ΣτΕ 1498/2019 Πρόστιμο ΚΒΣ λόγω λήψης εικονικών φορολογικών στοιχείων - Παραγραφή

ΣτΕ 1498/2019 Πρόστιμο ΚΒΣ λόγω λήψης εικονικών φορολογικών στοιχείων - Παραγραφή

Περίληψη

Επιμέλεια:
Επιστημονική Ομάδα TAXHEAVEN


Με την υπ’ αριθμό 1498/2019 απόφασή του, το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε την Αίτηση Αναίρεσης του φορολογούμενου και επικύρωσε την κρίση του δικάσαντος αρμοδίου Διοικητικού Εφετείου.

Συγκεκριμένα, ο φορολογούμενος προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο έσφαλε, καθώς: α) δεν εφάρμοσε αυτεπαγγέλτως τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 5 του Ν. 2523/1997, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 84 παρ. 1 του Ν. 2238/1994, περί 5ετούς παραγραφής του δικαιώματος του Ελληνικού Δημοσίου προς έκδοση και κοινοποίηση πράξεων επιβολής προστίμου ΚΒΣ, και β) η 5ετής προθεσμία παραγραφής συμπληρώθηκε ως προς την επίδικη χρήση 2006, την 31-12-2012, δίχως να χωρεί νομίμως, παρέκταση αυτής λόγω συμπληρωματικών στοιχείων, δεδομένου ότι το σχετικό Πληροφοριακό Δελτίο του ΣΔΟΕ περί ύπαρξης εικονικών φορολογικών στοιχείων, περιήλθε στη Φορολογική Αρχή πριν τη συμπλήρωση του χρόνου της αρχικής παραγραφής, ενώ η ένδικη Απόφαση Επιβολής Προστίμου ΚΒΣ εκδόθηκε τον μήνα Αύγουστο του έτους 2015.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας υπογράμμισε ότι, με τις αποφάσεις του με αριθμούς 1623/2016 (7μελούς σύνθεσης) και 1091/2017 (7μελούς σύνθεσης), κρίθηκε ότι η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του Ν. 2523/1997, θεσπίζοντας ανάλογη εφαρμογή των περί παραγραφής διατάξεων που ισχύουν στη φορολογία εισοδήματος και επί επιβολής προστίμων για παραβάσεις του ΚΒΣ, έχει την έννοια, ότι δύναται η Φορολογική Αρχή να εκδώσει πράξη επιβολής προστίμου για παραβάσεις ΚΒΣ που διαπιστώνονται από συμπληρωματικά στοιχεία, τα οποία περιήλθαν σε γνώση της μετά την πάροδο 5ετίας από το τέλος της διαχειριστικής περιόδου που έπεται εκείνης, στην οποία αφορά η παράβαση, ανεξαρτήτως αν πραγματοποιήθηκε σχετική εγγραφή, αρχική ή συμπληρωματική, στη φορολογία εισοδήματος ή αν η εγγραφή αυτή οριστικοποιήθηκε ή όχι, αρκεί η πράξη επιβολής προστίμου να εκδοθεί και να κοινοποιηθεί εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 84 παρ. 4 του Ν. 2238/1994, 10ετούς προθεσμίας, από το τέλος της ανωτέρω διαχειριστικής περιόδου, δίχως να τίθεται, με τις επίμαχες αποφάσεις 7μελούς σύνθεσης, ζήτημα περί αυτεπαγγέλτου εξέτασης του λόγου της παραγραφής.

Αριθμός 1498/2019

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 8 Μαΐου 2019, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Σ. Βιτάλη, Αγ. Σδράκα, Σύμβουλοι, Κ. Λαζαράκη, Μ. Σκανδάλη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.

Για να δικάσει την από 26 Ιανουαρίου 2018 αίτηση:

του .... , κατοίκου ...., ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο ................. (Α.Μ. ...), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, κατά της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η οποία παρέστη με την Αναστασία Βασιλείου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθμ. 2436/2017 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς.

Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 του Κανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Μ. Σκανδάλη.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

 Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο


1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό πληρωμής 187679826958 0326 0022).

2. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση ζητείται η αναίρεση της 2436/2017 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά της απόρριψης από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) της .../25-9-2015 ενδικοφανούς προσφυγής του κατά της ..../19-8-2015 πράξεως επιβολής προστίμου του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ..., με την οποία είχε επιβληθεί σε βάρος του αναιρεσείοντος πρόστιμο συνολικού ύψους 184.174,36 ευρώ για λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων κατά τη χρήση 2006.

