ΔΕΔ Θ 1228/2019 Παραγραφή μη αναληφθέντων μερισμάτων - Φάκελος τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών

ΔΕΔ Θ 1228/2019 Παραγραφή μη αναληφθέντων μερισμάτων - Φάκελος τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών

Αριθμός απόφασης: 1228
Θεσσαλονίκη, 22.05.2019


ΑΑΔΕ
Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α8 - ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
Ταχ. Δ/νση : Εγνατία 45
Ταχ. Κώδικας : 54630 - Θεσσαλονίκη
Τηλέφωνο : 2313-333254
ΦΑΞ : 2313-333258
E-Mail : ded.thess@aade.gr
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπ' όψη:
1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α' 170).
β. Του άρθρου 11 της Δ. ΟΡΓ. Α 1036960 ΕΞ 2017/10.03.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ 968 Β'/22.03.2017) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)»
γ. Της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β' 1440/27-04-2017).
2. Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ Β' 2759/1.9.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».
4. Την από 23/01/2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανή προσφυγή της επιχείρησης με την επωνυμία « », ΑΦΜ  .........κατά της υπ’ αριθ /2018 πράξης επιβολής προστίμου άρθρου 4 παρ.5 και 6 ν. 2523/1997 διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012, της υπ’ αριθ /2018 οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2013 (διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012) και της υπ’ αριθ /2018 οριστικής πράξης διορθωτικού
προσδιορισμού μη αναληφθέντων μερισμάτων (άρθρου 18 ν. 3943/2011 και ν.δ. 1195/1942) διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ και τα προσκομιζόμενα με αυτήν σχετικά έγγραφα.
5. Την υπ' αριθ /2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 4 παρ. 6 και 5 ν. 2523/1997 διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012, την υπ' αριθ /2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2013 (διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012) και την υπ' αριθ /2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού μη αναληφθέντων μερισμάτων (άρθρου 18 ν. 3943/2011 και ν.δ. 1195/1942) διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, των οποίων ζητείται η ακύρωση.
6. Τις απόψεις της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.
7. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α8 - Επανεξέτασης όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
 

Επί της από 23.01.2019 και με αριθμό πρωτοκόλλου ενδικοφανούς προσφυγής της επιχείρησης με την επωνυμία « », ΑΦΜ ........., η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:

Με την υπ' αριθ /2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 4 παρ. 6 και 5 ν.2523/1997 διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας πρόστιμο ποσού 17.816,03 €, καθώς α) δεν υπέβαλε τον Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών, που ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 39Α του ν. 2238/1994 (πρόστιμο ποσού 16.196,39 €), β) δεν έθεσε στη διάθεση της φορολογικής διοίκησης τον φάκελο τεκμηρίωσης τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 39Α του ν. 2238/1994 (πρόστιμο ποσού 1.619,64 €).


Με την υπ' αριθ /2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2013 (διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας φόρος ποσού 37.778,15 €, πλέον πρόσθετου φόρου ανακρίβειας (προστίμου άρθρου 58 Κ.Φ.Δ. και τόκων άρθρου 53 Κ.Φ.Δ.) ποσού 35.435,91 €, δη σύνολο φόρου 73.214,06 €. Η διαφορά φόρου προέκυψε κατόπιν διαπίστωσης από τον έλεγχο λογιστικών διαφορών ελέγχου ύψους 188.890,76 €. Ειδικότερα προέκυψαν οι κάτωθι λογιστικές διαφορές:
 

Λογαριασμός

Περιγραφή

Ποσό

20-03-00-0023

ΕΝΔΟΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙΣ 23% ΦΠΑ

182.324,05€

20-03-01-0023

ΕΝΔΟΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙΣ-ΕΞΟΔΑ ΜΕ ΦΠΑ 23%

800,00€

62-07-01-0023

ΚΤΙΡΙΩΝ-ΕΓΚΑΤ. ΚΤΙΡ-ΦΠΑ 23%-ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ

4.407,50€

63-98-08-0200

ΦΠΑ          ΕΚΠΙΠΤΟΜΕΝΟΣ         ΣΤΗ          ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ

ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ 100%

205,44€

 

64-98-99-0023

ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΞΟΔΑ ΜΕ ΦΠΑ 23%

359,45€

66-04-09-0000

ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ ΛΟΙΠΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ

794,32€

Σύνολο

188.890,76€

 


Με την υπ' αριθ /2018 οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού μη αναληφθέντων μερισμάτων (άρθρου 18 ν. 3943/2011 και ν.δ. 1195/1942) διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ καταλογίστηκε στην προσφεύγουσα υπέρ του Δημοσίου (λόγω παραγραφής) ποσό 23.340,00 € που αντιστοιχεί σε μη αναληφθέντα μερίσματα έτους 2005 από τους δικαιούχους μετόχους, πλέον προστίμου άρθρου 59 Κ.Φ.Δ. 11.670,00 € και τόκων άρθρου 53 Κ.Φ.Δ. 10.222,92 €, δη σύνολο φόρου 45.232,92 €.

