ΣτΕ 537/2019 Λαθρεμπορία - Τεκμήριο αθωότητας

ΣτΕ 537/2019 Λαθρεμπορία - Τεκμήριο αθωότητας

Περίληψη

Επιμέλεια:
Επιστημονική Ομάδα TAXHEAVEN


Με την υπ’ αριθμό 537/2019 απόφασή του, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκανε δεκτή την οικεία Αίτηση Αναίρεσης του αρμοδίου Διευθυντή Τελωνείου και παρέπεμψε την υπόθεση προς νέα κρίση, στο δικάσαν Διοικητικό Εφετείο.

Όπως κρίθηκε, οι διατάξεις των άρθρων 89 παρ. 2 και 97 παρ. 3 και 8 του Τελωνειακού Κώδικα και του άρθρου 5 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως αυτές ίσχυαν κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, έχουν την έννοια ότι η διοικητική διαδικασία επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω της τελωνειακής παράβασης της λαθρεμπορίας, είναι αυτοτελής σε σχέση με την αντίστοιχη ποινική διαδικασία. Έτσι, το Διοικητικό Δικαστήριο, όταν κρίνει επί υπόθεσης επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω λαθρεμπορίας, δεν δεσμεύεται από την τυχόν προηγηθείσα απόφαση ποινικού δικαστηρίου, εκτός αν πρόκειται για αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση, οπότε δεσμεύεται ως προς την ενοχή του δράστη, αλλά υποχρεούται να τη συνεκτιμήσει κατά τη διαμόρφωση της κρίσης του.

Επιπλέον, το ΕΔΔΑ, ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνει το τεκμήριο της αθωότητας, έχει δεχθεί ότι απόφαση Διοικητικού Δικαστηρίου που έπεται τελικής αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου για το ίδιο πρόσωπο, δεν πρέπει να την παραβλέπει και να θέτει εν αμφιβόλω την αθώωση, έστω και αν αυτή εχώρησε λόγω αμφιβολιών. Ως τελική δε απόφαση, στο πλαίσιο της προαναφερόμενης νομολογίας, νοείται η αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου.

Ενόψει της νομολογίας του ΕΔΔΑ, το εκ των υστέρων επιλαμβανόμενο Διοικητικό Δικαστήριο, που κρίνει επί της διοικητικής παράβασης της λαθρεμπορίας, δεν δεσμεύεται από την οικεία αμετάκλητη αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, αλλά υποχρεούται να τη συνεκτιμήσει και μάλιστα, κατά τρόπο ειδικό, ώστε εφόσον αποκλίνει από τις ουσιαστικές κρίσεις του ποινικού δικαστή, να μην καταλείπονται εύλογες αμφιβολίες ως προς τον σεβασμό του τεκμηρίου της αθωότητας που απορρέει από την τελική έκβαση της ποινικής δίκης. Στο πλαίσιο αυτό, δεν αποκλείεται να στηρίξει την κρίση του, περί διάπραξης της αποδοθείσας παράβασης (και) σε στοιχεία που δεν είχε λάβει υπόψη του το ποινικό δικαστήριο ή στον διαφορετικό (χαμηλότερο) βαθμό/επίπεδο αποδείξεως των παραβάσεων φοροδιαφυγής που ισχύει στη διοικητική δίκη, σε σχέση με εκείνο που διέπει την ποινική δίκη, για τα αντίστοιχα ποινικά αδικήματα.

Εν προκειμένω, το Συμβούλιο της Επικρατείας κατέληξε στην κρίση ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, το δικάσαν δικαστήριο υπέλαβε ότι δεσμεύεται από την αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, η οποία μάλιστα, όπως ρητώς δέχεται, ήταν απλώς τελεσίδικη, χωρίς να εκφέρει ιδία κρίση, με βάση τα στοιχεία του φακέλου, ως προς τη διάπραξη ή μη της ένδικης τελωνειακής παράβασης, από τον αναιρεσίβλητο.

Αριθμός 537/2019

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Φεβρουαρίου 2019, με την εξής σύνθεση: Μ. Πικραμένος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Κ. Νικολάου, Ι. Σύμπλης, Σύμβουλοι, Μ.-Α. Τσακάλη, Γ. Φλίγγου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Κ. Κεχρολόγου.

