Αθήνα, 19-01-2018
Αρ. Πρωτ.: 165792/225
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΩΝ ΚΑΙ ΔΑΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΔΟΜΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΔΑΣΙΚΩΝ ΧΑΡΤΩΝ, ΔΑΣΟΛΟΓΙΟΥ, ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
Ταχ. Δ/νση: Τέρμα Αλκμάνος, 115 28 Αθήνα
Πληροφορίες: Μ. Βλάχου, Σ. Τσιλίκουνας
Τηλέφωνο, Τ/Ο: 2131512 109
Ηλ.Ταχυδρομείο: dasktim@gmail.com
ΘΕΜΑ: Οδηγίες ομαδοποίησης αντιρρήσεων και διαδικασίες εξέτασής τους από τις ΕΠ.Ε.Α.
Στα πλαίσια εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 18 ν. 3889/2010 όπως ισχύει και σε ό,τι αφορά τις ενέργειες επεξεργασίας και την εξέταση των υποβληθεισών αντιρρήσεων, καθώς και την ανάγκη τής κατά το δυνατόν ενιαίας αντιμετώπισης των διαδικασιών από τις Διευθύνσεις Δασών και τις συγκροτηθείσες ΕΠ.Ε.Α., διευκρινίζονται τα εξής:
Α. Γενικά
Ο δασικός χάρτης περιλαμβάνει και απεικονίζει συγκεκριμένα στοιχεία και πράξεις που αφορούν στον εν γένει δασικό χαρακτήρα και μορφή των εκτάσεων και σε καμία περίπτωση αυτά που αφορούν στο ιδιοκτησιακό καθεστώς αυτών (εξαιρείται η περίπτωση των παρ. 5α και 5β άρθρου 3 ν. 998/1979, καθώς και στις περιπτώσεις διοικητικής αναγνώρισης δασών και δασικών εκτάσεων που τεκμαίρουν το χαρακτήρα τους).
Τα στοιχεία και οι πράξεις που προβλέπεται να συμπεριλαμβάνονται στον καταρτιζόμενο, θεωρούμενο, αναρτώμενο και εν τέλει κυρούμενο δασικό χάρτη είναι τα περιγραφόμενα στο τεύχος των Τεχνικών Προδιαγραφών που εγκρίθηκε με την 158576/1579/04.07.2017 (ΦΕΚ 2373Β') Υπουργική απόφαση. Το περιεχόμενο αυτής αποτελεί επικαιροποίηση και σε κάθε περίπτωση είναι συμβατό με το αντίστοιχο της 97414/754/06.09.2007 ΚΥΑ (ΦΕΚ 1811 Β ) όπως συμπληρώθηκε με την 199/284/707/14.12.2010 ΥΑ (ΦΕΚ 2159Β'), σύμφωνα με τις οποίες καταρτίστηκαν οι ήδη αναρτηθέντες δασικοί χάρτες.
Πράξεις της διοίκησης που είτε δεν προβλέπεται να απεικονίζονται στο δασικό χάρτη, είτε προβλέπεται αλλά για οιοδήποτε λόγο δεν αποτυπώνονται σ' αυτόν (π.χ. παραχωρητήρια), οι οποίες δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί με οποιονδήποτε τρόπο, είναι ισχυρές έναντι του περιεχομένου του δασικού χάρτη (αποδίδοντας νόμιμη χρήση). Η απεικόνιση του αιγιαλού, παραλίας ή παλαιού αιγιαλού, επίσης, δεν είναι εντός των προδιαγραφών σύνταξης δασικού χάρτη και ως εκ τούτων δεν υπάρχει υποχρέωση απεικόνισής τους (αφορά σε πρόσθετη προστασία των εκτάσεων πέραν της δασικής προστασίας).
