ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 14ης Ιανουαρίου 2016 υπόθεση C‑66/15, «Παράβαση κράτους μέλους – Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Αυτοκίνητα οχήματα – Μίσθωση ή χρηματοδοτική μίσθωση αυτοκινήτου οχήματος εκ μέρους κατοίκου κράτους μέλους από προμηθευτή εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος – Φορολόγηση του οχήματος αυτού κατά την ταξινόμησή του εντός του πρώτου κράτους μέλους – Είσπραξη του πλήρους ποσού του τέλους ταξινομήσεως»
Στην υπόθεση C‑66/15,
με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, ασκηθείσα στις 12 Φεβρουαρίου 2015,
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους M. Wasmeier και Δ. Τριανταφύλλου, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,
προσφεύγουσα,
κατά
Ελληνικής Δημοκρατίας, εκπροσωπουμένης από τον Κ. Μπόσκοβιτς και τη Β. Καρρά,
καθής,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),
συγκείμενο από τους F. Biltgen, πρόεδρο τμήματος, E. Levits (εισηγητή) και M. Berger, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: M. Bobek
γραμματέας: A. Calot Escobar
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,
κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με την προσφυγή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, εισπράττοντας ολόκληρο το ποσό του προβλεπομένου από τη νομοθεσία της τέλους ταξινομήσεως κατά την ταξινόμηση μισθωμένου ή χρησιμοποιουμένου με χρηματοδοτική μίσθωση οχήματος, εκ μέρους πελάτη που κατοικεί στο έδαφός της, από προμηθευτή εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η διάρκεια της συμβάσεως μισθώσεως ή της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως και η διάρκεια της χρήσεως του εν λόγω οχήματος επί ελληνικού εδάφους, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 56 ΣΛΕΕ έως 62 ΣΛΕΕ.
Το νομικό πλαίσιο
2 Το άρθρο 121, παράγραφος 1, του νόμου 2960/2001 (ΦΕΚ A΄ 265, στο εξής: ελληνικός τελωνειακός κώδικας) έχει ως ακολούθως:
«Επιβατικά αυτοκίνητα της δασμολογικής κλάσης 87.03 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας [που περιλαμβάνεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) του κανονισμού 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256, σ. 1)] υποβάλλονται σε τέλος ταξινόμησης επί της φορολογητέας αξίας όπως αυτή διαμορφώνεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 126 του παρόντα και του άρθρου 4 του νόμου 1573/1985 (ΦΕΚ A΄ 201), όπως ισχύουν.»
3 Το άρθρο 133, παράγραφος 2, του ελληνικού τελωνειακού κώδικα, που τροποποιήθηκε με τον νόμο 3583/2007, προβλέπει τα εξής:
«Τα κοινοτικά οχήματα δύνανται να παραμένουν προσωρινά στο εσωτερικό της χώρας χωρίς να απαιτείται η καταβολή του τέλους ταξινόμησης. Για τη χορήγηση της προσωρινής αυτής απαλλαγής από την καταβολή του τέλους ταξινόμησης εφαρμόζονται ανάλογα οι όροι και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του τελωνειακού καθεστώτος της προσωρινής εισαγωγής με τον όρο της επανεξαγωγής για τα οχήματα τρίτων χωρών που εισάγονται προσωρινά στη χώρα.»
4 Το άρθρο 136, παράγραφος 1, του ελληνικού τελωνειακού κώδικα ορίζει τα ακόλουθα:
«Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 133 του παρόντα κώδικα, πρόσωπα εγκατεστημένα στο εσωτερικό της χώρας δεν επιτρέπεται να κατέχουν, πέρα από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 130 προθεσμία ή να κυκλοφορούν πέρα από την προθεσμία της παραγράφου 3 του άρθρου 129 του παρόντα κώδικα, κοινοτικά οχήματα χωρίς την καταβολή του τέλους ταξινόμησης.»
