Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων. Επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων και άλλες διατάξεις

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων. Επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων και άλλες διατάξεις

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με τίτλο «Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων. Επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων και άλλες διατάξεις»

I. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Το παρόν σχέδιο νόμου αποτελείται από τέσσερα (4) μέρη, με τα οποία εισάγονται ρυθμίσεις: α) για την επίλυση ασφαλιστικών ζητημάτων με σκοπό την καλύτερη εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων, β) για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της αδήλωτης και υποδηλωμένης εργασίας, καθώς και την πληρέστερη προστασία των εργαζομένων, γ) για την ολοκληρωμένη παρέμβαση υπέρ των ασυνόδευτων στη χώρα μας ανηλίκων - υπηκόων τρίτων χωρών και δ) για την αντιμετώπιση μιας σειράς ζητημάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις διέπονται από τις αρχές της ισότητας, της αλληλεγγύης και της προστασίας του κόσμου της εργασίας και αποσκοπούν στη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων, στη διασφάλιση των δικαιωμάτων των ασφαλισμένων, στην κανονικοποίηση της αγοράς εργασίας και στην προστασία των ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων και μεταναστών.

Το Μέρος Α' του σχεδίου νόμου (άρθρα 1 έως 4), με τίτλο «Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις», συγκροτείται από ένα σύνολο διατάξεων με σκοπό την ενοποίηση και την επιτάχυνση διαδικασιών και την επίλυση χρόνιων προβλημάτων και αμφισβητήσεων που ταλανίζουν μέχρι και σήμερα τους ασφαλισμένους και είτε τους στερούν κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα είτε τους επιβαρύνουν με οφειλές, τόκους και προσαυξήσεις. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις προβλέπουν διαδικασίες κατά το δυνατόν περισσότερο απλοποιημένες διοικητικά, για την αποφυγή καθυστερήσεων των ασφαλιστικών υποθέσεων.

Ρυθμίζεται ενιαία για πρώτη φορά η έναρξη του δικαιώματος καταβολής σύνταξης για το σύνολο των ασφαλισμένων στον ΕΦΚΑ και, επιπλέον, δίνεται η δυνατότητα στον ασφαλισμένο να μη διακόψει την απασχόλησή του, εφόσον δηλώσει τούτο στην αίτηση συνταξιοδότησης.

Χορηγείται, πλέον, η δυνατότητα διαγραφής οφειλών ή τόκων και πρόσθετων τελών που δημιουργήθηκαν, ενώ ο ασφαλισμένος τελούσε σε εύλογη αμφιβολία για την υπαγωγή του ή όχι στην ασφάλιση ενός φορέα. Με υπουργική απόφαση, ύστερα από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης, θα επιλύεται η αμφισβήτηση για κατηγορίες ασφαλισμένων.

Τέλος, επιλύεται ένα πρόβλημα που ταλαιπωρούσε σημαντικό αριθμό ασφαλισμένων, συνιστάμενο στη μεγάλη καθυστέρηση για την υπαγωγή στην ασφάλιση του τ. ΟΓΑ. Λόγω της πολύπλοκης διαδικασίας ελέγχου των δικαιολογητικών, οι ασφαλισμένοι έμεναν ανασφάλιστοι για αρκετό καιρό, στερούμενοι κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων, ενώ, όταν τελικά κρίνονταν ως υπακτέοι, ξεκινούσαν την ασφάλισή τους με οφειλές, λόγω της αναδρομικής απογραφής τους. Πλέον, θα μπορούν να υπάγονται στην ασφάλιση, με την έναρξη δραστηριότητας στη ΔΟΥ, όπου απαιτείται, ή με την υποβολή στον ΕΦΚΑ του Απογραφικού Δελτίου, με την επιφύλαξη της εκ των υστέρων ολοκλήρωσης του ελέγχου.

Το Μέρος Β' του παρόντος σχεδίου νόμου (άρθρα 5 έως 12), με τίτλο «Εργασιακές διατάξεις», περιλαμβάνει δύο Κεφάλαια: το Κεφάλαιο Α' (άρθρα 5 έως 8), με τίτλο «Αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας», και το Κεφάλαιο Β' (άρθρα 9 έως 12), με τίτλο «Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων». Οι διατάξεις αμφότερων των Κεφαλαίων συμπληρώνουν περαιτέρω το πλέγμα των απαραίτητων διατάξεων για την εφαρμογή της συνταγματικής επιταγής της προστασίας της εργασίας και των εργαζομένων.

Οι διατάξεις του Μέρους Β' αναφέρονται στα εξής θέματα:
1. Αντιμετώπιση της αδήλωτης και της υποδηλωμένης εργασίας.
2. Προστασία των εργαζομένων σε εργολάβο και υπεργολάβο.
3. Προστασία των απασχολούμενων σε καθεστώς μαθητείας και πρακτικής άσκησης.
4. Πρόληψη της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων κατά τη διάρκεια του θέρους.
5. Προστασία της τήρησης του ωραρίου εργασίας.

Αναλυτικότερα:

1. Από τις παρεμβάσεις που έγιναν στην ελληνική αγορά εργασίας κατά την εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, ενισχύθηκε η αδήλωτη ή υποδηλωμένη εργασία. Οι έννοιες αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία ταυτίζονται, μολονότι μια ασφαλισμένη τυπικά εργασία μπορεί να μην είναι ορθά ή απολύτως ασφαλισμένη, όπως -ενδεικτικά- αν είναι υπαμειβόμενη σε σχέση με το ύψος του νόμιμου μισθού ή τον πραγματικό χρόνο εργασίας. Ξεκινώντας από το 2013, η αδήλωτη εργασία στους κλάδους υψηλής παραβατικότητας καταγραφόταν με ποσοστό της τάξης του 31,61%. Με την ώθηση που δόθηκε στη λειτουργία του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ) με την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού και χάρη στο νέο μοντέλο στοχευμένων ελέγχων, αυτή έχει περιοριστεί το 2017 σε ποσοστό 12,48%, ενώ στο σύνολο των κλάδων της μισθωτής εργασίας βρίσκεται στο 5,95%. Ανάγκη της κοινωνίας και διακηρυγμένος στόχος για την επόμενη τριετία είναι η υποχώρηση της αδήλωτης εργασίας στους κλάδους υψηλής παραβατικότητας κάτω από 10% και ο συνολικός περιορισμός της στο 4%. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εισάγουν μια νέα αρχιτεκτονική στα πρόστιμα που επιβάλλονται από το ΣΕΠΕ στους εργοδότες που απασχολούν αδήλωτους εργαζόμενους, δίδοντας κίνητρα για την κανονικοποίηση της αγοράς εργασίας και αποβλέποντας στην προστασία των εργαζομένων και τη δημιουργία νέων θέσεων ασφαλισμένης εργασίας.

2. Πολύ συχνό πλέον φαινόμενο αποτελεί η ανάθεση εκτέλεσης επιμέρους εργασιών μιας επιχείρησης σε εξωτερικό συνεργάτη (εργολάβο), δηλαδή σε μια άλλη επιχείρηση που συνήθως εξειδικεύεται σε έναν ή περισσότερους τομείς. Οι εργασίες αυτές εκτελούνται από εργαζομένους, που έχουν εργοδότη τον εργολάβο και όχι τον επιχειρηματία που ανέθεσε σε αυτόν την εκτέλεση του συγκεκριμένου έργου με την καταβολή αντιτίμου, γεγονός που πολλές φορές έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα δικαιώματα των εργαζομένων. Για πρώτη φορά εισάγεται στο ελληνικό δίκαιο ένα ολοκληρωμένο σύστημα κανόνων, που καθιερώνει την αλληλέγγυα και εις ολόκληρον ευθύνη αναθέτοντα, εργολάβου και υπεργολάβου έναντι των εργαζομένων κατά την εκτέλεση ενός ανατεθειμένου έργου, διευρύνοντας έτσι το πεδίο προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων.

3. Στην προστασία της εργασίας συμβάλλει και η πλήρης καταγραφή των υπό οιαδήποτε ιδιότητα απασχολουμένων σε μια εκμετάλλευση, γεγονός που καθιστά αποτελεσματικότερο τον έλεγχο των αρμόδιων υπηρεσιών όσον αφορά την τήρηση της νομιμότητας στην εργασία. Η πληροφορική, προσφέρει συνεχώς περισσότερα και αποτελεσματικότερα μέσα προστασίας της παροχής εργασίας. Με τη σχετική ρύθμιση στο παρόν σχέδιο νόμου προβλέπεται η υποχρέωση καταχώρισης στο Πληροφορικό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» όλων των μαθητών, σπουδαστών και φοιτητών που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία σε επιχειρήσεις, ενώ ταυτόχρονα καθιερώνεται ανώτατο όριο αριθμού για τους μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία σε τουριστικές επιχειρήσεις.

4. Ενόσω το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ήδη επεξεργάζεται τον εκσυγχρονισμό του νομοθετικού πλαισίου της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας στους χώρους εργασίας, με στόχους τη μείωση κατά ποσοστό 30% στα σοβαρά και θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα μέσα στην επόμενη τριετία, καθώς και τη δημιουργία αξιόπιστου μηχανισμού καταγραφής επαγγελματικών ασθενειών, το παρόν σχέδιο νόμου επεμβαίνει ρυθμιστικά σε ένα συγκεκριμένο αλλά εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα, αυτό της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων. Πρόκειται για εργαζομένους που παρέχουν την εργασία τους σε οικοδομικές εργασίες, τεχνικά έργα, χώρους με επιπλέον θερμική επιβάρυνση, όπως μεταλλουργίες, ναυπηγεία, χημικές βιομηχανίες, καθώς εργαζομένους σε εξωτερικούς χώρους εν γένει, όπως στις μεταφορές και τις διανομές. Με την προτεινόμενη ρύθμιση χορηγείται η δυνατότητα να καθοριστούν άμεσα, μέσω υπουργικών αποφάσεων, ιδίως η διαδικασία και η μέθοδος προσδιορισμού των φυσικών μεγεθών που σχετίζονται με τη θερμική καταπόνηση, το είδος των εργασιών και οι κατηγορίες των εργαζομένων που εκτίθενται σε υψηλή θερμική καταπόνηση, καθώς και τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την προστασία των εργαζομένων.

5. Τέλος, διορθώνεται η διατύπωση σε συγκεκριμένη παράγραφο διάταξης που τυποποιεί τις πιθανές παραβάσεις σε σχέση με το ωράριο εργασίας, σε αρμονία με τον κυρίως κορμό της νομοθετικής ρύθμισης.

Το Μέρος Γ' του παρόντος σχεδίου νόμου (άρθρα 13 έως 32), με τίτλο «Ρυθμιστικό πλαίσιο για την Επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων» περιλαμβάνει δύο Κεφάλαια: το Κεφάλαιο Α' (άρθρα 13 έως 23), με τίτλο «Επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων», και το Κεφάλαιο Β' (άρθρα 24 έως 32), με τίτλο «Οργανωτικές διατάξεις για το σύστημα επαγγελματικής επιτροπείας ασυνόδευτων ανηλίκων».

Τα ασυνόδευτα ανήλικα είναι παιδιά - υπήκοοι τρίτης χώρας, κάτω των 18 ετών, τα οποία, προσπαθώντας να σωθούν από πολέμους, φτώχεια, βία, καταπίεση ή ορφάνια, φθάνουν στην Ελλάδα χωρίς συνοδεία από ενήλικο, υπεύθυνο για τη φροντίδα τους, είτε μένουν μόνα, μετά την είσοδο τους στη χώρα. Τα ασυνόδευτα ανήλικα αποτελούν μια ειδική ευάλωτη κατηγορία προσφύγων και μεταναστών, λόγω της ηλικίας τους, του πρώιμου αποχωρισμού τους από τους γονείς ή τους φροντιστές τους και των βιωμάτων τους τόσο στις χώρες προέλευσης, όσο και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους.

Αυτά τα κορίτσια και τα αγόρια, ως ασυνόδευτοι πρόσφυγες, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κακοποίησης, παραμέλησης, βίας, εκμετάλλευσης και εμπορίας. Βιώνουν σωματική, συναισθηματική και ψυχολογική δυσφορία, που διαταράσσει τις φυσιολογικές αναπτυξιακές διαδικασίες, με αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα να βλάπτεται η σωματική και ψυχική τους υγεία, να αντιμετωπίζουν μαθησιακά -και όχι μόνο- προβλήματα, καθώς και προβλήματα στην καθημερινότητά τους, παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη μελλοντική ικανότητά τους να έχουν υγιείς σχέσεις και να συμβάλλουν σε ένα θετικό ρόλο στην κοινωνία.

Η ελληνική πολιτεία, μεριμνώντας για τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων με σκοπό την προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων, προβλέπει στο Μέρος Γ' του παρόντος νόμου, το διορισμό ενός επιτρόπου για κάθε ασυνόδευτο ανήλικο που βρίσκεται στην ελληνική επικράτεια.

Ο επίτροπος επιτελεί εγγυητικό ρόλο για τα συμφέροντα του ανηλίκου, συμπληρώνει την περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητά του και ταυτίζεται νοηματικά με το φυσικό εκείνο πρόσωπο, το οποίο έχει ως καθήκον να διασφαλίζει το βέλτιστο συμφέρον και τη συνολική ευημερία του παιδιού.

Συνεπώς, ένα ολοκληρωμένο σύστημα προστασίας των παιδιών που στερούνται προσωρινά ή οριστικά το οικογενειακό τους περιβάλλον και το οποίο ταυτοχρόνως θέτει το παιδί στο επίκεντρο, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον θεσμό της επιτροπείας.

Το Μέρος Γ' του σχεδίου νόμου αντιμετωπίζει τα προβλήματα του συστήματος της επιτροπείας, με τις ακόλουθες προβλέψεις:

1. Θεσμοθέτηση ως οργάνου της επιτροπείας του κατά τόπο αρμόδιου Εισαγγελέα Ανηλίκων ή, όπου δεν υπάρχει, του κατά τόπον αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών.
2. Ακριβής καθορισμός των αρμοδιοτήτων του επιτρόπου.
3. Σύσταση και καθορισμός της λειτουργίας Εποπτικού Συμβουλίου Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων.
4. Σύσταση Διεύθυνσης Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
5. Σύσταση Μητρώου Κέντρων Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων.
6. Εγγραφή στο Μητρώο Επιτρόπων, επαγγελματιών που διαθέτουν τα κατάλληλα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, όπως η επαγγελματική εκπαίδευση και εμπειρογνωμοσύνη, οι γλωσσικές δεξιότητες κ.ά.
7. Πρόβλεψη διαδικασίας για την αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος του ασυνόδευτου ανηλίκου.
8. Ανάθεση του καθήκοντος επιτροπείας αποκλειστικά σε φυσικά πρόσωπα.
9. Δυνατότητα διαβίωσης των ανηλίκων σε μονάδες ημιαυτόνομης διαβίωσης.
10. Δυνατότητα ανάθεσης της διαβίωσης και φροντίδας του ανηλίκου σε ανάδοχους γονείς, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

Οι θεμελιώδεις αρχές, που διέπουν τις προτεινόμενες διατάξεις και οι οποίες οφείλουν να γίνονται σεβαστές από την πλευρά των Αρχών, των επιτρόπων αλλά και εν γένει όλων των εμπλεκομένων οργάνων, είναι οι ακόλουθες:

1. Απαγόρευση των διακρίσεων, που επιβάλλει την παροχή ίσης προστασίας για όλα τα παιδιά εντός της ελληνικής επικράτειας, ανεξαρτήτως του τόπου διαμονής τους.
2. Ανεξαρτησία και αμεροληψία, που επιτυγχάνονται δια του αποκλεισμού οργανισμών και ιδρυμάτων από την άσκηση καθηκόντων επιτροπείας.
3. Διασφάλιση της ποιότητας, με την πρόβλεψη της υποχρεωτικής ύπαρξης στο πρόσωπο του επιτρόπου κατάλληλων επαγγελματικών προσόντων, γνώσεων και δεξιοτήτων, με την πρόβλεψη κατάλληλης αρχικής και συνεχούς κατάρτισης από τις αρμόδιες αρχές.
4. Βιωσιμότητα, δια των επαρκών ανθρώπινων και χρηματοδοτικών πόρων, που το κράτος οφείλει να διαθέτει για τη λειτουργία του συστήματος επιτροπείας,
5. Συμμετοχή του παιδιού, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα παιδιά λαμβάνουν με τρόπο κατανοητό για εκείνα κατάλληλη πληροφόρηση σχετικά με το πεδίο εφαρμογής του καθεστώτος επιτροπείας και σχετικά με όλες τις διαθέσιμες υπηρεσίες που μπορούν να τους παράσχουν συνδρομή.

Συστηματικά, το Κεφάλαιο Α' του Μέρους Γ', το οποίο εκτείνεται στα άρθρα 13 έως 23, αφορά στην παροχή των απαραίτητων για την εφαρμογή του νόμου ορισμών, τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του νόμου, τη θεσμοθέτηση των οργάνων του θεσμού της Επιτροπείας και τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων του Εισαγγελέα, που αποτελεί όργανο της Επιτροπείας. Επίσης, στα εν λόγω άρθρα, παρέχονται οι απαραίτητες κατευθυντήριες γραμμές, που αφορούν σε ειδικότερα θέματα που αναφύονται στην πράξη κατά το διορισμό του επιτρόπου, πραγματοποιείται ενδελεχής και λεπτομερής παράθεση των αρμοδιοτήτων με τις οποίες επιφορτίζεται ο επίτροπος, προβλέπεται η σύσταση και ο τρόπος λειτουργίας του Εποπτικού Συμβουλίου Επιτροπείας, προβλέπονται ειδικότερες διατυπώσεις που αφορούν στη δυνατότητα διαβίωσης του ανηλίκου σε τρίτους, είτε σε κατάλληλο κέντρο φιλοξενίας είτε σε κατάλληλη μονάδα ημιαυτόνομης διαβίωσης είτε και σε ανάδοχους γονείς, ενώ τέλος, για πρώτη φορά, θεσμοθετείται ο τρόπος αξιολόγησης του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου και η έκταση της ευθύνης για τις ενέργειες του επαγγελματία επιτρόπου.

Το Κεφάλαιο Β' του Μέρους Γ, το οποίο εκτείνεται στα άρθρα 24 έως 32 και φέρει τον τίτλο «Οργανωτικές διατάξεις για το σύστημα επαγγελματικής επιτροπείας ασυνόδευτων ανηλίκων», προβλέπει τη σύσταση Διεύθυνσης Προστασίας του συστήματος επαγγελματικής επιτροπείας και θεσμοθετεί την τήρηση τριών Μητρώων, του Μητρώου Ασυνόδευτων Ανηλίκων, του Μητρώου Επαγγελματιών Επιτρόπων και ενός νέου, του Μητρώου Κέντρων Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων. Επίσης, παρέχονται οι αναγκαίες οδηγίες που αφορούν στη διαδικασία επιλογής των επαγγελματιών επιτρόπων και τέλος προβλέπεται ο τρόπος αναστολής και λήξης της επιτροπείας, αλλά και της διαγραφής των επιτρόπων από το σχετικό Μητρώο.

Το Μέρος Δ' του παρόντος σχεδίου νόμου (άρθρα 33 έως 52), με τίτλο «Λοιπές διατάξεις», περιλαμβάνει ένα σύστημα ρυθμίσεων για τα ακόλουθα θέματα:

1. Διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του επιδόματος λόγω αφερεγγυότητας του εργοδότη που χορηγεί ο ΟΑΕΔ σε εργαζόμενους (άρθρο 33).
2. Επανακαθορισμός των προϋποθέσεων υπό τις οποίες ο άνεργος διατηρεί την ιδιότητα του ανέργου, ενώ παρακολουθεί πρόγραμμα εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης και εισαγωγή μεταβατικών διατάξεων για κάποιους διαγραφέντες από τα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ (άρθρο
3. Ορισμός ως ακατάσχετης της εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης που δίδεται από τον ΟΑΕΔ σε επιδοτούμενους ή μη ανέργους που δοκιμάζονται ιδιαίτερα από οικονομική ή άλλη αιτία (άρθρο
4. Επέκταση της δυνατότητας παραχώρησης ακινήτων ιδιοκτησίας του ΟΑΕΔ σε δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις και σε λοιπά νομικά πρόσωπα κοινωφελούς ή ανθρωπιστικού χαρακτήρα, προς χρήση που θα εξυπηρετεί δημόσιο ή κοινωφελή σκοπό, καθώς και σε φορείς κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας (άρθρο 36).
5. Παροχή της δυνατότητας παραχώρησης ακινήτων που ανήκουν σε Φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για τη φιλοξενία εκδηλώσεων πολιτιστικού ιδίως χαρακτήρα, με σεβασμό προς τον χαρακτήρα των ακινήτων (άρθρο 37).
6. Ανάθεση στους οικείους Δήμους της φροντίδας και της προστασίας των ελεύθερων χώρων οικισμών του τέως ΟΕΚ και ήδη ΟΑΕΔ, που είναι σε κοινή χρήση (άρθρο 38).
7. Εκσυγχρονισμός του τρόπου επιχορήγησης του κλάδου ανεργίας - στράτευσης του ΟΑΕΔ (άρθρο 39).
8. θεσμοθέτηση της ηλεκτρονικής κοινοποίησης των πράξεων και των εγγράφων του ΣΕΠΕ προς τους διοικούμενους (άρθρο 40).
9. Αναγνώριση του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ) ως ισότιμου κοινωνικού εταίρου (άρθρο 41).
10. Νομοθετικός καθορισμός της 26ης Δεκεμβρίου ως ημέρας υποχρεωτικής αργίας (άρθρο 42).
11. Αναμόρφωση και αποσαφήνιση του ισχύοντος πλαισίου για τους Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας του ν. 4430/2016 (Α' 205), με την ενίσχυση της δράσης και της συμμετοχής σε Φορείς ΚΑΛΟ και την αποσαφήνιση του ασφαλιστικού καθεστώτος των μελών των Συνεταιρισμών Εργαζομένων (άρθρο 43).
12. Διόρθωση αλληλοεπικάλυψης αρμοδιοτήτων στο Υπουργείο για την αξιοποίηση ακινήτων του (άρθρο 44).
13. Ρύθμιση της έναρξης ισχύος των συμβάσεων του Υπουργείου με τους φορείς παροχής συγκοινωνιακού έργου (άρθρο 45).
14. Ένταξη στα Προγράμματα Οικονομικής Ενίσχυσης ΑμεΑ των πολιτών τρίτων χωρών που είναι κάτοχοι αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους (άρθρο 46).
15. Εισαγωγή νομοθετικής εξουσιοδότησης για την εφαρμογή της διάταξης για τη διάθεση και κατανομή των καθαρών εσόδων του Ειδικού Κρατικού (Πρωτοχρονιάτικου) Λαχείου Κοινωνικής Αντίληψης για κοινωνικές πολιτικές (άρθρο 47).
16. Επικαιροποίηση της θεσμικής αποστολής και του σκοπού του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), και επανακαθορισμός του αριθμού και των ιδιοτήτων των μελών του ΔΣ του (άρθρο 48).
17. Εκκαθάριση δαπανών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (άρθρο 49).
18. Διόρθωση σφαλμάτων στον Οργανισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (άρθρο 50).
19. Καθορισμός της έναρξης ισχύος του νόμου μετά την ψήφισή του (άρθρο 51).

II. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ

ΜΕΡΟΣ Α'
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1
Έναρξη και λήξη δικαιώματος σύνταξης από τον ΕΦΚΑ


Η έναρξη του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος, μέχρι σήμερα, καθορίζεται από τις καταστατικές διατάξεις κάθε ενταχθέντος στον ΕΦΚΑ φορέα, με αποτέλεσμα να υπάρχει διαφορετική έναρξη του δικαιώματος σύνταξης ανά ασφαλιστικό φορέα.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι για τα τ. ΟΑΕΕ, NAT, ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ, ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ, ΤΑΠ-ΙΛΤ, ΤΑΙΣΥΤ, ΤΣΠΕΑΟ, ΤΑΤΤΑ, ΤΣΕΥΠΟ, το δικαίωμα σύνταξης λόγω γήρατος ξεκινά από την πρώτη του επόμενου μήνα της αίτησης, ενώ για τα τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, Δημόσιο, ΟΓΑ, ΕΤΑΑ-ΤΑΝ, ΤΑΠ-ΟΤΕ, ΤΣΠ- ΗΣΑΠ, ΤΣΠ-ΑΤΕ, ΤΑΠΑΕ «Η ΕΟΝΙΚΗ», ΤΑΥΣΟ, η καταβολή των συντάξεων λόγω γήρατος αρχίζει από την αίτηση ή την αποχώρηση από την υπηρεσία ή τη λύση της υπαλληλικής σχέσης.

Το ισχύον πλαίσιο με τις πολλές και διαφορετικές ημερομηνίες έναρξης του δικαιώματος σύνταξης γήρατος δεν δικαιολογείται μετά την ένταξη όλων των φορέων στον ΕΦΚΑ, γιατί αφενός μεν η έναρξη καταβολής της σύνταξης δεν αντιμετωπίζεται με ενιαίο τρόπο για όλους τους ασφαλισμένους, αφετέρου δε, δημιουργούνται διοικητικές δυσλειτουργίες κατά τη διαδικασία έκδοσης των συνταξιοδοτικών αποφάσεων.

Στο πλαίσιο των ενιαίων κανόνων που θέτει ο ν. 4387/2016 (Α' 85) για το σύνολο των ασφαλισμένων και συνταξιούχων όλων των φορέων που εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ, στους οποίους κανόνες συμπεριλαμβάνεται και ο κοινός τρόπος υπολογισμού της σύνταξης, κρίνεται σκόπιμη η καθιέρωση ενιαίας ρύθμισης έναρξης του δικαιώματος σύνταξης.

Συγκεκριμένα και προκειμένου για την άσκηση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου από τους ασφαλισμένους των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων, συμπεριλαμβανομένων του Δημοσίου και του τ. ΟΓΑ, ορίζεται ρητά ως προϋπόθεση η υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης στον ΕΦΚΑ.

Το δικαίωμα σε σύνταξη γήρατος αρχίζει από την πρώτη του επόμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την ημερομηνία αυτή πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, σε αντίθετη δε περίπτωση, από την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται εκείνου κατά τον οποίο πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις.

Περαιτέρω, προσδιορίζονται οι κανόνες που εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος υποβάλλονται σε μεταγενέστερο χρόνο της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.

Με τις διατάξεις της παρ. 2 ρυθμίζεται η έναρξη του δικαιώματος σύνταξης για συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες ασφαλισμένων προσώπων, όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι και λειτουργοί, οι στρατιωτικοί και οι επαγγελματίες οδηγοί και αυτοκινητιστές.

Σημαντική διαφοροποίηση που επέρχεται με τη νέα ρύθμιση είναι ότι πλέον δεν απαιτείται η διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας, προκειμένου να αρχίσει η συνταξιοδότηση. Έτσι, σε όσες περιπτώσεις ο ασφαλισμένος επιθυμεί να συνεχίσει τη μισθωτή δραστηριότητά του ή την αυτοαπασχόληση, αρκεί να το δηλώσει στην αίτηση συνταξιοδότησής του, χωρίς πλέον να απαιτείται διακοπή δραστηριότητας από την οικεία ΔΟΥ προκειμένου για ελεύθερους επαγγελματίες ή αυτοαπασχολούμενους.

Κοινή ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος σύνταξης ορίζεται και για τα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου. Ομοίως, ορίζεται και το χρονικό σημείο λήξης σε συντάξεις γήρατος και λόγω θανάτου.

Η νέα ρύθμιση για την ενιαία έναρξη του δικαιώματος σύνταξης αρχίζει να εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, καταργούμενων από την ίδια ανωτέρω ημερομηνία όλων των ειδικών ή γενικών διατάξεων των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων ή του Δημοσίου που ρυθμίζουν διαφορετικά το θέμα της έναρξης και λήξης συνταξιοδότησης λόγω γήρατος και θανάτου. Ειδικά για τον ΟΓΑ, λόγω της ιδιομορφίας του τρόπου υπολογισμού της σύνταξης και της έναρξης καταβολής της, κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί το ισχύον καθεστώς μέχρι 31.12.2018, τροποποιώντας ταυτόχρονα τον υπολογισμό της σύνταξης από έτη σε μήνες.

