Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/1794 και άλλες διατάξεις»

Αιτιολογική έκθεση - Σχέδιο νόμου «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/1794 και άλλες διατάξεις»

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ:
«Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (EE) 2015/1794 και άλλες διατάξεις»


Α. Γενικά:

Με τις διατάξεις του προτεινόμενου σχεδίου νόμου αφενός επιδιώκεται η ενσωμάτωση της Οδηγίας (EE) 2015/1794 στην ελληνική έννομη τάξη (Μέρος Α', άρθρα 1-9 και Μέρος Β', άρθρα 10-12) αφετέρου η ρύθμιση επιμέρους ζητημάτων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (Μέρος Γ', άρθρα 13-27).

Σκοπός των διατάξεων του Μέρους Α' και του Μέρους Β', σύμφωνα και με το άρθρο 1 αυτού, είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία (EE) 2015/1794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία εξεδόθη την 6η Οκτωβρίου 2015 και τροποποιεί τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/94/ΕΚ, 2009/38/ΕΚ και 2002/14/ΕΚ, και τις οδηγίες του Συμβουλίου 98/59/ΕΚ και 2001/23/ΕΚ, όσον αφορά τους ναυτικούς, καθώς και λοιπές διατάξεις.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πριν την υιοθέτηση της Οδηγίας (EE) 2015/1794, προέβη σε διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους σε ενωσιακό επίπεδο και, στο πλαίσιο αυτό, οι κοινωνικοί εταίροι του ναυτιλιακού τομέα κατέληξαν σε κοινή συμφωνία, η οποία είναι μείζονος σημασίας για τον σκοπό της Οδηγίας αυτής, καθόσον επιτυγχάνεται εξισορρόπηση των αναγκών βελτίωσης των συνθηκών και των όρων εργασίας των ναυτικών και αποτελεσματικής παροχής υπηρεσιών θαλασσίων μεταφορών, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά του τομέα. Ως εκ τούτου, με δεδομένη την ιδιομορφία του τομέα της ναυτιλίας και τις ιδιαιτερότητες του ναυτικού επαγγέλματος, τροποποιούνται καταλλήλως οι οδηγίες 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη (EE L283/36, 28.10.2008), 2009/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (EEL 122/28, 16.5.2009) και 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2002 περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (EE L80/29, 23.3.2002), καθώς και οι οδηγίες 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 1998 για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις (EE L 225/16, 12.8.1998) και 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2001 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (EEL 82/16, 22.3.2001).

Κατά τον τρόπο αυτό, με το παρόν σχέδιο νόμου, επιδιώκεται η αποτελεσματικότερη προστασία των ναυτικών, σε περιπτώσεις ομαδικών απολύσεων (οδηγία 98/59/ΕΚ), καθώς και συμμετοχής σε διαδικασίες σχετικά με την ενημέρωση και διαβούλευση σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας (οδηγία 2009/38/ΕΚ) και τη διατήρηση των δικαιωμάτων των ναυτικών, σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων (Οδηγία 2001/23/ΕΚ). Συναφώς, με την άρση των υφιστάμενων εξαιρέσεων και της διαμόρφωσης του οικείου θεσμικού πλαισίου καταλλήλως, ώστε οι ναυτικοί να απολαμβάνουν ίσης μεταχείρισης στο βαθμό που δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, επιχειρείται η ενίσχυση της ελκυστικότητας του ναυτικού επαγγέλματος που θα συμβάλλει ουσιωδώς στη βιώσιμη ανάπτυξη των θαλασσίων μεταφορών. Επιπροσθέτως, αίρεται και η εξαίρεση που υφίστατο από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2008/94/ΕΚ για τους αλιείς που αμείβονται «με το κομμάτι» διασφαλίζοντας έτσι την προστασία και της συγκεκριμένης κατηγορίας αλιέων στην περίπτωση εγκατάλειψής τους και περιορίζοντας τον αρνητικό αντίκτυπο από την εκδήλωση τέτοιων φαινομένων.

Αναφορικά με την Οδηγία 2002/14/ΕΚ, η οποία ομοίως τροποποιείται από την Οδηγία 2015/1794/ΕΚ, σημειώνεται ότι έχει ήδη εκδοθεί το π.δ.190/2008 «Θέσπιση γενικού πλαισίου ενημέρωσης και διαβούλευσης πληρωμάτων ποντοπόρων πλοίων, σε συμμόρφωση με την οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2002 «περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα» (L 80)» (Α' 248) και, ως εκ τούτου, στο παρόν σχέδιο νόμου δεν περιλαμβάνονται αντίστοιχες διατάξεις προσαρμογής.

Β. Ειδικότερα επί των άρθρων:

Το Μέρος Α' (άρθρα 1-9) επιδιώκει την ενσωμάτωση στην ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας (EE) 2015/1974. Συγκεκριμένα:

Με το άρθρο 1, καθορίζεται ο σκοπός του παρόντος νόμου, ήτοι η ενσωμάτωση της Οδηγίας (EE) 2015/1794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2015, που τροποποιεί τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/94/ΕΚ, 2009/38/ΕΚ και 2002/14/ΕΚ και τις οδηγίες του Συμβουλίου 98/59/ΕΚ και 2001/23/ΕΚ όσον αφορά τους ναυτικούς, καθώς και η θέσπιση άλλων διατάξεων.

Με το άρθρο 2, επιχειρείται η προσαρμογή στο άρθρο 1 της Οδηγίας 2015/1794/ΕΚ που αφορά στην τροποποίηση της Οδηγίας 2008/94/ΕΚ και συγκεκριμένα στην άρση εξαίρεσης των αλιέων που αμείβονται με το «κομμάτι» από το πεδίο εφαρμογής αυτής. Προς τον σκοπό αυτό, η υποπερίπτ. β' της περίπτ. II της παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 1/1990 (ΑΊ), που προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 40/2017 (Α' 34), με την οποία η ανωτέρω κατηγορία εργαζομένων εξαιρούταν από το οικείο πεδίο εφαρμογής, καταργείται και η υποπερίπτ. γ' αναριθμείται σε υποπερίπτ. β'.

Με το άρθρο 3, επιχειρείται η προσαρμογή στο άρθρο 2 της Οδηγίας 2015/1794/ΕΚ που αφορά στην τροποποίηση της Οδηγίας 2009/38/ΕΚ και ειδικότερα τροποποιούνται οι διατάξεις του ν. 4052/2012 (Α' 41), προκειμένου να επικαιροποιηθούν οι απαιτήσεις ενημέρωσης και διαβούλευσης σε κοινοτικής κλίμακας επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας και να εφαρμοσθούν κατά τον πλέον κατάλληλο τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης νέων τεχνολογιών για την εξ αποστάσεως επικοινωνία, όπως με ενίσχυση της διαθεσιμότητας του διαδικτύου και την εξασφάλιση της λελογισμένης χρήσης του επί των θαλασσοπλοούντων πλοίων υπό ελληνική σημαία, ούτως ώστε μέλη πληρώματος θαλασσοπλοούντων πλοίων υπό ελληνική σημαία, εφόσον είναι εφικτό να συμμετάσχουν στις εν λόγω διαδικασίες.

Ειδικότερα, καταργείται η παράγραφος 2 του άρθρου 50 του ν. 4052/2012, ώστε να απαλειφθεί η εξαίρεση εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου IB αυτού για τα δικαιώματα των εργαζομένων στην ενημέρωση και διαβούλευση σε κοινοτικής κλίμακας επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων στους ναυτικούς πληρώματα θαλασσοπλοούντων υπό ελληνική σημαία πλοίων, και συμπληρώνεται η παράγραφος 3 του άρθρου 64 του ν. 4052/2012, ώστε, αν ναυτικός μέλος πληρώματος θαλασσοπλοούντος πλοίου ή ο/η αναπληρωτής/τρια του δεν βρίσκεται εν πλω ή σε λιμένα κράτους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο η ναυτιλιακή επιχείρηση έχει την έδρα της, να δύναται να συμμετάσχει σε συνεδριάσεις της Ειδικής Διαπραγματευτικής Ομάδας (Ε.Δ.Ο.) ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εργαζομένων (Ε.Σ.Ε.), εφόσον είναι μέλος. Συναφώς, προβλέπεται, όπου είναι εφικτό, οι συνεδριάσεις να προγραμματίζονται, ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή των μελών ή των αναπληρωτών, που είναι μέλη των πληρωμάτων θαλασσοπλοούντων πλοίων. Περαιτέρω, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν δύναται να παραστεί στη συνεδρίαση, εξετάζεται η δυνατότητα χρησιμοποίησης, εφόσον είναι εφικτό, νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας.

Περαιτέρω, συμπληρώνεται η παράγραφος 4 του άρθρου 66 του ν. 4052/2012, ώστε να μη θίγονται οι διαδικασίες ενημέρωσης, σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 6 του π.δ. 190/2008 και συμπληρώνονται τα άρθρα 51 και 70 του ν. 4052/2012 καταλλήλως, ώστε σε περίπτωση που στους εργαζόμενους της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή/και του ομίλου επιχειρήσεων συμπεριλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος θαλασσοπλοούντων υπό ελληνική σημαία πλοίων, εκπρόσωποι των εργαζόμενων αναλόγως των διαδικασιών που εφαρμόζονται να μπορεί να είναι μέλη της Ε.Δ.Ο. και του Ε.Σ.Ε. και οι οριζόμενοι από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία (Π.Ν.Ο.), η οποία προς τούτο λαμβάνει δεόντως υπόψη τη γνώμη των πρωτοβαθμίων οργανώσεων της δύναμής της. Επιπροσθέτως, προβλέπεται παράλληλα η ενημέρωση και της Διεύθυνσης Ναυτικής Εργασίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αναφορικά με τα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 75 του ν. 4052/2012, στην περίπτωση που στους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους αυτών συμπεριλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντων πλοίων.

Με τα άρθρα 4 έως 9, επιχειρείται η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2015/1794/ΕΕ που αφορά σε τροποποιήσεις στην Οδηγία 98/59/ΕΚ σχετικά με την άρση της εξαίρεσης που υφίστατο ως προς την υποχρέωση εφαρμογής της επί των πληρωμάτων θαλασσοπλοούντων πλοίων και, κατά τον τρόπον αυτό, επιτυγχάνεται η ενίσχυση της προστασίας των ναυτικών, σε περίπτωση ομαδικών απολύσεων, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης ισόρροπης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και χωρίς να θεωρείται ότι θίγεται η ελευθερία του πλοιοκτήτη να προβεί ή όχι σε ομαδικές απολύσεις στο βαθμό που τηρούνται οι διαδικασίες διαβουλεύσεων, ώστε μέσω αυτών να αναδειχθούν οι δυνατότητες αποφυγής ή μείωσης των ομαδικών απολύσεων, καθώς και οι δυνατότητες άμβλυνσης των συνεπειών, με σκοπό την παροχή διευκολύνσεων για την επαναπασχόληση ή τον αναπροσανατολισμό των απολυομένων ναυτικών.

Ειδικότερα, με το άρθρο 4, προσδιορίζονται οι έννοιες των «ομαδικών απολύσεων» και των «εκπροσώπων των εργαζομένων», καθώς και το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων, εκ των οποίων εξαιρούνται οι ομαδικές απολύσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συμβάσεων εργασίας ναυτικών που έχουν συναφθεί για ορισμένο χρόνο ή κατά πλουν, εκτός εάν οι απολύσεις αυτές γίνουν πριν από τη λήξη των συμβάσεων αυτών ή την εκτέλεση του πλου, καθώς και οι ομαδικές απολύσεις επί των ναυτικών θαλασσοπλούντων πλοίων που ανήκουν στο δημόσιο ή σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

Με το άρθρο 5, θεσπίζεται η υποχρέωση του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των ναυτικών, όταν προτίθεται να προβεί σε ομαδικές απολύσεις, με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας. Στην η εν γένει διαδικασία παρέχεται εκ μέρους του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή και η αναγκαία πληροφόρηση αναφορικά με το λόγο των ομαδικών απολύσεων, την περίοδο που αυτές θα πραγματοποιηθούν, τα κριτήρια απόλυσης, τη μεθοδολογία προσδιορισμού ενδεχόμενης επιπρόσθετης αποζημίωσης. Για την εξασφάλιση ενεργοποίησης της διαδικασίας διαβούλευσης, προβλέπεται ότι το επιχείρημα του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή ότι η επιχείρηση που έλαβε την απόφαση για τις ομαδικές απολύσεις δεν του παρέσχε τις αναγκαίες πληροφορίες, δεν θα λαμβάνεται υπόψη.

Με το άρθρο 6, προβλέπεται η υποχρέωση του εφοπλιστή ή πλοιοκτήτη να ενημερώνει το Συμβούλιο Εμπορικού Ναυτικού (Σ.Ε.Ν.) του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αναφορικά με τα στοιχεία της γραπτής ανακοίνωσης προς τους εκπροσώπους των ναυτικών, σε περίπτωση σχεδιαζόμενης ομαδικής απόλυσης, κοινοποιώντας τα στοιχεία στους εκπροσώπους των εργαζομένων, ακόμη και στην περίπτωση σχεδίου ομαδικών απολύσεων που προκαλούνται από τη διακοπή της δραστηριότητας του πλοίου, η οποία επέρχεται κατόπιν δικαστικής απόφασης, Παράλληλα, οι εκπρόσωποι των ναυτικών δύνανται να υποβάλλουν τυχόν παρατηρήσεις τους στο Σ.Ε.Ν.

Με το άρθρο 7, θεσπίζεται διοικητική διαδικασία καταλλήλως, με σκοπό την αποτελεσματικότερη διασφάλιση των δικαιωμάτων των υπό απόλυση ναυτικών, καθώς και προκειμένου να εξασφαλίζεται η τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται για τις ομαδικές απολύσεις ναυτικών. Ειδικότερα, προβλέπεται προθεσμία τριάντα ημερών για τη διεξαγωγή των διαβουλεύσεων μεταξύ των ναυτικών και του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή και η υποχρέωση καταχώρησης των αποτελεσμάτων της διαβούλευσης σε πρακτικό που υποβάλλεται στο Σ.Ε.Ν., στο οποίο οι εκπρόσωποι των ναυτικών δύναται να καταθέσουν και σχετικό υπόμνημα. Εφόσον επέλθει συμφωνία μεταξύ των μερών ακόμη και νωρίτερα της προθεσμίας των 30 ημερών προς διαβούλευση οι ομαδικές απολύσεις πραγματοποιούνται, σύμφωνα με το περιεχόμενο της συμφωνίας που διατυπώνεται στο πρακτικό διαβουλεύσεων και ισχύουν δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του πρακτικού διαβούλευσης στο Σ.Ε.Ν. Συναφώς, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των ναυτικού επαγγέλματος και με σκοπό την παροχή της αναγκαίας πρόνοιας για την εύρυθμη ρύθμιση περιπτώσεων που δύναται να ανακύψουν και αφορούν σε λόγους, όπως παλιννόστηση, νέα ναυτολόγηση, εκπαίδευση/ ενημέρωση ναυτικών, δύναται η έναρξη των έννομων αποτελεσμάτων να είναι νωρίτερα του χρονικού διαστήματος των 10 ημερών, κατ' επιλογή ελευθέρως των ναυτικών που καταχωρείται στο πρακτικό διαβουλεύσεων. Σε περίπτωση που δεν υφίσταται συμφωνία μεταξύ των μερών, προβλέπεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών το Σ.Ε.Ν., με αιτιολογημένη απόφασή του, να διαπιστώνει αν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή προς ενημέρωση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των ναυτικών, καθώς και η υποχρέωση κοινοποίησης των σχετικών εγγράφων, σύμφωνα με το άρθρο 5. Αν το Σ.Ε.Ν. αποφασίσει ότι οι ανωτέρω υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή τηρήθηκαν, οι απολύσεις ισχύουν είκοσι (20) ημέρες από την ανωτέρω αιτιολογημένη απόφαση, που κοινοποιείται και στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή. Σε αντίθετη περίπτωση, το Σ.Ε.Ν. παρατείνει τις διαβουλεύσεις των μερών ή τάσσει προθεσμία στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, ώστε εκείνος να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προς εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεων. Αν το Σ.Ε.Ν., με νέα απόφαση, που κοινοποιείται και στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή διαπιστώσει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, οι απολύσεις ισχύουν είκοσι (20) ημέρες από την έκδοση της απόφασης. Σε κάθε περίπτωση, οι απολύσεις ισχύουν εξήντα (60) ημέρες από την κοινοποίηση του πρακτικού διαβούλευσης της παραγράφου 1, με την επιφύλαξη των διατάξεων που διέπουν τα κατά περίπτωση δικαιώματα ως προς την προθεσμία προειδοποίησης, σύμφωνα με τις παραγράφους 7, 8 και 9 του άρθρου 6 του Κανονισμού για την εφαρμογή απαιτήσεων της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που εγκρίθηκε με την 3522.2/08/2013 κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Ναυτιλίας και Αιγαίου (Β' 1671). Περαιτέρω και λαμβάνοντας υπόψη και σκοπό της υπό ενσωμάτωση Οδηγίας, το Σ.Ε.Ν. μεριμνά κατά το χρονικό διάστημα των προθεσμιών του παρόντος άρθρου για την εύρεση λύσεων στα προβλήματα που δημιουργούνται από τις σχεδιαζόμενες ομαδικές απολύσεις. Επιπροσθέτως, εισάγεται και υποχρέωση διαβούλευσης - σύνταξης πρακτικού και σε περίπτωση ομαδικών απολύσεων που προκαλούνται από τη διακοπή δραστηριότητας του πλοίου κατόπιν δικαστικής απόφασης, χωρίς ωστόσο να εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 έως 4 του άρθρου 7.

