Αριθμ. 0 ΑΤ10/Φ.51020/48217/755 Έγκριση Τροποποίησης Καταστατικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης Επικούρησης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων (ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)

Αριθμ. 0 ΑΤ10/Φ.51020/48217/755 Έγκριση Τροποποίησης Καταστατικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης Επικούρησης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων (ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)

Αριθμ. 0 ΑΤ10/Φ.51020/48217/755

(ΦΕΚ Β' 3810/30-10-2017)

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 3029/2002 «Μεταρρύθμιση Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης», (ΦΕΚ Α΄ 160/11.07.2002), όπως ισχύει.

2. Τις διατάξεις του π.δ/τος 113/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας», (ΦΕΚ Α΄ 180/29.08.2014).

3. Τις διατάξεις του π.δ/τος 125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών», (ΦΕΚ Α΄ 210/05.11.2016).

4. Τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 της υπουργικής απόφασης αριθμ. οικ. 44549/Δ9.12193 «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Αναστάσιο Πετρόπουλο», (ΦΕΚ Β΄ 2169/09.10.2015).

5. Τις διατάξεις του άρθρου 1 της υπουργικής απόφασης αριθμ. 54051/Δ9.14200/22.11.2016 (ΦΕΚ Β΄3801/ 25.11.2016).

6. Την αρ. οικ.672/13.10.2017 και την αρ. οικ 635/ 26.09.2017 Σύμφωνη Γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

7. Το αρ. 3445/17.10.2017 και το αρ. 2705/03.08.2017 έγγραφα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

8. Το υπ’ αριθμ. 2616/02.10.2017 συμβολαιογραφικό έγγραφο.

9. Την εκπονηθείσα αναλογιστική μελέτη βιωσιμότητας.

10. Το γεγονός ότι από την Απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Την έγκριση τροποποίησης του Καταστατικού του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης: ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΤΕΑ ΕΑΠΑΕ), το οποίο καταρτίσθηκε με το υπ’ αριθμ. 2616/02.10.2017 συμβολαιογραφικό έγγραφο, το οποίο συνέταξε και υπέγραψε η Συμβολαιογράφος Αθηνών Κλεοπάτρα-Μαρία Παπαρρηγοπούλου.

ΑΡΙΘΜΟΣ 2616
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΤAMEIOΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)

ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ
-------------------------------
Στην Αθήνα σήμερα στις δύο (2) του μηνός Οκτωβρίου του δύο χιλιάδες δέκα επτά (2017) έτους, ημέρα της εβδομάδας Δευτέρα, στον τρίτο όροφο των γραφείων του «ΤAMEIOΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)» που βρίσκονται στην οδό Πατησίων αριθμός 48, όπου με κάλεσαν για τη σύνταξη του παρόντος, παρουσιάστηκαν σ’ εμένα τη Συμβολαιογράφο ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ σύζυγο Ιωάννη Αμανατίδη (Α.Φ.Μ. 026510364, Δ.Ο.Υ. Α’ Αθηνών), η οποία κατοικώ στη Βούλα και εδρεύω στην Αθήνα (Αιόλου αρ. 102), oι μη εξαιρούμενoι από το νόμο:

1) ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ του Παναγιώτη και της Αναστασίας, πολιτικός μηχανικός, που γεννήθηκε στην Αθήνα το έτος 1965 και κατοικεί κατά δήλωσή του στην Αθήνα, οδός Βησσαρίωνος αριθμός 9, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Α. Πατησίων με αριθμό ΑΕ 155663, που εκδόθηκε την 5/4/2007, με Α.Φ.Μ. 033489930, Δ.Ο.Υ. Γαλατσίου,

2) ΧΑΤΖΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ του Νικολάου και της Ευαγγελίας, ιδιωτικός υπάλληλος, που γεννήθηκε στην Αθήνα το έτος 1957 και κατοικεί κατά δήλωσή του στα Βριλήσσια, οδός Δωδεκανήσου αριθμός 32, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Α. Βριλησσίων με αριθμό ΑΗ 105066, που εκδόθηκε την 26/8/2008, με Α.Φ.Μ. 027065016, Δ.Ο.Υ. Χαλανδρίου,

3) ΠΕΤΣΑΛΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ του Σταύρου και της Άννας, ιδιωτικός υπάλληλος, που γεννήθηκε στην Αθήνα το έτος 1960 και κατοικεί κατά δήλωσή του στο παλαιό Φάληρο, οδός Τσαμαδού αριθμός 13, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Α. Ομονοίας με αριθμό Χ 696233, που εκδόθηκε την 26/1/2005, με Α.Φ.Μ. 025124990, Δ.Ο.Υ Α Αθηνών,

4) ΚΥΔΩΝΗ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ του Αρσεν και της Ευγενίας σύζυγος Ιωάννη ΑΝΤΩΝΑΚΗ, ιδιωτικός υπάλληλος, που γεννήθηκε στην Αθήνα το έτος 1950 και κατοικεί κατά δήλωσή της στην Αγία Παρασκευή οδός Ξάνθου αριθμός 4, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Α. Αγίας Παρασκευής με αριθμό ΑΚ 783761, που εκδόθηκε την 11/10/2013, με Α.Φ.Μ. 068079640, Δ.Ο.Υ Αγίας Παρασκευής,

5) ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ του Παναγιώτη και της Ελένης, συνταξιούχος, που γεννήθηκε στην Αθήνα το έτος 1955 και κατοικεί κατά δήλωσή του στο Ίλιον οδός Πηλέως αριθμός 3, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Α. Ιλίου με αριθμό ΑΚ 244271, που εκδόθηκε την 7/2/2012, με Α.Φ.Μ. 020273620, Δ.Ο.Υ Αγίων Αναργύρων,

6) ΚΟΛΑΪΤΗΣ ΣΠΥΡΟΣ του Γεωργίου και της Ευαγγελίας, ασφαλιστικός υπάλληλος, που γεννήθηκε στο Αμαρούσιο το έτος 1977και κατοικεί στο Ν. Κόσμο οδός Αφών Εμμανουήλ αριθμός 7-9, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Ν. Νέου Κόσμου με αριθμό ΑΙ 057172 που εκδόθηκε την 26/8/2009, με Α.Φ.Μ. 074252906, Δ.Ο.Υ ΤΖ Αθηνών,

7) ΞΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ του Θεόκλητου και της Δέσποινας, ιδιωτικός υπάλληλος, που γεννήθηκε στο Σίδνεϋ Αυστραλίας το έτος 1967 και κατοικεί κατά δήλωσή του στην Πετρούπολη οδός Μουσών αριθμός 10, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Α. Πετρούπολης με αριθμό ΑΖ 082347, που εκδόθηκε την 28/9/2007, με Α.Φ.Μ. 037265440, Δ.Ο.Υ Περιστερίου (Β),

8) ΠΟΛΙΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ του Νικολάου και της Ελένης, συνταξιούχος, που γεννήθηκε στην Αθήνα το έτος 1951 και κατοικεί στο Χολαργό οδός Αετιδέων, αριθμός 31, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Α. Χολαργού με αριθμό ΑΙ 415689 που εκδόθηκε την 26/8/2013, με Α.Φ.Μ. 021594474, Δ.Ο.Υ. Χολαργού και

9) ΤΑΒΛΑΡΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ του Σίμου και της Καλλιόπης, ιδιωτικός υπάλληλος, που γεννήθηκε στην Αθήνα το έτος 1951 και κατοικεί κατά δήλωσή του στο Παλαιό Φάληρο οδός Μενελάου αριθμός 2-4, κάτοχος Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας του Τ.Α. Αμφιθέας με αριθμό Ρ 536622, που εκδόθηκε την 12/7/1994, με Α.Φ.Μ. 015382307, Δ.Ο.Υ. Παλαιού Φαλήρου, οι οποίοι δήλωσαν ότι ενεργούν στον παρόν με την ιδιότητά τους ο πρώτος ως Πρόεδρος, η τέταρτη ως Αντιπρόεδρος και ο δεύτερος ως Γενικός Γραμματέας και οι υπόλοιποι ως Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του «ΤAMEIOΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)», με Αριθμό Φορολογικού Μητρώου 997419018, Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας Δ’ Αθηνών, που εδρεύει στην Αθήνα (Πατησίων αριθμός 48) και έχει συσταθεί με το με αριθμό 2071/13-2-2013 συμβόλαιό μου το οποίο δημοσιεύθηκε στο με αριθμό 411/22-2-2013 Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (τ.Β΄) φωτοαντίγραφο του οποίου προσαρτάται στη με αριθμό 2098/17-4-2013 πράξη μου.

Το παραπάνω Διοικητικό Συμβούλιο συγκροτήθηκε σε σώμα την 2/9/2016, σύμφωνα με το προσαρτώμενο στο παρόν απόσπασμα πρακτικών συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου (Αριθ. Συνεδρίασης: 117).

Το παραπάνω αρχικό Καταστατικό του ΤΕΑΕΑΠΑΕ τροποποιήθηκε με το με αριθμό 2285/ 17-6-2015 πράξη μου που εγκρίθηκε με την με αριθμ. Φ.51020/34253/383/1.10.2015 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και δημοσιεύθηκε νόμιμα στο ΦΕΚ Β 2152 αντίγραφα των οποίων προσαρτώνται στο παρόν.

Το καταστατικό του εν λόγω Ταμείου δεν τροποποιήθηκε κατ’ άλλον τρόπο μέχρι σήμερα, το δε ταμείο δεν έχει λυθεί και δεν τελεί υπό εκκαθάριση ούτε έχει κηρυχθεί σε κατάσταση πτωχεύσεως ή αναγκαστικής διαχειρίσεως κατά ρητή δήλωση των εδώ εμφανισθέντων. Οι άνω εμφανισθέντες και υπό τις εκτεθείσες ιδιότητές τους και σύμφωνα με το καταστατικό αυτού ζήτησαν τη σύνταξη του παρόντος, με το οποίο δήλωσαν ότι δυνάμει των α) από 29 Ιανουαρίου 2015 (αριθμός πρακτικού 36),

β) από 4 Φεβρουαρίου 2015 (αριθμός πρακτικού 37),

γ) 24 Φεβρουαρίου 2015 (αριθμός πρακτικού 40),

δ) 12 Μαρτίου 2015 (αριθμός πρακτικού 42),

ε) από 25 Ιανουαρίου 2017 (αριθμός πρακτικού 141),

στ) από 15 Φεβρουαρίου 2017 (αριθμός πρακτικού 144) και

ζ) από 22 Ιουνίου 2017 (αριθμός πρακτικού 162) αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του παραπάνω Ταμείου, που εγκρίθηκαν δυνάμει των α) από 17 Σεπτεμβρίου 2015, β) από 30 Μαρτίου 2015, γ) από 28 Ιουνίου 2016, δ) από 2 Φεβρουαρίου 2017, ε) από 13 Μαρτίου 2017 και στ) από 29 Ιουνίου 2017, αποφάσεων του Γενικού Συμβουλίου του άνω Ταμείου προτάθηκαν και ψηφίστηκαν τροποποιήσεις άρθρων του καταστατικού του Ταμείου. Οι αποφάσεις των Συνεδριάσεων αυτών καταχωρίστηκαν στα πρακτικά Διοικητικών και Γενικών Συμβουλίων αντίστοιχα, επίσημα αντίγραφα των οποίων προσαρτώνται στην παρούσα. Με βάση τις αποφάσεις αυτές, όπως διορθώθηκαν και συμπληρώθηκαν σύμφωνα με τις υποδείξεις του Υπουργείου Απασχόλησης, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στα θέματα της αρμοδιότητάς τους, το Ταμείο τροποποιεί το καταστατικό του. Οι τροποποιήσεις αυτές έχουν εγκριθεί με την με αριθμ. ΑΤ 10/Φ 51020/591 από 27/9/2017 έγκριση της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων (αυτο. Τμήμα Επαγγελματικής Ασφάλισης), με την με αριθμ. 2705/3-8-2017 επιστολή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και την με αριθμ. 635/26.9.2017 σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής αντίγραφα των οποίων προσαρτώνται στο παρόν.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα παραπάνω: Τροποποιείται το άρθρο 2 του καταστατικού του Ταμείου.

1. Σκοπός του Ταμείου είναι:

1.1 H υποχρεωτική επικουρική ασφάλιση των αναφερόμενων στο άρθρο 3 του παρόντος προσώπων κατά των κινδύνων της αναπηρίας και του γήρατος και των μελών της οικογένειάς τους στην περίπτωση θανάτου του προστάτη ασφαλισμένου ή συνταξιούχου και προς τον σκοπό αυτό συνιστάται στο ταμείο κλάδος επικουρικής σύνταξης.

1.2. Η παροχή παιδικών κατασκηνώσεων και προς τον σκοπό αυτό συνιστάται κλάδος πρόνοιας.

2. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου που λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3 των μελών του, το Ταμείο μπορεί να ιδρύσει και άλλους κλάδους ασφαλιστικής προστασίας.

3. Κάθε κλάδος έχει οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια.

Tο άρθρο 3 παρ. 1.2.ε αντικαθίσταται ως εξής:

1.2.ε. Στους ασφαλιστικούς πράκτορες, στις εταιρείες ασφαλιστικής πρακτόρευσης, στους μεσίτες ασφαλίσεων, στις εταιρείες μεσιτείας ασφαλίσεων, στους ασφαλιστικούς συμβούλους, στους συντονιστές ασφαλιστικών συμβούλων, στους πραγματογνώμονες που διενεργούν εκτιμήσεις για λογαριασμό των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και στους νομίμους αντιπροσώπους αλλοδαπών ασφαλιστικών εταιρειών.
To άρθρο 3.2.5. αντικαθίσταται ως εξής:

2.5. Οι μη έμμισθοι ασφαλισμένοι για την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του Ταμείου υποβάλλουν τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό Παροχών.

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται ως εξής:

Η ιδιότητα του ασφαλισμένου χάνεται στις περιπτώσεις: παραίτησης, απόλυσης ή συνταξιοδότησης. Στην περίπτωση που ο ασφαλισμένος μετά την τυχόν απώλεια της ιδιότητας του ασφαλισμένου έχει δικαίωμα προαιρετικής ασφάλισης και ασφαλισθεί προαιρετικά, η ιδιότητα του ασφαλισμένου διατηρείται.

Το άρθρο 6 παρ.3 εδ. IV αντικαθίσταται ως εξής:

IV. Οι εργοδότες υποχρεούνται προς εξακρίβωση των εισφορών που οφείλουν προς το Ταμείο να επιτρέπουν σε εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους του Ταμείου (στους οποίους περιλαμβάνονται και ορκωτοί ελεγκτές) την εξέταση των μισθοδοτικών καταστάσεων, των οικονομικών τους στοιχείων (ισολογισμοί, κ.λπ.), τη χορήγηση αντιγράφων των στοιχείων αυτών προς το Ταμείο καθώς και την επιτόπιο έρευνα προς διαπίστωση της συμμόρφωσης με την υποχρέωση τους για καταβολή εισφορών. Επίσης υποχρεούνται να παρέχουν κάθε πληροφορία που μπορεί να καταστήσει ευχερή και αποτελεσματική την άσκηση του ελέγχου και την εξασφάλιση της καλής εφαρμογής του παρόντος καταστατικού των αποφάσεων της Διοίκησης του Ταμείου και των Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία και το παρόν. Εάν ο εργοδότης δεν συμμορφώνεται σε όσα ορίζονται στην παρούσα παράγραφο οι εισφορές καθορίζονται με βάση τα πλέον πρόσφορα πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία (ιδίως με βάση τις μισθοδοτικές καταστάσεις, τα οικονομικά στοιχεία που τηρεί ο εργοδότης, τα στοιχεία που αφορούν στην ασφαλιστική παραγωγή, στοιχεία που προκύπτουν από διασταυρώσεις με φορείς κοινωνικής ασφάλισης, την ΗΔΙΚΑ, το ΣΕΠΕ και άλλες δημόσιες αρχές, κ.λπ.) κατά την κρίση της Διοίκησης του Ταμείου. Στην περίπτωση αυτή το Ταμείο καλεί με εξώδικη δήλωση κοινοποιούμενη με δικαστικό επιμελητή τον εργοδότη να προσκομίσει τα στοιχεία και να δώσει εξηγήσεις εντός προθεσμίας τουλάχιστον 5 εργασίμων ημερών από την επίδοση της πρόσκλησης. Η απόφαση του ελέγχου κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη. Με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας ρυθμίζονται τα αναγκαία θέματα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται και σε ελέγχους που δεν έχουν ολοκληρωθεί.

Το άρθρο 8 παρ.1, όπως είχε τροποποιηθεί με το ν. 4254/2014, αντικαθίσταται ως εξής:

Άρθρο 8
Πόροι του Ταμείου

Πόροι του Ταμείου είναι οι εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων, οι εισφορές αναγνώρισης γάμου, οι εισφορές όσων συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλιση, κάθε είδους πρόσοδοι της περιουσίας του Ταμείου, χαριστικές ή μη καταβολές προς το Ταμείο και εν γένει κάθε άλλο νόμιμο έσοδο.

Οι εισφορές (εργοδοτικές και εργαζομένων) επί των αποδοχών έμμισθων ασφαλισμένων καταβάλλονται για αποδοχές 14 μηνών κατ’ έτος, ενώ οι εισφορές των μη έμμισθων καταβάλλονται για αποδοχές 12 μηνών κατ’ έτος. Αναλυτικότερα:

1. Οι εισφορές των εργοδοτών, όπως παρακάτω προσδιορίζονται:

1.1. Οι εισφορές των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα στην Ελλάδα, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε τρίτη χώρα που λειτουργούν στην Ελλάδα, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε κράτος-μέλος της Ε.Ε. που λειτουργούν στην Ελλάδα είτε με υποκατάστημα είτε με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών καθώς επίσης και οι εισφορές των οργανισμών δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή κοινωφελούς χαρακτήρα, οι οποίοι ασκούν δυνάμει ειδικών νόμων ή διατάξεων νόμων ή καταστατικών διατάξεων ιδιωτική επιχείρηση ασφάλισης ή αντασφάλισης ή απλώς ιδιωτική ασφάλιση καθορίζονται ως εξής:

1.1.1. Οι εισφορές των προαναφερόμενων εργοδοτών για το σύνολο των εργαζομένων, οι οποίοι υπάγονται υποχρεωτικά στο Ταμείο, υπολογίζονται από 1.1.2016 επί διπλής βάσης ως ακολούθως:

α. 6% επί της μισθοδοσίας κάθε εργαζόμενου, με όριο ανωτάτου μηνιαίου μισθού το ποσό των 1.750€,

β. ποσοστό επί της παραγωγής ασφαλίστρων για κάθε ασφαλιστικό κλάδο τον οποίο ασκούν και συγκεκριμένα: β.1. Το ισόποσο του 0,8% επί των ασφαλίστρων των ασφαλιστηρίων συμβολαίων των κλάδων πυρός, ατυχημάτων εν γένει και αυτοκινήτων. Στο βασικό κλάδο
«ατυχημάτων εν γένει» περιλαμβάνονται τα εργατικά ατυχήματα, τα προσωπικά ατυχήματα, η γενική αστική ευθύνη, η εμπιστοσύνη υπαλλήλων, η θραύση κρυστάλλων, η ληστεία και η ευθύνη εργολάβων.

β.2. Το ισόποσο του 0,4% επί των ασφαλίστρων των ασφαλιστηρίων συμβολαίων των κλάδων Μεταφορών, Θαλάσσης, Ευθύνης, Αποζημιώσεως χαλάζης, κλοπής, κτηνών, πίστεως, θραύσεως, μηχανών πλοίων και αεροσκαφών, νομικής προστασίας και ειδικών κινδύνων.
β.3. Το ισόποσο του δύο επί τοις εκατό (2%) επί των ασφαλίστρων του πρώτου μόνο έτους των ασφαλιστηρίων συμβολαίων ζωής και κεφαλαιοποίησης και πρόσθετων καλύψεων επί του αυτού ασφαλιστηρίου καθοριζομένου ανωτάτου ορίου ασφαλίστρων για τον υπολογισμό του εν λόγω ποσοστού ίσου προς έξι επί τοις εκατό (6%) επί του ασφαλιζομένου κεφαλαίου.

β.4. Το ισόποσο του 0,1% της παραγωγής των ασφαλιστηρίων συμβολαίων κλάδων ασφαλίσεων ζωής για το ποσό των ασφαλίστρων που είναι συνδεδεμένα με επενδύσεις, είτε αφορούν συμβόλαια συνδεδεμένα με επενδύσεις (unit-linked) είτε συμβόλαια του κλάδου διαχείρισης συλλογικών συνταξιοδοτικών κεφαλαίων ή οργανισμών (DAF).

β.5. Το ισόποσο του 0,4% επί των ασφαλίστρων των ασφαλιστηρίων συμβολαίων παντός κλάδου μη κατονομαζομένου στα εδάφια β.1. έως β.4.

1.1.2. Για τον προσδιορισμό της εργοδοτικής εισφοράς όσον αφορά τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε τρίτη χώρα που λειτουργούν στην Ελλάδα καθώς και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. που λειτουργούν με υποκατάστημα στην Ελλάδα καθώς επίσης και οι εισφορές των οργανισμών δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή κοινωφελούς χαρακτήρα, οι οποίοι ασκούν δυνάμει ειδικών νόμων ή διατάξεων νόμων ή καταστατικών διατάξεων ιδιωτική επιχείρηση ασφάλισης ή αντασφάλισης ή απλώς ιδιωτική ασφάλιση ισχύουν επιπλέον τα ακόλουθα:

Το συνολικό ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό των εισφορών των ως άνω ασφαλιστικών επιχειρήσεων επί των δύο βάσεων που αναφέρονται στα παραπάνω δύο εδάφια α και β της παρ. 1.1.1. του παρόντος άρθρου, αθροίζεται και διαιρείται δια του ποσού της συνολικής ετήσιας μισθοδοσίας των εργαζομένων αυτών των επιχειρήσεων, οι οποίοι υπάγονται υποχρεωτικά στο Ταμείο. Το ποσοστό που προκύπτει, ως ποσοστό επί της συνολικής μισθοδοσίας των ως άνω ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως προηγουμένως προσδιορίζεται, (ενιαίο ποσοστό) χρησιμοποιείται προκειμένου να υπολογίζει καθεμία από αυτές τις εργοδοτικές επιχειρήσεις τις εισφορές που οφείλει υπέρ του ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ. Οι ετήσιες εισφορές καθεμίας ασφαλιστικής επιχείρησης ισούνται με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του ενιαίου ποσοστού επί της συνολικής ετήσιας μισθοδοσίας των εργαζομένων της, οι οποίοι υπάγονται υποχρεωτικά στο Ταμείο.

