 πράξης νομοθετικού περιεχομένου (Α'
-yn-
299), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1157/1981 (Α' 126) και ισχύει,
καθώς και τις ημέρες και ώρες εισόδου του κοινού στα Κ.Ε.Υ.Δ.
5. Τα αρμόδια όργανα και ο τρόπος της διαχείρισης, συντήρησης και εποπτείας των
κτιρίων και του εξοπλισμού της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., κατά την παράγραφο 0 του άρθρου 95,
καθώς και κάθε άλλη σχετική με το θέμα αυτό λεπτομέρεια, ορίζονται με απόφαση
του Ειδικού Τομεακού Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.
Άρθρο 98
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται: α) οι παράγραφοι 1,1.α.
και Ι.β. του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 (Φ.Ε.Κ. Α' 288), β) η υπ' αριθ. 6/2014
Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (Α' 39), όπως αυτή τροποποιήθηκε με τις υπ'
αριθ. 20/2015 και 23/2015 Πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου (Α' 95 και Α' 122
αντίστοιχα).
Άρθρο 99
Μεταβατικές διατάξεις
1. Ατομικές ή κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οι οποίες εκδόθηκαν κατ'
εξουσιοδότηση των καταργούμενων διατάξεων, διατηρούνται σε ισχύ, εφόσον δεν
αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.
2. Ο ισχύων ορισμός του «συνεργάσιμου δανειολήπτη», όπως αποφασίστηκε από το
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. και παρατίθεται στον Κώδικα Δεοντολογίας του ν. 4224/2013
(Β'2289/27-8-2014), διατηρείται σε ισχύ έως τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως νέου ορισμού, που θα εκδοθεί σε αντικατάσταση αυτού.
3. Διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας ή διοικητικών πράξεων, που αναφέρονται στην
Ομάδα Υποστήριξης του εδαφίου ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013
και των άρθρων 2 έως 4 της υπ' αριθ. 6/2014 Πράξης του Υπουργικού Συμβουλίου,
θεωρείται ότι αναφέρονται στη Συντονιστική Επιτροπή του Κεφαλαίου 0' του
παρόντος μέρους.
4. Έως την πλήρωση των θέσεων των Διοικητικών Γραμματέων και των Τομεακών
Γραμματέων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του ν. 4369/2016, οι διατάξεις του
παρόντος μέρους, που αναφέρονται σε Διοικητικούς Γραμματείς ή σε Τομεακούς
Γραμματείς, θεωρείται ότι αναφέρονται στους αντίστοιχους Γενικούς Γραμματείς.
5. Μέχρι τη θέση σε λειτουργία του Εθνικού Μητρώου Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας
του άρθρου 1 του ν. 4369/2016 και τη σύσταση του Ειδικού Συμβουλίου Επιλογής
Διοικήσεων του άρθρου 10 του ν. 4369/2016, ο Πρωθυπουργός, κατόπιν εισήγησης του
ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ. διορίζει Ειδικό Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους κατά τις
κείμενες διατάξεις για τους Ειδικούς Γραμματείς, ο οποίος ασκεί τις αρμοδιότητες
του Ειδικού Τομεακού Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Ως Ειδικός
Γραμματέας διορίζεται πρόσωπο που έχει τα προσόντα εγγραφής στο
-3ΑΌ-
Μητρώο και που διακρίνεται για την επιστημονική του κατάρτιση και την
επαγγελματική του ικανότητα σε ζητήματα συναφή με τις αρμοδιότητες του και
διαθέτει σημαντική διοικητική εμπειρία, σε θέσεις ευθύνης, σε διοίκηση
ανθρώπινου δυναμικού, κατάρτιση στρατηγικών σχεδίων, διαχείριση έργων και
δραστηριοτήτων, στοχοθεσία, συντονισμό ομάδων και παρακολούθηση επίτευξης
στόχων.
6. Έως την αρχική στελέχωση της Κεντρικής Υπηρεσίας της Γ.Δ.Ι.Χ., η λειτουργία
της υποβοηθείται από τη Γενική Διεύθυνση Διοικητικών Υπηρεσιών του Υπουργείου
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού (άρθρο 9 του π.δ. 116/2014).
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 100
Τροποποιήσεις ν. 2469/1997
1. Στο τέλος της περ. γ' της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997 (Α'38),
προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Από την 1.5.2016 τυχόν δικαιώματα ψήφου που αντιστοιχούν ή απορρέουν από
τίτλους που ανήκουν στο ενεργητικό του Κοινού Κεφαλαίου και ιδίως δικαιώματα
ψήφου στο πλαίσιο γενικών συνελεύσεων κατόχων τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου,
συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν απόφαση συμμετοχής ή μη του Κ.Κ.
Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. σε πρόγραμμα ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, κατ'
εφαρμογή προγράμματος για την αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, ανήκουν
αποκλειστικά στην αρμοδιότητα και ασκούνται από τους φορείς που συμμετέχουν στο
Κοινό Κεφάλαιο δια των αρμοδίων οργάνων τους και κατά τον λόγο συμμετοχής τους
σε αυτό.
Σε περίπτωση κεφαλαιακών ζημιών των Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. από την για οποιονδήποτε
λόγο μη προσήκουσα και ιδίως μη έγκαιρη ή μη ολοσχερή εκπλήρωση των υποχρεώσεων
του Ελληνικού Δημοσίου ως αντισυμβαλλομένου σε συμβάσεις αγοράς ή πώλησης με
σύμφωνα επαναγοράς, το Ν.Π.Δ.Δ. ή ο Α.Φ. που υπέστη τη ζημία έχει απευθείας
αξίωση αποζημίωσης κατά του Ελληνικού Δημοσίου».
2. Στο τέλος της περ. ζ' της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997 (Α' 38),
προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η διαχείριση των επενδυόμενων κεφαλαίων από λογαριασμούς ταμειακής διαχείρισης,
καθώς και η κατανομή των προσόδων στους δικαιούχους γίνεται κατά τρόπο ανάλογο
εκείνου των Κ.Κ.Ν.Π.Δ.Δ και Α.Φ.»
Άρθρο 101
Τροποποίηση διατάξεων ν.3845/2010
1. Μετά το πρώτο εδάφιο της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου δεύτερου του ν.
3845/2010 (Α' 65) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Απογράφονται επίσης υποχρεωτικά
τα φυσικά πρόσωπα που μισθοδοτούνται ή λαμβάνουν πάσης φύσεως αποδοχές ή
πρόσθετες αμοιβές ή αποζημιώσεις ή με οποιαδήποτε άλλη ονομασία απολαβές και
συνδέονται με οποιαδήποτε σχέση ή σύμβαση εργασίας ή έργου με τους φορείς του
δημόσιου τομέα που ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (Α 28),
καθώς και με τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης που περιλαμβάνονται στο οικείο
Μητρώο της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, όπως ορίζεται από το Ευρωπαϊκό Σύστημα
Λογαριασμών - ESA 2010 (Κανονισμός ΕΕ 549/2013, EEEK L174/1), εκτός των φορέων
που υπάγονται στο Κεφάλαιο Β του ν. 3429/2005 (Α 314).»
2. Από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου καταργείται η διάταξη του
τελευταίου εδαφίου της περ. β' της παρ. 1, καθώς επίσης και η διάταξη της
παραγράφου 1ζ του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010, η οποία προστέθηκε με την
παρ. 13 του άρθρου 23 του ν. 4310/2014 (Α' 258).
Άρθρο 102
1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 95/1996 (Α' 76), όπως είχε
τροποποιηθεί με τη διάταξη της παρ. 20 του άρθρου 16 του ν. 2873/2000 (Α' 285),
αντικαθίσταται ως εξής:
«Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος με τον αναπληρωτή του, καθώς και οι
αρμοδιότητές του ».
2. Καταργείται η θέση Αντιπροέδρου του Δ.Σ. του Ταμείου Παρακαταθηκών και
Δανείων. Οι αρμοδιότητες του Αντιπροέδρου, όπως είχαν καθοριστεί με τις οικείες
Υπουργικές Αποφάσεις, ασκούνται εφεξής από τον Προϊστάμενο της Γενικής
Διεύθυνσης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ν. 3959/2011 (Α'93) ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Άρθρο 103
Θέματα πειθαρχικής διαδικασίας
1. Η παρ. 1 του άρθρου 13Α του ν. 3959/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου απολαύουν πλήρους
ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και δεν ζητούν ούτε δέχονται
οδηγίες. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνεδριάζει νομίμως με την παρουσία όλων των
μελών του και αποφασίζει με απόλυτη πλειοφηφία των παρόντων. Οι αποφάσεις του
Πειθαρχικού Συμβουλίου, καθώς και οι πράξεις του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης
και Τουρισμού που εκδίδονται σε εκτέλεση των αποφάσεων αυτών κατά την παράγραφο
4 του άρθρου 13, υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της
Επικράτειας.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 13Α του ν. 3959/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
- 3Λ2-
«2. Ως πειθαρχικά παραπτώματα θεωρούνται: α) η ουσιώδης παράβαση διατάξεων του
παρόντος και εν γένει της ισχύουσας νομοθεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων
και αρμοδιοτήτων του μέλους, β) η απόκτηση ή η επιδίωξη απόκτησης αθέμιτου
οικονομικού οφέλους ή ανταλλάγματος του ιδίου του μέλους ή τρίτου προσώπου κατά
την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών και γ) η υπαίτια πρόκληση
ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Τα παραπάνω
παραπτώματα τιμωρούνται πειθαρχικά, αν έχουν τελεστεί με δόλο ή αμέλεια, μη
αρκούσης της ιδιαίτερα ελαφράς αμέλειας.»
3. Η παρ. 3 του άρθρου 13Α του ν. 3959/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Οι
επιβαλλόμενες από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ποινές είναι: α) πρόστιμο έως τις
αποδοχές δώδεκα (12) μηνών και β) οριστική παύση».
4. Από την παρ. 4 του άρθρου 13Α του ν. 3959/2011 απαλείφεται η φράση «επίπληξης
ή/και».
5. Στην περ. β' της παρ. 5 του άρθρου 13Α του ν. 3959/2011, μετά τη φράση
«επιδίωξε να αποκτήσει» προστίθεται η λέξη «αθέμιτο».
6. Στην περ. γ' της παρ. 5 του άρθρου 13Α του ν. 3959/2011, η φράση «της
παράβασης» αντικαθίσταται με τη φράση «της εκ προθέσεως παράβασης».
7. Η περ. ε' της παρ. 5 του άρθρου 13Α του ν. 3959/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) της πρόκλησης ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Επιτροπής
Ανταγωνισμού με πρόθεση ή από βαριά αμέλεια».
8. Η παρ. 6 του άρθρου 13Ατου νόμου 3959/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Μετά την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας κατά την παράγραφο 1 του άρθρου
13, ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου υποχρεούται να καλέσει το μέλος σε
προηγούμενη ακρόαση και παροχή έγγραφων εξηγήσεων με κλήση, η οποία αναφέρει με
ακρίβεια το αποδιδόμενο παράπτωμα και τα πραγματικά περιστατικά που το
στοιχειοθετούν και επιδίδεται στο μέλος με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο
όργανο. Στην κλήση αναφέρεται η ημερομηνία ακρόασης του μέλους ενώπιον του
Πειθαρχικού Συμβουλίου, η οποία δεν μπορεί να απέχει λιγότερο των δέκα (10)
εργασίμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της κλήσης. Προ της ακροάσεως και
της παροχής έγγραφων εξηγήσεων, το μέλος έχει πρόσβαση στο φάκελο της υπόθεσης
και δικαιούται να λάβει αντίγραφο αυτού. Το πειθαρχικά διωκόμενο μέλος
δικαιούται να παρίσταται με δικηγόρο της επιλογής του».
9. Μετά την παρ. 8 του άρθρου 13Α του ν. 3959/2011 προστίθεται παρ. 8α ως εξής:
«8α. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή Ανταγωνισμού για
την πρόοδο της υπόθεσης, όποτε ερωτάται προς τούτο από την Επιτροπή
Ανταγωνισμού, διαφυλάσσοντας σε κάθε περίπτωση την εμπιστευτικότητα της
διαδικασίας. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού παρέχει εγγράφως τις απόψεις της προς το
Πειθαρχικό Συμβούλιο, συνοδευόμενες με όσα έγγραφα σχετίζονται με την υπόθεση».
Άρθρο 104
Θέματα οργάνωσης και νομικής υποστήριξης της Επιτροπής Ανταγωνισμού
1. Τα εδάφια γ’ και δ' της παρ. 6 του άρθρου 20 του ν. 3959/2011 αντικαθίστανται
ως εξής:
«Η συνολική ετήσια αμοιβή έκαστου εξωτερικού δικηγόρου (φυσικού ή νομικού
προσώπου) δεν μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ. Το ποσό
του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, η οποία
εφαρμόζεται από το επόμενο οικονομικό έτος σε σχέση με αυτό της δημοσίευσής της.
Δεν επιτρέπεται να ανατίθεται υπόθεση σε εξωτερικό δικηγόρο (φυσικό ή νομικό
πρόσωπο), ο οποίος: α) εκπροσωπεί άλλο διάδικο στην ίδια υπόθεση ή σε υπόθεση
συναφή, κατά την έννοια της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 122 του
Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), η οποία είναι εκκρεμής
ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή ενώπιον των δικαστηρίων κατόπιν προσφυγής
κατά απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, β) είναι μέλος δικηγορικής εταιρίας, η
οποία εκπροσωπεί διάδικο σε τέτοια υπόθεση, γ) έχει ως μέλος δικηγόρο, ο οποίος
εκπροσωπεί διάδικο σε τέτοια υπόθεση, δ) απασχολεί ή απασχολείται από δικηγόρο
(φυσικό ή νομικό πρόσωπο), ο οποίος εκπροσωπεί διάδικο σε τέτοια υπόθεση, ε)
είναι μέλος διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρίας, η οποία είναι διάδικος σε
τέτοια υπόθεση. Αν οι υποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου δεν είναι συναφείς,
τότε ο εξωτερικός δικηγόρος, που αναλαμβάνει την εκπροσώπηση της Επιτροπής
Ανταγωνισμού, αναλαμβάνει εγγράφως την υποχρέωση προς την Επιτροπή να λάβει όλα
τα αναγκαία μέτρα και προφυλάξεις, προκειμένου να εξασφαλίσει το απόρρητο όσων
πληροφορείται κατά το χειρισμό της υπόθεσης και ιδίως να μην αποκαλύψει ούτε να
επιτρέψει την πρόσβαση σε όποια πληροφορία ή υλικό σχετίζεται με την υπόθεση, να
μην ανταλλάξει γραπτά ή προφορικά πληροφορίες που σχετίζονται με την υπόθεση με
τους δικηγόρους του προηγούμενου εδαφίου ή το προσωπικό που απασχολούν, με τα
μέλη των δικηγορικών εταιριών του προηγούμενου εδαφίου ή με τους μετόχους, τα
μέλη των οργάνων διοίκησης ή το προσωπικό των ανωνύμων εταιριών του προηγούμενου
εδαφίου, και να λάβει όλες τις αναγκαίες προφυλάξεις, ώστε να αποχωρίζει και να
επιβλέπει τις πληροφορίες και το υλικό της υπόθεσης σε έναν περιορισμένο χώρο
του απόλυτου και αποκλειστικού ελέγχου του. Αν ένας εξωτερικός δικηγόρος
αναλάβει τέτοια υπόθεση και παραβεί οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις του
προηγούμενου εδαφίου, η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποβάλλει αναφορά στον οικείο
Δικηγορικό Σύλλογο προς άσκηση πειθαρχικής δίωξης και ο δικηγόρος αυτός δεν
επιτρέπεται να αναλάβει άλλη υπόθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού».
2. Στο τέλος του άρθρου 50 του ν. 3959/2011 προστίθεται παρ. 9 ως εξής:
«9. Η ανώτατη ετήσια αμοιβή των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ που αναφέρεται
στην παράγραφο 6 του άρθρου 20, ισχύει μετά τη στελέχωση του Γραφείου Νομικής
Υποστήριξης».
3. Η παρ. 5 του άρθρου 282 του ν. 4364/2016 (Α' 13) καταργείται. Η παρ. 2 του
άρθρου 21 του ν. 3959/2011 επανέρχεται στη μορφή που είχε πριν την τροποποίησή
της από την παράγραφο 5 του άρθρου 282 του ν. 4364/2016.
Άρθρο 105
Διαδικασία διευθέτησης διαφορών ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού
1. Μετά το άρθρο 25 του ν. 3959/2011 προστίθεται άρθρο 25“ ως εξής:
«Άρθρο 25α
Διαδικασία διευθέτησης διαφορών
Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία λαμβάνεται σε Ολομέλεια, μπορεί
να θεσπιστεί διαδικασία διευθέτησης διαφορών για τις επιχειρήσεις που
παραδέχονται τη συμμετοχή στην αποδιδόμενη σε αυτούς οριζόντια σύμπραξη κατά
παράβαση του άρθρου 1 του παρόντος νόμου ή/και του άρθρου 101 της Συνθήκης για
τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με την απόφαση αυτή ρυθμίζονται ιδίως τα
εξής θέματα:
α) Οι όροι και προϋποθέσεις υπαγωγής στη διαδικασία διευθέτησης, β) Το στάδιο
της διαδικασίας ελέγχου, κατά το οποίο μπορεί να υποβληθεί αίτημα του
ελεγχομένου να υπαχθεί σε διαδικασία διευθέτησης, το αργότερο μέχρι την κατάθεση
από το μέρος του πρώτου υπομνήματος μετά την κοινοποίηση της εισήγησης.
γ) Η διαδικασία που ακολουθείται, προκειμένου να επιτευχθεί η διευθέτηση της
διαφοράς. Στη διαδικασία αυτή θα προβλέπεται υποχρεωτικά η παραδοχή από τον
ελεγχόμενο της αποδιδόμενης σε αυτόν παράβασης ως προϋπόθεση για τη διευθέτηση
της διαφοράς. Εάν τελικά η διευθέτηση δεν επιτευχθεί, τότε η τυχόν δήλωση του
ελεγχόμενου περί παραδοχής της παράβασης, όπως περιλαμβάνεται στις παρατηρήσεις
που υπέβαλε, θεωρείται ανακληθείσα και δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ούτε από την
Επιτροπή ούτε από τα δικαστήρια.
δ) Η πρόσβαση των συμμετεχόντων στη διαδικασία διευθέτησης στα στοιχεία του
φακέλου της υπόθεσης κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διευθέτησης και η
δυνατότητα ή μη αξιοποίησης των δηλώσεων και αποδεικτικών στοιχείων που
προσκομίστηκαν από τα μέρη κατά τη διαδικασία αυτή, με την επιφύλαξη των
σχετικών ενωσιακών διατάξεων.
ε) Η δυνατότητα ή μη χωριστής διευθέτησης, σε περίπτωση περισσότερων
ελεγχομένων, εκ των οποίων μόνο μερικοί συναινούν στη διευθέτηση, στ) Η
δυνατότητα της Επιτροπής, σε περίπτωση διευθέτησης της διαφοράς, να μειώσει τα
επιβαλλόμενα πρόστιμα. Η μείωση που θα προβλεφθεί δεν μπορεί να υπερβαίνει το
15% του προστίμου που θα επιβαλλόταν σε περίπτωση μη
διευθέτησης της διαφοράς, όπως αυτό το πρόστιμο θα διαμορφωνόταν ύστερα και από
τυχόν μείωση κατά την παράγραφο 8 του άρθρου 25. ζ) Ζητήματα διαχρονικού
δικαίου, η) Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Σε περίπτωση διευθέτησης της διαφοράς, η Επιτροπή εκδίδει απόφαση κατ'
απλοποιημένη διαδικασία, στην οποία, μεταξύ άλλων, βεβαιώνεται η τέλεση της
αποδιδόμενης παράβασης, καθώς και το γεγονός της διευθέτησης της διαφοράς, και
επιβάλλονται οι ανάλογες κυρώσεις».
2. Στην περ. ιδ' της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 3959/2011 προστίθεται
υποπερίπτωση εε) ως εξής:
«εε) Τον καθορισμό της διαδικασίας, των όρων και των προϋποθέσεων της
διαδικασίας διευθέτησης διαφορών κατά το άρθρο 25α».
Άρθρο 106
Ποινικές διατάξεις
Η παρ. 3 του άρθρου 44 του ν. 3959/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Σε περίπτωση ολοσχερούς εξόφλησης των προστίμων που έχουν επιβληθεί κατά τις
διατάξεις των άρθρων 25 και 25α, εξαλείφεται το αξιόποινο των εγκλημάτων του
παρόντος νόμου και των συρρεόντων εγκλημάτων που στρέφονται κατά της ιδιοκτησίας
και των περιουσιακών δικαιωμάτων και τελούνται χωρίς χρήση βίας ή απειλής και
επέρχεται πλήρης απαλλαγή από άλλου είδους διοικητικές κυρώσεις. Με την παροχή
διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής του προστίμου, αναστέλλεται η ποινική δίωξη
για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση και ο οφειλέτης είναι συνεπής με τους όρους της.
Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής, αναστέλλεται η παραγραφή των εγκλημάτων
χωρίς να ισχύουν οι χρονικοί περιορισμοί του εδαφίου α' της παραγράφου 3 του
άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ
ΛΙΜΕΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Άρθρο 107
Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων
1. Το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι σύμφωνα με την εκάστοτε
κείμενη νομοθεσία αρμόδιο για τη χάραξη της λιμενικής πολιτικής, την εποπτεία
των λιμενικών υποδομών κάθε λειτουργικής μορφής και την προαγωγή του εθνικού
λιμενικού συστήματος ως παράγοντα ανάπτυξης της οικονομίας, των νησιών και της
ναυτιλίας της χώρας.
2. Η Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων
του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι αρμόδια σύμφωνα με
την εκάστοτε κείμενη νομοθεσία για τη χάραξη και την εφαρμογή ολοκληρωμένης
πολιτικής και στρατηγικής για την οργάνωση, λειτουργία, ανάπτυξη και αξιοποίηση
των λιμένων της χώρας. Μεριμνά για το σχεδίασμά και την προώθηση μέτρων για την
ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού, την προσέλκυση ναυτιλιακών επενδύσεων στο
λιμενικό και παραναυτιλιακό τομέα και την προαγωγή του αναπτυξιακού
περιβάλλοντος της ναυτιλίας ως παράγοντα ενίσχυσης της εθνικής οικονομίας.
Παράλληλα, υποστηρίζει το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σε
κτιριακές υποδομές.
Άρθρο 108
Σύσταση Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων
1. Συνιστάται Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή με την επωνυμία «Ρυθμιστική Αρχή
Λιμένων» (Ρ.Α.Λ.), η οποία έχει ως γενικότερη αποστολή την εποπτεία και τη
διασφάλιση της νομιμότητας των σχέσεων μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων του
εθνικού λιμενικού συστήματος, με έμφαση στην τήρηση της συμβατικής τάξης και την
εφαρμογή της νομοθεσίας περί ελεύθερου ανταγωνισμού και με την επιφύλαξη των
αρμοδιοτήτων της Γενικής Γραμματείας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και
Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Από
την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται το άρθρο 43 του ν.4150/2013 (Α'
102), όπως ισχύει, και η εκεί προβλεπόμενη Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων (Ρ.Α.Λ.) ως
αυτοτελής δημόσια υπηρεσία και ως διακριτό νομικό πρόσωπο. Από την έναρξη ισχύος
του παρόντος η Ρ.Α.Λ. ως Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή υποκαθιστά στο σύνολο των
εννόμων σχέσεων και των περιουσιακών στοιχείων την καταργούμενη Ρ.Α.Λ. του
άρθρου 43 του ν.4150/2013 (Α' 102). Ως έδρα της Ρ.Α.Λ. ορίζεται ο Δήμος Πειραιά.
2. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ. απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και
κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τη
συνείδησή τους και υποχρεούνται να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας και
της αμεροληφίας. Για τη Ρ.Α.Λ εφαρμόζεται αναλόγως το τελευταίο εδάφιο της
παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3051/2002 (Α' 220), όπως ισχύει.
3. Η Ρ.Α.Λ. υποβάλλει μέχρι την 31η Μαρτίου κάθε έτους στον Πρόεδρο της Βουλής
ετήσια έκθεση, η οποία περιέχει στοιχεία για τη δραστηριότητα της, την εφαρμογή
των κριτηρίων κατά προτεραιότητα εξέτασης και την επιδίωξη των στρατηγικών
στόχων, τις αποφάσεις της και τις εκτιμήσεις της για την κατάσταση και τις
εξελίξεις στον τομέα της αρμοδιότητας της.
4. Η Ρ.Α.Λ. υποχρεούται να κινεί τουλάχιστον μία φορά κάθε τέσσερα χρόνια
διαδικασία αξιολόγησης της λειτουργίας της, της αποτελεσματικότητας εφαρμογής
των διατάξεων του νόμου και του ευρωπαϊκού δικαίου γενικότερα από ελεγκτές
αναγνωρισμένου κύρους και αξιοπιστίας. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης
αποστέλλονται χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της
Βουλής και στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύονται
στην ιστοσελίδα της.
5. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών
Οικονομικών, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής τροποποιείται το π.δ. 19/2016 (Α'28) «Κανονισμός
Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων (Ρ.Α.Λ.)» ώστε
να προσαρμοστούν οι σχετικές ρυθμίσεις στην μετεξέλιξη της Ρ.ΑΛ. σε Ανεξάρτητη
Διοικητική Αρχή και οι σχετικές διατάξεις κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο.. Με
το ίδιο Προεδρικό Διάταγμα ρυθμίζονται όλα τα αναγκαία ζητήματα σχετικά με τα
κωλύματα και τα ασυμβίβαστα των μελών της Αρχής, την υπηρεσιακή κατάστασή τους
καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την κατά τον παρόντα νόμο
λειτουργία της.
Μέχρι την έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος της παρούσας, οι διατάξεις του
π.δ.19/2016 ισχύουν και για την ρύθμιση των ζητημάτων της Ρ.Α.Λ. ως Ανεξάρτητης
Διοικητικής Αρχής, ως προς την οποίαν εφαρμόζεται αναλόγως, στο μέτρο που
διατάξεις του δεν αντιτίθενται σε διατάξεις του παρόντος νόμου ή δεν
καταργούνται ρητά από αυτές.
6. Το προσωπικό που υπηρετεί στην καταργούμενη με τον παρόντα νόμο Ρ.Α.Λ. του
άρθρου 43 του ν. 4150/2013 μετατάσσεται αυτοδικαίως στην Ρ.Α.Λ. ως Ανεξάρτητη
Διοικητική Αρχή με το ίδιο νομικό καθεστώς. Η ιδρυόμενη Ρ.Α.Λ. αναδέχεται τις
σχετικές συμβάσεις και ο χρόνος προϋπηρεσίας στην καταργούμενη Ρ.Α.Λ.
προσμετράται ως πραγματικός χρόνος.
Άρθρο 109
Συγκρότηση
1. Η Ρ.Α.Λ. συγκροτείται από εννέα (9) μέλη, εκ των οποίων ένα μέλος είναι
Πρόεδρος, ένα μέλος Αντιπρόεδρος και δύο μέλη Εισηγητές και απαρτίζεται από
πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους που διακρίνονται για την επιστημονική τους
κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα στον τεχνικό, νομικό και
οικονομικό τομέα, ιδίως σε θέματα ναυτιλίας, στρατηγικού και επιχειρησιακού
σχεδιασμού, οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας λιμένων ή οικονομικής και
πολιτικής λιμένων ή λιμενικής βιομηχανίας καθώς και εχέγγυα ανεξαρτησίας και
αμεροληφίας. Για τη Ρ.Α.Λ. εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του
ν. 3051/2002 (Α' 220), όπως ισχύει. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και οι Εισηγητές
είναι ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και
τελούν, κατά το χρόνο που κατέχουν τη θέση τους, σε αναστολή της επαγγελματικής
τους δραστηριότητας. Με την απόφαση διορισμού καθορίζεται εάν τα λοιπά πέντε (5)
μέλη είναι πλήρους και αποκλειστικής ή μερικής απασχόλησης. Εφόσον τα μέλη της
Ρ.Α.Λ. που είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης είναι μέλη διδακτικού
ερευνητικού προσωπικού Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΔΕΠ ΑΕΙ) τότε, σε σχέση
με την αναστολή ασκήσεως των
καθηκόντων τους ως μελών ΔΕΠ Α.Ε.Ι, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24 του
ν. 4009/2011 (Α' 195). Επιπλέον των τακτικών μελών ορίζονται και δυο αντίστοιχα
αναπληρωματικά μέλη τα οποία πρέπει να έχουν τα ίδια προσόντα με τα τακτικά μέλη
και τα οποία αναπληρώνουν το τακτικό μέλος, εκτός του Προέδρου, του Αντιπροέδρου
και των Εισηγητών, όταν αυτό απουσιάζει, κωλύεται η ελλείπει. Όταν απουσιάζει,
κωλύεται ή ελλείπει ο Πρόεδρος, αναπληρώνεται από τον Αντιπρόεδρο και ο
Αντιπρόεδρος από τον Εισηγητή που είναι αρχαιότερος κατά το διορισμό. Όταν
απουσιάζει, κωλύεται ή ελλείπει Εισηγητής αναπληρώνεται από άλλον Εισηγητή κατά
την πιο πάνω αρχαιότητα κατά το διορισμό.
2. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος, τα μέλη και οι Εισηγητές της Ρ.Α.Λ επιλέγονται
από τη Βουλή, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, σύμφωνα με
τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό της Βουλής, διορίζονται δε με απόφαση του
Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15)
ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της απόφασης της Επιτροπής. Η θητεία του
Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών της Ρ.Α.Λ, τακτικών και
αναπληρωματικών, καθώς και των Εισηγητών, είναι πενταετής και μπορεί να
ανανεωθεί μία φορά. Η διαδικασία διορισμού των μελών της Ρ.Α.Λ. κινείται δύο
μήνες πριν από τη λήξη της θητείας των προηγούμενων μελών. Αν πεθάνει,
παραιτηθεί ή εκπέσει ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος ή μέλος της Ρ.Α.Λ. διορίζεται
νέος Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος ή νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας. Δεν μπορούν
να οριστούν μέλη της Ρ.Α.Λ, τα πρόσωπα που έχουν εκπέσει από την ιδιότητα του
μέλους αυτής για τους λόγους που ορίζονται στο νόμο αυτόν. Η θητεία των μελών
της Ρ.Α.Λ. παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι το διορισμό νέων. Ο Πρόεδρος, ο
Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ. αποχωρούν αυτοδικαίως με τη συμπλήρωση του
εβδομηκοστού (70ού) έτους ηλικίας τους. Η θητεία των υφιστάμενων μελών της
Ρ.Α.Λ. παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι το διορισμό νέων, σύμφωνα με τον παρόντα
Νόμο.
3. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ., τακτικά και
αναπληρωματικά, μετά την επιλογή τους και πριν από την έκδοση της πράξης
διορισμού τους, γνωστοποιούν στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής την
παροχή υπηρεσίας, συμβουλής, εργασίας ή έργου, που έχουν αναλάβει με εντολή ή με
οποιαδήποτε έννομη σχέση τα τελευταία πέντε χρόνια πριν από την έναρξη της
θητείας τους. Μετά από εξέταση των προσκομισθέντων στοιχείων, ο Υπουργός
Ναυτιλίας μπορεί με αιτιολογημένη απόφασή του να αναπέμψει το ζήτημα στην
Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας για νέα κρίση. Αντίστοιχη υποχρέωση έγγραφης
ενημέρωσης του Προέδρου της Ρ.Α.Λ υφίσταται και για κάθε έργο, εργασία,
υπηρεσία, συμβουλή ή εντολή που παρέχουν τα μέλη της Ρ.Α.Λ. που δεν είναι
πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Εφόσον
από τις πιο πάνω γνωστοποιήσεις προκύπτει προηγούμενη ή υφιστάμενη σχέση του
μέλους με επιχείρηση που εμπλέκεται άμεσα ή έμμεσα σε
υπό εξέταση υπόθεση, τεκμαίρεται κώλυμα συμμετοχής του στις συνεδριάσεις της
Ρ.Α.Λ. για τη συζήτηση και λήψη απόφασης που σχετίζεται με την επιχείρηση αυτή.
4. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, τα τακτικά μέλη της Ρ.Α.Λ. τα οποία δεν
είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη,
δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο δημόσιο λειτούργημα ή
κάθε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα επιχειρηματική ή μη, που δεν συμβιβάζονται
με την ιδιότητα και τα καθήκοντα του μέλους της Ρ.Α.Λ. Δεν συνιστά ασυμβίβαστο
για μέλη της, τακτικά και αναπληρωματικά, η άσκηση καθηκόντων μέλους ΔΕΠ ΑΕΙ, με
καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης.
5. Για τα μέλη ή τους αναπληρωτές, για τους οποίους προκύπτει ζήτημα
ασυμβίβαστου κατά την προηγούμενη παράγραφο, αποφασίζει το Πειθαρχικό Συμβούλιο
που προβλέπεται στο άρθρο 110. Σε εκτέλεση της απόφασης εκδίδεται πράξη του
αρμόδιου για το διορισμό του μέλους οργάνου.
6. Η ιδιότητα του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και του μέλους (τακτικού ή
αναπληρωματικού) της Ρ.Α.Λ. είναι ασυμβίβαστη με την εξ αίματος ή εξ αγχιστείας
μέχρι β' βαθμού συγγένεια ή συζυγική σχέση με πρόσωπο που κατέχει το βουλευτικό
αξίωμα ή είναι βουλευτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή είναι μέλος της Κυβέρνησης.
Το ασυμβίβαστο αυτό ισχύει καθ' όλη τη διάρκεια της θητείας. Η διαπίστωση του
ανωτέρω ασυμβίβαστου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη έκπτωση από τη θέση του
Προέδρου, του Αντιπροέδρου ή του μέλους, αντίστοιχα, για την οποία εκδίδεται
διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου. Η παρούσα παράγραφος
καταλαμβάνει τα ήδη υπηρετούντα πρόσωπα.
7. Στον Πρόεδρο, στον Αντιπρόεδρο και στα μέλη της Ρ.Α.Λ. απαγορεύεται ο άμεσος
ή έμμεσος προσπορισμός οποιουδήποτε οφέλους από επιχειρήσεις ή από τρίτους που
επηρεάζονται άμεσα από τη δραστηριότητά τους.
8. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ και οι αναπληρωτές τους έχουν υποχρέωση τήρησης της
εμπιστευτικότητας και της εχεμύθειας. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της
Ρ.Α.Λ. υποχρεούνται στην τήρηση εμπιστευτικότητας πληροφοριών σχετικών με
επιχειρηματική δραστηριότητα των οποίων έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των
καθηκόντων τους.
9. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από γνώμη
της Ρ.Α.Λ., καταρτίζεται Κώδικας Δεοντολογίας που ρυθμίζει τον τρόπο άσκησης των
καθηκόντων των μελών της και του προσωπικού της.
10. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ, τακτικά και
αναπληρωματικά, δεν επιτρέπεται, μετά τη λήξη της θητείας τους, με οποιονδήποτε
τρόπο, να παρέχουν υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε
εταιρία ή επιχείρηση επί των υποθέσεων εκείνων τις οποίες οι ίδιοι χειρίστηκαν ή
επί των οποίων είχαν συμμετάσχει στη λήφη απόφασης κατά τη διάρκεια της θητείας
τους. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ, τακτικά ή
αναπληρωματικά, δεν επιτρέπεται, για τρία έτη μετά τη λήξη της θητείας τους να
αναλαμβάνουν γενικώς την υπεράσπιση υποθέσεων ενώπιον της Ρ.Α.Λ. ή την
προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων κατά αποφάσεών της. Η απαγόρευση αυτή είναι
απρόθεσμη αναφορικά με υποθέσεις που χειρίστηκαν ή επί των οποίων είχαν
συμμετάσχει στην λήψη απόφασης κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Σε όσους
παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, πρόστιμο ίσο με το δεκαπλάσιο των συνολικών
αποδοχών και αποζημιώσεων που έλαβε το μέλος της Ρ.Α.Λ. κατά τη διάρκεια της
θητείας του.
11. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ. εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους: α) αν εκδοθεί σε
βάρος τους αμετάκλητη δικαστική απόφαση για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα
διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με
τις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και
Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (Α' 26), β) εάν δεν προβούν στις γνωστοποιήσεις της
παραγράφου 3.
12. Η ιδιότητα του μέλους αναστέλλεται αν εκδοθεί αμετάκλητο παραπεμπτικό
βούλευμα για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου
ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3528/2007 (Α' 26)
και μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Αν ανασταλεί η ιδιότητα
μέλους, διορίζεται αναπληρωματικό μέλος η θητεία του οποίου διαρκεί όσο διαρκεί
η αναστολή.
13. Οι αποδοχές των μελών της Ρ.Α.Λ. που είναι πλήρους και αποκλειστικής
καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
14. Το ύφος της ημερήσιας αποζημίωσης, των δαπανών μετακίνησης και
διανυκτέρευσης του Προέδρου, του Αντιπροέδρου, των Εισηγητών και των λοιπών
μελών της, καθώς και του προσωπικού της για εκτέλεση υπηρεσίας καθορίζονται
σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Τα οριζόμενα στην παρούσα παράγραφο τελούν υπό
την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 3833/2010 (Α' 40).
15. Ο Πρόεδρος και όλα τα μέλη της Ρ.Α.Λ, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη
υποβάλλουν κατ' έτος τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης που προβλέπεται από τον.
3213/2003 (Α' 309), όπως ισχύει.
Άρθρο 110
Π ε ιθαρχικός Έλεγχος
1. Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεων τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο και
τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση αυτού, τα μέλη της
Ρ.Α.Λ υπέχουν πειθαρχική ευθύνη. Την πειθαρχική διαδικασία ενώπιον του
Πειθαρχικού Συμβουλίου της παραγράφου 2 κινεί το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από
πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, για τον Πρόεδρο και τα
μέλη της. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό την
επιβολή των κυρώσεων που ορίζονται κατά τη διαδικασία του άρθρου 111.
-ΖΆ-
2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτελείται από έναν Σύμβουλο Επικράτειας, έναν
Αρεοπαγίτη και έναν Καθηγητή Πανεπιστημίου με ειδίκευση στα οικονομικά, με
τριετή θητεία. Καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο αρχαιότερος των δικαστικών λειτουργών.
Χρέη γραμματέα του Συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του Υπουργείου Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής. Ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του Συμβουλίου
ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές.
3. Το Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής
Πολιτικής, η οποία εκδίδεται μέσα σε εξήντα ημέρες από την έναρξη ισχύος του
παρόντος. Ειδικά, τα μέλη του Συμβουλίου που είναι δικαστικοί λειτουργοί,
διορίζονται με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου.
4. Σε εκτέλεση της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου εκδίδεται σχετική πράξη
του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Άρθρο 111
Πειθαρχικό Συμβούλιο
1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνεδριάζει νόμιμα με την παρουσία όλων των μελών του
και αποφασίζει με απόλυτη πλειοφηφία των παρόντων. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο
αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.
2. Πειθαρχικά παραπτώματα θεωρούνται: α) η παράβαση διατάξεων του παρόντος και
εν γένει της ισχύουσας νομοθεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων και
αρμοδιοτήτων, β) η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων, γ) η
απόκτηση οικονομικού οφέλους ή ανταλλάγματος του ιδίου του μέλους ή τρίτου
προσώπου κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών και δ) η υπαίτια
πρόκληση ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Ρ.Α.Λ.
3. Οι επιβαλλόμενες από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ποινές είναι: α) έγγραφη
επίπληξη, β) πρόστιμο έως τις αποδοχές δώδεκα (12) μηνών και γ) οριστική παύση.
4. Σε περίπτωση επιβολής εντός διετίας δύο πειθαρχικών ποινών επίπληξης ή/και
προστίμου σε μέλος της Ρ.Α.Λ. για το ίδιο ή διαφορετικό πειθαρχικό παράπτωμα, το
μέλος αυτό εκπίπτει αυτοδίκαια από τη θέση του.
5. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί μόνο στις εξής περιπτώσεις:
α) αν το πειθαρχικό παράπτωμα συνιστά ταυτόχρονα και αξιόποινη πράξη,
β) αν το μέλος απέκτησε ή επιδίωξε να αποκτήσει οικονομικό όφελος ή αντάλλαγμα
προς όφελος του ιδίου ή τρίτου προσώπου κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ
αφορμής αυτών,
γ) της παράβασης της υποχρέωσης εμπιστευτικότητας και εχεμύθειας, δ) της
παράβασης της παραγράφου 4 του άρθρου 108,
ε) της υπαίτιας πρόκλησης ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Ρ.Α.Λ.
6. Μετά την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας κατά το άρθρο 110 παράγραφος 1, ο
Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου υποχρεούται να καλέσει το μέλος σε
προηγούμενη ακρόαση και παροχή έγγραφων εξηγήσεων με κλήση, η οποία αναφέρει το
αποδιδόμενο παράπτωμα και επιδίδεται στο μέλος με δικαστικό
επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο. Στην κλήση αναφέρεται η ημερομηνία ακρόασης του
μέλους ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, η οποία δεν μπορεί να απέχει λιγότερο
των δέκα (10) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της κλήσης. Προ της
ακροάσεως και της παροχής έγγραφων εξηγήσεων, το μέλος δικαιούται να λάβει γνώση
του φακέλου της υπόθεσης.
7. Κατά την ακρόαση, το μέλος υποβάλλει ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου τις
έγγραφες εξηγήσεις του, παρέχει τις απαιτούμενες διευκρινίσεις, απαντά σε
ερωτήσεις και εν γένει διευκολύνει το έργο του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη
διακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Μετά την ολοκλήρωση της
ανωτέρω διαδικασίας, το Πειθαρχικό Συμβούλιο διασκέπτεται αυθημερόν και εκδίδει
απόφαση, η οποία είτε:
α) κρίνει ικανοποιητικές και επαρκείς τις εξηγήσεις του μέλους και παύει την
πειθαρχική διαδικασία,
β) δίδει εντολή στον Πρόεδρο του Συμβουλίου να συντάξει έκθεση πειθαρχικού
παραπτώματος στην οποία περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά, το κατά την
παράγραφο 2 πειθαρχικό παράπτωμα και ορίζεται ημέρα και ώρα συνεδριάσεως του
Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη συζήτηση της υποθέσεως, στην οποία καλείται να
παραστεί το διωκόμενο μέλος, εφόσον το επιθυμεί και με πληρεξούσιο δικηγόρο. Η
ως άνω απόφαση και στις δύο περιπτώσεις επιδίδεται στο μέλος με δικαστικό
επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο.
8. Σε περίπτωση άσκησης πειθαρχικής δίωξης με απόφαση της περίπτωσης β' του
εδαφίου β' της προηγούμενης παραγράφου, κατά την ορισθείσα ημέρα συνεδρίασης, το
Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται κατά την κρίση του να εξετάσει μάρτυρες, μετά δε
την προφορική ενώπιον του απολογία του διωκόμενου μέλους ή, σε περίπτωση μη
εμφανίσεώς του, μετά τη διαπίστωση της νόμιμης κλήτευσής του, εκδίδει αμέσως την
απόφασή του. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται, αν το κρίνει αναγκαίο, να διατάξει
τη συμπλήρωση της έκθεσης πειθαρχικού παραπτώματος και επανάληψη της συζητήσεως.
Στην περίπτωση αυτή καλείται με νέα κλήση το διωκόμενο μέλος, στην οποία
ορίζεται νέα ημέρα και ώρα συζητήσεως, η οποία επιδίδεται σύμφωνα με την
προηγούμενη παράγραφο. Η επίδοση αυτή μπορεί να παραλειφθεί, εφόσον το μέλος
κατά την πρώτη συζήτηση ήταν παρόν και του γνωστοποιήθηκε η νέα ημερομηνία
συζητήσεως. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται επίσης άπαξ να αναβάλει τη λήψη
αποφάσεως, προκειμένου να εξετάσει ή επανεξετάσει μάρτυρες, ορίζοντας για το
λόγο αυτόν νέα ημερομηνία συζήτησης της υποθέσεως. Στην περίπτωση αυτή, κλήση
του διωκόμενου μέλους απαιτείται μόνο εάν αυτό ήταν απόν. Οι μάρτυρες
προσέρχονται με επιμέλεια των ενδιαφερομένων. Η μη προσέλευση των μαρτύρων δεν
κωλύει τη λήψη απόφασης.
9. Η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι ειδικώς αιτιολογημένη, συντάσσεται
εγγράφως και τηρούνται συνοπτικά πρακτικά των συνεδριάσεων.
10. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από τυχόν εκκρεμή
ποινική δίωξη. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει αυτοδίκαια την πειθαρχική
διαδικασία, δύναται όμως το Πειθαρχικό Συμβούλιο να διατάξει την αναστολή της
μέχρι την περάτωση της ποινικής δίκης. Πραγματικά περιστατικά, τα οποία
διαπιστώθηκαν με αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου λαμβάνονται υπόψη στην
πειθαρχική διαδικασία, χωρίς ωστόσο το Πειθαρχικό Συμβούλιο να δεσμεύεται στην
κρίση του από την απόφαση του ποινικού δικαστηρίου. Σε περίπτωση αμετάκλητης
απόφασης ποινικού δικαστηρίου για αδίκημα σχετιζόμενο με παραβάσεις των
διατάξεων του παρόντος ή για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού ή έκπτωση
δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3528/ 2007, εκδίδεται
απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, με την οποία διαπιστώνεται η οριστική παύση
του μέλους.
11. Τα πειθαρχικά παραπτώματα της παραγράφου 2 παραγράφονται μετά πενταετία από
την τέλεσή τους. Πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο αποτελεί και ποινικό αδίκημα δεν
παραγράφεται πριν παραγραφεί το ποινικό αδίκημα. Η κατά την παράγραφο 6 κλήση
για ακρόαση και για έγγραφες εξηγήσεις διακόπτει την ως άνω παραγραφή. Στην
περίπτωση αυτή ο συνολικός χρόνος παραγραφής δεν μπορεί να υπερβεί τα επτά (7)
έτη, με την επιφύλαξη του εδαφίου β' και της περίπτωσης της αναστολής της
πειθαρχικής διαδικασίας κατά την παράγραφο 10, οπότε και ο χρόνος παραγραφής του
πειθαρχικού παραπτώματος δεν συμπληρώνεται πριν την παρέλευση έτους από την
ημερομηνία δημοσίευσης της αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου.
12. Οι διατάξεις του Μέρους Ε' («Πειθαρχικό Δίκαιο») του Κώδικα Κατάστασης
Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., ο οποίος κυρώθηκε με το
άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007, όπως οι διατάξεις αυτές εκάστοτε ισχύουν,
εφαρμόζονται αναλογικά, στο μέτρο που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του
παρόντος νόμου.
Άρθρο 112
Κανονιστικές Αρμοδιότητες
Η Ρ.Α.Λ έχει την αρμοδιότητα έκδοσης κανονιστικών πράξεων και δεσμευτικών
οδηγιών για τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν :
α) στην απλούστευση, στη διαφάνεια και στη συμβατότητα των τελών κοινού
ενδιαφέροντος όλων των ελληνικών λιμένων με τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού, β)
στην τυποποίηση της διαδικασίας αριθμητικού προσδιορισμού και υπολογισμού,
επιβολής και είσπραξης ποινικών ρητρών ή άλλων συμβατικών αξιώσεων που
προβλέπονται στις Συμβάσεις Παραχώρησης καθώς και στην τυποποίηση της
διαδικασίας διατύπωσης και κρίσης των αντιρρήσεων των ενδιαφερομένων κατά των
αποφάσεων επιβολής.
Ρητά ορίζεται ότι τα σχετικά εισπραττόμενα ποσά αποτελούν έσοδο του Υπουργείου
Οικονομικών και δεν προσαυξάνουν τον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Λ. γ) στην άσκηση των
λοιπών αρμοδιοτήτων της, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης Κανονισμού Ακροάσεων
προσώπων και επιχειρήσεων.
2. Οι κανονιστικές πράξεις του παρόντος άρθρου δημοσιεύονται με ποινή ακυρότητας
στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Άρθρο 113
Ρυθμιστικές Αρμοδιότητες
1. Η Ρ.Α.Λ. έχει την αρμοδιότητα να λαμβάνει ρυθμιστικά μέτρα για: α) την
παρακολούθηση της εφαρμογής των όρων και διατάξεων των Συμβάσεων Παραχώρησης
στους λιμένες, ιδίως σε ό,τι αφορά την τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού, του
συμφωνημένου επιπέδου εξυπηρέτησης και τη συμμόρφωση προς τους
χρηματο-οικονομικούς στόχους,
β) την τήρηση των υποχρεώσεων των λιμένων στο πλαίσιο της σχετικής κείμενης -
εθνικής και ευρωπαϊκής - νομοθεσίας, σε σχέση με δημόσιες συμβάσεις, Συμβάσεις
Παραχώρησης και τους κανόνες ανταγωνισμού,
γ) την υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας στον λιμενικό τομέα σύμφωνα με τις
Συμβάσεις Παραχώρησης και τους κανόνες ανταγωνισμού, δ) τη διαμεσολάβηση και
επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης, τη διαχείριση παραπόνων,
και τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών σε εύλογο χρονικό διάστημα, σε κάθε
θέμα αρμοδιότητάς της, ε) την υποστήριξη προς τις αρμόδιες αρχές για την
κατάρτιση προδιαγραφών δημοσίων συμβάσεων (παραχωρήσεις χερσαίας ζώνης) και των
σχετικών ανανεώσεων που προτείνονται από τον φορέα διαχείρισης, την
παρακολούθηση της εφαρμογής των όρων των δημοσίων συμβάσεων, προς εξασφάλιση
ιδίως της τήρησης του συμφωνημένου επιπέδου εξυπηρέτησης, με προσδιορισμό των
επιπέδων απόδοσης, επενδύσεων, δημιουργίας θέσεων απασχόλησης και της
συμμόρφωσης με τους χρηματοοικονομικούς στόχους,
στ) την εξασφάλιση - σε συνεργασία με την Επιτροπή Ανταγωνισμού - της πιστής
εφαρμογής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στον κλάδο, την αποτροπή κατάχρησης
δεσπόζουσας θέσης, εναρμονισμένων πρακτικών, εξοντωτικής τιμολόγησης και άλλων
πρακτικών που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό,
2. Περαιτέρω, η Ρ.Α.Λ είναι αρμόδια για:
α) την επεξεργασία και πρόταση στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής
των αναγκαίων νομοθετικών διατάξεων για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της
β) τη σύνταξη και υποβολή προς κάθε συναρμόδιο Υπουργείο ή Ανεξάρτητη Αρχή
εισηγήσεων για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της
γ) την ανταλλαγή πληροφοριών και συνεργασία με τους αντίστοιχους φορείς των
άλλων κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τις αρμοδιότητες της δ)
την γνωμοδότηση επί της μεθοδολογίας και του καθορισμού των τελών λιμενικών
υπηρεσιών και των τελών λιμενικών υποδομών, τη γνωμοδότηση - κατόπιν σχετικού
ερωτήματος του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής - στο Υπουργείο
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής επί ειδικών θεμάτων λιμένων -
περιλαμβανομένων και μέτρων για την ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του εθνικού
λιμενικού συστήματος.
ε) την άσκηση των συμβατικών δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου που απορρέουν
από Συμβάσεις Παραχώρησης στο όνομα και για λογαριασμό του. Ειδικά για τα
παρακάτω:
αα) την καταγγελία ή με άλλο τρόπο λύση τέτοιας Σύμβασης Παραχώρησης, στο
σύνολό της ή (εφόσον παρέχεται τέτοια δυνατότητα) μερικώς,
ββ) τη διαπίστωση της πλήρωσης διαλυτικής αίρεσης ή/και τη διαπίστωση της
ματαίωσης αναβλητικής αίρεσης, καθώς και την επίκληση οποιουδήποτε από τα
ανωτέρω, στο μέτρο που επιδρά στην ισχύ Σύμβασης Παραχώρησης, ολικά ή
μερικά,
γγ) την άσκηση δικαιωμάτων παρέμβασης στα υπό παραχώρηση περιουσιακά στοιχεία
ή/και την άσκηση δικαιωμάτων υποκατάστασης - υπεισέλευσης στη Σύμβαση
Παραχώρησης,
δδ) την προσφυγή σε οποιοδήποτε δικαιοδοτικό όργανο επίλυσης των σχετικών
συμβατικών διαφορών, όπως ενδεικτικά διαιτητικό ή πολιτειακό δικαστήριο, και την
εν γένει άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, η Ρ.Α.Λ. ασκεί το σχετικό δικαίωμα
ή προβαίνει στη σχετική ενέργεια μόνον εφόσον έχει προηγηθεί προηγούμενη σύμφωνη
γνώμη του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή του Υπουργού
Οικονομικών. Σε περίπτωση που οι δύο τελευταίοι Υπουργοί αιτηθούν γραπτώς στην
Ρ.Α.Λ. την άσκηση δικαιώματος της παρούσας περίπτωσης, η Ρ.Α.Λ. έχει δέσμια
αρμοδιότητα να προβεί στην άσκησή του κατά τα προσδιοριζόμενα στο σχετικό
έγγραφο.
Η τροποποίηση Σύμβασης Παραχώρησης υπόκειται στους ουσιαστικούς και
διαδικαστικούς κανόνες που ρυθμίζουν τη σύναψή της.
3. Η Ρ.Α.Λ. συνεργάζεται με την Επιτροπή Ανταγωνισμού και μπορεί να ζητεί τη
γνώμη της σε θέματα ανταγωνισμού ή να παραπέμπει σε αυτήν υποθέσεις, οι οποίες
ενδέχεται να εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του ν. 3959/ 2011 και στην αρμοδιότητα της
Επιτροπής Ανταγωνισμού.
4. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όταν η Ρ.Α.Λ.. έχει αποχρώσες ενδείξεις ότι η
παράβαση διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας ενέχει άμεση, σοβαρή και επικείμενη
απειλή για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια υγεία ή θα
προξενήσει σοβαρά οικονομικά ή λειτουργικά προβλήματα στη λειτουργία των
θαλάσσιων μεταφορών, μπορεί να λαμβάνει έκτακτα προσωρινά μέτρα προς
αντιμετώπιση της κατάστασης, πριν τη λήψη οριστικής απόφασης, η οποία λαμβάνεται
μετά από ακρόαση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης και τηρώντας την αρχή της
αναλογικότητας. Τα προσωρινά αυτά μέτρα δεν πρέπει να κατατείνουν στην πλήρη
ικανοποίηση του δικαιώματος.
5. Η απόφαση της Ρ.Α.Λ περί των προσωρινών μέτρων είναι άμεσα εκτελεστή και
μπορεί να επιβάλει ταυτόχρονα και διοικητικό πρόστιμο μέχρι πέντε χιλιάδες
(5.000) ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης.
6. Η διαδικασία λήψεως προσωρινών μέτρων καθορίζεται με τον Κανονισμό Ακροάσεων.
Στον ενδιαφερόμενο παρέχεται δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του και να
προτείνει μέτρα αποκατάστασης. Εάν αυτά κριθούν επαρκή, η Ρ.Α.Λ.. ανακαλεί τα
προσωρινά μέτρα και επικυρώνει τα προτεινόμενα από την επιχείρηση μέτρα
αποκατάστασης.
7. Τα προσωρινά μέτρα της Ρ.Α.Λ. έχουν ισχύ μέγιστης διάρκειας δυο μηνών, η
οποία, σε περιπτώσεις μη ολοκλήρωσης των διαδικασιών συμμόρφωσης, μπορεί να
παραταθεί για ακόμη δυο μήνες με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση.
Άρθρο 114
Διερευνηση Καταγγελιών
1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα να καταγγέλλει ενώπιον της
Ρ.Α.Λ. παραβάσεις για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της. Με απόφαση της Ρ.Α.Λ.
καθορίζονται ο τύπος, το περιεχόμενο, τα διαδικαστικά αποτελέσματα, καθώς και ο
τρόπος υποβολής και καταχώρισης των καταγγελιών του προηγούμενου εδαφίου. Η
Ρ.Α.Λ. αξιολογεί αν τα στοιχεία και οι ισχυρισμοί που τίθενται υπόψη της από τον
καταγγέλλοντα συνιστούν ενδείξεις παράβασης. Αν από την αξιολόγηση αυτή δεν
προκύπτουν ενδείξεις παράβασης των εν λόγω άρθρων, η καταγγελία λογίζεται ως
προφανώς αβάσιμη και τίθεται στο αρχείο. Οι Καταγγελίες αξιολογούνται το
συντομότερο δυνατό και πάντως μετά την πάροδο πέντε μηνών από την υποβολή τους
στη Ρ.Α.Λ. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου
δικαίου, οι εργαζόμενοι σε δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας
και οι εντεταλμένοι προσωρινά την άσκηση δημόσιας υπηρεσίας οφείλουν να
ανακοινώνουν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στη Ρ.Α.Λ., ό,τι περιέρχεται στη γνώση
τους με οποιονδήποτε τρόπο και σχετίζεται με θέματα αρμοδιότητάς της.
2. Καταγγελίες περί ζητημάτων που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Ρ.Α.Λ. με
βάση τις διατάξεις του παρόντος νόμου τίθενται στο αρχείο με πράξη του Προέδρου
της, ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας οργανικής μονάδας, μέσα σε προθεσμία πέντε
μηνών από την υποβολή τους. Εάν η καταγγελία εμπίπτει στις αρμοδιότητες άλλης
ανεξάρτητης ή διοικητικής ή δικαστικής αρχής η Ρ.Α.Λ. οφείλει να τη διαβιβάσει
αρμοδίως μέσα στην παραπάνω προθεσμία.
3. Όταν είναι αναγκαίο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ρ.Α.Λ., που ορίζονται
στον παρόντα νόμο, ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. ή ο εξουσιοδοτημένος από αυτόν
Αντιπρόεδρος, μπορεί να ζητά με έγγραφο πληροφορίες από επιχειρήσεις, ενώσεις
επιχειρήσεων ή άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή δημόσιες ή άλλες αρχές. Στο
έγγραφο αναφέρονται οι διατάξεις του νόμου, οι οποίες θεμελιώνουν το αίτημα, ο
σκοπός της αίτησης, η προθεσμία που τάσσεται για την παροχή των πληροφοριών, η
οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των πέντε εργασίμων ημερών. Εκείνοι, στους
οποίους απευθύνεται το έγγραφο υποχρεούνται σε άμεση, πλήρη και ακριβή παροχή
των πληροφοριών που ζητούνται. Δεν υπέχουν υποχρέωση παροχής
πληροφοριών τα πρόσωπα που δεν εξετάζονται σε ποινικές δίκες. Με τα οριζόμενα
στην παρούσα παράγραφο δε θίγονται οι διατάξεις περί τραπεζικού απορρήτου.
4. Με την επιφύλαξη ειδικών νόμων που καθιερώνουν υποχρέωση εχεμύθειας, όλες οι
δημόσιες αρχές και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υπέχουν υποχρέωση να
παρέχουν πληροφορίες και να συνδράμουν τη Ρ.Α.Λ. και τους εντεταλμένους
υπαλλήλους της κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
5. Σε περίπτωση άρνησης, δυστροπίας ή καθυστέρησης παροχής των αιτούμενων κατά
περίπτωση πληροφοριών ή σε περίπτωση παροχής πληροφοριών ανακριβών ή ελλιπών από
επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, διευθυντές και υπαλλήλους τους, όπως και
ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, η Ρ.Α.Λ. επιβάλλει πρόστιμο
δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ με ανώτατο όριο το 1% του κύκλου εργασιών, και
για κάθε παράβαση.
Η απόφαση επιβολής πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη και να περιγράφει
επαρκώςτην πλημμέλεια στη συμπεριφορά του ελεγχόμενου προσώπου.
6. Για την άσκηση των ελεγκτικών τους αρμοδιοτήτων, τα μέλη και οι υπάλληλοι της
Ρ.Α.Λ., υπό την διεύθυνση και την εποπτεία του κατά περίπτωση αρμόδιου
Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, δύνανται:
α) να ελέγχουν κάθε είδους και κατηγορίας βιβλία, στοιχεία και λοιπά έγγραφα των
επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων, καθώς και την ηλεκτρονική εμπορική
αλληλογραφία των επιχειρηματιών, διοικητών, διευθυνόντων συμβούλων, διαχειριστών
και γενικά εντεταλμένων τη διοίκηση ή διαχείριση προσώπων, καθώς και του
προσωπικού των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως της μορφής
αποθήκευσης τους, και οπουδήποτε και εάν αυτά φυλάσσονται και να λαμβάνουν
αντίγραφα ή αποσπάσματα τους.
β) να προβαίνουν σε κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων και άλλων στοιχείων, καθώς και
ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, τα οποία αποτελούν
επαγγελματικές πληροφορίες.
γ) να ελέγχουν και να συλλέγουν πληροφορίες και δεδομένα κινητών τερματικών,
φορητών συσκευών, καθώς και των εξυπηρετητών τους σε συνεργασία με τις αρμόδιες
κατά περίπτωση αρχές, που βρίσκονται μέσα ή έξω από τις κτιριακές εγκαταστάσεις
των ελεγχόμενων επιχειρήσεων ή ενώσεων αυτών δ) να ενεργούν έρευνες στα γραφεία
και τους λοιπούς χώρους και τα μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων ή ενώσεων
επιχειρήσεων
ε) να σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο, βιβλία ή έγγραφα, κατά την
περίοδο που διενεργείται ο έλεγχος και στο μέτρο των αναγκών αυτού, στ) να
ενεργούν έρευνες στις κατοικίες των επιχειρηματιών, διοικητών, διευθυνόντων
συμβούλων, διαχειριστών και γενικά εντεταλμένων τη διοίκηση ή διαχείριση
προσώπων, καθώς και του προσωπικού των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων,
εφόσον υπάρχουν εύλογες υπόνοιες, ότι φυλάσσονται εκεί βιβλία ή άλλα έγγραφα που
συνδέονται με την επιχείρηση και το αντικείμενο του ελέγχου.
ζ) να λαμβάνουν, κατά την κρίση τους, ένορκες ή ανωμοτί καταθέσεις, με την
επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και να
ζητούν από κάθε αντιπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή ένωσης
επιχειρήσεων, επεξηγήσεις για τα γεγονότα ή τα έγγραφα που σχετίζονται με το
αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφουν τις σχετικές απαντήσεις.
Για τις πράξεις της παρούσας παραγράφου συντάσσονται εκθέσεις σύμφωνα με τα
οριζόμενα στα άρθρα 148 - 153 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Η διαδικασία συλλογής, φύλαξης και επεξεργασίας ηλεκτρονικών αρχείων και
αλληλογραφίας, που συλλέγονται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, καθορίζεται
με απόφαση της Ρ.Α.Λ.
Κατά την άσκηση των εξουσιών τους, τα μέλη και οι υπάλληλοι της Ρ.Α.Λ. τηρούν
τις διατάξεις του άρθρου 9 του Συντάγματος για το άσυλο της κατοικίας και τις
εγγυήσεις έρευνας που καθιερώνει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας.
Σε περίπτωση άρνησης ή παρεμπόδισης με οποιονδήποτε τρόπο των μελών και
υπαλλήλων της Ρ.Α.Λ. στην άσκηση των καθηκόντων τους, αυτοί μπορούν να ζητούν τη
συνδρομή των εισαγγελικών αρχών και κάθε άλλης αρμόδιας αρχής.
Άρθρο 115
Εκπροσώπηση της Ρ.Α.Λ. - Αρμοδιότητες Προέδρου
1. Η Ρ.Α.Λ. παρίσταται αυτοτελώς ως διάδικος στα δικαστήρια σε κάθε είδους
δίκες.
2. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. την εκπροσωπεί ενώπιον κάθε δικαστικής αρχής και στις
σχέσεις της με τις άλλες διοικητικές ή ανεξάρτητες αρχές και τους τρίτους και
έχει, δυνάμει της κείμενης νομοθεσίας, των διατάξεων του παρόντος και των
αποφάσεων της Ρ.Α.Λ. την ευθύνη της λειτουργίας αυτής, ασκεί δε τις προς τούτο
αρμοδιότητες και ιδίως:
(α) προΐσταται όλων των υπηρεσιών της, διευθύνει το έργο τους και ασκεί
πειθαρχική εξουσία επί του προσωπικού της,
(β) καθορίζει τα θέματα ημερήσιας διάταξης και προεδρεύει στις συνεδριάσεις της
Ρ.Α.Λ.,
(γ) παρακολουθεί την εκτέλεση των αποφάσεων, πορισμάτων και οποιωνδήποτε άλλων
πράξεών της,
(δ) λαμβάνει αποφάσεις διαχειριστικού χαρακτήρα για την εύρυθμη λειτουργία της
και την εφαρμογή των αποφάσεών της,
(ε) μεριμνά για την κατάρτιση προϋπολογισμού, απολογισμού και ισολογισμού της
Ρ.Α.Λ.
3. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. μπορεί με πράξη του να αναθέτει την εκπροσώπηση της
Ρ.Α.Λ. στον Αντιπρόεδρο ή σε άλλα μέλη της, εκτός δε των περιπτώσεων όπου ο
νόμος το απαγορεύει ρητά, μπορεί με πράξη του να παρέχει εξουσιοδότηση στον
Αντιπρόεδρο ή σε άλλα μέλη της Ρ.Α.Λ. ή στο Γενικό Διευθυντή ή σε Προϊσταμένους
των Διευθύνσεων για τη διενέργεια συγκεκριμένης πράξης ή ενέργειας ή κατηγορίας
πράξεων ή ενεργειών, καθώς και να υπογράφουν «με εντολή
προέδρου» έγγραφα ή άλλες πράξεις της Ρ.Α.Λ., οι οποίες δημοσιεύονται δι'
αναρτήσεως, με επιμέλεια της Γραμματείας της Ρ.Α.Λ. στον πίνακα ανακοινώσεων και
δημοσιεύσεων της, καθώς και στην ιστοσελίδα της. Οι πράξεις του προηγούμενου
εδαφίου δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Τον Πρόεδρο της Ρ.Α.Λ., εφόσον απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει ο
Αντιπρόεδρος.
Άρθρο 116
Συνεδριάσεις - Απαρτία
1. Η Ρ.Α.Λ. συνέρχεται στην έδρα της κατόπιν προσκλήσεως του Προέδρου της
τουλάχιστον μία φορά το μήνα. Δύναται να συνεδριάζει και εκτός έδρας ή με τη
χρήση ηλεκτρονικών μέσων.
2. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Ρ.Α.Λ που ορίζεται με απόφαση του
Προέδρου. Ο γραμματέας παρίσταται κατά τις συνεδριάσεις.
3. Στις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ. εκτός του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των
μελών αυτής μπορούν να προσκαλούνται, αναλόγως και της ημερήσιας διάταξης, ένας
εκπρόσωπος της Ένωσης Λιμένων Ελλάδος, ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Περιφερειών
Ελλάδος, ένας εκπρόσωπος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας, ένας
εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και ένας εκπρόσωπος της
Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμανιών Ελλάδος, που ορίζονται από τους φορείς αυτούς με
τους νόμιμους αναπληρωτές τους. Τα πρόσωπα αυτά συμμετέχουν, εφόσον προσκληθούν,
με δικαίωμα λόγου και χωρίς δικαίωμα ψήφου.
Η Ρ.Α.Λ. μπορεί να καλεί στις συνεδριάσεις της, προς παροχή πληροφοριών ή
προσαγωγή στοιχείων, υπηρεσιακούς παράγοντες ή και τρίτους, οι οποίοι αποχωρούν
σε κάθε περίπτωση πριν την ψηφοφορία. Λεπτομέρειες ορίζονται στον Κανονισμό
Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης.
4. Η Ρ.Α.Λ. βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει νομίμως, εφόσον μετέχουν στη
συνεδρίαση πέντε (5) τουλάχιστον μέλη, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος ή,
απουσιάζοντος αυτού, ο Αντιπρόεδρος. Η απαρτία πρέπει να υπάρχει σε όλη τη
διάρκεια της συνεδρίασης και κατά την ψηφοφορία.
5. Αν απαιτούνται διαδοχικές συνεδριάσεις που διεξάγονται σε διαφορετικό χρόνο,
η νομιμότητα της σύνθεσης της Ρ.Α.Λ. δεν επηρεάζεται από την τυχόν εναλλαγή των
μελών που συμμετέχουν.