Άρθρο 2
Έναρξη ασφάλισης στον τ. ΟΓΑ


Με την προτεινόμενη διάταξη απλοποιείται η διαδικασία εγγραφής στα μητρώα Ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ όσων υπάγονται στον τέως κλάδο κύριας ασφάλισης αγροτών του τ. ΟΓΑ. Η απογραφή στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ αντιμετώπιζε διαχρονικά δυσκολίες που δημιουργούν μεγάλη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της διαδικασίας ένταξης στην ασφάλιση. Κάθε υπάλληλος υποχρεούται να προβεί σε χρονοβόρους ελέγχους για τη διαπίστωση υπαγωγής ή μη στην ασφάλιση του πρώην φορέα. Έτσι, ο ενδιαφερόμενος καθίσταται ανασφάλιστος για όσο διάστημα εκκρεμεί η αίτηση και στερείται βασικών δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης όπως είναι η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη καθώς και παρεπόμενα της ασφάλισης δικαιώματα.

Προς επίλυση του ανωτέρω προβλήματος κρίνεται σκόπιμο η άμεση εγγραφή του ενδιαφερόμενου από την πρώτη ημέρα του μήνα έναρξης άσκησης της ασφαλιστέας δραστηριότητας, αν για τη δραστηριότητα απαιτείται έναρξη εργασιών στην αρμόδια ΔΟΥ. Αν δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση, η ασφάλιση θα εκκινεί πρώτη του μήνα υποβολής του Απογραφικού Δελτίου. Αντίστοιχα ρυθμίζεται και η διακοπή ασφάλισης (επέρχεται στο τέλος του μήνα υποβολής της βεβαίωσης διακοπής από τη ΔΟΥ ή της αίτησης διακοπής).

Η διάταξη στοχεύει επίσης, στην επίλυση της καθυστέρησης των ήδη εκκρεμών αιτήσεων. Ορίζεται, λοιπόν, ότι εκκρεμείς αιτήσεις υπαγωγής ανατρέχουν στην πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα υποβολής του Απογραφικού Δελτίου και αντίστοιχα η διακοπή στο τέλος του μήνα υποβολής της σχετικής αίτησης. Ο αναδρομικός έλεγχος υπαγωγής ή διαγραφής κρίνεται σε δεύτερο χρόνο.

Έτσι, επιλύεται το πρόβλημα αφού ο ενδιαφερόμενος υπάγεται κατευθείαν στην ασφάλιση και πληρώνοντας την ελάχιστη εισφορά μέχρι την ολοκλήρωση του ελέγχου από τα αρμόδια όργανα, μπορεί να καρπώνεται όλα τα ωφελήματα της κοινωνικής ασφάλισης καθώς και των παρεπόμενων στην εγγραφή του μητρώου αγροτών πάσης φύσεως ωφελημάτων.

Άρθρο 3
Εύλογη αμφιβολία περί την υπαγωγή σε δύο ή περισσότερους φορείς έως 31.12.2016


Εξαιτίας της πολυνομίας και της πολυπλοκότητας του προηγούμενου νομοθετικού πλαισίου Κοινωνικής Ασφάλισης, δημιουργήθηκαν εις βάρος των ασφαλισμένων οφειλές για την υπαγωγή στην παράλληλη ασφάλιση δύο ή περισσότερων τέως φορέων, λόγω δυσχερώς ερμηνευόμενων νομικών ζητημάτων.

Προς άρση της ερμηνευτικής αμφισβήτησης των ανωτέρω νομικών ζητημάτων, προβλέπεται η έκδοση απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ύστερα από σχετική γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης. Με την ανωτέρω υπουργική απόφαση, θα καθορίζονται κάθε φορά οι όροι και οι προϋποθέσεις, ώστε να εξαιρεθεί η εξεταζόμενη κατηγορία ασφαλισμένων από την ασφάλιση και κατ' επέκταση να απαλλαχτεί από οφειλές (βεβαιωμένες και μη) ή από τόκους, προσαυξήσεις, τέλη ή τυχόν άλλες επιβαρύνσεις. Η διάταξη προβλέπει ενδεικτικά και μια σειρά τεκμηρίων που παραπέμπουν στην ύπαρξη εύλογης αμφιβολίας περί την ερμηνεία και την εφαρμογή διατάξεων κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου.

Έτσι, ο κάθε ενδιαφερόμενος ασφαλισμένος θα μπορεί να υποβάλλει αίτημα στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ, του ΕΤΕΑΕΠ και των λοιπών φορέων κοινωνικής ασφάλισης, ώστε να εξεταστεί η ασφαλιστική του υπόθεση και να διαπιστωθεί αν πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής στην Υπουργική Απόφαση. Εφόσον κριθεί ότι υπάγεται, εκδίδεται σχετική απόφαση των αρμόδιων Υπηρεσιών. Το πεδίο εφαρμογής της διάταξης καταλαμβάνει ασφαλιστικές υποθέσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας (ακόμη και αν έχουν κριθεί σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό από τα αρμόδια όργανα).

Το παρόν άρθρο στοχεύει να διορθώσει νομικές και διοικητικές αστοχίες του παρελθόντος, που αιφνιδίασαν ορισμένες κατηγορίες ασφαλισμένων επιβάλλοντάς τους χρηματικές επιβαρύνσεις.

Άρθρο 4
Βεβαιωμένες ή μη οφειλές ΟΤΑ και εκκλησιαστικών ΝΠΔΔ προς ΦΚΑ


Με την πρώτη παράγραφο της προτεινόμενης διάταξης επιλύεται το ζήτημα που είχε ανακύψει σχετικά με την ασφάλιση των σχολικών φυλάκων που είχαν προσληφθεί στους Δήμους με προγράμματα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας και υπάγονταν, βάσει νομοθετικών διατάξεων, στην ασφάλιση του κλάδου παροχών ασθένειας σε είδος και κατά του κινδύνου ατυχήματος του τ. IΚΑ. Ωστόσο, έπειτα από αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις, κρίθηκε πως οι σχολικοί φύλακες θα έπρεπε να υπάγονται στην πλήρη ασφάλιση του τ. ΙΚΑ. Μετά την έκδοση των εν λόγω δικαστικών αποφάσεων, οι Δήμοι έχουν κληθεί να αντιμετωπίσουν ένα απρόβλεπτο οικονομικό βάρος. Για το λόγο αυτό κρίνεται σκόπιμο να προβλεφθεί η υποχρέωση των Δήμων να καταβάλουν τις βασικές οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές, χωρίς τα επιβληθέντα πρόσθετα τέλη, τόκους, προσαυξήσεις και επιβαρύνσεις.

Η δεύτερη παράγραφος της προτεινόμενης διάταξης στοχεύει στην επίλυση ζητημάτων που έχουν ανακύψει λόγω εύλογης αμφιβολίας αναφορικά με την υποχρέωση καταβολής εισφοράς των νομικών προσώπων της Εκκλησίας. Συγκεκριμένα, στους πόρους του πρώην Ταμείου Προνοίας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος, το οποίο συγχωνεύτηκε με το πρώην Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και στη συνέχεια με το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών, περιλαμβάνεται και εισφορά επί των εσόδων των εκκλησιών. Η σχετική νομοθεσία, στην αρχική της μορφή, όριζε πως ορισμένα εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ (ένα εκ των οποίων είναι η Ιερά Μητρόπολη) εξαιρούνται από την υποχρέωση να καταβάλουν την παραπάνω εισφορά. Ωστόσο, έπειτα από αλλεπάλληλες τροποποιήσεις της εν λόγω νομοθεσίας, δημιουργήθηκε αμφιβολία/νομική αμφισβήτηση σχετικά με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και με το αν η εξαίρεση αυτή εξακολουθούσε να ισχύει.

Περαιτέρω, το γεγονός ότι υπάρχει αυτή η εκκρεμότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή προστίμων και τόκων που έχουν αυξήσει τις οφειλές σε ποσοστό 100%.

Με τη διάταξη επιλύεται με οριστικό τρόπο το ζήτημα αυτό προς όφελος του ΕΤΕΑΕΠ, καθώς μπορεί να ανακτήσει τις οφειλές που τελούσαν σε καθεστώς αμφιβολίας με εφικτό τρόπο, ήτοι χωρίς τα επιβληθέντα πρόσθετα τέλη, τόκους, προσαυξήσεις και επιβαρύνσεις, ενώ παράλληλα λαμβάνονται υπόψη τα νομικά προβλήματα που έχουν ανακύψει.

ΜΕΡΟΣ Β'
ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΑΔΗΛΩΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Άρθρο 5
Διοικητικές κυρώσεις για αδήλωτη εργασία


Η αδήλωτη εργασία παραβιάζει βασικά δικαιώματα των εργαζομένων, συνιστά επιβραδυντικό και στρεβλωτικό παράγοντα της οικονομίας, νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων, μειώνει τα δημόσια έσοδα και αποδυναμώνει το ασφαλιστικό σύστημα, υπονομεύοντας την ικανότητά του να ανταποκριθεί στην κοινωνική του αποστολή. Υπηρετώντας την κεντρική προτεραιότητα για την καταπολέμηση της παραβατικότητας στους χώρους δουλειάς, με τις προτεινόμενες διατάξεις ισχυροποιείται το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικότερα το φαινόμενο της αδήλωτης εργασίας.

Η αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση που ανταποκρίνεται στο σύνολο των αιτιών και των εκφάνσεων του φαινομένου. Για το λόγο αυτό, η αλλαγή της αρχιτεκτονικής του προστίμου έχει ως στόχο την ενδυνάμωση της θέσης του αδήλωτου εργαζόμενου και την απόδοση δικαιοσύνης, την σύνδεση της κύρωσης με τη δυνατότητα συμμόρφωσης του εργοδότη και την συστηματοποίηση του πλαισίου των επιβαλλόμενων κυρώσεων.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις προβλέπονται υψηλές διοικητικές κυρώσεις, επιβαλλόμενες κατά δέσμια αρμοδιότητα των Επιθεωρητών Εργασίας του ΣΕΠΕ ή των αρμόδιων υπαλλήλων του ΕΦΚΑ, με σκοπό την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας. Το πρόστιμο για την αδήλωτη εργασία ανέρχεται στο ποσό των δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) ευρώ και οι κυρώσεις αυτές επιβάλλονται άμεσα. Παράλληλα, κατά δέσμια αρμοδιότητα επιβάλλονται κυρώσεις από τους Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία, όταν κατά την διερεύνηση των αιτιών εργατικού ατυχήματος διαπιστωθεί αδήλωτη εργασία.

Με την προτεινόμενη διάταξη συστηματοποιούνται οι κυρώσεις λαμβάνοντας υπόψη την συμπεριφορά του εργοδότη εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, προκειμένου να
αντιμετωπίζεται το φαινόμενο της υποτροπής και να δημιουργηθούν ισχυρά αντικίνητρα που θα οδηγήσουν στην συμμόρφωση του παραβατικού εργοδότη. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται η προσαύξηση του προστίμου σε περιπτώσεις υποτροπής.

Περαιτέρω, η πλήρης προστασία του εργαζόμενου συντελείται, όταν ο τελευταίος καλύπτεται και ασφαλιστικά για την εργασία που προσέφερε. Κατά τεκμήριο θεωρείται ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε τρεις μήνες για ασφάλιση του εργαζόμενου και αποδίδονται οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές. Η απόδοση δικαιοσύνης και η αποκατάσταση των δικαιωμάτων των αδήλωτων εργαζόμενων, το δημόσιο συμφέρον και η βιωσιμότητα των ασφαλιστικών φορέων, αλλά και η εμπέδωση ασφαλιστικής συνείδησης εξυπηρετούνται με αυτήν την πρόβλεψη.

Άρθρο 6
Δικαίωμα και προϋποθέσεις έκπτωσης


Με τις προτεινόμενες διατάξεις χορηγείται η δυνατότητα μείωσης του προστίμου σε περίπτωση που ο εργοδότης προχωρήσει στην πρόσληψη με σύμβαση εργασίας πλήρους απασχόλησης για τουλάχιστον ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Η πρόβλεψη αυτή ανταποκρίνεται στην ανάγκη να ισχυροποιηθεί η θέση του αδήλωτου εργαζόμενου, ενώ παρέχει ισορροπημένα κίνητρα τόσο προς την πλευρά των αδήλωτων εργαζόμενων για την καταγγελία στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα φαινομένων αδήλωτης εργασίας όσο και προς την πλευρά παραβατικών εργοδοτών για την συμμόρφωση τους. Παράλληλα, η πρόβλεψη αυτή ενισχύει την απασχόληση με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα και συνδέει την κύρωση με την συμμόρφωση, καθώς σε περίπτωση υπότροπης δεν παρέχεται η δυνατότητα έκπτωσης.

Σε περιπτώσεις εποχικών επιχειρήσεων, για να αντιμετωπιστούν περιπτώσεις που λόγω της φύσης της δραστηριότητάς τους δεν επαρκεί το εναπομένον διάστημα λειτουργίας για την συμπλήρωση του ελάχιστα απαιτούμενου διαστήματος απασχόλησης προκείμενου να γίνει χρήση της έκπτωσης, δίνεται η δυνατότητα κατάτμησης της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου με την προϋπόθεση ότι αυτή ολοκληρώνεται στο πέρας της επόμενης περιόδου λειτουργίας.

Η δυνατότητα έκπτωσης χορηγείται και όταν η πρόσληψη του εργαζομένου που βρέθηκε αδήλωτος δεν είναι δυνατή λόγω ρητής επιλογής του ίδιου του εργαζομένου, οπότε το δικαίωμα έκπτωσης παρέχεται υπό την προϋπόθεση της πρόσληψης έτερου εργαζομένου.

Για την διασφάλιση της ορθής χρήσης της δυνατότητας έκπτωσης ο εργοδότης δεσμεύεται για την διατήρηση του συνόλου των θέσεων εργασίας, καθώς και του καθεστώτος απασχόλησης, για όλη τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος που ορίζεται στην έκπτωση, με την υποχρέωση σε περίπτωση μεταβολής του αριθμού των εργαζομένων να προβεί σε πρόσληψη εντός δεκαπέντε (15) ημερών. Από τη μείωση προσωπικού εξαιρούνται περιπτώσεις που η μεταβολή του αριθμού των εργαζομένων δεν γίνεται με πρωτοβουλία του εργοδότη.

Άρθρο 7
Άπαξ καταβολή προστίμου


Για την αποφυγή ενδεχόμενων αλληλοεπικαλύψεων μεταξύ των ελεγκτικών μηχανισμών του ΣΕΠΕ και του ΕΦΚΑ και την εκ νέου επιβολή της ίδιας κύρωσης για την ίδια παράβαση, προβλέπεται, στην προτεινόμενη ρύθμιση, ότι η υποχρέωση καταβολής του προστίμου ισχύει για την Πράξη Επιβολής Προστίμου που κοινοποιήθηκε πρώτη στον εργοδότη.

Άρθρο 8
Εξουσιοδοτικές διατάξεις - Έναρξη ισχύος


Με την προτεινόμενη ρύθμιση παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την έκδοση απόφασης που θα ρυθμίζει το σύνολο των διαδικαστικών ζητημάτων για την ολοκληρωμένη και αποτελεσματική εφαρμογή του εισαγόμενου συστήματος επιβολής προστίμων και παροχής δικαιώματος έκπτωσης σε περίπτωση αδήλωτης εργασίας. Συγχρόνως, η έναρξη ισχύος του εισαγόμενου συστήματος συνδέεται με την ημερομηνία έκδοσης της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, ώστε να μην ανακύψει κενό στην αποτελεσματική εφαρμογή του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 9
Ευθύνη αναθέτοντος και εργολάβου έναντι των εργαζομένων


Η ραγδαία αναπτυσσόμενη παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, καθώς και η συνεχιζόμενη εξειδίκευση των επιχειρήσεων, οδήγησε στην ταχεία εξάπλωση των εργολαβιών σε διάφορους τομείς οικονομικών δραστηριοτήτων. Πολλές επιχειρήσεις τείνουν ολοένα και συχνότερα να αναθέτουν επιμέρους εξειδικευμένες ή εντατικές εργασίες σε εργολάβους, με κύριο σκοπό τη μείωση του παραγωγικού κόστους.

Στο κατ' ιδίαν πεδίο των εργασιακών σχέσεων, συχνότατο φαινόμενο αποτελεί η απασχόληση των εργαζομένων του εργολάβου στις εγκαταστάσεις του αναθέτοντα και μάλιστα υπό τις δικές του οδηγίες και εντολές, δίχως ωστόσο να υφίσταται κανένας νομικός δεσμός μεταξύ τους. Εργοδότης θεωρείται για τους εργαζόμενους αυτούς μόνο ο εργολάβος, παρότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ο μεταξύ τους δεσμός έχει τυπικό και μόνο χαρακτήρα. Το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται ακόμη πιο σύνθετο και προβληματικό σε περιπτώσεις επιχειρήσεων με εκτεταμένες ή/και πολλαπλές εγκαταστάσεις και πολυεπίπεδες δραστηριότητες, όπου παρατηρείται η χρησιμοποίηση πολλαπλών εργολάβων και υπεργολάβων.

Η εκτεταμένη εφαρμογή της μορφής αυτής απασχόλησης δημιουργεί ρευστά όρια μεταξύ νόμιμων και παράνομων πρακτικών, αυξάνει την αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία και συντελεί, εν γένει, στην παραβίαση των δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις εισάγεται για πρώτη φορά στο ελληνικό δίκαιο ένα ολοκληρωμένο σύστημα κανόνων που ρυθμίζει την ευθύνη αναθέτοντα, εργολάβου και υπεργολάβου έναντι των εργαζομένων των τελευταίων κατά την εκτέλεση ενός ανατεθειμένου έργου. Η εισαγόμενη αλληλέγγυα και εις ολόκληρον ευθύνη εργοδότη και εργολάβου καταλαμβάνει όλα τα πεδία των δικαιωμάτων των εργαζομένων, όπως την καταβολή των οφειλόμενων αποδοχών, των τυχόν οφειλόμενων αποζημιώσεων απόλυσης, των ασφαλιστικών εισφορών, καθώς και την υποχρέωση τήρησης των κανόνων υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων κατά την παροχή της εργασίας τους. Σε περίπτωση δε παράβασης των τελευταίων αυτών κανόνων, η εις ολόκληρον και αλληλέγγυα ευθύνη αφορά και τις αξιώσεις αποζημίωσης των εργαζομένων που πηγάζουν από τις οικείες διατάξεις, καθώς και από τις διατάξεις για το εργατικό ατύχημα.

Τέλος, προβλέπεται ρητά η υποχρέωση αναγραφής στον πίνακα προσωπικού των στοιχείων του αναθέτοντα και του ωραρίου απασχόλησης των εργαζομένων στις εγκαταστάσεις του αναθέτοντα, καθώς και η υποχρέωση του τελευταίου να αναρτά αντίγραφο του πίνακα προσωπικού στις εγκαταστάσεις του, ώστε να καθίσταται αποτελεσματικότερος ο έλεγχος της ορθής τήρησης της εργατικής και κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας από τα ελεγκτικά όργανα του ΣΕΠΕ και του ΕΦΚΑ.

Άρθρο 10
Πρακτική άσκηση και μαθητεία σε επιχειρήσεις


Με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται η γενική υποχρέωση αναγραφής των μαθητευόμενων, σπουδαστών και φοιτητών που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία σε οποιαδήποτε επιχείρηση στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «ΕΡΓΑΝΗ», ώστε να καθίσταται δυνατή η συνολική καταγραφή τους καθώς και η καταγραφή των επιχειρήσεων που τους απασχολούν, να είναι εφικτός ο έλεγχος τήρησης των ανώτατων ορίων που προβλέπονται στη κείμενη νομοθεσία και να αποβαίνουν αποτελεσματικότεροι οι έλεγχοι των αρμόδιων μηχανισμών του ΣΕΠΕ.
Περαιτέρω, διευκρινίζεται ότι ειδικά για τους μαθητευόμενους, σπουδαστές και φοιτητές που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία σε τουριστικές επιχειρήσεις, ο συνολικός αριθμός τους δεν μπορεί να ξεπερνά το 17% των εργαζομένων ανά επιχείρηση ή εκμετάλλευση με ανώτατο όριο τα 40 άτομα σε κάθε περίπτωση.

Άρθρο 11
Μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων


Η θερμική καταπόνηση των εργαζομένων κατά το θέρος αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα για τις συνθήκες εργασίας στη χώρα μας, καθώς αφορά μεγάλο αριθμό εργαζομένων σε υπαίθριες εργασίες (λ.χ. οικοδομικές εργασίες, τεχνικά έργα), χώρους εργασίας με επιπλέον θερμική καταπόνησης (λ.χ. μεταλλουργίες, ναυπηγεία, χημικές βιομηχανίες), καθώς και εν γένει εργασίες σε εξωτερικούς χώρους (λ.χ. μεταφορές, διανομές).
Μέχρι σήμερα, η προστασία των εργαζομένων στις εργασίες αυτές ρυθμίζεται από τις γενικές διατάξεις για τις υποχρεώσεις των εργοδοτών (ΚΝΥΑΕ, ν. 3850/2010), την ασφάλεια και υγεία στους χώρους εργασίας (π.δ. 16/1996) και τις διατάξεις για τα οικοδομικά και τεχνικά έργα (π.δ. 305/1996), στη βάση της σύνταξης εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου. Οι ανωτέρω διατάξεις, ωστόσο, δεν θεσπίζουν εξειδικευμένες και μετρήσιμες ρυθμίσεις, με αποτέλεσμα να υπάρχουν δυσχέρειες αφενός εφαρμογής τους από τις επιχειρήσεις και αφετέρου ελέγχου της εφαρμογής τους από τα ελεγκτικά όργανα του ΣΕΠΕ. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, δεν είναι πλέον σε ισχύ σχετικές διατάξεις συλλογικών συμβάσεων εργασίας που ρύθμιζαν το ζήτημα της εργασίας υπό συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών για συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων (λ.χ. εργαζόμενοι σε οικοδομικές και ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες).

Με την προτεινόμενη ρύθμιση αντιμετωπίζεται το σχετικό κανονιστικό κενό και θεσπίζεται η δυνατότητα έκδοσης υπουργικών αποφάσεων, με τις οποίες θα καθορίζονται με ακρίβεια, μεταξύ άλλων, οι όροι και οι προϋποθέσεις, οι επιβαρυμένες κατηγορίες εργαζομένων, τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που πρέπει κατά περίπτωση να λαμβάνονται και εν γένει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την αποτελεσματική πρόληψη και αντιμετώπιση της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων.

Άρθρο 12
Τροποποίηση του άρθρου 80 του ν. 4144/2013 (Α' 88)


Με τη διάταξη της περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 36 του ν. 4488/2017 (Α' 137) καταργήθηκε το σύστημα της χειρόγραφης τήρησης του ειδικού βιβλίου τροποποίησης ωραρίου εργασίας και υπερωριών στον χώρο εργασίας και της γνωστοποίησής τους στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» τον επόμενο μήνα. Αντ' αυτού, καθιερώθηκε μία απλή και εύκολη διαδικασία αναγγελίας της υπερεργασίας και της νόμιμης υπερωριακής απασχόλησης με την απλή γνωστοποίηση αυτών στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», το αργότερο πριν την έναρξη της πραγματοποίησής τους. Με το νέο σύστημα διευκολύνεται ο έλεγχος τήρησης της υπέρβασης των ωραρίων εργασίας και καθιερώνεται ένας αξιόπιστος και αδιάβλητος τρόπος καταγραφής της υπερωριακής απασχόλησης.

Περαιτέρω, στην περ. α' της παρ. 1 του ως άνω άρθρου, ορίζεται ρητά ότι, σε περίπτωση παράβασης, επιβάλλονται με πράξη του αρμόδιου οργάνου σε βάρος του εργοδότη οι κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 24 και 28 του ν. 3996/2011 (Α' 170).

Ωστόσο, εκ παραδρομής, το εύρος της περ. β' της παρ. 1 δεν ταυτίζεται με αυτό της περ. α', παρότι αναφέρεται ρητά σε αυτήν. Με την προτεινόμενη ρύθμιση, αποκαθίσταται στο ορθό η πραγματικά σκοπούμενη διατύπωση της διάταξης.

ΜΕΡΟΣ Γ'
ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ

Άρθρο 13
Πεδίο Εφαρμογής - Ορισμοί


Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου περιγράφουν το πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου και παρέχουν τους απαραίτητους ορισμούς Οι ασυνόδευτοι ή χωρισμένοι από την οικογένειά τους αλλοδαποί ανήλικοι ή ανιθαγενείς κάτω των 18 ετών, που φτάνουν στο ελληνικό έδαφος, χωρίς να συνοδεύονται από πρόσωπο που ασκεί τη γονική τους μέριμνα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ή που η γονική τους μέριμνα δεν έχει ανατεθεί σε κάποιο άλλο πρόσωπο, ή που εγκαταλείπονται ασυνόδευτα μετά την είσοδο τους στην Ελλάδα, καθώς και όσοι έχουν χωριστεί από την οικογένειά τους, τίθενται υπό τον προστατευτικό μανδύα του ελληνικού κράτους, ανατιθεμένης της φροντίδας και προστασίας τους στους επιτρόπους, που διορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Ο παρών νόμος, αφορά στη συγκεκριμένη ευάλωτη ομάδα ατόμων, τα οποία χρήζουν ειδικής προστασίας με σκοπό να εκμηδενιστούν οι κίνδυνοι του να υποστούν διωγμούς λόγω της ηλικίας τους και της ευαλωτότητάς τους, όπως για παράδειγμα να πέσουν θύματα εμπορίας για πορνεία, σεξουαλικής εκμετάλλευσης, εξαναγκαστικής εργασίας και ο Έλληνας νομοθέτης λαμβάνει δια του παρόντος νόμου όλα τα αναγκαία μέτρα, ώστε να τους την παράσχει.

Περαιτέρω, με την παρούσα διάταξη παρέχονται αναλυτικά οι ορισμοί των τεσσάρων βασικών εννοιών, των οποίων γίνεται επίκληση στα επιμέρους άρθρα, ήτοι της έννοιας της «Αρμόδιας Αρχής», του «Ασυνόδευτου Ανηλίκου» του «Χωρισμένου από την οικογένειά του ανήλικου» και του «Φορέα παραπομπής» Η Αρχή η οποία επιφορτίζεται με την προστασία των ασυνόδευτων και χωρισμένων ανηλίκων είναι η Γενική Διεύθυνση Κοινωνικής Αλληλεγγύης του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, η οποία αναλαμβάνει την προστασία των ανηλίκων , που φτάνουν στην Ελλάδα χωρίς να συνοδεύονται από πρόσωπο που ασκεί, σύμφωνα πάντα με την ελληνική νομοθεσία, τη γονική τους μέριμνα ή από κάποιον ενήλικο συγγενή που ασκεί στην πράξη τη φροντίδα τους, των ανηλίκων που παύουν να συνοδεύονται μετά την είσοδο τους στην Ελλάδα, των ανηλίκων που φθάνουν στην Ελλάδα χωρίς πρόσωπο που ασκεί τη γονική τους μέριμνα, όμως συνοδεύονται από ενήλικο συγγενή, που ασκεί στην πράξη τη φροντίδα τους. Επίσης, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, κάθε δημόσια αρχή και υπηρεσία, ιδιωτικός φορέας ή διεθνής οργανισμός, που εντοπίζει τους ανηλίκους που ανωτέρω περιγράφηκαν, καθίσταται φορέας παραπομπής, με ενδεικτική αναφορά στην Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, την Υπηρεσία Ασύλου και την Ελληνική Αστυνομία. Ο Έλληνας νομοθέτης παραθέτει στο προοίμιο του νόμου το περιεχόμενο των τεσσάρων βασικών εννοιών, προκειμένου να καταστήσει το νόμο σαφή και να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη εφαρμογή του. Ταυτόχρονα, αντιμετωπίζεται επ' ωφελεία των ανηλίκων το ζήτημα που έχει ανακύψει και αφορά στην ύπαρξη εντός της ελληνικής επικράτειας περίπου 2.940 ασυνόδευτων ανηλίκων, σύμφωνα με καταμέτρηση που πραγματοποιήθηκε το Μάρτιο του 2018, ενός ζητήματος, που έχει υπερεθνικό χαρακτήρα και το οποίο απαιτεί άμεση και ταχεία διευθέτηση εκ μέρους και της ελληνικής πολιτείας.