Η τιμή του παραπάνω ποσοστού δεν μπορεί να υπερβαίνει τα παρακάτω όρια:

1. Για τα έτη 2016-2020 την τιμή του 12%.

2. Για τα έτη 2021-2025 την τιμή του 11%.

3. Για τα έτη 2026 και μετά την τιμή του 8%.

Οι εκπρόσωποι των εργοδοτών και των εργαζομένων διατηρούν το δικαίωμα να θέσουν σε επαναδιαπραγμάτευση την τιμή του 8% για την περίοδο από 1.1.2026 και μετά ανάλογα με τις τότε συνθήκες. Η αλλαγή του ποσοστού θα γίνει με κοινή συμφωνία εργοδοτών και εργαζομένων.

1.1.3 Ο υπολογισμός των εισφορών των εργοδοτών, όπως αναλύεται στα παραπάνω εδάφια α και β της παρ. 1.1.1. του παρόντος άρθρου γίνεται από το Ταμείο σε ετήσια βάση με στοιχεία μισθοδοσίας και παραγωγής του έτους για το οποίο καταβάλλονται.

Ο τρόπος υπολογισμού των μηνιαίων καταβολών και της τελικής ετήσιας οφειλόμενης εργοδοτικής εισφοράς περιγράφεται στο άρθρο 10 του παρόντος.

1.1.4. Η σύμφωνα με τα εδάφια της παραγράφου 1.1. του παρόντος άρθρου οριζόμενη, εργοδοτική εισφορά, δεν δύναται να είναι μικρότερη από αυτήν των έμμισθων εργαζομένων.

1.2. Η ποσοστιαία εργοδοτική εισφορά των ημεδαπών ασφαλιστικών εταιρειών που διατηρούν υποκαταστήματα ή πρακτορεία στην αλλοδαπή ορίζεται ίση με 6% επί του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών των υπαλλήλων τους που έχουν την ελληνική ιθαγένεια και υπηρετούν στα υποκαταστήματα ή πρακτορεία αυτών στην αλλοδαπή, εφόσον έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι την 31.12.1992 (παλαιοί ασφαλισμένοι). Οι εταιρείες αυτές απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής ποσοστιαίας επί των ασφαλίστρων εργοδοτικής εισφοράς επί της ασφαλιστικής παραγωγής τους την οποία πραγματοποιούν στα Υποκαταστήματα ή Πρακτορεία τους στην αλλοδαπή.

1.3. Η εργοδοτική εισφορά των αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα ορίζεται ίση με 6% των μηνιαίων αποδοχών των εμμίσθων υπαλλήλων αυτών που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι την 31.12.1992 (παλαιοί ασφαλισμένοι).

1.4. Η εργοδοτική εισφορά των υπαλλήλων ασφαλιστικών πρακτόρων, ασφαλιστικών συμβούλων, μεσιτών ασφαλίσεων, συντονιστών ασφαλιστικών συμβούλων και πραγματογνωμόνων ορίζεται ίση με 4% των μηνιαίων αποδοχών των έμμισθων υπαλλήλων τους που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι την 31.12.1992 (παλαιοί ασφαλισμένοι).

1.5. Η εργοδοτική εισφορά, των υπό 1.2, 1.3 και 1.4 εργοδοτών, για τους νέους ασφαλισμένους (μετά την 1.1.1993) αντιστοιχεί στο 3% επί των πάσης φύσεως αποδοχών τους, χωρίς αυτές να υπερβαίνουν το ποσόν των 5.860,80 ευρώ. Το ποσό αυτό αναπροσαρμόζεται με απόφαση του ΔΣ του Ταμείου με βάση αναλογιστική μελέτη και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της ΕΑΑ.

2. Μηνιαία εισφορά των ασφαλισμένων που έχει ως εξής:

2.1. Μηνιαία εισφορά του έμμισθου παλαιού ασφαλισμένου (έως την 31.12.1992) ίση με το 4% επί των πάσης φύσεως αποδοχών υπό τον περιορισμό του ανωτάτου ορίου (πλαφόν),όπως αυτό περιγράφεται στο άρθρο 9 παρ. Α.1.

2.2. Μηνιαία εισφορά του έμμισθου νέου ασφαλισμένου (μετά την 1.1.1993) ίση με 3% επί των πάσης φύσεως αποδοχών του, χωρίς αυτές να υπερβαίνουν το ποσόν των 5.860,80 ευρώ. Το ποσό αυτό αναπροσαρμόζεται με απόφαση του ΔΣ του Ταμείου με βάση αναλογιστική μελέτη και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της ΕΑΑ.

2.3. Μηνιαία εισφορά του μη έμμισθου παλαιού ασφαλισμένου (έως την 31.12.1992) ίση με 6% επί του μέσου όρου των μηνιαίων ακαθάριστων εσόδων της τελευταίας διετίας, υπό τον περιορισμό του ανωτάτου ορίου (πλαφόν) που αναλύεται στο άρθρο 9 παρ. Α 1 του παρόντος.

Μετά τη συμπλήρωση της διετίας και ανά διετία με απόφαση του Ταμείου σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα από τον ασφαλισμένο στοιχεία καθορίζεται το ποσό επί του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές της επόμενης διετίας.

2.4. Μηνιαία εισφορά του μη έμμισθου νέου ασφαλισμένου (μετά την 1.1.1993) ίση με 6% επί των ασφαλιστικών κατηγοριών του παρακάτω Πίνακα.

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ Ποσό σε ΕΥΡΩ Εισφορά σε ΕΥΡΩ
693,35 41,60
852,63 51,16
1.010,86 60,65
1.168,60 70,12
1.319,65 79,18
1.435,66 86,14
1.547,81 92,87
1.659,99 99,60
1.772,15 106,33
10η 1.884,34 113,06
11η 1.996,51 119,79
12η 2.108,67 126,52
13η 2.220,85 133,25
14η 2.333,02 139,98


Ο υπολογισμός γίνεται επί της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας και ο ασφαλισμένος δικαιούται να επιλέξει υψηλότερη.

3. Εισφορά όσων συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλιση και αναλυτικά:

3.1. Όσοι νέοι ασφαλισμένοι συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στο Ταμείο καταβάλλουν κατά μήνα εισφορά ύψους 6% οι μεν έμμισθοι επί του μέσου όρου του μισθού του τελευταίου έτους πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής τους ασφάλισης, οι δε μη έμμισθοι 6% επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας επί της οποίας κατέβαλε ασφαλιστικές εισφορές ο ασφαλισμένος κατά την διακοπή της ασφάλισης..

3.2 Όσοι παλαιοί ασφαλισμένοι συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στο Ταμείο καταβάλλουν οι μεν έμμισθοι εισφορά ύψους 8% επί των αποδοχών τους κατά την ημερομηνία διακοπής της ασφάλισης, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να υπολείπονται από τις εισφορές που καθορίζονται με την οικεία ΣΣΕ με τα αυτά προσόντα και έτη υπηρεσίας ούτε να υπερβαίνουν το ανώτατο όριο (πλαφόν) όπως αναλύεται στο άρθρο 9 παρ. Α 1 του παρόντος, οι δε μη έμμισθοι καταβάλλουν το 6% επί του ποσού επί του οποίου υπολογίζεται η ασφαλιστική εισφορά κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Οι εισφορές αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τη μεταβολή του οριζόμενου ανωτάτου ορίου αποδοχών για τον υπολογισμό των εισφορών.

4. Η εισφορά αναγνώρισης γάμου/συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης, η οποία είναι ίση με την κράτηση των τακτικών αποδοχών ενός μηνός κάθε έγγαμου ασφαλισμένου, κατά την ημερομηνία δήλωσης του γάμου/ συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης στο Ταμείο, με τους περιορισμούς του άρθρο 9 παρ. Α του παρόντος. Προκειμένου περί μη έμμισθου ασφαλισμένου η κράτηση είναι ίση με το ποσό της κλάσης στην οποία υπάγεται, κατά την ημερομηνία δήλωσης του γάμου/συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης στο Ταμείο. Εφόσον και ο σύζυγος και η σύζυγος ή οι συμβαλλόμενοι στο σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης τυγχάνουν ασφαλισμένοι του Ταμείου, η ως άνω εισφορά καταβάλλεται εξ ημισείας από τον καθένα από αυτούς, με βάση τις μεγαλύτερες τακτικές αποδοχές, του ή της συζύγου. Στην περίπτωση επόμενου γάμου/συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης παρακρατείται το μισό της εισφοράς. Η εισφορά αναγνώρισης γάμου καταβάλλεται είτε εφάπαξ είτε σε 50 ισόποσες δόσεις.

5. Κάθε είδους πρόσοδοι της περιουσίας του Ταμείου 6 Κάθε είδους χαριστικές ή μη καταβολές προς το Ταμείο.

7. Κάθε άλλο νόμιμο έσοδο, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η καταβολή πρόσθετων εργοδοτικών εισφορών.

Στο άρθρο 9 αναδιατυπώνεται η παρ. 2 ως κατωτέρω Β. Των μη έμμισθων
……….

2. Για τον υπολογισμό των μηνιαίων εισφορών των μη έμμισθων νέων ασφαλισμένων (μετά την 1.1.1993) λαμβάνονται υπόψη οι ασφαλιστικές κατηγορίες του άρθρoυ 8 παρ. 2.4. Τα ποσά αυτά μπορεί να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του ΔΣ μετά από αναλογιστική μελέτη και τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής. Ο υπολογισμός γίνεται επί της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας και ο ασφαλισμένος δικαιούται να επιλέξει την υψηλότερη.

Το άρθρο 10 παρ.1 αντικαθίσταται ως εξής:

Άρθρο 10
Καταβολή των εργοδοτικών εισφορών και των εισφορών των εμμίσθων

1. Το προϊόν εκάστου μηνός των υπό το άρθρο 8 του παρόντος καταστατικού οριζομένων εργοδοτικών εισφορών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων της παρ. 1.1 του ιδίου άρθρου καταβάλλεται στο Ταμείο ως εξής:

1.1. Η προσδιοριζόμενη στο άρθρο 8 παρ. 1.1.1. εδ. α (6% επί της μισθοδοσίας με όριο ανώτατου μηνιαίου μισθού το ποσό των € 1.750) καταβάλλεται, μαζί με την εργατική εισφορά, μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, από τον μήνα επί της μισθοδοσίας του οποίου υπολογίζεται.

1.2. Η προσδιοριζόμενη στο άρθρο 8 παρ. 1.1.1. εδ. β εισφορά επί παραγωγής καταβάλλεται το αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη λήξη εκάστου μηνός από τις ως άνω επιχειρήσεις και οργανισμούς. Οι παραπάνω επιχειρήσεις και οργανισμοί υποβάλλουν στο Ταμείο, το αργότερο εντός σαράντα (40) ημερών από τη λήξη κάθε μήνα, κατάσταση που περιέχει τα ασφάλιστρα και αντασφάλιστρα (εσωτερικού/εξωτερικού), που πραγματοποιήθηκαν μέσα στο μήνα, καθαρά από τις εν τω μεταξύ ακυρώσεις, ξεχωριστά κατά κλάδο ασφάλισης (σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1.1.1. του παρόντος).

2. Ειδικότερα για τους εργοδότες που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 1.1.2 ισχύουν τα ακόλουθα:

2.1 Οι υπόχρεοι εργοδότες αποστέλλουν μέχρι το τέλος Ιανουαρίου κάθε έτους τα συνολικά ετήσια στοιχεία μισθοδοσίας και παραγωγής του προηγούμενου έτους σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1.1.1. του παρόντος. Το Ταμείο υπολογίζει βάσει αυτών των στοιχείων και σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1.1.2 του παρόντος, το ποσοστό επί της ετήσιας συνολικής μισθοδοσίας των υπαγόμενων στο Ταμείο εργαζομένων, το οποίο χρησιμοποιείται για τον προκαταρκτικό υπολογισμό των εργοδοτικών εισφορών τρέχοντος έτους, τις οποίες οφείλουν να καταβάλουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παρ. 1.1.2 του παρόντος.

Επίσης, κάθε μήνα αποστέλλουν τα στοιχεία της συνολικής μισθοδοσίας του προηγούμενου μήνα, των υπαγομένων στην ασφάλιση του Ταμείου εργαζομένων. Η συνολική μισθοδοσία αποτελείται από τις μικτές τακτικές και έκτακτες αμοιβές.

Για τον υπολογισμό των εργοδοτικών εισφορών τρέχοντος έτους αφαιρούνται έξι (6) μονάδες από το ποσοστό που έχει υπολογίσει το Ταμείο σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο και το υπόλοιπο ποσοστό πολλαπλασιάζεται επί τη συνολική μηνιαία μισθοδοσία των υπαγομένων στο Ταμείο εργαζομένων κάθε ασφαλιστικής επιχείρησης. Το ποσό που προκύπτει από αυτόν τον υπολογισμό καταβάλλεται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, μαζί με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του εδ. α του άρθρου 8 παρ.
1.1.1. του παρόντος.

2.2 Οι υπόχρεοι εργοδότες υποβάλλουν στο Ταμείο τα τριμηνιαία και ετήσια στοιχεία παραγωγής, από τις καταστάσεις που υποβάλλουν στην αρμόδια εποπτική αρχή των ασφαλιστικών εταιριών. Η υποβολή αυτών προς το Ταμείο γίνεται ταυτόχρονα με την υποβολή αυτών στην αρμόδια εποπτική αρχή. Επιπλέον και στους ίδιους χρόνους υποβάλλουν αναλυτικά στοιχεία παραγωγής για όλους τους κλάδους, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.1.1.1. Το Ταμείο, άμεσα μετά την λήψη των παραπάνω στοιχείων, υπολογίζει βάσει των στοιχείων, παραγωγής και μισθοδοσίας, το τελικό ενιαίο ποσοστό σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παρ. 1.1.2 του παρόντος. Με βάση αυτό οριστικοποιεί τις οφειλόμενες εργοδοτικές εισφορές του προηγούμενου έτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του παρόντος. Εφόσον το ποσό των οφειλομένων, για το προηγούμενο έτος, εργοδοτικών εισφορών είναι μεγαλύτερο αυτού που έχουν ήδη καταβάλει οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τότε καταβάλλουν τη διαφορά εντός ενός μηνός από τη σχετική ειδοποίηση του Ταμείου. Εάν είναι μικρότερο, το Ταμείο επιστρέφει εντός μηνός το επιπλέον ποσό στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

2.3 Στην περίπτωση που εργοδότης ή εργοδότες δεν αποστέλλουν ή καθυστερούν να αποστείλουν τα απαραίτητα στοιχεία παραγωγής και μισθοδοσίας, το Ταμείο δικαιούται να ζητήσει από την Εποπτική Αρχή τα στοιχεία παραγωγής και παράλληλα να προβεί σε έλεγχο στην/ ις εταιρία/ες, ασκώντας τα νόμιμα δικαιώματά του. Επιπλέον, το Ταμείο υπολογίζει το προσδιοριζόμενο στο άρθρο 8 παρ. 1.1.2 ενιαίο ποσοστό με βάση τα στοιχεία που διαθέτει από τους εργοδότες που έχουν αποστείλει τα απαραίτητα στοιχεία και εφαρμόζει αυτό το ενιαίο ποσοστό που έχει προκύψει και για την/τις εταιρία/ες που δεν έχει/ουν αποστείλει εγκαίρως ή καθόλου στοιχεία. Εφόσον αποσταλούν εκ των υστέρων τα στοιχεία αυτά, το εν λόγω ποσοστό επαναπροσδιορίζεται το αργότερο εντός πενταετίας κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης στις αρχές του επομένου έτους.

3. Διευκρινίζεται ότι τα υποβαλλόμενα από τις εργοδότριες εταιρίες στοιχεία παραγωγής σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1.1.1. περιλαμβάνουν ανάλυση των στοιχείων παραγωγής κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το Ταμείο να ελέγχει την ορθή εφαρμογή των διαφορετικών συντελεστών υπολογισμού των εργοδοτικών εισφορών ανά κατηγορία ασφαλίστρων.

Το άρθρο 10 παρ. 6 αντικαθίσταται ως εξής:

6. Οι εργοδότες υποχρεούνται να παρέχουν αμέσως στο Ταμείο κάθε πληροφορία που τους ζητείται από το Ταμείο προκειμένου να είναι ευχερής και αποτελεσματικός ο έλεγχος του Ταμείου όσον αφορά στην υπαγωγή στην ασφάλιση, στην κανονική πληρωμή των εισφορών και συνεισφορών. Στην περίπτωση άρνησής τους ή καθυστέρησης της συμμόρφωσής τους εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 παρ. 3 περ. ΙV του παρόντος Στο τέλος του άρθρου 14 προστίθεται εδάφιο 5 ως εξής:
«Σε περίπτωση που κενωθεί στη διάρκεια της θητείας του Δ.Σ. θέση αξιωματούχου, η κενή θέση συμπληρώνεται με την ίδια ως άνω διαδικασία».

Το άρθρο 16 παρ. 3.2 αντικαθίσταται ως εξής:

Άρθρο 16
[Προστίθεται δεύτερο εδάφιο στο τέλος της παρ. 3.2]

3.2 Καθορίζει την επενδυτική πολιτική για τα κεφάλαια του Ταμείου, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπουργικής απόφασης 51010/ΟΙΚ1893-15/23-1-2015 (ΦΕΚ 178 Β΄), αποφασίζει για τον Κανονισμό Επενδύσεων του Ταμείου και φροντίζει για την τήρησή του καθώς και για την σύσταση Επενδυτικής Επιτροπής που θα απαρτίζεται από εξειδικευμένους έμπειρους επαγγελματίες στον τομέα των επενδύσεων, η οποία έχει όλες τις αρμοδιότητες που προβλέπει η παραπάνω υπουργική απόφαση. Για αποφάσεις που αφορούν μη συνήθεις επενδύσεις, όπως προβλέπεται από τον Κανονισμό Επενδύσεων του ταμείου, και για τον καθορισμό της έννοιας των μη συνήθων επενδύσεων απαιτείται η θετική ψήφος των εκπροσώπων της ΕΑΕΕ. Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται η θετική ψήφος των εκπροσώπων της ΕΑΕΕ για τις αποφάσεις που αφορούν στη συμμετοχή του Ταμείου στη Συνεταιριστική Τράπεζα Ηπείρου.
Στο άρθρο 16 παρ. 3.2. στο τέλος προστίθεται η φράση «Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς».
Στο άρθρο 16 παρ. 3.3. Μετά τη λέξη ορίζει προστίθενται οι λέξεις «και παύει» και προστίθεται στο τέλος η φράση.» Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή».
Στο άρθρο 16 παρ. 3.4. προστίθεται στο τέλος η φράση «Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς».
Στο άρθρο 16 παρ. 3.5. προστίθεται στο τέλος η φράση «μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής».
Στο άρθρο 16 παρ. 3.11. προστίθεται στο τέλος η φράση «την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία»
Στο άρθρο 16 παρ. 3.14 προστίθεται στο τέλος η φράση μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
Στο άρθρο 16 παρ. 3.23 ο αριθμός 20 αντικαθίσταται από τον αριθμό «15 παρ. 9»
Στο άρθρο 16 παρ. 3.31 ο αριθμός 39 αντικαθίσταται από τον αριθμό 40.
Στο άρθρο 16 παρ. 3.32 ο αριθμός 40 αντικαθίσταται από τον αριθμό 41.
Στο άρθρο 16 παρ. 3.33 ο αριθμός 41 αντικαθίσταται από τον αριθμό 42.
Στο άρθρο 18 παρ. 2 διαγράφονται οι λέξεις: «Συνυπογράφει ….μέχρι …..Ταμείου».
Στο άρθρο 19 παρ. 1 α μετά τις λέξεις «οποιοδήποτε συναφές προς τα προηγούμενα αδίκημα προστίθενται οι λέξεις: «και για παράβαση ασφαλιστικής και εργατικής νομοθεσίας».
Στο άρθρο 20 παρ. 2 oι λέξεις «εντός διμήνου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «εντός εξαμήνου».
Στην παρ.4 ο αριθμός 38 αντικαθίσταται από τον αριθμό 39
Στo άρθρο 21 μετά τις λέξεις «…στη λειτουργία του Ταμείου» προστίθενται οι λέξεις: «Τα καθήκοντα του Διευθυντή και του Διευθύνοντα Συμβούλου μπορούν να ασκούνται από ένα πρόσωπο».

To άρθρο 22 στοιχείο Α και Β αναδιατυπώνεται ως εξής:

ΑΡΘΡΟ 22
Προϋποθέσεις θεμελίωσης δικαιώματος συνταξιοδότησης

Οι ασφαλισμένοι στο Ταμείο δικαιούνται να συνταξιοδοτηθούν, εφόσον θεμελιώνουν αντίστοιχο δικαίωμα συνταξιοδότησης στον φορέα κύριας ασφάλισής τους για την αυτή αιτία και έχουν συμπληρώσει τις προϋποθέσεις ηλικίας και χρόνου ασφάλισης που προβλέπει η νομοθεσία αυτού. Ειδικότερα:

Α. Συνταξιοδότηση λόγω γήρατος

1. Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου δικαιούνται πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος, εφόσον συνταξιοδοτηθούν από τον φορέα κύριας ασφάλισης, έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον 4.500 ημέρες ασφάλισης (ΗΑ) στο Ταμείο ή σε οποιοδήποτε φορέα υποχρεωτικής επικουρικής ασφάλισης και έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας για πλήρη σύνταξη στον φορέα κύριας ασφάλισης, εκτός αν ο οργανισμός κύριας ασφάλισης χορηγεί τη σύνταξη άνευ ορίου ηλικίας ή με μειωμένο όριο ηλικίας ή ο ασφαλισμένος έχει θεμελιώσει το δικαίωμα στην κύρια σύνταξη με τις προϋποθέσεις που ίσχυαν μέχρι την 31.12.2012. Στην περίπτωση που ο ασφαλισμένος έχει λάβει μειωμένη σύνταξη από τον φορέα κύριας ασφάλισης πρέπει να έχει συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας του, εκτός αν η κύρια σύνταξη του χορηγήθηκε ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας ή με μειωμένο όριο ηλικίας ή με προϋποθέσεις που ίσχυαν μέχρι την 31.12.2012. Η σύνταξη μειώνεται κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται μέχρι και το όριο ηλικίας για πλήρη σύνταξη.

Για τη χορήγηση μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος απαιτείται ενεργός ασφαλιστικός δεσμός, ο οποίος ορίζεται σε 100 ΗΑ ανά έτος την τελευταία πενταετία πριν από την αίτηση ή πριν από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται.

