Σχέδιο Νόμου Θέσπιση νομοθετικών μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Σχέδιο Νόμου Θέσπιση νομοθετικών μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Νόμος για την Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

Θέσπιση νομοθετικών μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)» και ενσωμάτωση στην εθνική έννομη τάξη της Οδηγίας 2016/680/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης η δίωξης ποινικών αδικημάτων η της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης- πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου και συμπληρωματικές διατάξεις».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' -

Άρθρο 1
[άρθρο 1 ΓΚΠΔ/ Άρθρο 1 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ]
Αντικείμενο και σκοπός του νόμου


Αντικείμενο του παρόντος νόμου είναι η θέσπιση των προϋποθέσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως του δικαιώματος προστασίας προσωπικών δεδομένων.

Άρθρο 2
[ άρθρο 2 ΓΚΠΔ/Άρθρο 2 Οδηγίας 680] Πεδίο εφαρμογής


1. Οι ρυθμίσεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων- εφεξης Κανονισμός) και του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στην, εν όλω η εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, τα οποία περιλαμβάνονται η πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης

2. Οι ρυθμίσεις του Κανονισμού και του Κεφαλαίου Β' εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της εφαρμογής ειδικότερων ρυθμίσεων των άρθρων 16 έως 19 του κεφαλαίου Β' του παρόντος νόμου.

3. Οι ρυθμίσεις της Οδηγίας 2016/680/ΕΕ και του κεφαλαίου Γ' του παρόντος εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της διακρίβωσης η της δίωξης εγκλημάτων η της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένων της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους.

4. Οι ρυθμίσεις του κεφαλαίου Γ' τους παρόντος εφαρμόζονται και στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της εθνικής ασφάλειας.

5. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υφίστανται επεξεργασία από τις αρμόδιες αρχές για σκοπούς διαφορετικούς από τους αναφερόμενους στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου , όπως η αρχειοθέτηση προς το δημόσιο συμφέρον η σκοπούς επιστημονικης η ιστορικης έρευνας η στατιστικούς σκοπούς , εφαρμόζεται ο Κανονισμός και οι ρυθμίσεις του Κεφαλαίου Β.

6. Οι ρυθμίσεις του Κανονισμού, της Οδηγίας 2016/680/ΕΕ και των Κεφαλαίων Β' και Γ' του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και ως προς την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται από τα δικαστήρια και τις εισαγγελικές αρχές. Δεν εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις που αφορούν την άσκηση των εξουσιών και καθηκόντων της Αρχης Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, όταν τα δικαστηρια και οι εισαγγελικές αρχές επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της άσκησης της δικαιοδοτικης αρμοδιότητάς τους .

7. Ο Κανονισμός και ο παρών νόμος δεν εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικης η οικιακης δραστηριότητας. Ως τέτοια δραστηριότητα νοείται εκείνη που αναφέρεται στο ιδιωτικό πεδίο δράσης ενός προσώπου η μιας οικογένειας, δηλαδη εκείνη που δεν εμπίπτει στην επαγγελματικη η/και εμπορικη δραστηριότητα και δεν έχει ως σκοπό η ως αποτέλεσμα τη συστηματική διαβίβαση η τη διάδοση δεδομένων σε τρίτους.

8. Οι ρυθμίσεις του Κανονισμού και του παρόντος νόμου εφαρμόζονται ως προς την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα από υπεύθυνο επεξεργασίας η/και εκτελούντα επεξεργασία, εφόσον αυτη λαμβάνει χώρα στην ελληνικη επικράτεια η στο πλαίσιο εγκατάστασης στην ελληνική επικράτεια, ακόμη και εάν η εν λόγω επεξεργασία λαμβάνει χώρα εκτός ελληνικης επικράτειας.

Άρθρο 3
[ άρθρο 4 ΓΚΠΔ/ άρθρο 3 Οδηγίας 680] Ορισμοί


1. Για τους σκοπούς του Κανονισμού, της Οδηγίας 2016/680/ΕΕ και του παρόντος νόμου νοούνται ως
α) «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα»: κάθε πληροφορία που αφορά ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο («υποκείμενο των δεδομένων»)· το ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο είναι εκείνο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε αναγνωριστικό στοιχείο ταυτότητας, όπως όνομα, σε αριθμό ταυτότητας, σε δεδομένα θέσης, σε επιγραμμικό αναγνωριστικό ταυτότητας ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ταυτότητα του εν λόγω φυσικού προσώπου β) «επεξεργασία»: κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή σε σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή
γ) «περιορισμός της επεξεργασίας»: η επισήμανση αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με στόχο τον περιορισμό της επεξεργασίας τους στο μέλλον
δ) «κατάρτιση προφίλ»: οποιαδήποτε μορφή αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συνίσταται στη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών ενός φυσικού προσώπου, ιδίως για την ανάλυση ή την πρόβλεψη πτυχών που αφορούν την απόδοση στην εργασία, την οικονομική κατάσταση, την υγεία, τις προσωπικές προτιμήσεις, τα ενδιαφέροντα, την αξιοπιστία, τη συμπεριφορά, τη θέση ή τις μετακινήσεις του εν λόγω φυσικού προσώπου, ε) «ψευδωνυμοποίηση»: η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τρόπο ώστε τα δεδομένα να μην μπορούν πλέον να
αποδοθούν σε συγκεκριμένο υποκείμενο των δεδομένων χωρίς τη χρηση συμπληρωματικών πληροφοριών, εφόσον οι εν λόγω συμπληρωματικές πληροφορίες διατηρούνται χωριστά και υπόκεινται σε τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν μπορούν να αποδοθούν σε ταυτοποιημένο η ταυτοποιησιμο φυσικό πρόσωπο, στ) «σύστημα αρχειοθέτησης»: κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα τα οποία είναι προσβάσιμα με γνώμονα συγκεκριμένα κριτηρια, είτε το σύνολο αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο είτε κατανεμημένο σε λειτουργικη η γεωγραφικη βάση, ζ) «υπεύθυνος επεξεργασίας»: το φυσικό η νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχη, η υπηρεσία η άλλος φορέας που, μόνα η από κοινού με άλλα, καθορίζουν τους σκοπούς και τον τρόπο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα· όταν οι σκοποί και ο τρόπος της επεξεργασίας αυτης καθορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης η το δίκαιο κράτους μέλους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας η τα ειδικά κριτηρια για τον διορισμό του μπορούν να προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης η το δίκαιο κράτους μέλους
η) «εκτελών την επεξεργασία»: το φυσικό η νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχη, η υπηρεσία η άλλος φορέας που επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα για λογαριασμό του υπευθύνου της επεξεργασίας,
θ) «αποδέκτης»: το φυσικό η νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχη, η υπηρεσία η άλλος φορέας, στα οποία κοινολογούνται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα, είτε πρόκειται για τρίτον είτε όχι. Ωστόσο, οι δημόσιες αρχές που ενδέχεται να λάβουν δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα στο πλαίσιο συγκεκριμένης έρευνας σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης η κράτους μέλους δεν θεωρούνται ως αποδέκτες· η επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τις εν λόγω δημόσιες αρχές πραγματοποιείται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες προστασίας των δεδομένων ανάλογα με τους σκοπούς της επεξεργασίας, ι) «παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα»: η παραβίαση της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία η παράνομη καταστροφη, απώλεια, μεταβολη, άνευ άδειας κοινολόγηση η πρόσβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που διαβιβάστηκαν, αποθηκεύτηκαν η υποβληθηκαν κατ' άλλο τρόπο σε επεξεργασία
ια) «ειδικές κατηγορίες δεδομένων»: δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που αποκαλύπτουν τη φυλετικη η εθνοτικη καταγωγη, τα πολιτικά φρονηματα, τις θρησκευτικές η φιλοσοφικές πεποιθησεις η τη συμμετοχη σε συνδικαλιστικη οργάνωση, γενετικά δεδομένα , βιομετρικά δεδομένα, δεδομένα που αφορούν την υγεία, δεδομένα που αφορούν τη σεξουαλικη ζωη η τον σεξουαλικό προσανατολισμό φυσικού προσώπου. ιβ) «γενετικά δεδομένα»: τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που αφορούν τα γενετικά χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου που
κληρονομηθηκαν η αποκτηθηκαν, όπως προκύπτουν, ιδίως, από ανάλυση βιολογικού δείγματος του εν λόγω φυσικού προσώπου και τα οποία παρέχουν μοναδικές πληροφορίες σχετικά με την φυσιολογία η την υγεία του εν λόγω φυσικού προσώπου,
ιγ) «βιομετρικά δεδομένα»: δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα τα οποία προκύπτουν από ειδικη τεχνικη επεξεργασία συνδεόμενη με φυσικά, βιολογικά η συμπεριφορικά χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου και τα οποία επιτρέπουν η επιβεβαιώνουν την αδιαμφισβητητη ταυτοποίηση του εν λόγω φυσικού προσώπου, όπως εικόνες προσώπου η δακτυλοσκοπικά δεδομένα,
ιδ) δεδομένα που αφορούν την υγεία»: δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα τα οποία σχετίζονται με τη σωματικη η ψυχικη υγεία ενός φυσικού προσώπου, περιλαμβανομένης της παροχης υπηρεσιών υγειονομικης φροντίδας, και τα οποία αποκαλύπτουν πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της υγείας του
ιε) εποπτικη αρχη: η Αρχη Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα (εφεξης Αρχη), με την επιφύλαξη του άρθρου 65 που αναφέρεται στα εποπτικά όργανα των δικαστηρίων και των εισαγγελικών αρχών.
ιε) διεθνης οργανισμός»: οργανισμός και οι υπαγόμενοι σε αυτόν φορείς που διέπονται από το δημόσιο διεθνές δίκαιο η οποιοσδηποτε άλλος φορέας που έχει ιδρυθεί δυνάμει η επί τη βάσει συμφωνίας μεταξύ δύο η περισσότερων χωρών.

2. Για τους σκοπούς του Κανονισμού και των Κεφαλαίων Β' , Δ' και Ε' του παρόντος νόμου νοούνται ως
α) συγκατάθεση» του υποκειμένου των δεδομένων: κάθε ένδειξη βουλησεως, ελεύθερη, συγκεκριμένη, ρητη και εν πληρει επιγνώσει, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων εκδηλώνει ότι συμφωνεί, με δηλωση η με σαφη θετικη ενέργεια, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που το αφορούν, β) κύρια εγκατάσταση»: αα) όταν πρόκειται για υπεύθυνο επεξεργασίας με εγκαταστάσεις σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, ο τόπος της κεντρικης του διοίκησης στην Ένωση, εκτός εάν οι αποφάσεις όσον αφορά τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα λαμβάνονται σε άλλη εγκατάσταση του υπευθύνου επεξεργασίας στην Ένωση και η εγκατάσταση αυτη έχει την εξουσία εφαρμογης των αποφάσεων αυτών, οπότε ως κύρια εγκατάσταση θεωρείται η εγκατάσταση στην οποία έλαβε τις αποφάσεις αυτές, ββ) όταν πρόκειται για εκτελούντα την επεξεργασία με εγκαταστάσεις σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, ο τόπος της κεντρικης του διοίκησης στην Ένωση η, εάν ο εκτελών την επεξεργασία
δεν έχει κεντρική διοίκηση στην Ένωση, η εγκατάσταση του εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση στην οποία εκτελούνται οι κύριες δραστηριότητες επεξεργασίας στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων εγκατάστασης του εκτελούντος την επεξεργασία, στον βαθμό που ο εκτελών την επεξεργασία υπόκειται σε ειδικές υποχρεώσεις δυνάμει του παρόντος κανονισμού
γ) εκπρόσωπος»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση, το οποίο ορίζεται εγγράφως από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία βάσει του άρθρου 27 του Κανονισμού και εκπροσωπεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία ως προς τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού,
δ) επιχείρηση»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τη νομική του μορφή, περιλαμβανομένων των προσωπικών εταιρειών ή των ενώσεων που ασκούν τακτικά οικονομική δραστηριότητα,
ε) όμιλος επιχειρήσεων»: μια ελέγχουσα επιχείρηση και οι ελεγχόμενες από αυτήν επιχειρήσεις,
στ) δεσμευτικοί εταιρικοί κανόνες»: οι πολιτικές προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τις οποίες ακολουθεί ένας υπεύθυνος επεξεργασίας ή εκτελών την επεξεργασία εγκατεστημένος στο έδαφος κράτους μέλους για διαβιβάσεις ή δέσμη διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε υπεύθυνο επεξεργασίας ή εκτελούντα την επεξεργασία σε μία ή περισσότερες τρίτες χώρες εντός ομίλου επιχειρήσεων, ή ομίλου εταιρειών που ασκεί κοινή οικονομική δραστηριότητα,
ζ) «ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή»: εποπτική αρχή την οποία αφορά η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, διότι: αα) ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία είναι εγκατεστημένος στο έδαφος του κράτους μέλους της εν λόγω εποπτικής αρχής, ββ) τα υποκείμενα των δεδομένων που διαμένουν στο κράτος μέλος της εν λόγω εποπτικής αρχής επηρεάζονται ή ενδέχεται να επηρεαστούν ουσιωδώς από την επεξεργασία ή γγ) έχει υποβληθεί καταγγελία στην εν λόγω εποπτική αρχή,
η) «διασυνοριακή επεξεργασία»: αα) η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία γίνεται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων διάφορων εγκαταστάσεων σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση όπου ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών επεξεργασία είναι εγκατεστημένος σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη ή ββ) η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία γίνεται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων μίας μόνης εγκατάστασης υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση αλλά που
επηρεάζει ή ενδέχεται να επηρεάσει ουσιωδώς υποκείμενα των δεδομένων σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη,
θ) «σχετική και αιτιολογημένη ένσταση»: ένσταση σε ένα σχέδιο απόφασης ως προς την ύπαρξη παράβασης του παρόντος κανονισμού, ή ως προς τη συμφωνία με τον παρόντα κανονισμό της προβλεπόμενης ενέργειας σε σχέση με τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, η οποία καταδεικνύει σαφώς τη σημασία των κινδύνων που εγκυμονεί το σχέδιο απόφασης όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων και, κατά περίπτωση, την ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός της Ένωσης,
ι) «υπηρεσία της κοινωνίας των πληροφοριών»: υπηρεσία κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), ια) «δημόσιος φορέας»: οι κρατικές ή δημόσιες αρχές, κεντρικές και περιφερειακές, αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ανεξάρτητες και ρυθμιστικές διοικητικές αρχές, οι κρατικές ή δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί, τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται από κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προυπολογισμού τους ή η διοίκησή τους ορίζεται από αυτό, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού και τα νομικά πρόσωπα και επιχειρήσεις αυτών .

3. Για τους σκοπούς της Οδηγίας 2016/680/ΕΕ και των Κεφαλαίων Γ', Δ' και Ε' του παρόντος νόμου νοείται ως
α) «αρμόδια αρχή»: αα) κάθε δημόσια αρχή αρμόδια για τη διερεύνηση, τη διακρίβωση, βεβαίωση ή τη δίωξη εγκλημάτων ββ) κάθε δημόσια αρχή αρμόδια για την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων γγ) κάθε δημόσια αρχή αρμόδια για την πρόληψη εγκλημάτων, περιλαμβανομένων της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους· δδ) κάθε άλλος οργανισμός ή φορέας, στον οποίο ο νόμος αναθέτει ρόλο δημόσιας αρχής και την εκτέλεση δημόσιων εξουσιών για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της διακρίβωσης,βεβαίωσης ή της δίωξης εγκλημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένων της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους. β) «υπεύθυνος επεξεργασίας»: η αρμόδια αρχή η οποία, μόνη ή από κοινού με άλλους, καθορίζει τους σκοπούς και τον τρόπο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Νομοθετικά μέτρα πλαισίωσης και εκτέλεσης του Κανονισμού

Άρθρο 4
[ Άρθρο 5 παρ. 1 β /6 παρ. 1 ε και 6 παρ. 2 ΓΚΠΔ]
Επεξεργασία για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας


1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα για την εκπληρωση καθηκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον η κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας, είναι νόμιμη, εφόσον είναι αναγκαία για την εκπληρωση των καθηκόντων και την άσκηση των αρμοδιοτητων που έχουν ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας από τον νόμο η με ανάθεση κατ' εξουσιοδότηση νόμου.

2. Εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται στα άρθρα 18 και 19 του παρόντος, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχουν συλλεχθεί επιτρέπεται εφόσον
α) είναι απολύτως αναγκαία για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων η άλλου φυσικού προσώπου, β) είναι απολύτως αναγκαία για την εξυπηρέτηση ουσιώδους δημοσίου συμφέροντος
γ) είναι απολύτως αναγκαία για τη θεμελίωση, άσκηση η υποστηριξη νομικών αξιώσεων,
δ) είναι απολύτως αναγκαία για την πρόληψη, διερεύνηση, διακρίβωση, βεβαίωση η τη δίωξη εγκλημάτων η την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων ε)η είναι απολύτως αναγκαία για σκοπούς εθνικης ασφάλειας

3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι σε θέση να τεκμηριώσει ότι η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για τους σκοπούς αυτούς, η εκπληρωση των οποίων υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων των προσώπων τα οποία αφορούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα.

4. Όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας προτίθεται να διαβιβάσει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα για τους σκοπούς που αναφέρονται υπό τα στοιχεία α), β) και γ) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, θα πρέπει να παρέχει στο υποκείμενο των δεδομένων, πριν από την εν λόγω περαιτέρω επεξεργασία, πληροφορίες για τον σκοπό αυτόν και άλλες τυχόν αναγκαίες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφο 2 του Κανονισμού. Η πληροφόρηση για τη διαβίβαση προς εξυπηρέτηση των σκοπών που προβλέπονται υπό τα στοιχεία δ) και ε) της ιδίας παραγράφου υπόκειται στη ρύθμιση του άρθρου 10 του παρόντος νόμου.

Άρθρο 5 [άρθρο 6 ΓΚΠΔ]
Επεξεργασία δεδομένων εικόνας και ήχου μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης


1. Ο Κανονισμός και το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων εικόνας ή/και ήχου που πραγματοποιείται μέσω κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης για τον σκοπό της προστασίας προσώπων ή/και αγαθών.

2. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου εμπίπτουν τα συστήματα που είναι μόνιμα εγκατεστημένα σε έναν χώρο, λειτουργούν συνεχώς ή σε τακτά χρονικά διαστήματα και έχουν τη δυνατότητα λήψης ή/και μετάδοσης σήματος εικόνας ή/και ήχου από τον χώρο αυτό προς έναν περιορισμένο αριθμό οθονών προβολής ή/και μηχανημάτων καταγραφής.

3. Όταν η επεξεργασία λαμβάνει χώρα από δημόσια ή δημοτική αρχή ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), αυτό πρέπει να έχει κατά την κείμενη νομοθεσία σχετική αρμοδιότητα ή δικαίωμα διαχείρισης του χώρου που επιτηρείται ή δικαίωμα ή υποχρέωση διαχείρισης του επιτηρούμενου χώρου σε εκτέλεση σύμβασης με τον κύριο του χώρου. Η επεξεργασία από νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) ή φυσικό πρόσωπο προϋποθέτει νόμιμο δικαίωμα ή υποχρέωση διαχείρισης του επιτηρούμενου χώρου σύμφωνα με διατάξεις νόμου ή σε εκτέλεση σύμβασης με τον κύριο του χώρου.

4. Η επεξεργασία δεδομένων εικόνας και ήχου μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης επιτρέπεται όταν που είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση των καθηκόντων όταν πρόκειται για δημόσιους φορείς ή για την προστασία αγαθών και προσώπων και των θεμελιωδών δικαιωμάτων αυτών. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται θα πρέπει να είναι πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα απαιτούνται σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος θα πρέπει να μη δύναται να επιτευχθεί με ηπιότερα μέσα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται να δύναται να πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει την ανάγκη της συγκεκριμένης επεξεργασίας. (λογοδοσία).

5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται: α. Όταν η επεξεργασία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογης του Κανονισμού και του παρόντος νόμου, όπως, ιδίως, στις εξης περιπτώσεις: α) Δραστηριότητες που δεν συνιστούν επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, όπως η λειτουργία απλών συστημάτων ελέγχου εισόδου χωρίς καταγραφη των δεδομένων. β) Άσκηση δραστηριοτητων αποκλειστικά προσωπικών η οικιακών. Δεν θεωρείται αποκλειστικά προσωπικη η οικιακη δραστηριότητα η ληψη και επεξεργασία εικόνας η και ηχου με σύστημα βιντεοεπιτηρησης που είναι εγκατεστημένο σε ιδιωτικη οικία, όταν το πεδίο ελέγχου της κάμερας περιλαμβάνει εξωτερικούς δημόσιους η κοινόχρηστους χώρους.

6. Τα δεδομένα δεν πρέπει να τηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από όσο απαιτείται ενόψει του επιδιωκόμενου κάθε φορά σκοπού επεξεργασίας. Εφόσον από τη ληψη δεδομένων ηχου και εικόνας που αποθηκεύονται η τη ληψη που γίνεται σε πραγματικό χρόνο δεν προκύπτει επέλευση συμβάντος που εμπίπτει στον επιδιωκόμενο σκοπό, τα δεδομένα πρέπει να καταστρέφονται το αργότερο μέσα σε δεκαπέντε (15) ημερολογιακές ημέρες, με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας που ισχύουν για συγκεκριμένες κατηγορίες υπεύθυνων επεξεργασίας. Σε περίπτωση συμβάντος που αφορά τον σκοπό της επεξεργασίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας επιτρέπεται να τηρεί τις ληψεις, στις οποίες έχει καταγραφεί το συγκεκριμένο συμβάν σε χωριστό αρχείο για τρεις (3) μηνες. Μετά την πάροδο του ανωτέρω χρονικού διαστηματος ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να τηρεί τα δεδομένα για μεγαλύτερο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου το συμβάν χρηζει περαιτέρω διερεύνησης. Στην περίπτωση αυτη ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει την υποχρέωση να ενημερώσει την Αρχη για το αναγκαίο χρονικό διάστημα τηρησης των εν λόγω ληψεων .

7. Η διαβίβαση σε τρίτους δεδομένων που προέρχονται από σύστημα βιντεοεπιτηρησης επιτρέπεται στις εξης περιπτώσεις: α) Κατόπιν προηγούμενης συγκατάθεσης του υποκειμένου των δεδομένων. β) Κατ' εξαίρεση, η διαβίβαση επιτρέπεται και χωρίς συγκατάθεση μετά από ειδικά αιτιολογημένη αίτηση τρίτου, όταν τα δεδομένα είναι αναγκαίο να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία για τη θεμελίωση, άσκηση η υποστηριξη νομικών αξιώσεων η μιας αξιόποινης πράξης και μπορούν να συνεισφέρουν στη διερεύνηση των πραγματικών περιστατικών η στην αναγνώριση των δραστών. Δεν θεωρείται διαβίβαση σε τρίτους η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα στις αρμόδιες
δικαστικές, εισαγγελικές και αστυνομικές αρχές που οι τελευταίες ζητούν νομίμως κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

8. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να λαμβάνει τα κατάλληλα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα για το απόρρητο και την ασφάλεια των δεδομένων καθώς και για την προστασία τους από κάθε μορφη παράνομης η αθέμιτης επεξεργασίας, όπως τον έλεγχο της πρόσβασης η την ασφαλη διαβίβαση.