Άρθρο 14
Όργανα της επιτροπείας ασυνόδευτων ανηλίκων


Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου αφορούν στην πρόβλεψη των οργάνων της επιτροπείας, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στο άρθρο 1642 ΑΚ, τα οποία καθορίζονται να είναι τα εξής τρία: ο Εισαγγελέας ανηλίκων ή όπου δεν υπάρχει, ο κατά τόπον αρμόδιος Εισαγγελέας Πρωτοδικών, ο Επίτροπος του ασυνόδευτου ανηλίκου και το Εποπτικό Συμβούλιο Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του άρθρου 19 του παρόντος. Συνεπώς, ειδικά για τους ανηλίκους, οι οποίοι εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου, καθίσταται ο Εισαγγελέας όργανο της επιτροπείας τους, ο οποίος άλλωστε διορίζεται και ως προσωρινός τους επίτροπος, με σκοπό την επίτευξη ταχείας διευθέτησης της έωλης κατάστασης, στην έχει βρεθεί ο ανήλικος και με γνώμονα τη διαφύλαξη της ευημερίας αυτού.

Άρθρο 15
Αρμοδιότητες του Εισαγγελέα


Οι διατάξεις του άρθρου προβλέπουν ρητώς την ανάληψη αρμοδιοτήτων από τον Εισαγγελέα Ανηλίκων ή τον κατά τόπον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών, στην περίπτωση που δεν υπάρχει Εισαγγελέας Ανηλίκων. Επίσης, προβλέπεται νομοθετικά ο τρόπος επίλυσης ενδεχόμενης διαφωνίας μεταξύ επιτρόπου του ασυνόδευτου ανηλίκου και εποπτικού συμβουλίου, διαφωνία που ρητώς προβλέπεται ότι θα επιλύεται από τον αρμόδιο Εισαγγελέα ανηλίκων ή τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα Πρωτοδικών. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου παρέχουν τις απαιτούμενες διευκρινίσεις σχετικά με το ρόλο και τις αρμοδιότητες του Εισαγγελέα, ως διακριτού οργάνου του συστήματος επιτροπείας ασυνόδευτων ανηλίκων, που εισέρχονται στην ελληνική επικράτεια.

Άρθρο 16
Διορισμός επιτρόπου ασυνόδευτων ανηλίκων


Οι διατάξεις του άρθρου αφορούν στις ειδικότερες διατυπώσεις και διαδικασίες, σχετικά με το διορισμό επιτρόπου για κάθε έναν ασυνόδευτο ανήλικο. Ειδικότερα, στις περιπτώσεις εντοπισμού ενός ασυνόδευτου ανηλίκου, η κρατική υποχρέωση για τη μέγιστη δυνατή προάσπιση των συμφερόντων αυτού επιτάσσει τον άμεσο διορισμό επιτρόπου. Παρά ταύτα, η διεθνής πραγματικότητα έχει δείξει ότι ο πραγματικός χρόνος που απαιτείται προκειμένου για το διορισμό επιτρόπου, μπορεί στην πράξη να κυμανθεί από λίγες ημέρες έως αρκετούς μήνες, ή ενίοτε να υπερβεί το έτος με δυσμενείς συνέπειες, ιδίως για τον ψυχισμό των παιδιών, τα οποία πολλάκις παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα κατάθλιψης, διαταραχών άγχους και μετατραυματικού στρες. Ο παρών νόμος επιχειρεί να αντιμετωπίσει με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο την ανεπιθύμητη αυτή κατάσταση. Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η διαδικασία εξελίσσεται ως ακολούθως: Ο αρμόδιος κατά τόπον εισαγγελέας ενεργεί ως προσωρινός επίτροπος του ανηλίκου και μεριμνά για την ανάθεση της νομικής εκπροσώπησης και φροντίδας του ανηλίκου σε κατάλληλο φυσικό πρόσωπο, δρώντας με ταχύτητα και ολοκληρώνοντας τις διαδικασίες στο συντομότερο δυνατό χρόνο. Αναζητά κατάλληλο φυσικό πρόσωπο για να διοριστεί ως επίτροπος κυρίως από το περιβάλλον του ανηλίκου σύμφωνα και με το 1592 του Αστικού Κώδικα, στην περίπτωση όμως που τούτο δεν καταστεί εφικτό, η επιτροπεία του ανηλίκου ανατίθεται σε επαγγελματία Επίτροπο, ήδη εγγεγραμμένο σε κατάλογο επαγγελματιών επιτρόπων, ο οποίος υποδεικνύεται από το ΕΚΚΑ, το οποίο έχει αρχικώς ενημερωθεί από τις αρμόδιες αρχές για την ύπαρξη του ασυνόδευτου παιδιού. Συγχρόνως, προβλέπεται η ανάθεση έργου εποπτείας από τον Εισαγγελέα προς το Εποπτικό Συμβούλιο Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων και η καταχώριση του διορισμού σε ειδικό δημόσιο βιβλίο, που τηρείται στη γραμματεία του Δικαστηρίου όπως και η επίδοσή του στο ΕΚΚΑ με επιμέλεια της Εισαγγελίας. Συνεπώς, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επιτυγχάνεται ο σκοπός του άμεσου διορισμού επιτρόπου δια της συντμήσεως του απαιτούμενου για το διορισμό χρόνου στο ελάχιστο και η βέλτιστη συνεργασία των εμπλεκομένων οργάνων του συστήματος της επιτροπείας, προς εξυπηρέτηση του βέλτιστου δυνατού συμφέροντος του παιδιού.

Άρθρο 17
Διορισμός υπό όρους και αντικατάσταση επαγγελματία επιτρόπου


Οι διατάξεις του άρθρου αυτού προβλέπουν τη δυνατότητα διορισμού επιτρόπου υπό όρους καθώς και αντικατάστασης του επαγγελματία, όταν αυτό διατάσσεται από τον Εισαγγελέα. Η σημασία των προβλέψεων του σχετικού άρθρου είναι μεγάλη, εφόσον αντιμετωπίζουν το συχνά αναδυόμενο ζήτημα της αλλαγής του τόπου διαμονής του ανηλίκου, κατόπιν εκδόσεως πράξης τοποθέτησης από το ΕΚΚΑ. Αποτελεί τακτικό φαινόμενο ο ασυνόδευτος ανήλικος να αλλάζει τόπο διαμονής, είτε διότι ανευρέθη σε άλλο τόπο κάποια στέγη φιλοξενίας ή Δομή Ημιαυτόνομης Διαβίωσης, είτε διότι ανατέθηκε η φροντίδα του σε ανάδοχο οικογένεια. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα πρακτικά προβλήματα, που δημιουργεί μια τέτοια πραγματικότητα ο παρών νόμος προέβλεψε τη δυνατότητα αντικατάστασης του αρχικώς διορισθέντος Επιτρόπου, στην περίπτωση της αλλαγής του τόπου διαμονής του ανηλίκου. Η συγκεκριμένη δυνατότητα επιτελεί προστατευτική λειτουργία απέναντι στον ανήλικο, που βρίσκεται σε μια ευάλωτη θέση και χρήζει αυξημένης κρατικής προστασίας. Σε κάθε περίπτωση, η αντικατάστασή του προβλέπεται και σε όλες τις περιπτώσεις, που κρίνεται ότι επιτάσσεται από το συμφέρον του ανηλίκου, όπως αυτό αξιολογείται κάθε φορά. Μνεία θα πρέπει να γίνει και στη δυνατότητα που παρέχεται στον ίδιο τον ανήλικο να ζητήσει την αντικατάσταση του επιτρόπου με αίτημά του.

Άρθρο 18
Αρμοδιότητες του επαγγελματία επιτρόπου


Με το άρθρο αυτό πραγματοποιείται απαρίθμηση των αρμοδιοτήτων, με τις οποίες επιφορτίζεται ένας επίτροπος, προς διαφύλαξη του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου. Σε κάθε περίπτωση, βασική προϋπόθεση για μια αποτελεσματική επιτροπεία αποτελεί η δόμηση αρραγούς σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ του παιδιού και του επιτρόπου. Προς την κατεύθυνση αυτή, ολόκληρο το νομοθέτημα και ιδίως το παρόν άρθρο, διαπνέεται από θεμελιώδεις αρχές, τις οποίες πρέπει να σέβεται απαρέγκλιτα ο επίτροπος, όπως είναι το να επιδεικνύει σεβασμό στις απόψεις του παιδιού, να αντιμετωπίζει το παιδί με σεβασμό και αξιοπρέπεια, να είναι διαθέσιμος και προσιτός σε αυτό και να επιδεικνύει σεβασμό στην εμπιστευτικότητα.

Γενικά, όπως ρητά ορίζεται στο παρόν άρθρο, στον επίτροπο ανήκουν, μεταξύ άλλων, οι αρμοδιότητες που προβλέπει ο Αστικός Κώδικας και ο ν. 4375/2016 και οι οποίες αναλυτικά παρατίθενται στα υπό στοιχεία α-κα του παρόντος νόμου. Επίσης, παρέχεται η ειδική πρόβλεψη ότι, ειδικά ο επαγγελματίας επίτροπος, ασκεί τις αρμοδιότητές του στην έκταση και υπό τους όρους, που αναφέρονται στη σύμβαση, που συνάπτει με το ΕΚΚΑ, η οποία παρέχει εξίσου υψηλό επίπεδο προστασίας του ανήλικο, δια των αρμοδιοτήτων τις οποίες αναθέτει στους επιτρόπους.

Άρθρο 19
Σύσταση, σύνθεση και λειτουργία Εποπτικού Συμβουλίου Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων


Το άρθρο προβλέπει τη Σύσταση Εποπτικού Συμβουλίου Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, το οποίο θα αποτελείται από 3 μέλη, οριζόμενα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Πρόκειται για τη θέσπιση ενός ευέλικτου συμβουλίου, ενός εκ των τριών θεσμοθετημένων οργάνων του παρόντος συστήματος επιτροπείας, το οποίο πρόκειται να ασκεί καθήκοντα εποπτείας των Επιτροπειών, όπως αναλυτικότερα ορίζεται. Η συγκρότηση του Συμβουλίου είναι ευχερής, ενώ απαρτίζεται από μέλη τα οποία σχετίζονται άμεσα με ανηλίκους και δη ασυνόδευτα παιδιά, λόγω σχετικής εμπειρογνωμοσύνης στον τομέα των ασυνόδευτων ανηλίκων. Συνεπώς, πρόκειται για τη σύσταση αποτελεσματικού συμβουλίου, που θα έχει έναν προστατευτικό ρόλο και όχι αμιγώς ελεγκτικό, απέναντι στην πορεία των επιτροπειών και την έκβαση αυτών στη χώρα μας, με ευεργετικά αποτελέσματα, τόσο απέναντι στα προστατευόμενα παιδιά, όσο και για τους επαγγελματίες επιτρόπους, που επιφορτίζονται με ένα πολυσχιδές έργο.

Άρθρο 20
Διαβίωση του ασυνόδευτου ανηλίκου σε τρίτους


Το άρθρο αυτό επεξηγεί ζητήματα σχετικά με την διαβίωση και πραγματική φροντίδα του ανηλίκου, ορίζοντας ρητώς ότι αυτή δύναται να ανατίθεται είτε σε κατάλληλο κέντρο φιλοξενίας, σε μονάδα ημιαυτόνομης διαβίωσης ή σε κατάλληλους αναδόχους γονείς. Συνεπώς, θεσμοθετείται για πρώτη φορά στη χώρα μας η δυνατότητα διαβίωσης ανηλίκων, εφόσον αυτοί έχουν κριθεί ικανοί, σε μονάδες ημιαυτόνομης διαβίωσης, αλλά και η δυνατότητα τοποθέτησής τους, τους για πρώτη φορά σε ανάδοχες οικογένειες, ρυθμίσεις που αναμένονται να επηρεάσουν με ευνοϊκό τρόπο τον ψυχισμό και το συναισθηματικό κόσμο των παιδιών, που έχουν βρεθεί σε κίνδυνο και έχουν χωριστεί και απομακρυνθεί από τη φυσική τους οικογένεια, εξαιτίας δυσάρεστων καταστάσεων που έχουν λάβει χώρα στον τόπο τους ή την οικογένειά τους.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η πρόβλεψη στην τέταρτη παράγραφο της υποχρέωσης όλων των ανωτέρω, φυσικών και νομικών προσώπων, στους οποίους έχει ανατεθεί η διαβίωση και η πραγματική φροντίδα του ανηλίκου να συνεργάζονται εποικοδομητικά με τον Επίτροπο χάριν του συμφέροντος του ανηλίκου.

Άρθρο 21
Αξιολόγηση βέλτιστου συμφέροντος ασυνόδευτου ανηλίκου


Οι διατάξεις του άρθρου αφιερώνονται στο κεφαλαιώδους σημασίας ζήτημα του καθορισμού του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου και της διαδικασίας αξιολόγησης αυτού. Προβλέπεται η εκπόνηση σχεδίου δράσεως εκ μέρους του επιτρόπου, η υποβολή αιτιολογημένης πρότασης από αυτόν προς το εποπτικό συμβούλιο για την περίπτωση που πρόκειται να ληφθούν αποφάσεις σοβαρές για το μέλλον του ασυνόδευτου ανηλίκου. Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται βάσει προτύπων διαδικασιών αξιολόγησης και καθορισμού του βέλτιστου συμφέροντος, τα οποία εκπονούνται από τη Διεύθυνση Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του ΕΚΚΑ και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης των επαγγελματιών επιτρόπων και μέρος του Κανονισμού Λειτουργίας του Εποπτικού Συμβουλίου. Συνεπώς, προκύπτει ότι το ζήτημα της ευημερίας του ανηλίκου αντιμετωπίζεται από την ελληνική Πολιτεία με τη δέουσα σοβαρότητα και υπευθυνότητα, προγραμματισμένα και σχεδιασμένα. Ο νομοθέτης δε, επιλέγει να κάνει ρητή μνεία στην υποχρέωση προηγούμενης λήψης υπ' όψη της γνώμης του ανηλίκου, ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά του, κατά την αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος αυτού.

Άρθρο 22
Συμπληρωματική εφαρμογή του Αστικού Κώδικα


Το άρθρο αυτό προβλέπει την συμπληρωματική εφαρμογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου.

Άρθρο 23
Ευθύνη επαγγελματία επιτρόπου


Οι διατάξεις του άρθρου ρυθμίζουν το ζήτημα της έκτασης της ευθύνης, με την οποία επιβαρύνεται ο επαγγελματίας επίτροπος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Συγκεκριμένα, ορίζει ότι αυτός ευθύνεται για πράξεις ή παραλείψεις που απορρέουν από την εκτέλεση των όρων της συμβάσεώς του και των εσωτερικών κανονισμών, στους οποίους είχε συνομολογήσει και φυσικά των διατάξεων του παρόντος νομοθετήματος. Το έργο που ο επίτροπος αναλαμβάνει και επιτελεί είναι κεφαλαιώδους σημασίας, καθώς αφορά στην προστασία ευάλωτων ανηλίκων και ο Έλληνας νομοθέτης λαμβάνει μέριμνα, ώστε να διασφαλίσει ότι, τούτο πρόκειται να διεξαχθεί κατά το βέλτιστο δυνατό τρόπο, αποφεύγοντας να τους επιφορτίσει με δυσανάλογα μεγάλη ευθύνη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ

Άρθρο 24
Μητρώο Ασυνόδευτων Ανηλίκων


Το άρθρο αυτό ρυθμίζει ζητήματα που αφορούν στην τήρηση Μητρώου Ασυνόδευτων Ανηλίκων, που έχει αναλάβει το ΕΚΚΑ. Στο εν λόγω Μητρώο καταχωρούνται τα στοιχεία όλων των ασυνόδευτων ανηλίκων που διαβιβάζονται στο ΕΚΚΑ από οποιαδήποτε δημόσια αρχή ή τρίτο, με ταυτόχρονη τήρηση, όπως είναι ευνόητο της σχετικής νομοθεσίας περί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, χάριν της προστασίας της προσωπικότητας των ανηλίκων, που εγγράφονται σ' αυτό. Έτσι, διασφαλίζεται ότι η ελληνική πολιτεία μεριμνά ώστε να έχει σαφή εικόνα και ακριβή γνώση του αριθμού, της χώρας προέλευσης και των στοιχείων ταυτότητας, κατά το μέρος που τούτο είναι εφικτό, των ασυνόδευτων ανηλίκων που βρίσκονται στη χώρα ανά πάσα στιγμή, ώστε περαιτέρω να κινηθεί λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα για τη διαχείριση και την προστασία αυτών.

Άρθρο 25
Μητρώο Επαγγελματιών Επιτρόπων


Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αφορούν στην τήρηση μητρώου επαγγελματιών επιτρόπων από το ΕΚΚΑ. Η ελληνική πολιτεία δια των σχετικών προβλέψεων καθιστά σαφές ότι επιθυμεί να υπάρχει πλήρης και αποτελεσματικός έλεγχος των επαγγελματιών, στους οποίους ανατίθεται το ύψιστο καθήκον της φροντίδας ανηλίκων και συνεπώς ο στόχος αυτός καθίσταται επιτεύξιμος δια των σχετικών νομοθετικών προβλέψεων.

Άρθρο 26
Μητρώο Κέντρων Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων


Το άρθρο αυτό προβλέπει την τήρηση ενός νέου Μητρώου, που είναι το Μητρώο Κέντρων Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, στο οποίο εγγράφονται υποχρεωτικά όλα τα κέντρα φιλοξενίας των ασυνόδευτων ανηλίκων. Με τη σχετική πρόβλεψη, που ταυτόχρονα αποτελεί και καινοτόμο ρύθμιση, επιτυγχάνεται η εποπτεία και ο έλεγχος των κέντρων φιλοξενίας, τα οποία αναλαμβάνουν το κρίσιμο και απαιτητικό έργο της φιλοξενίας ανηλίκων, καθώς αυτές, θα πρέπει να ελέγχονται ως προς την καταλληλότητα και την επάρκειά τους τακτικά. Επίσης, η πολιτεία επιθυμεί να έχει σαφή και πλήρη εικόνα ως προς την κατάσταση των κέντρων αναφορικά με τη δυναμικότητά τους, προκειμένου να προγραμματίζει τη βέβαιη και ασφαλή φιλοξενία των ανηλίκων. Ο όρος «κέντρο φιλοξενίας» ερμηνεύεται εν ευρεία εννοία, καθώς ο Έλληνας νομοθέτης απαιτεί πέρα από την περιγραφή της νομικής και πραγματικής κατάστασης του ακινήτου και την καταγραφή του ανθρωπίνου δυναμικού, που απασχολείται σε αυτή, είτε επ' αμοιβή είτε και εθελοντικά. Ο σκοπός είναι η απόκτηση ολοκληρωμένης εικόνας προκειμένου ν' ασκείται πλήρης έλεγχος και εποπτεία του συστήματος επιτροπείας με στόχο τη διασφάλιση της ευημερίας των ευάλωτων ανηλίκων.

Άρθρο 27
Διεύθυνση Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων


Το άρθρο ορίζει τη σύσταση Διεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης, η οποία αναλαμβάνει σειρά αρμοδιοτήτων, όπως ενδεικτικά αποτελούν η τήρηση των Μητρώων, η υλοποίηση της διαδικασίας επιλογής των Επαγγελματιών Επιτρόπων, η διαχείριση των αιτημάτων στέγασης των ασυνόδευτων ανηλίκων κ.α. Βαρύτητα δίδεται στη διαρκή επιμόρφωση και κατάρτιση των επιτρόπων όπως και στην τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση του έργου τους, ώστε να εκτελούν το καθήκον τους με τη μέγιστη δυνατή επιμέλεια και υπευθυνότητα, χάριν της προστασίας των ανηλίκων που χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας από το κράτος.

Άρθρο 28
Διαδικασία επιλογής επαγγελματιών επιτρόπων


Το άρθρο αναφέρεται στη διαδικασία, που ακολουθείται, προκειμένου για την επιλογή των επαγγελματιών επιτρόπων. Συγκεκριμένα, στο μητρώο των επαγγελματιών επιτρόπων εγγράφονται επαγγελματίες, οι οποίοι δύνανται, λόγω επαγγελματικών προσόντων, γνώσεων και εμπειρίας, να καταστούν χρήσιμοι και ωφέλιμοι κατά τη λειτουργία του συστήματος της επαγγελματικής επιτροπείας και να αποτελέσουν πραγματικούς αρωγούς στο εγχείρημα της ανάληψης της φροντίδας απροστάτευτων παιδιών. Επίσης, λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τη γεωγραφική κατανομή των επαγγελματιών επιτρόπων ανά εισαγγελία πρωτοδικών με βάση τις ειδικότερες ανάγκες. .. Ανεξαιρέτως όλοι, δέον όπως κατέχουν ιδιαίτερα προσόντα, τυπικά και ουσιαστικά, όπως ενδεικτικά αποτελούν η σχετική επαγγελματική γνώση και εμπειρογνωμοσύνη καθώς και οι γλωσσικές δεξιότητες. Δίδεται νομοθετική εξουσιοδότηση για την έκδοση Υπουργικής Απόφασης σχετικά με τον καθορισμό των λεπτομερειών, που αφορούν ιδίως στη διαδικασία επιλογής, εκπαίδευσης, διαρκούς επιμόρφωσής τους και άλλα ζητήματα, που απαριθμούνται στο σχετικό άρθρο. Στο διεθνές περιβάλλον είναι λίγα τα κράτη που καθιστούν υποχρεωτική τη συμμετοχή των επιτρόπων σε δραστηριότητες συνεχούς κατάρτισης, συνεπώς οι ρυθμίσεις του εν λόγω άρθρου είναι καινοτόμες και αναγκαίες.

Άρθρο 29
Αναστολή, παύση και λήξη επιτροπείας


Οι διατάξεις του άρθρου αυτού αφορούν στον τρόπο με τον οποίο επέρχεται αναστολή, παύση και λήξη της επιτροπείας με ρητή αναφορά στις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και συγκεκριμένα στα άρθρα 1650 και 1651 ΑΚ τα οποία εφαρμόζονται. Απαντάται συχνά ως φαινόμενο η περίπτωση της οικειοθελούς και αυτόβουλης αποχώρησης του ανηλίκου, από το κέντρο στο οποίο φιλοξενείται, η οποία μπορεί να είναι είτε προσωρινή είτε μόνιμη. Η νομοθετική πρόβλεψη αφορά στη ρύθμιση της νομικής κατάστασης της επιτροπείας σε αυτές τις περιπτώσεις και στη διευθέτηση των προβλημάτων, νομικών ή πραγματικών που η εν λόγω αποχώρηση γεννά, τόσο για το πρόσωπο του ανηλίκου όσο και του επιτρόπου.

Άρθρο 30
Διαγραφή από το Μητρώο Επαγγελματιών Επιτρόπων


Το άρθρο ορίζει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δύναται να επέλθει διαγραφή των επιτρόπων από το αντίστοιχο μητρώο. Αυτές είναι οι περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει υποβληθεί σχετική αίτηση από τον επίτροπο, οι περιπτώσεις απώλειας της δικαιοπρακτικής ικανότητας ή θανάτου του, η περίπτωση που έχει ασκηθεί εναντίον του δίωξη για κακούργημα ή για αδικήματα που επισύρουν έκπτωση από τη γονική μέριμνα καθώς δίωξη για ορισμένα άλλα αδικήματα, που αναφέρονται στο νόμο η περίπτωση σοβαρής πλημμέλειας κατά την άσκηση των καθηκόντων του κατά παράβαση των όρων της σύμβασης και του παρόντος νόμου και τέλος η περίπτωση παύσης της επιτροπείας κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1650 και 1651 ΑΚ και την έκδοση των σχετικών πράξεων του αρμοδίου εισαγγελέα. Συνεπώς, ο νομοθέτης με στόχο την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος της επιτροπείας, σε ορισμένες περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις επιβάλλει τη διαγραφή από το μητρώο, ενώ προνοεί ώστε να αποφευχθεί τυχόν υπέρμετρη δέσμευση της βούλησης του προσώπου, επιτρέποντας στον κάθε επίτροπο να διαγράφεται από το μητρώο, μετά από την υποβολή σχετικού εκ μέρους του αιτήματος και αφού ληφθεί η απόφαση του Προέδρου του ΕΚΚΑ και κατόπιν εισηγήσεως της Διεύθυνσης Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων.

Άρθρο 31
Καταργούμενες διατάζεις


Το άρθρο 31 αναφέρεται στις καταργούμενες διατάξεις.

Άρθρο 32
Έναρξη ισχύος


Με το άρθρο αυτό καθορίζεται η έναρξη ισχύος του παρόντος Μέρους.

ΜΕΡΟΣ Δ'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 33
Επίδομα αφερεγγυότητας ΟΑΕΔ


Με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 1836/1989 (Α' 79) και του κατ' εξουσιοδότηση εκδοθέντος π.δ. 1/1990 (Α' 1) λαμβάνεται μέριμνα για την προστασία των εργαζομένων σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη τους, με την καταβολή από τον ΟΑΕΔ βοηθήματος που αντιστοιχεί έως του ποσού τριών (3) οφειλόμενων μισθών.

Ωστόσο, παρά το σαφές προστατευτικό σκοπό θέσπισης των εν λόγω διατάξεων, το πεδίο εφαρμογής τους καλύπτει τέσσερις (4) μόνο περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις και συγκεκριμένα: (α) την κήρυξη του εργοδότη σε πτώχευση με πρόσθετη προϋπόθεση την παύση της λειτουργίας του, (β) τις προβληματικές επιχειρήσεις που υποβάλλονται στην ειδική εκκαθάριση των άρθρων 9 του ν. 1386/1983 (Α' 107), 46 του ν. 1892/1990 (Α' 101 και 14 του ν. 2000/1991 (Α' 206), (γ) τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, των οποίων η άδεια λειτουργίας ανακαλείται, λόγω παράβασης διατάξεων της ασφαλιστικής νομοθεσίας, και οι οποίες τίθενται σε αναγκαστική εκκαθάριση, σύμφωνα με το άρθρο 12α του ν.δ. 400/1970 (Α' 10), και (δ) τη θέση της επιχείρησης του εργοδότη (φυσικού ή νομικού προσώπου) σε εκκαθάριση, σύμφωνα με προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία, για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών του, με αποτέλεσμα τη λύση των σχέσεων εργασίας με τους εργαζομένους.

Η κατά τα ανωτέρω περιοριστική αναφορά σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις δεν ανταποκρίνεται στις υφιστάμενες νομοθετικές τάσεις και προβλέψεις που εισήγαγαν νέες μορφές συλλογικών διαδικασιών με σκοπό επίσης την ικανοποίηση των πιστωτών μιας επιχείρησης, όπως η έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης των άρθρων 68 επ. του ν. 4307/2014 (Α' 246).

Για την κάλυψη του νομοθετικού αυτού κενού και με κύριο γνώμονα την πληρέστερη προστασία των εργαζομένων, με τις προτεινόμενες διατάξεις επεκτείνεται το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 16 του ν. 1836/1989 και του π.δ. 1/1990, ώστε να καταλαμβάνει το σύνολο των σχετικών συλλογικών διαδικασιών, πέραν της κλασικής περίπτωσης της πτώχευσης, δίχως να απαιτείται η έναρξη της διαδικασίας αυτής να συνεπάγεται αυτομάτως τη λύση των εργασιακών σχέσεων.

Άρθρο 34
Επίδομα ανεργίας συμμετεχόντων σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης


Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις τροποποιείται η παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4144/2013 (Α' 88), προκειμένου να αποκλεισθούν οι περιπτώσεις διαγραφής ανέργων από τα μητρώα του ΟΑΕΔ, είτε επειδή οι άνεργοι δεν ενημερώθηκαν σωστά ή εγκαίρως για τις τρεις (3) σωρευτικές υποχρεώσεις, είτε, προκειμένου για εργαζόμενους, που μετά την έναρξη της ανεργίας τους δεν δύνανται αντικειμενικά να αναμείνουν την παρέλευση τετραμήνου πριν ξεκινήσουν πρόγραμμα εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης (π.χ. εποχικά επαγγέλματα). Περαιτέρω, εισάγονται μεταβατικές διατάξεις για όσους έχουν διαγραφεί από τα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, σύμφωνα με τις προβλέψεις της ισχύουσας παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4144/2013.