6. Για τη λειτουργία της Ρ.Α.Λ. εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου και
του Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης (Προεδρικό Διάταγμα
19/2016 «Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής
Λιμένων», ΦΕΚ Α' 28/2016, όπως ισχύει τροποποιημένο) και συμπληρωματικά οι
διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α' 45).
Άρθρο 117
Πρόσκληση Μελών - Συνεδριάσεις
1. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο των
συνεδριάσεων, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη των θεμάτων που πρόκειται να
συζητηθούν και καλεί τα μέλη να συμμετάσχουν.
2. Κάθε μέλος της Ρ.Α.Λ. έχει δικαίωμα να ζητήσει εγγράφως την ένταξη θέματος
στην ημερήσια διάταξη. Ο Πρόεδρος υποχρεούται να συμπεριλάβει το προτεινόμενο
θέμα σε κάποια από τις επόμενες τρεις συνεχείς συνεδριάσεις από την υποβολή του
αιτήματος.
3. Η πρόσκληση των μελών, η οποία περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη,
γνωστοποιείται στα μέλη της Ρ.Α.Λ. τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από
τη συνεδρίαση. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο,
καθώς επίσης και με τηλεφώνημα, τηλεγράφημα, τηλεομοιοτυπία ή ηλεκτρονικό
ταχυδρομείο.
Η προθεσμία αυτή μπορεί, σε περίπτωση κατεπείγοντος, να συντμηθεί με απόφαση του
Προέδρου, όμως τότε, η πρόσκληση πρέπει να είναι έγγραφη.
4. Πρόσκληση των μελών της Ρ.Α.Λ. δεν απαιτείται όταν οι συνεδριάσεις γίνονται
σε ημερομηνίες τακτές, που ορίζονται με απόφαση της, η οποία και γνωστοποιείται
στα μέλη της.
Πρόσκληση δεν απαιτείται, επίσης, όταν μέλος της Ρ.Α.Λ. έχει δηλώσει, πριν από
τη συνεδρίαση, κώλυμα συμμετοχής του σε αυτήν ή όταν το κώλυμα τούτο είναι
γνωστό στον Πρόεδρο.
5. Αν κατά τη συνεδρίαση απουσιάσει μέλος της Ρ.Α.Λ. το οποίο δεν είχε
προσκληθεί, η συνεδρίαση είναι παράνομη. Αν υπήρξαν πλημμέλειες ως προς την
κλήτευση μέλους, η Ρ.Α.Λ. συνεδριάζει νομίμως, αν το μέλος αυτό παρίσταται κατά
τη συνεδρίαση και δεν αντιλέγει.
Άρθρο 118
Υποχρεωτική Σύγκληση της Ρ.Α.Λ.
1. Ο Πρόεδρος έχει υποχρέωση να συγκαλέσει τη Ρ.Α.Λ. αν το ζητήσει εγγράφως ο
Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ο οποίος προσδιορίζει και τα προς
συζήτηση θέματα.
2. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου η σύγκληση της Ρ.Α.Λ. λαμβάνει
χώρα εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος. Αν
παρέλθει η ως άνω προθεσμία, ο Αντιπρόεδρος υποχρεούται να συγκαλέσει τη Ρ.Α.Λ.
χωρίς καθυστέρηση.
3. Η σύγκληση είναι υποχρεωτική και όταν το ζητήσουν δύο τουλάχιστον μέλη της
Ρ.Α.Λ. με αίτηση τους προς τον Πρόεδρο, στην οποία πρέπει να ορίζουν και τα
θέματα της ημερήσιας διατάξεως. Ο Πρόεδρος μπορεί να εντάξει τα προτεινόμενα
θέματα στην ημερήσια διάταξη της επόμενης συνεδρίασης από την υποβολή του
αιτήματος, αν αυτή δεν απέχει πάνω από δέκα ημέρες από τη λήψη του αιτήματος.
Σε διαφορετική περίπτωση η Ρ.Α.Λ. συγκαλείται νομίμως και με πρόσκληση των
αιτούντων μελών.
Άρθρο 119
Διεξαγωγή των Συνεδριάσεων
1. Στις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ. συζητούνται και λαμβάνονται αποφάσεις μόνο για
τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη. Κατ' εξαίρεση, μπορούν να
συζητηθούν και θέματα που δεν περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη, αν είναι
παρόντα όλα τα μέλη και ομόφωνα συμφωνούν για τη συζήτηση τους.
2. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. κηρύσσει την έναρξη και τη λήξη των συνεδριάσεων,
διευθύνει τις εργασίες και φροντίζει για την εφαρμογή του νόμου και την εύρυθμη
λειτουργία της.
Άρθρο 120
Πρακτικά Συνεδριάσεων
1. Για τις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ. συντάσσεται πρακτικό, στο οποίο
μνημονεύονται, ιδίως, τα ονόματα και η ιδιότητα των παριστάμενων μελών, ο τόπος
και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν με συνοπτική αλλά
περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενο τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της
ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που λήφθηκαν. Στο ανωτέρω πρακτικό καταχωρίζονται
υποχρεωτικώς όλες οι επιμέρους γνώμες που διατυπώθηκαν και τέθηκαν σε ψηφοφορία.
2. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν και τα
ονόματα αυτών.
3. Το πρακτικό συντάσσεται από το μέλος ή υπάλληλο της Ρ.Α.Λ. που επιφορτίζεται
με το καθήκον αυτό από τον Πρόεδρο, συνυπογράφεται από το σύνολο των παρόντων
μελών και επικυρώνεται από τον Πρόεδρο.
4. Κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα, ύστερα από γραπτή αίτησή του, να
λαμβάνει γνώση των πρακτικών των συνεδριάσεων και των υποθέσεων που
διεκπεραιώθηκαν από τη Ρ.Α.Λ. Το δικαίωμα του προηγούμενου εδαφίου δεν υφίσταται
στις περιπτώσεις που το έγγραφο αφορά την ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή τρίτου, ή
αν παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις. Η Ρ.Α.Λ,.
μπορεί να αρνηθεί τη,ν ικανοποίηση του δικαιώματος τούτου αν η ικανοποίησή του
είναι δυνατόν να δυσχεράνει ουσιωδώς την άσκηση των έρευνα συγκεκριμένης
υπόθεσης.
Άρθρο 121
Αποφάσεις της Ρ.Α.Λ.
1. Οι αποφάσεις της Ρ.Α.Λ. λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων
μελών και φανερή ψηφοφορία. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του
Προέδρου.
2. Οι αποφάσεις της Ρ.Α.Λ. πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες και
καταχωρίζονται σε ιδιαίτερο βιβλίο. Μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την
καταχώρηση αυτή, ανακοινώνονται στην ιστοσελίδα της και κοινοποιούνται στον
Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
3. Η Ρ.Α.Λ. μπορεί να διατάξει την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων που
παρέβη τον παρόντα νόμο να δημοσιεύσει την απόφαση που εκδίδεται σε εφημερίδα, η
οποία κυκλοφορεί σε πανελλαδική ή τοπική κλίμακα, ανάλογα με την εμβέλεια της
αγοράς, στην οποία εκδηλώνεται η παράβαση, τη σοβαρότητα και τα αποτελέσματα της
τελευταίας. Αν η απόφαση της Ρ.Α.Λ. ακυρωθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, η
Ρ.Α.Λ. υποχρεούται να δημοσιεύσει με δικά της έξοδα την απόφαση του Δικαστηρίου
στην ίδια εφημερίδα.
Άρθρο 122
Έλεγχος των αποφάσεων της Ρ.Α.Λ.
1. Κατά των αποφάσεων της Ρ.Α.Λ. ασκείται προσφυγή ουσίας ενώπιον του
Διοικητικού Εφετείου. Προσφυγή μπορεί να υποβάλει και ο Υπουργός Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής.
2. Η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλει την
εκτέλεση της απόφασης της Ρ.Α.Λ. Αναστολή δύναται να χορηγηθεί από το αρμόδιο
Δικαστήριο κατά τις ισχύουσες διατάξεις.
3. Η προσφυγή κατά αποφάσεως της Ρ.Α.Λ. που αφορά στην επιβολή προστίμου είναι
παραδεκτή, εφόσον έχει καταβληθεί το 10% του επιβληθέντος προστίμου.
Άρθρο 123
Οργάνωση και Προσωπικό της Ρ.Α.Λ.
1. Στη Ρ.Α.Λ. συνιστάται Γενική Διεύθυνση, της οποίας προΐσταται Γενικός
Διευθυντής. Η Γενική Διεύθυνση αποτελείται από μία Διεύθυνση Παρακολούθησης και
Ελέγχου Αγοράς, η οποία περιλαμβάνει κατ' ελάχιστον Τμήματα Νομικής και
Οικονομικής Τεκμηρίωσης, και μία Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής
Υποστήριξης, η οποία με τα αντίστοιχα τμήματα εξασφαλίζει την αυτοτελή διοίκηση
του προσωπικού και οικονομική διαχείριση των πόρων της Ρ.Α.Λ..
2. Για τη νομική υποστήριξη της Ρ.Α.Λ. συνιστάται Γραφείο Νομικής Υποστήριξης,
υπαγόμενο απευθείας στον Πρόεδρο αυτής.
3. Οι θέσεις του προσωπικού της Ρ.Α.Λ. είναι τριάντα πέντε (35). Οι θέσεις
αυτές, στις οποίες δεν περιλαμβάνεται εκείνη του δικηγόρου του Γραφείου Νομικής
Υποστήριξης, κατανέμονται ως εξής:
Β) Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό με Σχέση Εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου
Χρόνου, όπως αυτό ορίζεται στο π.δ. 50/2001: (25) θέσεις, β. Διοικητικό
Προσωπικό: δέκα (10) θέσεις.
Oo3-
Επιπροσθέτως συνιστάται μια (1) θέση δικηγόρου με έμμισθη εντολή, ο οποίος
στελεχώνει το Γραφείο Νομικής Υποστήριξης και προσλαμβάνεται με προκήρυξη
σύμφωνα με το άρθρο 43 του Νόμου 4194/2013 "Κώδικας Δικηγόρων" (Α' 208)
4. Επιτρέπεται η πλήρωση των ανωτέρω θέσεων με: α) διορισμό σύμφωνα με τις
διατάξεις του ν. 2190/1994, β) με μετάταξη μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας
ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή του
ευρύτερου δημόσιου τομέα όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 51 του ν. 1892/1990
(Α' 101), γ) με απόσπαση μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή άλλων φορέων του ευρύτερου
δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το ν. 1892/1990 (Α' 101). Η μετάταξη και
η απόσπαση διενεργούνται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής
Πολιτικής και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού
συμβουλίου ή άλλου οργάνου, οι δε μετατασσόμενοι και αποσπασμένοι οφείλουν να
συγκεντρώνουν τα προσόντα αντίστοιχου διοριζόμενου - προσλαμβανόμενου. Για τη
διακοπή της απόσπασης απαιτείται η γνώμη του Προέδρου της Ρ.Α.Λ. Η απόσπαση
υπαλλήλου μπορεί να διακοπεί, ύστερα από εισήγηση της Ρ.Α.Λ., αν οι ανάγκες, για
τις οποίες έγινε η απόσπαση του συγκεκριμένου υπαλλήλου, μπορούν να καλυφθούν
από το προσωπικό της.
Το ειδικό επιστημονικό προσωπικό προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού
δικαίου αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (Α' 28), όπως
ισχύει. Η πλήρωση των θέσεων αυτών μπορεί να γίνει και με μετάταξη ή απόσπαση,
κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε άλλη
λεπτομέρεια για τη δημόσια ανακοίνωση και την υποβολή των υποψηφιοτήτων.
Το προσωπικό το οποίο μετατάσσεται αυτοδικαίως στη Ρ.Α.Λ. σύμφωνα με την παρ. 6
του άρθρου 108 του παρόντος καταλαμβάνει οργανικές θέσεις της παρούσας
παραγράφου.
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι δυνατόν να
διατίθεται ή αποσπάται στη Ρ.Α.Λ. προσωπικό που υπηρετεί στο Υπουργείο Ναυτιλίας
και Νησιωτικής Πολιτικής, στο Λιμενικό Σώμα και σε νομικά πρόσωπα εποπτευόμενα
από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων των
Οργανισμών Λιμένος Α.Ε., σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
5. Η επιλογή του Γενικού Διευθυντή καθώς και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων και
Τμημάτων γίνεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις κείμενες διατάξεις του άρθρου
84 Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών
Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.» (Α 26), όπως ισχύει.
Η θητεία του Γενικού Διευθυντή και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων είναι τριετής
και μπορεί να ανανεωθεί μια (1) μόνο φορά.
Η θέση του Γενικού Διευθυντή και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων μπορεί να
πληρούται και με απόσπαση υπαλλήλων, με τη διαδικασία της προηγούμενης
παραγράφου, και διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, κατά παρέκκλιση
από τις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Η απόσπαση πραγματοποιείται
για χρόνο ίσο με τη θητεία του Γενικού Διευθυντή και των Προϊσταμένων
Διευθύνσεων και χωρίς να απαιτείται γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της
υπηρεσίας από την οποία προέρχεται ο αποσπασμένος. Ο Γενικός Διευθυντής και οι
Προϊστάμενοι Διευθύνσεων της Ρ.Α.Λ. λαμβάνουν τις κάθε είδους αποδοχές,
επιδόματα, προσαυξήσεις και λοιπές παροχές που προβλέπονται για τους γενικούς
διευθυντές και Προϊσταμένους Διευθύνσεων των κεντρικών υπηρεσιών Υπουργείων.
6. α. Για την οργάνωση και διάρθρωση των υπηρεσιών της Ρ.Α.Λ., της αρμοδιότητες
των οργανικών της μονάδων, τις αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή και των
προϊσταμένων των διευθύνσεων και τμημάτων, της ειδικότητες των θέσεων του
προσωπικού και την κατανομή του στις οργανικές μονάδες της Ρ.Α.Λ., την
αξιολόγησή του προσωπικού, καθώς και για τη συγκρότηση και λειτουργία
υπηρεσιακού και πειθαρχικού συμβουλίου, εφαρμογή έχουν οι διατάξεις των άρθρων
6, 7 και 9 έως 15 των Κεφαλαίων III και IV του Προεδρικού Διατάγματος 19/2016
«Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων»
(Α'28).
β. Οι μετακινήσεις του προσωπικού της Ρ.Α.Λ. στο εσωτερικό και εξωτερικό για
υπηρεσιακούς λόγους εγκρίνονται από τον Πρόεδρο της Ρ.Α.Λ. ή τον Γενικό
Διευθυντή μετά από σχετική εξουσιοδότηση. Στην έγκριση καθορίζονται ο προορισμός
της μετάβασης, ο σκοπός και η διάρκεια αυτής και ο προϋπολογισμός του κόστους
της. Για τις δαπάνες μετακίνησης, την ημερήσια αποζημίωση και για κάθε συναφές
με τις μετακινήσεις ζήτημα εφαρμογή έχουν οι διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.
γ. Προσωπικό, το οποίο κατείχε οργανική θέση υπαλλήλου δημόσιου τομέα και έχει
τοποθετηθεί σε οργανικές θέσεις της Ρ.Α.Λ. με μετάταξη, επανέρχεται αυτοδικαίως
στις θέσεις που κατείχε πριν την μετάταξη σε περίπτωση καταργήσεως της Ρ.Α.Λ..
6. Το στοιχ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 11 του Προεδρικού Διατάγματος 19/2016
«Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων»
(ΦΕΚ Α'28/2016) αντικαθίσταται ως εξής :
« (γ') η παροχή εμπεριστατωμένων εισηγήσεων προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της
Ρ.Α.Λ. μετά από ανάλυση δεδομένων και αξιολόγηση κινδύνων, καθώς και η
διαμόρφωση εναλλακτικών επιλογών βάσει της ανάλυσης του εσωτερικού και
εξωτερικού περιβάλλοντος λειτουργίας της Αρχής».
Άρθρο 124
Πόροι
1. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της η Ρ.Α.Λ. εισπράττει τέλος, το οποίο
επιβάλλεται και εισπράττεται ετησίως με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών,
Εσωτερικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής επί των φορέων διοίκησης και
εκμετάλλευσης λιμένων. Το ύψος του τέλους δεν μπορεί να είναι ανώτερο από 0,3%
των ετήσιων μικτών εσόδων των Οργανισμών Λιμένων Α.Ε. καθώς και των καθολικών ή
ειδικών διαδόχων τους και από το 0,2% των λοιπών φορέων διοίκησης και
εκμετάλλευσης λιμένων, όπως ορίζονται στην Κ.ΥΑ. 8111/41/09(Β' 412),
συμπεριλαμβανομένων των Δημοτικών και Κρατικών Λιμενικών Ταμείων καθώς και των
ιδιωτικών φορέων εκμετάλλευσης λιμένων. Με απόφαση των ανωτέρω Υπουργών
ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διαδικασία είσπραξης και απόδοσης του τέλους
αυτού.
Υπό την επιφύλαξη διαφορετικής ρύθμισης, με απόφαση των ανωτέρω Υπουργών, για τα
θέματα σχετικά με τη διαδικασία είσπραξης και απόδοσης του τέλους αυτού
εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στην με αρ. 340/2014 (Β' 924) Κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Ναυτιλίας και Αιγαίου και ισχύοντα για τη
Ρ.Α.Λ. του άρθρου 43 του ν. 4150/2013.
2. Στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής
είναι δυνατόν να εγγράφεται δαπάνη υπέρ της Ρ.Α.Λ. σε ποσοστό που δεν μπορεί να
υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του ετήσιου προϋπολογισμού της για τις
ασκούμενες υπέρ του Υπουργείου αυτού αρμοδιότητές της.
3. Πόροι της Ρ.Α.Λ. αποτελούν και οι πάσης φύσεως επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις,
χρηματοδοτήσεις ερευνητικών προγραμμάτων και κάθε άλλο έσοδο που προέρχεται από
την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από διεθνείς οργανισμούς.
4. Οι πόροι της Ρ.Α.Λ. εισπράττονται για λογαριασμό της και κατατίθενται σε
τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Ρ.Α.Λ..
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης,
Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζονται τα Δημοτικά
Λιμενικά Ταμεία όλων των νησιωτικών περιοχών, που δύνανται για λόγους προστασίας
της νησιωτικότητας να εξαιρούνται από την καταβολή του τέλους της παρ. 1 του
παρόντος.
Άρθρο 125
Προϋπολογισμός - Οικονομική διαχείριση
1. Η Ρ.Α.Λ. έχει υποχρέωση να συντάσσει προϋπολογισμό για το επόμενο οικονομικό
έτος (1.1 - 31.12), τον οποίο κοινοποιεί στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής
Πολιτικής και στον Υπουργό Οικονομικών.
2. Ο προϋπολογισμός της Ρ.Α.Λ. εγκρίνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Τον προϋπολογισμό εισηγείται στον Υπουργό
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ., ο οποίος είναι και ο
διατάκτηςτων δαπανών αυτής.
^4oC -
3. Τα έσοδα της Ρ.Α.Λ. εισπράττονται στο όνομα και yia λογαριασμό της και
κατατίθενται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η
Ρ.Α.Λ, σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της (π.δ.
19/2016, Α' 28). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής, κατόπιν εισήγησης της Ρ.Α.Λ., καθορίζονται τα όργανα, ο
τρόπος και η διαδικασία είσπραξης των πιο πάνω χρηματικών ποσών. Οι δαπάνες που
περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Λ. διαμορφώνονται ετησίως με απόφαση
αυτής για να καλύψουν το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του επόμενου έτους. Η Ρ.Α.Λ.
έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα
αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσίου
λογιστικού και όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας
και Διαχείρισης. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών
και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά
και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται στο διαδικτυακό τόπο της Ρ.ΑΑ και
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και υποβάλλονται στον Πρόεδρο της Βουλής μαζί με
την ετήσια έκθεση του επόμενου έτους.
4. Η Ρ.Α.Λ. μπορεί να προβαίνει στην ανάθεση έργων, προμηθειών, καθώς και στην
αγορά ή μίσθωση ακινήτων για τις ανάγκες της, σύμφωνα με τον Κανονισμό
Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της. Το τίμημα της αγοράς ή της μίσθωσης
ακινήτων καταβάλλεται από τους πόρους της Ρ.Α.Λ.
5. Η Ρ.Α.Λ. υπόκειται στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τις γενικές
διατάξεις.
6. Με αιτιολογημένη απόφαση της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατά τη διάρκεια του
οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της με μείωση
άλλων πιστώσεων με τη διαδικασία της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 126
Διαχείριση Υλικού και Περιουσίας
1. Το υλικό της Ρ.Α.Λ. διακρίνεται σε πάγιο και αναλώσιμο.
2. Το πάγιο υλικό υπόκειται σε φθορά και απόσβεση. Το αναλώσιμο υλικό υπόκειται
σε διαδικασίες αποθήκης.
3. Ο Προϊστάμενος του Τμήματος Οικονομικής Διαχείρισης ο οποίος εκτελεί χρέη
Διαχειριστή Υλικού ενημερώνεται για την κίνηση και παρακολουθεί όλο το πάγιο και
αναλώσιμο υλικό, συντονίζει και παρακολουθεί την ασφαλή φύλαξη και καλή
κατάσταση του υλικού που υπάρχει στις αποθήκες και ειδοποιεί έγκαιρα τους
αρμόδιους για την εξάντληση των αποθεμάτων.
4. Με απόφαση της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατάρτιση Κανονισμού Διαχείρισης του
υλικού και των περιουσιακών στοιχείων αυτής.
Άρθρο 127
Ίδρυση Δημόσιας Αρχής Λιμένων
1. Ιδρύεται Δημόσια Αρχή Λιμένων (Δ.Α.Λ), ως αποκεντρωμένη, αυτοτελής και
ανεξάρτητη υπηρεσιακή μονάδα του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής
με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Η Δ.Α.Λ έχει δικό της πρωτόκολλο,
αρχείο και σφραγίδα στην οποία αναγράφεται η επωνυμία "Δημόσια Αρχή Λιμένα -
Αποκεντρωμένη Υπηρεσία Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής - Ports
Public Authority", εποπτεύεται από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής
Πολιτικής μόνο ως προς τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεων και παΡ.Α.Λείψεών της.
Η Δ.Α.Λ παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο
πράξεις ή παραλείψεις της ή έννομες σχέσεις που την αφορούν.
2. Όργανα Διοίκησης της Δ.Α.Λ είναι: α) Το Συμβούλιο Διοίκησης (Σ.Δ.)
β) Ο Διοικητής.
3. Το Σ.Δ. συγκροτείται από:
α) το Διοικητή της Δ.Α.Λ ως Πρόεδρο
β) έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής, ο οποίος ορίζεται
από τον οικείο Υπουργό, με το νόμιμο αναπληρωτή του
γ) το Διευθυντή της Διεύθυνσης Λιμενικής Πολιτικής της ΓΓΑΛΠΝΕ, με το νόμιμο
αναπληρωτή του
δ) Έναν (1) εκπρόσωπο των εργαζομένων στα λιμάνια, ο οποίος υποδεικνύεται από
την αντιπροσωπευτικότερη δευτεροβάθμια οργάνωση των εργαζομένων στα λιμάνια, με
το νόμιμο αναπληρωτή του
ε) Έναν (1) εκπρόσωπο των εργαζομένων στη Δ.Α.Λ, ο οποίος υποδεικνύεται από την
αντιπροσωπευτικότερη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση, με το νόμιμο
αναπληρωτή του.
Κατόπιν πρόσκλησης που τούς απευθύνεται ανάλογα και με την ημερήσια διάταξη,
δύνανται να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις της Δ.Α.Λ χωρίς δικαίωμα ψήφου: ε)
Ένας (1) εκπρόσωπος της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος ο οποίος ορίζεται από το
Διοικητικό της Συμβούλιο, με το νόμιμο αναπληρωτή του
στ) Ένας (1) εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος, ο οποίος ορίζεται
από το Διοικητικό της Συμβούλιο, με το νόμιμο αναπληρωτή του
ζ) Ένας (1) εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος , ο οποίος
ορίζεται από τη Διοικητική της Επιτροπή, με το νόμιμο αναπληρωτή του
η) Δυο (2) εκπρόσωποι του κάθε Περιφερειακού Γραφείου Δ.Α.Λ, οι οποίοι
ορίζονται από τον επικεφαλής του κάθε Περιφερειακού Γραφείου
θ)Ένας (1) εκπρόσωπος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας
Ο Πρόεδρος του Σ.Δ. μπορεί, κατά την κρίση του, να καλεί στις συνεδριάσεις
εκπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων, καθώς και κάθε
υπηρεσιακό παράγοντα ή εκπρόσωπο οποιοσδήποτε επιστημονικού ή τοπικού
φορέα.
Η λειτουργία του Σ.Δ. διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 13, 14 και 15 του ν.
2690/1999, που αφορούν τη λειτουργία των Συλλογικών Οργάνων της Διοίκησης.
4. Το Σ.Δ. αποτελεί το ανώτατο διοικητικό όργανο της Δ.Α.Λ και κατά κύριο λόγο
διαμορφώνει τη στρατηγική και την πολιτική της, εποπτεύει και ελέγχει τη
διαχείριση της περιουσίας της και ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από
την κείμενη νομοθεσία, τον Κανονισμό Λειτουργίας της Δ.Α.Λ, καθώς και τις
ακόλουθες:
α) Αποφασίζει για τη λήψη μέτρων που εξασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία της
Δ.Α.Λ, την ορθολογική και αποδοτική διαχείριση των διαθέσιμων οικονομικών πόρων,
ώστε να ανταποκρίνεται στην αποστολή της.
β) Εγκρίνει τον προϋπολογισμό της Δ.Α.Λ, καθώς και τον ισολογισμό και απολογισμό
της οικονομικής χρήσης κάθε έτους.
γ) Εγκρίνει τις τροποποιήσεις του προϋπολογισμού, ανεξαρτήτως ποσού, δ) Εγκρίνει
το ετήσιο Σχέδιο Δράσης της Δ.Α.Λ για την αποτελεσματικότερη άσκηση των
αρμοδιοτήτων της.
ε) Αποφασίζει, χωρίς την έγκριση σκοπιμότητας από άλλο όργανο, για την προμήθεια
αγαθών και υπηρεσιών, σύμφωνα με την ισχύουσα νόμιμη διαδικασία στ) Διατυπώνει
προς τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σύμφωνη γνώμη για την
κατάρτιση, αναμόρφωση, συμπλήρωση, τροποποίηση του Κανονισμού Λειτουργίας της
Δ.Α.Λ
ζ) Αποφασίζει για την αποδοχή δωρεών και κληροδοτημάτων υπέρ της Δ.Α.Λ. η)
Εκδίδει τις αναγκαίες διοικητικές πράξεις για τα παρακάτω θέματα προσωπικού της
Δ.Α.Λ:
1) Άσκησης ιδιωτικού έργου με αμοιβή
2) Συμμετοχής σε εταιρείες
3) Υπερωριακής εργασίας.
4) Αποζημιώσεων συμβουλίων και επιτροπών.
θ) Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που είναι αναγκαία για την αποτελεσματική και
αποδοτική λειτουργία της Δ.Α.Λ και δεν έχει ανατεθεί στο Διοικητή αυτής.
5. Στη Δ.Α.Λ συνιστάται μια (1) οργανική θέση Διοικητή, με βαθμό 1 της
κατηγορίας ΕΘ, ο οποίος είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και ορίζεται
με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Τα προσόντα που
πρέπει να διαθέτουν οι υποψήφιοι είναι: πτυχίο Α.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι, ιδιαίτερη
ικανότητα στην άσκηση διευθυντικών καθηκόντων σε υπηρεσίες ή οργανισμούς του
Δημοσίου ή επιχειρήσεις του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα της ημεδαπής ή αλλοδαπής,
συνεκτιμωμένων και των μεταπτυχιακών σπουδών και επιστημονικής εξειδίκευσης σε
θέματα στρατηγικού σχεδιασμού και προγραμματισμού, οργάνωσης, διοίκησης και
λειτουργίας λιμένων ή οικονομικής και πολιτικής λιμένων ή λιμενικής βιομηχανίας,
καθώς και της ανάλογης εμπειρίας.
6. Ο Διοικητής έχει τη γενική και ειδική ευθύνη διοίκησης και λειτουργίας της
Δ.Α.Λ και προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για την εξασφάλιση της εύρυθμης
λειτουργίας της. Ο Διοικητής προΐσταται όλων των υπηρεσιών της Δ.Α.Λ, εκπροσωπεί
τη Δ.Α.Λ, σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας της και τις αποφάσεις του Σ.Δ.,
διοικεί τη Δ.Α.Λ και διαχειρίζεται σε καθημερινή βάση τα θέματα λειτουργίας της,
περιλαμβανόμενης και της υλοποίησης των σχετικών αποφάσεων του Σ.Δ. και
υπογράφει συμβάσεις προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών τη σύναψη των οποίων έχει
αποφασίσει το Σ.Δ.,
Ειδικότερα, ο Διοικητής έχει, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) Προεδρεύει
στο Συμβούλιο Διοίκησης.
β) Λαμβάνει όλες τις αναγκαίες αποφάσεις για την εκπλήρωση των σκοπών και στόχων
της Δ.Α.Λ μέσα στα πλαίσια της γενικής πολιτικής και του προγραμματισμού.
γ) Συντάσσει και υποβάλλει για έγκριση στο Δ.Σ. του Δ.Α.Λ το ετήσιο σχέδιο
δράσης δ) Προΐσταται όλων των υπηρεσιών της Δ.Α.Λ, ασκεί ιεραρχικό και
πειθαρχικό έλεγχο και μπορεί να αναθέτει τη διενέργεια ένορκης διοικητικής
εξέτασης σε οποιονδήποτε υπάλληλο της Δ.Α.Λ
ε) Έχει την ευθύνη της οργάνωσης, συντονισμού και ελέγχου των υπηρεσιών της
Δ.Α.Λ
στ) Εξασφαλίζει την ορθολογική διαχείριση των πόρων της Δ.Α.Λ
ζ) Μεριμνά για την κατάρτιση και υποβολή στο Σ.Δ του προϋπολογισμού,
ισολογισμού και απολογισμού
η) Εισηγείται στο Σ.Δ. την αναμόρφωση και τροποποίηση του προϋπολογισμού θ)
Εισηγείται στο Σ.Δ. για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, με την ισχύουσα
νόμιμη διαδικασία
ι) Αποφασίζει για τη σύσταση και συγκρότηση πάσης φύσεως επιτροπών εργασίας ή
ομάδων εκτέλεσης συγκεκριμένου έργου.
ια) Εισηγείται στο Σ.Δ. τα προγράμματα υπερωριακής απασχόλησης του προσωπικού
της Δ.Α.Λ.
ιβ) Εισηγείται στο Σ.Δ. για τις μετακινήσεις του προσωπικού της Δ.Α.Λ
ιγ) Υποβάλει στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ετήσια έκθεση
πεπραγμένων
ιδ) Εκδίδει τις διοικητικές πράξεις, που αφορούν στα παρακάτω θέματα του
προσωπικού της Δ.Α.Λ:
1) Κανονικών αδειών και αδειών διευκολύνσεων, αδειών μητρότητας και αδειών χωρίς
αποδοχές, καθώς και θεμάτων αναρρωτικών και ειδικών αδειών
2) Αδειών υπηρεσιακής εκπαίδευσης, αδειών για επιμορφωτικούς ή επιστημονικούς
λόγους και αδειών εξετάσεων,
3) Τοποθέτησης σε οργανικές μονάδες
4) Υπηρεσιακής εκπαίδευσης
5) Υγειονομικής περίθαλψης.
6) Τοποθέτησης του υπαλλήλου σε θέση, μετά το διορισμό του
4/0 -
ιε) Εισηγείται στο Σ.Δ. σχετικά με την κατάρτιση, αναμόρφωση, συμπλήρωση,
τροποποίηση του Κανονισμού Λειτουργίας της Δ.Α.Λ
7. Ο Διοικητής επιλέγεται κατόπιν ανοικτής πρόσκλησης η οποία εκδίδεται από τον
Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και λαμβάνει την προσήκουσα
δημοσιότητα με δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε δύο ημερήσιες
εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας και στην ιστοσελίδα του Υπουργείου. Κάθε
αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίηση του προηγούμενου εδαφίου ρυθμίζεται με
απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Οι πάσης φύσεως
μηνιαίες αποδοχές του Διοικητή ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής υπό την επιφύλαξη των
κείμενων διατάξεων.
8. Η θητεία των Οργάνων Διοίκησης της Δ.Α.Λ είναι πενταετής. Τα Όργανα Διοίκησης
της Δ.Α.Λ απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και κατά την
άσκηση των αρμοδιοτήτων τους δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τη συνείδηση τους.
Με το π.δ. της παραγράφου 2 του άρθρου 130 ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα
σχετικά με τις αρμοδιότητες του Διοικητή της Δ.Α.Λ, την προσωπική κατάσταση των
μελών του Σ.Δ., τις περιπτώσεις έκπτωσης από τη θέση ή την αναστολή της
ιδιότητας τους, τα ασυμβίβαστα και τους περιορισμούς για την άσκηση των
επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων που συνεπάγεται η ιδιότητα του μέλους της
Δ.Α.Λ, καθώς και κάθε άλλο συναφές ζήτημα.
Άρθρο 128
Σκοπός και Αρμοδιότητες Δ.Α.Λ
1. Σκοπός της Δ.Α.Λ είναι να συμβάλει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της
απονέμονται, στην επίτευξη των προγραμματικών στόχων του ελληνικού λιμενικού
συστήματος, στους οποίους και περιλαμβάνονται:
(α) η συμβολή στην τοπική, περιφερειακή και εγχώρια οικονομική, κοινωνική και
κοινοτική ευημερία, σε αντιστοιχία με την κομβική και μακρο-οικονομική σημασία
των Λιμένων
(β) η διευκόλυνση της οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας των περιοχών,
κοινοτήτων και των κλάδων της οικονομίας, που εξυπηρετούνται από τους Λιμένες ή
μέσω αυτού
(γ) η προστασία του περιβάλλοντος εντός των Λιμένων σύμφωνα με την κείμενη
νομοθεσία
(δ) η αδιάλειπτη διαθεσιμότητα και παροχή αξιόπιστων και ποιοτικών υπηρεσιών από
τους φορείς διαχείρισης λιμένων σε πλοία, επιβάτες και φορτία, σύμφωνα με την
αρχή της απαγόρευσης διάκρισης, με την επιφύλαξη του κατ' εξαίρεση επιτρεπτού
τέτοιας διάκρισης, στο μέτρο που προβλέπεται ειδικά από τη Σύμβαση Παραχώρησης
και σύμφωνα με την εφαρμοστέα κείμενη νομοθεσία (ε) η αναβάθμιση του επιπέδου
των παρεχόμενων στους χρήστες και το κοινό υπηρεσιών εντός των Λιμένων, σε
συνεργασία με τη Ρ.Α.Λ και τη ΓΓΛΠΝΕ
(στ) η συνεργασία όλων των αρμοδίων φορέων της Ελληνικής Δημοκρατίας για την
κατοχύρωση και τον έλεγχο των εργασιακών δικαιωμάτων και των συνδικαλιστικών
ελευθεριών στη λιμενική ζώνη με την παρακολούθηση της εφαρμογής των ισχυουσών
Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και των κατά περίπτωση εφαρμοστέων νομοθετημάτων
εθνικής, διεθνούς και ενωσιακής προέλευσης.
Σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης από τη Δ.Α.Λ οποιοσδήποτε παραβίασης των ανωτέρω
αναφερόμενων νομοθετημάτων ενημερώνονται αμελλητί οι αρμόδιες ενωσιακές και
εθνικές αρχές.
(ζ) η εν γένει εφαρμογή εντός λιμενικής ζώνης της κείμενης νομοθεσίας σε
συνεργασία με τη Ρ.Α.Λ και τη ΓΓΛΛΠΝΕ.
2. Η Δ.Α.Λ ασκεί κάθε αρμοδιότητα, εξουσία ή ευχέρεια φορέα διοίκησης λιμένα που
περιέρχεται ειδικά στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με διάταξη
νόμου που κυρώνει Σύμβαση Παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του
φορέα αυτού, εφόσον αυτή δεν απονέμεται με άλλη διάταξη νόμου ή απόφαση του
Υπουργού αυτού σε άλλον φορέα.
3. Περαιτέρω, η Δ.Α.Λ:
α) αναλαμβάνει ενημερωτικές δράσεις για την προώθηση των συνεργατικών σχέσεων
και δικτύων.
β) αναλαμβάνει ενημερωτικές πρωτοβουλίες σχετικά με την προώθηση των
συνδυασμένων μεταφορών, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, πληροφοριακών συστημάτων
και εφαρμογών.
γ) εισηγείται για την εκπόνηση και ανάθεση μελετών και ερευνών, σχετικών με το
αντικείμενό της.
δ) εισηγείται για την ανάληψη και υλοποίηση προγραμμάτων από το Ελληνικό Δημόσιο
ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από διεθνείς οργανισμούς που εδρεύουν στην Ελλάδα
και στο εξωτερικό, σχετικών με το αντικείμενό της. ε) πραγματοποιεί έρευνες
αγοράς, υλοποιεί ευρωπαϊκά διασυνοριακά προγράμματα και προγράμματα
επανεκπαίδευσης / επιμόρφωσης εργαζομένων, αναλαμβάνει ρόλους συμβούλου
συμμετέχει σε διεθνείς εκθέσεις, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την προώθηση της
έρευνας και καινοτομίας στ) παρέχει εκπαιδευτικά προγράμματα λιμενικών υπηρεσιών
και εργασιών για την συνεχή επιμόρφωση και δια βίου μάθηση των εργαζομένων στη
λιμενική ζώνη, ζ) γνωστοποιεί αμελλητί στην Ρ.Α.Λ. κάθε στοιχείο, το οποίο
σχετίζεται με την άσκηση συμβατικών δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου από
Σύμβαση Παραχώρησης σε λιμενική ζώνη.
η) συνεργάζεται με κάθε αρμόδια Αρχή του Ελληνικού Δημοσίου για την εκπλήρωση
των σκοπών και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
4. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του παρόντος άρθρου, η Δ.Α.Λ δικαιούται να
συλλέγει κάθε αναγκαίο στοιχείο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με
τη Σύμβαση Παραχώρησης και την κείμενη νομοθεσία
5. Κατά των πράξεων που εκδίδει η Δ.Α.Λ σύμφωνα με την παρ. 2 του παρόντος
άρθρου επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον του Υπουργού
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Η ενδικοφανής προσφυγή του προηγούμενου
εδαφίου ασκείται με κατάθεση στη Γενική Γραμματεία Λιμένων και Λιμενικής
Πολιτικής του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μέσα σε ανατρεπτική
προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, από τη δημοσίευση της πράξης. Ο Υπουργός
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής υποχρεούται να εκδώσει την απόφαση του μέσα
σε δέκα (10) ημέρες από την κατάθεση της προσφυγής. Αν παρέλθει άπρακτη η
προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, η προσφυγή θεωρείται ότι έχει απορριφθεί
σιωπηρά.
Άρθρο 129 Πόροι Δ.Α.Λ
1. Πόροι της Δ.Α.Λ είναι:
α) επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και
Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Γενικής Διεύθυνσης
Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, β)
οποιοδήποτε ποσό ή έσοδο ορίζεται από τον νόμο ως εισπραττόμενο από την Δ.Α.Λ ή
οποιοδήποτε άλλο ποσό εισπράττει η Δ.Α.Λ δυνάμει οιασδήποτε συμβάσεως ή άλλων
έννομων σχέσεων.
γ) έσοδα από τη διαχείριση, εκμετάλλευση και αξιοποίηση της κινητής και ακίνητης
περιουσίας της.
2. Ως έκτακτοι πόροι:
α) χρηματοδοτήσεις από προγράμματα και πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και
κάθε άλλος πόρος που προέρχεται από διεθνείς οργανισμούς και ταμεία
περιβαλλοντικής ενίσχυσης.
β) χορηγίες και δωρεές από φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.
γ) χρηματοδοτήσεις από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, δ) έσοδα από ναυάγια,
όπως αυτά ορίζονται στο Ν. 2881/2001.
Η Δ.Α.Λ είναι δυνατόν να επιχορηγείται από τον τακτικό προϋπολογισμό του
Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη Σ.Δ.
Δ.Α.Λ και θετική εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του
Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
3. Στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής συνιστάται και λειτουργεί
ειδικός "Λογαριασμός Δ.Α.Λ" , στον οποίο κατατίθενται ή αποδίδονται κατά
περίπτωση οι πόροι της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου.
4. Τα έσοδα του Λογαριασμού Δ.Α.Λ διατίθενται κατά προτεραιότητα για τη
χρηματοδότηση του σκοπού και των αρμοδιοτήτων της Δ.Α.Λ, σύμφωνα με τις κείμενες
διατάξεις.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής
Πολιτικής, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης Σ.Δ. Δ.Α.Λ, ρυθμίζονται
ειδικότερα θέματα είσπραξης, διαχείρισης και απόδοσης των εσόδων του Λογαριασμού
Δ.Α.Λ.
6. Στις δαπάνες του Λογαριασμού Δ.Α.Λ ασκείται προληπτικός έλεγχος από το
Ελεγκτικό Συνέδριο, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 130
Διάρθρωση Δ.Α.Λ
1. Στη Δ.Α.Λ. συνιστάται Γενική Διεύθυνση, της οποίας προΐσταται Γενικός
Διευθυντής. Η Γενική Διεύθυνση αποτελείται από μία Διεύθυνση Παρακολούθησης και
Ελέγχου, η οποία περιλαμβάνει κατ' ελάχιστον Τμήματα Νομικής και Οικονομικής
Τεκμηρίωσης, και μία Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης, η οποία
με τα αντίστοιχα τμήματα εξασφαλίζει την αυτοτελή διοίκηση του προσωπικού και
οικονομική διαχείριση των πόρων της Δ.Α.Λ.
2. Η νομική υποστήριξη της Δ.Α.Λ. παρέχεται από το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του
Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
3. Το προσωπικό της Δ.Α.Λ. διέπεται από το Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα
Κατάστασης Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.» (Α
26). Οι θέσεις του προσωπικού της Δ.Α.Λ. είναι τριάντα (30). Οι θέσεις αυτές
κατανέμονται ως εξής:
(α) είκοσι πέντε (25) θέσεις μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου προσωπικού και
(β) πέντε (5) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού.
4. Επιτρέπεται η πλήρωση των ανωτέρω θέσεων με: α) διορισμό σύμφωνα με τις
διατάξεις του ν. 2190/1994, β) με μετάταξη μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας
ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή του
ευρύτερου δημόσιου τομέα όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 51 του ν. 1892/1990
(Α' 101), γ) με απόσπαση μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή άλλων φορέων του ευρύτερου
δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το ν. 1892/1990 (Α' 101). Η μετάταξη και
η απόσπαση διενεργούνται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής
Πολιτικής και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού
συμβουλίου ή άλλου οργάνου, οι δε μετατασσόμενοι και αποσπασμένοι οφείλουν να
συγκεντρώνουν τα προσόντα αντίστοιχου διοριζόμενου - προσλαμβανόμενου. Για τη
διακοπή της απόσπασης απαιτείται η γνώμη του Προέδρου της Δ.Α.Λ. Η απόσπαση
υπαλλήλου μπορεί να διακοπεί, ύστερα από εισήγηση της Δ.Α.Λ., αν οι ανάγκες, για
τις οποίες έγινε η απόσπαση του συγκεκριμένου υπαλλήλου, μπορούν να καλυφθούν
από το προσωπικό της. Το ειδικό επιστημονικό προσωπικό προσλαμβάνεται με σύμβαση
εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.
2190/1994 (Α'
28), όπως ισχύει. Η πλήρωση των θέσεων αυτών μπορεί να γίνει και με μετάταξη ή
απόσπαση, κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε
άλλη λεπτομέρεια για τη δημόσια ανακοίνωση και την υποβολή των υποψηφιοτήτων.
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι δυνατόν να
τοποθετείται ύστερα από αίτησή του προσωπικό που υπηρετεί στο Υπουργείο
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
5. Η επιλογή του Γενικού Διευθυντή καθώς και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων και
Τμημάτων γίνεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις κείμενες διατάξεις του άρθρου
84 Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών
Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.» (Α 26), όπως ισχύει. Από την έναρξη
λειτουργίας της Δ.Α.Λ. και μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία κρίσεων για
κατάληψη θέσεων ευθύνης σύμφωνα με το Νόμο 3528/2007 (Α 26) χρέη Γενικού
Διευθυντή και Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Τμημάτων μπορούν να ασκούν και
αποσπασμένοι υπάλληλοι, οι οποίοι αποσπώνται με τη διαδικασία της προηγούμενης
παραγράφου.
6. Η οργάνωση και η διάρθρωση των οργανικών μονάδων της Δ.Α.Λ σε διευθύνσεις,
τμήματα και γραφεία, οι αρμοδιότητες αυτών, οι αρμοδιότητες του Γενικού
Διευθυντή, των διευθυντών και των προϊσταμένων των τμημάτων και γραφείων, τα
προσόντα του προσωπικού, η κατανομή αυτού σε κλάδους και ειδικότητες και κάθε
άλλο σχετικό θέμα καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα για τον Κανονισμό
Λειτουργίας της Δ.Α.Λ, το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης, κατόπιν σύμφωνης γνώμη του Σ.Δ. Δ.Α.Λ.
7. Οι υπάλληλοι, μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου
χρόνου, που υπηρετούν στον ΟΛΠ ΑΕ και στον ΟΛΘ ΑΕ μπορούν με αίτησή τους, η
οποία υποβάλλεται το αργότερο εντός ενός (1) έτους από τη θέση σε ισχύ του
παρόντος Νόμου να μεταφέρονται ή μετατάσσονται στη Δ.Α.Λ με απόφαση του Υπουργού
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Για την αξιολόγηση των αιτήσεων του
προηγούμενου εδαφίου συγκροτείται μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας με
απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Τριμελές Συμβούλιο από
Αντιπρόεδρο ή Πρόεδρο Τμήματος του ΑΣΕΠ, ο οποίος προεδρεύει, τον Προϊστάμενο
της Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής
Πολιτικής και το Διοικητή της Δ.Α.Λ, το οποίο καθορίζει τη σειρά προτεραιότητας
των υπαλλήλων που μπορεί να διατίθενται προς μεταφορά ή μετάταξη, λαμβάνοντας
υπόψη: τα τυπικά και ουσιαστικά τους προσόντα, την καταλληλότητά τους για τις
θέσεις στις οποίες θα μεταφερθούν ή μεταταχθούν, την εργασιακή φυσιογνωμία τους,
ηθικές αμοιβές, πειθαρχικές ποινές, την οικογενειακή και οικονομική τους
κατάσταση, καθώς τα βιοτικά τους συμφέροντα. Η μετάταξη ή μεταφορά των υπαλλήλων
της παρούσας παραγράφου
(jit-
γίνεται σε υφιστάμενες κενές θέσεις ή σε θέσεις που συστήνονται με την πράξη
μετάταξης ή μεταφοράς στον κλάδο ή στην ειδικότητα στους οποίους μετατάσσεται ή
μεταφέρεται ο υπάλληλος. Οι μετατασσόμενοι ή μεταφερόμενοι πρέπει να κατέχουν τα
τυπικά προσόντα του κλάδου ή της ειδικότητας των θέσεων στις οποίες
μετατάσσονται ή μεταφέρονται. Η μετάταξη ή μεταφορά μπορεί να διενεργείται και
σε κενή ή συνιστώμενη με την απόφαση της μεταφοράς ή μετάθεσης θέση συναφούς ή
παρεμφερούς κλάδου ή ειδικότητας, της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας, εφόσον ο
υπάλληλος κατέχει τα τυπικά προσόντα του κλάδου ή της ειδικότητας στον οποίο
μετατάσσεται ή μεταφέρεται. Εφόσον ο υπάλληλος συναινεί, η μετάταξη ή μεταφορά
του μπορεί να γίνεται και σε κλάδο κατώτερης κατηγορίας. Σε περίπτωση μετάταξης
ή μεταφοράς υπαλλήλων σε συνιστώμενες θέσεις και για όσο χρόνο υφίστανται αυτές
δεν πληρούται ίσος αριθμός θέσεων μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου προσωπικού της Δ.Α.Λ. Η μετάταξη ή μεταφορά δεν καταλύει την
υπηρεσιακή σχέση δημοσίου δικαίου ή τη σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του
υπαλλήλου ούτε μεταβάλλει τη νομική φύση των σχέσεων αυτών ή τις σχέσεις
ασφάλισης, με τις οποίες υπηρετούσε ο υπάλληλος στο φορέα προέλευσης του. Οι
μεταφερόμενοι ή μετατασσόμενοι σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα παράγραφο
κατατάσσονται σε βαθμό ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας τους ο οποίος έχει διανυθεί
στο φορέα προέλευσης με τα τυπικά προσόντα της κατηγορίας στην οποία
μεταφέρονται, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως για τη βαθμολογική και
μισθολογική κατάταξη τους των διατάξεων του ν. 4354/2015. Όποιος μετατάσσεται ή
μεταφέρεται σε κατώτερη κατηγορία κατατάσσεται στο βαθμό και το μισθολογικό
κλιμάκιο της νέας κατηγορίας με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας του, χωρίς να
διατηρεί τυχόν διαφορά αποδοχών. Η διάταξη αυτή είναι ειδική και κατισχύει κάθε
αντίθετης διάταξης και ισχύει για ένα έτος από τη δημοσίευση του παρόντος.
Άρθρο 131
Ίδρυση Περιφερειακού Γραφείου Δ.Α.Λ Πειραιά
1. Η κατά τόπον αρμοδιότητα της Δ.Α.Λ. εκτείνεται σε όλη την επικράτεια.
2. Συνιστάται Περιφερειακό Γραφείο Δ.Α.Λ Πειραιά (Δ.Α.Λ-Π) με έδρα στο Δήμο
Πειραιά. Με απόφαση του Σ.Δ. επικεφαλής της Δ.Α.Λ-Π ορίζεται μέλος ή υπάλληλος
της Δ.Α.Λ.
3. Η Δ.Α.Λ-Π αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη, τα καθήκοντα και το κόστος
συμμόρφωσης με τις διατάξεις του ν. 2881/2001 (Α' 16/) αναφορικά με τον Λιμένα
Πειραιά, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 της Σύμβασης Παραχώρησης και την εκάστοτε
ισχύουσα νομοθεσία.
4. Στο πλαίσιο της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του παρόντος νόμου, η Δ.Α.Λ-Π
ασκεί όλες τις εξουσίες, αρμοδιότητες και ευχέρειες, που περιέρχονται ειδικά
στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής δυνάμει του νόμου που κυρώνει τη
Σύμβαση Παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ανώνυμης εταιρίας με
την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε.» (ΟΛΠ Α.Ε.), εφόσον αυτή δεν
απονέμεται με άλλη διάταξη νόμου ή απόφαση του Υπουργού αυτού σε άλλον φορέα.
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία εκδίδεται
εντός τριών (3) μηνών από την έκδοση του παρόντος, δύναται να εξειδικεύονται
κατά περιεχόμενο οι ως άνω αρμοδιότητες. Η παράλειψη έκδοσης της απόφασης αυτής
δεν κωλύει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
5. Περαιτέρω, η Δ.Α.Λ-Π:
α) εισηγείται στο Διοικητή της Δ.Α.Λ τις απαραίτητες συστάσεις και υποδείξεις
για τα κατάλληλα να ληφθούν μέτρα σχετικά με κάθε θέμα του άρθρου 127 του
παρόντος Νόμου, που αφορά στο Λιμένα Πειραιά.
β) εισηγείται στο Σ.Δ. της Δ.Α.Λ τη διατύπωση γνώμης προς τη Ρ.Α.Λ και τη
ΓΓΛΛΠΝΕ, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν ερωτήματος, για οποιοδήποτε από τα θέματα του
άρθρου 21 του παρόντος που αφορά στο Λιμένα Πειραιά, γ) εκπροσωπεί το Λιμένα
Πειραιά σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε κάθε θέμα αρμοδιότητάς της,
συνεργάζεται και ανταλλάσσει απόψεις με αντίστοιχες Αρχές στην Ελλάδα και στο
εξωτερικό
δ) γνωστοποιεί αμελλητί στο Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ κάθε στοιχείο, το οποίο σχετίζεται με
την άσκηση των δικαιωμάτων του ως μετόχου στον ΟΛΠ ΑΕ
ε) συνεργάζεται με κάθε αρμόδια Αρχή του Ελληνικού Δημοσίου για την εκπλήρωση
των σκοπών και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της
στ) συγκαλεί τουλάχιστον μια φορά ανά τρεις μήνες Συνέλευση Διαβούλευσης στην
οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι της Δ.Α.Λ., εκπρόσωποι του οικείου Οργανισμού
Λιμένα, των αντίστοιχων συνδικαλιστικών ενώσεων των εργαζομένων, της Τοπικής
Αυτοδιοίκησης (όμοροι δήμοι, περιφέρεια) και των τοπικών φορέων - χρηστών των
υπηρεσιών του λιμανιού.
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία εκδίδεται
εντός τριών (3) μηνών από την έκδοση του παρόντος, καθορίζεται το οργανόγραμμα
της Δ.Α.Λ-Π κατ' αναλογίαν με τα ισχύοντα για τη Δ.Α.Λ
6. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που δημοσιεύεται
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να συνιστώνται και άλλα Περιφερειακά
Γραφεία της Δ.Α.Λ. Με την ίδια ή όμοια απόφαση καθορίζεται ο χρόνος έναρξης της
λειτουργίας, η έδρα, η κατά τόπον αρμοδιότητα, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες
κάθε Περιφερειακού Γραφείου. Στα Περιφερειακά Γραφεία πρόίστανται μέλη του
Συμβουλίου Διοίκησης ή υπάλληλοι της Δ.Α.Λ., που ορίζονται με απόφαση του Σ.Δ.
της Δ.Α.Λ.
Άρθρο 132
Τελικές και Μεταβατικές Διατάξεις Κεφαλαίου
1. Σε περίπτωση αμφιβολίας ως προς τον φορέα της εξουσίας ή της αρμοδιότητας που
σχετίζεται με διατάξεις του παρόντος νόμου και εφόσον τα σχετικά ζητήματα δεν
ρυθμίζονται από άλλη ειδικότερη διάταξη, αυτή επιλύεται ως εξής:
α) Όταν η αμφιβολία αφορά στην ανάθεση της εξουσίας ή αρμοδιότητας στο φορέα
εκμετάλλευσης με βάση τη Σύμβαση Παραχώρησης, πρέπει να θεωρηθεί ότι ο
παραχωρησιούχος έχει από τη Σύμβαση τη σχετική εξουσία ή αρμοδιότητα, β) Όταν η
αμφιβολία αφορά στην κατανομή της εξουσίας ή της αρμοδιότητας μεταξύ των φορέων
του παρόντος νόμου, αυτή επιλύεται ως εξής:
αα) Κάθε εξουσία ή αρμοδιότητα παρακολούθησης, εποπτείας και ελένχου συμμόρφωσης
του παραχωρησιούχου με τους όρους της Σύμβασης Παραχώρησης αναφορικά με
οποιαδήποτε λιμενική ζώνη της ελληνικής επικράτειας, ασκείται από τη Ρ.Α.Λ.
ββ) Πλην διαφορετικής ρύθμισης του παρόντος ή άλλου νομοθετήματος και υπό την
επιφύλαξη αρμοδιότητας άλλων φορέων της Ελληνικής Δημοκρατίας, η Δ.Α.Λ μεριμνά
yia την εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας στη λιμενική ζώνη και για τη συμμόρφωση
με υποχρεώσεις που δεν απορρέουν από τέτοια Σύμβαση Παραχώρησης.
2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 43
του ν. 4150/2013, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 2 έως 5, 8 και 16 έως 19 του
Προεδρικού Διατάγματος 19/2016 «Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών
της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων» (Α'28).
3. Η Ρ.Α.Λ ασκεί ως εντολοδόχος του Ελληνικού Δημοσίου κάθε άλλη αρμοδιότητά του
που είναι συναφής με τη Σύμβαση Παραχώρησης και δεν έχει ρητά απονεμηθεί σε
κάποια υπηρεσία ή φορέα του, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα ή άλλο
νόμο.
4. Οι αρμοδιότητες που απονέμονται με τις διατάξεις του παρόντος, δεν θίγουν
ειδικότερες διατάξεις νόμων που κυρώνουν Συμβάσεις Παραχώρησης και ερμηνεύονται
υπό τον πρίσμα των διατάξεων αυτών. Επιπρόσθετα, δεν θίγουν τις αρμοδιότητες της
Γενικής Γραμματείας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του
Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σύμφωνα με την εκάστοτε κείμενη
νομοθεσία.
5. Για τις ανάγκες του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «Σύμβαση Παραχώρησης»: κάθε σύμβαση την οποία έχει ή πρόκειται να συνάψει το
Ελληνικό Δημόσιο με άλλο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου για την
παραχώρηση δικαιώματος χρήσης, διαχείρισης ή/και εκμετάλλευσης όλης ή μέρους
λιμενικής ζώνης ή για την παραχώρηση έργου ή υπηρεσίας σε λιμένα.
β) «Σύμβαση Παραχώρησης σε Φορέα της Ιδιωτικής Οικονομίας»: οποιαδήποτε Σύμβαση
Παραχώρησης του σημείου (α) ανωτέρω, εφόσον
qa-
αντισυμβαλλόμενος σε αυτήν του Ελληνικού Δημοσίου είναι οντότητα μη ελεγχόμενη,
κατά το μετοχικό ή εταιρικό της κεφάλαιο ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, άμεσα ή
έμμεσα, από το Ελληνικό Δημόσιο, ανεξαρτήτως αν η σύμβαση αυτή κυρώνεται με
τυπικό νόμο είτε όχι. H επέλευση των κριτηρίων του προηγούμενου εδαφίου στο
πρόσωπο του αντισυμβαλλομένου του Ελληνικού Δημοσίου μπορεί να είναι και
επιγενόμενη της σύναψης της σχετικής σύμβασης, οπότε και η σύμβαση εμπίπτει στην
εμβέλειά του από τον χρόνο αυτόν.
6. Η διαμεσολάβηση και επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης
από τη Ρ.Α.Λ, η διαχείριση παραπόνων, και η λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών
σε εύλογο χρονικό διάστημα είναι επιτρεπτή πριν και κατά τη διάρκεια
εκκρεμοδικίας ανάμεσα στους χρήστες και τους φορείς διαχείρισης, αν τα μέρη
συμφωνούν να προσφύγουν για την επίλυση της διαφοράς στη Ρ.Α.Λ.
7. Η διετής θητεία των μελών της καταργούμενης Ρ.Α.Λ., ως αυτοτελούς δημόσιας
υπηρεσίας, δύναται να ανανεωθεί για μία μόνο φορά για δυο (2) έτη με τη
διαδικασία της παρούσας παραγράφου, εφόσον φέρουν τα προσόντα διορισμού του
άρθρου 109 του παρόντος.
8. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταργούνται όλες οι διατάξεις που
ρυθμίζουν κατά τρόπο διαφορετικό τα ίδια ζητήματα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΗΡΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΚΟ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟ ΑΔΜΗΕ ΑΕ ΑΠΟ ΔΕΗ ΑΕ, ΣΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2009/72/ΕΚ, ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΑΥΤΗΣ- ΘΕΣΠΙΣΗ
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΠΩΛΗΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΗ ΑΕ, ΜΕΣΩ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΩΝ
ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΕ ΦΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ
ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ Ν. 4273/2014 ΠΕΡΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΝΕΑΣ ΚΑΘΕΤΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ (Α' 146) - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΣΠΙΣΗ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΕΥΕΛΙΞΙΑΣ.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Άρθρο 133
Σκοπός
Σκοπός του διατάξεων του υποκεφαλαίου Α' είναι η λήψη ρυθμιστικών μέτρων με
σκοπό την ισότιμη πρόσβαση Επιλέξιμων Προμηθευτών Ηλεκτρικής Ενέργειας στο
εγχώριο ενεργειακό μίγμα, την ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των
Προμηθευτών και τη βελτίωση της ποιότητας και των τιμών παροχής ηλεκτρικής
ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές. Τα ανωτέρω ρυθμιστικά μέτρα λαμβάνονται
κατ' εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου 4.3, της Ενότητας Γ' του άρθρου 3 του
Ν. 4336/2015(Α'94).
Άρθρο 134
Ορισμοί
Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου ισχύουν οι ορισμοί των διατάξεων του άρθρου
2 του ν. 4001/2011 ( Α' 179), καθώς και οι ακόλουθοι:
- Βιομηχανικοί καταναλωτές: Τα νομικά πρόσωπα τα οποία είναι συνδεδεμένα είτε
(α) στο Ελληνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ), υπερυψηλής ή
υψηλής τάσης είτε (β) στο Ελληνικό Δίκτυο Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΗΕ)
μέσης τάσης με ετήσια κατανάλωση άνω των 13GWh.
- Επιλέξιμοι Προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας: Οι Προμηθευτές ηλεκτρικής
ενέργειας που έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις δημοπρασίες πώλησης προθεσμιακών
προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση, σύμφωνα με το άρθρο 136.
- Δικαιούχοι Χρήσης: Οι Επιλέξιμοι Προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι
απέκτησαν προθεσμιακά προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση είτε
απευθείας μέσω των δημοπρασιών του άρθρου 135 είτε μέσω της δευτερογενούς
αγοράς, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 140.
- Λειτουργός της Αγοράς: Η εταιρεία με την επωνυμία "Λειτουργός Αγοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε." και με το διακριτικό τίτλο "ΛΑΓΗΕ Α.Ε.", που
προβλέπεται στο άρθρο 117 του Ν. 4001/2011 (Α' 179).
Άρθρο 135
Δημοπρασίες πώλησης προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με
φυσική παράδοση
1. Θεσπίζεται μηχανισμός πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας από την ανώνυμη εταιρεία
με την επωνυμία Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (εφεξής «ΔΕΗ Α.Ε.»), δυνάμει
δημοπρασιών προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση, μέσω
του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού (ΗΕΠ) και με ρυθμιστικά καθοριζόμενη
τιμή εκκίνησης, προς τους Επιλέξιμους Προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας του
άρθρου 136.
2. Η ετήσια ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας προς δημοπράτηση πρέπει να ισούται
κατ' έτος, με τα ακόλουθα ποσοστά μεριδίων στο συνολικό όγκο της λιανικής αγοράς
ηλεκτρικής ενέργειας στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα το προηγούμενο έτος, με σημείο
αναφοράς το μερίδιο της ΔΕΗ ΑΕ κατά το μήνα Αύγουστο 2015, το οποίο ανερχόταν σε
ποσοστό 95,24 %:
(α) Για το έτος 2016: Ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%),
(β) Για το έτος 2017: Ποσοστό δώδεκα τοις εκατό (12%),
(γ) Για το έτος 2018: Ποσοστό δεκατρία τοις εκατό (13%),
(δ) Για το έτος 2019: Ποσοστό δεκατρία τοις εκατό (13%).
3. Στην περίπτωση κατά την οποία η απομείωση του μεριδίου της ΔΕΗ Α.Ε. στη
λιανική αγορά του Διασυνδεδεμένου Συστήματος υπερβαίνει κατά δυο (2) ποσοστιαίες
μονάδες τον στόχο απομείωσης του αντίστοιχου εξαμήνου, όπως αυτός προσδιορίζεται
από την διαίρεση του ετήσιου στόχου σε αντίστοιχα εξάμηνα, η ΡΑΕ, με απόφασή της
η οποία λαμβάνεται κατά τα προβλεπόμενα στην περ. α του άρθρου 138, θα προβεί
στη μείωση των προς δημοπράτηση ποσοτήτων του τρίτου εξαμήνου από την παρέλευση
του εξαμήνου αναφοράς, με ισοδύναμη απομείωση των προς δημοπράτηση ποσοτήτων του
εξαμήνου αυτού.
4. Στην περίπτωση κατά την οποία η απομείωση του μεριδίου της ΔΕΗ Α.Ε. στη
λιανική αγορά του Διασυνδεδεμένου Συστήματος υπολείπεται κατά δυο (2)
ποσοστιαίες μονάδες του στόχου απομείωσης του αντίστοιχου εξαμήνου, όπως αυτός
προσδιορίζεται από την διαίρεση του ετήσιου στόχου σε αντίστοιχα εξάμηνα, η ΡΑΕ,
με απόφασή της η οποία λαμβάνεται κατά τα προβλεπόμενα στην περ. α του άρθρου
138, θα προβεί στην αύξηση των προς δημοπράτηση ποσοτήτων του τρίτου εξαμήνου
από την παρέλευση του εξαμήνου αναφοράς, με ισοδύναμη αύξηση των προς
δημοπράτηση ποσοτήτων του εξαμήνου αυτού.
5. Ως εξάμηνο αναφοράς προσδιορίζεται το χρονικό διάστημα στο οποίο αφορά η
Έκθεση Επιπτώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 141.
Άρθρο 136
Επιλέξιμοι Προμηθευτές Ηλεκτρικής Ενέργειας
1. Δικαίωμα συμμετοχής στις δημοπρασίες πώλησης προθεσμιακών προϊόντων κατά τα
προβλεπόμενα στο άρθρο 140 έχουν οι Προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι
είναι κάτοχοι αδειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και είναι εγγεγραμμένοι στο
Μητρώο Συμμετεχόντων του Συστήματος Συναλλαγών Ημερήσιου Ενεργειακού
Προγραμματισμού («ΗΕΠ») και στο Μητρώο Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες
Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, τα οποία τηρεί ο Λειτουργός της
Αγοράς.
2. Η ΔΕΗ Α.Ε., καθώς και οι Βιομηχανικοί Καταναλωτές, οι οποίοι είναι κάτοχοι
αδειών προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και είναι εγγεγραμμένοι στο ανωτέρω
Μητρώο Συμμετεχόντων του Συστήματος Συναλλαγών Ημερήσιου Ενεργειακού
Προγραμματισμού («ΗΕΠ»), δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής ως αγοραστές στις ανωτέρω
δημοπρασίες.
3. Η ΡΑΕ και ο Λειτουργός της Αγοράς αναπτύσσουν και εφαρμόζουν κατάλληλους
ελεγκτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι προβλέπονται και εξειδικεύονται στον Κώδικα
Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, προς
επίτευξη των οριζομένων στην ανωτέρω παράγραφο 2 και προς αποτροπή δημιουργίας
καταστάσεων αθέμιτου ανταγωνισμού σε τομείς βιομηχανικής δραστηριότητας.
Άρθρο 137
Υποχρέωση παράδοσης
Η ΔΕΗ Α.Ε. υποχρεούται, με τη συμμετοχή της στον ΗΕΠ, να εξασφαλίζει την
παράδοση των ποσοτήτων ενέργειας που αντιστοιχούν στα προθεσμιακά προϊόντα
ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση στους Δικαιούχους Χρήσης των προϊόντων
αυτών. Στην περίπτωση πραγματικής αδυναμίας εξασφάλισης της
-<4V~
παράδοσης των ανωτέρω ποσοτήτων ενέργειας, ισχύουν τα προβλεπόμενα στον Κώδικα
Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, σύμφωνα με
το άρθρο 140.
Άρθρο 138
Ετήσια ποσότητα, καταμερισμός, πρόγραμμα δημοπράτησης και τεχνικά
χαρακτηριστικά προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική
παράδοση
1. Με απόφαση της ΡΑΕ, κατόπιν εισήγησης του Λειτουργού της Αγοράς,
καθορίζονται:
(α) Η ετήσια ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας, που διατίθεται μέσω των ανωτέρω
δημοπρασιών πώλησης προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική
παράδοση,
(β) ο καταμερισμός, για κάθε δημοπρασία, της ανωτέρω ετήσιας ποσότητας σε
επιμέρους προθεσμιακά προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση,
(γ) το πρόγραμμα διεξαγωγής των δημοπρασιών και
(δ) τα τεχνικά χαρακτηριστικά των ανωτέρω δημοπρατούμενών προθεσμιακών προϊόντων
ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση, ως αυτά εξειδικεύονται στον Κώδικα
Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας.
2. Η πρώτη δημοπρασία θα έχει διεξαχθεί μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2016 και η
φυσική παράδοση των προϊόντων θα λάβει χώρα εντός του τέταρτου τριμήνου του
2016.