Β. Συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας

Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου δικαιούνται σύνταξη λόγω αναπηρίας, εφόσον συνταξιοδοτηθούν από τον φορέα κύριας ασφάλισης λόγω αναπηρίας και υπό τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

1. Από κοινή νόσο

Ο ασφαλισμένος στο Ταμείο μετά τη διακοπή του επαγγέλματος λόγω κοινής νόσου δικαιούται να συνταξιοδοτηθεί λόγω αναπηρίας εάν έγινε ανάπηρος και έχει πραγματοποιήσει 4.500 ΗΑ οποτεδήποτε ή 1500 από τις οποίες οι 600 την τελευταία 5ετία πριν από την επέλευση της αναπηρίας.

2. Από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική νόσο

Οι ανωτέρω χρονικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας δεν απαιτείται να συντρέχουν αν η αναπηρία επήλθε λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής νόσου. Εφόσον όμως η αναπηρία προήλθε από ατύχημα εκτός εργασίας οι χρονικές προϋποθέσεις που ορίζονται για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο μειώνονται στο ήμισυ.

Δεν δικαιούται σύνταξη αναπηρίας ο ασφαλισμένος που κατέστη ανάπηρος από πρόθεση ή διέπραξε κακούργημα (σε σχέση με την αναπηρία του) και αποδεικνύεται η ενοχή του με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Το στοιχείο Γ του άρθρου 22 αντικαθίσταται ως εξής:

Γ. Συνταξιοδότηση επιζώντων

Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του Ταμείου δικαιούνται σύνταξη τα μέλη της οικογένειάς του με την προυπόθεση ότι αυτά συνταξιοδοτούνται για την αιτία αυτή από τον φορέα κύριας κοινωνικής ασφάλισης. Επί θανάτου ασφαλισμένου για τη χορήγηση της σύνταξης απαιτούνται 1500 ημέρες ασφάλισης στο Ταμείο ή σε οργανισμό επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης εκ των οποίων οι 300 κατά την τελευταία πενταετία πριν από το θάνατο.

Το ποσό της σύνταξης των δικαιούχων λόγω θανάτου υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που ελάμβανε ο θανών συνταξιούχος λόγω γήρατος ή αναπηρίας ή θα εδικαιούτο ο θανών ασφαλισμένος και επί αναπηρίας αν κατά την ημερομηνία θανάτου του είχε καταστεί ανάπηρος σε ποσοστό 80%, και ορίζεται ως ποσοστό αυτής ως εξής: για τον επιζώντα σύζυγο ποσοστό 60% της βασικής σύνταξης για κάθε τέκνο ποσοστό 20% της βασικής σύνταξης.

Το σύνολο των συντάξεων του χήρου ή της χήρας και των τέκνων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντα, εάν συμβαίνει αυτό η σύνταξη κάθε δικαιοδόχου μειώνεται αναλόγως.

Το άρθρο 25 παρ. 7 αναδιατυπώνεται ως εξής: Η καταβολή της σύνταξης γήρατος:

7.1 Αναστέλλεται εάν ο συνταξιούχος απασχολείται σε εργασία ασφαλιστέα στο Ταμείο.

7.2 Αναστέλλεται εάν ο συνταξιούχος εργάζεται χωρίς τούτο να προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία με παράλληλη απόληψη όλης ή τμήματος της σύνταξής του.

7.3 Διακόπτεται σε όποια ανάλογη περίπτωση διακόπτεται η σύνταξη από τον Κύριο Φορέα Ασφάλισης.

Το άρθρο 25 παρ. 8 αναδιατυπώνεται ως εξής: Η καταβολή της σύνταξης αναπηρίας:

8.1 Αναστέλλεται εφόσον ο συνταξιούχος απασχολείται σε εργασία ασφαλιστέα στο Ταμείο.

8.2 Αναστέλλεται εφόσον ο συνταξιούχος παρέχει οποιαδήποτε άλλη εργασία και κρίνεται ασφαλιστικά ικανός, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

8.3 Διακόπτεται σε όποια ανάλογη περίπτωση διακόπτεται η σύνταξη από τον Κύριο Φορέα Ασφάλισης.

Στο άρθρο 27 παρ. 2.3. στην 1η περίοδο, διαγράφονται οι φράσεις: «για κάθε αναγνωριζόμενο μήνα εισφοράς….. μέχρι …. υποβολής της αίτησης» και αντικαθίστανται με τη φράση: «του αναλογιστικά ισοδύναμου για κάθε αναγνωριζόμενο μήνα ποσού», όπως αυτό καθορίζεται από τον αναλογιστή του Ταμείου και αναδιατυπώνεται ως εξής:

«2.3. Η εξαγορά της αναγνωριζομένης προϋπηρεσίας της παρ. 2.1.1. του παρόντος άρθρου και κάθε άλλου χρόνου στην περίπτωση που δεν ορίζεται διαφορετικά από γενικές διατάξεις, γίνεται με την καταβολή του αναλογιστικού ισοδύναμου για κάθε αναγνωριζόμενο μήνα ποσού, όπως αυτό καθορίζεται με βάση τεχνικό σημείωμα του αναλογιστή του Ταμείου».

Στο άρθρο 28 παρ. 1.2. πρώτη περίπτωση (bullet) προστίθενται οι λέξεις:
«επί των οποίων βεβαιώθηκαν ασφαλιστικές εισφορές».

Στο άρθρο 28 παρ. 1.3. πρώτη περίπτωση (bullet) αντικαθίσταται η λέξη καταβλήθηκαν από τη λέξη «βεβαιώθηκαν».

Στο άρθρο 28 παρ. 1.3. δεύτερη περίπτωση (bullet) αντικαθίσταται η λέξη π.δ. 169/1993 από τις λέξεις «παρόν καταστατικό».

Το άρθρο 28 παρ. 5 προστίθεται δεύτερο εδάφιο στο τέλος της παρ. 5 και αντικαθίσταται ως εξής:

5. Τα ποσά των συντάξεων που προκύπτουν από τις παραπάνω διατάξεις δεν είναι εγγυημένα αλλά αποτελούν στόχο του Ταμείου. Οι καταβαλλόμενες συντάξεις αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ετήσιας αναλογιστικής μελέτης μετά τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής. Οι αναπροσαρμογές των συντάξεων και των αντιστοίχων προβλέψεων εφαρμόζονται οριζόντια και κατά το αυτό ποσοστό σε όλους τους ασφαλισμένους του Ταμείου (παλιούς και νέους). Η οριζόντια αναπροσαρμογή εφαρμόζεται από την 1.2.2017, όπως προβλέπεται στην από 6.9.2016 αναλογιστική μελέτη του Ταμείου (και με τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής η οποία κοινοποιήθηκε στο Ταμείο την 12.1.2017) και εφεξής, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της εκάστοτε ετήσιας αναλογιστικής μελέτης, τις αποφάσεις του Δ.Σ. και τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Στο άρθρο 32 δεύτερη σειρά προστίθεται η φράση:

«σύμφωνα με τις διατάξεις της υπουργικής απόφασης 51010/ΟΙΚ1893/ 15/23/1/2015 (ΦΕΚ 178 Β΄)» και αναδιατυπώνεται ως εξής:

ΑΡΘΡΟ 32
Τρόπος επένδυσης Μαθηματικού Αποθέματος

1. Για την κάλυψη του μαθηματικού αποθέματος με ασφαλιστική τοποθέτηση, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου αποφασίζει σύμφωνα με τις διατάξεις της υπουργικής απόφασης 51010/ΟΙΚ1893/15/23-1-2015 (ΦΕΚ 178 Β΄) για τη διαχείριση των επενδύσεων του Κλάδου επικουρικής σύνταξης την οποία μπορεί είτε να αναλάβει το ίδιο, είτε να αναθέσει σε διαχειριστές επενδύσεων και θεματοφύλακες, οι οποίοι κατέχουν τις απαιτούμενες από τη νομοθεσία άδειες, σε κάθε όμως περίπτωση στο πλαίσιο των προβλεπομένων από τον Κανονισμό Επενδύσεων του Ταμείου.

Στο άρθρο 32 παρ. 3 ο αριθμός 34 αντικαθίσταται από τον αριθμό 35.

Προστίθεται κεφάλαιο πέμπτο με τίτλο «Κλάδος Πρόνοιας» και άρθρο 34 που έχει ως εξής:

Άρθρο 34
Παιδικές κατασκηνώσεις

1. Σκοπός του κλάδου πρόνοιας είναι η αποστολή παιδιών των ασφαλισμένων, των συνταξιούχων και των υπαλλήλων του Ταμείου σε παιδικές κατασκηνώσεις του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ ή Οργανισμών Κοινωφελούς Χαρακτήρα ή ιδιωτών κατά τη θερινή περίοδο.

2. Το Δ.Σ. αποφασίζει για τον αριθμό και την ηλικία των παιδιών που θα σταλούν σε παιδικές κατασκηνώσεις, τη διάρκεια παραμονής τους, τον τρόπο επιλογής τους καθώς και για λοιπές αναγκαίες λεπτομέρειες. Επίσης αποφασίζει για τον τρόπο και το κόστος συνεργασίας και την επιλογή των κατασκηνώσεων, μέσω μειοδοτικού διαγωνισμού στην περίπτωση των ιδιωτικών κατασκηνώσεων, λαμβάνοντας υπόψη τους Κανονισμούς του Ταμείου και παράλληλα επιδιώκοντας την ποιοτική και ποσοτική ικανοποίηση των αναγκών.

3. Τα έσοδα του κλάδου πρόνοιας αντιστοιχούν στο 1,5% των ετησίων εισφορών του Ταμείου με ανώτατο όριο το ποσό των 200.000 ευρώ.
Δύναται η παροχή παιδικών κατασκηνώσεων να χρηματοδοτείται με πρόσθετες εισφορές εργαζομένων ή άλλους πόρους.
Οι παροχές του κλάδου και τα πιθανά έξοδά του δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τα συνολικά του έσοδα.
[Ακολουθεί αναρίθμηση των κεφαλαίων και των άρθρων μετά το πέμπτο κεφάλαιο και το άρθρο 34]

Το άρθρο 35 (παλαιό άρθρο 34) αντικαθίσταται ως εξής:

Άρθρο 35
Δαπάνες λειτουργίας

1. Μέχρι και το 2016 το Ταμείο καλύπτει τις δαπάνες λειτουργίας του από τον τροφοδότη λογαριασμό. Τα λειτουργικά έξοδα του Ταμείου τηρούνται σε χωριστό λογαριασμό στο λογιστήριο. Το ύψος των δαπανών λειτουργίας ορίζεται ετησίως και αναπροσαρμόζεται με απόφαση του ΔΣ, σύμφωνα με τα πορίσματα της ετήσιας αναλογιστικής μελέτης. Σε κάθε περίπτωση οι δαπάνες λειτουργίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 1,5% επί των ετησίων συνολικών εισφορών. Ειδικότερα όμως: α) Για τα δύο πρώτα έτη της λειτουργίας του Ταμείου οι δαπάνες δύνανται να ανέλθουν μέχρι το 1,8% επί των ετησίων συνολικών εισφορών. β) Για τα έτη 2015 και 2016 οι δαπάνες λειτουργίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το ποσό των οκτακοσίων εξήντα πέντε χιλιάδων (865.000) ευρώ. Εφόσον το παραπάνω ποσό δεν επαρκεί για την κάλυψη των δαπανών επιτρέπεται η υπέρβασή του με αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. και κατόπιν έγκρισης της ΕΑΑ.

Από την 1/1/2017 οι δαπάνες λειτουργίας του Ταμείου καλύπτονται από ειδικό λογαριασμό που τηρεί το Ταμείο για τον σκοπό αυτό και δημιουργείται αποθεματικός λογαριασμός εξόδων. Τα έσοδα αυτού του λογαριασμού αντιστοιχούν σε ποσοστό 3,1% επί των εισφορών που θα εισπράττει το Ταμείο μετά την 1/1/2017. Οποιαδήποτε έκτακτη αναπροσαρμογή επί των εσόδων του λογαριασμού δαπανών αποφασίζεται από το Δ.Σ., μετά από αναλογιστική μελέτη και με τη σύμφωνη γνώμη της ΕΑΑ. Τα έξοδα επενδύσεων της περιουσίας του Ταμείου δεν περιλαμβάνονται στις ως άνω δαπάνες λειτουργίας και βαρύνουν τις αποδόσεις της.

2. Οι δαπάνες λειτουργίας περιλαμβάνουν κυρίως τα εξής:

2.1. Τα έξοδα, τις αμοιβές και τις αποζημιώσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
2.2. Τις αμοιβές του προσωπικού του Ταμείου.
2.3. Τις αμοιβές αναλογιστών, νομικών και λοιπών συμβούλων.
2.4. Τη δημιουργία και συντήρηση μητρώου ασφαλισμένων.
2.5. Το κόστος ενημέρωσης των ασφαλισμένων.
2.6. Τη λογιστική και ηλεκτρονική οργάνωση του Ταμείου.
2.7.Το κόστος συντήρησης και λειτουργίας των γραφείων στα οποία στεγάζονται οι υπηρεσίες του Ταμείου.

Το άρθρο 37 (πρώην άρθρο 36) αντικαθίσταται ως εξής:

Λογιστική Οργάνωση

1. Η λογιστική οργάνωση του Ταμείου γίνεται με βάση την ισχύουσα εκάστοτε νομοθεσία, σε συνδυασμό με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.

2. Κάθε οικονομική χρήση του Ταμείου συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος. Κατ’ εξαίρεση η πρώτη οικονομική χρήση παρατείνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του επόμενου έτους από της ισχύος του παρόντος.

Ο ισολογισμός συντάσσεται στο πρώτο εξάμηνο της επόμενης οικονομικής χρήσης.

Στο άρθρο 39 (πρώην άρθρο 38) αντικαθίσταται η τελευταία πρόταση της δεύτερης παραγράφου «Ο Κανονισμός Επενδύσεων κοινοποιείται και στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή και αναδιατυπώνεται ως εξής:

«Ο Κανονισμός Επενδύσεων και ο Κανονισμός Λειτουργίας της Επενδυτικής Επιτροπής κοινοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή».

Προστίθεται νέο άρθρο 45 (μεταβατική διάταξη) που έχει ως εξής:

Άρθρο 45

Οι προκαταρκτικές εργοδοτικές εισφορές του έτους 2016, όπως επαναπροσδιορίζονται από 1.1.2016 με βάση τις τροποποιήσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του παρόντος, θα αποδοθούν από τις υπόχρεες ασφαλιστικές επιχειρήσεις εντός προθεσμίας 1 μηνός από την πρόσκλησή τους από το Ταμείο και εφόσον προηγουμένως εγκριθούν οι παρούσες τροποποιήσεις του Καταστατικού από τον αρμόδιο Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και το Ταμείο έχει υπολογίσει τις οφειλόμενες εργοδοτικές εισφορές του έτους 2016 σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10 του παρόντος. Οι υπόχρεες επιχειρήσεις υποχρεούνται να αποστείλουν τα στοιχεία παραγωγής και μισθοδοσίας των υπαγομένων στο Ταμείο εργαζομένων του έτους 2016 στο Ταμείο εντός προθεσμίας 10 ημερών από την σχετική πρόσκληση του Ταμείου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρο 10 παρ. 2 του Καταστατικού, ιδίως όσον αφορά στην καθυστέρηση ή παράλειψη αποστολής των στοιχείων και την οριστικοποίηση των οφειλομένων εργοδοτικών εισφορών έτους 2016.

Οι άνω τροποποιήσεις ενσωματώθηκαν και κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο Καταστατικού του Ταμείου, το οποίο έχει ως κάτωθι:
ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ του ΤAMEIOΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΣΚΟΠΟΣ – ΕΓΓΡΑΦΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ – ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ
Άρθρο 1: Αυτοδίκαιη μετατροπήΕπωνυμία Έδρα Σφραγίδα
Άρθρο 2: Σκοπός –Ασφαλιζόμενοι Κίνδυνοι
Άρθρο 3: Ασφαλισμένοι του Ταμείου Όροι εγγραφής
Άρθρο 4: Μητρώο ασφαλισμένων
Άρθρο 5: Απώλεια ιδιότητας ασφαλισμένου
Άρθρο 6: Δικαιώματα και Υποχρεώσεις των ασφαλισμένων και των εργοδοτών
Άρθρο 7: Βεβαίωση εισφορών-παροχών – Ενημερωτικό δελτίο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΟΡΟΙ – ΕΙΣΦΟΡΕΣ
Άρθρο 8: Πόροι του Ταμείου
Άρθρο 9: Υπολογισμός των εισφορών
Άρθρο 10: Καταβολή των εργοδοτικών εισφορών και των εισφορών των εμμίσθων
Άρθρο 11: Καταβολή των εισφορών των μη εμμίσθων
Άρθρο 12: Βεβαίωση των εισφορών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ
Άρθρο 13: Διοικητικό Συμβούλιο, Σύνθεση, Θητεία, Ορισμός
Άρθρο 14: Συγκρότηση σε σώμα – Παράδοση – Παραλαβή
Άρθρο 15: Λειτουργία Διοικητικού Συμβουλίου
Άρθρο 16: Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου
Άρθρο 17: Αρμοδιότητες και εξουσίες Προέδρου Δ.Σ..
Άρθρο 18: Αρμοδιότητες Αντιπροέδρου και Γραμματέα του Δ.Σ.
Άρθρο 19: Κωλύματα ορισμού μέλους του Δ.Σ. Ασυμβίβαστα και ευθύνη των μελών του Δ.Σ. του ταμείου
Άρθρο 20: Γενικό Συμβούλιο – Σύνθεση – Αρμοδιότητες – Θητεία
Άρθρο 21: Πρόσληψη Διευθυντή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΛΑΔΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
Άρθρο 22: Προϋποθέσεις θεμελίωσης δικαιώματος συνταξιοδότησης
Άρθρο 23: Προστατευόμενα μέλη της οικογένειας
Άρθρο 24: Τρόπος, χρόνος και διαδικασία καταβολής της σύνταξης
Άρθρο 25: Έναρξη, λήξη, διακοπή και απώλεια του δικαιώματος
Άρθρο 26: Παραγραφή, Εκχώρηση, Κατάσχεση, Συμψηφισμός
Άρθρο 27: Συντάξιμη υπηρεσία
Άρθρο 28: Ποσό επικουρικής σύνταξης ασφαλισμένων
Άρθρο 29: Ποσό σύνταξης μελών οικογένειας
Άρθρο 30: Ατομικές Μερίδες των ασφαλισμένων και Τροφοδότης Λογαριασμός
Άρθρο 31: Μαθηματικό Απόθεμα
Άρθρο 32: Τρόπος επένδυσης Μαθηματικού Αποθέματος
Άρθρο 33: Δάνεια
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ ΚΛΑΔΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ
Άρθρο 34: Παιδικές κατασκηνώσεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΔΑΠΑΝΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
Άρθρο 35: Δαπάνες λειτουργίας
Άρθρο 36: Κανόνες επενδύσεων
Άρθρο 37: Λογιστική Οργάνωση
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΜΕΤΑΦΟΡΑ/ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑ-ΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
Άρθρο 38: Μεταφορά/καταβολή ασφαλιστικών δικαιωμάτων – διαδοχική ασφάλιση
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ
Άρθρο 39: Τροποποίηση Καταστατικού – Θέσπιση Κανονισμών
Άρθρο 40: Ενοποίηση
Άρθρο 41: Διάσπαση
Άρθρο 42: Συνεργασία ή συμμετοχή σε Ομοσπονδίες
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 43: μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 44: μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 45: μεταβατικές διατάξεις

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΣΚΟΠΟΣ – ΕΓΓΡΑΦΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ – ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

Άρθρο 1
Αυτοδίκαιη μετατροπή – Επωνυμία – Έδρα Σφραγίδα

Ο «Τομέας Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων» του ΝΠΔΔ «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα (ΤΕΑΙΤ)», ο οποίος κατά τον ν. 3655/2008 αποτελεί καθολικό διάδοχο του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων» μετατρέπεται αυτοδικαίως σε ΝΠΙΔ υποχρεωτικής επικουρικής ασφάλισης και θα λειτουργεί βάσει των άρθρων 7 και 8 του ν. 3029/2012, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 του ν. 4052/2012.
Ο προαναφερθείς Τομέας μετατρέπεται σε Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης και θα λειτουργεί βάσει των άρθρων 7 και 8 του ν. 3029/2002 με την επωνυμία «ΤAMEIO ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)». Για τη σχέση του Ταμείου με την αλλοδαπή, η επωνυμία του μεταφράζεται και στη γλώσσα της αλλοδαπής χώρας, με την οποία αυτό συναλλάσσεται. Στην Αγγλική γλώσσα, η επωνυμία του Ταμείου είναι «OCCUPATIONAL INSURANCE FUND OF INSURERS AND PERSSONEL OF INSURERS COMPANIES». Στη συνέχεια του παρόντος και χάριν συντομίας το ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ θα καλείται «το Ταμείο».

2. Χρόνος έναρξης της λειτουργίας του Ταμείου ορίζεται η 1η Μαρτίου 2013 και πάντως όχι πριν τη δημοσίευση στο ΦΕΚ της απόφασης του αρμόδιου Υπουργού για την έγκριση του παρόντος και έδρα του Ταμείου ο Δήμος Αθηναίων.

3. Στο Ταμείο μεταφέρονται όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων» του ΝΠΔΔ ΤΕΑΙΤ ανεξάρτητα από τη χρονική περίοδο ασφάλισης τους. Οι παραπάνω ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος καταστατικού.

Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού του μετατρεπόμενου Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων του ΝΠΔΔ ΤΕΑΙΤ, η κινητή και ακίνητη περιουσία του, οι πόροι που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις υπέρ αυτού, μεταφέρονται αυτοδικαίως, εκ του νόμου από την έγκριση του παρόντος καταστατικού και την έναρξη της λειτουργίας του. Το Ταμείο αποτελεί τον καθολικό διάδοχο του μετατρεπόμενου Τομέα και υπεισέρχεται στα πάσης φύσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις του μετατρεπόμενου Τομέα.

Οι εκκρεμείς δίκες που αφορούν διαφορές ή υποθέσεις του μετατρεπόμενου Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων του ΝΠΔΔ ΤΕΑΙΤ συνεχίζονται από το Ταμείο χωρίς να επέρχεται διακοπή δίκης.