9. Πριν ένα πρόσωπο εισέλθει στην εμβέλεια του συστηματος βιντεοεπιτηρησης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να το ενημερώνει, με τον κατά περίπτωση πρόσφορο, εμφανη και κατανοητό τρόπο, ότι πρόκειται να εισέλθει σε χώρο όπου βρίσκεται σε λειτουργία κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης και να παραθέτει πληροφορίες για τον σκοπό επεξεργασίας, τη φύση του συστηματος που χρησιμοποιείται, τους χώρους εγκατάστασης και την εμβέλεια και το χρονικό διάστημα τηρησης των δεδομένων.

Άρθρο 6 ( άρθρο 8 ΓΚΠΔ)
Συγκατάθεση παιδιού[ για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της προσφοράς υπηρεσίας κοινωνίας της πληροφορίας ]


Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα παιδιού στο πλαίσιο της προσφοράς υπηρεσίας κοινωνίας της πληροφορίας απευθείας σε αυτό που θεμελιώνεται σε συγκατάθεση είναι σύννομη, εάν το παιδί που παρέχει τη συγκατάθεση για την επεξεργασία αυτη έχει συμπληρώσει το 15ο έτος. Εάν το παιδί είναι ηλικίας κάτω των 15 ετών, η επεξεργασία αυτη είναι σύννομη μόνο εάν και στον βαθμό που η εν λόγω συγκατάθεση παρέχεται η εγκρίνεται από το πρόσωπο που έχει τη γονικη μέριμνα του παιδιού.

Άρθρο 7 (άρθρο 9 ΓΚΠΔ)
Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα


1. Εφόσον η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία θεμελιώνεται στη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων η συγκατάθεση αυτή είναι ρητή και έγγραφη.

2. Απαγορεύεται η συλλογή και επεξεργασία γενετικών δεδομένων ή/και πραγματοποίηση γενετικών προδιαγνωστικών εξετάσεων για σκοπούς ασφάλισης υγείας και ζωής. Για τους ίδιους σκοπούς δεν επιτρέπεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που έχουν προκύψει από προδιαγνωστικές γενετικές εξετάσεις που αφορούν μέλη της οικογενείας του υποκειμένου των δεδομένων.

Άρθρο 8 (Άρθρο 10 ΓΚΠΔ)
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας και ποινικές καταδίκες


1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας και ποινικές καταδίκες επιτρέπεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται από διάταξη νόμου που ορίζει τον σκοπό, τις εγγυήσεις και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων.

2. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορά ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας και ποινικές καταδίκες, εφόσον είναι απολύτως απαραίτητη για:
α)την άσκηση δικαιωμάτων που προβλέπονται στον νόμο, όπως η επιλεξιμότητα για εκλόγιμες θέσεις ή θέσεις εργασίας, β) την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο σχέσεων απασχόλησης υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις και εγγυήσεις του άρθρου 17 του παρόντος νόμου
γ) για σκοπούς σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον ή για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας και για στατιστικούς υπό τις ειδικότερες προυποθέσεις και εγγυήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 18 και 19 του παρόντος νόμου.
δ) για τους σκοπούς και στο πλαίσιο της άσκησης της ελευθερίας της έκφρασης, συμπεριλαμβανομένης της ακαδημαικής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, και της πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς, υπό τις ειδικότερες προυποθέσεις και εγγυήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 16 του παρόντος νόμου.
ε) τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων

3. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας και ποινικές καταδίκες επιτρέπεται με τη ρητή και έγγραφη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων, εφόσον είναι απαραίτητη για τη λήψη μέτρων που έχει αιτηθεί το ίδιο το υποκείμενο, όπως τα μέτρα επανένταξης.

Άρθρο 9
Δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα εικόνας και ήχου


1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 15 του Κανονισμού, όταν ασκείται το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων σε δεδομένα εικόνας και ήχου που τηρεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας - αυτός έχει υποχρέωση να χορηγεί εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης αντίγραφο του τμήματος της εγγραφής σήματος εικόνας όπου έχει καταγραφεί το υποκείμενο των δεδομένων ή έντυπη σειρά στιγμιοτύπων από τις καταγεγραμμένες εικόνες ή, αναλόγως, να ενημερώσει εγγράφως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο μέσα στην ίδια χρονική διορία είτε ότι δεν απεικονίζεται είτε ότι το σχετικό τμήμα της εγγραφής δεν διατηρείται πλέον. Εναλλακτικά, εφόσον συμφωνεί και το υποκείμενο των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί απλώς να επιδείξει, άμεσα, το ανωτέρω τμήμα. Προς το σκοπό αυτό το υποκείμενο των δεδομένων οφείλει να υποδείξει την ακριβή ώρα και τον τόπο που ευρέθη στην εμβέλεια των καμερών.

2. Όταν χορηγεί αντίγραφο εικόνας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να καλύπτει την εικόνα τρίτων προσώπων με κάθε ενδεικνυόμενο τεχνικό μέσο, εφόσον ενδέχεται να παραβιάζεται το δικαίωμά τους στην ιδιωτική ζωή, εκτός αν πρόκειται για απλή επίδειξη.

Άρθρο 10 (Άρθρο 23 ΓΚΠΔ) Περιορισμοί των δικαιωμάτων ενημέρωσης και πρόσβασης

1. Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, τα δικαιώματα ενημέρωσης και πρόσβασης που προβλέπονται στα άρθρα 13 έως 15 του Κανονισμού ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να αρνηθεί εν όλω ή εν μέρει την άσκηση δικαιωμάτων ενημέρωσης και πρόσβασης, εφόσον η επεξεργασία πραγματοποιείται για σκοπούς που σχετίζονται με
α) εθνικη ασφάλεια , β) την εθνικη άμυνα, γ) τη δημόσια ασφάλεια,
δ) την πρόληψη, διερεύνηση, διακρίβωση η τη δίωξη εγκλημάτων η την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένης της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και πρόληψης αυτών, εφόσον η άσκηση αυτών η συναφών δικαιωμάτων δεν προβλέπεται από ειδικές διατάξεις. ε) σημαντικά οικονομικά, χρηματοοικονομικά συμφέροντα του κράτους, συμπεριλαμβανομένων των νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων, της δημόσιας υγείας και της κοινωνικης ασφάλισης, ιδίως σε σχέση με την πραγματοποίηση των σχετικών ελέγχων
στ) τη θεμελίωση, άσκηση, υποστηριξη η εκτέλεση νομικών αξιώσεων, εφόσον η άσκηση αυτών η συναφών δικαιωμάτων δεν προβλέπεται από ειδικές διατάξεις
ζ) την προστασία του υποκειμένου των δεδομένων η των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων
και η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών θα παρέβλαπτε σοβαρά η θα καθιστούσε αδύνατη την εκπληρωση των σκοπών αυτών.

2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων σχετικά με τον περιορισμό, εκτός εάν αυτό μπορεί να αποβεί επιζημιο για τους σκοπούς του περιορισμού.

3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι σε θέση να αποδείξει ότι ο περιορισμός των δικαιωμάτων αυτών είναι αναγκαίος για την εκπληρωση των σκοπών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 η/και η ενημέρωση για τον περιορισμό είναι επιζημια για την εκπληρωση τους. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προσώπων.

4. Σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας αρνείται εν όλω η εν μέρει την ικανοποίηση των δικαιωμάτων, το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να απευθυνθεί στην Αρχη, η οποία μπορεί να ερευνησει τη συνδρομη των προϋποθέσεων του περιορισμού των δικαιωμάτων και να ενημερώσει σχετικά το υποκείμενο, στο μέτρο και εφόσον η ενημέρωση αυτη δεν είναι επιζημια για την εκπληρωση των σκοπών αυτών.

Αρθρο 11
Υποχρεώσεις υπευθύνου επεξεργασίας στις περιπτώσεις περιορισμού των δικαιωμάτων


1. Όταν τα δικαιώματα που προβλέπονται στα άρθρα 16, 17, 18, 19, 20, 21 και 22 του Κανονισμού περιορίζονται για τους λόγους που κατά περίπτωση προβλέπονται στα άρθρα αυτά ο υπεύθυνος επεξεργασίας
α) ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων σχετικά με τον περιορισμό, εκτός εάν αυτό μπορεί να αποβεί επιζημιο για τους σκοπούς του περιορισμού.
β) είναι σε θέση να αποδείξει ότι ο περιορισμός των δικαιωμάτων αυτών είναι αναγκαίος για τους λόγους για τους οποίους προβλέπεται γ) λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προσώπων.

2. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί σε περίπτωση που περιορίζεται η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών να απευθυνθεί στην Αρχη, η οποία μπορεί να ερευνησει τη συνδρομη των προϋποθέσεων του περιορισμού των δικαιωμάτων και να ενημερώσει σχετικά το υποκείμενο, στο μέτρο και εφόσον η ενημέρωση αυτη δεν είναι επιζημια για την εκπληρωση των σκοπών για τους οποίους προβλέπονται οι περιορισμοί.

Άρθρο 12
Περιορισμοί της ανακοίνωσης παραβίασης δεδομένων (άρθρα 23 και 34 ΓΚΠΔ)


1 Η ανακοίνωση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα στο υποκείμενο των δεδομένων που προβλέπεται στο άρθρο 34 του Κανονισμού δεν πραγματοποιείται εφόσον η επεξεργασία πραγματοποιείται για σκοπούς που σχετίζονται με
α) την εθνικη ασφάλεια,
β) την εθνικη άμυνα,
γ) τη δημόσια ασφάλεια,
δ) την πρόληψη, διερεύνηση, διακρίβωση η τη δίωξη ποινικών αδικημάτων η την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένης της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και πρόληψης αυτών,
ε) σημαντικά οικονομικά, χρηματοοικονομικά συμφέροντα του κράτους, συμπεριλαμβανομένων των νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων, της δημόσιας υγείας και της κοινωνικης
ασφάλισης, ιδίως σε σχέση με την πραγματοποίηση των σχετικών ελέγχων,
στ) τη θεμελίωση, άσκηση, υποστήριξη ή εκτέλεση νομικών αξιώσεων, και η ανακοίνωση της παραβίασης θα ήταν επιζήμια για την εκπλήρωση των σκοπών αυτών.

2 Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν έχει ανακοινώσει την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων, επικαλούμενος λόγο που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, ενημερώνει σχετικά την Αρχή, η οποία μπορεί, έχοντας ερευνήσει τη συνδρομή των λόγων που επικαλείται, να του ζητήσει να το πράξει, εφόσον κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παράλειψη της ανακοίνωσης.

'Αρθρο 13 (Άρθρο 9 παρ. 4, άρθρο 36) Προηγούμενη διαβούλευση

1. Προηγούμενη διαβούλευση με την Αρχή απαιτείται για κάθε ρύθμιση που πρόκειται να περιληφθεί σε νόμο ή σε κανονιστική πράξη που εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση αυτού, η οποία αφορά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η διαβούλευση πραγματοποιείται κατά το στάδιο εκπόνησης της ρύθμισης σε χρόνο και με τρόπο που καθιστά εφικτήτην διατύπωση γνώμης από την Αρχή και τη σχετική διαβούλευση επί του περιεχομένου του σχεδίου ρύθμισης.

2. Εκτός των προβλεπομένων στο άρθρο 36 παρ. 1 του Κανονισμού περιπτώσεων προηγούμενη διαβούλευση με την Αρχή απαιτείται και στις ακόλουθες περιπτώσεις
α) εισαγωγή και επεξεργασία εθνικού αριθμού ταυτότητας ή άλλου αναγνωριστικού στοιχείου ταυτότητας γενικής εφαρμογής ή αλλαγή των προυποθέσεων και όρων επεξεργασίας και χρήσης αυτών και των συναφών με αυτά δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
β)μεγάλης κλίμακας συστηματική επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία και τη δημόσια υγεία για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, όπως η εισαγωγή και χρήση συστημάτων ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και η εισαγωγή και χρήση ηλεκτρονικού φακέλου ή ηλεκτρονικής κάρτας υγείας γ) μεγάλης κλίμακας συστηματική επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία για σκοπούς διαχείρισης υγειονομικών και κοινωνικών συστημάτων και υπηρεσιών.
δ) μεγάλης κλίμακας συστηματική επεξεργασία γενετικών ή βιομετρικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
ε) μεγάλης κλίμακας συστηματική επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την εισαγωγή, οργάνωση, παροχή και έλεγχο της χρήσης υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 του ν. 3979/2011 όπως ισχύει
στ) μεγάλης κλίμακας συστηματική επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την οικονομική κατάσταση και συμπεριφορά καθώς και την πιστοληπτική ικανότητα φυσικών προσώπων.

Άρθρο 14 (άρθρα 37-39 ΓΚΠΔ ) Ορισμός Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων

1. Εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 37 παρ. 1 του Κανονισμού υποχρέωση ορισμού υπευθύνου προστασίας έχουν οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και οι εκτελούντες επεξεργασία οι οποίοι εκτελούν πράξεις επεξεργασίας οι οποίες, σύμφωνα με τον κατάλογο που έχει καταρτίσει η Αρχή απαιτούν τακτική και συστηματική παρακολούθηση των υποκειμένων των δεδομένων σε μεγάλη κλίμακα λόγω της φύσης, του πεδίου εφαρμογής και/ή των σκοπών τους.

2. Τα δικαστήρια και οι εισαγγελικές αρχές δεν έχουν υποχρέωση ορισμού υπευθύνου προστασίας δεδομένων.

3. Ο ορισμός υπευθύνου προστασίας δεδομένων γίνεται εγγράφως. Κατά τον ορισμό προσδιορίζονται ειδικότερα ιδίως η θέση και τα καθήκοντα που έχει ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 28 και 39 του Κανονισμού και ο τρόπος με τον οποίο θα τα ασκεί, λαμβανομένων υπόψη της φύσης και των λειτουργιών κάθε υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος επεξεργασία. Ο ορισμός γίνεται για ορισμένο χρονικό διάστημα , εκτός αν συντρέχει σοβαρός λόγος για την ανάκληση του ορισμού ή την παύση του υπευθύνου προστασίας προσωπικών δεδομένων. Ο ορισμός μπορεί να ανανεώνεται.

4. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών επεξεργασία κοινοποιούν στην Αρχή το όνομα και την ιδιότητα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων.

5. Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων δεσμεύεται από υποχρέωση εχεμύθειας και οφείλει να μην ανακοινώνει η αποκαλύπτει σε οποιονδηποτε τρίτο γεγονότα η πληροφορίες που περιηλθαν σε γνώση του από τη θέση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του η επ' ευκαιρία αυτών.

Άρθρο 15
Πιστοποίηση και Διαπίστευση φορέων πιστοποίησης (Άρθρο 43 Κανονισμού)


1. Οι φορείς πιστοποίησης χορηγούν πιστοποιησεις προστασίας δεδομένων και σφραγίδων και σημάτων προστασίας δεδομένων, με σκοπό την απόδειξη της συμμόρφωσης προς τον Κανονισμό και το Κεφάλαιο Β' του παρόντος νόμου από τους υπευθύνους επεξεργασίας και τους εκτελούντες την επεξεργασία.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 43 του Κανονισμού οι πιστοποιησεις, σφραγίδες και σηματα προστασίας εκδίδονται βάσει των κριτηρίων που ορίζει η Αρχη, η οποία δημοσιοποιεί τον κατάλογο των κριτηρίων.

3. Η Αρχη μπορεί να ορίζει συμπληρωματικές απαιτησεις και κριτηρια για τη διαπίστευση φορέων πιστοποίησης. Η Αρχη δημοσιοποιεί τον κατάλογο των πρόσθετων απαιτησεων για την διαπίστευση των φορέων πιστοποίησης.

4. Η διαπίστευση των φορέων που χορηγούν πιστοποιησεις σύμφωνα με το άρθρο 42 του Κανονισμού πραγματοποιείται από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης Α.Ε.» - ΕΣΥΔ σύμφωνα με το πρότυπο EN-ISO/IEC 17065/2012 και σύμφωνα με τις συμπληρωματικές απαιτησεις που έχουν οριστεί από την Αρχη σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος.

5. Η Αρχη υποδεικνύει η κοινοποιεί στο Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης Α.Ε. τις περιπτώσεις όπου οι προϋποθέσεις διαπίστευσης δεν πληρούνται η δεν πληρούνται πλέον η εφόσον οι ενέργειες του φορέα πιστοποίησης παραβαίνουν τον Κανονισμό και τον παρόντα νόμο.

6. Η ανάκληση των διαπιστεύσεων γίνεται από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης Α.Ε., το οποίο ζητά τη γνώμη της Αρχης Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα.

Άρθρο 16 (Άρθρο 85 ΓΚΠΔ) Επεξεργασία και ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης

1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα για τους σκοπούς και στο πλαίσιο της άσκησης της ελευθερίας της έκφρασης, συμπεριλαμβανομένης της ακαδημαικης, καλλιτεχνικης η λογοτεχνικης έκφρασης, και της πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς, επιτρέπεται εφόσον
α) το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει ρητη συγκατάθεση η β) αφορά δεδομένα που έχει προδηλως δημοσιοποιησει το ίδιο το υποκείμενο η
γ) η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος στην πληροφόρηση επί θεμάτων δημόσιου ενδιαφέροντος.

2. Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα και ιδίως αυτών που εμπίπτουν στις ειδικές κατηγορίες δεδομένων η αφορούν ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας και καταδίκες, για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο μέτρο για την εξασφάλιση της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος στην πληροφόρηση (αρχη της ελαχιστοποίησης).

3. Κατά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων για τους σκοπούς της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 6, 9, 10, 12 έως 14, 22, 26 έως 31, 34 έως 36, 44 έως 49 του Κανονισμού .

4. H άσκηση των αρμοδιοτητων, καθηκόντων και εξουσιών της Αρχης για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα για τους σκοπούς της παραγράφου 1 γίνεται με τρόπο ώστε να μην εμποδίζεται η άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος στην πληροφόρηση και ιδίως λαμβανομένης υπόψη της απαγόρευσης της προληπτικης λογοκρισίας.

Άρθρο 17
(άρθρο 88 ΓΚΠΔ επεξεργασία στο πλαίσιο της απασχόλησης)
Επεξεργασία στο πλαίσιο της απασχόλησης και προστασία δεδομένων των εργαζομένων


1. Η συλλογη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα των εργαζομένων πρέπει να πραγματοποιείται με θεμιτά μέσα και με τρόπο
ώστε να διασφαλίζεται ο σεβασμός της αξιοπρέπειας, της προσωπικότητας, της ιδιωτικής ζωής βίου και του δικαιώματος προστασίας προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων στο πλαίσιο των σχέσεων απασχόλησης και στον χώρο [της] εργασίας

2. Ως εργαζόμενοι για τις ανάγκες του παρόντος νοούνται οι απασχολούμενοι με οποιαδήποτε σχέση απασχόλησης τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα και οι υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας. Το κύρος της σχέσης απασχόλησης δεν επηρεάζει τις υποχρεώσεις του υπευθύνου επεξεργασίας ως προς την επεξεργασία και προστασία δεδομένων των εργαζομένων. Ως εργαζόμενοι για τους σκοπούς του παρόντος νοούνται επίσης α) οι υποψήφιοι για εργασία καθώς και β) οι πρώην εργαζόμενοι.

3. Η συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων από τον εργοδότη ως υπεύθυνο επεξεργασίας επιτρέπεται εφόσον:
α) είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση των εκατέρωθεν υποχρεώσεων που αφορούν τη σχέση απασχόλησης ή σχετίζονται με αυτή, είτε αυτές πηγάζουν από το νόμο είτε από σύμβαση, ατομική ή συλλογική, β) είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση με έννομη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας,
γ) είναι απαραίτητη για τη για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του εργαζομένου ως υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου,
δ) είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση των εννόμων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τρίτος, εκτός εάν έναντι των συμφερόντων αυτών υπερισχύουν το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του εργαζομένου ως υποκειμένου των δεδομένων

4. Όταν η συλλογή και επεξεργασία δεδομένων θεμελιώνεται στη συγκατάθεση των εργαζομένων ως υποκειμένων των δεδομένων αυτή πρέπει να είναι έγγραφη και να διακρίνεται από τη σύμβαση απασχόλησης. Ο εργοδότης ως υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει ότι έχει ενημερώσει τον εργαζόμενο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του Κανονισμού και ότι ο εργαζόμενος έχει μία γνήσια και ελεύθερη επιλογή και είναι σε θέση να αρνηθεί ή να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του χωρίς αρνητικές επιπτώσεις.

5. Η επεξεργασία των ειδικών κατηγοριών δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παρ. 1 του Κανονισμού επιτρέπεται μόνο εφόσον είναι απαραίτητη για την άσκηση συγκεκριμένων δικαιωμάτων ή και την εκτέλεση των υποχρεώσεων του υπευθύνου επεξεργασίας ή του υποκειμένου των δεδομένων που απορρέουν από τη σύμβαση και το εργατικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας, και του δικαίου κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας

6. Η συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων επιτρέπεται αποκλειστικά [είτε] για σκοπούς που συνδέονται άμεσα με τη σχέση απασχόλησης είτε για σκοπούς που προκύπτουν από διάταξη νόμου. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων ως υποκειμένων των δεδομένων πρέπει να συλλέγονται και να υφίστανται επεξεργασία από τον εργοδότη ως υπεύθυνο επεξεργασίας για καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς. Οι σκοποί της επεξεργασίας θα πρέπει να είναι εκ των προτέρων γνωστοί στους εργαζομένους και κατανοητοί από αυτούς. Η συγκατάθεση των εργαζομένων δεν επιτρέπεται να άρει την απαγόρευση της υπέρβασης του σκοπού.

7. Ο εργοδότης ως υπεύθυνος επεξεργασίας συλλέγει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τα υποκείμενα των δεδομένων. Συλλογή προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν τον εργαζόμενο ή τον υποψήφιο από τρίτους επιτρέπεται μόνον εφόσον είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση του επιδιωκόμενου σκοπού και ο εργαζόμενος ενημερώνεται εκ των προτέρων για τη συλλογή αυτή.

8. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της σχέσης απασχόλησης πρέπει να είναι κατάλληλα, συναφή και να περιορίζονται στο αναγκαίο για τους συγκεκριμένους σκοπούς που σχετίζονται με τη σχέση απασχόλησης και για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία («ελαχιστοποίηση των δεδομένων»), λαμβανομένων υπόψη ιδίως της φύσης της απασχόλησης και των δραστηριοτήτων του οργανισμού/ εργοδότη, των ιδιαίτερων εργασιών ή/και καθηκόντων που ανατίθενται στον εργαζόμενο, του τρόπου και τόπου/χώρου που παρέχεται η εργασία.

9. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία συλλέγονται απευθείας και μόνον από τους εργαζόμενους και μόνον εφόσον αυτό είναι απολύτως απαραίτητο α) για την αξιολόγηση της καταλληλότητας του εργαζόμενου ή του υποψηφίου για μία συγκεκριμένη θέση ή εργασία, παρούσα ή μελλοντική, β) για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του εργοδότη για υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και γ) για τη θεμελίωση δικαιωμάτων των εργαζομένων και αντίστοιχη απόδοση κοινωνικών παροχών. Διεξαγωγή ιατρικών εξετάσεων και αναλύσεων, όπως τα ψυχολογικά και ψυχομετρικά τεστ, επιτρέπεται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις κι εφόσον τα συγκεκριμένα καθήκοντα και οι απαιτήσεις της συγκεκριμένης εργασίας καθιστούν αναγκαία την έρευνα και παρακολούθηση της κατάστασης και της προσωπικότητας του εργαζομένου σε σχέση με τη συγκεκριμένη θέση ή/και κατηγορία απασχόλησης.