Άρθρο 139
Μεθοδολογία προσδιορισμού κατώτατης τιμής προσφοράς των
δημοπρατούμενων προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας
(ΚΥΑ), η οποία εκδίδεται, μετά από γνώμη της ΡΑΕ, καθορίζεται η μεθοδολογία
προσδιορισμού καθώς και η εξ αυτής προκύπτουσα κατώτατη τιμή προσφοράς των
δημοπρατούμενων προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας. Η ανωτέρω ΚΥΑ
εκδίδεται εντός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
2. Η μεθοδολογία προσδιορισμού της κατώτατης τιμής λαμβάνει υπ' όφιν τα
μεταβλητά κόστη των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής
ενέργειας της ΔΕΗ Α.Ε. και καθορίζει την αναλογία του μίγματος λιγνιτικής και
υδροηλεκτρικής παραγωγής.
3. Το μεταβλητό κόστος των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της
ΔΕΗ Α.Ε. αποτελείται από τα κάτωθι στοιχεία κόστους:
(α) Μεταβλητά κόστη των ορυχείων της ΔΕΗ Α.Ε., βάσει των οικονομικών καταστάσεων
της εταιρείας.
(β) Κόστος αγοράς καυσίμων από τρίτους, με βάση τη μοναδιαία τιμή καυσίμου στη
σχετική σύμβαση αγοραπωλησίας.
(γ) Ειδικό Τέλος Λιγνίτη, κατά την υπ' αριθμ. Δ5/Β/οικ.3982 (3)/16.02.2012 (Β'
342) απόφαση του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ως
ισχύει και λοιπά τέλη που επιβαρύνουν τη λιγνιτική παραγωγή, ως αυτό εκφράζεται
σε ποσό ευρώ (€) ανά MWh.
(δ) Ειδικό Κόστος Εκκίνησης.
(ε) Μεταβλητά κόστη λειτουργίας και συντήρησης.
(στ) Κόστη αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
4. Τα ανωτέρω κόστη, εξαιρουμένου του Ειδικού Κόστους Εκκίνησης, το οποίο
εξαρτάται από τον αριθμό των εκκινήσεων της λιγνιτικής μονάδας, θεωρούνται
μεταβλητά μόνο εφόσον εξαρτώνται από τον όγκο παραγωγής (MWhs) των λιγνιτικών
μονάδων.
5. Το κόστος αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα υπολογίζεται
ετησίως βάσει του αντίστοιχου δωδεκάμηνου συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης του
Ευρωπαϊκού Χρηματιστηρίου Ενέργειας (EuropeanEnergyExchange - ΕΕΧ), ως ισχύει
κατά το μήνα Δεκέμβριο του προηγουμένου έτους από το έτος εφαρμογής της
αντίστοιχης ΚΥΑ της παραγράφου 1.
Άρθρο 140
Οργάνωση και διεξαγωγή των δημοπρασιών
Ι.Αρμόδιος για την οργάνωση και διεξαγωγή των ανωτέρω δημοπρασιών πώλησης
προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση είναι c
Λειτουργός της Αγοράς. Για την παροχή των ανωτέρω υπηρεσιών του ο Λειτουργός της
Αγοράς εισπράττει τέλη από τους συμμετέχοντες σε κάθε δημοπρασία Επιλέξιμους
Προμηθευτές. Το ύφος των τελών καθορίζεται από τη ΡΑΕ, κατόπιν εισήγησης του
Λειτουργού της Αγοράς, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Συναλλαγών
Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας. Για το σκοπό αυτό ο
Λειτουργός της Αγοράς υποχρεούται να τηρεί τους αναγκαίους διακριτούς
λογαριασμούς.
2. Η οργάνωση και διεξαγωγή των ανωτέρω δημοπρασιών διενεργείται σύμφωνα με τις
διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής
Ενέργειας, ο οποίος καταρτίζεται από τον Λειτουργό της Αγοράς και υποβάλλεται
στη ΡΑΕ μέχρι το τέλος Ιουνίου 2016. Η ΡΑΕ, κατόπιν δημόσιας Διαβούλευσης, κατά
τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν.4001/2011 (ΑΊ79) και αφού προβεί σε τυχόν
τροποποιήσεις και προσθήκες, εκδίδει με απόφαση της τον Κώδικα Συναλλαγών
Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, ο οποίος δημοσιεύεται
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο Κώδικας τροποποιείται, είτε με πρωτοβουλία της
ΡΑΕ είτε κατόπιν αιτήματος του Λειτουργού ή τρίτων προσώπων που έχουν έννομο
συμφέρον, κατ' εφαρμογή της διαδικασίας του προηγούμενου εδαφίου.
3. Με τον Κώδικα Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής
Ενέργειας ρυθμίζονται ιδίως:
(α) Η θέσπιση Μητρώου Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες Προθεσμιακών
Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας και η διαδικασία εγγραφής των Επιλέξιμων
Προμηθευτών Ηλεκτρικής Ενέργειας σε αυτό.
(β) Ο τύπος και η διαδικασία οργάνωσης και διεξαγωγής των δημοπρασιών πώλησης
προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση, με πλειοδοτικούς
διαγωνισμούς, καθώς και ο τύπος και ο χρόνος υποβολής των προσφορών και η
οργάνωση και λειτουργία δευτερογενούς αγοράς, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται μέσω
του ΗΕΠ η φυσική παράδοση των προϊόντων στην εγχώρια κατανάλωση και στις
εξαγωγές.
(γ) Η διαδικασία έκδοσης και το βασικό περιεχόμενο του τεύχους των τεχνικών
χαρακτηριστικών των δημοπρατούμενων προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας
με φυσική παράδοση, ως προβλέπονται στην περ. δ της παρ. 1 του άρθρου 138.
(δ) Οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των Επιλέξιμων Προμηθευτών Ηλεκτρικής
Ενέργειας, του Λειτουργού της Αγοράς και της ΔΕΗ Α.Ε. σε σχέση με τις
δημοπρασίες πώλησης προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και η
μεταξύ τους συνεργασία με σκοπό την ομαλή λειτουργία τους.
(ε) Τυχόν εξειδίκευση και συμπλήρωση των αρμοδιοτήτων του Λειτουργού της Αγοράς,
όπως καθορίζονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και στις λοιπές διατάξεις
της κείμενης νομοθεσίας.
(στ) Το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ του Λειτουργού της Αγοράς και των
Διαχειριστών του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ) και
του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΗΕ) και λοιπών φορέων,
ιδίως όσον αφορά τις απαιτήσεις ανταλλαγής δεδομένων.
(ζ) Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί προς επίτευξη των προβλεπομένων στις παραγράφους 2
και 3 του άρθρου 136.
(η) Η διαδικασία για τη χρονική δήλωση χρήσης των ποσοτήτων ενέργειας των
ανωτέρω προθεσμιακών προϊόντων.
(θ) Οι κανόνες και οι διαδικασίες κάλυψης, εκκαθάρισης και διακανονισμού των
συναλλαγών, καθώς και θέματα προκαταβολών, ρητρών, προπληρωμών και εξόφλησης,
συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων αδυναμίας επίλυσης του ΗΕΠ.
(ι) Αντιμετώπιση περιπτώσεων πραγματικής αδυναμίας εξασφάλισης της παράδοσης των
ανωτέρω ποσοτήτων ενέργειας μέσω του ΗΕΠ σε συμφωνία με τα προβλεπόμενα στην
πρότυπη Γενική Συμφωνία Παράδοσης - Παραλαβής ηλεκτρικής ενέργειας (General
Agreement Concerning the Delivery and Acceptance of Electricity) του Ευρωπαϊκού
Συνδέσμου Εμπόρων Ενέργειας (European Federation of Energy Traders).
(ια) Η τήρηση των αναγκαίων λογαριασμών για τη λειτουργία των δημοπρασιών
προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση και για τον
διακανονισμό των συναλλαγών.
(ιβ) Οι διαδικασίες έγκρισης από τη ΡΑΕ των τελών για την ανάκτηση από τον
Λειτουργό της Αγοράς του κόστους των δημοπρασιών προθεσμιακών προϊόντων
ηλεκτρικής ενέργειας με φυσική παράδοση.
(ιγ) Η επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των Επιλέξιμων Προμηθευτών
ηλεκτρικής ενέργειας, των Δικαιούχων Χρήσης και της ΔΕΗ Α.Ε. με τον Κώδικα
Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας.
(ιδ) Οι κανόνες για τη διασφάλιση της αδιάλειπτης, απρόσκοπτης και ασφαλούς
λειτουργίας των πληροφοριακών συστημάτων του Λειτουργού της Αγοράς σε σχέση με
τη διενέργεια των δημοπρασιών πώλησης προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής
ενέργειας με φυσική παράδοση.
(ιε) Ο τρόπος και η διαδικασία δημοσίευσης των απαραίτητων πληροφοριών για τη
λειτουργία των δημοπρασιών πώλησης προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας
με φυσική παράδοση και τη συμμετοχή σε αυτές.
(ιστ) Ο τρόπος και η διαδικασία προστασίας των εμπορικά ευαίσθητων δεδομένων των
Δικαιούχων Προμηθευτών και της ΔΕΗ Α.Ε.
(ιζ) Τα στοιχεία και η διαδικασία υποβολής τους στη ΡΑΕ από το Λειτουργό της
Αγοράς, για την κατάρτιση της Έκθεσης Επιπτώσεων του άρθρου 141.
(ιη) Η διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών στο πλαίσιο εφαρμογής του
Κώδικα Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας.
(ιθ) Κάθε άλλη ρύθμιση απαραίτητη για την εύρυθμη, διαφανή και αποδοτική
λειτουργία των δημοπρασιών πώλησης προθεσμιακών προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας
με φυσική παράδοση.
Άρθρο 141
Έκθεση Επιπτώσεων, παρακολούθηση εφαρμογής και συναφείς ενέργειες
1. Η ΡΑΕ παρακολουθεί την εφαρμογή του μηχανισμού του άρθρου 135 και συντάσσει,
ανά εξάμηνο, Έκθεση Επιπτώσεων σχετικά:
α) με την αποτελεσματικότητά του, βάσει των διαμορφούμενων μεριδίων των
Προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας στη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπως
αυτά ανακοινώνονται στα Μηνιαία Δελτία Συστήματος Συναλλαγών ΗΕΠ, τα οποία
καταρτίζονται από τον Λειτουργό της Αγοράς.
β) με τις επιπτώσεις στις λιανικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας όπως αυτή πωλείται
από τους προμηθευτές σε επιχειρήσεις και οικιακούς καταναλωτές, γ) με το βαθμό
κατά τον οποίο η λειτουργία του μηχανισμού λαμβάνει υπόψη και εξυπηρετεί την
προοπτική μετάβασης στο Ευρωπαϊκό Μοντέλο Στόχο (TargetModel).
-ί/2Γ-
2. Η Έκθεση Επιπτώσεων, για κάθε εξάμηνο αναφοράς, υποβάλλεται στο Υπουργείο
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο μεριμνά, ώστε μέσω της λειτουργίας του
μηχανισμού του άρθρου 135 να διασφαλίζονται συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού και
προστασίας του καταναλωτή.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
Άρθρο 142
Σκοπός - Βασικές αρχές ιδιοκτησιακού διαχωρισμού
1. Με τις διατάξεις του Υποκεφαλαίου Β' υλοποιείται ο πλήρης ιδιοκτησιακός
διαχωρισμός της εταιρείας «Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής
Ενέργειας Ανώνυμη Εταιρεία» (στο εξής ΑΔΜΗΕ ΑΕ) από τη Δημόσια Επιχείρηση
Ηλεκτρισμού Ανώνυμη Εταιρεία (στο εξής ΔΕΗ ΑΕ) σε εφαρμογή της Οδηγίας
2009/72/ΕΚ και του εναλλακτικού προς την πλήρη ιδιωτικοποίηση της επιχείρησης
σχεδίου, που προβλέπεται στην υποπαράγραφο 4.3 της Παραγράφου Γ του ν. 4336/2015
(Α' 94).
2. Προς υλοποίηση των ανωτέρω, διαμορφώνεται νέα σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου
της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, που διασφαλίζει τον πλήρη διαχωρισμό αυτής από τη ΔΕΗ ΑΕ και τη
διατήρησή της υπό τον έλεγχο του Ελληνικού Δημοσίου. Ο έλεγχος επί της ΑΔΜΗΕ ΑΕ
θα ασκείται από διαφορετικό φορέα του Δημοσίου σε σχέση με τη ΔΕΗ ΑΕ ή άλλη
επιχείρηση που ασκεί οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες προμήθειας ηλεκτρικής
ενέργειας ή φυσικού αερίου, σύμφωνα με το άρθρο 110 του ν. 4001/2011 (ΦΕΚ Α'
179). Η άμεση ή έμμεση συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου ή νομικών προσώπων στα
οποία συμμετέχει κατά πλειοφηφία ή ελέγχει άμεσα ή έμμεσα το Ελληνικό Δημόσιο
στο εκάστοτε μετοχικό κεφάλαιο της ΑΔΜΗΕ ΑΕ δεν δύναται να υπολείπεται του 51%.
Η διαμόρφωση της νέας σύνθεσης του μετοχικού κεφαλαίου γίνεται μέσω α) της
μεταβίβασης μετοχών εκδόσεως της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 51% του
μετοχικού κεφαλαίου αυτής από τη ΔΕΗ ΑΕ σε εταιρεία συμμετοχών (HoldingCo, στο
εξής «Εταιρεία Συμμετοχών»), η οποία πρόκειται να συσταθεί με επιμέλεια και
δαπάνη της ΔΕΗ ΑΕ και να εισαχθεί σε οργανωμένη αγορά και της οποίας μοναδικός
μέτοχος αρχικώς θα είναι η ΔΕΗ ΑΕ και εν συνεχεία οι μέτοχοι της ΔΕΗ ΑΕ, β) της
πώλησης και μεταβίβασης, με μία ή περισσότερες συναλλαγές, μετοχών εκδόσεως της
ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν σε ποσοστό τουλάχιστον 25% του μετοχικού κεφαλαίου
αυτής από τη ΔΕΗ ΑΕ σε εταιρεία της οποίας μοναδικός μέτοχος θα είναι το
Ελληνικό Δημόσιο (στο εξής «ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ») και γ) της πώλησης και μεταβίβασης
μετοχών εκδόσεως της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν τουλάχιστον σε ποσοστό 20% του
μετοχικού κεφαλαίου αυτής από τη ΔΕΗ ΑΕ σε στρατηγικό επενδυτή.
Άρθρο 143
Σχέδιο Διαχωρισμού
ί. Το Σχέδιο Διαχωρισμού υλοποιείται ως εξής:
α. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της, η ΑΔΜΗΕ ΑΕ εγκρίνει: αα)
την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου με κεφαλαιοποίηση αποθεματικών της,
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 147, ββ) τη μείωση του μετοχικού της
κεφαλαίου, κατά ποσό ίσο με το ποσό που θα προκόψει από την κεφαλαιοποίηση των
αποθεματικών της και γγ) την καταβολή στη μέτοχό της ΔΕΗ ΑΕ του ποσού που θα
αποδεσμευθεί από την ως άνω μείωση. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των
μετόχων της, η ΑΔΜΗΕ ΑΕ προβαίνει σε συμψηφισμό χρηματικών οφειλών της ΔΕΗ ΑΕ
προς αυτήν, εξαιρουμένων των οφειλών α?ιό τις συναλλαγές στην αγορά ενέργειας.
β. Μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2016, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των
μετόχων της, η ΔΕΗ ΑΕ εγκρίνει: αα) την πώληση και μεταβίβαση μετοχών εκδόσεως
της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν σε ποσοστό τουλάχιστον 25% του μετοχικού κεφαλαίου
αυτής, προκειμένου να περιέλθουν στην εταιρεία που συστήνεται κατά τα οριζόμενα
στο άρθρο 145, ββ) την πώληση και μεταβίβαση μετοχών της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που
αντιστοιχούν τουλάχιστον σε ποσοστό 20 % του μετοχικού κεφαλαίου αυτής, σε
στρατηγικό επενδυτή, που θα αναδειχθεί μέσω διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού,
σύμφωνα με το άρθρο 144 και γγ) τη σύσταση Εταιρείας Συμμετοχών της ΔΕΗ ΑΕ με
μοναδικό μέτοχο αρχικώς τη ΔΕΗ ΑΕ, την έγκριση του καταστατικού αυτής, καθώς και
τη μεταβίβαση σε αυτήν, υπό μορφή εισφοράς σε είδος στο πλαίσιο αύξησης
μετοχικού κεφαλαίου της τελευταίας, μετοχών εκδόσεως της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που
αντιστοιχούν σε ποσοστό 51% του μετοχικού της κεφαλαίου της ΑΔΜΗΕ ΑΕ.
γ. Με την ολοκλήρωση της σύστασής της, η Εταιρεία Συμμετοχών προβαίνει με
απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της στην αύξηση του μετοχικού
κεφαλαίου της, που προβλέπεται στην περίπτωση β'. Προς υλοποίηση της απόφασης
της περίπτωσης β' του παρόντος άρθρου, η ΔΕΗ ΑΕ εισφέρει σε είδος στην Εταιρεία
Συμμετοχών μετοχές της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν σε ποσοστό 51% του μετοχικού
κεφαλαίου της τελευταίας.
δ. Διενεργείται με επιμέλεια και δαπάνη της ΔΕΗ ΑΕ ο διεθνής πλειοδοτικός
διαγωνισμός της περίπτωσης β' και αναδεικνύεται ο στρατηγικός επενδυτής, ε. Με
απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της, η ΔΕΗ ΑΕ εγκρίνει: αα) τη μείωση
του μετοχικού της κεφαλαίου με σκοπό την εις είδος διανομή στους μετόχους αυτής
και ββ) τη μεταβίβαση, συνεπεία της ως άνω εις είδος διανομής, στους
υφιστάμενους μετόχους της των μετοχών που κατέχει στην Εταιρεία Συμμετοχών κατά
το χρονικό αυτό σημείο και κατά την αναλογία συμμετοχής τους στο μετοχικό
κεφάλαιο της ΔΕΗ ΑΕ. Η παρούσα μεταβίβαση δεν συνιστά δημόσια προσφορά για τους
σκοπούς του ν. 3401/2005 (Α' 257) και ως εκ τούτου δεν απάιτείται η σύνταξη
έγκριση και δημοσίευση οιουδήποτε ενημερωτικού δελτίου ή άλλου ισοδύναμου
εντύπου .
στ. Η ΔΕΗ ΑΕ προβαίνει αα) στην πώληση και μεταβίβαση, μετοχών εκδόσεως της
ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν σε ποσοστό τουλάχιστον 25% του μετοχικού κεφαλαίου
αυτής προκειμένου να περιέλθουν στην ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ, που συνιστάται κατά τα
οριζόμενα στο άρθρο 145 και (ββ) στην πώληση και μεταβίβαση, σύμφωνα με τα
οριζόμενα στο άρθρο 144, μετοχών εκδόσεως της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν
τουλάχιστον σε ποσοστό 20 % του μετοχικού κεφαλαίου αυτής στον στρατηγικό
επενδυτή.
2. Το Ελληνικό Δημόσιο συμμετέχει και ψηφίζει στις ως άνω γενικές συνελεύσεις
της ΔΕΗ ΑΕ υπό την ιδιότητά του ως μετόχου.
3. Οι ενέργειες και αποφάσεις των μελών των διοικητικών συμβουλίων της ΔΕΗ ΑΕ,
της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, της Εταιρείας Συμμετοχών της ΔΕΗ ΑΕ που προβλέπεται στην
υποπερίπτωση (γγ) της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του παρόντος και της ΔΕΣ
ΑΔΜΗΕ ΑΕ του Ελληνικού Δημοσίου που προβλέπεται στο άρθρο 145, οι οποίες
λαμβάνονται στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου αυτού και προς το σκοπό της
υλοποίησης του Σχεδίου Διαχωρισμού της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, συνιστούν εκπλήρωση νόμιμης
υποχρέωσης αυτών.
Άρθρο 144
Προδιαγραφές και διαδικασία διενέργειας διεθνούς διαγωνισμού
1. Η ανάδειξη στρατηγικού επενδυτή, στον οποίο θα μεταβιβαστούν μετοχές έκδοσης
της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν σε ανώτατο καταληκτικό ποσοστό 24% του μετοχικού
κεφαλαίου αυτής θα πραγματοποιηθεί μέσω διεθνούς διαγωνισμού. Ο στρατηγικός
επενδυτής θα πρέπει να είναι είτε (α) Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας με αποδεδειγμένη εμπειρία στη διαχείριση και λειτουργία
συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας σε οποιοδήποτε κράτος- μέλος του
Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας
(ENTSO-E) (Διαχειριστής Συστήματος) είτε (β) κοινοπραξία στην οποία θα
συμμετέχει Διαχειριστής Συστήματος, όπως αυτός αναφέρεται στην περίπτωση α'.
2. Ο διαγωνισμός της προηγούμενης παραγράφου διενεργείται εντός των
καθοριζόμενων ως ακολούθως χρονικών ορίων, τα οποία δύνανται να παρατείνονται με
κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Οικονομικών:
α. Εντός ενός (1) μήνα από τη λήψη της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης των
μετόχων της ΔΕΗ ΑΕ που προβλέπεται στο εδάφιο β' της παραγράφου 1 του άρθρου
143, η ΔΕΗ ΑΕ θα ολοκληρώσει την κατάρτιση της διεθνούς δημόσιας πρόσκλησης του
επόμενου εδαφίου και θα έχει προσδιορίσει και αιτηθεί από την ΑΔΜΗΕ ΑΕ τα
απαραίτητα νομικά, τεχνικά και οικονομικά έγγραφα για την παροχή προς τους
υποψήφιους επενδυτές των αναγκαίων πληροφοριών για την αξιολόγηση των
περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων, της οικονομικής κατάστασης και των
προοπτικών της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 116 του ν. 4001/2011.
β. Εντός πέντε (5) μηνών από τη λήψη της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης των
μετόχων της ΔΕΗ ΑΕ που προβλέπεται στην περίπτωση β'της παραγράφου 1 του άρθρου
143, θα έχει δημοσιευθεί από τη ΔΕΗ ΑΕ διεθνής δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης
ενδιαφέροντος και θα έχει αναδειχθεί ο προτιμητέος στρατηγικός επενδυτής. Με τη
δημόσια πρόσκληση του προηγούμενου εδαφίου θα καθοριστούν ιδίως τα κριτήρια
επιλογής (όπως ενδεικτικά, η οικονομική προσφορά, η εμπειρία στην ανάπτυξη,
διαχείριση και λειτουργία συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η
συμμόρφωση με τις επιταγές της ευρωπαϊκής νομοθεσίας αναφορικά με εταιρείες
διαχείρισης συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, χρηματοοικονομική,
τεχνική και νομική καταλληλότητα και επάρκεια) και η ιεράρχησή τους, οι
προθεσμίες υποβολής δεσμευτικής προσφοράς, η κατάθεση εγγυητικής επιστολής
συμμετοχής, η διαδικασία υποβολής ερωτημάτων και επεξηγήσεων, όροι και εγγυήσεις
εμπιστευτικότητας αναφορικά με την πρόσβαση των υποψηφίων στις πληροφορίες που
αναφέρονται στην περίπτωση α' και το σχέδιο σύμβασης αγοραπωλησίας μετοχών
(share purchase agreement). Πριν την ανάδειξη του στρατηγικού επενδυτή η ΔΕΗ ΑΕ
θα έχει λάβει γνωμοδότηση από διεθνή ανεξάρτητο εκτιμητή, όπως ιδίως διεθνή
επενδυτική τράπεζα περί του δικαίου και εύλογου του προσφερόμενου τιμήματος και
περί της αντικειμενικότητας και διαφάνειας της διαγωνιστικής διαδικασίας
(fairness opinion), προκειμένου να προβεί στη σύναψη αγοραπωλησίας μετοχών
(share purchase agreement) με τον προτιμητέο στρατηγικό επενδυτή, γ. Εντός οκτώ
(8) μηνών από τη λήψη της απόφασης Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της ΔΕΗ ΑΕ που
προβλέπεται στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 143 και αφού προηγηθεί
η μεταβίβαση από τη ΔΕΗ ΑΕ στους μετόχους της των μετοχών που κατέχει στην
Εταιρεία Συμμετοχών κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση ε' της παρ. 1 του άρθρου
143, η ΔΕΗ ΑΕ θα έχει προβεί στη σύναψη αγοραπωλησίας μετοχών (share purchase
agreement) με τον προτιμητέο στρατηγικό επενδυτή.
3. Τα συμβατικά κείμενα της αγοραπωλησίας θα περιλαμβάνουν τις όποιες αναγκαίες
προαπαιτούμενες πράξεις για έκαστο συμβαλλόμενο μέρος, χωρίς την πλήρωση των
οποίων δεν θα είναι δυνατή η ολοκλήρωση της συναλλαγής (condition precedents).
Στο πλαίσιο της ως άνω συναλλαγής, τα μέρη, ως οφείλει έκαστο, θα εξασφαλίσουν
τη χορήγηση των αναγκαίων κανονιστικών εγκρίσεων (ιδίως από ρυθμιστικές αρχές,
αρχές ανταγωνισμού σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, δανειστές της ΔΕΗ ΑΕ και της
ΑΔΜΗΕ ΑΕ με σχετικά συμβατικά δικαιώματα προέγκρισης), καθώς και την εκπλήρωση
κάθε απαραίτητης για την ολοκλήρωση της συναλλαγής προϋπόθεση.
4. Η διενέργεια του ανωτέρω διεθνούς διαγωνισμού τελεί υπό την εποπτεία του
Ελληνικού Δημοσίου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και
Ενέργειας και Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζεται και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια
για τη διενέργεια του.
Άρθρο 145
Σύσταση και σκοπός της ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ
1. Στο πλαίσιο υλοποίησης του Σχεδίου Διαχωρισμού της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που προβλέπεται
στο άρθρο 143, συνιστάται Ανώνυμη Εταιρία με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΑΔΜΗΕ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ) και μοναδικό μέτοχο το Ελληνικό
Δημόσιο, η οποία διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, το καταστατικό
της και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του ν. 2190/1920 (Α' 37).
2. Σκοπός της ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ είναι η απόκτηση από την ΔΕΗ ΑΕ μετοχών εκδόσεως της
ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν σε ποσοστό τουλάχιστον 25% του μετοχικού κεφαλαίου
αυτής, σύμφωνα με την περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 143. Το τίμημα
απόκτησης ανά μετοχή ισούται με το τίμημα ανά μετοχή που καταβάλλει ο επενδυτής.
Η ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ μπορεί να προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την
χρηματοδότηση της απόκτησης της συμμετοχής αυτής, περιλαμβανομένης ιδίως της
σύναψης συμβάσεων δανείου.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
εγκρίνεται το καταστατικό της ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν.
2190/1920 και ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν το μετοχικό κεφάλαιο, τη
διαδικασία για αύξηση ή μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, τα δικαιώματα του
μετόχου, τη συγκρότηση, τη σύγκληση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της
Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου, τους ελεγκτές, τη διανομή των
κερδών, τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τη λύση και την εκκαθάρισή της, την
πρώτη εταιρική χρήση, όπως και κάθε άλλο σχετικό θέμα που προβλέπεται από την
κείμενη νομοθεσία για τις ανώνυμες εταιρίες.
4. Το μετοχικό κεφάλαιο της ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ ορίζεται σε διακόσιες χιλιάδες
(200.000) ευρώ, το οποίο καταβάλλεται από το Ελληνικό Δημόσιο άπαξ σε μετρητά.
Για το μετοχικό κεφάλαιο εκδίδεται μία μετοχή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, η
οποία είναι αμεταβίβαστη. Το Ελληνικό Δημόσιο, για την άσκηση των μετοχικών του
δικαιωμάτων εκπροσωπείται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή το
νόμιμο εκπρόσωπό του.
5. Η διάρκεια της ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ ορίζεται σε ενενήντα εννέα (99) χρόνια από την
ημερομηνία δημοσίευσης της Κοινής Υπουργικής Απόφασης της παραγράφου 3.
6. Για κάθε πράξη της ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ για την οποία απαιτείται συμβολαιογραφικό
έγγραφο, τα δικαιώματα των συμβολαιογράφων περιορίζονται στο ήμισυ των
προβλεπομένων από την κείμενη νομοθεσία. Για τις πράξεις αυτές δεν καταβάλλονται
φόροι ή τέλη και για τη σύνταξη και υπογραφή αυτών δεν απαιτείται παράσταση
δικηγόρου. Περαιτέρω, η ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ απαλλάσσεται από κάθε δημόσιο, δημοτικό,
κοινοτικό ή υπέρ τρίτου άμεσο ή έμμεσο φόρο, εκτός από το φόρο προστιθέμενης
αξίας, καθώς και από κάθε είδους τέλη υπέρ του Δημοσίου ή άλλου τρίτου. Επίσης,
απαλλάσσεται και από την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου και απολαμβάνει
γενικά όλων των δικονομικών και άλλων προνομίων και ατελειών του Δημοσίου.
7. Η ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ ορίζεται ως ο νόμιμος εκδοχέας των φορολογικών απαιτήσεων του
Ελληνικού Δημοσίου έναντι της ΔΕΗ ΑΕ και της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, που προκύπτουν από την
εκτέλεση του Σχεδίου Διαχωρισμού. Τέτοιες φορολογικές απαιτήσεις αποτελούν ιδίως
οι απαιτήσεις φόρου υπεραξίας από την πώληση των μετοχών της ΑΔΜΗΕ ΑΕ, καθώς και
οι απαιτήσεις από την κεφαλαιοποίηση αποθεματικών της ΑΔΜΗΕ ΑΕ. Τις απαιτήσεις
αυτές δύναται η ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ ΑΕ να ενεχυριάζει αποκλειστικά προς ασφάλεια τυχόν
χρηματοδότησης που λαμβάνει προς το σκοπό εξόφλησης του τιμήματος για την
απόκτηση των μετοχών της ΑΔΜΗΕ ΑΕ από την ΔΕΗ ΑΕ ή να τις συμψηφίζει με το
οφειλόμενο τίμημα από την πώληση των μετοχών.
Άρθρο 146
Εισαγωγή της Εταιρείας Συμμετοχών της ΔΕΗ ΑΕ στο Χρηματιστήριο Αθηνών
1. Στο πλαίσιο υλοποίησης του Σχεδίου Διαχωρισμού, με την ολοκλήρωση της
μεταβίβασης από τη ΔΕΗ ΑΕ στους μετόχους αυτής των μετοχών που κατέχει στην
Εταιρεία Συμμετοχών που προβλέπεται στη περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου
143, η Εταιρεία Συμμετοχών αιτείται αμελλητί την εισαγωγή της στην οργανωμένη
αγορά κινητών αξιών του Χρηματιστηρίου Αθηνών (στο εξής ΧΑ), έχοντας προβεί προς
τούτο σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, όπως ιδίως στη σύνταξη ενημερωτικού
δελτίου εισαγωγής, προκειμένου να υλοποιηθεί η διαδικασία της περίπτωσης ε' της
παραγράφου 1 του άρθρου 143.
2. Η εισαγωγή της Εταιρείας Συμμετοχών στην οργανωμένη αγορά κινητών αξιών του
ΧΑ διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του ν. 3371/2005
(Α' 178), των κανονισμών και αποφάσεων του ΧΑ, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων
εφαρμοστέων διατάξεων.
3. Για την εισαγωγή της Εταιρείας Συμμετοχών οργανωμένη αγορά κινητών αξιών του
ΧΑ, δεν απαιτείται να έχει αυτή δημοσιεύσει ή καταθέσει προς δημοσίευση ουδεμία
ετήσια οικονομική κατάσταση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3 του ν.
3371/2005.
4. Το ΧΑ και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ασκούν κάθε διακριτική ευχέρεια που έχουν
από το νόμο προς το σκοπό διευκόλυνσης της εισαγωγής των κινητών αξιών της
Εταιρείας Συμμετοχών.
Άρθρο 147
Κεφαλαιοποιήσιμα αποθεματικά της ΑΔΜΗΕ ΑΕ
Προς το σκοπό υλοποίησης της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που
προβλέπεται στην υποπερίπτωση (αα) της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του
ί/ 3ί—
Άρθρου 143, αποτελούν ελεύθερα κεφαλαιοποιήσιμα αποθεματικά τα ακόλουθα
αποθεματικά της ΑΔΜΗΕ ΑΕ:
α. Το αποθεματικά που προέκυψε από την υπεραξία αναπροσαρμογής παγίων που
δημιουργήθηκαν από τη ΔΕΗ ΑΕ δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 10 παρ. 2 του ν.
2941/2001 (Α' 201) ( και μεταφέρθηκε στην ΑΔΜΗΕ ΑΕ δυνάμει των διατάξεων της
περίπτωσης στ' της παραγράφου 3 του άρθρου 98 του ν. 4001/2011 (Α' 179).
β. Ο λογαριασμός «κέρδη εις νέον».
Άρθρο 148
Πιστοποίηση ΑΔΜΗΕ ΑΕ μετά τον πλήρη ιδιοκτησιακό διαχωρισμό
Για την πιστοποίηση της ΑΔΜΗΕ ΑΕ μετά τον πλήρη ιδιοκτησιακό διαχωρισμό αυτής
από την ΔΕΗ ΑΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και του άρθρου 110 του ν.
4001/2011 (Α' 179), εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις των άρθρων 113 και 114
του ν. 4001/2011. Οι προθεσμίες που προβλέπονται στις διατάξεις αυτές μέχρι και
την έκδοση τελικής απόφασης από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, μειώνονται στο
μισό.
Άρθρο 149
Λοιπές διατάξεις
1. Με τις διατάξεις του παρόντος Υποκεφαλαίου δεν θίγονται οι διατάξεις των
άρθρων 102 έως 104 και 119 του ν. 4001/2011, που αναφέρονται στα εργασιακά και
ασφαλιστικά δικαιώματα του πάσης φύσεως προσωπικού της ΑΔΜΗΕ Α.Ε. και των λοιπών
φορέων στους οποίους και εφαρμόζονται κατ' αναλογία αυτές.
2. Ο πλήρης ιδιοκτησιακός διαχωρισμός της ΑΔΜΗΕ ΑΕ δεν συνιστά λόγο καταγγελίας
των συμβάσεων εργασίας αυτής με το πάσης φύσεως προσωπικό της και δεν επηρεάζει
τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα αυτού.
3. Οποιαδήποτε ενέργεια ή δικαιοπραξία επιχειρείται κατ' εφαρμογή του παρόντος
νόμου από τη ΔΕΗ Α.Ε. ή από την ΑΔΜΗΕ Α.Ε. συμπεριλαμβανομένηςτης επέλευσης
οποιουδήποτε γεγονότος ή συνέπειας άμεσα συνδεδεμένης με την επιχειρούμενη
ενέργεια ή δικαιοπραξία, δεν δύναται αφ' εαυτής να συνιστά γεγονός καταγγελίας ή
αφερεγγυότητας ή αιτία παροχής ή ρευστοποίησης εξασφάλισης, ούτε παρέχει σε
αντισυμβαλλόμενο το δικαίωμα για άσκηση δικαιώματος καταγγελίας, αλυσιδωτής
καταγγελίας (cross-default), υπαναχώρησης, επίσχεσης, τροποποίησης, συμψηφισμού
ή εκκαθαριστικού συμψηφισμού, σε σχέση με οποιαδήποτε σύμβαση έχει συναφθεί από
τη ΔΕΗ Α.Ε. ή την ΑΔΜΗΕ Α.Ε. με τρίτους, υπό τον όρο ότι εξακολουθούν να
τηρούνται οι ουσιαστικές υποχρεώσεις δυνάμει της σύμβασης, μεταξύ των οποίων και
οι υποχρεώσεις πληρωμής και παράδοσης. Τα ανωτέρω ισχύουν και για συμβάσεις που
έχει συνάψει θυγατρική της ΔΕΗ Α.Ε. με τρίτους.
-4 53 -
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
Νομοθετικές ρυθμίσεις για τη θέσπιση του «Μεταβατικού Μηχανισμού
Αποζημίωσης Ευελιξίας»
Άρθρο 150
Στο ν. 4001/2011 (Α' 79) προστίθεται νέο άρθρο 143Δ, ως εξής:
«ΑΡΘΡΟ 143Δ
Μεταβατικός Μηχανισμός Αποζημίωσης Ευελιξίας
1. Θεσπίζεται «Μεταβατικός Μηχανισμός Αποζημίωσης Ευελιξίας». Ο Μηχανισμός αυτός
τίθεται σε εφαρμογή από 1.5.2016. Η διάρκεια του Μεταβατικού Μηχανισμού
Αποζημίωσης Ευελιξίας ορίζεται, κατά μέγιστο, σε δώδεκα (12) μήνες, ή, εάν αυτό
συμβεί νωρίτερα, μέχρι την εφαρμογή μόνιμου μηχανισμού επάρκειας ή και ευελιξίας
του Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις της ΡΑΕ
κατά τα προβλεπόμενα στην κείμενη νομοθεσία.
2. Ως «Μεταβατικός Μηχανισμός Αποζημίωσης Ευελιξίας» νοείται η καταβολή στις
επιλεγείσες, σύμφωνα με το παρόν, μονάδες ηλεκτροπαραγωγής ανταλλάγματος για τη
διαθεσιμότητά τους προς παροχή της «υπηρεσίας ευελιξίας» στο Σύστημα Ηλεκτρικής
Ενέργειας.
3. Ως «υπηρεσία ευελιξίας» ορίζεται η ταχεία αύξηση ή μείωση της κατανεμόμενης
ισχύος της μονάδας, ώστε να καλύπτει τη ζήτηση, ακολουθώντας τις Εντολές
Κατανομής του Διαχειριστή. Στην εν λόγω έννοια συμπεριλαμβάνεται η ικανότητα της
μονάδας ώστε, εντός τριών ωρών από την έκδοση σχετικής Εντολής Κατανομής του
Διαχειριστή, να ακολουθεί από θερμή κατάσταση ένα γρήγορο κύκλο λειτουργίας, με
ανταπόκριση μεγαλύτερη από ένα προκαθορισμένο κατώφλι, το οποίο αντιστοιχεί σε
μετρούμενο ρυθμό μεταβολής της εξόδου της τουλάχιστον οχτώ (8) MW/min και
δυνατότητα απόκρισης για τουλάχιστον τρεις (3) συνεχόμενες ώρες. Λοιπές τεχνικές
απαιτήσεις για την παροχή της «υπηρεσίας ευελιξίας», καθώς και λεπτομέρειες
εφαρμογής της παρούσας διάταξης εξειδικεύονται στον Κώδικα Διαχείρισης
Συστήματος.
4. Ως «αποζημίωση για την υπηρεσία ευελιξίας» νοείται η αμοιβή που καταβάλλεται
από τον Διαχειριστή του Συστήματος προς τους Επιλεγέντες Παραγωγούς. Το ύφος του
Μοναδιαίου Τιμήματος Πληρωμής Ισχύος για την παροχή ευέλικτης ισχύος καθορίζεται
σε σαράντα-πέντε (45) C/kW διαθέσιμης ισχύος για το ανωτέρω χρονικό διάστημα και
με ανώτατο όριο καταβολής τα δεκαπέντε(15) εκατομμύρια ευρώ ανά μονάδα
παραγωγής. Λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης δύνανται να
καθορίζονται στον Κώδικα Διαχείρισης Συστήματος.
5. Το μέγιστο συνολικό κόστος του Μηχανισμού ορίζεται σε διακόσια είκοσι-πέντε
(225) εκατομμύρια ευρώ. Το ανωτέρω κόστος επιμερίζεται στους Εκπροσώπους
Φορτίου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κώδικα Διαχείρισης Συστήματος.
6. «Υπολογισμός αποζημίωσης»: Το ύφος της αποζημίωσης που δύνανται καταρχήν να
λαμβάνουν οι Επιλεγέντες Παραγωγοί υπολογίζεται κατ' αντιστοιχία με την
<733
πραγματική διαθεσιμότητα της μονάδας, όπως αυτή μετράται από τον Διαχειριστή του
Συστήματος και δημοσιεύεται το αργότερο τρεις μέρες πριν την ημερομηνία έναρξης
υποβολής αιτήσεων εκ μέρους των επιλέξιμων παραγωγών για τη συμμετοχή τους στον
Μηχανισμό. Για τον υπολογισμό του συντελεστή διαθεσιμότητας των θερμικών μονάδων
που εντάσσονται στον Μηχανισμό χρησιμοποιούνται ιστορικά στοιχεία τριών (3)
ετών, ενώ για τις κατανεμόμενες υδροηλεκτρικές μονάδες στοιχεία έτους χαμηλής
υδραυλικότητας, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 7 του
παρόντος.
Για τις ανάγκες του παρόντος Μηχανισμού ως έτος νοείται το «Έτος Αξιοπιστίας» ως
ορίζεται στον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος.
Το τελικώς καταβαλλόμενο ανά Παραγωγό ποσό αποζημίωσης εκκαθαρίζεται, με τη λήξη
της περιόδου εφαρμογής του Μηχανισμού, λαμβάνοντας υπόψιν τον «τελικό συντελεστή
διαϋεσιμότητας» των μονάδων, που υπολογίζεται απολογιστικά από τον Διαχειριστή
βάσει των συλλεγέντων στοιχείων για την πραγματική διαθεσιμότητα εκάστης
μονάδας, κατά τον χρόνο εφαρμογής του Μηχανισμού. Λεπτομέρειες για την εφαρμογή
της παρούσας διάταξης δύνανται να καθορίζονται στον Κώδικα Διαχείρισης
Συστήματος.
Ο τελικός συντελεστής διαθεσιμότητας των θερμικών μονάδων υπολογίζεται
λαμβάνοντας υπόψη και τη διαθεσιμότητα καυσίμου.
7.0 συντελεστής διαθεσιμότητας των κατανεμόμενων υδροηλεκτρικών μονάδωνΕΈΟϋο
προσαρμόζεται ώστε να αντανακλά το ποσοστό της υδροηλεκτρικής παραγωγής που
είναι τεχνικά ικανή να παράσχει οποτεδήποτε την υπηρεσία ευελιξίας, ακόμη και
υπό συνθήκες έτους χαμηλής υδραυλικότητας.
Ο εν λόγω συντελεστής προκύπτει από τα στοιχεία, όπως καταγράφονται από τον
Διαχειριστή του Συστήματος κατά τη διάρκεια των τριών (3) «Ετών Αξιοπιστίας» που
προηγούνται του έτους εφαρμογής του Μηχανισμού, λαμβάνοντας υπόψη τη συνεισφορά
έκαστης υδροηλεκτρικής μονάδας στην κάλυψη της συνολικής ζήτησης, και
υπολογίζεται ως εξής:
EFORD =(1-
Όπου:
HCAP Ο αριθμητικός μέσος όρος του μεγέθους της μέγιστης ισχύος που συνεισέφερε η
Μονάδα για την κάλυψη του φορτίου του Συστήματος, σταθμισμένος ως προς αυτό,
όπως υπολογίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο για τα τρία προηγούμενα Έτη
Αξιοπιστίας του τρέχοντος Έτους Αξιοπιστίας.
.I/3V -
MQhy Η συνολική μετρούμενη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της Μονάδας, σε
μεγαβατώρες ανά ώρα (MWh/h) κατά τη διάρκεια της Περιόδου Κατανομής h του Έτους
Αξιοπιστίας y.
Lhy Η συνολική ζήτηση φορτίου του Συστήματος σε μεγαβάτ (MW) κατά τη διάρκεια
της Περιόδου Κατανομής h του Έτους Αξιοπιστίας y.
HCAPy Η μέση ισχύς που συνεισέφερε η Μονάδα για την κάλυψη του φορτίου του
Συστήματος, σταθμισμένη ως προς αυτό, η οποία υπολογίζεται για κάθε Έτος
Αξιοπιστίας y από τον ανωτέρω τύπο.
8. Ως «επιλέξιμες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής» για την ένταξή τους στον Μηχανισμό
θεωρούνται οι μονάδες τεχνολογίας αεριοστροβίλου ανοικτού και συνδυασμένου
κύκλου, οι κατανεμόμενες υδροηλεκτρικές μονάδες, καθώς και μονάδα ΣΗΘ για το
μέρος της ισχύος της για την οποία δεν αμείβεται από μηχανισμό στήριξης ΑΠΕ. Για
το μέγεθος της ισχύος που εντάσσεται στον Μηχανισμό, λαμβάνονται υπόψη και τυχόν
περιορισμοί στη μέγιστη ικανότητα λειτουργίας των Μονάδων που επιβάλλονται εκ
του δικτύου, βάσει και σχετικής πιστοποίησης του Διαχειριστή του Συστήματος.
9. Η διενέργεια των αναγκαίων εκκαθαρίσεων και χρεοπιστώσεωνστο πλαίσιο του εν
λόγω Μηχανισμού, πραγματοποιείται από τον Διαχειριστή του Συστήματος, σύμφωνα με
τα οριζόμενα στον Κώδικα Διαχείρισης Συστήματος.
ΙΟ.Διαδικασία ένταξης: Για την ένταξή τους στον ανωτέρω Μηχανισμό, οι επιλέξιμες
μονάδες ηλεκτροπαραγωγής υποβάλλουν αίτηση στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, εντός
ορισμένης προθεσμίας και σύμφωνα με το έντυπο-υπόδειγμα που καθορίζονται με
απόφαση της Αρχής κατόπιν σχετικής εισήγησης από τον Διαχειριστή του Συστήματος.
Με την εν λόγω αίτηση, οι ενδιαφερόμενες επιλέξιμες μονάδες δηλώνουν την ισχύ με
την οποία επιθυμούν να συμμετέχουν στο Μηχανισμό, η οποία δύναται να είναι
μικρότερη της καταρχήν διαθέσιμης ισχύος.
Στο εν λόγω έντυπο-υπόδειγμα της αίτησης περιλαμβάνονται, κατ' ελάχιστον, η
επωνυμία του κατόχου της άδειας τηςεπιλέξιμης μονάδας ηλεκτροπαραγωγής, το
μέγεθος της ισχύος της μονάδας, καθώς και το ποσό της ενίσχυσης που αιτείται ο
επιλέξιμος παραγωγός ως κίνητρο για την υποβολή προς τον Διαχειριστή του
Συστήματος αναθεωρημένων τεχνικών δηλώσεων σε συμμόρφωση προς τις προδιαγραφές
για την παροχή της «υπηρεσίας ευελιξίας», όπως αυτές θα εξειδικευτούν στον
Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος («αντιπαράδειγμα»). Το αιτούμενο ποσό
ενίσχυσης προσδιορίζεται από τα προσφερόμενα στον Μηχανισμό ΜΛ/ισχύος επί του
Μοναδιαίου Τιμήματος Πληρωμής Ισχύος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4
του παρόντος. Με την αίτησή του, ο επιλέξιμος Παραγωγός συνυποβάλλει στοιχεία
εκτιμώμενου κόστους συμμόρφωσης στις προδιαγραφές της κυπηρεσίας ευελιξίας», σε
συμφωνία με τα οριζόμενα στην από
C -1791/31-3-2016 (ίΐηθΟΑπόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη συναφή υπόθεση
κρατικής ενίσχυσης SA 38968 (παραγρ. 45-49).
Εντός ενός μηνός από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων συμμετοχής στον
Μηχανισμό, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, κατόπιν σχετικής εισήγησης του
Διαχειριστή, ελέγχει την αξιοπιστία του «αντιπαραδείγματος», προς επιβεβαίωση
του χαρακτήρα κινήτρου της σχετικής αποζημίωσης («έλεγχος αξιοπιστίας»), και
εγκρίνει την εγγραφή της μονάδας ηλεκτροπαραγωγής στο συστηνόμενο «Μητρώο
Ευέλικτων Μονάδων» του Διαχειριστή του Συστήματος. Με την απόφαση ένταξης στον
Μηχανισμό δύναται να επιβάλλεται στις Μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και η εκπλήρωση
όρων ή/και πρόσθετων υποχρεώσεων που απορρέουν από την άδεια παραγωγής τους.
Ειδικότερα, προκειμένου για τις υδροηλεκτρικές μονάδες, λαμβάνεται επιπλέον
υπόφη και το εξοικονομούμενο όφελος του Συστήματος από την εν γένει ευέλικτη
λειτουργία τους.
Προκειμένου για τις «νέες μονάδες», οι οποίες εκκινούν την εμπορική τους
λειτουργία σε χρόνο μεταγενέστερο της έναρξης του Μηχανισμού, προβλέπεται η
δυνατότητα συμμετοχής τους στο Μηχανισμό κατόπιν αιτήματος τους, που υποβάλλεται
το αργότερο εντός ενός μηνός από την έναρξη εμπορικής λειτουργίας τους.
11. Η εγγραφή μονάδας στο «Μητρώο Ευέλικτων Μονάδων» του Διαχειριστή νοείται ως
σύναψη σύμβασης για την παροχή της υπηρεσίας ευελιξίας. Το περιεχόμενο της εν
λόγω σύμβασης δύναται να καθορίζεται στον Κώδικα Διαχείρισης Συστήματος.
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των επιλεγεισών μονάδων άρχονται από την
εκκίνηση εφαρμογής του Μεταβατικού Μηχανισμού Αποζημίωσης Ευελιξίας, ήτοι από
1.7.2016, αλλά ενεργοποιούνται από τον χρόνο εγγραφής τους στο ως άνω «Μητρώο
Ευέλικτων Μονάδων».
12. Αναστέλλεται από 01.01.2015η εφαρμογή των διατάξεων των Κεφαλαίων 39 έως 46
του «Κώδικα Διαχείρισης του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας»
(Β' 103/31.01.2012) με εξαίρεση τις διατάξεις των άρθρων 183 έως 186.»
Άρθρο 151
Στο ν. 4001/2011 (Α' 79) προστίθεται νέο άρθρο 143Ε, ως εξής:
«ΑΡΘΡΟ 143 Ε
Κυρώσεις
Η μη συμμόρφωση των Μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με τις υποχρεώσεις που απορρέουν
από τη συμμετοχή τους στον παρόντα Μηχανισμό συνεπάγεται την επιβολή πρόσθετων
κυρώσεων σύμφωνα με όσα ειδικότερα οριστούν στον Κώδικα Διαχείρισης του
Συστήματος.
Κατά τη διάρκεια και ιδίως κατά τη λήξη του Μηχανισμού, ο Διαχειριστής του
Συστήματος και η ΡΑΕ ελέγχουν τη συμμόρφωση του παραγωγού με τις υποχρεώσεις που
απορρέουν από την άδεια παραγωνής του, καθώς και από την απόφαση ένταξης. Σε
περίπτωση που διαπιστώνεται η μη εκπλήρωση από τον παραγωγό των σχετικών όρων
ή/και υποχρεώσεων, δύναται να επιβάλλεται με Απόφαση της ΡΑΕ, κατόπιν σχετικής
εισήγησης του Διαχειριστή, η επιστροφή της εκκαθαρισθείσας τελικής ενίσχυσης, σε
ποσοστό από 10 % έως και 100 %, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παραβιαζόμενης
υποχρέωσης και τη διάρκεια της παράβασης.
Λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας διάταξης καθορίζονται με τον Κώδικα
Διαχείρισης Συστήματος.
Κάθε ειδικότερο θέμα εφαρμογής του άρθρου 143Δ και του παρόντος καθορίζεται ή
εξειδικεύεται στον Κώδικα Διαχείρισης Συστήματος. Περαιτέρω παρέχεται
εξουσιοδότηση στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας να θεσπίζει κάθε αναγκαία πράξη και
να ρυθμίζει κάθε σχετικό ζήτημα.»
Άρθρο 152
Καταργούμενες διατάξεις
Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καταργούνται:
α) τα άρθρα 1 έως και 12 του ν. 4273/ 2014 περί δημιουργίας νέας καθετοποιημένης
εταιρείας ηλεκτρικής ενέργειας (Α' 146)
β) Η Ενότητα 1 της παραγράφου 1 της Πράξης υπ' αριθμ. 15 της 24.07.2013 του
Υπουργικού Συμβουλίου με τίτλο «Έγκριση Αναδιάρθρωσης και Αποκρατικοποίησης της
Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η. Α.Ε.)» (Α' 168), η οποία τιτλοφορείται
«Ιδιοκτησιακός διαχωρισμός του ΑΔΜΗΕ μέσω πώλησης και μεταβίβασης μετοχών
εκδόσεως της ΑΔΜΗΕ ΑΕ που αντιστοιχούν σε ποσοστό 66% του μετοχικού κεφαλαίου
της σε επενδυτή. Χρονοδιάγραμμα για τη διαδικασία», όπως τροποποιήθηκε με την
παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 4237/2014 (Α' 146) και το άρθρο 14 του
ν.4273/2014 (Α' 146). γ) Τα άρθρα 1,2 και 5 του ν. 4237/2014.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'
ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ, ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ
ΧΑΡΤΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
Άρθρο 153
Τροποποίηση και συμπλήρωση του ν. 3889/2010 (Α' 182)
Α. Το άρθρο 13 του ν. 3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 13
1. Οι δασικές εν γένει εκτάσεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 3 του
ν. 998/1979 (Α' 289), που διέπονται από τις προστατευτικές διατάξεις αυτού,
απεικονίζονται σε κατάλληλης κλίμακας αεροφωτογραφικό ή χαρτογραφικό υλικό, το
οποίο, αφού συμπληρωθεί με τα φωτοερμηνευτικά στοιχεία των πρόσφατων και
ιστορικών αεροφωτογραφιών, τις διοικητικές πράξεις και τα διαθέσιμα στοιχεία της
δασικής υπηρεσίας, αποτελεί τον δασικό χάρτη. Στον δασικό χάρτη δεν
απεικονίζονται τα εντός των πόλεων και των οικιστικών περιοχών πάρκα και άλση
της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 998/1979.
Στον παραπάνω χάρτη οι εκτάσεις της παραγράφου 5 εδάφια α' και β' του ίδιου ως
άνω άρθρου, αποτελούν ιδιαίτερης κατηγορίας εκτάσεις, στις οποίες εφαρμόζονται
τα προβλεπόμενα στον παρόντα νόμο, καθώς και τα οριζόμενα στο άρθρο 28 του ν.
2664/1998 (Α'275), όπως ισχύει.
Η τοπική ή δημοτική κοινότητα, όπως ορίζονται στο ν. 3852/2010 (Α'87), αποτελούν
την τεχνική και διοικητική μονάδα κατάρτισης του δασικού χάρτη.
2. Ως βάση για τον προσδιορισμό των δασικών εν γένει εκτάσεων της προηγούμενης
παραγράφου λαμβάνεται η παλαιότερη και η πλησιέστερη προς τον χρόνο κατάρτισης
του δασικού χάρτη αεροφωτογραφία. Αν η παλαιότερη αεροφωτογράφιση δεν καλύπτει
την εξεταζόμενη περιοχή ή η χρησιμοποίησή της. λόγω κλίμακας ή ποιότητας,
καθίσταται απρόσφορη, χρησιμοποιείται και η αεροφωτογράφιση έτους λήψης 1960.
3. Αρμόδια για την κατάρτιση και όλες τις εργασίες μέχρι και την κύρωση του
δασικού χάρτη είναι η Διεύθυνση Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης του οικείου
Νομού. Όπου εφεξής στο νόμο αυτόν αναφέρεται η Διεύθυνση Δασών, νοείται η
Διεύθυνση Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης του οικείου Νομού.
Οι ανωτέρω εργασίες εκτελούνται είτε με προσωπικό της Διεύθυνσης Δασών,
συνεπικουρούμενο, εφόσον χρειαστεί, και από το προσωπικό της παραγράφου 7, είτε
με αναθέσεις, με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σε
ιδιωτικά γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών της κατηγορίας 24 του άρθρου μόνου
του π.δ. 541/1978 (Α' 116), σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές της περίπτωσης
α' του άρθρου 21 του παρόντος.
Η Διεύθυνση Δασών οφείλει να υποβάλει εντός δύο (2) μηνών σχετική πρόταση για
την εκτέλεση των ως άνω εργασιών συνοδευόμενη από χρονοδιάγραμμα στη Γενική
Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Η Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος σε
διάστημα ενός (1) μηνός από την υποβολή της ως άνω πρότασης, εφόσον διαπιστώσει
ότι: α) εξασφαλίζεται η έγκαιρη προβολή των δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου
επί εκτάσεων για τις οποίες ισχύει το τεκμήριο κυριότητας βάσει του ως άνω
χρονοδιαγράμματος και β) είναι διασφαλισμένοι οι αναγκαίοι οικονομικοί πόροι,
εισηγείται στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, την έκδοση απόφασης για την
έγκριση της πρότασης.
Στις περιοχές για τις οποίες έχει ήδη καταρτισθεί δασικός χάρτης, η συμπλήρωση,
διόρθωση και ανάρτησή του καθώς και όλες οι εργασίες μέχρι και την κύρωση,
εκτελούνται από τη Διεύθυνση Δασών της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατά τη
διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου.
4. Για τις περιοχές, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί εντός τεσσάρων (4) μηνών η
Υπουργική Απόφαση της προηγούμενης παραγράφου, οι εργασίες των ανωτέρω
παραγράφων εκτελούνται από την ανώνυμη εταιρεία «Εθνικό Κτηματολόγιο και
Χαρτογράφηση Α.Ε.» (Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε.) με αναθέσεις σε ιδιωτικά γραφεία εκπόνησης
δασικών μελετών της κατηγορίας 24 του άρθρου μόνου του π.δ. 541/1978, σύμφωνα με
τις τεχνικές προδιαγραφές της παραγράφου 1 α. του άρθρου 21. Στην περίπτωση
αυτή, ο σχεδιασμός, ο προγραμματισμός και το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των
σχετικών συμβάσεων κατάρτισης, έως και την κύρωση εκπονείται σε συνεργασία με τη
Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος και
εγκρίνεται μετά από σχετική κοινή εισήγηση των ανωτέρω, από τον Υπουργό
Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Το κριτήριο που λαμβάνεται κατά προτεραιότητα υπόψη κατά την έκδοση της ως άνω
απόφασης είναι η έγκαιρη προβολή των δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου, ώστε να
μην προκαλούνται καθυστερήσεις στο χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας
κτηματογράφησης κάθε περιοχής.
Περαιτέρω λαμβάνονται υπόψη κατά βαθμό προτεραιότητας και τα κάτωθι κριτήρια:
α. Οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι.
β. Η διαθεσιμότητα επαρκούς στελεχιακού δυναμικού και υποδομής των αρμοδίων
Διευθύνσεων Δασών, κατά περίπτωση, ώστε να ανταποκριθούν στο χρονοδιάγραμμα
υλοποίησης του έργου.
γ. Η ανάγκη επίσπευσης των εργασιών κατάρτισης και κύρωσης του δασικού χάρτη, σε
ορισμένες περιοχές, λόγω ιδιαιτεροτήτων, σε σχέση με τις διοικητικές,
ιδιοκτησιακές και βλαστητικές συνθήκες της περιοχής.
δ. Η εκτίμηση των αναμενόμενων να υποβληθούν αντιρρήσεων κατά την ανάρτηση του
δασικού χάρτη.
5. Εφόσον η κατάρτιση, η ανάρτηση και εν γένει οι εργασίες έως την κύρωση του
δασικού χάρτη, εκτελούνται από την εταιρεία Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. με αναθέσεις σε
ιδιωτικά γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών της κατηγορίας 24 του άρθρου μόνου
του π.δ. 541/1978, για κάθε Περιφερειακή Ενότητα ορίζεται με απόφαση του
Προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών ένας ή περισσότεροι υπεύθυνοι
δασολόγοι, υπάλληλοι του Τμήματος Δασικών Χαρτογραφήσεων της ως άνω Διεύθυνσης,
οι οποίοι συμμετέχουν στην επίβλεψη της σύμβασης, με αρμοδιότητα: α) την
εποπτεία των εργασιών που εκτελεί επί τόπου ο ανάδοχος, τη χορήγηση των
στοιχείων των διοικητικών πράξεων του αρχείου της οικείας δασικής Υπηρεσίας και
την παρακολούθηση των εργασιών απεικόνισής τους στα υπόβαθρα της παραγράφου 1,
εισηγούμενοι, όπου απαιτείται, την ανάκληση μη εφαρμοστέων διοικητικών πράξεων ή
την διόρθωσή τους σε περίπτωση διαπίστωσης πλάνης του εκδότη τους.
-4 3ϊ- β) Τον έλεγχο των παραδοτέων της σύμβασης κατάρτισης και κύρωσης του
δασικού χάρτη, τη σύνταξη εκθέσεων ελέγχου, τον έλεγχο των υπομνημάτων και της
εφαρμογής των αποφάσεων των Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α).
Η οικεία Διεύθυνση Δασών συνεργάζεται εν γένει με τον επιβλέποντα της σύμβασης
που έχει οριστεί από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία της Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε., σε περίπτωση
εφαρμογής της παραγράφου 4, με στόχο την τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται
στον παρόντα νόμο, την εκπλήρωση των όρων και του χρονοδιαγράμματος της σύμβασης
από τον ανάδοχο και την εκπόνηση της μελέτης, κατά τους κανόνες της τέχνης και
της επιστήμης.
6. Εντός ενός (1) μηνός, η εταιρεία Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. οφείλει να αποστείλει στη
Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος
χρονοδιάγραμμα, υπό μορφή πίνακα, στον οποίο θα περιλαμβάνονται: α) για τις
περιοχές της χώρας, για τις οποίες ισχύει το Εθνικό Κτηματολόγιο, οι ημερομηνίες
οριστικοποίησης των αρχικών εγγραφών και β) για τις υπό κτηματογράφηση περιοχές
στις οποίες εξελίσσεται ή πρόκειται να ξεκινήσει η διαδικασία κτηματογράφησης,
οι προβλεπόμενες ημερομηνίες έναρξης και λήξης της περιόδου συλλογής δηλώσεων,
της ανάρτησης των προσωρινών κτηματολογικών πινάκων και διαγραμμάτων, καθώς και
οι προβλεπόμενες ημερομηνίες περαίωσης της διαδικασίας κτηματογράφησης.
7. Για την υποστήριξη του έργου της κατάρτισης, του ελέγχου, της θεώρησης και
γενικά των εργασιών μέχρι την κύρωση του δασικού χάρτη, μπορεί να διατίθεται
προσωπικό των κλάδων δασολόγων, δασοπόνων, πληροφορικής Π.Ε. και Τ.Ε., μηχανικών
Π.Ε. και Τ.Ε., γεωπόνων Π.Ε. και Τ.Ε. και τεχνικού οδηγών Δ.Ε. από τα δασαρχεία
και τις λοιπές υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στο Τμήμα Δασικών
Χαρτογραφήσεων της οικείας Διεύθυνσης Δασών. Η διάθεση του προσωπικού, από τις
υπηρεσίες τους με αποκλειστική απασχόληση στο παραπάνω έργο, είναι προσωρινή για
διάστημα έως ένα χρόνο και γίνεται κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων του
Υπαλληλικού Κώδικα, με απόφαση που εκδίδεται από τον Συντονιστή Αποκεντρωμένης
Διοίκησης, στην οποία μπορεί να προβλέπεται η διατήρηση της έδρας από την οποία
προέρχονται.
Επίσης, για το ίδιο με την προηγούμενη παράγραφο έργο, μπορεί κατά παρέκκλιση
των κείμενων διατάξεων, να προσλαμβάνεται κατόπιν προκήρυξης εποχιακό ή με
σύμβαση έργου προσωπικό, των ιδίων ειδικοτήτων με κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο κατανέμεται με απόφαση του
τελευταίου στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές ανάγκες
της κάθε οργανικής μονάδας.
Για τις ανάγκες επίβλεψης και ελέγχου των μελετών που ανατίθενται από την
Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε., μπορεί κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, να ανατίθενται
εργασίες με σύμβαση έργου ή με σύμβαση ορισμένου χρόνου σε προσωπικό ειδικότητας
δασολόγου, δασοπόνου, μηχανικού Π.Ε. και Τ.Ε., Πληροφορικής Π.Ε και
'Wo
T.E. και γεωπόνου Π.Ε. και Τ.Ε., ή να αποσπάται προσωπικό των ειδικοτήτων αυτών
από το δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
8. Η Διεύθυνση Δασικών Έργων και Υποδομών της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και
Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και
Ενέργειας, που συστήθηκε με τις διατάξεις τού άρθρου 23 του π.δ. 100/2014 (Α'
167), είναι αρμόδια για την οργάνωση, το συντονισμό, τη διοικητική υποστήριξη
και τον έλεγχο των εργασιών που εκτελούν τα ειδικά Τμήματα Δασικών
Χαρτογραφήσεων των Διευθύνσεων Δασών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, καθώς και
για τη συνεργασία με την ΕΚΧΑ Α.Ε., κατά τα προβλεπόμενα στη διάταξη της
παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου. Στην ανωτέρω Διεύθυνση συνιστάται Τμήμα
Δασικών Χαρτών στο οποίο ανήκουν οι παραπάνω αρμοδιότητες ως και η κατάρτιση,
τήρηση και ενημέρωση κεντρικής βάσης δεδομένων δασικών χαρτών. Η στελέχωση της
πιο πάνω υπηρεσίας γίνεται με τροποποίηση και συμπλήρωση του π.δ. 100/2014
(Α'167).
9. Ο δασικός χάρτης αμέσως μετά την κατάρτισή του θεωρείται από την οικεία
Διεύθυνση Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Για τη θεώρηση εκδίδεται απόφαση
της ανωτέρω Υπηρεσίας, η οποία αναρτάται στο Πρόγραμμα Διαύγεια.
Αν ο δασικός χάρτης καταρτίζεται από ιδιωτικό γραφείο εκπόνησης δασικών μελετών,
τα παραδοτέα υποβάλλονται σταδιακά, με δύο ενδιάμεσες και μία τελική παράδοση, η
δε θεώρηση αυτού γίνεται εντός δύο (2) μηνών από την τελική υποβολή του στην
ανωτέρω αρμόδια υπηρεσία. Η προθεσμία αυτή δύναται να παρατείνεται κατά ένα (1)
μήνα με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατόπιν
υποβολής επαρκώς αιτιολογημένου αιτήματος από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών.
Εφόσον διαπιστωθούν σφάλματα ή παραλείψεις, ο χάρτης διορθώνεται και
συμπληρώνεται, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Διεύθυνσης Δασών με σχετική έκθεση
ελέγχου που συντάσσει η τελευταία εντός της ανωτέρω προθεσμίας. Στη συνέχεια ο
χάρτης επανυποβάλλεται από τον ανάδοχο μέσα σε ένα (1) μήνα από την κοινοποίηση
σε αυτόν της εκθέσεως ελέγχου. Ο διορθωμένος και συμπληρωμένος δασικός χάρτης
θεωρείται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών μέσα σε ένα (1) μήνα από την
επανυποβολή του.
Αν η αρμόδια Διεύθυνση Δασών δεν δύναται να ανταποκριθεί στις παραπάνω
προθεσμίες, αυτή οφείλει εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη δεύτερη ενδιάμεση
υποβολή του δασικού χάρτη να ενημερώσει το Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης
Διοίκησης με έγγραφη τεκμηρίωση των ελλείψεων ή προβλημάτων που καθιστούν
αδύνατη την θεώρηση εντός των νομίμων προθεσμιών. Ο Συντονιστής της
Αποκεντρωμένης Διοίκησης, οφείλει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του να
εξασφαλίσει κάθε αναγκαία υποστήριξη της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών για τη
θεώρηση του δασικού χάρτη.
Οι ανωτέρω προθεσμίες στο σύνολό τους μπορούν να παραταθούν κατά ένα (1) μήνα με
απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν
-Ml-
αιτιολογημένης εισήγησης τής οικείας Διεύθυνσης Δασών, ανάλογα με την έκταση του
φυσικού αντικειμένου και τις ιδιαιτερότητες της περιοχής.
10. Με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή στην
περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13, με απόφαση της Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε.
συγκροτείται προσωρινό Σημείο Υποστήριξης της Ανάρτησης του Δασικού Χάρτη, στο
οποίο μπορούν να υπαχθούν περισσότερες της μίας τοπικές ή δημοτικές κοινότητες
του ιδίου ή διαφορετικών Δήμων του ιδίου νομού, ορίζεται η έδρα του και
ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με το αναγκαίο κατά περίπτωση προσωπικό του, καθώς
και κάθε άλλο ζήτημα τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα σχετικά με την
λειτουργία του. Σε περίπτωση που ο δασικός χάρτης καταρτίζεται από ιδιωτικό
γραφείο εκπόνησης δασικών μελετών το προσωρινό Σημείο Υποστήριξης της Ανάρτησης
του Δασικού Χάρτη στελεχώνεται, εξοπλίζεται και λειτουργεί με ευθύνη τους,
σύμφωνα με τα οριζόμενα στα σχετικά συμβατικά τεύχη. Η υποστήριξη του ως άνω
Σημείου παύει με την λήξη της προθεσμίας υποβολής αντιρρήσεων.
11. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας δημιουργείται και
τηρείται στην ιστοσελίδα της Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. ειδικός δικτυακός τόπος ανάρτησης
δασικών χαρτών και υποβολής αντιρρήσεων για την εφαρμογή των όσων ορίζονται στα
άρθρα 14 έως 24.»
Β. Το άρθρο 14 του ν.3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 14
1. Ο δασικός χάρτης που έχει θεωρηθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 αναρτάται με
απόφαση της οικείας Διεύθυνσης Δασών εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την κατά
την παρ. 9 του άρθρου 13 θεώρησή του στον ειδικό δικτυακό τόπο ανάρτησης δασικών
χαρτών και υποβολής αντιρρήσεων της παραγράφου 11 του άρθρου 13.
2. Στον ειδικό διαδικτυακό τόπο της παραγράφου 11 του άρθρου 13 δημοσιεύεται
ανακοίνωση της οικείας Διεύθυνσης Δασών για την ανάρτηση του δασικού χάρτη, με
αναφορά στον τόπο και το χρόνο της ανάρτησης και πρόσκληση των ενδιαφερομένων
για την υποβολή αντιρρήσεων κατά του αναρτημένου δασικού χάρτη με αναφορά στον
χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο υποβολής αυτών κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 15 και
16. Από την ημερομηνία της κατά τα ανωτέρω δημοσιοποίησης τεκμαίρεται η πλήρης
γνώση κάθε ενδιαφερομένου τρίτου προκειμένου να ασκήσει τις προβλεπόμενες
αντιρρήσεις.
3. Η ανάρτηση μπορεί να αφορά σε περισσότερες της μίας τοπικές ή δημοτικές
κοινότητες του ιδίου ή διαφορετικών Δήμων του ιδίου νομού. Στην περίπτωση αυτή
μπορεί να εκδίδεται μία ανακοίνωση ανάρτησης και πρόσκληση υποβολής αντιρρήσεων
κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2, με αναφορά στο σύνολο της έκτασης
και στις επί μέρους τοπικές ή δημοτικές κοινότητες ή Δήμους ή σε επίπεδο νομού.
4. Η ανωτέρω ανακοίνωση και πρόσκληση δύναται για λόγους ενημέρωσης να αναρτάται
επίσης σε εμφανή θέση στην οικεία Διεύθυνση Δασών, στο οικείο Δασαρχείο και στα
δημοτικά ή τοπικά ή διαμερισματικά καταστήματα των οικείων
-i}(±2 -
πρωτοβάθμιων O.T.A., με μέριμνα των αντίστοιχων ως άνω υπηρεσιών και να
δημοσιεύεται με μέριμνα και δαπάνες της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών σε δύο
εφημερίδες του νομού ή της Περιφέρειας. Για τους ίδιους λόγους ενημέρωσης
δύναται ο αναρτημένος δασικός χάρτης και η σχετική ανακοίνωση και πρόσκληση να
δημοσιοποιείται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και
της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
5. Ψηφιακό αντίγραφο του αναρτημένου δασικού χάρτη αποστέλλεται, επίσης, στον
Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. και στην οικεία Περιφερειακή Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας.
6. Στα αναρτημένα στοιχεία περιλαμβάνεται και ο ιστορικός ορθοφωτοχάρτης που
απεικονίζει τα πολύγωνα των δασικών εν γένει εκτάσεων που προσδιορίστηκαν από τα
φωτοερμηνευτικά στοιχεία των παλαιότερων αεροφωτογραφιών.»
Γ. Το άρθρο 15 του ν.3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 15
Δικαίωμα Αντιρρήσεων
1. Κατά του περιεχομένου τού δασικού χάρτη που αναρτήθηκε επιτρέπεται η υποβολή
αντιρρήσεων μέσα σε αποκλειστική προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία
που ορίζεται στην πρόκληση υποβολής αντιρρήσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 14
του παρόντος νόμου. Η προθεσμία αυτή παρεκτείνεται για είκοσι (20) ημέρες για
όσους κατοικούν μόνιμα ή διαμένουν στην αλλοδαπή. Για την υποβολή των
αντιρρήσεων καταβάλλεται επί ποινή απαραδέκτου των αντιρρήσεων ειδικό τέλος, το
ύφος τού οποίου καθορίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου
22 τού παρόντος.
2. Αντιρρήσεις, όσον αφορά τις περιληφθείσες στον αναρτηθέντα δασικό χάρτη
δασικές, χορτολιβαδικές και βραχώδεις ή πετρώδεις εκτάσεις, μπορούν να υποβάλουν
φυσικά και νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, καθώς και το Ελληνικό
Δημόσιο και οι οικείοι Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, εφόσον επικαλούνται
για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντος τους εμπράγματα ή ενοχικά δικαιώματα
στις ανωτέρω εκτάσεις.
Αντιρρήσεις ειδικά κατά τής παράλειψης να περιληφθεί στον δασικό χάρτη ορισμένη
δασικού χαρακτήρα ή χορτολιβαδική ή βραχώδης ή πετρώδης έκταση μπορεί να
υποβάλει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο και, ιδίως, το Ελληνικό Δημόσιο, οι Ο.Τ.Α.
πρώτου και δεύτερου βαθμού στα διοικητικά όρια των οποίων υπάγεται η έκταση, οι
περιβαλλοντικές οργανώσεις και άλλα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα,
στους σκοπούς των οποίων περιλαμβάνεται η προστασία τού φυσικού περιβάλλοντος.
3. Στις αντιρρήσεις αναγράφονται, επί ποινή απαραδέκτου οι γεωγραφικές
συντεταμένες των κορυφών του πολυγώνου που περικλείει την έκταση που αφορά η
αμφισβήτηση του χαρακτήρα ή της μορφής, σύμφωνα με τον αναρτηθέντα δασικό χάρτη,
Στην περίπτωση που ο δασικός χάρτης αφορά περιοχή στην οποία έχει περαιωθεί η
κτηματογράφηση και λειτουργεί κτηματολόγιο, υποβάλλεται,
■*N3- κτηματολογικό απόσπασμα ακινήτου, που εκδίδεται από την Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. και
επί του οποίου απεικονίζεται η έκταση της οποίας αμφισβητείται ο χαρακτήρας.
4. Με τις αντιρρήσεις προβάλλονται λόγοι που αφορούν αποκλειστικά και μόνο την
αμφισβήτηση του χαρακτήρα ή της μορφής των εμφανιζόμενων στον δασικό χάρτη
εκτάσεων.
5. Ο ενδιαφερόμενος δηλώνει με τις αντιρρήσεις του, αν επιθυμεί να εκπροσωπηθεί
από τεχνικό σύμβουλο, κατά την εξέτασή τους.»
Δ. Το Άρθρο 16 του ν. 3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 16
Οι αντιρρήσεις υποβάλλονται σε ηλεκτρονική φόρμα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα
στην πρόσκληση υποβολής αντιρρήσεων, στον ειδικό δικτυακό τόπο ανάρτησης δασικών
χαρτών και υποβολής αντιρρήσεων της παρ. 11 τού άρθρου 13 του παρόντος. Με την
ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής κατάθεσης, χορηγείται αριθμός πρωτοκόλλου.
Τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος, στα οποία
περιλαμβάνονται και αυτά που αποδεικνύουν την καταβολή τού ειδικού τέλους και το
έννομο συμφέρον του, αποστέλλονται, εντός της προθεσμίας υποβολής αντιρρήσεων σε
έντυπη μορφή, στο Σημείο Υποστήριξης της Ανάρτησης του Δασικού Χάρτη, σύμφωνα με
όσα ορίζονται ειδικώς στην πρόσκληση υποβολής των αντιρρήσεων. Στον φάκελο
αποστολής αναγράφεται υποχρεωτικά το όνομα του ενδιαφερομένου και ο αριθμός
πρωτοκόλλου των αντιρρήσεων που υποβλήθηκαν.»
Ε. Το Άρθρο 17 του ν. 3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής :
«Άρθρο 17
Επεξεργασία αντιρρήσεων και κύρωση δασικών χαρτών
1. Εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής
αντιρρήσεων η αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4
του άρθρου 13 η Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. επεξεργάζεται τα στοιχεία των αντιρρήσεων και
αποτυπώνει στον δασικό χάρτη με πράσινο περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση τις
εκτάσεις για τις οποίες δεν υποβλήθηκαν αντιρρήσεις. Στην περίπτωση εφαρμογής
της παραγράφου 4 του άρθρου 13 όταν η επεξεργασία γίνεται από την Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε.,
ο δασικός χάρτης, εντός της ως άνω προθεσμίας, αποστέλλεται μαζί με τις
αντιρρήσεις στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών για τον έλεγχο της ορθής αποτύπωσης.
2. Ο δασικός χάρτης με αποτυπωμένες τις εκτάσεις, για τις οποίες δεν ασκήθηκαν
αντιρρήσεις, θεωρείται από την οικεία Διεύθυνση Δασών εντός προθεσμίας σαράντα
πέντε ημερών (45) από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής αντιρρήσεων. Σε περίπτωση
εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13 η ανωτέρω θεώρηση γίνεται εντός είκοσι
(20) ημερών από την διαβίβαση στη Διεύθυνση Δασών του δασικού χάρτη και των
επεξεργασμένων από την Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. στοιχείων των αντιρρήσεων.
w-
3. Εξαιρετικά στις περιπτώσεις που απαιτούνται διορθώσεις στις εκτάσεις που
αποτυπώθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, αυτές υποδεικνύονται από την οικεία
Διεύθυνση Δασών με σχετική έκθεση εντός της προθεσμίας της προηγούμενης
παραγράφου και ο χάρτης θεωρείται, με τον ίδιο τρόπο, το αργότερο μέσα σε είκοσι
(20) ημέρες από την επανυποβολή του σε αυτή. Η επανυποβολή γίνεται το αργότερο
σε χρονικό διάστημα είκοσι (20) ημερών από τη γνωστοποίηση των διορθώσεων της
Διεύθυνσης Δασών.
4. Ο δασικός χάρτης, μετά την ανωτέρω θεώρησή του, κυρώνεται ως προς τα τμήματά
του με πράσινο περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση, με απόφαση του Συντονιστή
Αποκεντρωμένης Διοίκησης που εκδίδεται εντός δέκα (10) ημερών από την περιέλευσή
του σε αυτόν.
5. Ο κυρωμένος δασικός χάρτης δημοσιεύεται αμέσως στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως. Από την ημερομηνία δημοσίευσής του καθίσταται οριστικός και έχει
πλήρη αποδεικτική ισχύ σε κάθε διοικητική ή δικαστική αρχή για όλα τα τμήματα
που αποτυπώνονται σε αυτόν με πράσινο περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση, τα
οποία αποτελούν δασικές εν γένει εκτάσεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του
άρθρου 3 του ν. 998/1979, όπως ισχύει. Επί των ανωτέρω εκτάσεων εφαρμόζονται οι
διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, με την επιφύλαξη των προβλεπομένων στην παρ. 5
του ως άνω άρθρου 3, ως προς τις χορτολιβαδικές και τις πετρώδεις και βραχώδεις
εκτάσεις των περιπτώσεων α και β της ως άνω παραγράφου.
6. Ο κυρωμένος δασικός χάρτης τηρείται στον ειδικό δικτυακό τόπο της παρ. 11 του
άρθρου 13 από την οικεία Διεύθυνση Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και
αντίγραφό του αποστέλλεται στην αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Διεύθυνσης
Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στην Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε..
7. Ο δασικός χάρτης των προηγούμενων παραγράφων έχει, ως προς τα τμήματα για τα
οποία ασκήθηκαν αντιρρήσεις, προσωρινή ισχύ έως τη δημοσίευση της κατά το άρθρο
19 του παρόντος απόφασης κύρωσης του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης
Διοίκησης.
8. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εάν η Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. κρίνει, με αιτιολογημένη
απόφασή της, λαμβάνοντας υπόψη τα κτηματολογικά διαγράμματα και τους
κτηματολογικούς πίνακες, που έχουν προκύψει μετά την αναμόρφωσή τους κατά το
άρθρο 11 του ν. 2308/1995 όπως ισχύει, ότι ο δασικός χάρτης που κυρώθηκε σύμφωνα
με την ανωτέρω παράγραφο 4, εμπεριέχει σφάλματα ως προς την αποτύπωση της θέσης
και των ορίων των τμημάτων του, μπορεί να ζητεί την εξέταση των περιπτώσεων
αυτών από τις ΕΠ.Ε.Α. του άρθρου 18, οι οποίες και αποφαίνονται, λαμβάνοντας
υπόψη και τα νέα δεδομένα. Στην περίπτωση που έχει εκδοθεί η διαπιστωτική πράξη
λήξης της θητείας των μελών των ΕΠ.Ε.Α., με πράξη τού Συντονιστή Αποκεντρωμένης
Διοίκησης δύναται να συγκροτηθούν εκ νέου προκειμένου να εξετάσουν τις
περιπτώσεις αυτές.»
ΣΤ. Το Άρθρο 18 του ν.3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 18
1. Οι αντιρρήσεις εξετάζονται από τριμελείς Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων
(ΕΠ.Ε.Α.) που συγκροτούνται για τον σκοπό αυτόν, με απόφαση του Συντονιστή
Αποκεντρωμένης Διοίκησης στην έδρα της οικείας Διεύθυνσης Δασών, εκτός εάν
καθοριστεί διαφορετική έδρα με την απόφαση συγκρότησης. Στην ίδια Περιφερειακή
Ενότητα μπορεί να συγκροτούνται και να λειτουργούν ταυτόχρονα περισσότερες από
μία ΕΠ.Ε.Α.
Οι ΕΠ.Ε.Α. αποτελούνται από: α) ένα (1) δασολόγο ως Πρόεδρο, υπάλληλο με βαθμό
Α' του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή φορέα του
ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1
του ν. 1256/1982 (Α/65), β) ένα (1) δασολόγο ή δασοπόνο ή γεωπόνο Π.Ε. ή Τ.Ε. ή
τοπογράφο Π.Ε. ή Τ.Ε., υπάλληλο του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του ευρύτερου
δημόσιου τομέα και γ) ένα (1) δικηγόρο τουλάχιστον παρ' εφέταις υποδεικνυόμενο
από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο ή έτερο δικηγορικό σύλλογο της Επικράτειας, με
τους αναπληρωτές τους, ως μέλη.
Με την απόφαση συγκρότησης ορίζεται και ο Γραμματέας τής ΕΠ.Ε.Α. με τον
αναπληρωτή του, οι οποίοι μπορεί να είναι υπάλληλοι της οικείας Αποκεντρωμένης
Διοίκησης.
Η θητεία των μελών των ΕΠ.Ε.Α. λήγει με την ολοκλήρωση της εξέτασης των
αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος δασικού χάρτη. Τη σχετική διαπιστωτική πράξη
εκδίδει ο Συντονιστής Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Οι συνεδριάσεις των ΕΠ.Ε.Α. ανακοινώνονται στα οικεία δημοτικά καταστήματα και
τις αρμόδιες Διευθύνσεις Δασών δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν, με μνεία
των υποθέσεων που θα εξετάσουν ανά συνεδρίαση.
2. Οι αντιρρήσεις εισάγονται στην ΕΠ.Ε.Α. προς εξέταση μαζί με όλα τα
αποδεικτικά στοιχεία τού ενδιαφερομένου και σχετικό υπόμνημα που συντάσσεται με
ευθύνη του φορέα που διενεργεί την ανάρτηση και συνοδεύει τον φάκελο που
υποβάλλεται σε αυτή.
Η ΕΠ.Ε.Α. αποφαίνεται αιτιολογημένα για τις αντιρρήσεις εφαρμόζοντας τις
εκάστοτε κείμενες διατάξεις λαμβάνοντας υπόψη κατ' ελάχιστον: α) τον αναρτηθέντα
δασικό χάρτη, β) τα στοιχεία που προσκομίζονται από τον ενδιαφερόμενο που
υπέβαλε τις αντιρρήσεις, γ) τα υπομνήματα που περιέχονται στους φακέλους των
αντιρρήσεων, δ) τις πληροφορίες με την μορφή υπομνήματος που έχει υποχρέωση να
παρέχει σε αυτήν η Διεύθυνση Δασών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της
δασικής νομοθεσίας, τις σχετικές αποφάσεις και οδηγίες του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καθώς και τις Τεχνικές Προδιαγραφές κατάρτισης των
δασικών χαρτών ε) τα στοιχεία του Εθνικού Κτηματολογίου ή εφόσον δεν έχει
ολοκληρωθεί, της κτηματογράφησης.
Η ΕΠ.Ε.Α. μπορεί, αν το κρίνει αναγκαίο, να διενεργεί αυτοψίες, να ζητεί
επιπλέον στοιχεία από την οικεία δασική υπηρεσία και την Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. καθώς και
να καλεί στις συνεδριάσεις της το ειδικό τεχνικό-επιστημονικό προσωπικό τού
Δασαρχείου ή της Διεύθυνσης Δασών, στην αρμοδιότητα των οποίων υπάγεται η
έκταση, για παροχή διευκρινίσεων. Η ΕΠ.Ε.Α. διά του γραμματέα της, δέκα (10)
τουλάχιστον ημέρες πριν την συνεδρίαση της Επιτροπής, καλεί με κάθε πρόσφορο
μέσο τους ενδιαφερομένους να παρασταθούν στην εκδίκαση της αντίρρησής τους.
Η ΕΠ.Ε.Α. αποφαίνεται για τις αντιρρήσεις εντός προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών
από την διαβίβαση σε αυτήν των αντιρρήσεων. Η προθεσμία αυτή δύναται να
παραταθεί έως δύο (2) μήνες το ανώτερο με απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης
Διοίκησης ύστερα από σχετικό αίτημα του Προέδρου της.
Εφόσον έχει υποβληθεί αίτημα εκπροσώπησης του ενδιαφερομένου από τεχνικό
σύμβουλο, αυτός ειδοποιείται από το γραμματέα της Επιτροπής για να προσέλθει και
να διατυπώσει τις απόψεις του.
Εφόσον ο δασικός χάρτης δεν έχει κυρωθεί ολικώς κατά την παράγραφο 2 του άρθρου
19, στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται από την ΕΠ.Ε.Α. ότι στον δασικό χάρτη που
αναρτήθηκε παραλήφθηκαν να απεικονιστούν σε αυτόν ισχύουσες διοικητικές πράξεις,
που οφείλονταν να είναι αποτυπωμένες σε αυτόν, τα σχετικά στοιχεία των
διοικητικών πράξεων μετά του σχετικού κατά τα ανωτέρω υπομνήματος προωθούνται
από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή στην περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του
άρθρου 13 από την Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. στην ΕΠ.Ε.Α. προς έκδοση σχετικής απόφασης.
Τυχόν αντιρρήσεις που υποβάλλονται με το ανωτέρω αιτιολογικό εξαιρούνται της
καταβολής τέλους.
3. Για την επίλυση νομικών και τεχνικών ζητημάτων μείζονος σημασίας που
ανακύπτουν κατά το στάδιο της εξέτασης των αντιρρήσεων, η ΕΠ.Ε.Α. μπορεί να
ζητεί γνωμοδότηση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ή το Τεχνικό Συμβούλιο
Δασών, αντίστοιχα. Το αίτημα διαβιβάζεται από την ΕΠ.Ε.Α., μέσω του Συντονιστή
Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο οποίος το
υποβάλλει στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ή στο Τεχνικό Συμβούλιο Δασών. Η
γνώμη των ανωτέρω οργάνων διατυπώνεται κατά προτεραιότητα και η αποδοχή της από
τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα για τη
διοίκηση. Με μέριμνα της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και
Αγροπεριβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κάθε γνωμοδότηση
που εκδίδεται κατά τις διατάξεις τού παρόντος άρθρου, κοινοποιείται στις
Διευθύνσεις Δασών όλων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, προς ενημέρωση των ΕΠ.Ε.Α.
της περιφέρειάς τους.
4. Κατά τη διαδικασία των αντιρρήσεων δεν εξετάζονται θέματα ιδιοκτησίας, ούτε
θίγονται ιδιοκτησιακά δικαιώματα του Δημοσίου ή ιδιωτών.
5. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων αναρτάται στον ειδικό
δικτυακό τόπο της παρ. 11 του άρθρου 13 του παρόντος, συνοπτικός κατάλογος με
τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί του συνόλου των υποβληθεισών αντιρρήσεων κατά του
αναρτηθέντος δασικού χάρτη, ο οποίος αναφέρει τουλάχιστον τον αριθμό πρωτοκόλλου
των αντιρρήσεων και το αποτέλεσμα της απόφασης της Επιτροπής. Ο
i/Ltf -
κατάλογος παραμένει αναρτημένος στο διαδίκτυο για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών
από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως της απόφασης κύρωσης που
προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 19.
6. Η λειτουργία των ΕΠ.Ε.Α. διέπεται από τις διατάξεις τού Κώδικα Διοικητικής
Διαδικασίας που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο τού ν. 2690/1999 (Α' 45). Σε
περίπτωση κωλύματος ή αδικαιολόγητης απουσίας μέλους από τις εργασίες τής
ΕΠ.Ε.Α. επί τρεις τουλάχιστον συνεδριάσεις, ο Συντονιστής Αποκεντρωμένης
Διοίκησης μπορεί να το αντικαθιστά, χωρίς άλλη διατύπωση.»
Ζ. Το Άρθρο 19 του ν. 3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 19
1. Με βάση τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί των ασκηθεισών αντιρρήσεων, ο δασικός
χάρτης που κυρώθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 17, συμπληρώνεται και
διορθώνεται από την οικεία Διεύθυνση Δασών ή σε περίπτωση εφαρμογής της
παραγράφου 4 του άρθρου 13 από την Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε., για τις εκτάσεις για τις οποίες
έγιναν δεκτές αντιρρήσεις, το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την ολοκλήρωση
της εξέτασης του συνόλου των αντιρρήσεων από τις ΕΠ.Ε.Α.
Ομοίως, ο δασικός χάρτης διορθώνεται και συμπληρώνεται και για το κυρωμένο τμήμα
του, με βάση τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί αντιρρήσεων που εξετάστηκαν, αν κατά
την κρίση της Επιτροπής εμφιλοχώρησε πλάνη της Διοίκησης σχετικά με την
αποτύπωση της θέσης ή των ορίων τμημάτων του.
Η οικεία Διεύθυνση Δασών θεωρεί τον χάρτη εντός της προθεσμίας του πρώτου
εδαφίου της παρούσης παραγράφου. Σε περίπτωση συμπλήρωσης και διόρθωσης του
δασικού χάρτη με ευθύνη της Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε., η ανωτέρω θεώρηση διενεργείται από την
Διεύθυνση Δασών εντός δέκα πέντε (15) ημερών από την υποβολή σε αυτή από την
Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. του συμπληρωμένου και διορθωμένου χάρτη.
Στην περίπτωση που κατά τις ανωτέρω διορθώσεις και συμπληρώσεις τού δασικού
χάρτη διαπιστωθούν σφάλματα, αυτά υποδεικνύονται από τη Διεύθυνση Δασών με
σχετική έκθεση και η θεώρηση ολοκληρώνεται σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την
επανυποβολή του. Η επανυποβολή τού διορθωμένου χάρτη πραγματοποείται εντός δέκα
πέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της ανωτέρω έκθεσης.
2. Ο κατά τα ανωτέρω θεωρημένος δασικός χάρτης, υποβάλλεται από τη Διεύθυνση
Δασών στον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης και κυρώνεται στο σύνολό του,
μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την περιέλευσή του σε αυτόν, με απόφασή του, που
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως.
3. Από την ημερομηνία δημοσίευσής του, ο κυρωμένος δασικός χάρτης καθίσταται στο
σύνολό του οριστικός και έχει πλήρη αποδεικτική ισχύ σε κάθε διοικητική ή
δικαστική αρχή για τα τμήματα που αποτελούν δασικές εν γένει εκτάσεις των
παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979, όπως ισχύει. Επί των
ανωτέρω εκτάσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις τής δασικής νομοθεσίας, με την
επιφύλαξη των προβλεπομένων στην παρ. 5 του ως άνω άρθρου 3, ως προς τις
—H tj8—
χορτολιβαδικές και τις πετρώδεις και βραχώδεις εκτάσεις των περιπτώσεων α και β
της ως άνω παραγράφου.
4. Ο κυρωμένος δασικός χάρτης τηρείται στον ειδικό δικτυακό τόπο της παρ. 11 του
άρθρου 13 από την οικεία Διεύθυνση Δασών τής Αποκεντρωμένης Διοίκησης! Αντίγραφα
του κυρωμένου δασικού χάρτη σε ψηφιακή διανυσματική μορφή αποστέλλονται αμελλητί
στην αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και
Αγροπεριβάλλοντος στην οποία τηρείται κεντρική βάση δεδομένων δασικών χαρτών.
Επίσης, αντίγραφα σε ψηφιακή διανυσματική μορφή αποστέλλονται στην Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε.
Μέσω του ειδικού δικτυακού τόπου της παρ. 11 του άρθρου 13, παρέχεται σε κάθε
δημόσια αρχή η δυνατότητα χρήσης των στοιχείων του κυρωμένου δασικού χάρτη για
την επίτευξη της αποστολής και των στόχων της.
5. Κατά των πράξεων κύρωσης δασικών χαρτών επιτρέπεται η άσκηση αιτήσεως
ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου τής Επικράτειας. Αίτηση ακυρώσεως κατά τού
κυρωθέντος δασικού χάρτη δύναται να ασκήσει και ο Υπουργός Περιβάλλοντος και
Ενέργειας, για την παράλειψη να περιληφθεί σε αυτόν ορισμένη δασική εν γένει
έκταση.
Σε περίπτωση έκδοσης ακυρωτικής δικαστικής απόφασης, αν η πλημμέλεια για την
οποία έγινε δεκτή η αίτηση ακυρώσεως ανάγεται στο στάδιο της διαδικασίας των
αντιρρήσεων, η υπόθεση παραπέμπεται στην ΕΠ.Ε.Α., εφόσον αυτή υφίσταται, άλλως
στο Τεχνικό Συμβούλιο Δασών, το οποίο επιλαμβάνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 2
του άρθρου 9 του ν. 998/1979, όπως ισχύει, μέσα σε τρεις (3) μήνες.»
Η. Το Άρθρο 20 του ν. 3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 20
1. Μετά τη μερική ή ολική κύρωση του δασικού χάρτη, δεν επιτρέπεται αναμόρφωσή
του, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5 άρθρου 19 του παρόντος.
Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η αναμόρφωση του κυρωμένου δασικού χάρτη με την
προσθήκη ή διαγραφή των εκτάσεων που θα υπαχθούν ή θα πάψουν να υπάγονται στο
δασικό νόμο, σύμφωνα με πράξεις των αρμοδίων οργάνων, που εκδίδονται κατ'
εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας ή με δικαστικές αποφάσεις που κρίνουν επί των
πράξεων αυτών, καθώς και με δικαστικές αποφάσεις επί τού ιδιοκτησιακού ζητήματος
των εκτάσεων των περιπτώσεων 5α’ και 5β' του άρθρου 3 ν. 998/1979 όπως ισχύει,
είτε με διοικητικές πράξεις που έπρεπε να συμπεριληφθούν στο δασικό χάρτη ή
εσφαλμένα αποτυπώθηκαν κατά την κατάρτισή του και δεν απεικονίζονται σε αυτόν.
Για τις εκτάσεις του δασικού χάρτη, που προστίθενται σύμφωνα με τα ανωτέρω και
δεν υπάγονταν στο δασικό νόμο κατά το χρόνο κύρωσης αυτού, δεν διεκδικούνται
δικαιώματα από το Ελληνικό Δημόσιο κατά τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας.
Η αναμόρφωση του δασικού χάρτη κυρώνεται με απόφαση του Συντονιστή
Αποκεντρωμένης Διοίκησης, που εκδίδεται ιεραρχικά μετά από εισήγηση της
οικείας Διεύθυνσης Δασών και έγκρισή της από τη Γενική Διεύθυνση
Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
2. Μετά την κύρωση του δασικού χάρτη, για τις εκτάσεις που σύμφωνα με αυτόν δεν
διέπονται από τις διατάξεις τής δασικής νομοθεσίας, δεν προβάλλονται δικαιώματα
από το Ελληνικό Δημόσιο.
3. Μετά την κύρωση του δασικού χάρτη, η οικεία Διεύθυνση Δασών προβαίνει σε
κατάρτιση και τήρηση δασολογίου για τις δασικές εν γένει εκτάσεις των παραγράφων
1, 2, 3, 4 και 5 του ν. 998/1979 που αποτυπώνονται σε αυτόν, κατά τα ειδικότερον
προβλεπόμενα στις διατάξεις τού άρθρου 3 του ν. 3208/2003, όπως ισχύει. Σε
περίπτωση αναμόρφωσης του δασικού χάρτη, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 του
παρόντος άρθρου, το δασολόγιο ενημερώνεται ανάλογα.
4. Μετά την κύρωση του δασικού χάρτη κάθε μεταβίβαση, σύσταση, αλλοίωση και
γενικά κάθε μεταβολή των εμπραγμάτων δικαιωμάτων στις δασικές εν γένει εκτάσεις
της παραγράφου 1 άρθρου 13 του παρόντος, που περιλαμβάνονται σε αυτόν, είναι
άκυρη και ανίσχυρη, αν δεν συνοδεύεται από σχετικό πιστοποιητικό τού οικείου
κτηματολογικού γραφείου ή, αν η περιοχή δεν έχει κτηματογραφηθεί, της αρμόδιας
υπηρεσίας της οικείας Διεύθυνσης Δασών, με το οποίο βεβαιώνεται ο χαρακτήρας της
έκτασης.
Για τη χορήγηση του πιστοποιητικού καταβάλλεται ειδικό τέλος υπέρ του εκδότη τού
πιστοποιητικού, του οποίου το ύφος, ο τρόπος καταβολής και είσπραξης και η
διάθεση καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 22 του παρόντος.
5. Στις πράξεις που συντάσσουν οι συμβολαιογράφοι, που αφορούν στις δασικές εν
γένει εκτάσεις που περιλαμβάνονται στον κυρωμένο δασικό χάρτη, υποχρεούνται να
επισυνάπτουν τα πιστοποιητικά τής προηγουμένης παραγράφου και να μνημονεύουν το
περιεχόμενό τους.
Δεν επιτρέπεται η εγγραφή ή η μετεγγραφή των πράξεων αυτών στα οικεία
υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία, αν δεν έχει τηρηθεί η υποχρέωση
αυτή.»
Θ. Το Άρθρο 21 του ν.3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 21
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατόπιν κοινής εισήγησης
της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος του
Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της εταιρείας Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε.,
καθορίζονται:
α. Οι τεχνικές προδιαγραφές για την κατάρτιση, συμπλήρωση, διόρθωση, αναμόρφωση
και τήρηση των δασικών χαρτών, οι τεχνικές προδιαγραφές για την παραγωγή και τον
τρόπο εφοδιασμού των δασικών υπηρεσιών με το αεροφωτογραφικό και χαρτογραφικό
υλικό, ο καθορισμός των κλιμάκων τής παραγράφου 1 του άρθρου 13, ο τρόπος
φωτοερμηνείας και χρησιμοποίησης των
-4 Γο-
φωτοερμηνευτικών στοιχείων, ο τρόπος καθαρισμού των περιμέτρων των δασικών εν
γένει εκτάσεων, τα παραδεκτά όρια για τον υπολογισμό των συντεταγμένων των
κορυφών τους και τον υπολογισμό των εμβαδών τους, ο τρόπος κωδικοποίησης του
αεροφωτογραφικού και χαρτογραφικού υλικού και των δασικών χαρτών, η αναγκαία
διαδικασία για τον καθορισμό των περιμέτρων ευθυγράμμισης των ορίων των δασικών
εν γένει εκτάσεων, τα στοιχεία τής δασικής υπηρεσίας που μπορούν να λαμβάνονται
υπόψη κατά την κατάρτιση, ο προσδιορισμός και ο τρόπος διόρθωσης των πρόδηλων
σφαλμάτων, κάθε άλλο θέμα σχετικό με την κατά το άρθρο 13 κατάρτιση και τήρηση
των δασικών χαρτών, την ανάθεση των σχετικών εργασιών σε τρίτους, την εκτέλεση
και την παραλαβή τους και ο τρόπος συνδρομής του μελετητή από την οικεία
Διεύθυνση Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατά τη σύμβαση ανάθεσης των
εργασιών κατάρτισης του δασικού χάρτη, β. Θέματα σχετικά με την διαδικασία
ανάρτησης και δημοσιοποίησης των δασικών χαρτών που προβλέπεται στο άρθρο 14,
καθώς και θέματα που αφορούν τον τρόπο ενημέρωσης και πρόσκλησης των
ενδιαφερομένων προς υποβολή αντιρρήσεων, γ. Θέματα σχετικά με τη συγκρότηση,
στελέχωση και λειτουργία του προσωρινού Σημείου Υποστήριξης Ανάρτησης του
Δασικού Χάρτη, τη σύνταξη, υποβολή, παραλαβή, καταχώριση και επεξεργασία των
αντιρρήσεων και των συνοδευτικών τους στοιχείων, το περιεχόμενο της ηλεκτρονικής
φόρμας υποβολής αντιρρήσεων, το περιεχόμενο κάθε εντύπου που θα χρησιμοποιηθεί
για τις ανάγκες εφαρμογής του νόμου αυτού, τον τρόπο προσδιορισμού των
συντεταγμένων των κορυφών των πολυγώνων για τις εκτάσεις των οποίων
αμφισβητείται ο χαρακτήρας, τον τρόπο και τη διαδικασία φηφιοποίησης των
στοιχείων των αντιρρήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 14 του ν. 998/1979 και
εκκρεμούν κατά το χρόνο ανάρτησης ενώπιον των Επιτροπών της παραγράφου 1 του
άρθρου 10 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει, τον τρόπο παροχής γενικότερων οδηγιών
και διευκρινίσεων για την υποβολή αντιρρήσεων και τη διαδικασία διόρθωσης των
πρόδηλων σφαλμάτων τους, τον τρόπο τεκμηρίωσης των αντιρρήσεων αυτών, καθώς και
την ανάθεση σε τρίτους βοηθητικών εργασιών καταχώρισης, επεξεργασίας και
προετοιμασίας της εξέτασής τους από τις ΕΠ.Ε.Α, σύμφωνα με τα άρθρα 15 έως 18
του παρόντος, καθώς και κάθε άλλο θέμα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα
σχετικά με την ηλεκτρονική ανάρτηση και υποβολή αντιρρήσεων.
δ. Ειδικά θέματα που αφορούν τη διαδικασία κατάρτισης, διόρθωσης, συμπλήρωσης
και αναμόρφωσης των δασικών χαρτών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13,17,19
και 20 του παρόντος.
ε. Θέματα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία των ΕΠ.Ε.Α., την οργάνωση της
διαδικασίας εξέτασης των αντιρρήσεων, την επιστημονική, τεχνική, διοικητική και
νομική υποστήριξη των ΕΠ.Ε.Α. στο έργο τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
στ. Οι τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες αποτύπωσης στο δασικό χάρτη των
στοιχείων του άρθρου 23 του παρόντος και των διανομών τού πρώην Υπουργείου
Γεωργίας.
ζ. Ο τύπος και το περιεχόμενο των πιστοποιητικών και βεβαιώσεων για τον δασικό
εν γένει χαρακτήρα των εκτάσεων, που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του
άρθρου 20.
η. Τα τιμολόγια υπολογισμού προεκτιμώμενων αμοιβών για τις εργασίες κατάρτισης
και τις λοιπές εργασίες έως την κύρωση των δασικών χαρτών, θ. Οι τεχνικές
προδιαγραφές και τα ειδικότερα θέματα για την ταυτοποίηση των οριογραμμών του
δασικού χάρτη με τα όρια των διαγραμμάτων της κτηματογράφησης, κατά τα
προβλεπόμενα στην διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 2β του ν. 2308/1995, όπως
ισχύει.
ι. Οι τεχνικές προδιαγραφές καθώς και κάθε θέμα σχετικά με την διόρθωση και
προσαρμογή των καταρτισθέντων βάσει του ν. 248/1976 κτηματικών χαρτών στις
διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, κατά τα ειδικότερον προβλεπόμενα στη διάταξη
της παραγράφου 16 του άρθρου 28 του ν. 2664/1998, όπως ισχύει.
2. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας ρυθμίζονται τα θέματα
σχετικά με την ίδρυση και λειτουργία του δικτυακού τόπου ανάρτησης δασικών
χαρτών και υποβολής αντιρρήσεων της παρ. 11 του άρθρου 13, τις τεχνικές
προδιαγραφές λειτουργίας του καθώς και των τεχνικών προδιαγραφών της
ηλεκτρονικής φόρμας υποβολής αντιρρήσεων που προβλέπεται στο άρθρο 16.
3. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Υπουργού
Οικονομικών ρυθμίζεται ο τρόπος κάλυψης των απαιτούμενων δαπανών για την
κατάρτιση, την ανάρτηση, τις διορθώσεις και τις συμπληρώσεις των δασικών χαρτών,
για τις βοηθητικές εργασίες καταχώρισης και προετοιμασίας τής εξέτασης των
αντιρρήσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
4. Με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του κατά περίπτωση
συναρμόδιου Υπουργού, ρυθμίζονται, πλην των ζητημάτων που καλύπτονται με τις
προβλεπόμενες σε προηγούμενες διατάξεις του παρόντος νόμου ειδικές νομοθετικές
εξουσιοδοτήσεις, κάθε άλλο ζήτημα εφαρμογής αυτού του νόμου, τεχνικού ή
λεπτομερειακού χαρακτήρα.»
I. Το Άρθρο 22 του ν.3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 22
Τέλη
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται το ύψος και ο
τρόπος καταβολής, είσπραξης και διάθεσης των τελών για την έκδοση των εγγράφων
που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 20, το ύψος των οποίων δεν εξαρτάται
από το εμβαδόν του ακινήτου στο οποίο αφορά.
2. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το ύψος και ο τρόπος καταβολής και είσπραξης του
ειδικού τέλους άσκησης των αντιρρήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 15. Το τέλος
μπορεί να κλιμακώνεται ανάλογα με το εμβαδόν τής έκτασης που αφορά η αντίρρηση
και μπορεί να μειώνεται με βάση ειδικούς συντελεστές, ανάλογα με τον τρόπο
υποβολής των αντιρρήσεων και των συναφών αποδεικτικών στοιχείων.
Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι περιπτώσεις εξαίρεσης από την υποχρέωση
καταβολής τού ειδικού τέλους άσκησης αντίρρησης.
3. Το ειδικό τέλος της παρ. 2 του παρόντος άρθρου κατατίθεται σε λογαριασμό της
εταιρείας Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε., που τηρείται σε οποιοδήποτε νομίμως λειτουργούν
πιστωτικό ίδρυμα της ημεδαπής, κατά τα ειδικώς οριζόμενα στη σχετική απόφαση. Τα
ποσά από την είσπραξη του ανωτέρω τέλους εγγράφονται στον προϋπολογισμό της
εταιρείας, σε ειδικό κωδικό και διατίθενται αποκλειστικά για την κάλυψη της
δαπάνης κατάρτισης έως και κύρωσης των δασικών χαρτών, σε όποιον φορέα εκτελεί
τις εργασίες των άρθρων 13-19.
Εφόσον τα ποσά αυτά δεν επαρκούν, επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για το σκοπό
αυτόν πόροι του Ειδικού Φορέα Δασών, από αυτούς που προβλέπονται στο άρθρο 8
παρ. 3 του ν. 3208/2003.
Μετά την ολοκλήρωση της κύρωσης των δασικών χαρτών τυχόν διαθέσιμο υπόλοιπο του
τέλους διατίθεται για τους λοιπούς σκοπούς τού Ειδικού Φορέα Δασών.
4. Τα τέλη που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 μπορούν να
αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος
και Ενέργειας.
5. Οι δαπάνες κατάρτισης, διόρθωσης και συμπλήρωσης των δασικών χαρτών και
λοιπών εργασιών έως την κύρωση των δασικών χαρτών μπορεί να καλύπτονται και από
το τέλος κτηματογράφησης της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 2308/1995.»
ΙΑ. Το Άρθρο 23 του ν. 3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 23
1. Η Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. παρέχει εντός δύο (2) μηνών στους Ο.Τ.Α., μέσω διαδικτυακής
εφαρμογής, δυνατότητα πρόσβασης στα ενιαία χαρτογραφικά υπόβαθρα που
χρησιμοποιούνται στην κατάρτιση δασικών χαρτών .
2. Οι υπηρεσίες δόμησης με χρήση διαδικτυακής εφαρμογής, εφαρμόζουν επί των
υποβάθρων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εντός αποκλειστικής προθεσμίας
τεσσάρων (4) μηνών από την παροχή της πρόσβασης της ως άνω παραγράφου, τα
κάτωθι:
α) με πορτοκαλί χρώμα τα όρια των οικισμών, όπως τα όρια αυτά έχουν εγκριθεί με
πράξεις της Διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων της
21.11-1.12.1979 (Δ'693), της 2.3-13.3.1981 (Δ'138) ή της 24.4-3.5.1985 (ΔΊ81),
καθώς και τα όρια των εγκεκριμένων πολεοδομικών μελετών ή ρυμοτομικών σχεδίων
και όπως τα όρια αυτά έχουν εφαρμοστεί στο έδαφος β) με κίτρινο χρώμα τα όρια
των οικισμών που έχουν οριοθετηθεί με άλλες διατάξεις πέραν των αναφερομένων
στην περίπτωση (α) της παρούσας παραγράφου, τα όρια εκείνων για τους οποίους
έχει ορισθεί μόνο ακτίνα με βάση το άρθρο 4 παράγραφος β' του ΠΔ της
24.4.-3.5.1985 (ΔΊ81), τα περιγράμματα των νομίμως υφιστάμενων οικισμών, προ του
έτους 1923, για τους οποίους δεν έχει καθοριστεί όριο καθ' οιονδήποτε τρόπο,
πλην όμως είναι συγκροτημένοι οικισμοί,
τα όρια των πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως που εκπονούνται για τις
περιοχές αρμοδιότητάς τους, καθώς και τα υπό καθορισμό όρια οικισμών με βάση το
ΠΔ. 24.4-3.5.1985 (Δ'181) που δεν έχουν ακόμα εγκριθεί.
Τα όρια και περιγράμματα των περιοχών της περίπτωσης β της παρούσας παραγράφου,
εφαρμοσμένα και θεωρημένα από την αρμόδια υπηρεσία δόμησης επί των χαρτογραφικών
υποβάθρων, εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου της παρούσας, διαβιβάζονται
στην Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε., η οποία τα αποστέλλει αμελλητί στην οικεία Διεύθυνση Δασών,
προκειμένου να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 24 του παρόντος νόμου.
Σε περίπτωση παρέλευσης άκαρπης της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών του πρώτου
εδαφίου της παρούσας παραγράφου τα όρια και περιγράμματα των περιοχών
περιπτώσεων α και β αποτυπώνονται στον υπό κατάρτιση δασικό χάρτη από την
Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. σε διάστημα δύο (2) μηνών, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει η ίδια
συλλέξει στο πλαίσιο της διαδικασίας κτηματογράφησης.
3. Για τις περιοχές που περικλείονται εντός των ορίων της περίπτωσης α της
παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δεν καταρτίζεται δασικός χάρτης, πλην όμως
εφαρμόζονται οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, επί των εντός των ως άνω
περιοχών πάρκων και αλσών, ως προς την προστασία αυτών.
Για τις περιοχές που περικλείονται εντός των ορίων της περίπτωσης β της
παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δεν αναρτάται δασικός χάρτης κατά το άρθρο 14
του παρόντος νόμου, αλλά εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο επόμενο άρθρο 24.
4. Το περίγραμμα των οικιστικών πυκνώσεων που δεν υπάγονται στις κατηγορίες α)
και β) της παραγράφου 2 αποτυπώνονται με ιώδες χρώμα. Με απόφαση του Υπουργού
Περιβάλλοντος και Ενέργειας που θα εκδοθεί εντός μηνός θα καθοριστούν τα
κριτήρια προσδιορισμού της οικιστικής πύκνωσης για τις ανάγκες εφαρμογής της
παρούσας. Εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση της ως άνω Υπουργικής Απόφασης οι
τεχνικές υπηρεσίες των Ο.Τ.Α αποτυπώνουν με ιώδες χρώμα το περίγραμμα των
οικιστικών πυκνώσεων που δεν υπάγονται στις κατηγορίες α) και β) της παραγράφου
2. Στις περιοχές που υφίσταται θεωρημένος δασικός χάρτης η ως άνω εξάμηνη
προθεσμία περιορίζεται στους δύο (2) μήνες.
Τα περιγράμματα των οικιστικών πυκνώσεων της παρούσας παραγράφου διαβιβάζονται
εντός της ως άνω προθεσμίας, στην Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε., η οποία τα αποστέλλει αμελλητί
στην Διεύθυνση Δασών για να εξαιρεθούν από την ανάρτηση στο δασικό χάρτη κατά το
άρθρο 14 του παρόντος νόμου και στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την περιβαλλοντική και πολεοδομική τους
διαχείριση.»
ΙΒ. Το Άρθρο 24 του ν.3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 24
1. Η οικεία Διεύθυνση Δασών, σε διάστημα πέντε (5) μηνών από την παραλαβή των
υποβάθρων, στα οποία απεικονίζονται οι περιοχές της περίπτωσης β' της
παραγράφου 2 του άρθρου 23 του παρόντος, υποχρεούται να επισημάνει εγγράφως, τις
περιπτώσεις τυχόν περιέλευσης δασικού χαρακτήρα εκτάσεων στα όρια των ως άνω
περιοχών και να εντοπίσει τις εκτάσεις αυτές επί των ως άνω υποβάθρων, μη
νοουμένων ως τέτοιων των εκτάσεων της παραγράφου 7 του άρθρου 3 του ν. 998/1979
(Α' 289), όπως ισχύει.
Για τις εκτάσεις αυτές δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 15 έως και 17
του παρόντος νόμου, αλλά ακολουθείται η διαδικασία υποβολής και εξέτασης
αντιρρήσεων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
Κατά το ανωτέρω διάστημα των πέντε (5) μηνών, η έκδοση νέων οικοδομικών αδειών,
ή αδειών επέκτασης, σε εκτάσεις κείμενες εντός των ως άνω περιοχών, επιτρέπεται
μόνο αν βεβαιώνεται από το αρμόδιο Δασαρχείο ότι ο χαρακτήρας τους δεν είναι
δασικός.
2. Για τις περιοχές εκείνες στις οποίες έχουν συμπεριληφθεί δασικού χαρακτήρα
εκτάσεις με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένη Διοίκησης,
συγκροτείται μία ή περισσότερες επιτροπές, αποτελούμενη έκαστη από
α) έναν δασολόγο της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ως Πρόεδρο,
β) έναν δασολόγο εκπρόσωπο της Δασικής Υπηρεσίας της οικείας Περιφερειακής
ενότητας,
γ) έναν μηχανικό της οικείας Υπηρεσίας Δόμησης (ΥΔΟΜ),
δ) έναν μηχανικό-εκπρόσωπο του οικείου Ο.Τ.Α. και
ε) έναν δικηγόρο οριζόμενο από τον οικείο δικηγορικό σύλλογο.
3. Έργο της Επιτροπής, για τις περιοχές της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του
άρθρου 23 του παρόντος, που υποδείχτηκαν ως κατ' αρχάς δασικές κατά την
παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, είναι, η, εντός οκτώ (8) μηνών (με δυνατότητα
περαιτέρω παράτασης τεσσάρων (4) μηνών) από τη συγκρότηση τους, εξέταση και ο
έλεγχος μετά από αυτοψία, όπου απαιτείται, όλων των δεδομένων και η σύνταξη
έκθεσης, όπου καταγράφονται τεκμηριωμένα:
α) οι υφιστάμενες χρήσεις γης,
β) ο χρόνος μεταβολής της δασικής μορφής,
γ) η ύπαρξη διοικητικής πράξης που δεν έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί δυνάμει της
οποίας επήλθε μεταβολή της δασικής μορφής
δ) η κτήση εμπραγμάτων δικαιωμάτων από επαχθή αιτία
Η έκθεση δημοσιοποιείται ηλεκτρονικά στον ιστότοπο του οικείου Ο.Τ.Α. επί δύο
(2) μήνες, εντός των οποίων είναι δυνατή η υποβολή αντιρρήσεων κατά του
περιεχομένου της εκ μέρους των ενδιαφερομένων, από κοινού ή χωριστά, στον οικείο
Ο.Τ.Α. Οι αντιρρήσεις διαβιβάζονται στις ΕΠ.Ε.Α. του οικείου δασικού χάρτη του
άρθρου 18 του παρόντος νόμου με μέριμνα του οικείου Ο.Τ.Α., και κρίνονται από
αυτές εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών, η οποία άρχεται από τη δημοσίευση στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της κοινής υπουργικής απόφασης της επόμενης παραγράφου
του παρόντος άρθρου.
Στην περίπτωση που έχει εκδοθεί η διαπιστωτική πράξη λήξης τής θητείας των μελών
των ΕΠ.Ε.Α., με πράξη τού Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης, δύναται να
συγκροτηθούν εκ νέου προκειμένου να εξετάσουν τις περιπτώσεις αυτές.
4. Αντίγραφα των εκθέσεων της παραγράφου 3 αποστέλλονται αμέσως μετά την
κατάρτιση τους στην Γενική Διεύθυνση Πολεοδομίας και στην Γενική Διεύθυνση
Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκειμένης της επεξεργασίας, επί τη βάσει αυτών,
ενιαίων κριτηρίων για την κρίση από τις ΕΠ.Ε.Α. των αντιρρήσεων της παραγράφου 3
του παρόντος άρθρου. Για τον καθορισμό των ως άνω κριτηρίων εκδίδεται κοινή
απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Περιβάλλοντος
και Ενέργειας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας δημοσιοποίησης και εξέτασης των
αντιρρήσεων, η έκθεση διορθωμένη και συμπληρωμένη, σύμφωνα με τις αποφάσεις των
ΕΠ.Ε.Α. της προηγουμένης παραγράφου, αποστέλλεται στη Διεύθυνση Δασών της
οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία εισηγείται την έγκρισή της στον
Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
6. Μετά την έγκριση του περιεχομένου της έκθεσης της Επιτροπής από τον
Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, συμπληρώνονται οι δασικοί
χάρτες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20.
7. Τα εδαφικά τμήματα που, σύμφωνα με το εγκεκριμένο περιεχόμενο της έκθεσης και
τον συμπληρωμένο δασικό χάρτη, δεν δεσμεύονται από τις διατάξεις της δασικής
νομοθεσίας, πολεοδομούνται κατά τα προβλεπόμενα στις κείμενες διατάξεις.
8. Η διαδικασία του παρόντος άρθρου, δεν αναστέλλει την διαδικασία προόδου του
οικείου δασικού χάρτη, για τις υπόλοιπες περιοχές που περιλαμβάνει.
9. Με απόφαση Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται τα στοιχεία που
λαμβάνονται υπόψη για την τεκμηρίωση της αιτίας μεταβολής της δασικής μορφής, τα
απαιτούμενα δικαιολογητικά και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή
του παρόντος άρθρου.»
ΙΓ. Οι παρ. 8 και 9 του άρθρου 25 του ν. 3889/2010 αντικαθίστανται ως εξής:
«8. Στην παρ. 24 του άρθρου μόνου του π.δ. 541/1978 (Α' 116) μετά την εντός
παρενθέσεως λέξη « εγκαταστάσεων», προστίθεται εδάφιο ως εξής: « και εκτέλεση
εργασιών κατάρτισης, διόρθωσης και συμπλήρωσης των δασικών χαρτών και λοιπών
εργασιών ως την κύρωσή τους, καθώς και εκτέλεση εργασιών κατάρτισης Δασολογίου.
9. Στην περ. 24 της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3316/2005 (Α’ 42), όπως ισχύει,
οι λέξεις «κατάρτισης δασικών χαρτών» αντικαθίστανται από τις λέξεις
«κατάρτισης, συμπλήρωσης και διόρθωσης και λοιπών εργασιών ως την κύρωσή τους,
καθώς και εκτέλεση εργασιών κατάρτισης Δασολογίου.»
ΙΔ. Η περ. β' της παρ. 4 του άρθρου 26 του ν. 3889/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Περιφέρεια σύμφωνα με το άρθρο 283 παρ.3 του ν.3852/2010 νοείται η
Αποκεντρωμένη Διοίκηση και
γ. Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.2 του ν.3852/2010
νοείται ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ενώ μετά την
11.05.2015 σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 28 του ν. 4325/2015 (Α' 47) νοείται ο
Συντονιστής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.»
Άρθρο 154
1. Μετά την παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α' 289), όπως ισχύει,
προστίθεται παρ. 7 ως εξής:
«7. Εκτάσεις που έχουν απωλέσει το δασικό τους χαρακτήρα πριν τις 11.6.1975 λόγω
επεμβάσεων που έλαβαν χώρα με βάση σχετική διοικητική πράξη, η οποία καλύπτεται
από το τεκμήριο νομιμότητας, δεν χαρακτηρίζονται ως δάση ή δασικές εκτάσεις,
κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979 και δεν κηρύσσονται
αναδασωτέες.
Στις περιπτώσεις ακινήτων εκτός σχεδίου, ως και εντός των περιοχών της
περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του ν. 3889/2010, όπως ισχύει, για
τα οποία εκδόθηκε νόμιμη οικοδομική άδεια προ της 11.6.1975, η οποία δεν έχει
ανακληθεί ή ακυρωθεί, δεν χαρακτηρίζεται ως δάσος ή δασική έκταση, κατά τη
διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979, και δεν κηρύσσεται αναδασωτέα
επιφάνεια αυτών ίση με την απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή της συγκεκριμένης
διοικητικής πράξης - οικοδομικής άδειας και δεν απαιτείται βεβαίωση του
δασαρχείου για κάθε έννομη συνέπεια. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται για ακίνητα ή
τμήματα αυτών που πληρούν του όρους αρτιότητας σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς
κατά το χρόνο έκδοσης της σχετικής άδειας. Ως όρια αρτιότητας λαμβάνονται υπόψη
και οι κατά παρέκκλιση όροι δόμησης για την εγκατάσταση λυομένων κατασκευών κατά
τις ειδικότερες διατάξεις του β.δ. 7.8.1967.
Για τις οικοδομικές άδειες οι οποίες έχουν εκδοθεί πριν την έναρξη ισχύος του ν.
4030/2011, οι οποίες δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί, εφαρμόζονται τα
προβλεπόμενα στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου της παρούσας μόνον για
ακίνητα ή τμήματα αυτών που πληρούν τους όρους αρτιότητας σύμφωνα με το ισχύον
καθεστώς κατά το χρόνο έκδοσης της σχετικής άδειας. Στις περιπτώσεις αυτές δεν
απαιτείται η εκ νέου έκδοση βεβαίωσης της οικείας δασικής αρχής για την έκδοση
έγκρισης δόμησης και άδειας δόμησης κατά τις διατάξεις του ν. 4030/2011.»
2. Η περ. δ) της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α' 289) όπως εισήχθη με
την παρ. 4 του άρθρου 32 του ν. 4280/2014 (Α' 159) αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Η αναγνώριση της κυριότητας ή άλλων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί των εκτάσεων
αυτών υπάγεται στην αρμοδιότητα των προβλεπομένων στο άρθρο 8 του παρόντος νόμου
Συμβουλίων και των πολιτικών δικαστηρίων. Οι υποθέσεις που
προσάγονται στα Συμβούλια κρίνονται κατά τις διατάξεις του Α.Ν. 1539/1938 (Α'
488) όπως ισχύει. Ειδικά η αναγνώριση της κυριότητας ή άλλων εμπραγμάτων
δικαιωμάτων επί των ανωτέρω εκτάσεων που κείνται στις περιοχές του δευτέρου
εδαφίου του άρθρου 62 του παρόντος, όπως ισχύει, διενεργείται κατά την ανωτέρω
διαδικασία επί τη βάσει τίτλων ιδιοκτησίας, οι οποίοι ανάγονται σε ημερομηνία
πριν από την 23η Φεβρουάριου 1946 και έχουν μεταγράφει έστω και μεταγενέστερα.».
3. Η παρ. 3 του άρθρου 2β του ν. 2308/1995 (ΑΊ14), όπως ισχύει, αντικαθίσταται
ως εξής:
«3. Στις περιπτώσεις που από την εφαρμογή των Κτηματολογικών Διαγραμμάτων επί
των δασικών χαρτών δημιουργούνται μικροπολύγωνα μικρότερα των 100 τ.μ., μπορούν
να ταυτοποιούνται οι οριογραμμές τού δασικού χάρτη με τα όρια των διαγραμμάτων
της κτηματογράφησης».
4. Η παρ. 1 του άρθρου 28 ν. 2664/1998 (Α' 275), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως
εξής:
«1. Στις περιοχές που κηρύσσονται υπό κτηματογράφηση κατά τις διατάξεις του ν.
2308/1995, όποιος επικαλείται εγγραπτέο ιδιωτικό δικαίωμα σε δάση και δασικές εν
γένει εκτάσεις, για τις οποίες έχει αναρτηθεί ή κυρωθεί δασικός χάρτης, έχει
υποχρέωση να εντοπίσει με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο την δηλούμενη έκταση στο
δασικό χάρτη και να συνυποβάλλει με την δήλωση του ν. 2308/1995 και όλα τα
αναγκαία αποδεικτικά έγγραφα για το εγγραπτέο δικαίωμα επί αυτής.»
5. Η παρ. 16 του άρθρου 28 του νόμου 2664/1998 (Α' 275), όπως ισχύει,
αντικαθίσταται ως εξής:
«16. Οι κτηματικοί χάρτες που καταρτίστηκαν βάσει του ν. 248/1976 (Α' 6),
ανεξάρτητα αν είναι προσωρινοί ή οριστικοί, παραμένουν σε ισχύ και διορθώνονται
προσαρμοζόμενοι τεχνικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β' του ν.
3889/2010, όπως ισχύει.
Οι διορθώσεις και τροποποιήσεις που επιβάλλονται ύστερα από αποφάσεις των
δικαστηρίων του ν. 248/1976 ή από τις ρυθμίσεις του Κεφαλαίου Β του ως άνω
νόμου, επιφέρονται στους παραπάνω κτηματικούς χάρτες από την Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. ή από
τη Διεύθυνση Δασών του οικείου Νομού, κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 3
και 4 του άρθρου 13 του ως άνω νόμου, όπως ισχύει, που εφαρμόζονται ανάλογα.
Ομοίως οι ως άνω χάρτες συμπληρώνονται με την προσθήκη περιοχών που δασώθηκαν
φυσικά ή τεχνητά, και διορθώνονται αν εμφιλοχώρησε πλάνη της Διοίκησης σχετικά
με τον χαρακτήρα των εκτάσεων και την αποτύπωση της θέσης ή των ορίων των
τμημάτων τους, κατά τη διαδικασία τής κατάρτισής τους βάσει του ν. 248/1976.
Από τη διόρθωσή τους οι παραπάνω χάρτες επέχουν θέση δασικών χαρτών της
παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 3889/2010, όπως ισχύει, οι οποίοι μετά την
ανάρτηση τους, την εξέταση των τυχόν κατ' αυτών αντιρρήσεων, την συμπλήρωση και
διόρθωση τους, όπου απαιτείται, κυρώνονται και έχουν πλήρη αποδεικτική ισχύ,
κατά τα ειδικότερον προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 14 έως 19 του ν.
3889/2010, όπως ισχύουν.».
6. Η παρ. 18 του άρθρου 28 του ν. 2664/1998 (Α' 275) αντικαθίσταται ως εξής:
«18. α. Μετά την ανάρτηση του δασικού χάρτη, οι Επιτροπές Εξέτασης αντιρρήσεων
της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 998/1979, όπως ισχύει, καθίστανται
αναρμόδιες για την εξέταση θεμάτων που ανάγονται στο χαρακτηρισμό εκτάσεων που
εμπίπτουν στο χάρτη αυτόν. Αιτήσεις που έχουν υποβληθεί κατά τη διαδικασία του
άρθρου 14 του ν. 998/1979 και δεν έχουν εξετασθεί, μέχρι την ανάρτηση του
δασικού χάρτη, καθώς και οι κατά την ανωτέρω διαδικασία υποθέσεις που εκκρεμούν
στις Επιτροπές του άρθρου 10 του ως άνω νόμου, όπως ισχύει, υποβάλλονται ατελώς
από εκείνον που τις είχε ασκήσει ως αντιρρήσεις στην αρμόδια Επιτροπή Εξέτασης
Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.).
β. Κατά την διαδικασία κατάρτισης, θεώρησης και κύρωσης του δασικού χάρτη
λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη:
αα. οι τελεσίδικες ενώπιον της Διοικήσεως, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του
ν. 998/1979, πράξεις χαρακτηρισμού των Δασαρχών και οι αποφάσεις των Επιτροπών
της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει και ββ. οι πράξεις
κήρυξης εκτάσεων, σαφώς οριοθετημένων, ως αναδασωτέων, κατά τις διατάξεις των
άρθρων 37 επ. του ν. 998/1979.»
7. Όπου στο άρθρο 28 του ν. 2664/1998 (Α' 275) αναφέρονται οι λέξεις «δάση και
δασικές εκτάσεις» νοούνται οι «δασικές εν γένει εκτάσεις» του δασικού χάρτη της
παραγράφου 1 του άρθρο 13 του ν. 3889/2010, όπως το άρθρο αυτό αντικαθίσταται με
το άρθρο 153 του παρόντος.
8. Η παρ. 1, η παρ. 3 και η παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3208/2003 (Α' 303)
αντικαθίστανται, ως εξής:
«1 α. Σε προθεσμία πέντε μηνών από την κύρωση του δασικού χάρτη για το σύνολο
της Περιφερειακής Ενότητας, κατ' εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν.
3889/2010 (Α' 182), αρχίζει η σύνταξη του Δασολογίου της οικείας Περιφερειακής
Ενότητας, η κατάρτιση και η τήρηση του οποίου γίνεται με μέριμνα του Τμήματος
Δασικών Χαρτογραφήσεων της οικείας Διεύθυνσης Δασών. Το δασολόγιο καταρτίζεται
με μορφή Βιβλίου Γενικού Δασολογίου στο οποίο καταχωρούνται τα εμφαινόμενα στο
δασικό χάρτη δάση και δασικές εκτάσεις κατά μερίδες και κατά τρόπο ώστε να είναι
ευχερής η τήρησή του και σε ηλεκτρονική μορφή, β. Οι εργασίες κατάρτισης στο
σύνολό τους ή τμήματα αυτών, μπορούν να ανατίθενται, με απόφαση του Υπουργού
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε ιδιωτικά
γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών της κατηγορίας 24 άρθρου μόνου του π.δ.
541/1978 (Α' 116), υπό τις οδηγίες, την επίβλεψη και τον έλεγχο της αρμόδιας
Διεύθυνσης Δασών της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
γ. Την επιτελική αρμοδιότητα για την κατάρτιση, τήρηση, έκδοση τεχνικών
προδιαγραφών και οδηγιών, τη γενική υποστήριξη σε μέσα και τον έλεγχο της
προόδου των εργασιών σύνταξης του Δασολογίου έχει η Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης
και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και
Ενέργειας.»
«3. Στη μερίδα του κάθε δάσους που βρίσκεται υπό δασοπονική εκμετάλλευση
αναγράφεται πέραν των παραπάνω γενικών στοιχείων και το είδος του δάσους
(σπερμοφυές, διφυές, πρεμνοφυές), τα κύρια δασοπονικά είδη και η σύνθεσή τους
(αμιγές, μεικτό), η συνολική του έκταση, η ιδιοκτησιακή του κατάσταση και άλλα
προσδιοριστικά στοιχεία. Για τις υπόλοιπες εκτάσεις που περιέχονται στο δασικό
χάρτη και τελούν εκτός δασοπονικής εκμετάλλευσης, οι μερίδες τηρούνται κατά
γεωγραφική ενότητα και προσδιορίζονται σε αυτές τα τοπωνύμια, το είδος και η
πυκνότητα της βλάστησης, η συνολική έκταση, η χρήση της έκτασης και άλλα
προσδιοριστικά στοιχεία. Στο περιθώριο της κάθε μερίδας σημειώνονται οι εκτάσεις
που κηρύσσονται αναδασωτέες λόγω καταστροφής ή αποψίλωσης της δασικής βλάστησης,
καθώς και οι εκτάσεις των περιπτώσεων 5α και 5β του άρθρου 3 του Ν. 998/1979,
όπως ισχύει. Οι χάρτες που απεικονίζουν τις εκτάσεις των περιπτώσεων 5α και 5β
του άρθρου 3 του Ν. 998/1979, όπως ισχύει, τίθενται σε χωριστό φάκελο».
«4. Αντίγραφο του κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου καταρτιζόμενου
δασολογίου, καθώς και οι μετά την κατάρτισή του τυχόν συμπληρώσεις ή
τροποποιήσεις αποστέλλονται στην Διεύθυνση Δασικών Έργων και Υποδομών τής
Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος
προκειμένης της καταχώρισης τους στην τηρούμενη από αυτήν Τράπεζα Πληροφοριών
Δασικής Γης. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται τα
θέματα σχετικά με την ίδρυση και τη λειτουργία της ως άνω Τράπεζας Πληροφοριών
Δασικής Γης».
9. Μετά την παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 3208/2003, προστίθεται παράγραφος 6, ως
εξής:
«6. Μέχρι την κατάρτιση και τήρηση Δασολογίου συστήνεται Επιτροπή Δασολογίου
Περιφερειακής Ενότητας στην έδρα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με
αρμοδιότητα τον, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 3
του ν. 998/1979, ειδικότερο χαρακτηρισμό των περιλαμβανομένων στον κυρωμένο
δασικό χάρτη περιοχών δασικού χαρακτήρα, προκειμένης της εφαρμογής των περί των
επιτρεπτών επεμβάσεων ως και των λοιπών διατάξεων της δασικής νομοθεσίας.
Η παραπάνω επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Συντονιστή τής οικείας
Αποκεντρωμένης Διοίκησης και αποτελείται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης
Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών ως πρόεδρο, τον Προϊστάμενο της οικείας
Διεύθυνσης Δασών και έναν δασολόγο τού οικείου Δασαρχείου που αφορά ο δασικός
χάρτης. Σε περίπτωση Διεύθυνσης Δασών χωρίς Δασαρχείο στην επιτροπή συμμετέχει
ένας δασολόγος τής οικείας Διεύθυνσης Δασών ή δασολόγος που υπηρετεί σε όμορη
Περιφερειακή Ενότητα. Με την ίδια απόφαση ορίζονται και
αναπληρωτές των παραπάνω, καθώς και ο γραμματέας της, ο οποίος είναι υπάλληλος
Δ.Ε. διοικητικού υπηρεσίας της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Κατά των
ανωτέρω αποφάσεων μπορεί να υποβληθεί προσφυγή ενώπιον του Τεχνικού Συμβουλίου
Δασών από όποιον έχει έννομο συμφέρον εντός προθεσμίας σαράντα πέντε (45)
ημερών. Τα μέλη της παραπάνω επιτροπής δεν αμείβονται».
10. Η παρ. 3 του άρθρου 31 του νόμου 4280/2014 (Α' 159) αντικαθίσταται ως
ακολούθως:
«3. α) Στην περίπτωση ορίων οικισμών της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του
άρθρου 23 του ν. 3889/2010, ως ισχύει, εντάσσονται και τα περιγράμματα οικισμών,
όπως τα όρια τους περιγράφονται στις πράξεις της Διοίκησης «περί καθορισμού
ορίων οικισμών νομίμως υφισταμένων του έτους 1923» δυνάμει του ν.δ. 532/1970 (Α'
103) ή δυνάμει των κανονιστικών αποφάσεων αυτού που εκδόθηκαν έως τη δημοσίευση
του ν. 998/1979. Τα ως άνω όρια αποτυπώνονται ως εμφαίνονται στα σχετικά
συνημμένα διαγράμματα, που είναι δημοσιευμένα σε Φύλλα της Εφημερίδας της
Κυβερνήσεως και όπως έχουν εφαρμοστεί στο έδαφος, β) Η ως άνω διάταξη, δεν
εφαρμόζεται για νομίμως υφιστάμενα κτίσματα, καθώς και για την έκταση που
αντιστοιχεί στο όριο αρτιότητας σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς κατά το χρόνο
έκδοσης της σχετικής άδειας, τα οποία εντάσσονται στην περίπτωση α' της
παραγράφου 2 του άρθρου 23 του ν. 3889/2010. Τυχόν πράξεις της διοίκησης που
εκδόθηκαν κατ' εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας για την προστασία των ως άνω
χτισμάτων και εκτάσεων ανακαλούνται αυτοδικαίως από τη δημοσίευση του παρόντος.
