Υπόθεση C-163/18 εροπορικές μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 – Κοινοί κανόνες αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης – Ματαίωση της

Υπόθεση C-163/18 εροπορικές μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 – Κοινοί κανόνες αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης – Ματαίωση της

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Ιουλίου 2019  «Προδικαστική παραπομπή – Αεροπορικές μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 – Κοινοί κανόνες αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης – Ματαίωση της πτήσης – Παροχή βοήθειας – Αξίωση για επιστροφή του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου από τον αερομεταφορέα – Άρθρο 8, παράγραφος 2 – Οργανωμένο ταξίδι – Οδηγία 90/314/ΕΟΚ – Πτώχευση του διοργανωτή ταξιδίων»

Στην υπόθεση C‑163/18,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Rechtbank Noord-Nederland (πρωτοδικείο Noord-Nederland, Κάτω Χώρες) με απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο την 1η Μαρτίου 2018, στο πλαίσιο της δίκης

HQ,

IP, νομίμως εκπροσωπούμενος από την HQ,

JO

κατά

Aegean Airlines SA,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Prechal, πρόεδρο τμήματος, F. Biltgen, J. Malenovský (εισηγητή), C. G. Fernlund και L. S. Rossi, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe

γραμματέας: M. Ferreira, κύρια διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 16ης Ιανουαρίου 2019,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        οι HQ, IP, νομίμως εκπροσωπούμενος από την HQ, και JO, εκπροσωπούμενοι από την I. Maertzdorff, advocaat, καθώς και από τον M. Duinkerke και την M. J. R. Hannink,

–        η Aegean Airlines SA, εκπροσωπούμενη από τους J. Croon και D. van Genderen, advocaten,

–        η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek και J. Vláčil, καθώς και από την A. Kasalická,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη αρχικώς από τον T. Henze, στη συνέχεια από τον M. Hellmann και την A. Berg,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον A. Nijenhuis, καθώς και από τις C. Valero και N. Yerrell,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 28ης Μαρτίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ 2004, L 46, σ. 1), υπό το φως της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις (ΕΕ 1990, L 158, σ. 59).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, των HQ, IP, νομίμως εκπροσωπούμενου από την HQ, και JO (στο εξής: HQ κ.λπ.) και, αφετέρου, της αεροπορικής εταιρίας Aegean Airlines SA, σχετικά με την επιστροφή του αντιτίμου αεροπορικών εισιτηρίων την οποία οι HQ κ.λπ. ζήτησαν κατόπιν της ματαίωσης πτήσης που αποτελούσε μέρος οργανωμένου ταξιδιού.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Ο κανονισμός 261/2004

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 2 και 16 του κανονισμού 261/2004 προβλέπουν τα εξής:

«(1)      Η ανάληψη δράσης από την Κοινότητα στο πεδίο των αερομεταφορών θα πρέπει να αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του επιβατικού κοινού. Θα πρέπει εξάλλου να ληφθούν πλήρως υπόψη οι απαιτήσεις προστασίας των καταναλωτών.

(2)      Η άρνηση επιβίβασης και οι ματαιώσεις πτήσεων ή οι μεγάλες καθυστερήσεις προκαλούν σοβαρή αναστάτωση και ταλαιπωρία στους επιβάτες.

[...]

(16)      Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις όπου ένα οργανωμένο ταξίδι ματαιώνεται για λόγους άλλους από τη ματαίωση της πτήσης.»

4        Το άρθρο 1 του ως άνω κανονισμού, που φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο», ορίζει, στην παράγραφο 1, τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός θεσπίζει, υπό τους ακόλουθους προσδιοριζόμενους όρους, τα ελάχιστα δικαιώματα των επιβατών σε περίπτωση:

α)      άρνησης επιβίβασης παρά τη θέλησή τους·

β)      ματαίωσης της πτήσης τους·

γ)      καθυστέρησης της πτήσης τους.»