10. Δεν επιτρέπεται η επεξεργασία γενετικών δεδομένων των εργαζομένων. Κατ'εξαίρεση η επεξεργασία αυτη μπορεί να επιτραπεί, εφόσον προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου που ορίζει και τη σχετικη διαδικασία και τις ανάλογες εγγυησεις η σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες οι γενετικές εξετάσεις και η επεξεργασία των γενετικών δεδομένων επιβάλλονται για την προστασία ζωτικών συμφερόντων των εργαζομένων η τρίτων και έχει προηγηθεί διαβούλευση με την Αρχη Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα.

11. Ο εργοδότης ως υπεύθυνος επεξεργασίας δικαιούται να επεξεργαςτεύ δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που αφορούν ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας και καταδίκες των εργαζομένων, εφόσον και στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο για την αξιολόγηση της καταλληλότητας του εργαζομένου για συγκεκριμένη θέση η καθηκοντα εργασίας η για τη ληψη συγκεκριμένης απόφασης στο πλαίσιο της σχέσης απασχόλησης. Τα δεδομένα αυτά επιτρέπεται να συλλεχθούν αποκλειστικά από τον εργαζόμενο η από τρίτον ύστερα από έγγραφη συγκατάθεση του εργαζομένου.

12. Η συλλογη και επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων στο πλαίσιο της σχέσης απασχόλησης επιτρέπεται μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητη για την προστασία προσώπων και αγαθών, λαμβανομένων υπόψη ιδίως της φύσης των χώρων εργασίας και των δραστηριοτητων των υπευθύνων επεξεργασίας και των ιδιαίτερων απαιτησεων ασφαλείας που απορρέουν από αυτές.

13. Η συλλογη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης εντός των χώρων εργασίας επιτρέπεται σε ειδικές και εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον δικαιολογείται από τη φύση και τις συνθηκες εργασίας και είναι απαραίτητο για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων η την προστασία κρίσιμων χώρων εργασίας η κρίσιμων υποδομών/ υποδομών ζωτικης σημασίας.

14. Η χρηση μεθόδων επιτηρησης και παρακολούθησης, όπως μέσω της χρησης συστημάτων γεωεντοπισμού, επιτρέπεται εφόσον επιβάλλεται για τον σκοπό της προστασίας προσώπων και αγαθών η τον συντονισμό και έλεγχο της διεκπεραίωσης της εργασίας και αυτό δικαιολογείται από τη φύση αυτης.

15. Οι μέθοδοι ελέγχου και παρακολούθησης και ο σκοπός που εξυπηρετούν δεν επιτρέπεται να προσβάλλουν την αξιοπρέπεια των εργαζομένων. Η συλλογη δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα με τη χρηση μεθόδων ελέγχου και παρακολούθησης πρέπει να περιορίζεται στα δεδομένα που συνδέονται άμεσα με τη σχέση απασχόλησης και να μην επεκτείνεται κατά το δυνατόν στην προσωπικη συμπεριφορά, στα προσωπικά χαρακτηριστικά η στις προσωπικές εσωτερικές και εξωτερικές επαφές των εργαζομένων. Τα δεδομένα που συλλέγονται μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν ως αποκλειστικά κριτήρια για την αξιολόγηση της συμπεριφοράς και της αποδοτικότητας των εργαζομένων.

16. Η συλλογή και επεξεργασία δεδομένων, που αφορούν τη χρήση μέσων επικοινωνίας στον χώρο εργασίας ή σε σχέση με αυτή, όπως η τηλεφωνία, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή η χρήση διαδικτύου, επιτρέπεται εφόσον είναι απολύτως απαραίτητη για την προστασία προσώπων και αγαθών, την οργάνωση και τον έλεγχο της διεκπεραίωσης της εργασίας ή του κύκλου εργασιών που έχουν ανατεθεί στους εργαζομένους, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου των δαπανών. Τα στοιχεία που καταχωρίζονται και υποβάλλονται σε επεξεργασία πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα και πρόσφορα για την επίτευξη των ανωτέρω σκοπών.

17. Ως προς τα δεδομένα που αναφέρονται στις παραγράφους 9-12 του παρόντος άρθρου ο εργοδότης ως υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει πρόσθετα, κατάλληλα και ανάλογα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα προστασίας , ιδίως αναφορικά με τα πρόσωπα τα οποία έχουν πρόσβαση και λαμβάνουν γνώση των δεδομένων αυτών.

18. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται και υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς, εκτός εάν αυτό επιβάλλεται για την εκπλήρωση υποχρέωσης από τον νόμο ή για την εκπλήρωση προφανώς υπέρτερου εννόμου συμφέροντος του εργοδότη ως υπευθύνου επεξεργασίας ή άλλου εργαζομένου, ιδίως όταν τεκμηριώνεται η ανάγκη εξακρίβωσης συμπεριφορών που απαγορεύονται ρητά από τις ρυθμίσεις που διέπουν τη σχέση εργασίας/απασχόλησης ή από κανονισμούς εργασίας και δεν είναι εφικτό να διακριβωθούν με άλλο ηπιότερο μέσο.

19. Οι εργαζόμενοι πρέπει να ενημερώνονται εγγρϊφωσ και ατομικώς για τη συλλογή και την επεξεργασία δεδομένων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους καθώς και την εισαγωγή και χρήση μεθόδων ελέγχου και παρακολούθησης, όπως οι προβλεπόμενες στις παραγράφους 13 και 14 του παρόντος και ιδίως για τον σκοπό για τον οποίο απαιτούνται τα δεδομένα που συλλέγονται με τη χρήση αυτών των μεθόδων, τα βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά των μεθόδων, τα πρόσωπα στα οποία τα δεδομένα αυτά διαβιβάζονται ή ενδέχεται να διαβιβαστούν και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που προκύπτουν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν από τον εργοδότη εις βάρος του εργαζομένου στο πλαίσιο της σχέσης απασχόλησης, εάν αυτός δεν έχει προηγουμένως ενημερωθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω.

20. Ο εργοδότης ως υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται να καταρτίζει κανονισμό χρησης επικοινωνιακών μέσων και μέσων ηλεκτρονικης επεξεργασίας που χρησιμοποιούν οι εργαζόμενοι στους χώρους η για τους σκοπούς της εργασίας η έχουν διατεθεί σε αυτούς από τον εργοδότη. Ο κανονισμός αυτός κοινοποιείται στους εργαζομένους και ο εργοδότης ως υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει ότι οι εργαζόμενοι έχουν λάβει γνώση του κανονισμού χρησης καθώς και των τροποποιησεων αυτού.

21. Οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα να απευθύνονται στον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων και να διατυπώνουν ερωτηματα, παράπονα η καταγγελίες σε σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα στο πλαίσιο της απασχόλησης.

22. Η άσκηση του δικαιώματος της προηγούμενης παραγράφου και η άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται από τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (άρθρα 12-22) δεν επιτρέπεται να έχουν δυσμενείς συνέπειες για τον εργαζόμενο.

Άρθρο 18
(άρθρο 89 Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων)
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον


1. Η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, όπως ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του Κανονισμού επιτρέπεται, όταν είναι απαραίτητη για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον και ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει τα ανάλογα προς τον κίνδυνο μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

2. Εφόσον οι σκοποί αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον μπορούν να εκπληρωθούν από περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, η οποία δεν επιτρέπει η δεν επιτρέπει πλέον την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων, οι εν λόγω σκοποί εκπληρώνονται κατ' αυτόν τον τρόπο.

3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, συνεκτιμώντας το πεδίο εφαρμογης, το πλαίσιο και τους σκοπούς της εκάστοτε επεξεργασίας και τη φύση και κατηγορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που περιλαμβάνονται στο αρχειακό υλικό, λαμβάνει κατάλληλα και ανάλογα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα που διασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τις αρχές της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, όπως η αρχη της ελαχιστοποίησης, και προστασίας των δεδομένων αυτών, ιδίως αναφορικά με τα πρόσωπα τα οποία έχουν πρόσβαση και λαμβάνουν γνώση των δεδομένων αυτών και τους όρους πρόσβασης σε αυτά.

4. Με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων ή προβλέψεων ως προς τις προθεσμίες, περιορισμούς και διαδικασίες πρόσβασης, η πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρούνται για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον επιτρέπεται εφόσον :
α) τα πρόσωπα τα οποία αφορούν τα δεδομένα έχουν δώσει τη ρητή συγκατάθεσή τους,
β) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου,
γ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον τρίτο που αιτείται πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα,
δ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων,
ε) επεξεργασία είναι απαραίτητη για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς.

5. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 15 του Κανονισμού το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να περιοριστεί εν όλω ή εν μέρει το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων σε δεδομένα που το αφορούν, εφόσον η άσκησή του είναι πιθανό να καταστήσει αδύνατη ή να παρακωλύσουν σοβαρά την επίτευξη των σκοπών αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον , ιδίως εάν το αρχειακό υλικό δεν τηρείται σε συσχετισμό με το όνομα του υποκειμένου των δεδομένων και η άσκηση του δικαιώματος θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια.

6. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16 του Κανονισμού το υποκείμενο των δεδομένων δεν έχει δικαίωμα διόρθωσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, εφόσον η άσκησή του είναι πιθανό να καταστήσουν αδύνατη ή να παρακωλύσουν σοβαρά την επίτευξη των σκοπών αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον ή την άσκηση δικαιωμάτων τρίτων. Εάν το υποκείμενο των δεδομένων αμφισβητεί βάσιμα την ακρίβεια των δεδομένων προσωπικού που το αφορούν και τηρούνται για τους ανωτέρω σκοπούς δύναται να αιτηθεί την κατάθεση συμπληρωματικών δεδομένων, τα οποία κατά την κρίση του υπευθύνου επεξεργασίας μπορούν να ενταχθούν κατά διακριτό τρόπο στο αρχειακό υλικό.

7. Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα άρθρα 18, 19, 20 και 21 του Κανονισμού περιορίζονται τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, εφόσον τα εν λόγω δικαιώματα είναι πιθανό να καταστήσουν αδύνατη ή να παρακωλύσουν σοβαρά την επίτευξη των ειδικών σκοπών
αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον και εφόσον οι περιορισμοί αυτοί κρίνονται απαραίτητοι για την εκπληρωση των εν λόγω σκοπών.

Άρθρο 19 (Άρθρο 89 Κανονισμού)
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς


1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα για σκοπούς επιστημονικης η ιστορικης έρευνας η για στατιστικούς σκοπούς επιτρέπεται εφόσον:
α) τα υποκείμενα των δεδομένων έχουν δώσει τη συγκατάθεση τους. β) ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει ηδη τα εν λόγω δεδομένα από αντίστοιχες προηγούμενες έρευνες και τα υποκείμενα των δεδομένων είχαν συγκατατεθεί σε περαιτέρω χρηση η σε χρηση για συναφείς σκοπούς.
γ) τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα προέρχονται από δημόσια προσβάσιμες πηγές
δ) Ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι σε θέση να αποδείξει ότι η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τους σκοπούς επιστημονικης η ιστορικης έρευνας η για στατιστικούς σκοπούς και δεν υπερισχύουν τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων

2. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που εντάσσονται στις ειδικές κατηγορίες του άρθρου 9 του Κανονισμού η αφορούν ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας η καταδίκες για σκοπούς επιστημονικης η ιστορικης έρευνας η για στατιστικούς σκοπούς επιτρέπεται στις ακόλουθες περιπτώσεις
α) τα υποκείμενα των δεδομένων έχουν δώσει τη ρητη συγκατάθεση τους. Εφόσον πρόκειται για συμμετοχη σε δραστηριότητες επιστημονικης έρευνας στο πλαίσιο κλινικών δοκιμών, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις των άρθρων 28 έως 34 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 536/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων που προορίζονται για τον άνθρωπο και για την κατάργηση της οδηγίας 2001/20/ΕΚ.
β) ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει ηδη πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα από συναφείς προηγούμενες επιστημονικές η στατιστικές έρευνες και τα υποκείμενα των δεδομένων είχαν συγκατατεθεί σε περαιτέρω χρηση η σε χρηση για συναφείς σκοπούς
γ) o υπεύθυνος επεξεργασίας είναι σε θέση να αποδείξει ότι η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τους σκοπούς επιστημονικης η ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς και δεν υπερισχύουν τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων.

3. Η συγκατάθεση των υποκειμένων των δεδομένων που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος μπορεί να αφορά μία συγκεκριμένη έρευνα ή ερευνητικό πρόγραμμα ή μέρος αυτού, περισσότερες έρευνες ή τομείς επιστημονικής έρευνας. Στην περίπτωση αυτή και πριν από την παροχή της συγκατάθεσης τα υποκείμενα των δεδομένων ενημερώνονται ειδικά για τις επιπτώσεις της συγκατάθεσής τους για περισσότερες έρευνες ή για τομείς επιστημονικής έρευνας.

4. Η επεξεργασία γενετικών δεδομένων σε μεγάλη κλίμακα για τους σκοπούς επιστημονικής έρευνας υπόκειται σε προηγούμενη διαβούλευση με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 36 του Κανονισμού και το άρθρο 13 του παρόντος νόμου.

5. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας που επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς διασφαλίζει και με τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ότι υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο τα δεδομένα που είναι κατάλληλα και συναφή προς τους ειδικούς σκοπούς της εκάστοτε έρευνας και περιορίζονται στο αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία μέτρο.

6. Κατά τον καθορισμό των σκοπών και των μέσων επεξεργασίας ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να ενσωματώνονται οι εγγυήσεις και οι απαιτήσεις του Κανονισμού και του παρόντος άρθρου στην επεξεργασία και να προστατεύονται τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων.

7. Εφόσον οι σκοποί επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή οι στατιστικοί σκοποί μπορούν να επιτευχθούν με ανωνυμοποίηση ή ψευδωνυμοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας προκρίνει την εκπλήρωση των σκοπών δια αυτού του τρόπου, εφόσον αυτό δεν εμποδίζει την εκπλήρωση των σκοπών της έρευνας.

8. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 37-39 του Κανονισμού, όταν η επεξεργασία για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς που γίνεται στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος αφορά τις ειδικές κατηγορίες δεδομένων του άρθρου 9 του Κανονισμού ή δεδομένα αναφορικά με ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας και καταδίκες , ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να ορίζει υπεύθυνο προστασίας δεδομένων για τις ανάγκες και για το χρονικό διάστημα που διαρκεί η έρευνα στο πλαίσιο του συγκεκριμένου ερευνητικού προγράμματος. Ως προς τον ορισμό και τις ειδικότερες υποχρεώσεις του υπευθύνου προστασίας δεδομένων ισχύουν τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό και στο άρθρο 14 του παρόντος νόμου.

9. Όταν η επεξεργασία για σκοπούς επιστημονικης η ιστορικης έρευνας η για στατιστικούς σκοπούς περιλαμβάνει δεδομένα που αφορούν την υγεία η γενετικά δεδομένα ο υπεύθυνος επεξεργασίας διασφαλίζει ότι η επεξεργασία ανατίθεται σε πρόσωπα τα οποία δεσμεύονται εκ του νόμου η βάσει κανόνων που θεσπίζονται από αρμόδιους φορείς σε τηρηση επαγγελματικού απορρητου η εχεμύθειας η έχουν αναλάβει δέσμευση τηρησης εμπιστευτικότητας με νομικη πράξη που παράγει έννομες συνέπειες.

10. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να δημοσιεύει δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που επεξεργάζεται στο πλαίσιο της έρευνας, μόνο εφόσον υπάρχει σχετικη ρητη και έγγραφη συγκατάθεση των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα αυτά, η εφόσον είναι απολύτως απαραίτητο για την παρουσίαση ερευνητικών αποτελεσμάτων ιστορικης έρευνας.

11. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να αρνείται αιτιολογημένα την ικανοποίηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα άρθρα 15, 16, 18 και 21 του Κανονισμού , εφόσον και στο μέτρο που μπορεί να καταστησουν αδύνατη η να παρακωλύσουν σοβαρά την επίτευξη των σκοπών επιστημονικης η ιστορικης έρευνας η στατιστικών σκοπών και εφόσον οι εν λόγω περιορισμοί είναι απαραίτητοι για την εκπληρωση των εν λόγω σκοπών. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων που αιτείται την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών σχετικά με τους περιορισμούς, εκτός εάν αυτό μπορεί να αποβεί επιζημιο για τους σκοπούς του περιορισμού. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί σε περίπτωση που περιορίζεται η άσκηση των δικαιωμάτων του να απευθυνθεί στην Αρχη, η οποία μπορεί να ερευνησει τη συνδρομη των προϋποθέσεων του περιορισμού των δικαιωμάτων και να ενημερώσει σχετικά το υποκείμενο, στο μέτρο και εφόσον η ενημέρωση αυτη δεν είναι επιζημια για την εκπληρωση των σκοπών αυτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Επεξεργασία για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, διακρίβωσης, δίωξης εγκλημάτων και εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων σύμφωνα με την Οδηγία 2016/680/ΕΕ

Άρθρο 20 (άρθρο 4 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Αρχές που διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα


1. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας από τις κατά το άρθρο 3 παράγραφος 3 αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της διακρίβωσης η της δίωξης εγκλημάτων η της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένων της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπης τους:
α. υποβάλλονται σε σύννομη και θεμιτη επεξεργασία
β. συλλέγονται για καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς και υφίστανται θεμιτη και νόμιμη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών
γ. είναι κατάλληλα, συναφη και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας
δ. είναι ακριβη και, όταν απαιτείται, επικαιροποιούνται. Λαμβάνονται όλα τα εύλογα μέτρα που διασφαλίζουν τη χωρίς καθυστέρηση διαγραφη η διόρθωση ανακριβών δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα λαμβανομένων υπόψη των σκοπών της επεξεργασίας
ε. διατηρούνται υπό μορφη που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των υποκειμένων των δεδομένων μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία
στ. υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τρόπο που να εγγυάται, μεταξύ άλλων με τη χρηση κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, την κατάλληλη ασφάλεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, συμπεριλαμβανομένης ης προστασίας τους από μη εγκεκριμένη η παράνομη επεξεργασία, τυχαία απώλεια, καταστροφη η φθορά,

2. Η επεξεργασία από τον ίδιο η άλλο υπεύθυνο επεξεργασίας για οποιονδηποτε εκ των προβλεπομένων στο άρθρο 2 παρ. 3 σκοπών, ο οποίος είναι διαφορετικός από εκείνον για τον οποίο αρχικά συνελέγησαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα επιτρέπεται εφόσον: α) ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι εξουσιοδοτημένος από τον νόμο ή το δίκαιο της Ένωσης να επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τον σκοπό αυτόν και
β) η επεξεργασία είναι απαραίτητη και ανάλογη προς τον εν λόγω άλλο σκοπό, σύμφωνα με τον νόμο ή το δίκαιο της Ένωσης.

3. Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία για τους σκοπούς του άρθρου 2 παρ. 3 αλλά έχουν συλλεγεί με άλλη νομική βάση μπορούν να τύχουν περαιτέρω επεξεργασίας μόνο σε περίπτωση που επιτρέπεται ρητά από τον νόμο.

4. Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον ίδιο ή άλλο υπεύθυνο επεξεργασίας είναι συμβατή, εφόσον γίνεται με σκοπό την αρχειοθέτηση για λόγους δημοσίου συμφέροντος ή για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς , με την επιφύλαξη των κατάλληλων διασφαλίσεων υπέρ των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του υποκειμένου των δεδομένων που ορίζονται στα άρθρα 18 και 19 του παρόντος νόμου.

5. Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου δεν υφίστανται επεξεργασία για σκοπούς διαφορετικούς από τους οριζόμενους στο εν λόγω άρθρο, εκτός εάν αυτή η επεξεργασία επιτρέπεται από τον νόμο ή το δίκαιο της Ένωσης. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υφίστανται επεξεργασία για τέτοιους άλλους σκοπούς, εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679, εκτός εάν η επεξεργασία διενεργείται στο πλαίσιο δραστηριότητας η οποία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης.

6. Η τήρηση των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων βαρύνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας, ο οποίος είναι σε θέση να αποδείξει τη συμμόρφωση προς αυτές (αρχή της λογοδοσίας).

Άρθρο 21 (άρθρο 5 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Προθεσμίες αποθήκευσης και επανεξέτασης

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διατηρεί τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου για το χρονικό διάστημα που έχει οριστεί ενόψει των σκοπών και του πλαισίου της επεξεργασίας. Ύστερα από την παρέλευση της προθεσμίας που έχει οριστεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας είτε διαγράφει τα δεδομένα αυτά είτε τα διατηρεί, εφόσον κριθεί με αιτιολογημένη απόφαση ότι απαιτείται η περαιτέρω διατηρηση και επεξεργασία τους.

2. Στα κριτηρια, τα οποία λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό της αρχικης περιόδου τηρησης και την περιοδικη επανεξέταση της αναγκαιότητας διατηρησης, περιλαμβάνονται ιδίως η βαρύτητα του εγκληματος η/και της αντίστοιχης ποινικης κύρωσης, η ιδιότητα του υποκειμένου των δεδομένων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 22 του παρόντος νόμου, η ηλικία του υποκειμένου και η σοβαρότητα του κινδύνου η της πιθανολογούμενης απειλης κατά της δημόσιας ασφάλειας. Ο κατά το άρθρο 48 του παρόντος νόμου οριζόμενος υπεύθυνος προστασίας δεδομένων συμμετέχει στη διαδικασία επανεξέτασης της αναγκαιότητας περαιτέρω διατηρησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διασφαλίζει την τηρηση των απαιτησεων του άρθρου 20 του παρόντος νόμου και της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ηδη κατά τον σχεδιασμό των σχετικών επεξεργασιών και των αντίστοιχων συστημάτων και διαδικασιών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 41 του παρόντος νόμου.

3. Με την επιφύλαξη ειδικών δικονομικών κανόνων, οι κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα και των επεξεργασιών, οι προθεσμίες τηρησης και διαγραφης των αντίστοιχων δεδομένων και οι προθεσμίες περιοδικης επανεξέτασης της αναγκαιότητας περαιτέρω διατηρησης αυτών, τα ειδικότερα κριτηρια για την περαιτέρω διατηρηση και η διαδικασία διαγραφης και επανεξέτασης ορίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Αναπληρωτη Υπουργού Εσωτερικών και του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Άρθρο 22 (άρθρο 6 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ)
Διάκριση μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων


1. Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου ο υπεύθυνος επεξεργασίας διακρίνει σαφώς, κατά περίπτωση και στον βαθμό του εφικτού, μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων. Διακρίνει ιδίως μεταξύ :
α) προσώπων σε σχέση με τα οποία υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι διέπραξαν έγκλημα
β) προσώπων σε σχέση με τα οποία υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι πρόκειται να διαπράξουν έγκλημα
γ) προσώπων, τα οποία έχουν καταδικαστεί για έγκλημα
δ) θυμάτων εγκλήματος, προσώπων για τα οποία ορισμένα πραγματικά περιστατικά δημιουργούν την πεποίθηση ότι μπορεί να είναι θύματα εγκλήματος και των πολιτικώς εναγόντων
ε) τρίτων προσώπων, συμμετεχόντων αλλά μη διαδίκων σε ποινική διαδικασία, όπως, ιδίως μαρτύρων, μαρτύρων με ειδικές γνώσεις, πραγματογνωμόνων, τεχνικών συμβούλων, διερμηνέων,
στ) προσώπων επικοινωνίας ή συνεργατών των προσώπων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) και γ)
ζ) άλλων προσώπων, όπως προστατευόμενοι μάρτυρες ή συνεργάτες των κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμοδίων αρχών

2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει μέτρα για την διόρθωση και επικαιροποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον και στο μέτρο που αυτό συνδέεται με την διάκριση και την κατάταξη στις κατηγορίες της παραγράφου 1.