Αναφορικά με την υλοποίηση και συμπερίληψη πράξεων που οφείλονταν να είναι απεικονισμένες στο δασικό χάρτη, όπως ο εποικισμός και ο αναδασμός, τα όρια των σχεδίων πόλης του άρθρου 23 παρ. 2α του ν. 3889/2010 και οι πράξεις χαρακτηρισμού, θα πρέπει να υποδειχθούν, από τις υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για την υλοποίησή τους και την εφαρμογή τής ανάλογης νομοθεσίας (εποικιστική, πολεοδομική, δασική κ.λ.π.) που τις διέπει, θεωρημένα για την ισχύ τους και την χωρική εξασφάλισή τους (την ακριβή θέση τους), με τις ακρίβειες που προβλέπονται ως κτηματογραφικά διαγράμματα. Επ' αυτών, η ΕΠ.Ε.Α. επικυρώνει την συμπερίληψη των εν λόγω στοιχείων και την προκαλούμενη εκ τούτου αλλαγή (όπου οφείλεται) του θεματικού περιεχομένου τού δασικού χάρτη, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές.
Έργο των ΕΠ.Ε.Α. είναι η εξέταση των αντιρρήσεων δηλαδή η διερεύνηση της ορθότητας των λόγων και της επιχειρηματολογίας τής αμφισβήτησης του θεματικού περιεχομένου του χάρτη για τα τμήματα που αφορούν και η αποδοχή ή η απόρριψη αυτών στο σύνολο η κατά τμήματα. Οι εν λόγω Επιτροπές οφείλουν να διερευνήσουν την ύπαρξη ή μη δασικού οικοσυστήματος {δάσος - δασική έκταση (Δ)}, στην προς εξέταση περιοχή που αφορά η αντίρρηση ή χορτολιβαδική - βραχώδης - πετρώδης έκταση (Χ) κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 του ν. 998/1979 και στο ΠΔ 32/2016.
Β. Ομαδοποίηση αντιρρήσεων
Αρχική αναφορά ομαδοποίησης μπορεί να αποτελεί η μονάδα του δασικού χάρτη, που είναι ο προκαποδιστριακός Ο.Τ.Α. (εφόσον η ανάρτηση έγινε επί ευρύτερης έκτασης, όπως Περιφερειακή Ενότητα) και ανάλογα με τις ειδικές περιβαλλοντικές - τοπογραφικές συνθήκες που επικρατούν.
Σημειώνεται ότι μετά τον έλεγχο πληρότητας των στοιχείων των αντιρρήσεων και την ενημέρωση για τη συμπλήρωση των ενδεχομένων ελλείψεων σ' αυτές, ανεξαρτήτως από το εάν προσκομίστηκαν τα ελλείποντα στοιχεία, όλες οι αντιρρήσεις προωθούνται στις ΕΠ.Ε.Α. προκειμένου αυτές να αποφασίσουν για τον παραπέρα χειρισμό τους.
Πρώτο βήμα επεξεργασίας των αντιρρήσεων αποτελεί η ομαδοποίηση αυτών ανά περιοχή, που δημιουργείται από φυσιογεωγραφικά χαρακτηριστικά και κοινές, κατά το δυνατό, χρήσεις (π.χ. εκχερσωμένες δασικές εκτάσεις).