Για να δικάσει την από 28 Ιανουαρίου 2009 αίτηση:

του Διευθυντή Τελωνείου ..., ο οποίος παρέστη με τον Δημήτριο Φαρμάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατά των: 1) ... εταιρείας με την επωνυμία "....", που εδρεύει στη ..., η οποία παρέστη με τον δικηγόρο ................... (Α.Μ. ...), που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο και 2) ...., κατοίκου εν ζωή ..., ο οποίος όμως απεβίωσε τη δε δίκη συνεχίζει ο κληρονόμος του ..., ο οποίος παρέστη με τον ως άνω δικηγόρο ............................., που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Διευθυντής επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθμ. 1313/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Μ.-Α. Τσακάλη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον εκπρόσωπο του αναιρεσείοντος Διευθυντή, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο της αναιρεσίβλητης εταιρείας και του συνεχίζοντος τη δίκη κληρονόμου του αποβιώσαντος αναιρεσίβλητου, ο οποίος δήλωσε στο ακροατήριο αλλαγή επωνυμίας της αναιρεσίβλητης εταιρείας σε ...." και στη συνέχεια ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο


1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως δεν απαιτείται κατά νόμο η καταβολή παραβόλου.

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία εισάγεται εκ νέου προς συζήτηση κατόπιν της 2512/2018 προδικαστικής αποφάσεως του Τμήματος, ζητείται η αναίρεση της 1313/2008 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, με την οποία, κατ’ αποδοχήν εφέσεως των αναιρεσιβλήτων, εξαφανίσθηκε η 135/2003 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λιβαδειάς (μεταβατική έδρα ...), και περαιτέρω, κατ’ αποδοχήν προσφυγής των ανωτέρω, ακυρώθηκε η .../...πράξη της Διευθύντριας του Τελωνείου .... Με την πράξη αυτή είχαν καταλογισθεί σε βάρος του δευτέρου των αναιρεσιβλήτων (νομίμου εκπροσώπου της αναιρεσίβλητης εταιρείας), ως υπαιτίου λαθρεμπορίας, πολλαπλά τέλη, κατ’ επιμερισμό, ύψους 146.500.000 δρχ., καθώς και διαφυγόντες δασμοί και λοιποί φόροι, ύψους 29.202.354 δρχ., και είχαν κηρυχθεί αμφότεροι αλληλεγγύως υπόχρεοι για την καταβολή του συνόλου των επιβληθέντων πολλαπλών τελών και διαφυγουσών δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, ύψους 397.061.021 δρχ.

3. Επειδή, όπως προκύπτει από την ήδη προσκομισθείσα (κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση) .../2009 ληξιαρχική πράξη θανάτου του ληξίαρχου του Δήμου .., ο αναιρεσίβλητος ... απεβίωσε στις ...2009, μετά δηλαδή την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως (30.1.2009), φέρεται δε ότι κατέλιπε ως πλησιέστερους συγγενείς .... (βλ. το .../...2009 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δημάρχου ...), εκ των οποίων οι δύο πρώτοι αποποιήθηκαν την επαχθείσα σε αυτούς κληρονομία (βλ. τις.../2010 και .../2010 εκθέσεις αποποιήσεως κληρονομίας, αντιστοίχως). Κατόπιν τούτου, ο ανωτέρω ..., φερόμενος ως μόνος εξ αδιαθέτου κληρονόμος (βλ. την ../..2010 πράξη της Συμβολαιογράφου .. περί εκθέσεως απογραφής κληρονομίας και την αναφερόμενη σ’ αυτή ../..2010 έκθεση του Πρωτοδικείου Θηβών περί αποδοχής από τον ανωτέρω της επαχθείσας σ’ αυτόν κληρονομίας επ’ ωφελεία απογραφής), νομίμως παρέστη και συνεχίζει τη δίκη ως αναιρεσίβλητος, σύμφωνα με τη δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του στο ακροατήριο.