Με το άρθρο 8, θεσπίζεται ακυρότητα των ομαδικών απολύσεων που γίνονται κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4 έως 7 του παρόντος νόμου και αποσαφηνίζεται ότι, στις περιπτώσεις αυτές, εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις, που σχετίζονται με την έγκυρη λύση της εργασιακής σχέσης και την καταβλητέα αποζημίωση.

Με το άρθρο 9, επιδιώκεται η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στο άρθρο 5 της Οδηγίας (EE) 2015/1794 που αφορά στην τροποποίηση της Οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων.

Ειδικότερα, αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 2 του π.δ. 178/2002 (Α' 162), για την εξασφάλιση διατήρησης των δικαιωμάτων πλέον και των ναυτικών κατά την περίπτωση μεταβίβασης θαλασσοπλοούντος πλοίου εγγεγραμμένου στο ελληνικό νηολόγιο όταν αποτελεί μέρος μεταβίβασης επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης κατά την έννοια του εν λόγω προεδρικού διατάγματος, υπό τον όρο ότι ο εκδοχέας έχει την έδρα του ή η μεταβιβασθείσα επιχείρηση, εγκατάσταση, ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης παραμένει εντός του πεδίου εδαφικής εφαρμογής της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα εφόσον το πλοίο παραμένει εγγεγραμμένο σε νηολόγιο Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περαιτέρω, καθορίζεται ότι, όταν το αντικείμενο της μεταβίβασης αποτελείται αποκλειστικά από ένα ή περισσότερα θαλασσοπλοούντα πλοία, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του π.δ. 178/2002. Επιπροσθέτως, προσδιορίζονται οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, σε περίπτωση μεταβίβασης θαλασσοπλοούντος πλοίου υπό ελληνική σημαία, και καθορίζονται οι κυρώσεις και οι αρχές επιβολής αυτών για κάθε παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8 του π.δ. 178/2002 όσον αφορά σε μεταβίβαση θαλασσοπλοούντος πλοίου καθώς και οι συναφείς περί άσκησης προσφυγής διατάξεις του άρθρου 8 του π.δ. 178/2002.

Το Μέρος Β' (άρθρα 10-12) αφορά σε λοιπές διατάξεις που αποσκοπούν στην προσαρμογή του εθνικού θεσμικού πλαισίου με τις διατάξεις της Οδηγίας (EE) 2015/1794. Ειδικότερα:

Με το άρθρο 10, για τη διασφάλιση της ανεπηρέαστης άσκησης των καθηκόντων τους, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση του άρθρου 56 παρ. 3 του ν. 4052/2012, οι ναυτικοί που είναι μέλη της Ε.Δ.Ο. και του Ε.Σ.Ε. προβλέπεται να λαμβάνουν προστασία,σύμφωνα με τα άρθρα 26 έως 28 του ν. 330/1976 (Α' 129).

Με το άρθρο 11 και λαμβάνοντας υπόψη το ορισμένο πλαίσιο δρομολόγησης και στελέχωσης των πλοίων που εκτελούν θαλάσσιες ενδομεταφορές, καθώς και δραστηριοποίησης των τουριστικών πλοίων, καθορίζονται περιπτώσεις που δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 4 έως 9 επί ομαδικών απολύσεων ναυτικών και συγκεκριμένα, όταν αυτές σύμφωνα με τις οικείες προϋποθέσεις πραγματοποιούνται, λόγω μη εκτέλεσης ή διακοπής πλόων πλοίων που εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων Τέταρτο, Τέταρτο α', έκτο, έβδομο και όγδοο του ν. 2932/2001 (Α' 145), ή λόγω μη εκτέλεσης ή διακοπής πλόων τουριστικών πλοίων που δραστηριοποιούνται εποχιακά, όπως επίσης και για τους λόγους που καθορίζονται στο άρθρο 68 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με τον ν. 3816/1958 (Α' 32). Συναφώς και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας περί καθορισμού οργανικής σύνθεσης - στελέχωσης των πλοίων έχουν χαρακτήρα δημοσίου δικαίου, και, ως εκ τούτου, τα πλοία που δραστηριοποιούνται είναι στελεχωμένα ως προς αριθμό και προσόντα ναυτικών σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, αποσαφηνίζεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 4 έως 8 που αφορούν στις ομαδικές απολύσεις ναυτικών δεν θίγουν την οικεία περί οργανικής σύνθεσης - στελέχωσης πλοίων νομοθεσία.

Με το άρθρο 12, λαμβάνεται μέριμνα, με σχετική ειδική μνεία στην παράγραφο 2 του άρθρου 118 του ν. 4504/2017 (Α' 184), ώστε να καθίσταται σαφές ότι το γνωμοδοτικού χαρακτήρα όργανο του Σ.Ε.Ν., ειδικά αναφορικά με τις ρυθμίσεις του παρόντος έχει την αρμοδιότητα έκδοσης αποφάσεων, την ευθύνη για την εξεύρεση λύσεων και τον έλεγχο αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας που αφορούν στις ομαδικές απολύσεις ναυτικών.

Στο Μέρος Γ (άρθρα 13-27) του σχεδίου νόμου θεσμοθετούνται λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Συγκεκριμένα:

Ως προς το άρθρο 13, σημειώνονται τα ακόλουθα:

Με την πρόσφατη αντικατάσταση της περίπτωσης κε' και κστ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 (Α' 309) καθώς και την αντικατάσταση της υποπερίπτωσης αα' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 και την κατάργηση του στοιχείου δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ιδίου νόμου, με το άρθρο 83 του ν. 4504/2017 (Α' 184), οι Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης του ν. 3213/2003 που αφορούν:
(α) στο προσωπικό του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ.) υποβάλλονται και ελέγχονται από τον εποπτεύοντα τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ο οποίος επικουρείται προς τούτο από την οικεία υπηρεσία, αντί του αντίστοιχου της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά, ο οποίος επικουρείτο από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής,
(β) στο πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής υποβάλλονται και ελέγχονται από την Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, αντί του εισαγγελικού λειτουργού της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά, ο οποίος επικουρείτο από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Ωστόσο, σημειώνονται τα εξής: Πρώτον, στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής εξακολουθούν να τηρούνται αρχειοθετημένες οι έντυπες Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και του πολιτικού προσωπικού του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής που είχαν υποβληθεί σε αυτήν προ της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του ν. 4504/2017. Για να δοθεί η δυνατότητα και ο απαιτούμενος χρόνος διαβίβασης των δηλώσεων αυτών στην νέα αρμόδια αρχή ελέγχου - κατά περίπτωση - είναι απαραίτητο να θεσπισθεί σχετική μεταβατική διάταξη ως προς τη διαχείριση.

Δεύτερον, στην ίδια Υπηρεσία, σύμφωνα με το άρθρο 49 του ν. 2935/2001 (Α' 162), περιέρχονται εισαγγελικές παραγγελίες, ιδίως από Εισαγγελίες Ναυτοδικείων, και διερευνούνται υποθέσεις, για τις οποίες κρίνεται επιβεβλημένος ο έλεγχος των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης-Δηλώσεων Οικονομικών Στοιχείων (Δ.Π.Κ.- Δ.Ο.Σ.) του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., προς διαπίστωση της εκπλήρωσης ή μη της υποχρέωσης υποβολής Δ.Π.Κ.-Δ.Ο.Σ. από το προσωπικό του Υπουργείου κατά τα παρελθόντα έτη και της τυχόν αδικαιολόγητης μεταβολής της οικονομικής κατάστασης των ελεγχόμενων υπόχρεων. Επίσης, εξακολουθούν να υποβάλλονται αιτήματα των υπόχρεων για την έκδοση βεβαιώσεων περί υποβολής Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, ενώ αναμένεται ότι θα εξακολουθήσουν να περιέρχονται έντυπες Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης παρελθόντων ετών.

Τρίτον, κατ' εφαρμογή του π.δ. 112/2007 «Καθορισμός του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος που υποχρεούται να υποβάλλει δήλωση περιουσιακής κατάστασης, της διαδικασίας, του τρόπου υποβολής και του ελέγχου των δηλώσεων» (Α' 144), στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι σε εξέλιξη η διενέργεια ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης στελεχών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., στο πλαίσιο διερεύνησης υποθέσεων ή και κατόπιν σχετικών εισαγγελικών παραγγελιών. Για την περάτωση των αναγκαίων διαδικασιών που αφορούν στις εν λόγω υποθέσεις είναι αναγκαία η νόμιμη πρόσβαση της Υπηρεσίας στο φυσικό και ηλεκτρονικό αρχείο Δ.Π.Κ.-Δ.Ο.Σ., καθώς και η νομιμοποίηση διενέργειας των απαραίτητων διοικητικών ενεργειών.

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και την ομαλή διεκπεραίωση των ως άνω υποθέσεων και ελέγχων, προτείνονται τα εξής:
(α) η παροχή δυνατότητας στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής να επικουρεί τον εποπτεύοντα τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών.
(β) η ρύθμιση του ζητήματος της διαβίβασης του τηρούμενου αρχείου ΔΠΚ που αφορά στο πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων στην αρμόδια πλέον Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.

Με το προτεινόμενο άρθρο 14, επιδιώκεται η οικονομική ενίσχυση των σπουδαστών μεικτής φοίτησης των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού (Α.Ε.Ν.), με στόχο την ενίσχυση και υποστήριξη της έγκαιρης ολοκλήρωσης των σπουδών τους, ιδίως εκείνων που διαθέτουν χαμηλά εισοδήματα (παράγραφος 1), επιφέροντας ουσιαστική αναβάθμιση στην παρεχόμενη ναυτική εκπαίδευση.

Με τον τρόπο αυτό, βελτιώνεται το ισχύον άρθρο 145 του ν. 4504/2017 (Α' 184), δεδομένου ότι επεκτείνεται το ευεργετικό κανονιστικό πεδίο της ρύθμισης όχι μόνο στους σπουδαστές εσωτερικής φοίτησης αλλά στους σπουδαστές μεικτής (εσωτερικής και εξωτερικής) φοίτησης. Παράλληλα, διασφαλίζεται η ισότιμη συμμετοχή σε ανώτερες βαθμίδες των ατόμων που ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικά ομάδες.

Το ποσό του επιδόματος καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησής του προσδιορίζονται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, σύμφωνα με την προτεινόμενη παράγραφο 2.

Η ενίσχυση αυτή, σε ότι αφορά στο συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.), παρέχεται βάσει της χρηματοδοτικής ροής του Επιχειρησιακού Προγράμματος της εν ισχύ Προγραμματικής Περιόδου (παράγραφος 3). Επιπλέον, παρέχεται η δυνατότητα προπληρωμής από το Κεφάλαιο Ναυτικής Εκπαίδευσης (Κ.Ν.Ε.), μέσω των παγίων προκαταβολών Κ.Ν.Ε. των οικείων Α.Ε.Ν., κατά τα οριζόμενα στην κοινή απόφαση της παραγράφου 7 του άρθρου 145 του ν. 4504/2017.

Τέλος, με την παράγραφο 4, προστίθεται παράγραφος 9 στο άρθρο 145 του ν. 4504/2017, βάσει της οποίας ορίζεται ρητά ότι η έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού είναι το εκπαιδευτικό έτος 2017-2018.

Το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής προωθεί, με το άρθρο 15, στο πλαίσιο των αρχών της καλής νομοθέτησης, βελτιωτικές ρυθμίσεις που αφορούν στη Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων (Ρ.Α.Λ.), η οποία διέπεται από τον ιδρυτικό ν. 4389/2016 «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (Α' 94). Ειδικότερα, εντοπίζονται διατάξεις του ν. 4389/2016 που διέπουν την ίδρυση και λειτουργία της Ρ.Α.Λ., οι οποίες χρήζουν τροποποίησης, λόγω ασάφειας, δυσλειτουργιών που προκαλούν κατά την εφαρμογή τους ή κανονιστικών ελλείψεων αυτών. Συγκεκριμένα:

Με την παράγραφο 1, προωθείται προσθήκη στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 113 του ν. 4389/2016, με την οποία λαμβάνεται μέριμνα για τη θεσμοθέτηση της διαιτησίας ως προς τις διαφορές μεταξύ προσώπων που δραστηριοποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο στις λιμενικές υπηρεσίες. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να αποσυμφορηθούν τα δικαστήρια από δικαστικές προσφυγές και εκτιμάται ότι θα προωθηθεί ο Πειραιάς και η Ελλάδα ως κέντρο διαιτησίας, με σκοπό την ανάπτυξη του διεθνούς και εγχώριου εμπορίου. Όσον αφορά στα πλεονεκτήματα της διαιτησίας, ενδεικτικά, αναφέρονται η ταχύτητα στην έκδοση αποφάσεων, η μυστικότητα της διαδικασίας και κυρίως το ουσιαστικό αποτέλεσμα που επιδιώκεται από τα μέρη, δηλαδή ο μη περιορισμός στα αυστηρά δικονομικά όρια που διέπουν τη λειτουργία της απόδοσης δικαιοσύνης.

Με την παράγραφο 2, προτείνεται η απάλειψη της λέξης «δεν» στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016 στη φράση «δεν εξετάζονται σε ποινικές δίκες», καθώς, σύμφωνα με τη διατύπωση που ισχύει σήμερα, δημιουργείται ουσιώδες νομικό πρόβλημα για την υποχρέωση παροχής πληροφοριών από φυσικά πρόσωπα. Με τον τρόπο αυτό, αίρεται η προαναφερόμενη δυσλειτουργία και διευκολύνεται το έργο της Ρ.Α.Λ.

Με την παράγραφο 3, προτείνεται η εισαγωγή της φράσης «ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου» στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016, με στόχο την επέκταση του κανονιστικής της ισχύος στο σύνολο των φορέων που συνιστούν το ελληνικό λιμενικό σύστημα. Δικαιολογητικός λόγος της προτεινόμενης προσθήκης είναι το γεγονός ότι οι φορείς διαχείρισης λιμένων στο ελληνικό λιμενικό σύστημα διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, ήτοι τους Οργανισμούς Λιμένων, με χαρακτήρα νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, καθώς και τα Λιμενικά Ταμεία και Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία, με χαρακτήρα νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, τα οποία εξαιρούνται βάσει της ισχύουσας ρύθμισης. Τονίζεται ότι τα Λιμενικά Ταμεία, συνολικού αριθμού άνω των ογδόντα (80), διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαχείριση του ελληνικού λιμενικού συστήματος και, σύμφωνα με το άρθρο 113 του ν. 4389/2016 (Ρυθμιστικές αρμοδιότητες Ρ.Α.Λ.), επιβλέπονται από την Αρχή. Επιπλέον, σύμφωνα με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αριθμ. 340/14- 04-2014 «Καθορισμός τέλους για τη χρηματοδότηση της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων (Ρ.Α.Λ.)» (Β' 924), και ειδικότερα βάσει των άρθρων 1-3, επιβάλλεται τέλος που ανέρχεται σε ποσοστό 0,2% επί των ετήσιων εσόδων των Λιμενικών Ταμείων και Δημοτικών Λιμενικών Ταμείων υπέρ της Ρ.Α.Λ. Επιπρόσθετα, σημαντικός αριθμός υποθέσεων/ καταγγελιών οι οποίες εξετάζονται από την Ρ.Α.Λ. αφορούν ή σχετίζονται με Λιμενικά Ταμεία και Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία.