Το Διοικητικό Συμβούλιο με απόφασή του μπορεί να ιδρύει υποκαταστήματα ή άλλα γραφεία και εγκαταστάσεις και να διορίζει αντιπροσώπους του σε πόλεις της Ελλάδος ή της αλλοδαπής. Οι σχετικές αποφάσεις κοινοποιούνται στο Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

4. Η σφραγίδα του Ταμείου φέρει την επωνυμία αυτού, το έτος ίδρυσής του (2013) και αναγράφει ότι το Ταμείο αποτελεί καθολικό διάδοχο του πρώην ΝΠΔΔ «Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων (ΤΕΑAΠΑΕ) και το έτος ίδρυσης του ΤΕΑAΠΑΕ.

Άρθρο 2
Σκοπός Ασφαλιζόμενοι Κίνδυνοι

1. Σκοπός του Ταμείου είναι:

1.1 H υποχρεωτική επικουρική ασφάλιση των αναφερόμενων στο άρθρο 3 του παρόντος προσώπων κατά των κινδύνων της αναπηρίας και του γήρατος και των μελών της οικογένειάς τους στην περίπτωση θανάτου του προστάτη ασφαλισμένου ή συνταξιούχου και προς τον σκοπό αυτό συνιστάται στο ταμείο κλάδος επικουρικής σύνταξης.

1.2. Η παροχή παιδικών κατασκηνώσεων και προς τον σκοπό αυτό συνιστάται κλάδος πρόνοιας.

2. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου που λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3 των μελών του, το Ταμείο μπορεί να ιδρύσει και άλλους κλάδους ασφαλιστικής προστασίας.

3. Κάθε κλάδος έχει οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια.

Άρθρο 3
Ασφαλισμένοι του Ταμείου Όροι εγγραφής

1. Στην ασφάλιση του Ταμείου υπάγονται υποχρεωτικά:

1.1. Οι υποχρεωτικά ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του «Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων» του ΝΠΔΔ «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα (ΤΕΑΙΤ)» κατά την ημέρα ίδρυσης του Ταμείου.

1.2. Τα πρόσωπα τα οποία απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας κατά κύριο επάγγελμα, εφόσον για την απασχόλησή τους αυτή υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ή άλλου φορέα κύριας ασφάλισης.

1.2.α. Στις έδρες, διευθύνσεις, υποκαταστήματα ημεδαπών επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης, που λειτουργούν στην Ελλάδα. Επίσης οι απασχολούμενοι στα υποκαταστήματα ή πρακτορεία των ημεδαπών επιχειρήσεων ασφάλισης, τα οποία λειτουργούν στην αλλοδαπή, εφόσον για την απασχόλησή τους αυτή συνεχίζουν την ασφάλισή τους στον ελληνικό φορέα κύριας ασφάλισης.

1.2.β. Στις διευθύνσεις και υποκαταστήματα των ημεδαπών και αλλοδαπών ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών εταιρειών, οι οποίες λειτουργούν στην Ελλάδα νομίμως, καθώς και σε οποιοδήποτε άλλο Οργανισμό ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου που ασκεί επιχείρηση ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα.

1.2.γ. Στα επαγγελματικά Σωματεία των ημεδαπών και αλλοδαπών ασφαλιστικών εταιρειών κάθε κλάδου, που λειτουργούν στην Ελλάδα καθώς επίσης και στα επαγγελματικά Σωματεία των ασφαλιστικών υπαλλήλων.

1.2.δ. Στο Επικουρικό Κεφάλαιο Αστικής Ευθύνης από ατυχήματα Αυτοκινήτων, στο Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης (πράσινων καρτών), στο Ελληνικό Ινστιτούτο Ασφαλιστικών Σπουδών (ΕΙΑΣ), καθώς και σε κάθε άλλο νομικό ή φυσικό πρόσωπο που δραστηριοποιείται στα πλαίσια λειτουργίας του κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης.

1.2.ε. Στους ασφαλιστικούς πράκτορες, στις εταιρείες ασφαλιστικής πρακτόρευσης, στους μεσίτες ασφαλίσεων, στις εταιρείες μεσιτείας ασφαλίσεων, στους ασφαλιστικούς συμβούλους, στους συντονιστές ασφαλιστικών συμβούλων, στους πραγματογνώμονες που διενεργούν εκτιμήσεις για λογαριασμό των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και στους νομίμους αντιπροσώπους αλλοδαπών ασφαλιστικών εταιρειών.

1.2 στ. Στο Ταμείο (ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ)

2. Στην ασφάλιση του Ταμείου υπάγονται προαιρετικά:

2.1. Οι προαιρετικά ασφαλισμένοι του «Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων» του ΝΠΔΔ «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα (ΤΕΑΙΤ)» κατά την ημέρα ίδρυσης του Ταμείου.

2.2. Όσοι κατά νόμο και κατά κύριο επάγγελμα ασκούν:

2.2.1. Το επάγγελμα του ασφαλιστικού πράκτορα, εφόσον το 100 % των ετησίων ακαθαρίστων εισοδημάτων από την εργασία τους προέρχεται από την αποκλειστική άσκηση του επαγγέλματός τους.

2.2.2. Το επάγγελμα του μεσίτη ασφαλίσεων, εφόσον το 100 % των ετησίων ακαθαρίστων εισοδημάτων από την εργασία τους προέρχεται από την αποκλειστική άσκηση του επαγγέλματός τους.

2.2.3. Το επάγγελμα του ασφαλιστικού συμβούλου, εφόσον το 75 % των ετησίων ακαθαρίστων εισοδημάτων από την εργασία τους προέρχεται από ασφαλιστικές εργασίες.

2.2.4. Το επάγγελμα του συντονιστή ασφαλιστικών συμβούλων, εφόσον το 75 % των ετησίων ακαθαρίστων εισοδημάτων από την εργασία τους προέρχεται από ασφαλιστικές εργασίες. Εάν ο συντονιστής ασφαλιστικών συμβούλων έχει και την ιδιότητα του Διευθυντού γραφείου πωλήσεων ασφαλίσεων, υπάγεται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του Ταμείου με την ιδιότητα του εμμίσθου.

2.2.5. Tο επάγγελμα του πραγματογνώμονα που διενεργεί εκτιμήσεις ζημιών για λογαριασμό ασφαλιστικών επιχειρήσεων, εφόσον το 75 % των ετησίων ακαθαρίστων εισοδημάτων από την εργασία τους προέρχεται από ασφαλιστικές εργασίες.

2.3. Οι νόμιμοι αντιπρόσωποι αλλοδαπών ασφαλιστικών εταιρειών, εφόσον το 75 % των ετησίων ακαθαρίστων εισοδημάτων από την εργασία τους προέρχεται από ασφαλιστικές εργασίες.

2.4. Το μέσο μηνιαίο εισόδημα από ασφαλιστικές εργασίες του ασφαλιστικού πράκτορα, του μεσίτη ασφαλίσεων, του ασφαλιστικού συμβούλου, του συντονιστή ασφαλιστικών συμβούλων και του πραγματογνώμονα δεν επιτρέπεται να υπολείπεται του βασικού μισθού του ασφαλιστικού υπαλλήλου κατηγορίας κύριου προσωπικού με 11-12 χρόνια προϋπηρεσίας, όπως αυτός ορίζεται από την εκάστοτε ισχύουσα ΣΣΕ ιδιωτικών ασφαλιστικών επιχειρήσεων της πλέον αντιπροσωπευτικής δευτεροβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης εργαζομένων του κλάδου. Αν έχει λήξει η ισχύς της Συλλογικής αυτής Σύμβασης Εργασίας, λαμβάνεται ως βάση ο αντίστοιχος βασικός μισθός που προβλέπεται στην τελευταία που ίσχυσε και αναπροσαρμόζεται κάθε τριετία από τη λήξη της με απόφαση του Δ.Σ. μετά από αναλογιστική μελέτη και τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

2.5. Οι μη έμμισθοι ασφαλισμένοι για την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του Ταμείου υποβάλλουν τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό Παροχών.

2.6. Η ιδιότητα του ασφαλιστικού πράκτορα, του μεσίτη ασφαλίσεων, του ασφαλιστικού συμβούλου και του συντονιστή ασφαλιστικών συμβούλων είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του γενικού διευθυντή ή διευθυντή ή εκπροσώπου ασφαλιστικής επιχείρησης.

2.7. Οι απασχολούμενοι σε ασφαλιστικές εργασίες και με τις δύο ιδιότητες του εμμίσθου και του μη εμμίσθου, υπάγονται στην ασφάλιση του Ταμείου με την ιδιότητα από την οποία αποκτούν μεγαλύτερο εισόδημα.

2.8. Η ασφάλιση στο Ταμείο είναι υποχρεωτική εκτός από όσους μη έμμισθους ασφαλίζονται προαιρετικά και η ιδιότητα του ασφαλισμένου δεν εξαρτάται και δεν συνδέεται σε καμία περίπτωση με τη συμμετοχή του ασφαλισμένου σε συνδικαλιστική οργάνωση ή σε επαγγελματική ένωση εργαζομένων.

2.9. Η ασφάλιση στο Ταμείο αρχίζει από την ημερομηνία που ο ασφαλισμένος αναλαμβάνει ασφαλιστέα επαγγελματική απασχόληση. Η αναδρομική ασφάλιση δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει για μεν τους έμμισθους ασφαλισμένους την πενταετία για δε τους μη έμμισθους την διετία. Στην περίπτωση της αναδρομικής ασφάλισης των έμμισθων καταβάλλονται από τον εργοδότη οι εισφορές με τα τρέχοντα κατά την χρόνο της πληρωμής ποσά.

3. Προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης

3.1. Παλαιοί ασφαλισμένοι (έως την 31.12.1992) που χάνουν για οποιοδήποτε λόγο την ασφαλιστική τους ιδιότητα για την οποία ασφαλίστηκαν στο Ταμείο και δεν ασφαλίζονται σε άλλον φορέα υποχρεωτικής επικουρικής ασφάλισης δικαιούνται να συνεχίσουν την ασφάλισή τους στο Ταμείο εφόσον:

3.1.1. Έχουν 500 ΗΕ στην ασφάλιση του Ταμείου κατά την αμέσως προηγούμενη από τη διακοπή της ασφάλισής τους πενταετία και υποβάλλουν αίτηση εντός 12 μηνών από την τελευταία ημέρα ασφάλισής τους στο Ταμείο.
3.1.2. Έχουν 3000 ΗΕ στην ασφάλιση του Ταμείου οποτεδήποτε, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο θα υποβληθεί η αίτηση για προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης.

3.2. Νέοι ασφαλισμένοι (μετά την 1.1.1993) που χάνουν για οποιοδήποτε λόγο την ασφαλιστική τους ιδιότητα για την οποία ασφαλίστηκαν στο Ταμείο και δεν ασφαλίζονται σε άλλον φορέα υποχρεωτικής επικουρικής ασφάλισης δικαιούνται να συνεχίσουν την ασφάλισή τους στο Ταμείο, εφόσον έχουν 1500 ΗΕ στην ασφάλιση του Ταμείου από τις οποίες 300 ΗΕ κατά την αμέσως προηγούμενη από την υποβολή της αίτησής τους πενταετία και υποβάλλουν αίτηση εντός 12 μηνών από την τελευταία ημέρα ασφάλισής τους στο Ταμείο.

4. Για τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων προαιρετικής ασφάλισης συνυπολογίζεται ο χρόνος ασφάλισης του ασφαλισμένου σε ταμείο υποχρεωτικής επικουρικής ασφάλισης.

5. Ασφαλισμένος με ποσοστό αναπηρίας μεγαλύτερο του 66,6% δεν δικαιούται προαιρετικής ασφάλισης.

6. Η υποβολή της αίτησης υπαγωγής και η εν πάση περιπτώσει υπαγωγή στην ασφάλιση συνεπάγεται την εκ μέρους του ασφαλισμένου ανεπιφύλακτη αποδοχή του παρόντος Καταστατικού καθώς και των Κανονισμών και αποφάσεων των αρμοδίων οργάνων του Ταμείου.

Άρθρο 4
Μητρώο ασφαλισμένων

1. Το Ταμείο τηρεί Μητρώο Ασφαλισμένων σύμφωνα με τον ενιαίο τύπο μητρώου που καθορίζεται για τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης από την Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Το Μητρώο τηρείται σε μηχανογραφικό αρχείο και σε ηλεκτρονική μορφή.

2. Στο Μητρώο Ασφαλισμένων καταχωρούνται όλα τα απαραίτητα στοιχεία που αφορούν τους ασφαλισμένους και ιδίως τα ακόλουθα:
α) Τα στοιχεία ταυτότητας κάθε ασφαλισμένου (Όνομα, Επώνυμο, Πατρώνυμο, Μητρώνυμο, ΑΔΤ διεύθυνση επικοινωνίας, τηλέφωνο, φαξ, mail, αριθμός φορολογικού μητρώου, ΔΟΥ κ.λπ.).
β) Ο Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης του ασφαλισμένου και ο αριθμός μητρώου του (ΑΜΚΑ).
γ) Τα ποσά ή ποσοστά των εισφορών που καταβάλλονται για κάθε ασφαλισμένο και ο χρόνος καταβολής τους.
δ) Το ύψος της ατομικής μερίδας.
ε) Αν έχει ασφαλισθεί πριν από την 1.1.1993 (παλαιός ασφαλισμένος) ή μετά (νέος ασφαλισμένος).

3. Για κάθε ασφαλισμένο υποβάλλεται στο Ταμείο μαζί με την αίτηση υπαγωγής και συμπληρωμένο απογραφικό δελτίο, ο τύπος του οποίου καθορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.

4. Οι νέοι ασφαλισμένοι κάθε φορά, παίρνουν τον επόμενο αριθμό μητρώου, ανεξάρτητα εάν μέχρι αυτόν αριθμούνται και διαγραφέντες ή αποβιώσαντες. Εκτός των παραπάνω το Δ.Σ. μπορεί να προβεί και σε χρήση Αλφαβητικού Μητρώου των Μελών, ως βοηθητικού.

5. Στο Ταμείο τηρείται Ατομικός Φάκελος Ασφαλισμένου με αύξοντα αριθμό εκείνο του Μητρώου Ασφαλισμένων που αντιστοιχεί στον ασφαλισμένο. Στον Ατομικό Φάκελο προβλέπεται η τοποθέτηση όλων των σχετικών εγγράφων που κατατίθενται για τον ασφαλισμένο τόσο κατά την εγγραφή του όσο και μετέπειτα, καθώς και αντιγράφων των εγγράφων που εκδίδονται από το Ταμείο για λογαριασμό του.

Άρθρο 5
Απώλεια ιδιότητας ασφαλισμένου

Η ιδιότητα του ασφαλισμένου χάνεται στις περιπτώσεις: παραίτησης, απόλυσης ή συνταξιοδότησης. Στην περίπτωση που ο ασφαλισμένος μετά την τυχόν απώλεια της ιδιότητας του ασφαλισμένου έχει δικαίωμα προαιρετικής ασφάλισης και ασφαλισθεί προαιρετικά, η ιδιότητα του ασφαλισμένου διατηρείται.

Άρθρο 6
Δικαιώματα και Υποχρεώσεις των ασφαλισμένων και των εργοδοτών

1. Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου έχουν τα ακόλουθα δικαιώματα σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Φ.Επαγγ.Ασφ./ οικ16/09-04-2003 ΦΕΚ 462Β/17-4-2003 για τους όρους λειτουργίας των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης.

Ι. Δικαίωμα ίσης μεταχείρισης

Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου έχουν δικαίωμα ίσης μεταχείρισης.

ΙΙ. Δικαίωμα ενημέρωσης
Κάθε ασφαλισμένος έχει έναντι του Ταμείου δικαίωμα ενημέρωσης:

α) για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του έναντι του Ταμείου

β) για τις οικονομικές, τεχνικές και λοιπές παραμέτρους της ασφαλιστικής του σχέσης.

γ) για τις αλλαγές στους κανόνες που διέπουν το καθεστώς ασφάλισης του στο Ταμείο.

δ) για το επίπεδο των παροχών σε περίπτωση τερματισμού της απασχόλησής του ή αλλαγής της επαγγελματικής του δραστηριότητας ή διαγραφής του από το Ταμείο.

ε) για τη χρηματοοικονομική κατάσταση του Ταμείου.

στ) για τις ρυθμίσεις περί της μεταφοράς των δικαιωμάτων του σε άλλο ταμείο επαγγελματικής ασφάλισης

ΙΙΙ. Δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα. Κάθε ασφαλισμένος δικαιούται να λαμβάνει με δαπάνες του αντίγραφα των ακόλουθων εγγράφων:

α) του Ισολογισμού

β) του Λογαριασμού Αποτελεσμάτων Χρήσεως γ) της Ετήσιας Έκθεσης Διοικήσεως

δ) της Αναλογιστικής Μελέτης,

ε) της Έκθεσης Ορκωτών Ελεγκτών.

Το ως άνω δικαίωμα ασκείται με υποβολή έγγραφης αίτησης προς το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου.

ΙV. Δικαίωμα διαγραφής λόγω αλλαγής επαγγελματικής δραστηριότητας.

Ο ασφαλισμένος του Ταμείου, κατόπιν αιτήσεώς του, στην περίπτωση αλλαγής της επαγγελματικής του δραστηριότητας διαγράφεται από το Ταμείο χωρίς τον χρονικό περιορισμό παραμονής στην ασφάλιση του Ταμείου επί ένα έτος και χωρίς την προϋπόθεση της προειδοποίησης του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου ένα μήνα πριν.

2. Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου έχουν τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

Ι. Να συμμορφώνονται με τις διατάξεις της σχετικής Νομοθεσίας, του Καταστατικού του Ταμείου, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.

ΙΙ. Να φροντίζουν για την έγκαιρη τακτοποίηση των οικονομικών τους υποχρεώσεων προς το Ταμείο.

ΙΙΙ. Να σέβονται και να εφαρμόζουν τις αποφάσεις της Διοίκησης του Ταμείου και των Κανονισμών του Ταμείου, εφόσον αυτές λαμβάνονται σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία και το Καταστατικό.

ΙV. Να ενημερώνουν το Ταμείο και να του παρέχουν κάθε πληροφορία που μπορεί να καταστήσει ευχερή και αποτελεσματική την άσκηση του ελέγχου για την υπαγωγή στην ασφάλιση και την κανονική πληρωμή των εισφορών των ασφαλισμένων του και των εν γένει πόρων του.

3. Δικαιώματα και υποχρεώσεις των εργοδοτών

Ι. Οι εργοδότες δικαιούνται να ενημερώνονται από το Ταμείο για κάθε απόφαση σχετικά με τις εισφορές που οφείλουν, τα πρόσωπα που ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο Ταμείο, τη διαδικασία υπαγωγής και για κάθε άλλο θέμα το οποίο τους αφορά.

ΙΙ. Δικαιούνται επίσης να υποβάλλουν στο Δ.Σ. του Ταμείου, ή σε άλλο όργανο που το Δ.Σ. θα ορίσει αίτηση για την επανεξέταση απόφασης που τους αφορά εντός προθεσμίας 60 ημερών από τότε που τους κοινοποιήθηκε ή έλαβαν γνώση.

ΙΙΙ. Οι εργοδότες υποχρεούνται να τηρούν όλες τις αναφερόμενες στο παρόν καταστατικό και στην ισχύουσα νομοθεσία υποχρεώσεις σχετικά με την ασφάλιση του προσωπικού τους στο Ταμείο, να φροντίζουν για την έγκαιρη τακτοποίηση των οικονομικών τους υποχρεώσεων προς το Ταμείο και να χορηγούν εγκαίρως κάθε στοιχείο σχετικό με την ασφάλιση του προσωπικού αυτού που το Ταμείου τους ζητεί.

IV. Οι εργοδότες υποχρεούνται προς εξακρίβωση των εισφορών που οφείλουν προς το Ταμείο να επιτρέπουν σε εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους του Ταμείου (στους οποίους περιλαμβάνονται και ορκωτοί ελεγκτές) την εξέταση των μισθοδοτικών καταστάσεων, των οικονομικών τους στοιχείων (ισολογισμοί, κ.λπ.), τη χορήγηση αντιγράφων των στοιχείων αυτών προς το Ταμείο καθώς και την επιτόπιο έρευνα προς διαπίστωση της συμμόρφωσης με την υποχρέωση τους για καταβολή εισφορών. Επίσης υποχρεούνται να παρέχουν κάθε πληροφορία που μπορεί να καταστήσει ευχερή και αποτελεσματική την άσκηση του ελέγχου και την εξασφάλιση της καλής εφαρμογής του παρόντος καταστατικού των αποφάσεων της Διοίκησης του Ταμείου και των Κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία και το παρόν. Εάν ο εργοδότης δεν συμμορφώνεται σε όσα ορίζονται στην παρούσα παράγραφο οι εισφορές καθορίζονται με βάση τα πλέον πρόσφορα πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία (ιδίως με βάση τις μισθοδοτικές καταστάσεις, τα οικονομικά στοιχεία που τηρεί ο εργοδότης, τα στοιχεία που αφορούν στην ασφαλιστική παραγωγή, στοιχεία που προκύπτουν από διασταυρώσεις με φορείς κοινωνικής ασφάλισης, την ΗΔΙΚΑ, το ΣΕΠΕ και άλλες δημόσιες αρχές, κ.λπ.) κατά την κρίση της Διοίκησης του Ταμείου. Στην περίπτωση αυτή το Ταμείο καλεί με εξώδικη δήλωση κοινοποιούμενη με δικαστικό επιμελητή τον εργοδότη να προσκομίσει τα στοιχεία και να δώσει εξηγήσεις εντός προθεσμίας τουλάχιστον 5 εργασίμων ημερών από την επίδοση της πρόσκλησης. Η απόφαση του ελέγχου κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη. Με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας ρυθμίζονται τα αναγκαία θέματα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται και σε ελέγχους που δεν έχουν ολοκληρωθεί.

Άρθρο 7
Βεβαίωση εισφορών παροχών – Ενημερωτικό δελτίο

1. Για την ικανοποίηση του δικαιώματος ενημέρωσης των ασφαλισμένων του, το Ταμείο υποχρεούται μετά το κλείσιμο κάθε οικονομικής χρήσης να αποστέλλει με δαπάνες του σε κάθε ασφαλισμένο ειδικό ενημερωτικό δελτίο.

2. Το Ταμείο υποχρεούται μετά το κλείσιμο κάθε οικονομικής χρήσης να αποστέλλει σε κάθε μη έμμισθο ασφαλισμένο βεβαίωση για τις εισφορές που έχει καταβάλει για φορολογική χρήση.

