Μείωση κεφαλαίου Α.Ε. για κάλυψη τεκμηρίων με βάση και τις νέες διατάξεις του ν.4548/2018
Του Γιώργου Δαλιάνη
Η Ανώνυμη Εταιρεία είναι η κατεξοχήν εταιρική μορφή η οποία χρησιμοποιείται ως επιχειρηματικό όχημα όταν οι ενδιαφερόμενοι επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν με σημαντικά κεφάλαια επένδυσης. Το Ελληνικό Κράτος έχει προχωρήσει το τελευταίο διάστημα σε μια σειρά τροποποιήσεων της εταιρικής νομοθεσίας προκειμένου οι εταιρικές μορφές να είναι πιο ευέλικτες και να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες των επενδυτών περιορίζοντας σε αρκετά σημεία τα περιττά γραφειοκρατικά εμπόδια (ν.4548/2018 που τίθεται κατά το μάλλον σε ισχύ από 1/1/2019 με εξαίρεση ορισμένες διατάξεις, π.χ. κοινός μειωμένος συντελεστής χαρτοσήμου για ΑΕ,ΕΠΕ,ΙΚΕ από 31.05.2018). Η λειτουργία της Ανώνυμης Εταιρείας προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ελάχιστου ορίου καταβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Για οποιαδήποτε μεταβολή – θετική ή αρνητική- του μετοχικού κεφαλαίου, απαιτούνται συγκεκριμένες διαδικασίες που προβλέπονται από την νομοθεσία (νόμος 2190/1920 για αυξήσεις έως και 31/12/2018 και νόμος 4548/2018 για αυξήσεις από 1/1/2019. Οι μεταβολές αυτές είναι ουσιώδεις για την χρηματοοικονομική εικόνα μίας ανώνυμης εταιρείας, καθώς η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ισοδυναμεί με μεγαλύτερη εξασφάλιση των πιστωτών και δανειστών της εταιρείας, ενώ αντίθετα η μείωση του κεφαλαίου υποδεικνύει συνήθως μία αρνητική πορεία της αποδοτικότητας της εταιρείας. Πάντως, σε καμία περίπτωση το κεφάλαιο δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από το κατώτερο νόμιμο όριο που προβλέπει ο ν.2190/20 και σήμερα είναι 24.000 ευρώ (25.000 ευρώ από 1/1/2019). Επιπλέον αν μια Α.Ε. έχει κάνει χρήση των διατάξεων των αναπτυξιακών νόμων ν.1297/1972 και 2166/1993, με σκοπό την μετατροπή από άλλο νομικό πρόσωπο σε ΑΕ, την απόσχιση κλάδου ή την απορρόφηση, το ελάχιστο νόμιμο όριο του μετοχικού κεφαλαίου ανέρχεται σήμερα σε 300.000 ευρώ.
Η μείωση κεφαλαίου διακρίνεται στη πραγματική και ονομαστική.
Η πραγματική μείωση συντελείται με την επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους. Η επιστροφή μπορεί να γίνει είτε με μείωση της αξίας της κάθε μετοχής ή με την ακύρωση μέρους του αριθμού των μετοχών. Η μείωση μπορεί να γίνει αναλογικά για όλους τους μετόχους ή μόνο ως προς ορισμένο ή ορισμένους μετόχους.
Π.χ. Είναι δυνατόν να μειωθεί το κεφάλαιο της Α.Ε. με την ακύρωση των μετοχών ενός μόνο εκ των μετόχων.
Η ονομαστική μείωση του κεφαλαίου μιας εταιρείας, είναι η μείωση όπου στην ουσία δεν υπάρχει επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους. Πραγματοποιείται στην περίπτωση ύπαρξης ζημιών που μειώνουν τη καθαρή θέση της εταιρείας, προκειμένου να γίνει απόσβεση αυτών. Στην ουσία είναι ένα χρηματοοικονομικό εργαλείο εξυγίανσης και πολλές φορές συνδυάζεται με παράλληλη αύξηση κεφαλαίου για ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας.