Σύμφωνα με την ισχύουσα διατύπωση της παραγράφου 5 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016, τυχόν επιβολή κυρώσεων από τη Ρ.Α.Λ. δεν βρίσκει έρεισμα στο κείμενο του νόμου, παρά την ύπαρξη σχετικής ρητής πρόβλεψης στο άρθρο 9 της απόφασης της Ρ.Α.Λ. αριθμ. 330/16-05-2017 «Κανονισμός Διερεύνησης Καταγγελιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων» (Β' 1923), για την επιβολή προστίμων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παράγραφο 5 του άρθρου 114 ν. 4389/2016 και τις λοιπές διατάξεις του ν. 4389/2016 ή άλλα νομοθετήματα σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ήτοι στα Λιμενικά Ταμεία και τα Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία. Έτσι, εξαιτίας της έλλειψης ρητής πρόβλεψης παροχής δυνατότητας επιβολής προστίμου σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, μένει άνευ κυρώσεως τυχόν δυστροπία των Λιμενικών Ταμείων για: α) τη μη παροχή στοιχείων και απόψεων επί υπόθεσης/καταγγελίας υπό εξέταση από τη Ρ.Α.Λ., β) την καταβολή του τέλους υπέρ της Ρ.Α.Λ., και ν) την παροχή οικονομικών στοιχείων.

Στο πλαίσιο αυτό, η προωθούμενη διάταξη αποσκοπεί στην κάλυψη του σχετικού νομικού κενού και τη νομιμοποιημένη διεύρυνση των κυρωτικών αρμοδιοτήτων της Ρ.Α.Λ. και επί νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

Με την προτεινόμενη παράγραφο 4, επιδιώκεται η επαρκής κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών της Ρ.Α.Λ. για τη βέλτιστη λειτουργία της καθώς και η αρτιότερη στελέχωσή της με προσωπικό που γνωρίζει αποδεδειγμένα στην πράξη τη λειτουργία των λιμένων, τη λειτουργία των Λιμενικών Αρχών και τον τρόπο συνεργασίας με αυτές. Θεωρείται δε αναγκαία η αξιοποίηση των εξειδικευμένων γνώσεων και της εξοικείωσης του προτεινόμενου προς απορρόφηση προσωπικού με θέματα λιμένων, λιμενικής πολιτικής, Κανονισμών Λιμένων, επιτόπιων ερευνών κ.ο.κ. Επιπρόσθετα, τα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. θεωρούνται τα πλέον κατάλληλα και καταρτισμένα, προκειμένου να υποστηρίζουν τις ελεγκτικές αρμοδιότητες της Ρ.Α.Λ. εντός λιμενικής ζώνης υπό τη διεύθυνση και την εποπτεία του κατά περίπτωση αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 114 του ν.4389/2016.

Η διάταξη κρίνεται αναγκαία για την άμεση ενίσχυση της στελέχωσης της Ρ.Α.Λ., προκειμένου να επιτελεί απρόσκοπτα την αποστολή της, στο πλαίσιο της γενικότερης εποπτείας και διασφάλισης της νομιμότητας των σχέσεων μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων του εθνικού λιμενικού συστήματος.

Ως προς την προτεινόμενη παράγραφο 5, σημειώνονται τα ακόλουθα:

Σύμφωνα με την ισχύουσα διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 125 του ν. 4389/2016, προβλέπεται ότι:
«6. Με αιτιολογημένη απόφαση της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της με μείωση άλλων πιστώσεων με τη διαδικασία της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.».

Εξάλλου, στην παράγραφο 3 του άρθρου 125 του ιδίου νόμου προβλέπονται τα ακόλουθα:
«3. Τα έσοδα της Ρ.Α.Λ. εισπράττονται στο όνομα και για λογαριασμό της και κατατίθενται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Ρ.Α.Λ., σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισής της (π.δ. 19/2016, Α' 28). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, κατόπιν εισήγησης της Ρ.Α.Λ., καθορίζονται τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης των πιο πάνω χρηματικών ποσών. Οι δαπάνες που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Λ. διαμορφώνονται ετησίως με απόφαση αυτής για να καλύψουν το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του επόμενου έτους. Η Ρ.Α.Λ. έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσίου λογιστικού και όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται στο διαδικτυακό τόπο της Ρ.Α.Λ. και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και υποβάλλονται στον Πρόεδρο της Βουλής μαζί με την ετήσια έκθεση του επόμενου έτους.».

Όπως γίνεται αντιληπτό από τα ανωτέρω, η παράγραφος 3 αναφέρεται σε διαδικασία είσπραξης ποσών κι όχι σε διαδικασία σύνταξης ή τροποποίησης - αναμόρφωσης προϋπολογισμού. Επιπλέον, δεν καθίσταται πλήρως σαφές με το εδάφιο που ορίζει ότι «Οι δαπάνες που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Λ. διαμορφώνονται ετησίως με απόφαση αυτής για να καλύψουν το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του επόμενου έτους», ότι η Ρ.Α.Λ. δύναται να προβαίνει σε αναγκαίες, μικρούς εύρους τροποποιήσεις υφιστάμενου προϋπολογισμού, εφόσον τούτο απαιτηθεί για την εύρυθμη διαχειριστική της λειτουργία, όπως π.χ. καταβολές μισθοδοσίας, ασφαλιστικών εισφορών, καταβολές για τις διαγωνιστικές διαδικασίες στελέχωσης της Αρχής κ.ά.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 16, τροποποιούνται οι καταστατικού χαρακτήρα διατάξεις του β.δ. 160/1970 «Περί Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος» (Α'44), κατά το μέρος που αφορούν αφενός στους πόρους του Ταμείου που προέρχονται από κρατήσεις επί των μηνιαίων αποδοχών που καταβάλλονται στους μετόχους (στελέχη Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.) του Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος (Τ.Α.Λ.Σ.) αφετέρου στον υπολογισμό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγεί το Ταμείο στους μετόχους (στελέχη Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.) που εξέρχονται από την ενεργό Υπηρεσία.

Η αναγκαιότητα ρύθμισης του θέματος έγκειται στη θεσμοθέτηση του ν. 4472/2017 «Συνταξιοδοτικές διατάξεις Δημοσίου και τροποποίηση διατάξεων του ν. 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και λοιπές διατάξεις» (Α' 74), που έχει αναδρομική εφαρμογή από 01/01/2017. Συγκεκριμένα, με τον εν λόγω νόμο, καταργήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 50-51 του ν. 3205/2003 (Α' 297), στις οποίες προβλεπόταν η χορήγηση των μισθολογικών στοιχείων (βασικός μισθός, επίδομα χρόνου υπηρεσίας, επίδομα εξομάλυνσης μισθολογικών διαφορών, επίδομα ειδικής απασχόλησης για την Εθνική Άμυνα, Δημόσια Τάξη και Ασφάλεια και επίδομα θέσης υψηλής ή αυξημένης ευθύνης), τα οποία λαμβάνονταν υπόψη στην περίπτωση του Τ.Α.Λ.Σ., σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 15 του β.δ. 160/1970, για τον υπολογισμό των εισφορών αλλά και του παρεχόμενου εφάπαξ βοηθήματος.

Η παραπάνω ρύθμιση αποσκοπεί στην προσαρμογή των διατάξεων του β.δ. 160/1970 με εκείνες που προβλέπονται στον ν. 4472/2017, όπως ισχύει, και οι οποίες καθορίζουν το νέο μισθολόγιο των μετόχων του Ταμείου (στελεχών Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ.).

Εξάλλου, με την έκδοση των διατάξεων του άρθρου 17 του ν. 4505/2017 (Α' 189) και του άρθρου 45 του ν. 4509/2017 (Α' 201), ρυθμίστηκαν ζητήματα των εισπραττόμενων εισφορών και των καταβαλλόμενων εφάπαξ βοηθημάτων, αντίστοιχα, για τους Ειδικούς Λογαριασμούς Αλληλοβοήθειας των Μετοχικών Ταμείων Στρατού (Μ.Τ.Σ.), Ναυτικού (Μ.Τ.Ν.) και Αεροπορίας (Μ.Τ.Α.) που εποπτεύονται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Επίσης, με την Υπουργική Απόφαση αριθμ. ΓΔΟΕΣ/1/1/55-α' (Β' 4603/28-12-2017) ρυθμίστηκαν τα σχετικά θέματα ως προς το Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (Αστυνομία και Πυροσβεστική - Τ.Ε.Α.Π.Α.Σ.Α.) που εποπτεύεται από το Υπουργείο Εσωτερικών.

Ως εκ τούτου, καθίσταται αναγκαία η άμεση θεσμοθέτηση των αντίστοιχων ρυθμίσεων που αφορούν στο Ταμείο Αρωγής Λιμενικού Σώματος του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, των υπέρ αυτού κρατήσεων και του εφάπαξ των απόστρατε υ θέντων στελεχών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που εκκρεμεί, με απώτερο στόχο την εύρυθμη εκτέλεση του προϋπολογισμού του Τ.Α.Λ.Σ. Η ανάγκη αυτή απορρέει από την ανάγκη άμεσης τακτοποίησης της υφιστάμενης εκκρεμότητας ως προς τις παρακρατούμενες εισφορές των στελεχών αλλά και για λόγους ίσης μεταχείρισης των στελεχών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.

Με την προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 17, τροποποιείται η περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του ν. 4256/2014 «Τουριστικά πλοία και άλλες διατάξεις» (Α' 92).

Συγκεκριμένα, επιδιώκεται η απαλοιφή της προϋπόθεσης που προέβλεπε το πλοίο αναψυχής να έχει μεταφορική ικανότητα άνω των δώδεκα (12) ατόμων, προκειμένου να επιτρέπεται σε αυτό η εκτέλεση σύμβασης ναύλωσης στην οποία ο τόπος παράδοσης και ο τόπος επαναπαράδοσης του βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια.

Σκοπός της προτεινόμενης διάταξης είναι να αρθούν υφιστάμενα εμπόδια, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε περισσότερα πλοία αναψυχής να δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό αλλά και για να επιτευχθεί η περαιτέρω ανάπτυξη του θαλασσίου τουρισμού αναψυχής, προς όφελος της εθνικής οικονομίας.

Με το προτεινόμενο άρθρο 18, θεσπίζεται το πλαίσιο για την παροχή δυνατότητας χρήσης και αποδοχής ηλεκτρονικών πιστοποιητικών από τους εξουσιοδοτημένους οργανισμούς (νηογνώμονες).
Σύμφωνα με την εγκύκλιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού FAL.5/Circ.39/Rev.2 της 20ης Απριλίου 2016, τα κράτη μέλη του Οργανισμού καλούνται να μειώσουν τα διοικητικά εμπόδια και να προωθήσουν την έκδοση πιστοποιητικών σε ηλεκτρονική μορφή. Ανάλογη παραίνεση διατυπώθηκε και στην κοινή διακήρυξη της τρίτης Συνόδου των Υπουργών των Μνημονίων Συνεννόησης των Παρισίων και Τόκυο για τον έλεγχο του κράτους λιμένα (Third Joint Ministerial Conference of the Paris and Tokyo Memoranda of Understanding on Port State Control), η οποία διενεργήθηκε στον Καναδά από τις 3 έως τις 4 Μαΐου του 2017.

Με τη χορήγηση της δυνατότητας έκδοσης ηλεκτρονικών πιστοποιητικών στους εξουσιοδοτημένους οργανισμούς, αναβαθμίζεται και εκσυγχρονίζεται το πλαίσιο λειτουργίας της ναυτιλιακής διοίκησης, χωρίς να δημιουργείται πρόσθετο διοικητικό βάρος, δεδομένου ότι αρκετοί εξουσιοδοτημένοι οργανισμοί ήδη διαθέτουν τις αναγκαίες υποδομές για την έκδοση ηλεκτρονικών πιστοποιητικών, ενώ σε κάθε περίπτωση η αξιοποίηση της δυνατότητας που παρέχεται με την προτεινόμενη διάταξη είναι δυνητική γι' αυτούς.

Τέλος, η έκδοση της σχετικής υπουργικής απόφασης κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να θεσπιστούν οι αναγκαίοι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα για τη χρήση και αποδοχή των ηλεκτρονικών πιστοποιητικών από τους εξουσιοδοτημένους οργανισμούς καθώς και τα σχετικά με τη διασφάλιση της αυθεντικότητας αυτών πρότυπα. Επισημαίνεται δε ότι η έκδοση της εν λόγω κανονιστικής πράξης προσδιορίζεται εντός έξι (6) μηνών, παρέχοντας επαρκές χρονικό διάστημα για την προσαρμογή των εξουσιοδοτημένων οργανισμών στο προτεινόμενο θεσμικό πλαίσιο.

Με το άρθρο 19, επιδιώκεται η διασφάλιση της αναγνώρισης των πιστοποιητικών αυτοδυτών που χορηγούνται από το Παράρτημα της Σχολής Υποβρύχιων Καταστροφών (Σ.Υ.Κ.) του Κέντρου Δια Βίου Μάθησης Επιπέδου 2 (ΚΔΒΜ2) του Κέντρου Εκπαίδευσης (Κ.Ε.) ΠΑΛΑΣΚΑΣ στα στελέχη των Ειδικών Δυνάμεων-Σωμάτων Ασφαλείας (Ε.Δ.-Σ.Α.) ως ισότιμων με τα πιστοποιητικά εκπαίδευσης για ερασιτέχνες αυτοδύτες επιπέδου 2, δεδομένης της έλλειψης σχετικής νομοθετικής πρόβλεψης, η οποία απαιτεί τροποποίηση του άρθρου 9 του ν. 3409/2005 «Καταδύσεις αναψυχής και άλλες διατάξεις» (Α' 273).

Σημειώνεται ότι στην παράγραφο 5 του άρθρου 9 του ν. 3409/2005 προβλέπεται ότι αναφορικά με τα πτυχία υποβρύχιου καταστροφέα και υποβρυχίων αποστολών του προσωπικού του Π.Ν. και του Λ.Σ. παρέχεται δυνατότητα αναγνώρισης ισοτιμίας με τα πιστοποιητικά εκπαίδευσης για εκπαιδευτές αυτοδύτες ανώτερης κατηγορίας, με σχετική εξουσιοδοτική διάταξη. Αντιθέτως, ελλείπει αντίστοιχη νομοθετική μέριμνα για την αναγνώριση της ισοτιμίας των πιστοποιητικών των αυτοδυτών που χορηγούνται από το Παράρτημα Σ.Υ.Κ. ΠΑΛΑΣΚΑΣ.

Για το λόγο αυτό, προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 6 του άρθρου 9 του ν. 3409/2005, με την οποία τα συγκεκριμένα πιστοποιητικά εκπαίδευσης αναγνωρίζονται ως ισότιμα για ερασιτέχνες αυτοδύτες (επιπέδου 2). Έτσι, με την προτεινόμενη διάταξη, τα πιστοποιητικά εκπαίδευσης του Παραρτήματος Σ.Υ.Κ. του Κ.Ε. ΠΑΛΑΣΚΑΣ, που χορηγούνται στους αποφοίτους του Σχολείου Αυτοδυτών της Σχολής Υποβρυχίων Καταστροφών, κατόπιν εκπαίδευσης, η οποία ακολουθεί τις απαιτήσεις του ισχύοντος εθνικού προτύπου καταδύσεων αναψυχής για την εκπαίδευση ερασιτεχνών αυτοδυτών επιπέδου 2 (ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 24801-2), αναγνωρίζονται ως ισότιμα των πιστοποιητικών εκπαίδευσης για ερασιτέχνες αυτοδύτες επιπέδου 2.