Συγκεκριμένα, με τη δεύτερη παράγραφο, παρέχεται η δυνατότητα σε όσους έχουν διαγραφεί από τα μητρώα ανέργων του Ο.Α.Ε.Δ., επειδή δεν πληρούσαν την προϋπόθεση της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4144/2013 (όπως για παράδειγμα επειδή δεν μπορούσαν να αναμείνουν την παρέλευση τετραμήνου πριν εκκινήσουν την παρακολούθηση προγράμματος εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης), να υποβάλουν εντός προθεσμίας 90 ημερών από την έναρξη ισχύος του νόμου, αίτηση επανεγγραφής στα μητρώα του ΟΑΕΔ, παρότι ξεκίνησαν και συνεχίζουν ή συνέχισαν την εκπαίδευση/κατάρτισή τους, αίτηση αποκατάστασης της συνέχειας της κατάστασης ανεργίας τους από την άνω διαγραφή και αίτηση για τη συνέχιση της καταβολής του τυχόν δικαιούμενου επιδόματος ανεργίας, αναδρομικά από την ημερομηνία διαγραφής. Σημειώνεται ότι σε συνδυασμό με την πρόβλεψη της περ. α' της παρ. 1, που θα είναι εν ισχύ κατά την υποβολή του αιτήματος για να υπαχθούν στην προτεινόμενη μεταβατική διάταξη, πρέπει ήδη κατά τη στιγμή της διαγραφής τους από τα μητρώα ανέργων να ήταν εγγεγραμμένοι σε αυτά για τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν την έναρξη του προγράμματος, το οποίο αποτέλεσε και το λόγο της διαγραφής τους.

Αντίστοιχα, παρέχεται η δυνατότητα σε όσους έχουν διαγραφεί από τα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, επειδή δεν τήρησαν την προϋπόθεση της περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4144/2013 (ήτοι λόγω της μη δήλωσης των στοιχείων του προγράμματος εκπαίδευσης/κατάρτισής τους προ της έναρξής του στον ΟΑΕΔ), να υποβάλουν, εντός προθεσμίας 90 ημερών από την έναρξη ισχύος του νόμου, τη δήλωση που προβλέπεται στην περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4144/2013, αίτηση επανεγγραφής στα μητρώα του, αίτηση αποκατάστασης της συνέχειας της κατάστασης ανεργίας τους από την άνω διαγραφή και αίτηση για τη συνέχιση της καταβολής του τυχόν δικαιούμενου επιδόματος ανεργίας, αναδρομικά από την ημερομηνία διαγραφής.

Με την τρίτη παράγραφο προτείνεται ρύθμιση για όσους από τους αναφερόμενους στη δεύτερη παράγραφο, μετά τη διαγραφή τους έσπευσαν και επανεγγράφηκαν ως νέοι άνεργοι, για τους οποίους προτείνεται να τους παρασχεθεί η δυνατότητα να αιτηθούν εντός ενενήντα (90) ημερών από την έναρξη ισχύος του νόμου, την αποκατάσταση της συνέχειας της κατάστασης ανεργίας τους από την άνω διαγραφή και τη συνέχιση της καταβολής του τυχόν δικαιούμενου επιδόματος ανεργίας, αναδρομικά από την ημερομηνία διαγραφής.

Με την τέταρτη παράγραφο προτείνεται ρύθμιση για όποιον από τους διαγραμμένους της παρ. 2, συνέτρεξε και έτερος λόγος διαγραφής του, στο χρονικό διάστημα μεταξύ της ως άνω διαγραφής του και της αίτησης της παρ. 2 ή 3. Τέτοιες περιπτώσεις είναι όσων απόκτησαν ιδιότητα ασύμβατη με την ιδιότητα του άνεργου, μετά την διαγραφή τους από το μητρώο ανέργων, λόγω κατάρτισης, είτε λόγω ανάληψης μισθωτής η μη εργασίας, είτε δεν είναι ή δεν πρόκειται να είναι διαθέσιμοι στην αγορά εργασίας εντός της 90ήμερης προθεσμίας μετά την έναρξη ισχύος των προτεινομένων διατάξεων. Τέλος, διευκρινίζεται ότι επί περαιτέρω διακοπών και επανενάρξεων εργασίας ή ανεργίας, δεν εφαρμόζονται οι παρούσες διατάξεις αλλά η βεβαίωση συνεχούς χρόνου ανεργίας παρέχεται κατά την ισχύουσα νομοθεσία, εν προκειμένω βάσει του άρθρου 92 του ν. 4461/2017 (Α'38).

Άρθρο 35
Τροποποίηση του άρθρου 74 του ν. 3746/2009


Στην περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 3746/2009 προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης σε επιδοτούμενους ή μη ανέργους που δοκιμάζονται ιδιαίτερα από οικονομική ή άλλη αιτία. Δεδομένου του αμιγώς κοινωνικού χαρακτήρα της εν λόγω ενίσχυσης, με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ρητά το ακατάσχετο αυτής, ώστε το εφάπαξ ποσό που χορηγείται να μπορεί ακώλυτα να διατίθεται για την κάλυψη των επειγουσών αναγκών του ανέργου.

Άρθρο 36
Παραχώρηση ακινήτων ΟΑΕΔ


Με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 4315/2014 (Α' 269) και της περ. στ' της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4430/2016 (Α' 205), χορηγήθηκε η δυνατότητα παραχώρησης ακινήτων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ), αντίστοιχα, σε Υπηρεσίες του Δημοσίου και σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Ωστόσο, ειδικά για τα ακίνητα των ΦΚΑ, η σχετική δυνατότητα αφορά και παραχωρήσεις σε λοιπά νομικά πρόσωπα κοινωφελούς ή ανθρωπιστικού χαρακτήρα προς χρήση που θα εξυπηρετεί δημόσιο ή κοινωφελή σκοπό, καθώς και σε φορείς κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση, η ανωτέρω ευρύτερη δυνατότητα επεκτείνεται και στα ακίνητα του ΟΑΕΔ. Με τον τρόπο αυτό, ευθυγραμμίζεται το νομοθετικό καθεστώς για την παραχώρηση ακινήτων και εξασφαλίζεται ομοιογένεια για τους ανωτέρω φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Περαιτέρω, ειδικά για τα ακίνητα ιδιοκτησίας του ΟΑΕΔ, η ανωτέρω δυνατότητα παραχώρησης επεκτείνεται και στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις, στο πλαίσιο της ευρύτερης πρόνοιας για τη συνδρομή στη συλλογική οργάνωση και δράση του εργατικού δυναμικού που έχει αναλάβει ο ΟΑΕΔ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 4144/2013 (Α' 88).

Άρθρο 37
Παραχώρηση ακινήτων για πολιτιστικές και λοιπές χρήσεις


Με την προτεινόμενη διάταξη χορηγείται η δυνατότητα βραχυχρόνιας παραχώρησης ακινήτων που ανήκουν σε Φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού), προκειμένου να δύναται να λαμβάνουν χώρα σε αυτά εκδηλώσεις, πολιτιστικού ιδίως χαρακτήρα, όπως συναυλίες, παραστάσεις θεάτρου και χορού, καλλιτεχνικά δρώμενα, εκθέσεις, λογοτεχνικές εκδηλώσεις, διαλέξεις, συνέδρια, τιμητικές ή επετειακές εκδηλώσεις, εκδηλώσεις κοινωνικού χαρακτήρα κλπ., πάντοτε με σεβασμό προς τον χαρακτήρα των ακινήτων. Σημειώνεται δε, ότι με τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 3028/2002 (Α' 153), όπως ισχύει, ήδη προβλέπεται η δυνατότητα και η διαδικασία παραχώρησης οργανωμένων αρχαιολογικών χώρων, ιστορικών τόπων, ακινήτων μνημείων, μουσείων κλπ. για την πραγματοποίηση πολιτιστικών ή άλλων εκδηλώσεων, συμβατών με το χαρακτήρα τους ως μνημείων, προστατευόμενων χώρων ή μουσείων.

Άρθρο 38
Ελεύθεροι χώροι οικισμών τ. ΟΕΚ


Στους οικισμούς του τ. ΟΕΚ και ήδη ΟΑΕΔ υπάρχουν ελεύθεροι χώροι εντός των οικοδομικών τετραγώνων μεταξύ των πολυκατοικιών, που εκ σχεδιασμού από την κατασκευή τους και μέχρι σήμερα είναι σε κοινή χρήση. Η πρόσβαση στους χώρους αυτούς είναι ακώλυτη και χρησιμοποιούνται κυρίως για τη διέλευση μεταξύ των στοίχων. Στους περισσότερους εξ αυτών έχουν διαμορφωθεί παιδικές χαρές ή και εσωτερικοί πεζόδρομοι, καθώς και χώροι πρασίνου, που χρήζουν συντήρησης και παρακολούθησης λειτουργίας. Πρόκειται, ως επί το πλείστον, για χώρους, οι οποίοι κατά τη σύσταση των οριζοντίων ιδιοκτησιών του οικισμού συμπεριλήφθηκαν στο συνιδιόκτητο οικόπεδο, έχοντας προσμετρηθεί, σύμφωνα με τις εκάστοτε άδειες οικοδομής, για την εφαρμογή του συντελεστή δόμησης είτε του όλου οικισμού στους παλαιότερους οικισμούς είτε του αντίστοιχου οικοδομικού τετραγώνου στους νεότερους.

Πολλοί δήμοι έχουν ήδη αναλάβει κατά περίπτωση τη διαμόρφωση, φροντίδα και συντήρηση των εν λόγω χώρων παρέχοντας δημοτικό φωτισμό, άρδευση, πράσινο, παγκάκια Kat συντηρώντας τους πεζοδρόμους. Σε άλλους οικισμούς, όμως, οι οποίοι εξαιτίας και της παλαιότητάς τους χαρακτηρίζονται από σημαντική υποβάθμιση του κτιριακού αποθέματος και ιδιαίτερα του κοινόχρηστου χώρου, οι ελεύθεροι χώροι κοινής χρήσης δεν επιτελούν πλέον τον σκοπό τους, καθώς είναι αρκούντως παραμελημένοι, με συνέπεια να δημιουργούνται εστίες μόλυνσης, να έχει υποβαθμιστεί το περιβάλλον και η ποιότητα ζωής των κατοίκων και να υφίσταται αυξημένος κίνδυνος για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα των διερχομένων.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση επιχειρείται η επίλυση μίας κατάστασης, που προκαλεί χρόνια προβλήματα τόσο στους οικιστές όσο και στους οικείους δήμους. Το γεγονός ότι η παρ. 1 του άρθρου 54 του ν. 4430/2016 (Α' 205) εφαρμόζεται ήδη για τη συντήρηση και λειτουργία των παιδικών χαρών, που βρίσκονται εντός οικοδομικών τετραγώνων οικισμών του τέως ΟΕΚ και γειτνιάζουν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων με τους λοιπούς ελεύθερους χώρους (πεζόδρομους, χώρους πρασίνου κλπ.), επιβάλλει την αναλογική εφαρμογή της εν λόγω διάταξης και για την προστασία των ελεύθερων αυτών χώρων. Με τον τρόπο αυτό, επιτυγχάνεται ενιαία ρύθμιση για την προστασία, ανάπλαση, διαμόρφωση και συντήρηση όλων ανεξαιρέτως των ελεύθερων χώρων, που βρίσκονται εντός των οικοδομικών τετραγώνων οικισμών του τέως ΟΕΚ και δεν μπορούν να παραχωρηθούν κατά κυριότητα στους οικείους δήμους.

Περαιτέρω, παρέχεται η δυνατότητα στους δήμους αφενός να ασκήσουν την πολιτική τους προς όφελος των δημοτών τους αναπλάθοντας τους ελεύθερους χώρους, που μπορούν να δώσουν πνοή σε υποβαθμισμένες εργατικές γειτονιές, και αφετέρου εφόσον το επιθυμούν, να διεκδικήσουν και να επιτύχουν τη συμμετοχή τους σε ευρωπαϊκά και άλλα προγράμματα, προκειμένου να τύχουν της απαραίτητης συνδρομής και χρηματοδότησης για την ανάπλαση των εν λόγω χώρων, την ανάδειξη των συνοικιών και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων τους.

Άρθρο 39
Επιχορήγηση κλάδου ανεργίας - στράτευσης ΟΑΕΔ

Με την προτεινόμενη διάταξη εκσυγχρονίζεται το καθεστώς της ενίσχυσης του κλάδου ανεργίας - στράτευσης του ΟΑΕΔ και επαναπροσδιορίζεται το ποσό της ενίσχυσης στο ύψος της πίστωσης που αναγράφεται κατ' έτος στον κρατικό προϋπολογισμό, στην εισηγητική έκθεση και τα παραρτήματα αυτού, καθόσον έχουν διαφοροποιηθεί οι οικονομικές συνθήκες και η ισχύουσα διάταξη είναι πλέον παρωχημένη, διότι είχε θεσπιστεί λαμβάνοντας υπόψη τις τότε επικρατούσες ανάγκες του ΟΑΕΔ και τις τότε διαμορφούμενες συνθήκες στην αγορά εργασίας.

Άρθρο 40
Ηλεκτρονική κοινοποίηση εγγράφων και πράξεων του ΣΕΠΕ


Σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 34331/Δ9.8920/26.07.2016 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β' 2458), και ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 7 αυτής, όλοι οι εργοδότες υποχρεούνται να αποκτήσουν κωδικό πρόσβασης και προσωπικό λογαριασμό στο ΟΠΣ - ΣΕΠΕ, στον οποίο δηλώνουν τα στοιχεία ηλεκτρονικής επικοινωνίας τους και τυχόν μεταβολές τους. Παράλληλα, με την ίδια απόφαση προβλέπεται η ηλεκτρονική υποβολή από πολίτες στο ΟΠΣ - ΣΕΠΕ αναγγελιών, αιτήσεων κλπ. και η χορήγηση των προβλεπόμενων αδειών, βεβαιώσεων και λοιπών εγγράφων.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις θεσμοθετείται ο κανόνας και ρυθμίζεται η διαδικασία ηλεκτρονικής κοινοποίησης των πράξεων και των εγγράφων του ΣΕΠΕ στον προσωπικό λογαριασμό των χρηστών. Η δυνατότητα αυτή αποτελεί σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και έχει σημαντικά οφέλη. Ειδικότερα, μειώνει το γραφειοκρατικό βάρος στους πολίτες και τις υπηρεσίες, εξοικονομεί δημόσιους πόρους σε σχέση με τις υπόλοιπες διαδικασίες και επιτυγχάνει την άμεση επίδοση στον πολίτη των πράξεων και των έγγραφων που τον αφορούν. Περαιτέρω δε, αντιμετωπίζει με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο τη σκόπιμη άρνηση από πλευράς εργοδοτών να παραλάβουν πρόστιμα ή έγγραφα του ΣΕΠΕ με σκοπό την αποφυγή ή την παρακώλυση διαδικασιών επιβολής κυρώσεων. Λαμβάνεται, ωστόσο, μέριμνα για τις εξαιρετικές περιπτώσεις που για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατή η κοινοποίηση μέσω του ΟΠΣ - ΣΕΠΕ, οπότε η κοινοποίηση λαμβάνει χώρα με κάθε πρόσφορο μέσο (λ.χ. συστημένη επιστολή, επίδοση με δικαστικό επιμελητή).

Άρθρο 41
Αναγνώριση Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος ως ισότιμου κοινωνικού εταίρου


Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ) αναγνωρίζεται θεσμικά ως ισότιμος των λοιπών αντιπροσωπευτικών εργοδοτικών οργανώσεων, δηλαδή της Γενικής Συνομοσπονδίας Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) και του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχάνων (ΣΕΒ).

Ο ΣΒΒΕ, στα περισσότερα από 100 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας του, εκπροσωπεί περισσότερες από 500 επιχειρήσεις, οι οποίες είναι εγκατεστημένες σε διάφορες Περιφέρειες της χώρας (Αττική, Δ. Ελλάδα, Θεσσαλία Ήπειρος κλπ). Μάλιστα, οι επιχειρήσεις αυτές, οι οποίες είναι στην πλειονότητά τους βιομηχανικές και μεταποιητικές, δεν εκπροσωπούνται μέσω των υφισταμένων αναγνωρισμένων εθνικών κοινωνικών εταίρων.

Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που ο ΣΒΒΕ και κατά το παρελθόν συμμετείχε σε σημαντικά φόρα κοινωνικού διαλόγου όπως για παράδειγμα στο Εθνικό Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας. Το τελευταίο σε συνδυασμό με την ταυτότητα, την ποιότητα και το μέγεθος των επιχειρήσεων που εκπροσωπεί ο ΣΒΒΕ συμπληρώνει ένα υπαρκτό κενό και ένα έλλειμμα αντιπροσωπευτικότητας στο θεσμοθετημένο κοινωνικό διάλογο.

Έτσι, με την αναγνώριση του ΣΒΒΕ ως ισότιμου κοινωνικού εταίρου α) πραγματώνεται πληρέστερα η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 1876/1990 (Α' 27), περί συμμετοχής στις διαπραγματεύσεις για τις γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, των αναγνωριζομένων ως ευρύτερης ή πανελλήνιας εκπροσώπησης εργοδοτικών οργανώσεων, β) στηρίζεται η περιφέρεια της χώρας και γ) εκπληρώνεται η στόχευση της κυβέρνησης για αποκέντρωση.

Τέλος, ρυθμίζονται διαδικαστικά ζητήματα που άπτονται αφενός της συνέχισης της ισάριθμης συμμετοχής εργατικών και εργοδοτικών εκπροσώπων στα συλλογικά όργανα, στα οποία προβλέπεται η συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, και αφετέρου της ακώλυτης λειτουργίας τους έως την ένταξη σε αυτά εκπροσώπου του ΣΒΒΕ.

Άρθρο 42
Καθορισμός της 26ης Δεκεμβρίου ως ημέρας υποχρεωτικής αργίας


Σε συνέχεια της υπ' αριθμ. 59635/1063/13.12.2017 απόφασης της Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β' 4487), με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις ορίζεται και νομοθετικά η 26η Δεκεμβρίου ως ημέρα υποχρεωτικής αργίας, με την ταυτόχρονη εξασφάλιση εφαρμογής και των λοιπών διατάξεων που διέπουν τις ήδη νομοθετικά προβλεπόμενες ημέρες υποχρεωτικής αργίας.

Άρθρο 43
Κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία


Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις αναμορφώνεται και αποσαφηνίζεται το ισχύον πλαίσιο για τους Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας του ν. 4430/2016 (Α' 205). Προς τον σκοπό αυτό, προτείνονται ρυθμίσεις για την ενίσχυση της δράσης και της συμμετοχής σε Φορείς ΚΑΛΟ, καθώς και ρυθμίσεις για την αποσαφήνιση του ασφαλιστικού καθεστώτος των μελών των Συνεταιρισμών Εργαζομένων.

Ειδικότερα, με την παρ. 1 της προτεινόμενης ρύθμισης απαλείφεται η περιοριστική διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 4430/2016 που δυσχεραίνει αρκετά νομικά πρόσωπα, ιδίως αυτά που ασκούν εμπορικές δραστηριότητες με συλλογική και κοινωνική ωφέλεια, όπως οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, να αποκτήσουν την ιδιότητα του Φορέα ΚΑΛΟ, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η θεσμική ενοποίηση των φορέων και η ισότιμη αντιμετώπιση των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο χώρο της ΚΑΛΟ.

Περαιτέρω, με την παρ. 2 της προτεινόμενης ρύθμισης, το κατώτατο όριο προστίμου που προβλέπεται στην παρ. 5 του άρθρου 11 του ν. 4430/2016 για την περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων των Φορέων ΚΑΛΟ αναμορφώνεται στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ, με διατήρηση του ανώτατου ορίου.

Με την παρ. 3 της προτεινόμενης ρύθμισης, επιτρέπεται στα άτομα που έχουν χάσει την αυτοεκπροσώπησή τους να αποκτούν την ιδιότητα του μέλους στις ΚοινΣΕπ Ένταξης Ευάλωτων Ομάδων. Με τον τρόπο αυτό, εξασφαλίζεται η ισότιμη ένταξή τους στην κοινωνική και οικονομική ζωή, κατ' αντιστοιχία προς τις οικείες προβλέψεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία.

Τέλος, με την παρ. 4 της προτεινόμενης ρύθμισης, αναδιατυπώνονται οι ασφαλιστικές υποχρεώσεις των μελών των Συνεταιρισμών Εργαζομένων, ώστε να συμβαδίζουν με τις προβλέψεις του ν. 4387/2016 (Α' 85).

Άρθρο 44
Αξιοποίηση ακινήτων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για κοινωφελείς και ανθρωπιστικούς σκοπούς

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 47 του ν. 4386/2016 (Α' 83) και 9 του ν. 4052/2012 (Α' 41), η αξιοποίηση της περιουσίας που μεταφέρθηκε από το Υπουργείο Υγείας στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ως συνέπεια της μεταφοράς της τότε Γενικής Γραμματείας Πρόνοιας, γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πρόνοιας και ήδη Γενικού Γραμματέα Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Η τροποποίηση των εν λόγω διατάξεων με τις παρ. 1 και 2 της προτεινόμενης ρύθμισης κρίνεται επιβεβλημένη, καθώς καλείται να διορθώσει την αλληλεπικάλυψη αρμοδιοτήτων λόγω της διάταξης του άρθρου 15 του Οργανισμού του Υπουργείου (π.δ. 134/2017, Α' 168) σύμφωνα με το οποίο μεταξύ των αρμοδιοτήτων του Τμήματος Εσόδων και Περιουσίας της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών είναι η σύνταξη κανονιστικών πράξεων για τη διάθεση, αξιοποίηση, εκμετάλλευση ή εκποίηση της ανωτέρω αναφερόμενης ακίνητης περιουσίας. Προκειμένου, λοιπόν, να εναρμονιστούν οι εν λόγω διατάξεις με τον μεταγενέστερο Οργανισμό του Υπουργείου και στα πλαίσια ύπαρξης σαφούς διαδικασίας και ασφάλειας δικαίου κρίνεται αναγκαία η τροποποίησή τους.

Με την τρίτη παράγραφο της προτεινόμενης διάταξης καταργείται το συλλογικό όργανο «Συμβούλιο Κοινωνικής Κατοικίας και Αξιοποίησης Περιουσίας» που συστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 6 της υπ' αριθμ. ΔΕ/27/22.9.1992 κοινής υπουργικής απόφασης (Β' 578). Το εν λόγω όργανο αντικατέστησε το «Συντονιστικόν Συμβούλιον Στέγασης» που είχε συσταθεί με το ν. 543/1977 (Α' 43) και αποτελούσε γνωμοδοτικό όργανο του τότε Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας σε θέματα αξιοποίησης της περιουσίας του. Με την μεταφορά της Γενικής Γραμματείας Πρόνοιας στο Υπουργείο Εργασίας το 2012 και την επακόλουθη μεταφορά της κινητής και ακίνητης περιουσίας της Γενικής Γραμματείας στην κυριότητα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ν. 4052/2012 και 4386/2016), επήλθε άτυπη παύση της λειτουργίας του Συμβουλίου.

Ωστόσο, το νομοθετικό πλαίσιο για την αξιοποίηση της ανωτέρω περιουσίας, στο οποίο προβλεπόταν η γνωμοδότηση του συμβουλίου ως μέρος της διαδικασίας αξιοποίησης, είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να προχωρήσει πληθώρα αιτημάτων Δήμων, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και ιδιωτών για την παραχώρηση ή διάθεση ακινήτων χωρίς την γνωμοδότηση του οργάνου. Με την κατάργηση του «Συμβούλιο Κοινωνικής Κατοικίας και αξιοποίησης περιουσίας» και την ταυτόχρονη τροποποίηση των διατάξεων που προβλέπεται στις παρ. 1 και 2 της προτεινόμενης ρύθμισης καλύπτεται το κενό που είχε δημιουργηθεί λόγω των αλληλεπικαλυπτόμενων ρυθμίσεων και προωθείται η επιτάχυνση διαδικασιών της αξιοποίησης της ανωτέρω περιουσίας για κοινωφελείς ή προνοιακούς σκοπούς.

Άρθρο 45
Συμβάσεις με φορείς παροχής συγκοινωνιακού έργου


Λόγω της δυσκαμψίας των γραφειοκρατικών διαδικασιών, έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο η υπογραφή των συμβάσεων μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και των φορέων παροχής συγκοινωνιακού έργου που αφορούν τη δωρεάν ή με μειωμένο κόμιστρο μετακίνηση ειδικών κατηγοριών πληθυσμού, να μην λαμβάνει χώρα στην αρχή κάθε ημερολογιακού έτους και κατά συνέπεια να τίθεται σε κίνδυνο για κάποιο χρονικό διάστημα το δικαίωμα μετακίνησης με δωρεάν ή μειωμένο κόμιστρο ευάλωτων ομάδων πληθυσμού.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση, διασφαλίζεται η δυνατότητα μετακινήσεων χωρίς χρονικά κενά, αλλά και η κανονικότητα των δαπανών για την αποζημίωση των φορέων παροχής συγκοινωνιακού έργου.

Άρθρο 46
Κοινωνική προστασία πολιτών τρίτων χωρών


Με την προτεινόμενη διάταξη δίνεται το δικαίωμα σε πολίτες τρίτων χωρών που είναι κάτοχοι αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, βάσει των παρ. 1 και 2 του άρθρου 19Α του ν. 4251/2014 (Α' 80), με πιστοποιημένη από υγειονομική επιτροπή ΚΕΠΑ αναπηρία, να εντάσσονται στα Προγράμματα Οικονομικής Ενίσχυσης ΑμεΑ.

Η συγκεκριμένη ρύθμιση κρίνεται απαραίτητη για λόγους ισότιμης αντιμετώπισης των πολιτών αυτών σε σχέση με τους δικαιούχους καθεστώτος επικουρικής προστασίας (άρθρο 28 του π.δ. 96/2008, Α' 152), τους τελούντες σε καθεστώς παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους (άρθρο 28 του π.δ. 114/2010, Α' 195) και τους πολίτες τρίτων χωρών που είναι μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη ή πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 20 παρ. 2 του π.δ. 106/2007, Α' 135 και άρθρο 85 του ν. 4251/2014).

Επιπρόσθετα, επειδή οι άδειες διαμονής που εκδίδονται βάσει των παρ. 1 και 2 του άρθρου 19Α ν. 4251/2014 δεν παρέχουν στους δικαιούχους δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας, άτομα που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας δεν έχουν καμία δυνατότητα βιοπορισμού και ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαία η ένταξή τους στα Προγράμματα Οικονομικής Ενίσχυσης ΑμεΑ.

Άρθρο 47
Κοινωνικές πολιτικές από τα έσοδα του πρωτοχρονιάτικου λαχείου


Με την προτεινόμενη ρύθμιση επιλύεται το νομοθετικό κενό που έχει δημιουργηθεί λόγω της έναρξης ισχύος του ν. 4183/2013 (Α' 186) και της συνακόλουθης αναστολής ισχύος, στο βαθμό που οι διατάξεις του αντίκεινται στους όρους της Παραχώρησης του ν. 4183/2013, των διατάξεων του α.ν. 143/1967 (Α' 165), δυνάμει του οποίου συστήθηκε το Πρωτοχρονιάτικο (ή Ειδικό Κρατικό Λαχείο Κοινωνικής Αντίληψης). Στη Σύμβαση Παραχώρησης που κυρώθηκε με το ν. 4183/2013 και συγκεκριμένα στα άρθρα 3.4 και 11.1 (γ) αυτής, ορίζεται ρητά για το Πρωτοχρονιάτικο λαχείο ότι τα καθαρά του έσοδα διανέμονται για κοινωνικές πολιτικές. Με την προτεινόμενη ρύθμιση δίδεται η αναγκαία νομοθετική εξουσιοδότηση για την εφαρμογή της διάταξης για την διάθεση και κατανομή των καθαρών εσόδων του Ειδικού Κρατικού (Πρωτοχρονιάτικου) Λαχείου Κοινωνικής Αντίληψης για κοινωνικές πολιτικές.