Πολλές εταιρείες, σύμφωνα με τον νόμο 2190/1920, υποχρεούνται εμμέσως να προβούν σε ονομαστική μείωση, όταν οι ζημιές καλύπτουν το 50% και πλέον του κατατεθειμένου μετοχικού κεφαλαίου, διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος ανάκλησης της άδειας λειτουργίας από τη Διεύθυνση Εμπορίου. Σε περίπτωση επιχείρησης με λογιστικές ζημίες στα βιβλία της η οποία επιθυμεί να μειώσει το μετοχικό/εταιρικό της κεφάλαιο με συμψηφισμό των ζημιών αυτών, οι υπόψη ζημίες κατά το μέρος που αναγνωρίζονται φορολογικά εξακολουθούν για φορολογικούς σκοπούς να μεταφέρονται προς συμψηφισμό με τα κέρδη των επόμενων φορολογικών ετών (ΠΟΛ.1088/2016). Σε κάθε περίπτωση κατά την πραγματική μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, με την επιστροφή μετρητών στους μετόχους, δεν επιβάλλεται φορολογία διότι το επιστρεφόμενο κεφάλαιο δεν θεωρείται εισόδημα για τους μετόχους, αλλά απλή επιστροφή κεφαλαίου που σε προγενέστερο χρόνο είχαν καταθέσει. Αν κατά το χρόνο της μείωσης του κεφαλαίου υπάρχουν μεταφερόμενες ζημιές, πριν την επιστροφή γίνεται απόσβεση αυτών και μετά πραγματοποιείται η πραγματική μείωση. Η μείωση του κεφαλαίου γίνεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, η οποία δημοσιεύεται και η ανάληψη των μετρητών έπεται της δημοσιευμένης απόφασης της Διεύθυνσης Εμπορίου.
Ειδικά όσον αφορά την μείωση κεφαλαίου ΑΕ, από 1/1/2019 ισχύει πως δεν μπορεί να γίνει οποιαδήποτε διανομή στους μετόχους, εφόσον, κατά την ημερομηνία λήξης της τελευταίας χρήσης, το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας (καθαρή θέση), όπως προσδιορίζονται στο νόμο, είναι ή, ύστερα από τη διανομή αυτή, θα γίνει κατώτερο από το ποσό του κεφαλαίου, προσαυξημένου με: (α) τα αποθεματικά, των οποίων η διανομή απαγορεύεται από το νόμο ή το καταστατικό, (β) τα λοιπά πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης, τα οποία δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν, και (γ) τα ποσά των πιστωτικών κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, που δεν αποτελούν πραγματοποιημένα κέρδη.
Ο σχηματισμός του κεφαλαίου μιας εταιρείας μπορεί εκτός από τις εισφορές των μετόχων σε μετρητά και είδος, να έγινε με κεφαλαιοποίηση κερδών, αφορολόγητων αποθεματικών των νόμων 1828/89, 1892/1990, 3299/2004, υπεραξίας ακινήτων του άρθρου 26 του ν.2065/1992 και των αναπτυξιακών νόμων 1297/1972 και 2166/1993.