5        Το άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού, που φέρει τον τίτλο «Πεδίο εφαρμογής», προβλέπει, στην παράγραφο 6, τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τα βάσει της οδηγίας 90/314/EΟΚ δικαιώματα των επιβατών. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται όταν οργανωμένο ταξίδι ματαιώνεται για λόγους άλλους από τη ματαίωση της πτήσης.»

6        Το άρθρο 5 του ως άνω κανονισμού, που φέρει τον τίτλο «Ματαίωση», προβλέπει, στην παράγραφο 1, τα εξής:

«Σε περίπτωση ματαίωσης μιας πτήσης, οι επιβάτες δικαιούνται:

α)      βοήθεια από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 8, και

β)      βοήθεια από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 2, καθώς και βοήθεια σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) σε περίπτωση μεταφοράς με άλλη πτήση, όταν ο ευλόγως αναμενόμενος χρόνος αναχωρήσεως της νέας πτήσης είναι τουλάχιστον η επόμενη μέρα από τον χρόνο αναχωρήσεως που είχε ορισθεί για τη ματαιωθείσα πτήση, και

γ)      αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7, εκτός αν:

i)      έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση δύο εβδομάδες τουλάχιστον πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, ή

ii)      έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση μία έως δύο εβδομάδες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με εναλλακτική πτήση, που τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από δύο ώρες νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από τέσσερις ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης, ή

iii)      έχουν πληροφορηθεί τη ματαίωση λιγότερο από επτά ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και τους προσφέρεται μεταφορά με άλλη πτήση, που τους επιτρέπει να φύγουν όχι περισσότερο από μία ώρα νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό λιγότερο από δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα άφιξης.»

7        Το άρθρο 8 του κανονισμού 261/2004, που φέρει τον τίτλο «Δικαίωμα επιστροφής χρημάτων ή μεταφοράς με άλλη πτήση», προβλέπει, στις παραγράφους 1 και 2, τα εξής:

«1.      Όταν γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, παρέχεται στον επιβάτη η δυνατότητα να επιλέξει:

α)      –      την εντός επτά ημερών επιστροφή, με τους τρόπους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, του πλήρους αντιτίμου του εισιτηρίου του, στην τιμή που το αγόρασε, για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδιού που δεν πραγματοποιήθηκαν και για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδιού που ήδη πραγματοποιήθηκαν, εφόσον η πτήση δεν εξυπηρετεί πλέον κανένα σκοπό σε σχέση με το αρχικό ταξιδιωτικό του σχέδιο, καθώς επίσης, αν συντρέχει η περίπτωση:

–        πτήση επιστροφής στο αρχικό σημείο αναχώρησής του το νωρίτερο δυνατόν·

β)      τη μεταφορά του με την ενωρίτερη δυνατή πτήση, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό του προορισμό, ή

γ)      τη μεταφορά του, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό του προορισμό άλλη ημέρα που τον εξυπηρετεί εφόσον υπάρχει διαθεσιμότητα θέσεων.

2.      Η παράγραφος 1 στοιχείο α) εφαρμόζεται και στους επιβάτες η πτήση των οποίων αποτελεί μέρος οργανωμένου ταξιδιού, εκτός καθ’ όσον αφορά το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων, όταν γεννάται δυνάμει της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ.»

 Η οδηγία 90/314

8        Η αιτιολογική σκέψη 21 της οδηγίας 90/314 προβλέπει τα εξής:

«[εκτιμώντας] ότι θα ήταν προς όφελος, τόσο των καταναλωτών όσο και του επαγγελματικού κλάδου των οργανωμένων ταξιδιών, αν ο διοργανωτής ή/και ο πωλητής υποχρεούνται να αποδεικνύουν ότι διαθέτουν εγγυήσεις σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτώχευσης».

9        Το άρθρο 1 της ως άνω οδηγίας ορίζει τα εξής:

«Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις που πωλούνται ή προσφέρονται προς πώληση στο έδαφος της Κοινότητας.»