Άρθρο 48
Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης


Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επικαιροποιείται η θεσμική αποστολή και ο σκοπός του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), προκειμένου να ανταποκρίνεται στο έργο που καλείται να επιτελέσει στη σημερινή εποχή. Το εν λόγω νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, εποπτείας του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, παρέχει πρωτοπόρες, εξειδικευμένες και καινοτόμες, συνεχώς βελτιούμενες, υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες προκλήσεις με την αξιοπιστία του Κράτους και συμβάλλει στην αποτελεσματικότητα του Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης (του συνόλου δηλαδή των υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας που παρέχονται από το Κράτος και την Κοινωνία των Πολιτών), συντονίζοντας τη διαθεσιμότητα των υπηρεσιών προς όφελος της ικανοποίησης των αιτημάτων των πολιτών σε ανάγκη, ιδίως στον τομέα της άμεσης παρέμβασης, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Επίσης, διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία και δεδομένα από τις δράσεις του για το σχεδιασμό κοινωνικής πολιτικής και εκπαίδευση στα στελέχη υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας, συμβάλλοντας στην υλοποίηση προγραμμάτων και δράσεων κοινωνικής πολιτικής.
Περαιτέρω, επαναπροσδιορίζεται ο αριθμός των μελών του διοικητικού συμβουλίου του ΕΚΚΑ, αυξάνοντας σε δύο μέλη των αριθμό των εξειδικευμένων προσώπων που μπορούν με τις γνώσεις και την πείρα τους να συμβάλουν αποτελεσματικά στην επίτευξη των σκοπών του και οι οποίοι δύνανται να έχουν ένα ευρύτερο πεδίο ενασχόλησης σε σχέση το υφιστάμενο που αφορούσε την κοινωνική φροντίδα. Επίσης, προβλέπεται η συμμετοχή στο Δ.Σ. εκπροσώπου του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών (ΣΚΛΕ) και εκπρόσωπου της ΗΔΙΚΑ ΑΕ, οι οποία καλούνται να συμβάλλουν με τις γνώσεις και την εμπειρία τους στην υλοποίηση του έργου του ΕΚΚΑ.

Άρθρο 49
Εκκαθάριση δαπανών


Η προτεινόμενη ρύθμιση αφορά δαπάνες του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και δαπάνες που βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι οποίες δεν δύνανται να διευθετηθούν, λόγω εσφαλμένης εφαρμογής ορισμένων διαδικαστικών διατάξεων, η ορθή τήρηση των οποίων δεν είναι εκ των υστέρων δυνατή.
Ωστόσο, η διευθέτηση των εν λόγω δαπανών είναι απολύτως αναγκαία, καθώς αφορούν στο πληροφοριακό σύστημα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, στις δαπάνες για την προμήθεια καυσίμων για τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων των επιθεωρητών του ΣΕΠΕ, στη πληρωμή λογαριασμών κοινής ωφέλειας, καθώς και στις δαπάνες καθαριότητας, φύλαξης και λοιπών υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Άρθρο 50
Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης


Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις του π.δ. 134/2017 (Α' 168) αποκαθίστανται σφάλματα που εκ παραδρομής εμφιλοχώρησαν στις διατάξεις του Οργανισμού Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και ρυθμίζονται επιμέρους θέματα που αφορούν στη συνεπή αποτύπωση των αρμοδιοτήτων συγκεκριμένων οργανικών μονάδων του Υπουργείου, καθώς και στην ορθή αποτύπωση θέσεων και ειδικοτήτων συγκεκριμένων κατηγοριών βαθμίδων και κλάδων του προσωπικού του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας.

Άρθρο 51
Έναρξη ισχύος


Με την παρούσα διάταξη καθορίζεται η έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.


ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με τίτλο «Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων. Επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων και άλλες διατάξεις»


ΜΕΡΟΣ Α'
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1
Έναρξη και λήξη του δικαιώματος σύνταξης από τον ΕΦΚΑ


1. Για την άσκηση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου από τους ασφαλισμένους των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων, συμπεριλαμβανομένων του Δημοσίου και του ΟΓΑ, απαιτείται η υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης στον ΕΦΚΑ.

2. α) Το δικαίωμα σύνταξης γήρατος αρχίζει από την πρώτη του επόμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την ημερομηνία αυτή πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, σε αντίθετη δε περίπτωση, από την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται εκείνου κατά τον οποίο πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις. Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται κατά περίπτωση για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος υποβάλλονται μέχρι την τελευταία ημέρα του έκτου (6ου) μήνα που έπεται του μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Αν από τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά προκύπτει ότι οι απαραίτητες για τη συνταξιοδότηση προϋποθέσεις, όπως αυτές προσδιορίζονται για κάθε κατηγορία ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ, πραγματοποιήθηκαν σε επόμενο ημερολογιακό της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, ως χρόνος έναρξης του δικαιώματος σύνταξης ορίζεται η πρώτη του επόμενου της συμπλήρωσης των απαραίτητων προϋποθέσεων μήνα. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των έξι (6) μηνών για την υποβολή των απαιτούμενων δικαιολογητικών με υπαιτιότητα του ασφαλισμένου, η αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος απορρίπτεται και εκδίδεται σχετική απόφαση.
β) Για τα πρόσωπα για τα οποία απαιτείται από την κείμενη νομοθεσία η λύση της υπαλληλικής σχέσης ή η διαγραφή από τις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του
Πυροσβεστικού Σώματος, προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν λόγω γήρατος, η προϋπόθεση αυτή εξακολουθεί να ισχύει.
γ) Οι ασφαλισμένοι που, κατά την έναρξη χορήγησης της σύνταξης, συνεχίζουν την απασχόλησή τους ως μισθωτοί ή μη μισθωτοί, διέπονται από τις διατάξεις περί απασχόλησης συνταξιούχων. Στις περιπτώσεις αυτές δεν απαιτείται η διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας, όπως προβλέπεται ανά πρώην ασφαλιστικό φορέα και η συνέχιση της απασχόλησης δηλώνεται στην αίτηση συνταξιοδότησης.
δ) Ειδικά για τους ασφαλισμένους επαγγελματίες οδηγούς, εκπαιδευτές και αυτοκινητιστές για τους οποίους απαιτείται, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, η κατάθεση της επαγγελματικής άδειας οδήγησης για την έναρξη της συνταξιοδότησης, το δικαίωμα σύνταξης ξεκινά την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης κατάθεσης της επαγγελματικής άδειας οδήγησης. Σε αντίθετη περίπτωση, η χορήγηση της σύνταξης ξεκινά την πρώτη ημέρα του επομένου μήνα από εκείνον εντός του οποίου κατατέθηκε η επαγγελματική άδεια οδήγησης. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στην περ. α'.

3. Το δικαίωμα σε σύνταξη λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου αρχίζει από την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της ημερομηνίας θανάτου. Η σύνταξη λόγω θανάτου καταβάλλεται αναδρομικά από την ημερομηνία αυτή, και δεν μπορεί να ανατρέξει σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από ένα (1) έτος πριν από το τέλος του μήνα που υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης.
Το δικαίωμα σύνταξης στους δικαιούχους ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, που κηρύσσεται σε αφάνεια με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, αρχίζει από την πρώτη (1η) ημέρα του επόμενου μήνα από το χρόνο έναρξης της αφάνειας, όπως αυτός προσδιορίζεται στη δικαστική απόφαση. Προϋπόθεση για τη χορήγηση της σύνταξης στα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου είναι η υποβολή αίτησης απονομής ή μεταβίβασης μέσα σε ένα (1) έτος από τη δημοσίευση της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Αν δεν υποβληθεί τέτοια αίτηση εντός της ανωτέρω προθεσμίας, η καταβολή της σύνταξης δεν μπορεί να ανατρέξει σε χρόνο απώτερο του ενός (1) έτους από την υποβολή της αίτησης.

4. Το δικαίωμα σε σύνταξη λήγει:
α) στη σύνταξη λόγω γήρατος, στο τέλος του μήνα κατά τον οποίο επήλθε ο θάνατος του συνταξιούχου,
β) στη σύνταξη λόγω θανάτου, στο τέλος του μήνα κατά τον οποίο επήλθε ο θάνατος ή τελέστηκε γάμος ή συνάφθηκε σύμφωνο συμβίωσης του δικαιούχου της σύνταξης ή από τότε που, με νεότερη κρίση της υγειονομικής επιτροπής, έπαυσε η ανικανότητα προς εργασία σύμφωνα με την παρ. 1Α και την περ. β' της παρ. 1Β του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 (Α' 85).
Όταν προβλέπεται λήξη του συνταξιοδοτικού δικαιώματος με τη συμπλήρωση ηλικιακού ορίου, η λήξη επέρχεται στο τέλος του μήνα κατά τον οποίο συμπληρώνεται το κατά περίπτωση ηλικιακό αυτό όριο.

5. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται κάθε άλλη αντίθετη ειδική ή γενική διάταξη. Ειδικά για τους συνταξιοδοτούμενους με βάση τις διατάξεις του τ. ΟΓΑ, οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται από 1.1.2019, υπολογιζόμενου από 1.1.2018 και εφεξής του τμήματος της μηνιαίας σύνταξης τους, που αντιστοιχεί στις καταστατικές διατάξεις, επί συντάξιμων μηνών.

Άρθρο 2
Έναρξη ασφάλισης στον τ. ΟΓΑ


1. α) Για την εγγραφή στα Μητρώα Ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ (Κλάδος Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του τ. ΟΓΑ) και την υπαγωγή στην ασφάλιση, υποβάλλεται Απογραφικό Δελτίο, το οποίο επέχει θέση αίτησης υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α' 75).
Ως ημερομηνία έναρξης ασφάλισης λογίζεται η πρώτη του μήνα έναρξης άσκησης ασφαλιστέας δραστηριότητας, όπως αυτή προκύπτει από τη βεβαίωση έναρξης εργασιών της αρμόδιας ΔΟΥ.
Αν δεν υφίσταται υποχρέωση έναρξης εργασιών στη ΔΟΥ, ως ημερομηνία έναρξης ασφάλισης λογίζεται η πρώτη του μήνα υποβολής του Απογραφικού Δελτίου. Στην περίπτωση αυτή η υπαγωγή στην ασφάλιση δεν μπορεί να ανατρέξει πέραν της πενταετίας από την ημερομηνία υποβολής του Απογραφικού Δελτίου.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται ο τρόπος εξόφλησης των τυχόν αναδρομικά οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Οι προϋποθέσεις υπαγωγής στην ασφάλιση κρίνονται σε μεταγενέστερο χρόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3050/2002 (Α' 214).
β) Τα ανωτέρω δεν εφαρμόζονται στα πρόσωπα που απασχολούνται ως εργάτες γης και αμείβονται με εργόσημο, εφόσον δεν έχουν εγγραφεί στα Μητρώα Ασφαλισμένων του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης του τ. ΟΓΑ για την άσκηση άλλου επαγγέλματος.

2. Για τη διακοπή της ασφάλισης στον ΕΦΚΑ (Κλάδος Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του τ. ΟΓΑ) υποβάλλεται σχετική αίτηση - υπεύθυνη δήλωση. Ως ημερομηνία διακοπής ασφάλισης λογίζεται η τελευταία ημέρα του μήνα διακοπής άσκησης δραστηριότητας, όπως αυτή προκύπτει από τη βεβαίωση διακοπής εργασιών της αρμόδιας ΔΟΥ.
Αν δεν υφίσταται υποχρέωση έναρξης εργασιών στη ΔΟΥ, ως ημερομηνία διακοπής ασφάλισης λογίζεται η τελευταία μέρα του μήνα υποβολής της αίτησης διακοπής.
Οι προϋποθέσεις διακοπής της ασφάλισης κρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3050/2002.

3. α) Για εκκρεμείς, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αιτήσεις εγγραφής στα ανωτέρω Μητρώα και υπαγωγής στην ασφάλιση, ως ημερομηνία έναρξης της ασφάλισης λογίζεται η πρώτη ημέρα του μήνα υποβολής του Απογραφικού Δελτίου.
Για εκκρεμείς, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αιτήσεις διακοπής της ασφάλισης, ως ημερομηνία διακοπής της ασφάλισης λογίζεται η τελευταία ημέρα του μήνα υποβολής της σχετικής αίτησης.
β) Ο έλεγχος αναδρομικής υπαγωγής ή διακοπής της ασφάλισης πραγματοποιείται σε μεταγενέστερο χρόνο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3050/2002.

Άρθρο 3
Εύλογη αμφιβολία ως προς την υπαγωγή σε δύο ή περισσότερους φορείς έως 31.12.2016


1. Βεβαιωμένες ή μη οφειλές προς πρώην φορείς κοινωνικής ασφάλισης ή το Δημόσιο, οι οποίες δημιουργήθηκαν λόγω εύλογης αμφιβολίας ως προς την υποχρέωση υπαγωγής ή μη στην παράλληλη ασφάλιση δύο ή περισσότερων πρώην φορέων ασφάλισης ή του Δημοσίου για το χρονικό διάστημα έως 31.12.2016, δύνανται να διαγράφονται ή να απαλλάσσονται τυχόν επιβληθέντων πρόσθετων τελών, τόκων, προσαυξήσεων και επιβαρύνσεων, σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο παρόν άρθρο. Τυχόν καταβληθέντα από τους ασφαλισμένους ποσά έναντι των ανωτέρω οφειλών δεν επιστρέφονται και δευ αναζητούνται.

2. Η εύλογη αμφιβολία μπορεί να αποδεικνύεται ενδεικτικά από τα ακόλουθα κριτήρια: α) ύπαρξη δικαστικής απόφασης υπέρ του ασφαλισμένου οφειλέτη, β) ύπαρξη αντίθετων δικαστικών αποφάσεων επί του ιδίου δυσχερώς ερμηνευόμενου νομικού θέματος, γ) προηγούμενη μακρόχρονη πρακτική της διοίκησης συνεπεία της οποίας είχε δημιουργηθεί στα υπόχρεα πρόσωπα η πεποίθηση περί μη υπαγωγής στην ασφάλιση, δ) ύπαρξη διαφορετικών οδηγιών επί του ιδίου θέματος από τη διοίκηση, και ε) πλήρης ασφάλιση από μισθωτή ή μη μισθωτή απασχόληση κατά την ίδια χρονική περίοδο, για την οποία έχουν καταλογιστεί εισφορές από φορέα ασφάλισης μισθωτών ή μη μισθωτών.

3. Για την επίλυση των ανωτέρω ασφαλιστικών αμφισβητήσεων εκδίδεται, για κάθε εξεταζόμενη κατηγορία ασφαλισμένων, απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ύστερα από σχετική γνωμοδότηση του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης, με την οποία καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις εξαίρεσης από την υποχρεωτική ασφάλιση των ανωτέρω εξεταζόμενων ασφαλιστικών περιπτώσεων και κάθε άλλο σχετικό αναγκαίο ζήτημα.
Για την υπαγωγή των ασφαλισμένων στην ανωτέρω υπουργική απόφαση επίλυσης ασφαλιστικής αμφισβήτησης υποβάλλεται σχετικό αίτημα από τους ενδιαφερόμενους στις αρμόδιες Υπηρεσίες του ΕΦΚΑ, του ΕΤΕΑΕΠ και των λοιπών φορέων κοινωνικής ασφάλισης. Μετά την εξέταση του αιτήματος από τις αρμόδιες Υπηρεσίες των φορέων κοινωνικής ασφάλισης εκδίδεται σχετική απόφαση. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε περιπτώσεις ασφαλισμένων των οποίων οι υποθέσεις βρίσκονται σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, ακόμη και εάν αυτές έχουν κριθεί από τα αρμόδια όργανα σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό.

Άρθρο 4
Βεβαιωμένες ή μη οφειλές ΟΤΑ και εκκλησιαστικών ΝΠΔΔ προς ΦΚΑ


1. Βεβαιωμένες ή μη οφειλές προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίες καταλογίστηκαν σε ΟΤΑ σε συνέχεια δικαστικών αποφάσεων που έκριναν ότι απασχολούμενοι σε προγράμματα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας σχολικοί φύλακες υπάγονται στην πλήρη ασφάλιση των φορέων αυτώυ, απαλλάσσονται των επιβληθέντων πρόσθετων τελών, τόκων, προσαυξήσεων και επιβαρύνσεων.

2. Η ρύθμιση της παρ. 1 εφαρμόζεται αναλόγως για βεβαιωμένες ή μη οφειλές προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίες καταλογίστηκαν σε εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ που τελούσαν σε εύλογη αμφιβολία περί την υποχρέωση καταβολής εισφορών λόγω δυσχερώς ερμηνευόμενων νομικών ζητημάτων.

3. Ο τρόπος καταβολής των ανωτέρω οφειλών ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΦΚΑ.

ΜΕΡΟΣ Β'
ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΑΔΗΛΩΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Άρθρο 5
Διοικητικές κυρώσεις για αδήλωτη εργασία


1. Ειδικός Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή ελεγκτής των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης ή αρμόδιος υπάλληλος του ΕΦΚΑ που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει στον εργοδότη πρόστιμο ποσού δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων.

2. Ειδικός Επιθεωρητής Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία ή Επιθεωρητής Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία που, κατά τη διερεύνηση των αιτιών εργατικού ατυχήματος, διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει στον εργοδότη το πρόστιμο που προβλέπεται στην παρ. 1 για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων.

3. Σε περίπτωση υποτροπής του εργοδότη, η οποία διαπιστώνεται εντός τριών (3) ετών από τον πρώτο έλεγχο, το πρόστιμο της παρ. 1, ανά εργαζόμενο, επιβάλλεται προσαυξημένο ως εξής:
α) κατά 100% για την πρώτη μετά την αρχική παράβαση, και
β) κατά 200% για κάθε μεταγενέστερη παράβαση από αυτήν της περ. α', που διαπιστώνεται σε έλεγχο διενεργούμενο σε διαφορετική ημερομηνία.

4. Σε κάθε παράβαση του παρόντος άρθρου τεκμαίρεται ότι η σχέση εργασίας διήρκησε τρεις (3) μήνες, εκτός εάν ο εργοδότης ή ο εργαζόμενος αποδείξουν διαφορετικά. Με πράξη του αρμόδιου ασφαλιστικού φορέα καταλογίζονται, άνευ ετέρου και αναδρομικά από την ημερομηνία του ελέγχου, σε βάρος του εργοδότη το σύνολο των προβλεπόμενων κατά περίπτωση ασφαλιστικών εισφορών. Ως βάση υπολογισμού των εισφορών λαμβάνεται ο κατώτατος μισθός ή το κατώτατο ημερομίσθιο.

5. Οι διοικητικές κυρώσεις του παρόντος άρθρου επιβάλλονται πλέον των λοιπών κυρώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.

Άρθρο 6
Δικαίωμα και προϋποθέσεις έκπτωσης


1. Αν, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου, ο εργοδότης προβεί στην πρόσληψη του εργαζομένου ή των εργαζομένων που διαπιστώθηκαν ως αδήλωτοι με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης, το πρόστιμο της παρ. 1 του άρθρου 5 μειώνεται ως εξής:
α) στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) μηνών,
β) στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον έξι (6) μηνών, και
γ) στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση εργασίας διάρκειας τουλάχιστον ενός (1) έτους.

2. Στις περιπτώσεις εποχικών εργασιών, όπως αυτές ορίζονται στο τρίτο εδάφιο της περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 1545/1985 (Α' 91), εφόσον ο χρόνος λειτουργίας της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης δεν επαρκεί για τη συμπλήρωση του ελάχιστα απαιτούμενου χρόνου απασχόλησης των περ. α' και β' της παρ. 1, ο εργοδότης μπορεί να προβεί σε κατάτμηση της σύμβασης ορισμένου χρόνου κατά την περίοδο λειτουργίας στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος και κατά την επόμενη περίοδο λειτουργίας. Διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας περί υποχρέωσης επαναπρόσληψης εργαζομένων εποχικών επιχειρήσεων εξακολουθούν να ισχύουν.

3. Το δικαίωμα έκπτωσης της παρ. 1 διατηρείται αν ο εργαζόμενος με υπεύθυνη δήλωσή του, που φέρει θεώρηση του γνησίου της υπογραφής, δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την πρόσληψη και ο εργοδότης, εντός της προθεσμίας της παρ. 1, προβεί στην πρόσληψη άλλου εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης.

4. Ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να προβεί σε μείωση του προσωπικού από την ημερομηνία και ώρα του ελέγχου και καθ' όλη τη διάρκεια των περιόδων της παρ. 1, κατά περίπτωση.

5. Ως μείωση του προσωπικού, κατά την έννοια της παρ. 4, θεωρείται:
α) η μείωση του αριθμού των εργαζομένων της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης σε αριθμό μικρότερο από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνταν κατά την ημερομηνία και ώρα του ελέγχου, προσαυξημένο κατά τον αριθμό των εργαζομένων που προσέλαβε ο εργοδότης προκειμένου να τύχει της έκπτωσης,
β) η αλλαγή του καθεστώτος απασχόλησης των εργαζομένων από πλήρη σε μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση,
γ) η θέση εργαζομένων σε διαθεσιμότητα,
δ) η εθελούσια έξοδος που γίνεται με πρωτοβουλία του εργοδότη, μέσω προγραμμάτων παροχής κινήτρων εθελούσιας εξόδου, και
ε) η οικειοθελής αποχώρηση εργαζομένου.
Αν μειωθεί το προσωπικό σύμφωνα με τις περ. α', δ' και ε', ο εργοδότης υποχρεούται, εντός δέκα πέντε (15) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία που επήλθε η μείωση, να προβεί σε νέα πρόσληψη με τους ίδιους όρους εργασίας, ώστε να διατηρηθεί σταθερός ο αριθμός των εργαζομένων της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης. Το διάστημα που μεσολαβεί από την ημερομηνία μείωσης του προσωπικού έως αυτήν της νέας πρόσληψης προσαυξάνει την ελάχιστη περίοδο κατά την οποία ο εργοδότης δεν επιτρέπεται να προβεί σε μείωση προσωπικού.

6. Στην έννοια της μείωσης του προσωπικού της παρ. 4 δεν περιλαμβάνονται:
α) η συνταξιοδότηση εργαζομένου,
β) η λήξη σύμβασης ορισμένου χρόνου που είχε συναφθεί πριν από την ημερομηνία του ελέγχου, λόγω παρόδου της συμφωνηθείσας διάρκειας,
γ) η καταγγελία της σύμβασης εργασίας ύστερα από την υποβολή μήνυσης του εργοδότη κατά εργαζομένου για αξιόποινη πράξη που τέλεσε κατά την άσκηση της εργασίας του,
δ) η φυλάκιση και ο θάνατος εργαζομένου, και
ε) η αδυναμία ανανέωσης της άδειας διαμονής και πρόσβασης στην αγορά εργασίας αλλοδαπού εργαζομένου.

7. Το δικαίωμα έκπτωσης του παρόντος άρθρου παρέχεται εφόσον ο εργοδότης αποδεχθεί το πρόστιμο και παραιτηθεί από την άσκηση των προβλεπόμενων ένδικων βοηθημάτων. Δικαίωμα έκπτωσης δεν παρέχεται όταν ο εργοδότης είναι υπότροπος, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου

8. Σε περίπτωση μείωσης του προσωπικού, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος, βεβαιώνεται σε βάρος του εργοδότη, για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων, το υπολειπόμενο του αρχικού προστίμου ποσό.

Άρθρο 7
Άπαξ καταβολή προστίμου

Αν από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του ΣΕΠΕ και του ΕΦΚΑ επιβληθούν σε μία επιχείρηση, εκμετάλλευση ή άλλη εργασία περισσότερα από ένα πρόστιμα για αδήλωτη εργασία του ίδιου εργαζομένου που προκύπτουν από έλεγχο κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας, η καταβολή του προστίμου γίνεται άπαξ βάσει της πράξης επιβολής προστίμου που κοινοποιήθηκε πρώτη στον εργοδότη.

Άρθρο 8
Εξουσιοδοτικές διατάξεις - Έναρξη ισχύος


1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζεται η διαδικασία επιβολής των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων, η διαδικασία για την παροχή του δικαιώματος έκπτωσης, η προθεσμία για την εμπρόθεσμη καταβολή του μειωμένου προστίμου σε περίπτωση χορήγησης έκπτωσης, ο τρόπος και η διαδικασία ελέγχου τήρησης των προϋποθέσεων χορήγησης της έκπτωσης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου.

2. Η ισχύς των άρθρων 5 έως 7 αρχίζει από την έκδοση της απόφασης της παρ. 1.

3. Από την έναρξη ισχύος των άρθρων 5 έως 7, σύμφωνα με την παρ. 2, καταργείται το άρθρο 1 της υπ' αριθμ. 27397/122/19.8.2013 υπουργικής απόφασης (Β' 2062) και οποιαδήποτε αναφορά στις κείμενες διατάξεις στις περί αδήλωτης εργασίας ρυθμίσεις και κυρώσεις της υπουργικής αυτής απόφασης νοείται ως αναφορά στις διατάξεις των άρθρων 5 έως 7 του παρόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 9
Ευθύνη αναθέτοντος, εργολάβου και υπεργολάβου έναντι των εργαζομένων


1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αναθέτει, στο πλαίσιο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, την εκτέλεση έργου ή τμήματος έργου (αναθέτων) σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (εργολάβο) ευθύνεται εις ολόκληρον και αλληλεγγύως με τον εργολάβο έναντι των εργαζομένων του τελευταίου για την καταβολή των οφειλόμενων αποδοχών, ασφαλιστικών εισφορών, καθώς και των τυχόν οφειλόμενων αποζημιώσεων απόλυσης.
Η ανωτέρω ευθύνη περιορίζεται στα δικαιώματα των εργαζομένων που απορρέουν από τη συμβατική σχέση μεταξύ του αναθέτοντα και του εργολάβου για το συγκεκριμένο έργο ή τμήμα έργου.
Σε περίπτωση ανάθεσης της εκτέλεσης του έργου ή τμήματος του έργου από τον εργολάβο σε υπεργολάβο, η εις ολόκληρον και αλληλέγγυα ευθύνη αφορά τον αναθέτοντα, τον εργολάβο και τον υπεργολάβο, υπό την επιφύλαξη του προηγούμενου εδαφίου.

2. Εργολάβος που αναθέτει την εκτέλεση του έργου ή τμήματος του έργου σε υπεργολάβο, ο οποίος θα απασχολήσει προσωπικό για την εκτέλεσή του, υποχρεούται άμεσα να ενημερώνει εγγράφως τον αναθέτοντα.

3. Στη σύμβαση ανάθεσης έργου ή τμήματος του έργου περιλαμβάνεται ειδικός όρος για την υποχρέωση τήρησης από τον εργολάβο των διατάξεων της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας, της νομοθεσίας για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, καθώς και της νομοθεσίας για την πρόληψη του επαγγελματικού κινδύνου.
Ο ίδιος ειδικός όρος περιλαμβάνεται και στη σύμβαση που συνάπτει ο εργολάβος με τον υπεργολάβο.

4. Ο εργολάβος υποχρεούται να αποστέλλει κάθε μήνα στον αναθέτοντα αποδείξεις καταβολής των αποδοχών και των τυχόν οφειλόμενων αποζημιώσεων απόλυσης και βεβαιώσεις καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων του, καθώς και των εργαζομένων του υπεργολάβου σε περίπτωση υπεργολαβίας.
Την υποχρέωση του προηγούμενου εδαφίου έχει και ο υπεργολάβος έναντι του εργολάβου.

5. Ο αναθέτων διατηρεί το δικαίωμα αναγωγής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ιδίως εάν επέδειξε τη δέουσα επιμέλεια ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του εργολάβου και του τυχόν υπεργολάβου προς τους εργαζομένους τους. Δέουσα επιμέλεια θεωρείται ότι υπάρχει, ιδίως όταν ο αναθέτων σωρευτικά:
α) αξιώνει από τον εργολάβο, σύμφωνα με την παρ. 4, την αποστολή των μηνιαίων αποδείξεων καταβολής των αποδοχών και των τυχόν οφειλόμενων αποζημιώσεων απόλυσης καθώς και των μηνιαίων βεβαιώσεων καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων του εργολάβου και του τυχόν υπεργολάβου,
β) αποστέλλει εξώδικη δήλωση στον εργολάβο και τον τυχόν υπεργολάβο αμέσως μετά τη διαπίστωση της παράβασης των υποχρεώσεών τους έναντι των εργαζομένων τους ή της μη τήρησης της υποχρέωσης της περ. α', καλώντας τους να συμμορφωθούν εντός δεκαπέντε (15) ημερών, και
γ) καταγγέλλει τη σύμβαση με τον εργολάβο αμέσως μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας των δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της εξώδικης δήλωσης της περ. β'.
Δικαίωμα αναγωγής, υπό τους ίδιους όρους, έχει και ο εργολάβος έναντι του υπεργολάβου.