Επί των ως άνω χτισμάτων και εκτάσεων δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της δασικής
νομοθεσίας πλην των περιπτώσεων κοινοχρήστων χώρων πρασίνου, πάρκων και αλσών.
Κατά τη διαδικασία έγκρισης πολεοδομικής μελέτης, τοπικού χωρικού σχεδίου ή και
ρυμοτομικού σχεδίου απαιτείται η σύνταξη και έγκριση προηγούμενης μελέτης
περιβαλλοντικού ισοζυγίου, σύμφωνα με προδιαγραφές που καθορίζονται με απόφαση
του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας».
11. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν.3127/2003 (Α' 67) καταργείται και οι παρ. 1 και
2 του άρθρου 4 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που
προϋφίσταταιτου έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2.000 κατοίκων, που έχει
οριοθετηθεί, ο νομέας του θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου εφόσον: α)
νέμεται, μέχρι έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αδιαταράκτως για δέκα (10) έτη το
ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ίδιου ή του δικαιοπαρόχου
του, που έχει καταρτισθεί και μεταγράφει μετά την 23.2.1945, εκτός εάν κατά την
κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη ή
β) νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ακίνητο αδιαταράκτως για
χρονικό διάστημα τριάντα (30) ετών, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν
σε κακή πίστη. Η διάταξη της περίπτωσης β εφαρμόζεται για ακίνητο εμβαδού μέχρι
2.000 τ.μ. Για ενιαίο ακίνητο εμβαδού μεγαλύτερου των 2.000 τ,μ., η διάταξη
εφαρμόζεται μόνο εφόσον στο ακίνητο υφίσταται κατά την 31.12.2002 κτίσμα που
καλύπτει ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) του ισχύοντος συντελεστή
δόμησης στην περιοχή.
Στο χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις α' και β' προσμετράται και ο
χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σε κακή
πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042
του Α.Κ.
2. Οι ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου δεν ισχύουν για εκτάσεις που στο
σχέδιο πόλης ή στους οικισμούς αποτελούν κοινόχρηστους χώρους ή πάρκα και άλση.»
12. Η παρ. 2 του άρθρου 2 του νόμου 2308/1995 (Α' 114) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Το Δημόσιο υποχρεούται να υποβάλει δήλωση εγγραπτέου δικαιώματος, και μπορεί
να υποβάλει αίτηση διόρθωσης ή ένσταση κατά τα άρθρα 6 και 7, για λόγους
διασφάλισης και προστασίας των δικαιωμάτων του.
Η εταιρεία «ΕΚΧΑ Α.Ε.» παρέχει υποχρεωτικά στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Ελληνικού
Δημοσίου για τον υπό κτηματογράφηση ΟΤΑ τα όρια των σχεδίων πόλεως, οικισμών
προϋφιστάμενων του έτους 1923, οικοδομήσιμων εκτάσεων των οικιστικών περιοχών
του ν.947/1979 (Α' 169), διανομών και αναδασμών, καθώς και τυχόν εγκεκριμένες
πολεοδομικές μελέτες και ρυμοτομικά σχέδια, τα οποία λαμβάνει υπόψη της και
εφαρμόζει κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης. Για τη δήλωση του Ελληνικού
Δημοσίου επί δασών και δασικών εκτάσεων λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη από τις
οικείες Υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου τα προαναφερθέντα όρια και δεν
υποβάλλεται δήλωση ούτε ένσταση ή αίτηση διόρθωσης στις περιπτώσεις του εδαφίου
α' της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 23 του ν. 3889/2010 όπως ισχύει.
Η εταιρεία «ΕΚΧΑ Α.Ε» αποστέλλει υποχρεωτικά στην αρμόδια για την υπό
κτηματογράφηση περιοχή Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου, πριν την ανάρτηση των
προσωρινών στοιχείων κτηματογράφησης, τα προσωρινά κτηματολογικά διαγράμματα της
ανάρτησης καθώς και τα στοιχεία των εγγραφών του προσωρινού κτηματολογικού
πίνακα που αφορούν στα ακίνητα που έχουν καταχωρισθεί ως ιδιοκτησία του
Ελληνικού Δημοσίου και ως αγνώστου ιδιοκτήτη, καθώς και στα ακίνητα που έχουν
καταχωρηθεί σε δικαιούχο κυριότητας με αιτία κτήσης τη χρησικτησία και των
οποίων οι δηλώσεις υποβλήθηκαν μετά τη λήξη της συλλογής δηλώσεων. Κατά
παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 2472/1997 (Α' 50), όπως ισχύει, τα γεωχωρικά
δεδομένα με πλήρη αναφορά στα ΚΑΕΚ των κτηματολογικών διαγραμμάτων των πρώτων
εγγραφών για το σύνολο της κτηματογραφούμενης περιοχής, χορηγούνται υποχρεωτικά
στις δημόσιες αρχές που τα αιτούνται εφόσον θεμελιώνονται στην αίτηση λόγοι
διασφάλισης των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου.»
Άρθρο 155
Μεταβατικές και καταρνούμενες διατάξεις του Υποκεφαλαίου Α'
1. Ως ημερομηνία έναρξης ίων προθεσμιών:
α) των δύο (2) μηνών για την υποβολή πρότασης από τη Διεύθυνση Δασών στη Γενική
Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβ άλλο ντο ς του Υπουργείου
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 13 του
ν.3889/2010, ως αυτή τροποποιείται με το άρθρο 153 β) των τεσσάρων (4) μηνών για
την έκδοση της Υπουργικής Απόφασης της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του
ν.3889/2010, μετά την άπρακτο πάροδο της οποίας οι εργασίες εκτελούνται από την
εταιρεία Ε.Κ.Χ.Α. Α.Ε. σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 13 του ν.3889/2010,
ως αυτή τροποποιείται με το άρθρο 153
γ) του ενός (1) μήνα για την αποστολή του χρονοδιαγράμματος από την εταιρεία
Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. στη Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και
Αγροπεριβάλλοντος, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 13 του ν.3889/2010, ως
αυτή τροποποιείται με το άρθρο 153,
δ) του ενός (1) μήνα για την παροχή από την εταιρεία Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. παρέχει στους
Ο.Τ.Α. δυνατότητα πρόσβασης, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής, στα ενιαία
χαρτογραφικά υπόβαθρα που χρησιμοποιούνται στην κατάρτιση δασικών χαρτών,
σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 23 του ν.3889/2010, ως αυτή τροποποιείται
με το άρθρο 153
ε) του ενός (1) μήνα για την έκδοση απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και
Ενέργειας, με την οποία καθορίζονται τα κριτήρια προσδιορισμού της οικιστικής
πύκνωσης, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 23 του ν.3889/2010, ως αυτή
τροποποιείται με το άρθρο 153,
νοείται η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.
2. Η διαδικασία του άρθρου 23 του ν. 3889/2010, όπως το άρθρο αυτό
αντικαθίσταται με το άρθρο 153 του παρόντος νόμου ολοκληρώνεται μέσα σε εννέα
(9) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Μετά την ολοκλήρωση της
διαδικασίας αυτής:
α) οι δασικοί χάρτες ενημερώνονται ή αναμορφώνονται, αναλόγως του σταδίου στο
οποίο βρίσκονται, με τις περιοχές της περίπτωσης α της παρ. 2 του άρθρου 23 του
ν. 3889/2010, όπως το άρθρο αυτό αντικαθίσταται με το άρθρο 153 του παρόντος
νόμου.
β) ως προς τις περιοχές της περίπτωσης β της παρ. 2 του ως άνω άρθρου 23
ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 24 του ν. 3889/2010, όπως το άρθρο αυτό
αντικαθίσταται με την άρθρο 153 του παρόντος νόμου, ανεξάρτητα από το στάδιο στο
οποίο βρίσκεται η διαδικασία κύρωσης του δασικού χάρτη. Οι αντιρρήσεις που
εκκρεμούν κατά του δασικού χάρτη και οι οποίες αφορούν εκτάσεις, που εμπίπτουν
εντός των ορίων των περιοχών της ανωτέρω περίπτωσης β, τοποθετούνται σε ειδικό
φάκελο, προκειμένου να τεθούν υπόφη της Επιτροπής της παραγράφου 2 του άρθρου 24
και να κριθούν από τις ΕΠ.Ε.Α. σύμφωνα με την παρ. 3 του ως άνω
qb 3- άρθρου 24. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις το ειδικό τέλος που έχει
καταβληθεί επιστρέφεται στους δικαιούχους.
3. Ο δασικοί χάρτες των περιοχών Άστρους και Δολιανών τής Περιφερειακής Ενότητας
Αρκαδίας, οι οποίοι αναρτήθηκαν, κατ' εφαρμογή του άρθρου 27 τού ν. 2664/1998,
αφού συμπληρωθούν με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 153 του παρόντος νόμου,
θεωρούνται και αναρτώνται για την υποβολή αντιρρήσεων κατά τις διατάξεις των
άρθρων 13 και 14 του ν.3889/2010, όπως αντικαθίστανται με το άρθρο 153 του
παρόντος νόμου και με την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας κυρώνονται από τον
Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και καθίστανται οριστικοί. Μέχρι την
ανάρτησή τους ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 14 ν. 998/1979.
4. Οι δασικοί χάρτες που είτε αναρτήθηκαν, είτε κυρώθηκαν μερικά ή ολικά μέχρι
την ισχύ τού παρόντος νόμου συμπληρώνονται με την προσθήκη εκτάσεων που τυχόν
δασώθηκαν μετά την ανάρτηση ή την κύρωση τους καθώς και με την προσθήκη των
χορτολιβαδικών και βραχωδών εκτάσεων των περ. 5α και 5β του άρθρου 3 του
ν.998/1979 όπως ισχύει. Για τις εκτάσεις που προστίθενται σύμφωνα με το
προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζονται οι διαδικασίες θεώρησης και ανάρτησης, υποβολής
αντιρρήσεων και κύρωσης των άρθρων 13 έως και 19 του ν. 3889/2010, όπως τα άρθρα
αυτά αντικαθίστανται με το άρθρο 153 του παρόνιος νόμου.
5. Οι δασικοί χάρτες που θεωρήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος τού παρόντος
νόμου συμπληρώνονται με την προσθήκη εκτάσεων που τυχόν δασώθηκαν μετά τη
θεώρηση τους ως και με την προσθήκη των χορτολιβαδικών και βραχωδών εκτάσεων των
περ. 5α και 5β του άρθρου 3 του ν.998/1979 όπως ισχύει, εφαρμοζομένων για το
σύνολο του δασικού χάρτη των διαδικασιών θεώρησης και ανάρτησης, υποβολής
αντιρρήσεων και κύρωσης των άρθρων 13 έως και 19 του ν. 3889/2010, όπως τα άρθρα
αυτά αντικαθίστανται με το άρθρο 153 του παρόντος νόμου.
6. Η ανάρτηση των κατ' εφαρμογή των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος
συμπληρωμένων δασικών χαρτών διενεργείται μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών
από την έναρξη ισχύος του παρόντος, η δε μερική κύρωση τους μέσα σε προθεσμία
πέντε (5) μηνών, αρχομένης από την ανάρτηση τους.
Εάν η τήρηση της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου για την ανάρτηση δεν είναι
δυνατή λόγω μη έγκαιρης συμπλήρωσης των δασικών χαρτών με τις χορτολιβαδικές και
βραχώδεις εκτάσεις των περ. 5α και 5β του άρθρου 3 του ν. 998/1979, όπως ισχύει,
τότε οι χάρτες αναρτώνται εντός της ως άνω προθεσμίας χωρίς τις ανωτέρω
εκτάσεις. Στην τελευταία περίπτωση η συμπλήρωση, θεώρηση, ανάρτηση και κύρωση
του δασικού χάρτη ως προς τις εν λόγω εκτάσεις διενεργείται ξεχωριστά σε επόμενο
στάδιο, η ολοκλήρωση του οποίου δεν δύναται να υπερβεί τους τέσσερις μήνες από
την ολική κύρωση του χάρτη ως προς τις δασικού χαρακτήρα εκτάσεις.
7. Οι κυρωμένοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος δασικοί χάρτες, οι οποίοι
δεν απαιτείται να συμπληρωθούν κατ' εφαρμογή της παρ. 5 του παρόντος, παραμένουν
σε ισχύ για τις εκτάσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας,
αναμορφούμενοι εφόσον συντρέχει περίπτωση, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο
20 παράγραφος 1 του ν. 3889/2010, όπως το άρθρο αυτό αντικαθίσταται με την το
άρθρο 153 του παρόντος νόμου.
8. Για τους δασικούς χάρτες, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος
νόμου, έχουν κυρωθεί μερικώς, κατ' εφαρμογή του άρθρου 17 του ν. 3889/2010, για
τους οποίους δεν απαιτείται η κατά την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου
συμπλήρωση, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στα άρθρα 18, 19 και 20 του ν.
3889/2010, όπως τα άρθρα αυτά αντικαθίστανται με το άρθρο 153 του παρόντος
νόμου.
9. Οι παρ. 5 και 6 του άρθρου 26 του ν. 3889/2010 καταργούνται και η παράγραφος
7 αυτού αναριθμείται σε παράγραφο 5.
10. Στην εξαίρεση της παρ. 3β του άρθρου 31 του ν.4280/2014, ως τροποποιείται με
τον παρόντα, εντάσσεται και κάθε έκταση, είτε δομημένη, είτε αδόμητη, εφόσον
πραγματοποιήθηκε μεταβίβαση κυριότητας αυτής με επαχθή αιτία κατά το χρονικό
διάστημα από την 08.08.2014 και έως την έναρξη ισχύος του παρόντος.
11. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, από την
έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργείται κάθε διάταξη που ρυθμίζει με τρόπο
διαφορετικό τα θέματα που ρυθμίζονται με τις διατάξεις τού παρόντος νόμου.»
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 156
Τροποποίηση των διατάξεων περί ελεγκτών δόμησης
Α1. Το εδάφιο α. της παρ. 9 του άρθρου 7 του νόμου 4030/2011 (Α'249)
αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Αν
αα) Οι υποβαλλόμενες μελέτες δεν εκπονήθηκαν σύμφωνα με τις οικείες πολεοδομικές
διατάξεις ή σύμφωνα με τα εγκεκριμένα στοιχεία του τοπογραφικού διαγράμματος και
του διαγράμματος δόμησης, επιβάλλεται σε βάρος του μελετητή μηχανικού η κύρωση
της απαγόρευσης εκπόνησης και υπογραφής μελετών για την έκδοση έγκρισης δόμησης
και άδειας δόμησης και η κύρωση της απαγόρευσης επίβλεψης οικοδομικών εργασιών
από 1 έως 12 μήνες ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
ββ) Οι οικοδομικές εργασίες δεν εκτελέστηκαν σύμφωνα με τις μελέτες που
υποβλήθηκαν ή σύμφωνα με τα εγκεκριμένα στοιχεία του τοπογραφικού διαγράμματος
και του διαγράμματος δόμησης επιβάλλεται σε βάρος του επιβλέποντος μηχανικού η
κύρωση της απαγόρευσης εκπόνησης και υπογραφής μελετών για την έκδοση έγκρισης
δόμησης και άδειας δόμησης και η κύρωση της απαγόρευσης επίβλεψης οικοδομικών
εργασιών από 1 έως 12 μήνες ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.»
Α2. Το εδάφιο γ. της παρ. 9 του άρθρου 7 του ν. 4030/2011 (Α’ 249)
αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. Οι παραπάνω κυρώσεις επιβάλλονται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και
Ενέργειας, ύστερα από εισήγηση του εποπτικού συμβουλίου του άρθρου 17 με βάση τη
διαδικασία που προβλέπεται στο εδάφιο στ κατωτέρω, καταγράφονται στο μητρώο του
άρθρου 8 και κοινοποιούνται στις Υ.ΔΟΜ., οι οποίες τηρούν μητρώο των μηχανικών,
στους οποίους επιβάλλονται οι ποινές της παρούσας παραγράφου και μεριμνούν για
την εκτέλεση τους.»
A3. Το εδάφιο στ. της παρ. 9 του άρθρου 7 του νόμου ν. 4030/2011 (Α' 249)
αντικαθίσταται ως εξής:
«στ. Οι αρμόδιοι ελεγκτές δόμησης και οι υπάλληλοι των υπηρεσιών δόμησης
υποχρεούνται αμελλητί να ενημερώσουν εγγράφως το αρμόδιο Συμβούλιο Πολεοδομικών
Θεμάτων και Αμφισβητήσεων (ΣΥΠΟΘΑ) του άρθρου 31, μόλις διαπιστώσουν την τέλεση
παραβάσεων της παρούσας παραγράφου. Το ΣΥΠΟΘΑ αφού εξετάσει την υπόθεση,
βεβαιώνει τις παραβάσεις και διαβιβάζει τον σχετικό φάκελο προς το εποπτικό
συμβούλιο του άρθρου 17 προκειμένου αυτό να εισηγηθεί την επιβολή διοικητικών
κυρώσεων.
Το εποπτικό συμβούλιο μετά από ακρόαση του ενδιαφερομένου εισηγείται στον
Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας την επιβολή σε βάρος του μελετητή/
επιβλέποντα μηχανικού των προβλεπόμενων κυρώσεων του εδαφίου α (περ. αα και περ.
ββ) της παρούσας παραγράφου.»
Α4. Η παρ. 10 του άρθρου 7 του ν. 4030/2011 (Α' 249) αντικαθίσταται ως εξής:
«10. Για μικρές παραβάσεις στη δόμηση, λαμβανομένων υπόψη των ειδικότερων
συνθηκών τέλεσης της πράξης, των συνεπειών αυτής και του βαθμού του πταίσματος
του μηχανικού, δύναται να επιβάλλεται σε βάρος του μηχανικού αντί των κυρώσεων
του εδαφίου α (περ. αα και περ. ββ) της παραγράφου 9 του παρόντος, έγγραφη
σύσταση, εφόσον ο μηχανικός δεν έχει υποπέσει σε άλλη παράβαση στο παρελθόν.»
Β. Το άρθρο 10 του ν. 4030/2011 (Α'249) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 10
Ιδιότητα του ελεγκτή δόμησης
1. Η ιδιότητα του ελεγκτή δόμησης αποκτάται με την εγγραφή του στο Μητρώο
Ελεγκτών Δόμησης που τηρείται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
2. Η ιδιότητα του ελεγκτή δόμησης είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του δημοσίου
υπαλλήλου ή υπαλλήλου Ν.Π.Δ.Δ. ή υπαλλήλου στον ευρύτερο δημόσιο τομέα με σχέση
δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.
3. Οι ελεγκτές δόμησης υποχρεούνται στην υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης
σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3213/2003 (309/Α), όπως
τροποποιήθηκε και ισχύει με το ν. 4281/2014(160*), σε περίπτωση που διενεργήσουν
ελέγχους για κτίρια και κατασκευές επιφάνειας άνω των 1000 τ.μ.».
Γ1. Το άρθρο 12 του ν. 4030/2011 (Α' 249) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 12
Προϋποθέσεις εγγραφής στο Μητρώο ελεγκτών δόμησης
1. Στο μητρώο των ελεγκτών δόμησης εγγράφονται οι ενδιαφερόμενοι μηχανικοί με
δικαίωμα εκπόνησης μελέτης ή επίβλεψης κτιριακών έργων, οι οποίοι είναι:
α) διπλωματούχοι μηχανικοί, μέλη του Τ.Ε.Ε. ή
β) πτυχιούχοι μηχανικοί τεχνολογικής εκπαίδευσης, μέλη της Ε.Ε.Τ.Ε.Μ., ή γ)
μηχανικοί που έχουν αποκτήσει αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων στη χώρα μας
κατ' εφαρμογή της σχετικής κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας,
2. Στο μητρώο διακρίνονται τρεις (3) κατηγορίες ελεγκτών:
α) Στην κατηγορία I εγγράφονται οι μηχανικοί, ανεξαρτήτως του χρονικού
διαστήματος της επαγγελματικής τους εμπειρίας. Οι ελεγκτές της κατηγορίας I
δύνανται να διενεργούν ελέγχους για κτίρια και κατασκευές επιφάνειας έως 250
τ.μ. ή για εγκαταστάσεις.
β) Στην κατηγορία II εγγράφονται οι διπλωματούχοι μηχανικοί, μέλη του Τ.Ε.Ε.,
που έχουν άδεια άσκησης επαγγέλματος τουλάχιστον πέντε (5) ετών, οι πτυχιούχοι
μηχανικοί τεχνολογικής εκπαίδευσης που είναι μέλη της Ε.Ε.Τ.Ε.Μ. τουλάχιστον για
πέντε (5) έτη καθώς και οι μηχανικοί που έχουν αποκτήσει αναγνώριση
επαγγελματικών προσόντων στην Ελλάδα και διαθέτουν συναφή επαγγελματική εμπειρία
τουλάχιστον πέντε (5) ετών. Οι ελεγκτές της κατηγορίας II δύνανται να διενεργούν
ελέγχους για κτίρια και κατασκευές επιφάνειας έως 1000 τ.μ. ή για εγκαταστάσεις.
γ) Στην κατηγορία III εγγράφονται οι διπλωματούχοι μηχανικοί, μέλη του Τ.Ε.Ε.,
που έχουν άδεια άσκησης επαγγέλματος τουλάχιστον δέκα (10) ετών, οι πτυχιούχοι
μηχανικοί τεχνολογικής εκπαίδευσης που είναι μέλη της Ε.Ε.Τ.Ε.Μ. τουλάχιστον για
δέκα (10) έτη καθώς και οι μηχανικοί που έχουν αποκτήσει αναγνώριση
επαγγελματικών προσόντων στην Ελλάδα και διαθέτουν συναφή επαγγελματική εμπειρία
τουλάχιστον δέκα (10) ετών. Οι ελεγκτές της κατηγορίας III δύνανται να
διενεργούν ελέγχους για όλα τα κτίρια και κατασκευές, ανεξαρτήτως επιφάνειας,
καθώς και για εγκαταστάσεις.
Το αντικείμενο ελέγχου ανά κατηγορία και το είδος εργασιών προσδιορίζεται
αντίστοιχα με τα επαγγελματικά δικαιώματα εκπόνησης μελετών και διενέργειας
επιβλέψεων των μηχανικών ελεγκτών δόμησης, κατά τις κείμενες διατάξεις.
3. Οι ενδιαφερόμενοι που πληρούν τα προαναφερθέντα προσόντα εγγράφονται στο
Μητρώο Ελεγκτών Δόμησης στην κατηγορία που αντιστοιχεί στα έτη ασκήσεως
επαγγέλματος, μετά από υποβολή ηλεκτρονικής τυποποιημένης από το Υπουργείο
Περιβάλλοντος και Ενέργειας αίτησης, με συνημμένο ηλεκτρονικό φάκελο, στο
Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Ui?~
4. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται κάθε άλλο
σχετικό θέμα με την τήρηση του Μητρώου και την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»
Γ2. Το άρθρο 13 του ν. 4030/2011 (Α' 249) καταργείται..
Δ. Το άρθρο 14 του ν. 4030/2011 (Α' 249) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 14
Μητρώο Ελεγκτών Δόμησης
1. Το Μητρώο Ελεγκτών Δόμησης καταρτίζεται και τηρείται στο Υπουργείο
Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με τη μορφή ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων, όπου
εγγράφονται με αύξοντα Αριθμό Μητρώου οι ελεγκτές δόμησης. Η κατάρτιση του
Μητρώου γίνεται ανά αποκεντρωμένη διοίκηση και ανά κλάδο ειδικότητας του
Μηχανικού. Κάθε ελεγκτής δόμησης, κατά την εγγραφή του στο Μητρώο, υποχρεούται
να δηλώσει την επαγγελματική του έδρα.
2. Ο αριθμός Μητρώου των ελεγκτών δόμησης αναγράφεται υποχρεωτικά στις πράξεις
των ελεγκτών δόμησης.
3. Η εγγραφή των ελεγκτών δόμησης στο Μητρώο έχει ισχύ πέντε (5) έτη, η οποία
και θα μπορεί να παρατείνεται μετά τη λήξη της με ηλεκτρονική αίτηση του ελεγκτή
για περαιτέρω χρονικά διαστήματα διάρκειας πέντε (5) ετών».
Ε. Το άρθρο 17 του ν. 4030/2011 (Α' 249) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 17
Σύσταση Εποπτικού Συμβουλίου
1. Συνιστάται επταμελές Εποπτικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται με απόφαση
του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και αποτελείται από:
α. Πάρεδρο του γραφείου του Νομικού Συμβούλου στο Υπουργείο Περιβάλλοντος
και Ενέργειας, με τον αναπληρωτή του, ως Πρόεδρο του Συμβουλίου
β. τον Γενικό Διευθυντή Πολεοδομίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
με τον αναπληρωτή του,
γ. τον Γενικό Διευθυντή του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης,
Ενέργειας και Μεταλλείων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με τον
αναπληρωτή του,
δ. τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Αρχιτεκτονικής, Οικοδομικών Κανονισμών και
Αδειοδοτήσεων της Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος
και Ενέργειας, με τον αναπληρωτή του,
ε. τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών και Γεωχωρικών
Πληροφοριών της Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και
Ενέργειας, με τον αναπληρωτή του,
στ. έναν μηχανικό, εκπρόσωπο του ΤΕΕ, με εμπειρία σε θέματα πολεοδομίας, με τον
αναπληρωτή του, οι οποίοι επιλέγονται από την κατηγορία III των ελεγκτών του
Μητρώου του άρθρου 12 μετά από ηλεκτρονική κλήρωση
ζ. έναν πτυχιούχο μηχανικό, εκπρόσωπο της Ε.Ε.Τ.Ε.Μ., με εμπειρία σε θέματα
μελέτης και επίβλεψης κτιριακών έργων, με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι
ms-
επιλέγονται από την κατηγορία III των ελεγκτών του Μητρώου του άρθρου 12 μετά
από ηλεκτρονική κλήρωση
2. Με την ίδια ως άνω απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας ορίζεται
υπάλληλος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ως Γραμματέας του
Συμβουλίου, με τον αναπληρωτή του.
3. Η θητεία των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου υπ' αριθμ. α - ε της παραγράφου 1
του παρόντος είναι τριετής, ενώ η θητεία των μελών υπ' αριθμ. στ και ζ της
παραγράφου 1 του παρόντος είναι ετήσια.»
ΣΤ. Στο άρθρο 31 του ν. 4030/2011 (Α' 249) προστίθεται εδάφιο ε' ως εξής:
«ε. διερευνούν τις υποθέσεις τέλεσης των παραβάσεων της παραγράφου 9 του άρθρου
7 του νόμου 4030/2011, που διαβιβάζονται από τους ελεγκτές δόμησης και τις
υπηρεσίες δόμησης και προωθούν το σχετικό φάκελο στο Εποπτικό Συμβούλιο του
άρθρου 17 προκειμένου αυτό να εισηγηθείτην επιβολή κυρώσεων.»
Ζ. Η περ. δ του άρθρου 32 του ν. 4030/2011 (Α' 249) αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Μηχανικό, εκπρόσωπο του ΤΕΕ, με εμπειρία σε θέματα χωροταξίας και
πολεοδομίας, με τον αναπληρωτή του. Οι εκπρόσωποι του ΤΕΕ επιλέγονται από την
κατηγορία III των ελεγκτών του Μητρώου του άρθρου 12 μετά από ηλεκτρονική
κλήρωση. Η θητεία των εκπροσώπων του ΤΕΕ είναι εξάμηνη.»
Η1. Το υφιστάμενο μέχρι την 29η Μαρτίου 2016 Μητρώο παραμένει σε ισχύ μέχρι τη
δημιουργία και οργάνωση του νέου Μητρώου Ελεγκτών Δόμησης του άρθρου 12 του
ν.4030/2011, ως αυτό τροποποιείται με το άρθρο 4Γ του παρόντος, η οποία
διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μέχρι την
έκδοση της ως άνω Υπουργικής Απόφασης παρατείνεται η ισχύς όλων των υφιστάμενων
μέχρι την 29η Μαρτίου 2016 αδειών ελεγκτών δόμησης.
Η2. Οι υποθέσεις επιβολής διοικητικών κυρώσεων κατά μηχανικών ή επιβλεπόντων
μηχανικών σύμφωνα με την παράγραφο 9 του άρθρου 7 του νόμου 4030/2011 των οποίων
η διερεύνηση έχει ξεκινήσει μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος εισάγονται στο
Εποπτικό Συμβούλιο του άρθρου 17 για επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων, κατόπιν
εξέτασής τους από το Σώμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και
Μεταλλείων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Άρθρο 157
Καταχώριση - Ηλεκτρονικό Μητρώο Αποβλήτων
1. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 36 του ν.4042/2012 (Α'24) προστίθεται νέο
εδάφιο ως εξής:
«Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (OTA) Α' Βαθμού εξαιρούνται από την
υποχρέωση έκδοσης άδειας συλλογής και μεταφοράς για τη συλλογή και μεταφορά των
σύμμεικτων αστικών στερεών αποβλήτων τους.»
2. Το άρθρο 42 του ν.4042/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 42
(άρθρο 26 της Οδηγίας)
Καταχώριση - Ηλεκτρονικό Μητρώο Αποβλήτων
1. Καθιερώνεται ηλεκτρονικό μητρώο αποβλήτων (ΗΜΑ), για τη συστηματική συλλογή
και επεξεργασία στοιχείων παραγωγής και διαχείρισης των αποβλήτων, καθώς και την
καταχώριση κάθε οργανισμού ή επιχείρησης που παράγει ή πραγματοποιεί εργασίες
επεξεργασίας αποβλήτων και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου Α του Ν.
4014/2011 (Α' 209) ή συλλέγει και μεταφέρει απόβλητα σε επαγγελματική βάση και
έχει υποχρέωση να διαθέτει άδεια συλλογής σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου
36 του παρόντος. Υποχρέωση καταχώρισης στο ΗΜΑ έχουν και οι Οργανισμοί Τοπικής
Αυτοδιοίκησης (OTA) Α' Βαθμού.
2. Στο ΗΜΑ εισάγονται υποχρεωτικά, μέσω διαδικτύου, από κάθε ως άνω οργανισμό ή
επιχείρηση, στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή και διαχείριση
αποβλήτων για όλα τα είδη των αποβλήτων του Ευρωπαϊκού Καταλόγου Αποβλήτων,
σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στην Κοινή Υπουργική Απόφαση που προβλέπεται
στο άρθρο 45 παρ.3 του παρόντος. Ιδίως δε εισάγονται οι ετήσιες απολογιστικές
εκθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 12 της υπ' αριθμ. 50910/2727 απόφασης των
Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και
Αποκέντρωσης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Πρόνοιας
και Εμπορικής Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β' 1909), καθώς και οι Ετήσιες Εκθέσεις του εδαφίου
γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 11 της υπ' αριθ. 13588/725/2006 απόφασης των
Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και
Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής
Αλληλεγγύης, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Εμπορικής Ναυτιλίας (Β' 383), όπως
τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 της υπ' αριθ. 8668/2007 απόφαση
των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και
Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων (Β' 287). Οι ΟΤΑ
του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εισάγουν
επιπροσθέτως τους αριθμούς αδειών κυκλοφορίας των απορριμματοφόρων τους.
3. Το ΗΜΑ συμμορφώνεται πλήρως με τους κανόνες και τα πρότυπα σχεδιασμού,
ανάπτυξης και λειτουργίας διαδικτυακών τόπων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα της ΥΑ
Φ.40.4/1/989/2010 (ΦΕΚ Β 1301) «Κύρωση Πλαισίου Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης» και ιδίως διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητά του με το
Ηλεκτρονικό Περιβαλλοντικό Μητρώο (ΗΠΜ) του άρθρου 18 του Ν. 4014/2011 και
εφόσον κρίνεται σκόπιμο και με άλλα μητρώα του δημόσιου τομέα.»
3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρο 38 του ν.4042/2012 αναδιατυπώνεται ως
εξής:
«Με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των εκάστοτε
συναρμόδιων Υπουργών καθορίζονται τα ειδικότερα μέτρα και οι όροι για τη
διαχείριση συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων».
-Ujo -
4. Στο άρθρο 38 του ν.4042/2012 προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Με απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης ορίζονται τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζεται: α)
ότι η παραγωγή και η διαχείριση των μη επικίνδυνων αποβλήτων (όπως η συλλογή, η
μεταφορά, η αποθήκευση η επεξεργασία τους και η ασφαλής τελική διάθεση τους)
διεξάγονται σε συνθήκες που παρέχουν προστασία του περιβάλλοντος και της
ανθρώπινης υγείας κατά το άρθρο 14, β) η ιχνηλασιμότητα, από την παραγωγή έως
τον τελικό προορισμό, καθώς και ο έλεγχος των μη επικίνδυνων αποβλήτων, σύμφωνα
με τις διατάξεις των άρθρων 19 και 20.
Με απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εσωτερικών και
Διοικητικής Ανασυγκρότησης, μπορεί η κοινή απόφαση να επεκτείνεται σε ειδικότερα
θέματα διαχείρισης μη επικινδύνων αποβλήτων.»
5. Η παρ. 3 του άρθρου 58 του Ν.4042/2012 καταργείται.
Άρθρο 158
Η παρ. 5 του άρθρου 57 του ν. 4042/2012, όπως είχε αντικατασταθεί με την παρ. 7
του άρθρου 84 του ν.4316/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Στο άρθρο 10 της κ.υ.α. με αριθμό Η.Π. 50910/ 2727/2003 (Β' 1909)
προστίθεται π αράγραφος 3 ως ακολούθως:
«3. Προς το σκοπό άμεσης παύσης της λειτουργίας των χώρων ανεξέλεγκτης διάθεσης
αποβλήτων που εξακολουθούν να λειτουργούν σε Διαχειριστικές Ενότητες
Περιφερειών, στις οποίες δεν υπάρχει άλλος νόμιμος εν λειτουργία ΧΥΤΑ
προβλεπόμενος από τον αντίστοιχο Περιφερειακό Σχεδίασμά Διαχείρισης Αποβλήτων
(Π.Ε.Σ.ΔΑ.) ούτε νόμιμος εν λειτουργία χώρος αποθήκευσης κατά την παράγραφο η'
του άρθρου 2 της κ.υ.α. με αριθμό 29407/3508/2002 (ΒΊ572), ο τρόπος διαχείρισης
των Αστικών Στερεών Αποβλήτων (ΑΣΑ) των δήμων των αντίστοιχων διαχειριστικών
ενοτήτων μπορεί, κατά παρέκκλιση των υφιστάμενων και εγκεκριμένων ΠΕ.Σ.Δ.Α., να
καθορίζεται, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Γενικού Γραμματέα Συντονισμού
Διαχείρισης Αποβλήτων του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης,
για χρονικό διάστημα έως τρία έτη, με απόφαση του Συντονιστή της οικείας
Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή, στην περίπτωση δύο ή περισσότερων εμπλεκομένων
Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, με κοινή απόφαση των Συντονιστών αυτών των
Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Το χρονικό διάστημα δύναται να παραταθεί έως και δύο
έτη πλέον της τριετίας, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο με απόφαση που θα εκδοθεί με
την ίδια ακριβώς διαδικασία.
Για την έκδοση της απόφασης λαμβάνονται υπόφη ιδίως η φέρουσα ικανότητα των
εγκαταστάσεων παραλαβής των ΑΣΑ και το συνολικό κόστος διαχείρισης των ΑΣΑ. Με
την απόφαση τίθενται όροι ιδίως για την επίσπευση των διαδικασιών υλοποίησης
υποδομών που προβλέπονται από το οικείο ΠΕ.Σ.Δ.Α.
ί)Ή-
Τα ανωτέρω ισχύουν κατ' αντιστοιχία και για την περίπτωση κατά την οποία εν
λειτουργία ΧΥΤΑ έχει κορεστεί ή παύσει με απόφαση του αρμόδιου για τη διαχείρισή
του οργάνου.»
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ- ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΣΥΣΤΑΣΗ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Άρθρο 159
Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής - Αποστολή
Συνιστάται Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής, της οποίας προΐσταται Γενικός
Γραμματέας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 3. Η Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής
αποτελεί αυτοτελή δημόσια υπηρεσία, υπάγεται απευθείας στον Πρωθυπουργό και έχει
ως αποστολή:
(α) το σχεδίασμά και την κατάρτιση της Εθνικής Ψηφιακής Στρατηγικής (ΕΨΣ), με
έμφαση στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), συμπεριλαμβανομένης
της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και των ευρυζωνικών υποδομών, και στην Ψηφιακή
Ενιαία Αγορά και την υποβολή της στον Πρωθυπουργό προς έγκριση.
(β) την παρακολούθηση της εφαρμογής και το συντονισμό των Υπουργείων αναφορικά
με τις επιμέρους δράσεις υλοποίησης της ΕΨΣ.
(γ) την αποτίμηση της υλοποίησης της ΕΨΣ και τη διατύπωση σχετικών προτάσεων στα
αρμόδια Υπουργεία και φορείς.
(δ) τη διεθνή εκπροσώπηση της χώρας για θέματα που άπτονται της ΕΨΣ.
Άρθρο 160
Αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής
Η Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής:
(α) Καταρτίζει, σε συνεργασία με τα Υπουργεία, πενταετές σχέδιο για την ΕΨΣ, το
οποίο εξειδικεύεται σε στόχους ανά Υπουργείο.
(β) Συντονίζει τα Υπουργεία αναφορικά με την εκπόνηση επιμέρους δράσεων
υλοποίησης της ΕΨΣ εκδίδοντας δεσμευτικές οδηγίες για τις υπηρεσίες και εγκρίνει
τις δράσεις αυτές. Τα Υπουργεία αποστέλλουν στη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής
Πολιτικής ενημέρωση για την πορεία σχεδιασμού και υλοποίησης των σχετικών
δράσεων, όποτε αυτό ζητηθεί.
Ult -
(γ) Σχεδιάζει τις πολιτικές κατευθύνσεις και συντονίζει τις επιχειρησιακές
δράσεις των δομών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στο κράτος και τους φορείς του και
τις ενσωματώνει στην ΕΨΣ. Στο πλαίσιο αυτό αναλαμβάνει:
αα. Τον στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδίασμά πολιτικών Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης στο κράτος και τους φορείς του στα πεδία των υποδομών, της
εκπαίδευσης, της επιμόρφωσης και της χρήσης τεχνολογιών πληροφορικής και
επικοινωνιών.
ββ Το συντονισμό της εκπόνησης τομεακών και εξειδικευμένων σχεδίων δράσης
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και τη διασφάλιση της εναρμόνισής τους με την ΕΨΣ,
γγ. Το συντονισμό και την παρακολούθηση των δράσεων στον τομέα της Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης, σε συνεργασία με τους κατά περίπτωση φορείς υλοποίησης.
δδ. Την εναρμόνιση και παρακολούθηση της εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Δημόσιας Διοίκησης.
εε. Την παρακολούθηση των διεθνών πολιτικών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, των
ευρωπαϊκών προγραμμάτων καθώς και των εξελίξεων στις Τεχνολογίες Πληροφορικής
και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) και κατόπιν την προσαρμογή και ενσωμάτωση των παραπάνω
στις εθνικές πολιτικές Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, στστ. Την κατάρτιση σχεδίου
οικονομικοτεχνικού προγράμματος ανάπτυξης της πληροφορικής και επικοινωνιών στο
δημόσιο τομέα καθώς και απολογισμού υλοποίησης των προγραμμάτων αυτών.
ζζ. Το σχεδίασμά, προώθηση, συντονισμό και παρακολούθηση των πολιτικών ασφάλειας
για τα συστήματα και τις υποδομές πληροφορικής και επικοινωνιών του Δημόσιου
Τομέα
(δ) Συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς και όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή με
άλλα κράτη για την εκπόνηση στρατηγικών σχεδίων για την ψηφιακή πολιτική
εκπροσωπώντας τη χώρα. Παρακολουθεί τις ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις που
αφορούν σε όλους τους τομείς της ψηφιακής πολιτικής και συντονίζει τους κατά
περίπτωση εμπλεκόμενους φορείς, α) για τη διαμόρφωση των εθνικών θέσεων σε σχέση
με τη Ψηφιακή Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της
στρατηγικής για την Ψηφιακή Ενιαία Αγορά, και β) για την υλοποίηση της
στρατηγικής αυτής σε εθνικό επίπεδο, αφού την ενσωματώσει στην ΕΨΣ.
(ε) Προτείνει και συντονίζει δράσεις απλούστευσης διαδικασιών στον τομέα της
αρμοδιότητάς της και διαμορφώνει προς τούτο ένα σύγχρονο πλαίσιο παραγωγής
έργων.
(στ) Συνεργάζεται με ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα σε θέματα σχετικά με τις
αρμοδιότητές της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής,
(ζ) Στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενών δράσεων:
αα. συνεργάζεται με τα Υπουργεία, τις Επιτελικές Δομές ΕΣΠΑ των Υπουργείων και
τις Περιφέρειες για τη διαμόρφωση Προσκλήσεων, από τις Διαχειριστικές Αρχές των
Επιχειρησιακών Προγραμμάτων, σύμφωνων με την ΕΨΣ, οι οποίες
IRS- χρηματοδοτούνται μέσω των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ και άλλων
χρηματοδοτικών εργαλείων. Με την ίδια διαδικασία καταρτίζεται ο Ετήσιος
Προγραμματισμός Προσκλήσεων των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ, ο οποίος
επικαιροποιείται όποτε απαιτείται.
ββ. προεγκρίνει τα τεχνικά δελτία των φορέων πρότασης, εντός ενός μηνός από τη
παραλαβή τους, ως προς την συμβατότητά τους με την ΕΨΣ, πριν την κατάθεσή τους
στην αρμόδια Διαχειριστική Αρχή. Με την παρέλευση της σχετικής προθεσμίας τα
τεχνικά δελτία των φορέων πρότασης θεωρούνται εγκεκριμένα από τη ΓΓΨΠ , γγ.
γνωμοδοτεί ως προς την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης
και Τουρισμού με την οποία εγκρίνονται προσκλήσεις δράσεων κρατικών ενισχύσεων
για την ψηφιακή ανάπτυξη,
δδ. συμμετέχει, με δικαίωμα ψήφου, στην Επιτροπή Παρακολούθησης ΕΣΠΑ 2014- 2020,
στην Επιτροπή Παρακολούθησης του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα,
Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία», στην Επιτροπή Παρακολούθησης του
Επιχειρησιακού Προγράμματος «Μεταρρύθμιση του Δημόσιου Τομέα», και στις
Επιτροπές Παρακολούθησης των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων,
(η) Συνεργάζεται με τις Ανεξάρτητες και Ρυθμιστικές Αρχές που αφορούν στο
αντικείμενό της (ενδεικτικά: ΕΕΤΤ, ΑΠΔΠΧ, ΑΔΑΕ)
(θ) Συνεργάζεται με το Εθνικό Δίκτυο Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΔΕΤ), την Γενική
Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων και το Ινστιτούτο Τεχνολογίας, Υπολογιστών
και Εκδόσεων «Διόφαντος» στους τομείς της αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας
Ψηφιακής Πολιτικής
(ι) Παρακολουθεί και συντονίζει τις δράσεις και τα έργα ψηφιακής ανάπτυξης και
στρατηγικής όλων των φορέων του δημοσίου τομέα κατά τη φάση της υλοποίησής τους,
ώστε να διασφαλίζεται η εναρμόνισή τους με την ΕΨΣ, εντοπίζει καθυστερήσεις και
προτείνει λύσεις, συγκεντρώνει καλές πρακτικές καινοτόμων δράσεων για ενημέρωση
των αρμοδίων υπηρεσιών και φορέων (ια) Συνεργάζεται με τα Υπουργεία και τους
άλλους φορείς του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα παρακολουθώντας την
εφαρμογή των οριζόντιων πολιτικών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, αλλά και την
εφαρμογή τομεακών και εξειδικευμένων σχεδίων δράσης, διασφαλίζοντας την
εναρμόνισή τους με την ΕΨΣ. Στο πλαίσιο αυτό:
αα. Εισηγείται την ανάπτυξη οριζόντιων εφαρμογών και συστημάτων πληροφορικής και
επικοινωνιών για την ανάπτυξη της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στον Δημόσιο και
ευρύτερο Δημόσιο Τομέα, καθώς και εξειδικευμένων εφαρμογών και συστημάτων σε
συνεργασία με τους κατά περίπτωση φορείς υλοποίησης, ββ. Συντονίζει όλες τις
δράσεις και έργα Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Δημόσιου και ευρύτερου Δημόσιου
Τομέα, υποστηρίζοντας τις επιμέρους δομές του κράτους και παρέχοντας
συμβουλευτική υποστήριξη.
(ιβ) Συνεργάζεται και υποστηρίζει τους Υπουργούς Οικονομικών και Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού καθώς και τους κατά περίπτωση αρμόδιους υπουργούς για το
συντονισμό του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της λειτουργίας των πληροφοριακών
συστημάτων που αφορούν θέματα δημοσίων εσόδων, δαπανών και επενδύσεων με στόχο
τη βελτιστοποίηση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας τους.
(ιγ) Δύναται να προτείνει -ως δικαιούχος- δράσεις στο ΕΣΠΑ ή άλλες
συγχρηματοδοτούμενες πράξεις καθώς και έργα χρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή
Ένωση, σχετικές με τις αρμοδιότητες της ΓΓΨΠ
(ιδ) Συνεργάζεται με την Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ) για
την κατάρτιση προτύπων προσκλήσεων, προκηρύξεων και συμβάσεων για έργα και
δράσεις ψηφιακής ανάπτυξης και στρατηγικής ΤΠΕ, καθώς και για προμήθειες αγοράς
υπηρεσιών, εξοπλισμού, λογισμικού, δικτύων και υλικού ΤΠΕ, τα οποία
χρησιμοποιούνται ως οδηγός για τα Υπουργεία, όλους τους φορείς του Δημοσίου,
τους εποπτευόμενους φορείς και τις διαχειριστικές αρχές.
(ιε) Επιβάλλει σε επίπεδο απαιτήσεων και προδιαγραφών κανόνες και πολιτικές
διαλειτουργικότητας μεταξύ των νέων προτεινόμενων και υφιστάμενων υποδομών ΤΠΕ
και επιβλέπει ότι ο υπόλοιπος κύκλος των νέων έργων συμμορφώνονται με αυτούς.
(ιστ) Καταρτίζει και επικαιροποιεί αρχές, πρότυπα, διαδικασίες και κανόνες που
προβλέπονται στο Πλαίσιο Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
(ιζ) Παρακολουθεί τα διεθνή πρότυπα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, και κατόπιν τα
προσαρμόζει και προτείνει την ενσωμάτωσή τους στην ΕΨΣ και εποπτεύει την
εφαρμογή τους στο Δημόσιο Τομέα.
(ιη) Δημιουργεί πρότυπο μοντέλο κοστολόγησης έργων και δράσεων ΤΠΕ με σκοπό την
απλοποίηση των υφιστάμενων διαδικασιών.
(ιθ) Προβαίνει στην ανά έτος αποτίμηση της εφαρμογής της ΕΨΣ και των όποιων
σχετικών σχεδίων δράσης για την Ψηφιακή Πολιτική και προχωρεί στην αναδιαμόρφωσή
τους με βάση την αποτίμηση ή και σε κάθε άλλη περίπτωση που η αναδιαμόρφωση
κριθεί αναγκαία.
(κ) Τηρεί στατιστικά και αλλά δεδομένα και πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα
και εργαλεία ΤΠΕ που είναι σε λειτουργία, τα οποία οι αρμόδιες υπηρεσίες και
φορείς οφείλουν να αποστέλλουν αμελλητί
(κα) Παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα των έργων ψηφιακής πολιτικής με την
χρήση δεικτών, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά και τα διεθνή πρότυπα.
(κβ) παρακολουθεί το σύνολο της νομοθεσίας που σχετίζεται με το πεδίο εφαρμογής
του παρόντος και προτείνει στους αρμόδιους Υπουργούς θεσμικές και νομοθετικές
αλλαγές που συνεισφέρουν στην προστασία των πληροφοριακών και ψηφιακών
δικαιωμάτων του καταναλωτή και του πολίτη, ιδίως την προστασία των δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία των ψηφιακών κοινών (κγ) Συνεργάζεται με
την Μονάδα Τεκμηρίωσης και Καινοτομιών του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης
και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ) και Αυτοδιοίκησης σε θέματα ανοιχτής διακυβέρνησης και
προτείνει, σε συνεργασία με το ΕΚΔΔΑ, σχετικά με τις αρμοδιότητές του
εκπαιδευτικά προγράμματα
(κδ) Παρακολουθεί την εφαρμογή του άρθρου 9 «Προσβασιμότητα» της Σύμβασης για τα
Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία του Ο.Η.Ε. (ν.4074/2012, Α’ 88)) ως προς τις
ΤΠΕ και ενημερώνει το σημείο αναφοράς για την παρακολούθηση της εφαρμογής της
Σύμβασης και το συντονιστικό μηχανισμό για τη διευκόλυνση των σχετικών με αυτή
δράσεων.
(κε) ορίζει πρότυπα και κανόνες δημιουργίας και διατήρησης αποθετηρίων εφαρμογών
και εποπτεύει την υλοποίησή τους, με σκοπό την επαναξιοποίησή τους μέσω της
δημιουργίας και ανάπτυξης προτύπων, δομικών μονάδων λογισμικού που απαρτίζουν τα
πληροφορικά συστήματα της δημόσιας διοίκησης.
(κζ) συγκροτεί μητρώο των μητρώων του Ελληνικού Δημοσίου. Θέτει τα πρότυπα
οργάνωσης, διασύνδεσης, διαλειτουργικότητας, εφαρμογών και αυθεντικοποίησης
πρόσβασης, προστασίας προσωπικών δεδομένων, σε όλα τα Μητρώα και σχετικά
συστήματα, και εποπτεύει την εφαρμογή τους.
Άρθρο 161
Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής
1. Συστήνεται θέση Γενικού Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής με βαθμό πρώτο της
κατηγορίας ειδικών θέσεων και τετραετή θητεία. Ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής
Πολιτικής διορίζεται με απόφαση του Πρωθυπουργού που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως. Αντί διορισμού μπορεί με όμοια απόφαση να γίνει ανάθεση
καθηκόντων της θέσης του Γενικού Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής σε ανώτατο δημόσιο
υπάλληλο ή λειτουργό, με ειδίκευση στα θέματα Ψηφιακής Πολιτικής.
2. Αναφορικά με την ανανέωση και τη λήξη της θητείας του Γενικού Γραμματέα
Ψηφιακής Πολιτικής εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι παράγραφοι 3, 4 και 5 του
Άρθρου 7 του ν. 4369/2016 (Α' 33).
3. Ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής υποχρεούται σε δήλωση περιουσιακής
κατάστασης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3213/2003 (Α' 309).
4. Ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής προΐσταται των υπηρεσιών και του
προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής και συνεπικουρεί τον
Πρωθυπουργό στο πρόγραμμα εφαρμογής του κυβερνητικού έργου για την ψηφιακή
ανάπτυξη και στρατηγική. Παρακολουθεί τις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου
ή και άλλων συλλογικών κυβερνητικών οργάνων, όταν καλείται προς τούτο από τον
Πρωθυπουργό. Όταν ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνεται από τον Γενικό
Γραμματέα Συντονισμού.
Ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής συμμετέχει ως αντιπρόεδρος με δικαίωμα
ψήφου στην Εθνική Επιτροπή Γεωπληροφορίας (ΕΘΕΓ).
-a ?c -
5. Ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής στο πλαίσιο της συνεργασίας του με
τους αρμόδιους Γενικούς Γραμματείς ή Υπουργούς σχετικά με τη διαμόρφωση
πολιτικής για την ψηφιακή ανάπτυξη και στρατηγική μπορεί να εισηγείται
νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις.
6. Ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής μπορεί να συγκροτεί ομάδες εργασίας
αποτελούμενες από στελέχη των συντονιζομένων υπηρεσιών ή φορέων, από
εμπειρογνώμονες και ιδιώτες για τη μελέτη σχετικών με τις αρμοδιότητές του
θεμάτων.
7. Ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής ορίζει τον Εθνικό Ψηφιακό Πρωταθλητή.
8. Με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Γενικός
Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής μπορεί να μεταβιβάζει δικαίωμα υπογραφής «με
εντολή Γενικού Γραμματέα» στους προϊσταμένους των Μονάδων της Γενικής
Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής.
9. Οι διατάξεις που ισχύουν για τους Γενικούς Γραμματείς των Υπουργείων
εφαρμόζονται αναλόγως και για τον Γενικό Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής για όσα
θέματα δεν ρυθμίζονται από τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που
ισχύουν κάθε φορά για τη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής.
Άρθρο 162
Διάρθρωση Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής
Η Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής διαρθρώνεται στις εξής οργανικές μονάδες,
οι οποίες λειτουργούν σε επίπεδο Διεύθυνσης Υπουργείου α) Γραφείο Γενικού
Γραμματέα,
β) Μονάδα Α' - Σχεδιασμού, Στρατηγικής και Συντονισμού γ) Μονάδα Β' -Έργων δ)
Μονάδα Η - Προτύπων
ε) Μονάδα Δ' - Παρακολούθησης και Αξιολόγησης στ) Μονάδα Ε' - Διοικητικής και
Οικονομικής Υποστήριξης
Άρθρο 163
Αρμοδιότητες Οργανικών Μονάδων της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής
1. Γραφείο Γενικού Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής,
Το Ιδιαίτερο Γραφείο Γενικού Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής παρέχει γραμματειακή
υποστήριξη και κάθε αναγκαία στήριξη για την άσκηση των καθηκόντων αυτού, όπως
διεκπεραίωση αλληλογραφίας, αποδελτίωση και τήρηση αρχείου.
2. Η Μονάδα Α'- Σχεδιασμού, Στρατηγικής και Συντονισμού:
(α) Καταρτίζει, σε συνεργασία με τα Υπουργεία, πενταετές σχέδιο για την ΕΨΣ, το
οποίο εξειδικεύεται σε στόχους ανά Υπουργείο. Η κατάρτιση της ΕΨΣ λαμβάνει υπόψη
της τη διασφάλιση της ανεμπόδιστης πρόσβασης των ατόμων με αναπηρία στις δράσεις
του.
(β) Συντονίζει τα Υπουργεία αναφορικά με την εκπόνηση επιμέρους δράσεων
υλοποίησης της ΕΨΣ εκδίδοντας δεσμευτικές οδηγίες για τις υπηρεσίες και εγκρίνει
τις δράσεις αυτές. Τα Υπουργεία αποστέλλουν στη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής
Πολιτικής ενημέρωση για την πορεία σχεδιασμοό και υλοποίησης των σχετικών
δράσεων, όποτε αυτό ζητηθεί.
(γ) Σχεδιάζει τις πολιτικές κατευθύνσεις και συντονίζει τις επιχειρησιακές
δράσεις των δομών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στο κράτος και τους φορείς του και
τις ενσωματώνει στην ΕΨΣ. Στο πλαίσιο αυτό αναλαμβάνει:
αα. Τον στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδίασμά πολιτικών Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης στα πεδία των υποδομών, της εκπαίδευσης, της επιμόρφωσης και της
χρήσης τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών.
ββ Το συντονισμό της εκπόνησης τομεακών και εξειδικευμένων σχεδίων δράσης
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και τη διασφάλιση της εναρμόνισής τους με τη
στρατηγική για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και την ψηφιακή στρατηγική της
χώρας,
γγ. Τον συντονισμό και την παρακολούθηση των δράσεων στον τομέα της Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης σε συνεργασία με τους κατά περίπτωση φορείς υλοποίησης.
δδ. Την εναρμόνιση και παρακολούθηση εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Δημόσιας Διοίκησης.
εε. Την παρακολούθηση των διεθνών πολιτικών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, των
ευρωπαϊκών προγραμμάτων καθώς και των εξελίξεων στις Τεχνολογίες Πληροφορικής
και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) και κατόπιν την προσαρμογή και ενσωμάτωση των παραπάνω
στις εθνικές πολιτικές Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, στστ. Η κατάρτιση σχεδίου
οικονομικοτεχνικού προγράμματος ανάπτυξης της πληροφορικής και επικοινωνιών στο
δημόσιο τομέα καθώς και απολογισμού υλοποίησης των προγραμμάτων αυτών.
ζζ. Ο σχεδιασμός, η προώθηση, ο συντονισμός και η παρακολούθηση πολιτικών
ασφάλειας για τα συστήματα και τις υποδομές πληροφορικής και επικοινωνιών του
Δημόσιου Τομέα
δ) Συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς και όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή με
άλλα κράτη για την εκπόνηση στρατηγικών σχεδίων για την ψηφιακή πολιτική
εκπροσωπώντας τη χώρα. Παρακολουθεί τις ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις που
αφορούν σε όλους τους τομείς της ψηφιακής πολιτικής και συντονίζει τους κατά
περίπτωση εμπλεκόμενους φορείς, α) για τη διαμόρφωση των εθνικών θέσεων σε σχέση
με τη Ψηφιακή Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της
στρατηγικής για την Ψηφιακή Ενιαία Αγορά, και β) για την υλοποίηση της
στρατηγικής αυτής σε εθνικό επίπεδο, αφού την ενσωματώσει στην ΕΨΣ.
ε) Προτείνει και συντονίζει δράσεις απλούστευσης διαδικασιών στον τομέα της
αρμοδιότητάς της και διαμορφώνει προς τούτο ένα σύγχρονο πλαίσιο παραγωγής
έργων.
(στ) Συνεργάζεται με ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα σε θέματα σχετικά με τις
αρμοδιότητέςτης Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής,
(ζ) Στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενών δράσεων:
αα. συνεργάζεται με τα Υπουργεία, τις Επιτελικές Δομές ΕΣΠΑ των Υπουργείων και
τις Περιφέρειες για τη διαμόρφωση Προσκλήσεων, από τις Διαχειριστικές Αρχές των
Επιχειρησιακών Προγραμμάτων, σύμφωνων με την ΕΨΣ, οι οποίες χρηματοδοτούνται
μέσω των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ και άλλων χρηματοδοτικών
εργαλείων. Με την ίδια διαδικασία καταρτίζεται ο Ετήσιος Προγραμματισμός
Προσκλήσεων των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ, ο οποίος επικαιροποιείται
όποτε απαιτείται.
ββ. προεγκρίνει τα τεχνικά δελτία των φορέων πρότασης, εντός ενός μηνός από τη
παραλαβή τους, ως προς την συμβατότητά τους με το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για
την Ψηφιακή Πολιτική, πριν την κατάθεσή τους στην αρμόδια Διαχειριστική Αρχή. Με
την παρέλευση της σχετικής προθεσμίας τα τεχνικά δελτία των φορέων πρότασης
θεωρούνται εγκεκριμένα από τη ΓΓΨΠ ,
γγ. γνωμοδοτεί ως προς την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού με την οποία εγκρίνονται προσκλήσεις δράσεων κρατικών
ενισχύσεων για την ψηφιακή ανάπτυξη,
δδ. συμμετέχει, με δικαίωμα ψήφου, στην Επιτροπή Παρακολούθησης ΕΣΠΑ 2014- 2020,
στην Επιτροπή Παρακολούθησης του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα,
Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία», στην Επιτροπή Παρακολούθησης του
Επιχειρησιακού Προγράμματος «Μεταρρύθμιση του Δημόσιου Τομέα», και στις
Επιτροπές Παρακολούθησης των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων,
(η) Συνεργάζεται με τις Ανεξάρτητες και Ρυθμιστικές Αρχές που αφορούν στο
αντικείμενό της (ενδεικτικά: ΕΕΤΤ, ΑΠΔΠΧ, ΑΔΑΕ)
(θ) Συνεργάζεται με το Εθνικό Δίκτυο Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΔΕΤ), την Γενική
Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων και το Ινστιτούτο Τεχνολογίας, Υπολογιστών
και Εκδόσεων «Διόφαντος» στους τομείς της αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας
Ψηφιακής Πολιτικής.
(ι) Παρακολουθείτο σύνολο της νομοθεσίας που σχετίζεται με το πεδίο εφαρμογής
του παρόντος και προτείνει στους αρμόδιους Υπουργούς θεσμικές και νομοθετικές
αλλαγές που συνεισφέρουν στην προστασία των πληροφοριακών και ψηφιακών
δικαιωμάτων του καταναλωτή και του πολίτη, ιδίως την προστασία των δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία των ψηφιακών κοινών (ια) Παρακολουθεί τις
ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις που αφορούν την ηλεκτρονική προσβασιμότητα.
(ιβ) Συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς και όργανα η υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης ή άλλων κρατών για την εκπόνηση και εφαρμογή προγραμμάτων που προωθούν
την ηλεκτρονική προσβασιμότητα, τόσο της υλικοτεχνικής υποδομής και των
ηλεκτρονικών υπηρεσιών, όσο και του περιεχομένου, καθώς και τη συμβατότητα των
ΤΠΕ με τις υποστηρικτικές τεχνολογίες που χρησιμοποιούν τα άτομα με αναπηρία.
(ιγ) Προεγκρίνει τα τεχνικά δελτία των φορέων πρότασης ως προς τη συμβατότητά
τους με τις προδιαγραφές που ορίζει το Παράρτημα I - Ενότητα 7 «Προσβασιμότητα»,
Κ.Υ. 49 και Κ.Π 27 της Υπουργικής Απόφασης Φ.40.4/1/989 «Κύρωση Πλαισίου Παροχής
Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης».
3. Η Μονάδα Β' -Έργων:
(α) Παρακολουθεί και συντονίζει τις δράσεις και τα έργα ψηφιακής ανάπτυξης και
στρατηγικής όλων των φορέων του δημοσίου τομέα, κατά τη φάση υλοποίησής τους,
ώστε να διασφαλίζεται η εναρμόνισή τους με το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο,
εντοπίζει καθυστερήσεις στην σχεδίαση και υλοποίηση δράσεων και έργων ψηφιακής
ανάπτυξης των Υπουργείων και φορέων του δημοσίου και προτείνει λύσεις,
συγκεντρώνει καλές πρακτικές καινοτόμων δράσεων για ενημέρωση των αρμοδίων
υπηρεσιών και φορέων
(β) Συνεργάζεται με τα Υπουργεία και τους άλλους φορείς του δημόσιου και του
ευρύτερου δημόσιου τομέα παρακολουθώντας την εφαρμογή των οριζόντιων πολιτικών
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης αλλά και την εφαρμογή τομεακών και εξειδικευμένων
σχεδίων δράσης, διασφαλίζοντας την εναρμόνισή τους με την εθνική στρατηγική για
την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση και τη γενικότερη ψηφιακή πολιτική της χώρας. Στο
πλαίσιο αυτό:
αα. Εισηγείται την ανάπτυξη οριζόντιων εφαρμογών και συστημάτων πληροφορικής και
επικοινωνιών για την ανάπτυξη της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στον Δημόσιο και
ευρύτερο Δημόσιο Τομέα, καθώς και εξειδικευμένων εφαρμογών και συστημάτων σε
συνεργασία με τους κατά περίπτωση συναρμόδιους φορείς, ββ. Παρακολουθεί και
συντονίζει όλες τις δράσεις και έργα Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Δημόσιου και
ευρύτερου Δημόσιου Τομέα.
(γ) Συνεργάζεται και υποστηρίζει τους Υπουργούς Οικονομικών και Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού καθώς και τους κατά περίπτωση αρμόδιους υπουργούς για το
συντονισμό του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της λειτουργίας των πληροφοριακών
συστημάτων που αφορούν θέματα δημοσίων εσόδων, δαπανών και επενδύσεων με στόχο
τη βελτιστοποίηση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας τους.
(δ) Δύναται να προτείνει, ως δικαιούχος, δράσεις στο ΕΣΠΑ ή άλλες
συγχρηματοδοτούμενες πράξεις καθώς και έργα χρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή
Ένωση, σχετικές με τις αρμοδιότητες της ΓΓΨΠ.
4. Η Μονάδα Γ'- Προτύπων: (α) Συνεργάζεται με την Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή
Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ) για την κατάρτιση προτύπων προσκλήσεων, προκηρύξεων
και συμβάσεων για έργα και δράσεις ψηφιακής ανάπτυξης και στρατηγικής ΤΠΕ, καθώς
και για προμήθειες αγοράς υπηρεσιών, εξοπλισμού, λογισμικού, δικτύων και υλικού
ΤΠΕ, τα οποία χρησιμοποιούνται ως οδηγός για τα Υπουργεία, όλους τους φορείς του
Δημοσίου, τους εποπτευόμενους φορείς και τις διαχειριστικές αρχές.
(β) Επιβάλλει σε επίπεδο απαιτήσεων και προδιαγραφών κανόνες και πολιτικές
διαλειτουργικότητας μεταξύ των νέων προτεινόμενων και υφιστάμενων υποδομών ΤΠΕ
και επιβλέπει σε συνεργασία με τη Μονάδα Β' ότι ο υπόλοιπος κύκλος των νέων
έργων συμμορφώνονται με αυτούς.
(γ) Καταρτίζει και επικαιροποιεί αρχές, πρότυπα, διαδικασίες και κανόνες που
προβλέπονται στο Πλαίσιο Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
(δ) Παρακολουθεί τα διεθνή πρότυπα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, και κατόπιν τα
προσαρμόζει και προτείνει την ενσωμάτωσή τους στην Εθνική Στρατηγική για την
Ψηφιακή Πολιτική και εποπτεύει σε συνεργασία με τη Μονάδα Β' την εφαρμογή τους
στο Δημόσιο Τομέα.
(ε) Δημιουργεί πρότυπο μοντέλο κοστολόγησης έργων και δράσεων ΤΠΕ με σκοπό την
απλοποίηση των υφιστάμενων διαδικασιών.
5. Η Μονάδα Δ' - Παρακολούθησης και αξιολόγησης:
(α) Προβαίνει στην ανά έτος αποτίμηση της εφαρμογής της ΕΨΣ και των όποιων
σχετικών σχεδίων δράσης για την Ψηφιακή Πολιτική και κάνει προτάσεις προς τη
Μονάδα Α' για την αναδιαμόρφωσή τους με βάση την αποτίμηση ή και σε κάθε άλλη
περίπτωση που η αναδιαμόρφωσή κριθεί αναγκαία.
(β) Τηρεί στατιστικά και αλλά δεδομένα και πληροφορίες σχετικά με συστήματα και
εργαλεία ΤΠΕ, τα οποία οι αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς οφείλουν να αποστέλλουν
αμελλητί.
(γ) Παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα των έργων ψηφιακής πολιτικής με την
χρήση δεικτών, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά και τα διεθνή πρότυπα.
(δ) Παρακολουθεί και αξιολογεί την αποτελεσματικότητα της ΕΨΣ ως προς την
εφαρμογή της ηλεκτρονικής προσβασιμότητας με στόχο την ικανοποίηση των αναγκών
των πολιτών και καταναλωτών με αναπηρία.
(ε) Αναπτύσσει μεθοδολογία πιστοποίησης και μηχανισμό παρακολούθησης της
εφαρμογής του τηρουμένου επιπέδου ηλεκτρονικής προσβασιμότητας των υπηρεσιών και
εφαρμογών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
(στ) Παρακολουθεί την εφαρμογή του άρθρου 9 «Προσβασιμότητα» της Σύμβασης για τα
Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία του Ο.Η.Ε. (ν.4074/2012) ως προς τις ΤΠΕ και
ενημερώνει το σημείο αναφοράς για την παρακολούθηση της εφαρμογής της Σύμβασης
και το συντονιστικό μηχανισμό για τη διευκόλυνση των σχετικών με αυτή δράσεων.