3. Το Ταμείο υποχρεούται μετά το κλείσιμο κάθε οικονομικής χρήσης να αποστέλλει σε όλους τους ασφαλισμένους ενημερωτικό σημείωμα για το χρόνο ασφάλισης του και την αξία της παροχής του, όπως αυτή προκύπτει από την τηρούμενη ατομική του μερίδα κατά το άρθρο 30 παρ. 3 του παρόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΟΡΟΙ – ΕΙΣΦΟΡΕΣ

Άρθρο 8
Πόροι του Ταμείου

Πόροι του Ταμείου είναι οι εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων, οι εισφορές αναγνώρισης γάμου, οι εισφορές όσων συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλιση, κάθε είδους πρόσοδοι της περιουσίας του Ταμείου, χαριστικές ή μη καταβολές προς το Ταμείο και εν γένει κάθε άλλο νόμιμο έσοδο.

Οι εισφορές (εργοδοτικές και εργαζομένων) επί των αποδοχών έμμισθων ασφαλισμένων καταβάλλονται για αποδοχές 14 μηνών κατ’ έτος, ενώ οι εισφορές των μη έμμισθων καταβάλλονται για αποδοχές 12 μηνών κατ’ έτος. Αναλυτικότερα:

1. Οι εισφορές των εργοδοτών, όπως παρακάτω προσδιορίζονται:

1.1. Οι εισφορές των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα στην Ελλάδα, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε τρίτη χώρα που λειτουργούν στην Ελλάδα, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε κράτος-μέλος της Ε.Ε. που λειτουργούν στην Ελλάδα είτε με υποκατάστημα είτε με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών καθώς επίσης και οι εισφορές των οργανισμών δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή κοινωφελούς χαρακτήρα, οι οποίοι ασκούν δυνάμει ειδικών νόμων ή διατάξεων νόμων ή καταστατικών διατάξεων ιδιωτική επιχείρηση ασφάλισης ή αντασφάλισης ή απλώς ιδιωτική ασφάλιση καθορίζονται ως εξής:

1.1.1. Οι εισφορές των προαναφερόμενων εργοδοτών για το σύνολο των εργαζομένων, οι οποίοι υπάγονται υποχρεωτικά στο Ταμείο, υπολογίζονται από 1.1.2016 επί διπλής βάσης ως ακολούθως:

α. 6% επί της μισθοδοσίας κάθε εργαζόμενου, με όριο ανωτάτου μηνιαίου μισθού το ποσό των 1.750€,

β. ποσοστό επί της παραγωγής ασφαλίστρων για κάθε ασφαλιστικό κλάδο τον οποίο ασκούν και συγκεκριμένα:

β.1. Το ισόποσο του 0,8% επί των ασφαλίστρων των ασφαλιστηρίων συμβολαίων των κλάδων πυρός, ατυχημάτων εν γένει και αυτοκινήτων.
Στο βασικό κλάδο «ατυχημάτων εν γένει» περιλαμβάνονται τα εργατικά ατυχήματα, τα προσωπικά ατυχήματα, η γενική αστική ευθύνη, η εμπιστοσύνη υπαλλήλων, η θραύση κρυστάλλων, η ληστεία και η ευθύνη εργολάβων.

β.2 Το ισόποσο του 0,4% επί των ασφαλίστρων των ασφαλιστηρίων συμβολαίων των κλάδων Μεταφορών, Θαλάσσης, Ευθύνης, Αποζημιώσεως χαλάζης, κλοπής, κτηνών, πίστεως, θραύσεως, μηχανών πλοίων και αεροσκαφών, νομικής προστασίας και ειδικών κινδύνων.
β.3 Το ισόποσο του δύο επί τοις εκατό (2%) επί των ασφαλίστρων του πρώτου μόνο έτους των ασφαλιστηρίων συμβολαίων ζωής και κεφαλαιοποίησης και πρόσθετων καλύψεων επί του αυτού ασφαλιστηρίου καθοριζομένου ανωτάτου ορίου ασφαλίστρων για τον υπολογισμό του εν λόγω ποσοστού ίσου προς έξι επί τοις εκατό (6%) επί του ασφαλιζομένου κεφαλαίου.

β.4 Το ισόποσο του 0,1% της παραγωγής των ασφαλιστηρίων συμβολαίων κλάδων ασφαλίσεων ζωής για το ποσό των ασφαλίστρων που είναι συνδεδεμένα με επενδύσεις, είτε αφορούν συμβόλαια συνδεδεμένα με επενδύσεις (unit-linked) είτε συμβόλαια του κλάδου διαχείρισης συλλογικών συνταξιοδοτικών κεφαλαίων ή οργανισμών (DAF).

β.5 Το ισόποσο του 0,4% επί των ασφαλίστρων των ασφαλιστηρίων συμβολαίων παντός κλάδου μη κατονομαζομένου στα εδάφια β.1. έως β.4.

1.1.2. Για τον προσδιορισμό της εργοδοτικής εισφοράς όσον αφορά τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε τρίτη χώρα που λειτουργούν στην Ελλάδα καθώς και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. που λειτουργούν με υποκατάστημα στην Ελλάδα καθώς επίσης και οι εισφορές των οργανισμών δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή κοινωφελούς χαρακτήρα, οι οποίοι ασκούν δυνάμει ειδικών νόμων ή διατάξεων νόμων ή καταστατικών διατάξεων ιδιωτική επιχείρηση ασφάλισης ή αντασφάλισης ή απλώς ιδιωτική ασφάλιση ισχύουν επιπλέον τα ακόλουθα:

Το συνολικό ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό των εισφορών των ως άνω ασφαλιστικών επιχειρήσεων επί των δύο βάσεων που αναφέρονται στα παραπάνω δύο εδάφια α και β της παρ. 1.1.1. του παρόντος άρθρου, αθροίζεται και διαιρείται δια του ποσού της συνολικής ετήσιας μισθοδοσίας των εργαζομένων αυτών των επιχειρήσεων, οι οποίοι υπάγονται υποχρεωτικά στο Ταμείο. Το ποσοστό που προκύπτει, ως ποσοστό επί της συνολικής μισθοδοσίας των ως άνω ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως προηγουμένως προσδιορίζεται, (ενιαίο ποσοστό) χρησιμοποιείται προκειμένου να υπολογίζει καθεμία από αυτές τις εργοδοτικές επιχειρήσεις τις εισφορές που οφείλει υπέρ του ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ. Οι ετήσιες εισφορές καθεμίας ασφαλιστικής επιχείρησης ισούνται με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του ενιαίου ποσοστού επί της συνολικής ετήσιας μισθοδοσίας των εργαζομένων της, οι οποίοι υπάγονται υποχρεωτικά στο Ταμείο.

Η τιμή του παραπάνω ποσοστού δεν μπορεί να υπερβαίνει τα παρακάτω όρια:

1. Για τα έτη 2016-2020 την τιμή του 12%.

2. Για τα έτη 2021-2025 την τιμή του 11%.

3. Για τα έτη 2026 και μετά την τιμή του 8%.

Οι εκπρόσωποι των εργοδοτών και των εργαζομένων διατηρούν το δικαίωμα να θέσουν σε επαναδιαπραγμάτευση την τιμή του 8% για την περίοδο από 1.1.2026 και μετά ανάλογα με τις τότε συνθήκες. Η αλλαγή του ποσοστού θα γίνει με κοινή συμφωνία εργοδοτών και εργαζομένων.

1.1.3 Ο υπολογισμός των εισφορών των εργοδοτών, όπως αναλύεται στα παραπάνω εδάφια α και β της παρ. 1.1.1. του παρόντος άρθρου γίνεται από το Ταμείο σε ετήσια βάση με στοιχεία μισθοδοσίας και παραγωγής του έτους για το οποίο καταβάλλονται.

Ο τρόπος υπολογισμού των μηνιαίων καταβολών και της τελικής ετήσιας οφειλόμενης εργοδοτικής εισφοράς περιγράφεται στο άρθρο 10 του παρόντος.

1.1.4. Η σύμφωνα με τα εδάφια της παραγράφου 1.1. του παρόντος άρθρου οριζόμενη, εργοδοτική εισφορά, δεν δύναται να είναι μικρότερη από αυτήν των έμμισθων εργαζομένων.

1.2. Η ποσοστιαία εργοδοτική εισφορά των ημεδαπών ασφαλιστικών εταιρειών που διατηρούν υποκαταστήματα ή πρακτορεία στην αλλοδαπή ορίζεται ίση με 6% επί του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών των υπαλλήλων τους που έχουν την ελληνική ιθαγένεια και υπηρετούν στα υποκαταστήματα ή πρακτορεία αυτών στην αλλοδαπή, εφόσον έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι την 31.12.1992 (παλαιοί ασφαλισμένοι). Οι εταιρείες αυτές απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής ποσοστιαίας επί των ασφαλίστρων εργοδοτικής εισφοράς επί της ασφαλιστικής παραγωγής τους την οποία πραγματοποιούν στα Υποκαταστήματα ή Πρακτορεία τους στην αλλοδαπή.

1.3. Η εργοδοτική εισφορά των αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα ορίζεται ίση με 6% των μηνιαίων αποδοχών των εμμίσθων υπαλλήλων αυτών που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι την 31.12.1992 (παλαιοί ασφαλισμένοι).

1.4. Η εργοδοτική εισφορά των υπαλλήλων ασφαλιστικών πρακτόρων, ασφαλιστικών συμβούλων, μεσιτών ασφαλίσεων, συντονιστών ασφαλιστικών συμβούλων και πραγματογνωμόνων ορίζεται ίση με 4% των μηνιαίων αποδοχών των έμμισθων υπαλλήλων τους που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι την 31.12.1992 (παλαιοί ασφαλισμένοι).

1.5. Η εργοδοτική εισφορά, των υπό 1.2, 1.3 και 1.4 εργοδοτών, για τους νέους ασφαλισμένους (μετά την 1.1.1993) αντιστοιχεί στο 3% επί των πάσης φύσεως αποδοχών τους, χωρίς αυτές να υπερβαίνουν το ποσόν των 5.860,80 ευρώ. Το ποσό αυτό αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου με βάση αναλογιστική μελέτη και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της ΕΑΑ.

2. Μηνιαία εισφορά των ασφαλισμένων που έχει ως εξής:

2.1. Μηνιαία εισφορά του έμμισθου παλαιού ασφαλισμένου (έως την 31.12.1992) ίση με το 4% επί των πάσης φύσεως αποδοχών υπό τον περιορισμό του ανωτάτου ορίου (πλαφόν), όπως αυτό περιγράφεται στο άρθρο 9 παρ. Α.1.

2.2. Μηνιαία εισφορά του έμμισθου νέου ασφαλισμένου (μετά την 1.1.1993) ίση με 3% επί των πάσης φύσεως αποδοχών του, χωρίς αυτές να υπερβαίνουν το ποσόν των 5.860,80 ευρώ. Το ποσό αυτό αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου με βάση αναλογιστική μελέτη και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της ΕΑΑ.

2.3. Μηνιαία εισφορά του μη έμμισθου παλαιού ασφαλισμένου (έως την 31.12.1992) ίση με 6% επί του μέσου όρου των μηνιαίων ακαθάριστων εσόδων της τελευταίας διετίας, υπό τον περιορισμό του ανωτάτου ορίου (πλαφόν) που αναλύεται στο άρθρο 9 παρ. Α 1 του παρόντος. Μετά τη συμπλήρωση της διετίας και ανά διετία με απόφαση του Ταμείου σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα από τον ασφαλισμένο στοιχεία καθορίζεται το ποσό επί του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές της επόμενης διετίας.

2.4. Μηνιαία εισφορά του μη έμμισθου νέου ασφαλισμένου (μετά την 1.1.1993) ίση με 6% επί των ασφαλιστικών κατηγοριών του παρακάτω Πίνακα.

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ Ποσό σε ΕΥΡΩ Εισφορά σε ΕΥΡΩ
693,35 41,60
852,63 51,16
1.010,86 60,65
1.168,60 70,12
1.319,65 79,18
1.435,66 86,14
1.547,81 92,87
1.659,99 99,60
1.772,15 106,33
10η 1.884,34 113,06
11η 1.996,51 119,79
12η 2.108,67 126,52
13η 2.220,85 133,25
14η 2.333,02 139,98


Ο υπολογισμός γίνεται επί της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας και ο ασφαλισμένος δικαιούται να επιλέξει υψηλότερη.

3. Εισφορά όσων συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλιση και αναλυτικά:

3.1. Όσοι νέοι ασφαλισμένοι συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στο Ταμείο καταβάλλουν κατά μήνα εισφορά ύψους 6% οι μεν έμμισθοι επί του μέσου όρου του μισθού του τελευταίου έτους πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής τους ασφάλισης, οι δε μη έμμισθοι 6% επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας επί της οποίας κατέβαλε ασφαλιστικές εισφορές ο ασφαλισμένος κατά την διακοπή της ασφάλισης.

3.2 Όσοι παλαιοί ασφαλισμένοι συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στο Ταμείο καταβάλλουν οι μεν έμμισθοι εισφορά ύψους 8% επί των αποδοχών τους κατά την ημερομηνία διακοπής της ασφάλισης, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να υπολείπονται από τις εισφορές που καθορίζονται με την οικεία ΣΣΕ με τα αυτά προσόντα και έτη υπηρεσίας ούτε να υπερβαίνουν το ανώτατο όριο (πλαφόν) όπως αναλύεται στο άρθρο 9 παρ. Α 1 του παρόντος, οι δε μη έμμισθοι καταβάλλουν το 6% επί του ποσού επί του οποίου υπολογίζεται η ασφαλιστική εισφορά κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Οι εισφορές αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τη μεταβολή του οριζόμενου ανωτάτου ορίου αποδοχών για τον υπολογισμό των εισφορών.

4. Η εισφορά αναγνώρισης γάμου/συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης, η οποία είναι ίση με την κράτηση των τακτικών αποδοχών ενός μηνός κάθε έγγαμου ασφαλισμένου, κατά την ημερομηνία δήλωσης του γάμου/ συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης στο Ταμείο, με τους περιορισμούς του άρθρου 9 παρ. Α του παρόντος. Προκειμένου περί μη έμμισθου ασφαλισμένου η κράτηση είναι ίση με το ποσό της κλάσης στην οποία υπάγεται, κατά την ημερομηνία δήλωσης του γάμου/συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης στο Ταμείο. Εφόσον και ο σύζυγος και η σύζυγος ή οι συμβαλλόμενοι στο σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης τυγχάνουν ασφαλισμένοι του Ταμείου, η ως άνω εισφορά καταβάλλεται εξ ημισείας από τον καθένα από αυτούς, με βάση τις μεγαλύτερες τακτικές αποδοχές, του ή της συζύγου. Στην περίπτωση επόμενου γάμου/συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης παρακρατείται το μισό της εισφοράς. Η εισφορά αναγνώρισης γάμου καταβάλλεται είτε εφάπαξ είτε σε 50 ισόποσες δόσεις.

5. Κάθε είδους πρόσοδοι της περιουσίας του Ταμείου.

6. Κάθε είδους χαριστικές ή μη καταβολές προς το Ταμείο.

7. Κάθε άλλο νόμιμο έσοδο, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η καταβολή πρόσθετων εργοδοτικών εισφορών.

Άρθρο 9
Υπολογισμός των εισφορών

Α. Των εμμίσθων

Ορίζεται ως ανώτατο όριο αποδοχών επί των οποίων θα καταβάλλονται οι εισφορές των εμμίσθων παλαιών ασφαλισμένων (μέχρι 31/12/1992) του Ταμείου ο βασικός μισθός του ασφαλιστικού υπαλλήλου κατηγορίας κύριου προσωπικού με 11-12 χρόνια προϋπηρεσίας, όπως αυτός ορίζεται από την εκάστοτε ισχύουσα ΣΣΕ ιδιωτικών ασφαλιστικών επιχειρήσεων της πλέον αντιπροσωπευτικής δευτεροβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης εργαζομένων του κλάδου. Αν έχει λήξει η ισχύς της Συλλογικής αυτής Σύμβασης Εργασίας, λαμβάνεται ως βάση ο βασικός μισθός που προβλέπεται στην τελευταία που ίσχυσε και αναπροσαρμόζεται κάθε τριετία από τη λήξη της με απόφαση του Δ.Σ. και μετά από αναλογιστική μελέτη και τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Οι επιπλέον του ανωτέρω ποσού αποδοχές δεν υπόκεινται σε κρατήσεις εκτός από τα Δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας οι οποίες υπολογίζονται στις καταβαλλόμενες μεικτές αποδοχές με τον περιορισμό του ανωτάτου ορίου αποδοχών που ορίζεται παραπάνω.

2. Για τους έμμισθους νέους ασφαλισμένους (μετά την 1/1/1993) του Ταμείου ο υπολογισμός των εισφορών γίνεται επί των αποδοχών τους, όπως περιγράφεται στο άρθρο 8 παρ. 2.2

Β. Των μη έμμισθων

1. Για τον υπολογισμό των μηνιαίων εισφορών των μη έμμισθων παλαιών ασφαλισμένων (έως την 31.12.1992) λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων ακαθάριστων εσόδων των δύο τελευταίων ημερολογιακών ετών, υπό τον περιορισμό του ανωτάτου ορίου (πλαφόν) που αναφέρεται στο άρθρο 9 παρ. Α 1 του παρόντος.

2. Για τον υπολογισμό των μηνιαίων εισφορών των μη έμμισθων νέων ασφαλισμένων (μετά την 1.1.1993) λαμβάνονται υπόψη οι ασφαλιστικές κατηγορίες του άρθρου 8 παρ. 2.4. Τα ποσά αυτά μπορεί να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Δ.Σ. μετά από αναλογιστική μελέτη και τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής. Ο υπολογισμός γίνεται επί της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας και ο ασφαλισμένος δικαιούται να επιλέξει την υψηλότερη.

3. Μετά τη συμπλήρωση της διετίας για την υπαγωγή στην ασφάλιση και μετά την παρέλευση κάθε διετίας με βάση τα οικονομικά στοιχεία που προσκομίζονται καθορίζεται με απόφαση του Ταμείου το ποσό πάνω στο οποίο θα γίνεται ο υπολογισμός των εισφορών για την επόμενη διετία.
Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος δεν προσκομίσει τα απαιτούμενα από το άρθρο 3 δικαιολογητικά το Ταμείο μπορεί μέσα σε ένα έτος από τη λήξη της διετίας να αποφασίσει τη διακοπή της ασφάλισής του, αφού ενημερώσει τον ασφαλισμένο ένα μήνα πριν από την επικείμενη διαγραφή του.

4. Η ασφάλιση διακόπτεται με απόφαση του Ταμείου, εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα του ασφαλισμένου δεν ανέρχονται τουλάχιστον στο ελάχιστο εκάστοτε προβλεπόμενο ποσό, αφού ενημερώσει τον ασφαλισμένο ένα μήνα πριν από την επικείμενη διαγραφή του.

Άρθρο 10
Καταβολή των εργοδοτικών εισφορών και των εισφορών των εμμίσθων

1. Το προϊόν εκάστου μηνός των υπό το άρθρο 8 του παρόντος καταστατικού οριζομένων εργοδοτικών εισφορών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων της παρ. 1.1 του ιδίου άρθρου καταβάλλεται στο Ταμείο ως εξής:

1.1. Η προσδιοριζόμενη στο άρθρο 8 παρ. 1.1.1. εδ. α (6% επί της μισθοδοσίας με όριο ανώτατου μηνιαίου μισθού το ποσό των € 1.750) καταβάλλεται, μαζί με την εργατική εισφορά, μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, από τον μήνα επί της μισθοδοσίας του οποίου υπολογίζεται.

1.2. Η προσδιοριζόμενη στο άρθρο 8 παρ. 1.1.1. εδ. β εισφορά επί παραγωγής καταβάλλεται το αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη λήξη εκάστου μηνός από τις ως άνω επιχειρήσεις και οργανισμούς. Οι παραπάνω επιχειρήσεις και οργανισμοί υποβάλλουν στο Ταμείο, το αργότερο εντός σαράντα (40) ημερών από τη λήξη κάθε μήνα, κατάσταση που περιέχει τα ασφάλιστρα και αντασφάλιστρα (εσωτερικού/εξωτερικού), που πραγματοποιήθηκαν μέσα στο μήνα, καθαρά από τις εν τω μεταξύ ακυρώσεις, ξεχωριστά κατά κλάδο ασφάλισης (σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1.1.1. του παρόντος).

2. Ειδικότερα για τους εργοδότες που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 1.1.2 ισχύουν τα ακόλουθα:

2.1. Οι υπόχρεοι εργοδότες αποστέλλουν μέχρι το τέλος Ιανουαρίου κάθε έτους τα συνολικά ετήσια στοιχεία μισθοδοσίας και παραγωγής του προηγούμενου έτους σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1.1.1. του παρόντος. Το Ταμείο υπολογίζει βάσει αυτών των στοιχείων και σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1.1.2 του παρόντος, το ποσοστό επί της ετήσιας συνολικής μισθοδοσίας των υπαγόμενων στο Ταμείο εργαζομένων, το οποίο χρησιμοποιείται για τον προκαταρκτικό υπολογισμό των εργοδοτικών εισφορών τρέχοντος έτους, τις οποίες οφείλουν να καταβάλουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παρ. 1.1.2 του παρόντος.
Επίσης, κάθε μήνα αποστέλλουν τα στοιχεία της συνολικής μισθοδοσίας του προηγούμενου μήνα, των υπαγομένων στην ασφάλιση του Ταμείου εργαζομένων. Η συνολική μισθοδοσία αποτελείται από τις μικτές τακτικές και έκτακτες αμοιβές.
Για τον υπολογισμό των εργοδοτικών εισφορών τρέχοντος έτους αφαιρούνται έξι (6) μονάδες από το ποσοστό που έχει υπολογίσει το Ταμείο σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο και το υπόλοιπο ποσοστό πολλαπλασιάζεται επί τη συνολική μηνιαία μισθοδοσία των υπαγομένων στο Ταμείο εργαζομένων κάθε ασφαλιστικής επιχείρησης. Το ποσό που προκύπτει από αυτόν τον υπολογισμό καταβάλλεται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, μαζί με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του εδ. α του άρθρου 8 παρ.
1.1.1. του παρόντος.