10      Το άρθρο 4, παράγραφος 6, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα εξής:

«Σε περίπτωση που ο καταναλωτής καταγγείλει τη σύμβαση σύμφωνα με την παράγραφο 5 ή, για οιονδήποτε λόγο, άνευ υπαιτιότητας του καταναλωτή, ο διοργανωτής ματαιώσει το οργανωμένο ταξίδι πριν από τη συμφωνηθείσα ημερομηνία αναχώρησης, ο καταναλωτής δικαιούται να απαιτήσει:

α)      είτε ένα άλλο οργανωμένο ταξίδι ιδίας ή ανώτερης ποιότητας, εφόσον ο διοργανωτής ή/και ο πωλητής μπορεί να του το προτείνει. Αν το προσφερόμενο οργανωμένο ταξίδι είναι κατώτερης ποιότητας, ο διοργανωτής υποχρεούται να καταβάλει στον καταναλωτή τη διαφορά τιμής·

β)      είτε να ζητήσει την επιστροφή το συντομότερο δυνατό των καταβληθέντων από αυτόν ποσών βάσει της σύμβασης.

[...]»

11      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής προβλέπει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε ο διοργανωτής ή/και ο πωλητής, που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση, να φέρουν ευθύνη έναντι του καταναλωτή για την καλή εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εν λόγω σύμβαση, ασχέτως του αν οι υποχρεώσεις αυτές πρόκειται να εκτελεσθούν από τους ίδιους ή από άλλους παρέχοντες υπηρεσίες, και με την επιφύλαξη του δικαιώματος του διοργανωτή ή/και του πωλητή να στραφεί κατ’ αυτών των παρεχόντων υπηρεσίες.»

12      Το άρθρο 7 της οδηγίας 90/314 προβλέπει τα εξής:

«Ο διοργανωτής ή/και ο πωλητής, που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση, αποδεικνύουν ότι διαθέτουν επαρκείς εγγυήσεις κατάλληλες να εξασφαλίσουν, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτώχευσης, την επιστροφή των καταβληθέντων και τον επαναπατρισμό του καταναλωτή.»

 Το ολλανδικό δίκαιο

13      Κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, η οδηγία 90/314 είχε μεταφερθεί στο ολλανδικό δίκαιο με τον επιγραφόμενο «Σύμβαση ταξιδίου» τίτλο 7A του βιβλίου 7 του Burgerlijk Wetboek (Αστικού Κώδικα).

14      Το άρθρο 7:504, παράγραφος 3, του Αστικού Κώδικα παρέχει τη δυνατότητα στον επιβάτη, σε περίπτωση υπαναχώρησης του διοργανωτή ταξιδίων από τη σύμβαση ταξιδίου, να απαιτήσει από αυτόν, μεταξύ άλλων, την επιστροφή του αντιτίμου των αεροπορικών εισιτηρίων.

15      Το άρθρο 7:512, παράγραφος 1, του εν λόγω κώδικα προβλέπει υποχρέωση του διοργανωτή ταξιδίων να λάβει προληπτικώς τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσει ότι, αν δεν μπορεί πλέον να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του έναντι του ταξιδιώτη συνεπεία αφερεγγυότητας, οι υποχρεώσεις αυτές θα αναληφθούν από τρίτο ή το αντίτιμο του ταξιδιού θα επιστραφεί.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

16      Η Aegean Airlines, εταιρία εγκατεστημένη στην Ελλάδα, συνήψε σύμβαση ναύλωσης αεροσκάφους με την G. S. Charter Aviation Services Ltd (στο εξής: G. S. Charter), εταιρία εγκατεστημένη στην Κύπρο, δυνάμει της οποίας θα έθετε στη διάθεση της δεύτερης ορισμένο αριθμό θέσεων έναντι ναύλου. Εν συνεχεία, η G. S. Charter μεταπώλησε τις θέσεις αυτές σε τρίτους και, μεταξύ άλλων, στην Hellas Travel BV (στο εξής: Hellas), ταξιδιωτικό πρακτορείο εγκατεστημένο στις Κάτω Χώρες.