5 Το άρθρο 130, παράγραφος 2, του εν λόγω κώδικα αναφέρεται στην υποβολή ειδικής δηλώσεως πριν από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας και έως την ημερομηνία κατά την οποία το εν λόγω τέλος καθίσταται απαιτητό, και την οποία ορίζει το άρθρο 128, παράγραφοι 1 και 2, του ίδιου κώδικα ως τη δέκατη πέμπτη ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν της εισόδου του οχήματος στην ελληνική επικράτεια, ενώ το άρθρο 129 του ελληνικού τελωνειακού κώδικα αφορά την προθεσμία μεταφοράς στον τόπο του τελικού προορισμού.
Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία
6 Με επιστολές της 14ης Αυγούστου 2003, της 3ης Ιανουαρίου 2006 και της 31ης Μαΐου 2011, η Επιτροπή ζήτησε από την Ελληνική Δημοκρατία πληροφορίες για τα μέτρα εφαρμογής που είχαν ληφθεί στην ελληνική νομοθεσία σχετικά με τις αρχές που διατυπώθηκαν με την απόφαση Cura Anlagen (C‑451/99, EU:C:2002:195).
7 Με επιστολή της 2ας Σεπτεμβρίου 2011, η Ελληνική Δημοκρατία απάντησε ότι το άρθρο 130 του ελληνικού τελωνειακού κώδικα προβλέπει την καταβολή του τέλους ταξινομήσεως από τον ιδιοκτήτη του οχήματος ή από τον νόμιμο εκπρόσωπό του και ότι, για τα οχήματα που αποτελούν αντικείμενο χρηματοδοτικής μισθώσεως, υπόχρεος για την καταβολή του τέλους αυτού είναι η εταιρία leasing ή ο νόμιμος εκπρόσωπός της. Δεδομένου ότι ο τρόπος υπολογισμού του εν λόγω τέλους ουδόλως συνδέεται με τη διάρκεια της χρησιμοποιήσεως του οχήματος στην Ελλάδα, η ελληνική νομοθεσία δεν προβλέπει σε καμία περίπτωση επιστροφή του τέλους ταξινομήσεως.
8 Με προειδοποιητική επιστολή της 28ης Οκτωβρίου 2011, η Επιτροπή ζήτησε από την Ελληνική Δημοκρατία να μεριμνήσει ώστε οι ισχύουσες στην Ελλάδα νομοθεσία και πρακτική, που απαιτούν την καταβολή του πλήρους τέλους ταξινομήσεως για τα οχήματα που εκμισθώνει ή διαθέτει με σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως σε πελάτη κάτοικο Ελλάδας προμηθευτής εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς δυνατότητα να ληφθεί υπόψη η διάρκεια της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως ή της συμβάσεως μισθώσεως, να καταστούν σύμφωνες προς το άρθρο 56 ΣΛΕΕ.
9 Με την από 17 Ιανουαρίου 2012 απάντησή της στην εν λόγω προειδοποιητική επιστολή, η Ελληνική Δημοκρατία επανέλαβε ότι ο υπολογισμός του τέλους ταξινομήσεως δεν συνδέεται με τη διάρκεια της χρησιμοποιήσεως του οχήματος στην Ελλάδα, δεδομένου ότι το ποσό του τέλους καταβάλλεται πάντοτε ολόκληρο, επιβεβαίωσε δε εκ νέου ότι η φορολόγηση των μισθωμένων αυτοκινήτων οχημάτων ή των αυτοκινήτων οχημάτων που αποτελούν αντικείμενο χρηματοδοτικής μισθώσεως στην Ελλάδα δεν παραβιάζει την αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
10 Μη πεισθείσα από τα επιχειρήματα της Ελληνικής Δημοκρατίας, η Επιτροπή εξέδωσε, στις 22 Νοεμβρίου 2012, αιτιολογημένη γνώμη, επιβεβαιώνοντας την ανάλυση που είχε παραθέσει στην προειδοποιητική επιστολή. Η Επιτροπή κάλεσε την Ελληνική Δημοκρατία να συμμορφωθεί προς την αιτιολογημένη αυτή γνώμη εντός δύο μηνών από την παραλαβή της.