Οι εν λόγω πράξεις εδράζονται επί των από 24/12/2018 εκθέσεων ελέγχου προστίμου (άρθρο 4 παρ. 6 και 5 ν. 2523/1997), μερικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος (ν. 2238/1994 βάσει της Πολ. 1159/2011) και μερικού φορολογικού ελέγχου απόδοσης στο δημόσιο μη αναληφθέντων μερισμάτων (άρθρου 18 ν. 3943/2011 και ν.δ. 1195/1942).

Η προσφεύγουσα, με την υπό κρίση ενδικοφανή, ζητά την ακύρωση των παραπάνω πράξεων προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:

1) Όσον αφορά το ποσό των 182.324,05 € που αφορά ενδοκοινοτική απόκτηση από συνδεδεμένη Βουλγαρική εταιρία, η αξία των εισαγωγών της Βουλγάρικης εταιρίας το 2012 ανήλθε στο ποσό των 129.351,09 €, ενώ η πώληση των εμπορευμάτων αυτών
στη ανήλθε στο ποσό των 182.324,05 €. Η θεωρητική ωφέλεια σε φόρο της με την προσαύξηση του κόστους αγορών θα ήταν 52.972,96 € (182.324,05 € - 129.351,09 €) * 20% = 10.594,59 €. Για τη λειτουργία όμως της Βουλγάρικης εταιρίας το 2012 δαπανήθηκαν 10.709,77 € (φόρος εισοδήματος 3.496,37 €, αμοιβές λογιστηρίου 4.313,63 €, ενοίκια καταστήματος 2.400,00 € και έξοδα τηλεφώνου 499,77 €). Οι εισαγωγές από τη Βουλγάρικη εταιρία ήταν αξίας 182.324,05 € ενώ οι συνολικές εισαγωγές της εταιρίας ήταν αξίας 978.134,00 €. Εάν πρόθεση της εταιρίας ήταν η φοροαποφυγή θα πραγματοποιούνταν πολύ μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών μέσω της εταιρίας της Βουλγαρίας και όχι μόνο ποσοστό 18,64 % (182.324,05€/ 978.134,00€) της συνολικής αξίας των εισαγωγών. Ενόψει τούτων καθίσταται σαφές, ότι οι συναλλαγές μεταξύ της ημεδαπής επιχείρησης και της Βουλγάρικης ήταν πραγματικές. Η Βουλγάρικη εταιρία διατηρούσε κανονικά φυσική παρουσία, ασκούσε ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν αποτελούσε «εταιρεία κέλυφος». Η δραστηριότητα της Βουλγάρικης εταιρίας δεν περιορίστηκε μόνο στην τιμολόγηση, άρα δεν στοιχειοθετείται τριγωνική συναλλαγή και δεν συντρέχει εν προκειμένω η περίπτωση της επίπλαστης οικονομικής οντότητας.

2) Οι δαπάνες που αφορούν τις επισκευές και συντηρήσεις κτιρίων είναι παραγωγικές και πρέπει να αναγνωριστούν ως εκπεστέες.

3) Όσον αφορά την παράβαση της μη απόδοσης στο Δημόσιο των μη αναληφθέντων μερισμάτων, το τυχόν υπόλοιπο που απέμενε στο λογαριασμό 53.01 αφορούσε τα μερίσματα της τελευταίας χρήσης για την οποία έγινε διανομή μερισμάτων και δεν αφορούν τη χρήση 2005. Από σφάλμα καταχωρήθηκε ότι αποδόθηκε το μέρισμα των επόμενων χρήσεων αντί εκείνων που εκ του νόμου προηγούνται.
Επειδή, με το άρθρο 31 του ν. 2238/1994 ορίζεται ότι: «1. Το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία με την απλογραφική ή διπλογραφική μέθοδο εξευρίσκεται λογιστικώς με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, όπως αυτά ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο, των ακόλουθων εξόδων, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 51Α και 51Β του παρόντος:
α) Των γενικών εξόδων διαχείρισης, στα οποία περιλαμβάνονται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 20 του παρόντος άρθρου: ...
β) Των δαπανών για τη συντήρηση και επισκευή των επαγγελματικών γενικά εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και αυτοκινήτων οχημάτων. .
γ) Της αξίας των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κτλ. ... Οι δαπάνες της περίπτωσης αυτής δεν αναγνωρίζονται όταν καταβάλλονται ή οφείλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα της οποίας η δραστηριότητα στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαντλήθηκε στην τιμολόγησή της και η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών διενεργήθηκε από τρίτο πρόσωπο, εκτός εάν πρόκειται για πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές κατά το μέρος που αντιστοιχούν σε τιμές εντός του εύρους των τιμών της ημέρας συναλλαγής, οι οποίες τιμές διαμορφώνονται σε χρηματιστήρια εμπορευμάτων ή σε οργανωμένες χρηματιστηριακές αγορές.»