2.2. Οι υπόχρεοι εργοδότες υποβάλλουν στο Ταμείο τα τριμηνιαία και ετήσια στοιχεία παραγωγής, από τις καταστάσεις που υποβάλλουν στην αρμόδια εποπτική αρχή των ασφαλιστικών εταιριών. Η υποβολή αυτών προς το Ταμείο γίνεται ταυτόχρονα με την υποβολή αυτών στην αρμόδια εποπτική αρχή. Επιπλέον και στους ίδιους χρόνους υποβάλλουν αναλυτικά στοιχεία παραγωγής για όλους τους κλάδους, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.1.1.1. Το Ταμείο, άμεσα μετά την λήψη των παραπάνω στοιχείων, υπολογίζει βάσει των στοιχείων, παραγωγής και μισθοδοσίας, το τελικό ενιαίο ποσοστό σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παρ. 1.1.2 του παρόντος. Με βάση αυτό οριστικοποιεί τις οφειλόμενες εργοδοτικές εισφορές του προηγούμενου έτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του παρόντος. Εφόσον το ποσό των οφειλομένων, για το προηγούμενο έτος, εργοδοτικών εισφορών είναι μεγαλύτερο αυτού που έχουν ήδη καταβάλει οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τότε καταβάλλουν τη διαφορά εντός ενός μηνός από τη σχετική ειδοποίηση του Ταμείου. Εάν είναι μικρότερο, το Ταμείο επιστρέφει εντός μηνός το επιπλέον ποσό στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

2.3. Στην περίπτωση που εργοδότης ή εργοδότες δεν αποστέλλουν ή καθυστερούν να αποστείλουν τα απαραίτητα στοιχεία παραγωγής και μισθοδοσίας, το Ταμείο δικαιούται να ζητήσει από την Εποπτική Αρχή τα στοιχεία παραγωγής και παράλληλα να προβεί σε έλεγχο στην/ ις εταιρία/ες, ασκώντας τα νόμιμα δικαιώματά του. Επιπλέον, το Ταμείο υπολογίζει το προσδιοριζόμενο στο άρθρο 8 παρ. 1.1.2 ενιαίο ποσοστό με βάση τα στοιχεία που διαθέτει από τους εργοδότες που έχουν αποστείλει τα απαραίτητα στοιχεία και εφαρμόζει αυτό το ενιαίο ποσοστό που έχει προκύψει και για την/τις εταιρία/ες που δεν έχει/ουν αποστείλει εγκαίρως ή καθόλου στοιχεία. Εφόσον αποσταλούν εκ των υστέρων τα στοιχεία αυτά, το εν λόγω ποσοστό επαναπροσδιορίζεται το αργότερο εντός πενταετίας κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης στις αρχές του επομένου έτους.

3. Διευκρινίζεται ότι τα υποβαλλόμενα από τις εργοδότριες εταιρίες στοιχεία παραγωγής σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1.1.1. περιλαμβάνουν ανάλυση των στοιχείων παραγωγής κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το Ταμείο να ελέγχει την ορθή εφαρμογή των διαφορετικών συντελεστών υπολογισμού των εργοδοτικών εισφορών ανά κατηγορία ασφαλίστρων.

4. Η εργοδοτική εισφορά των υπαλλήλων ασφαλιστικών πρακτόρων, ασφαλιστικών συμβούλων, μεσιτών ασφαλίσεων, συντονιστών ασφαλιστικών συμβούλων και πραγματογνωμόνων καταβάλλεται εντός μηνός από τη λήξη του μήνα στον οποίο αντιστοιχούν οι αποδοχές.

5. Την εισφορά των εμμίσθων ασφαλισμένων με τη σχετική κατάσταση υποχρεούται να καταθέτει ο εργοδότης τους στο Ταμείο εντός μηνός από τη λήξη του μήνα στον οποίο αντιστοιχούν οι αποδοχές.

6. Οι εργοδότες υποχρεούνται να παρέχουν αμέσως στο Ταμείο κάθε πληροφορία που τους ζητείται από το Ταμείο προκειμένου να είναι ευχερής και αποτελεσματικός ο έλεγχος του Ταμείου όσον αφορά στην υπαγωγή στην ασφάλιση, στην κανονική πληρωμή των εισφορών και συνεισφορών. Στην περίπτωση άρνησής τους ή καθυστέρησης της συμμόρφωσής τους εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 παρ. 3 περ. ΙV του παρόντος.

7. Εισφορές που καταβάλλονται εκπρόθεσμα στο Ταμείο επιβαρύνονται με τόκους υπερημερίας από τον χρόνο κατά τον οποίο κατέστησαν ληξιπρόθεσμες και απαιτητές μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή τους.

Άρθρο 11
Καταβολή των εισφορών των μη εμμίσθων

Η προβλεπόμενη από το άρθρο 8 παρ. 2.3 και 2.4 μηνιαία εισφορά, ύψους 6% επί της ασφαλιστικής κλάσης στην οποία έχει καταταγεί ο μη έμμισθος ασφαλισμένος (υποχρεωτικά ή προαιρετικά), καταβάλλεται κάθε μήνα και το αργότερο εντός του επομένου μηνός απ’ ευθείας από τον ασφαλισμένο προς το Ταμείο σε τραπεζικό λογαριασμό που ορίζει το Δ.Σ. του Ταμείου.

Η εξόφληση των εισφορών των ασφαλισμένων που για πρώτη φορά υπάγονται στην ασφάλιση του Ταμείου μπορεί να γίνει και τμηματικά με μηνιαίες δόσεις τις οποίες καθορίζει το Δ.Σ. του Ταμείου και όχι πάντως περισσότερες από 12 για κάθε έτος αναδρομικής ασφάλισης.

Άρθρο 12
Βεβαίωση των εισφορών

Οι οφειλόμενες εισφορές και κάθε ποσό που οφείλεται στο Ταμείο βεβαιώνονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου στην οποία καθορίζεται επακριβώς το εισπρακτέο ποσό, οι τυχόν τόκοι υπερημερίας, το είδος της εισφοράς και η χρονική περίοδος στην οποία αναφέρεται. Η αναγκαστική είσπραξη των εσόδων του Ταμείου γίνεται με βάση τις διατάξεις που ισχύουν για τα ΝΠΙΔ. Εφόσον ρυθμισθεί η είσπραξη των εσόδων του Ταμείου κατά τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου αποτελεί τον νόμιμο τίτλο για την αναγκαστική τους είσπραξη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ

Άρθρο 13
Διοικητικό Συμβούλιο, Σύνθεση, Θητεία, Ορισμός

1. Το Ταμείο διοικείται από 9μελές Δ.Σ., το οποίο απαρτίζεται από:
α) Τέσσερις (4) εκπροσώπους τους οποίους ορίζει η πλέον αντιπροσωπευτική δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των ασφαλισμένων ασφαλιστικών υπαλλήλων.
β) Έναν (1) εκπρόσωπο τον οποίο ορίζουν από κοινού οι πλέον αντιπροσωπευτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις των μεσιτών ασφαλίσεων των πρακτόρων ασφαλειών και η πλέον αντιπροσωπευτική δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των ασφαλισμένων ασφαλιστικών υπαλλήλων. Σε περίπτωση διαφωνίας των παραπάνω συνδικαλιστικών οργανώσεων υπερισχύει η απόφαση της περισσότερο αντιπροσωπευτικής σε αριθμό ασφαλισμένων.
γ) Δύο (2) εκπροσώπους τους οποίους ορίζει η πλέον αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση εργοδοτών ασφαλιστικών εταιρειών που νόμιμα λειτουργούν στην Ελλάδα.
δ) Δύο (2) εκπροσώπους τους οποίους ορίζει η πλέον αντιπροσωπευτική ένωση συνταξιούχων ασφαλισμένων του Ταμείου.
Ο τρόπος, η διαδικασία και τα προσόντα των μελών του Δ.Σ. θα εξειδικευθούν στον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας του ταμείου.
Συμμετέχει στο Δ.Σ. χωρίς δικαίωμα ψήφου και ένας (1) εκπρόσωπος των εργαζομένων στο Ταμείο όταν συζητούνται υπηρεσιακά θέματα σχετικά με το προσωπικό του Ταμείου.

2. Τα μέλη του Δ.Σ. ορίζονται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου κάθε μίας από τις παραπάνω αντιπροσωπευτικές οργανώσεις. Με τον ίδιο τρόπο που ορίζονται τα μέλη του Δ.Σ. του Ταμείου ορίζονται και οι ισάριθμοι αναπληρωτές τους.

3. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τετραετής (4) και παρατείνεται αυτόματα μέχρι 6 μήνες μετά τη λήξη της.

4. Σε περίπτωση προσωρινού κωλύματος, η θέση τακτικού μέλους καλύπτεται από το αναπληρωματικό του. Σε περίπτωση μόνιμου κωλύματος ή παραίτησης τακτικού μέλους η οικεία αντιπροσωπευτική οργάνωση οφείλει να ορίσει μέλος για το υπόλοιπο της θητείας.

5.Τα μέλη του Δ.Σ. ανακαλούνται από την οργάνωση που τα υπέδειξε μόνον εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος.

6. Τα μέλη του Δ.Σ. καθώς και οι υπάλληλοι του Ταμείου υποχρεούνται σε αυστηρή τήρηση εχεμύθειας ως προς τα απόρρητα του Ταμείου, τα οποία κατέστησαν σε αυτά γνωστά εξ οιουδήποτε λόγου. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής συνιστά λόγο παύσης του παραβάτη από μέλος του οργάνου ή λόγο λύσης της υπαλληλικής σχέσης.

Άρθρο 14
Συγκρότηση σε σώμα – Παράδοση – Παραλαβή

1. Με έγγραφη πρόσκληση του απερχόμενου Προέδρου του Δ.Σ. στην οποία αναγράφεται η ημερομηνία, η ώρα, ο τόπος και το θέμα της συνεδρίασης, το Δ.Σ. του Ταμείου συνέρχεται σε πρώτη συνεδρίαση εντός 20 ημερών από την συγκρότησή του και εκλέγει με μυστική ψηφοφορία και απλή πλειοψηφία του συνόλου των μελών του τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα αυτού.
Εφόσον κατά την εκλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου για την κατάληψη των ως άνω αξιωμάτων, δεν επιτευχθεί η απαιτούμενη απλή πλειοψηφία, ο σύμβουλος που έλαβε τους λιγότερους ψήφους αποσύρει την υποψηφιότητα του και η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μεταξύ των υπόλοιπων υποψηφίων.
Η ως άνω διαδικασία επαναλαμβάνεται μέχρι να επιτευχθεί η απαιτούμενη απλή πλειοψηφία και ολοκληρώνεται σε μία συνεδρίαση
Τα ειδικότερα καθήκοντα των μελών του Δ.Σ. καθορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ταμείου.

2. Δεν επιτρέπεται να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο περισσότερα του ενός από τα ανωτέρω αξιώματα των μελών Δ.Σ. του Ταμείου.

3. Το νέο Δ.Σ. του Ταμείου παραλαμβάνει από το προηγούμενο Δ.Σ., μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από τη συγκρότησή του σε σώμα, τα βιβλία, τη διοίκηση και τη διαχείριση του Ταμείου και συντάσσεται πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής.

4. Στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, μέχρι τη συγκρότηση του νέου Δ.Σ. του Ταμείου σε σώμα και την παράδοση σε αυτό της διοίκησης και της διαχείρισης, παρατείνεται αυτοδίκαια η θητεία του απερχόμενου Δ.Σ. όχι πάντως για περισσότερο από δέκα (10) ημέρες.

5. Σε περίπτωση που κενωθεί στη διάρκεια της θητείας του Δ.Σ. θέση αξιωματούχου, η κενή θέση συμπληρώνεται με την ίδια ως άνω διαδικασία.

Άρθρο 15
Λειτουργία Διοικητικού Συμβουλίου

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνεδριάζει τακτικά, μετά από έγγραφη πρόσκληση του Προέδρου ή, εάν αυτός κωλύεται, του Αντιπροέδρου, μια φορά την εβδομάδα. Επίσης συνεδριάζει εκτάκτως όταν υπάρχει ανάγκη, κατά την κρίση του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου που τον αναπληρώνει ή όταν το ζητήσουν εγγράφως πέντε (5) τουλάχιστον μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου με αίτησή τους προς τον Πρόεδρο, στην οποία πρέπει να αναφέρονται επί ποινή απαραδέκτου τα θέματα που θα συζητηθούν στη συνεδρίαση. Στην περίπτωση αυτή, ο Πρόεδρος υποχρεούται μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης να ορίσει συνεδρίαση Διοικητικού Συμβουλίου με τα θέματα που αναγράφονται σε αυτήν. Εάν δεν υπάρχει απαρτία, τα θέματα αυτά αναγράφονται πρώτα στην ημερήσια διάταξη της επόμενης τακτικής συνεδρίασης.

2. Το Διοικητικό Συμβούλιο, με απόφασή του, μπορεί να ορίζει συγκεκριμένες ημέρες για τις τακτικές συνεδριάσεις του.

3. Η πρόσκληση κοινοποιείται στα μέλη δύο (2) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση. Σύντμηση της προθεσμίας αυτής επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, η οποία αιτιολογείται από τον Πρόεδρο ή τον Αντιπρόεδρο που τον αναπληρώνει. Στην πρόσκληση σε συνεδρίαση αναγράφονται ο τόπος, η ημερομηνία και η ώρα της συνεδρίασης καθώς και τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Λήψη αποφάσεων για θέματα που δεν περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη επιτρέπεται μόνον εφόσον παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και κανένα δεν αντιλέγει.

4. Αν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου κωλύεται να παραστεί σε συνεδρίαση, οφείλει να ειδοποιεί εγγράφως τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, διαφορετικά θεωρείται αδικαιολογήτως απών. Το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου που απουσιάζει αδικαιολόγητα από τρεις (3) ή δικαιολογημένα από επτά (7) διαδοχικές τακτικές συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, και συνολικά αδικαιολόγητα από οκτώ (8) και δικαιολογημένα από δεκαπέντε(15) κατ’ έκαστο ημερολογιακό έτος τακτικές συνεδριάσεις του Δ.Σ. του Ταμείου εκπίπτει αυτοδικαίως από την ιδιότητα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου. Το μέλος αυτό αντικαθίσταται με απόφαση της οικείας αντιπροσωπευτικής οργάνωσης που το ορίζει.

5. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία, εφόσον παρευρίσκονται σε αυτό πάνω από τα μισά μέλη του, και αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών του, εκτός από τις αποφάσεις που προβλέπεται το παρόν καταστατικό αυξημένη πλειοψηφία.

6. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με φανερή ψηφοφορία, εκτός αν πρόκειται για προσωπικά ζητήματα ή αν, εκ των προτέρων, το Διοικητικό Συμβούλιο καθορίζει ότι η ψηφοφορία είναι μυστική, κατά πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

7. Οι συζητήσεις και οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου καταχωρούνται περιληπτικά σε ειδικό βιβλίο πρακτικών Διοικητικού Συμβουλίου που μπορεί να τηρείται και κατά το μηχανογραφικό σύστημα. Ύστερα από αίτηση μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Πρόεδρος υποχρεούται να καταχωρήσει στα πρακτικά ακριβή περίληψη της γνώμης του. Στο βιβλίο αυτό καταχωρείται επίσης κατάλογος των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που παραστάθηκαν ή αντιπροσωπεύθηκαν. Τα πρακτικά υπογράφονται από όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που παραστάθηκαν στη συνεδρίαση. Αν κάποιο από τα μέλη αρνηθεί να υπογράψει τα πρακτικά, γίνεται σχετική μνεία σ’ αυτά. Πάντως για την απόφαση που λήφθηκε νομίμως, δε δημιουργεί ακυρότητα η άρνηση υπογραφής του πρακτικού από το σύμβουλο ο οποίος παραβρέθηκε στη συνεδρίαση.

Με ευθύνη του Προέδρου του Δ.Σ. υπάρχει η δυνατότητα μαγνητοφώνησης των συζητήσεων του Δ.Σ.

Τα αντίγραφα και τα αποσπάσματα των πρακτικών του διοικητικού συμβουλίου, τα οποία πρόκειται να προσαχθούν στο δικαστήριο ή σ’ άλλη αρχή ή και προς τράπεζες ή άλλα πρόσωπα, επικυρώνονται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου, ή από το νόμιμο αναπληρωτή του ή από εντεταλμένο, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, για το σκοπό αυτό, σύμβουλο.

8. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου δεν εκτελούνται πριν από την επικύρωση των πρακτικών, τουλάχιστον από την πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, το αργότερο μέχρι την επόμενη συνεδρίαση.

Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί επί επείγουσας, κατά τη κρίση του, ανάγκης, να αποφασίζει την άμεση επικύρωση των πρακτικών.

9. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας μπορεί να είναι πλήρους ή μερικής απασχόλησης στο Ταμείο και στην περίπτωση αυτή δικαιούνται αμοιβής που καθορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. και δεν μπορεί να υπερβαίνει το τριπλάσιο για τον Πρόεδρο και το διπλάσιο για τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα αντίστοιχα, του εκάστοτε προβλεπομένου, από την ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Ασφαλιστικών Υπαλλήλων Ιδιωτικής Ασφάλισης της αντιπροσωπευτικότερης δευτεροβάθμιας οργάνωσης αυτών, βασικού μισθού υπαλλήλου κατηγορίας κύριου προσωπικού με 11-12 χρόνια προϋπηρεσίας. Στην περίπτωση που δεν ισχύει ΣΣΕ εφαρμόζονται όσα ανωτέρω στο άρθρο 9 υπό Α.1 αναφέρονται.

Τα υπόλοιπα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν δικαιούνται αμοιβής. Με απόφαση του Δ.Σ. δύναται να καθορίζεται το ύψος της αποζημίωσης των μελών του Δ.Σ. (συμπεριλαμβανομένου και των Προέδρου, Αντιπροέδρου και Γενικού Γραμματέα), η οποία περιλαμβάνει και τυχόν έξοδα μετακίνησης, διατροφής και διαμονής. Η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά συνεδρίαση το 10% για το απλό μέλος, το 15% για τον Αντιπρόεδρο και Γενικό Γραμματέα και το 20% για τον Πρόεδρο του εκάστοτε προβλεπομένου από την ισχύουσα Σύμβαση Εργασίας Ασφαλιστικών Υπαλλήλων Ιδιωτικής Ασφάλισης βασικού μισθού υπαλλήλου κατηγορίας κύριου προσωπικού με 11-12 χρόνια προϋπηρεσίας. Στην περίπτωση που δεν ισχύει ΣΣΕ εφαρμόζονται όσα ανωτέρω στο άρθρο 9 υπό Α παρ. 1 αναφέρονται.

10. Κατά τις συνεδριάσεις του Δ.Σ. επιτρέπεται να παρευρίσκονται, με δικαίωμα λόγου, αλλά όχι δικαίωμα ψήφου ως ειδικοί επιστημονικοί σύμβουλοι, πρόσωπα ευρείας αποδοχής, με επιστημονική αρτιότητα, ειδίκευση και εμπειρία σε επιστημονικά και τεχνικά θέματα, όπως για παράδειγμα στα χρηματοοικονομικά προϊόντα, σε θέματα μηχανοργάνωσης και πληροφορικής, σε αναλογιστικές μελέτες, σε θέματα κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου κ.λπ.

11. Λοιπά θέματα διοίκησης του Ταμείου, που αφορούν στις συνεδριάσεις, αποφάσεις, πρακτικά ή στην εκπροσώπησή του, στις αρμοδιότητες για την εσωτερική του λειτουργία, στη μεταβίβαση εξουσιών, στα σχετικά με τη διοίκηση λειτουργικά έξοδα, στις άδειες διευκολύνσεων των μελών της διοίκησης κ.λπ., καθορίζονται περαιτέρω στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ταμείου.

Άρθρο 16
Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου

1. Το διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου είναι αρμόδιο να αποφασίζει κάθε πράξη που αφορά στη διοίκηση, τη διαχείριση, την εποπτεία και τον έλεγχο του Ταμείου και στην εν γένει επιδίωξη του σκοπού του είτε ρητά αναφέρεται στον νόμο, είτε όχι, εκτός εκείνων των θεμάτων που έχουν ανατεθεί στην ειδική αρμοδιότητα άλλου οργάνου από τη σχετική νομοθεσία, το παρόν καταστατικό ή τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ταμείου.
Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του υπόκειται στην ισχύουσα νομοθεσία συμπεριλαμβανομένης και της απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με αριθμό Φ.51010/1821/16/2/2004 ΦΕΚ 370Β/24-2-2004 για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων

2. Η διοίκηση του Ταμείου γίνεται από το Δ.Σ., στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων και εξουσιών που ορίζονται από το Καταστατικό και τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας. Το Δ.Σ. είναι επίσης αρμόδιο για τη διαχείριση των προσόδων και της περιουσίας του Ταμείου, σύμφωνα με το Καταστατικό και τον Κανονισμό Επενδύσεων.

3. Το Δ.Σ. έχει, επίσης, τις εξής ειδικές αρμοδιότητες:

3.1. Μεριμνά για τον σχηματισμό του Μαθηματικού Αποθέματος του Ταμείου και την κάλυψή τους με ασφαλιστική τοποθέτηση.

3.2. Καθορίζει την επενδυτική πολιτική για τα κεφάλαια του Ταμείου, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπουργικής απόφασης 51010/ΟΙΚ1893-15/23/1/2015 (ΦΕΚ 178 Β΄), αποφασίζει για τον Κανονισμό Επενδύσεων του Ταμείου και φροντίζει για την τήρησή του καθώς και για την σύσταση Επενδυτικής Επιτροπής που θα απαρτίζεται από εξειδικευμένους έμπειρους επαγγελματίες στον τομέα των επενδύσεων, η οποία έχει όλες τις αρμοδιότητες που προβλέπει η παραπάνω Υπουργική απόφαση. Για αποφάσεις που αφορούν μη συνήθεις επενδύσεις, όπως καθορίζονται από τον Κανονισμό Επενδύσεων του ταμείου και για τον καθορισμό της έννοιας των μη συνήθων επενδύσεων απαιτείται η θετική ψήφος των εκπροσώπων της ΕΑΕΕ. Κατ’ εξαίρεση δεν απαιτείται η θετική ψήφος των εκπροσώπων της ΕΑΕΕ για τις αποφάσεις που αφορούν στη συμμετοχή του Ταμείου στην Συνεταιριστική Τράπεζα Ηπείρου. Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

3.3. Ορίζει και παύει διαχειριστές επενδύσεων και θεματοφύλακες καθώς και φορείς που παρέχουν εξωτερικές υπηρεσίες στο Ταμείο (outsourcing), σύμφωνα με διαδικασία που προβλέπεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ταμείου. Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή.

3.4. Αποφασίζει για την ίδρυση επενδυτικού φορέα ή συμμετοχή σε ήδη υφιστάμενο. Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

3.5. Αποφασίζει για την αναπροσαρμογή των εισφορών και την τυχόν επιβολή εκτάκτων εισφορών με πλειοψηφία των 8/9 του Δ.Σ. μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

3.6. Κρίνει για την τυχόν αδυναμία καταβολής εισφορών και αποφασίζει για την παροχή διευκολύνσεων καταβολής (π.χ. καταβολή οφειλόμενων εισφορών σε δόσεις) σύμφωνα με όσα σχετικώς ορίζονται τον Κανονισμό Παροχών.