6. α) Ο εργολάβος ή και ο υπεργολάβος υποχρεούνται να αναγράφουν τα στοιχεία του αναθέτοντα ή του εργολάβου, αντίστοιχα, στον πίνακα προσωπικού που υποβάλλουν στο ΣΕΠΕ, για κάθε εργαζόμενο που απασχολούν εκτός της έδρας της επιχείρησής τους. Ο εργολάβος ή και ο υπεργολάβος, που απασχολούν εργαζόμενους σε δύο ή περισσότερα έργα, υποχρεούνται να αναγράψουν στον πίνακα προσωπικού το ωράριο απασχόλησης των εργαζομένων σε κάθε έργο χωριστά, καθώς και τα στοιχεία καθενός αναθέτοντα ή εργολάβου, αντίστοιχα.
β) Ο εργολάβος ή και ο υπεργολάβος υποχρεούνται να εφοδιάζουν τους εργαζόμενους με αντίγραφο ή απόσπασμα του πίνακα προσωπικού, όταν εργάζονται εκτός της έδρας της επιχείρησής τους.
γ) Όταν οι εργαζόμενοι του εργολάβου ή και του υπεργολάβου εργάζονται στις εγκαταστάσεις του αναθέτοντα, ο τελευταίος αναρτά στον χώρο εργασίας αντίγραφο του πίνακα προσωπικού της περ. β'.
Σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων της παρούσας παραγράφου, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του ν. 3996/2011 (Α' 170).

7. Αν η εργασία παρέχεται στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης του αναθέτοντα, ο τελευταίος υποχρεούται από κοινού με τον εργολάβο ή και τον υπεργολάβο να τηρεί, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τα μέτρα υγείας και ασφάλειας στην εργασία, ευθυνόμενος εις ολόκληρον και αλληλεγγύως με τον εργολάβο ή και τον υπεργολάβο για την ικανοποίηση των αξιώσεων των εργαζομένων που απορρέουν από τις εν λόγω διατάξεις, καθώς και από τις διατάξεις για το εργατικό ατύχημα.

8. Η εις ολόκληρον και αλληλέγγυα ευθύνη της παρ. 1 ισχύει για τρία (3) έτη από τη λήξη της σύμβασης μεταξύ αναθέτοντα και εργολάβου.

9. Οποιαδήποτε συμφωνία των μερών που αποκλείει ή περιορίζει τα δικαιώματα των εργαζομένων από το παρόν άρθρο είναι αυτοδικαίως άκυρη.

10. Ειδικότερες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, εφόσον δεν είναι αντίθετες με τις διατάξεις του παρόντος, εξακολουθούν να ισχύουν.

11. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις δημόσιες συμβάσεις του ν. 4412/2016 (Α' 147).

Άρθρο 10
Πρακτική άσκηση και μαθητεία


1. Ο εργοδότης υποχρεούται να καταχωρεί στο πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» τους μαθητευόμενους, σπουδαστές και φοιτητές που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία, καθώς και κάθε μεταβολή της αυτής, πριν από την έναρξη πραγματοποίησής της.

2. Ο συνολικός αριθμός των μαθητευόμενων, σπουδαστών και φοιτητών που πραγματοποιούν πρακτική άσκηση ή μαθητεία σε τουριστικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 3667/2008 (Α' 114), της παρ. 9 του άρθρου 17 του ν. 4186/2013 (Α' 193) και της παρ. 4 του άρθρου 42 του ν. 4403/2016 (Α' 125) και των κατ' εξουσιοδότηση αυτών κοινών υπουργικών αποφάσεων, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει ποσοστό δεκαεπτά τοις εκατό (17%) του συνολικού προσωπικού κάθε επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και σε κάθε περίπτωση τα σαράντα (40) άτομα.

3. Αρμόδιο για τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος είναι το ΣΕΠΕ, το οποίο επιβάλει κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 3996/2011 (Α' 170) και τις κείμενες διατάξεις περί αδήλωτης εργασίας.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται η διαδικασία καταχώρισης, τα στοιχεία που γνωστοποιούνται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

5. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 4.

Άρθρο 11
Μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων


Στο άρθρο 73 του Κώδικα νόμων για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 (Α' 84), προστίθεται παρ. 4 ως εξής:
«4. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων, δύναται να εξειδικεύονται οι προβλέψεις του παρόντος Κώδικα ή και να προσδιορίζονται πέραν αυτών ειδικότερα ζητήματα πρόληψης και αντιμετώπισης της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων κατά το θέρος. Με τις αποφάσεις αυτές καθορίζονται ιδίως η διαδικασία και η μέθοδος προσδιορισμού των φυσικών μεγεθών που σχετίζονται με τη θερμική καταπόνηση, όπως η θερμοκρασία και η υγρασία, το είδος εργασιών και οι κατηγορίες εργαζομένων που εκτίθενται σε υψηλή θερμική καταπόνηση, τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

Άρθρο 12
Τροποποίηση του άρθρου 80 του ν. 4144/2013 (Α' 88)


Η περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 80 του ν. 4144/2013 (Α' 88) αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Όταν διαπιστώνεται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα αλλαγή ή τροποποίηση του ωραρίου εργασίας ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας χωρίς αυτή να έχει καταχωρηθεί, σύμφωνα με την περ. α', πριν από την έναρξη πραγματοποίησής της, επιβάλλονται με πράξη του αρμοδίου οργάνου σε βάρος του εργοδότη κυρώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 28 του ν. 3996/2011. Για κάθε εργαζόμενο, για τον οποίο διαπιστώνεται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα απασχόληση σε υπερωρία ή υπερεργασία χωρίς αυτή να έχει καταχωρηθεί πριν από την έναρξη πραγματοποίησής της, σύμφωνα με την περ. α', επιβάλλονται με πράξη του αρμοδίου οργάνου σε βάρος του εργοδότη κυρώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 28 του ν. 3996/2011

ΜΕΡΟΣ Γ'
ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ

Άρθρο 13
Πεδίο εφαρμογής - Ορισμοί


1. Υπό επιτροπεία, κατά τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, τελεί ο αλλοδαπός ή ανιθαγενής ηλικίας κάτω των 18 ετών, ο οποίος φθάνει στο ελληνικό έδαφος, χωρίς να συνοδεύεται από πρόσωπο που ασκεί, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, τη γονική του μέριμνα ή την επιμέλειά του ή χωρίς να συνοδεύεται από ενήλικο συγγενή που ασκεί στην πράξη τη φροντίδα του και για όσο χρόνο η άσκηση των καθηκόντων αυτών δεν έχει ανατεθεί σε κάποιο άλλο πρόσωπο σύμφωνα με το νόμο.
Ως ασυνόδευτος νοείται και ο ανήλικος που εγκαταλείπεται ασυνόδευτος μετά την είσοδο του στην Ελλάδα, καθώς και ο ανήλικος που έχει χωριστεί από την οικογένειά του, κατά την έννοια της περ. γ' της παρ. 2.

2. Για την εφαρμογή του παρόντος Μέρους ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) Αρμόδια αρχή για την προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων και των χωρισμένων ανήλικων ορίζεται η Γενική Διεύθυνση Κοινωνικής Αλληλεγγύης του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
β) Ασυνόδευτος ανήλικος είναι ο ανήλικος, ο οποίος φθάνει στην Ελλάδα χωρίς να συνοδεύεται από πρόσωπο που ασκεί, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, τη γονική του μέριμνα ή την επιμέλειά του ή χωρίς να συνοδεύεται από ενήλικο συγγενή που ασκεί στην πράξη τη φροντίδα του και για όσο χρόνο η άσκηση των καθηκόντων αυτών δεν έχει ανατεθεί σε κάποιο άλλο πρόσωπο σύμφωνα με το νόμο. Στον ορισμό αυτό περιλαμβάνεται και ο ανήλικος που παύει να συνοδεύεται μετά την είσοδο του στην Ελλάδα.
γ) Χωρισμένος από την οικογένειά του ανήλικος ή χωρισμένος ανήλικος είναι ο ανήλικος ο οποίος φθάνει στην Ελλάδα, χωρίς να συνοδεύεται από πρόσωπο που ασκεί τη γονική του μέριμνα σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία ή χωρίς να συνοδεύεται από άλλο πρόσωπο στο οποίο αυτή έχει ανατεθεί σύμφωνα με το νόμο, αλλά συνοδεύεται από ενήλικο συγγενή που ασκεί στην πράξη τη φροντίδα του.
δ) Φορέας παραπομπής είναι κάθε δημόσια αρχή και υπηρεσία, ιδιωτικός φορέας ή διεθνής οργανισμός, που εντοπίζει ανήλικο των περ. β' και γ', όπως ιδίως η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, η Υπηρεσία Ασύλου και η Ελληνική Αστυνομία.

Άρθρο 14
Όργανα της επιτροπείας ασυνόδευτων ανηλίκων


Όργανα της επιτροπείας ασυνόδευτων ανηλίκων είναι ο εισαγγελέας ανηλίκων ή όπου δεν υπάρχει, ο κατά τόπο αρμόδιος εισαγγελέας Πρωτοδικών, ο επίτροπος ασυνόδευτου ανηλίκου και το Εποπτικό Συμβούλιο Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του άρθρου 19.

Άρθρο 15
Αρμοδιότητες του Εισαγγελέα


Προκειμένου περί ασυνόδευτων ανηλίκων, οι αρμοδιότητες του δικαστηρίου κατά τα άρθρα 1589 έως 1654 ΑΚ ασκούνται από τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα ανηλίκων και, όπου δεν υπάρχει, από τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα Πρωτοδικών. Ειδικά για τις περιπτώσεις άρσης της διαφωνίας μεταξύ του επιτρόπου ασυνόδευτων ανηλίκων και του εποπτικού συμβουλίου επιτροπείας ασυνόδευτων ανηλίκων αποφασίζει ο αρμόδιος κατά τόπο εισαγγελέας ανηλίκων και, όπου δεν υπάρχει, ο κατά τόπο αρμόδιος εισαγγελέας Πρωτοδικών.

Άρθρο 16
Διορισμός επιτρόπου ασυνόδευτων ανηλίκων


1. Προκειμένου περί ασυνόδευτων ανηλίκων οι φορείς παραπομπής ενημερώνουν δίχως καθυστέρηση τον αρμόδιο εισαγγελέα, ο οποίος ενεργεί ως προσωρινός επίτροπος, και το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ). Ο εισαγγελέας, ενεργώντας ως προσωρινός επίτροπος και μέχρι τον διορισμό επιτρόπου, μεριμνά για την άμεση ανάθεση της νομικής εκπροσώπησης του ασυνόδευτου ανηλίκου σε κατάλληλο φυσικό πρόσωπο, ώστε το τελευταίο να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες, ιδίως σε αυτές που προβλέπονται στο άρθρο 44 του ν. 4375/2016 (Α' 51).

2. Ο αρμόδιος εισαγγελέας διορίζει τον επίτροπο του ασυνόδευτου ανηλίκου στο συντομότερο δυνατό χρόνο. Αν δεν βρίσκεται κατάλληλο φυσικό πρόσωπο yta να διοριστεί επίτροπος, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 1592 ΑΚ, η επιτροπεία του ανηλίκου ανατίθεται σε επαγγελματία επίτροπο που υποδεικνύει το ΕΚΚΑ. Η διάταξη του άρθρου 1600 ΑΚ δεν εφαρμόζεται κατά την επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων.

3. Συγχρόνως, ο αρμόδιος εισαγγελέας αναθέτει τα έργα του εποπτικού συμβουλίου στο Εποπτικό Συμβούλιο Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, ανεξάρτητα από το αν διορίστηκε ως επίτροπος του ασυνόδευτου ανηλίκου επαγγελματίας επίτροπος ή άλλο πρόσωπο, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 1592 ΑΚ.

4. Ο διορισμός του επιτρόπου ασυνόδευτου ανηλίκου καταχωρίζεται σε ειδικό δημόσιο βιβλίο που τηρείται στη γραμματεία της εισαγγελίας πρωτοδικών. Η γραμματεία της εισαγγελίας ενημερώνει με κάθε πρόσφορο μέσο τον επίτροπο και το ΕΚΚΑ για τον διορισμό. Το ΕΚΚΑ ενημερώνει το φορέα παραπομπής για το διορισμό του επιτρόπου και ο φορέας παραπομπής ενημερώνει άμεσα τον ανήλικο σε γλώσσα που κατανοεί.

5. Οι διαδικασίες του παρόντος άρθρου οφείλουν να διενεργούνται δίχως καθυστέρηση, στο συντομότερο δυνατό χρόνο.

Άρθρο 17
Διορισμός υπό όρους και αντικατάσταση επαγγελματία επιτρόπου


1. Ο διορισμός του επαγγελματία επιτρόπου γίνεται πάντοτε υπό την επιφύλαξη αντικατάστασής του, με πράξη του αρμοδίου εισαγγελέα, σύμφωνα με το άρθρο 1597 ΑΚ, είτε από άλλον επαγγελματία επίτροπο σε περίπτωση που αλλάξει ο τόπος διαμονής του ασυνόδευτου ανηλίκου, είτε από συγγενή ή από άλλο κατάλληλο φυσικό πρόσωπο, κατά την έννοια της περ. 3 του άρθρου 1592 ΑΚ. Σε αυτήν την περίπτωση, ο αρχικώς διορισμένος επίτροπος μεριμνά εγκαίρως και οπωσδήποτε πριν από την αναχώρηση του ανηλίκου, ώστε να ειδοποιηθούν τόσο ο αρμόδιος εισαγγελέας του νέου τόπου διαμονής του ασυνόδευτου ανηλίκου όσο και το ΕΚΚΑ, προκειμένου να προβούν στο διορισμό νέου επιτρόπου. Την αντικατάσταση του επιτρόπου δύναται να ζητήσει και ο ίδιος ο ανήλικος με αίτημά του.

2. Ο διορισμός νέου επιτρόπου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη παύση του προηγούμενου από τα καθήκοντα του. Με επιμέλεια της εισαγγελίας του νέου τόπου διαμονής, ενημερώνονται με κάθε πρόσφορο μέσο ο προηγούμενος επίτροπος, ο εισαγγελέας του προηγούμενου τόπου διαμονής και το ΕΚΚΑ για το νέο διορισμό.

3. Στην εξαιρετική περίπτωση, κατά την οποία το συμφέρον του ασυνόδευτου ανηλίκου επιβάλλει την αλλαγή του τόπου διαμονής του και στο νέο τόπο διαμονής δεν ανευρίσκεται εγκαίρως επαγγελματίας επίτροπος ή άλλο κατάλληλο φυσικό πρόσωπο κατά την έννοια της περ. 3 του άρθρου 1592 ΑΚ, ορίζεται ως προσωρινός επίτροπος του ανηλίκου ο εισαγγελέας ανηλίκων ή όπου δεν υπάρχει, ο κατά τόπο αρμόδιος εισαγγελέας πρωτοδικών και επέρχεται η αυτοδίκαιη παύση του προηγούμενου από τα καθήκοντά του.

Άρθρο 18
Αρμοδιότητες του επαγγελματία επιτρόπου


1. Ο επαγγελματίας επίτροπος ασυνόδευτων ανηλίκων ασκεί τις αρμοδιότητες της παρ. 2 στην έκταση και υπό τους όρους που αναφέρονται ειδικότερα στη σύμβαση που συνάπτει με το ΕΚΚΑ.

2. Ο επίτροπος ασυνόδευτων ανηλίκων ασκεί ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Μεριμνά για την κάλυψη καθημερινών βασικών αναγκών επιβίωσης, δηλαδή τη διατροφή του ανηλίκου μέσω παραπομπής σε φορείς που περιέχουν γεύματα σε καθημερινή βάση, τη στέγαση μέσω κατάθεσης αιτήματος φιλοξενίας σε δομή φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων του ΕΚΚΑ και την παρακολούθηση του σχετικού αιτήματος.
β) Εκπροσωπεί και συνδράμει τον ανήλικο σε όλες τις δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες, ιδίως στη διαδικασία ασύλου, οικογενειακής επανένωσης, επιστροφής και χορήγησης άδειας παραμονής. Ο επίτροπος ασυνόδευτων ανηλίκων θεωρείται και εκπρόσωπος ασυνόδευτων ανηλίκων, κατά τις διατάξεις του ν. 4375/2016.
γ) Συνεπικουρεί τον ανήλικο ενώπιον των Μονάδων Υγείας κατά την παροχή υγειονομικής φροντίδας.
δ) Δύναται να υποβάλει αίτηση ασύλου ή χορήγησης άδειας παραμονής για λογαριασμό του ανηλίκου, λαμβάνοντας υπόψη την επιθυμία του ανάλογα με την ωριμότητά του. Ο ανήλικος άνω των 15 ετών δύναται να υποβάλει ο ίδιος αίτηση ασύλου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 36 και 45 του ν. 4375/2016.
ε) Ασκεί τα προβλεπόμενα ένδικα μέσα και βοηθήματα κατά διοικητικών ή δικαστικών αποφάσεων που αφορούν τον ανήλικο, καθώς και διοικητικές προσφυγές δια του πληρεξουσίου δικηγόρου.
στ) Μεριμνά για την προστασία του ανηλίκου κατά την παραμονή του στη χώρα και κατά την διαδικασία επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3907/2011 (Α'
ζ) Μεριμνά για την διασφάλιση δωρεάν νομικής συνδρομής και διερμηνείας προς τον ανήλικο.
η) Μεριμνά για τη διασφάλιση ψυχολογικής υποστήριξης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης προς τον ανήλικο.
θ) Μεριμνά για την εκπαίδευση και μόρφωση του ανηλίκου. Ενδεικτικά, φροντίζει για την εγγραφή του ανηλίκου στην τυπική ή μη τυπική εκπαίδευση, για την εκμάθηση της ελληνικής, της μητρικής γλώσσας, ξένων γλωσσών κλπ.
ι) Μεριμνά για τη διασφάλιση κατάλληλων συνθηκών υποδοχής και φιλοξενίας.
ια) Προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου για την ανάθεση της πραγματικής φροντίδας του ανηλίκου σε κατάλληλη οικογένεια (ανάδοχη οικογένεια), σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
ιβ) Μεριμνά για τον σεβασμό και την ελεύθερη έκφραση και ανάπτυξη των πολιτικών, φιλοσοφικών και θρησκευτικών πεποιθήσεων του ανηλίκου.
ιγ) Μεριμνά για την ανεύρεση της οικογένειας του ανηλίκου και την επανένωσή του με αυτήν, εφόσον συνάδει με το βέλτιστο συμφέρον του.
ιδ) Είναι σε επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές για κάθε διαδικασία που αφορά τον ανήλικο, με εκπρόσωπο του κέντρου φιλοξενίας του ή με τους αναδόχους του ανηλίκου, με τον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα, με τον νομικό εκπρόσωπο του ανηλίκου, με φορείς της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και με διεθνείς οργανισμούς για κάθε ζήτημα που αφορά τον ανήλικο.
ιε) Διατηρεί τακτική επικοινωνία με τον ανήλικο, τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, και μεριμνά για την ανάπτυξη σχέσης εμπιστοσύνης με τον ανήλικο και την κατανόηση των αναγκών και των στόχων του.
ιστ) Ενημερώνει τον ανήλικο σε απλή και φιλική προς αυτόν γλώσσα, την οποία κατανοεί για τις δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες και για όλες τις υποθέσεις που τον αφορούν. Ο επίτροπος συνεργάζεται με τον νομικό συμπαραστάτη του ασυνόδευτου ανηλίκου. Επίσης, διασφαλίζει τη δυνατότητα του ανηλίκου να συμμετέχει ουσιαστικά σε όλες τις αποφάσεις που τον αφορούν.
ιζ) Μεριμνά ώστε ο ανήλικος να επωφεληθεί από κάθε κοινωνική παροχή.
ιη) Επιλαμβάνεται αμέσως σε επείγουσες περιπτώσεις που αφορούν τον ανήλικο ευθύς μόλις ειδοποιηθεί από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή ή τρίτο ή και τον ίδιο τον ανήλικο.
ιθ) Συμπεριφέρεται στον ασυνόδευτο ανήλικο με στοργή και σεβασμό, χωρίς καμία διάκριση λόγω φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, κοινωνικής προέλευσης, θρησκευτικών, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου ή χαρακτηριστικών φύλου.
κ) Ενημερώνεται και ενεργεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπ' αριθμ. 1982/15.2.2016 κοινή υπουργική απόφαση (Β' 335), σε περίπτωση κίνησης διαδικασιών διαπίστωσης ανηλικότητάς,
κα) Μεριμνά για την επικοινωνία του τέκνου με τη φυσική του οικογένεια.

Άρθρο 19
Σύσταση, σύνθεση και λειτουργία Εποπτικού Συμβουλίου Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων


1. Συστήνεται στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Εποπτικό Συμβούλιο Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων αποτελούμενο από τρία (3) μέλη που διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

2. Μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου Επαγγελματικής Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων ορίζονται:
α) Ο Προϊστάμενος του Τμήματος Ασυνόδευτων Ανηλίκων της Διεύθυνσης Προστασίας Παιδιού και Οικογένειας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης ως Πρόεδρος, με αναπληρωτή του τον Προϊστάμενο του Τμήματος Αναδοχής και Υιοθεσίας.
β) Ο Πρόεδρος του ΕΚΚΑ ή άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΚΚΑ που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του.
γ) Ο Πρόεδρος του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Αττικής ή άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του.
Χρέη γραμματέα του Συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του ΕΚΚΑ που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του ΕΚΚΑ.

3. Η θητεία των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων είναι διετής.

4. Το Συμβούλιο συνεδριάζει εντός του κανονικού ωραρίου λειτουργίας των Υπηρεσιών του ΕΚΚΑ ή σε χρόνο που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση, σε κτίριο, που στεγάζονται υπηρεσίες αυτού, που θα ορίζει ο Πρόεδρος του. Στα μέλη του δεν καταβάλλεται καμία αποζημίωση.

5. Στις αρμοδιότητες του Εποπτικού Συμβουλίου συμπεριλαμβάνεται η αξιολόγηση και ο καθορισμός του βέλτιστου συμφέροντος, ύστερα από την υποβολή αιτιολογημένης πρότασης του επιτρόπου, σε περιπτώσεις που επίκειται η λήψη σοβαρών αποφάσεων για το μέλλον του ασυνόδευτου ανήλικου, όπως ιδίως σε θέματα που άπτονται σοβαρών μη επειγόντων προβλημάτων υγείας (όπως πιθανή μετάβαση ή εγκατάσταση στο εξωτερικό), θρησκευτικών πεποιθήσεων, μεταβολής αστικής κατάστασης, σε περίπτωση που υπάρχει υπόνοια για κακοποίηση, παραμέληση ή εκμετάλλευση του ανηλίκου που λαμβάνει χώρα στο κέντρο φιλοξενίας ή ασκείται από συγγενή του που έχει αναλάβει την πραγματική φροντίδα, σε περίπτωση μετεγκατάστασης, σε περιπτώσεις αμφιβολίας για το κατά πόσο η οικογενειακή επανένωση συνάδει με το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, σε περίπτωση οικειοθελούς επιστροφής στη χώρα καταγωγής, καθώς και σε περίπτωση σοβαρής αμφιβολίας ως προς την ανηλικότητα του παιδιού.

6. Οι λεπτομέρειες του τρόπου εργασίας, λειτουργίας και υποβοήθησης του έργου του Εποπτικού Συμβουλίου με ομάδες εργασίας και κάθε άλλο σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος ζήτημα, καθορίζονται με κανονισμό λειτουργίας, που καταρτίζει το ΔΣ του ΕΚΚΑ και εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Μέχρι την έκδοση του ως άνω Κανονισμού, το Εποπτικό Συμβούλιο λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α' 45).

Άρθρο 20
Διαβίωση του ασυνόδευτου ανηλίκου σε τρίτους


1. Ο επίτροπος ασυνόδευτου ανηλίκου εμπιστεύεται τη διαβίωση και την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου σε κατάλληλο κέντρο φιλοξενίας μετά την πράξη τοποθέτησης του ΕΚΚΑ.

2. Ο επίτροπος ασυνόδευτου ανηλίκου μπορεί, με την άδεια του εποπτικού συμβουλίου και του αρμόδιου εισαγγελέα, να εμπιστεύεται τη διαβίωση και την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου σε κατάλληλη μονάδα ημιαυτόνομης διαβίωσης ή σε κατάλληλους αναδόχους γονείς, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

3. Εφόσον ορίστηκε επαγγελματίας επίτροπος, η διαβίωση και πραγματική φροντίδα του ανηλίκου ανατίθεται πάντοτε σε τρίτους, υπό τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου.

4. Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, που αναλαμβάνουν την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου, οφείλουν να συνεργάζονται με τον Επίτροπο προς το συμφέρον του ανηλίκου.

Άρθρο 21
Αξιολόγηση και καθορισμός βέλτιστου συμφέροντος ασυνόδευτου ανηλίκου


1. Κάθε απόφαση οποιουδήποτε οργάνου της επιτροπείας λαμβάνεται μετά από αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος του ασυνόδευτου ανηλίκου. Η διάταξη του άρθρου 1647 ΑΚ εφαρμόζεται και για τους ασυνόδευτους ανήλικους. Για τις περιπτώσεις της παρ. 5 του άρθρου 19 του παρόντος, η αξιολόγηση και ο καθορισμός του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου διενεργείται από το Εποπτικό Συμβούλιο Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, κατόπιν υποβολής αιτιολογημένης πρότασης από τον επίτροπο και αφού ληφθεί προηγουμένως υπ' όψη η γνώμη του ανηλίκου, ανάλογα πάντα με την ηλικία και την ωριμότητά του.

2. Οι αποφάσεις της παρ. 1 λαμβάνονται βάσει προτύπων διαδικασιών αξιολόγησης και καθορισμού του βέλτιστου συμφέροντος, τα οποία εκπονούνται από τη Διεύθυνση Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του ΕΚΚΑ και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης των επαγγελματιών επιτρόπων και μέρος του Κανονισμού Λειτουργίας του Εποπτικού Συμβουλίου.

Άρθρο 22
Συμπληρωματική εφαρμογή του Αστικού Κώδικα


Οι διατάξεις των άρθρων 1589 έως 1654 ΑΚ εφαρμόζονται συμπληρωματικά, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος.

Άρθρο 23
Ευθύνη επαγγελματία επιτρόπου


Ο επαγγελματίας επίτροπος ευθύνεται μόνο για πράξεις ή παραλείψεις κατά παράβαση των όρων της σύμβασής του, των εσωτερικών κανονισμών στους οποίους έχει συνομολογήσει και των διατάξεων του παρόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ

Άρθρο 24
Μητρώο Ασυνόδευτων Ανηλίκων


1. Το ΕΚΚΑ τηρεί Μητρώο Ασυνόδευτων Ανηλίκων, ως υποκατηγορία του Εθνικού Μητρώου Παιδικής Προστασίας, που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 3961/2011 (Α' 97), στο οποίο καταχωρούνται τα στοιχεία όλων των ασυνόδευτων ανηλίκων που διαβιβάζονται σε αυτό από οποιαδήποτε δημόσια αρχή ή τρίτο, με αναφορά στην πηγή καταχώρισης και διαβίβασης κάθε στοιχείου και με υποχρέωση τήρησης της κείμενης νομοθεσίας περί δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2. Στο Μητρώο Ασυνόδευτων Ανηλίκων τηρούνται τα εξής στοιχεία:
α) Ονοματεπώνυμο ανηλίκου.
β) Φύλο.
γ) Ημερομηνία και τόπος γέννησης.
δ) Εθνικότητα, εθνοτική καταγωγή και γλωσσικές δεξιότητες,
ε) Στοιχεία των γονέων ή ασκούντων τη γονική μέριμνα,
στ) Ημερομηνία εισόδου στη χώρα.
ζ) Ημερομηνία, αριθμός και φορέας ταυτοποίησης,
η) Ημερομηνία παραπομπής στο ΕΚΚΑ και φορέας παραπομπής.
θ) Στοιχεία Επιτρόπου και κάθε μεταβολή του καθεστώτος επιτροπείας και οι λόγοι της μεταβολής.
ι) Ημερομηνία αναχώρησης από τη χώρα, εφόσον είναι γνωστή, ή επιστροφής στη χώρα καταγωγής ή σε άλλη χώρα.
ια) Αδεια παραμονής ή άλλα νομιμοποιητικά έγγραφα.
ιβ) Υποβολή αιτήματος ασύλου, αριθμός υπόθεσης και έκβαση αυτού.
ιγ) Κέντρο φιλοξενίας ή χώρος προσωρινής τοποθέτησης ή στοιχεία αναδόχου γονέα.
ιδ) Ημερομηνίες κατά τις οποίες παραπέμφθηκε και εισήχθη στο κέντρο φιλοξενίας ο ανήλικος, ημερομηνία οριστικής αποχώρησης, καθώς και η αιτία αυτής.
ιε) Επίπεδο εκπαίδευσης.
ιστ) Κατάσταση υγείας και λοιπά στοιχεία κοινωνικού ιστορικού,
ιζ) Πρόσθετη ευαλωτότητα,
ιη) Φωτογραφία.
ιθ) Κάθε διενέργεια αξιολόγησης αναγκών του ασυνόδευτου ανηλίκου, τα αποτελέσματα της έκθεσης αξιολόγησης και τον φορέα διενέργειας.
κ) Ο προσωπικός φάκελος του παιδιού, που περιλαμβάνει τα ατομικά σχέδια και κάθε συνοδευτικό σε αυτά έγγραφο.