Επειδή, με το άρθρο 39 του ν. 2238/1994 ορίζεται ότι: «1. Όταν μεταξύ συνδεδεμένων, κατά την έννοια της επόμενης παραγράφου, επιχειρήσεων πραγματοποιούνται συναλλαγές με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων ή που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των συνδεδεμένων επιχειρήσεων και τρίτων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την ημεδαπή επιχείρηση, αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των διαφορετικών όρων, προσαυξάνουν τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης ή μειώνουν τη ζημία που προκύπτει από τα βιβλία της, χωρίς να θίγεται το κύρος αυτών. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται ανάλογα και για συναλλαγές μεταξύ μόνιμης εγκατάστασης αλλοδαπής επιχείρησης στην Ελλάδα με το κεντρικό και με τις συνδεδεμένες εταιρείες του κεντρικού της στην αλλοδαπή, καθώς και για συναλλαγές μεταξύ ημεδαπής επιχείρησης και μόνιμης εγκατάστασής της στην αλλοδαπή.

2. Ως συνδεδεμένες νοούνται οι επιχειρήσεις μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση άμεσης ή έμμεσης ουσιώδους διοικητικής ή οικονομικής εξάρτησης ή ελέγχου, ιδίως λόγω συμμετοχής της μιας στο κεφάλαιο ή τη διοίκηση της άλλης ή λόγω συμμετοχής των ιδίων προσώπων στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση και των δύο επιχειρήσεων, καθώς και οι επιχειρήσεις οι οποίες διαθέτουν σε μία από τις συνδεδεμένες τα ανωτέρω δικαιώματα ή δυνατότητες επιρροής. .»
Επειδή, με το άρθρο 39Α του ν. 2238/1994 ορίζεται ότι: «1. Ημεδαπές επιχειρήσεις που συνδέονται με άλλη επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 39, υποχρεούνται να τηρούν Φάκελο Τεκμηρίωσης τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών τους. Ειδικά οι αλλοδαπές εμποροβιομηχανικές εταιρίες που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα με τις διατάξεις του Α.Ν. 89/67 (Α' 132) απαλλάσσονται από την υποχρέωση τεκμηρίωσης των ενδοομιλικών συναλλαγών τους. Επίσης, εξαιρούνται συναλλαγές με μία ή περισσότερες συνδεδεμένες επιχειρήσεις η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ αθροιστικά, εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής χρήσης για το σύνολο των συνδεδεμένων δεν υπερβαίνει τα πέντε εκατομμύρια ευρώ ή η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής χρήσης για το σύνολο των συνδεδεμένων υπερβαίνει τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και για τις συναλλαγές του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 39.

3. Ο «φάκελος τεκμηρίωσης» της παραγράφου 1 αποτελείται από:

α. Το «βασικό φάκελο τεκμηρίωσης», ο οποίος είναι κοινός για όλες τις εταιρίες του ομίλου και περιέχει κοινές τυποποιημένες πληροφορίες για όλες τις συνδεδεμένες εταιρίες και τα υποκαταστήματα του ομίλου,

β. Τον «ελληνικό φάκελο τεκμηρίωσης», ο οποίος συμπληρώνει το «βασικό φάκελο» της προηγούμενης περίπτωσης και περιέχει πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις ελληνικές επιχειρήσεις του ομίλου, τις μόνιμες εγκαταστάσεις της αλλοδαπής
επιχείρησης στην Ελλάδα ή τις μόνιμες εγκαταστάσεις της ελληνικής επιχείρησης στην αλλοδαπή.