17      Η G. S. Charter και η Hellas συνήψαν συμφωνία δυνάμει της οποίας, από την 1η Μαΐου έως τις 24 Σεπτεμβρίου 2015, θα εκτελούνταν κάθε Παρασκευή πτήση μετ’ επιστροφής μεταξύ Eelde (Κάτω Χώρες) και Κέρκυρας (Ελλάδα), θα καταβαλλόταν εγγύηση στην Aegean Airlines, το δε αντίτιμο της πτήσης επιστροφής της επόμενης Παρασκευής θα έπρεπε να εξοφλείται κάθε Δευτέρα.

18      Στις 19 Μαρτίου 2015 οι HQ κ.λπ. πραγματοποίησαν στην Hellas κράτηση πτήσεων μετ’ επιστροφής μεταξύ Eelde και Κέρκυρας. Οι πτήσεις αυτές αποτελούσαν μέρος «οργανωμένου ταξιδιού», κατά την έννοια της οδηγίας 90/314, το αντίτιμο του οποίου καταβλήθηκε στην Hellas.

19      Οι HQ κ.λπ. έλαβαν ηλεκτρονικά εισιτήρια με τον λογότυπο της Aegean Airlines για τις πτήσεις αυτές, οι οποίες ήταν προγραμματισμένες για τις 17 και 24 Ιουλίου 2015, καθώς και έγγραφα τα οποία ανέφεραν την Hellas ως ναυλωτή.

20      Όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, λίγες μέρες πριν από τη συμφωνηθείσα ημερομηνία αναχώρησης, η Hellas απέστειλε στους HQ κ.λπ. έγγραφο καθώς και ηλεκτρονική επιστολή με τα οποία τους ενημέρωνε ότι, λόγω τόσο της στασιμότητας όσον αφορά τις κρατήσεις όσο και των ακυρώσεων υφιστάμενων κρατήσεων συνεπεία της «αβεβαιότητας σχετικά με την κατάσταση της Ελλάδας» κατά την εποχή εκείνη, ήταν αναγκασμένη να ματαιώσει τις συμφωνηθείσες με την Aegean Airlines πτήσεις, δεδομένου ότι η τελευταία, λόγω της αδυναμίας να λάβει το προσυμφωνηθέν με την Hellas τίμημα, είχε αποφασίσει να παύσει, από τις 17 Ιουλίου 2015, να εκτελεί πτήσεις από και προς την Κέρκυρα. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Hellas ανακοίνωσε στους HQ κ.λπ. ότι το οργανωμένο ταξίδι τους ματαιωνόταν.

21      Στις 3 Αυγούστου 2016 η Hellas κηρύχθηκε σε πτώχευση. Δεν επέστρεψε στους HQ κ.λπ. το αντίτιμο των αεροπορικών εισιτηρίων.

22      Οι HQ κ.λπ. άσκησαν αγωγή ενώπιον του Rechtbank Noord-Nederland (πρωτοδικείου Noord-Nederland) με αίτημα να υποχρεωθεί η Aegean Airlines να τους καταβάλει αποζημίωση για τη ματαίωση της πτήσης της 17ης Ιουλίου 2015 και να τους επιστρέψει το αντίτιμο των σχετικών αεροπορικών εισιτηρίων, δυνάμει, αντιστοίχως, του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 261/2004, αφενός, και του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού αυτού, αφετέρου.

23      Η Aegean Airlines αμφισβήτησε τη δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού 261/2004, λαμβανομένου υπόψη ιδίως του άρθρου του 3, παράγραφος 6.