3. Όλοι οι αρμόδιοι φορείς, συμπεριλαμβανομένου του επαγγελματία επιτρόπου, υποχρεούνται να ενημερώνουν άμεσα το ΕΚΚΑ για τα στοιχεία της προηγούμενης παραγράφου κατά λόγο αρμοδιότητας και για κάθε μεταβολή αυτών. Η αναγραφή των στοιχείων της περ. ιδ' της παρ. 2 γίνεται εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την παραπομπή του ανηλίκου στο Κέντρο Φιλοξενίας ή την οριστικοποίηση της αποχώρησης αυτού.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται λειτουργικές και τεχνικές προδιαγραφές του μητρώου ασυνόδευτων ανηλίκων, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 25
Μητρώο Επαγγελματιών Επιτρόπων


1. Το ΕΚΚΑ τηρεί Μητρώο Επαγγελματιών Επιτρόπων, στο οποίο τηρούνται τα εξής στοιχεία:
α) Ονοματεπώνυμο Επαγγελματία Επιτρόπου.
β) Επαγγελματική εκπαίδευση και γλωσσικές δεξιότητες.
γ) Στοιχεία επικοινωνίας.
δ) Αντίγραφο Ποινικού Μητρώου δικαστικής χρήσης.
ε) Απόφαση εγγραφής του στο Μητρώο Επαγγελματιών Επιτρόπων.
στ) Γεωγραφική περιφέρεια άσκησης καθηκόντων.
ζ) Αντίγραφο της υπογεγραμμένης σύμβασης εργασίας με το ΕΚΚΑ.
η) Στοιχεία ασυνόδευτων ανηλίκων, για τους οποίους έχει οριστεί Επαγγελματίας Επίτροπος, και ιστορικό επιτροπείας.
θ) Αναφορές του Επαγγελματία Επιτρόπου, οι οποίες υποβάλλονται στη Διεύθυνση Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του άρθρου 27 του παρόντος.

2. Υπεύθυνος επεξεργασίας του Μητρώου είναι ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΕΚΚΑ και με απόφαση του ΔΣ του ΕΚΚΑ ορίζονται ο αναπληρωτής του υπευθύνου καθώς και οι εξουσιοδοτημένοι χρήστες.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται η διαδικασία υποβολής των στοιχείων και ενημέρωσης των αλλαγών, οι προϋποθέσεις καταστροφής με ευθύνη του υπευθύνου του Μητρώου τυχόν εσφαλμένων στοιχείων, οι τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις του Μητρώου, ζητήματα απευθείας ενημέρωσης και διασύνδεσης των Μητρώων και συγκεκριμένα των άρθρων 24, 25 και 26 του παρόντος, η διαδικασία όχλησης από τις αρμόδιες υπηρεσίες σε περίπτωση παράλειψης ενημέρωσης ή πλημμελούς ενημέρωσης από τους υπόχρεους, οργανωτικά και τεχνικά θέματα απορρήτου και πολιτικής ασφάλειας της επεξεργασίας των δεδομένων του παρόντος, όπως δικαίωμα πρόσβασης και χρήσης, κρυπτογράφηση δεδομένων, ασφάλεια επικοινωνιών, εμπιστευτικότητα, χρήση τεχνικών ανωνυμοποίησης, και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.

Άρθρο 26
Μητρώο Κέντρων Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων


1. Συνιστάται και λειτουργεί Μητρώο Κέντρων Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, το οποίο τηρείται στο ΕΚΚΑ, στο οποίο εγγράφονται υποχρεωτικά όλα τα Κέντρα Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων και καταχωρίζονται τα κάτωθι στοιχεία:
α) Στοιχεία του ακινήτου, επί του οποίου στεγάζεται το Κέντρο και συγκεκριμένα, το ακριβές εμβαδόν του ακινήτου, η διεύθυνση αυτού, πλήρη στοιχεία του κυρίου του ακινήτου και αναγραφή των τίτλων κυριότητας.
β) Πλήρης καταγραφή των στοιχείων της άδειας λειτουργίας του κάθε Κέντρου, εφόσον υπάρχει.
γ) Περιγραφή της δυναμικότητας φιλοξενίας του κάθε Κέντρου, ήτοι αναφορά στο συγκεκριμένο αριθμό κλινών, που διαθέτει και αναφορά σε μέγιστο αριθμό ανηλίκων, που δύναται να φιλοξενήσει.
δ) Καταγραφή της ηλικιακής ομάδας, του φύλου και άλλων στοιχείων των ανηλίκων που δύναται να φιλοξενήσει.
ε) Πλήρης καταγραφή της τρέχουσας κατάστασης πληρότητας του Κέντρου Φιλοξενίας με το σύνολο των στοιχείων φιλοξενουμένων ασυνόδευτων ανηλίκων.
στ) Πλήρης καταγραφή των προσώπων που παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο Κέντρο Φιλοξενίας, είτε επ' αμοιβή είτε ως εθελοντές.
ζ) Στοιχεία που αφορούν στη χρηματοδότηση του κάθε Κέντρου Φιλοξενίας.

2. Το ΕΚΚΑ έχει την υποχρέωση αναγραφής των στοιχείων των περ. α' έως δ' της παρ. 1 στο Μητρώο, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της αίτησης εκ μέρους των υπευθύνων του Κέντρου Φιλοξενίας, ώστε αυτό να λειτουργήσει ως Κέντρο Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων.

3. Υπεύθυνος επεξεργασίας του Μητρώου είναι ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΕΚΚΑ, ενώ με απόφαση του ΔΣ του ΕΚΚΑ ορίζονται ο αναπληρωτής του υπευθύνου και οι εξουσιοδοτημένοι χρήστες.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται η διαδικασία εγγραφής, υποβολής των στοιχείων και ενημέρωσης των αλλαγών, οι προϋποθέσεις καταστροφής με ευθύνη του υπευθύνου του Μητρώου τυχόν εσφαλμένων στοιχείων, οι τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις του Μητρώου, ζητήματα απευθείας ενημέρωσης και διασύνδεσης των Μητρώων και συγκεκριμένα των άρθρων 25 και 26 του παρόντος, η διαδικασία όχλησης από τις αρμόδιες υπηρεσίες σε περίπτωση παράλειψης ενημέρωσης ή πλημμελούς ενημέρωσης από τους υπόχρεους, οργανωτικά και τεχνικά θέματα απορρήτου και πολιτικής ασφάλειας της επεξεργασίας των δεδομένων του παρόντος, όπως δικαίωμα πρόσβασης και χρήσης, περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπεται η πρόσβαση, για ποιο σκοπό και υπό ποιους όρους, κρυπτογράφηση δεδομένων, ασφάλεια επικοινωνιών, εμπιστευτικότητα, χρήση τεχνικών ανωνυμοποίησης, και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος.

Άρθρο 27
Διεύθυνση Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων


1. Συνιστάται Διεύθυνση Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων στο ΕΚΚΑ, η οποία αποτελείται από τα εξής Τμήματα:
α) Τμήμα συντονισμού, υποστήριξης και αξιολόγησης επαγγελματιών επιτρόπων ασυνόδευτων ανηλίκων.
β) Τμήμα διαχείρισης αιτημάτων στέγασης ασυνόδευτων ανηλίκων.
γ) Τμήμα αξιολόγησης και εποπτείας κέντρων φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων.

2. Οι αρμοδιότητες της ανωτέρω Διεύθυνσης είναι οι εξής:
α) Η τήρηση των Μητρώων των άρθρων 24, 25 και 26 του παρόντος.
β) Η μέριμνα για την υλοποίηση της διαδικασίας επιλογής των επαγγελματιών επιτρόπων, που εγγράφονται στο σχετικό Μητρώο.
γ) Η κατάρτιση και διαρκής επιμόρφωση των επαγγελματιών επιτρόπων σε συνεργασία με άλλους φορείς.
δ) Ο συντονισμός και παρακολούθηση της διαδικασίας ορισμού και αντικατάστασης επαγγελματιών επιτρόπων, μέσω του αρμόδιου εισαγγελέα.
ε) Η παρακολούθηση, υποστήριξη και τακτική αξιολόγηση του έργου των επαγγελματιών επιτρόπων μέσω των αναφορών που υποβάλλουν οι ίδιοι, καθώς και μέσω διενέργειας επιτόπιων ελέγχων και ακροάσεων στα κέντρα φιλοξενίας των ασυνόδευτων ανηλίκων.
στ) Η υποστήριξη του έργου του Εποπτικού Συμβουλίου του άρθρου 19 με την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για τη λήψη αποφάσεων.
ζ) Η μέριμνα για την εξασφάλιση του δικαιώματος των υπό επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων να εκφράζουν την άποψή τους για τις ενέργειες του Επιτρόπου και να αξιολογούν τη συνεργασία τους μαζί του στο πλαίσιο του άρθρου 1647 ΑΚ.
η) Η διαχείριση των αιτημάτων στέγασης ασυνόδευτων ανηλίκων, η προτεραιοποίησή τους με κριτήρια ευαλωτότητας και ο συντονισμός των ενεργειών μετάβασης, τοποθέτησης και φιλοξενίας τους σε κατάλληλα διαμορφωμένα κέντρα φιλοξενίας που λειτουργούν συνεργαζόμενοι κρατικοί και μη φορείς.
θ) Η διαχείριση θέσεων προσωρινής φιλοξενίας (ασφαλείς ζώνες, ξενοδοχεία κ.α.) που λειτουργούν συνεργαζόμενοι κρατικοί και μη φορείς για την κάλυψη των άμεσων αναγκών στέγασης ασυνόδευτων ανηλίκων.
ι) Ο έλεγχος της εφαρμογής των προδιαγραφών λειτουργίας των κέντρων φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
ια) Η παρακολούθηση και τακτική αξιολόγηση της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχονται από τα κέντρα φιλοξενίας των ασυνόδευτων ανηλίκων.
ιβ) Η μέριμνα για την βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών των κέντρων φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων μέσω της συστηματικής διερεύνησης των δυσκολιών που παρουσιάζονται και την παροχή διαρκούς εκπαίδευσης και υποστήριξης του προσωπικού τους.
ιγ) Ο συντονισμός των ενεργειών που απαιτούνται για την μετεγκατάσταση ασυνόδευτων ανηλίκων προς άλλα κράτη στο πλαίσιο διακρατικών συμφωνιών.

Άρθρο 28
Διαδικασία επιλογής επαγγελματιών επιτρόπων


1. Η πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για εγγραφή στο Μητρώο απευθύνεται σε επαγγελματίες με γνώσεις ή εμπειρία σε ζητήματα που σχετίζονται με την προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων. Λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τη γεωγραφική κατανομή των επαγγελματιών επιτρόπων ανά εισαγγελία πρωτοδικών, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικότερες ανάγκες ανάλογα με τον αριθμό ασυνόδευτων ανηλίκων στην εκάστοτε περιφέρεια.

2. Τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που πρέπει να πληρούνται για την επιλογή ενός προσώπου ως επαγγελματία επιτρόπου, όπως ενδεικτικά η επαγγελματική εκπαίδευση και οι γλωσσικές δεξιότητες, τα κωλύματα, ο καθορισμός αριθμού ασυνόδευτων ανηλίκων ανά επαγγελματία επίτροπο, οι τεχνικές λεπτομέρειες εκπαίδευσης, διαρκούς επιμόρφωσής τους καθώς και της τακτικής αξιολόγησής τους, το είδος, οι όροι, το περιεχόμενο της σύμβασης, η αμοιβή τους και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομίας και Ανάπτυξης.

Άρθρο 29
Αναστολή, παύση και λήξη επιτροπείας


1. Η επιτροπεία αναστέλλεται με την υποβολή δήλωσης εξαφάνισης του ασυνόδευτου ανηλίκου ενώπιον των αρμόδιων αρχών και μέχρι την εύρεση του ανηλίκου ή την με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της επιτροπείας.

2. Η επιτροπεία λήγει πλην των περιπτώσεων που ορίζονται στον Αστικό Κώδικα και με την με οποιονδήποτε τρόπο αναχώρηση του ασυνόδευτου ανηλίκου από τη χώρα.

3. Οι διατάξεις των άρθρων 1650 και 1651 ΑΚ εφαρμόζονται και στην επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων με την έκδοση πράξης του αρμόδιου εισαγγελέα.

Άρθρο 30
Διαγραφή από το Μητρώο Επαγγελματιών Επιτρόπων


Η διαγραφή από το Μητρώο Επαγγελματιών Επιτρόπων του άρθρου 25 πραγματοποιείται με απόφαση του Προέδρου του ΕΚΚΑ, κατόπιν εισήγησης της Διεύθυνσης Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Μετά από αίτημα του επαγγελματία επιτρόπου.
β) Σε περίπτωση απώλειας της δικαιοπρακτικής ικανότητας ή θανάτου του επιτρόπου.
γ) Σε περίπτωση καταδίκης ή άσκησης ποινικής δίωξης για κακούργημα, καθώς και για τα αδικήματα εκείνα που επισύρουν έκπτωση από τη γονική μέριμνα, σύμφωνα με το άρθρο 1537 ΑΚ, ιδίως για κακοποίηση ή παραμέληση ανηλίκου, για το αδίκημα της πορνογραφίας ανηλίκων, μαστροπείας, σωματεμπορίας, ασέλγειας με ανήλικο έναντι αμοιβής, αποπλάνησης παιδιών, καθώς και για όσα προβλέπονται από τη νομοθεσία για τα ναρκωτικά ή την εμπορία οργάνων.
δ) Σε περίπτωση σοβαρής πλημμέλειας κατά την άσκηση των καθηκόντων του επιτρόπου, κατά παράβαση των όρων της σύμβασης και των διατάξεων του παρόντος.
ε) Σε περίπτωση παύσης της επιτροπείας κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1650 και 1651 ΑΚ και την έκδοση των σχετικών πράξεων του αρμοδίου εισαγγελέα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του αρ 29 του παρόντος.

Άρθρο 31
Καταργούμενες διατάζεις


Με την έναρξη ισχύος του παρόντος Μέρους, σύμφωνα με το άρθρο 32, η παρ. 1 του άρθρου 19 του π.δ. 220/2007 (Α' 251) καταργείται.

Άρθρο 32
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος Μέρους αρχίζει από την έκδοση της απόφασης που προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 19.

ΜΕΡΟΣ Δ'
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 33
Επίδομα αφερεγγυότητας ΟΑΕΔ


1. Η περ. δ' της παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 1836/1989 (Α' 79) αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) κάθε εργοδότης, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που η επιχείρησή του τέθηκε κατά το νόμο σε συλλογική διαδικασία, πέραν της περ. α', που στρέφεται κατά της περιουσίας του εργοδότη για την ικανοποίηση των πιστωτών του.»

2. Η παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 1/1990 (Α' 1) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Σκοπός του "Λογαριασμού προστασίας εργαζομένων από την αφερεγγυότητα του εργοδότη" είναι η πληρωμή ανεξόφλητων, λόγω αφερεγγυότητας του εργοδότη, αποδοχών μέχρι τριών (3) μηνών, που προέρχονται από σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας και εμπίπτουν στο χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών, που προηγείται της υποβολής της αίτησης ή της δήλωσης για κήρυξη της πτώχευσης, εφόσον εκδοθεί απόφαση που κηρύσσει τον εργοδότη σε πτώχευση ή διαπιστωθεί ότι η επιχείρηση έκλεισε οριστικά και ότι λόγω ανεπάρκειας του ενεργητικού δεν δικαιολογείται η έναρξη διαδικασίας πτωχεύσεως, ή από τη δημοσίευση της προβλεπόμενης από τη νομοθεσία ιδιωτικής ασφάλισης, υπουργικής απόφασης περί ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ή από τη δημοσίευση της απόφασης, με την οποία ο εργοδότης τίθεται σε συλλογική διαδικασία, πέραν της πτώχευσης, που στρέφεται κατά της περιουσίας του για την ικανοποίηση των πιστωτών του.»

3. Η περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 1 του π.δ. 1/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) η επιχείρησή του τέθηκε κατά το νόμο σε συλλογική διαδικασία, πέραν της περ. α', που στρέφεται κατά της περιουσίας του για την ικανοποίηση των πιστωτών του.»

4. Η παρ. 4 του άρθρου 5 του π.δ. 1/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Το δικαίωμα για πληρωμή ανεξόφλητων αποδοχών στον εργαζόμενο από τον "Λογαριασμό προστασίας εργαζομένων από την αφερεγγυότητα του εργοδότη" ασκείται με έγγραφη αίτηση του εργαζομένου προς την αρμόδια, σύμφωνα με την παρ. 1, Υπηρεσία του ΟΑΕΔ, το αργότερο μέσα σε ένα εξάμηνο από τη δημοσίευση της απόφασης για την κήρυξη του εργοδότη σε κατάσταση πτώχευσης, ή από τη δημοσίευση της προβλεπόμενης από τη νομοθεσία ιδιωτικής ασφάλισης, υπουργικής απόφασης περί ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ή από τη δημοσίευση της απόφασης με την οποία ο εργοδότης τίθεται σε συλλογική διαδικασία, πέραν της πτώχευσης, που στρέφεται κατά της περιουσίας του για την ικανοποίηση των πιστωτών του.»

5. Η περ. α' της παρ. 5 του άρθρου 5α του π.δ. 1/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Την απόφαση της αρχής του κράτους - μέλους με την οποία ο εργοδότης κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης, ή με την οποία διαπιστώθηκε ότι η επιχείρηση ή εγκατάστασή του έκλεισε οριστικά και ότι η ανεπάρκεια των διαθέσιμων ενεργητικών στοιχείων δεν δικαιολογεί την έναρξη της διαδικασίας, ή με την οποία τέθηκε σε συλλογική διαδικασία, πέραν της πτώχευσης, που στρέφεται κατά της περιουσίας του εργοδότη για την ικανοποίηση των πιστωτών του, από την οποία προκύπτουν οι ανεξόφλητες απαιτήσεις που αναγγέλθηκαν, τυχόν, προς επαλήθευση ή ικανοποίηση,»

Άρθρο 34
Επίδομα ανεργίας συμμετεχόντων σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης


1. Η παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4144/2013 (Α' 88) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ανεργοι εγγεγραμμένοι στα μητρώα του ΟΑΕΔ, που συμμετέχουν ή θα συμμετάσχουν σε πρόγραμμα εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης, παραμένουν εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ και ο χρόνος εκπαίδευσής τους ή επαγγελματικής κατάρτισής τους μετράται ως χρόνος ανεργίας εφόσον:
α) είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων τουλάχιστον για τέσσερις (4) μήνες κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από την έναρξη του προγράμματος,
β) δηλώσουν τα στοιχεία του προγράμματος αυτού στον ΟΑΕΔ το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών μετά την πρώτη ανανέωση του δελτίου ανεργίας από την έναρξη του προγράμματος ή κατά την πρώτη μετά την έναρξη του προγράμματος αυτοπρόσωπη παρουσία τους στην αρμόδια Υπηρεσία ΚΠΑ2, και
γ) έχουν παρέλθει τουλάχιστον δύο (2) ημερολογιακά έτη από το πέρας τυχόν προηγούμενης συμμετοχής τους σε πρόγραμμα εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης.
Κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής τους ή της επαγγελματικής κατάρτισής τους, έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους λοιπούς εγγεγραμμένους στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ.»

2. Οσοι μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος διαγράφηκαν από τα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, είτε επειδή δεν πληρούσαν την προϋπόθεση της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 4144/2013 είτε επειδή δεν τήρησαν την προϋπόθεση της περ. β' της ιδίας παραγράφου, μπορούν να υποβάλουν εντός ενενήντα (90) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, αίτηση επανεγγραφής στα μητρώα του ΟΑΕΔ, για την αποκατάσταση της συνέχειας της κατάστασης ανεργίας τους από την ανωτέρω διαγραφή και τη συνέχιση της καταβολής του τυχόν δικαιούμενου επιδόματος ανεργίας, αναδρομικά από την ημερομηνία διαγραφής.

3. Όσοι από τους αναφερόμενους στην προηγούμενη παράγραφο, μετά τη διαγραφή τους από τα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ και πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, επανεγγράφηκαν ως νέοι άνεργοι, μπορούν να υποβάλουν εντός ενενήντα (90) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, αίτηση για την αποκατάσταση της συνέχειας της κατάστασης ανεργίας τους από την ανωτέρω διαγραφή και τη συνέχιση της καταβολής του τυχόν δικαιούμενου επιδόματος ανεργίας, αναδρομικά από την ημερομηνία διαγραφής.

4. Αν για κάποιον από τους αναφερόμενους στις παρ. 2 και 3, μεταξύ της ως άνω διαγραφής του και της αίτησής του, συνέτρεξε και έτερος λόγος διαγραφής του, η αποκατάσταση της συνέχειας της κατάστασης ανεργίας του και η καταβολή τυχόν δικαιούμενου επιδόματος ανεργίας από την ημερομηνία της κατά την παρ. 2 διαγραφής του, μπορεί να εκταθεί μέχρι το χρονικό σημείο που προέκυψε ο λόγος αυτός. Περαιτέρω αιτήματα συνέχισης της κατάστασης ανεργίας του, εξετάζονται από τον ΟΑΕΔ κατά την κείμενη νομοθεσία.

Άρθρο 35
Τροποποίηση του άρθρου 74 του ν. 3746/2009 (Α' 27)


Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 3746/2009 (Α' 27) προστίθεται περ. γ' ως εξής:
«γ. Η εφάπαξ οικονομική ενίσχυση της περ. β' είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης διάταξης, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη Φορολογική Διοίκηση και το υπόλοιπο Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα.»

Άρθρο 36
Παραχώρηση ακινήτων ΟΑΕΔ


Η παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 4315/2014 (Α' 269) αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Επιτρέπεται η παραχώρηση κατά χρήση ακινήτων ιδιοκτησίας του ΟΑΕΔ σε Υπηρεσίες του Δημοσίου, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα, σε λοιπά νομικά πρόσωπα κοινωφελούς ή ανθρωπιστικού χαρακτήρα προς χρήση που θα εξυπηρετεί δημόσιο ή κοινωφελή σκοπό, σε φορείς κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, καθώς και σε δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Η παραχώρηση της χρήσης πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ. Με την ως άνω απόφαση καθορίζονται η διάρκεια της παραχώρησης της χρήσης, οι υποχρεώσεις του φορέα προς τον οποίο γίνεται η παραχώρηση, το τυχόν αντάλλαγμα, η δικαιούμενη επιφάνεια για τις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι δαπάνες διαμόρφωσης, συντήρησης, λειτουργίας, έκδοσης πολεοδομικών ή άλλων αδειών κλπ. βαρύνουν τον φορέα προς τον οποίο γίνεται η παραχώρηση. Ειδικά σε περίπτωση μίσθωσης, οι σχετικές δαπάνες μπορούν να συμψηφίζονται με το μηνιαίο μίσθωμα, κατόπιν απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ.»

Άρθρο 37
Παραχώρηση ακινήτων για πολιτιστικές και λοιπές χρήσεις


Ακίνητα που ανήκουν σε φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μπορούν να παραχωρούνται βραχυχρόνια σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα για πολιτιστικές ή αντίστοιχες εκδηλώσεις, δράσεις και ενέργειες συμβατές με το χαρακτήρα των ακινήτων. Η παραχώρηση της χρήσης πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ιδιοκτήτη φορέα. Με την απόφαση του προηγούμενου εδαφίου καθορίζονται η διάρκεια της παραχώρησης, οι υποχρεώσεις του προσώπου προς το οποίο γίνεται η παραχώρηση, το τυχόν αντάλλαγμα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι δαπάνες διαμόρφωσης, συντήρησης, λειτουργίας, έκδοσης πολεοδομικών ή άλλων αδειών βαρύνουν το φυσικό ή νομικό πρόσωπο προς το οποίο γίνεται η παραχώρηση.

Άρθρο 38
Ελεύθεροι χώροι οικισμών τ. ΟΕΚ


Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 54 του ν. 4430/2016 (Α' 205) εφαρμόζεται αναλόγως και στην περίπτωση των ελεύθερων χώρων οικισμών του τέως Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) και ήδη του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), που είναι σε κοινή χρήση.

Άρθρο 39
Επιχορήγηση κλάδου ανεργίας - στράτευσης ΟΑΕΔ


1. Η παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 1545/1985 (Α' 91) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ο ΟΑΕΔ επιχορηγείται κατ' έτος από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για την ενίσχυση του κλάδου Ανεργίας - Στράτευσης.»

2. Ως επιχορηγήσεις του κλάδου Ανεργίας - Στράτευσης, κατά την παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 1545/1985, που έχουν ήδη εκταμιευθεί από το 2004 μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, θεωρούνται τα ποσά που είχαν εγγραφεί κατ' έτος στον Κρατικό Προϋπολογισμό για την ενίσχυση του κλάδου και αποδόθηκαν στον ΟΑΕΔ.

Άρθρο 40
Ηλεκτρονική κοινοποίηση εγγράφων και πράξεων του ΣΕΠΕ


Το άρθρο 27 του ν. 3996/2011 (Α' 170) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η κοινοποίηση κάθε είδους διοικητικής πράξης και εγγράφου που εκδίδεται από όλα τα όργανα και τις Υπηρεσίες του ΣΕΠΕ πραγματοποιείται μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος του ΣΕΠΕ (ΟΠΣ - ΣΕΠΕ), με ανάρτηση στον προσωπικό λογαριασμό του αποδέκτη και παράλληλη αποστολή ειδοποίησης στο ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο.
2. Οι ανωτέρω πράξεις και έγγραφα θεωρείται ότι έχουν νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση πέντε (5) ημερών από την επόμενη ημέρα της ημερομηνίας ανάρτησης και αποστολής ειδοποίησης στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, της προθεσμίας αυτής αρχομένης από οποιαδήποτε ενέργεια (ανάρτηση ή ηλεκτρονική ειδοποίηση) λάβει χώρα τελευταία, εφόσον δεν προκύπτει προγενέστερος χρόνος παραλαβής του κοινοποιούμενου εγγράφου ή της κοινοποιούμενης πράξης.
3. Η κοινοποίηση συνοδεύεται από έκδοση εκτυπώσιμης ηλεκτρονικής βεβαίωσης ολοκλήρωσής της, στην οποία αναγράφονται η ημερομηνία και η ώρα κοινοποίησης, ο αριθμός πρωτοκόλλου της βεβαίωσης κοινοποίησης, η επωνυμία ή το ονοματεπώνυμο και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) του εργοδότη καθώς και το είδος, ο αριθμός πρωτοκόλλου, η ημερομηνία και το όργανο έκδοσης της κοινοποιούμενης πράξης ή του κοινοποιούμενου εγγράφου. Η ηλεκτρονική βεβαίωση ολοκλήρωσης αρχειοθετείται στον προσωπικό λογαριασμό του χρήστη και στο φάκελο («προφίλ») του εργοδότη που τηρείται στο ΟΠΣ - ΣΕΠΕ.
4. Οι αποδέκτες των πράξεων και των εγγράφων δεν μπορούν να επικαλούνται έναντι των οργάνων και των Υπηρεσιών του ΣΕΠΕ οποιαδήποτε μεταβολή της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, την οποία δεν έχουν δηλώσει μέσω του ΟΠΣ - ΣΕΠΕ και μέχρι το χρόνο ενημέρωσης της μεταβολής αυτής.
5. Υπό την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου, όταν για οποιοδήποτε λόγο δεν είναι δυνατή η κοινοποίηση μέσω του ΟΠΣ - ΣΕΠΕ καθώς και σε επείγουσες περιπτώσεις, η κοινοποίηση πραγματοποιείται με κάθε πρόσφορο τρόπο, όπως ιδίως με αποστολή με συστημένη επιστολή ή επίδοση με δικαστικό επιμελητή.»