11 Με την από 18 Φεβρουαρίου 2013 απάντησή της, η Ελληνική Δημοκρατία αναγνώρισε την ανάγκη τροποποιήσεως της ελληνικής νομοθεσίας και, στις 9 Απριλίου 2013, το κράτος μέλος αυτό απέστειλε στην Επιτροπή σχετικό νομοσχέδιο, προβλέποντας ωστόσο παρακράτηση της τάξεως του 5 % ανά έτος οφειλομένου φόρου.
12 Η Επιτροπή γνωστοποίησε στην Ελληνική Δημοκρατία, στις 9 Οκτωβρίου 2013, ότι η παρακράτηση αυτή δεν ήταν σύμφωνη με τη νομολογία του Δικαστηρίου, οπότε το κράτος μέλος αυτό απέστειλε, στις 2 Δεκεμβρίου 2013, τροποποιημένο σχέδιο νόμου του οποίου η έναρξη ισχύος προβλεπόταν για τα τέλη Μαρτίου 2014. Η δέσμευση αυτή δεν τηρήθηκε. Η Ελληνική Δημοκρατία διαβίβασε, στις 21 Ιανουαρίου 2015, τροποποιημένο νομοσχέδιο που επρόκειτο να ψηφιστεί από το Ελληνικό Κοινοβούλιο που θα προέκυπτε από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015. Κατόπιν της ψηφίσεώς του, ο εν λόγω νόμος θα άρχιζε να ισχύει δέκα ημέρες μετά την έκδοση κοινής υπουργικής αποφάσεως, της οποίας το χρονοδιάγραμμα εκδόσεως δεν γνωστοποιήθηκε.
13 Επειδή η Ελληνική Δημοκρατία δεν εξέδωσε τις εν λόγω πράξεις, η Επιτροπή άσκησε την παρούσα προσφυγή.
Επί της προσφυγής
Επιχειρήματα των διαδίκων
14 Η Επιτροπή παρατηρεί ότι το τέλος ταξινομήσεως επιβάλλεται στα οχήματα που χρησιμοποιούνται στην Ελλάδα, λόγω της συνδυασμένης εφαρμογής των διαφόρων διατάξεων του ελληνικού τελωνειακού κώδικα, και ειδικότερα του άρθρου 121, παράγραφος 1, που προβλέπει ότι το τέλος αυτό επιβάλλεται στα οχήματα της κατηγορίας 87.03 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι του κανονισμού 2658/87, του άρθρου 136 του κώδικα, ιδίως δε της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, που απαγορεύει σε πρόσωπα εγκατεστημένα στην Ελλάδα να είναι ιδιοκτήτες ή να κυκλοφορούν όχημα προερχόμενο από άλλο κράτος μέλος χωρίς να έχουν καταβάλει το εν λόγω τέλος, με την επιφύλαξη ειδικών εξαιρέσεων, καθώς και του άρθρου 133 του κώδικα, ιδίως δε της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, που προβλέπει την απαλλαγή από την καταβολή του τέλους αυτού ή την αναστολή της σε περίπτωση προσωρινής εισαγωγής οχήματος από άλλο κράτος μέλος.
15 Κατά την Επιτροπή, το γεγονός ότι ούτε η εθνική νομοθεσία ούτε η πρακτική των ελληνικών αρχών προβλέπουν λύση σε περίπτωση χρήσεως για περιορισμένο ή βραχύ χρονικό διάστημα οχημάτων τα οποία προμηθευτές εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος εκμισθώνουν ή διαθέτουν με χρηματοδοτική μίσθωση σε πελάτες κατοίκους Ελλάδας καθιστά απαιτητό το πλήρες ποσό του τέλους ταξινομήσεως στις περιπτώσεις αυτές.