Άρθρο 23 (άρθρο 7 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ)
Διάκριση μεταξύ των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και επαλήθευση της ποιότητας


1. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία βασίζονται σε πραγματικά περιστατικά διακρίνονται, στον βαθμό του εφικτού, από τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία βασίζονται σε προσωπικές εκτιμήσεις. Τα δεδομένα που βασίζονται σε προσωπικές εκτιμήσεις καταχωρίζονται και τηρούνται με τη σχετική σημείωση που περιλαμβάνει αιτιολογία που επιτρέπει τη θεμελίωση της προσωπικής εκτίμησης.

2. Οι κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος αρμόδιες αρχές λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι ανακριβή, ελλιπή ή δεν είναι πλέον επικαιροποιημένα δεν διαβιβάζονται ούτε διατίθενται. Για τον σκοπό αυτό, κάθε αρμόδια αρχή ελέγχει, στο μέτρο του εφικτού, την ποιότητα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πριν από τη διαβίβαση ή τη διάθεση των δεδομένων αυτών. Σε κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα επισυνάπτονται, στο μέτρο του δυνατού, οι αναγκαίες πληροφορίες που επιτρέπουν στην αρμόδια αρχη που παραλαμβάνει τα δεδομένα να αξιολογησει την ακρίβεια, την πληρότητα, την αξιοπιστία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, καθώς και τον βαθμό επικαιροποίησης τους.

3. Εφόσον ο υπεύθυνος επεξεργασίας διαπιστώνει ότι έχει διαβιβάσει ανακριβη δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα η ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα διαβιβάστηκαν παρανόμως ενημερώνει πάραυτα τους αποδέκτες των δεδομένων. Σε περίπτωση που ο αποδέκτης διαπιστώσει ότι έχουν διαβιβαστεί ανακριβη δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα η ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα διαβιβάστηκαν παρανόμως, ο αποδέκτης τους οφείλει να το γνωστοποιησει πάραυτα στον υπεύθυνο επεξεργασίας που τα διαβίβασε. Στην περίπτωση αυτη, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα διορθώνονται, διαγράφονται η περιορίζεται η επεξεργασία σύμφωνα με το άρθρο 33 του παρόντος νόμου.

Άρθρο 24 (άρθρο 8 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Νομιμότητα της επεξεργασίας

1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, είναι σύννομη μόνον εάν βασίζεται στον νόμο η στο δίκαιο της Ένωσης και είναι απαραίτητη για την εκτέλεση καθηκοντος που ασκείται από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου και βασίζεται στον νόμο η στο δίκαιο της Ένωσης.

2. Η νομικη βάση που ρυθμίζει την επεξεργασία στο πλαίσιο του παρόντος κεφαλαίου καθορίζει τουλάχιστον τους στόχους της επεξεργασίας, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία και τους σκοπούς της επεξεργασίας.

3. Εάν δεν υπάρχει ρητη πρόβλεψη στον νόμο, η επεξεργασία επιτρέπεται εφόσον είναι απολύτως απαραίτητη για τη διαφύλαξη ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων η άλλου προσώπου η αφορά δεδομένα τα οποία έχουν προδηλως δημοσιοποιηθεί από το υποκείμενο των δεδομένων.

4. Δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που εμπίπτουν στους σκοπούς του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου, αλλά έχουν συλλεγεί με άλλη
νομική βάση μπορούν να τύχουν περαιτέρω επεξεργασίας μόνο σε περίπτωση που επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 25 (άρθρο 9 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Ειδικοί όροι ως προς τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1. Εφόσον προβλέπονται ειδικοί όροι ως προς την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του κεφαλαίου Γ του παρόντος νόμου, όπως η απαγόρευση περαιτέρω διαβίβασης ή η απαγόρευση χρήσης για άλλους σκοπούς, η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχή ενημερώνει τον αποδέκτη των εν λόγω δεδομένων σχετικά με αυτούς τους όρους και την υποχρέωση τήρησής τους.

2. Η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχή δεν επιτρέπεται να επιβάλλει σε αποδέκτες σε άλλα κράτη μέλη ή σε οργανισμούς, υπηρεσίες και όργανα που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τον τίτλο V κεφάλαια 4 και 5 ΣΛΕΕ, άλλους όρους εκτός από εκείνους που ισχύουν για ανάλογες διαβιβάσεις δεδομένων εντός της Ελληνικής Επικράτειας .

3. Με την εξαίρεση της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον ή για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς, η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλο υπεύθυνο επεξεργασίας για σκοπούς που δεν εμπίπτουν σε αυτούς του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου. επιτρέπεται μόνο εάν προβλέπεται στο νόμο ή στο δίκαιο της Ένωσης ή εάν απαιτείται για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου και ο αποδέκτης νομιμοποιείται να επεξεργαστεί τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τον άλλο σκοπό.

Άρθρο 26 (άρθρο10 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ)
Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα


1. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, ή τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικη οργάνωση, καθώς και η επεξεργασία γενετικών δεδομένων, βιομετρικών δεδομένων για την αποκλειστικη ταυτοποίηση ενός φυσικού προσώπου η δεδομένων που αφορούν στην υγεία η τη σεξουαλικη ζωη η τον σεξουαλικό προσανατολισμό επιτρέπονται μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη των σκοπών που προβλέπονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου., και εφόσον:
α) επιτρέπεται από τον νόμο η το δίκαιο της Ένωσης
β) επιβάλλεται για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων η άλλου φυσικού προσώπου,
γ) η επεξεργασία αυτη αφορά σε δεδομένα τα οποία έχουν προδηλως δημοσιοποιηθεί από το υποκείμενο των δεδομένων εν επιγνώσει ότι ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας από δημόσιες αρχές.

2. Όταν η επεξεργασία αφορά τις ειδικές κατηγορίες δεδομένων της παραγράφου 1 , θα πρέπει να εφαρμόζονται κατάλληλες διασφαλίσεις για την προστασία του υποκειμένου των δεδομένων, όπως: α. ειδικές προδιαγραφές και απαιτησεις για την ασφάλεια η την άσκηση ελέγχου της επεξεργασίας
β. συγκεκριμένες και σύντομες προθεσμίες εντός των οποίων επανεξετάζεται και τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα της περαιτέρω τηρησης των εν λόγω δεδομένων,
γ. μέτρα που θα ενισχύουν το αίσθημα υπευθυνότητας των προσώπων που εμπλέκονται σε διαδικασίες επεξεργασίας,
δ. περιορισμοί στην πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένων στο πλαίσιο της αρμόδιας αρχης ,
ε. τηρηση και επεξεργασία των ειδικών κατηγοριών δεδομένων κατά τρόπο διακριτό από την επεξεργασία άλλων κατηγοριών δεδομένων στ. ψευδωνυμοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που ανηκουν στις ειδικές κατηγορίες, εφόσον αυτό δεν παρεμποδίζει την επίτευξη του σκοπού της επεξεργασίας ζ. κρυπτογράφηση των εν λόγω δεδομένων
η. ειδικές διαδικαστικές ρυθμίσεις που διασφαλίζουν τη νόμιμη επεξεργασία και την προστασία των δικαιωμάτων των προσώπων σε περίπτωση διαβίβασης η επεξεργασίας των δεδομένων αυτών για άλλους σκοπούς.

Άρθρο 27 (άρθρο 11 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων

Απαγορεύεται η λήψη απόφασης που βασίζεται αποκλειστικά σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία, περιλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ, η οποία παράγει δυσμενή έννομα αποτελέσματα για το υποκείμενο των δεδομένων ή θίγει αυτό σε μεγάλο βαθμό, εκτός εάν προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου, η οποία προβλέπει ρητά κατάλληλες διασφαλίσεις για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων, όπως η πρόβλεψη για ειδική ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων, το δικαίωμα εξασφάλισης ανθρώπινης παρέμβασης, το δικαίωμα διατύπωσης της άποψης του υποκειμένου των δεδομένων, το δικαίωμα να απαιτήσει αιτιολόγηση της απόφασης που ελήφθη κατόπιν της εν λόγω αξιολόγησης και το δικαίωμα αμφισβήτησης της απόφασης κι επανεξέτασης αυτής από πρόσωπο/ όργανο .
Οι αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν επιτρέπεται να βασίζονται στις ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παρ. 1 ια), εκτός εάν προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου και υφίστανται κατάλληλα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο 26 παρ. 2 του παρόντος νόμου.
Απαγορεύεται η κατάρτιση προφίλ που έχει ως αποτέλεσμα διακρίσεις εις βάρος φυσικών προσώπων με βάση τις ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παρ. 1 ια) του παρόντος νόμου.

Άρθρο 28
Χρήση συστημάτων λήψης ή/και καταγραφής ήχου και εικόνας σε δημόσιους χώρους


1. Η εγκατάσταση και λειτουργία σε δημόσιους χώρους συστημάτων λήψης ή/και καταγραφής ήχου και εικόνας επιτρέπεται εφόσον
πραγματοποιείται από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές ή υπό τον έλεγχο αυτών για τους σκοπούς. α) της πρόληψης, διερεύνησης, διακρίβωσης, βεβαίωσης ή της δίωξης εγκλημάτων βίας, διακίνησης ναρκωτικών, εμπορίας ανθρώπων, κοινώς επικίνδυνων εγκλημάτων, εγκλημάτων κατά της ασφάλειας των συγκοινωνιών, και εγκλημάτων κατά της ιδιοκτησίας, όταν με βάση πραγματικά στοιχεία συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις ότι τελέσθηκαν ή πρόκειται να τελεσθούν τέτοιες πράξεις η της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και
β) της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας.

2. Η ληψη και καταγραφη των δεδομένων εικόνας και ηχου πρέπει να περιορίζονται σε εκείνα που είναι αναγκαία, πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα χρειάζονται για την επίτευξη των σκοπών της παραγράφου 1. Η εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτηρησης σε δημόσιους χώρους επιτρέπεται όταν οι σκοποί αυτοί δεν μπορούν να επιτευχθούν εξίσου αποτελεσματικά με άλλα ηπιότερα μέσα. Οι αρχές αυτές λαμβάνονται υπόψη ιδίως σε σχέση με το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που λαμβάνονται/καταγράφονται την έκταση και περιοχη που καλύπτει ένα τέτοιο σύστημα και τις τεχνικές προδιαγραφές και ρυθμίσεις ως την εστίαση και τη ληψη.

3. Απαγορεύεται η λειτουργία συστημάτων επιτηρησης σε δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις, που διεξάγονται ειρηνικά και χωρίς όπλα, εφόσον α) έχουν νομίμως γνωστοποιηθεί στην κατά τόπο αρμόδια αστυνομικη αρχη και β) δεν έχουν απαγορευθεί κατά το άρθρο 11 παρ. 2 του Συντάγματος. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται, ύστερα από εντολη του εκπροσώπου της εισαγγελικης αρχης, η λειτουργία σταθερών και φορητών καμερών, όταν κατά τη διεξαγωγη της συνάθροισης τελούνται τα εγκληματα της παρ. 1 του παρόντος η προπαρασκευαστικές πράξεις αυτών η με βάση πραγματικά στοιχεία συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις ότι θα τελεσθούν τα εγκληματα της παρ. 1 Δεν απαιτείται εντολη της εισαγγελικης αρχης για τη λειτουργία φορητών καμερών, όταν απειλείται με άμεσο κίνδυνο η ζωη η η σωματικη ακεραιότητα προσώπων.

4. Τα δεδομένα καταστρέφονται ύστερα από την πάροδο δεκαπέντε ημερών από τη συλλογη τους, εφόσον δεν αποτυπώνουν κρίσιμο συμβάν που εμπίπτει στον επιδιωκόμενο σκοπό. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εξασφαλίζει ότι η διαγραφη πραγματοποιείται με αυτόματη μέθοδο και ότι τα καταστρεφόμενα δεδομένα δεν είναι δυνατό να ανακτηθούν. Δεδομένα που αφορούν γεγονότα που εμπίπτουν στον επιδιωκόμενο σκοπό αποθηκεύονται και διατηρούνται, εφόσον είναι απαραίτητα για την διερεύνηση εγκλημάτων της παρ. 1 του παρόντος και διαγράφονται ύστερα από την έκδοση αμετάκλητης δικαστικης απόφασης η την οριστικη παύση της δίωξης η την παρέλευση του χρόνου παραγραφης.

Άρθρο 29 Συγκατάθεση του υποκειμένου

1. Όταν η επεξεργασία βασίζεται, σύμφωνα με ρητή διάταξη νόμου, στη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων ή αφορά μέτρα που έχει ζητήσει το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι σε θέση να αποδείξει ότι το υποκείμενο των δεδομένων συγκατατέθηκε για την επεξεργασία των δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα ή αιτήθηκε μέτρα που συνεπάγονται τέτοια επεξεργασία.

2. Πριν την παροχή της συγκατάθεσης, το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται σχετικά με τον σκοπό της επεξεργασίας, το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υπόκειται σε επεξεργασία και ιδίως για την περίπτωση που η επεξεργασία αφορά ειδικές κατηγορίες δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας, την προβλεπόμενη διάρκεια αυτής και τους συνήθεις αποδέκτες των δεδομένων. Το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται επίσης για τις κατά νόμο συνέπειες της συγκατάθεσης ή της μη παροχής της καθώς και για το δικαίωμα ανάκλησης αυτής.

3. Η συγκατάθεση είναι σαφής, συγκεκριμένη, έγγραφη και εν πλήρει επιγνώσει, δήλωση, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων δηλώνει ότι συμφωνεί, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η συγκατάθεση θεωρείται έγκυρη μόνο όταν βασίζεται στην ελεύθερη απόφαση του υποκειμένου, ενώ αξιολογούνται οι συνθήκες υπό τις οποίες δόθηκε.

4. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του ανά πάσα στιγμή. Η ανάκληση της συγκατάθεσης δεν θίγει τη νομιμότητα της επεξεργασίας που βασίστηκε στη συγκατάθεση προ της ανάκλησής της

5. Εάν η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων παρέχεται στο πλαίσιο γραπτής δήλωσης, η οποία αφορά και άλλα θέματα, το αίτημα για συγκατάθεση υποβάλλεται κατά τρόπο ώστε να είναι σαφώς διακριτό από τα άλλα θέματα, σε κατανοητή και εύκολα προσβάσιμη μορφή, χρησιμοποιώντας σαφή και απλή διατύπωση.

6. Εάν πρόκειται για επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων , η συγκατάθεση πρέπει διακριτά και ευκρινώς να αναφέρεται σε αυτά τα δεδομένα.

Άρθρο 30
Ανακοίνωση και Δημοσιοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα


1. Η ανακοίνωση η δημοσιοποίηση από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που αφορούν πρόσωπο, το οποίο φέρεται ως ύποπτο η είναι κατηγορούμενο η έχει καταδικαστεί για την τέλεση εγκληματος επιτρέπεται εφόσον
α) αφορά ιδιαίτερα σοβαρά εγκληματα.
β) η ανακοίνωση/ δημοσιοποίηση είναι απολύτως απαραίτητη για τη διακρίβωση των υπό α) εγκλημάτων, όπως ιδίως η ανεύρεση υπόπτου η διαφεύγοντος τη σύλληψη, η για την προστασία της ζωης η ζωτικού συμφερόντος τρίτων προσώπων, ιδίως στην περίπτωση που το πρόσωπο τα δεδομένα του οποίου ανακοινώνονται η δημοσιοποιούνται θεωρείται επικίνδυνο για τη δημόσια τάξη
γ) η ανακοίνωση/δημοσιοποίηση πραγματοποιείται ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου Εισαγγελέα. Κατά της εισαγγελικης διάταξης επιτρέπεται προσφυγη εντός δύο (2) ημερών από τη γνωστοποίηση στο πρόσωπο το οποίο αφορούν τα δεδομένων. Η προσφυγη ασκείται ενώπιον του Προϊστάμενου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών η του Προϊστάμενου της Εισαγγελίας Εφετών, εάν η υπόθεση εκκρεμεί στο Εφετείο, ο οποίος αποφαίνεται εντός δύο (2) ημερών. Μέχρι να αποφανθεί ο αρμόδιος Εισαγγελέας απαγορεύεται η εκτέλεση της διάταξης και η ανακοίνωση η δημοσιοποίηση δεδομένων.

2. Η ανακοίνωση η δημοσιοποίηση περιορίζεται στα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που είναι απαραίτητα για την εκπληρωση των σκοπών που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και πρέπει να γίνεται με τρόπο και μέσα, ώστε να μην προσβάλλονται υπέρμετρα τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων και ιδίως το τεκμηριο αθωότητας η τα δικαιώματα τρίτων προσώπων.

3. Η ανακοίνωση η δημοσιοποίηση πραγματοποιείται μόνο για ορισμένο χρονικό διάστημα, το οποίο είναι απολύτως απαραίτητο για την εξυπηρέτηση του ειδικού επιδιωκόμενου κατά την παράγραφο 1 του παρόντος σκοπού. Εάν εκπληρωθεί ο επιδιωκόμενος σκοπός η παρέλθει το ορισμένο διάστημα χωρίς να κριθεί αναγκαία η παράταση του, λαμβάνονται όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία για την άρση της σχετικής δημοσιοποίησης όπως η αποανάρτηση από ιστοσελίδα της αρμόδιας αρχής.

4 Σε περίπτωση παύσης της ποινικής δίωξης ή αθώωσης προσώπου, δεδομένα του οποίου ανακοινώθηκαν η δημοσιοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 η αρμόδια αρχή που προέβη στην αρχική ανακοίνωση ή δημοσιοποίηση προβαίνει σε ανάλογη ανακοίνωση ή δημοσιοποίηση, εκτός εάν το υποκείμενο των δεδομένων αντιτάσσεται σε αυτή.

Άρθρο 31
[Άρθρο 13 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ] Δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων


1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει κατά το στάδιο της συλλογής στο υποκείμενο των δεδομένων τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) την ταυτότητα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας
β) τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων, κατά περίπτωση
γ) τους σκοπούς της επεξεργασίας για την οποία προορίζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα
δ) το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην κατά περίπτωση αρμόδια εποπτική αρχή και τα στοιχεία επικοινωνίας με αυτή
ε) την ύπαρξη δικαιώματος υποβολής αιτήματος στον υπεύθυνο επεξεργασίας για πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και διόρθωση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιορισμό της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν στο εν λόγω πρόσωπο.

2. Εάν η συλλογή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν έχει γίνει από το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων ή έχει γίνει χωρίς τη γνώση αυτού ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει στο υποκείμενο των δεδομένων πέραν των προβλεπομένων στην παράγραφο 1 πληροφοριών τις ακόλουθες πληροφορίες, προκειμένου να καταστεί δυνατή η άσκηση των δικαιωμάτων του
α) τη νομική βάση της επεξεργασίας· β) το χρονικό διάστημα αποθηκευσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα η, όταν αυτό είναι αδύνατο, τα κριτηρια που καθορίζουν το εν λόγω διάστημα·
γ) τους αποδέκτες η τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, μεταξύ άλλων σε τρίτες χώρες η διεθνείς οργανισμούς·

3. Με την επιφύλαξη άλλων ειδικών ρυθμίσεων, όταν η συλλογη δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα γίνει σε συνθηκες μυστικότητας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει στο υποκείμενο των δεδομένων τις προβλεπόμενες στις παραγράφους 1 και 2 πληροφορίες, όταν και εφόσον αυτό ενημερωθεί νομίμως για το γεγονός της εν λόγω συλλογης.

4. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του στην οποία έχει λάβει δεόντως υπόψη του τα έννομα συμφέροντα του ενδιαφερόμενου φυσικού προσώπου καθώς και τον χρόνο ολοκληρωσης της διαδικασίας που διεξάγεται για τους σκοπούς του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου, δύναται να καθυστερησει η να περιορίσει η και να παραλείψει την παροχη, στο υποκείμενο των δεδομένων, των πληροφοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 1-3 του παρόντος άρθρου, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για
α) την αποφυγη της παρακώλυσης η της συσκότισης των διεξαγόμενων ερευνών, αναγκαίων πράξεων και διαδικασιών για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου
β) την αποφυγη της αποτροπης η παρεμπόδισης της πρόληψης, της διαπίστωσης, της διερεύνησης η της δίωξης ποινικών αδικημάτων η της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων
γ) την προστασία της δημόσιας ασφάλειας·
δ) την προστασία της εθνικης ασφάλειας
ε) την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων

5. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί σε περίπτωση που δεν παρέχονται οι πληροφορίες σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους να απευθυνθεί στην αρμόδια εποπτικη αρχη. Η αρμόδια εποπτικη αρχη μπορεί να ερευνησει τη συνδρομη των προϋποθέσεων του περιορισμού του δικαιώματος και να ενημερώσει σχετικά το υποκείμενο, τουλάχιστον ότι έλαβαν χώρα όλες οι αναγκαίες επαληθεύσεις η η επανεξέταση από αυτη. Η αρμόδια εποπτικη αρχη ενημερώνει επίσης το υποκείμενο των δεδομένων για το δικαίωμά του να ασκησει δικαστικη προσφυγη.

Άρθρο 32
[Άρθρα 14 - 15 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ]
Δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα


1. Το υποκείμενο των δεδομένων δικαιούται κατόπιν έγγραφου αιτήματός του να λαμβάνει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας επιβεβαίωση του κατά πόσον δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν έχουν υποβληθεί ή εξακολουθούν να υποβάλλονται ή όχι σε επεξεργασία και, εφόσον συμβαίνει αυτό, να αποκτά πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) τους σκοπούς και τη νομική βάση για την επεξεργασία·
β) τις κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των οποίων γίνεται επεξεργασία·
γ) τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών στους οποίους γνωστοποιήθηκαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως τους αποδέκτες σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς·
δ) εφόσον είναι δυνατόν, το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα αποθήκευσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή, όταν αυτό είναι αδύνατο, τα κριτήρια που καθορίζουν το εν λόγω διάστημα·
ε) την ύπαρξη δικαιώματος υποβολής αιτήματος στον υπεύθυνο επεξεργασίας για τη διόρθωση, ή τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή τον περιορισμό της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν στο υποκείμενο των δεδομένων·
στ) το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην κατά περίπτωση αρμόδια εποπτική αρχή και τα στοιχεία επικοινωνίας με αυτή·
ζ) τη γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία και κάθε διαθέσιμης πληροφορίας όσον αφορά στην προέλευσή του

2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας κατόπιν αιτιολογημένης απόφασής του στην οποία έχει λάβει δεόντως υπόψη του τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα του ενδιαφερόμενου φυσικού προσώπου καθώς και τον χρόνο ολοκλήρωσης της διαδικασίας που διεξάγεται για τους
σκοπούς του άρθρου του άρθρου 2 παρ. 3, δύναται να περιορίσει εν όλω η εν μέρει την παροχη στο υποκείμενο των δεδομένων των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για
α) την αποφυγη της παρακώλυσης η της συσκότισης των διεξαγόμενων ερευνών, αναγκαίων πράξεων και διαδικασιών για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 1 παρ. 1 του παρόντος νόμου
β) την αποφυγη της αποτροπης η παρεμπόδισης της πρόληψης, της διαπίστωσης, της διερεύνησης η της δίωξης ποινικών αδικημάτων η της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων
γ) την προστασία της δημόσιας ασφάλειας
δ)την προστασία της εθνικης ασφάλειας
ε) την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.