Τονίζεται ότι η προώθηση της εν λόγω ρύθμισης είναι αναγκαία για την υλοποίηση των συμπεφωνημένων, στο πλαίσιο του Μνημονίου Αρχών Συνεργασίας Πολεμικού Ναυτικού (Π.Ν.) - Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής (Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ.).

Με το άρθρο 20, επέρχονται τροποποιήσεις στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017«Δια βίου εκπαίδευση προσωπικού Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ενδυνάμωση της διαφάνειας και της αξιοκρατίας σε θέματα αρμοδιότητας Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ενίσχυση της κοινωνικής συμμετοχής στην ακτοπλοΐα, θέματα πολιτικού προσωπικού, συμπλήρωση διατάξεων για τα λιμενικά έργα και άλλες διατάξεις» (Α' 184), με το οποίο επέρχεται ριζική μεταρρύθμιση του συστήματος εισαγωγής στις παραγωγικές Σχολές του Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ. (Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων). Οι ρυθμίσεις που προτείνονται κρίνονται απαραίτητες για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος των Πανελληνίων Εξετάσεων για την εισαγωγή στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Συγκεκριμένα:

Με την παράγραφο 1, επέρχονται τροποποιήσεις στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017, με στόχο την αναμόρφωση της εισαγωγής στη Σχολή Δοκίμων Υπαξιωματικών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Ειδικότερα, προτείνεται οι ιδιώτες υποψήφιοι να δύνανται να εισάγονται μέσω Πανελλαδικών Εξετάσεων σε δύο (2) μόνο βαθμίδες εκπαίδευσης, ήτοι εν προκειμένω στη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, οι οποίες, με την έκδοση των προβλεπόμενων αντίστοιχα προεδρικών διαταγμάτων, εντάσσονται στην ανώτερη και ανώτατη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Επίσης, παρέχονται οι αναγκαίες νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις για τη ρύθμιση επιμέρους ζητημάτων εισαγωγής των υποψηφίων στις Σχολές αυτές (περιπτώσεις β και γ της παραγράφου 1 του προτεινόμενου άρθρου 20 ΣχΝ).

Επίσης, προβλέπεται προσθήκη στην παράγραφο 3 του άρθρου 79, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα προσδιορισμού με την προβλεπόμενη ήδη κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής του ποσοστού των προερχομένων υποχρεωτικά ισάριθμα ανά κατηγορία από τους εν ενεργεία μόνιμους Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες που εισάγονται στη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ., με στόχο την ισότιμη παροχή δυνατότητας αξιοποίησης της εμπειρίας τους στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., καθώς και των προσόντων αυτών.

Περαιτέρω, με την παράγραφο 2 που προτείνεται, επιδιώκεται η έκδοση των απαραίτητων Κανονισμών Εκπαίδευσης της Σχολής Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων με εξουσιοδοτικές διατάξεις, ήτοι στην περίπτωση της Σχολής Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. με κοινή απόφαση των Αρχηγών Πολεμικού Ναυτικού και Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής και στην περίπτωση της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ. Με τον τρόπο αυτό, συμπληρώνεται η παράγραφος 4 του άρθρου 79 του ν. 4504/2017, που προβλέπει την έκδοση προεδρικού διατάγματος για τη ρύθμιση θεμάτων οργάνωσης και λειτουργίας των Σχολών αυτών, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα ευέλικτης κανονιστικής διαδικασίας έκδοσης και κυρίως αναμόρφωσης των Κανονισμών Εκπαίδευσης των Σχολών αυτών, υπό μορφή κοινής απόφασης και όχι προεδρικού διατάγματος που συνιστά χρονοβόρα κανονιστική μέθοδο, προκειμένου να διασφαλίζεται η ευχερέστερη προσαρμογή των Κανονισμών Εκπαίδευσης στα σύγχρονα μεταβαλλόμενα δεδομένα και τις πραγματικές ανάγκες του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.

Με την παράγραφο 3, λαμβάνεται μέριμνα, ώστε οι απόφοιτοι της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων να έχουν τη δυνατότητα να προαχθούν στο βαθμό του Κελευστή Λ.Σ., μετά την παρέλευση τριετίας από την ονομασία τους ως Λιμενοφύλακες, μέσω προαγωγικών εξετάσεων και ταχύρρυθμη εκπαίδευσή τους διάρκειας τεσσάρων (4) εβδομάδων. Παράλληλα, με την προτεινόμενη διάταξη, δίνεται σχετική νομοθετική εξουσιοδότηση για την ολοκληρωμένη ρύθμιση των επιμέρους θεμάτων εφαρμογής της.

Η παράγραφος 4 διασαφηνίζει ότι από τη θέση σε ισχύ του προτεινόμενου σχεδίου νόμου, η βασική εκπαίδευση του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. θα παρέχεται στις παραγωγικές Σχολές Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Δοκίμων Λιμενοφυλάκων Λ.Σ., κατόπιν ρητής κατάργησης της Σχολής Δοκίμων Υπαξιωματικών Λ.Σ. (Σ.Δ.Υ.Λ.Σ.), σε συνάρτηση με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Με την παράγραφο 5, λαμβάνεται μέριμνα από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής για την παροχή δικαιώματος εισαγωγής στις παραγωγικές σχολές του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κατά τις διατάξεις του άρθρου 79 σε ειδικές κατηγορίες υποψηφίων, όπως αναλυτικά καθορίζονται με την προβλεπόμενη κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 3 του ν 4504/2017, με γνώμονα την προστασία ευάλωτων κοινωνικά ομάδων της κοινωνίας. Επισημαίνεται ότι, υπό το παλαιότερο καθεστώς εισαγωγής στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. (με προκήρυξη διαγωνισμού), οι ειδικές αυτές κατηγορίες αναφέρονταν στις διατάξεις των περιπτώσεων α, β και γ της παραγράφου 2 και της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002 (Α' 311), οι οποίες προτείνεται να καταργηθούν με την παράγραφο 2 του άρθρου 26 του παρόντος σχεδίου νόμου, δεδομένου ότι η διατήρηση των προαναφερόμενων διατάξεων έρχεται σε αντίθεση με το νέο θεσμικό πλαίσιο περί Πανελληνίων Εξετάσεων και δημιουργεί σύγχυση ως προς το πεδίο εφαρμογής τους. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται η θέσπιση ρητών αντίστοιχων διατάξεων στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 για λόγους ασφάλειας δικαίου.

Έτσι, προτείνεται η ρητή αναφορά των ειδικών κατηγοριών για τις οποίες προβλέπεται ποσόστωση για την εισαγωγή τους μέσω Πανελληνίων Εξετάσεων και αυτές είναι: πολύτεκνοι και τα τέκνα τους, τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου, αναπήρων ή θυμάτων ειρηνικής περιόδου του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. εν ενεργεία ή συνταξιοδοτημένου για το λόγο αυτόν, τέκνα των αναγνωρισμένων ως αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τρίτεκνοι και τα τέκνα τους, τέκνα αποβιώσαντος στρατιωτικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας ή εξαιτίας αυτής, τέκνα στρατιωτικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που κατέστη ανάπηρος συνεπεία τραυματισμού ή ασθένειας σε ποσοστό άνω του 67% κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και εξαιτίας αυτής, καθώς και ιδιώτες που έχουν αποδεδειγμένα συμμετάσχει ενεργά σε επιχειρήσεις διάσωσης που συντονίζονται από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή τις Λιμενικές Αρχές της χώρας, πλην των υπαλλήλων Λιμένων, για τη διάσωση προσώπων υπό κίνδυνο, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που αναφέρονται ρητά στην οικεία διάταξη.

Σημειώνεται ότι, με την παράγραφο 3 του άρθρου 79 του ν. 4504/2017, παρέχεται σχετική νομοθετική εξουσιοδότηση, προκειμένου οι ειδικές κατηγορίες των υποψηφίων των Πανελληνίων Εξετάσεων να καθορισθούν αναλυτικά με κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.

Με το άρθρο 21, επέρχονται τροποποιήσεις στον ν. 3079/2002 (Α' 311), με στόχο την αναμόρφωση του συστήματος εισαγωγής στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., ως προς συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες προσωπικού του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.

Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 αυτού, επανακαθορίζεται ο τρόπος κατάταξης στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Αξιωματικών ειδικότητας Υγειονομικού (Ιατρών) και Αξιωματικών ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας (Οδοντιάτρων και Ψυχολόγων). Ειδικότερα, παρέχεται η δυνατότητα για τους Αξιωματικούς ειδικότητας Υγειονομικού (Ιατρούς) και τους Αξιωματικούς ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας με ειδικότητα Οδοντιάτρου, να προέρχονται όχι μόνο από ιδιώτες αλλά και από αποφοίτους της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων (Σ.Σ.Α.Σ.).

Επίσης, στην παράγραφο 2, για λόγους συστηματικής ενότητας του άρθρου, το οποίο αναφέρεται σε τροποποιήσεις του ν. 3079/2002 (Α' 311), προτείνεται η αντικατάσταση της περίπτωσης δ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002. Η προτεινόμενη διάταξη αποβλέπει ειδικά ως προς την ειδική κατηγορία των εν χηρεία συζύγων προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και των συζύγων προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. με αναπηρία άνω του 67% που έχουν στη ζωή ένα τουλάχιστον ανήλικο τέκνο, για τις/ τους οποίες/οποίους ίσχυε η τροποποιούμενη διάταξη της περίπτωσης δ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002, να προσλαμβάνονται στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή σε εποπτευόμενα από αυτό ν.π.δ.δ., είτε μετά από αίτησή τους, ως διοικητικοί υπάλληλοι είτε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 του ν. 4504/2017 και όπως αναλυτικά καθορίζεται στην οικεία κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 3 του άρθρου 79.

Με το άρθρο 22, ρυθμίζονται, επίσης, ζητήματα ως προς την εισαγωγή των υποψηφίων στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.

Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 1 αυτού, αντικαθίσταται η παράγραφος 9 του άρθρου 33 του ν. 4256/2014, ώστε, με την προτεινόμενη τροποποίηση, η προσκόμιση του παραβόλου ύψους δέκα (10) ευρώ να διατηρείται μόνο για διαγωνισμούς απευθείας κατάταξης προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που εξακολουθούν να ισχύουν για ειδικές κατηγορίες προσλαμβανόμενων (νομικοί, οικονομολόγοι, τεχνικοί, κ.ά.). Με τον τρόπο αυτό, καθίσταται σαφές ότι, σε καμία περίπτωση, η προσκόμιση του προαναφερόμενου παραβόλου δεν αφορά σε διαγωνισμούς για εισαγωγή στις παραγωγικές Σχολές του Λ.Σ-ΕΛ.ΑΚΤ. με το σύστημα των Πανελληνίων Εξετάσεων.

Με την παράγραφο 2 και την αντίστοιχη τροποποίηση της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4186/2013 (Α' 193), προστίθενται και περιλαμβάνονται ρητά οι Σχολές Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, μεταξύ άλλων, στις Σχολές στις οποίες παρέχεται δυνατότητα εισαγωγής αποφοίτων Γενικού Λυκείου.

Αντίστοιχα, με την παράγραφο 3, τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης αα της περίπτωσης Α' της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4186/2013 (Α' 193), ώστε οι απόφοιτοι Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) να έχουν δικαίωμα συμμετοχής στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, η οποία προστίθεται ρητά στις προβλεπόμενες Σχολές εισαγωγής αυτών με Πανελλήνιες Εξετάσεις.

Με το άρθρο 23, αναγνωρίζεται βαθμολογικά η πενταετής υπηρέτηση στις Ένοπλες Δυνάμεις (υπηρεσία πενταετούς υποχρέωσης υπό το θεσμό του Ο.Π.Υ.- Ε.Π.Υ.), η οποία αποτελούσε προσόν μοριοδότησης κατά την εισαγωγή στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., καθώς ήδη αυτή υπολογίζεται μισθολογικά και δεν προκύπτει καμιά επιπλέον οικονομική επιβάρυνση του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Σημειώνεται ότι τα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. φέρουν την ιδιότητα του στρατιωτικού, σύμφωνα με τον Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα (Σ.Π.Κ.). Εξάλλου, δεδομένου ότι η θέση του στρατιωτικού που τελείται σε ότι αφορά στη σχέση του με την υπηρεσία καλείται κατάσταση και σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 του π.δ. 37/2012 (Α' 37), τα είδη των καταστάσεων είναι δύο, η ενέργεια και η εφεδρεία, το προσωπικό του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. διέπεται κάθε φορά από τις ισχύουσες διατάξεις για τους Αξιωματικούς, Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού προς τους οποίους εξομοιώνεται σε ότι αφορά την κατάσταση (άρθρο 129 ν. 3079/2002). Συνεπώς, τα στελέχη Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που είχαν υπηρετήσει πριν την εισαγωγή τους στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. στις Ένοπλες Δυνάμεις με την ιδιότητα του Ο.Π.Υ.-Ε.Π.Υ. ήταν στρατιωτικοί σε κατάσταση ενέργειας και διέπονται από τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις για τους Αξιωματικούς, Ανθυπασπιστές και Υπαξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού και κατ' επέκταση τις Ένοπλες Δυνάμεις προς τους οποίους εξομοιώνεται σε ότι αφορά την κατάσταση. Για τους Λιμενοφύλακες από την κατάταξή τους στη Σχολή Λιμενοφυλάκων εφαρμόζονται ανάλογα οι εκάστοτε ισχύουσες για τους Υπαξιωματικούς του Λ.Σ. διατάξεις, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον Κώδικα αυτόν (άρθρο 129 ν. 3079/2002).

Έτσι, τα πέντε έτη υπηρεσίας σε κατάσταση ενέργειας στις Ένοπλες Δυνάμεις εξομοιώνονται και προσμετρώνται ως 5 έτη υπηρεσίας σε κατάσταση ενέργειας στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. Εξάλλου, τα πέντε έτη υπηρεσίας αποτέλεσαν απαραίτητο προσόν συμμετοχής στην προκήρυξη του διαγωνισμού στη συγκεκριμένη ειδική κατηγορία υποψηφίων για εισαγωγή στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., εφόσον επιλεγούν.

Περαιτέρω, σημειώνεται ότι τα πέντε έτη υπηρεσίας στις Ένοπλες Δυνάμεις ήδη αναγνωρίζονται από το Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. αναφορικά με την προαγωγή στον εκάστοτε μισθολογικό βαθμό/ κλιμάκια (μισθολογικές προαγωγές) και για την προαγωγή στην επόμενη κατηγορία του χρονοεπιδόματος, ενώ αναγνωρίζονται και συνταξιοδοτικά, ως πραγματική συντάξιμη υπηρεσία.

Τονίζεται ότι η πενταετής υπηρεσία αυτή δεν πρέπει να συγχέεται και, σε καμία περίπτωση, ούτε εξομοιώνεται με τη στρατιωτική θητεία, η οποία και αποτελεί απλώς τυπικό προσόν για την εισαγωγή στη Σχολή Λιμενοφυλάκων, καθώς προσδιορίζεται με διακριτό νόμο, ο οποίος την ορίζει ως σχέση εργασίας, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 14, 1 και 2 του άρθρου 15 και 1 του άρθρου 16 του ν. 1513/1985 (Α' 12).

Επί της ουσίας, δηλαδή, με την προτεινόμενη διάταξη, λαμβάνεται μέριμνα για τη βαθμολογική εξέλιξη των στελεχών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που προέρχονται από υπηρεσία πενταετούς υποχρέωσης στις Ένοπλες Δυνάμεις, δεδομένου μάλιστα ότι αυτή αποτέλεσε προσόν μοριοδότησης για την εισαγωγή στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, καθώς ήδη υπολογίζεται μισθολογικά και δεν προκύπτει επιπλέον οικονομική επιβάρυνση του Κρατικού Προϋπολογισμού. Έτσι, με την προτεινόμενη διάταξη, επιδιώκεται ο χρόνος υπηρεσίας στις Ένοπλες Δυνάμεις υπό το θεσμό του Ο.Π.Υ.-Ε.Π.Υ. να θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στελέχους Λ.Σ.- ΕΛ.ΑΚΤ. και να προσμετράται για τη συμπλήρωση του απαιτούμενου προς προαγωγή χρόνου.