(ζ) Πραγματοποιεί ελέγχους ως προς την εφαρμογή των τεχνικών προδιαγραφών
ηλεκτρονικής προσβασιμότητας στα ψηφιακά έργα του Δημοσίου και στα ψηφιακά
-MSI-
έργων των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ 2014 - 2020 και πιστοποιεί το
τηρούμενο επίπεδο ηλεκτρονικής προσβασιμότητας των υπηρεσιών και εφαρμογών
ηλεκτρονικής διακυβέρνησης βάσει των προδιαγραφών που ορίζει το Παράρτημα I
- Ενότητα 7 «Προσβασιμότητα», Κ.Υ. 49 και Κ.Π 27 της Υπουργικής Απόφασης
Φ.40.4/1/989 «Κύρωση Πλαισίου Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης».
Αξιολογεί τα αποτελέσματα των ελέγχων και εισηγείται τη λήψη των απαραίτητων
μέτρων τα οποία προτείνει προς ένταξη στο ΕΨΣ.
(η) Συνεργάζεται με την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.) και
άλλους αρμόδιους φορείς, προκειμένου να ενημερώνεται για τα προβλήματα που
αντιμετωπίζουν οι πολίτες και καταναλωτές με αναπηρία από τις ηλεκτρονικές
υπηρεσίες του Δημοσίου και τα προϊόντα και τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες του
ιδιωτικού τομέα.
6. Η Μονάδα Ε' - Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης:
(α) Χειρίζεται τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης προσωπικού της Γενικής
Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής
(β) Παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής (γ)
Παρέχει υποστήριξη στη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής σε θέματα
οικονομικής διαχείρισης, προϋπολογισμού και μισθοδοσίας
(δ) Υποστηρίζει την εσωτερική χρήση του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος
(ΟΠΣ) της Γραμματείας με τη σύσταση ειδικού Γραφείου ΟΠΣ.
(ε) Συνεργάζεται με την Μονάδα Τεκμηρίωσης και Καινοτομιών του Εθνικού Κέντρου
Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ) και Αυτοδιοίκησης σε θέματα
ανοιχτής διακυβέρνησης και προτείνει, σε συνεργασία με το ΕΚΔΔΑ, σχετικά με τις
αρμοδιότητέςτου εκπαιδευτικά προγράμματα.
Άρθρο 164
Σύσταση Θέσεων
1. Στη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής συνιστώνται πενήντα δύο (52) θέσεις
προσωπικού, κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ με βαθμούς A'- Ε', με άριστη ή πολύ καλή γνώση
της αγγλικής, ως ακολούθως:
- Μία (1) θέση μετακλητού υπαλλήλου, προϊσταμένου του Γραφείου Γενικού Γραμματέα
- Δύο (2) θέσεις διοικητικών υπαλλήλων, για το Γραφείο Γενικού Γραμματέα
- Πέντε (5) θέσεις ειδικών συμβούλων για το Γραφείο του Γενικού Γραμματέα με
συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου εξάμηνης διάρκειας, οι
οποίες δύναται να ανανεώνονται
-Δεκατέσσερις (14) θέσεις για την Μονάδα Α' Σχεδιασμού, Στρατηγικής και
Συντονισμού, μία εκ των οποίων αποτελεί θέση Προϊσταμένου
-Έντεκα (11) θέσεις για την Μονάδα Β' Έργων, μία εκ των οποίων αποτελεί θέση
Προϊσταμένου
- H&S-
-Πέντε (5) θέσεις για την Μονάδα Γ' Προτύπων, μία εκ των οποίων αποτελεί θέση
Προϊσταμένου
-Έξι (6) θέσεις για την Μονάδα Δ' Παρακολούθησης και Αξιολόγησης, μία εκ των
οποίων αποτελεί θέση Προϊσταμένου
- Πέντε (5) θέσεις για τη Μονάδα Ε' - Διοικητικής Υποστήριξης και Διαχείρισης
Ανθρώπινου Δυναμικού, μία εκ των οποίων αποτελεί θέση Προϊσταμένου
- Δύο (2) θέσεις Νομικών Συμβούλων, με γνώσεις σε θέματα ΤΠΕ,
συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και σε θέματα Δικαίου Δημοσίων συμβάσεων και
Δικαίου Κρατικών Ενισχύσεων .
- Μία (1) θέση για το Γραφείο Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων, με γνώσεις σε θέματα
ΤΠΕ.
2. Η δομή, οι αρμοδιότητες και η σύνθεση σε προσωπικό των οργανικών μονάδων της
Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής μπορούν να μεταβάλλονται με απόφαση του
Γενικού Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής.
3. Οι δύο θέσεις διοικητικών υπαλλήλων του Γραφείου Γενικού Γραμματέα
καλύπτονται με απόσπαση από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης ή του ευρύτερου
δημόσιου τομέα που γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής,
κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων και η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως. Η θέση του μετακλητού υπαλλήλου προϊσταμένου του Γραφείου του
Γενικού Γραμματέα καλύπτεται είτε με πρόσληψη που γίνεται με απόφαση του Γενικού
Γραμματέα που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως είτε με απόσπαση
υπαλλήλου από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών
διατάξεων και χωρίς χρονικό περιορισμό.
4. Οι θέσεις των ειδικών συμβούλων καλύπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.
14 του άρθρου 55 του π.δ. 63/2005. Η κατοχή των θέσεων αυτών δεν συνεπάγεται
αναστολή άσκησης του οικείου ελευθέριου επαγγέλματος.
5. Οι θέσεις προσωπικού μπορούν να καλύπτονται και με αποσπάσεις μονίμων
υπαλλήλων ή υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου από
φορείς της Γενικής Κυβέρνησης ή του ευρύτερου δημοσίου τομέα κατόπιν δημοσίευσης
σχετικής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Η απόσπαση διαρκεί τρία (3) χρόνια
και μπορεί να παραταθεί για μία ακόμη τριετία.
6. Οι πράξεις αποσπάσεων διενεργούνται, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων,
με απόφαση του Πρωθυπουργού ύστερα από πρόταση του Γενικού Γραμματέα Ψηφιακής
Πολιτικής.
7. Η δαπάνη μισθοδοσίας των υπαλλήλων που αποσπώνται στη Γενική Γραμματεία
Ψηφιακής Πολιτικής βαρύνει τον φορέα προέλευσης.
8. Για την υπερωριακή απασχόληση ή απασχόληση κατά τις νυχτερινές ώρες ή ημέρες
εξαιρέσιμες ή αργίες εφαρμόζονται οι ισχύουσες γενικές διατάξεις για τους
δημοσίους υπαλλήλους. Οι απαιτούμενες πράξεις εκδίδονται από τον Γενικό
Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής.
-ί&Ι-
9. Το τακτικό προσωπικό που απασχολείται στη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής
Πολιτικής υπάγεται ως προς την υπηρεσιακή του κατάσταση, ιδίως σε ό,τι αφορά την
βαθμολογική εξέλιξη, την αξιολόγηση και την επιλογή προϊσταμένων, στις ισχύουσες
γενικές διατάξεις για τους δημοσίους υπαλλήλους.
Άρθρο 165
Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο
Για τα θέματα υπηρεσιακής και πειθαρχικής κατάστασης του προσωπικού της Γενικής
Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής, συστήνονται αντίστοιχα υπηρεσιακό και πειθαρχικό
συμβούλιο στη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής, τα οποία συγκροτούνται και
λειτουργούν σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές διατάξεις.
Άρθρο 166
Δαπάνες, Έλεγχος
1. Οι δαπάνες λειτουργίας της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής βαρύνουν
τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Οι αναγκαίες πιστώσεις εγγράφονται κάθε έτος σε
ειδικό φορέα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών. Κύριος Διατάκτης των
πιστώσεων ορίζεται ο Γενικός Γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής, ο οποίος αναλαμβάνει
με αποφάσεις του τις σχετικές υποχρεώσεις.
2. Η Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών και η Υπηρεσία
Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου του Υπουργείου Οικονομικών εξυπηρετεί και τη
Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής.
Άρθρο 167
Μεταβατικές Διατάξεις
1. Με τον Οργανισμό της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής, ο οποίος
καταρτίζεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού
Επικράτειας αρμόδιου για το συντονισμό του κυβερνητικού έργου εντός τριών (3)
μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ορίζονται οι κατηγορίες και οι κλάδοι,
τα τυπικά προσόντα διορισμού σε θέσεις κάθε κλάδου, τα καθήκοντα των κλάδων και
κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στη στελέχωση των οργανικών μονάδων της
ΓΓΨΠ.
2. Εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, η Γενική Γραμματεία
Ψηφιακής Πολιτικής:
α) καταρτίζει, βάσει όσων προβλέπονται στην περίπτωση {α) του άρθρου 1 του
παρόντος, το ΕΨΣ ενσωματώνοντας το εγκεκριμένο από τις αρμόδιες υπηρεσίες της
Ευρωπαϊκής Ένωσης "Εθνικό Σχέδιο Ευρυζωνικής Πρόσβασης Επόμενης Γενιάς" β)
προσδιορίζει τους βασικούς δείκτες αξιολόγησης του έργου της γ) εκπληρώνει την
Αιρεσιμότητα 2. 1 του ΕΣΠΑ.
Άρθρο 168
Τροποποιούμενες - Καταργούμενες διατάξεις
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται τυχόν προβλεπόμενες
αρμοδιότητες άλλων υπηρεσιών, που με τον παρόντα νόμο ανατίθενται στη Γενική
Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής.
2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη
που είναι αντίθετη ή ρυθμίζει διαφορετικά τα ρυθμιζόμενα με τις διατάξεις του
παρόντος θέματα.
3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται το άρθρο 26 του ν. 4314/2014
(Α* 265).
4. Η περίπτωση ι της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του ν. 3882/2010 (Α' 166)
αντικαθίσταται ως εξής: «Το Γενικό Γραμματέα Ψηφιακής Πολιτικής».
Άρθρο 169
Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 60 του ν. 3979/2011, αντικαθίσταται ως
εξής:
«2. α. Για τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του μονίμου και ιδιωτικού δικαίου
προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού, για τα οποία σύμφωνα με τις
ισχύουσες διατάξεις απαιτείται γνώμη ή απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου,
συγκροτείται υπηρεσιακό συμβούλιο της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού που
αποτελείται από τον Γενικό Γραμματέα Πρωθυπουργού ως Πρόεδρο, ένα Σύμβουλο και
έναν Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που υπηρετούν στο Γραφείο
Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης
(πρώην Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης), οι
οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, για
θητεία δύο (2) ετών.
β. Με την ίδια απόφαση ορίζονται τα αναπληρωματικά μέλη του Συμβουλίου.
Αναπληρωτής του Γενικού Γραμματέα ορίζεται Γενικός Γραμματέας άλλης Γενικής
Γραμματείας υπαγόμενης στον Πρωθυπουργό ή Γενικός Γραμματέας Υπουργείου.
Αναπληρωτές των δύο άλλων τακτικών μελών ορίζονται Πάρεδροι, ή Δικαστικοί
Αντιπρόσωποι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που προτείνονται από τον
Πρόεδρο αυτού.
γ.Γραμματέας του υπηρεσιακού συμβουλίου με τον αναπληρωτή του,ορίζονται με την
ως άνω απόφαση, μόνιμοι ή ιδιωτικού δικαίου υπάλληλοι από τους υπηρετούντες στη
Γ ενική Γραμματεία Πρωθυπουργού.
δ. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο λειτουργεί και ως Πειθαρχικό Συμβούλιο της Γενικής
Γραμματείας Πρωθυπουργού. Όταν λειτουργεί ως Πειθαρχικό Συμβούλιο, αντί του
Γενικού Γραμματέα, προεδρεύει Σύμβουλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου που ορίζεται με
τον αναπληρωτή του με όμοια απόφαση, για θητεία δύο (2) ετών, ύστερα από πρόταση
του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ε. Για τη λειτουργία του Συμβουλίου ως Υπηρεσιακού ή Πειθαρχικού εφαρμόζονται οι
αντίστοιχες διατάξεις που διέπουν το μόνιμο και ιδιωτικού δικαίου προσωπικό του
Δημοσίου.
στ. Εισηγητής για τα θέματα του ως άνω προσωπικού ορίζεται χωρίς δικαίωμα ψήφου
ο Προϊστάμενος του Γραφείου Διοίκησης και Οργάνωσης της Γενικής Γραμματείας
Πρωθυπουργού, και σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος αυτού, προϊστάμενος άλλου
γραφείου της Γενικής Γραμματείας Πρωθυπουργού, κατόπιν σχετικής απόφασης του
Γενικού Γραμματέα.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Άρθρο 170
Διοικητικοί Γραμματείς, Αναπληρωτές Διοικητικοί Γραμματείς, Τομεακοί
Γραμματείς και Ειδικοί Τομεακοί Γραμματείς
1. Το άρθρο 6 του νόμου 4369/2016 (Α' 33) τροποποιείται ως εξής:
«Άρθρο 6
1. Συνιστώνται θέσεις Διοικητικών και Αναπληρωτών Διοικητικών Γραμματέων
Υπουργείων με βαθμό 1° της κατηγορίας ειδικών θέσεων (Ε.Θ.), που υπάγονται σε
κάθε Υπουργό ή Αναπληρωτή Υπουργό αντίστοιχα. Οι Διοικητικοί και Αναπληρωτές
Διοικητικοί Γραμματείς αναλαμβάνουν την εκτέλεση και διοικητική εφαρμογή της
πολιτικής, όπως αυτή καθορίζεται από την Κυβέρνηση και τα όργανά της.
2. Περαιτέρω συνιστώνται με βαθμό 1° της κατηγορίας ειδικών θέσεων (Ε.Θ.) θέσεις
Τομεακών Γραμματέων, ως προϊσταμένων των Γενικών Γραμματειών του άρθρου 51 του
π.δ. 63/2005 (Α' 98) και των Γενικών Γραμματειών που έχουν συσταθεί με άλλες
διατάξεις, καθώς και θέσεις Ειδικών Τομεακών Γραμματέων, ως προϊσταμένων των
ενιαίων διοικητικών τομέων του άρθρου 53 του π.δ. 63/2005 (Α' 98) και των
Ειδικών Γραμματειών που έχουν συσταθεί με άλλες διατάξεις.
3. Οι Διοικητικοί και Αναπληρωτές Διοικητικοί Γραμματείς της παραγράφου 1 καθώς
και οι Τομεακοί και Ειδικοί Τομεακοί Γραμματείς της παραγράφου 2 τίθενται
επικεφαλής της διοικητικής ιεραρχίας των υπηρεσιών, των οποίων πρόίστανται, και
επιλέγονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 7.
4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου,
καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Διοικητικών και Αναπληρωτών Διοικητικών
Γραμματέων καθώς και των Τομεακών και Ειδικών Τομεακών Γραμματέων και ο τρόπος
άσκησής τους, όπως επίσης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης καθορίζονται οι κάθε είδους αποδοχές και επιδόματα των θέσεων των
παρ. 1 και 2».
2. Ο τίτλος του άρθρου 7 του ν. 4369/2016 (Α' 33) τροποποιείται ως εξής:
«Διαδικασία επιλογής Διοικητικών Γραμματέων, Αναπληρωτών Διοικητικών Γραμματέων,
Τομεακών Γραμματέων και Ειδικών Τομεακών Γραμματέων.»
3. Η παρ. 1 του άρθρου 7 του ν.4369/2016 (Α'33) τροποποιείται ως εξής:
«1. Για την πλήρωση των θέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 6 εκδίδεται πρόσκληση
εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τον οικείο Υπουργό. Η πρόσκληση δημοσιεύεται στην
ιστοσελίδα του οικείου Υπουργείου και στην ιστοσελίδα του Α.Σ.Ε.Π. επί δέκα (10)
ημέρες τουλάχιστον. Δικαίωμα υποβολής αίτησης έχουν μέλη του Μητρώου του άρθρου
1 καθώς και υποψήφιοι που δεν υπηρετούν στον δημόσιο τομέα. Το κατά το άρθρο 10
Ειδικό Συμβούλιο Επιλογής Διοικήσεων (Ε.Σ.Ε.Δ.), αξιολογεί τα προσόντα των
υποψηφίων και υποβάλλει στον αρμόδιο Υπουργό εισήγηση με τους πέντε (5)
επικρατέστερους υποψηφίους, εκ των οποίων οι δύο (2) θα επιλέγονται μεταξύ των
υποψηφίων που δεν υπηρετούν στον δημόσιο τομέα. Ο διορισμός ολοκληρώνεται με
απόφαση του αρμόδιου Υπουργού, ο οποίος επιλέγει υποχρεωτικά έναν από τους πέντε
(5) επικρατέστερους υποψηφίους, και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Για την επιλογή των πέντε (5) επικρατέστερων υποψηφίων, το Ε.Σ.Ε.Δ. λαμβάνει
υπόψη του τα βιογραφικά στοιχεία των υποψηφίων και, κυρίως, τα τυπικά τους
προσόντα, το εν γένει επιστημονικό και ερευνητικό έργο τους σε συνάφεια με το
προβλεπόμενο περίγραμμα της προκηρυσσόμενης θέσης και την πρότερη συνολικά
διοικητική εμπειρία τους. Το Ε.Σ.Ε.Δ. συνεκτιμά την εν γένει προσωπικότητα των
υποψηφίων, κατόπιν διενέργειας δομημένης συνέντευξης, στην οποία καλούνται
υποχρεωτικά, εφόσον υπάρχουν, τουλάχιστον δέκα (10) υποψήφιοι για κάθε θέση, εκ
των οποίων τουλάχιστον πέντε (5) πρέπει να είναι υποψήφιοι, μέλη του Μητρώου του
άρθρου
1. Για τη συνέντευξη τηρείται σχετικό πρακτικό, το οποίο συνυποβάλλεται με την
εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Δ. στον Υπουργό. Η ως άνω διαδικασία ακολουθείται και αν οι
υποψήφιοι είναι λιγότεροι από πέντε (5). Στην περίπτωση αυτή το Ε.Σ.Ε.Δ.
υποβάλλει εισήγηση με το σύνολο των υποψηφίων.»
4. Η παρ. 2 του άρθρου 7 του ν.4369/2016 (Α' 33) καταργείται.
5. Στην παρ. 4 του άρθρου 7 του ν.4369/2016 (Α' 33) προστίθεται δεύτερο εδάφιο
ως εξής:
«Η θητεία των ανωτέρω λήγει αυτοδικαίως σε περίπτωση κατάργησης της θέσης για
την οποία έχουν επιλεγεί ή της οργανωτικής δομής της οποίας προΐστανται.»
6. Το τέταρτο και πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4369/2016 (Α'
33) τροποποιούνται ως εξής:
«Έως τις 30.9.2016 προκηρύσσονται όλες οι θέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου
6, καθώς και οι κενές θέσεις του άρθρου 8, σύμφωνα με τις διατάξεις του
παρόντος. Έως τις 31.12.2016 ολοκληρώνεται η πλήρωση των ανωτέρω θέσεων.»
7. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4369/2016 (Α' 33) προστίθεται
εδάφιο, ως εξής:
«Έως τις 30.9.2017 προκηρύσσονται όλες οι θέσεις των Τομεακών και Ειδικών
Τομεακών Γραμματέων της παραγράφου 2 του άρθρου 6, σύμφωνα με τις διατάξεις του
παρόντος. Έως τις 31.12.2017 ολοκληρώνεται η πλήρωση των ανωτέρω θέσεων.»
8. Μετά την παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4369/2016 (Α' 33) προστίθεται παράγραφος
1Α ως εξής:
«1Α. Οι κατά το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος υπηρετούντες Γ ενικοί Γραμματείς
Υπουργείων, Αναπληρωτές Γενικοί Γραμματείς Υπουργείων, Γενικοί και Ειδικοί
Γραμματείς, προϊστάμενοι Γενικών και Ειδικών Γραμματειών, εκτελούν κανονικά τα
καθήκοντά τους μέχρι την παύση τους με απόφαση του Πρωθυπουργού, η οποία πρέπει
να έχει εκδοθεί μέχρι τις 31.12.2017 για τους Γενικούς Γραμματείς Υπουργείων και
τους Αναπληρωτές Γενικούς Γραμματείς Υπουργείων, και μέχρι τις 30.6.2018 για
τους Γενικούς και Ειδικούς Γραμματείς, προϊσταμένους Γενικών και Ειδικών
Γραμματειών, εκτός και αν οι θέσεις αυτές έχουν ήδη καταργηθεί κατά την
αναμόρφωση της νομοθεσίας περί Κυβέρνησης και κυβερνητικών οργάνων. Σε περίπτωση
κένωσης με οποιονδήποτε τρόπο θέσης Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, Αναπληρωτή
Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, Γενικού ή Ειδικού Γραμματέα, προϊσταμένου Γενικής
ή Ειδικής Γραμματείας, πριν τη θέση σε λειτουργία του Μητρώου του άρθρου 1, αυτή
πληρούται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι τη
δημοσίευση του παρόντος νόμου και οι τοποθετούμενοι σε αυτές εκτελούν κανονικά
τα καθήκοντά τους μέχρι την παύση τους ή την κατάργηση της θέσης τους σύμφωνα με
το προηγούμενο εδάφιο. Σε περίπτωση που οι θητείες των επιλεγμένων στις θέσεις
των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 συμπέσουν χρονικά με τις θητείες των Γενικών
Γραμματέων Υπουργείων, Αναπληρωτών Γενικών Γραμματέων Υπουργείων, Γενικών και
Ειδικών Γραμματέων, προϊσταμένων Γενικών και Ειδικών Γραμματειών, οι
αρμοδιότητες των τελευταίων συνίστανται στην εξασφάλιση του πολιτικού
συντονισμού και στην αποτελεσματική υιοθέτηση της κυβερνητικής πολιτικής, όπως
αυτή καθορίζεται από την Κυβέρνηση και τα όργανά της.»
9. Στο τέλος του άρθρου 13 του ν.4369/2016 (Α' 33) προστίθεται παράγραφος 4 ως
εξής:
«4. Οι διατάξεις που διέπουν τις θέσεις των Γενικών Γραμματέων που προΐστανται
αυτοτελών Γενικών Γραμματειών, παραμένουν σε ισχύ.»
Άρθρο 171
Συγκρότηση υπηρεσιακών συμβουλίων άρθρου 30 ν.4369/2016
Η παρ. 3 του άρθρου 30 του ν. 4369/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. α) Με απόφαση του καθ' ύλην αρμοδίου Υπουργού ή του αρμοδίου οργάνου
συγκροτούνται Υπηρεσιακά Συμβούλια μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την έναρξη
ισχύος του παρόντος νόμου.
Τα Συμβούλια αυτά είναι πενταμελή και αποτελούνται από:
Ί88'
αα) Τρεις (3) μόνιμους υπαλλήλους και τους αναπληρωτές αυτών, που ασκούν
καθήκοντα προϊσταμένου Διεύθυνσης, έχουν τον περισσότερο χρόνο άσκησης
καθηκόντων προϊσταμένου Διεύθυνσης, υπάγονται στην αρμοδιότητα του Υπηρεσιακού
Συμβουλίου και υπηρετούν στην έδρα του ή στο Νομό Αττικής, για τα Υπηρεσιακά
Συμβούλια που εδρεύουν στο νομό αυτό. Αν δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν υπάλληλοι
της οικείας υπηρεσίας με τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις για να οριστούν μέλη
του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, ορίζονται υπάλληλοι από άλλη δημόσια υπηρεσία ή
νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές. Αν ο αριθμός
των υπηρετούντων στην έδρα του Υπηρεσιακού Συμβουλίου δεν επαρκεί για τη
συγκρότηση του, ορίζονται υπάλληλοι που υπηρετούν εκτός της έδρας του νομού
αυτού, που πληρούν τις προϋποθέσεις, ββ) Δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των
υπαλλήλων και τους αναπληρωτές αυτών, οι οποίοι έχουν αναδειχθεί από τις
τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη αιρετών εκπροσώπων.
γγ) Γραμματέας του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και νόμιμος αναπληρωτής του ορίζεται
υπάλληλος του οικείου φορέα κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ με βαθμό τουλάχιστον Γ'.
δδ) Εισηγητής ορίζεται ο προϊστάμενος της οικείας υπηρεσίας αρμόδιος για τα
θέματα προσωπικού, με αναπληρωτή αυτόν που νομίμως τον αναπληρώνει στα
υπηρεσιακά του καθήκοντα.
εε) Η θητεία των μελών των υπηρεσιακών συμβουλίων που συγκροτούνται με τις
διατάξεις του παρόντος λήγει με την επιλογή και τοποθέτηση προϊσταμένων
Διευθύνσεων που επιλέγονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Δημοσίων
Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν.3528/2007) και του
Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν.3584/2007), οπότε και συγκροτούνται
τα υπηρεσιακά συμβούλια του άρθρου 159 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών
Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν.3528/2007), το αρμόδιο όργανο του άρθρου 249
του ν. 3852/2010 και του άρθρου 5 του Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων
(ν.3584/2007).
β) Τα κοινά υπηρεσιακά συμβούλια των Ν.Π.Δ.Δ. ανασυγκροτούνται με βάση τις
διατάξεις της παρούσας παραγράφου.
γ) Τα υπηρεσιακά συμβούλια των Ανεξάρτητων Αρχών, της Ακαδημίας Αθηνών, των
Πανεπιστημίων, των ΤΕΙ, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, της Ανώτατης Σχολής
Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.) και της Σιβιτανιδείου
Σχολής Τεχνών και Επαγγελμάτων συγκροτούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες ειδικές
διατάξεις.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ'
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΡΘΩΠΙΝΩΝ
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Άρθρο 172
1. Η περ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 (Α' 309), όπως
αντικαταστάθηκε από το άρθρο 222 του ν. 4281/2014 (Α' 160), και ισχύει σήμερα,
αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Οι Περιφερειάρχες, οι Δήμαρχοι και όσοι διαχειρίζονται τα οικονομικά των
πολιτικών κομμάτων της περίπτωσης β'.».
2. Η περ. η' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε από
το άρθρο 222 του ν. 4281/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«η. Οι Γενικοί Γραμματείς των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και, όταν διοριστούν, οι
Συντονιστές Αποκεντρωμένων Διοικήσεων (άρ. 28 του ν. 4325/2015), οι
Αντιπεριφερειάρχες, οι Πρόεδροι και τα μέλη των Περιφερειακών Συμβουλίων, καθώς
και οι Προϊστάμενοι των Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων των Περιφερειών».
3. Η περ. θ' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε από
το άρθρο 222 του ν. 4281/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«θ. Οι Αντιδήμαρχοι, οι Πρόεδροι και τα μέλη, τακτικά και αναπληρωματικά, των
επιτροπών των Δήμων, οι Πρόεδροι και τα μέλη των Δημοτικών Συμβουλίων, οι
Πρόεδροι, οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι και τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων και
οι Γενικοί Διευθυντές των δημοτικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των
αμιγών ή μεικτών δημοτικών επιχειρήσεων των ανωτέρω Ο.Τ.Α. και των συνδέσμων
Δήμων, καθώς και οι Προϊστάμενοι των Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων των
Δήμων».
4. Η περ. λ' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε από
το άρθρο 222 του ν. 4281/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«λ. Τα μέλη όλων των Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου του Δημοσίου, οι
προϊστάμενοι οργανικών μονάδων οποιασδήποτε Υπηρεσίας Επιθεώρησης, Εσωτερικού
Ελέγχου ή Εσωτερικών Υποθέσεων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α' και
β' βαθμού, καθώς και οι υπάλληλοι των μονάδων αυτών που ασκούν οποιαδήποτε
ελεγκτικά καθήκοντα».
5. Στο άρθρο 1 του ν. 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 222 του ν.
4281/2014, προστίθεται παρ. 5 ως εξής:
«5. Τα τραπεζικά και τα κάθε είδους πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, μέσα σε
τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την υποβολή σε αυτά σχετικού αιτήματος του
υπόχρεου, να χορηγούν χωρίς επιβάρυνση βεβαιώσεις περί του υπολοίπου των
καταθέσεων αυτού την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. Ειδικά για τους
υπόχρεους των περιπτώσεων α' έως ε' του άρθρου 1 παρ. 1 του παρόντος νόμου, τα
τραπεζικά και τα κάθε είδους πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, ομοίως χωρίς
επιβάρυνση και μέσα στην ίδια προθεσμία, να εκδίδουν αναλυτική κατάσταση των
προς αυτά οφειλών των ως άνω υπόχρεων κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγουμένου
έτους.».
Άρθρο 173
1. Η περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3213/2003, όπως ισχύει μετά από την
αντικατάστασή του με το άρθρο 223 του ν. 4281/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιέχει λεπτομερώς τα υφιστάμενα κατά την
31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους περιουσιακά στοιχεία στην ημεδαπή και την
αλλοδαπή. Ειδικώς, η αρχική δήλωση περιλαμβάνει τα υφιστάμενα κατά το χρόνο
υποβολής της περιουσιακά στοιχεία.
Ως περιουσιακά στοιχεία θεωρούνται ιδίως: ΐ. Τα έσοδα από κάθε πηγή.
Η. Τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή
προσδιορισμό τους.
iii. Οι μετοχές ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών (με την επιφύλαξη της
απαγόρευσης της παρ. 1 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου), τα ομόλογα και
ομολογίες κάθε είδους, τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα
παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα κάθε είδους.
iv. Οι κάθε είδους καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα πιστωτικά
ιδρύματα, καθώς και τα κάθε είδους χρηματιστηριακά ή ασφαλιστικά προϊόντα και
συμμετοχές σε κεφάλαια επιχειρηματικών ή επενδυτικών συμμετοχών (funds) και
καταπιστεύματα (trusts).
ν. Η μίσθωση θυρίδων σε τράπεζες, ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά
πιστωτικά ιδρύματα. Επίσης, το σύνολο των μετρητών, που δεν περιλαμβάνονται στην
περίπτωση iv. του παρόντος εδαφίου, εφόσον το συνολικό ποσό υπερβαίνει τις δέκα
πέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ. Τα προαναφερόμενα ποσά αφορούν αθροιστικά τον
υπόχρεο, το σύζυγό και τα ανήλικα τέκνα.
νϊ. Τα κινητά μεγάλης αξίας, εφόσον η αξία αυτών υπερβαίνει το ποσό των τριάντα
χιλιάδων (30.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. Αν τα κινητά πράγματα
αποτελούν κατά τις συναλλακτικές αντιλήψεις ενιαίο σύνολο, για τον υπολογισμό
της αξίας λαμβάνεται υπόψη η αξία του συνόλου των πραγμάτων. Η δηλούμενη αξία
προκύπτει είτε από σχετικό παραστατικό αγοράς ή από πράξη της φορολογικής αρχής
για την επιβολή φόρου αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας κατά το
χρόνο κτήσης τους. Στην περίπτωση κατά την οποία τα κινητά είναι ασφαλισμένα
κατά κινδύνων κλοπής, πυρκαγιάς και λοιπών κινδύνων, η εκτιμώμενη αξία δεν
μπορεί να είναι κατώτερη αυτής που αναγράφεται στη σχετική σύμβαση.
vii. Τα πλωτά και τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα.
viii. Η συμμετοχή σε κάθε είδους εταιρεία ή επιχείρηση (με την επιφύλαξη της
απαγόρευσης του άρθρου 8 παρ. 1 του παρόντος νόμου).
ix. Ειδικά η δήλωση των υπόχρεων, που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' έως και ε'
του άρθρου 1 παράγραφος 1, περιλαμβάνει και τις δανειακές τους υποχρεώσεις προς
ημεδαπά και αλλοδαπά πιστωτικά και τραπεζικά ιδρύματα, λοιπά νομικά πρόσωπα
δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου και φυσικά πρόσωπα. Η δήλωση των
παραπάνω υπόχρεων περιλαμβάνει και κάθε οφειλή που προέρχεται από διοικητικά
πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους
Ορνανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και
εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και υπερβαίνει τα πέντε χιλιάδες
(5.000) ευρώ κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους.».
2. Η περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3213/2003, όπως ισχύει μετά από την
αντικατάστασή του με το άρθρο 223 του ν. 4281/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να υποβάλουν στον Πρόεδρο της Γ' Μονάδας
Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της
Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της
Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης αντίγραφο κάθε
συμβολαιογραφικού εγγράφου, που συντάσσεται από αυτούς, με το οποίο
αναλαμβάνεται η υποχρέωση ή μεταβιβάζεται από ή προς δικαστικό ή εισαγγελικό
λειτουργό, σύζυγο ή τέκνο του, οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, κινητό ή
ακίνητο, ή δικαίωμα, εφόσον οι εν λόγω λειτουργοί είναι εν ενεργεία και μέχρι
δύο χρόνια από την παύση της ιδιότητας. Το αυτό ισχύει και για την αποδοχή
κληρονομιάς.».
3. Η παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 3213/2003, όπως ισχύει μετά από την
αντικατάστασή του με το άρθρο 223 του ν. 4281/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων των περιπτώσεων α' έως ε'
του άρθρου 1 παρ. 1, δημοσιεύονται στον διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα
του Προέδρου της Επιτροπής του άρθρου 3Α. Η δημοσιοποίηση λαμβάνει χώρα μετά τον
έλεγχο και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός τριών μηνών από την πάροδο της
προθεσμίας της παραγράφου 2 του άρθρου 1. Η δημοσιοποίηση των δηλώσεων διαρκεί
όσο η θητεία των υπόχρεων πλέον τριών ετών από την λήξη αυτής. Το αντικείμενο
της δημοσιοποίησης και ιδίως η μορφή, ο τύπος, τα προς δημοσίευση συγκεντρωτικά
ή μη στοιχεία ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εκδίδεται το
αργότερο δύο μήνες μετά την δημοσίευση του παρόντος νόμου. Από τη δημοσιοποίηση
εξαιρούνται σε κάθε περίπτωση εκείνα τα στοιχεία που είναι ικανά να προκαλέσουν
βλάβη στη ζωή ή την περιουσία του δηλούντος και της οικογένειας του (όπως
διεύθυνση κατοικίας, αριθμοί κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων, αριθμός φορολογικού
μητρώου κ.λπ.). Η δημοσίευση των δημοσιοποιούμενων στοιχείων στα Μέσα Μαζικής
Ενημέρωσης επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι δημοσιεύεται ολόκληρο το
περιεχόμενό τους. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτή η επιλεκτική
δημοσιοποίηση ονομαστικών στοιχείων. Κάθε παράβαση της διάταξης αυτής
τιμωρείται, πέραν της προβλεπόμενης από το άρθρο 7 παράγραφος 2 ποινής
φυλάκισης, και με χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) μέχρι εκατό
χιλιάδες (100.000) ευρώ.».
4. Η παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 3213/2003, όπως ισχύει μετά από την
αντικατάστασή της με το άρθρο 223 του ν. 4281/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ελλείψεις ή ανακρίβειες της δήλωσης, μπορούν να συμπληρωθούν από τον υπόχρεο
αυθορμήτως σε προθεσμία ενός μηνός από την υποβολή της δήλωσης.»,
5. Η απόφαση του Προέδρου της Βουλής και η κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που
αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρ. 2 του ν. 3213/2003 και αφορούν
στην ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης εκδίδονται εντός
δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Άρθρο 174
1. Το στοιχείο α' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε
από το άρθρο 224 του ν. 4281/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«α) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' έως και ε' της παραγράφου 1
του άρθρου 1 του παρόντος νόμου στην Επιτροπή του άρθρου 3Α,».
2. Μετά το στοιχείο α' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003, όπως
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 224 του ν. 4281/2004, προστίθεται στοιχείο αα', ως
εξής:
«αα) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ1 έως και κδ', κζ', λα' έως
και μγ' και μστ' έως μη' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, στην
Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης
της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης
της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης. Για τον
έλεγχο των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των εν λόγω προσώπων εφαρμόζονται
όσα ορίζονται στα στοιχεία γ' και δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 7Α του ν.
3691/2008 (Α' 166), όπως αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν.
3932/2011 (Α1 49). Ειδικά για τα πρόσωπα της περίπτωσης μη', τυχόν ειδικές
διατάξεις εξακολουθούν να ισχύουν.».
3. Στο στοιχείο β' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003, όπως
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 224 του ν. 4281/2004, η φράση «λ' και μδ'»
αντικαθίσταται από τη φράση «λ', μδ' και με'».
4. Η παρ. 4 του άρθρου 3 του νόμου 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο
224 του ν. 4281/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Κατά τη διάρκεια του ελέγχου, το όργανο ελέγχου μπορεί να καλεί τους
ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά
παραστατικά στοιχεία, εντός ρητής προθεσμίας που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις
είκοσι (20) ημέρες, η οποία μπορεί να παραταθεί για διάστημα δέκα (10) το πολύ
ημερών. Σε έκτακτες περιπτώσεις αδυναμίας των ελεγχομένων προσώπων για έγκαιρη
συλλογή αποδεικτικών στοιχείων, το όργανο ελέγχου δύναται κατ' εξαίρεση να
παρεκτείνει την προθεσμία με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση. Σε όσους καλούνται
από όργανο ελέγχου και δεν ανταποκρίνονται στην κλήση είτε αυτοπροσώπως είτε δια
νόμιμου αντιπροσώπου επιβάλλεται από το όργανο ελέγχου πρόστιμο από πενήντα (50)
έως τριακόσια (300) ευρώ, το οποίο
εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Με Κοινή
Απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και
Οικονομικών που εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ορίζονται οι λεπτομέρειες αναφορικά με τα αρμόδια
για την επιβολή του προστίμου όργανα και τη διαδικασία επιβολής και είσπραξής
του.».
Άρθρο 175
1. Οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 3Α του νόμου 3213/2003, το οποίο προστέθηκε με το
άρθρο 225 του ν. 4281/2014 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Ο έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης των αναφερομένων στις περιπτώσεις α'
έως και ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 προσώπων ανατίθεται σε Επιτροπή
Ελέγχου, η οποία ενεργεί ως ειδικό όργανο. Η Επιτροπή είναι ανεξάρτητη, διαθέτει
διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και αποτελείται από εννέα (9) μέλη με
ισάριθμους αναπληρωτές. Η έδρα της καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της
Βουλής.
2. Η Επιτροπή συγκροτείται από:
α) τον/την Πρόεδρο της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, ως
Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που ορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής.
β) Αρεοπαγίτη ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του,
γ) Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του,
και
δ) Σύμβουλο της Επικράτειας, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή του, που
ορίζονται με απόφαση των Ανωτάτων Δικαστικών Συμβουλίων των οικείων δικαστηρίων
μετά από ερώτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων.
ε) Υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως τακτικό μέλος, με τον αναπληρωτή
του, που ορίζονται με απόφαση του Διοικητή της, μετά από ερώτημα του Προέδρου
της Βουλής.
στ) Τον Πρόεδρο της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από
Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου
των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του.
ζ) Το Συνήγορο του Πολίτη ως τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του. η) Βουλευτή
της μεγαλύτερης σε δύναμη κοινοβουλευτικής ομάδας που μετέχει στην Κυβέρνηση ως
τακτικό μέλος με τον αναπληρωτή του που ορίζονται με ενυπόγραφη δήλωση του
Προέδρου της εν λόγω κοινοβουλευτικής ομάδας, θ) Βουλευτή της μεγαλύτερης σε
δύναμη κοινοβουλευτικής ομάδας που δεν μετέχει στην Κυβέρνηση με τον αναπληρωτή
του που ορίζονται με ενυπόγραφη δήλωση του Αρχηγού της Αξιωματικής
Αντιπολίτευσης.
Οι δικαστές τακτικά μέλη της Επιτροπής είναι πλήρους και αποκλειστικής
απασχόλησης και απολαμβάνουν, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη, κατά την άσκηση των
καθηκόντων τους, προσωπικής και λειτουρνικής ανεξαρτησίας.
Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται υπάλληλος που υπηρετεί στην υπηρεσία της
παραγράφου 4 με απόφαση του Προέδρου της Επιτροπής.
Με απόφαση του Προέδρου της Βουλής που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, καθορίζεται η αποζημίωση των μελών που δεν είναι πλήρους και
αποκλειστικής απασχόλησης, καθώς και του Γραμματέα της Επιτροπής, η οποία δεν
δύναται να υπερβαίνει το όριο που προβλέπεται από το άρθρο 21 του ν. 4354/2015.
Οι πιστώσεις για τη λειτουργία της Επιτροπής και της υπηρεσίας της παρ. 4
εγγράφονται στον προϋπολογισμό της Βουλής υπό ίδιο φορέα και θα καλυφθούν από
τις εγγεγραμμένες πιστώσεις εντός των ορίων του ισχύοντος ΜΠΔΣ. Ο Πρόεδρος της
Επιτροπής είναι ο κύριος διατάκτης των οικείων δαπανών. Θέματα οικονομικής
διαχείρισης ρυθμίζονται με ειδικό κανονισμό οικονομικής διαχείρισης που
καταρτίζεται από την Επιτροπή και εγκρίνεται από τον Πρόεδρο της Βουλής.».
2. Η παρ. 5 του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 225
του ν. 4281/2014 αναριθμείται σε 6. Μετά την παρ. 4 του άρθρου 3Α του ν.
3213/2003 προστίθεται νέα παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Μέχρι την τριακοστή πρώτη Μαρτίου κάθε έτους, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση
των πεπραγμένων της κατά το προηγούμενο έτος στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας
της Βουλής και στους Υπουργούς Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στην ανωτέρω ετήσια έκθεση αναφέρονται κατ' ελάχιστο ο
αριθμός των υπόχρεων σε δήλωση προσώπων, ο αριθμός των προσώπων που υπέβαλαν
δηλώσεις, τα μέτρα που ελήφθησαν για όσους δεν υπέβαλαν δήλωση και τα
αποτελέσματα των ελέγχων, που πραγματοποιήθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων
της επιτροπής, με στατιστική απεικόνιση αυτών. Η έκθεση αναρτάται στην επίσημη
ιστοσελίδα της Βουλής στο διαδίκτυο το αργότερο μία (1) εβδομάδα μετά την
υποβο?νή της, όπου και παραμένει αναρτημένη για επτά (7) έτη. Την ίδια υποχρέωση
υποβολής έκθεσης, με το ίδιο περιεχόμενο και με την ίδια προθεσμία υποβολής και
ανάρτησης έχουν όλα τα αρμόδια όργανα τα οποία λαμβάνουν και επεξεργάζονται
δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης».
3. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003 καταργείται.
4. Η παρ. 6 του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003 τροποποιείται ως εξής:
«6. Όλα τα θέματα που σχετίζονται με την οργάνωση και την λειτουργία της
Επιτροπής Ελέγχου και της Ειδικής Υπηρεσίας ρυθμίζονται με Κανονισμό
Λειτουργίας, ο οποίος εκδίδεται από την Επιτροπή και εγκρίνεται από την
Ολομέλεια της Βουλής.».
Άρθρο 176
Η παρ. 2 του άρθρου 3Β του ν. 3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η Επιτροπή
ελέγχει όλες τις δηλώσεις της αρμοδιότητάς της.».
Άρθρο 177
Το άρθρου 6 του ν.3213/2003, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο
227 του ν. 4281/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 6
Μη υποβολή ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης
1. Διοικητικό πρόστιμο εκατό πενήντα (150) έως τετρακόσια (400) ευρώ, το οποίο
εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων,
επιβάλλεται σε όποιον υποβάλλει δήλωση μετά την πάροδο της προθεσμίας που
ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου. Οι λεπτομέρειες
αναφορικά με τα αρμόδια για την επιβολή όργανα, την διαδικασία επιβολής και
είσπραξης του προστίμου ορίζονται με Κοινή Απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης,
Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών που εκδίδεται εντός (3)
τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
2. Υπόχρεος που παραλείπει να υποβάλει δήλωση μετά την πάροδο τριάντα (30)
ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του
άρθρου 1 του παρόντος νόμου, ή υποβάλλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση, τιμωρείται με
φυλάκιση και με χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Σε περίπτωση
που ο υπόχρεος τελεί το αδίκημα με σκοπό την απόκρυφη περιουσιακού στοιχείου που
απέκτησε επωφελούμενος της ιδιότητάς του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο
(2) ετών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες
χιλιάδες (500.000) ευρώ.
3. Ο υπαίτιος του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με
κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες
(20.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, αν η συνολική αξία της
αποκρυπτόμενης περιουσίας του ίδιου και των λοιπών προσώπων για τα οποία αυτός
οφείλει να υποβάλει δήλωση υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριακοσίων (300.000)
χιλιάδων ευρώ, ανεξαρτήτως αν η απόκρυφη επιχειρείται με τη μη υποβολή δήλωσης ή
την υποβολή ελλιπούς ή ανακριβούς δήλωσης.
4. Αν οι πράξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 τελέστηκαν από αμέλεια,
επιβάλλεται χρηματική ποινή. Το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας
ελεύθερα όλες τις περιστάσεις, μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες.
5. Τρίτος ο οποίος εν γνώσει του συμπράττει στην υποβολή ανακριβούς δήλωσης και
ιδίως στην παράλειψη δήλωσης περιουσιακών στοιχείων τιμωρείται με φυλάκιση και
με χρηματική ποινή.
6. Τα φυσικά πρόσωπα και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων του άρθρου 5 του ν.
3691/2008 που παραβιάζουν την υποχρέωση γνωστοποίησης της παραγράφου 5 του
άρθρου 3 του παρόντος τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
7. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τα ενδεικνυόμενα μέτρα για τη διάδοση των
πληροφοριών σχετικά με καταδικαστική απόφαση για εγκλήματα του παρόντος
■φ<- νόμου, συμπεριλαμβανομένης της ανάρτησης της απόφασης στο διαδίκτυο, καθώς
και της πλήρους ή μερικής δημοσίευσής της στα μέσα μαζικής ενημέρωσης».
Άρθρο 178
Το άρθρο 8 του ν. 3213/2003, όπως ισχύει μετά τη θέση σε ισχύ του άρθρου 1 παρ.
5 του ν. 3849/2010 (Α' 80) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 8
Συμμετοχή σε εταιρεία με έδρα σε μη συνεργάσιμο φορολογικά κράτος
1. Στα μέλη της Κυβέρνησης, στους Υφυπουργούς, στους αρχηγούς των πολιτικών
κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στους
βουλευτές και ευρωβουλευτές, στον Γενικό Γραμματέα της Κυβέρνησης, στους
Γενικούς και Ειδικούς Γραμματείς Υπουργείων, στους Γενικούς Γραμματείς των
Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, στους Περιφερειάρχες και τους Δημάρχους, στους
δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, στους Προέδρους, Διοικητές,
Υποδιοικητές και Γενικούς Διευθυντές πιστωτικών ιδρυμάτων, που ελέγχονται από το
κράτος, καθώς επίσης στα πρόσωπα των περιπτώσεων θ' και ι' της παραγράφου 1 του
άρθρου 1 απαγορεύεται να συμμετέχουν είτε οι ίδιοι, είτε με παρένθετα πρόσωπα,
στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση εταιρειών που έχουν ως πραγματική ή καταστατική έδρα
κράτος μη συνεργάσιμο στο φορολογικό τομέα, κατά την έννοια του άρ. 65 του ν.
4172/2013 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, Α' 167) και των υπουργικών αποφάσεων
που έχουν εκδοθεί βάσει της ως άνω διάταξης και ισχύουν κάθε φορά.
2. Η κατά παράβαση της παραγράφου 1 άμεση ή δια παρένθετου προσώπου συμμετοχή σε
εταιρεία που έχει ως έδρα κράτος μη συνεργάσιμο στο φορολογικό τομέα κατά την
έννοια υπουργικής απόφασης που εκδίδεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 5 του
άρ. 65 του ν. 4172/2013 τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με
χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες
(500.000) ευρώ».
Άρθρο 179
Οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 10 του ν. 3213/2003 αναριθμούνται σε 4 και 5. Μετά
την παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 3213/2003 προστίθεται παρ. 3 ως εξής:
«3. Στις Εισαγγελίες Εφετών Αθηνών και Θεσσαλονίκης και στις Εισαγγελίες
Πλημμελειοδικών Αθηνών και Θεσσαλονίκης ορίζονται αντίστοιχα από τους
διευθύνοντες αυτών τουλάχιστον ένας Αντεισαγγελέας Εφετών και ένας
Αντεισαγγελέας Πλημμελειοδικών, οι οποίοι χειρίζονται τις δικογραφίες που
σχηματίζονται για τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος νόμου.».
Άρθρο 180
1. Στις παρ. 2 και 4 του άρθρου 9 του ν. 3213/2003 και στην παρ. 1 του άρθρου 11
του ίδιου νόμου, όπου γίνεται αναφορά στα άρθρα 4 και 5 αυτού, διαγράφονται οι
σχετικές λέξεις. Στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 του ν, 3213/2003 όπως ισχύει, η
φράση «άρθρα 4 έως 8» αντικαθίσταται από την φράση «άρθρα 6 έως 8».
2. Η περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 9 του νόμου 3213/2003 καταργείται. Στην περ.
β' της παρ. 3 του άρθρου 9 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή
της με την παρ. 4(β) του άρθρου 143 του ν. 4251/2014 (Α' 80), διαγράφεται η
φράση «, και εφόσον δεν έχει προηγηθεί εφαρμογή της παραγράφου 5 του άρθρου 2,».
Άρθρο 181
Στην παρ. 3 του άρθρου 229 του ν. 4281/2014 (Α' 160) προστίθεται δεύτερο εδάφιο
ως εξής:
«Με απόφαση του Προέδρου της Βουλής για τους υπόχρεους της περίπτωσης α' της
παραγράφου 1 του άρθρου 3 και με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τους λοιπούς υπόχρεους,
μπορεί να ορίζεται ότι η δήλωση οικονομικών συμφερόντων υποβάλλεται ηλεκτρονικά
μέσω ενιαίας ειδικής εφαρμογής, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 2
του ν. 3213/2003 (Α' 309), όπως ισχύει κάθε φορά και να καθορίζεται κάθε
αναγκαία προς τούτο λεπτομέρεια, οι απαραίτητες διασφαλίσεις για τα πρόσωπα και
τους όρους πρόσβασης στα στοιχεία τους και τυχόν ρυθμίσεις μεταβατικού
χαρακτήρα.».
Άρθρο 182
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 3691/2008 (Α' 166), όπως
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 68 παρ. 5 του ν. 4174/2013 (Α' 170), η φράση «δώδεκα
(12) Μέλη» αντικαθίσταται από τη φράση «δεκατέσσερα (14) Μέλη».
2. Η περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 7Α του Ν. 3691/2008, όπως προστέθηκε με το
άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3932/2011 (Α' 49), αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Η Ρ Μονάδα συγκροτείται από τον Πρόεδρο και τέσσερα (4) Μέλη της Αρχής και
ειδικότερα: αα) ένα στέλεχος από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων
του Υπουργείου Οικονομικών, που προτείνεται από τον αρμόδιο Υπουργό, ββ) ένα
στέλεχος από την Τράπεζα της Ελλάδος, που προτείνεται από τον Διοικητή της, γγ)
ένα στέλεχος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, που προτείνεται από το Διοικητικό
της Συμβούλιο και δδ) ένα στέλεχος από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με πτυχίο νομικής σχολής, που προτείνεται από τον αρμόδιο
Υπουργό.»
3. Η περ. β’ της παρ. 3 του άρθρου 7Α του Ν. 3691/2008, όπως προστέθηκε με το
άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3932/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Η Γ Μονάδα πλαισιώνεται και υποστηρίζεται αυτοτελώς από διοικητικό και
βοηθητικό προσωπικό, καθώς και από επιστημονικό προσωπικό με ειδικές γνώσεις και
εμπειρία στον έλεγχο περιουσιακών στοιχείων και τη διερεύνηση οικονομικών
συναλλαγών. Για τους ανωτέρω σκοπούς, συνιστώνται στην Αρχή τριάντα (30)
θέσεις, από τις οποίες οι δέκα (10) είναι θέσεις επιστημονικού προσωπικού. Οι
θέσεις αυτές πληρούνται με αποσπάσεις από τους φορείς από όπου προέρχονται τα
Μέλη της Μονάδας. Οι αποσπάσεις είναι τριετούς διάρκειας με δυνατότητα
ανανέωσης.».
4. Η περ. γ' της παρ. 3 του άρθρου 7Α του ν. 3691/2008, όπως προστέθηκε με το
άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3932/2011, αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Η Μονάδα δέχεται τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που
αναφέρονται στο στοιχείο αα' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003,
πλην εκείνων του άρθρου 14 του ιδίου νόμου. Διερευνά και αξιολογεί τις
πληροφορίες που διαβιβάζονται ή περιέρχονται στην Αρχή σχετικά με τη μη υποβολή
ή με ανακρίβειες των δηλώσεων αυτών. Προβαίνει σε έλεγχο όλων των δηλώσεων: αα)
των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων της Βουλής και της Γενικής Κυβέρνησης, ββ)
των Γενικών Γραμματέων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και των Συντονιστών
Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, όταν αυτοί διοριστούν (άρθρο 28 του ν. 4325/2015),
γγ) των Προέδρων, των Αντιπροέδρων, των Διοικητών και των διευθυνόντων συμβούλων
των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων και δημοσίων
οργανισμών, δδ) των Δικαστικών και Εισαγγελικών λειτουργών των Ανωτάτων
Δικαστηρίων της χώρας, εε) του Προέδρου και των Αντιπροέδρων του Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους, στστ) των ιδιοκτητών, των βασικών μετόχων, των προέδρων,
των διευθυνόντων συμβούλων, των διαχειριστών, καθώς και των γενικών διευθυντών
και των διευθυντών ειδήσεων και ενημέρωσης κάθε μορφής επιχειρήσεων ή εταιρειών,
που κατέχουν άδεια λειτουργίας ή εν γένει έχουν την εκμετάλλευση: i) τηλεοπτικών
σταθμών, ελεύθερης λήψης ή παροχής κάθε μορφής συνδρομητικών τηλεοπτικών
υπηρεσιών, και ii) επιχειρήσεων ή εταιρειών που εκμεταλλεύονται ή εκδίδουν
ημερήσια ή περιοδικά έντυπα πανελλήνιας κυκλοφορίας, όπως και των βασικών
μετόχων αυτών, ζζ) των Αρχηγών και των Υπαρχηγών της Ελληνικής Αστυνομίας, του
Λιμενικού Σώματος- Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος.
Ως προς τα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα, η Μονάδα προβαίνει σε δειγματοληπτικό, κατά
την κρίση της, ή στοχευμένο έλεγχο της περιουσιακής τους κατάστασης. Ο έλεγχος,
πέραν της διαπίστωσης της υποβολής και του αληθούς περιεχομένου της δήλωσης,
περιλαμβάνει σε κάθε περίπτωση τη διακρίβωση, κατά πόσον η απόκτηση νέων
περιουσιακών στοιχείων ή η επαύξηση υφιστάμενων δικαιολογείται από το ύψος των
πάσης φύσεως εσόδων των υπόχρεων σε δήλωση προσώπων, σε συνδυασμό με τις δαπάνες
διαβίωσης τους. Η παράγραφος 3 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 όπως ισχύει,
εφαρμόζεται αναλόγως.
Η Μονάδα μπορεί να καλεί τους ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να
προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία εντός της προθεσμίας που
αναφέρεται στο άρθρο 3 παρ. 4 του νόμου 3213/2003.».
5. Στην παρ. 1 του άρθρου 7Γ του ν. 3691/2008 (Α’ 166), όπως προστέθηκε με το
άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3932/2011 (Α' 49), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η
διαδικασία της απόσπασης ολοκληρώνεται υποχρεωτικά εντός προθεσμίας δύο (2)
μηνών από την πρόταση του Προέδρου της Αρχής».
6. Η παρ. 9 του άρθρου 7Γ του ν. 3691/2008, όπως προστέθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2
του ν. 3932/2011 (Α' 49), καταργείται.
Άρθρο 183
Δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων που υποβλήθηκαν,
από 01.01.2015 μέχρι καί την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος, στην
Επιτροπή του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003, από υπόχρεους, οι οποίοι, σύμφωνα με
τις διατάξεις του παρόντος νόμου υποχρεούνται να υποβάλλουν δηλώσεις σε άλλους
φορείς, διαβιβάζονται αρμοδίως. Έλεγχοι δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και
οικονομικών συμφερόντων που ήδη διενεργούνται με απόφαση της Επιτροπής
παραμένουν σε αυτήν μέχρι περατώσεως των ελέγχων και διαβιβάζονται τα σχετικά
πορίσματα στην Αρχή, η οποία είναι πλέον αρμόδια.
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΙΔΡΥΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.- ΚΥΡΩΣΗ
ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ*
«ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε. ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΣΥΣΤΑΣΗ - ΣΚΟΠΟΣ - ΕΔΡΑ - ΔΙΑΡΚΕΙΑ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ - ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ
Άρθρο 184
Σύσταση
1. Συνιστάται ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και
Περιουσίας Α.Ε.». Στις διεθνείς σχέσεις, η Εταιρεία θα χρησιμοποιεί την επωνυμία
«Hellenic Company of Assets and Participations», («H.C.A.P.»).
2. Η Εταιρεία αποκτά νομική προσωπικότητα με την καταχώριση του Καταστατικού της
στο Γ.Ε.ΜΗ της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου.
3. Η Εταιρεία διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και συμπληρωματικά
από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
4. Η Εταιρεία δεν ανήκει στον δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός
εκάστοτε ορίζεται. Οι διατάξεις που αναφέρονται σε δημόσιες επιχειρήσεις, υπό
την έννοια του ν. 3429/2005 (Α'314), δεν εφαρμόζονται ως προς την Εταιρεία,
εκτός αν αυτό ρητά προβλέπεται στον παρόντα νόμο.
Άρθρο 185
ζϋο -
Σκοπός
1. Η Εταιρεία λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, σύμφωνα με τους κανόνες
της ιδιωτικής οικονομίας. Συστήνεται για να εξυπηρετεί ειδικό δημόσιο σκοπό.
Ειδικότερα, η Εταιρεία διαχειρίζεται και αξιοποιεί τα περιουσιακά της στοιχεία
προκειμένου να : (α) συνεισφέρει πόρους για την υλοποίηση της επενδυτικής
πολιτικής της χώρας και για την πραγματοποίηση επενδύσεων που συμβάλλουν στην
ενίσχυση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και (β) συμβάλει στην απομείωση
των οικονομικών υποχρεώσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας, σύμφωνα με το νόμο
4336/2015 (Α' 94).
2. Για την εκπλήρωση του σκοπού της, η Εταιρεία ενεργεί με τρόπο ανεξάρτητο,
επαγγελματικό και επιχειρηματικό με μακροπρόθεσμη προοπτική στην επίτευξη των
αποτελεσμάτων της, σύμφωνα με τον Εσωτερικό της Κανονισμό, με εγγυήσεις πλήρους
διαφάνειας και με σκοπό την επαύξηση της αξίας και τη βελτίωση της απόδοσης των
παραπάνω περιουσιακών στοιχείων, καθώς και τη δημιουργία εσόδων, τα οποία
κατανέμονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Περαιτέρω, η Εταιρεία
προωθεί μεταρρυθμίσεις των δημοσίων επιχειρήσεων, μεταξύ άλλων, μέσω,
αναδιάρθρωσης, βέλτιστης εταιρικής διακυβέρνησης και διαφάνειας, καθώς και μέσω
της προαγωγής υπεύθυνης διοίκησης, κοινωνικής ευθύνης, αειφορίας, καινοτομίας
και βέλτιστων εταιρικών πρακτικών.
3. Η Εταιρεία μπορεί να προβαίνει σε κάθε ενέργεια προκειμένου να εκπληρώνει τον
σκοπό της εντός του πλαισίου που τίθεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Άρθρο 186
Έδρα - Διάρκεια
1. Η Εταιρεία εδρεύει σε δήμο εντός του Νομού Αττικής που ορίζεται στο
Καταστατικό του.
2. Η διάρκεια της Εταιρείας ορίζεται σε ενενήντα εννέα (99) έτη και αρχίζει από
την καταχώριση στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο και την έγκριση του καταστατικού της.
Η διάρκεια δύναται να παρατείνεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του
μοναδικού μετόχου.
Άρθρο 187
Μετοχικό Κεφάλαιο
1. Το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας ανέρχεται σε σαράντα εκατομμύρια
(40.000.000) ευρώ, διαιρείται σε σαράντα χιλιάδες (40.000) κοινές ονομαστικές
μετοχές ονομαστικής αξίας χιλίων (1.000) ευρώ εκάστης. Το μετοχικό κεφάλαιο της
Εταιρείας καλύπτεται στο σύνολό του από το Ελληνικό Δημόσιο.
2. Οι μετοχές της Εταιρείας είναι μη μεταβιβάσιμες. Ενόφει του ότι η λειτουργία
της και των άμεσων θυγατρικών της, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 5 του παρόντος
νόμου, εξυπηρετεί ειδικό δημόσιο σκοπό, οι μετοχές της Εταιρείας, οι
-SOV -
μετοχές των άμεσων θυγατρικών της, καθώς και οι τίτλοι που ενσωματώνουν το
κεφάλαιο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας του ν.3864/2010 (Α' 119)
(«ΤΧΣ») αποτελούν πράγματα εκτός συναλλαγής κατά την έννοια της διάταξης του
άρθρου 966 του Αστικού Κώδικα.
3. Το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας δύναται να αυξάνεται με απόφαση της
Γενικής Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού
Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο.
4. Το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας καλύπτεται από το Ελληνικό Δημόσιο και
κατατίθεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών σε έντοκο λογαριασμό που
τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος στο όνομα της Εταιρείας.
Άρθρο 188
Άμεσες Θυγατρικές της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.
1. Από την απόκτηση της νομικής προσωπικότητας της Εταιρείας τα κατωτέρω νομικά
πρόσωπα, των οποίων το μετοχικό κεφάλαιο ή οι τίτλοι που το ενσωματώνουν
μεταβιβάζονται στην Εταιρεία ή συστήνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του
παρόντος, θεωρούνται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου άμεσες θυγατρικές (οι
«άμεσες θυγατρικές»):
α. Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας,
β. Το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου του ν. 3986/2011
(Α' 152) («ΤΑΙΠΕΔ»),
γ. Η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου ΑΕ του ν. 2636/1998 (Α' 198) («ΕΤΑΔ»),
δ. Η Εταιρεία Δημοσίων Συμμετοχών Α.Ε. , η οποία συστήνεται σύμφωνα με την
παράγραφο 8.
2. Η Εταιρεία δύναται, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου
που λαμβάνεται κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου και η οποία
προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο, να ιδρύει και άλλες άμεσες θυγατρικές
προκειμένου να εκπληρώνει τον εταιρικό της σκοπό. Οι διατάξεις του παρόντος
νόμου για τις άμεσες θυγατρικές ισχύουν και για οποιεσδήποτε νέες άμεσες
θυγατρικές συστήνονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.
3. Κάθε άμεση θυγατρική της Εταιρείας διαχειρίζεται τα περιουσιακά στοιχεία της
ανεξάρτητα από τις άλλες. Εκτός αν προβλέπεται ρητά διαφορετική ρύθμιση στον
παρόντα νόμο, καμία θυγατρική δεν μπορεί να παρέχει επιδότηση ή άλλη οικονομική
ενίσχυση σε άλλη. Οι συναλλαγές μεταξύ της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών ή
μεταξύ εταιρειών που αποτελούν έμμεσες θυγατρικές της Εταιρείας
πραγματοποιούνται με διαφάνεια και όρους ελεύθερης αγοράς και υπάγονται στους
κανόνες που τίθενται στον Εσωτερικό Κανονισμό του άρθρου 6. Για συναλλαγές
μεταξύ των ανωτέρω νομικών προσώπων, η αξία των οποίων υπερβαίνει το ποσό του
ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του
Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, εκτός αν αυτές δεν εξέρχονται των ορίων
των τρεχουσών συναλλαγών, οπότε αρκεί απλή γνωστοποίηση της εν λόγω συναλλαγής
στο Διοικητικό Συμβούλιο της. Η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης
της παροχής πιστώσεων, από πιστωτικά ιδρύματα, στο μέτρο που αυτά θεωρηθούν
έμμεσες θυγατρικές της Εταιρείας, αποτελούν τρέχουσες συναλλαγές των εν λόγω
πιστωτικών ιδρυμάτων και δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της παρούσας παραγράφου. Η
παρούσα παράγραφος δεν επηρεάζει τη δυνατότητα της Εταιρείας να επενδύει με
οποιονδήποτε τρόπο έσοδά που προορίζονται για επενδύσεις σύμφωνα με το άρθρο 17,
σε οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση θυγατρική, ή, σε οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο
αυτών.
4. Οποιαδήποτε απόσχιση κλάδου άμεσης θυγατρικής, η οποία αποφασίζεται σύμφωνα
με την περίπτωση στ) της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του παρόντος νόμου
πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2166/1993 (Α' 137), οι οποίες
εφαρμόζονται ακόμα και στην περίπτωση που η εταιρεία η οποία αναδέχεται τον
κλάδο είναι νεοσύστατη και ανεξάρτητα από το κατά πόσο τα δικαιώματα και
υποχρεώσεις που μεταβιβάζονται αποτελούν κλάδο κατά την έννοια του ν. 2166/1993.
Τα δικαιώματα και υποχρεώσεις μεταβιβάζονται στην εταιρία, η οποία αναδέχεται
τον κλάδο μέσω οιονεί καθολικής διαδοχής και η άμεση θυγατρική από την οποία
γίνεται η απόσχιση απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις που μεταβιβάζονται. Ως μέρος
της μεταβίβασης οι εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων που αναφέρονται στη
συμβολαιογραφική πράξη απόσχισης μεταβιβάζονται στην εταιρεία που αναδέχεται τον
κλάδο.
5. Η πλήρης κυριότητα, νομή και κατοχή του συνόλου του κεφαλαίου του ΤΧΣ , όπως
αυτό ενσωματώνεται σε τίτλους σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3864/2010,
μεταβιβάζεται από το Ελληνικό Δημόσιο, άνευ ανταλλάγματος, στην Εταιρεία δυνάμει
του παρόντος νόμου. Παρά τη μεταβίβαση αυτή, εκτός αν ρητά αναφέρεται κάτι
διαφορετικό στον παρόντα νόμο, οι διατάξεις του ν.3864/2010 (συμπεριλαμβανομένων
ενδεικτικά και όχι περιοριστικά των διατάξεων που αφορούν την εταιρική
διακυβέρνηση του ΤΧΣ) εξακολουθούν να ισχύουν. Οι αποφάσεις για την εξυπηρέτηση
του σκοπού του ΤΧΣ σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 3864/2010 λαμβάνονται
αποκλειστικά από τα όργανα διοίκησης του ΤΧΣ.
6. Η πλήρης κυριότητα, νομή και κατοχή του συνόλου των μετοχών του ΤΑΙΠΕΔ
μεταβιβάζεται από το Ελληνικό Δημόσιο, άνευ ανταλλάγματος στην Εταιρεία δυνάμει
του παρόντος νόμου. Το ΤΑΙΠΕΔ εξακολουθεί να διέπεται από τις διατάξεις του ν.
3986/2011 (Α' 152).
7. Η πλήρης κυριότητα, νομή και κατοχή του συνόλου των μετοχών της ΕΤΑΔ
μεταβιβάζεται από το Ελληνικό Δημόσιο άνευ ανταλλάγματος στην Εταιρεία δυνάμει
του παρόντος νόμου. Η ΕΤΑΔ εξακολουθεί να διέπεται από τις διατάξεις του ν.
2636/1998 (Α' 198).
8. Συστήνεται από την Εταιρεία ανώνυμη εταιρεία με εταιρική επωνυμία «Εταιρεία
Δημοσίων Συμμετοχών Α.Ε.» («ΕΔΗΣ»). Η ΕΔΗΣ διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου
14 του παρόντος νόμου.
9. Εντός έξι (6) μηνών από τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου της
Εταιρείας σε σώμα, το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας οφείλει να ολοκληρώσει
την αξιολόγηση των Διοικητικών Συμβουλίων των άμεσων θυγατρικών της, πλην του
ΤΧΣ και να ορίσει το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΔΗΣ.