3. Σε κάθε περίπτωση, δεν γνωστοποιείται στο υποκείμενο των δεδομένων η ταυτότητα φυσικών προσώπων από τα οποία προηλθαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα, όταν η πληροφόρηση αυτη μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ζωη η την σωματικη ακεραιότητα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες τους καθώς και όταν πρόκειται για προστατευόμενους η ανώνυμους μάρτυρες η πληροφοριοδότες.

4. Η αιτιολογημένη απόφαση του υπευθύνου επεξεργασίας με την οποία απορρίπτεται εν όλω η εν μέρει το αίτημα πρόσβασης στα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα ανακοινώνεται στο υποκείμενο των δεδομένων εγγράφως και αμελλητί, εκτός εάν συντρέχουν οι ίδιοι λόγοι που οδηγησαν στον περιορισμό η την καθυστέρηση ικανοποίησης του δικαιώματος ενημέρωσης. Στην τελευταία περίπτωση, το υποκείμενο των δεδομένων λαμβάνει εγγράφως απλη ενημέρωση για το γεγονός της εν όλω η εν μέρει απόρριψης του αιτηματος πρόσβασης, καθώς και για το δικαίωμα του να προβεί σε καταγγελία προς την κατά περίπτωση αρμόδια εποπτικη αρχη προκειμένου να ασκηθεί το δικαίωμα πρόσβασης μέσω της τελευταίας η να ασκησει δικαστικη προσφυγη κατά της απορριπτικης απόφασης.

5. Η αιτιολογημένη απόφαση με την οποία απορρίπτεται εν όλω η εν μέρει το αίτημα πρόσβασης περιλαμβάνει κατ' ελάχιστον τους πραγματικούς η νομικούς λόγους επί των οποίων βασίζεται η απόφαση. Η απόφαση τίθεται στη διάθεση της αρμόδιας εποπτικής αρχής όποτε ζητηθεί.

6. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί σε περίπτωση που απορρίπτεται το αίτημά του να απευθυνθεί στην αρμόδια εποπτική αρχή. Η αρμόδια εποπτική αρχή μπορεί να ερευνήσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων του περιορισμού του δικαιώματος και να ενημερώσει σχετικά το υποκείμενο, τουλάχιστον ότι έλαβαν χώρα όλες οι αναγκαίες επαληθεύσεις ή η επανεξέταση από αυτή. Η αρμόδια εποπτική αρχή ενημερώνει επίσης το υποκείμενο των δεδομένων για το δικαίωμά του να ασκήσει δικαστική προσφυγή.

Άρθρο 33
[Άρθρο 16 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ]
Δικαίωμα διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιορισμού ως προς την επεξεργασία


1. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να απαιτήσει με έγγραφη αίτηση του από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και να εξασφαλίσει, χωρίς άσκοπη καθυστέρηση, τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.

2. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να απαιτήσει τη συμπλήρωση ελλιπών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων και μέσω της παροχής συμπληρωματικής δήλωσης.

3. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να απαιτήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και να εξασφαλίσει, χωρίς άσκοπη καθυστέρηση, τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν,
α)εάν η επεξεργασία παραβιάζει τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει των άρθρων 20 , 24 ή 26 του παρόντος νόμου ή
β) εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να διαγραφούν προκειμένου να τηρηθεί εκ του νόμου υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας ή
γ) εάν η επεξεργασία τους δεν είναι πλέον αναγκαία για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου.

3. Αντί της διαγραφής, ο υπεύθυνος επεξεργασίας περιορίζει την επεξεργασία, εάν:
α) η ακρίβεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αμφισβητηθεί από το υποκείμενο των δεδομένων και δεν μπορεί να διαπιστωθεί το κατά πόσον αυτά είναι ακριβή ή ανακριβή. Στην περίπτωση αυτή, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων πριν από την άρση του περιορισμού της επεξεργασίας.
β) επιβάλλεται να διατηρηθούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εφόσον χρησιμεύουν ως αποδεικτικά μέσα προς επίτευξη των σκοπών του άρθρου 2 παρ. 3 παρόντος νόμου.

4. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του στην οποία έχει λάβει δεόντως υπόψη του τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα του ενδιαφερόμενου φυσικού προσώπου καθώς και τον χρόνο ολοκλήρωσης της διαδικασίας που διεξάγεται για τους σκοπούς του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου, δύναται να απορρίψει το αίτημα διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή του περιορισμού της επεξεργασίας τους, εφόσον η απόρριψη του αιτήματος είναι αναγκαία για
α) την αποφυγή της παρακώλυσης ή της συσκότισης των διεξαγόμενων ερευνών, αναγκαίων πράξεων και διαδικασιών για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου
β) την αποφυγή της αποτροπής ή παρεμπόδισης της πρόληψης, της διαπίστωσης, της διερεύνησης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων
γ) την προστασία της δημόσιας ασφάλειας·
δ) την προστασία της εθνικής ασφάλειας
ε) την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.

5. Η αιτιολογημένη απόφαση του υπευθύνου επεξεργασίας με την οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας απορρίπτει το αίτημα διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή του περιορισμού της επεξεργασίας τους ανακοινώνεται αμελλητί και εγγράφως στο υποκείμενο των δεδομένων, εκτός εάν συντρέχουν οι λόγοι που οδήγησαν στην απόρριψη, τον περιορισμό ή την καθυστέρηση ικανοποίησης του δικαιώματος ενημέρωσης. Στην τελευταία περίπτωση, το υποκείμενο των δεδομένων λαμβάνει εγγράφως απλή ενημέρωση για το γεγονός της απόρριψης του αιτήματος διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή του περιορισμού της επεξεργασίας τους, καθώς και για το δικαίωμα του να προβεί σε καταγγελία προς την αρμόδια εποπτική αρχή προκειμένου να ασκηθεί να επιληφθεί της υπόθεσης η να ασκησει δικαστικη προσφυγη κατά της απορριπτικης απόφασης.

6. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί σε περίπτωση που απορρίπτεται το αίτημά του να απευθυνθεί στην αρμόδια εποπτικη αρχη. Η αρμόδια εποπτικη αρχη μπορεί να ερευνησει τη συνδρομη των προϋποθέσεων του περιορισμού του δικαιώματος και να ενημερώσει σχετικά το υποκείμενο, τουλάχιστον ότι έλαβαν χώρα όλες οι αναγκαίες επαληθεύσεις η η επανεξέταση από αυτη. Η αρμόδια εποπτικη αρχη ενημερώνει επίσης το υποκείμενο των δεδομένων για το δικαίωμά του να ασκησει δικαστικη προσφυγη.

7. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας γνωστοποιεί τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα στην αρμόδια αρχη από την οποία προέρχονται τα ανακριβη δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα.

8. Στις περιπτώσεις που τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα διορθώθηκαν η διαγράφηκαν η περιορίστηκε η επεξεργασία τους σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τους αποδέκτες, οι οποίοι υποχρεούνται να διορθώσουν η διαγράψουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα η να περιορίσουν την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων.

Άρθρο 34 [Άρθρο 12 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ]
Ενημέρωση και τρόπος άσκησης των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων


1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να παρέχει στο υποκείμενο των δεδομένων κάθε πληροφορία και γνωστοποίηση σύμφωνα με τα άρθρα 27, 31 έως 34 και 47 του παρόντος νόμου σχετικά με την επεξεργασία σε συνοπτικη, κατανοητη και ευκόλως προσβάσιμη μορφη, χρησιμοποιώντας σαφη και απλη διατύπωση, ιδίως όταν αφορά ανηλίκους. Οι πληροφορίες παρέχονται με κάθε κατάλληλο μέσο, μεταξύ άλλων και με ηλεκτρονικά μέσα. Κατά γενικό κανόνα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να παρέχει τις πληροφορίες με την ίδια μορφη που υποβληθηκε η αίτηση.

2. Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 31και κάθε ενημέρωση και ενέργεια βάσει των άρθρων 27, 31 έως 34 και 47 του παρόντος νόμου παρέχονται χωρίς οικονομικη επιβάρυνση. Εάν τα αιτήματα του υποκειμένου των δεδομένων ασκούνται καταχρηστικά ή είναι προδήλως αβάσιμα ή υπερβολικά, ιδίως λόγω του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί:
α) να επιβάλει την καταβολή εύλογου και ανάλογου προς τις απαιτούμενες ενέργειες τέλους/ χρηματικού ποσού, το ύψος του οποίου, ο τρόπος καταβολής του και κάθε άλλο συναφές ζήτημα ρυθμίζονται με απόφαση της αρμόδιας εποπτικής αρχής
β) να αρνηθεί να απαντήσει στο αίτημα

3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει το βάρος της απόδειξης του προδήλως αβάσιμου ή υπερβολικού χαρακτήρα του αιτήματος.

4. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει εύλογες αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του φυσικού προσώπου που υποβάλλει το αίτημα σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33 του παρόντος νόμου δύναται να ζητήσει την παροχή πρόσθετων πληροφοριών αναγκαίων για την επιβεβαίωση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων. Οι πρόσθετες πληροφορίες υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό και δεν αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το απαιτούμενο για την επίτευξη του σκοπού αυτού.

Άρθρο 35
[Άρθρο 17 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ]
Άσκηση δικαιωμάτων από το υποκείμενο των δεδομένων και επαλήθευση από την εποπτική αρχή


1. Τα δικαιώματα ενημέρωσης, πρόσβασης, διαγραφής, διόρθωσης ή περιορισμού της επεξεργασίας των δεδομένων του υποκειμένου δύναται να ασκούνται και μέσω της αρμόδιας εποπτικής αρχής σε περίπτωση άρνησης του υπευθύνου επεξεργασίας να τα ικανοποιήσει εν όλω ή εν μέρει σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 31 έως 34 του παρόντος .

2. Όταν ασκείται το δικαίωμα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η εποπτική αρχή ελέγχει τη νομιμότητα της επεξεργασίας για λογαριασμό του υποκειμένου των δεδομένων και το ενημερώνει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος για την έκβαση του ελέγχου γνωστοποιώντας τουλάχιστον ότι έλαβαν χώρα όλες οι αναγκαίες επαληθεύσεις ή η επανεξέταση του αιτήματος από την εποπτική αρχή.

3. Η εποπτικη αρχη λαμβάνει γνώση της αιτιολογημένης απόφασης με την οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας αρνείται να ικανοποιησει εν όλω η εν μέρει την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 31 έως 34 του παρόντος καθώς και κάθε άλλης αναγκαίας πληροφορίας για την άσκηση των αρμοδιοτητων και καθηκόντων της. Σε περίπτωση άρνησης η περιορισμού των δικαιωμάτων της παραγράφου 1 για λόγους εθνικης ασφάλειας, η εποπτικη αρχη ασκεί τις εκ του παρόντος άρθρου αρμοδιότητες της αποκλειστικά μέσω του Προέδρου της εποπτικης αρχης η του αναπληρωτη του. Η εποπτικη αρχη ενημερώνει επίσης το υποκείμενο των δεδομένων για το δικαίωμά του να προσφύγει ενώπιον των αρμόδιων δικαστικών αρχών.

Άρθρο 36 (άρθρο 19 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Υποχρεώσεις του υπευθύνου επεξεργασίας

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, λαμβανομένων υπόψη της φύσης, του πεδίου, του πλαισίου και των σκοπών της επεξεργασίας καθώς και της πιθανότητας και της σοβαρότητας του κινδύνου για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, εφαρμόζει τα κατάλληλα μέτρα, ιδίως μέσω της εκπόνησης και εφαρμογης κατάλληλων πολιτικών, για την προστασία δεδομένων. Τα μέτρα αυτά επανεξετάζονται σε τακτά χρονικά διαστηματα που ορίζει ο υπεύθυνος επεξεργασίας και, εφόσον είναι αναγκαίο, επικαιροποιούνται.

2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι σε θέση να αποδείξει ότι η επεξεργασία διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο κεφάλαιο Γ' του παρόντος νόμου.

Άρθρο 37 (άρθρο 21 Οδηγίας)
Από κοινού υπεύθυνοι επεξεργασίας


1. Σε περίπτωση που δύο η περισσότεροι υπεύθυνοι επεξεργασίας καθορίζουν από κοινού τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας, αποτελούν από κοινού υπευθύνους επεξεργασίας. Οι από κοινού υπεύθυνοι επεξεργασίας καθορίζουν τις αρμοδιότητες, τα καθηκοντά τους ως προς την επεξεργασία δεδομένων και τις ευθύνες τους για την τήρηση των ρυθμίσεων του κεφαλαίου Γ' με διαφανή τρόπο και σε συμφωνία που συνάπτουν μεταξύ τους, εκτός εάν αυτά ορίζονται ήδη στον νόμο. Η συμφωνία περιλαμβάνει ιδίως ρυθμίσεις ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων, την παροχή πληροφοριών σε αυτά κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 31 έως 35 του παρόντος νόμου και το σημείο επικοινωνίας των από κοινού υπευθύνων με τα υποκείμενα των δεδομένων.

2. Ανεξάρτητα από τους όρους της συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματά του βάσει των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου έναντι του καθενός από τους υπευθύνους επεξεργασίας.

Άρθρο 38 (άρθρο 22 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Εκτελών την επεξεργασία

1. Όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας αναθέτει την επεξεργασία σε εκτελούντες μεριμνά για την εκ μέρους τους τήρηση των ρυθμίσεων και υποχρεώσεων που απορρέουν από το κεφάλαιο Γ' του παρόντος νόμου . Τα υποκείμενα των δεδομένων ασκούν τα εκ των άρθρων 31 έως 35 του παρόντος δικαιώματά τους έναντι του υπευθύνου επεξεργασίας.

2. Όταν η επεξεργασία διενεργείται για λογαριασμό υπευθύνου επεξεργασίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας χρησιμοποιεί μόνον εκτελούντες την επεξεργασία που παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις για την εφαρμογή κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, κατά τρόπο ώστε η επεξεργασία να πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου και να διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων.

2. Ο εκτελών την επεξεργασία επιτρέπεται να αναθέσει την επεξεργασία σε άλλον μόνο εφόσον έχει λάβει προηγούμενη ειδική ή γενική έγγραφη άδεια του υπεύθυνου επεξεργασίας. Στην περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει επιτρέψει την περαιτέρω ανάθεση με γενική έγγραφη άδεια, ο εκτελών την επεξεργασία ενημερώνει εγκαίρως τον υπεύθυνο επεξεργασίας για τυχόν αλλαγές στις οποίες σκοπεύει να προβεί και αφορούν στην προσθήκη ή την αντικατάσταση άλλων εκτελούντων την επεξεργασία. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει το δικαίωμα να αντιταχθεί σε τέτοιες αλλαγές.

3. Η ανάθεση της επεξεργασίας από τον υπεύθυνο επεξεργασίας στον εκτελούντα την επεξεργασία διέπεται από σύμβαση η νομικη πράξη που συνδέει τον εκτελούντα την επεξεργασία με τον υπεύθυνο επεξεργασίας και στην οποία καθορίζονται το αντικείμενο, η διάρκεια, η φύση και ο σκοπός της επεξεργασίας, ο τύπος των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, οι κατηγορίες των υποκειμένων των δεδομένων και οι υποχρεώσεις, καθηκοντα και δικαιώματα του υπεύθυνου επεξεργασίας.
Η εν λόγω σύμβαση η νομικη πράξη προβλέπει ειδικότερα ότι ο εκτελών την επεξεργασία:
α) ενεργεί μόνον κατ' εντολη και επί τη βάσει των οδηγιών του υπεύθυνου επεξεργασίας·
β) εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα έχουν αναλάβει δέσμευση τηρησης εμπιστευτικότητας η έχουν εκ του νόμου υποχρέωση τηρησης εμπιστευτικότητας·
γ) επικουρεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας με οποιοδηποτε κατάλληλο μέσο για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις σχετικά με τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων·
δ) ύστερα από το πέρας της παροχης υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων διαγράφει η επιστρέφει όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα στον υπεύθυνο επεξεργασίας η/και διαγράφει τα υφιστάμενα αντίγραφα συμμορφούμενος προς την εκάστοτε επιλογη του υπευθύνου επεξεργασίας, εκτός εάν με διάταξη νόμου απαιτείται η περαιτέρω τηρηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα
ε) θέτει στη διάθεση του υπευθύνου επεξεργασίας κάθε απαραίτητη πληροφορία προς απόδειξη της συμμόρφωσης προς το παρόν άρθρο·

4. Η σύμβαση η η άλλη νομικη πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 3 έχει διατυπώνεται ρητώς και εγγράφως, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρονικης μορφης.

5. Εφόσον ο εκτελών επεξεργασία αναθέτει περαιτέρω την επεξεργασία σε άλλον εκτελούντα, αυτός ενεργεί την επεξεργασία σύμφωνα με τους όρους και τις οδηγίες που περιλαμβάνονται στη νομικη πράξη η σύμβαση που διέπει τις σχέσεις μεταξύ του υπεύθυνου επεξεργασίας και του αρχικού εκτελούντα την επεξεργασία και περιλαμβάνονται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου, εφόσον αυτη δεν ρυθμίζεται ειδικότερα από άλλες διατάξεις νόμου. Ο εκτελών επεξεργασία ευθύνεται έναντι του υπευθύνου επεξεργασίας για τη μη τηρηση των όρων και οδηγιών από τον εκτελούντα επεξεργασία στον οποίο είχε αυτη περαιτέρω ανατεθεί.

6. Εάν ο εκτελών την επεξεργασία καθορίζει, κατά παράβαση του παρόντος κεφαλαίου , τους στόχους και τα μέσα επεξεργασίας, ο εν λόγω εκτελών την επεξεργασία θεωρείται υπεύθυνος επεξεργασίας σε σχέση με τη συγκεκριμένη επεξεργασία.

7. O εκτελών την επεξεργασία και κάθε πρόσωπο που ενεργεί υπό την εποπτεία του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία και το οποίο έχει πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν τα επεξεργάζεται παρά μόνον κατ' εντολή του υπεύθυνου επεξεργασίας, εκτός εάν υποχρεούται προς τούτο από τον νόμο ή το δίκαιο της Ένωσης.

Άρθρο 39 (άρθρο 24 Οδηγίας 2016/680/EE)
Αρχεία των δραστηριοτήτων επεξεργασίας και καταχωρήσεις


1. Κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας διατηρεί αρχείο όλων των κατηγοριών δραστηριοτήτων επεξεργασίας για τις οποίες είναι υπεύθυνος. Το αρχείο αυτό περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) το όνομα ή τον τίτλο και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, οποιουδήποτε από κοινού υπευθύνου επεξεργασίας και υπευθύνου προστασίας δεδομένων·
β) τους σκοπούς της επεξεργασίας·
γ) τις κατηγορίες αποδεκτών στους οποίους γνωστοποιήθηκαν ή πρόκειται να γνωστοποιηθούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, περιλαμβανομένων των αποδεκτών σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς·
δ) περιγραφή των κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων και των κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·
ε) όπου συντρέχει περίπτωση, τη χρήση κατάρτισης προφίλ·
στ) όπου συντρέχει περίπτωση, τις κατηγορίες διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό·
ζ) αναφορά της νομικής βάσης της επεξεργασίας, περιλαμβανομένων των διαβιβάσεων, για την οποία προορίζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·
η) εφόσον είναι δυνατόν, τις προβλεπόμενες προθεσμίες για τη διαγραφή των διαφόρων κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· θ) εφόσον είναι δυνατόν, γενικη περιγραφη των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφαλείας που μνημονεύονται στο άρθρο 45 του παρόντος νόμου

2. Κάθε εκτελών την επεξεργασία διατηρεί αρχείο όλων των κατηγοριών δραστηριοτητων επεξεργασίας που διενεργούνται εκ μέρους του υπεύθυνου επεξεργασίας, το οποίο και περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
α) το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας τού η των εκτελούντων την επεξεργασία, κάθε υπευθύνου επεξεργασίας εκ μέρους του οποίου ενεργεί ο εκτελών και, κατά περίπτωση, του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων·
β) τις κατηγορίες επεξεργασίας που διεξάγεται για λογαριασμό κάθε υπεύθυνου επεξεργασίας·
γ) κατά περίπτωση, τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα προς τρίτη χώρα η διεθνη οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων του προσδιορισμού της εν λόγω τρίτης χώρας η του διεθνούς οργανισμού, εφόσον έχει λάβει ρητη σχετικη εντολη από τον υπεύθυνο επεξεργασίας·
δ) εφόσον είναι δυνατόν, γενικη περιγραφη των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφαλείας που μνημονεύονται στο άρθρο 45 του παρόντος νόμου.

3. Τα αρχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 υφίστανται γραπτώς μεταξύ άλλων σε ηλεκτρονικη μορφη.

Άρθρο 40 (άρθρο 25 Οδηγίας) Καταχωρήσεις

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία τηρούν καταχωρη(ί)σεις τουλάχιστον για τις ακόλουθες πράξεις επεξεργασίας στα συστηματα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας: συλλογη, μεταβολη, αναζητηση πληροφοριών, κοινολόγηση, περιλαμβανομένων των διαβιβάσεων, συνδυασμό και διαγραφη.

2. Οι καταχωρη(ι)σεις της αναζητησης πληροφοριών και της αποκάλυψης αυτών πρέπει να γίνονται κατά τρόπο, ώστε να είναι δυνατός ο προσδιορισμός της αιτιολόγησης, της ημερομηνίας και της ώρας που έλαβαν χώρα οι πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και, στο βαθμό του εφικτού, η ταυτοποίηση των προσώπων που συμμετέχουν σε αυτές και ιδίως του προσώπου που αναζητησε πληροφορίες η
αποκάλυψε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και η ταυτότητα των αποδεκτών των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις των παραγράφων1 και 2 ήδη κατά τον σχεδιασμό των επεξεργασιών και των αντίστοιχων συστημάτων και διαδικασιών.

4. Με την επιφύλαξη δικονομικών κανόνων, οι καταχωρή(ι)σεις αυτές επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για την επαλήθευση της νομιμότητας της επεξεργασίας, την άσκηση εσωτερικού ελέγχου από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα επεξεργασία, τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της ασφάλειας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών.

5. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία θέτουν τις καταχωρήσεις στη διάθεση της αρμόδιας εποπτικής αρχής κατόπιν αιτήματος αυτής

Άρθρο 41 (άρθρο 20 Οδηγίας) Προστασία των δεδομένων από το σχεδιασμό και εξ ορισμού

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθέσιμη τεχνολογία και το κόστος εφαρμογής, τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τούς σκοπούς της επεξεργασίας καθώς και την σοβαρότητα και πιθανότητα επέλευσης των κινδύνων που θέτει η εν λόγω επεξεργασία για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, εφαρμόζει με αποτελεσματικό τρόπο, τόσο κατά τον καθορισμό των μέσων επεξεργασίας όσο και κατά την ίδια την επεξεργασία, κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, όπως η ψευδωνυμοποίηση, ώστε να ενσωματώσει κατά την επεξεργασία τις αρχές προστασίας, ιδίως την ελαχιστοποίηση των δεδομένων, και τις αναγκαίες διασφαλίσεις, προκειμένου να πληρούνται οι απαιτήσεις του Κεφαλαίου Γ' του παρόντος νόμου και να προστατεύονται τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων.