Με το άρθρο 24, η προτεινόμενη διάταξη για την αντικατάσταση του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως κυρώθηκε με το άρθρο μόνον του ν.δ. 187/1973 (Α' 261), επιδιώκει τη βελτίωση της διαδικασίας επιβολής των διοικητικών κυρώσεων για παραβάσεις των αστυνομικών διατάξεων (Κανονισμών Λιμένων), δεδομένου ότι: α) συντομεύεται η διοικητική διαδικασία, με την ενσωμάτωση της έκθεσης βεβαίωσης παράβασης και κλήσης σε απολογία σε ένα έντυπο, β) δίνεται η δυνατότητα πρόβλεψης συγκεκριμένων ορίων προστίμων για κάθε παράβαση, ρύθμιση η οποία αναμένεται ότι θα συντελέσει τόσο στην ομοιόμορφη αντιμετώπιση των παραβατών όσο και στην αποτροπή τυχόν παράνομων συνδιαλλαγών ως προς το ύψος του επιβληθέντος κάθε φορά προστίμου και γ) αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της αδυναμίας είσπραξης προστίμων που βεβαιώνονται σε πρόσωπα που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό και δεν διαθέτουν Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να τίθεται τέλος στην απώλεια δημοσίων εσόδων για το λόγο αυτό.

Με την παράγραφο 1 της προτεινόμενης διάταξης, προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής εκ μέρους του προϊσταμένου της Λιμενικής Αρχής προστίμου συγκεκριμένου ύψους, ήτοι από πενήντα (50,00) έως και εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ, για παραβάσεις που αφορούν σε Κανονισμούς Λιμένων, Γενικούς ή Ειδικούς. Σύμφωνα με την ισχύουσα διάταξη του άρθρου 157 του ν.δ. 187/1973 (Α' 261), το ανώτατο όριο του οποίου αναπροσαρμόζεται σε ετήσια βάση κατά 5% και σήμερα ανέρχεται σε 58.105.11 ευρώ. Δεδομένου ότι το προαναφερόμενο όριο προστίμου είναι αρκετά υψηλό για τις παραβάσεις των αστυνομικών διατάξεων των Κανονισμών Λιμένων και δεν πρέπει να αυξηθεί περαιτέρω, σε εναρμόνιση με την αρχή της αναλογικότητας, ενώ η κατ' έτος αναπροσαρμογή του, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, δημιουργεί σύγχυση τόσο στους πολίτες όσο και στα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., κρίνεται απαραίτητη η αναπροσαρμογή του ύψους του προστίμου, στο πλαίσιο του εξορθολογισμού του και της διαμόρφωσης κανονιστικών όρων ασφάλειας δικαίου. Για το λόγο αυτό, θεσμοθετείται η δυνατότητα πρόβλεψης συγκεκριμένου πλαισίου ύψους του προστίμου για κάθε διακριτή παράβαση των Κανονισμών Λιμένων. Η τροποποίηση αυτή αποσκοπεί στο να εφαρμοστεί σταδιακά η συγκεκριμένη διαδικασία στο σύνολο των Κανονισμών Λιμένων, έτσι ώστε, αφενός να εκλείψει το φαινόμενο της επιβολής προστίμου διαφορετικού ύψους για όμοιες παραβάσεις που διαπιστώνονται σε όλη την Επικράτεια, αφετέρου να αποτραπούν τυχόν παράνομες συναλλαγές ως προς το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται κάθε φορά από τον προϊστάμενο της εκάστοτε Λιμενικής Αρχής. Παράλληλα, επιδιώκεται η εναρμόνιση του ύψους των προστίμων με την αρχή της αναλογικότητας, αφού προβλέπονται ρητά και λαμβάνονται υπόψη τα κριτήρια της βαρύτητας της παράβασης, των συνθηκών τέλεσης αυτής, του βαθμού επανάληψής της και της βλάβης που προκλήθηκε στο Δημόσιο κατά την επιβολή των εκάστοτε διοικητικών προστίμων.

Περαιτέρω, προσδιορίζεται με σαφήνεια η διαδικασία επιβολής προστίμου (παράγραφος 2), στο πλαίσιο της οποίας απαιτείται η σύνταξη σχετικής έκθεσης βεβαίωσης που κοινοποιείται στον παραβάτη και στην οποία ενσωματώνεται κλήση σε έκθεση απόψεων εντός συγκεκριμένης προθεσμίας από την κοινοποίηση της έκθεσης βεβαίωσης παράβασης. Τονίζεται ότι, με την ενσωμάτωση της κλήσης για διατύπωση αντιρρήσεων στην έκθεση βεβαίωσης της παράβασης, η διοικητική διαδικασία καθίσταται λιγότερο χρονοβόρα και γραφειοκρατική και εξοικονομείται πολύτιμος χρόνος απασχόλησης του προσωπικού του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.

Σημειώνεται ότι αναφορικά με την παράγραφο 3 της προτεινόμενης διάταξης, η οποία επιτρέπει την επιβολή της διοικητικής κύρωσης της απαγόρευσης απόπλου πλοίου σε βάρος πλοιοκτήτη, εφοπλιστή, πλοιάρχου ή κυβερνήτη, η εφαρμογή της είναι δυνητική από τον προϊστάμενο της οικείας Λιμενικής Αρχής. Σημειώνεται ότι λαμβάνεται μέριμνα με ειδική νομοθετική μνεία σε αυτή για μη εφαρμογή της, επί παραδείγματι, για συγκοινωνιακούς λόγους, ώστε να μην ανακύπτει κίνδυνος καθυστερήσεων, παρακώλυσης του συγκοινωνιακού έργου και ταλαιπωρίας του επιβατικού κοινού, στην περίπτωση των δρομολογημένων πλοίων που εξυπηρετούν τακτικές ανάγκες συγκοινωνιακού περιεχομένου. Ουσιαστικά, πρόκειται για αναμόρφωση της ήδη ισχύουσας διάταξης, η οποία αποβλέπει στην επιβολή αντικινήτρων στους υποψήφιους παραβάτες, λαμβάνοντας παράλληλα μέριμνα για λόγους δημοσίου συμφέροντος (συγκοινωνιακοί λόγοι, κ.ο.κ.).

Η παράγραφος 4 της προτεινόμενης διάταξης υπενθυμίζει την υποχρέωση τήρησης της κείμενης νομοθεσίας, ήτοι των Κανονισμών Λιμένων, επιβάλλοντας τη δυνατότητα επιβολής του διοικητικού μέτρου της αναστολής άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, στο πλαίσιο της αρχής της αναλογικότητας, αφού τίθεται ανώτατο όριο εξήντα (60) ημερών, ώστε το μέτρο να μην καθίσταται εξοντωτικό για την επαγγελματική υπόσταση του παραβάτη. Παράλληλα, προτείνεται να συνιστά πλημμέλημα (με ποινή μέχρι ενός έτους) η μη τήρηση του μέτρου της αναστολής άσκησης δραστηριότητας, με στόχο το μέτρο αυτό να λειτουργεί προληπτικά και αποτρεπτικά σε επαρκή βαθμό ως προς την εξακολούθηση της ίδιας παραβατικής συμπεριφοράς.

Επίσης, με την παράγραφο 5, επιδιώκεται η αντιμετώπιση και ο δραστικός περιορισμός του φαινομένου της ατιμωρησίας και της μη είσπραξης του επιβαλλόμενου προστίμου σε βάρος παραβατών των αστυνομικών διατάξεων των Κανονισμών Λιμένων, ιδίως ιδιωτικών σκαφών αναψυχής, των οποίων οι ιδιοκτήτες-χειριστές είναι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού και δεν διαθέτουν Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) στην Ελλάδα.

Με τον τρόπο αυτό, διασφαλίζεται αφενός η είσπραξη των προστίμων σε περιπτώσεις παραβάσεων προς ενίσχυση των δημοσίων εσόδων αφετέρου η ισότιμη μεταχείριση των παραβατών είτε διαμένουν στην Ελλάδα είτε όχι, δεδομένου ότι ως προς τους μόνιμους κατοίκους εξωτερικού δεν είναι εφικτός ο εντοπισμός τους και η βεβαίωση και είσπραξη του σε βάρους επιβληθέντος προστίμου, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται πλαίσιο άδικης μεταχείρισης των παραβατών που είναι μόνιμοι κάτοικοι εσωτερικού και διαθέτουν Α.Φ.Μ. στη χώρα μας.

Εξάλλου, παράλληλα με το πιστοποιητικό αξιοπλοΐας, προτείνεται να αφαιρείται και το πιστοποιητικό κυριότητας, μέτρο που επίσης εκτιμάται ότι μπορεί να επιφέρει θετικά προληπτικά αποτελέσματα στην προσπάθεια περιορισμού των παραβάσεων των αστυνομικών διατάξεων των Κανονισμών Λιμένων. Αντίστοιχη πρόβλεψη προτείνεται και αναφορικά με την περίπτωση που η παράβαση αφορά στο όχημα και ο παραβάτης δεν διαθέτει Α.Φ.Μ. στην Ελλάδα, για την οποία προβλέπεται η αφαίρεση της άδειας κυκλοφορίας και των πινακίδων του οχήματος.

Η παράγραφος 6 αποτελεί αναμόρφωση των ισχυουσών παρόμοιων διατάξεων.

Ως προς την παράγραφο 7, επιδιώκεται η παροχή ευχέρειας αύξησης ή μείωσης του ανώτατου ορίου του προστίμου της παραγράφου 1, με την πιο ευέλικτη διαδικασία της έκδοσης προεδρικού διατάγματος, μετά από πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, χωρίς δηλαδή να απαιτείται τροποποίηση του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο μόνον του ν.δ. 187/1973. Με τον τρόπο αυτό, μειώνεται το κανονιστικό βάρος που προκαλείται από τη ρύθμιση για την ελληνική έννομη τάξη.

Με τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας έκδοσης υπουργικής απόφασης της παραγράφου 8, παρέχεται η ευχέρεια καθορισμού επιμέρους διαδικασιών και λεπτομερειών, που ενδεχομένως κρίνεται απαραίτητο να απαιτηθούν για την ομαλή εφαρμογή του συνόλου των προτεινόμενων διατάξεων του παρόντος.

Σημειώνεται ότι η ρύθμιση που προτείνεται κρίνεται αναγκαίο να προωθηθεί άμεσα, δεδομένου ότι θα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα επίσης η επεξεργασία των Κανονισμών Λιμένων για τη σταδιακή εφαρμογή της παραγράφου 2 αυτής.,

Αναφορικά με το άρθρο 25, σημειώνονται τα ακόλουθα:

Σύμφωνα με την περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 4256/2014 (Α' 92), τα ιδιωτικά πλοία αναψυχής υπό ελληνική σημαία ή σημαία των άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφοδιάζονται με Δελτίο Κίνησης Πλοίου Αναψυχής (ΔΕ.Κ.Π.Α.), το οποίο χορηγείται από οποιαδήποτε Λιμενική Αρχή, ανεξαρτήτως του τόπου ελλιμενισμού ή από τη Λιμενική Αρχή του λιμένα στον οποίο καταπλέουν για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Η διάρκεια ισχύος του ΔΕ.Κ.Π.Α. είναι αορίστου χρόνου και υπόκειται σε ετήσια θεώρηση από τη Λιμενική Αρχή.

Κατ' εξουσιοδότηση της περίπτωσης β της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 4256/2014, εκδόθηκε η κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αριθμ. 3133.1/76888/2016/08-09-2016 «Καθορισμός τύπου Δελτίου Κίνησης Πλοίου Αναψυχής (ΔΕ.Κ.Π.Α.), κριτήρια έκδοσης, προϋποθέσεις θεώρησης και ανανέωσης του» (Β' 3061), με την οποία καθορίζονται ο τύπος του ΔΕ.Κ.Π.Α., τα κριτήρια έκδοσής του και οι προϋποθέσεις θεώρησης και ανανέωσήςτου.

Κατά παράβαση της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 4256/2014 αλλά και των διατάξεων της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης, επιβαλλόταν διοικητική ποινή προστίμου ύψους από πέντε χιλιάδες (5.000) έως και είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σύμφωνα με την περίπτωση γ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014, όπως συμπληρώθηκε με την περίπτωση α της παραγράφου 3 του άρθρου 55 του ν. 4276/2014 (Α' 155).

Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 136 του ν. 4504/2017 (Α' 184), προστέθηκε εδάφιο στην περίπτωση γ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014 και το πρόστιμο που επιβάλλεται, σε περίπτωση μη εφοδιασμού υπόχρεου πλοίου με ΔΕ.Κ.Π.Α. ή σε περίπτωση μη ετήσιας θεώρησής του, μειώθηκε σε χίλια (1.000) και πεντακόσια (500) αντίστοιχα ευρώ.

Ως εκ τούτου, τονίζονται τα εξής:
(α) Οι αποφάσεις επιβολής προστίμων που εκδόθηκαν από τις Λιμενικές Αρχές πριν την ως άνω τροποποίηση του ύψους των προστίμων και αφορούν σε πλοία που δεν ήταν εφοδιασμένα με ΔΕ.Κ.Π.Α. ή δεν είχαν προβεί σε ετήσια θεώρησή του ή δεν είχαν προβεί σε μεταβολή των στοιχείων που αναγράφονται σε αυτό, επιβάλλουν τα οριζόμενα κατά την ημερομηνία έκδοσής τους πρόστιμα και ειδικότερα πρόστιμα ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, δηλαδή το κατώτατο προβλεπόμενο κατά την ημερομηνία έκδοσής τους πρόστιμο.
(β) Τα πρόστιμα, όπως τροποποιήθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 136 του ν. 4504/2017, αφορούν στις περιπτώσεις μη έκδοσης ΔΕ.Κ.Π.Α. (πρόστιμο ύψους 1.000 ευρώ) και μη θεώρησής του (πρόστιμο ύψους 500 ευρώ), και όχι σε περιπτώσεις παραβάσεων των διατάξεων της προαναφερόμενης κοινής υπουργικής απόφασης αριθμ. 3133.1/76888/2016/08-09-2016, όπως η μη μεταβολή των στοιχείων που αναγράφονται σε αυτό.

Αξιολογώντας το γεγονός ότι το ύψος του προστίμου είναι ιδιαίτερο υψηλό και δυσανάλογο της παράβασης - άλλωστε εξ αυτού του λόγου προωθήθηκε και θεσμοθετήθηκε η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 136 του ν. 4504/2017 - προτείνεται η εν λόγω ρύθμιση για τον εξορθολογισμό και την εναρμόνιση της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014 με την αρχή της αναλογικότητας.

Στο άρθρο 26, με την παράγραφο 1 αυτού, προτείνεται από τη δημοσίευση του παρόντος, η κατάργηση των παραγράφων 1-6 άρθρου 4 του ν. 3079/2002, που αναφέρεται στην κατάταξη των Υπαξιωματικών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., δεδομένης της προτεινόμενης κατάργησης της Σχολής Δοκίμων Υπαξιωματικών Λ.Σ. με την προτεινόμενη παράγραφο 1 του άρθρου 20 του σχεδίου νόμου. Αντιθέτως, διατηρείται σε ισχύ η διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του ν. 3079/2002, όπως είχε προστεθεί με την παράγραφο 6 του άρθρου 42 του ν. 4256/2014 (Α' 92) και αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 63 του ν. 4504/2017 (Α' 184), δεδομένου ότι αναφέρεται σε Υπαξιωματικούς Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. ειδικότητας Υγειονομικού (βοηθοί ακτινολογικού εργαστηρίου, βοηθοί μικροβιολογικού εργαστηρίου, νοσηλευτές, οδοντοτεχνικοί, φυσιοθεραπευτές, εργοθεραπευτές και λογοθεραπευτές) που προέρχονται από ιδιώτες υποψηφίους.

Επίσης, με την παράγραφο 2, προτείνεται η κατάργηση των διατάξεων των περιπτώσεων α, β και γ της παραγράφου 2 και της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002, με τις οποίες καθορίζονταν ειδικές κατηγορίες υποψηφίων και ποσοστά θέσεων για αυτούς, σε περίπτωση προκήρυξης διαγωνισμού με το παλαιό σύστημα εισαγωγής στις παραγωγικές Σχολές Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., καθώς η διατήρησή τους έρχεται σε αντίθεση με το νέο νομικό πλαίσιο και δημιουργεί σύγχυση ως προς το πεδίο εφαρμογής τους. Εξάλλου, με την τροποποίηση της παραγράφου 3 του άρθρου 79 του ν.4504/2017, όπως προτείνεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 20 του σχεδίου νόμου, παρέχεται εξουσιοδότηση, προκειμένου οι ειδικές κατηγορίες των υποψηφίων να καθορισθούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.