4. Ο φάκελος τεκμηρίωσης καταρτίζεται πριν την έκδοση του φορολογικού πιστοποιητικού της παραγράφου 5 του άρθρου 82 και σε κάθε περίπτωση εντός πενήντα (50) ημερών από την ημερομηνία κλεισίματος της διαχειριστικής περιόδου. Συνοδεύεται από συνοπτικό πίνακα πληροφοριών, ο οποίος υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών μέσα στην ίδια προθεσμία, για ισολογισμούς που κλείνουν μετά τις 30.12.2012, και περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργική ταυτότητα της επιχείρησης, όπως τον όμιλο στον οποίο ανήκει, τις λειτουργίες που επιτελεί και τους κινδύνους που αναλαμβάνει, καθώς και κατάλογο με τις ενδοομιλικές συναλλαγές προς τεκμηρίωση, οι οποίες πραγματοποιούνται εντός της οικείας διαχειριστικής περιόδου και σύντομη περιγραφή της μεθόδου τεκμηρίωσης που εφαρμόζεται. Ο φάκελος τεκμηρίωσης τηρείται στην επιχείρηση και τίθεται στη διάθεση της αρμόδιας ελεγκτικής αρχής στα πλαίσια ελέγχου, εντός εύλογου χρόνου ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες.

5. Ο φάκελος τεκμηρίωσης, όπως ισχύει για κάθε διαχειριστική περίοδο, διατηρείται όσο διαρκεί ο εκάστοτε οριζόμενος από τις φορολογικές διατάξεις χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Ελληνικού Δημοσίου για την επιβολή φόρου. Επίσης, διατηρείται οπωσδήποτε όσο χρόνο εκκρεμεί η σχετική υπόθεση ενώπιον Δικαστηρίου. ...»

Επειδή, με το άρθρο 39Β του ν. 2238/1994 ορίζεται ότι: «1. Οι τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών κρίνονται μη τεκμηριωμένες στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) μη τήρησης ή μη διάθεσης του φακέλου τεκμηρίωσης στην αρμόδια ελεγκτική αρχή, .»

Επειδή, με το άρθρο 51Α του ν. 2238/1994 ορίζεται ότι: «7. Για την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα θεωρείται ότι υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς στο κράτος εκτός της Ελλάδας, ακόμη και αν η κατοικία ή η καταστατική ή η πραγματική έδρα του ή εγκατάσταση ευρίσκεται σε κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν σε αυτό το κράτος: α) δεν υπόκειται σε φορολογία ή, εάν υπόκειται, δεν φορολογείται εν τοις πράγμασιν, ή β) υπόκειται σε φόρο επί των κερδών ή των εισοδημάτων ή του κεφαλαίου, ο οποίος είναι ίσος ή κατώτερος με τα εξήντα εκατοστά του φορολογικού συντελεστή που θα οφειλόταν σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας, εάν ήταν κάτοικος ή είχε την έδρα του ή διατηρούσε μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 του παρόντος Κώδικα στην Ελλάδα.»
 

Επειδή, με το άρθρο 51Β του ν. 2238/1994 ορίζεται ότι: «1. Οι δαπάνες για την αγορά αγαθών ή τη λήψη υπηρεσιών ή οι πάσης φύσεως τόκοι από απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης, ή οι πρόσοδοι και άλλα προϊόντα ομολογιών, απαιτήσεων, καταθέσεων και εγγυήσεων ή τα δικαιώματα που εισπράττονται ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης οποιουδήποτε δικαιώματος αναπαραγωγής φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας (περιλαμβανομένων κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών και μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές), οποιασδήποτε ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων ή τύπων κατασκευής ή διαδικασίας παραγωγής ή για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού ή για πληροφορίες που αφορούν σε βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία και κάθε παρόμοιας φύσης δικαιώματα, τα μισθώματα, τα μισθώματα χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι πάσης φύσεως αποζημιώσεις, οι αμοιβές διευθυντών και μελών διοικητικών συμβουλίων εταιρείας και κάθε άλλη παρόμοιας φύσης πληρωμή, καθώς και κάθε άλλη κατηγορία δαπάνης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 31 του παρόντος Κώδικα, που καταβάλλονται ή οφείλονται από πρόσωπο που είναι σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 101 του παρόντος Κώδικα υποκείμενο φόρου και το οποίο είναι κάτοικος ή έχει την έδρα του ή διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 στην Ελλάδα, προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος μη συνεργάσιμο, δεν αναγνωρίζονται ως δαπάνες που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά του ή από το φορολογητέο εισόδημά τους, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή. Οι δαπάνες του προηγούμενου εδαφίου δεν αναγνωρίζονται και όταν η πληρωμή διενεργείται άμεσα ή έμμεσα σε οποιασδήποτε μορφής χρηματοπιστωτικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος σε ένα από τα κράτη που περιλαμβάνονται στον κατάλογο της παραγράφου 5 του προηγούμενου άρθρου. Εξαιρετικά οι δαπάνες αγοράς αγαθών, λήψης υπηρεσιών, καθώς και κάθε άλλη κατηγορία δαπάνης η οποία προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, από εταιρείες με έδρα σε μη συνεργάσιμα κράτη ή κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς δεν εμπίπτουν στις ανωτέρω διατάξεις όταν καταβάλλονται σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις τους στην αλλοδαπή, για τις οποίες προβλέπεται η τήρηση ειδικών φακέλων τεκμηρίωσης των ενδοομιλικών συναλλαγών. 2. Οι  διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και όταν καταβάλλονται ή οφείλονται ποσά προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή. ...»