2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίζει ότι, εξ ορισμού, υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι απαραίτητα για τον εκάστοτε σκοπό της επεξεργασίας. Η υποχρέωση αυτή ισχύει για το εύρος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται, τον βαθμό της επεξεργασίας τους, το χρονικό διάστημα αποθήκευσης και την προσβασιμότητά τους. Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά διασφαλίζουν ότι, εξ ορισμού, δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα δεν καθίστανται προσπελάσιμα χωρίς την παρέμβαση του φυσικού προσώπου σε αόριστο αριθμό φυσικών προσώπων.

Άρθρο 42
(άρθρο 27 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ)

Εκτίμηση των επιπτώσεων της επεξεργασίας στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1. Όταν ένας τύπος επεξεργασίας, ιδίως με τη χρηση νέων τεχνολογιών, λαμβανομένων υπόψη της φύσης, του πλαισίου, του πεδίου εφαρμογης και των σκοπών της επεξεργασίας, είναι πιθανόν να προκαλέσει μεγάλο κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας, πριν από την επεξεργασία, προβαίνει σε εκτίμηση επιπτώσεων των προβλεπόμενων πράξεων επεξεργασίας στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα. Η διενέργεια εκτίμησης επιπτώσεων της επεξεργασία στο δικαίωμα προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα είναι αναγκαία στην περίπτωση που πρόκειται να πραγματοποιηθεί επεξεργασία ειδικών κατηγοριών προσωπικών δεδομένων η αυτοματοποιημένη ατομικη ληψη αποφάσεων.

2. Η εκτίμηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιέχει τουλάχιστον
α) γενικη περιγραφη των προβλεπόμενων πράξεων και των σκοπών της επεξεργασίας,
β) εκτίμηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας των πράξεων επεξεργασίας σε συνάρτηση με τους σκοπούς που επιδιώκονται
γ) εκτίμηση των κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων,
δ) τα μέτρα που προβλέπονται για την αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών, περιλαμβανομένων των εγγυησεων, μέτρων και μηχανισμών ασφαλείας
ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα και να αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τις ρυθμίσεις του κεφαλαίου Γ' του παρόντος νόμου, λαμβανομένων υπόψη των δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων των υποκειμένων των δεδομένων και άλλων ενδιαφερόμενων προσώπων.

Άρθρο 43 (Άρθρο 28 Οδηγίας) Προηγούμενη διαβούλευση με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

1. Mε την επιφύλαξη των περιπτώσεων κατά τις οποίες η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα πραγματοποιείται από δικαστηρια και εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της δικαιοδοτικης δραστηριότητάς τους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας η ο εκτελών την επεξεργασία διαβουλεύεται με την Αρχη Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα πριν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα τα οποία θα περιληφθούν σε νέο σύστημα αρχειοθέτησης που πρόκειται να δημιουργηθεί, εφόσον:
α) από εκτίμηση των επιπτώσεων στην προστασία των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 42 του παρόντος νόμου προκύπτει ότι η επεξεργασία θα προκαλέσει μεγάλο κίνδυνο, εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν λάβει μέτρα για τον μετριασμό του κινδύνου· η
β) ο τύπος επεξεργασίας, ιδίως λόγω της χρησης νέων τεχνολογιών, μηχανισμών η διαδικασιών, ενέχει μεγάλο κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων.

2. O υπεύθυνος επεξεργασίας διαβιβάζει στην Αρχη την εκτίμηση των επιπτώσεων στην προστασία των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 42 του παρόντος νόμου και, κατόπιν αιτηματος της Αρχης, οποιαδηποτε άλλη πληροφορία η οποία επιτρέπει σε αυτη να αξιολογησει τη συμμόρφωση του υπευθύνου επεξεργασίας με τις ρυθμίσεις και απαιτησεις του παρόντος και ιδίως τους κινδύνους για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα του υποκειμένου των δεδομένων καθώς και τις σχετικές εγγυησεις.

3. Εάν η Αρχη θεωρεί ότι η σχεδιαζόμενη επεξεργασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα παραβίαζε τις ρυθμίσεις του Κεφαλαίου Γ' του παρόντος νόμου, ιδίως εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν έχει προσδιορίσει η μετριάσει επαρκώς τον κίνδυνο, η Αρχη παρέχει, εντός έξι (6) εβδομάδων από την παραλαβη του αιτηματος διαβούλευσης, γραπτώς συμβουλές στον υπεύθυνο επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, στον εκτελούντα την επεξεργασία, ενώ δύναται να χρησιμοποιησει οποιαδηποτε από τις εξουσίες της που αναφέρονται στο άρθρο 62 του παρόντος νόμου. Η συγκεκριμένη προθεσμία μπορεί να παραταθεί κατά έναν (1) μήνα, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα που χαρακτηρίζει τη σχεδιαζόμενη επεξεργασία. Η Αρχή ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, τον εκτελούντα την επεξεργασία για την ενδεχόμενη παράταση εντός ενός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος διαβούλευσης, καθώς και για τους λόγους της καθυστέρηση

4. Η Αρχή μπορεί να καταρτίζει κατάλογο των πράξεων επεξεργασίας, οι οποίες υπόκεινται σε προηγούμενη διαβούλευση δυνάμει της παραγράφου 1. Τον κατάλογο αυτό κοινοποιεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας

5. Κατά την εκπόνηση σχεδίων νόμου ή κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση νόμου τα οποία αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου ή συνδέονται με αυτή ζητείται εγκαίρως η γνώμη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Η διαβούλευση πραγματοποιείται κατά το στάδιο εκπόνησης της ρύθμισης σε χρόνο και με τρόπο που καθιστά εφικτή την διατύπωση γνώμης από την Αρχή και τη σχετική διαβούλευση επί του περιεχομένου του σχεδίου ρύθμισης.

- Άρθρο 44
(Άρθρο 26 Οδηγίας)
Συνεργασία με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα


Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων κατά τις οποίες η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται από δικαστήρια και εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της δικαιοδοτικής δραστηριότητάς τους, o υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία συνεργάζονται, κατόπιν αιτήματος, με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα κατά την άσκηση των καθηκόντων της.

Άρθρο 45
(άρθρο 29 Οδηγίας)
Ασφάλεια επεξεργασίας


1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθέσιμη τεχνολογία και το κόστος εφαρμογής. τη φύση, το πεδίο εφαρμογης, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας, καθώς και την σοβαρότητα και την πιθανότητα επέλευσης των κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να διασφαλίζεται επίπεδο ασφαλείας κατάλληλο για τον κίνδυνο, ιδίως όσον αφορά στην επεξεργασία των ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 1 ια) του παρόντος νόμου και των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που αφορούν ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας και ποινικές καταδίκες.

2. Σε σχέση με την αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία εφαρμόζει, κατόπιν εκτίμησης των κινδύνων, μέτρα με σκοπό:
α) την απαγόρευση της πρόσβασης μη εξουσιοδοτημένων προσώπων σε εξοπλισμό επεξεργασίας που χρησιμοποιείται για την επεξεργασία (έλεγχος πρόσβασης σε εξοπλισμό)·
β) την αποτροπη της μη εξουσιοδοτημένης ανάγνωσης, αντιγραφης, τροποποίησης η αφαίρεσης υποθεμάτων δεδομένων (έλεγχος υποθεμάτων δεδομένων)·
γ) την αποτροπη της μη επιτρεπόμενης εισαγωγης δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα και του μη επιτρεπόμενου ελέγχου, τροποποίησης η διαγραφης αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα (έλεγχος αποθηκευσης)·
δ) την αποτροπη της χρησης συστημάτων αυτοματοποιημένης επεξεργασίας από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα που χρησιμοποιούν εξοπλισμό επικοινωνίας δεδομένων (έλεγχος χρηστών)·
ε) την εξασφάλιση ότι πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να χρησιμοποιούν ένα σύστημα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας έχουν πρόσβαση μόνον σε δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που καλύπτει η εξουσιοδότηση πρόσβασης τους (έλεγχος πρόσβασης στα δεδομένα)·
στ) την εξασφάλιση ότι είναι δυνατόν να επαληθευτεί και να εξακριβωθεί σε ποιους φορείς διαβιβάστηκαν η διατέθηκαν η ενδέχεται να διαβιβαστούν η να διατεθούν δεδομένα με τη χρηση εξοπλισμού επικοινωνίας δεδομένων (έλεγχος επικοινωνίας)·
ζ) την εξασφάλιση ότι μπορεί να επαληθευτεί και να εξακριβωθεί εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα εισηχθησαν σε συστηματα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας, καθώς και πότε και από ποιον εισηχθησαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα (έλεγχος εισαγωγης)· η) την αποτροπή μη επιτρεπόμενης ανάγνωσης, αντιγραφής, τροποποίησης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων (έλεγχος μεταφοράς)·
θ) την εξασφάλιση ότι τα εγκαταστημένα συστήματα μπορούν να αποκατασταθούν σε περίπτωση διακοπής της λειτουργίας τους (αποκατάσταση)·
ι) την εξασφάλιση ότι οι λειτουργίες του συστήματος εκτελούνται, ότι η εμφάνιση σφαλμάτων στις λειτουργίες αναφέρεται (αξιοπιστία) και ότι τα αποθηκευμένα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν μπορούν να αλλοιωθούν λόγω δυσλειτουργίας του συστήματος (ακεραιότητα).

Άρθρο 46 (Άρθρο 30 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα/ αρμόδια εποπτική αρχή


1. Σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας γνωστοποιεί στην Αρχή ή στην αρμόδια εποπτική αρχή την παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αμελλητί και, εφόσον είναι δυνατόν, το αργότερο εντός 72 ωρών από τη στιγμή που αποκτά γνώση αυτής, εκτός εάν η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι πιθανόν να επιφέρει κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων. Όταν η γνωστοποίηση στην Αρχή δεν πραγματοποιείται εντός 72 ωρών συνοδεύεται από τους λόγους της καθυστέρησης.

2. Ο εκτελών την επεξεργασία ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μόλις αντιληφθεί παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3. Η γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, κατ' ελάχιστον:
α) περιγράφει τη φύση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον είναι δυνατόν, των κατηγοριών και του κατά προσέγγιση αριθμού των ενδιαφερόμενων υποκειμένων των δεδομένων, καθώς και των κατηγοριών και του κατά προσέγγιση πλήθους των σχετικών αρχείων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· β) γνωστοποιεί το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων η άλλου σημείου επικοινωνίας από το οποίο μπορούν να εξασφαλιστούν περισσότερες πληροφορίες·
γ) περιγράφει τις ενδεχόμενες συνέπειες της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα·
δ) περιγράφει τα μέτρα που λαμβάνονται η προτείνεται να ληφθούν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας για την αντιμετώπιση της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα, καθώς και, όπου ενδείκνυται, για την άμβλυνση ενδεχόμενων δυσμενών συνεπειών της.

4. Σε περίπτωση και στον βαθμό που δεν είναι δυνατόν να παρασχεθούν οι πληροφορίες ταυτόχρονα, μπορούν να παρέχονται σταδιακά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

5. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας τεκμηριώνει κάθε παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα που μνημονεύεται στην παράγραφο 1, αναφέροντας τα πραγματικά περιστατικά που αφορούν την παραβίαση, τις συνέπειές της και τα ληφθέντα μέτρα επανόρθωσης. Η εν λόγω τεκμηρίωση πρέπει να επιτρέπει στην Αρχη η στην αρμόδια εποπτικη αρχη να επαληθεύει τη συμμόρφωση προς το παρόν άρθρο.

6. Σε περίπτωση που η παραβίαση δεδομένων αφορά σε δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που διαβιβάστηκαν από η προς τον υπεύθυνο επεξεργασίας άλλου κράτους μέλους, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 γνωστοποιούνται στον υπεύθυνο επεξεργασίας του εν λόγω κράτους μέλους χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Άρθρο 47 (Άρθρο 31 Οδηγίας)
Γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων


1. Όταν η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα είναι πιθανόν να προκαλέσει μεγάλο κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας γνωστοποιεί αμελλητί την παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα στο υποκείμενο των δεδομένων.

2. Η γνωστοποίηση στο υποκείμενο των δεδομένων, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, περιγράφει με σαφη και απλη διατύπωση τη φύση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα και περιέχει τουλάχιστον τις πληροφορίες και τα μέτρα του άρθρου 46 παράγραφος 3 στοιχεία β), γ) και δ) του παρόντος νόμου.

3. Η γνωστοποίηση στο υποκείμενο των δεδομένων, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν απαιτείται, εφόσον πληρούται οποιοσδήποτε από τους παρακάτω όρους:
α) ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει εφαρμόσει κατάλληλα τεχνολογικά και οργανωτικά μέτρα προστασίας και τα μέτρα αυτά εφαρμόστηκαν στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επηρεάζονται από την παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κυρίως μέτρα που καθιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μη κατανοητά σε όσους δεν έχουν εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε αυτά, όπως η κρυπτογράφηση
β) ο υπεύθυνος επεξεργασίας έλαβε στη συνέχεια μέτρα που διασφαλίζουν ότι δεν είναι πλέον πιθανόν να προκύψει ο αναφερόμενος στην παράγραφο 1 μεγάλος κίνδυνος για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων·
γ) προϋποτίθενται δυσανάλογες προσπάθειες. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να γίνεται δημόσια γνωστοποίηση ή να λαμβάνονται παρόμοια μέτρα ώστε τα υποκείμενα των δεδομένων να ενημερώνονται με εξίσου αποτελεσματικό τρόπο.

4. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν έχει γνωστοποιήσει ήδη την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο υποκείμενο των δεδομένων, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ή η αρμόδια εποπτική αρχή έχοντας εξετάσει την πιθανότητα να συνεπάγεται η παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεγάλο κίνδυνο, μπορεί να του ζητήσει να το πράξει ή μπορεί να αποφασίσει ότι πληρούται οποιοσδήποτε από τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να καθυστερήσει, να περιορίσει ή να παραλείψει τη γνωστοποίηση στο υποκείμενο των δεδομένων που αναφέρεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για
α) την αποφυγή της παρακώλυσης ή της συσκότισης των διεξαγόμενων ερευνών, αναγκαίων πράξεων και διαδικασιών για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου
β) την αποφυγή της αποτροπής ή παρεμπόδισης της πρόληψης, της διαπίστωσης, της διερεύνησης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων
γ) την προστασία της δημόσιας ασφάλειας·
δ) την προστασία της εθνικης ασφάλειας·
ε) την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων

Άρθρο 48 (Άρθρο 32 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Ορισμός του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διορίζει υπεύθυνο προστασίας δεδομένων. Η υποχρέωση αυτη δεν ισχύει για τις τα δικαστηρια και τις εισαγγελικές αρχές, όταν ενεργούν υπό τη δικαιοδοτική τους αρμοδιότητα.

2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας επιλέγει και διορίζει τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων διορίζεται βάσει επαγγελματικών προσόντων και, ιδίως με βάση την εμπειρογνωσία που διαθέτει στον τομέα του δικαίου προστασίας προσωπικών δεδομένων και των αντίστοιχων πρακτικών και την ικανότητα εκπληρωσης των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 50 του παρόντος νόμου

3. Ένας μοναδικός υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να διοριστεί για περισσότερες της μιας αρμόδιες αρχές, ανάλογα με την οργανωτικη δομη και το μέγεθός τους.

4. Ο ορισμός υπευθύνου προστασίας δεδομένων γίνεται εγγράφως. Κατά τον ορισμό υπευθύνου προστασίας προσδιορίζονται ειδικότερα ιδίως η θέση και τα καθηκοντα που έχει ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων σύμφωνα και ο τρόπος με τον οποίο θα τα ασκεί, λαμβανομένων υπόψη της φύσης και των λειτουργιών κάθε υπευθύνου επεξεργασίας η εκτελούντος επεξεργασία. Ο ορισμός γίνεται για ορισμένο χρονικό διάστημα, εκτός αν συντρέχει σοβαρός λόγος για την ανάκληση του ορισμού η για την παύση του υπευθύνου προστασίας προσωπικών δεδομένων. Ο ορισμός μπορεί να ανανεώνεται.

5. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών επεξεργασία κοινοποιούν στην Αρχη το όνομα και την ιδιότητα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

6. Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων δεσμεύεται από υποχρέωση εχεμύθειας και οφείλει να μην αποκαλύπτει σε οποιονδηποτε τρίτο γεγονότα η πληροφορίες που περιηλθαν σε γνώση του από τη θέση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του η επ' ευκαιρία αυτών.

Άρθρο 49 (Άρθρο 33 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Θέση του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων

1. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων συμμετέχει δεόντως και εγκαίρως σε όλα τα ζητήματα τα οποία σχετίζονται με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποστηρίζει τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων στην άσκηση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 50 του παρόντος νόμου, παρέχοντάς του τους αναγκαίους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών και την πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και σε πράξεις επεξεργασίας, καθώς και για τη διατήρηση της εμπειρογνωμοσύνης του.

Άρθρο 50
(Άρθρο 34 Οδηγίας2016/680/ΕΕ)
Καθήκοντα του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων


Ο υπεύθυνος επεξεργασίας αναθέτει στον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων τουλάχιστον τα ακόλουθα καθήκοντα:
α) να ενημερώνει και να συμβουλεύει τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τους υπαλλήλους που διενεργούν επεξεργασία για τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και άλλες διατάξεις του εθνικού δικαίου ή του δικαίου της Ένωσης σχετικά με την προστασία των δεδομένων·
β) να παρακολουθεί τη συμμόρφωση με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, άλλες διατάξεις του εθνικού δικαίου ή του δικαίου της Ένωσης σχετικά με την προστασία των δεδομένων και με τις πολιτικές του υπεύθυνου επεξεργασίας σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων της ανάθεσης αρμοδιοτήτων, της ευαισθητοποίησης και της κατάρτισης των υπαλλήλων που συμμετέχουν στις πράξεις επεξεργασίας και των σχετικών ελέγχων· γ) να παρέχει συμβουλές, έπειτα από σχετικό αίτημα, όσον αφορά στην εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων και να παρακολουθεί τη συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 42 του παρόντος νόμου.
δ) να συνεργάζεται με την Αρχη Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα·
ε) να ενεργεί ως σημείο επικοινωνίας για την Αρχη για ζητηματα που σχετίζονται με την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένης της προηγούμενης διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 43 του παρόντος νόμου, και να διαβουλεύεται ανάλογα με την περίπτωση, για οποιοδηποτε άλλο θέμα.

Άρθρο 51 ('Αρθρο 35 Οδηγίας)
Γενικές αρχές που διέπουν της διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς


1. Η διαβίβαση, από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία η προορίζονται να υποβληθούν σε επεξεργασία μετά τη διαβίβαση τους προς τρίτη χώρα η διεθνη οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων των περαιτέρω διαβιβάσεων προς άλλη τρίτη χώρα η διεθνη οργανισμό επιτρέπεται εφόσον α) η διαβίβαση είναι αναγκαία για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου
β) τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα διαβιβάζονται σε υπεύθυνο επεξεργασίας σε τρίτη χώρα η διεθνη οργανισμό που αποτελεί αρμόδια αρχη και για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου.
γ) σε περίπτωση που τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα διαβιβάζονται η καθίστανται διαθέσιμα από άλλο κράτος μέλος, το εν λόγω κράτος μέλος έχει δώσει προηγουμένως την έγκριση του για τη διαβίβαση σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο
δ) η Επιτροπη έχει προβεί σε απόφαση περί επάρκειας δυνάμει του άρθρου 36 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 η, ελλείψει τέτοιας απόφασης, όταν έχουν παρασχεθεί η υπάρχουν κατάλληλες εγγυησεις σύμφωνα με το άρθρο 52 του παρόντος νόμου η, ελλείψει τόσο απόφασης περί επάρκειας δυνάμει του άρθρου 36 όσο και κατάλληλων εγγυησεων σύμφωνα με το άρθρο 52 του παρόντος νόμου, ισχύουν παρεκκλίσεις για ειδικές καταστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 53 του παρόντος νόμου και ε) σε περίπτωση περαιτέρω διαβίβασης σε άλλη τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, η αρμόδια αρχή που διενήργησε την αρχική διαβίβαση ή άλλη αρμόδια αρχή στο ίδιο κράτος μέλος επιτρέπει την περαιτέρω διαβίβαση, αφού λάβει δεόντως υπόψη όλους της σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων της σοβαρότητας του ποινικού αδικήματος, των σκοπών για τους οποίους διαβιβάστηκαν αρχικά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και του επιπέδου προστασίας των δεδομένων στην τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό στα οποία διαβιβάζονται περαιτέρω τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

2. Οι διαβιβάσεις χωρίς την προηγούμενη έγκριση άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ) επιτρέπονται μόνον εφόσον η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητη για την αποτροπή άμεσης και σοβαρής απειλής για τη δημόσια ασφάλεια κράτους μέλους ή τρίτης χώρας ή για τα ουσιώδη συμφέροντα κράτους μέλους και η προηγούμενη έγκριση δεν μπορεί να ληφθεί εγκαίρως. Η αρχή του άλλου κράτους μέλους που είναι υπεύθυνη για την παροχή της προηγούμενης έγκρισης ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση.

3. Οι διατάξεις των άρθρων 51 έως 54 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν υπονομεύεται το επίπεδο προστασίας των φυσικών προσώπων που διασφαλίζει η Οδηγία (ΕΕ) 2016/680, όπως ενσωματώνεται στην ελληνική έννομη τάξη με τον παρόντα νόμο.

4. Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν επιτρέπεται, παρά την ύπαρξη απόφασης επάρκειας και αφού ληφθεί υπόψη το δημόσιο συμφέρον, εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να διασφαλισθεί ότι θα γίνει κατάλληλη ανάλογη μεταχείριση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων δεν είναι επαρκώς διασφαλισμένα στο πεδίο αρμοδιότητας του παραλήπτη των δεδομένων ή εάν μια διαβίβαση ενδέχεται να συγκρούεται με υπέρτερα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να βασίζει την εκτίμησή του σε σχέση με το εάν ο παραλήπτης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην τρίτη χώρα εγγυάται στη συγκεκριμένη περίπτωση την κατάλληλη προστασία των εν λόγω δεδομένων

Άρθρο 52
(37 Οδηγίας)
Διαβιβάσεις που υπόκεινται σε κατάλληλες εγγυήσεις


1. Ελλείψει απόφασης δυνάμει του άρθρου 36 παράγραφος 3 της Οδηγίας 680/2016, μια διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό μπορεί να πραγματοποιηθεί εφόσον:
α) παρασχέθηκαν κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε νομικά δεσμευτική πράξη· ή β) ο υπεύθυνος επεξεργασίας αξιολόγησε όλες τις περιστάσεις που περιβάλλουν τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα και οπωσδήποτε άπαξ κατ' έτος την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ή την αρμόδια εποπτική αρχή σχετικά με τις κατηγορίες διαβιβάσεων δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο β).