3. Επειδή, η παράγραφος 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), ορίζει στο εδάφιο α΄ ότι «Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. […]» [η ως άνω διάταξη επαναλήφθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 15 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240/22.12.2016) -έναρξη ισχύος του άρθρου 15 από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, σύμφωνα με το άρθρο 32 του νόμου αυτού-]. Περαιτέρω, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010, «Δεν επιτρέπεται η άσκηση αίτησης αναιρέσεως όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ [...]». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, για το παραδεκτό της ασκήσεως της αιτήσεως αναιρέσεως απαιτείται σωρευτικώς η συνδρομή των προϋποθέσεων τόσο της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όσο και του προβλεπομένου στην παράγραφο 4 του εν λόγω άρθρου ελαχίστου ποσού της διαφοράς. Ειδικότερα, επί διαφοράς της οποίας το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των 40.000 ευρώ, ο αναιρεσείων βαρύνεται, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της αιτήσεώς του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιλαμβάνει στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι με καθένα από τους προβαλλόμενους λόγους τίθεται συγκεκριμένο, κρίσιμο για την επίλυση της διαφοράς, νομικό ζήτημα, ήτοι ζήτημα ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, που κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και επί του οποίου είτε δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε οι σχετικές κρίσεις και παραδοχές της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης έρχονται σε αντίθεση με μη ανατραπείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή, ελλείψει αυτών, προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, ως τέτοια δε νομολογία νοείται η διαμορφωθείσα επί αυτού τούτου του κρίσιμου νομικού ζητήματος και όχι επί ανάλογου ή παρόμοιου (βλ. ΣτΕ 4163/2012 7μ., 1365/2017 7μ., 2934/2017 7μ., 172/2018 7μ κ.ά.).