Τα αφορολόγητα αποθεματικά 1828/1989, 1892/1990 μπορούν να διανεμηθούν με την πάροδο δέκα (10) ετών από την κεφαλαιοποίηση τους, τα αποθεματικά του ν.2065/92 με τη πάροδο πέντε (5) ετών από την κεφαλαιοποίηση. Αν αυτά τα αποθεματικά διανεμηθούν πριν τη πάροδο των προαναφερθέντων προθεσμιών προβλέπεται αυτοτελής φορολόγηση της προκύπτουσας υπεραξίας, μη συναθροιζόμενης με το προκύπτον αποτέλεσμα του Ισολογισμού, κατά το χρόνο που γίνεται η διανομή.. Τα αφορολόγητα αποθεματικά των αναπτυξιακών νόμων 3299/2009, 1297/1972 και 2166/1993 φορολογούνται ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο αποφασίζεται η διανομή τους. Αν αντί να διανεμηθούν αποφασιστεί η κεφαλαιοποίησή τους, σε περίπτωση επιστροφής τους στους μετόχους μέσω μείωσης κεφαλαίου ή κατά την εκκαθάριση της εταιρείας θα υπαχθούν κανονικά σε φορολόγηση. Με απλά λόγια τα αφορολόγητα αποθεματικά δεν συμψηφίζονται με τυχόν ζημιές της χρήσης, αλλά υπάρχει ανεξάρτητη και αυτοτελής φορολόγηση με τον ισχύοντα φορολογικό συντελεστή όπως ανωτέρω αναλύσαμε ανάλογα με την περίπτωση. Κατά την μείωση του κεφαλαίου το ποσό που αντιστοιχεί σε νόμιμη κεφαλαιοποιηθείσα υπεραξία, η οποία διανέμεται μετά τον προβλεπόμενο χρόνο δεν υπόκειται σε φορολόγηση και το ποσό αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη δαπανών διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων. Είναι στην ουσία νέο κεφάλαιο το οποίο δημιουργήθηκε από αφορολόγητη αύξηση και στη συνέχεια μείωση κεφαλαίου
Δυνατότητα μείωσης κεφαλαίου με μεταβίβαση ακινήτου ή κινητού πράγματος
Από 1/1/2019 επιτρέπεται η ολική ή μερική μείωση κεφαλαίου σε είδος. Για την εξακρίβωση της αξίας των εισφορών σε είδος κατά τη μείωση του κεφαλαίου της (αντίστοιχα και στην αύξηση), συντάσσεται έκθεση αποτίμησης από δύο ορκωτούς ελεγκτές λογιστές ή ελεγκτική εταιρεία ή, κατά περίπτωση, από δύο ανεξάρτητους πιστοποιημένους εκτιμητές. Επιτρέπεται η πρόσληψη από τους ελεγκτές ή τους πιστοποιημένους εκτιμητές ειδικών εκτιμητών, ημεδαπών ή αλλοδαπών, για την εκτίμηση περιουσιακών στοιχείων που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις ή διεθνή εμπειρία. Στην περίπτωση αυτή η απόφαση της γενικής συνέλευσης πρέπει να περιγράφει με ακρίβεια τα περιουσιακά στοιχεία που θα περιέλθουν σε καθένα από τους μετόχους. Αποτίμηση των στοιχείων σε είδος δεν απαιτείται, αν οι μέτοχοι αποφασίσουν ομόφωνα τον τρόπο υλοποίησης της μείωσης.
Παράδειγμα μείωσης κεφαλαίου
Προς κατανόηση της προαναφερθείσας ανάλυσης παραθέτουμε το ακόλουθο παράδειγμα.
Ανώνυμη ξενοδοχειακή εταιρεία είχε την 31 Δεκεμβρίου 2013 μετοχικό κεφάλαιο ύψους 1.000.000 ευρώ το οποίο έχει σχηματιστεί ως ακολούθως.
• Κατάθεση μετρητών κατά τη σύσταση 12/5/2002, 600.000€.
• Την κεφαλαιοποίηση κερδών την 15/4/2003, 250.000€.
• Την κεφαλαιοποίηση υπεραξίας την 30/6/2005 αναπροσαρμογής ακινήτων ν.2065/92, 100.000€.
• Την κεφαλαιοποίηση αφορολόγητου αποθεματικού την 12/3/2010 του ν.1892/1990, 50.000€.