16 Η Επιτροπή παραπέμπει στην απόφαση Cura Anlagen (C‑451/99, EU:C:2002:195), καθώς και στις διατάξεις van de Coevering (C‑242/05, EU:C:2006:430), Ilhan (C‑42/08, EU:C:2008:305) και VAV‑Autovermietung (C‑91/10, EU:C:2010:558), από τις οποίες προκύπτει ότι, καίτοι η επιβολή τέλους ταξινομήσεως στην Ελλάδα δεν είναι, αυτή καθαυτήν, ασυμβίβαστη με το δίκαιο της Ένωσης, η είσπραξη, αντιθέτως, ολόκληρου του ποσού του τέλους αυτού κατά την πρώτη χρησιμοποίηση εντός κράτους μέλους ενός οχήματος το οποίο προμηθευτής εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος εκμισθώνει ή διαθέτει με χρηματοδοτική μίσθωση σε κάτοικο του πρώτου κράτους μέλους αντίκειται στην αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, λόγω του ότι το καθεστώς αυτό δεν λαμβάνει υπόψη τη διάρκεια της χρήσεως του εν λόγω οχήματος στο έδαφος του πρώτου κράτους μέλους. Εφόσον η διάρκεια της χρήσεως αυτής είναι περιορισμένη, η υποχρέωση καταβολής του πλήρους ποσού του τέλους ταξινομήσεως υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου του τέλους αυτού μέτρο.
17 Η Επιτροπή διευκρινίζει, περαιτέρω, ότι, καίτοι, αποστέλλοντας τα νομοσχέδια στις 9 Απριλίου 2013 και στις 21 Ιανουαρίου 2015, η Ελληνική Δημοκρατία αναγνώρισε την ανάγκη τροποποιήσεως της ελληνικής νομοθεσίας, οι σχετικοί νόμοι δεν έχουν ακόμα θεσπιστεί. Εξάλλου, η Επιτροπή παρατηρεί ότι, στο πλαίσιο της καλόπιστης συνεργασίας, επισήμανε τα προβλήματα του πρώτου νομοσχεδίου και ότι η Ελληνική Δημοκρατία, μολονότι αποδέχθηκε τις παρατηρήσεις της, της υπέβαλε, στις 21 Ιανουαρίου 2015, νομοσχέδιο που αποκλίνει από τα συμφωνηθέντα.
18 Η Επιτροπή παραπέμπει στις αποφάσεις Επιτροπή κατά Ισπανίας (C‑147/94, EU:C:1995:111, σκέψη 5), Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑298/95, EU:C:1996:501, σκέψη 18), Επιτροπή κατά Αυστρίας (C‑358/03, EU:C:2004:824, σκέψη 13) και Επιτροπή κατά Ιταλίας (C‑119/04, EU:C:2006:489, σκέψη 25), προσθέτοντας ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε τις πολιτικές εξελίξεις, όπως η διακοπή των εργασιών του εθνικού κοινοβουλίου λόγω εκλογών, ούτε τις σοβαρές και αντικειμενικές δυσκολίες όσον αφορά την εφαρμογή, ελλείψει σχετικής νομοθεσίας της Ένωσης, ενός συστήματος αναλογικής καταβολής του τέλους ταξινομήσεως, προς δικαιολόγηση της εξακολουθήσεως της παραβάσεως. Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η προθεσμία που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη έληξε στις 21 Ιανουαρίου 2013.
19 Η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει, πρώτον, ότι η Επιτροπή έσπευσε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή στις 11 Φεβρουαρίου 2015, ενώ οι εργασίες του Ελληνικού Κοινοβουλίου είχαν διακοπεί με την προκήρυξη πρόωρων εκλογών και ενώ ελληνικές αρχές, στο πλαίσιο της υποχρεώσεως καλόπιστης συνεργασίας, είχαν αποστείλει, στις 21 Ιανουαρίου 2015, προς τις υπηρεσίες της Επιτροπής ολοκληρωμένο νομοσχέδιο που προέβλεπε ρητώς την αναλογική καταβολή ή την επιστροφή των εξόδων ταξινομήσεως για τα οχήματα που εκμισθώνονται ή διατίθενται με χρηματοδοτική μίσθωση από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος, αναλόγως της διάρκειας της χρησιμοποιήσεώς τους στην Ελλάδα.