Η οργάνωση των ομάδων των αντιρρήσεων σε περιοχές για τη σύνταξη των προβλεπομένων υπομνημάτων και την προώθησή τους προς εξέταση, και σύμφωνα με το ΚΕΦ. 5 της 146776/2459/21.10.2016 απόφασης Αναπληρωτή Υπουργού Π.ΕΝ. (ΦΕΚ 3532Β') όπως ισχύει, θα εκτελείται κατόπιν εποπτείας του χώρου που αφορούν αυτές, συσσωματώνοντας όμορες και ομοειδείς περιπτώσεις, ανάλογα με τις ειδικές, κυρίως, περιβαλλοντικές και οικολογικές, καθώς και τοπογραφικές συνθήκες που επικρατούν στην αναρτημένη προς εξέταση περιοχή ή και διοικητικές πράξεις (π.χ. περιοχές εποικισμού), δημιουργώντας χωρικούς τομείς περιοχών αντιρρήσεων. Κυρίαρχη στόχευση είναι η ενιαία και με αρχές συσχέτισης μεταξύ τους, αλλά και της ευρύτερης περιοχής (ήδη μερικώς κυρωμένης) των επικρατουσών καταστάσεων βλάστησης και ειδικότερα τη σύνθεση ή μη δασοβιοκοινότητας, βεβαίως, όχι στενά και περιοριστικά επί του χώρου (εδαφικής έκτασης) που αφορά μόνη η αντίρρηση, αλλά επί ευρύτερης έκτασης ολιστικά αναφορικά με τη μορφή, τον χαρακτήρα και τις χρήσεις γης. Γενική αρχή και προσέγγιση είναι ότι οι υποβληθείσες αντιρρήσεις αποτελούν την αφορμή για την επανεξέταση, λεπτομερή έλεγχο και έρευνα των περιοχών, που περικλείονται εντός αυτών, αναφορικά με την απόδοση δασοβιοκοινότητας ή χορτολιβαδικού οικοσυστήματος και μορφών (όπως προσδιορίζεται στις παρ. 5α και 5β άρθρου 3 του ν. 998/1979), με τη διενέργεια φωτοερμηνείας των παλαιότερων και πλέον πρόσφατων αεροφωτογραφιών και επιβεβαίωση επί του πεδίου (όπου απαιτείται) στον δημιουργούμενο χωρικό τομέα.
Επόμενο βήμα, εντός του χωρικού τομέα των ομαδοποιημένων αντιρρήσεων, αποτελεί η εξειδικευμένη ομαδοποίηση και αποτύπωση των αντιρρήσεων που αφορούν σε ισχυρές πράξεις τής διοίκησης (πράξεις χαρακτηρισμού, σχέδια πόλης, κλήροι του εποικισμού), με τις οποίες οφείλεται ο δασικός χάρτης να συμπληρωθεί, και οι οποίες υποδείχθηκαν αρμοδίως ή προέκυψαν από τις αντιρρήσεις (ατελώς). Η σχετική ομαδοποίηση μπορεί να γίνεται κατά θεματική ενότητα διοικητικής πράξεως (π.χ. οι αντιρρήσεις που αφορούν σε κλήρους του εποικισμού αποτελούν μία θεματική διοικητική ομάδα). Στις περιοχές που δημιουργούνται δεν διενεργείται νέα φωτοερμηνεία και κατισχύουν τα προβλεπόμενα στα στοιχεία των πράξεων έναντι του θεματικού περιεχομένου του προσωρινού δασικού χάρτη.
Ομοίως με την προηγούμενη παράγραφο, συλλέγονται και ομαδοποιούνται οι αιτήσεις των προδήλων σφαλμάτων, τα οποία, σημειώνεται, έχουν γίνει αποδεκτά από την οικεία Δ/νση Δασών, και τούτων, η διαδικασία κρίσης είναι η τυπική επικύρωσή τους. Στην ίδια περίπτωση εντάσσονται και οι αντιρρήσεις που ταυτοποιούνται με αποδεκτά πρόδηλα σφάλματα.
Κατόπιν της ομαδοποίησης των δύο παραπάνω παραγράφων κατά χωρικό τομέα, κατά την κρίση της οικείας Δ/νσης Δασών και σε συνεννόηση με τον Πρόεδρο της ΕΠ.Ε.Α., μπορεί να γίνεται κατά προτεραιότητα η προώθηση στην Επιτροπή αυτών των αντιρρήσεων, αφού το αντικείμενό τους είναι κυρίαρχα τυπικού χαρακτήρα, ώστε να επιτυγχάνεται αφενός η πρόοδος των εργασιών αυτής εντός των δεδομένων προθεσμιών και αφετέρου με την υλοποίησή τους επί του υποβάθρου του δασικού χάρτη να αποτελούν οδηγό και εργαλείο για την κρίση της επιτροπής σε όμορες αντιρρήσεις στο επόμενο στάδιο εξέτασης.