Άρθρο 41
Αναγνώριση Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος ως ισότιμου κοινωνικού εταίρου


1. Ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ) συμμετέχει με εκπρόσωπο του σε όλα τα διοικητικά συμβούλια και συλλογικά όργανα και τις εκπροσωπήσεις της χώρας στο εσωτερικό και εξωτερικό, όπου προβλέπεται συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.

2. Στις περιπτώσεις που η εκπροσώπηση των κοινωνικών εταίρων δεν προβλέπεται από κοινού, προστίθεται, αντιστοίχως, ένας εκπρόσωπος του ΣΒΒΕ και ένας εκπρόσωπος της ΓΣΕΕ. Στις περιπτώσεις αυτές, η τρέχουσα δαπάνη λειτουργίας του οικείου συλλογικού οργάνου παραμένει ως έχει, επιμεριζόμενου του συνολικού ποσού αποζημίωσης των μελών του και στους προστιθέμενους ως άνω εκπροσώπους.

3. Για τη διεύρυνση των συλλογικών οργάνων, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, απαιτείται η προηγούμενη έκδοση απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού.

4. Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 3, τα συλλογικά όργανα συνεχίζουν να λειτουργούν νόμιμα ως έχουν.

Άρθρο 42
Καθορισμός της 26ης Δεκεμβρίου ως ημέρας υποχρεωτικής αργίας


1. Στην παρ. 1 του άρθρου 4 του β.δ. 748/1966 (Α' 179) προστίθεται περ. ε' ως εξής:
«ε) Η 26η Δεκεμβρίου.»

2. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν.δ. 3755/1957 (Α' 182) προστίθεται η φράση «και ζ) η της 26ης Δεκεμβρίου».

3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η υπ' αριθμ. 59635/1063/13.12.2017 απόφαση της Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β' 4487).

Άρθρο 43
Κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία


1. Η παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 4430/2016 (Α' 205) καταργείται.

2. To δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 11 του ν. 4430/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε κάθε περίπτωση το επιβληθέν πρόστιμο δε μπορεί να είναι μικρότερο των διακοσίων (200) ευρώ και μεγαλύτερο των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.».

3. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4430/2016 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Μέλη των Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ευάλωτων Ομάδων μπορούν να γίνουν ενήλικα φυσικά πρόσωπα, χωρίς να απαιτείται να έχουν την ικανότητα για δικαιοπραξία, κατά παρέκκλιση της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 1667/1986 (Α' 196).»

4. Η περ. β' της παρ. 6 του άρθρου 26 του ν. 4430/2016 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:
«β. Ως προς τις ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις, τα μέλη του Συνεταιρισμού Εργαζομένων υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ, για κύρια ασφάλιση και υγειονομική περίθαλψη, και από 1.1.2017 στον ΕΦΚΑ.
Τα ανωτέρω πρόσωπα καταβάλλουν μέχρι 31.12.2016, για τους ανωτέρω κλάδους ασφάλισης, τις προβλεπόμενες για τον ΟΑΕΕ ασφαλιστικές εισφορές.
Από 1.1.2017 καταβάλλουν τις ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τις παρ. 1 έως 3 του άρθρου 39 και την παρ. 2 του άρθρου 41 του ν.4387/2016 (Α' 85) για τους ασφαλισμένους που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα και υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ βάσει των σχετικών διατάξεων του τέως ΟΑΕΕ.
Μέλη του Συνεταιρισμού που ασκούν για λογαριασμό αυτού τεχνικές ή οικοδομικές εργασίες, για την άσκηση των οποίων υπάγονται στις ειδικές διατάξεις του ΣΤ' Κεφαλαίου του Κανονισμού Ασφάλισης του τέως ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, υπάγονται στην ασφάλιση του τέως ΙΚΑ - ΕΤΑΜ για κύρια ασφάλιση και υγειονομική περίθαλψη και του τέως ΕΤΕΑΜ για επικουρική ασφάλιση, και από 1.1.2017 στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ.
Αν τα μέλη του Συνεταιρισμού ασκούν παράλληλα και άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, μέχρι 31.12.2016 έχουν εφαρμογή οι σχετικές γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις των πρώην φορέων κύριας ασφάλισης, στους οποίους υπάγονται για την ασκούμενη επαγγελματική τους δραστηριότητα, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 2084/1992 (Α' 165) για τα μέλη του Συνεταιρισμού που έχουν υπαχθεί στην κοινωνική ασφάλιση μετά την 1η.1.1993 (νέοι ασφαλισμένοι). Από 1.1.2017 έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 36 του ν. 4387/2016

5. Εάν από την εφαρμογή της παρ. 4 προκύψουν οφειλές των ασφαλισμένων και των εργοδοτών, αυτές δεν επιβαρύνονται με προσαυξήσεις και τυχόν πρόστιμα, εφόσον εξοφληθούν εντός εξαμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Εάν δεν εξοφληθούν εντός της εξάμηνης προθεσμίας, επιβαρύνονται με προσαυξήσεις μετά τη λήξη αυτής.

Άρθρο 44
Αξιοποίηση ακινήτων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για κοινωφελείς και ανθρωπιστικούς σκοπούς


1. Η παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 4386/2016 (Α' 83) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η αξιοποίηση (εκμίσθωση, εκποίηση, παραχώρηση με ή άνευ ανταλλάγματος κλπ) και διαχείριση της ακίνητης περιουσίας των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που θέτει τους όρους της αξιοποίησης, μετά από πρόταση του Γενικού Γραμματέα Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η ακίνητη περιουσία δύναται να παραχωρείται προς χρήση σε Υπηρεσίες του Δημοσίου, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα προς υλοποίηση έργων ή προγραμμάτων κοινωφελούς ή προνοιακού χαρακτήρα. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, δύνανται να καθορίζονται θέματα σχετικά με τη διαδικασία και τα προσκομιζόμενα έγγραφα που συνοδεύουν τα αιτήματα στις περιπτώσεις παραχώρησης ή εν γένει αξιοποίησης της περιουσίας, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.»

2. Το τρίτο εδάφιο της περ. β' της παρ. 29 του άρθρου 9 του ν. 4052/2012 (Α' 41) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η αξιοποίηση (ιδίως εκμίσθωση, εκποίηση, παραχώρηση με ή άνευ ανταλλάγματος κλπ) και διαχείριση της ως άνω κινητής και ακίνητης περιουσίας πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που θέτει τους όρους της αξιοποίησης, μετά από πρόταση του Γενικού Γραμματέα Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η ακίνητη περιουσία δύναται να παραχωρείται προς χρήση σε Υπηρεσίες του Δημοσίου, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα προς υλοποίηση έργων ή προγραμμάτων κοινωφελούς ή προνοιακού χαρακτήρα. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, δύνανται να καθορίζονται θέματα σχετικά με τη διαδικασία και τα προσκομιζόμενα έγγραφα που συνοδεύουν τα αιτήματα στις περιπτώσεις παραχώρησης, διάθεσης, εκποίησης ή εν γένει αξιοποίησης της περιουσίας, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.»

3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η παρ. 2 του άρθρου 6 της υπ' αριθμ. ΔΕ/727/22.9.1992 κοινής υπουργικής απόφασης (Β' 578).

Άρθρο 45
Συμβάσεις με φορείς παροχής συγκοινωνιακού έργου


Η ισχύς των συμβάσεων μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και των φορέων παροχής συγκοινωνιακού έργου, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 30 του ν. 4313/2014 (Α' 261), του άρθρου 6 του ν. 3920/2011 (Α' 33), του άρθρου 10 του ν. 2963/2001 (Α' 268), των άρθρων 22 έως 25 του ν. 2072/1992 (Α' 125), του άρθρου 10 του ν. 1910/1944 (Α' 229) και των υπουργικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση αυτών, καθώς και των κοινών υπουργικών αποφάσεων που επέχουν θέση συμβάσεων δυνάμει του άρθρου 86 του ν. 4530/2018 (Α' 59), για τη δωρεάν ή με μειωμένο κόμιστρο μετακίνηση ειδικών κατηγοριών πληθυσμού, αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του έτους αναφοράς, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας υπογραφής των συμβάσεων και έκδοσης των υπουργικών αποφάσεων, αντίστοιχα.

Άρθρο 46
Κοινωνική προστασία πολιτών τρίτων χωρών


Στην παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 4251/2014 (Α' 80) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
«Οι διατάξεις του ν.δ. 162/1973 (Α' 227, διόρθωση σφαλμάτων Α' 298), του άρθρου 22 του ν. 2646/1998 (Α' 236), καθώς και οι κανονιστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση αυτών, εφαρμόζονται και στους πολίτες τρίτων χωρών, στους οποίους χορηγείται άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.»

Άρθρο 47
Κοινωνικές πολιτικές από τα έσοδα του πρωτοχρονιάτικου λαχείου


1. Στο άρθρο τρίτο του ν. 4183/2013 (Α' 186) διαγράφεται η φράση «και (γ)»

2. Στο άρθρο τρίτο του ν. 4183/2013 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
«Με κοινή απόφαση τωυ Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών καθορίζεται η διάθεση, διαχείριση και κατανομή των καθαρών εσόδων του Ειδικού Κρατικού (Πρωτοχρονιάτικου) Λαχείου Κοινωνικής Αντίληψης για κοινωνικές πολιτικές σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως ορίζεται στο άρθρο 11.1 (γ) της Σύμβασης Παραχώρησης που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του παρόντος νόμου, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος εδαφίου.»

Άρθρο 48
Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης


1. Η παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3106/2003 (Α' 30) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η θεσμική αποστολή του Ε.Κ.Κ.Α. είναι:
α) η αποτελεσματική αντιμετώπιση καταστάσεων κοινωνικής ανάγκης, κοινωνικού αποκλεισμού και κρίσεων, με την ανάπτυξη ποιοτικών, καινοτόμων και εξειδικευμένων δράσεων, τη διάχυση αυτών στο σύστημα κοινωνικής αλληλεγγύης, την ανάπτυξη δικτύων κοινωνικής προστασίας με τη συμμετοχή φορέων και ατόμων σε τοπικό και εθνικό επίπεδο και συμμετοχή σε σχετικά εθνικά και διεθνή δίκτυα κοινωνικών και επιστημονικών φορέων και συντονισμό του υφιστάμενου δικτύου παροχής υπηρεσιών.
β) η γνωμοδότηση για θέματα κοινωνικής πολιτικής που παραπέμπονται σε αυτό από το Υπουργείο Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και η εισήγηση μέτρων για την βελτίωση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας των υπηρεσιών που παρέχονται από τους φορείς κοινωνικής φροντίδας.
Σκοπός του Ε.Κ.Κ.Α. είναι η παροχή προστασίας και ψυχοκοινωνικής στήριξης, καθώς και ο συντονισμός του δικτύου παροχής υπηρεσιών κοινωνικής στήριξης σε άτομα, οικογένειες και πληθυσμιακές ομάδες που περιέρχονται σε κατάσταση κοινωνικής ανάγκης ή απειλούνται από φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό. Ως άτομα ή ομάδες που απειλούνται από κοινωνικό αποκλεισμό νοούνται οι ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού και εν γένει αυτές που έχουν περιορισμένη ή καθόλου πρόσβαση σε κοινωνικά και δημόσια αγαθά και δυσκολεύονται ή αδυνατούν σε πολλά επίπεδα και σε διάφορους τομείς να έχουν ποιότητα ζωής.»

2. Η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3106/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το Ε.Κ.Κ.Α. διοικείται από ενδεκαμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.), με ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη, και αποτελείται από:
α) έξι (6) καταξιωμένα και αναγνωρισμένα πρόσωπα που δύνανται να επιλέγονται ιδίως από τον χώρο της κοινωνικής φροντίδας, της ακαδημαϊκής κοινότητας, της διοίκησης, των μέσων ενημέρωσης και μπορούν με τις γνώσεις και την πείρα τους να συμβάλουν αποτελεσματικά στην επίτευξη των σκοπών του,
β) έναν (1) εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ) που προτείνεται από το Δ.Σ. αυτής,
γ) έναν (1) εκπρόσωπο του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος (Σ.Κ.Λ.Ε.), που προτείνεται από το Δ.Σ αυτού,
δ) έναν (1) εκλεγμένο εκπρόσωπο των εργαζομένων στο Ε.Κ.Κ.Α.,
ε) έναν (1) εκπρόσωπο της ΗΔΙΚΑ Α.Ε., που προτείνεται από το Δ.Σ. αυτής, και
στ) έναν (1) εκπρόσωπο της ΕΣΑΜΕΑ, που προτείνεται από το Δ.Σ. αυτής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ε.Κ.Κ.Α., που συγκροτήθηκε δυνάμει των υπ' αριθμ. 10878/2833/2016 (ΥΟΔΔ 307) και 17898/5662/2017 (ΥΟΔΔ 259) αποφάσεων του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, συνεχίζει να λειτουργεί και να ασκεί τις αρμοδιότητες του μέχρι την έκδοση του οργανισμού του, σύμφωνα με το άρθρο 54 του ν. 4178/2013 (Α' 174).»

Άρθρο 49
Εκκαθάριση δαπανών


Πραγματοποιηθείσες δαπάνες του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ή δαπάνες που βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι οποίες αφορούν τη λειτουργία, συντήρηση και επέκταση του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος του ΣΕΠΕ (ΟΠΣ-ΣΕΠΕ), την προμήθεια καυσίμων για τη διενέργεια ελέγχων από το ΣΕΠΕ, δαπάνες ηλεκτρικής ενέργειας, ύδρευσης, τηλεπικοινωνιών, ενοικίων, προμηθειών και υπηρεσιών, καθαριότητας και φύλαξης θεωρούνται σύννομες, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, και εφόσον δεν έχουν πληρωθεί, δύνανται να πληρώνονται από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Άρθρο 50
Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης


1. Στην περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 12 του π.δ. 134/2017 (Α' 168) προστίθεται υποπερ. εε' ως εξής:
«εε) Η μελέτη και κατάρτιση τεχνικών προδιαγραφών των εφοδίων εκτάκτων αναγκών. Η πρόταση προμήθειας, εφοδιασμού, διακίνησης, διαλογής και επισκευής του υλικού αυτού, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Υπουργείου και την Κεντρική Αποθήκη Υλικού του Υπουργείου Υγείας όπου φυλάσσεται το υλικό αυτό, καθώς και τις Περιφέρειες.»

2. Στην υποπερ. δδ' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 15 του π.δ. 134/2017 διαγράφεται η φράση «στο πλαίσιο προγραμμάτων για την παροχή στεγαστικής προστασίας σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού».

3. Στο τέλος της υποπερ. στστ' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 15 του π.δ. 134/2017 προστίθεται η φράση «και το άρθρο 47 του ν. 4386/2016».

4. Η υποπερ. ηη' της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 16 του π.δ. 134/2017 καταργείται.

5. Η υποπερ. ηη' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 16 του π.δ. 134/2017 καταργείται και η επόμενη υποπερίπτωση αναριθμείται αναλόγως.

6. Η υποπερ. ββ' της περ. γ' της παρ. 3 του άρθρου 16 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«ββ) Η έγκριση των ισολογισμών, των απολογισμών και των οικονομικών καταστάσεων που προβλέπονται από το π.δ. 80/1997 (Α' 68) των εποπτευόμενων φορέων, όπως επίσης και του Μ.Τ.Π.Υ., της Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε. και της Ε.Α.Α., καθώς και ο έλεγχος των εκθέσεων των ορκωτών ελεγκτών που προβλέπονται από το άρθρο 84 του ν. 2084/1992 (Α' 165).

7. Οι υποπερ. στστ' και ζζ' της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 24 του π.δ. 134/2017 αντικαθίστανται ως εξής:
«στστ) ο καθορισμός των όρων και προϋποθέσεων σύστασης, οργάνωσης και λειτουργίας Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) ή άλλων φορέων ιδιωτικής κοινωφελούς πρωτοβουλίας (σωματείων, οργανώσεων κλπ), καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες για την προστασία της οικογένειας και του παιδιού.
ζζ) η έκδοση πράξεων σύστασης, κατάρτισης, μεταφοράς, συγχώνευσης, μετατροπής και έγκρισης των οργανισμών και κανονισμών εσωτερικής λειτουργίας Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. (σωματεία, οργανώσεις κλπ), καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων, που αφορούν στην προστασία της οικογένειας και του παιδιού και η εποπτεία και παρακολούθηση της δράσης τους.»

8. Η υποπερ. ιι' της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 24 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιι) Η εισήγηση και υποβολή προτάσεων προγραμμάτων για την προστασία της οικογένειας και του παιδιού, η εισήγηση προτάσεων των φορέων σχετικά με την ανέγερση και τη βελτίωση υποδομών, καθώς και η έγκριση, από άποψη σκοπιμότητας, για την ένταξη των ανωτέρω στο Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων ή σε άλλα προγράμματα συγχρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση.»

9. Στην περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 24 του π.δ. 134/2017 προστίθεται υποπερ. ιγιγ' ως εξής:
«ιγιγ) Η εισήγηση για τη σκοπιμότητα αξιοποίησης της κινητής και ακίνητης περιουσίας που περιήλθε στο Υπουργείο με το άρθρο 9 του ν. 4052/2012 (Α' 41), σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης.»

10. Η υποπερ. ιβιβ' της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 24 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιβιβ) Η εισήγηση για επιχορήγηση νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που παρέχουν υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας σε θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης απευθείας μέσω των Περιφερειών. Η εισήγηση για επιχορήγηση από το προϊόν του Ειδικού Κρατικού Λαχείου των ως άνω φορέων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης προς τη Διεύθυνση Κοινωνικής Ένταξης και Κοινωνικής Συνοχής.»

11. Στην περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 24 του π.δ. 134/2017 προστίθεται υποπερ. ιγιγ' ως εξής:
«ιγιγ) Ο καθορισμός των όρων και προϋποθέσεων σύστασης, οργάνωσης και λειτουργίας των πάσης φύσεως φορέων κοινωνικής προστασίας για παιδιά με αναπηρία, καθώς και η έκδοση των αναγκαίων πράξεων σύστασης, κατάργησης, μεταφοράς, συγχώνευσης και μετατροπής τους και για τη χωροταξική κατανομή τους, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πολιτικών Ατόμων με Αναπηρία.»

12. Η υποπερ. στστ' της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 25 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«στστ) Ο καθορισμός των όρων και προϋποθέσεων σύστασης, οργάνωσης και λειτουργίας των πάσης φύσεως φορέων κοινωνικής προστασίας για άτομα με αναπηρία, καθώς και η έκδοση των αναγκαίων πράξεων σύστασης, κατάργησης, μεταφοράς, συγχώνευσης, μετατροπής τους και για τη χωροταξική κατανομή τους.»

13. Στην περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 25 του π.δ. 134/2017 προστίθενται υποπερ. ιστιστ' και ιζιζ' ως εξής:
«ιστιστ) Η άμεση εποπτεία και παρακολούθηση του έργου και της λειτουργίας νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου για άτομα με αναπηρία και η έμμεση εποπτεία και παρακολούθηση του έργου και της λειτουργίας φορέων νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου για άτομα με αναπηρία, καθώς και ο προσδιορισμός της οικονομικής ενίσχυσης αυτών.
ιζιζ) Η διαχείριση του ενιαίου Εθνικού Μητρώου δικαιούχων των κοινωνικών και προνοιακών επιδομάτων.»

14. Η υποπερ. γγ' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 25 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«γγ) Ο καθορισμός των όρων και προϋποθέσεων σύστασης, οργάνωσης και λειτουργίας νομικών προσώπων κάθε μορφής που παρέχουν οργανωμένες υπηρεσίες κλειστής προστασίας σε χρονίως πάσχοντες και ηλικιωμένους, καθώς και η εποπτεία και παρακολούθηση του έργου και της λειτουργίας τους.»

15. Η υποπερ. εε' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 25 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«εε) Ο καθορισμός των όρων και προϋποθέσεων ίδρυσης και λειτουργίας δομών ανοικτής προστασίας ηλικιωμένων και χρονίως πασχόντων από νομικά πρόσωπα κάθε μορφής, όπως επίσης, η εποπτεία και παρακολούθηση του έργου της λειτουργίας αυτών των δομών.»

16. Η υποπερ. στστ' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 25 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«στστ) Η εισήγηση, από άποψη σκοπιμότητας, για την έκδοση των αναγκαίων πράξεων σύστασης, κατάργησης, μεταφοράς και συγχώνευσης κοινωφελών ιδρυμάτων προστασίας χρονίως πασχόντων και ηλικιωμένων.»

17. Η υποπερ. δδ' της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 26 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«δδ) Η εισήγηση για τη σκοπιμότητα αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας που περιήλθε στο Υπουργείο με το άρθρο 47 του ν. 4386/2016 (Α' 83), σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης.»

18. Η υποπερ. εε' της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 26 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«εε) Ο συντονισμός και η παρακολούθηση θεμάτων που αφορούν την περιουσία που περιήλθε στο Υπουργείο με το άρθρο 47 του ν. 4386/2016 (Α' 83), σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις του Υπουργείου.»

19. Στην περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 26 του π.δ. 134/2017 προστίθεται υποπερ. ιι' ως εξής:
«ιι) Η συνεργασία με τους εποπτευόμενους φορείς της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας τους στο πλαίσιο προγραμμάτων για την παροχή στεγαστικής προστασίας σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.»

20. Η υποπερ. ιζιζ' της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 καταργείται.

21. Η υποπερ. ιστιστ' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως
«ιστιστ) Η παρακολούθηση και επεξεργασία των τηρούμενων στοιχείων στα Μητρώα του Ενιαίου Γεωπληροφοριακού Συστήματος του Εθνικού Μηχανισμού.»

22. Η υποπερ. ιζιζ' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 καταργείται και οι επόμενες υποπεριπτώσεις αναριθμούνται αντίστοιχα.

23. Η αναριθμημένη υποπερ. ιζιζ' της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιζιζ) Η λήψη κατάλληλων μέτρων, ώστε να τηρούνται οι κανόνες προστασίας δεδομένων των στοιχείων των Μητρώων του Ενιαίου Γεωπληροφοριακού Συστήματος του Εθνικού Μηχανισμού.»

24. Η υποπερ. ιειε' της περ. γ' της παρ. Β του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιειε) Η λήψη κατάλληλων μέτρων ώστε να τηρούνται οι κανόνες προστασίας δεδομένων των στοιχείων του Εθνικού Μητρώου Ιδιωτικών Φορέων Κοινωνικής Φροντίδας.»

25. Η υποπερ. ββ' της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Η παρακολούθηση και στατιστική επεξεργασία των τηρούμενων στοιχείων στο Εθνικό Μητρώο Ιδιωτικών Φορέων, καθώς και στο Μητρώο Δημόσιων Φορέων του Ενιαίου Γεωπληροφοριακού Συστήματος του Εθνικού Μηχανισμού.»

26. Η υποπερ. γγ' της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«γγ) Η διαχείριση της ηλεκτρονικής εγγραφής των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως η αποδοχή της υποβολής, η ενημέρωση του φορέα για τις απαιτούμενες διορθώσεις ή άλλα ζητήματα που ανακύπτουν κατά τη διαδικασία αυτή.»

27. Η υποπερ. θθ' της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«θθ) Η άμεση εποπτεία και παρακολούθηση της λειτουργίας νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου για παιδιά, ηλικιωμένα άτομα, άτομα με αναπηρία, χρονίως πάσχοντες και παιδιά με αναπηρία και η έμμεση εποπτεία και παρακολούθηση της λειτουργίας νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου για παιδιά, ηλικιωμένα άτομα, άτομα με αναπηρία, χρονίως πάσχοντες και παιδιά με αναπηρία.»

28. Η υποπερ. ιβιβ' της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιβιβ) Η συνεργασία, παρακολούθηση και αξιολόγηση της λειτουργίας του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Ε.Κ.Κ.Α), καθώς και ο καθορισμός της οικονομικής ενίσχυσής του, όπου προβλέπεται.»

29. Η υποπερ. ιγιγ' της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιγιγ) Η εισήγηση για την κατανομή επιχορηγήσεων μέσω των πιστώσεων του Ειδικού Κρατικού Λαχείου σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που παρέχουν υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας, κατόπιν εισήγησης των αρμόδιων Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Κοινωνικής Αλληλεγγύης.»

30. Οι υποπερ. εε', στστ' και ηη' της περ. δ' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 καταργούνται και οι λοιπές υποπεριπτώσεις αναριθμούνται αντίστοιχα.

31. Η υποπερ. αα' της περ. ε' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«αα) Η διαχείριση της ηλεκτρονικής εγγραφής των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως η αποδοχή της υποβολής, η ενημέρωση του φορέα για τις απαιτούμενες διορθώσεις, ή άλλα ζητήματα που ανακύπτουν κατά τη διαδικασία αυτή.»

32. Η υποπερ. γγ' της περ. ε' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«γγ) Η παρακολούθηση και στατιστική επεξεργασία των τηρούμενων στοιχείων στο Εθνικό Μητρώο Ιδιωτικών Φορέων, καθώς και στο Μητρώο Δημόσιων Φορέων του Ενιαίου Γεωπληροφοριακού Συστήματος του Εθνικού Μηχανισμού.»

33. Η υποπερ. δδ' της περ. ε' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«δδ) Η λήψη κατάλληλων προληπτικών μέτρων, ώστε να τηρούνται οι κανόνες προστασίας δεδομένων των στοιχείων του Εθνικού Μητρώου Κοινωνικής Φροντίδας, ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.»

34. Η υποπερ. εε' της περ. ε' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«εε) Η έγγραφη ενημέρωση των διοικήσεων των νομικών προσώπων του Εθνικού Μητρώου Ιδιωτικών Φορέων Κοινωνικής Φροντίδας, εντός ενός μηνός από τη διαπίστωση παράλειψης ενημέρωσης ή πλημμελούς ενημέρωσης του ηλεκτρονικού Εθνικού Μητρώου.»

35. Το άρθρο 42 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 42
Διάρθρωση Υπηρεσιών
Το Σ.ΕΠ.Ε, οι αρμοδιότητες του οποίου ασκούνται σε όλη την Ελληνική Επικράτεια από την Κεντρική και τις Περιφερειακές Υπηρεσίες του και την Υπηρεσία Ειδικών Επιθεωρητών, διαρθρώνεται ως εξής:
1. ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΙΔΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
α) Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων.
β) Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία.
γ) Διεύθυνση Υποστήριξης Σ.ΕΠ.Ε.
Β. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
α) Περιφερειακές Διευθύνσεις Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων,
β) Περιφερειακές Διευθύνσεις Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία.»

36. Η παρ. 3 του άρθρου 43 του π.δ. 134/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι θέσεις της Υπηρεσίας των Ειδικών Επιθεωρητών Εργασίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας κατανέμονται στην Κεντρική Υπηρεσία του ΣΕΠΕ και στις έδρες των Περιφερειακών Διευθύνσεων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων και Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία ως εξής:
α) Δώδεκα (12) θέσεις Προϊσταμένων Διεύθυνσης, εκ των οποίων: αα) Οκτώ (8) θέσεις Επιθεωρητών Εργασιακών Σχέσεων και ββ) Τέσσερις (4) θέσεις Επιθεωρητών Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία,
β) Είκοσι δύο (22) θέσεις Προϊσταμένων Τμημάτων, εκ των οποίων: αα) Δεκαπέντε (15) θέσεις Επιθεωρητών Εργασιακών Σχέσεων και ββ) Επτά (7) θέσεις Επιθεωρητών Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία.»

Άρθρο 51
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Πηγή: Taxheaven