20 Δεύτερον, το κράτος μέλος αυτό παρατηρεί ότι για την εφαρμογή της αναλογικής καταβολής του τέλους ταξινομήσεως απαιτείται προηγούμενη θέσπιση διαδικασίας ταξινομήσεως των οχημάτων. Όμως, κατά την καθής, η Επιτροπή δεν έλαβε επαρκώς υπόψη τις σοβαρές και αντικειμενικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι ελληνικές αρχές κατά την επεξεργασία της κοινής υπουργικής αποφάσεως σχετικά με τη διαδικασία ταξινομήσεως των οχημάτων σε περιπτώσεις χρηματοδοτικής μισθώσεως ή μισθώσεως οχημάτων από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος, λόγω της απουσίας εναρμονίσεως των κανόνων ταξινομήσεως που ισχύουν κατά τη μεταφορά ενός οχήματος από ένα κράτος μέλος σε άλλο, ιδίως όσον αφορά τον καθορισμό του τόπου στον οποίο πρέπει να ταξινομηθεί το όχημα αναλόγως της διάρκειας της χρήσεώς του όταν ο μισθωτής ή ο κάτοχός του το έχει στη διάθεσή του. Η απουσία νομικού πλαισίου σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τους διαδικαστικούς αυτούς κανόνες, δεν μπορεί να εξομοιωθεί προς τεχνικές ή οργανωτικές δυσχέρειες οφειλόμενες στην εσωτερική έννομη τάξη.
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
21 Προκαταρκτικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις που δεν αφορούν την υπό κρίση υπόθεση, η φορολογία των αυτοκινήτων οχημάτων δεν έχει εναρμονιστεί στο επίπεδο της Ένωσης. Επομένως, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να ασκούν τη φορολογική αρμοδιότητά τους στον τομέα αυτόν, υπό τον όρο της τηρήσεως του δικαίου της Ένωσης (βλ. απόφαση X, C‑302/12, EU:C:2013:756, σκέψη 23 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
22 Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 56 ΣΛΕΕ αντιτίθεται στην εφαρμογή οποιασδήποτε εθνικής νομοθεσίας η οποία, χωρίς να δικαιολογείται αντικειμενικώς, παρεμποδίζει τη δυνατότητα του παρέχοντος υπηρεσίες να ασκεί πράγματι την εν λόγω ελευθερία (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις Cura Anlagen, C‑451/99, EU:C:2002:195, σκέψη 29, και Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑496/01, EU:C:2004:137, σκέψη 64).
23 Το άρθρο 56 ΣΛΕΕ αποκλείει επίσης την εφαρμογή κάθε εθνικής νομοθεσίας που έχει ως αποτέλεσμα να καθίσταται η παροχή υπηρεσιών μεταξύ των κρατών μελών δυσχερέστερη από την παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται αποκλειστικώς στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις X και Passenheim-van Schoot, C‑155/08 και C‑157/08, EU:C:2009:368, σκέψη 32, καθώς και X, C‑498/10, EU:C:2012:635, σκέψη 20).
24 Συνιστούν περιορισμούς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών τα εθνικά μέτρα που απαγορεύουν, παρακωλύουν ή καθιστούν λιγότερο ελκυστική την άσκηση της ελευθερίας αυτής (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις Jobra, C‑330/07, EU:C:2008:685, σκέψη 19, Tankreederei I, C‑287/10, EU:C:2010:827, σκέψη 15, και X, C‑498/10, EU:C:2012:635, σκέψη 22).
25 Εξάλλου, το άρθρο 56 ΣΛΕΕ απονέμει δικαιώματα όχι μόνο στον ίδιο τον παρέχοντα υπηρεσίες, αλλά και στον αποδέκτη των εν λόγω υπηρεσιών (αποφάσεις Eurowings Luftverkehr, C‑294/97, EU:C:1999:524, σκέψη 34· FKP Scorpio Konzertproduktionen, C‑290/04, EU:C:2006:630, σκέψη 32· Dijkman και Dijkman-Lavaleije, C‑233/09, EU:C:2010:397, σκέψη 24, καθώς και X, C‑498/10, EU:C:2012:635, σκέψη 23).