Με το άρθρο 27, ως προς το Μέρος Α' τίθεται η ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος σχεδίου νόμου από την 10η Οκτωβρίου 2017, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 της Οδηγίας (EE) 2015/1794.

Επίσης, ως προς το Μέρος Β' (Λοιπές Διατάξεις) και το Μέρος Γ' (Λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής) ορίζεται διακριτή ημερομηνία έναρξης ισχύος των οικείων διατάξεων, ήτοι από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις, όπως ενδεικτικά στο άρθρο 16 του σχεδίου νόμου.



ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ:
«Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (EE) 2015/1794 και άλλες διατάξεις»


ΜΕΡΟΣ Α'
«Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (EE) 2015/1794»

Άρθρο 1
Σκοπός


Με τις διατάξεις του παρόντος μέρους, ενσωματώνεται στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία (EE) 2015/1794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Οκτωβρίου 2015 (EE L263/1, 8.10.2015), που τροποποιεί τις οδηγίες 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2008 περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη (EE L283/36, 28.10.2008), 2009/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (EEL 122/28, 16.5.2009) και 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2002 περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (EE L80/29, 23.3.2002) και τις οδηγίες 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ης Ιουλίου 1998 για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις (EE L 225/16, 12.8.1998) και 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2001 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (EEL 82/16, 22.3.2001), όσον αφορά τους ναυτικούς και άλλες διατάξεις.

Άρθρο 2
(άρθρο 1 παρ. 3 Οδηγίας 2008/94/ΕΚ)


Η υποπερίπτ. β της περίπτ. II της παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 1/1990 (Α' 1), που προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 40/2017 (Α' 34), καταργείται και η υποπερίπτ. γ αναριθμείται σε υποπερίπτ. β.

Άρθρο 3
(Άρθρα 1 παρ. 7, 2, 8 παρ. 1,10 παρ. 3,12 Οδηγίας 2009/38/ΕΚ)


1. Η παρ. 2 του άρθρου 50 του ν. 4052/2012 (Α' 41) καταργείται.

2. Στο τέλος της περίπτ. δ της παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 4052/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν στους εργαζόμενους περιλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος θαλασσοπλοούντων υπό ελληνική σημαία πλοίων, εκπρόσωποι των εργαζόμενων μπορεί να είναι και οι οριζόμενοι από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία, η οποία λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των πρωτοβάθμιων οργανώσεών της.».

3. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου του άρθρου 62 του ν. 4052/2012 προστίθεται η ακόλουθη φράση:
«και, εάν στους εργαζόμενους περιλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντων πλοίων, σύμφωνα και με το άρθρο 5 του π.δ. 190/2008 (Α' 248).».

4. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 64 του ν. 4052/2012 προστίθενται τα εξής εδάφια:
«Μέλος της Ειδικής Διαπραγματευτικής Ομάδας (Ε.Δ.Ο.) ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εργαζομένων (Ε.Σ.Ε.), ή ο αναπληρωτής τους, που είναι μέλη πληρώματος θαλασσοπλοούντος υπό ελληνική σημαία πλοίου, δικαιούται να μετέχει σε συνεδρίαση της Ε.Δ.Ο. ή του Ε.Σ.Ε. ή σε οποιαδήποτε άλλη συνάντηση, κατά τις διαδικασίες που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 56, αν, κατά την πραγματοποίηση της συνεδρίασης, το μέλος αυτό ή ο αναπληρωτής του δεν βρίσκεται εν πλω ή σε λιμένα κράτους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο η ναυτιλιακή επιχείρηση έχει την έδρα της. Οι συνεδριάσεις, όπου είναι εφικτό, προγραμματίζονται, ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή των μελών ή των αναπληρωτών τους, που είναι μέλη των πληρωμάτων θαλασσοπλοούντων πλοίων. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, σύμφωνα με τα παραπάνω, ένα μέλος της Ε.Δ.Ο. ή του Ε.Σ.Ε. ή ο αναπληρωτής του, δεν μπορεί να παραστεί στη συνεδρίαση, εξετάζεται η δυνατότητα χρησιμοποίησης, εφόσον είναι εφικτό, νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας.».

5. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 66 του ν. 4052/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις διαδικασίες ενημέρωσης, σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 6 του π.δ. 190/2008 (Α' 248).».

6. Στο τέλος του άρθρου 70 του ν. 4052/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν στους εργαζόμενους περιλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντων πλοίων, στους εκπροσώπους των εργαζόμενων μπορεί να μετέχουν και οι οριζόμενοι από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία, η οποία λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των πρωτοβάθμιων οργανώσεών της.».

7. Στο τέλος του άρθρου 75 του ν. 4052/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν στους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους περιλαμβάνονται και ναυτικοί μέλη πληρώματος υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντων πλοίων, τα ανωτέρω στοιχεία γνωστοποιούνται εγγράφως εντός τριμήνου από την έναρξη λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εργαζομένων και στη Διεύθυνση Ναυτικής Εργασίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.».

Άρθρο 4
(Άρθρο 1 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Για την εφαρμογή των άρθρων 4 έως 8, ως «ομαδικές απολύσεις» νοούνται οι απολύσεις ναυτικών θαλασσοπλοούντος πλοίου εγγεγραμμένου στο ελληνικό νηολόγιο, οι οποίες πραγματοποιούνται από τον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή για έναν ή περισσότερους λόγους που δεν αφορούν στο πρόσωπο των απολυομένων και υπερβαίνουν, για περίοδο τριάντα (30) ημερών, τα όρια της επόμενης παραγράφου.

2. Τα όρια πέρα από τα οποία οι απολύσεις θεωρούνται ομαδικές καθορίζονται από τον αριθμό των ναυτικών που απασχολούνται στην αρχή του μήνα και είναι τα εξής:
α) Μέχρι έξι (6) ναυτικούς για πλοία, στα οποία απασχολούνται συνήθως είκοσι (20) έως εκατόν πενήντα (150) ναυτικοί.
β) Ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) των ναυτικών και μέχρι τριάντα (30) ναυτικούς για πλοία, στα οποία απασχολούνται συνήθως πάνω από εκατόν πενήντα (150) ναυτικοί.

3. Για τον υπολογισμό του αριθμού των απολύσεων που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου, όλοι οι τρόποι λήξης της σύμβασης ναυτικής εργασίας που γίνονται με πρωτοβουλία του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή για έναν ή περισσότερους λόγους, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με το πρόσωπο των ναυτικών, εξομοιώνονται με τις ανωτέρω απολύσεις, υπό τον όρο ότι οι απολύσεις είναι τουλάχιστον πέντε (5).

4. Για την εφαρμογή των άρθρων 4 έως 8, ως «εκπρόσωποι των ναυτικών» νοούνται οι οριζόμενοι από την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία, η οποία λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των οργανώσεών της, αναλόγως της ειδικότητας ναυτολόγησης των προς απόλυση ναυτικών. Ο αριθμός των οριζομένων δεν μπορεί να είναι μικρότερος των τριών (3) και μεγαλύτερος του αριθμού των ειδικοτήτων των προς απόλυση ναυτικών.

5. Τα άρθρα 4 έως 8 δεν εφαρμόζονται:
α) επί ομαδικών απολύσεων που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συμβάσεων εργασίας ναυτικών που έχουν συναφθεί για ορισμένο χρόνο ή κατά πλουν, εκτός εάν οι απολύσεις αυτές γίνουν πριν από τη λήξη των συμβάσεων αυτών ή την εκτέλεση του πλου,
β) επί των ναυτικών θαλασσοπλοούντων πλοίων που ανήκουν στο δημόσιο ή σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

Άρθρο 5
(Άρθρο 2 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Όταν ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής προτίθεται να προβεί σε ομαδικές απολύσεις, υποχρεούται να πραγματοποιεί, εγκαίρως, διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των ναυτικών, με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας.

2. Οι διαβουλεύσεις αφορούν τουλάχιστον τις δυνατότητες αποφυγής ή μείωσης των ομαδικών απολύσεων, καθώς και τις δυνατότητες άμβλυνσης των συνεπειών, με προσφυγή σε συνοδευτικά κοινωνικά μέτρα που έχουν σκοπό τη βοήθεια για την επαναπασχόληση ή τον αναπροσανατολισμό των απολυόμενων ναυτικών.
Οι εκπρόσωποι των ναυτικών μπορούν να προσφεύγουν σε εμπειρογνώμονες.

3. Για να μπορέσουν οι εκπρόσωποι των ναυτικών να διατυπώσουν εποικοδομητικές προτάσεις, ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής οφείλει, εγκαίρως, κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων:
α) να τους παρέχει όλες τις χρήσιμες πληροφορίες και
β) να τους ανακοινώνει εγγράφως:
αα) τους λόγους του σχεδίου απολύσεων,
ββ) τον αριθμό και τις ειδικότητες των υπό απόλυση ναυτικών,
γγ) τον αριθμό και τις κατηγορίες των συνήθως απασχολούμενων ναυτικών,
δδ) την περίοδο κατά την οποία πρόκειται να γίνουν οι απολύσεις,
εε) τα προβλεπόμενα κριτήρια για την επιλογή των ναυτικών που θα απολυθούν, τηρουμένων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για τη σύνθεση του πληρώματος θαλασσοπλοούντων πλοίων.
στστ) την προβλεπόμενη μέθοδο υπολογισμού οποιασδήποτε ενδεχόμενης αποζημίωσης απόλυσης, εκτός εκείνης που απορρέει από την εθνική νομοθεσία ή και την πρακτική.
Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής οφείλει να διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εμπορικού Ναυτικού (Σ.Ε.Ν.), που συστάθηκε στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με το άρθρο 118 του ν. 4504/2017 (Α' 184) αντίγραφο της γραπτής ανακοίνωσης της περ. β'.

4. Στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων, ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής μπορεί να θέσει υπ' όψη των ναυτικών κοινωνικό πλάνο για τους υπό απόλυση ναυτικούς, δηλαδή μέτρα άμβλυνσης των επιπτώσεων της απόλυσης, όπως ποσά για κάλυψη αυτασφάλισης, διαθέσιμα ποσά μέσω εταιρικής κοινωνικής ευθύνης για κατάρτιση και συμβουλευτική για επανένταξη στην αγορά εργασίας, ενέργειες για την αξιοποίηση ειδικών προγραμμάτων αντιμετώπισης της επαπειλούμενης ανεργίας των υπό απόλυση ναυτικών, καθώς και δυνατότητες, μεθόδους και κριτήρια για την κατά προτεραιότητα επαναπρόσληφή τους.

5. Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παρ. 1, 2 και 3 εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το εάν η απόφαση για τις ομαδικές απολύσεις λαμβάνεται από τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή ή από επιχείρηση που ελέγχει τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή.

6. Σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων ενημέρωσης, διαβούλευσης και κοινοποίησης που ορίζονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 6, δεν λαμβάνεται υπόψη, ως δικαιολογία, το επιχείρημα του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή ότι η επιχείρηση που έλαβε την απόφαση για τις ομαδικές απολύσεις δεν του παρέσχε τις αναγκαίες πληροφορίες.

Άρθρο 6
(Άρθρο 3 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής κοινοποιεί εγγράφως στο Σ.Ε.Ν. κάθε σχεδιαζόμενη ομαδική απόλυση.
Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής υποχρεούται να κοινοποιήσει εγγράφως στο Σ.Ε.Ν., σχέδιο ομαδικών απολύσεων που προκαλούνται από τη διακοπή της δραστηριότητας του πλοίου, η οποία επέρχεται ύστερα από δικαστική απόφαση.
Η κοινοποίηση περιέχει κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με τη σχεδιαζόμενη ομαδική απόλυση και τις διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των ναυτικών που προβλέπονται στο άρθρο 5, και ιδίως τους λόγους της απόλυσης, τον αριθμό των υπό απόλυση ναυτικών, τον αριθμό των συνήθως απασχολουμένων και την περίοδο μέσα στην οποία πρόκειται να πραγματοποιηθούν οι απολύσεις.

2. Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής διαβιβάζει στους εκπροσώπους των ναυτικών και στους ναυτικούς αντίγραφο του κοινοποιούμενου, σύμφωνα με την παρ. 1, σχεδίου απολύσεων. Οι εκπρόσωποι των ναυτικών μπορούν να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους στο Σ.Ε.Ν..

Άρθρο 7
(Άρθρο 4, 5, 6 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Η προθεσμία των διαβουλεύσεων μεταξύ των ναυτικών και του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή είναι τριάντα (30) ημέρες και αρχίζει από την πρόσκληση του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή για διαβουλεύσεις στους εκπροσώπους των ναυτικών. Το αποτέλεσμα της διαβούλευσης διατυπώνεται σε πρακτικό που υποβάλλεται από τον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή στο Σ.Ε.Ν. . Οι εκπρόσωποι των ναυτικών μπορούν να καταθέσουν στο Σ.Ε.Ν. υπόμνημα επί των διαβουλεύσεων.

2. Αν υπάρξει συμφωνία των μερών ακόμη και σε χρόνο προγενέστερο της προθεσμίας της παρ. 1, οι ομαδικές απολύσεις πραγματοποιούνται, σύμφωνα με το περιεχόμενο της συμφωνίας που διατυπώνεται στο πρακτικό διαβουλεύσεων και ισχύουν δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του πρακτικού διαβούλευσης στο Σ.Ε.Ν., υπό την επιφύλαξη έγγραφης δήλωσης των ναυτικών κατ' επιλογήν τους που καταχωρείται σε παραπάνω πρακτικό για προ του ανωτέρω χρονικού διαστήματος έναρξης ισχύος των απολύσεων.

3. Αν δεν υπάρξει συμφωνία των μερών, το Σ.Ε.Ν., εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία υποβολής του πρακτικού διαβούλευσης, με αιτιολογημένη απόφαση του διαπιστώνει αν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή προς ενημέρωση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των ναυτικών, καθώς και η υποχρέωση κοινοποίησης των σχετικών εγγράφων, σύμφωνα με το άρθρο 5. Για τον σκοπό αυτό, το Σ.Ε.Ν. μπορεί να καλεί και να ακούει τόσο τους εκπροσώπους των ναυτικών και τον ενδιαφερόμενο πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή όσο και πρόσωπα που διαθέτουν ειδικές γνώσεις πάνω σε επιμέρους τεχνικά θέματα.
Αν το Σ.Ε.Ν. αποφασίσει ότι οι ανωτέρω υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή τηρήθηκαν, οι απολύσεις ισχύουν είκοσι (20) ημέρες από την ανωτέρω αιτιολογημένη απόφαση, που κοινοποιείται και στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή. Σε αντίθετη περίπτωση, το Σ.Ε.Ν. παρατείνει τις διαβουλεύσεις των μερών ή τάσσει προθεσμία στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, ώστε εκείνος να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προς εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεων. Αν το Σ.Ε.Ν., με νέα απόφαση, που κοινοποιείται και στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή διαπιστώσει ότι τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, οι απολύσεις ισχύουν είκοσι (20) ημέρες από την έκδοση της απόφασης.
Σε κάθε περίπτωση, οι απολύσεις ισχύουν εξήντα (60) ημέρες από την κοινοποίηση του πρακτικού διαβούλευσης της παρ. 1, με την επιφύλαξη των διατάξεων που διέπουν τα κατά περίπτωση δικαιώματα ως προς την προθεσμία προειδοποίησης, σύμφωνα με τις παρ. 7, 8 και 9 του άρθρου 6 του Κανονισμού για την εφαρμογή απαιτήσεων της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που εγκρίθηκε με την 3522.2/08/2013 κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Ναυτιλίας και Αιγαίου (Β' 1671).

4. Το Σ.Ε.Ν. μεριμνά, κατά το χρονικό διάστημα των προθεσμιών του παρόντος άρθρου, για την εύρεση λύσεων στα προβλήματα που δημιουργούνται από τις σχεδιαζόμενες ομαδικές απολύσεις.