24      Εντούτοις, με παρεμπίπτουσα απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017, το Rechtbank Noord-Nederland (πρωτοδικείο Noord-Nederland) απέρριψε το ως άνω μέσο άμυνας με το σκεπτικό ότι η εφαρμογή του κανονισμού 261/2004 υπέρ των επιβατών που είναι δικαιούχοι οργανωμένου ταξιδίου αποκλείεται, δυνάμει της εν λόγω διατάξεως, μόνον εάν η ματαίωση είναι ανεξάρτητη από τη βούληση του αερομεταφορέα να εκτελέσει ή όχι την πτήση ή τις πτήσεις που αποτελούν μέρος του ταξιδιού αυτού, περίπτωση η οποία δεν συντρέχει όμως εν προκειμένω. Ειδικότερα, το δικαστήριο αυτό έκρινε, αφενός, ότι η απόφαση ματαίωσης της πτήσης είχε ληφθεί από την Aegean Airlines, η οποία προδήλως ήταν διατεθειμένη να εκτελέσει την πτήση μόνον εάν η Hellas τής προκατέβαλλε το καθορισθέν τίμημα, και, αφετέρου, ότι δεν υποστηριζόταν ούτε αποδεικνυόταν ότι η Hellas είχε ανακοινώσει τη ματαίωση του οργανωμένου ταξιδίου για λόγους διαφορετικούς από την απόφαση αυτή της Aegean Airlines.

25      Ως εκ τούτου, οι HQ κ.λπ. έλαβαν από την Aegean Airlines, βάσει του κανονισμού 261/2004, κατ’ αποκοπήν αποζημίωση για τη ματαίωση της επίμαχης πτήσης. Αντιθέτως, το ως άνω δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί του αιτήματος περί επιστροφής του αντιτίμου των αεροπορικών εισιτηρίων.

26      Συναφώς, η Aegean Airlines υποστήριξε επικουρικώς ότι, κατά το μέτρο που εν προκειμένω επρόκειτο για οργανωμένο ταξίδι, από το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 προέκυπτε ότι η ίδια δεν υποχρεούτο να επιστρέψει στους HQ κ.λπ. το ποσό που είχαν καταβάλει στην Hellas για την αγορά των αεροπορικών εισιτηρίων τους.

27      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Rechtbank Noord-Nederland (πρωτοδικείο Noord-Nederland, Κάτω Χώρες) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Πρέπει το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος δυνάμει της (μεταφερθείσας στο εσωτερικό δίκαιο) οδηγίας 90/314/ΕΟΚ για τα οργανωμένα ταξίδια έχει δικαίωμα να αξιώσει από τον διοργανωτή του ταξιδίου του την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου του δεν δύναται να αξιώσει την επιστροφή επίσης από τον αερομεταφορέα;

2)      Αν η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι καταφατική, δύναται παρά ταύτα ο επιβάτης να αξιώσει από τον αερομεταφορέα την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου του όταν πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο διοργανωτής του ταξιδίου του, σε περίπτωση που θεωρηθεί υπεύθυνος, δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και ότι ο εν λόγω διοργανωτής δεν έλαβε μέτρα εγγυήσεως ώστε να διασφαλίσει την εν λόγω επιστροφή;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

28      Με τα δύο ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να συνεξεταστούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος, δυνάμει της οδηγίας 90/314, έχει έναντι του διοργανωτή του ταξιδίου του δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου παύει για τον λόγο αυτό να έχει τη δυνατότητα να αξιώσει, επί τη βάσει του εν λόγω κανονισμού, την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου από τον αερομεταφορέα, ακόμη και στην περίπτωση που ο διοργανωτής ταξιδίων δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και δεν έχει λάβει μέτρα για να εξασφαλίσει την επιστροφή αυτή.

29      Σχετικά με το ζήτημα αν οι επιβάτες οι οποίοι έχουν έναντι του διοργανωτή του ταξιδίου τους δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου των αεροπορικών εισιτηρίων τους μπορούν να ζητήσουν την επιστροφή του εν λόγω αντιτίμου και από τον αερομεταφορέα, καταρχάς υπενθυμίζεται, αφενός, ότι, βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 261/2004, σε συνδυασμό με το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του ως άνω κανονισμού, ο αερομεταφορέας οφείλει, σε περίπτωση ματαίωσης πτήσης, να παράσχει στους ενδιαφερόμενους επιβάτες βοήθεια που συνίσταται, μεταξύ άλλων, στην επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου τους (βλ. απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2018, Harms, C‑601/17, EU:C:2018:702, σκέψη 12).