26 Κατά πάγια νομολογία, ένα κράτος μέλος μπορεί να επιβάλει φόρο κατά την ταξινόμηση οχήματος που τίθεται στη διάθεση προσώπου που κατοικεί στο κράτος αυτό από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, όταν το όχημα αυτό προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κυρίως εντός του πρώτου κράτους μέλους επί μονίμου βάσεως ή όταν χρησιμοποιείται πράγματι κατ’ αυτόν τον τρόπο (βλ. διάταξη van de Coevering, C‑242/05, EU:C:2006:430, σκέψη 24 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
27 Αντιθέτως, αν δεν πληρούνται οι απαριθμούμενες στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας αποφάσεως προϋποθέσεις, ο σύνδεσμος του εν λόγω οχήματος με το πρώτο κράτος μέλος είναι ασθενέστερος, με αποτέλεσμα να είναι αναγκαίος άλλος δικαιολογητικός λόγος για την επιβολή του εν λόγω τέλους (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση Επιτροπή κατά Δανίας, C‑464/02, EU:C:2005:546, σκέψη 79· διάταξη van de Coevering, C‑242/05, EU:C:2006:430, σκέψη 26, καθώς και απόφαση van Putten κ.λπ., C‑578/10 έως C‑580/10, EU:C:2012:246, σκέψη 47).
28 Έστω και αν υποτεθεί ότι υφίσταται τέτοια δικαιολογία, συνιστάμενη σε επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος, θα πρέπει επιπλέον ο φόρος να συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας (βλ. διάταξη van de Coevering, C‑242/05, EU:C:2006:430, σκέψη 27, καθώς και απόφαση van Putten κ.λπ., C‑578/10 έως C‑580/10, EU:C:2012:246, σκέψη 53).
29 Όσον αφορά αυτοκίνητα οχήματα τα οποία εκμισθώνει ή διαθέτει με χρηματοδοτική μίσθωση σε κάτοικο κράτους μέλους προμηθευτής εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, το Δικαστήριο έχει κρίνει, σχετικά με αυστριακό φόρο καταναλώσεως συνδεόμενο με υποχρέωση ταξινομήσεως οχημάτων που έχουν μισθωθεί εντός άλλου κράτους μέλους, ότι τέτοιος φόρος είναι αντίθετος προς την αρχή της αναλογικότητας στον βαθμό που ο σκοπός τον οποίο επιδιώκει θα μπορούσε να επιτευχθεί με την επιβολή φόρου αναλόγου προς τη διάρκεια ταξινομήσεως του οχήματος στο κράτος στο οποίο χρησιμοποιείται, οπότε αποτρέπεται η διάκριση ως προς την απόσβεση του φόρου εις βάρος των επιχειρήσεων leasing αυτοκινήτων που είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη (βλ. απόφαση Cura Anlagen, C‑451/99, EU:C:2002:195, σκέψη 69, και διάταξη van de Coevering, C‑242/05, EU:C:2006:430, σκέψη 27).
30 Όσον αφορά φόρο επί των επιβατικών αυτοκινήτων και των μοτοσυκλετών ο οποίος, κατά την ολλανδική νομοθεσία, οφειλόταν από την πρώτη χρήση, στο ολλανδικό οδικό δίκτυο, αυτών των επιβατικών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών που δεν είχαν εγγραφεί στο εθνικό μητρώο ταξινομήσεως και βρίσκονταν πράγματι στη διάθεση φυσικών ή νομικών προσώπων εγκατεστημένων στις Κάτω Χώρες, το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι ο σκοπός που επιδίωκε η νομοθετική αυτή ρύθμιση θα μπορούσε να επιτευχθεί με την επιβολή φόρου ανάλογου προς τη διάρκεια της χρησιμοποιήσεως των εν λόγω οχημάτων και μοτοσυκλετών επί ολλανδικού εδάφους (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, διάταξη van de Coevering, C‑242/05, EU:C:2006:430, σκέψη 30), πράγμα που θα απέτρεπε τη διάκριση ως προς την απόσβεση του φόρου αυτού εις βάρος των επιχειρήσεων εκμισθώσεως αυτοκινήτων που είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη (διάταξη Ilhan, C‑42/08, EU:C:2008:305, σκέψη 22).