Επειδή, με την ΠΟΛ.1225/2011 ορίζεται ότι: «...προκειμένου για αλλοδαπό νομικό πρόσωπο, με τις νέες διατάξεις θεωρείται ως κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς το κράτος εκείνο που έχει συντελεστή φορολογίας νομικού προσώπου κάτω από 14,4% (24% χ 60%) για τη χρήση 2010 ή κάτω από 12% (20% χ 60%) για τη χρήση 2011 και μετά. ...».
 

Επειδή, η Βουλγαρία για τη χρήση 2012 θεωρείται ως κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, καθόσον είχε συντελεστή φορολογίας νομικών προσώπων 10%.
 

Επειδή, με την ΠΟΛ.1198/2013 ορίζεται ότι: «1. Με τις διατάξεις της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994, ορίζεται μεταξύ άλλων ότι το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία με απλογραφική ή διπλογραφική μέθοδο εξευρίσκεται λογιστικώς με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα και με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 51Α και 51Β του ίδιου νόμου, της αξίας των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κλπ.
2. Περαιτέρω με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994, το οποίο προστέθηκε με την περ. β' της παρ. 6 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010 και έχει εφαρμογή, σύμφωνα με την παρ. 14 του ίδιου άρθρου και νόμου, για κέρδη ισολογισμών που κλείνουν με ημερομηνία 31.12.2010 και μετά, ορίζεται, ότι η αξία των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κλπ., δεν αναγνωρίζονται όταν καταβάλλονται ή οφείλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα της οποίας η δραστηριότητα στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαντλήθηκε στην τιμολόγησή της και η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών διενεργήθηκε από τρίτο πρόσωπο.
3. Με την παρ. 12 του άρθρου 11 του ν. 4110/2013 καταργήθηκε το τελευταίο εδάφιο της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994. Η κατάργηση αυτή ισχύει, σύμφωνα με την παρ. 18 του άρθρου 11 του ν.4110/2013, για δαπάνες που πραγματοποιούνται από το οικονομικό έτος 2013 (χρήση 2012) και μετά.
4. Εξάλλου, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 51Β του ν.2238/1994, όπως προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 78 του ν.3842/2010 και ισχύει σύμφωνα με την παρ. 5 του ίδιου άρθρου και νόμου από 1.1.2010, ορίζεται μεταξύ άλλων ότι, οι δαπάνες για την αγορά αγαθών ή τη λήψη υπηρεσιών που καταβάλλονται ή οφείλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος μη συνεργάσιμο, δεν αναγνωρίζονται ως δαπάνες που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους ή από το φορολογητέο εισόδημά τους, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή (το μαχητό τεκμήριο προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.3943/2011 και έχει εφαρμογή, σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις, από τότε που ίσχυσε το άρθρο 51 Β). Τα ανωτέρω, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, εφαρμόζονται και όταν καταβάλλονται ή οφείλονται ποσά προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς.
5. Επίσης με την ΠΟΛ.1225/26.10.2011 εγκύκλιό μας, παρασχέθηκαν γενικότερες οδηγίες για τις πληρωμές σε φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη συνεργάσιμων κρατών ή κρατών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς καθώς και την απόδειξη του μαχητού τεκμηρίου σε περίπτωση φορολογικού ελέγχου προκειμένου να διαπιστωθεί ότι η συναλλαγή πραγματικά έχει λάβει χώρα και έχει αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες.
6. Κατόπιν τούτων, κατά τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων των ανέλεγκτων χρήσεων 2010 και 2011, για τις οποίες εφαρμόζονταν παράλληλα οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 31 και του άρθρου 51Β του ν.2238/1994 και σε περίπτωση ύπαρξης συναλλαγών με κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, θα πρέπει να εκτιμάται κάθε στοιχείο της ελεγχόμενης επιχείρησης που αποδεικνύει ότι οι εν λόγω συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις (μαχητό τεκμήριο), σύμφωνα με τις οδηγίες που δόθηκαν με την ΠΟΛ. 1225/26.10.2011 εγκύκλιό μας, προκειμένου να σχηματίζεται ασφαλής κρίση ως προς τη μη διάπραξη φοροαποφυγής ή φοροδιαφυγής. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση φορολογικού ελέγχου, θα πρέπει να εκτιμώνται τα πραγματικά περιστατικά και να εξετάζεται η παραγωγικότητα της εκάστοτε δαπάνης, δηλαδή κατά πόσον αυτή ενεργείται μέσα στα πλαίσια της οικονομικής αποστολής της επιχείρησης και συμβάλλει στη δημιουργία φορολογητέου εισοδήματος, προκειμένου για την έκπτωση ή μη αυτών από τα ακαθάριστα έσοδα της ελεγχόμενης επιχείρησης. Μετά την έκδοση της παρούσας, κάθε άλλη διαταγή με αντίθετο περιεχόμενο παύει να ισχύει.»
 