Μετά τα ανωτέρω, προκειμένου για τη σύνταξη των υπομνημάτων, κατά τη διενέργεια επανεξέτασης των μορφών χρήσης/κάλυψης των περιοχών του προσωρινού δασικού χάρτη, που αφορούν οι ομαδοποιημένες αντιρρήσεις κατά χωρικό τομέα, θα εξετάζονται, συνδυαστικά, και τα στοιχεία (τεχνικά, διοικητικά) που περιέχονται στους φακέλους των επί μέρους αντιρρήσεων, που έχουν υποβληθεί.
Στο σημείο αυτό επισημαίνεται η αναγκαιότητα χρήσης των φωτογραμμετρικών υποβάθρων- ορθοφωτοχαρτών (LSO25), παραγωγής της Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε. έτους 2015, που σας έχουν χορηγηθεί και τα οποία αποτελούν εξαιρετικής ποιότητας και ακρίβειας φωτογραφικό υλικό, ως μέσο και στοιχείο, μεταξύ των άλλων, αξιοποίησης κατά τη σύνταξη των υπομνημάτων.
Κατόπιν τούτων, με συσχέτιση, στον τομέα όπου έχουν ομαδοποιηθεί, των αντιρρήσεων, θα προκύπτει το αποτέλεσμα που αφορά την κάθε μία από αυτές, και τα προβλεπόμενα υπομνήματα που συντάσσει η αρμόδια υπηρεσία της Δ/νσης Δασών, και συνοδεύουν τις αντιρρήσεις, μπορούν, να συντάσσονται ομαδοποιημένα για αριθμό αντιρρήσεων, που αφορά στον ίδιο χωρικό τομέα, σύμφωνα με τα κοινά χαρακτηριστικά με τα οποία έγινε η ομαδοποίηση προς εξέτασή τους, σε ομάδες υπομνημάτων κατά χωρικό τομέα (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ 3). Σε αυτά θα υπάρχει ιδιαίτερη αναφορά σχετικά με κοινά χαρακτηριστικά της περιοχής (π.χ. κοινές μεταβολές ως προς τις χρήσεις γης, επικρατούσες κλίσεις εδάφους, υφή εδάφους, ιδιαιτερότητες της φωτοερμηνείας κ.λ.π.) ή σε περιοχές με ιδιαίτερο θεσμικό και διοικητικό καθεστώς (π.χ. διανομές του Υπ. Γεωργίας, Σχέδια Πόλεων, κ.λπ.), έτσι ώστε να διευκολύνεται η ΕΠ.Ε.Α. στη συστηματική εξέτασή τους, την επιτάχυνση και την ταχύρυθμη ροή των εργασιών της.
Τα υπομνήματα θα συνοδεύονται από κατάλογο των αντιρρήσεων που αφορούν, στον οποίο θα υπάρχει σχετική επισήμανση αναφορικά με τα , ενδεχομένως, ελλείποντα στοιχεία των αντιρρήσεων (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ 2).
Στον φάκελο, που συνοδεύει την ομάδα των αντιρρήσεων που διαβιβάζεται στην ΕΠ.Ε.Α., συμπεριλαμβάνονται οπωσδήποτε τα εξής στοιχεία:
- οι αντιρρήσεις ομαδοποιημένες σε κατά ευρύτερο χωρικό τομέα,
- το συνοδευτικό υπόμνημα που συντάσσεται από το Τμήμα Δασικών Χαρτογραφήσεων της οικείας Διεύθυνσης Δασών, με ειδικότερες φωτοερμηνευτικές αναφορές στην περιοχή, τη γενική μεταβολή των χρήσεων γης από την παλαιότερη αεροφωτογράφηση και μετά, τις διοικητικές πράξεις εποπτείας, προστασίας, διαχείρισης και ανάπτυξης αυτής από τη Δασική Υπηρεσία διαχρονικά και
- όποιο άλλο στοιχείο ελήφθη υπόψη κατά την κατάρτιση του δασικού χάρτη και επηρεάζει την απόφαση για τον χαρακτηρισμό των εκτάσεων που περιλαμβάνονται σ' αυτόν.