31 Εν προκειμένω, από τη δικογραφία προκύπτει ότι, κατά την ελληνική νομοθεσία, επιβάλλεται τέλος ταξινομήσεως σε οχήματα που εκμισθώνονται ή διατίθενται με χρηματοδοτική μίσθωση από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η διάρκεια των συμβάσεων χρηματοδοτικής μισθώσεως ή των συμβάσεων μισθώσεως ούτε η φύση της χρήσεως των εν λόγω οχημάτων επί ελληνικού εδάφους. Υπόχρεος στην καταβολή του τέλους αυτού είναι, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, η εταιρία εκμισθώσεως των οχημάτων ή διαθέσεώς τους με χρηματοδοτική μίσθωση.
32 Συνεπώς, η υποχρέωση καταβολής του πλήρους ποσού του εν λόγω τέλους ταξινομήσεως, ανεξαρτήτως της διάρκειας των συμβάσεων χρηματοδοτικής μισθώσεως ή των συμβάσεων μισθώσεως και της φύσεως της χρήσεως των οχημάτων επί ελληνικού εδάφους, αφορά και τα οχήματα που δεν προορίζονται κυρίως να χρησιμοποιηθούν επί ελληνικού εδάφους επί μονίμου βάσεως ή τα οποία, στην πράξη, δεν χρησιμοποιούνται κατά τον τρόπο αυτόν. Μια τέτοια υποχρέωση είναι ικανή να περιαγάγει σε μειονεκτική θέση μια εταιρία leasing ή εκμισθώσεως οχημάτων εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος όσον αφορά την απόσβεση του φόρου αυτού σε σχέση προς εταιρία leasing ή εκμισθώσεως οχημάτων εγκατεστημένη επί ελληνικού εδάφους και, επομένως, μπορεί να αποθαρρύνει μια εταιρία leasing ή εκμισθώσεως οχημάτων εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος να παράσχει υπηρεσίες εκμισθώσεως οχημάτων ή διαθέσεώς τους με χρηματοδοτική μίσθωση στην Ελλάδα.
33 Στο μέτρο που μια τέτοια υποχρέωση είναι δυνατόν να καταστήσει την εκμίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων ή τη διάθεσή τους με χρηματοδοτική μίσθωση από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος επαχθέστερη, η ελληνική νομοθεσία είναι ικανή να αποτρέψει τους κατοίκους Ελλάδας να μισθώνουν ή να χρησιμοποιούν διατιθέμενο με χρηματοδοτική μίσθωση όχημα από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος.
34 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι εθνική νομοθεσία που υποβάλλει τα χρησιμοποιούμενα με χρηματοδοτική μίσθωση ή τα μισθωμένα οχήματα σε τέλος ταξινομήσεως όπως το επίδικο, χωρίς να λαμβάνει υπόψη, προς καθορισμό του ύψους του τέλους αυτού, τη διάρκεια των συμβάσεων χρηματοδοτικής μισθώσεως ή των συμβάσεων μισθώσεως ούτε τη φύση της χρήσεως των εν λόγω οχημάτων επί ελληνικού εδάφους, συνιστά περιορισμό στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών απαγορευόμενο, καταρχήν, από το άρθρο 56 ΣΛΕΕ.
35 Η Ελληνική Δημοκρατία δεν ισχυρίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η νομοθεσία αυτή εμπίπτει στις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 52 ΣΛΕΕ, και οι οποίες έχουν εφαρμογή στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 62 ΣΛΕΕ, και ούτε επικαλέστηκε ούτε ανέφερε την ύπαρξη επιτακτικού λόγου γενικού συμφέροντος ικανού να δικαιολογήσει, εν προκειμένω, τον περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
36 Όσον αφορά τις περιστάσεις που επικαλείται η Ελληνική Δημοκρατία, ότι δηλαδή, κατά την ημερομηνία ασκήσεως της προσφυγής της Επιτροπής, αφενός, είχε υποβληθεί στην Επιτροπή ολοκληρωμένο νομοσχέδιο που προέβλεπε την αναλογική καταβολή ή την επιστροφή των εξόδων ταξινομήσεως για τα οχήματα που διατίθενται με χρηματοδοτική μίσθωση ή εκμισθώνονται από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος, αναλόγως της διάρκειας της χρησιμοποιήσεώς τους στην Ελλάδα, αλλά ότι, αφετέρου, οι εργασίες του Ελληνικού Κοινοβουλίου είχαν διακοπεί με την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, αρκεί να υπομνησθεί ότι η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την κατάσταση που επικρατούσε στο κράτος μέλος κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, οι δε μεταβολές που επήλθαν στη συνεχεία δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑351/13, EU:C:2014:2150, σκέψη 20, και Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑317/14, EU:C:2015:63, σκέψη 34).