3.7. Φροντίζει για την κανονική είσπραξη των πόρων του Ταμείου και προβαίνει σε όχληση των εργοδοτών και των ασφαλισμένων που δεν καταβάλλουν τις εισφορές, ενημερώνοντάς τους για τις συνέπειες της μη καταβολής αυτής.

3.8. Εγκρίνει τον Προϋπολογισμό της νέας οικονομικής χρήσης, αναφέροντας αναλυτικά κατ’είδος τα έσοδα και τις δαπάνες, σύμφωνα με το άρθρο 20 του παρόντος.

3.9. Εγκρίνει τον Ισολογισμό και τους λογαριασμούς αποτελεσμάτων χρήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 20 του παρόντος.

3.10. Δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθώς και σε μια ημερήσια εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας και σε μια οικονομική εφημερίδα τις οικονομικές καταστάσεις, τα πιστοποιητικά ελέγχου των ορκωτών ελεγκτών και τα πορίσματα ελέγχου της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

3.11. Υποβάλλει ετήσια στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή τα έγγραφα και τα στοιχεία που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία.

3.12. Αποφασίζει για την εγγραφή και τη διαγραφή των ασφαλισμένων του Ταμείου

3.13. Απονέμει τις προβλεπόμενες παροχές στους ασφαλισμένους του Ταμείου. Με απόφασή του μπορεί να εξουσιοδοτεί τον Διευθυντή του Ταμείου ή /και άλλους υπαλλήλους του Ταμείου να εκδίδουν αποφάσεις σχετικά με τη χορήγηση των παροχών.

3.14. Αποφασίζει για την αναπροσαρμογή (μείωση ή αύξηση) των παροχών με βάση τα πορίσματα της αναλογιστικής μελέτης και την ισχύουσα νομοθεσία μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

3.15. Αποφασίζει τη μεταφορά των δικαιωμάτων των ασφαλισμένων του Ταμείου σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία.

3.16. Χορηγεί μια φορά τουλάχιστο κάθε έτος, με δαπάνη του Ταμείου, βεβαίωση στους ασφαλισμένους του για τις καταβληθείσες εισφορές και τα δικαιώματά τους για παροχές.

3.17. Ασκεί τις αξιώσεις του Ταμείου κατά του μέλους του Δ.Σ. ή τρίτου που το ζημίωσε.

3.18. Διορίζει ορκωτούς ελεγκτές, στους οποίους αναθέτει τον έλεγχο των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων του Ταμείου.

3.19. Προσλαμβάνει και απολύει τον Διευθυντή του Ταμείου, προσλαμβάνει και απολύει το υπαλληλικό και εργατοτεχνικό προσωπικό του Ταμείου, τους αναλογιστές, τους οικονομικούς και νομικούς συμβούλους, τους λογιστές κ.λπ. Προσδιορίζει τα καθήκοντα και τις αποδοχές τους και τους αναθέτει ειδικότερα καθήκοντα.

3.20. Αναθέτει την εκτέλεση έργων, εκπόνηση μελετών και παροχή υπηρεσιών σε τρίτους, σύμφωνα με διαδικασία που προβλέπεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ταμείου.

3.21. Αποφασίζει επί ενστάσεων που υποβάλλονται κατά αποφάσεων του Διευθυντή του Ταμείου.

3.22. Συγκροτεί ειδικές επιτροπές από μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου ή και τρίτους για τη μελέτη, προώθηση και αντιμετώπιση των θεμάτων που αφορούν τη λειτουργία του, καθορίζει τις ειδικότερες αρμοδιότητες των Επιτροπών αυτών και αποφασίζει επί των εισηγήσεών τους.

3.23. Αποφασίζει τα ποσά αποζημίωσης των μελών του Δ.Σ., τα έξοδα μετακίνησης, καθώς και τις αμοιβές των μελών του Δ.Σ. (όπου προβλέπονται), όπως προβλέπει το άρθρο 15 παρ. 9 του παρόντος.

3.24. Καθορίζει με απόφασή του τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την εγγραφή των ασφαλισμένων στο Ταμείο, τον τύπο του απογραφικού δελτίου και τα δικαιολογητικά για την απονομή των παροχών.

3.25. Αποφασίζει την τροποποίηση ή τη συμπλήρωση των διατάξεων του Καταστατικού και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του Ταμείου, του Κανονισμού Επενδύσεων και του Κανονισμού Παροχών, σύμφωνα με το άρθρο 38 του παρόντος.

3.26. Αποφασίζει και λαμβάνει κάθε μέτρο για την καλύτερη εκπλήρωση των σκοπών του Ταμείου.

3.27. Αποφασίζει για κάθε αμφισβήτηση ως προς την ερμηνεία του παρόντος και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του Ταμείου, καθώς και για κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εσωτερικής φύσης, που δεν προβλέπεται από αυτά.

3.28. Αποφασίζει την αγορά, εκποίηση, υποθήκευση και ενεχυρίαση περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου.

3.29. Αποφασίζει για δικαστικό ή εξώδικο συμβιβασμό και παραίτηση από δικόγραφο ή δικαίωμα.

3.30. Διορίζει το νομικό σύμβουλο του Ταμείου και πληρεξούσιους δικηγόρους, εφόσον τούτο απαιτείται κατά περίπτωση.

3.31. Αποφασίζει για την ενοποίηση του Ταμείου με άλλα ομοειδή Ταμεία, σύμφωνα με το άρθρο 40 του παρόντος.

3.32. Αποφασίζει για τη διάσπαση του Ταμείου σε περισσότερα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, σύμφωνα με το άρθρο 41 του παρόντος.

3.33. Αποφασίζει για τη συνεργασία του Ταμείου με άλλα ομοειδή Ταμεία ή και ομοσπονδίες ομοειδών Ταμείων, σε επιχειρησιακό, κλαδικό ή άλλο επίπεδο, καθώς και για τη συμμετοχή του Ταμείου σε ομοσπονδίες ομοειδών Ταμείων, σύμφωνα με το άρθρο 42 του παρόντος.

3.34. Αποφασίζει για τη μεταφορά της άσκησης μέρους των αρμοδιοτήτων του σε Επιτροπές, σε μέλη του Δ.Σ., στον Διευθυντή του Ταμείου ή σε υπαλλήλους αυτού.

Άρθρο 17
Αρμοδιότητες και εξουσίες Προέδρου Δ.Σ.

Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. έχει τις κάτωθι αρμοδιότητες:

1. Μεριμνά για την εφαρμογή του παρόντος Καταστατικού, των Κανονισμών του Ταμείου και των αποφάσεών του.

2. Προΐσταται των υπηρεσιών του Ταμείου και έχει την ευθύνη της δράσης και της εν γένει εύρυθμης λειτουργίας του.

3. Εκπροσωπεί το Ταμείο δικαστικά και εξώδικα έναντι παντός και μπορεί με απόφασή του να αναθέτει την εκπροσώπηση επί συγκεκριμένων υποθέσεων σε μέλος του Δ.Σ. σε δικηγόρο του Ταμείου ή στον Διευθυντή του Ταμείου. Ειδικά όμως, για την κατάθεση αίτησης ακυρώσεως στο ΣτΕ ή αγωγής στα Πολιτικά Δικαστήρια ή μήνυσης – μηνυτήριας αναφοράς στα Ποινικά Δικαστήρια, καθώς επίσης και για παραίτηση από τα σχετικά δικόγραφα ή δικαιώματα, απαιτείται προηγούμενη έγκριση του Δ.Σ. Ο παραπάνω περιορισμός της έγκρισης του Δ.Σ. κάμπτεται σε επείγουσες κατά την κρίση του Προέδρου περιπτώσεις, καθώς και ο διορισμός δικηγόρου, του Δ.Σ. που επικυρώνει εκ των υστέρων τις παραπάνω πράξεις του Προέδρου.

4. Καταρτίζει την ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων, λαμβάνοντας υπόψη τυχόν θέματα που διατυπώνουν τα μέλη του Δ.Σ. καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο των συνεδριάσεων, καλεί τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη να συμμετάσχουν και διευθύνει τις συνεδριάσεις του.

5. Υπογράφει κατ’εξουσιοδότηση του Δ.Σ. του Ταμείου τις διάφορες συμβάσεις του Ταμείου και τα αποφασιστικής σημασίας θέματα.

6. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατ’ εξουσιοδότηση του Δ.Σ. μεριμνά για τη διενέργεια διαγωνισμών για την προμήθεια αγαθών, υπηρεσιών και εκτέλεση εργασιών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Άρθρο 18
Αρμοδιότητες Αντιπροέδρου και Γενικού Γραμματέα του Δ.Σ.

1. Ο Αντιπρόεδρος αναπληρώνει τον Πρόεδρο όταν κωλύεται ή απουσιάζει ο Πρόεδρος και τον αντιπρόεδρο ένας (1) σύμβουλος, ο οποίος ορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.
Εκτός από την αναπλήρωση του Προέδρου, μελετά και καταρτίζει τα προγράμματα δράσεως του Ταμείου περί των οποίων συντάσσει σχετικές εισηγήσεις και προτάσεις.

2. Ο Γενικός Γραμματέας τηρεί τα βιβλία πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου, του μητρώου ασφαλισμένων κλπ. Συνεργάζεται με τον Πρόεδρο στην σύνταξη της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και συντάσσει τα πρακτικά του. Κρατάει τη σφραγίδα του Ταμείου, τηρεί το αρχείο του και είναι υπεύθυνος για την ομαλή διεξαγωγή και διεκπεραίωση της εργασίας στα Γραφεία του Ταμείου.

Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί με απόφαση του να ορίζει ένα από μέλη του ως αναπληρωτή του Γεν. Γραμματέα για τις περιπτώσεις που αυτός θα απουσιάζει ή θα κωλύεται.

Άρθρο 19
Κωλύματα ορισμού μέλους του Δ.Σ. – Ασυμβίβαστα και ευθύνη των μελών του Δ.Σ. του ταμείου

1. Δεν επιτρέπεται να ορισθούν μέλη του Δ.Σ.:

α) Όσοι έχουν καταδικασθεί για κακούργημα και σε οιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, απιστία περί την υπηρεσία, δωροδοκία ή δωροληψία, καταπίεση, παράβαση καθήκοντος, απιστία δικηγόρου, καθ’υποτροπή συκοφαντική δυσφήμιση καθώς και για οιοδήποτε συναφές προς τα προηγούμενα αδίκημα και για παράβαση της ασφαλιστικής και εργατικής νομοθεσίας. Επίσης, όσοι έχουν παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα για κακούργημα ή πλημμέλημα για τα παραπάνω αδικήματα, ακόμη και αν το αδίκημα έχει παραγραφεί.

β. Όσοι τελούν υπό δικαστική συμπαράσταση.

γ. Όσοι λόγω καταδίκης έχουν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα και για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση αυτή.

2. Αποτελεί ασυμβίβαστο με την ιδιότητα μέλους του Δ.Σ. του Ταμείου:

α. Η οποιασδήποτε φύσης εργασιακή σχέση με το Ταμείο, με εξαίρεση του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και του Γενικού Γραμματέα, οι οποίοι επιτρέπεται να είναι πλήρους ή μερικής απασχόλησης.

β. Κάθε συμμετοχή σε όργανα διοίκησης, του μέλους του Δ.Σ. ή του συζύγου του ή συγγενούς του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του β βαθμού με το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διαχειρίζεται την περιουσία του Ταμείου, ή αναλαμβάνει ή εκτελεί έργα, υπηρεσίες και προμήθειες του Ταμείου.

3. Τα μέλη του Δ.Σ. του Ταμείου υποχρεούνται να επιδεικνύουν κάθε επιμέλεια και εντιμότητα. Ευθύνονται έναντι του Ταμείου για κάθε πταίσμα τους κατά τη διοίκηση των υποθέσεών του. Κατ’ εξαίρεση τα μέλη του Δ.Σ. δεν αναλαμβάνουν ευθύνη για αποφάσεις που λήφθηκαν σε συνεδρίαση που δεν παραστάθηκαν ή δεν αντιπροσωπεύθηκαν ή παραστάθηκαν και διαφώνησαν, εφόσον η διαφωνία τους καταγράφηκε στα σχετικά πρακτικά συνεδρίασης του Δ.Σ.

4. Οι εξωσυμβατικές αξιώσεις του Ταμείου υπόκεινται σε πενταετή (5ετή) παραγραφή από την τέλεση της ζημιογόνου πράξης (ΑΚ 937). Αν η αδικοπραξία αποτελεί συνάμα κολάσιμη πράξη που κατά τον ποινικό νόμο υπόκειται σε μακρότερη παραγραφή, αυτή ισχύει και για την απαίτηση αποζημίωσης.

5. Αν μέλος οργάνου του Ταμείου ζημίωσε το Ταμείο με δόλο, το Δ.Σ. υποχρεούται να ασκήσει τις αξιώσεις του Ταμείου κατά τούτου. Αν μέλος οργάνου ζημίωσε το Ταμείο από αμέλεια, το Δ.Σ. δύναται να ασκήσει τις αξιώσεις του Ταμείου κατά τούτου, υποχρεούται δε εφόσον το ζητήσουν εγγράφως, με αίτησή τους προς τον Πρόεδρο τρία (3) τουλάχιστον μέλη του Δ.Σ.

6. Με απόφαση του Δ.Σ. δύναται να ανατεθεί σε δικηγόρο η νομική εκπροσώπηση των διωκόμενων ή εναγόμενων μελών του Δ.Σ. για πράξεις που έχουν εκτελέσει κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και να καταβληθούν οι αμοιβές και τα έξοδά του με δαπάνες του Ταμείου.

Άρθρο 20
Γενικό Συμβούλιο – Σύνθεση – Αρμοδιότητες – Θητεία

Στο Ταμείο συγκροτείται Γενικό Συμβούλιο για θητεία πενταετή, αποτελούμενο από δεκαπλάσιο αριθμό μελών από τα μέλη του Δ.Σ. Τα μέλη του Γενικού Συμβουλίου ορίζονται με τον ίδιο τρόπο, αναλογία και διαδικασία με τα μέλη του Δ.Σ. Το Γενικό Συμβούλιο συγκροτείται με επιμέλεια του Διοικητικού Συμβουλίου. Το πρώτο Γενικό Συμβούλιο θα συγκροτηθεί με επιμέλεια του Διοικούσας Επιτροπής το αργότερο εντός του πρώτου εξαμήνου από την έναρξη της λειτουργίας του Ταμείου.

Το Γενικό Συμβούλιο εκλέγει τον Πρόεδρό του και τον αναπληρωτή του και συγκαλείται τακτικά άπαξ του έτους και συγκεκριμένα εντός εξαμήνου από τη λήξη του οικονομικού έτους, προκειμένου να διαπιστώσει, αν η πορεία του Ταμείου είναι καλή και να συζητήσει κάθε πρόσφορο μέτρο για τη βελτίωση της θέσης του και της λειτουργίας του. Το Γενικό Συμβούλιο μπορεί να καλέσει στη συνεδρίασή του τον Διευθυντή του Ταμείου, για να μορφώσει καλύτερη εικόνα για τα πράγματα του Ταμείου. Τις συνεδριάσεις του Γενικού Συμβουλίου δικαιούνται να παρακολουθούν και τα μέλη του Δ.Σ.

Το Γενικό Συμβούλιο συγκαλείται επίσης έκτακτα από τον Πρόεδρό του, εφόσον το ζητήσει εγγράφως το 1/3 των μελών του. Ο Πρόεδρος στην περίπτωση αυτή οφείλει να ορίσει συνεδρίαση εντός 15 ημερών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος.

Το Γενικό Συμβούλιο εγκρίνει τροποποιήσεις του παρόντος καταστατικού του Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας, του Κανονισμού Παροχών και του Κανονισμού Επενδύσεων, όπως κατωτέρω στο άρθρο 39 αναφέρεται. Επίσης εγκρίνει τον Προϋπολογισμό και Ισολογισμό του Ταμείου και τις αμοιβές των μελών του Δ.Σ. Απόφαση του Γενικού Συμβουλίου περί μη έγκρισης τους Ισολογισμού αποτελεί κατά το παρόν σπουδαίο λόγο για την παύση του Δ.Σ. και τον ορισμό νέου.

Ο Πρόεδρος του Γενικού Συμβουλίου συνεργάζεται με τον Αντιπρόεδρο του Δ.Σ. για την υποβολή σχετικών προτάσεων καθώς και συστάσεων του Γ.Σ. προς το Δ.Σ. και έχει πρόσβαση στα στοιχεία που αφορούν στην οργάνωση και λειτουργία του Ταμείου.

Τα μέλη του υποχρεούνται να τηρούν εχεμύθεια για τα απόρρητα του Ταμείου.

Οι αποφάσεις, προτάσεις και συστάσεις του Γ.Σ. αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Ταμείου, τηρούνται σε ειδικό βιβλίο και ηλεκτρονικά και κοινοποιούνται στις οργανώσεις που εκπροσωπούν.

Άρθρο 21
Πρόσληψη Διευθυντή

Το Δ.Σ. προσλαμβάνει Διευθυντή του Ταμείου, ο οποίος υλοποιεί τις αποφάσεις του Δ.Σ. και του Γ.Σ. που του κοινοποιούνται και παρακολουθεί, κατευθύνει, επιβλέπει, εποπτεύει τη λειτουργία του Ταμείου και γενικά προΐσταται των υπαλλήλων του. Τα αναγκαία προσόντα του καθώς και οι ειδικότερες αρμοδιότητές του, ορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Ταμείου. Ο Διευθυντής εισηγείται μαζί με τον Πρόεδρο στο Δ.Σ. τα θέματα που αφορούν στη λειτουργία του Ταμείου. Τα καθήκοντα του Διευθυντή και του Διευθύνοντα Συμβούλου μπορούν να ασκούνται από ένα πρόσωπο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΚΛΑΔΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

Άρθρο 22
Προϋποθέσεις θεμελίωσης δικαιώματος συνταξιοδότησης

Οι ασφαλισμένοι στο Ταμείο δικαιούνται να συνταξιοδοτηθούν, εφόσον θεμελιώνουν αντίστοιχο δικαίωμα συνταξιοδότησης στον φορέα κύριας ασφάλισής τους για την αυτή αιτία και έχουν συμπληρώσει τις προϋποθέσεις ηλικίας και χρόνου ασφάλισης που προβλέπει η νομοθεσία αυτού. Ειδικότερα:

Α. Συνταξιοδότηση λόγω γήρατος

1. Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου δικαιούνται πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος, εφόσον συνταξιοδοτηθούν από τον φορέα κύριας ασφάλισης, έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον 4.500 ημέρες ασφάλισης (ΗΑ) στο Ταμείο ή σε οποιοδήποτε φορέα υποχρεωτικής επικουρικής ασφάλισης και έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας για πλήρη σύνταξη στον φορέα κύριας ασφάλισης, εκτός αν ο οργανισμός κύριας ασφάλισης χορηγεί τη σύνταξη άνευ ορίου ηλικίας ή με μειωμένο όριο ηλικίας ή ο ασφαλισμένος έχει θεμελιώσει το δικαίωμα στην κύρια σύνταξη με τις προϋποθέσεις που ίσχυαν μέχρι την 31.12.2012. Στην περίπτωση που ο ασφαλισμένος έχει λάβει μειωμένη σύνταξη από τον φορέα κύριας ασφάλισης πρέπει να έχει συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας του, εκτός αν η κύρια σύνταξη του χορηγήθηκε ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας ή με μειωμένο όριο ηλικίας ή με προϋποθέσεις που ίσχυαν μέχρι την 31.12.2012. Η σύνταξη μειώνεται κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται μέχρι και το όριο ηλικίας για πλήρη σύνταξη.

Για τη χορήγηση μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος απαιτείται ενεργός ασφαλιστικός δεσμός, ο οποίος ορίζεται σε 100 ΗΑ ανά έτος την τελευταία πενταετία πριν από την αίτηση ή πριν από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται.

Β. Συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας

Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου δικαιούνται σύνταξη λόγω αναπηρίας, εφόσον συνταξιοδοτηθούν από τον φορέα κύριας ασφάλισης λόγω αναπηρίας και υπό τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

1. Από κοινή νόσο

Ο ασφαλισμένος στο Ταμείο μετά τη διακοπή του επαγγέλματος λόγω κοινής νόσου δικαιούται να συνταξιοδοτηθεί λόγω αναπηρίας εάν έγινε ανάπηρος και έχει πραγματοποιήσει 4.500 ΗΑ οποτεδήποτε ή 1500 από τις οποίες οι 600 την τελευταία 5ετία πριν από την επέλευση της αναπηρίας.

2. Από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική νόσο

Οι ανωτέρω χρονικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας δεν απαιτείται να συντρέχουν αν η αναπηρία επήλθε λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής νόσου. Εφόσον όμως η αναπηρία προήλθε από ατύχημα εκτός εργασίας οι χρονικές προϋποθέσεις που ορίζονται για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο μειώνονται στο ήμισυ.

Δεν δικαιούται σύνταξη αναπηρίας ο ασφαλισμένος που κατέστη ανάπηρος από πρόθεση ή διέπραξε κακούργημα (σε σχέση με την αναπηρία του) και αποδεικνύεται η ενοχή του με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.

Γ. Συνταξιοδότηση επιζώντων

Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του Ταμείου δικαιούνται σύνταξη τα μέλη της οικογένειάς του με την προϋπόθεση ότι αυτά συνταξιοδοτούνται για την αιτία αυτή από τον φορέα κύριας κοινωνικής ασφάλισης. Επί θανάτου ασφαλισμένου, για τη χορήγηση της σύνταξης απαιτούνται 1500 ημέρες ασφάλισης στο Ταμείο ή σε οργανισμό επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης εκ των οποίων οι 300 κατά την τελευταία πενταετία πριν από τον θάνατο.

Το ποσό της σύνταξης των δικαιούχων λόγω θανάτου υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που ελάμβανε ο θανών συνταξιούχος λόγω γήρατος ή αναπηρίας ή θα εδικαιούτο ο θανών ασφαλισμένος, και επί αναπηρίας αν κατά την ημερομηνία θανάτου του είχε καταστεί ανάπηρος σε ποσοστό 80% και ορίζεται ως ποσοστό αυτής ως εξής: για τον επιζώντα σύζυγο ποσοστό 60% της βασικής σύνταξης για κάθε τέκνο ποσοστό 20% της βασικής σύνταξης.

Το σύνολο των συντάξεων του χήρου ή της χήρας και των τέκνων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντα, εάν συμβαίνει αυτό η σύνταξη κάθε δικαιοδόχου μειώνεται αναλόγως.