4. Επειδή, οι διατάξεις των άρθρων 89 (παρ. 2) και 97 (παρ. 3 και 8) του ισχύοντος -κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο- Τελωνειακού Κώδικα (ν. 1165/1918, Α΄ 73) και του άρθρου 5 (παρ. 2) του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), σε συνδυασμό ερμηνευόμενες, έχουν την έννοια ότι η διοικητική διαδικασία επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω της τελωνειακής παραβάσεως της λαθρεμπορίας είναι αυτοτελής σε σχέση με την αντίστοιχη ποινική διαδικασία και το διοικητικό δικαστήριο, όταν κρίνει επί υποθέσεως επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω λαθρεμπορίας, δεν δεσμεύεται από την τυχόν προηγηθείσα σχετική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, εκτός εάν πρόκειται για αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση (οπότε δεσμεύεται ως προς την ενοχή του δράστη), αλλά υποχρεούται να τη συνεκτιμήσει κατά τη διαμόρφωση της κρίσεώς του (βλ. ΣτΕ 1741/2015 Ολομ., 434/2017 7μ. κ.ά.). Εξάλλου, το ΕΔΔΑ, ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνει το τεκμήριο αθωότητας, έχει δεχθεί ότι απόφαση διοικητικού δικαστηρίου που έπεται τελικής αθωωτικής αποφάσεως ποινικού δικαστηρίου για το ίδιο πρόσωπο δεν πρέπει να την παραβλέπει και να θέτει εν αμφιβόλω την αθώωση, έστω και αν αυτή εχώρησε λόγω αμφιβολιών, ως “τελική” δε απόφαση, στο πλαίσιο της προαναφερόμενης νομολογίας, νοείται η αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου. Ενόψει της ανωτέρω νομολογίας του ΕΔΔΑ, το εκ των υστέρων επιλαμβανόμενο διοικητικό δικαστήριο, που κρίνει επί της διοικητικής παραβάσεως της λαθρεμπορίας, δεν δεσμεύεται από την οικεία αμετάκλητη αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, αλλά υποχρεούται να τη συνεκτιμήσει και, δη, κατά τρόπο ειδικό, ώστε, εφόσον αποκλίνει από τις ουσιαστικές κρίσεις του ποινικού δικαστή, να μην καταλείπονται εύλογες αμφιβολίες ως προς τον σεβασμό του τεκμηρίου αθωότητας που απορρέει από την τελική έκβαση της ποινικής δίκης (βλ. ΣτΕ 1102-1104/2018 7μ., 951/2018 7μ., 434/2017 7μ., 167-169/2017 7μ., 1992/2016 7μ.), στο πλαίσιο δε αυτό δεν αποκλείεται να στηρίξει την κρίση του περί διαπράξεως της αποδοθείσας παραβάσεως (και) σε στοιχεία που δεν είχε λάβει υπόψη του το ποινικό δικαστήριο (βλ. ΣτΕ 434/2017 7μ., 2503/2016, 2403/2015, 2069/2014) ή στον διαφορετικό (χαμηλότερο) βαθμό/επίπεδο αποδείξεως των παραβάσεων φοροδιαφυγής που ισχύει στη διοικητική δίκη σε σχέση με εκείνο που διέπει την ποινική δίκη για τα αντίστοιχα ποινικά αδικήματα (βλ. ΣτΕ 434/2017 7μ., 1992/2016 7μ.).

5. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, στις ...1995 η ΕΥΤΕ Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας προέβη στην κατάσχεση δύο βυτιοφόρων αυτοκινήτων ιδιοκτησίας ... και του ... και των ποσοτήτων λαθραίου πετρελαίου που μετέφεραν στις περιοχές Θεσσαλονίκης και Κατερίνης, καθώς και στη σύλληψη των οδηγών των ως άνω βυτιοφόρων αυτοκινήτων .... Εξάλλου, με την από ...1995 ανωμοτί κατάθεσή του ενώπιον του Διευθυντή της ανωτέρω ΕΥΤΕ, ο ... δήλωσε ότι συμμετείχε με εντολή του ...και έναντι αμοιβής (... δρχ. ανά μεταφορά) σε διακινήσεις ποσοτήτων πετρελαίου κινήσεως προς συγκεκριμένα πρατήρια υγρών καυσίμων σε όλη τη χώρα, τα οποία και κατονόμασε, λόγω δε της λαθραίας προελεύσεως των ποσοτήτων αυτών, δεν εκδίδονταν νόμιμα φορολογικά στοιχεία, ενώ για τη νομιμοφάνεια των σχετικών διακινήσεων σε περίπτωση ελέγχου, ο ... τον εφοδίαζε με λευκές σελίδες από το βιβλίο διακινήσεως πετρελαίου, τις οποίες ο ως άνω οδηγός συμπλήρωνε ανάλογα με τις "ανάγκες" των δρομολογίων. Σύμφωνα με την ίδια ως άνω κατάθεση, τέτοιου είδους διακίνηση έγινε και προς το πρατήριο της αναιρεσίβλητης εταιρείας, όπου ο ... μετέφερε και παρέδωσε σε δύο δρομολόγια συνολική ποσότητα 73.600 λίτρων πετρελαίου (DIESEL) κινήσεως. Κατόπιν τούτου, υπάλληλοι του ΣΔΟΕ πραγματοποίησαν στις ...1997 έλεγχο στην επιχείρηση της αναιρεσίβλητης εταιρείας, κατά τον οποίο ο αναιρεσίβλητος, ως νόμιμος εκπρόσωπός της, με επίσης ανωμοτί κατάθεσή του σε ερώτηση των ελεγκτικών οργάνων σχετικά με έντεκα τιμολόγια πωλήσεως (...) που βρέθηκαν κατά τον έλεγχο στην επιχείρησή του και τα οποία αφορούσαν συναλλαγές προμήθειας πετρελαίου κινήσεως από την επιχείρηση ...., δήλωσε ότι λησμόνησε να κάνει κάποια σχετική αναφορά και ότι, κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο του 1995 έως τον Ιούλιο του ίδιου έτους, οπότε και συνελήφθη ο ..., είχε παραλάβει από τον τελευταίο 25 φορτία, 25.000 λίτρων κατά μέσο όρο το καθένα, με λαθραίο πετρέλαιο κινήσεως. Ο αναιρεσίβλητος κατέθεσε επιπλέον ότι από τα παραπάνω τιμολόγια τα μεν ... αφορούσαν πραγματικές συναλλαγές, τα δε υπόλοιπα επτά (...), τα οποία αφορούσαν αγορές 210.000 λίτρων πετρελαίου κινήσεως με το βυτιοφόρο όχημα ..., ήταν εικονικά και είχαν σταλεί εκ των υστέρων ταχυδρομικώς στον ίδιο από τον ... όταν είχαν αποκαλυφθεί οι παράνομες διακινήσεις που προαναφέρθηκαν, προκειμένου, σε περίπτωση ελέγχου, να νομιμοποιήσουν τα 25 φορτία λαθραίου πετρελαίου. Εξάλλου, με την από ..1999 απολογία του ενώπιον της Διευθύντριας του Τελωνείου ..., ο αναιρεσίβλητος δήλωσε ότι ουδέποτε παρέλαβε την επίμαχη ποσότητα των 625.000 λίτρων πετρελαίου κινήσεως, ότι η ως άνω ανωμοτί κατάθεσή του δόθηκε για λόγους αντεκδικήσεως σε βάρος του ..., επειδή ο τελευταίος επέσπευδε σε βάρος του πλειστηριασμό για οφειλές ύψους 11.500.000 δραχμών, και ότι οι συναλλαγές του με τον ... ήταν πάντα προβληματικές, διότι ο τελευταίος διακινούσε τεράστιες ποσότητες λαθραίου πετρελαίου και προκειμένου να καλυφθεί, εξέδιδε τιμολόγια πωλήσεως προς την αναιρεσίβλητη εταιρεία εκ των υστέρων. Όπως βεβαιώνεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ο αναιρεσίβλητος κατά την ίδια ως άνω απολογία του δήλωσε ότι, ούτε τις ποσότητες πετρελαίου που αναγράφονταν στα επίμαχα επτά τιμολόγια (210.000 λίτρα) είχε παραλάβει και ότι, λόγω των μεγάλων οικονομικών του προβλημάτων και ειδικότερα χρέους ύψους 120.000.000 δρχ. προς ... και προκειμένου να μη χάσει τον ... από προμηθευτή, αναγκάστηκε να τον εξυπηρετεί, αποδεχόμενος τέτοιου είδους εικονικά τιμολόγια, τα οποία και καταχωρούσε στα βιβλία του. Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της αρχικής καταθέσεώς του η Τελωνειακή Αρχή οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι αφενός μεν η ως άνω ποσότητα 625.000 λίτρων πετρελαίου κινήσεως υπήρξε πράγματι αντικείμενο παράνομης συναλλαγής και διακινήσεως και, ειδικότερα, ότι διατέθηκε στην εσωτερική αγορά, χωρίς να καταβληθούν οι αναλογούντες στην ποσότητα αυτή δασμοί και φόροι, αφετέρου δε ότι η αναγραφόμενη στα επίμαχα επτά (7) τιμολόγια ποσότητα των 210.000 λίτρων πετρελαίου κινήσεως αποτελούσε μέρος της ως άνω συνολικής ποσότητας των 625.000 λίτρων· κατόπιν δε τούτων, η Τελωνειακή Αρχή με την ένδικη καταλογιστική πράξη χαρακτήρισε την προαναφερόμενη παράνομη διάθεση, ως λαθρεμπορία, και τον αναιρεσίβλητο, ως συνυπαίτιο αυτής, και επέβαλε σε βάρος του καθώς και σε βάρος της αναιρεσίβλητης εταιρείας τα προαναφερόμενα ποσά (βλ. σκέψη 2). Κατά της πράξεως αυτής οι αναιρεσίβλητοι άσκησαν προσφυγή, ισχυριζόμενοι, μεταξύ άλλων, ότι με την 2871/2002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, εκδοθείσα επί εφέσεως κατά της 1457/2000 αποφάσεως του Πλημμελειοδικείου Θηβών, ο δεύτερος των αναιρεσιβλήτων κηρύχθηκε αθώος για το ποινικό αδίκημα της λαθρεμπορίας. Με την πρωτόδικη απόφαση απορρίφθηκε η προσφυγή των αναιρεσιβλήτων, έφεση δε των τελευταίων έγινε δεκτή με την προσβαλλόμενη απόφαση. Το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, κατ’ αποδοχή σχετικού λόγου εφέσεως, έκρινε ότι η ένδικη καταλογιστική πράξη είναι μη νόμιμη ως προς τον αναιρεσίβλητο, κατ’ ακολουθίαν δε και ως προς την αναιρεσίβλητη εταιρεία, καθόσον, κατά το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, η απόδοση σ’ αυτόν της τελέσεως της επίμαχης λαθρεμπορίας, μετά την αθώωσή του με την ως άνω τελεσίδικη απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, δεν είναι συμβατή με το τεκμήριο αθωότητάς του που απορρέει από την απόφαση αυτή· ενόψει δε τούτων, δέχθηκε την έφεση, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, δικάζοντας δε, περαιτέρω, την προσφυγή την έκανε δεκτή και ακύρωσε την ένδικη καταλογιστική πράξη κατά το μέρος που αφορά τους αναιρεσιβλήτους.

6. Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη σκέψη 4, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, το δικάσαν δικαστήριο υπέλαβε ότι δεσμεύεται από την ανωτέρω αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, η οποία μάλιστα, όπως ρητώς δέχεται, ήταν απλώς τελεσίδικη, χωρίς να εκφέρει ιδία κρίση με βάση τα στοιχεία του φακέλου ως προς τη διάπραξη ή μη της ένδικης τελωνειακής παραβάσεως από τον αναιρεσίβλητο. Για τον λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, και η υπόθεση, η οποία χρήζει διευκρινίσεως κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.

Δ ι ά τ α ύ τ α


Δέχεται την αίτηση.

Αναιρεί την 1313/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αιτιολογικό.

Επιβάλλει στην αναιρεσίβλητη εταιρεία και στον ήδη αναιρεσίβλητο συμμέτρως τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου 2019

Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος
Μ. Πικραμένος

Η Γραμματέας
Κ. Κεχρολόγου

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 20ής Μαρτίου 2019.

Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος
Μ. Πικραμένος

Η Γραμματέας
Ειρ. Δασκαλάκη

Πηγή: Taxheaven