3. Μια διαβίβαση που βασίζεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση πρέπει να τίθεται στη διάθεση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ή στην αρμόδια εποπτική αρχή κατόπιν αιτήματος αυτής. Η τεκμηρίωση συμπεριλαμβάνει την ημερομηνία και τον χρόνο της διαβίβασης, πληροφορίες σχετικά με την αποδέκτρια αρμόδια αρχή, την αιτιολόγηση της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 53 (38 Οδηγίας) Παρεκκλίσεις για ειδικές καταστάσεις

1. Ελλείψει απόφασης περί επάρκειας δυνάμει του άρθρου 36 παρ. 3 της Οδηγίας 680/2016 ή κατάλληλων εγγυήσεων δυνάμει του άρθρου 52 του παρόντος νόμου, μια διαβίβαση ή κατηγορία διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον εφόσον η διαβίβαση είναι αναγκαία:
α) για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου
β) για την προστασία έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων
γ) για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής για τη δημόσια ασφάλεια μιας χώρας
δ) σε μεμονωμένες περιπτώσεις για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου.
ε) σε μεμονωμένη περίπτωση για τη θεμελίωση, την άσκηση η την υπεράσπιση νομικών αξιώσεων οι οποίες σχετίζονται με τους σκοπούς που ορίζονται στο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου.

2. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα δεν διαβιβάζονται, εάν η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχη κρίνει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες του σχετικού υποκειμένου των δεδομένων υπερισχύουν του δημοσίου συμφέροντος για τη διαβίβαση που ορίζεται στην παράγραφο 1 στοιχεία δ) και ε).

3. Μια διαβίβαση που βασίζεται στην παράγραφο 1 τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση πρέπει να τίθεται στη διάθεση της Aρχης Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα η της αρμόδιας εποπτικης αρχης κατόπιν αιτηματος αυτης. Η τεκμηρίωση συμπεριλαμβάνει την ημερομηνία και τον χρόνο της διαβίβασης, πληροφορίες σχετικά με την αποδέκτρια αρμόδια αρχη, την αιτιολόγηση της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα.

Άρθρο 54 (άρθρο 39 Οδηγίας) Διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς αποδέκτες εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 51 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη τυχόν διεθνούς συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, οι κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές μπορούν σε μεμονωμένες και ειδικές περιπτώσεις και εφόσον τηρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις για τη νόμιμη διαβίβαση, να διαβιβάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα απευθείας προς αποδέκτες εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες, εφόσον πληρούνται όλοι οι ακόλουθοι όροι
α)η διαβίβαση είναι απολύτως απαραίτητη για την εκτέλεση καθηκοντος της διαβιβάζουσας αρμόδιας αρχης και για τους σκοπούς του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου .
β) η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχη κρίνει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων δεν υπερισχύουν του δημοσίου συμφέροντος που απαιτεί τη διαβίβαση στη συγκεκριμένη περίπτωση
γ) η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχη θεωρεί ότι η διαβίβαση προς αρχη αρμόδια για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου στην τρίτη χώρα είναι αναποτελεσματικη η ακατάλληλη, ιδίως διότι δεν μπορεί να επιτευχθεί σε εύθετο χρόνο δ) η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχη ενημερώνει τον αποδέκτη για τον συγκεκριμένο σκοπό η σκοπούς για τους οποίους τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα επιτρέπεται να υποβάλλονται σε επεξεργασία από τον τελευταίο αυτό, εφόσον η εν λόγω επεξεργασία είναι απαραίτητη.

2. Η αρχη που είναι αρμόδια για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου στην τρίτη χώρα ενημερώνεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, εκτός εάν η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχη κρίνει ότι αυτό είναι αναποτελεσματικό η ακατάλληλο.

3. Η διεθνης συμφωνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να είναι οποιαδηποτε ισχύουσα διμερης η πολυμερης διεθνης συμφωνία ανάμεσα σε κράτη μέλη και τρίτες χώρες στον τομέα της δικαστικης συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικης συνεργασίας.

4. Η διαβιβάζουσα αρμόδια αρχη ενημερώνει την Αρχη Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα η την αρμόδια εποπτικη αρχη σχετικά με τις διαβιβάσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου.

5. Μια διαβίβαση που βασίζεται στην παράγραφο 1 τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση πρέπει να τίθεται στη διάθεση της Aρχης Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα η της αρμόδιας εποπτικης αρχης κατόπιν αιτηματος αυτης. Η τεκμηρίωση συμπεριλαμβάνει την ημερομηνία και τον χρόνο της διαβίβασης, πληροφορίες σχετικά με την αποδέκτρια αρμόδια αρχη, την αιτιολόγηση της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΕΠΟΠΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 55
[άρθρο 52 ΓΚΠΔ/ 42 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ]
Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα


1. Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα είναι ανεξάρτητη δημόσια αρχή. Η Αρχή υπάγεται στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και εδρεύει στην Αθήνα.

2. Η Αρχή δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε ιεραρχικό ή διοικητικό έλεγχο. Τα μέλη της απολαμβάνουν λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας και αποφασίζουν με βάση το νόμο και τη συνείδησή τους. Τα μέλη της Αρχής εκτελούν τα καθήκοντά τους και ασκούν τις εξουσίες τους χωρίς εξωτερικές επιρροές, είτε άμεσες είτε έμμεσες, και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν.

Άρθρο 56 Προϋπολογισμός

1. Η Αρχή καταρτίζει και υποβάλλει χωριστό ετήσιο προϋπολογισμό ο οποίος αποτελεί τμήμα του κρατικού προϋπολογισμού. Διατάκτης της δαπάνης είναι ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του.

2. Η Αρχή μπορεί να συμμετέχει σε εθνικά, ευρωπαϊκά ή συγχρηματοδοτούμενα ερευνητικά προγράμματα. Για τον σκοπό αυτό έχει το δικαίωμα με απόφαση του Προέδρου της να ανοίγει και να διατηρεί σε εμπορική τράπεζα της ημεδαπής ειδικό λογαριασμό στον οποίο θα μεταφέρονται όλες οι εγκεκριμένες πιστώσεις των σχετικών έργων. Η κίνηση του ανωτέρω λογαριασμού, ο έλεγχος και οι εντολές πληρωμής σε βάρος της Αρχής και υπέρ των δικαιούχων ενεργούνται χωρίς κανένα περιορισμό από τις διατάξεις που διέπουν τη διάθεση, κατανομή και ανάλωση των πιστώσεων του προϋπολογισμού της Αρχής ή αναφορά σε αυτές και κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις για το Δημόσιο Λογιστικό, τις κρατικές προμήθειες και τις αμοιβές.

3. Η άσκηση του οικονομικού ελέγχου της Αρχής διεξάγεται με τρόπο που να μην παρεμποδίζει τη λειτουργία και να μην επηρεάζει την ανεξαρτησία της Αρχής.

Άρθρο 57 Συγκρότηση της Αρχής

1. Η Αρχη συγκροτείται από τον Πρόεδρο και έξι μέλη, οι οποίοι πρέπει να είναι πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και επιστημονικης κατάρτισης η επαγγελματικης εμπειρίας στον τομέα της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα.

2. Ως πρόεδρος η μέλη της Αρχης μπορούν να διορισθούν και δικαστικοί η εισαγγελικοί λειτουργοί εν ενεργεία. Με την επιφύλαξη του άρθρου 58 του παρόντος νόμου ως πρόεδρος η μέλη της Αρχης μπορούν να διορισθούν και δικηγόροι χωρίς να αναστέλλεται η άσκηση του δικηγορικού λειτουργηματος.

3. Στον Πρόεδρο και τα μέλη της Αρχης επιτρέπεται η άσκηση καθηκόντων μέλους διδακτικού προσωπικού Α.Ε.Ι. με καθεστώς πληρους η μερικης απασχόλησης.

4. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχης διορίζονται με θητεία. Η θητεία τους είναι εξαετης και δεν μπορεί να ανανεωθεί.

5. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχης διορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές οι οποίοι πληρούν τα ίδια κριτηρια. Οι αναπληρωτές του Προέδρου και των μελών μετέχουν στις συνεδριάσεις της Αρχης μόνο σε περίπτωση προσωρινης απουσίας η κωλύματος του αντίστοιχου τακτικού. Με απόφαση του ο Πρόεδρος της Αρχης αναθέτει ειδικά καθηκοντα στους αναπληρωτές. Στην περίπτωση αυτη οι αναπληρωτές μπορούν να μετέχουν στη συνεδρίαση ανεξάρτητα από την παράλληλη παρουσία του τακτικού μέλους.

6. Η επιλογη και ο διορισμός του Προέδρου και των μελών της Αρχης καθώς και των αναπληρωτών τους γίνεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 101Α του Συντάγματος.

Άρθρο 58
Κωλύματα - ασυμβίβαστα μελών της Αρχής


1. O Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχης απέχουν από κάθε πράξη ασυμβίβαστη προς τα καθηκοντά τους και, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, δεν ασκούν κανένα ασυμβίβαστο επάγγελμα, επικερδές η μη.

2. Δεν μπορεί να διορισθεί πρόεδρος η μέλος της Αρχης: α) Υπουργός, αναπληρωτής υπουργός, υφυπουργός, γενικός ή ειδικός γραμματέας υπουργείου ή αυτοτελούς γενικής ή ειδικής γραμματείας και βουλευτής.
β) Διοικητής, διευθυντής, διαχειριστής, μέλος του διοικητικού συμβουλίου ή ασκών διευθυντικά καθήκοντα εν γένει σε επιχείρηση η οποία παράγει, μεταποιεί, διαθέτει ή εμπορεύεται υλικά χρησιμοποιούμενα στην πληροφορική ή τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες ή παρέχει υπηρεσίες σχετικές με την πληροφορική, τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες ή την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και οι συνδεόμενοι με σύμβαση έργου με τέτοια επιχείρηση.

3. Εκπίπτει αυτοδικαίως από την ιδιότητα του προέδρου ή μέλους της Αρχής όποιος, μετά τον διορισμό του:
α) Αποκτά μία από τις ιδιότητες που συνιστούν κώλυμα διορισμού, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.
β) Προβαίνει σε πράξεις ή αναλαμβάνει οποιαδήποτε εργασία ή έργο ή αποκτά άλλη ιδιότητα που, κατά την κρίση της Αρχής, δεν συμβιβάζονται με τα καθήκοντά του ως μέλους της Αρχής.

4. Στην διαπίστωση των ασυμβίβαστων της προηγούμενης παραγράφου προβαίνει η Αρχή, χωρίς συμμετοχή του μέλους της, στο πρόσωπο του οποίου ενδέχεται να συντρέχει το ασυμβίβαστο. Η Αρχή αποφασίζει ύστερα από ακρόαση του εν λόγω μέλους. Την διαδικασία κινεί είτε ο Πρόεδρος της Αρχής είτε ο Πρόεδρος της Βουλής.

Άρθρο 59
Υποχρεώσεις και δικαιώματα μελών της Αρχής


1. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους τα μέλη της Αρχής υπακούουν στη συνείδησή τους και το νόμο. Υπόκεινται στο καθήκον εχεμύθειας. Ως μάρτυρες ή πραγματογνώμονες μπορούν να καταθέτουν στοιχεία που αφορούν αποκλειστικά και μόνο την τήρηση των διατάξεων του Κανονισμού και του παρόντος νόμου. Το καθήκον εχεμύθειας υφίσταται και μετά την με οποιονδήποτε τρόπο αποχώρηση των μελών της Αρχής.

2. Οι μηνιαίες αποδοχές του Προέδρου της Αρχής είναι αντίστοιχες με το σύνολο των εκάστοτε μηνιαίων αποδοχών του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, των δε μελών της Αρχής αντίστοιχες με το σαράντα τοις εκατό(40%) των αποδοχών του Προέδρου κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη. Οι αποδοχές των αναπληρωτών του Προέδρου και των μελών της Αρχης είναι αντίστοιχες με το 1/3 των μηνιαίων αποδοχών του Προέδρου και των τακτικών μελών της Αρχης και καταβάλλονται σε αυτούς εφόσον κατά βεβαίωση του Προέδρου της Αρχης προσέφεραν κατά τη διάρκεια του μηνός υπηρεσία πλην της τυχόν συμμετοχης τους σε συνεδριάσεις της Αρχης. Η αποζημίωση του Προέδρου, των μελών της Αρχης και του Γραμματέα για κάθε συνεδρίαση στην οποία μετέχουν ορίζεται με κοινη απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών. Οι διατάξεις για τις δαπάνες κινησεως των μετακινούμενων προσώπων με εντολη του Δημοσίου για εκτέλεση υπηρεσίας που ισχύουν κάθε φορά έχουν εφαρμογη και για την μετακίνηση των μελών και των υπαλληλων της Αρχης. Ο Πρόεδρος της Αρχης εκδίδει τις σχετικές εντολές μετακίνησης.

3. Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο, τα μέλη της Αρχης υπέχουν πειθαρχικη ευθύνη. Την πειθαρχικη αγωγη ασκεί ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου ο Πρόεδρος της Βουλης για το ν Πρόεδρο της Αρχης και ο Πρόεδρος της Αρχης για τα μέλη της. Το πειθαρχικό συμβούλιο συντίθεται από έναν Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως πρόεδρο, έναν Αρεοπαγίτη, ένα Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και δύο Καθηγητές Α.Ε.Ι. σε γνωστικό αντικείμενο του δικαίου. Χρέη γραμματέα του συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος της Αρχης. Ο πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του συμβουλίου ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές. Για τα μέλη του συμβουλίου που είναι δικαστικοί λειτουργοί απαιτείται απόφαση του οικείου ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Το συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης με τριετη θητεία. Το συμβούλιο συνεδριάζει με την παρουσία τεσσάρων τουλάχιστον μελών, μεταξύ των οποίων οπωσδηποτε ο πρόεδρος η ο αναπληρωτης του, και αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψηφος του προέδρου. Αν υπάρχουν περισσότερες από δύο γνώμες, οι ακολουθούντες την ασθενέστερη οφείλουν να προσχωρησουν σε μία από τις επικρατέστερες. Το πειθαρχικό συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό την απαλλαγη η την παύση του εγκαλουμένου. Η αμοιβη του προέδρου, των μελών και του γραμματέα του συμβουλίου καθορίζεται με κοινη απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διατάξεως.

4. Μέλος της Αρχης που, κατά παράβαση του παρόντος νόμου, γνωστοποιεί με οποιονδηποτε τρόπο δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που είναι προσιτά σε αυτό λόγω της υπηρεσίας του η αφηνει άλλον να λάβει γνώση αυτών, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματικη ποινη τουλάχιστον έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδων(30.000) ευρώ. Αν όμως τέλεσε την πράξη με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλο αθέμιτο όφελος ή να βλάψει άλλον, επιβάλλεται κάθειρξη. Αν η πράξη του πρώτου εδαφίου τελέστηκε από αμέλεια επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή.

Άρθρο 60 Αρμοδιότητες της Αρχής (άρθρα 55 Κανονισμού/ 45 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ)

1. Η Αρχή είναι αρμόδια για την παρακολούθηση της εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, της Οδηγίας 2016/680/ΕΕ και του παρόντος νόμου.

2. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων που εισάγουν ρητά αρμοδιότητα άλλης αρχής, η Αρχή εποπτεύει την εφαρμογή κάθε ρύθμισης που αφορά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή παραπέμπει στον Κανονισμό, στην Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 ή/και στον παρόντα νόμο ως εφαρμοστέο δίκαιο.

3. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων που εισάγουν ρητά αρμοδιότητα άλλης αρχής, όπου σε διεθνείς ή διακρατικές συμβάσεις ή στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπεται ανεξάρτητος έλεγχος ή εποπτεία η Αρχή ασκεί τις αντίστοιχες αρμοδιότητες και εξουσίες.

4. Η Αρχή δεν είναι αρμόδια να ελέγχει πράξεις επεξεργασίας οι οποίες διενεργούνται από δικαστήρια και εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της δικαιοδοτικής τους αρμοδιότητας..

5. H Αρχή εκπροσωπεί την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και σε άλλες επιτροπές ή όργανα με αντικείμενο την προστασία προσωπικών δεδομένων, στα οποία προβλέπεται η συμμετοχή εθνικής εποπτικής αρχής

Άρθρο 61 Καθήκοντα
(άρθρο 57 Κανονισμού/ 46 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ)


1. Επιπλέον των καθηκόντων της Αρχής δυνάμει του άρθρου 57 του Κανονισμού, η Αρχή έχει ιδίως τα ακόλουθα καθήκοντα
α) Με την επιφύλαξη των καθηκόντων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 70 του Κανονισμού και το άρθρο 51 παράγραφος 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, η Αρχη μπορεί να εκδίδει οδηγίες και συστάσεις και να υποδεικνύει βέλτιστες πρακτικές για κάθε θέμα που αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα και την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των προσώπων
β) Η Αρχη μπορεί εκδίδει, με δικη της πρωτοβουλία η κατόπιν αιτηματος, γνώμες προς τη Βουλη των Ελληνων, την κυβέρνηση η προς άλλους δημόσιους φορείς καθώς και προς το κοινό για κάθε θέμα το οποίο σχετίζεται με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα.
γ) Η Αρχη παρέχει γνώμη για κάθε ρύθμιση που πρόκειται να περιληφθεί σε νόμο η σε κανονιστικη πράξη που εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση αυτού, η οποία αφορά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα. Η διαβούλευση πραγματοποιείται κατά το στάδιο εκπόνησης της ρύθμισης σε χρόνο και με τρόπο που καθιστά εφικτη την έγκαιρη διατύπωση γνώμης από την Αρχη και τη σχετικη διαβούλευση επί του περιεχομένου του σχεδίου ρύθμισης.
δ) Η Αρχη παρέχει συμβουλές στον υπεύθυνο επεξεργασίας σύμφωνα με τη διαδικασία προηγούμενης διαβούλευσης σύμφωνα με το άρθρο 36 του Κανονισμού, το άρθρο 13 και το άρθρο 43 του παρόντος νόμου.
ε) Η ΑΠΔΠΧ εκδίδει και δημοσιοποιεί πρότυπα και έντυπα Γνωστοποίησης και Ανακοίνωσης Περιστατικών Παραβίασης που απευθύνονται στην Αρχη και στα υποκείμενα των δεδομένων αντίστοιχα σύμφωνα με τα άρθρα 33 και 34 του Κανονισμού και τα άρθρα 12, 46 και 47 του παρόντος νόμου.
στ) Διατυπώνει και εγκρίνει τα κριτηρια πιστοποίησης που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 42 του Κανονισμού και το άρθρο 15 του παρόντος νόμου.
ζ) Παρέχει τη συνδρομη της στον Εθνικό Οργανισμό Διαπίστευσης για τη χορηγηση της διαπίστευσης του άρθρου 42 του Κανονισμού και του άρθρου 15 του παρόντος νόμου.
η) Ελέγχει τη νομιμότητα της επεξεργασίας δυνάμει του άρθρου 13- 22 του Κανονισμού, των άρθρων 9 έως 11 και 31 έως 35 του παρόντος νόμου και ενημερώνει κατά τα προβλεπόμενα στα ως άνω άρθρα και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος το υποκείμενο των δεδομένων για την έκβαση του ελέγχου ή για τους λόγους για τους οποίους δεν διενεργήθηκε ο έλεγχος.
θ) χειρίζεται τις καταγγελίες που υποβάλλονται από το υποκείμενο των δεδομένων ή από φορέα ή οργάνωση ή ένωση σύμφωνα με το άρθρο 68 του παρόντος. Η Αρχή ερευνά, στο μέτρο του δυνατού , το αντικείμενο της καταγγελίας και ενημερώνει τον καταγγέλλοντα για την πρόοδο και για την έκβαση της έρευνας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.
ι) Ανακοινώνει στη Βουλή παραβάσεις των ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
ια) Συντάσσει κάθε χρόνο έκθεση για την εκτέλεση της αποστολής της κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η έκθεση υποβάλλεται από τον Πρόεδρο της Αρχής στον Πρόεδρο της Βουλής και τον Πρωθυπουργό και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με ευθύνη της Αρχής, η οποία μπορεί να δώσει και άλλου είδους δημοσιότητα στην έκθεση.

2. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της η Αρχή μπορεί να θέτει στο αρχείο αιτήσεις, ερωτήματα ή καταγγελίες που κρίνονται προδήλως αόριστα, αβάσιμα ή υποβάλλονται καταχρηστικώς ή ανωνύμως. Η Αρχή ενημερώνει τα υποκείμενα των δεδομένων και τους αιτούντες για τις ενέργειές της. Με την επιφύλαξη των προθεσμιών που ορίζονται στον Κανονισμό, η προτεραιότητα εξέτασης των αιτήσεων, ερωτημάτων και καταγγελιών εκτιμάται από την Αρχή με κριτήριο τη σπουδαιότητα και το γενικότερο ενδιαφέρον του θέματος.

3. Μη κερδοσκοπικοί φορείς, οργανώσεις, σωματεία, ενώσεις προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχουν συσταθεί και λειτουργούν νομίμως και στους καταστατικούς σκοπούς του οποίων περιλαμβάνεται η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, έχουν το δικαίωμα να υποβάλ(λ)ουν καταγγελία στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.

Άρθρο 62 Εξουσίες

1. Εκτός των προβλεπόμενων στο άρθρο 58 του Κανονισμού εξουσιών, η Αρχη διενεργεί ελέγχους αυτεπαγγέλτως η ύστερα από καταγγελία για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης με τον Κανονισμό, τον παρόντα νόμο και κάθε ρύθμιση αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα.

2. Κατά τη διενέργεια των ελέγχων η Αρχη έχει την εξουσία να αποκτά, από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία, πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτηρα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για τους σκοπούς του ελέγχου και την εκτέλεση των καθηκόντων της, χωρίς να μπορεί να της αντιταχθεί κανενός είδους απόρρητο. Κατ' εξαίρεση, η Αρχη δεν έχει πρόσβαση στα στοιχεία ταυτότητας συνεργατών που περιέχονται σε αρχεία που τηρούνται για λόγους εθνικης ασφάλειας η για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.

3. Κάθε δημόσια αρχη παρέχει τη συνδρομη της στην Αρχη.

4. Οι έλεγχοι διενεργούνται από μέλος η μέλη της Αρχης η υπαλληλους του τμηματος ειδικού επιστημονικού προσωπικού της Γραμματείας, ειδικά προς τούτο εντεταλμένα/εντεταλμένους από τον Πρόεδρο της Αρχης. Κατά τον έλεγχο αρχείων που τηρούνται για λόγους εθνικης ασφάλειας, παρίσταται αυτοπροσώπως ο Πρόεδρος της Αρχης. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχης καθώς και οι προς τούτο ειδικά εντεταλμένοι υπάλληλοι της Γραμματείας, είναι ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι και έχουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπει σχετικά ο Κώδικας Ποινικης Δικονομίας. Μπορούν να διενεργούν προανάκριση και χωρίς εισαγγελικη παραγγελία, όταν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα η πλημμέλημα η υπάρχει κίνδυνος από την αναβολη.

5. Ο Πρόεδρος της Αρχης δύναται να απονέμει εξουσία διενέργειας ελέγχων σε μέλη και υπαλληλους εποπτικης αρχης άλλου κράτους μέλους της ΕΕ («εποπτικης αρχης απόσπασης») στο πλαίσιο κοινών επιχειρησεων που διενεργούνται δυνάμει του άρθρου 62 του Κανονισμού και του άρθρου 50 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.

