Ανδρέας Κ. Σακελλαριάδης
Λογιστής - Φοροτέχνης
Σύμφωνα με το άρθρο 648 του Αστικού Κώδικα έννοια της σύμβασης εργασίας είναι όταν ο εργαζόμενος έχει την υποχρέωση να παρέχει για ορισμένο χρόνο ή αόριστο χρόνο την εργασία του στον εργοδότη και αυτός να καταβάλει το συμφωνημένο μισθό.
Σύμβαση εργασίας υπάρχει και όταν ο μισθός υπολογίζεται κατά μονάδα της παρεχόμενης εργασίας ή κατ΄ αποκοπήν αρκεί ο εργαζόμενος να προσλαμβάνεται ή να απασχολείται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο.
Άρθρο 669 του Αστικού Κώδικα.-Λήξη της σύμβασης. Η σύμβαση εργασίας παύει αυτοδικαίως όταν λήξει ο χρόνος για την οποία συνομολογήθηκε.
Σύμβαση ορισμένου χρόνου υπάρχει όταν η διάρκεια της είτε προσδιορίζεται ρητά από τα συμβαλλόμενα μέρη ,είτε από το είδος, είτε από το σκοπό της εργασίας. (Άρθρο 9 παρ.3 του Ν.3198/1955).
Σύμφωνα με το άρθρο 40 του Ν.3986/2011 Μετατροπή σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου: Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, η οποία περιλαμβάνει όρο για πρόωρη καταγγελία της με εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς την αποζημίωση απόλυσης για τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, κατά τις διατάξεις του Ν. 2112/1920, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 74 παράγραφοι 2 και 3 του Ν. 3863/2010, μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου κατά την καταγγελία:
Η απασχόληση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου λογίζεται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες από την ημέρα ισχύος της και η οποία μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης, εκτός κι αν άλλο συμφωνήσουν τα μέρη.
1. Η καταγγελία σύμβασης εργασίας ιδιωτικού υπαλλήλου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των δώδεκα (12) μηνών, δεν δύναται να πραγματοποιηθεί χωρίς προηγούμενη έγγραφη προειδοποίηση του εργοδότη, και η οποία θα ισχύει από την επομένη της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο με τους εξής όρους:
α) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) «συμπληρωμένους» μήνες έως δύο (2) έτη, απαιτείται προειδοποίηση ενός (1) μηνός πριν την απόλυση.
β) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δύο (2) έτη συμπληρωμένα έως πέντε (5) έτη, απαιτείται προειδοποίηση δύο (2) μηνών πριν την απόλυση.
γ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από πέντε (5) έτη συμπληρωμένα έως δέκα (10) έτη απαιτείται προειδοποίηση τριών (3) μηνών πριν την απόλυση.
δ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δέκα (10) έτη συμπληρωμένα και άνω απαιτείται προειδοποίηση τεσσάρων (4) μηνών πριν την απόλυση.
Εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως τον εργαζόμενο κατά τα ανωτέρω, καταβάλλει στον απολυόμενο το ήμισυ της κατά το επόμενο εδάφιο του παρόντος αποζημίωσης.
3. Όταν η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας υπερβαίνει τις αποδοχές δύο (2) μηνών, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο (2) μηνών. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές δύο (2) μηνών, εκτός και αν το ποσό που υπολείπεται για την εξόφληση του συνόλου της αποζημιώσεως είναι μικρότερο. Η πρώτη δόση καταβάλλεται την επομένη της συμπλήρωσης διμήνου από την απόλυση.
Και σύμφωνα με το άρθρο 672 του Αστικού Κώδικα .Καταγγελία για σοβαρό λόγο. Καθένα από τα μέρη έχει δικαίωμα σε κάθε περίπτωση να καταγγείλει οποτεδήποτε τη σύμβαση για σπουδαίο λόγο, χωρίς να τηρήσει προθεσμία .Το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί με συμφωνία.
Αν σπουδαίος λόγος για τον οποίο έγινε η καταγγελία συνίσταται ή οφείλεται σε αθέτηση της σύμβασης εκείνος που την αθέτησε έχει την υποχρέωση σε αποζημίωση. (Άρθρο 674 του Αστικού Κώδικα)
Αν π.χ υπογραφθεί σύμβαση ορισμένου χρόνου διάρκειας (10) δέκα μηνών και στην σχετική σύμβαση υπάρχει παραπομπή και αναφέρει ότι σε περίπτωση πρόωρης καταγγελίας μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου τότε αν η σύμβαση αυτή λυθεί μετά από (5)πέντε μήνες δεν οφείλεται αποζημίωση διότι σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 74 του Ν.3863/2010 η απασχόληση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου λογίζεται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου για τους πρώτους 12 (δώδεκα) μήνες από την ημέρα ισχύος της και η οποία μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης, εκτός κι αν άλλο συμφωνήσουν τα μέρη. Σε περίπτωση που δεν αναγράφεται ο όρος αυτός στην σύμβαση τότε αν δεν υπάρχει σπουδαίος λόγος ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να καταβάλει τις αποδοχές των υπόλοιπων μηνών μέχρι τη λήξη της συμβάσεως.
Τέλος σύμφωνα και με την απόφαση του Μον.Πρωτ. Θες/νίκης 4082/2014 η οποία αναφέρει: της από 02-05-2012 σύμβασης εξαρτημένης εργασίας που συνήφθη μεταξύ των διαδίκων, το περιεχόμενο της οποίας παρατίθεται αυτολεξεί στην αγωγή, προβλέπεται ότι « ο εργοδότης διατηρεί το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας ελεύθερα και πριν την πάροδο της συμφωνημένης διάρκειας, τηρώντας τις διατάξεις για την καταγγελία της συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου». Συνεπώς με τον όρο αυτό ο οποίος αποτελεί περιεχόμενο της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος και συνήφθη μεταξύ των διάδικων στα πλαίσια της ελευθερίας των συμβάσεων (άρθρο 361 Α.Κ.), η εναγόμενη επεφύλαξε ρητά το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας του ενάγοντος, χωρίς τη συνδρομή σπουδαίου λόγου, τηρώντας τις διατάξεις που διέπουν την καταγγελία της συμβάσεως αορίστου χρόνου.
Άρθρο 361.- Ενοχή από σύμβαση. Για τη σύσταση ή αλλοίωση ενοχής με δικαιοπραξία απαιτείται σύμβαση, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά.
είναι έγκυρη η καταγγελία συμβάσεως ορισμένου χρόνου χωρίς σπουδαίο λόγο, αλλά εγγράφως, όταν υπάρχει ρήτρα περί δικαιώματος του εργοδότου να καταγγείλει ελεύθερα την σύμβαση και πριν την πάροδο του συμφωνημένου χρόνου, τηρώντας τις διατάξεις περί καταγγελίας της συμβάσεως αορίστου χρόνου.Πηγή: Taxheaven
28 Jan, 2016