5. Σε ομαδικές απολύσεις που προκαλούνται από τη διακοπή της δραστηριότητας του πλοίου, κατόπιν δικαστικής απόφασης, δεν εφαρμόζονται οι παρ. 2 έως 4.

Άρθρο 8
(Άρθρο 6 Οδηγίας 98/59/ΕΚ)


1. Ομαδικές απολύσεις που γίνονται κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4 έως 7 του παρόντος νόμου είναι άκυρες.

2. Στις ομαδικές απολύσεις εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις, οι σχετικές με την έγκυρη λύση της εργασιακής σχέσης και την καταβλητέα αποζημίωση.

Άρθρο 9
(Άρθρο 3 παρ. 1 Οδηγίας 2001/23/ΕΚ)


1. Η παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 178/2002 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το παρόν π.δ/μα εφαρμόζεται σε μεταβίβαση θαλασσοπλοούντος πλοίου εγγεγραμμένου στο ελληνικό νηολόγιο, όταν αποτελεί μέρος μεταβίβασης επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης κατά την έννοια των παρ. 1 και 2, με τον όρο ότι ο εκδοχέας έχει την έδρα του, ή η μεταβιβασθείσα επιχείρηση ή η εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης παραμένει εντός του πεδίου εδαφικής εφαρμογής της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικότερα, εφόσον το πλοίο παραμένει εγγεγραμμένο σε νηολόγιο κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το παρόν π.δ/μα δεν εφαρμόζεται, όταν το αντικείμενο της μεταβίβασης αποτελείται αποκλειστικά από ένα ή περισσότερα θαλασσοπλοουντα πλοία.».

2. Στο τέλος της περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 178/2002 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Σε περίπτωση μεταβίβασης θαλασσοπλοούντος πλοίου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 2, εκπρόσωποι των εργαζομένων νοούνται αυτοί που ορίζονται στην περίπτ. δ' του άρθρου 2 του π.δ. 190/2008 (Α' 248).».

3. Στο άρθρο 9 του π.δ. 178/2002 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Για κάθε παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8 όσον αφορά μεταβίβαση θαλασσοπλοούντος πλοίου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 2, επιβάλλονται από τη λιμενική αρχή του λιμένα νηολόγησης του πλοίου οι κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 45 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το ν.δ. 187/1973 (Α' 261), άρθρο που έχει εφαρμογή και για την άσκηση προσφυγής.».

ΜΕΡΟΣ Β'
Λοιπές Διατάξεις

Άρθρο 10


Τα μέλη της Ε.Δ.Ο., του Ε.Σ.Ε. που είναι μέλη πληρώματος και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων εμπορικών πλοίων που ασκούν τα καθήκοντά τους, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση της παρ. 3 του άρθρου 56 του ν. 4052/2012απολαύουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, της ίδιας προστασίας που προβλέπεται στα άρθρα 26 έως 28 του ν. 330/1976 (Α' 129).

Άρθρο 11

1. Τα άρθρα 4 έως 8 του παρόντος δεν εφαρμόζονται επί ομαδικών απολύσεων ναυτικών που πραγματοποιούνται, λόγω μη εκτέλεσης ή διακοπής πλόων πλοίων που εμπίπτουν στις διατάξεις των άρθρων Τέταρτο, Τέταρτο α, έκτο, έβδομο και όγδοο του ν. 2932/2001 (Α' 145), ή λόγω μη εκτέλεσης ή διακοπής πλόων τουριστικών πλοίων που δραστηριοποιούνται εποχιακά, καθώς και για τους λόγους που καθορίζονται στο άρθρο 68 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με τον ν. 3816/1958 (Α' 32).

2. Οι διατάξεις των άρθρων 4 έως 8 που αφορούν στις ομαδικές απολύσεις ναυτικών δεν θίγουν τις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας περί καθορισμού οργανικής σύνθεσης - στελέχωσης των πλοίων.

Άρθρο 12

Στην παρ. 2 του άρθρου 118 του ν. 4504/2017 (Α' 184) προστίθεται περίπτωση δ ως εξής:
«δ) την έκδοση αποφάσεων, τη μέριμνα για την εξεύρεση λύσεων και τον έλεγχο σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας που αφορούν στις ομαδικές απολύσεις ναυτικών.».

ΜΕΡΟΣ Γ'
Λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής

Άρθρο 13
Ρυθμίσεις λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων


1. Η περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 (Α' 309), αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις κε', κη' και κθ' στον εποπτεύοντα την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας εισαγγελικό λειτουργό της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ο οποίος επικουρείται προς τούτο από την οικεία υπηρεσία, καθώς και την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, για τις δηλώσεις που αφορούν στο προσωπικό του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής,».

2. Στο άρθρο 83 του ν. 4504/2017 (Α' 184) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης που έχουν υποβληθεί μέχρι και την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος, στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, από υπόχρεους, οι οποίοι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος υποχρεούνται να τις υποβάλουν στη Γ' Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, διαβιβάζονται αρμοδίως.».

Άρθρο 14
Τροποποιήσεις του άρθρου 145 του ν. 4504/2017


1. Η παρ. 1 του άρθρου 145 του ν. 4504/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Στους σπουδαστές των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού (Α.Ε.Ν.) μεικτής φοίτησης χορηγείται ετήσιο επίδομα σίτισης, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες διαβίωσης που συνεπάγεται η φοίτηση στις εν λόγω Ακαδημίες.».

2. Η παρ. 7 του άρθρου 145 του ν. 4504/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζεται το ποσό, η διαδικασία, ο τρόπος πληρωμής του ανωτέρω επιδόματος, ο χρόνος πληρωμής του, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η αρχή ή οι φορείς ελέγχου και εκκαθάρισης της δαπάνης, η αρχή ή οι φορείς πληρωμής αυτού, ο τρόπος λογιστικής τακτοποίησης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του παρόντος».

3. Η παρ. 8 του άρθρου 145 του ν. 4504/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι προκαλούμενες δαπάνες βαρύνουν το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.), εθνικό ή συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δύναται να προπληρωθούν από το Κεφάλαιο Ναυτικής Εκπαίδευσης (Κ.Ν.Ε.), μέσω των παγίων προκαταβολών Κ.Ν.Ε. των οικείων Α.Ε.Ν., κατά τα οριζόμενα στην κοινή απόφαση της παρ. 7 του παρόντος.».

4. Προστίθεται παράγραφος 9 στο άρθρο 145 του ν. 4504/2017 ως εξής:
«Το παρόν τίθεται σε ισχύ από το εκπαιδευτικό έτος 2017-2018.».

Άρθρο 15
Τροποποιήσεις διατάξεων του ν. 4389/2016 που αφορούν στη Ρ.Α.Λ.


1. Ηπερίπτ. δ της παρ. 1 του άρθρου 113 του ν. 4389/2016 (Α' 94) αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) τη διαμεσολάβηση και επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης, τη διαιτησία, σύμφωνα με Κανονισμό που εκδίδει η Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων, τη διαχείριση παραπόνων, και τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών σε εύλογο χρονικό διάστημα, σε κάθε θέμα αρμοδιότητάς της,».

2. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Δεν υπέχουν υποχρέωση παροχής πληροφοριών τα πρόσωπα που εξετάζονται σε ποινικές δίκες.»

3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 114 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Σε περίπτωση άρνησης, δυστροπίας ή καθυστέρησης παροχής των αιτούμενων κατά περίπτωση πληροφοριών ή σε περίπτωση παροχής πληροφοριών ανακριβών ή ελλιπών από επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, διευθυντές και υπαλλήλους τους, όπως και ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, η Ρ.Α.Λ. επιβάλλει πρόστιμο δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ με ανώτατο όριο το 1% του κύκλου εργασιών, και για κάθε παράβαση.».

4. Το ένατο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 123 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μετά από εισήγηση της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων, είναι δυνατόν να διατίθεται ή να αποσπάται εκτός οργανικών θέσεων στη Ρ.Α.Λ. προσωπικό που υπηρετεί στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, στο Λιμενικό Σώμα - Ελληνική Ακτοφυλακή και σε νομικά πρόσωπα εποπτείας του, συμπεριλαμβανομένων των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε., σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3528/2007 (Α' 26) και του π.δ. 33/2009 (Α' 50) αντίστοιχα.
Η διάθεση ή απόσπαση δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή υπαλλήλων νομικών προσώπων εποπτευομένων από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε., καθώς και η απόσπαση έως κατ' ανώτατο όριο τριών (3) στελεχών του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, γίνεται για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, με δυνατότητα ανανέωσης, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου οργάνου, είναι δε υποχρεωτική για την υπηρεσία τους. Για τη διακοπή απόσπασης απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Προέδρου της Ρ.Α.Λ., σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παρ. 4».

5. Η παρ. 6 του άρθρου 125 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Με αιτιολογημένη απόφαση της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της με μείωση άλλων πιστώσεων.».

Άρθρο 16
Προσαρμογή καταστατικών διατάξεων του Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος (Τ.Α.Λ.Σ.) με τις ρυθμίσεις για το νέο μισθολόγιο


1. Η παρ. 1 του άρθρου 9 του β.δ. 160/1970 (Α' 44) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Εισφορές από κρατήσεις ποσοστού 4,32% επί των μηνιαίων αποδοχών που καταβάλλονται στους μετόχους του Ταμείου και στις οποίες περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και το επίδομα ιδιαιτέρων συνθηκών.».

2. Το πρώτο εδάφιο της περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 15 του β.δ. 160/1970 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. α. Το παρεχόμενο στους ασφαλισμένους εφάπαξ βοήθημα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, όπως ισχύει κάθε φορά, ορίζεται στα 56/100 των αποδοχών, στις οποίες περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα 50/100 του επιδόματος ιδιαιτέρων συνθηκών του τελευταίου μήνα πριν από την αποχώρηση του ασφαλισμένου από την Υπηρεσία, πολλαπλασιαζόμενων επί τα έτη, τους μήνες και τις ημέρες της πραγματικής στρατιωτικής του υπηρεσίας μόνο στο Λιμενικό Σώμα.».

3. Οι πόροι της παρ. 1 και ο υπολογισμός του παρεχόμενου εφάπαξ βοηθήματος, σύμφωνα με την παρ. 2, δύνανται να τροποποιούνται, με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν πρότασης του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.

4. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από την 1η.1.2017.

Άρθρο 17
Τροποποίηση της περίπτ. α' της παρ. Β του άρθρου 3 του ν. 4256/2014


Η περίπτ. α της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 4256/2014 (Α' 92) αντικαθίσταται ως εξής:
«3.α. Η εκτέλεση σύμβασης ναύλωσης, στην οποία ο τόπος παράδοσης και ο τόπος επαναπαράδοσης του πλοίου αναψυχής βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια, επιτρέπεται στα ακόλουθα πλοία αναψυχής: α) υπό σημαία ελληνική ή άλλου κράτους - μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., καθώς και β) υπό σημαία κράτους εκτός της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., ολικού μήκους άνω των τριάντα πέντε (35) μέτρων, εφόσον είναι κατασκευασμένα κατά το μεγαλύτερο μέρος τους από μέταλλο ή πλαστικό.».

Άρθρο 18
Δυνατότητα έκδοσης κυβερνητικών πιστοποιητικών με ηλεκτρονική υπογραφή από εξουσιοδοτημένους οργανισμούς


1. Οι εξουσιοδοτημένοι από την Αρχή οργανισμοί (νηογνώμονες) δύνανται να προβαίνουν στην έκδοση κυβερνητικών πιστοποιητικών, υπογεγραμμένων ηλεκτρονικά, για τα πλοία υπό ελληνική σημαία που πιστοποιούνται από αυτούς για λογαριασμό της Αρχής.

2. Εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα για τη χρήση και αποδοχή των ηλεκτρονικών πιστοποιητικών από τους εξουσιοδοτημένους οργανισμούς καθώς και τα σχετικά με τη διασφάλιση της αυθεντικότητας αυτών πρότυπα.

Άρθρο 19
Συμπλήρωση στην παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 3409/2005


Στην παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 3409/2005 (Α' 273) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως ακολούθως:
«Τα Πιστοποιητικά αυτοδυτών του Παραρτήματος της Σχολής Υποβρυχίων Καταστροφών (Σ.Υ.Κ.) του Κέντρου Δια Βίου Μάθησης Επιπέδου 2 (Κ.Δ.Β.Μ.-2) του Κέντρου Εκπαίδευσης (Κ.Ε.) ΠΑΛΑΣΚΑΣ αναγνωρίζονται ως ισότιμα των πιστοποιητικών εκπαίδευσης για ερασιτέχνες αυτοδύτες επιπέδου 2, σύμφωνα με τα ισχύοντα εθνικά πρότυπα καταδύσεων αναψυχής.».

Άρθρο 20
Τροποποιήσεις του άρθρου 79 του ν. 4504/2017


1. Στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:
α) Η παρ. 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Οικονομικών και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ρυθμίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις ένταξης της Σχολής Δόκιμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος και της Σχολής Δοκίμων Λιμενοφυλάκων στην ανώτατη και ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.».
β) Η παρ. 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με προεδρικό διάταγμα της παρ. 1 καθορίζονται και τα θέματα εισαγωγής για κάθε Σχολή αντίστοιχα, με το σύστημα των Πανελλαδικών Εξετάσεων εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η ένταξη των Σχολών σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο θα ισχύσει από το ακαδημαϊκό έτος που αρχίζει μετά την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος.».
γ) Η παρ. 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ρυθμίζονται τα ποσοστά ανά κατηγορία των υποψηφίων, το ποσοστό των προερχομένων υποχρεωτικά ισάριθμα ανά κατηγορία από τους εν ενεργεία μόνιμους Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικούς Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και Λιμενοφύλακες που εισάγονται στη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ., τα προσόντα, οι ειδικές κατηγορίες υποψηφίων, οι προϋποθέσεις πρόσληψης και κατάταξης που πρέπει να πληρούν οι υποψήφιοι, οι απαιτούμενες πρακτικές δοκιμασίες και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.».

2. Στην παρ. 4 του άρθρου 79 του ν. 4504/2017προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Αρχηγών Πολεμικού Ναυτικού και Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, κυρώνεται ο Κανονισμός Εκπαίδευσης της Σχολής Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. Με απόφαση του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής κυρώνεται ο Κανονισμός Εκπαίδευσης της Σχολής Λιμενοφυλάκων.».

3. Προστίθεται παρ. 5 στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 ως εξής:
«5. Οι απόφοιτοι της Σχολής Λιμενοφυλάκων που έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον τρία (3) χρόνια στο βαθμό του Λιμενοφύλακα, έχουν τη δυνατότητα να προαχθούν στο βαθμό του Κελευστή του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. μέσω προαγωγικών εξετάσεων. Οι προϋποθέσεις διεξαγωγής των εξετάσεων, η διαδικασία, η εξεταστέα ύλη, το πρόγραμμα και η οργάνωση της εκπαίδευσής τους, η οποία θα είναι ταχύρρυθμη και διάρκειας τεσσάρων (4) εβδομάδων, θέματα που αφορούν στη διδακτέα ύλη, το διδακτικό προσωπικό, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των εκπαιδευόμενων, των εξετάσεων και του ελέγχου της επίδοσής τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Με όμοια απόφαση, κατόπιν εισήγησης του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, καθορίζεται κάθε φορά ο αριθμός των προκηρυσσόμενων θέσεων. Ο καταληκτικός βαθμός εν ενεργεία όσων προάγονται στο βαθμό του Κελευστή Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. μέσω των προαγωγικών εξετάσεων, είναι ο βαθμός που προβλέπεται για τους Αξιωματικούς που προέρχονται από τη Σχολή Δοκίμων Υπαξιωματικών Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., σύμφωνα με τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις.».

4. Προστίθεται παρ. 6 στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 ως εξής:
«6. Από τη δημοσίευση του παρόντος, η βασική εκπαίδευση του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. παρέχεται στις παραγωγικές Σχολές Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Δοκίμων Λιμενοφυλάκων.».