6. Για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με το Κεφάλαιο Γ' του παρόντος και κάθε διάταξη νόμου που αφορά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου η Αρχη δύναται α) να απευθύνει προειδοποιήσεις στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία ότι οι σκοπούμενες πράξεις επεξεργασίας είναι πιθανόν να παραβιάζουν τις διατάξεις του Κανονισμού, του παρόντος νόμου και κάθε διάταξης που ρυθμίζει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
β) να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να συμμορφωθεί, με συγκεκριμένο τρόπο και εντός ορισμένης προθεσμίας, με τις διατάξεις του Κανονισμού, του παρόντος νόμου και κάθε διάταξης που ρυθμίζει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως μέσω εντολής διόρθωσης ή διαγραφής δεδομένων.
γ) να δίνει εντολή και να επιβάλλει προσωρινό ή οριστικό περιορισμό ή και απαγόρευση της επεξεργασίας

7. Όταν η προστασία του ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων επιβάλλει την άμεση λήψη απόφασης, ο Πρόεδρος μπορεί, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, να εκδίδει προσωρινή διαταγή για άμεσο, ολικό ή μερικό, προσωρινό περιορισμό της επεξεργασίας ή της λειτουργίας του αρχείου. Η διαταγή ισχύει μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης από την Αρχή. Την παραπάνω αρμοδιότητα έχει και η Αρχή, όταν επιλαμβάνεται του θέματος

8. Η Αρχή δύναται, κατά περίπτωση, να ανακοινώνει στη Βουλή και να γνωστοποιεί στις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές παραβιάσεις των ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Άρθρο 63 Λειτουργία της Αρχής

1. Η Αρχή δύναται να λειτουργεί και ως μονοπρόσωπο όργανο (Πρόεδρος), καθώς και να συνεδριάζει και σε τμήματα, συντιθέμενα από τρία τουλάχιστον τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη και προεδρευόμενα από τον Πρόεδρο της Αρχής ή τον αναπληρωτή του.

2. Η Αρχή καταρτίζει κανονισμό λειτουργίας με τον οποίο ρυθμίζεται ιδίως η λειτουργία της Αρχής σε ολομέλεια και τμήματα, η κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ ολομέλειας και τμημάτων, οι αρμοδιότητες του μονοπρόσωπου οργάνου, η διαδικασία σύγκλησης, συνεδρίασης και λήψης απόφασης, η προηγούμενη ακρόαση των ενδιαφερομένων, ο τρόπος διεξαγωγής των ελέγχων και θέματα πειθαρχικής διαδικασίας.

Άρθρο 64 Γραμματεία της Αρχής

1. Η Αρχή εξυπηρετείται από Γραμματεία. Η πρόσληψη και η υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων της διέπεται από τις διατάξεις που ισχύουν εκάστοτε για το προσωπικό των ανεξάρτητων αρχών. Ειδικά η πρόσληψη του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού γίνεται από την Αρχή, με διαγωνισμό, ύστερα από σχετική προκήρυξη. Η επιτροπή του διαγωνισμού συγκροτείται με απόφαση του προέδρου της Αρχής και αποτελείται από δύο μέλη της Αρχής που ορίζονται με κλήρωση και ένα μέλος του ΑΣΕΠ που ορίζεται από τον πρόεδρό του. Οι θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού καλύπτονται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Με την προκήρυξη μπορούν να ορίζονται οι ειδικότεροι τίτλοι σπουδών και τα τυπικά προσόντα για την πρόσληψη του προσωπικού.

2. Η οργάνωση της Γραμματείας, η διαίρεσή της σε οργανικές μονάδες και οι επί μέρους αρμοδιότητες τούτων και ο αριθμός των θέσεων του προσωπικού κατά κλάδους και ειδικότητες καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, ύστερα από πρόταση της Αρχής. Με κανονιστική πράξη του προέδρου της Αρχής ορίζονται η κατανομή του προσωπικού στις επιμέρους οργανικές μονάδες και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την οργάνωση και τη λειτουργία της γραμματείας της Αρχής.

3. Ο προϊστάμενος της Γραμματείας προέρχεται υποχρεωτικά από το Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό.

4. Ως υπάλληλοι Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού μπορούν να προσλαμβάνονται και δικηγόροι, χωρίς να αποβάλλουν τη δικηγορική ιδιότητα και χωρίς να θίγονται τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα. Στους υπαλλήλους αυτής της κατηγορίας επιτρέπεται η άσκηση διδακτικών καθηκόντων σε ΑΕΙ. Οι δικηγόροι που υπηρετούν στο τμήμα Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού υπόκεινται, όσον αφορά την υπηρεσιακή τους κατάσταση ως ειδικού επιστημονικού προσωπικού στο υπηρεσιακό συμβούλιο της Αρχής και όσον αφορά τις ενέργειές τους που εμπίπτουν στο πλαίσιο των καθηκόντων τους ως ειδικού επιστημονικού προσωπικού της Αρχής, στο πειθαρχικό συμβούλιο της Αρχής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Κώδικα περί Δικηγόρων. Η δε αξιολόγηση τους υπό την ιδιότητά τους ως Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού διενεργείται σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις για την αξιολόγηση του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού.

5. Στην Αρχη συγκροτούνται υπηρεσιακό συμβούλιο και πειθαρχικό συμβούλιο η λειτουργία των οποίων διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 3 του ν. 3051/2002.

6. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 τα ασφαλιστικά θέματα του προσωπικού της Αρχης διέπονται από τις γενικές διατάξεις που διέπουν το προσωπικό των ανεξάρτητων αρχών. Οι ηδη υπηρετούντες διατηρούν το ασφαλιστικό καθεστώς στο οποίο υπάγονται.

7. Ο χρόνος της προηγούμενης υπηρεσίας των μετατασσομένων από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου η νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου λογίζεται ως χρόνος πραγματικης δημόσιας υπηρεσίας για κάθε συνέπεια.

8. Οι διατάξεις του άρθρου 59 παρ. 4 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και επί των υπαλληλων της Γραμματείας.

9. Κατά παρέκκλιση της ισχύουσας νομοθεσίας, επιτρέπεται η απόσπαση στην Αρχη μέχρι δέκα υπαλληλων κατηγορίας ΠΕ από δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, Ο.Τ.Α. και νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, με σκοπό την εξειδίκευση τους στα θέματα προστασίας προσωπικών δεδομένων. Οι υπάλληλοι επιλέγονται με κοινη απόφαση της Αρχης και του φορέα προέλευσης και αποσπώνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού. Η απόσπαση διαρκεί δύο έτη, οι αποσπασμένοι αμείβονται από τον φορέα προέλευσης τους και λαμβάνουν το μισθό και τα επιδόματα της οργανικης τους θέσης που δεν συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων τους. Μετά τη ληξη της απόσπασης επανέρχονται αυτοδικαίως στη θέση τους.

10. Η Αρχη δύναται να συνάπτει συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για την κάλυψη εκτάκτων αναγκών που ανακύπτουν σχετικά με τη στελέχωση της σε περίπτωση ανάγκης αναπληρωσης υπαλληλων (ιδίως σε περίπτωση μακροχρόνιας άδειας υπαλληλου, όταν δεν είναι δυνατόν να καλυφθεί η θέση τους με απόσπαση), καθώς και η δυνατότητα αμειβόμενης πρακτικης άσκησης στην Αρχη φοιτητών και αποφοίτων ΑΕΙ, οι οποίοι ενδιαφέρονται για θέματα της αρμοδιότητάς της. Με απόφαση της Αρχής καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις των παραπάνω ρυθμίσεων.

11. Για τη στελέχωση της Αρχής συνιστώνται συνολικά εκατό (100) θέσεις, οι οποίες κατανέμονται κατά κατηγορία και κλάδο ως εξής:
α. Εβδομήντα δύο (72) θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού - Ελεγκτών και Επικοινωνίας.
β. Είκοσι οκτώ (28) θέσεις τακτικού προσωπικού οι οποίες κατανέμονται στους κλάδους ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού, ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού, ΤΕ Πληροφορικής, ΔΕ Διοικητικού-Λογιστικού/Διοικητικών Γραμματέων, ΔΕ Τηλεφωνητών, ΔΕ Οδηγών και κατηγορίας ΥΕ με απόφαση του Προέδρου της Αρχής.

12. Οι οργανικές θέσεις πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (ΠΕ) του κλάδου επικοινωνίας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα μετατρέπονται σε αντίστοιχες θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Οι ήδη υπηρετούντες υποχρεούνται να δηλώσουν εντός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου εάν αποδέχονται να υπηρετήσουν στη θέση αυτή. Οι αποδεχόμενοι να υπηρετήσουν με σχέση ιδιωτικού δικαίου διατηρούν το ασφαλιστικό καθεστώς στο οποίο υπάγονται και προσμετρούν για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη και το χρόνο προηγούμενης σχετικής απασχόλησης σύμφωνα με βεβαίωση του οικείου ασφαλιστικού φορέα. Σε περίπτωση αρνητικής δήλωσης ή παράλειψη υποβολής δήλωσης, εξακολουθούν να υπηρετούν ως μόνιμοι υπάλληλοι σε προσωποπαγείς θέσεις κατηγορίας ΠΕ Επικοινωνίας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Κατά το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο οι υπάλληλοι αυτοί υπηρετούν σε προσωποπαγείς θέσεις σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, δεν πληρώνονται αντίστοιχες θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.

Άρθρο 65
Εποπτικές αρχές Δικαστηρίων και Εισαγγελικών Αρχών


Η εποπτεία των πράξεων επεξεργασίας που διενεργείται από τα δικαστήρια και τις εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της δικαιοδοτικής δραστηριότητάς τους ασκείται από
α) τον Προιστάμενο κάθε Δικαστηρίου/ Εισαγγελίας η τον Δικαστικό λειτουργό που αυτός ορίζει. O Προιστάμενος/δικαστικός λειτουργός ελέγχει τη συμμόρφωση με τις ρυθμίσεις του Κανονισμού, του παρόντος νόμου και άλλων συναφών διατάξεων, παρέχει οδηγίες για την εφαρμογη αυτών, εξετάζει καταγγελίες/ επιλαμβάνεται καταγγελιών που αφορούν την εφαρμογη των κανόνων προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα κατά την άσκηση της δικαιοδοτικης δραστηριότητας του οικείου δικαστηρίου.
β) Τριμελη επιτροπη αποτελούμενη από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς κάθε κλάδου/ Ανώτατος Δικαστικό λειτουργό, η οποία/ ο οποίος ορίζεται από τον Πρόεδρο/ επιλέγεται από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου/ Εισαγγελίας). Η επιτροπη/ο δικαστικός λειτουργός εκδίδει οδηγίες και κατευθύνσεις για την ενιαία εφαρμογη του Κανονισμού, του παρόντος νόμου και άλλων συναφών διατάξεων και εκδίδει γνωμοδοτησεις για ζητηματα μείζονος σημασίας η ύστερα από αίτημα των Προϊστάμενων των Δικαστηρίων/Εισαγγελίας (υπό α). - να διευκρινίσουμε ότι δεν μπορούν τα μεμονωμένα υποκείμενα να απευθύνονται

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε' Προσφυγές, ευθύνη και κυρώσεις

Άρθρο 66
( άρθρο 78 ΓΚΠΔ και 53 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ) Προσφυγή κατά της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα


1. Με την επιφύλαξη οποιασδηποτε άλλης διοικητικης η μη δικαστικης προσφυγης, όπως η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγης η αίτηση θεραπείας ενώπιον της Αρχης Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα, κάθε φυσικό η νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα άσκησης αιτησεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά νομικά δεσμευτικης απόφασης της Αρχης που το αφορά, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις, όπως ιδίως πρόστιμα, η κατά της απορριπτικης επί της ενδικοφανούς προσφυγης η της αιτησεως θεραπείας απόφασης αυτης.

2. Με την επιφύλαξη οποιασδηποτε άλλης διοικητικης η μη δικαστικης προσφυγης, κάθε υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα δικαστικης προσφυγης/ αιτησεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά της παράλειψης της Αρχης να εξετάσει την καταγγελία η δεν ενημερώσει το υποκείμενο των δεδομένων εντός τριών μηνών για την πρόοδο η την έκβαση της καταγγελίας που υποβληθηκε.

3. Ένδικα βοηθηματα κατά των αποφάσεων της Αρχης μπορεί να ασκεί και το Δημόσιο. Το ένδικο βοηθημα ασκεί ο κατά περίπτωση αρμόδιος υπουργός. Σε κάθε δίκη που αφορά απόφαση της Αρχης διάδικος είναι η ίδια, εκπροσωπούμενη από τον Πρόεδρο. Η παράσταση στο δικαστηριο γίνεται είτε από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους είτε από μέλος της Αρχης, τακτικό η αναπληρωματικό, η ελεγκτη.

4. Μη κερδοσκοπικοί φορείς, οργανώσεις, σωματεία, ενώσεις προσώπων χωρίς νομικη προσωπικότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτηρα που έχουν συσταθεί και λειτουργούν νομίμως και στους καταστατικούς σκοπούς του οποίων περιλαμβάνεται η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα έχουν δικαίωμα να ασκησουν τα δικαιώματα δικαστικης προσφυγης κατά της Αρχης, εφόσον θεωρούν ότι τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων παραβιάστηκαν ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα.

Άρθρο 67
(άρθρο 79 ΓΚΠΔ και 54 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ - άρθρα 82 ΓΚΠΔ και 56 Οδηγίας 2016/680/ΕΕ)
Δικαστική προσφυγή κατά υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία - Αποζημίωση και ευθύνη


1. Με την επιφύλαξη οποιασδήποτε διαθέσιμης διοικητικής ή μη δικαστικής προσφυγής, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος υποβολής καταγγελίας στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, τα υποκείμενα των δεδομένων έχουν δικαίωμα δικαστικής προσφυγής/αγωγής κατά του υπευθύνου ή του εκτελούντος την επεξεργασία, εάν θεωρούν ότι τα δικαιώματά τους που απορρέουν από διατάξεις του Κανονισμού, της Οδηγίας 2016/680/ΕΕ, του παρόντος νόμου ή άλλες διατάξεις νόμου σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παραβιάστηκαν ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, η οποία πραγματοποιήθηκε κατά παράβαση των εν λόγω διατάξεων.

2. Κάθε πρόσωπο που έχει υποστεί υλική ζημία ή ηθική βλάβη εξαιτίας αθέμιτης επεξεργασίας ή οποιασδήποτε άλλης πράξης που παραβιάζει τις διατάξεις του Κανονισμού, της Οδηγίας 2016/680/ΕΕ, του παρόντος νόμου ή άλλες διατάξεις νόμου σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα έχει δικαίωμα να λάβει αποζημίωση για τη ζημία την οποία υπέστη από τον υπεύθυνο επεξεργασίας.

3. Κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας που συμμετέχει στην επεξεργασία είναι υπεύθυνος για τη ζημία που προκάλεσε η εκ μέρους του επεξεργασία που παραβαίνει τον Κανονισμό, την Οδηγία 2016/680, τον παρόντα νόμο ή άλλες διατάξεις νόμου σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

4. Ο εκτελών την επεξεργασία ευθύνεται για τη ζημία που προκάλεσε η επεξεργασία μόνο εφόσον δεν ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις του Κανονισμού, της Οδηγίας 2016/680, τος παρόντος νόμου ή άλλων διατάξεων νόμου σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ειδικότερα τους εκτελούντες την επεξεργασία ή υπερέβη ή ενήργησε αντίθετα προς τις νόμιμες εντολές του υπευθύνου επεξεργασίας.

5. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας η ο εκτελών την επεξεργασία απαλλάσσεται από την ευθύνη που έχει, εάν αποδεικνύει ότι δεν φέρει καμία ευθύνη για το γενεσιουργό γεγονός της ζημίας.

6. Εάν περισσότεροι του ενός υπεύθυνοι επεξεργασίας η εκτελούντες την επεξεργασία η αμφότεροι ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία εμπλέκονται στην ίδια επεξεργασία και, εάν δυνάμει των παραγράφων 2 έως 4 είναι υπεύθυνοι για τυχόν ζημία που προκάλεσε η επεξεργασία, κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας η εκτελών την επεξεργασία ευθύνεται για τη συνολικη ζημία, προκειμένου να διασφαλιστεί αποτελεσματικη αποζημίωση του υποκειμένου των δεδομένων.

7. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας η ο εκτελών την επεξεργασία έχει καταβάλει, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος, πληρη αποζημίωση για τη ζημία που προκάλεσε, ο εν λόγω υπεύθυνος η εκτελών την επεξεργασία δικαιούται να ζητησει από τους άλλους υπευθύνους επεξεργασίας η εκτελούντες την επεξεργασία που εμπλέκονται στην ίδια επεξεργασία την ανάκτηση μέρους της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στο μέρος της ευθύνης τους λόγω της ζημίας που προκληθηκε.

Άρθρο 68
Εκπροσώπηση υποκειμένων δεδομένων (Άρθρο 80 ΓΚΠΔ/ άρθρο 55 Οδηγίας)


1. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να αναθέτει σε μη κερδοσκοπικό φορέα, οργάνωση, σωματεία η ενώσεις προσώπων χωρίς νομικη προσωπικότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτηρα, που έχουν συσταθεί και λειτουργούν νομίμως και στους καταστατικούς σκοπούς του οποίων περιλαμβάνεται η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα
α) να υποβάλει για λογαριασμό του καταγγελία στην Αρχη Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτηρα και να ασκησει τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 77 και 78 του Κανονισμού και του άρθρου 66 του παρόντος νόμου.
β) να ασκήσει για λογαριασμό του τα δικαιώματα δικαστικής προσφυγής κατά υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος επεξεργασία σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 79 του Κανονισμού και του άρθρου 67 του παρόντος νόμου
γ) να ασκήσει για λογαριασμό του το δικαίωμα αποζημίωσης που αναφέρεται στο άρθρο 82 του Κανονισμού του άρθρου 67 του παρόντος νόμου.

2. Η ανάθεση της παραγράφου 1 γίνεται εγγράφως. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλέσει την κατά την παράγραφο 1 ανάθεση εν όλω ή εν μέρει.

3. Ο μη κερδοσκοπικός φορέας, οργάνωση σωματείο ή η ένωση προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορεί να ασκήσει τις καταγγελίες, προσφυγές και τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και για λογαριασμό περισσοτέρων υποκειμένων των δεδομένων.

4. Ο μη κερδοσκοπικός φορέας, οργάνωση, σωματείο ή η ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα δεν δικαιούται αμοιβής από τα υποκείμενα των δεδομένων για την άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, με εξαίρεση την καταβολή δικαστικών εξόδων ή άλλων εξόδων που σχετίζονται άμεσα με τη διαδικασία.

Άρθρο 69 (Άρθρο 83 Κανονισμού) Διοικητικά πρόστιμα και Γενικοί όροι επιβολής προστίμων

1. Με την επιφύλαξη των διορθωτικών εξουσιών σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα μπορεί να επιβάλλει τα πρόστιμα που προβλέπονται στο άρθρο 83 παρ. 4, 5 και 6 του Κανονισμού και σε δημόσιες αρχές και φορείς δημοσίου τομέα. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την επιβολή διοικητικού προστίμου, καθώς και σχετικά με το ύψος του διοικητικού προστίμου για κάθε μεμονωμένη περίπτωση, λαμβάνονται υπόψη τα κριτήρια και οι παράγοντες που απαριθμούνται στο άρθρο 83 παράγραφος 2 του ΓΚΠΔ.

2. Σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας η ο εκτελών την επεξεργασία, για τις ίδιες η για συνδεδεμένες πράξεις επεξεργασίας, παραβιάζει αρκετές διατάξεις του παρόντος κανονισμού, το συνολικό ύψος του διοικητικού προστίμου δεν υπερβαίνει το ποσό που ορίζεται για τη βαρύτερη παράβαση.

3. Οι πράξεις της Αρχης με τις οποίες επιβάλλονται διοικητικά πρόστιμα σύμφωνα με το άρθρο 83 του ΓΚΠΔ και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συνιστούν εκτελεστό τίτλο και επιδίδονται στον υπεύθυνο επεξεργασίας η τον εκτελούντα επεξεργασία η τους εκπροσώπους αυτών. Η είσπραξη των προστίμων γίνεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).

Άρθρο 70 Ποινικές κυρώσεις (Άρθρο 84 ΓΚΠΔ)

1. Όποιος με πρόθεση επεμβαίνει χωρίς δικαίωμα με οποιονδηποτε τρόπο σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτηρα και με την επέμβαση αυτη λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών η τα αφαιρεί, αλλοιώνει, βλάπτει, καταστρέφει, επεξεργάζεται, μεταδίδει, ανακοινώνει, τα καθιστά προσιτά σε μη δικαιούμενα πρόσωπα η επιτρέπει στα πρόσωπα αυτά να λάβουν γνώση των εν λόγω δεδομένων, η τα εκμεταλλεύεται με οποιονδηποτε τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση.

2. Εάν οι αξιόποινες πράξεις της παραγράφου 1 αφορούν ειδικές κατηγορίες δεδομένων η δεδομένα που αναφέρονται σε ποινικές διώξεις, μέτρα ασφαλείας η ποινικές καταδίκες τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματικη ποινη από δέκα χιλιάδες ευρώ (10.000) έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλες διατάξεις.

3. Αν ο υπαίτιος των πράξεων των προηγούμενων παραγράφων είχε σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του η σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος η να προκαλέσει περιουσιακη ζημία σε άλλον η να βλάψει άλλον, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών και χρηματικη ποινη από εκατό χιλιάδες ευρώ (100.000) έως τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (300.000), εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλες διατάξεις.

4. Αν από τις πράξεις των παραγράφων 1 έως και 3 του παρόντος άρθρου προκληθηκε κίνδυνος για την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος η για την εθνικη ασφάλεια, επιβάλλεται κάθειρξη και χρηματικη ποινη από εκατό χιλιάδες ευρώ (100.000) έως τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (300.000).

5. Υπεύθυνος προστασίας δεδομένων που παραβιάζει την υποχρέωση εχεμύθειας που τον βαρύνει στο πλαίσιο του επαγγελματικού απορρήτου ανακοινώνοντας ή αποκαλύπτοντας σε άλλον γεγονότα ή πληροφορίες που περιήλθαν σε γνώση του από τη θέση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή επ' ευκαιρία αυτών, με σκοπό να ωφεληθεί ο ίδιος ή τρίτος, ή για να βλάψει τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία ή το υποκείμενο των δεδομένων ή οποιονδήποτε τρίτο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εάν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλες διατάξεις.

6. Οι πράξεις των παραγράφων 1,2,3 και 5 διώκονται ύστερα από έγκληση.

7. Τα κακουργήματα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο υπάγονται στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ' Τελικές και μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο 71


1. Ο ν. 2472/97 για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ισχύει, καταργείται.

2. Όπου σε ρυθμίσεις της κείμενης νομοθεσίας γίνεται παραπομπή ή αναφορά στην εφαρμογή του ν. 2472/97 για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ισχύει νοείται ως παραπομπή στις οικείες ρυθμίσεις του Κανονισμού και στις αντίστοιχες ρυθμίσεις του παρόντος νόμου.

3. Διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας που ρυθμίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν προσκρούουν στα προβλεπόμενα στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων και στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου.

4. Οι Οδηγίες και κανονιστικές πράξεις της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται εν ισχύι εφόσον δεν προσκρούουν στα προβλεπόμενα στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων και στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου.

Άρθρο 72
Ισχύς διεθνών ή διμερών διεθνών συμφωνιών


Διεθνείς ή διμερείς διεθνείς συμφωνίες που αφορούν στη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς στο πεδίο της δικαστικής συνεργασίας για ποινικές υποθέσεις ή αστυνομικής συνεργασίας πριν από τις 6 Μαΐου 2016 και οι οποίες είναι συμβατές προς το εφαρμόσιμο πριν από την ημερομηνία αυτή ενωσιακό δίκαιο εξακολουθούν να ισχύουν έως ότου τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή ανακληθούν.

Άρθρο 73 Έναρξη ισχύος
...................................................

Πηγή: Taxheaven