4. Επειδή, σύμφωνα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, όπως προκύπτει από την από ...2014 έκθεση ελέγχου υπαλλήλων του Σ.Δ.Ο.Ε Αττικής, δυνάμει της .../2013 εντολής ελέγχου πραγματοποιήθηκε έλεγχος στην επιχείρηση του αναιρεσείοντος, η οποία είχε ως αντικείμενο εργασιών τις ..... Αφορμή για τον έλεγχο αποτέλεσε το .../...2010 πληροφοριακό έγγραφο της Κ.Υ. Σ.Δ.Ο.Ε., σύμφωνα με το οποίο η επιχείρηση με την επωνυμία «...», η οποία εφέρετο ότι συμμετείχε σε κύκλωμα φοροδιαφυγής έκδοσης πλαστών και λήψης εικονικών τιμολογίων, είχε λάβει φορολογικά στοιχεία από την επιχείρηση «...» και το διακριτικό τίτλο «...», η τελευταία δε αυτή επιχείρηση είχε εκδώσει φορολογικά στοιχεία και προς την επιχείρηση του αναιρεσείοντος. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις υποβληθείσες συγκεντρωτικές καταστάσεις προμηθευτών - πελατών ο αναιρεσείων κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1-1 έως 31-12-2006 είχε λάβει από την επιχείρηση «....» 13 τιμολόγια – δελτία αποστολής, καθαρής αξίας 92.087,18 ευρώ (πλέον Φ.Π.Α. 17.496,56 ευρώ). Κατά τον επιτόπιο έλεγχο που πραγματοποιήθηκε στις ...2013 στην έδρα του αναιρεσείοντος, ο τελευταίος δεν επέδειξε τα φορολογικά στοιχεία δηλώνοντας προς τη φορολογική αρχή (με την ..../2013 υπεύθυνη δήλωση) ότι τα έχει πετάξει στην ανακύκλωση μετά την περαίωση των χρήσεων 2005-2009. Επίσης, ανέφερε ότι κατά τις χρήσεις 2006 και 2007 προμηθεύτηκε από την επιχείρηση «...» εμπορεύματα (...), οι δε συναλλαγές πραγματοποιούνταν με τον .... με μετρητά, δεν γνώριζε όμως τη διεύθυνση και το τηλέφωνο της εταιρείας, γιατί ήταν στα στοιχεία που έχει καταστρέψει. Κατόπιν τούτων, τα ελεγκτικά όργανα προέβησαν σε κατάσχεση μόνο των αναλυτικών εκτυπώσεων της μηνιαίας κατάστασης εσόδων-εξόδων με τα δεδομένα των χρήσεων 2007-2008. Εξάλλου, στο από ...-2013 υπόμνημα που κατέθεσε ο αναιρεσείων στη διάδικη φορολογική αρχή ανέφερε ότι το έτος 2006 μοναδικός προμηθευτής του ήταν η εταιρεία «....» και το έτος 2007 κύριοι προμηθευτές του ήταν οι εταιρείες «..» και «..», ότι συνεργάζεται από το έτος 2005 με τον ... ως αντιπρόσωπο της εταιρίας «...», στον οποίο και κατέβαλε τοις μετρητοίς την αξία των εμπορευμάτων και ότι οι μεταφορές αυτών έγιναν από τον .... Προσκόμισε δε αποδείξεις είσπραξης που υπογράφονται από τον ... ως υπεύθυνο πωλήσεων της εταιρείας «...», αγνώστων λοιπών στοιχείων, καθώς και αντίγραφο τραπεζικής κατάθεσης του έτους 2011 σε λογαριασμό του ... αξίας 1.092 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω, και αφού ελήφθησαν υπόψη και οι διαπιστώσεις των φορολογικών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν ως προς την επιχείρηση «...», οι οποίες αναλυτικώς παρατίθενται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, ο έλεγχος θεώρησε ότι οι συναλλαγές για τις οποίες εκδόθηκαν τα επίμαχα φορολογικά στοιχεία ήταν εικονικές. Κατόπιν τούτων, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. .., αφού υιοθέτησε το πόρισμα του ελέγχου και αφού έλαβε επιπροσθέτως υπόψη ότι αρκετές εταιρείες (οι οποίες κατονομάζονται στην αναιρεσιβαλλομένη απόφαση) αποδέχθηκαν ότι έλαβαν εικονικά φορολογικά στοιχεία από την εταιρεία «...», εξέδωσε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, την ../19-8-2015 απόφαση επιβολής προστίμου, με την οποία επέβαλε σε βάρος του αναιρεσείοντος για την κρινόμενη χρήση συνολικό πρόστιμο 184.174,36 ευρώ, δηλαδή ισόποσο με το διπλάσιο της αξίας των εικονικών φορολογικών στοιχείων (2 Χ 92.087,18 ευρώ), με την αιτιολογία ότι ζήτησε, έλαβε και καταχώρισε στα βιβλία του τα προαναφερόμενα εικονικά φορολογικά στοιχεία. Κατά της πράξεως αυτής ο αναιρεσείων άσκησε ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών την .../25-9-2015 ενδικοφανή προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε σιωπηρώς με την άπρακτη παρέλευση της προβλεπόμενης προθεσμίας, στη συνέχεια δε και ρητώς με την .../22-1-2016 απόφαση του ως άνω Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών. Κατά της απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής ασκήθηκε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, η οποία απορρίφθηκε με την ήδη αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση.

5. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση άγεται ενώπιον του Δικαστηρίου διαφορά, της οποίας το ύψος υπερβαίνει το όριο των 40.000 ευρώ (βλ. το ../2018 σημείωμα προσδιορισμού φορολογικής διαφοράς του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ...). Προβάλλεται δε ότι έσφαλε η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση διότι δεν εφάρμοσε αυτεπαγγέλτως τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 5 του ν. 2523/1997 (Α΄ 179) σε συνδυασμό με το άρθρο 84 παρ. 1 του ν. 2238/1994 (Α΄ 151) περί πενταετούς παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου προς έκδοση και κοινοποίηση πράξεων επιβολής προστίμου του Κ.Β.Σ. (της παραγραφής αρχομένης από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου που έπεται εκείνης, στην οποία αφορά η παράβαση). Ειδικότερα, προβάλλεται ότι η κατ' εφαρμογή των ως άνω διατάξεων πενταετής προθεσμία παραγραφής συμπληρώθηκε ως προς την επίδικη χρήση (2006) στις 31.12.2012, μη χωρούσης παρεκτάσεως ούτε κατ' εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 68 παρ. 2 του ν. 2238/1994 (αναλογικώς εφαρμοζόμενης) λόγω συμπληρωματικών στοιχείων, δεδομένου ότι το ../...2010 πληροφοριακό έγγραφο του Σ.Δ.Ο.Ε. περιήλθε στη φορολογική αρχή πριν τη συμπλήρωση του χρόνου της αρχικής παραγραφής, ούτε κατά τη διάταξη του άρθρου δευτέρου παρ. 1 του ν. 4098/2012 (Α΄ 249), η οποία άλλωστε δεν εφαρμόζεται επί προστίμων, και επομένως, η επίδικη πράξη επιβολής προστίμου, η οποία εκδόθηκε το έτος 2015, ήταν σε κάθε περίπτωση ακυρωτέα λόγω έκδοσής της μετά τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής. Κατά τον αναιρεσείοντα, η φορολογική παραγραφή αποτελεί θεσμό δημοσίας τάξης, η οποία αποβλέπει στην εκκαθάριση των φορολογικών εκκρεμοτήτων, το δε δικάσαν εφετείο όφειλε να εξετάσει αυτεπαγγέλτως το ζήτημα αυτό και να ακυρώσει την επίδικη πράξη, δεδομένου ότι όλα τα κρίσιμα (ως προς την παραγραφή) πραγματικά περιστατικά είχαν τεθεί υπόψη του δικαστηρίου με το δικόγραφο της προσφυγής και περιλαμβάνονται μεταξύ των παραδοχών της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως. Προς θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου αυτού κατά τις διατάξεις του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989 προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι ως προς το ως άνω νομικό ζήτημα η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έρχεται σε αντίθεση προς τις αποφάσεις 1623/2016 7μ. και 1091/2017 7μ. του Συμβουλίου της Επικρατείας.

6. Επειδή, με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου 1623/2016 7μ. και 1091/2017 7μ. κρίθηκε ότι η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997, θεσπίζοντας ανάλογη εφαρμογή των περί παραγραφής διατάξεων που ισχύουν στη φορολογία εισοδήματος και επί επιβολής προστίμων για παραβάσεις του Κ.Β.Σ., έχει την έννοια, κατά το μέρος που παραπέμπει στις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου προς ενέργεια συμπληρωματικής εγγραφής στη φορολογία εισοδήματος, ότι δύναται η φορολογική αρχή να εκδώσει πράξη επιβολής προστίμου για παραβάσεις του Κ.Β.Σ., που διαπιστώνονται από συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση της μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος της διαχειριστικής περιόδου που έπεται εκείνης, στην οποία αφορά η παράβαση, ανεξαρτήτως αν πραγματοποιήθηκε σχετική εγγραφή, αρχική ή συμπληρωματική, στη φορολογία εισοδήματος ή αν η εγγραφή αυτή οριστικοποιήθηκε ή όχι, αρκεί η πράξη επιβολής προστίμου να εκδοθεί και κοινοποιηθεί εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 84 παρ. 4 του Κ.Φ.Ε. δεκαετούς προθεσμίας από το τέλος της ανωτέρω διαχειριστικής περιόδου. Ωστόσο, οι ως άνω αποφάσεις δεν περιέχουν κρίση σχετικά με το νομικό ζήτημα που τίθεται εν προκειμένω με την αίτηση αναιρέσεως (εάν το δικαστήριο της ουσίας οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως το ζήτημα της παραγραφής της φορολογικής αξίωσης, εφόσον έχουν τεθεί ενώπιόν του όλα τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά), δεδομένου μάλιστα ότι, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των αποφάσεων αυτών, ο σχετικός λόγος περί παραγραφής είχε προβληθεί ενώπιον του δικάσαντος δικαστηρίου με την προσφυγή και επομένως, δεν ετίθετο ζήτημα περί αυταπαγγέλτου εξετάσεως του λόγου αυτού (βλ. ΣτΕ 1623/2016 7μ. σκ. 4, ΣτΕ 1091/2017 7μ. σκ. 6). Με βάση τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος περί αντιθέσεως της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως προς τις ως άνω αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι αβάσιμος και, ως εκ τούτου, ο αντίστοιχος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, κατά το άρθρο 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989.

7. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω και μη προβαλλομένου άλλου λόγου αναιρέσεως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 20 Μαΐου 2019 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 19ης Αυγούστου 2019.

Η Πρόεδρος του Β´ Τμήματος
Ε. Σάρπ

Η Γραμματέας
Α. Ζυγουρίτσα

Πηγή: Taxheaven