30      Αφετέρου, το άρθρο 8, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού προβλέπει ότι το δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου εφαρμόζεται και στους επιβάτες η πτήση των οποίων αποτελεί μέρος οργανωμένου ταξιδιού, εκτός εάν τέτοιο δικαίωμα γεννάται δυνάμει της οδηγίας 90/314.

31      Από τη σαφή αυτή διατύπωση του εν λόγω άρθρου 8, παράγραφος 2, προκύπτει ότι το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων που γεννάται δυνάμει της οδηγίας 90/314 αρκεί για να αποκλείσει τη δυνατότητα ενός επιβάτη, η πτήση του οποίου αποτελεί μέρος οργανωμένου ταξιδιού, να αξιώσει από τον πραγματικό αερομεταφορέα την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου δυνάμει του κανονισμού 261/2004.

32      Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από τις προπαρασκευαστικές εργασίες του κανονισμού 261/2004. Ειδικότερα, όπως επισημάνθηκε από τον γενικό εισαγγελέα στα σημεία 43 και 44 των προτάσεών του, από τις προπαρασκευαστικές αυτές εργασίες προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης δεν θέλησε μεν να αποκλείσει εντελώς από το πεδίο εφαρμογής του ως άνω κανονισμού τους επιβάτες των οποίων η πτήση αποτελεί μέρος οργανωμένου ταξιδιού, πλην όμως θέλησε να διατηρήσει για τους επιβάτες αυτούς τα αποτελέσματα του συστήματος το οποίο είχε θεσπίσει προηγουμένως η οδηγία 90/314 και το οποίο κρίθηκε επαρκώς προστατευτικό.

33      Όπως προκύπτει, συναφώς, από το άρθρο 3, παράγραφος 6, του κανονισμού 261/2004, ο εν λόγω κανονισμός δεν θίγει τα δικαιώματα που έχουν βάσει της ως άνω οδηγίας οι επιβάτες που αγόρασαν οργανωμένο ταξίδι.

34      Επομένως, συνεπεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004, οι αξιώσεις επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου βάσει του ως άνω κανονισμού και βάσει της οδηγίας 90/314 δεν μπορούν να σωρευθούν, δεδομένου άλλωστε ότι μια τέτοια σώρευση θα ήταν ικανή, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 64 των προτάσεών του, να οδηγήσει σε αδικαιολόγητη υπερπροστασία του ενδιαφερόμενου επιβάτη, εις βάρος του πραγματικού αερομεταφορέα, ο οποίος, στην περίπτωση αυτή, θα διέτρεχε ειδικότερα τον κίνδυνο να υποχρεωθεί να αναλάβει μέρος της ευθύνης την οποία υπέχει ο διοργανωτής ταξιδίων έναντι των πελατών του δυνάμει της συμβάσεως που έχει συνάψει με αυτούς.

35      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι επιβάτες οι οποίοι, δυνάμει της οδηγίας 90/314, έχουν έναντι του διοργανωτή του ταξιδίου τους δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου των αεροπορικών εισιτηρίων τους δεν έχουν τη δυνατότητα να αξιώσουν, επί τη βάσει του κανονισμού 261/2004, επιστροφή χρημάτων από τον αερομεταφορέα.

36      Το συμπέρασμα αυτό επιβάλλεται επίσης στην περίπτωση που ο διοργανωτής ταξιδίων δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και δεν έχει λάβει μέτρα για να εξασφαλίσει την επιστροφή αυτή.

37      Ειδικότερα, δεδομένης της σαφούς διατυπώσεως του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004, δεν ασκεί επιρροή το αν ο διοργανωτής ταξιδίων δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου, αν έχει λάβει ή όχι μέτρα για να εξασφαλίσει την επιστροφή αυτή ή αν οι περιστάσεις αυτές καθιστούν επισφαλή την εκπλήρωση της υποχρεώσεώς του να επιστρέψει στους ενδιαφερόμενους επιβάτες τα χρήματά τους.

38      Μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 δεν αναιρείται από τον κύριο στόχο του κανονισμού αυτού ο οποίος αποβλέπει, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη του 1, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του επιβατικού κοινού.