Στον ισολογισμό της εταιρείας την 31/12/2013 αναφέρεται και ζημία, 120.000 ευρώ. Την 30η Απριλίου 2014 η Γενική συνέλευση των μετόχων αποφάσισε μείωση του κεφαλαίου κατά 500.000 ευρώ. Πριν την πραγματική μείωση του κεφαλαίου θα προηγηθεί η απόσβεση της ζημίας των 120.000 ευρώ και το υπόλοιπο θα γίνει με την μέθοδο της prorata, ανάλογα με το τρόπο σχηματισμού.
Μείωση |
500.000 |
Μειον Απόσβεση ζημίας |
120.000 |
Υπόλοιπο προς απόδοση Τελική πραγματική διανομή |
380.000 |
Μέρος μετρητών 380.000 Χ600.000:1.000.000 |
228.000 |
Μέρος κεφαλαιοποίησης κερδών 380.000 Χ 250.000:1.000.000 |
95.000 |
Μέρος κεφαλ. αναπροσαρμογής ακινήτων ν.2065 / 1992 380.000 Χ 100.000:1.000.000 |
38.000 |
Μέρος κεφαλ. αφορολόγητου αποθεματικού ν.1892/1990 380.000 Χ 50.000:1.000.000 |
19.000 |
Το ποσό των 19.000€ που αντιστοιχεί στο μέρος της μείωσης που αφορά το αφορολόγητο αποθεματικό του ν.1892/1990, θα φορολογηθεί γιατί η διανομή έγινε πριν την πάροδο της 10ετίας από την κεφαλαιοποίηση, θα μπορέσει όμως να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη τεκμηρίων επειδή φορολογήθηκε. Φυσικά για την κάλυψη τεκμηρίων θα χρησιμοποιηθούν και τα ποσά των 95.000 από την κεφαλαιοποίηση κερδών και 38.000€ από την κεφαλαιοποίηση της υπεραξίας ακινήτων, καθώς παρήλθαν 5 έτη από την κεφαλαιοποίησή της.
Το ποσό των 228.000 δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί γιατί είναι ποσό επιστρεφόμενο αυτούσιο στους μετόχους, που το είχαν επενδύσει σε προγενέστερο χρόνο και για την επένδυση αυτή δεν είχαν επικαλεστεί φορολογηθέντα εισοδήματα (βλ Σχετικό έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών 1092405/Α0012/11.11.2003). Η μείωση του κεφαλαίου μπορεί να γίνει εφάπαξ ή τμηματικά ανάλογα με τα ταμειακά διαθέσιμα. Ο τρόπος εξόφλησης μπορεί να γίνει με ανάληψη μετρητών, λήψη επιταγών, λήψη συναλλαγματικών η με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό των μετόχων ή με επιστροφή παγίου (βλ. ανωτ. μείωση σε είδος).
Συνεπώς καταλήγουμε ότι είναι δυνατή η κάλυψη φορολογικών τεκμηρίων στην περίπτωση διανομής κεφαλαιοποιηθέντων ποσών σύμφωνα με τα ανωτέρω. Θυμίζουμε ότι διανεμόμενο κεφάλαιο το οποίο αντιστοιχεί απευθείας στις καταβληθείσες εισφορές των μετόχων δεν είναι εισόδημα και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη φορολογικών τεκμηρίων. Είναι αναγκαία η προσεκτική φορολογική μελέτη της κάθε περίπτωσης δεδομένων των πολλών διατάξεων ή εξαιρέσεων που αντιστοιχούν σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Για παράδειγμα, αν το ποσό με το οποίο αυξήθηκε το κεφάλαιο της εταιρείας κατά το παρελθόν αποτελούσε τεκμήριο απόκτησης περιουσιακών στοιχείων για τον εισφέροντα, τότε κατά την μείωση του κεφαλαίου με την επιστροφή του εν λόγω ποσού, το ποσό αυτό θα αποτελεί εισόδημα και μπορεί να καλύψει τεκμήρια.
O κ. Γιώργος Δαλιάνης είναι ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός.
Πηγή: Taxheaven