Άρθρο 189
Εσωτερικός Κανονισμός
1. Η Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου υιοθετεί Εσωτερικό Κανονισμό
(«Εσωτερικός Κανονισμός») που ρυθμίζει τη λειτουργία της Εταιρείας και των
άμεσων θυγατρικών της, πλην του ΤΧΣ, και περιλαμβάνει ιδίως τα ακόλουθα θέματα:
(α) εταιρική διακυβέρνηση, (β) κώδικα δεοντολογίας, σύγκρουση συμφερόντων και
υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου, των μελών του
Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας και άμεσων θυγατρικών της, πλην του ΤΧΣ,
όπως επίσης και των εμπειρογνωμόνων και άλλων συμβούλων που προσλαμβάνονται ή
απασχολούνται, (γ) λογιστικά πρότυπα, (δ) τυχόν ανάθεση ειδικών καθηκόντων σε μη
εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, (ε) κανονισμό αναθέσεων και
προμηθειών για κάθε ανάθεση που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της σχετικής
ευρωπαϊκής νομοθεσίας ή των ευρωπαϊκών κανόνων, όπως ερμηνεύονται από τη
νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ, (στ) πολιτική επενδύσεων και διαχείρισης
κινδύνων, (ζ) πολιτική μερισμάτων. Ο Εσωτερικός Κανονισμός βασίζεται σε
βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ.
2. Μέχρι την υιοθέτηση του Εσωτερικού Κανονισμού, η Γενική Συνέλευση του
μοναδικού μετόχου, κατόπιν πρότασης του Εποπτικού Συμβουλίου, δύναται να εκδίδει
ειδικές αποφάσεις με τις οποίες ρυθμίζει ένα ή περισσότερα εκ των ανωτέρω
θεμάτων.
3. Ο Εσωτερικός Κανονισμός της Εταιρείας τροποποιείται με απόφαση της Γενικής
Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, η
οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο.
4. Ο Εσωτερικός Κανονισμός μπορεί να ορίζει τεχνικά ή λεπτομερειακά ζητήματα
σχετικά με τη λειτουργία της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της, πλην του
ΤΧΣ, για τα οποία μπορεί να δίνεται εξουσιοδότηση στο Διοικητικό Συμβούλιο ή σε
ορισμένα από τα μέλη του να αποφασίζουν.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Όργανα - Οικονομικές Καταστάσεις
Άρθρο 190
Όργανα - Γενική Συνέλευση
1. Τα όργανα της Εταιρείας είναι η Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου, το
Εποπτικό Συμβούλιο, το Διοικητικό Συμβούλιο και οι Ελεγκτές.
2. To ανώτατο όργανο της Εταιρείας είναι η Γενική Συνέλευση του μοναδικού
μετόχου, δηλαδή του Ελληνικού Δημοσίου, όπως αυτό εκπροσωπείται νόμιμα από τον
Υπουργό Οικονομικών. Η Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου είναι το μόνο
αρμόδιο όργανο να αποφασίζει για θέματα, τα οποία σύμφωνα με την εφαρμοστέα
νομοθεσία υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Γενικής Συνέλευσης του
μετόχου, με εξαίρεση την εκλογή και την ανάκληση του διορισμού των μελών του
Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, τον καθορισμό της αμοιβής των μελών του
Διοικητικού Συμβουλίου και την τροποποίηση του Καταστατικού, ζητήματα τα οποία
αποφασίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Επιπλέον, η Γενική
Συνέλευση της Εταιρείας είναι αρμόδια να αποφασίζει επί των θεμάτων που
αναφέρονται κατωτέρω:
α. Εγκρίνει, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου της, το στρατηγικό
σχέδιο της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της , πλην (αα) του ΤΑΙΠΕΔ σε
σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία είναι προς ιδιωτικοποίηση κατά τη θέση
σε ισχύ του παρόντος νόμου και (ββ) του ΤΧΣ. Το εν λόγω στρατηγικό σχέδιο
περιλαμβάνει τους όποιους στόχους αξιοποίησης ή ιδιωτικοποίησης της Εταιρείας
βάσει γενικών στρατηγικών κατευθύνσεων που παρέχονται από τον Υπουργό
Οικονομικών («Στρατηγικό Σχέδιο»). Τα ζητήματα που περιλαμβάνει το Στρατηγικό
Σχέδιο καθορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό.
β. Εγκρίνει τις τροποποιήσεις του Καταστατικού της Εταιρείας κατόπιν πρότασης
του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο.
γ. Εγκρίνει την σύσταση νέων άμεσων θυγατρικών κατόπιν πρότασης του Διοικητικού
Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο, δ. Εκλέγει τους
Ελεγκτές της Εταιρείας βάσει λίστας υποψηφίων που υποβάλλεται από το Εποπτικό
Συμβούλιο στη Γενική Συνέλευση σύμφωνα με το άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο
10.
ε. Εγκρίνει την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας, κατόπιν πρότασης
του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο.
στ. Εγκρίνει τον Εσωτερικό Κανονισμό της Εταιρείας.
ζ. Εγκρίνει τροποποιήσεις του Εσωτερικού Κανονισμού κατόπιν πρότασης του
Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο, η.
Απαλλάσσει το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας από κάθε ευθύνη σύμφωνα με το
άρθρο 35 του κ.ν. 2190/1920, λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση του Διοικητικού
Συμβουλίου από το Εποπτικό Συμβούλιο. Τυχόν απόφαση περί μη απαλλαγής του
Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας πρέπει να αιτιολογείται.
Άρθρο 191
Εποπτικό Συμβούλιο
1. To Εποπτικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για την εποπτεία του Διοικητικού
Συμβουλίου της Εταιρείας με σκοπό να διασφαλίσει ότι αυτό λειτουργεί σύμφωνα με
τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του Καταστατικού και του Εσωτερικού Κανονισμού
και προς το συμφέρον της Εταιρείας.
2. Το Εποπτικό Συμβούλιο αποτελείται από πέντε (5) μέλη που διορίζονται από τη
Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου, σύμφωνα με τα κατωτέρω:
α) τρία (3) μέλη επιλέγονται από τον μοναδικό μέτοχο, κατόπιν σύμφωνης γνώμης
της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας που ενεργούν
από κοινού,
β) δύο (2) μέλη, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου,
επιλέγονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας,
ενεργώντας από κοινού, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Οικονομικών.
3. Η θητεία των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου είναι πέντε (5) έτη.
4. Το Εποπτικό Συμβούλιο αποφασίζει επί των κατωτέρω θεμάτων:
α. Εκλέγει και διορίζει τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας υπό τις
προϋποθέσεις που αναφέρονται κατωτέρω στο άρθρο 9. β. Ανακαλεί τον διορισμό των
μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, γ. Καθορίζει τις αμοιβές των
μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας και εγκρίνει τις εργασιακές ή
άλλες συμβάσεις σύμφωνα με τις οποίες παρέχουν υπηρεσίες στην Εταιρεία, σύμφωνα
με το άρθρο 11.
δ. Προσυπογράφει την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας για την
ανάκληση, προ της λήξης της θητείας τους, του διορισμού των μελών των
Διοικητικών Συμβουλίων των άμεσων θυγατρικών της Εταιρείας, εξαιρουμένων των
μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής και του Γενικού Συμβουλίου του ΤΧΣ. ε.
Προσυπογράφει την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση
του μοναδικού μετόχου για οποιαδήποτε τροποποίηση του Εσωτερικού Κανονισμού της
Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της, εκτός του ΤΧΣ. στ. Προσυπογράφει την
πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού
μετόχου για οποιαδήποτε τροποποίηση του Καταστατικού της Εταιρείας.
ζ. Προσυπογράφει την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση
του μοναδικού μετόχου για τη σύσταση νέων άμεσων θυγατρικών, η. Προσυπογράφει
την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού
μετόχου για οποιαδήποτε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας.
η. Αξιολογεί τα πεπραγμένα του Διοικητικού Συμβουλίου και καταρτίζει και
υποβάλει στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου ετήσια έκθεση επί των
πεπραγμένων του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία, επίσης, δημοσιεύεται στην
ιστοσελίδα της Εταιρείας.
θ. Εποπτεύει την τήρηση των κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης της Εταιρείας
σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και τον Εσωτερικό Κανονισμό, ι. Υποβάλλει στη Γενική
Συνέλευση λίστα υποψηφίων Ελεγκτών σύμφωνα με το άρθρο 10 του παρόντος νόμου.
ια. Προσυπογράφει την επαναμεταβίβαση στο Ελληνικό Δημόσιο άνευ ανταλλάγματος,
με σύμβαση που καταρτίζεται με αυτό, περιουσιακών στοιχείων τα οποία
μεταβιβάσθηκαν στην Εταιρεία ή στις άμεσες θυγατρικές της δυνάμει του παρόντος
νόμου.
ιβ. Εγκρίνει τη διενέργεια από οποιοδήποτε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου
πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 9 του παρόντος νόμου.
5. Κάθε μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου μπορεί να ζητά από το Διοικητικό
Συμβούλιο οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που, κατά την κρίση του, είναι
απαραίτητο για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Το Διοικητικό Συμβούλιο οφείλει
να παρέχει τα εν λόγω στοιχεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
6. Το Εποπτικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν τουλάχιστον τέσσερα (4) μέλη
αυτού είναι παρόντα. Κάθε μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου έχει μια (1) ψήφο. Οι
αποφάσεις του Εποπτικού Συμβουλίου θα λαμβάνονται κατόπιν θετικής ψήφου
τουλάχιστον τεσσάρων (4) μελών. Σε περίπτωση που η θέση ενός ή περισσοτέρων
μελών του Εποπτικού Συμβουλίου κενωθεί λόγω θανάτου, παραίτησης, ή απώλειας της
ιδιότητας του μέλους με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τα υπόλοιπα μέλη συνεχίζουν
προσωρινά να ασκούν τις αρμοδιότητες του Εποπτικού Συμβουλίου, υπό τον όρο ότι
τουλάχιστον δύο (2) μέλη συμμετέχουν στη συνεδρίαση του Εποπτικού Συμβουλίου.
Στην περίπτωση που έχει κενωθεί θέση μέλους του Εποπτικού Συμβουλίου κατά τα
ανωτέρω, το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί να λάβει νόμιμα αποφάσεις μόνο ομοφώνως
και υπό την προϋπόθεση ότι παρίστανται στη συνεδρίαση τουλάχιστον ένα (1) μέλος
που επιλέχθηκε από κοινού από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και του Ευρωπαϊκό Μηχανισμό
Σταθερότητας και ένα μέλος (1) που επιλέχθηκε από τον Υπουργό Οικονομικών. Σε
περίπτωση κένωσης θέσης και των τριών (3) μελών που επιλέγονται από τον Υπουργό
Οικονομικών, το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί να συνεδριάζει νόμιμα και να λαμβάνει
αποφάσεις με την παρουσία των υπολοίπων δύο μελών, μετά την πάροδο τριάντα (30)
ημερών από την κένωση της θέσης του τελευταίου μέλους από αυτά που επιλέγονται
από τον Υπουργό Οικονομικών και υπό την προϋπόθεση ότι εντός της ως άνω
προθεσμίας, ο Υπουργός Οικονομικών δεν πρότεινε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στον
Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας τουλάχιστον ένα (1) νέο μέλος σύμφωνα με την ως
άνω διάταξη. Η κενή θέση κάθε μέλους του Εποπτικού Συμβουλίου πρέπει να
πληρούται εντός ενενήντα (90) ημερών με τον διορισμό νέου μέλους σύμφωνα με τη
διαδικασία που περιγράφεται στο παρόν άρθρο και μέχρι τη λήξη της θητείας του
μέλους που αντικαθίσταται.
7. Είτε ο Υπουργός Οικονομικών, είτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός
Μηχανισμός Σταθερότητας (τα δύο τελευταία ενεργώντας από κοινού) δύνανται να
ζητήσουν αιτιολογημένα με επιστολή που απευθύνεται και κοινοποιείται στο άλλο
μέρος, την ανάκληση μέλους ή μελών του Εποπτικού Συμβουλίου αν, ενδεικτικά, τα
εν λόγω μέλη: (α) παραβιάζουν με τις πράξεις ή παραλείψεις τους τις διατάξεις
του παρόντος νόμου ή του Εσωτερικού Κανονισμού, (β) παρεμποδίζουν με τις πράξεις
ή τις παραλείψεις τους τη λειτουργία της Εταιρείας ή των θυγατρικών της με τρόπο
που οι δραστηριότητες αυτών να παρακωλύονται αδικαιολόγητα ή να τίθεται σε
κίνδυνο η επίτευξη των σκοπών τους, όπως ενδεικτικά, αν απουσιάζουν σε
περισσότερες από τρεις (3) συνεχόμενες συνεδριάσεις (γ) επιδεικνύουν εμφανή
απροθυμία ή αδυναμία εκτέλεσης των καθηκόντων τους κατά τρόπο αντίθετο από αυτόν
που εύλογα αναμένεται από αυτούς, σύμφωνα με την εμπειρία και τα προσόντα τους.
Αναφορικά με τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου, το μέρος που πρότεινε τον
διορισμό συγκεκριμένου προσώπου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου
είναι εν τέλει αρμόδιο να αποφασίσει και την ανάκληση του διορισμού του. Αν
αποφασίσει ότι η ανάκληση δεν είναι δικαιολογημένη, το μέλος παραμένει στη θέση
του. Το μέλος που ανακαλείται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δεν δικαιούται
αποζημίωσης λόγω της ανάκλησης. Η θέση του μέλους που ανακαλείται ο διορισμός
του κατά τα ανωτέρω πληρούται σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο
παρόν άρθρο.
Άρθρο 192
Διοικητικό Συμβούλιο
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας αποτελείται από πέντε (5) έως επτά (7)
μέλη τα οποία εκλέγονται για τετραετή (4) θητεία, όπως ορίζεται στο Καταστατικό
της με απόφαση του Εποπτικού Συμβουλίου και υπό τις προϋποθέσεις που θέτει ο
Εσωτερικός Κανονισμός. Το Εποπτικό Συμβούλιο διορίζει μεταξύ των μελών του
Διοικητικού Συμβουλίου τον Πρόεδρο και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο. Πέραν του
διορισμού του πρώτου Διευθύνοντος Συμβούλου της Εταιρείας, ο διορισμός του
Διευθύνοντος Συμβούλου της πραγματοποιείται κατόπιν διαβούλευσης του Εποπτικού
Συμβουλίου με τα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Στην έναρξη της
διαδικασίας επιλογής το Εποπτικό Συμβούλιο ζητά την απλή γνώμη του Υπουργού
Οικονομικών επί των προτεινόμενων χαρακτηριστικών του προσώπου που θα διοριστεί
ως Διευθύνων Σύμβουλος. Ο Υπουργός Οικονομικών παρέχει την ως άνω γνώμη εντός
δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την υποβολή του αιτήματος του Εποπτικού
Συμβουλίου. Με την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, το Εποπτικό Συμβούλιο
προχωρά στην διαδικασία επιλογής ακόμα και αν η γνώμη δεν έχει δοθεί. Στο τέλος
της διαδικασίας επιλογής το Εποπτικό Συμβούλιο υποβάλει στον Υπουργό Οικονομικών
τελική λίστα με τους κατάλληλους υποψήφιους για τη θέση του Διευθύνοντος
Συμβούλου και ο Υπουργός Οικονομικών παρέχει, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών
την απλή γνώμη του επί των υποψηφιοτήτων. Με την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας
το Εποπτικό Συμβούλιο προβαίνει στην επιλογή, ακόμα και αν η ανωτέρω γνώμη δεν
έχει δοθεί.
Πέραν του Διευθύνοντος Συμβούλου, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να διορίσει
άλλο ένα (1) εκτελεστικό μέλος. Όλα τα υπόλοιπα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου
είναι μη εκτελεστικά. Η διαδικασία επιλογής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου
και ο καθορισμός της αμοιβής τους, όπως επίσης και η αξιολόγηση τους αναφέρονται
στο άρθρο 11 και αναλύονται περαιτέρω στον Εσωτερικό Κανονισμό. Η αμοιβή των
μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και οι εργασιακές ή άλλες συμβάσεις, σύμφωνα με
τις οποίες παρέχουν υπηρεσίες στην Εταιρεία τυγχάνουν της αποδοχής του Εποπτικού
Συμβουλίου.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για τη διοίκηση της Εταιρείας και την
επίτευξη των καταστατικών τηςσκοπών. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει επί όλων
των θεμάτων που σχετίζονται με τη διαχείριση της Εταιρείας, εκτός από τα θέματα
εκείνα που σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ανήκουν στην αρμοδιότητα
του Εποπτικού Συμβουλίου ή της Γενικής Συνέλευσης. Το Διοικητικό Συμβούλιο έχει
τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρό 22 του κ.ν. 2190/1920, καθώς και τις
ακόλουθες ενδεικτικές αρμοδιότητες: α. Αναλαμβάνει συμβατικές υποχρεώσεις για
λογαριασμό της Εταιρείας, συμπεριλαμβανομένης της ανάθεσης συμβάσεων για την
προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών.
β. Διορίζει και ανακαλεί τον Διευθυντή Εσωτερικού Ελέγχου και τον Οικονομικό
Διευθυντή σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Εσωτερικό Κανονισμό, γ.
Εγκρίνει τους γενικούς όρους και προϋποθέσεις για την απασχόληση του προσωπικού
της Εταιρείας, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής αμοιβών, σύμφωνα με τον
Εσωτερικό Κανονισμό. Η πολιτική αμοιβών πρέπει να είναι ανταγωνιστική έτσι ώστε
να προσελκύει πρόσωπα που διαθέτουν εμπειρία και ανάλογα προσόντα, καθώς και να
ενθαρρύνει τη παραμονή τους στην Εταιρεία, δ. Εγκρίνει, κατόπιν πρότασης του
Διευθύνοντος Συμβούλου σε ετήσια βάση το επιχειρηματικό σχέδιο της Εταιρείας, το
οποίο πρέπει σε κάθε περίπτωση να βασίζεται στις γενικές στρατηγικές
κατευθύνσεις που περιλαμβάνονται στο Στρατηγικό Σχέδιο της Εταιρείας.
ε. Διορίζει τα όργανα διοίκησης των άμεσων θυγατρικών της (εκτός του ΤΧΣ) μέσω
της Γενικής Συνέλευσης αυτών και, κατόπιν προηγούμενης έγκρισης από το Εποπτικό
Συμβούλιο, αποφασίζει την ανάκληση τους.
στ. Εγκρίνει: (αα) τυχόν απόσχιση περιουσιακών στοιχείων από μια άμεση θυγατρική
της Εταιρείας (πλην του ΤΧΣ) σε οποιαδήποτε θυγατρική, (ββ) τυχόν μεταβίβαση
περιουσιακών στοιχείων από μια άμεση θυγατρική (πλην του ΤΧΣ) στο Ελληνικό
Δημόσιο, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου της εν λόγω άμεσης
θυγατρικής και υπό την προϋπόθεση προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο. Η
παραπάνω μεταβίβαση πραγματοποιείται μόνο εφόσον έχει εκ των προτέρων εγκριθεί
από τον Υπουργό Οικονομικών. Στο πλαίσιο της ανωτέρω αρμοδιότητας, το Διοικητικό
Συμβούλιο εξειδικεύει την αναγκαιότητα της
απόσχισης ή μεταβίβασης, τους όρους της, περιλαμβανόμενων των δικαιωμάτων,
υποχρεώσεων και εργασιακών σχέσεων που μεταβιβάζονται, ζ. Αποφασίζει την
υλοποίηση επενδύσεων κατόπιν πρότασης της Επιτροπής Επενδύσεων και βάσει του
Εσωτερικού Κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 17 του παρόντος νόμου.
η. Εγκρίνει το σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΕΤΑΔ και τυχόν σχέδια αναδιοργάνωσης των
άμεσων θυγατρικών της Εταιρείας (πλην του ΤΧΣ και των συμμετοχών του στο
μετοχικό κεφάλαιο άλλων εταιριών).
θ. Λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση συμμόρφωσης με τις αρχές εταιρικής
διακυβέρνησης, διαφάνειας και εποπτείας, σύμφωνα με τις βέλτιστες διεθνείς
πρακτικές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ. ι. Υποβάλλει στο Εποπτικό
Συμβούλιο τριμηνιαίες εκθέσεις για την τήρηση των κανόνων της εταιρικής
διακυβέρνησης του παρόντος νόμου και του Εσωτερικού Κανονισμού της Εταιρείας,
όπως ειδικότερα αναλύονται στον Εσωτερικό Κανονισμό, ια. Υποβάλλει προς έγκριση
στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου τις οικονομικές καταστάσεις της
Εταιρείας.
ιβ. Καταρτίζει και υποβάλλει στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου ετήσια
έκθεση αναφορικά με τα πεπραγμένα της Εταιρείας. Η εν λόγω έκθεση υποβάλλεται
ταυτόχρονα στη Βουλή και συζητείται ενώπιον της αρμόδιας Επιτροπής αυτής σύμφωνα
με το άρθρο 19 του παρόντος νόμου.
ιγ. Προτείνει στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου κατόπιν
προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της
Εταιρείας.
ιδ. Προτείνει στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου κατόπιν
προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο την τροποποίηση του καταστατικού της
Εταιρείας.
ιε. Προτείνει στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου κατόπιν
προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο τη σύσταση νέων άμεσων θυγατρικών της
Εταιρείας.
ιστ. Συντάσσει τροποποιήσεις του Εσωτερικού Κανονισμού, τις οποίες με την
προϋπόθεση προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο, υποβάλλει προς έγκριση στη
Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου.
ιζ. Υποβάλλει προς έγκριση στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου το
Στρατηγικό Σχέδιο της Εταιρείας.
ιη. Ασκεί όλες τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που προβλέπονται στον παρόντα
νόμο και την εφαρμοστέα νομοθεσία.
ιθ. Αποφασίζει τη σύσταση ενός ή περισσοτέρων ελεγκτικών ή συμβουλευτικών
οργάνων της Εταιρείας (όπως Επιτροπή Εσωτερικού Ελέγχου, η οποία θα πρέπει να
αποτελείται από μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και Επιτροπή
Επενδύσεων), καθορίζοντας τους όρους και τις προϋποθέσεις του διορισμού των
μελών τους και θέτοντας τις αρμοδιότητες των ως άνω οργάνων.
~ S*lO-
κ. Επιβλέπει την εφαρμογή του ετήσιου επιχειρηματικού σχεδίου της Εταιρείας, κα.
Επιβλέπει τη συμμόρφωση με τους κανόνες της εταιρικής διακυβέρνησης που τίθενται
στον παρόντα νόμο και τον Εσωτερικό Κανονισμό.
κβ. Αξιολογεί την απόδοση του Διευθύνοντος Συμβούλου του Διοικητικού Συμβουλίου
και προτείνει στο Εποπτικό Συμβούλιο την ανάκληση αυτού.
3. Ο Πρόεδρος ή ο νόμιμος αναπληρωτής του, καθώς και ο Διευθύνων Σύμβουλος έχουν
τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στο Καταστατικό της Εταιρείας και τον
Εσωτερικό Κανονισμό.
4. Ένας (1) εκπρόσωπος που ορίζεται από κοινού από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και
τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας παρευρίσκεται στις συνεδριάσεις του
Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, ως παρατηρητής χωρίς δικαίωμα ψήφου. Ο ως
άνω εκπρόσωπος ενημερώνεται πλήρως επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης και
μπορεί να ζητήσει εγγράφως από το Διοικητικό Συμβούλιο κάθε πληροφορία επί των
θεμάτων που σχετίζονται με τη λειτουργία της Εταιρείας. Η εν λόγω ενημέρωση
παρέχεται σε αυτόν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η θητεία του εν λόγω
εκπροσώπου είναι τέσσερα (4) συναπτά έτη, χωρίς δικαίωμα ανανέωσης του ιδίου
προσώπου.
5. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται τουλάχιστον
τρία (3) μέλη. Κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου έχει μία ψήφο. Οι αποφάσεις
του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με την πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε
περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Σε περίπτωση που ο
εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας,
έχει προσκληθεί να συμμετάσχει σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην προηγούμενη
παράγραφο, η απουσία του δεν επηρεάζει τη νόμιμη συγκρότηση του Διοικητικού
Συμβουλίου. Αν απουσιάζουν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου λόγω θανάτου,
παραίτησης ή λόγω απώλειας της ιδιότητας τους για άλλο λόγο τα απομένοντα μέλη
αυτού δύνανται να εκτελούν προσωρινά τις αρμοδιότητες του Διοικητικού
Συμβουλίου, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει η απαρτία της παρούσας παραγράφου. Η
κενή θέση πρέπει να αναπληρώνεται εντός εξήντα (60) ημερών με το διορισμό νέου
μέλους και σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον παρόντα νόμο και μέχρι
τη λήξη της θητείας του μέλους που αντικαθίσταται.
6. Τα κωλύματα, ασυμβίβαστα και οι περιπτώσεις για τις οποίες προβλέπεται
έκπτωση από το αξίωμα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου αναφέρονται στο
άρθρο 11 και λεπτομερώς στον Εσωτερικό Κανονισμό. Ενδεικτικά τα μέλη του
Διοικητικού Συμβουλίου δεν επιτρέπεται να ενεργούν κατ' επάγγελμα πράξεις, είτε
ατομικά είτε με τη συνεργασία τρίτων, σε τομείς σχετικούς με τις δραστηριότητες
της Εταιρείας, όπως αναφέρονται στο Καταστατικό της ή να διεξάγουν
δραστηριότητες όμοιες με τους ως άνω σκοπούς ή να συμμετέχουν με οιονδήποτε
τρόπο σε εταιρείες που επιδιώκουν αυτούς τους σκοπούς χωρίς την προηγούμενη
έγκριση του Εποπτικού Συμβουλίου. Σε περίπτωση παραβίασης αυτής της υποχρέωσης,
η Εταιρεία δικαιούται αποζημίωση για κάθε θετική ή αποθετική ζημία.
7. Εφόσον οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται σύμφωνα με τις
ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, του Εσωτερικού Κανονισμού και της ισχύουσας
νομοθεσίας, λογίζεται ότι είναι σύμφωνες με το σκοπό της Εταιρείας, όπως αυτός
προβλέπεται στο άρθρο 2. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν υπέχουν αστική
ευθύνη έναντι τρίτων για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων
τους παρά μόνο για δόλο ή βαρεία αμέλεια. Στο μέτρο που απόφαση του Διοικητικού
Συμβουλίου έχει καταστεί αντικείμενο ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η απόφαση
του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι δεσμευτική σε κάθε αστικό και ποινικό δικαστήριο
αποκλειστικά για τα θέματα που έχουν ελεγχθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο με βάση
στοιχεία που έχουν υποβληθεί. Σε κάθε περίπτωση μήνυσης, έγκλησης, καταγγελίας ή
αναφοράς για πράξεις ή παραλείψεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της
Εταιρείας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, επιλαμβάνεται ο Εισαγγελέας του
Αρείου Πάγου αυτοπροσώπως.
8. Μέχρι την εκλογή του πρώτου Διοικητικού Συμβουλίου το Εποπτικό Συμβούλιο
εκπροσωπεί και δεσμεύει την Εταιρεία αποκλειστικά για τις πράξεις που
απαιτούνται για να πραγματοποιηθεί η εκλογή.
Άρθρο 193 Ελεγκτές
Ως Ελεγκτής της Εταιρείας διορίζεται από τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού
μετόχου οποιαδήποτε ελεγκτική εταιρία διεθνούς φήμης, βάσει καταλόγου υποψηφίων
εταιριών που υποβάλλεται από το Εποπτικό Συμβούλιο. Οι ελεγκτές της Εταιρείας
έχουν τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στην εφαρμοστέα νομοθεσία περί ανωνύμων
εταιριών. Ο ίδιος ελεγκτής ή ελεγκτική εταιρία δεν μπορεί να εκλεγεί για
περισσότερα από τρία (3) συναπτά έτη.
Άρθρο 194
Κανόνες που εφαρμόζονται στα όργανα της Εταιρείας και των άμεσων
θυγατρικών της
1. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου, όπως εξειδικεύονται στον Εσωτερικό
Κανονισμό, εφαρμόζονται στο Εποπτικό Συμβούλιο, στο Διοικητικό Συμβούλιο, καθώς
και στα όργανα διοίκησης των άμεσων θυγατρικών της, πλην των μελών της
Εκτελεστικής Επιτροπής και του Γενικού Συμβουλίου του ΤΧΣ, («μέλη οργάνων της
Εταιρείας»), εκτός αν ορίζεται κάτι διαφορετικό: (α) στις παραγράφους του
παρόντος άρθρου , ή (β) σε ειδικότερες διατάξεις της νομοθεσίας που διέπει
καθένα από αυτά τα όργανα.
2. Μόνο ανεπίληπτα πρόσωπα μπορούν να επιλεγούν ως μέλη οργάνων της Εταιρείας.
3. Οι ιδιότητες Βουλευτή, μέλους της Κυβερνήσεως, στελέχους Υπουργείου ή άλλης
δημόσιας αρχής ή η ιδιότητα στελέχους των οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και του
Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι ασυμβίβαστες με εκείνη της ιδιότητας μέλους
οργάνων της Εταιρείας. Στέλεχος ή υπάλληλος Πανεπιστημίου δεν λογίζεται ως
στέλεχος της Κυβέρνησης ή υπάλληλος Υπουργείου ή άλλης δημόσιας αρχής.
4. Δεν δύναται να επιλεγεί ως μέλος οργάνων της Εταιρείας πρόσωπο που:
α. Έχει καταδικαστεί με οριστική απόφαση για ποινικό αδίκημα, και ιδίως για
(χωρίς περιορισμό):
αα. αδικήματα σύμφωνα με τη νομοθεσία περί αγοράς τίτλων ή κινητών αξιών ή μέσων
πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων των νόμων για τη νομιμοποίηση εσόδων από
εγκληματικές δραστηριότητες, την χειραγώγηση της αγοράς ή τις πράξεις προσώπων
που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και την τοκογλυφία, ββ. εγκλήματα
απιστίας, απάτη, ή οικονομικό έγκλημα, γγ. φορολογικά αδικήματα,
δδ. άλλα αδικήματα σύμφωνα με τη νομοθεσία περί εταιριών, πτώχευσης,
αφερεγγυότητας ή προστασίας του καταναλωτή, β. Έχει κηρυχθεί σε πτώχευση
γ. Λόγω οποιοσδήποτε παραπτώματος, δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την άσκηση
επαγγέλματος,
5. Τα μέλη οργάνων της Εταιρείας πρέπει να διαθέτουν αναγνωρισμένο κύρος,
επιστημονική επάρκεια και επαγγελματική εμπειρία, υψηλό επίπεδο τεχνογνωσίας και
εκτενή εμπειρία που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της θέσης ή των τομέων στους
οποίους δραστηριοποιείται η Εταιρεία.
6. Προκειμένου να αξιολογηθεί η φήμη των υποψήφιων μελών οργάνων της Εταιρείας
λαμβάνονται υπόψη οποιεσδήποτε σχετικές τρέχουσες ή προηγούμενες έρευνες ή
διώξεις σχετικά με το εν λόγω υποψήφιο μέλος από τις αρχές ή οποιοδήποτε
εποπτικό ή επαγγελματικό φορέα.
7. Ο καθορισμός της αμοιβής μέλους οργάνου της Εταιρείας, καθώς και των
εμπειρογνωμόνων θυγατρικών πραγματοποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία που
προβλέπεται από τον Εσωτερικό Κανονισμό κατά τρόπο που να διασφαλίζει ότι η
αμοιβή κυμαίνεται σε ανταγωνιστικά επίπεδα και είναι δυνατό να προσελκύσει
άριστους επαγγελματίες. Για το σκοπό αυτό, (α) ο Υπουργός Οικονομικών ενεργώντας
ως μοναδικός μέτοχος της Εταιρείας, αναφορικά με τη αμοιβή των μελών του
Εποπτικού Συμβουλίου, (β) το Εποπτικό Συμβούλιο αναφορικά με τη αμοιβή του
Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας και (γ) το Διοικητικό Συμβούλιο της
Εταιρείας αναφορικά με την αμοιβή των Διοικητικών Συμβουλίων των άμεσων
θυγατρικών της, αναθέτει σε διεθνή σύμβουλο να συνδράμει στην προετοιμασία της
πολιτικής αποδοχών ως προς την Εταιρεία και τις άμεσες θυγατρικές της. Οι
αμοιβές και αποζημιώσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου δεν αποτελούν
συνάρτηση των κερδών της Εταιρείας ή των άμεσων θυγατρικών της αλλά συνδέονται
εν μέρει με την επίτευξη στόχων, όπως αυτοί καθορίζονται στο εκάστοτε
Επιχειρηματικό Σχέδιο.
8. Οι συνεδριάσεις του Εποπτικού Συμβουλίου και του Διοικητικού Συμβουλίου,
καθώς και το σχετικό υλικό και τα πρακτικά των συνεδριάσεων, είναι
εμπιστευτικές.
Άρθρο 195
Οικονομικές Καταστάσεις
1. Οι ελεγμένες εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις της Εταιρείας, καθώς και οι
ετήσιες ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις και εκθέσεις της εγκρίνονται από τη
Γενική Συνέλευση της Εταιρείας, η οποία είναι υπεύθυνη και για την απαλλαγή των
ελεγκτών από κάθε ευθύνη, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον κ. ν. 2190/1920.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο συντάσσει, επίσης, τριμηνιαίες αναφορές επί των
πεπραγμένων και των οικονομικών καταστάσεών της Εταιρείας που περιλαμβάνουν
αναλυτική κατάσταση του συνόλου των εσόδων και καταστάσεις χρηματορροών και
οικονομικής θέσης, οι οποίες υποβάλλονται στο Εποπτικό Συμβούλιο και αναρτώνται
στην ιστοσελίδα της Εταιρείας εντός ενενήντα (90) ημερών από το τέλος κάθε
τριμήνου.
3. Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις υποβάλλονται σε διατυπώσεις δημοσιότητας,
όπως ο νόμος κάθε φορά ορίζει.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Διατάξεις για τις άμεσες θυγατρικές
Άρθρο 196
Διατάξεις σχετικά με την ΕΤΑΔ
1. Σκοπός της ΕΤΑΔ είναι να αξιοποιεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, με κάθε
πρόσφορο μέσο, τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία που περιέρχονται στην κυριότητά
της δυνάμει του παρόντος νόμου, τα περιουσιακά στοιχεία την διαχείριση των
οποίων έχει αναλάβει από άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και από νομικά
πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, καθώς και από
δημόσιες επιχειρήσεις το μετοχικό κεφάλαιο των οποίων κατέχει, άμεσα ή έμμεσα,
το Ελληνικό Δημόσιο.
2. Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΤΑΔ εκλέγεται από τη Γενική Συνέλευση του
μετόχου της, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Η Γενική Συνέλευση του
μετόχου της διορίζει, μεταξύ των εκλεγέντων μελών, τον Πρόεδρο και τον
Διευθύνοντα Σύμβουλο του Διοικητικού Συμβουλίου.
3. Το καταστατικό της ΕΤΑΔ μπορεί να τροποποιηθεί με απόφαση της Συνέλευσης του
μετόχου της, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν.2190/1920.
-£ΛΗ-
4. Η κυριότητα και νομή όλων των κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων τα
οποία ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο και τα διαχειρίζεται η ΕΤΑΔ σύμφωνα με το ν.
2636/1998, μεταβιβάζονται αυτομάτως στην ΕΤΑΔ χωρίς αντάλλαγμα, με τις κατωτέρω
εξαιρέσεις:
α. Αιγιαλοί, παραλίες και παρόχθιες εκτάσεις, υδρότοποι,
β. Περιοχές Ramsar,
γ. Περιοχές Natura,
δ. Αρχαιολογικοί χώροι,
ε. Αμιγώς δασικές εκτάσεις,
και λοιπά πράγματα εκτός συναλλαγής.
Σε περίπτωση που μέρος ακινήτου εμπίπτει σε μία από τις ανωτέρω εξαιρέσεις, η
κυριότητα του μέρους του ακινήτου που δεν εμπίπτει σε μία από τις ανωτέρω
εξαιρέσεις μεταβιβάζεται στην ΕΤΑΔ σύμφωνα με τα ανωτέρω.
5. Η ΕΤΑΔ εξακολουθεί να διαχειρίζεται τα περιουσιακά στοιχεία που εξαιρούνται
από τη μεταβίβαση σύμφωνα, με τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, υπό την
επιφύλαξη υφιστάμενου δικαιώματος οποιουδήποτε νομικού προσώπου, εκτός του
Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο έχει αναθέσει τη διαχείριση των περιουσιακών
στοιχείων στην ΕΤΑΔ, να ανακαλέσει τη σχετική ανάθεση.
6. Αλλα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία ανήκουν κατά κυριότητα στο Ελληνικό
Δημόσιο δύναται να μεταβιβαστούν στην ΕΤΑΔ με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
7. Η κυριότητα και νομή επί όλων των ακίνητων του ΤΑΙΠΕΔ, με την εξαίρεση των
ακινήτων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Γ, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο
μέρος του παρόντος νόμου, μεταβιβάζονται αυτοδικαίως από το ΤΑΙΠΕΔ στην ΕΤΑΔ
χωρίς αντάλλαγμα.
8. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΤΑΔ αποφασίζει την καταχώριση στα αρμόδια
κτηματολόγια της μεταβίβασης κάθε περιουσιακού στοιχείου που μεταβιβάστηκε στην
ΕΤΑΔ, σύμφωνα με τις ως παραγράφους 4 έως και 7. Το απόσπασμα κάθε απόφασης του
Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΤΑΔ, στο οποίο περιγράφεται το μεταβιβασθέν
περιουσιακό στοιχείο, τα δικαιώματα της ΕΤΑΔ επί του περιουσιακού στοιχείου,
καθώς και όλα τα άλλα απαιτούμενα εκ της ισχύουσας νομοθεσίας στοιχεία για τον
σκοπό της καταχώρισης συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στη διάταξη του παρόντος
νόμου, σύμφωνα με την οποία έγινε η μεταβίβαση, αποτελεί τον τίτλο για την
καταχώριση της μεταβίβασης των περιουσιακών στοιχείων της ΕΤΑΔ στα αρμόδια
κτηματολόγια ή υποθηκοφυλακεία της περιφέρειας κατά περίπτωση. Η καταχώριση στα
αρμόδια κτηματολόγια ή υποθηκοφυλακεία των περιφερειών πρέπει να
πραγματοποιείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση από τη λήψη της σχετικής
απόφασης.
9. Η μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με τις παραγράφους 4 έως και
7 και η καταχώρηση ή εγγραφή της μεταβίβασης αυτής στα αρμόδια κτηματολόγια ή
υποθηκοφυλακεία σύμφωνα με την παράγραφο 8 απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος,
εισφορά, αμοιβή η δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή οποιοσδήποτε τρίτου,
συμπεριλαμβανομένου του φόρου εισοδήματος για το κάθε μορφής εισόδημα που
προκύπτει από τη δραστηριότητα της ΕΤΑΔ, του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου, του
φόρου έναρξης δραστηριότητας, τέλους, εισφοράς ή δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου ή
οποιοσδήποτε ν.π.δ.δ., Ασφαλιστικών Οργανισμών ή τρίτων, δικαιωμάτων
συμβολαιογράφων, δικηγόρων, δικαστικών επιμελητών και αμοιβών ή ανταποδοτικών
τελών υποθηκοφυλάκων και πάσης φύσης ανταποδοτικών τελών ή άλλων δαπανών που
επιβάλλονται για την καταχώρηση του αποσπάσματος της απόφασης του Διοικητικού
Συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 8 στα αρμόδια κτηματολόγια. Για την
καταχώρηση ή εγγραφή της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΤΑΔ στα
αρμόδια κτηματολόγια ή υποθηκοφυλακεία της περιφέρειας του ακινήτου αρκεί η
απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΤΑΔ και δεν απαιτούνται άλλα έγγραφα,
συμπεριλαμβανομένου του πιστοποιητικού ενεργείας και της δήλωσης του πολιτικού
μηχανικού, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ν. 4178/2013 (Α' 174) ή
οποιασδήποτε άλλης ισοδύναμης δήλωσης που υποκαθιστά τη δήλωση αυτή.
10. Οποιοδήποτε από τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία που μεταβιβάζονται στην ΕΤΑΔ
σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύναται να μεταβιβασθεί εκ νέου χωρίς αντάλλαγμα στο
Δημόσιο κατόπιν εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΤΑΔ, η οποία εκδίδεται
μετά τη λήψη της απαιτούμενης τεχνικής βοήθειας, και με την επιφύλαξη της
προσυπογραφής του Εποπτικού Συμβουλίου και έγκρισης του Υπουργού Οικονομικών.
11. Εμπράγματα δικαιώματα τρίτων μπορεί να κηρύσσονται αναγκαστικώς
απαλλοτριωτέα υπέρ της Εταιρείας ή θυγατρικής της και με κόστος της Εταιρείας ή
του ειδικού διαδόχου κατά περίπτωση, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών για
λόγους μείζονος σημασίας δημοσίου συμφέροντος, αν κρίνονται αναγκαία για την
αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας ή των θυγατρικών της ή αν
κρίνονται αναγκαία για την πραγματοποίηση επενδυτικού σχεδίου ειδικού διαδόχου
της Εταιρείας ή θυγατρικής της. Η απαλλοτρίωση κηρύσσεται υπέρ της Εταιρείας ή
θυγατρικής της, όπως ειδικότερα ορίζεται στην απόφαση που κηρύσσει την
απαλλοτρίωση. Οποιοδήποτε κόστος της Εταιρείας για αυτόν τον σκοπό θα καλυφθεί
από τα ποσά που προορίζονται για επενδύσεις σύμφωνα με το άρθρο 17 του παρόντος
νόμου.
12. Αν η απαλλοτρίωση κηρύσσεται σε ακίνητο επί του οποίου αναγνωρίστηκαν
δικαστικώς, μετά τη μεταβίβαση του ακινήτου στην Εταιρεία ή σε θυγατρική της,
εμπράγματα δικαιώματα τρίτων, η δαπάνη της αποζημίωσης για την αναγκαστική
απαλλοτρίωση βαρύνει την Εταιρεία. Για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης στις
απαλλοτριώσεις που κηρύσσονται, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, δεν λαμβάνεται
υπόψη προσαύξηση της αξίας του απαλλοτριούμενού, η οποία οφείλεται άμεσα ή
έμμεσα ή σχετίζεται με τη νομή, την κατοχή ή την αξιοποίηση του ακινήτου από την
Εταιρεία ή από θυγατρική της. Οποιοδήποτε κόστος της Εταιρείας για αυτόν τον
σκοπό θα καλυφθεί από τα ποσά που προορίζονται για επενδύσεις σύμφωνα με το
άρθρο 17 του παρόντος νόμου.
13. Στα ακίνητα του Δημοσίου, ν.π.δ.δ., ν.π.ι.δ. και δημοσίων επιχειρήσεων που
ανήκουν κατά πλειοψηφία στο Ελληνικού Δημόσιο, τα οποία διακατέχονται παρανόμως
από τρίτους και μεταβιβάζονται κατά κυριότητα, νομή ή κατοχή στην ΕΤΑΔ,
εφαρμόζεται η προβλεπόμενη για την προστασία των δημοσίων κτημάτων νομοθεσία με
την άμεση αποβολή των παρανόμως διακατεχόντων αυτά προσώπων και την εφαρμογή εν
γένει της σχετικής προστατευτικής για τη δημόσια κτήση νομοθεσίας. Η ΕΤΑΔ
καθίσταται από κοινού αρμόδια με τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία όργανα για
τη διενέργεια κάθε αναγκαίως προς τούτο διοικητικής ή δικαστικής ενέργειας.
Άρθρο 197
Ειδικές διατάξεις για «Εταιρία Δημοσίων Συμμετοχών» (ΕΔΗΣ)
1. Συστήνεται δια του παρόντος νόμου ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Εταιρία
Δημοσίων Συμμετοχών» (ΕΔΗΣ).
2. Σκοπός της ΕΔΗΣ είναι να κατέχει τις συμμετοχές του κράτους σε δημόσιες
επιχειρήσεις, να διαχειρίζεται επαγγελματικά και να επαυξάνει την αξία των
συμμετοχών αυτών και να τις αξιοποιεί σύμφωνα με βέλτιστες διεθνείς πρακτικές
και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ, όσου αφορά την εταιρική διακυβέρνηση,
την εταιρική συμμόρφωση, την εποπτεία και τη διαφάνεια των διαδικασιών, καθώς
και σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές σε θέματα κοινωνικά και περιβαλλοντικά
υπεύθυνης επιχειρηματικότητας και διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα με τις
δημόσιες επχειρήσεις μέρη. Οι δημόσιες επιχειρήσεις που ελέγχονται από την ΕΔΗΣ
(α) υπόκεινται σε κατάλληλη εποπτεία σύμφωνα με τους κανόνες της εθνικής και
ευρωπαϊκής νομοθεσίας, (β) υλοποιούν και υποστηρίζουν τις εφαρμοστέες τομεακές
πολιτικές της Κυβέρνησης, (γ) αναλαμβάνουν κατόπιν ανάθεσης την παροχή Υπηρεσιών
Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ), ενδεικτικά μέσω της εκτέλεσης
υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, και τις
κοινές αξίες της Ένωσης που περιλαμβάνονται σε αυτήν.
3. Η ΕΔΗΣ διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, και συμπληρωματικά, από
τις διατάξεις του κ.ν.2190/1920, στο βαθμό που αυτές δεν έρχονται σε αντίθεση με
τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
4. Το αρχικό καταστατικό της ΕΔΗΣ, κυρώνεται με το άρθρο 22 του παρόντος νόμου
και υποβάλλεται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) της Γενικής Γραμματείας
Εμπορίου . Το ΕΔΗΣ αποκτά νομική προσωπικότητα με την καταχώρηση του
Καταστατικού στο Γ.Ε.ΜΗ.. Το Καταστατικό της ΕΔΗΣ τροποποιείται με απόφαση της
Συνέλευσης των μετόχων της, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν.2190/1920.
-sw -
5. To Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΔΗΣ εκλέγεται από τη Γενική Συνέλευση του
μοναδικού μετόχου, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου κ.ν. 2190/1920. Η Γενική
Συνέλευση του μοναδικού μετόχου της διορίζει, μεταξύ των εκλεγέντων μελών, τον
Πρόεδρο και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Διοικητικού Συμβουλίου. Με τον διορισμό
τους ο Πρόεδρος και ο Διευθύνων Σύμβουλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΔΗΣ
παρουσιάζονται ενώπιον της Βουλής των Ελλήνων σε δημόσια ακρόαση.
6. Την ημερομηνία καταχώρησης του καταστατικού της ΕΔΗΣ στο Γ.Ε.Μ.Η., οι
μετοχές των δημοσίων επιχειρήσεων που απαριθμούνται στο παράρτημα Β, το οποίο
αποτελεί αναπόσπαστο μέροςτου παρόντος νόμου, μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και
χωρίς αντάλλαγμα στην ΕΔΗΣ. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΔΗΣ ή οποιοδήποτε άλλο
εξουσιοδοτημένο από αυτό πρόσωπο διασφαλίζει ότι όλες οι ενέργειες που
απαιτούνται για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης
πραγματοποιούνται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου, συμπεριλαμβανομένης της εγγραφής της σχετικής μεταβίβασης στο
βιβλίο μετόχων κάθε μίας εκ των μη εισηγμένων εταιριών, οι μετοχές των οποίων
μεταβιβάζονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο και στην περίπτωση εταιριών
εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών την καταχώριση της σχετικής μεταφοράς στο
Σύστημα Άυλων Τίτλων. Με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής
Πολιτικής καθορίζεται η διαδικασία και τα κριτήρια για τις υπόλοιπες δημόσιες
επιχειρήσεις που θα μεταφερθούν στην ΕΔΗΣ.
7. Το καταστατικό των εταιριών, οι μετοχές των οποίων ανήκουν άμεσα ή έμμεσα στο
σύνολό τους ή εν μέρει στην ΕΔΗΣ, τροποποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του
κ.ν.2190/1920.
8. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου των εταιριών των οποίων οι μετοχές ανήκουν
άμεσα ή έμμεσα, στο σύνολό τους ή εν μέρει στην ΕΔΗΣ, εκλέγονται από τη
συνέλευση των μετόχων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Ένα
μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου προτείνεται προς εκλογή από τον Υπουργό
Οικονομικών. Όλα τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των ως άνω εταιρειών
επιλέγονται από Επιτροπή Επιλογής επί τη βάσει επαγγελματικών κριτηρίων,
κατάλληλων για την εκπλήρωση των σκοπών καθεμίας εξ αυτών, όπως εξειδικεύονται
στον Εσωτερικό Κανονισμό. Οι διατάξεις που περιέχουν αντίθετη ρύθμιση
καταργούνται από την καταχώρηση του καταστατικού της ΕΔΗΣ στο Γ.Ε.Μ.Η..
9. Η μεταβίβαση των μετοχών των δημοσιών επιχειρήσεων στην ΕΔΗΣ δεν επηρεάζει
αφ'εαυτή τους όρους εργασίας των υπαλλήλων των εν λόγω δημοσίων επιχειρήσεων.
10. α)0 Εσωτερικός Κανονισμός περιέχει ένα λεπτομερές πλαίσιο σχετικά με την
άσκηση από τις δημόσιες επιχειρήσεις δραστηριοτήτων που αποτελούν ειδικές
υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων που συνιστούν υπηρεσίες που
εξυπηρετούν το γενικό συμφέρον («πλαίσιο ειδικών
υποχρεώσεων»), συμπεριλαμβανομένων των Υ.Γ.Ο.Σ., το οποίο αντανακλά τη βέλτιστη
διεθνή πρακτική διακυβέρνησης των δημοσίων επιχειρήσεων, β) Το πλαίσιο ειδικών
υποχρεώσεων ρυθμίζει το συντονισμό, ως προς τα ζητήματα που αναλύονται κατωτέρω,
μεταξύ της Εταιρείας, της ΕΔΗΣ και κάθε δημόσιας επιχείρησης αφενός, και
αφετέρου των δημόσιων αρχών, που εκπροσωπούνται από μια Επιτροπή που
συγκροτείται από τα εποπτεύοντα αρμόδια Υπουργεία. γ)Ειδικότερα, το πλαίσιο
ειδικών υποχρεώσεων προβλέπει τη συγκρότηση ενός μηχανισμού ο οποίος θα
καθορίζει, σε γενικές γραμμές, κατά πόσο είναι αναγκαία η επιβολή ειδικών
υποχρεώσεων στη σχετική δημόσια επιχείρηση προκειμένου το Κράτος να επιτύχει
τους στρατηγικούς στόχους του στον τομέα όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση, ή
προκειμένου να εξυπηρετηθεί το γενικό συμφέρον.
δ)Κάθε φορά που κρίνεται αναγκαίο να επιβληθούν οι εν λόγω υποχρεώσεις, το
πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων περιλαμβάνει μηχανισμούς για τον προσδιορισμό των
αντικειμενικών και λειτουργικών στόχων και των δεικτών απόδοσης της σχετικής
δημόσιας επιχείρησης, προκειμένου να διευκολυνθεί η επίτευξη των σχετικών
στρατηγικών στόχων ή να διασφαλισθεί η επαρκής εξυπηρέτηση του γενικού
συμφέροντος. Επιπλέον, θα υπάρχει πρόβλεψη για την κοστολόγηση και τη
χρηματοδότηση των ειδικών υποχρεώσεων. Τα ως άνω στοιχεία θα καθορίζονται στις
συμβάσεις απόδοσης και στόχων.
ε)Το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων μπορεί καθορίζει περαιτέρω ειδικές υποχρεώσεις.
στ)Καμία δημόσια επιχείρηση δεν θα υποχρεούται να αναλάβει δραστηριότητες, τις
οποίες διαφορετικά και στο σύνηθες πλαίσιο της επιχειρηματικής της πρακτικής δεν
θα αναλάμβανε, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτές έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το
πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων.
11. Η ΕΔΗΣ μπορεί να θέτει ως στόχο την βελτίωση της αποτελεσματικότητας των
δημοσίων επιχειρήσεων, την μείωση λειτουργικών εξόδων μέσω λύσεων που
στηρίζονται στην αξιοποίηση των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας που
βασίζεται στην καινοτομία, την αύξηση των εσόδων μέσω της επέκτασης της
πελατειακής βάσης, τη διαφοροποίηση προϊόντων και υπηρεσιών και μέσω επενδύσεων
σε νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες, καθώς και με άλλους τρόπους.
12. Οποιαδήποτε ρύθμιση δυνάμει της οποίας το Ελληνικό Δημόσιο παρέχει
οποιοσδήποτε μορφής οικονομική ενίσχυση σε δημόσια επιχείρηση, η οποία
μεταβιβάζεται στην Εταιρεία ή στις άμεσες θυγατρικές της, πρέπει να συνάδει με
την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων και παραμένει σε ισχύ, εκτός
εάν άλλως αποφασισθεί κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο πλαίσιο της
παραγράφου 10 του παρόντος άρθρου. Προκειμένου να συνεχισθεί η παροχή
οικονομικής ενίσχυσης με σκοπό την υποστήριξη Υπηρεσιών Γενικού Οικονομικού
Συμφέροντος που παρέχονται από τη δημόσια επιχείρηση, οι εν λόγω υπηρεσίες
πρέπει να εξακολουθούν να παρέχονται με τους ίδιους ποιοτικούς και ποσοτικούς
όρους και προϋποθέσεις.
Άρθρο 198
Συμβάσεις παραχώρησης
Μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ αυτοδικαίως οι συμβάσεις παραχώρησης των εταιρειών του
παραρτήματος Δ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να μεταβιβάζεται
στην ΕΔΗΣ η δυνατότητα να συνάπτει ή να ανανεώνει συμβάσεις παραχώρησης, οι
οποίες σχετίζονται με τις δημόσιες επιχειρήσεις, οι μετοχές των οποίων
μεταβιβάζονται σε αυτή.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
Άρθρο 199
Διανομή κερδών
1. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, η διανομή των κερδών της Εταιρείας
πραγματοποιείται σύμφωνα με τη μερισματική πολιτική, η οποία αποτελεί μέρος του
Εσωτερικού Κανονισμού και με την οποία διασφαλίζεται η ακόλουθη διανομή: α)
ποσοστό 50% των κερδών της Εταιρείας καταβάλλεται ως μέρισμα στο Ελληνικό
Δημόσιο και διατίθεται σύμφωνα με τον ν. 4336/2015, και
β) τα λοιπά κέρδη χρησιμοποιούνται για τις επενδύσεις της Εταιρείας σύμφωνα με
την πολιτική επενδύσεων που περιγράφεται στο άρθρο 17 του παρόντος. Τα κέρδη της
Εταιρείας υπολογίζονται όπως προβλέπεται στα λογιστικά πρότυπα που καθορίζονται
στον Εσωτερικό Κανονισμό. Η μέθοδος καθορισμού του μερίσματος μπορεί να
εξειδικευτεί περαιτέρω στη μερισματική πολιτική. Προκειμένου να διατηρηθεί η
αναλογία διάθεσης κερδών που ορίζεται με τα ανωτέρω εδάφια (α) και (β) της
παραγράφου 1, τα ποσοστά που διανέμονται δύνανται να αναπροσαρμοστούν
προκειμένου να ληφθούν υπόφη ποσά που έχουν διατεθεί για επενδύσεις που
πραγματοποιήθηκαν πριν τον υπολογισμό των κερδών που πρόκειται να διανεμηθούν.
2. Οι διατάξεις του άρθρου 12 του ν.3864/2010 και οι διατάξεις της παραγράφου 14
του άρθρου 2 του ν.3986/2011 εξακολουθούν να εφαρμόζονται από το ΤΧΣ και το
ΤΑΙΠΕΔ αντίστοιχα.
Άρθρο 200
Επενδυτική Πολιτική
1. Οι επενδυτικές αποφάσεις της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της
λαμβάνονται σύμφωνα με την Επενδυτική Πολιτική, η οποία αποτελεί μέρος του
Εσωτερικού της Κανονισμού. Η Επενδυτική Πολιτική της Εταιρείας και των άμεσων
θυγατρικών της (πλην του ΤΧΣ) λαμβάνει υπόφη τις αρχές της παραγράφου 3.
Σ. Ποσά τα οποία, σύμφωνα με το άρθρο 16, χρησιμοποιούνται για επενδυτικούς
σκοπούς μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους ακόλουθους τύπους επενδύσεων: (α)
Επενδύσεις που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας,
και
(β) Επενδύσεις σε περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών
της, πλην του ΤΧΣ.
3. Η Επενδυτική Πολιτική περιέχει τις ακόλουθες γενικές αρχές:
(α) Ως Επενδύσεις που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της εθνικής
οικονομίας νοούνται κυρίως επενδύσεις σε σημαντικούς τομείς από πλευράς
κυβερνητικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων σε προγράμματα
έρευνας και καινοτομίας που αποτελούν τομείς προτεραιότητας στο πλαίσιο των
Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων, καθώς και σημαντικών συμπράξεων
δημοσίου και ιδιωτικού τομέα που λαμβάνουν χώρα, είτε σύμφωνα με τις διατάξεις
του ν.3389/2005, είτε βάσει ειδικής νομοθεσίας. Η Γενική Συνέλευση του μοναδικού
μετόχου της Εταιρείας εγκρίνει τους συγκεκριμένους τομείς στους οποίους
πραγματοποιούνται κατά προτεραιότητα επενδύσεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης
της εθνικής οικονομίας.
(β) Οι επενδύσεις που πραγματοποιούνται στα περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας ή
των άμεσων θυγατρικών της, συμβάλλουν στην αξιοποίηση τους και στην αύξηση των
σχετικών εσόδων. Οι επενδύσεις αυτές δύνανται να περιλαμβάνουν βελτιώσεις ή
έξοδα προετοιμασίας για πώληση ή άλλου είδους αξιοποίηση της ακίνητης
περιουσίας, εκσυγχρονισμό του δικτύου των δημοσίων επιχειρήσεων, καθώς και
ανάθεση συμβάσεων διαχείρισης αναφορικά με εταιρίες υπό αναδιάρθρωση.
4. Η Επενδυτική Πολιτική περιλαμβάνει και τη διαδικασία καθορισμού των
ποσοστιαίων ορίων κάθε κατηγορίας επενδύσεων. Ο Εσωτερικός Κανονισμός ορίζει
περαιτέρω τη διαδικασία επιλογής των επενδύσεων από την Εταιρεία.
5. Επενδύσεις που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας
μπορούν να γίνουν εφόσον προβλέπεται από την Επιτροπή Επενδύσεων ότι:
α. δημιουργούν απόδοση για την Εταιρεία ή
β. έχουν θετική επίπτωση στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας
και σε κάθε περίπτωση συνάδουν με την Επενδυτική Πολιτική.
6. Επενδύσεις στα περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας ή των θυγατρικών της
μπορούν να λάβουν χώρα εφόσον προβλέπεται από την Επιτροπή Επενδύσεων ότι θα
δημιουργήσουν απόδοση για την Εταιρεία που συνάδει με την Επενδυτική Πολιτική
7. Τα ρευστά διαθέσιμα, τα μερίσματα, τα αποθεματικά, τα κέρδη και γενικά τα
έσοδα από κάθε λόγο και αιτία της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της,
τηρούνται σε έντοκο λογαριασμό στην Τράπεζα της Ελλάδος, έως την λειτουργική
έναρξη του Ενιαίου Λογαριασμού Θησαυροφυλακίου, μέσω του οποίου θα γίνεται η
διαχείριση τους.
Άρθρο 201
Μέθοδοι και διαδικασία αξιοποίησης - Έλεγχος από το Ελεγκτικό Συνέδριο
1. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της (εξαιρουμένων των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ)
μπορούν να μετέρχονται όλες τις μεθόδους που κρίνονται κατάλληλες προκειμένου,
κατά τρόπο επαγγελματικό, να διαχειρίζονται, να διατηρούν, να αυξάνουν την αξία
και να αξιοποιούν τα περιουσιακά τους στοιχεία και να επιτυγχάνουν το σκοπό
τους.
2. Προκειμένου να προβούν σε ιδιωτικοποίηση περιουσιακών τους στοιχείων, η
Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της (εξαιρουμένων των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ) δύναται
να προβαίνουν ενδεικτικά στην πώληση τους, τη μεταβίβαση οποιωνδήποτε
εμπράγματων ή ενοχικών δικαιωμάτων επί αυτών ή την εισφορά των τελευταίων σε
ανώνυμες εταιρείες (Α.Ε) ή ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες (ΙΚΕ) και στη
συνεπακόλουθη πώληση των σχετικών μετοχών σε τρίτους.
3. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της (εξαιρουμένων των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ)
δύναται επιπλέον να προβαίνουν στη μίσθωση των περιουσιακών στοιχείων, την
παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης ή αξιοποίησής τους, την ανάθεση της
διαχείρισής τους, τη σύσταση επί αυτών οποιουδήποτε πραγματικού η προσωπικού
δικαιώματος, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων οριζόντιας ιδιοκτησίας και
επικαρπίας επί δικαιωμάτων οποιασδήποτε φύσης. Η Εταιρεία δύναται επιπλέον να
προβαίνει σε τιτλοποίηση απαιτήσεων, ανεξάρτητα από τον επιχειρηματικό ή μη
χαρακτήρα τους, σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 14 του ν. 3156/2003 (Α', και την
έκδοση τίτλων ανταλλάξιμων με μετοχές, υπό την προϋπόθεση ότι η έκδοση αυτών των
τίτλων δεν αυξάνει το δημόσιο χρέος, όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με τους
κανόνες της Eurostat.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας ή της συναφούς άμεσης θυγατρικής
(εξαιρουμένων των ΤΑΙΠΕΔ και ΤΧΣ), αποφασίζει τις πρόσφορες μεθόδους αξιοποίησης
και τη διαδικασία για την επιλογή των αντισυμβαλλομένων προκειμένου να συναφθούν
οι σχετικές συμβάσεις, λαμβάνοντας υπόψη την επιχειρηματική πρακτική αντιστοίχων
συναλλαγών σε διεθνές επίπεδο, τα ειδικά χαρακτηριστικά του κάθε υπό αξιοποίηση
περιουσιακού στοιχείου, την ύπαρξη επενδυτικού ενδιαφέροντος και τις
ιδιαιτερότητες των υποψήφιων επενδυτών, καθώς και όλα τα άλλα ουσιώδη κατά την
κρίση του στοιχεία, τα οποία θα οδηγήσουν στη βέλτιστη αξιοποίηση των
περιουσιακών στοιχείων.
5. Πριν από την αξιοποίηση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου της Εταιρείας ή
των θυγατρικών της, πλην του ΤΧΣ, απαιτείται να γίνει τελική αποτίμηση της αξίας
του εν λόγοι περιουσιακού στοιχείου σύμφωνα με τα αναφερόμενα στον Εσωτερικό
Κανονισμό. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας ή των θυγατρικών
της , εκτός του ΤΧΣ, είναι δυνατόν, αντί της αποτίμησης που αναφέρεται στο
προηγούμενο εδάφιο, να δοθεί αιτιολογημένη γνώμη (fairness opinion) πιστωτικού
ιδρύματος ή τράπεζας επενδύσεων για το δίκαιο και το εύλογο της προτεινόμενης
συναλλαγής. Το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να αποφασίσει αναφορικά με τον
καθορισμό των κριτηρίων βάσει των οποίων μπορεί να γίνει η επιλογή του
πιστωτικού ιδρύματος ή της εταιρείας επενδύσεων που θα κληθεί να γνωμοδοτήσει
σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών διατάξεων του
Εσωτερικού Κανονισμού. Οι διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 4129/2013 εφαρμόζονται
κατ' αναλογία για τον προσυμβατικό έλεγχο των συμβάσεων που συνάπτονται με σκοπό
την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας και των θυγατρικών της
(εκτός ΤΧΣ), εφόσον το τίμημα ή τα έσοδα από την αξιοποίηση υπερβαίνουν το ποσό
των πεντακοσίων χιλιάδων 500.000), ευρώ , με την εξαίρεση των των συμβάσεων των
παραγράφων 7 και 8 του παρόντος άρθρου
6. Ο προσυμβατικός έλεγχος μπορεί να ασκηθεί συνολικά για συγκεκριμένη κατηγορία
συμβάσεων, εφόσον έχουν υποβληθεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο αναλυτικά στοιχεία από
τα οποία προκύπτει ο τύπος της σύμβασης και η διαδικασία για την εύρεση των
αντισυμβαλλομένων από την αρχή της διαδικασίας αυτής μέχρι την επιλογή των
υποψηφίων και την ανάθεση της σύμβασης στους αντισυμβαλλομένους. Στην περίπτωση
αυτή, ο προσυμβατικός έλεγχος για σύναψη συγκεκριμένης σύμβασης, η οποία
εμπίπτει στην κατηγορία των ανωτέρω συμβάσεων απαιτείται μόνο στο βαθμό που
υπάρχει απόκλιση από τον τύπο της σύμβασης ή τη διαδικασία που έχει κοινοποιηθεί
και εγκριθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο.
7. Όσον αφορά στη διάθεση μετοχών των εταιρειών που είναι εισηγμένες σε
Οργανωμένη Αγορά κατά την έννοια του ν. 3606/2007 (Α1 195), η Εταιρεία και οι
θυγατρικές της (εκτός του ΤΧΣ) μπορούν να αναθέσουν σε πιστωτικό ίδρυμα ή
τράπεζα επενδύσεων την ανεύρεση αγοραστή για το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο
σύμφωνα με τις διαδικασίες του Εσωτερικού Κανονισμού.
8. Όσον αφορά στις πωλήσεις κινητών αξιών, οι οποίες είναι εισηγμένες ή
βρίσκονται στο στάδιο της εισαγωγής προς διαπραγμάτευση σε Οργανωμένη Αγορά κατά
την έννοια του ν.3606/2007, η Εταιρεία και οι θυγατρικές της, εκτός του ΤΧΣ,
δύνανται επίσης, σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στον Εσωτερικό
Κανονισμό, να αναθέσουν σε πιστωτικά ιδρύματα ή τράπεζες επενδύσεων την ανεύρεση
αγοραστών μέσω της διαδικασίας βιβλίου προσφορών (book building), με ή χωρίς
υποχρέωση του πιστωτικού ιδρύματος ή της τράπεζας επενδύσεων που θα αναλάβει την
εν λόγω διαδικασία για αγορά του ποσοστού των κινητών αξιών που δεν θα καταστεί
δυνατόν να διατεθεί σε τρίτους επενδυτές.
9. Η Εταιρεία και οι θυγατρικές της, εκτός του ΤΧΣ, μπορεί να αποδεχθεί δημόσιες
προσφορές κινητών αξιών που υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.
3461/2006 (Α1106).
10. Στις περιπτώσεις των παραγράφων 7 και 8 του παρόντος άρθρου, τον
προσυμβατικό έλεγχο της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου υποκαθιστά, σε σχέση με
όλες τις προβλέψεις της παραγράφου 5, η γνώμη του Συμβούλου ή
Παρέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος ορίζεται από τον Πρόεδρο του
Ελεγκτικού Συνεδρίου, ή, σε περίπτωση κωλύματος του, από τον αρχαιότερο
Αντιπρόεδρο, και παρίσταται στις σχετικές συνεδριάσεις του Διοικητικού
Συμβουλίου της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών του , εξαιρούμενου του ΤΧΣ. Ο
Σύμβουλος ή Πάρεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου καλείται εγγράφως ή με ηλεκτρονικό
ταχυδρομείο να παραστεί στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου για θέμα της
παραγράφου 8 είκοσι τέσσερις (24) ώρες και για θέμα της παραγράφου 7 σαράντα
οκτώ (48) ώρες πριν από τη σχετική συνεδρίαση αντίστοιχα. Στην περίπτωση δε της
παραγράφου 7, ταυτόχρονα με την κλήση τού κοινοποιείται υποχρεωτικά το σχετικό
πληροφοριακό δελτίο και η έγκρισή του από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Για θέμα
της παραγράφου 8, η γνώμη του Συμβούλου θα διατυπώνεται προφορικά κατά τη
συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου και θα καταχωρίζεται αυτολεξεί στα
πρακτικά. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η γνώμη του Συμβούλου θα διατυπώνεται εγγράφως
εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών.
11. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της (εκτός του ΤΧΣ) δύναται, για τη
διευκόλυνση της αξιοποίησης των περιουσιακών του στοιχείων, να συνάπτει
οποιαδήποτε σύμβαση, όπως ενδεικτικά, συμβάσεις δανείου, ανάθεσης έργου,
αναδοχής κινητών αξιών, συμβάσεις μετόχων και συμβάσεις παροχής ή λήψης
δικαιωμάτων προαίρεσης πώλησης ή αγοράς περιουσιακών στοιχείων, συμβάσεις
ανταλλαγής μετοχών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, καθώς και να συνομολογεί
κοινές διαδικασίες πώλησης με άλλους πωλητές ή να αποκτά δικαιώματα ή άλλα
περιουσιακά στοιχεία, με σκοπό την επαύξηση της αξίας των προς αξιοποίηση
περιουσιακών στοιχείων. Οι συμβάσεις της παραγράφου αυτής συνάπτονται με
διαφανείς διαδικασίες και όρους αγοράς και το κόστος που συνδέεται με τη σύναψή
τους περιλαμβάνεται στο λειτουργικό κόστος της Εταιρείας και των άμεσων
θυγατρικών της, εκτός του ΤΧΣ, και αφαιρείται από τα έσοδα που εισπράττονται από
την αξιοποίηση των περιουσιακών του στοιχείων. Οι εν λόγω συμβάσεις δεν πρέπει
να οδηγούν σε αύξηση του δημοσίου χρέους, όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με τους
κανόνες της Eurostat.
12. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της
Εταιρείας, το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να χορηγεί εγγυήσεις υπέρ της Εταιρείας ή
των άμεσων θυγατρικών της, πλην του ΤΧΣ, τηρουμένων των κανόνων κρατικών
ενισχύσεων.
Άρθρο 202
Υποχρεώσεις Δημοσιότητας και Διαφάνειας
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας υποβάλλει στη Βουλή των Ελλήνων ετήσια
έκθεση ανάλυσης των πεπραγμένων του για τη σχετική περίοδο, η οποία συζητείται
στην αρμόδια Επιτροπή της.
-S2H-
2. To Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας, προσκαλείται σε συνεδριάσεις ενώπιον
της Βουλής για να την ενημερώνει για κάθε σχετικό θέμα που ζητηθεί.
3. Ο Πρόεδρος και ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εταιρείας, με την ανάληψη των
καθηκόντων τους, παρουσιάζονται στην Επιτροπή του άρθρου 49 Α του Κανονισμού της
Βουλής.
4. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και των άμεσων θυγατρικών της υπάγονται
στις διατάξεις του με το ν 3213/2003 (Α' 309).
5. Στο μέτρο που η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της κριθεί ότι αποτελούν
Φορείς Γενικής Κυβέρνησης, οι διατάξεις του ν.4270/2014 και τα κατ'
εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντα προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις
αναφορικά με την υποβολή δημοσιονομικών αναφορών, εφαρμόζονται, μόνο ως προς την
υποβολή: α) ετήσιου προϋπολογισμού και οποιασδήποτε αναπροσαρμογής του κατά τη
διάρκεια του έτους (προϋπολογιστικά), β) μηνιαίας αναφοράς εκτέλεσης
προϋπολογισμού και χρηματοδότησης (απολογιστικά), γ) μηνιαίων μισθολογικών
στοιχείων (απολογιστικά) και δ) μηνιαίας σύνοψης μητρώου δεσμεύσεων
(απολογιστικά σε μηνιαία βάση, ετήσια μεγέθη).
Άρθρο 203
Θέματα προσωπικού της Εταιρείας και θυγατρικών της
1. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της μπορούν να προσλαμβάνουν προσωπικό με
συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου για απασχόληση ορισμένου ή αορίστου χρόνου,
με σχέση εντολής ή με σύμβαση έργου.
2. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της μπορούν επίσης να καλύπτουν τις
ανάγκες τους σε προσωπικό συνάπτοντας συμβάσεις δανεισμού εργαζομένων με
εταιρείες του ιδιωτικού τομέα ή εταιρίες των οποίων οι μετοχές έχουν μεταφερθεί
στην Εταιρεία ή σε κάποια από τις θυγατρικές της.
3. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της μπορούν να αποφασίσουν τη μεταφορά
εργαζομένων από την Εταιρεία στις θυγατρικές ή από μία θυγατρική σε άλλη ή στην
Εταιρεία.
4. Επιτρέπεται η απόσπαση στην Εταιρεία και στις άμεσες θυγατρικές της,
προσωπικού από το Δημόσιο ή νομικά πρόσωπα του δημόσιου ή ευρύτερου δημόσιου
τομέα για διάστημα τριών (3) ετών, η οποία μπορεί να παρατείνεται μία φορά για
ίσο χρονικό διάστημα. Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση των Υπουργών
Οικονομικών, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του κατά περίπτωση
αρμόδιου Υπουργού, χωρίς να απαιτείται η γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του
φορέα από τον οποίο αποσπάται. Το κόστος της μισθοδοσίας βαρύνει την Εταιρεία.
Επιτρέπεται επίσης, η απόσπαση προσωπικού από ευρωπαϊκούς η διεθνείς
οργανισμούς.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
- Β'Ζζ-
ΚΥΡΩΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΩΝ
Άρθρο 204
Κυρώνεται το Καταστατικό της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.
που έχει ως εξής:
« ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.
ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ
Άοϋοο 1
Επωνυμία
Συνίσταταί δία του παρόντος Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε". Για συναλλαγές στην αλλοδαπή, η Εταιρεία da
χρησιμοποιεί την επωνυμία «HELLENIC COMPANY OF ASSETS AND PARTICIPATIONS», και
διακριτικό τίτλο "H.C.A.P.".
Άοϋοο2
Σκοπός
1. Σκοπός της Εταιρείας είναι η διαχείριση και αξιοποίηση της ιδιωτικής
περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου που μεταβιβάζεται σε αυτήν χάριν του δημοσίου
συμφέροντος όπως περαιτέρω εξειδικεύεται στις διατάξεις του ιδρυτικού της νόμου
(«Νόμος»). Η Εταιρεία συστήνεται για να εξυπηρετεί ειδικό δημόσιο σκοπό και
συγκεκριμένα: (α) την συνεισφορά πόρων για την υλοποίηση της επενδυτικής
πολιτικής της χώρας και για την πραγματοποίηση επενδύσεων που συμβάλλουν στην
ενίσχυση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας (β) τη συμβολή στην απομείωση
των οικονομικών υποχρεώσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας, σύμφωνα με το ν.
4336/2015 (Α' 94).
2. Για την επίτευξη του σκοπού της η Εταιρεία:
α) διαχειρίζεται τα περιουσιακά της στοιχεία αποβλέποντας στη μακροπρόθεσμη
επαύξηση της αξίας τους, σύμφωνα με τον Εσωτερικό της Κανονισμό, με εγγυήσεις
πλήρους διαφάνειας σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, β) προωθεί
μεταρρυθμίσεις των δημοσίων επιχειρήσεων, μεταξύ άλλων, μέσω, αναδιάρθρωσης,
βέλτιστης εταιρικής διακυβέρνησης και διαφάνειας, καθώς και μέσω της προαγωγής
υπεύθυνης διοίκησης, κοινωνικής ευθύνης, αειφορίας, καινοτομίας και βέλτιστων
εταιρικών πρακτικών και
δύναται να επιχειρεί κάθε πράξη ή ενέργεια, η οποία αναφέρεται στον Νόμο και στο
παρόν Καταστατικό.
Άοϋοο3
Έδρα
Έδρα της Εταιρείας ορίζεται Δήμος του νομού Αττικής.
Άοϋοο4
Διάρκεια
Η διάρκεια της Εταιρείας ορίζεται στα ενενήντα εννέα (99) χρόνια.
Άοθοο5
Μετοχικό Κεφάλαιο
1. Το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας ανέρχεται σε σαράντα εκατομμύρια
(40.000.000) ευρώ και κατανέμεται σε σαράντα χιλιάδες (40.000) μετοχές,
ονομαστικής αξίαςχιλίων (1.000) ευρώ η κάθε μία.
2. Το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας καταβάλλεται σε μετρητά από το Ελληνικό
Δημόσιο.
3. Το μετοχικό κεφάλαιο δύναται να αυξάνεται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου. Η
απόφαση για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, πρέπει να αναφέρει τουλάχιστον το
ποσό της αύξησης του κεφαλαίου, τον τρόπο κάλυψής του, τον αριθμό και το είδος
των μετοχών που θα εκδοθούν, την ονομαστική αξία και την τιμή διάθεσης αυτών και
την προθεσμία κάλυψης.
4. Η καταβολή των μετρητών για κάλυψη του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου ή τυχόν
αυξήσεων αυτού, καθώς και οι καταθέσεις του μοναδικού μετόχου με προορισμό τη
μελλοντική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, πραγματοποιούνται υποχρεωτικά με
κατάθεση σε ειδικό λογαριασμό της εταιρείας, που τηρείται στην Τράπεζα της
Ελλάδος.
Άοθοο 6 Μετοχές
1. Οι μετοχές της Εταιρείας είναι κοινές, ονομαστικές και αμεταβίβαστες
2. Οι μετοχές της Εταιρίας είναι πράγματα εκτός συναλλαγής κατά το άρθρο 966 ΑΚ.
Άοθοο 7
Όργανα της Εταιρείας
Όργανα της Εταιρείας είναι η Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου, το Εποπτικό
Συμβούλιο, το Διοικητικό Συμβούλιο και οι Ελεγκτές.
Άοθοο8
Γενική Συνέλευση
1. Η Γενική Συνέλευση των Μετόχων είναι το ανώτατο όργανο της Εταιρίας,
λειτουργεί και έχει τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο Άρθρο 7 παράγραφος 2
του Νόμου για την Εταιρεία.
2. Η Γενική Συνέλευση συγκαλείται από το Διοικητικό Συμβούλιο και οι προσκλήσεις
για τη σύγκλησή της συντάσσονται σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομοθεσία.
-S I?h-
3. Τα πρακτικά της Γενικής Συνέλευσης υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον
Γραμματέα της συνέλευσης. Αντίγραφα και αποσπάσματα των πρακτικών εκδίδονται από
τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου ή από άλλο πρόσωπο που ορίζεται από το
Διοικητικό Συμβούλιο.
Άρϋρο9
Σύνϋεση και Θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρίας αποτελείται από πέντε (5) έως επτά (7)
μέλη. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται σε τέσσερα (4) έτη.
2. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να είναι μόνο φυσικά πρόσωπα,
εκλέγονται και παύονται από το Εποπτικό Συμβούλιο, όπως ειδικότερα ορίζεται στο
Νόμο για την Εταιρεία.
Άρϋρο10
Συγκρότηση, Συνεδριάσεις και Πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου
1. Αφ'ής στιγμής εκλεγεί από το Εποπτικό Συμβούλιο σύμφωνα με την παράγραφο 2
του άρθρου 8 του Νόμου για την Εταιρεία, το Διοικητικό Συμβούλιο συνεδριάζει και
συγκροτείται σε σώμα, και καθορίζει τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες των μελών
του.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο έχει τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στην παράγραφο
2 του άρθρου 9 του Νόμου.
3. Η απαιτούμενη απαρτία και πλειοψηφία για τη λήψη αποφάσεων από το διοικητικό
συμβούλιο ρυθμίζονται στο άρθρο 9 του Νόμου.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να αναθέτει την εν όλω ή εν μέρει άσκηση της
εξουσίας διαχείρισης και εκπροσώπησης σε σχέση με τις τρέχουσες υποθέσεις της
Εταιρείας σε ένα ή περισσότερα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, πέραν του
διευθύνοντος συμβούλου και μπορεί επίσης να αναθέτει μέρος των εξουσιών του σε
ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μέλη ή όχι του Διοικητικού Συμβουλίου, στους
υπαλλήλους της Εταιρείας ή τρίτους, και να καθορίζει την έκταση των
ανατεθειμένων αρμοδιοτήτων τους.
5. Ο Πρόεδρος και ο τυχόν εκλεγόμενος αναπληρωτής του έχουν τις εξουσίες που
προβλέπονται στον Νόμο, στον κ.ν. 2190/1920, και οποιεσδήποτε άλλες αρμοδιότητες
τους έχουν ανατεθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο.
6. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται σε συνεδρίαση όσο συχνά όσο απαιτούν οι
εργασίες της Εταιρείας και σε κάθε περίπτωση μία (1) φορά κάθε ημερολογιακό
μήνα. Οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου συγκαλούνται από τον Πρόεδρο ή
τον τυχόν αναπληρωτή του με ανακοίνωση του χρόνου, του τόπου και της ημερήσιας
διάταξης της συνεδρίασης η οποία κοινοποιείται σε όλα τα μέλη του Διοικητικού
Συμβουλίου, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), υπηρεσίας ταχύ μεταφοράς
(courier) ή τηλεομοιοτυπίας (fax), τουλάχιστον τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν
από την ημερομηνία για την οποία έχει οριστεί η συνεδρίαση. Ο
Πρόεδρος ή, σε περίπτωση απουσίας του, ο τυχόν αναπληρωτής προεδρεύει στις
συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου. Το διοικητικό συμβούλιο δύναται επίσης
να συγκαλείται από δύο μέλη του σύμφωνα με το άρϋρο 20 παρ. 5 κ.ν. 2190/1920.
Στην πρόσκληση πρέπει να αναγράφονται με σαφήνεια και τα ϋέματα της ημερήσιας
διάταξης, διαφορετικά η λήψη αποφάσεων επιτρέπεται μόνο εφόσον παρίστανται ή
αντιπροσωπεύονται όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και κανείς δεν
αντιλέγει στη λήψη αποφάσεων.
7. Μετά από πρόσκληση του Προέδρου ή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που
έχουν ζητήσει την σύγκλησή του, οποιοδήποτε στέλεχος της Εταιρείας, καθώς επίσης
και ειδικοί και εξωτερικοί σύμβουλοι μπορούν να συμμετέχουν στη συνεδρίαση του
Διοικητικού Συμβουλίου. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να συγκληθεί, να
συζητήσει και να λάβει αποφάσεις, μέσω γραπτής διαδικασίας ή ηλεκτρονικών μέσων
επικοινωνίας, όπως ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό της Εταιρίας.
8. Στις συνεδριάσεις που λαμβάνουν χώρα με τη φυσική παρουσία των
συνευρισκομένων, τα πρακτικά των συνεδριάσεων ϋα υπογράφονται από όλα τα μέλη
του διοικητικού συμβουλίου που ήταν παρόντα. Αντίγραφα ή αποσπάσματα των
πρακτικών των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου ϋα εκδίδονται από τον
Πρόεδρο, τον τυχόν αναπληρωτή του και κάϋε άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου
ή άλλο πρόσωπο που μπορεί να έχει εξουσιοδοτηθεί προς τούτο από το Διοικητικό
Συμβούλιο.
Οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου καϋώς και το σχετικό υλικό και τα
πρακτικά των συνεδριάσεων, είναι εμπιστευτικά
Άρϋοο11
Διευϋύνων Σύμβουλος
1. Ο Διευϋύνων Σύμβουλος έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες καϋώς και τυχόν άλλες
που του ανατίθενται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας: α. Εκπροσωπεί την
Εταιρία δικαστικά και εξωδικαστικά, περιλαμβανομένης της εκπροσώπησης αυτού στις
Γενικές Συνελεύσεις των θυγατρικών της ψηφίζοντας κατά τον τρόπο που τον έχει
εξουσιοδοτήσει το Διοικητικό Συμβούλιο, β. Προΐσταται όλων των υπηρεσιών της
Εταιρείας, διευθύνει τις δράστηριότητές της και λαμβάνει όλες τις απαραίτητες
αποφάσεις εντός των ορίων του καταστατικού και των διατάξεων που διέπουν τη
λειτουργία της Εταιρείας προκειμένου να διαχειρίζεται τα καθημερινά ζητήματα.
γ. Υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο προτάσεις και συστάσεις που είναι
απαραίτητες για την πραγματοποίηση των σκοπών της Εταιρείας και για τη
δημιουργία σχεδίου δράσης.
δ. Προετοιμάζει και υπογράφει συμβάσεις μέχρι του ποσού που καθορίζει με απόφασή
του το Διοικητικό Συμβούλιο.
ε. Εκτελεί τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.
στ. Λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για την ενθάρρυνση και αξιοποίηση των
δυνατοτήτων του προσωπικού, υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο προς έγκριση τη
σύνταξη οργανογραμμάτων και προγράμματα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης που κατά την
κρίση του είναι απαραίτητα.
ζ. Εκτελεί όλες τις πράξεις που σχετίζονται με τη συνήθη διοίκηση της Εταιρίας,
η. Προσλαμβάνει το προσωπικό της Εταιρείας εκτός από τον διορισμό των ανώτερων
στελεχών της Εταιρείας τα οποία διορίζονται με σχετική απόφαση του Διοικητικού
Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 9 του Νόμου, θ. Αξιολογεί και προτείνει στο
Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας την ανάκληση των μελών του διοικητικού
συμβουλίου των άμεσων θυγατρικών της Εταιρείας, εκτός του Ταμείου
Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας του ν. 3864/2010.
ι. Συντάσσει και υποβάλλει προς έγκριση στο Διοικητικό Συμβούλιο σε ετήσια βάση
το επιχειρηματικό σχέδιο της Εταιρείας και φροντίζει και συντονίζει για την
εφαρμογή του.
ια. Συντάσσει και υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο προς έγκριση και υποβολή
στο Εποπτικό Συμβούλιο τριμηνιαίες εκθέσεις επί των πεπραγμένων της Εταιρίας και
τις οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 12 του Νόμου, ιβ. Υποβάλλει στο
Διοικητικό Συμβούλιο προς έγκριση το σχέδιο αναδιάρθρωσης της «Εταιρείας
Ακινήτων Δημοσίου ΑΕ» του ν. 2636/1998 και κάθε τυχόν σχέδιο αναδιοργάνωσης των
υπολοίπων άμεσων θυγατρικών , με την εξαίρεση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας του Ν. 3864/2010. ιγ. Εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο
προκειμένου αυτό με τη σειρά του να προτείνει στη Γενική Συνέλευση της Εταιρίας
κατόπιν προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο την αύξηση του μετοχικού
κεφαλαίου της Εταιρείας, ιδ. Εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο προκειμένου
αυτό με τη σειρά του να προτείνει στη Γενική Συνέλευση της Εταιρείας κατόπιν
προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο την τροποποίηση του καταστατικού της
Εταιρείας, ιε. Εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο προκειμένου αυτό με τη σειρά
του να προτείνει στη Γενική Συνέλευση της Εταιρείας κατόπιν προσυπογραφής από το
Εποπτικό Συμβούλιο την σύσταση νέων άμεσων θυγατρικών της Εταιρείας.
Άρθρο 12
Αντικατάσταση μέλους Διοικητικού Συμβουλίου
Η αντικατάσταση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου διενεργείται σύμφωνα
με το άρθρο 9 του Νόμου.
Άρθρο 13
Εποπτικό συμβούλιο
1. To Εποπτικό Συμβούλιο διορίζεται, λειτουργεί και έχει τις αρμοδιότητες που
αναφέρονται στο άρϋρο 8 του Νόμου.
2. Αντίγραφα των πρακτικών των συνεδριάσεων του Εποπτικού Συμβουλίου ϋα
υπογράφονται από όλα τα μέλη και τηρούνται σε ειδικό βιβλίο πρακτικών. Τα
αντίγραφα των πρακτικών του Εποπτικού Συμβουλίου εκδίδονται από τον Πρόεδρο του
Εποπτικού Συμβουλίου. Οι συνεδριάσεις του Εποπτικού Συμβουλίου, καϋώς και το
σχετικό υλικό και τα πρακτικά των συνεδριάσεων, είναι εμπιστευτικά.
3. Το Εποπτικό Συμβούλιο ϋα συνεδριάζει όσο συχνά η λειτουργία της Εταιρείας το
απαιτεί. Οι συνεδριάσεις του Εποπτικού Συμβουλίου ϋα συγκαλούνται από τον
Πρόεδρο του, των οποίων ϋα προεδρεύει ο ίδιος ή δύο από τα μέλη αυτού. Σε
περίπτωση απουσίας του Προέδρου, το αρχαιότερο μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου ϋα
προεδρεύει της συνεδρίασης.
4. Οι συνεδριάσεις του Εποπτικού Συμβουλίου ϋα συγκαλούνται με σχετική πρόσκληση
προς όλα τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου τουλάχιστον τρεις (3) εργάσιμες ημέρες
προ της ημερομηνίας πραγματοποίησης της συνεδρίασης, η οποία ϋα περιλαμβάνει την
ώρα, τον τόπο και τα ϋέματα της ημερήσιας διάταξης. Κατόπιν σχετικής πρόσκλησης
του Προέδρου ή των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου που ζήτησαν τη σύγκληση της
συνεδρίασης, οιοδήποτε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, υπάλληλος της Εταιρείας
και ειδικευμένο προσωπικό ή εξωτερικοί συνεργάτες μπορούν να συμμετάσχουν στη
συνεδρίαση του Εποπτικού Συμβουλίου. Το Εποπτικό Συμβούλιο δύναται να συγκληϋεί
προκειμένου να συζητηϋούν και ληφϋούν αποφάσεις μέσω έγγραφης διαδικασίας ή
ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας όπως προβλέπονται στον Εσωτερικό Κανονισμό της
Εταιρείας.
Άοϋοο 14
Οικονομικό Έτος
Η διάρκεια του οικονομικού έτους είναι δώδεκα (12) μήνες, με αρχή την 1η
Ιανουάριου και λήξη την31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
Άοϋοο15
Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις - Έλεγχος αυτών - Διάϋεση Κερδών
1. Η σύνταξη των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων και ο έλεγχος αυτών
πραγματοποιείται σύμφωνα με τον Νόμο.
2. Τα έσοδα της Εταιρείας ϋα χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το Αρϋρο 16 του Νόμου.
Άοϋοο16
Γενική Διάταξη
Για τα δέματα που δεν ρυδμίζονται από το παρόν Καταστατικό, δα εφαρμόζονται οι
διατάξεις του Νόμου και συμπληρωματικά οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
Μεταβατικές Διατάξεις
Άοδοο17
Κάλυψη και Καταβολή του Αρχικού Μετοχικού Κεφαλαίου
Η κάλυψη και η καταβολή του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας δα
λαμβάνει χώρα σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Άρδρο 4 του Νόμου.
Άοδοο18
Κατ' εξαίρεση, το πρώτο οικονομικό έτος της Εταιρείας δα εκκινήσει από την
καταχώρηση του παρόντος στο ΓΕΜΗ που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και
δα ολοκληρωδεί την31η Δεκεμβρίου 2016.
Άοδοο19 Ελεγκτές
Ο καδορισμός των αρμοδιοτήτων των Ελεγκτών και ο διορισμός τους δα λαμβάνει χώρα
σύμφωνα με το αρδ. 10 του Νόμου.
Άοδοο 20
Λύση και εκκαδάριση της Εταιρείας
Η λύση και εκκαδάριση της Εταιρείας γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν.
2190/1920 με την επιφύλαξη αντίδετων διατάξεων του ν. 4336/2015. »
Άρθρο 205
Κυρώνεται το Καταστατικό της ΕΔΗΣ που έχει ως εξής:
«ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ»
ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ Άοδοο 1 Επωνυμία
Συνιστάται με το παρόν συμβόλαιο Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «Εταιρεία
Δημόσιων Συμμετοχών Ανώνυμη Εταιρεία (ΕΔΗΣ)».
Άοδοο2 Σκοπός
Ο σκοπός της εταιρείας προβλέπεται στο άρδρο 14 παρ. 1 του Νόμου για την
Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (ο Νόμος) και έγκειται στη
διαχείριση των δημοσίων επιχειρήσεων που μεταβιβάζονται δυνάμει του Νομού στην
ΕΔΗΣ
Άρϋρο3
Έδρα
Έδρα της εταιρείας ορίζεται Δήμος εντός του νομού Αττικής.
Άρϋρο4
Επωνυμία
Η διάρκεια της εταιρείας ορίζεται σε 99 έτη και αρχίζει από την καταχώρηση στο
Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου,
του παρόντος καταστατικού.
Άρϋρο5
Μετοχικό Κεφάλαιο
Το μετοχικό κεφάλαιο εταιρείας ορίζεται σε τριακόσιες (300.000) χιλιάδες ευρώ
διαιρούμενο σε χιλιάδες (3.000) μετοχές, ονομαστικής αξίας (100) ευρώ εκάστης.
Άρϋρο6
Μετοχές
Οι μετοχές της εταιρείας είναι κοινές, ονομαστικές και αμεταβίβαστες.
Άρϋρο7
Όργανα της εταιρείας
Όργανα της εταιρείας είναι η Γενική Συνέλευση των μετόχων και το Διοικητικό
Συμβούλιο.
Άρϋρο8
Γενική Συνέλευση
Η Γενική Συνέλευση των μετόχων είναι το ανώτατο όργανο της εταιρείας, αποφασίζει
για κάϋε εταιρική υπόϋεση και για οποιοδήποτε ϋέμα αφορά την εταιρεία, για τα
οποία σύμφωνα με το νόμο ή το παρόν καταστατικό απαιτείται απόφαση αυτής και οι
αποφάσεις της υποχρεώνουν και τους απόντες ή διαφωνούντες μετόχους.
Η Γενική Συνέλευση των μετόχων συγκαλείται από το Διοικητικό Συμβούλιο ενώ οι
προσκλήσεις για τη σύγκληση Γενικής Συνέλευσης γίνονται όπως ο νόμος ορίζει.
Άρϋρο9
Σύνϋεση και ϋητεία του Διοικητικού Συμβουλίου
1. Η εταιρεία διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο που αποτελείται από τρία (3)
έως επτά (7) μέλη.
2. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση των
μετόχων της εταιρείας για ϋητεία τεσσάρων (4) ετών που παρατείνεται μέχρι την
πρώτη Τακτική Γενική Συνέλευση μετά τη λήξη της ϋητείας τους, η οποία όμως δεν
μπορεί να υπερβεί τα πέντε (5) έτη.
Άρϋρο10
Συγκρότηση Διοικητικού Συμβουλίου
Το Διοικητικό Συμβούλιο, αμέσως μετά την εκλογή του, συνέρχεται και συγκροτείται
σε σώμα, ορίζοντας τον αναπληρωτή του Προέδρου που ορίζεται από τη Γενική
Συνέλευση και τις ιδιότητες των λοιπών μελών, πέραν του Διευϋύνοντος Συμβούλου
—£3*3 ~
που ορίζεται από τη Γενική Συνέλευση, καθορίζοντας συγχρόνως και τις
αρμοδιότητές τους.
Άοϋοο11
Εταιρική Χρήση
Η Εταιρική χρήση είναι δωδεκάμηνης διάρκειας και αρχίζει την 1η Ιανουάριου κάϋε
έτους και λήγει την 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
Άοϋοο12
Ετήσιες οικονομικές καταστάσεις - Έλεγχος αυτών -
Διάθεση κερδών
Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας καταρτίζονται στο τέλος κάθε
εταιρικής χρήσης από το Διοικητικό Συμβούλιο και δημοσιεύονται με επιμέλεια
αυτού σύμφωνα με τα οριζόμενα κάθε φορά από το νόμο.
Ο έλεγχος των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα
κάθε φορά στο νόμο.
Η διάθεση των κερδών γίνεται σύμφωνα με τον Νόμο
Γενική Διάταξη
Άοϋοο13
Για όσα θέματα δεν ρυθμίζει το παρόν καταστατικό, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις
του κ.ν. 2190/1920, όπως κάθε φορά ισχύει.
Μεταβατικές Διατάξεις
Άοϋοο 14
Κάλυψη και καταβολή του αρχικού Μετοχικού Κεφαλαίου
Το προβλεπόμενο στο άρθρο 5 του παρόντος καταστατικού αρχικό μετοχικό κεφάλαιο
της εταιρείας, εκ χιλιάδων (300.000) ευρώ θα καλυφθεί από την Ελληνική Εταιρεία
Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ τοις μετρητοίς.
Άοϋοο15
Εξαιρετικά η πρώτη εταιρική χρήση της εταιρείας αρχίζει από την καταχώρηση στο
Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) του παρόντος καταστατικού και, εφόσον
απαιτείται, της Διοικητικής απόφασης της αρμόδιας εποπτεύουσας αρχής για την
χορήγηση άδειας σύστασης και έγκρισης του καταστατικού, και θα λήξει την 31
Δεκεμβρίου 2016.
Άοϋοο16
Σύνϋεση Πρώτου Διοικητικού Συμβουλίου
Το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο που θα διοικήσει την εταιρεία ορίζεται μέσα σε 6
μήνες από τη συγκρότηση σε σώμα του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής
Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας σύμφωνα με τον ιδρυτικό της Νόμο.
Άοϋοο17
Λύση και εκκαθάριση της Εταιρείας
Η λύση και εκκαθάριση της Εταιρείας γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν.
2190/1920 με την επιφύλαξη αντίθετων διατάξεων του ν. 4336/2015. »
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 206
Φορολογικές απαλλαγές
Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της (εκτός από το ΤΧΣ και το ΤΑΙΠΕΔ για τα
οποία εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των ιδρυτικών τους
νόμων), απολαμβάνουν όλων των διοικητικών, οικονομικών, φορολογικών, δικαστικών,
ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου προνομίων και ατελειών του Δημοσίου, πλην
του ΦΠΑ.
Άρθρο 207
Προσωρινή ρύθμιση διαφορών σε διακατοχή ακινήτων
Για την προσωρινή ρύθμιση των διαφορών που ανακύπτουν από την αμφισβήτηση της
διακατοχής ακινήτων τους έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 18 του ν.δ.της
22.4/16.5/1926 και του άρθρου 22 του α.ν. 1539/1938 (Α' 488).
Άρθρο 208
Ζητήματα χωροταξικού και πολεοδομικού δικαίου
Τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων η Εταιρεία και οι άμεσες
θυγατρικές της ή οποιαδήποτε εταιρεία, το μετοχικό κεφάλαιο της οποίας ανήκει,
άμεσα ή έμμεσα, στο σύνολό του, στην Εταιρεία, έχει την κυριότητα ή άλλα
δικαιώματα εμπραγμάτου δικαίου, ή δικαιώματα διαχείρισης και εκμετάλλευσης,
λογίζονται ως δημόσια ακίνητα για τους σκοπούς του άρθρου 10 του ν. 3986/2011
και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 10-17 του ν. 3986/2011.
Άρθρο 209
Διαδικασία λήψης αποφάσεων για τη συνεργασία με την Εταιρεία
Οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που προβλέπεται να εκδοθούν στην περίπτωση
στ) της παραγράφου 2 του άρθρου 192, στις παραγράφους 6 και 10 του άρθρου 196
του παρόντος νόμου, εκδίδονται κατόπιν γραπτού αιτήματος που υποβάλλεται από την
Εταιρεία. Το αίτημα με τον πλήρη φάκελο εξετάζεται από την αρμόδια υπηρεσία του
Υπουργείου Οικονομικών και κάθε άλλη αρμόδια αρχή εντός εξήντα (60) ημερών και
στη συνέχεια διαβιβάζεται στο ΚΥΣΟΙΠ. Με απόφαση του ΚΥΣΟΙΠ που δημοσιεύεται
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εξουσιοδοτείται
o Υπουργός Οικονομικών να εκδώσει τις σχετικές πράξεις και να προβεί σε κάθε
αναγκαία πράξη για την υλοποίηση της απόφασης του ΚΥΣΟΙΠ.
ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ-ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 210
Μεταβατικές διατάξεις
1. Το πρώτο Εποπτικό Συμβούλιο διορίζεται, κατόπιν επιλογής των μελών του
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 191 του παρόντος νόμου με απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών. Η υποβολή του αρχικού Καταστατικού της Ελληνικής Εταιρείας
Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε. προς καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. της Γενικής
Γραμματείας Εμπορίου και έγκριση από τις αρμόδιες υπηρεσίες πραγματοποιείται
αμέσως μετά την έκδοση της ως άνω απόφασης από το Εποπτικό Συμβούλιο, το οποίο
ρητά εξουσιοδοτείται για το σκοπό αυτό από τον παρόντα νόμο.
2. Το καταστατικό της ΕΔΗΣ υποβάλλεται προς καταχώριση στο ΓΕΜΗ της Γενικής
Γραμματείας Εμπορίου και έγκριση από τις αρμόδιες υπηρεσίες από το Διοικητικό
της Συμβούλιο. Τα Διοικητικά Συμβούλια των εταιριών, το μετοχικό κεφάλαιο των
οποίων μεταβιβάζεται δυνάμει του παρόντος νόμου στην ΕΔΗΣ, οφείλουν ως την
συγκρότηση σε σώμα του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΔΗΣ, να προβαίνουν μόνο σε
πράξεις συνήθους διαχείρισης και εκπροσώπησης, καθώς και να απέχουν από
οποιαδήποτε πράξη εκποίησης ή μεταβίβασης ενοχικών και εμπράγματων δικαιωμάτων
που δεν εντάσσεται στο ετήσιο επιχειρηματικό τους σχέδιο ή δεν είναι αναγκαία
για την προστασία των δικαιωμάτων της επιχείρησης.
3. Εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου που έχουν δοθεί υπέρ εταιριών που
μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ, προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων παραμένουν σε
ισχύ και δύναται να ανανεώνονται ή να παρατείνονται για όσο διάστημα η Εταιρεία
συμμετέχει μέσω της ΕΔΗΣ στο μετοχικό κεφάλαιο των εταιριών αυτών.
4. Οι άμεσες θυγατρικές της Εταιρείας, εκτός του ΤΧΣ, οφείλουν να προσαρμόσουν
τα καταστατικά τους εντός έξι (6) μηνών από την συγκρότηση σε σώμα του
Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας. Διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας ή των
καταστατικών των ως άνω θυγατρικών, που ορίζουν διαφορετικό τρόπο λειτουργίας ή
λήψης αποφάσεων ως προς τα δικαιώματα του μετόχου και οι οποίες δεν καταργούνται
ρητά με τον παρόντα νόμο, καταργούνται αυτοδικαίως από την συγκρότηση σε σώμα
του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας.
5. Από την έναρξη λειτουργίας της ΕΔΗΣ, καταργείται κάθε διάταξη που
περιλαμβάνεται στον ιδρυτικό νόμο ή τα καταστατικά των εταιριών που
μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ, και η οποία προβλέπει διαφορετικό τρόπο λειτουργίας ή
λήψης αποφάσεων ως προς τα δικαιώματα του μετόχου, την εκλογή μελών ΔΣ, και κάθε
άλλο ζήτημα σχετικό με την εταιρία και η οποία έρχεται σε αντίθεση με τις
ειδικότερες διατάξεις του παρόντος νόμου ως προς τα ζητήματα αυτά και του κ.ν.
2190/1920.
6. Όπου στον παρόντα νόμο γίνεται αναφορά σε εξαίρεση του ΤΧΣ ή του ΤΑΙΠΕΔ από
την εφαρμογή διατάξεων που αφορούν την Εταιρεία και τις άμεσες θυγατρικές της,
νοείται ότι το ΤΧΣ και το ΤΑΙΠΕΔ εξακολουθούν για τα θέματα αυτά να εφαρμόζουν
τις διατάξεις των ιδρυτικών τους νόμων.
Άρθρο 211
Τροποποίηση του ν. 4049/2012 (Α'35)
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 36 του ν. 4049/2012 αντικαθίσταται ως
εξής:
«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Πολιτισμού και
Τουρισμού επιτρέπεται να παραχωρηθούν κατά κυριότητα ή κατά χρήση ή να διατεθούν
δωρεάν σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού
περιουσιακά στοιχεία οποιασδήποτε φύσεως, που ανήκουν στον «Ελληνικό Οργανισμό
Τουρισμού» (Ε.Ο.Τ.), ύστερα από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ο.Τ.
αντίστοιχα. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις για την
παραχώρηση ή τη διάθεση, καθώς και οι συνέπειες που συνεπάγεται η μη τήρηση
τους.»
Άρθρο 212
Τροποποίηση του ν. 2636/1998 (Α'198)
1. Το εισαγωγικό εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 13 του ν 2636/1998
αντικαθίσταται ως εξής:
« Για την επίτευξη του σκοπού της η εταιρεία μπορεί να ασκεί οποιαδήποτε πράξη ή
δραστηριότητα, να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε μέθοδο αξιοποίησης προβλέπεται στο
άρθρο 18 του νόμου για την Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.,
όπως και τις ακόλουθες πράξεις.»
2. Η διάταξη της παραγράφου 1, ισχύει από την ημερομηνία συγκρότησης σε σώμα του
Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε..
Άρθρο 213
Τροποποίηση του ν. 3986/2011 (Α'152)
1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Δυνάμει της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου, του Ταμείου
η διάρκεια του μπορεί να παραταθεί, εάν ο σκοπός του δεν έχει επιτευχθεί».
2. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 1 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
« Στο μέτρο που το ΤΑΙΠΕΔ κριθεί ότι αποτελεί Φορέα Γενικής Κυβέρνησης,
εφαρμόζει τις διατάξεις του άρθρου 19 του νόμου για την ίδρυση της Ελληνικής
Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε. οι διατάξεις του ν. 4270/2014, και τα
κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντα προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις
αναφορικά με την υποβολή δημοσιονομικών αναφορών, εφαρμόζονται, μόνο ως προς την
υποβολή: α) ετήσιου προϋπολογισμού και οποιοσδήποτε αναπροσαρμογής του κατά τη
διάρκεια του έτους (προϋπολογιστικά), β) μηνιαίας αναφοράς εκτέλεσης
προϋπολογισμού και χρηματοδότησης (απολογιστικά), γ) μηνιαίων μισθολογικών
στοιχείων (απολογιστικά) και δ) μηνιαίας σύνοψης μητρώου δεσμεύσεων
(απολογιστικά σε μηνιαία βάση, ετήσια μεγέθη).»
3. Η παρ. 3 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του μοναδικού μετόχου του Ταμείου το
μετοχικό του κεφάλαιο μπορεί να αυξηθεί μέσω της έκδοσης ονομαστικών μετοχών τις
οποίες αναλαμβάνει εξ' ολοκλήρου η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας
Α.Ε.».
4. Στην παρ. 6 του άρθρου 2 οι λέξεις « Εντός έξι μηνών» αντικαθίστανται από τη
λέξη « Μετά»
5. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αντικατάσταση του Προέδρου, του Διευθύνοντος Συμβούλου και των μελών του
Διοικητικού Συμβουλίου, πριν από τη λήξη της θητείας τους επιτρέπεται με απόφαση
της Γενικής Συνέλευσης του ΤΑΙΠΕΔ ,η οποία λαμβάνεται με σύμφωνη γνώμη του
Εποπτικού Συμβουλίου της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.».
6. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Το Καταστατικό μπορεί να τροποποιηθεί με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του
μοναδικού μετόχου του Ταμείου».
7. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Η μεταφορά πραγματοποιείται μέσω σύμβασης δανεισμού εργαζομένου, σύμφωνα με την
επόμενη παράγραφο».
Άρθρο 214
Καταργούμενες διατάξεις
1. Οι Εσωτερικοί Κανονισμοί λειτουργίας του ΤΑΙΠΕΔ και της ΕΤΑΔ καταργούνται από
την ημερομηνία που τίθεται σε ισχύ ο Εσωτερικός Κανονισμός της Ελληνικής
Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε., ο οποίος εφαρμόζεται και σε αυτές.
2. Καταργούνται, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, οι ακόλουθες
διατάξεις του ν. 3986/2011:
α. Το τελευταίο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 3 β. η παρ. 8 του άρθρου 3
γ. Η υποπαράγραφος 2 της παρ. 2 (γ) του άρθρου 4
3. Η περ. α' της παρ. 12 και οι παρ. 13 έως 16 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011
καταργούνται από την έναρξη ισχύος του Εσωτερικού Κανονισμού της Ελληνικής
Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.
4. Οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 24 του ν. 4321/2015 καταργούνται
5. Από την ημερομηνία συγκρότησης σε σώμα του Διοικητικού Συμβουλίου της
Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε., καταργούνται οι ακόλουθες
διατάξεις:
α) Η περ. (α) της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 2636/1998.
β) Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 4 και η παρ. 17 του άρθρου 9 του ν.
2837/2000,
γ) η περ. δ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3270/20046) η παρ. 9 του άρθρου 4 του
ν. 3270/2004
ε) οι παρ. 1 και 2 και η περ. β της παρ. 7 του άρθρου 49 του ν. 3220/2004 στ) η
περ. 6 της παρ. 2 και η περ. 8 της παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 3943/2011
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΔ'
«Κύρωση της Σύμβασης Παραχώρησης για την αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και
λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Κρήτης, Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου και
της Σύμβασης Παραχώρησης για την αναβάθμιση, συντήρηση, διαχείριση και
λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Αιγαίου και ρύθμιση λοιπών συναφών θεμάτων»
Άρθρο 215
Κύρωση της από 14.12.2015 Σύμβασης Παραχώρησης για την αναβάθμιση,
συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Κρήτης,
Ηπειρωτικής Ελλάδας
Κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου η Σύμβαση Παραχώρησης για την αναβάθμιση,
συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Κρήτης,
Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου που υπογράφτηκε στην Αθήνα στις 14 Δεκεμβρίου
2015 μεταξύ : α) του Ελληνικού Δημοσίου, β) της ελληνικής ανώνυμης εταιρίας με
την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας Δημοσίου Α.Ε.», γ) της
ελληνικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «FRAPORT ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΑΣ Α ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και δ) των μετόχων της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας,
ήτοι (α) της γερμανικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «FRAPORT AG FRANKFURT
AIRPORT SERVICES WORLDWIDE» και (β) της κυπριακής εταιρίας με την επωνυμία
«SLENTEL LIMITED», η οποία προσαρτάται στον παρόντα ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α' στην
Ελληνική και Αγγλική γλώσσα.
Άρθρο 216
Κύρωση της από 14.12.2015 Σύμβασης Παραχώρησης για την αναβάθμιση,
συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Αιγαίου
Κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου η Σύμβαση Παραχώρησης για την αναβάθμιση,
συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία Περιφερειακών Αεροδρομίων Αιγαίου, που
υπογράφτηκε στην Αθήνα στις 14 Δεκεμβρίου 2015 μεταξύ : α) του Ελληνικού
Δημοσίου , β) της ελληνικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Ταμείο
Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας Δημοσίου Α.Ε.», ν), της ελληνικής ανώνυμης
εταιρίας με την επωνυμία «FRAPORT ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Β ΑΝΩΝΥΜΗ
ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και δ) των μετόχων της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας, ήτοι (α) της
γερμανικής ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «FRAPORT AG FRANKFURT AIRPORT
SERVICES WORLDWIDE» και (β) της κυπριακής εταιρίας με την επωνυμία «SLENTEL
LIMITED», η οποία προσαρτάται στον παρόντα ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β' στην Ελληνική και
Αγγλική γλώσσα.
Άρθρο 217
Τέλη Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αεροδρομίων στα παραχωρουμενα
περιφερειακά αεροδρόμια
1. Κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου ή κανονιστικής διάταξης
τα εισπραττόμενα σχετικά με τα περιφερειακά αεροδρόμια Τέλη Εκσυγχρονισμού και
Ανάπτυξης Αεροδρομίων (Τ.Ε.Α.Α.), τα οποία επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 40
του ν. 2065/1992 (Α' 113), όπως ισχύει, κατατίθενται / πιστώνονται εντός των
πρώτων είκοσι (20) ημερών του μήνα που έπεται των αναχωρήσεων των επιβατών σε
δεκατέσσερις (14) ειδικούς λογαριασμούς με τίτλο «Ταμείο Ανάπτυξης και
Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα» που συμπληρώνονται με το όνομα του αντίστοιχου
αερολιμένα και τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος για καθένα από τα δεκατέσσερα
(14) περιφερειακά αεροδρόμια των Συμβάσεων Παραχώρησης που κυρώνονται με τον
παρόντα νόμο. Η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας είναι υπεύθυνη για την χρέωση των
αερομεταφορέων με τα ποσά των Τ.Ε.Α.Α. που εισπράπονται από τους επιβάτες και
ελέγχει την απόδοσή τους στους αντίστοιχους ειδικούς λογαριασμούς.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και
Δικτύων, η οποία εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου, ρυθμίζεται κάθε τεχνικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια αναφορικά
με : α) τη διαδικασία χρέωσης, είσπραξης και ελέγχου των Τ.Ε.Α.Α. σχετικά με τα
περιφερειακά αεροδρόμια των Συμβάσεων Παραχώρησης που κυρώνονται με τον παρόντα
νόμο, β) την ανάπτυξη και λειτουργία από τους παραχωρησιούχους ηλεκτρονικής
πλατφόρμας, στην οποία θα έχει πρόσβαση η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας και στην
οποία οι αερομεταφορείς θα καταχωρούν αναλυτικά στοιχεία κίνησης επιβατών ανά
πτήση, γ) τη διαδικασία ενημέρωσης των αερομεταφορέων από τους παραχωρησιούχους
στο τέλος κάθε μήνα για τα οφειλόμενα Τ.Ε.Α.Α., δ) τη διαδικασία διαβούλευσης
μεταξύ των αερομεταφορέων, της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας και των
παραχωρησιούχων από την 21η και μέχρι την τελευταία ημέρα κάθε μήνα για την
επίλυση σχετικών διαφορών σχετικά με τα καταβλητέα Τ.Ε.Α.Α., ε) τη διαδικασία
διευθέτησης κάθε επόμενο μήνα των σχετικών διαφορών και επιστροφής αχρεωστήτως
καταβληθέντων ποσών μέσω συμψηφισμού, στ) τη διαδικασία ελέγχου από τους
παραχωρησιούχους των στοιχείων των πτήσεων για την επαλήθευση της ακρίβειας των
χορηγηθεισών από τους αερομεταφορείς κινήσεων επιβατών με τη δυνατότητα πλήρους
πρόσβασης σε όλα τα στοιχεία που σχετίζονται με την άνω διαδικασία, ζ) την
επιβολή από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας τόκου υπερημερίας εις βάρος των
αερομεταφορέων σε περίπτωση καθυστέρησης οφειλόμενων Τ.Ε.Α.Α., η) την προσκόμιση
στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας εγγυητικών επιστολών από τους αερομεταφορείς
ποσού ίσου με τα αναλογούντα στον μήνα με την υψηλότερη κίνηση επιβατών τέλη και
την διαδικασία κατάπτωσης αυτών από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας για ποσό
ίσο με το οφειλόμενο Τ.Ε.Α.Α. μετά την πάροδο προθεσμίας που θα συμφωνείται κατά
περίπτωση από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας και τους παραχωρησιούχους.
3. Τα συνολικά ποσά των εισπραχθέντων Τ.Ε.Α.Α. μεταφέρονται την αμέσως επόμενη
εργάσιμη ημέρα από την πίστωσή στους αναφερόμενους στην παρ. 1 του παρόντος
άρθρου τραπεζικούς λογαριασμούς, σε τραπεζικούς λογαριασμούς των
παραχωρησιούχων, τους οποίους αυτοί υποχρεούνται προηγουμένως να κοινοποιήσουν
στο Υπουργείο Οικονομικών και στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και
Δικτύων^ η οποία εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου, ρυθμίζεται κάθε τεχνικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με
τη διαδικασία μεταφοράς στους τραπεζικούς λογαριασμούς των παραχωρησιούχων των
συνολικών ποσών των εισπραχθέντων Τ.Ε.Α.Α., κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3
του παρόντος.
Άρθρο 218
Τέλη και φόροι για υπηρεσίες κοινής ωφέλειας στα παραχωρούμενα
περιφερειακά αεροδρόμια
Σε εφαρμογή των εγγυοδοτικών δηλώσεων του Ελληνικού Δημοσίου που περιλαμβάνονται
στο άρθρο 5.2.1(ιβ) κάθε Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο
και κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου, συμπεριλαμβανομένων
και των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 82 του από 24.9/20.10.1958
β.δ. (Α' 171) και του ν. 1080/1980 (Α' 246), όπως ισχύει, δεν επιβάλλονται στους
παραχωρησιούχους οποιουδήποτε είδους τέλη ή φόροι, από οποιαδήποτε δημοτική ή
άλλη τοπική αρχή, για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας στα έργα που θα εκτελεστούν
και στις υπηρεσίες που θα παρασχεθούν στα περιφερειακά αεροδρόμια των Συμβάσεων
Παραχώρησης, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των υπηρεσιών φωτισμού,
ασφάλειας, καθαρισμού, αποκομιδής απορριμμάτων και αποχέτευσης, στο βαθμό που οι
υπηρεσίες αυτές πράγματι παρέχονται στους χρήστες των περιφερειακών αεροδρομίων
από τους παραχωρησιούχους, σύμφωνα με τα προβ?ιεπόμενα στις Συμβάσεις
Παραχώρησης.
Άρθρο 219
Υφιστάμενες Άδειες ΚατασκευαστικώνΈρνων και Υφιστάμενες Άδειες
Λειτουργίας
Οι Άδειες που ορίζονται στο άρθρο 17.6.1. περ. β κάθε Σύμβασης Παραχώρησης που
κυρώνεται με τον παρόντα νόμο, οι οποίες δεν έχουν τυχόν εκδοθεί μέχρι την
έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, θεωρείται ότι έχουν χορηγηθεί από την
ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.
Άρθρο 220
Μη καταβολή αεροναυτικών τελών από αεροπορικές εταιρίες στα
παραχωρούμενα περιφερειακά αεροδρόμια
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων η
οποία εκδίδεται κατ' εφαρμογή του άρθρου 28.12 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που
κυρώνεται με τον παρόντα νόμο, θα ρυθμίζεται το κατώτατο όριο οφειλών προς τους
παραχωρησιούχους των περιφερειακών αεροδρομίων, πέραν των οποίων θα έχουν αυτοί
το δικαίωμα να ζητήσουν από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας την απαγόρευση
απογείωσης οποιουδήποτε αεροσκάφους οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου λόγω
της μη καταβολής Αεροναυτικών Τελών, όπως ορίζονται σε έκαστη Σύμβαση
Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο, καθώς και κάθε άλλο τεχνικό θέμα
και λεπτομέρεια σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος αυτού.
Άρθρο 221
Υπηρεσίες πυρόσβεσης στα παραχωρούμενα περιφερειακά αεροδρόμια
1. Κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου, συμπεριλαμβανομένων
των διατάξεων των άρθρων 1 και 2 του ν.3511/2006 (Α' 258), όπως ισχύει, ο
παραχωρησιούχος κάθε Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο
δύναται να παρέχει, με δικό του εξοπλισμό, μέσα και προσωπικό, υπηρεσίες
πυρόσβεσης και διάσωσης στους χώρους των περιφερειακών αεροδρομίων,
διατηρουμένου σε κάθε περίπτωση του δικαιώματος του να λαμβάνει υπηρεσίες
πυρόσβεσης και διάσωσης από το Πυροσβεστικό Σώμα Ελλάδος.
2. Με απόφαση του Διοικητή της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, που θα εκδίδεται
μετά από απλή γνώμη των αρμοδίων υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος εντός
αποκλειστικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την υποβολή από τους
παραχωρησιούχους προς την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας σχετικού σχεδίου ειδικού
κανονισμού πυρασφάλειας, εγκρίνεται Ειδικός Κανονισμός Πυρασφάλειας, με τον
οποίον θα ρυθμίζονται, μεταξύ άλλων, θέματα συγκρότησης ομάδων πυροπροστασίας
από το προσωπικό των παραχωρησιούχων, θέματα εκπαίδευσης των ομάδων
πυροπροστασίας την οποία αναλαμβάνουν είτε οι ίδιοι οι παραχωρησιούχοι είτε
εξειδικευμένος ανάδοχος αυτών, η διαδικασία πιστοποίησης της αρτιότητας της εν
λόγω εκπαίδευσης για τις ανάγκες παροχής των ως άνω υπηρεσιών στα περιφερειακά
αεροδρόμια, τα ειδικά καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των ομάδων πυροπροστασίας
και ο τρόπος δράσης τους, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Με την
άπρακτη παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, ο Ειδικός Κανονισμός Πυρασφαλείας
θεωρείται εγκεκριμένος όπως υποβλήθηκε από τον παραχωρησιούχο έκαστης Σύμβασης
Παραχώρησης.
Άρθρο 222
Εφαρμογή διαδικασίας άρθρου 7Α του ν. 2882/2001 (Α' 17)
Για την υλοποίηση των απαλλοτριώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 14.1.7 έκαστης
Σύμβασης Παραχώρησης, εφαρμόζεται και ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 7Ατου
ν.2882/2001 (Α' 17), όπως ισχύει.
Άρθρο 223
Συμμετοχή παραχωρησιούχων στην επιτροπή του άρθρου 17 παρ. 2 του π. δ/τος
86/1979 (Α' 17)
Για τα καταστήματα πωλήσεως αφορολογήτων και αδασμολογήτων ειδών που λειτουργούν
εντός των περιφερειακών αεροδρομίων κάθε Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με
τον παρόντα νόμο, η επιτροπή της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του π. δ/τος 86/1979
(Α' 17) απαρτίζεται από τον προϊστάμενο της οικείας Τελωνειακής Αρχής, έναν
υπάλληλο που ορίζεται από τον αρμόδιο Υπουργού και έναν εκπρόσωπο του
παραχωρησιούχου.
Άρθρο 224
Υπαγωγή επένδυσης στο ΝΔ 2687/1953 (Α' 317)
Η επένδυση, που συνεπάγεται η υλοποίηση έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που
κυρώνεται με τον παρόντα νόμο και τα σχετικά κεφάλαια που θα εισαχθούν για το
σκοπό αυτό από το εξωτερικό υπάγονται στις διατάξεις του ν. δ/τος 2687/1953
«περί επενδύσεως και προστασίας κεφαλαίων εξωτερικού» (Α' 317) δια της εκδόσεως
Προεδρικού Διατάγματος, σύμφωνα με σχετικό αίτημα του παραχωρησιούχου έκαστης
Σύμβασης Παραχώρησης και σε πλήρη συμμόρφωση με τους κανόνες περί κρατικών
ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Άρθρο 225
Πρώτη έγκριση Ανώτατου Ορίου Χρεώσεων
Η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας δια του παρόντος άρθρου εγκρίνει το Ανώτατο Όριο
Χρεώσεων για τη Μέγιστη Μέση Απόδοση ανά Αναχωρούντα Επιβάτη, σε εφαρμογή του
άρθρου 6.2.1(α)(νΐϋ) κάθε Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα
νόμο, και σύμφωνα με το Αρθρο 28.4.2(a) εκάστης Σύμβασης Παραχώρησης,
συμπεριλαμβανομένου του Πίνακα Β αυτού, η οποία Μέγιστη
Μέση Απόδοση ανά Αναχωρούντα Επιβάτη δεν θα υπερβαίνει το ποσό των δεκατριών
(13) ευρώ.
Άρθρο 226
Διαδικασία αύξησης Ανώτατου Ορίου Χρεώσεων
Με την επίτευξη της Ημερομηνίας Λήξης των Επικείμενων Έργων σε κάθε περιφερειακό
αεροδρόμιο σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 18.9 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης
που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο, η Μεγίστη Μέση Απόδοση Ανά Αναχωρούντα
Επιβάτη ανά περιφερειακό αεροδρόμιο, όπως αυτή ορίζεται στις Συμβάσεις
Παραχώρησης, θα αυξηθεί για πρώτη φορά στα ποσά που αναφέρονται στα άρθρα 28.4.3
ή/ και 28.4.4 εκάστης Σύμβασης Παραχώρησης για το αντίστοιχο περιφερειακό
αεροδρόμιο. Στην περίπτωση αυτή, η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας θα εγκρίνει, με
την έκδοση σχετικής πράξης του Διοικητή της που εκδίδεται μέσα σε 20 μέρες, την
αύξηση, αποδεχόμενη τους υπολογισμούς σχετικά με την τιμαριθμική αναπροσαρμογή
της Μέγιστης Μέσης Απόδοσης ανά Αναχωρούντα Επιβάτη που θα της υποβάλει ο
παραχωρησιούχος σύμφωνα με τη διαδικασία και εντός των προθεσμιών που ορίζονται
στο άρθρο 28.4.5(β) - (ε) έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης, εκτός εάν έχει
εμφιλοχωρήσει στους ως άνω υπολογισμούς μαθηματικό ή άλλο πρόδηλο σφάλμα
υπολογισμού σχετικό με την τιμαριθμική αναπροσαρμογή της Μέγιστης Μέσης Απόδοσης
ανά Αναχωρούντα Επιβάτη Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της ως άνω προθεσμίας
από την υποβολή σε αυτήν από τον παραχωρησιούχο των σχετικών στοιχειών
υπολογισμού, οι υποβληθέντες υπολογισμοί του παραχωρησιούχου θα θεωρούνται
εγκεκριμένοι από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας. Σε περίπτωση μαθηματικού
σφάλματος ή άλλου πρόδηλου σφάλματος στους υπολογισμούς του παραχωρησιούχου, η
σχετική διαπιστωτική πράξη θα εκδίδεται εντός δέκα (10) ημερών μετά από τη
διόρθωση των σφαλμάτων αυτών και την επανυποβολή των στοιχείων υπολογισμού στην
Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.
Άρθρο 227
Συμβάσεις παραχωρούμενων περιφερειακών αεροδρομίων
Κατά την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που
κυρώνεται με τον παρόντα νόμο, ο παραχωρησιούχος υπεισέρχεται αυτομάτως, και
χωρίς να απαιτείται η συναίνεση των αντισυμβαλλομένων, στα συμβατικά δικαιώματα
και υποχρεώσεις του Δημοσίου ή/ και της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας που
απορρέουν από τις Μεταβιβασθείσες Συμβάσεις Αεροδρομίου, όπως αυτές ορίζονται
στις Συμβάσεις Παραχώρησης. Οι συμβάσεις, στα δικαιώμαια και υποχρεώσεις των
οποίων δεν υπεισέρχεται ο παραχωρησιούχος έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης,
καταγγέλλονται από το Ελληνικό Δημόσιο με κοινοποιούμενη με δικαστικό επιμελητή
προειδοποίηση δύο μηνών ή συντομότερη, όταν προβλέπεται τέτοια από το νόμο ή την
όποια άλλη έχει συμβατικά μεταξύ των εν λόγω μερών συμφωνηθεί. Τυχόν δικαίωμα
αποζημίωσης του αντισυμβαλλομένου ή/και είσπραξης οποιοσδήποτε άλλης χρηματικής
απαίτησης εκ της καταγγελθείσας συμβάσεως γεννάται αποκλειστικά και μόνο κατά
του Ελληνικού Δημοσίου.
Άρθρο 228
Περίοδοι υπολογισμού Μεγίστης Μέσης Απόδοσης ανά Αναχωρούντα Επιβάτη
Για την περίοδο από την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης έκαστης Σύμβασης
Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο μέχρι την αμέσως επόμενη 31η
Οκτωβρίου και εν συνέχεια για την περίοδο από την 1η Νοεμβρίου μέχρι την 31η
Οκτωβρίου του επόμενου έτους καθώς και σε κάθε αντίστοιχη περίοδο από 1ης
Νοεμβρίου μέχρι 31ης Οκτωβρίου κάθε επόμενου έτους, ο παραχωρησιουχος έκαστης
Σύμβασης Παραχώρησης πρέπει να αποδεικνύει στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας
ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση της Μέγιστης Μέσης Απόδοσης ανά Αναχωρούντα Επιβάτη
για την αντίστοιχη περίοδο. Ο σχετικός υπολογισμός πρέπει να υποβάλλεται στην
Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας το αργότερο έως το τέλος του Δεκεμβρίου εκάστου
έτους, τροποποιουμένων αντιστοίχως των δύο πρώτων εδαφίων του άρθρου 28.4.5 (στ)
έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.
Άρθρο 229
Λοιπές διατάξεις
1. Το άρθρο 19.3.8 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα
νόμο τροποποιείται έτσι ώστε η αναφορά να γίνεται στο Πρωτόκολλο Οριστικής
Παράδοσης αντί του εσφαλμένα αναφερομένου Πρωτοκόλλου Προσωρινής Παραλαβής.
2. Το άρθρο 6.2.1(α)(νϊϋ) έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον
παρόντα νόμο τροποποιείται προς διόρθωση προδήλου σφάλματος δια της
αντικατάστασης των λέξεων «το οποίο» με τις λέξεις «η οποία» και διαμορφώνεται
ως εξής:
«Η ΥΠΑ θα εγκρίνει το Ανώτατο Όριο Χρεώσεων για τη Μέγιστη Μέση Απόδοση ανά
Αναχωρούντα Επιβάτη σύμφωνα με το Άρθρο 28.4.2(a) συμπεριλαμβανομένου του Πίνακα
Β αυτού, η οποία δεν θα υπερβαίνει το ποσό των δεκατριών (13) Ευρώ.»
3. Η πρώτη πρόταση του άρθρου 28.4.2(β)(ϋ) έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που
κυρώνεται με τον παρόντα νόμο τροποποιείται προς διόρθωση προδήλου σφάλματος δια
της αντικατάστασης των λέξεων «το οποίο» με τις λέξεις «η οποία» και
διαμορφώνεται ως εξής:
«Η ΥΠΑ, είτε κατά την ή πριν από την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης, θα εγκρίνει
το Ανώτατο Όριο Χρεώσεων για τη Μέγιστη Μέση Απόδοση ανά Αναχωρούντα Επιβάτη
σύμφωνα με το Άρθρο 28.4.2(a) συμπεριλαμβανομένου του
-SHS-
Πίνακα B αυτού, η οποία δεν θα υπερβαίνει to ποσό των δεκατριών (13) Ευρώ
σύμφωνα με το Άρθρο 6.2.1(a)(viii).»
4. Το άρθρο 39.3.10 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώνεται με τον παρόντα
νόμο τροποποιείται έτσι ώστε η αναφορά να γίνεται στην ορθή ΠΟΑ 1022/2012 αντί
της εσφαλμένα αναφερόμενης ΠΟΑ 1022/3012.
Άρθρο 230
Τελικές Διατάξεις
1. Καμία αξίωση δεν έχει ο Παραχωρησιούχος για κάθε ποσό που καταβλήθηκε ή
έπρεπε να καταβληθεί και είναι ληξιπρόθεσμο σε σχέση με τις Μεταβιβασθείσες
Συμβάσεις Αεροδρομίου μέχρι και την ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης,
τροποποιουμένου αντιστοίχως του εδαφίου β' του άρθρου 4.9.3 της Σύμβασης
Παραχώρησης.
2. Το Δημόοιο δεν θα εμποδίζεται να αναπτύσσει, κατασκευάζει ή και να παραχωρεί
υποδομές και δραστηριότητες εκμετάλλευσης για την εξυπηρέτηση υδροπλάνων,
τροποποιούμενης αντίστοιχα της περίπτωσης (iii) του άρθρου 4.10.3 κάθε Σύμβασης
Παραχώρησης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ'
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 231
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 23 του ν. 4111/2013 (Α' 18) αντικαθίσταται
ως εξής:
«7. Ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας της Εταιρίας καταρτίζεται από το
Διοικητικό της Συμβούλιο. Μέχρι την μεταβίβαση των μετοχών της Εταιρείας σε
ιδιώτη επενδυτή και για όσο χρονικό διάστημα αυτή παραμένει στον ευρύτερο
δημόσιο τομέα, ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας περιλαμβάνει τουλάχιστον τα
προβλεπόμενα στο άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3429/2005 (Α' 314) και τίθεται σε ισχύ με
απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
Ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας της υπό αποκρατικοποίηση ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ. Α.Ε.), ο οποίος
τέθηκε σε ισχύ με την υπ' αριθμ. Φ38/οικ.24323/2406/21.05.2013 (ΒΊ319) απόφαση
του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Μεταφορών και Δικτύων, καταργείται
και παύει να ισχύει από την μεταβίβαση των μετοχών της εταιρείας σε ιδιώτη
επενδυτή.
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από συμβάσεις εργασίας και
εργασιακές σχέσεις υφιστάμενες κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών της
Ε.Ε.Σ.Σ.Τ.Υ. Α.Ε. σε ιδιώτη επενδυτή διέπονται από τις διατάξεις του πδ 178/2002
(Α' 162) και την ισχύουσα ενωσιακή νομοθεσία.»
Άρθρο 232
1. Οι παρ. 14 και 16 του άρθρου 2 του νόμου 3986/2011 (Α' 152) τροποποιούνται ως
εξής:
«14. Το τίμημα που εισπράττει το Ταμείο από την αξιοποίηση των περιουσιακών του
στοιχείων, μεταφέρεται το αργότερο σε δέκα (10) ημέρες από την είσπραξη του, σε
πίστωση του ειδικού λογαριασμού της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του ν. 4063/2012
(Α' 71) με την ονομασία «Ελληνικό Δημόσιο (ΕΔ) Εισπράξεις και Πληρωμές για την
εξυπηρέτηση του Δημοσίου χρέους», αφού αφαιρεθούν λειτουργικά έξοδα και
διοικητικές δαπάνες του Ταμείου για την αξιοποίηση των περιουσιακών του
στοιχείων, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ'
εξουσιοδότηση της παραγράφου 16, και χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την
αποπληρωμή του δημόσιου χρέους.
16. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του
Ταμείου και εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών,
καθορίζονται ο ειδικότερος τρόπος προσδιορισμού και λογιστικής αποτύπωσης των
λειτουργικών εξόδων και των διοικητικών δαπανών που αφαιρούνται από το τίμημα
σύμφωνα με την παράγραφο 14, ο ειδικότερος τρόπος λογιστικής αποτύπωσης των
εσόδων από την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων, η ειδικότερη διαδικασία
μεταφοράς του τιμήματος στον ειδικό λογαριασμό, η ειδικότερη διαδικασία και ο
τρόπος μεταφοράς του τιμήματος, όταν αυτό προέρχεται από αξιοποίηση περιουσιακού
στοιχείου δημόσιας επιχείρησης ή εταιρείας της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο
ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο και κάθε αναγκαίο θέμα για την
εφαρμογή των δύο προηγούμενων παραγράφων. Με την ίδια απόφαση δύναται, επίσης,
να καθορίζεται το ανώτερο ποσοστό επί του εισπραχθέντος τιμήματος, κατά το οποίο
αφαιρούνται δαπάνες για έργα που η ολοκλήρωσή τους δεν κατέστη εφικτή ή για έργα
που είναι ακόμα σε εξέλιξη, η ειδικότερη διαδικασία τεκμηρίωσης για τη συνδρομή
των ανωτέρω περιστάσεων και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.» ·
2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 53 του ν.3283/2004 (Α'210),
αντικαθίσταται ως εξής:
"Στις συναφθείσες συμβάσεις της παραγράφου 1, υπεισέρχεται αυτοδικαίως, από τη
δημοσίευση του παρόντος η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης
Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» (ΤΑΙΠΕΔ), η οποία κατ' αυτόν τον τρόπο
καθίσταται διάδοχος του συμβαλλομένου Ελληνικού Δημοσίου, αναφορικά με όλα τα
δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του τελευταίου, που έχουν προκύψει ή θα προκόψουν
από τις εν λόγω συμβάσεις. Όπου στις συμβάσεις αυτές αναφέρεται το Δημόσιο,
νοείται εφεξής το ΤΑΙΠΕΔ Α.Ε., το οποίο έχει αρμοδιότητα για την κατάρτιση κάθε
συναφούς εγγράφου και τη ρύθμιση οποιοσδήποτε θέματος προκύψει από την εκτέλεση
και λύση των συμβάσεων ή εν γένει σχετίζεται με την πραγματοποίηση του σκοπού
αυτών, συμπεριλαμβανομένης ακόμα και της λύσης και εκκαθάρισης των νομικών
προσώπων που συστάθηκαν ή λειτουργούν χάριν των
εν λόγω συμβάσεων. Από την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου εξαιρείται η από
1.8.2010 Σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της υπό ειδική εκκαθάριση
τελούσας εταιρίας "Ολυμπιακές Αερογραμμές ΑΕ" για την παροχή υπηρεσιών CAMO,
τεχνικής υποστήριξης και σχετικών διοικητικών υπηρεσιών, υπηρεσιών ασφάλισης,
στάθμευσης και συντήρησης σε κατάσταση καθήλωσης των τεσσάρων αεροσκαφών τύπου
AIRBUS Α340-300 με αριθμούς κατασκευαστή MSN 235, 239, 280 και 292. Οποιαδήποτε
δαπάνη, στην οποία θα υποβληθεί το ΤΑΙΠΕΔ Α.Ε. για τη διενέργεια των
προαναφερομένων πράξεών του θεωρείται συναφής με την αξιοποίηση των
προαναφερθέντων αεροσκαφών και εκκαθαρίζεται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις
του ν.3986/2011 (Α'152) και τις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ'
εξουσιοδότηση αυτού".
ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ
Άρθρο 233
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.
Αθήνα,48.5.2016
Πηγή: Taxheaven