39      Πράγματι, όπως προκύπτει από τη σκέψη 32 της παρούσας αποφάσεως, ο νομοθέτης της Ένωσης έλαβε ακριβώς υπόψη το επαρκώς προστατευτικό σύστημα το οποίο είχε θεσπίσει προηγουμένως η οδηγία 90/314.

40      Ειδικότερα, το άρθρο 7 της ως άνω οδηγίας, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα της αιτιολογικής της σκέψεως 21, προβλέπει, ιδίως, ότι ο διοργανωτής ταξιδίων πρέπει να αποδεικνύει ότι διαθέτει επαρκείς εγγυήσεις κατάλληλες να εξασφαλίσουν, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτώχευσης, την επιστροφή των καταβληθέντων.

41      Το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 7 της οδηγίας 90/314 περιλαμβάνει την υποχρέωση επιτεύξεως αποτελέσματος που συνίσταται στην παροχή στους μετέχοντες σε οργανωμένο ταξίδι δικαιώματος να λάβουν εγγυήσεις για την επιστροφή των καταβληθέντων σε περίπτωση πτώχευσης του διοργανωτή ταξιδίων και ότι η εγγύηση αυτή σκοπεί ακριβώς να προφυλάξει τον καταναλωτή από τις συνέπειες της πτώχευσης, ασχέτως των αιτίων της (πρβλ. απόφαση της 15ης Ιουνίου 1999, Rechberger κ.λπ., C‑140/97, EU:C:1999:306, σκέψη 74, καθώς και διάταξη της 16ης Ιανουαρίου 2014, Baradics κ.λπ., C‑430/13, EU:C:2014:32, σκέψη 35).

42      Επιπλέον, το Δικαστήριο έκρινε ότι μια εθνική ρύθμιση μεταφέρει ορθώς στο εσωτερικό δίκαιο τις υποχρεώσεις από τη διάταξη αυτή μόνον εάν έχει ως αποτέλεσμα, ασχέτως των λεπτομερειών της, να εγγυάται πράγματι στους επιβάτες, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του διοργανωτή ταξιδίων, την επιστροφή του συνόλου των καταβληθέντων (πρβλ. απόφαση της 15ης Ιουνίου 1999, Rechberger κ.λπ., C‑140/97, EU:C:1999:306, σκέψη 64, καθώς και διάταξη της 16ης Ιανουαρίου 2014, Baradics κ.λπ., C‑430/13, EU:C:2014:32, σκέψη 38).

43      Σε αντίθετη περίπτωση, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, ο ενδιαφερόμενος ταξιδιώτης έχει εν πάση περιπτώσει τη δυνατότητα να ασκήσει κατά του οικείου κράτους μέλους αγωγή αποζημιώσεως για τις ζημίες που υφίσταται λόγω παραβάσεως του δικαίου της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 2010, Fuß, C‑429/09, EU:C:2010:717, σκέψεις 45 έως 48 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

44      Βάσει του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος, δυνάμει της οδηγίας 90/314, έχει έναντι του διοργανωτή του ταξιδίου του δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου παύει για τον λόγο αυτό να έχει τη δυνατότητα να αξιώσει, επί τη βάσει του εν λόγω κανονισμού, την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου από τον αερομεταφορέα, ακόμη και στην περίπτωση που ο διοργανωτής ταξιδίων δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και δεν έχει λάβει μέτρα για να εξασφαλίσει την επιστροφή αυτή.

 Επί των δικαστικών εξόδων

45      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος, δυνάμει της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις, έχει έναντι του διοργανωτή του ταξιδίου του δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου του παύει για τον λόγο αυτό να έχει τη δυνατότητα να αξιώσει, επί τη βάσει του εν λόγω κανονισμού, την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου από τον αερομεταφορέα, ακόμη και στην περίπτωση που ο διοργανωτής ταξιδίων δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και δεν έχει λάβει μέτρα για να εξασφαλίσει την επιστροφή αυτή.

(υπογραφές)

Πηγή: Taxheaven