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η προσφεύγουσα πραγματοποίησε αγορές/ενδοκοινοτικές αποκτήσεις από τη Βουλγάρικη επιχείρηση με την επωνυμία «..... », ΑΦΜ τη διαχειριστική περίοδο 01/01-31/12/2012 συνολικής αξίας 182.324,05 €.
Επειδή, στο εμπορικό μητρώο που τηρείται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης της Βουλγαρίας καθώς και στο ιδρυτικό έγγραφο-καταστατικό με ημερομηνία 07.03.2011 της Βουλγάρικης επιχείρησης εμφανίζονται ως ιδρυτικά μέλη-μέτοχοι της εταιρίας ο
, ΑΦΜ , ο , ΑΦΜ και ο , ΑΦΜ 

Επειδή, τα μέλη του Δ.Σ. της προσφεύγουσας επιχείρησης είναι σύμφωνα με την από 24/12/2018 έκθεση μερικού ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ο , ΑΦΜ , ο  , ΑΦΜ , ο , ΑΦΜ και η , ΑΦΜ
 

Επειδή, από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η Βουλγαρική επιχείρηση με την επωνυμία « », ΑΦΜ και η προσφεύγουσα θεωρούνται συνδεδεμένες επιχειρήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 παρ. 2 του ν. 2238/1994.


Επειδή, σύμφωνα με την έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος της φορολογική αρχής (σελ. 44) στην διεύθυνση στην οποία εμφανίζεται να έχει καταστατική έδρα η Βουλγάρικη επιχείρηση εμφανίζονται να έχουν ως έδρα εβδομήντα τέσσερις (74) επιχειρήσεις.
 

Επειδή, κατά την υπό κρίση διαχειριστική περίοδο 01/01-31/12/2012 η Βουλγάρικη επιχείρηση με την επωνυμία « », ΑΦΜ εισήγαγε εμπορεύματα από τρίτες χώρες εκτός Ε.Ε., τα οποία εκφορτώνονταν σε λιμάνια της Ελλάδας σε Container (Container Number , , , ), εν συνεχεία μεταφέρονταν οδικώς στη Βουλγαρία, σε τοποθεσία αμέσως μετά τα Ελληνικά σύνορα του τελωνείου , στην περιοχή « » και εκτελωνίζονταν στο τελωνείο της Βουλγαρίας « ». Κατόπιν έκδοσης τιμολογίου ενδοκοινοτικής παράδοσης από την ως άνω Βουλγάρικη επιχείρηση προς την προσφεύγουσα, τα ίδια Containers μεταφορτώνονταν στην τοποθεσία « », από την μεταφορική εταιρία « », ΑΦΜ και μεταφέρονταν στην έδρα της προσφεύγουσας.


Επειδή, βάσει των ανωτέρω προκύπτει ότι η δραστηριότητα της Βουλγάρικης επιχείρησης με την επωνυμία « », ΑΦΜ εξαντλούνταν στην τιμολόγησή της, με συνέπεια οι ενδοκοινοτικές αποκτήσεις συνολικής αξίας 182.324,05 € να μην δύνανται να εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδα της προσφεύγουσας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 παρ. 1 περ. γ' του ν. 2238/1994.