5. Προστίθεται παρ. 7 στο άρθρο 79 του ν. 4504/2017 ως εξής:
«Παρέχεται το δικαίωμα εισαγωγής στις παραγωγικές Σχολές του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 του ν.4504/2017, και όπως αναλυτικά καθορίζεται στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 3 αυτού, στις εξής ειδικές κατηγορίες υποψηφίων:
αα. Πολύτεκνοι και τα τέκνα τους, τέκνα των αναπήρων και θυμάτων πολέμου, καθώς και των αναπήρων ή θυμάτων ειρηνικής περιόδου του προσωπικού του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που είναι στην ενέργεια ή έχει συνταξιοδοτηθεί για το λόγο αυτόν, τέκνα των αναγνωρισμένων ως αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τρίτεκνοι και τα τέκνα τους.
ββ. Τέκνα αποβιώσαντος στρατιωτικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας ή εξαιτίας αυτής, καθώς και τέκνα στρατιωτικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που κατέστη ανάπηρος συνεπεία τραυματισμού ή ασθένειας σε ποσοστό άνω του 67% κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και εξαιτίας αυτής.
γγ. Ιδιώτες που έχουν συμμετάσχει ενεργά σε επιχειρήσεις, που συντονίζονται από το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή και τις Λιμενικές Αρχές της χώρας, πλην υπαλλήλων Λιμένος, για διάσωση κινδυνευόντων ατόμων στη θάλασσα ή στους χερσαίους χώρους αρμοδιότητας του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., εκθέτοντας αποδεδειγμένα τη ζωή τους σε κίνδυνο, με την προϋπόθεση ότι διαθέτουν τα προβλεπόμενα από τις οικείες διατάξεις προσόντα. Η συνδρομή των προαναφερόμενων προϋποθέσεων, οι οποίες θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά, προκύπτει από πόρισμα Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης.».

Άρθρο 21
Τροποποιήσεις του ν. 3079/2002


1. Η παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3079/2002 (Α' 311), η οποία αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 63 του ν. 4504/2017, αντικαθίσταται ως εξής:
«2.α. Οι Αξιωματικοί ειδικότητας Υγειονομικού (Ιατροί) προέρχονται:
αα) Από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων. Στη Σχολή αυτή εισάγονται, ειδικά για τον σκοπό αυτόν και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, μαθητές, ο αριθμός των οποίων καθορίζεται κάθε φορά, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Τα έξοδα εκπαίδευσης, στρατωνισμού και συντήρησης των μαθητών αυτών βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Οι ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών που αφορούν τους μαθητές της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων, εφαρμόζονται και για τους ανωτέρω, οι οποίοι αποφοιτούν από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων με το βαθμό του Σημαιοφόρου Λ.Σ. και εντάσσονται στην αντίστοιχη επετηρίδα.
ββ) Από ιδιώτες ιατρούς πτυχιούχους Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμων και αντίστοιχων της αλλοδαπής, με ειδικότητα και ηλικία μέχρι και τριάντα οκτώ (38) ετών. Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν εκπληρώσει ή να εκπληρώνουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να βρίσκονται νόμιμα εκτός στρατεύματος. Οι επιτυχόντες κατατάσσονται απευθείας στο Σώμα με το βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου Λ.Σ. ειδικότητας Υγειονομικού, με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και παρακολουθούν ταχύρρυθμη βασική εκπαίδευση, η διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται οι απαιτούμενες, κατά περίπτωση, ιατρικές ειδικότητες και τα λοιπά προσόντα των υποψηφίων κατά ειδικότητα, η διαδικασία επιλογής, τα θέματα που αφορούν τη διεξαγωγή του διαγωνισμού ή της πρόσληψης με μοριοδότηση, που προκηρύσσεται, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την κατάταξη και εκπαίδευσή τους.Η διεξαγωγή του διαγωνισμού ή της πρόσληψης με μοριοδότηση προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
β) Οι Αξιωματικοί ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας με ειδικότητα Οδοντιάτρου προέρχονται:
αα) Από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων. Στη σχολή αυτή εισάγονται, ειδικά για τον σκοπό αυτόν και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, μαθητές, ο αριθμός των οποίων καθορίζεται κάθε φορά, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Παιδείας, Έρευνας και θρησκευμάτων και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Τα έξοδα εκπαίδευσης, στρατωνισμού και συντήρησης των μαθητών αυτών βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Οι ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών που αφορούν τους μαθητές της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων, εφαρμόζονται και για τους ανωτέρω, οι οποίοι αποφοιτούν από τη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων με το βαθμό του Σημαιοφόρου Λ.Σ. και εντάσσονται στην αντίστοιχη επετηρίδα.
ββ) Από ιδιώτες οδοντιάτρους πτυχιούχους Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμων και αντίστοιχων της αλλοδαπής. Οι υποψήφιοι πρέπει να είναι ηλικίας μέχρι και τριάντα οκτώ (38) ετών και να έχουν εκπληρώσει ή να εκπληρώνουν τις στρατιωτικούς τους υποχρεώσεις ή να βρίσκονται νόμιμα εκτός στρατεύματος. Οι επιτυχόντες κατατάσσονται απευθείας στο Σώμα με το βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου Λ.Σ. ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας, με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και παρακολουθούν ταχύρρυθμη βασική εκπαίδευση, η διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται τα λοιπά προσόντα των υποψηφίων, η διαδικασία επιλογής, τα θέματα που αφορούν στη διεξαγωγή του διαγωνισμού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την κατάταξη και εκπαίδευσή τους. Ο διαγωνισμός του προηγούμενου εδαφίου προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
γ) Οι Αξιωματικοί ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας με ειδικότητα Ψυχολόγου προέρχονται από ιδιώτες πτυχιούχους Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμων και αντίστοιχων της αλλοδαπής. Οι υποψήφιοι πρέπει να είναι ηλικίας μέχρι και τριάντα οκτώ (38) ετών και να έχουν εκπληρώσει ή να εκπληρώνουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να βρίσκονται νόμιμα εκτός στρατεύματος. Οι επιτυχόντες κατατάσσονται απευθείας στο Σώμα με το βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου Λ.Σ. ειδικότητας Υγειονομικού ειδικής κατηγορίας, με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και παρακολουθούν ταχύρρυθμη βασική εκπαίδευση, η διάρκεια της οποίας δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται τα λοιπά προσόντα των υποψηφίων, η διαδικασία επιλογής, τα θέματα που αφορούν στη διεξαγωγή του διαγωνισμού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την κατάταξη και εκπαίδευσή τους. Ο διαγωνισμός του προηγούμενου εδαφίου προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.».

2. Η περίπτ. δ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002 αντικαθίσταται ως εξής:
«αα) Οι διατελούντες σε χηρεία σύζυγοι του προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που απεβίωσε κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας ή εξαιτίας της υπηρεσίας, εφόσον έχουν στη ζωή ένα τουλάχιστον ανήλικο τέκνο, προσλαμβάνονται, μετά από αίτησή τους, ως διοικητικοί υπάλληλοι με οποιαδήποτε σχέση εργασίας και σε θέση ανάλογη των προσόντων τους στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή στα εποπτευόμενα από αυτό Ν.Π.Δ.Δ. Στην ίδια ρύθμιση και με τις ίδιες προϋποθέσεις υπάγονται και οι σύζυγοι προσωπικού Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που καθίστανται ανάπηροι συνεπεία τραυματισμού ή ασθένειας σε ποσοστό άνω του 67% κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής. Η συνδρομή των προϋποθέσεων και των αιτιών της αναπηρίας στρατιωτικού Λ.Σ. προκύπτει από πόρισμα Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης. Η αναπηρία διαπιστώνεται από την Ανωτάτη Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή.
ββ) Εναλλακτικά, στις ανωτέρω περιπτώσεις, παρέχεται το δικαίωμα εισαγωγής στις παραγωγικές Σχολές του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 79 του ν. 4504/2017 και όπως αναλυτικά καθορίζεται στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 3 αυτού.».

Άρθρο 22
Ρυθμίσεις περί εισαγωγής στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ.


1. Η παρ. 9 του άρθρου 33 του ν. 4256/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για την υποβολή αίτησης μετά δικαιολογητικών συμμετοχής σε διαγωνισμούς απευθείας κατάταξης προσωπικού στο Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., εξαιρουμένων των διαγωνισμών για εισαγωγή στις παραγωγικές Σχολές Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. με το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων, απαιτείται επιπλέον η προσκόμιση παραβόλου ύψους δέκα (10) ευρώ.Τα ποσά που θα προκύψουν από την καταβολή των εν λόγω παραβόλων αποτελούν έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού. Το ποσό του παραβόλου μπορεί να αναπροσαρμόζεται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.».

2. Η παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4186/2013 (Α' 193) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι εξετάσεις για την εισαγωγή στις Σχολές, τα Τμήματα και τις Εισαγωγικές Κατευθύνσεις Τμημάτων των Πανεπιστημίων, των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, των Τ.Ε.Ι., των Ανώτερων Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Τουρισμού, των Ανωτάτων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Σ.Ε.Ι.) και Ανώτερων Στρατιωτικών Σχολών Υπαξιωματικών (Α.Σ.Σ.Υ.), των Σχολών της Αστυνομικής και Πυροσβεστικής Ακαδημίας, της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού καθώς και των Σχολών Δοκίμων Σημαιοφόρων Λ.Σ. και Λιμενοφυλάκων διεξάγονται σε πανελλαδικό επίπεδο με θέματα από την εξεταστέα ύλη της τάξης αυτής, που προκύπτουν αποκλειστικά από κεντρική επιτροπή εξετάσεων".».

3. Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτ. αα' της περίπτ. Α' της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4186/2013, αντικαθίσταται ως εξής:
«Επίσης, απόφοιτοι όλων των τομέων των ΕΠΑΛ έχουν δικαίωμα εισαγωγής σε κοινή ομάδα που περιλαμβάνει Τμήματα Σχολών ΤΕΙ, Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, Σχολή Αστυφυλάκων, Σχολή Πυροσβεστικής, Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων και Σχολές της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού.».

Άρθρο 23
Αναγνώριση πενταετούς υπηρέτησης στις Ένοπλες Δυνάμεις


Αναγνωρίζεται βαθμολογικά η υπηρεσία πενταετούς υποχρέωσης στις Ένοπλες Δυνάμεις, η οποία αποτέλεσε προσόν μοριοδότησης για την εισαγωγή στη Σχολή Δοκίμων Λιμενοφυλάκων, και η οποία ήδη υπολογίζεται μισθολογικά.

Άρθρο 24
Αντικατάσταση του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ν.δ. 187/1973)


Το άρθρο 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο μόνον του ν.δ. 187/1973 (Α' 261), αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 157
Κυρώσεις κατά των παραβατών
1. Στους παραβάτες των διατάξεων των Γενικών και Ειδικών Κανονισμών Λιμένων που εκδίδονται κατά το προηγούμενο άρθρο επιβάλλεται, με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, πρόστιμο ύφους πενήντα (50,00) έως και εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ. Οι Κανονισμοί Λιμένων δύνανται να προβλέπουν συγκεκριμένα όρια έως του ανώτατου ορίου που καθορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο για κάθε διάταξή τους. Το ύφος των προβλεπόμενων στα προηγούμενα εδάφια προστίμων είναι ανάλογο με τη βαρύτητα της παράβασης, τις συνθήκες τέλεσής της, το βαθμό επανάληψής της και τη βλάβη που προκλήθηκε στο Δημόσιο.
2. Το προσωπικό Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. συντάσσει σχετική έκθεση βεβαίωσης που κοινοποιείται στον παραβάτη και ο ενδιαφερόμενος καλείται να εκθέσει τις απόψεις του εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίησή της.
3. Σε περίπτωση έκδοσης απόφασης επιβολής προστίμου σε βάρος πλοιοκτήτη, εφοπλιστή, πλοιάρχου ή κυβερνήτη, μπορεί να απαγορευτεί ο απόπλους του πλοίου, εκτός εάν κατατεθεί ισόποση με το πρόστιμο εγγυητική επιστολή τράπεζας ή εάν συγκοινωνιακοί ή άλλοι λόγοι επιβάλλουν τον απόπλου κατά την κρίση του προϊσταμένου της Λιμενικής Αρχής.
4. Εκτός από το πρόστιμο της παρ. 1, στους παραβάτες μπορεί να επιβάλλεται και το διοικητικό μέτρο της αναστολής άσκησης της δραστηριότητάς τους για χρονικό διάστημα έως και εξήντα (60) ημέρες. Όσοι δεν τηρούν το μέτρο του προηγούμενου εδαφίου τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης μέχρι ενός (1) έτους.
5. Στις περιπτώσεις που ο παραβάτης δεν διαθέτει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.φ.Μ.), συντάσσεται βεβαίωση παράβασης από το αρμόδιο στέλεχος Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. και αφαιρείται από τον παραβάτη το έγγραφο εθνικότητας ή το πιστοποιητικό κυριότητας και το πιστοποιητικό αξιοπλοΐας του υπό την κυριότητα ή κατοχή του παραβάτη πλοίου. Εάν η παράβαση αφορά σε όχημα και ο παραβάτης δεν διαθέτει Α.Φ.Μ., αφαιρείται η άδεια κυκλοφορίας και οι πινακίδες αυτού.Τα αφαιρούμενα έγγραφα των προηγούμενων εδαφίων αποδίδονται στον νόμιμο κάτοχο τους μετά την πληρωμή του προστίμου ή την έκδοση απαλλακτικής απόφασης, ή την κατάθεση ισόποσης εγγυητικής επιστολής τράπεζας, εφόσον είναι ανέφικτη η καταβολή του προστίμου ή η κατάθεση εγγυητικής επιστολής τράπεζας.
6. Εάν από την παράβαση των διατάξεων των Κανονισμών Λιμένων, οι οποίοι εκδίδονται κατά το προηγούμενο άρθρο, δημιουργείται κίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή την ασφάλεια ελλιμενιζόμενων πλοίων, εγκαταστάσεων, κτιρίων ή τη θαλάσσια συγκοινωνία και ο υπαίτιος δεν μεριμνά εγκαίρως και σε εξαιρετικώς κατεπείγουσες περιπτώσεις αμέσως για την εξάλειψη του σχετικού κινδύνου, ο προϊστάμενος της Λιμενικής Αρχής μπορεί να προβεί στις απαιτούμενες, προς το σκοπό αυτό, ενέργειες και να καταλογίσει τις καταβληθείσες δαπάνες σε βάρος του παραβάτη, οι οποίες εισπράττονται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

7. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μπορεί να τροποποιείται το ανώτατο όριο ύψους προστίμου της παρ. 1 του παρόντος.

8. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μπορεί να καθορίζεται η διαδικασία διενέργειας των αστυνομικών ελέγχων από τα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ., ο τρόπος διαπίστωσης των διοικητικών παραβάσεων και επιβολής των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων, ο τύπος και το περιεχόμενο των απαιτούμενων πράξεων βεβαίωσης, κλήσης του παραβάτη και απόφασης επιβολής προστίμου καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.».

Άρθρο 25
Τροποποίηση περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014


Η περίπτ. γ της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4256/2014, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 136 του ν. 4504/2017, αντικαθίσταται ως εξής:
«Ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές κυρώσεις, καθώς και τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία, για κάθε άλλη παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 έως 16 του παρόντος νόμου, πλην των αναφερόμενων στις περιπτώσεις α και β ανωτέρω, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους από πέντε χιλιάδες (5.000) έως εικοσιπέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ. Ειδικότερα, σε περίπτωση μη εφοδιασμού ιδιωτικού πλοίου αναψυχής, υπό ελληνική σημαία ή σημαία άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε., με Δελτίο Κίνησης Πλοίου Αναψυχής (ΔΕ.Κ.Π.Α.), επιβάλλεται πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ, ενώ σε περίπτωση μη ετήσιας θεώρησής του, πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ. Πλην των ως άνω αναφερομένων, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αριθμ. 3133.1/76888/2016/08-09-2016 (Β' 3061), επιβάλλεται πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ.».

Άρθρο 26
Καταργούμενες διατάξεις


Από την έναρξη ισχύος του παρόντος μέρους, καταργούνται:

1. οι παρ. 1-6 του άρθρου 4 του ν. 3079/2002 (Α'311) και

2. οι περιπτ. α, β και γ της παρ. 2 και η παρ. 8 του άρθρου 6 του ν. 3079/2002.

Άρθρο 27
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς των άρθρων 1-9 αρχίζει από την 10η Οκτωβρίου 2017 και των λοιπών άρθρων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Πηγή: Taxheaven