Για τη διευκόλυνση και επιτάχυνση της διαδικασίας εξέτασης των αντιρρήσεων, μπορεί να γίνεται τμηματική παράδοσή τους, με σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης - παραλαβής, στην ΕΠ.Ε.Α., κατόπιν συνεννοήσεως της οικείας Διεύθυνσης Δασών και του προέδρου της επιτροπής, η έναρξη δε της προθεσμίας εξέτασής τους καθορίζεται από την ημερομηνία της παράδοσης της πρώτης ομάδας αντιρρήσεων. Για την εφαρμογή αυτού ακολουθούνται τα εξής:
• Τα γενικά στοιχεία (i), (ii), (iii), (iv) και (v) όπως αυτά περιγράφονται στην παράγραφο 5.4 ΚΕΦ. 5 της 146776/2459/21.10.2016 απόφασης χορηγούνται άπαξ στην ΕΠ.Ε.Α. με την πρώτη προώθηση των αντιρρήσεων. Ο πίνακας που περιγράφεται στο στοιχείο (v) θα αναφέρεται ρητά και συγκεκριμένα στο μερικό σύνολο των ομαδοποιημένων αντιρρήσεων που κάθε φορά παραδίδονται και συνοδεύει το σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης - παραλαβής.
• Για κάθε φάκελο, που περιλαμβάνει τις ομαδοποιημένες αντιρρήσεις κατά χωρικό τομέα και το υπόμνημα του Τμήματος Δασικών Χαρτογραφήσεων της Διεύθυνσης Δασών και προωθείται στην ΕΠ.Ε.Α., θα συντάσσεται ξεχωριστό πρωτόκολλο παράδοσης - παραλαβής, κατάλληλα διαμορφωμένο σύμφωνα με την τμηματική παράδοση (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ 1).
• Η τμηματική παράδοση για το σύνολο των αντιρρήσεων θα πρέπει να ολοκληρώνεται τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν το πέρας της προθεσμίας των τεσσάρων (4) μηνών, που προβλέπεται να περαιώνεται το έργο της ΕΠ.Ε.Α.
• Στις περιπτώσεις που συστήνονται παραπάνω από μία ΕΠ.Ε.Α. ανά μονάδα δασικού χάρτη (τοπική/δημοτική κοινότητα) που αναρτάται, οι προωθούμενες αντιρρήσεις (είτε τμηματικά είτε συνολικά) θα επιμερίζονται σε κάθε μία από τις επιτροπές, κατόπιν ταυτόχρονης συνεργασίας και συνεννόησης της Διεύθυνσης Δασών με τους προέδρους τους.
Γ. Διαδικασία εξέτασης αντιρρήσεων
Κατά την εξέταση, του βάσιμου ή μη, υποβληθείσας αντίρρησης και σε πρώτο στάδιο, η ΕΠ.Ε.Α. οφείλει να εξετάζει το παραδεκτό ή όχι αυτής, δηλαδή την απόδειξη του έννομου συμφέροντος, εμπράγματου ή ενοχικού, του υποβάλλοντος την αντίρρηση για την υπό εξέταση έκταση. Η έννοια του έννομου συμφέροντος δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση της προστασίας του περιβάλλοντος, όπου ως υποχρέωση απορρέουσα απευθείας από το Σύνταγμα, έννομο συμφέρον έχει το κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ενώ αντίθετα στην περίπτωση της ανατροπής του δασικού χαρακτήρα έκτασης (αντίρρηση), απαιτείται η απόδειξη τής έννομης σχέσης με αυτή (εμπράγματης ή ενοχικής).