Επειδή, η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε κάποιο στοιχείο προκειμένου να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της ότι η Βουλγάρικη επιχείρηση ασκούσε ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα και ότι η δραστηριότητά της δεν περιορίζονταν μόνο στην τιμολόγηση προκειμένου να αποδομήσει το πόρισμα του ελέγχου.
Συνεπώς ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι οι συναλλαγές έπρεπε να εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδά της απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Επειδή, η φορολογική αρχή δεν αναγνώρισε ποσό 4.407,50 € χρεωμένο στον λογαριασμό 62-07-01-0023, προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της προσφεύγουσας, καθόσον οι δαπάνες αυτές αφορούν σε επισκευή και συντήρηση κατοικίας, ήτοι αποτελούν δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για προσωπική χρήση από τα μέλη του Δ.Σ./Μετόχους της προσφεύγουσας και όχι στο πλαίσιο της επιχειρηματικής της δραστηριότητας. Στην Υπηρεσία μας δεν προσκομίσθηκαν παραστατικά, που να αποδεικνύουν το αντίθετο.
Κατά συνέπεια, ο σχετικός ισχυρισμός της προσφεύγουσας απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Επειδή, με το άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942 ορίζεται ότι: «Απαιτήσεις εκ τόκων, τοκομεριδίων, μερισματαποδείξεων και μερισμάτων διαπραγματευσίμων μετοχών, ιδρυτικών τίτλων, ομολογιών και κινητών εν γένει αξιών, εκδιδομένων υπό ημεδαπών αστικών ή εμπορικών εταιρειών πάσης φύσεως, Συνεταιρισμών, Σωματείων, Συλλόγων και παντός εν γένει Νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, παραγραφόμεναι μετά 5ετίαν αφ’ ης κατέστησαν
απαιτηταί κατά τας διατάξεις του άρθρου 3 του Νόμου ΑΣΜΔ' της 26/30 Ιουλίου 1985 περί των πληρωτέρων τω κομιστή ανωνύμων χρεωγράφων και του άρθρου 2 του Νόμου ΓΥΛΓ' της 27/30 Νόεμβρίου 1909 περί βραχυπροθέσμων παραγράφων ή εντός βραχυτέρας συμβατικής αποσβεστικής προθεσμίας περιέχονται οριστικώς εις το Ελληνικόν Δημόσιον.»


Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 3943/2011 ορίζεται ότι: «Αν υποβληθεί εκπρόθεσμη ή ανακριβής δήλωση ή δεν υποβληθεί δήλωση για την καταβολή στο Δημόσιο ποσών που ορίζονται στο άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942 (ΦΕΚ 70 Α') και έχουν παραγραφεί υπέρ του Δημοσίου, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 και της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α'). Το ποσό που βεβαιώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 καταβάλλεται εφάπαξ χωρίς δικαίωμα έκπτωσης και δεν αποτελεί αντικείμενο εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς. Η άσκηση προσφυγής δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την καταβολή των ανωτέρω οφειλόμενων ποσών. Για τα ίδια ποσά που καταβάλλονται ή βεβαιώνονται κατόπιν ελέγχου, δεν επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.δ. 1195/1942. Ποσά που ορίζονται στο άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942 και δεν έχουν καταβληθεί στο Δημόσιο κατά τη δημοσίευση του παρόντος παρά την ύπαρξη της υποχρέωσης αυτής, μπορούν να καταβληθούν μέσα στον επόμενο από τη δημοσίευση μήνα, χωρίς την επιβολή προσαύξησης λόγω εκπρόθεσμης υποβολής. Για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 3 αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδιος για την παραλαβή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του νομικού προσώπου.»


Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ. 1167/2011 ορίζεται ότι: «... 1. Με το άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942, προβλέπεται, ότι «απαιτήσεις εκ τόκων, τοκομεριδίων, μερισματαποδείξεων και μερισμάτων διαπραγματεύσιμων μετοχών, ιδρυτικών τίτλων, ομολογιών και κινητών εν γένει αξιών, εκδιδομένων υπό ημεδαπών αστικών ή εμπορικών εταιρειών πάσης φύσεως, Συνεταιρισμών, Σωματείων, Συλλόγων και παντός εν γένει Νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, παραγραφόμεναι μετά 5ετίαν αφ' ης κατέστησαν απαιτηταί κατά τας διατάξεις του άρθρου 3 του Νόμου ΑΣΜΔ της 26/30 Ιουλίου 1985 "περί των πληρωτέρων τω κομιστή ανωνύμων χρεωγράφων" και του άρθρου 2 του Νόμου ΓΥΛΓ της 27/30 Νοεμβρίου 1909 "περί βραχυπροθέσμων παραγράφων" ή εντός βραχυτέρας συμβατικής αποσβεστικής προθεσμίας περιέχονται οριστικώς εις το Ελληνικόν Δημόσιον.» Περαιτέρω, με το άρθρο 8 του ν.δ. 1195/1942, προβλέπεται ότι, για τις πιο πάνω απαιτήσεις που παραγράφονται υπέρ του Δημοσίου υπάρχει υποχρέωση εντός του μηνός Απριλίου εκάστου οικονομικού έτους για απόδοση στον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ της έδρας του υπόχρεου, των δηλούμενων ως περιερχόμενα στο Δημόσιο ποσών και παράδοση των τίτλων. Επίσης, με το άρθρο 10 του ίδιου ν.δ/τος ενώ προεβλέποντο κυρώσεις για τη μη απόδοση των οφειλόμενων ποσών, δεν προβλέπονταν κυρώσεις σε περίπτωση εκπροθέσμου αποδόσεως.
2. Ενόψει των ανωτέρω, και για λόγους απλοποίησης της απόδοσης μερισμάτων και λοιπών ποσών που παραγράφονται υπέρ του Δημοσίου, με τις διατάξεις του άρθρου αυτού θεσπίστηκε καινούργια διαδικασία για την απόδοση και επιβολή κυρώσεων.
Ειδικότερα: Με τις διατάξεις της παρ.1, προβλέπεται ότι για τις παραγραφόμενες απαιτήσεις (μερίσματα, τόκους ιδρυτικών τίτλων, ομολογιών κλπ) που περιέρχονται οριστικά στο Δημόσιο με
βάση στο άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942 (ΦΕΚ Α'70) έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 1 και της παρ.4 του άρθρου 2 ν.2523/1997. Συνεπώς, σε περίπτωση εκπρόθεσμης ή ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολής δήλωσης έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 1 του ν.2523/1997 και επιβάλλεται 1%, 2% και 2,5% πρόσθετος φόρος αντίστοιχα, με την καταβολή των σχετικών ποσών στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
3. Με τις διατάξεις της παρ.2 του ιδίου άρθρου προβλέπεται, ότι το ποσό που βεβαιώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 καταβάλλεται εφάπαξ και χωρίς δικαίωμα έκπτωσης ενώ δεν αποτελεί αντικείμενο εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς. Περαιτέρω, η άσκηση προσφυγής σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999) δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την καταβολή των ανωτέρω οφειλόμενων ποσών. Επίσης, για τα ίδια ποσά που καταβάλλονται ή βεβαιώνονται κατόπιν ελέγχου, δεν επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.δ. 1195/1942. Οι Δ.Ο.Υ θα πρέπει να καταχωρούν τα εν λόγω ποσά στον Κωδικό Εσόδων 3919 «Απρόβλεπτα έσοδα» και στο είδος φόρου 4903.
4. Επίσης, με την παράγραφο 3 δόθηκε η δυνατότητα στους υπόχρεους να αποδώσουν, χωρίς την επιβολή κυρώσεων, μέσα στον επόμενο μήνα από τη δημοσίευση του νόμου, δηλαδή μέχρι 30.04.2011, τα οφειλόμενα ποσά (μερίσματα, τόκοι ιδρυτικών τίτλων, ομολογίες κλπ) που δεν είχαν καταβληθεί στο Δημόσιο κατά τη δημοσίευση του νόμου δηλ. την 31/3/2011 παρά την ύπαρξη της υποχρέωσης αυτής.
5. Τέλος με την παράγραφο 4 προβλέπεται, ότι για την εφαρμογή των ανωτέρω αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ, που είναι αρμόδιος για την παραλαβή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. ...»
 

Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα λογιστικά βιβλία της προσφεύγουσας διαπιστώθηκε ότι την 31/12/2012 στον λογαριασμό 53-01-00-2005 Μερίσματα πληρωτέα κοινών ανωνύμων μετοχών χρήσης 2005 υφίσταται υπόλοιπο 23.340,00 €. Από την προσφεύγουσα δεν υποβλήθηκε στην αρμόδια φορολογική αρχή δήλωση απόδοσης μη αναληφθέντων μερισμάτων χρήσης 2005 στο Δημόσιο για το ποσό των 23.340,00 €. Τα μερίσματα της χρήσης 2005 δεν αναλήφθηκαν από τους δικαιούχους μετόχους, μέσα στον χρόνο που ήταν απαιτητά, με συνέπεια να έχουν παραγραφεί υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

Συνεπώς, ορθώς καταλογίστηκε το ποσό των εν λόγω μερισμάτων σε βάρος της προσφεύγουσας και υπέρ του Δημοσίου, ενώ ο ισχυρισμός της ότι από σφάλμα καταχωρήθηκε ότι αποδόθηκε το μέρισμα των επόμενων χρήσεων αντί εκείνων που εκ του νόμου προηγούνται (2005) απορρίπτεται ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος.

Επειδή, η προσφεύγουσα δεν προβάλλει κάποιο λόγο ακύρωσης για την υπ' αριθ. .,.../2018 πράξη επιβολής προστίμου άρθρου 4 παρ. 6 και 5 ν. 2523/1997 διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.


Αποφασίζουμε
Την απόρριψη της υπ' αριθ. πρωτ /23.01.2019 ενδικοφανούς προσφυγής της
επιχείρησης με την επωνυμία « », ΑΦΜ
διαχειριστικής περιόδου 01/01-31/12/2012
Πρόστιμο 17.816,03€

Πηγή: Taxheaven