37 Εξάλλου, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επικαλεστούν καταστάσεις της εσωτερικής έννομης τάξεώς τους προκειμένου να δικαιολογήσουν τη μη τήρηση του δικαίου της Ένωσης (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑109/94, C‑207/94 και C‑225/94, EU:C:1995:210, σκέψη 11).
38 Όσον αφορά τις δυσκολίες που υποστηρίζεται ότι αντιμετώπισαν οι ελληνικές αρχές κατά την επεξεργασία της κοινής υπουργικής αποφάσεως σχετικά με τη διαδικασία ταξινομήσεως των οχημάτων σε περιπτώσεις χρηματοδοτικής μισθώσεως ή μισθώσεως οχημάτων από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος, λόγω της απουσίας εναρμονίσεως των κανόνων ταξινομήσεως που ισχύουν κατά τη μεταφορά ενός οχήματος από ένα κράτος μέλος σε άλλο, πρέπει να παρατηρηθεί, πρώτον, ότι η προσφυγή της Επιτροπής δεν αφορά την υποχρέωση ταξινομήσεως των αυτοκινήτων οχημάτων στην Ελλάδα.
39 Δεύτερον, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η ύπαρξη μέτρων εναρμονίσεως των κανόνων ταξινομήσεως των οχημάτων δεν μπορεί να αναχθεί σε προαπαιτούμενο για την εφαρμογή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, την οποία εγκαθιδρύει το άρθρο 56 ΣΛΕΕ (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση SEVIC Systems, C‑411/03, EU:C:2005:762, σκέψη 26), καθώς και ότι η απουσία τέτοιων μέτρων δεν μπορεί να δικαιολογήσει περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση Επιτροπή κατά Γαλλίας, 270/83, EU:C:1986:37, σκέψη 24).
40 Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι η προσφυγή της Επιτροπής πρέπει να κριθεί βάσιμη.
41 Κατά συνέπεια, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία, εισπράττοντας ολόκληρο το ποσό του προβλεπομένου από τη νομοθεσία της τέλους ταξινομήσεως κατά την ταξινόμηση μισθωμένου ή χρησιμοποιουμένου με χρηματοδοτική μίσθωση, εκ μέρους πελάτη που κατοικεί στο έδαφός της, από προμηθευτή εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η διάρκεια της συμβάσεως μισθώσεως ή της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως και η διάρκεια της χρήσεως του εν λόγω οχήματος επί ελληνικού εδάφους, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 56 ΣΛΕΕ έως 62 ΣΛΕΕ.
Επί των δικαστικών εξόδων
42 Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή ζήτησε την καταδίκη της Ελληνικής Δημοκρατίας στα δικαστικά έξοδα και η τελευταία ηττήθηκε, η Ελληνική Δημοκρατία πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφασίζει:
1) Η Ελληνική Δημοκρατία, εισπράττοντας ολόκληρο το ποσό του προβλεπομένου από τη νομοθεσία της τέλους ταξινομήσεως κατά την ταξινόμηση μισθωμένου ή χρησιμοποιουμένου με χρηματοδοτική μίσθωση, εκ μέρους πελάτη που κατοικεί στο έδαφός της, από προμηθευτή εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η διάρκεια της συμβάσεως μισθώσεως ή της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως και η διάρκεια της χρήσεως του εν λόγω οχήματος επί ελληνικού εδάφους, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 56 ΣΛΕΕ έως 62 ΣΛΕΕ.
2) Καταδικάζει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.
Πηγή: Taxheaven