Ο δασικός χάρτης αναδεικνύει και οριοθετεί τις εκτάσεις στις οποίες ισχύουν και εφαρμόζονται, γενικώς, οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτό, σε συνδυασμό με τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη κατά την κατάρτισή του (παλαιότερη, πλέον πρόσφατη αεροφωτογράφηση, αρχείο δασικής υπηρεσίας, πράξεις χαρακτηρισμού, αναδασωτέες κ.λ.π.), η ΕΠ.Ε.Α. επιλαμβάνεται και κρίνει τα στοιχεία αυτά από τεχνική άποψη. Δηλαδή, παραδείγματος χάριν, κρίνει αν μια έκταση στις αεροφωτογραφίες παλαιότερης ή πλέον πρόσφατης λήψης παρουσιάζεται σαν δασική ή μη, και όχι αν συγκεντρώνει τα στοιχεία εφαρμογής εξειδικευμένων διατάξεων εντός τής δασικής νομοθεσίας, που άλλωστε δεν είναι στη διάθεσή της, και που αποτελούν αντικείμενο των ειδικών αυτών διατάξεων μετά την κύρωση του δασικού χάρτη και γενικότερα της σύνταξης του δασολογίου.
Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται η 32/2013 απόφαση του Σ.τ.Ε. σύμφωνα με την οποία «είναι αδιάφορο το είδος ή τα είδη αγρίων ξυλωδών φυτών από τα οποία αποτελούνται, δηλαδή, αν είναι δασοπονικά ή μη, εφ' όσον αποτελούν οργανική ενότητα. Και, δεύτερον, ότι η προσθήκη της λέξεως ''αναγκαία'' εντάσσεται στους ορισμούς αυτούς και δεν τους ανατρέπει, απαιτώντας μία αριθμητικώς προσδιορισμένη ελάχιστη έκταση προς δασοπονική εκμετάλλευση, κατά τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν. 998/1979, ή προς ικανοποίηση της ''κοινής λογικής'', αλλά μία έκταση που είναι πράγματι αναγκαία προκειμένου να λειτουργήσει ένα δασικό οικοσύστημα αναλόγως της θέσεως αυτού (υψομέτρου, γεωγραφικού πλάτους και μήκους) και των επικρατουσών σε αυτήν εδαφολογικών, κλιματικών και άλλων συνθηκών. Κριτήριο, λοιπόν, υπάρξεως του δασικού οικοσυστήματος είναι η οργανική ενότητα της επ' αυτού βλαστήσεως, τούτο δε κρίνεται εν όψει του είδους και της ηλικίας αυτής καθώς και της κατά τα ανωτέρω θέσεως του εδάφους επί του οποίου φύεται και των επικρατουσών σε αυτό συνθηκών».
Οι εκτάσεις που είναι κηρυγμένες ως αναδασωτέες, δεν κρίνονται (αποτελούν, άλλωστε, αυτόνομη πράξη προστασίας εκπηγάζουσα απ' ευθείας από το άρθρο 117 του Συντάγματος) για την αιτιολογική βάση της κήρυξής τους από την ΕΠ.Ε.Α. (αποτελούν αντικείμενο πρότασης άρσης και τροποποίησης με ανατροπή της αιτιολογικής βάσης), κρίνονται, όμως, για τα λοιπά στοιχεία που προκύπτουν από τον δασικό χάρτη, δηλαδή για την παλαιότερη και πλέον πρόσφατη κατάσταση που προκύπτει από τις αντίστοιχες αεροφωτογραφίες. Άρα η ΕΠ.Ε.Α. μπορεί στη διαδικασία εξέτασης των αντιρρήσεων να κρίνει τα λοιπά επιμέρους τεχνικά στοιχεία, που είναι καταχωρισμένα σ' αυτόν ως δευτερεύοντες και τριτεύοντες χαρακτηρισμοί (KATHGORAL1, KATHGORAL2) και εγγράφονται στη βάση δεδομένων, η οποία, όμως, έκταση παραμένει κηρυγμένη ως αναδασωτέα και με το χαρακτήρα ΑΝ, ανεξάρτητα από το αν η ΕΠ.Ε.Α. αποφάσισε ότι αυτή δεν αποτελούσε δάσος ή δασική είτε παλιά είτε πρόσφατα. Για τις περιπτώσεις αυτές μπορεί, στη συνέχεια, να εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο 44 παρ. 4 ν. 998/1979 όπως συμπληρώθηκε και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 36 παρ. 3 ν. 3698/2008 και το άρθρο 35 παρ. 3 ν. 4280/2014 αντίστοιχα, για την ενδεχόμενη άρση και τροποποίηση της πράξης αναδάσωσης.
Για τις περιπτώσεις των αποφάσεων κήρυξης ως αναδασωτέων εκτάσεων και των πράξεων χαρακτηρισμού, εφόσον υπάρχουν ικανά στοιχεία, μπορεί η ΕΠ.Ε.Α. να αποφαίνεται για την ορθή ή μη χωρική εφαρμογή τους.
Η ΕΠ.Ε.Α. μπορεί κατά την εξέταση των αντιρρήσεων να ακολουθεί την ομαδοποίηση κατά χωρικό τομέα, στον οποίο έχει προβεί η αρμόδια υπηρεσία της οικείας Δ/νσης Δασών, κατά την επεξεργασία τους και τη σύνταξη των σχετικών υπομνημάτων που τις συνοδεύουν. Παράλληλα, μπορεί να εκδίδει απόφαση που να αφορά στο σύνολο των ομαδοποιημένων αντιρρήσεων, με αναφορά στο περιεχόμενό της στην κάθε μια από αυτές (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ 5).
Επιπλέον, η Επιτροπή αποφαίνεται για την υπαγωγή αντίρρησης σε περίπτωση πρόδηλου σφάλματος. Για κάθε συνεδρίαση της ΕΠ.Ε.Α. συντάσσεται πρακτικό σύμφωνα με το ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ 4. Επισημαίνεται ότι ο σχεδιασμός τής εξέτασης των αντιρρήσεων γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να τηρηθεί η τετράμηνη προθεσμία ολοκλήρωσης της εξέτασής τους.
Για την ενημέρωση του κοινού και των φορέων σχετικά με τον προγραμματισμό των συνεδριάσεων της ΕΠ.Ε.Α. συντάσσεται πινάκιο με τις υποθέσεις που θα συζητηθούν και την ημερομηνία, που αναρτάται δέκα πέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν τη συνεδρίαση, πέραν από τους προβλεπόμενους χώρους, και σε οποιονδήποτε κατά την κρίση σας άλλο χώρο, ώστε να λάβει τη μεγαλύτερη δυνατή δημοσιότητα. Παράλληλα ενημερώνονται οι ενδιαφερόμενοι με τον προσφορότερο τρόπο, για την εξέταση των αντιρρήσεών τους. Κατά την εξέταση των αντιρρήσεων γίνεται ακρόαση των ενδιαφερομένων ή των τεχνικών συμβούλων τους και κατατίθενται οι απόψεις τους ή όποιο άλλο στοιχείο από πλευράς τους θα συμβάλλει στην κρίση της Επιτροπής.
Τέλος, υπενθυμίζεται ότι η εξασφάλιση της δημιουργίας των απαιτούμενων υποδομών, της στελέχωσης και της απρόσκοπτης λειτουργίας των ΕΠ.Ε.Α., αποτελεί απαρέγκλιτη αρμοδιότητα και ευθύνη των οικείων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων.
Ο Αναπληρωτής Υπουργός
Σωκράτης Φάμελλος
Πηγή: Taxheaven
19 Jan, 2018