Άρθρο 23
Προστατευόμενα μέλη της οικογένειας Τα προστατευόμενα μέλη είναι:

O/η σύζυγος.

Tα ανήλικα τέκνα μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 19ο έτος, εφόσον δεν έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή το 24ο εφόσον σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές της ημεδαπής ή της αλλοδαπής.

Tα ενήλικα τέκνα, εφόσον είναι ανίκανα προς εργασία και δεν έχουν άλλους πόρους για βιοπορισμό, για όσο χρόνο διαρκεί η ανικανότητα αυτή και εφόσον η ανικανότητα έχει εμφανισθεί πριν από την ενηλικίωσή τους ή κατά τη διάρκεια των σπουδών τους.

Ο επιμερισμός της σύνταξης θανάτου μεταξύ των περισσότερων δικαιούχων έμμεσα ασφαλισμένων γίνεται σύμφωνα με όσα ισχύουν για την κύρια σύνταξη.

Άρθρο 24
Τρόπος, χρόνος και διαδικασία καταβολής της σύνταξης

Η σύνταξη καταβάλλεται στον δικαιούχο ή στον πληρεξούσιό του την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα.

Συντάξεις που οφείλονται σε αποβιώσαντα συνταξιούχο καταβάλλονται στους νόμιμους κληρονόμους του σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.

Η σύνταξη καταβάλλεται στον ασφαλισμένο με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, κατόπιν αιτήσεώς του.

Άρθρο 25
Έναρξη, λήξη, διακοπή και απώλεια του δικαιώματος

1. Το δικαίωμα στη σύνταξη γεννάται από την 1η του μηνός του επόμενου της εξόδου από την υπηρεσία και για τα μέλη της οικογένειας του θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου από την 1η του μηνός του επομένου του θανάτου του.

2. Το δικαίωμα λήγει για όλους στο τέλος του μηνός του θανάτου ή του γεγονότος που συνεπάγεται την παύση της καταβολής της σύνταξης ή από την ημέρα κατά την οποία ο ασφαλισμένος υπαχθεί εκ νέου στην ασφάλιση του Ταμείου.

3. Αν κάποιος ασφαλισμένος ή συνταξιούχος κηρυχθεί άφαντος το δικαίωμα των μελών της οικογένειάς τους σε απόληψη της σύνταξης αρχίζει από την επομένη της ημέρας που ορίζει η οικεία τελεσίδικη δικαστική απόφαση ως τεκμαιρόμενη ημέρα επέλευσης του θανάτου του άφαντου.

4. Το δικαίωμα για απόληψη της σύνταξης απόλλυται εάν η σύνταξη έχει αποκτηθεί με απατηλά μέσα ή με βάση ψευδή δικαιολογητικά ή πεπλανημένα κατόπιν αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου. Ο λαβών υποχρεούται να επιστρέψει τα αχρεωστήτως εισπραχθέντα ποσά με το επιτόκιο υπερημερίας.

5. Καθυστέρηση καταβολής εισφορών για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης των νέων ασφαλισμένων (μετά την 1.1.1993) πέραν του έτους από τη λήξη της περιόδου στην οποία ανάγονται, συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος για συνέχιση της προαιρετικής ασφάλισης.

6. Καθυστέρηση καταβολής εισφορών για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης των παλαιών ασφαλισμένων (μέχρι την 31.12.1992) πέραν των 24 μηνών από τη λήξη της περιόδου στην οποία ανάγονται, συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος για συνέχιση της προαιρετικής ασφάλισης.

7. Η καταβολή της σύνταξης γήρατος:

7.1 Αναστέλλεται εάν ο συνταξιούχος απασχολείται σε εργασία ασφαλιστέα στο Ταμείο.

7.2 Αναστέλλεται εάν ο συνταξιούχος εργάζεται χωρίς τούτο να προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία με παράλληλη απόληψη όλης ή τμήματος της σύνταξής του.

7.3 Διακόπτεται σε όποια ανάλογη περίπτωση διακόπτεται σύνταξη από τον Κύριο Φορέα Ασφάλισης.

8. Η καταβολή της σύνταξης αναπηρίας:

8.1 Αναστέλλεται εφόσον ο συνταξιούχος απασχολείται σε εργασία ασφαλιστέα στο Ταμείο.

8.2 Αναστέλλεται εφόσον ο συνταξιούχος παρέχει οποιαδήποτε άλλη εργασία και κρίνεται ασφαλιστικά ικανός, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

8.3 Διακόπτεται σε όποια ανάλογη περίπτωση διακόπτεται η σύνταξη από τον Κύριο Φορέα Ασφάλισης.

Άρθρο 26
Παραγραφή, Εκχώρηση, Κατάσχεση, Συμψηφισμός

1. Το δικαίωμα στην επικουρική σύνταξη είναι απαράγραπτο.

2. Δεν χορηγείται σύνταξη αναδρομικά για χρόνο που υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες από την υποβολή αίτησης προς το Ταμείο για την απονομή σύνταξης και πάντως όχι πριν από την ημερομηνία συνταξιοδότησης από τον φορέα κύριας ασφάλισης.

3. Σύνταξη που δεν έχει εισπραχθεί εντός δύο ετών από τότε που κατέστη απαιτητή παραγράφεται.

4. Η επικουρική σύνταξη δεν εκχωρείται και δεν κατάσχεται, είναι δε αυτοδικαίως άκυρη κάθε εκχώρηση ή κατάσχεσή της, με την επιφύλαξη των διατάξεων υπέρ του Δημοσίου και των διατάξεων περί διατροφής. Ειδικότερα επιτρέπεται η κατάσχεση μέχρι του 1/4 της σύνταξης υπέρ του δικαιούχου διατροφής.

5. Συμψηφισμός με τις συντάξεις που χορηγούνται επιτρέπεται μόνο για απόσβεση οφειλών του συνταξιούχου γήρατος ή αναπηρίας από εισφορές, πρόσθετα τέλη, τόκους, εξαγορές αναγνώρισης χρόνου υπηρεσίας, ή από παροχές που έχει λάβει αχρεωστήτως. Ο συμψηφισμός ενεργείται σε ίσα μέρη και στη σύνταξη των μελών οικογενείας για απόσβεση, είτε τυχόν δικής τους οφειλής, είτε οφειλής του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου που πέθανε. Κάθε μέλος της οικογενείας, που δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, ευθύνεται για την επιστροφή ολόκληρου του ποσού των μηνιαίων συντάξεων που έχουν εισπραχθεί αχρεωστήτως από τον θανόντα. Ο συμψηφισμός απαιτήσεων του Ταμείου με τη σύνταξη ενεργείται σε δόσεις, που ορίζονται με απόφαση της αρμόδιας Υπηρεσίας και μέχρι του 1/4 του ποσού της σύνταξης.

Άρθρο 27 Συντάξιμη υπηρεσία

Ως συντάξιμη υπηρεσία λογίζεται:

1. Ο χρόνος υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφάλισης, ο οποίος υπολογίζεται σε έτη μήνες και ημέρες. Όπου απαιτείται κατά νόμο η μετατροπή του συντάξιμου χρόνου σε ημέρες, υπολογίζονται 25 ημέρες ασφάλισης για κάθε μήνα και 300 ημέρες για κάθε έτος.

2. Ο χρόνος που αναγνωρίσθηκε και όπου προβλέπεται εξαγορά του, εξαγοράσθηκε. Ειδικότερα,

2.1. Αναγνωρίζεται:

2.1.1. Προκειμένου για τους έμμισθους ασφαλισμένους, ο χρόνος απασχόλησης κατά κύριο επάγγελμα σε τοπικούς πράκτορες, σε μεσίτες ασφαλίσεων, συντονιστές ασφαλίσεων και ασφαλιστικούς συμβούλους και πραγματογνώμονες καθώς και σε νόμιμους αντιπροσώπους αλλοδαπών ασφαλιστικών εταιριών μέχρι την 26.4.1985. Ο ανωτέρω αναγνωριζόμενος χρόνος δεν είναι δυνατόν να υπερβεί την πενταετία και αναγνωρίζεται μόνο για να θεμελιωθεί συνταξιοδοτικό δικαίωμα.

2.1.2. Κάθε χρόνος που προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία ότι αναγνωρίζεται από τους οργανισμούς υποχρεωτικής ασφάλισης και με τον τρόπο και τη διαδικασία εξαγοράς που τυχόν προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις.

2.2. Η ανωτέρω συντάξιμη υπηρεσία αναγνωρίζεται με απόφαση του Ταμείου, που πρέπει να εκδοθεί μέσα σε έξι μήνες από την αίτησή του ασφαλισμένου με πλήρη τα σχετικά δικαιολογητικά.

2.3. Η εξαγορά της αναγνωριζομένης προϋπηρεσίας της παρ. 2.1.1. του παρόντος άρθρου και κάθε άλλου χρόνου στην περίπτωση που δεν ορίζεται διαφορετικά από γενικές διατάξεις, γίνεται με την καταβολή του αναλογιστικού ισοδύναμου ποσού για κάθε αναγνωριζόμενο μήνα, όπως αυτό καθορίζεται με βάση τεχνικό σημείωμα του αναλογιστή του Ταμείου.

Η εξόφληση του ποσού της οφειλής που προκύπτει από την πιο πάνω εξαγορά του αναγνωριζόμενου χρόνου, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από γενικές διατάξεις, γίνεται είτε εφάπαξ μέσα στον μεθεπόμενο μήνα από εκείνον της κοινοποίησης και παραλαβής της σχετικής απόφασης, είτε σε 12 μηνιαίες δόσεις που η πρώτη πρέπει να καταβληθεί μέσα στην πιο πάνω προθεσμία.

Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξόφλησης της συνολικής οφειλής ή καθυστέρησης, τριών συνεχόμενων δόσεων, χάνεται το δικαίωμα τμηματικής καταβολής, η συνολική δε οφειλή ή το υπόλοιπο αυτής βαρύνεται με το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας.

Σε περίπτωση που η καθυστέρηση καταβολής της οφειλής ή του υπολοίπου αυτής, συνεχίζεται πέρα από τη διετία από τότε που έπρεπε να είχε αποδοθεί στο Ταμείο, γίνεται επανυπολογισμός του ποσού της εξαγοράς με βάση τις εισφορές που ισχύουν κατά το χρόνο της εξόφλησης και τις αποδοχές που έχει ο ασφαλισμένος κατά το χρόνο αυτό.

Σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου και προκειμένης της συνταξιοδότησης καταβάλλεται η οφειλή ή το υπόλοιπο των δόσεων της τμηματικής καταβολής, μετά των τυχόν τόκων υπερημερίας.

2.4. Το σύνολο της αναγνωριζομένης προϋπηρεσίας δεν μπορεί να υπερβεί το σύνολο της πραγματικής, σε καμία δε περίπτωση τα 10 έτη.

2.5. Κάθε μία από τις προϋπηρεσίες του άρθρου αυτού αναγνωρίζεται, εφόσον δεν συμπίπτει με χρόνο άλλης συντάξιμης υπηρεσίας και εφόσον δεν λήφθηκε υπόψη για την απονομή σύνταξης από άλλο φορέα επικουρικής ασφάλισης.

3. Ο χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε σε φορείς υποχρεωτικής επικουρικής – επαγγελματικής ασφάλισης (ΝΠΙΔ).

4. Ο χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε σε φορείς επικουρικής ασφάλισης (ΝΠΔΔ).

Άρθρο 28
Ποσό επικουρικής σύνταξης ασφαλισμένων

1. Το Ταμείο καταβάλλει στους ασφαλισμένους του επικουρική σύνταξη (14 μηνιαίες συντάξεις κατ’ έτος) που αποτελείται από τόσα τριακοστά πέμπτα του συνταξίμου μισθού, όσα τα έτη της συντάξιμης υπηρεσίας τους.

1.1 Για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας πέραν των 35 ετών η σύνταξη προσαυξάνεται με 0,5% του ποσού της σύνταξης των 35 ετών. Η προσαύξηση αυτή χορηγείται για χρόνο ασφάλισης μέχρι και 40 ετών κατ` ανώτατο όριο.

1.2. Ως συντάξιμες αποδοχές των παλαιών ασφαλισμένων θεωρούνται:

Προκειμένου για έμμισθους παλαιούς ασφαλισμένους (μέχρι 31.12.1992), ο μέσος όρος των τελευταίων 12 μηνιαίων αποδοχών που προηγούνται του μήνα αποχώρησής τους από την ενεργό υπηρεσία, εξαιρουμένων των δώρων εορτών και του επιδόματος αδείας. Η σύνταξη υπολογίζεται στο 80% του μέσου όρου των συντάξιμων αποδοχών επί τόσα τριακοστά πέμπτα όσα τα έτη της ασφάλισης επί των οποίων βεβαιώθηκαν ασφαλιστικές εισφορές.

Προκειμένου για μη έμμισθους παλαιούς ασφαλισμένους (έως την 1.1.1993) ο μέσος όρος των μηνιαίων ακαθαρίστων εσόδων της τελευταίας διετίας, πάνω στα οποία και υπολογίσθηκαν οι εισφορές προς το Ταμείο. Η σύνταξη υπολογίζεται επί τόσα τριακοστά πέμπτα επί των συντάξιμων αποδοχών όσα τα έτη ασφάλισης.

Ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών των τελευταίων 12 μηνών των εμμίσθων και των μηνιαίων ακαθαρίστων εσόδων της τελευταίας διετίας των μη εμμίσθων δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκάστοτε ανώτατο όριο επί του οποίου καταβάλλονται εισφορές ούτε να υπολείπεται του εκάστοτε προβλεπομένου από τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας Ασφαλιστικών Υπαλλήλων Ιδιωτικής Ασφάλισης βασικού μισθού, όπως ορίζονται στο άρθρο 9 του παρόντος.

1.3. Ως συντάξιμες αποδοχές των νέων ασφαλισμένων (μετά την 1.1.1993) λογίζεται

Προκειμένου για έμμισθους ασφαλισμένους το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε ημερολογιακά έτη που προηγούνται εκείνου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης και επί των οποίων βεβαιώθηκαν ασφαλιστικές εισφορές, χωρίς τον υπολογισμό των δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, δια του αριθμού των μηνών απασχόλησης που έχει πραγματοποιήσει ο ασφαλισμένος εντός αυτής της χρονικής περιόδου. Αν ο ασφαλισμένος στην ίδια χρονική περίοδο των πέντε ετών δεν έχει πραγματοποιήσει 1000 ημέρες απασχόλησης, για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών συνυπολογίζονται και οι αποδοχές μηνών εργασίας της αμέσως προηγούμενης χρονικής περιόδου μέχρι τη συμπλήρωση του αριθμού των 1000 ημερών. Για τον προσδιορισμό των παραπάνω συνολικών αποδοχών, οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος πλην του τελευταίου προ της υποβολής της αίτησης, λαμβάνονται υπόψη αυξημένες κατά το ποσοστό αύξησης των συντάξεων του Τομέα.

Προκειμένου για μη έμμισθους ασφαλισμένους οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται με βάση τις ασφαλιστικές κατηγορίες που προβλέπει το παρόν καταστατικό με τις οποίες πληρώθηκαν εισφορές ολόκληρο τον χρόνο της ασφάλισης του ασφαλισμένου και οι οποίες ισχύουν την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδοτήσεως έτους.

Το ποσό της επικουρικής σύνταξης των νέων ασφαλισμένων για χρόνο ασφάλισης 35 ετών ή 10.500 ημερών εργασίας αντιστοιχεί στο 20% των συντάξιμών αποδοχών. Για χρόνο ασφάλισης μικρότερο ή μεγαλύτερο των 35 ετών ή 10.500 ημερών εργασίας το ποσοστό του 20% μειώνεται ή αυξάνεται κατά 1/35 για κάθε έλαττον ή επιπλέον έτος ασφάλισης ή 300 ημέρες εργασίας. Στην περίπτωση της σύνταξης με βάση τα ΒΑΕ το ποσό της σύνταξης για το οποίο έχουν καταβληθεί οι πρόσθετες λόγω ΒΑΕ εισφορές αυξάνεται κατά 20%.

2. Σε περίπτωση, που έμμισθος ασφαλισμένος κατέχει ταυτόχρονα περισσότερες από μία θέσεις σε υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρ. 3 του Καταστατικού, για τον καθορισμό του ύψους των συνταξίμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των αποδοχών του από κάθε έμμισθη θέση, εφόσον αποδόθηκαν στο Ταμείο οι σχετικές ασφαλιστικές εισφορές που σε καμιά όμως περίπτωση δεν μπορεί να ξεπερνά το ανώτατο όριο αποδοχών που ορίζεται στην πιο πάνω παράγραφο.

3. Αν ο συνταξιούχος επανέλθει στην ενεργό ασφάλιση για να γίνει επανυπολογισμός της σύνταξής του σύμφωνα με όσα προβλέπονται από το άρθρο αυτό, θα πρέπει να συμπληρώσει συνεχή εν ασφαλίσει υπηρεσία στο Ταμείο τουλάχιστον όση προβλέπεται και από τον φορέα κύριας ασφάλισης για την ίδια περίπτωση. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να έχει κάνει διακοπή της συνταξιοδότησής του και να έχει εξοφλήσει τις εισφορές του στο Ταμείο για το διάστημα της επαναφοράς του στην ενεργό ασφάλισή.

4. Το ύψος της σύνταξης αναπηρίας διαμορφώνεται σύμφωνα με την ισχύουσα ασφαλιστική νομοθεσία. Το ποσό της σύνταξης λόγω αναπηρίας δεν μπορεί να είναι κατώτερο της σύνταξης με χρόνο ασφάλισης 15 ετών. Εάν η αναπηρία οφείλεται σε εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική νόσο, το ποσό της σύνταξης δεν μπορεί να είναι κατώτερο της σύνταξης που αντιστοιχεί σε χρόνο ασφάλισης 20 ετών.

5. Τα ποσά των συντάξεων που προκύπτουν από τις παραπάνω διατάξεις δεν είναι εγγυημένα αλλά αποτελούν στόχο του Ταμείου. Οι καταβαλλόμενες συντάξεις αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ετήσιας αναλογιστικής μελέτης μετά τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής. Οι αναπροσαρμογές των συντάξεων και των αντιστοίχων προβλέψεων εφαρμόζονται οριζόντια και κατά το αυτό ποσοστό σε όλους τους ασφαλισμένους του Ταμείου (παλιούς και νέους). Η οριζόντια αναπροσαρμογή εφαρμόζεται από την 1.2.2017, όπως προβλέπεται στην από 6.9.2016 αναλογιστική μελέτη του Ταμείου (και με τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής η οποία κοινοποιήθηκε στο Ταμείο την 12.1.2017) και εφεξής, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της εκάστοτε ετήσιας αναλογιστικής μελέτης, τις αποφάσεις του Δ.Σ. και τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Άρθρο 29
Ποσό σύνταξης μελών οικογένειας

Το ποσόν της σύνταξης των προστατευόμενων μελών οικογένειας ορίζεται ως εξής:

1. Για τα πρόσωπα της πρώτης τάξης στα 60/100 της σύνταξης την οποία θα έπαιρνε ο θανών, εφόσον το δικαιούμενο πρόσωπο είναι ένα. Για περισσότερα από ένα άτομο, προστίθεται 20/100 στη σύνταξη την οποία θα έπαιρνε ο θανών για το πρώτο επί πλέον δικαιούχο πρόσωπο και ανά 10/100 για κάθε ένα των επί πλέον δικαιούχων και μέχρι συμπλήρωσης των 100/100 της σύνταξης του θανόντα.

Το σύνολο της σύνταξης αυτής καταβάλλεται στη χήρα ή στον χήρο και αν δεν υπάρχουν αυτοί στον επίτροπο των ανηλίκων παιδιών.

Σε περίπτωση που προστατευόμενο μέλος οικογένειας προβάλλει εύλογο αιτία, η οποία κρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, για χωριστή λήψη της σύνταξης που του αναλογεί μπορεί να την απαιτήσει, οπότε οι ασφαλιστικές παροχές, λογίζονται ότι ανήκουν, τα 40/100 της σύνταξης την οποία θα έπαιρνε ο θανών, στη χήρα του και το υπόλοιπο σε ίσα μέρη μεταξύ των υπολοίπων δικαιούχων προσώπων. Σ` αυτήν την περίπτωση η χήρα μητέρα του θανόντα ή της θανούσης δεν μπορεί να πάρει ποσοστό που να υπερβαίνει τα 20/100 της όλης σύνταξης.

2. Για τα πρόσωπα της δεύτερης κατηγορίας στα 60/100 της σύνταξης, την οποία θα δικαιούνταν ή θα λάμβανε ο θανών εφόσον ο δικαιούχος είναι ένας. Στο ποσοστό αυτό προστίθενται έτερα 20/100 επί της συντάξεως, ης θα εδικαιούτο ή έτυχεν ο θανών, εφόσον υπάρχουν αμφότερα τα πρόσωπα της τάξεως αυτής.

3. Για τα πρόσωπα της τρίτης κατηγορίας στα 40/100 της σύνταξης την οποία θα δικαιούνταν ή λάμβανε ο θανών, εφόσον ο δικαιούχος είναι ένας. Στο ποσό αυτό προστίθεται εκάστοτε έτερα 10/100 επί της σύνταξης την οποία θα δικαιούνταν ή λάμβανε ο θανών για κάθε επί πλέον συντρέχον πρόσωπον της κατηγορίας ταύτης και μέχρι συμπληρώσεως των 70/100 της σύνταξης του θανόντος.

Το σύνολον της σύνταξης αυτής καταβάλλεται στον επίτροπο των ανηλίκων αδελφών.

Στην περίπτωση κατά την οποία το προστατευόμενο μέλος των δύο τελευταίων κατηγοριών προβάλλει εύλογο αιτία, η οποία κρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, για χωριστή λήψη της σύνταξης που του αναλογεί μπορεί να την απαιτήσει, οπότε οι ασφαλιστικές παροχές, λογίζονται ότι ανήκουν, κατ’ ίσας μερίδας στα μέλη της οικογένειας.

4. Σε κάθε περίπτωση τα καταβαλλόμενα ποσά των συντάξεων αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ετήσιας αναλογιστικής μελέτης μετά τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Άρθρο 30
Ατομικές Μερίδες των ασφαλισμένων και Τροφοδότης Λογαριασμός

1. Το Ταμείο εφαρμόζει το κεφαλαιοποιητικό σύστημα προκαθορισμένων, μη εγγυημένων παροχών. Σε κάθε ασφαλισμένο, που πληροί τις προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο παρόν καταστατικό απονέμεται επικουρική σύνταξη.

2. «Τροφοδότης λογαριασμός» καλείται ο λογαριασμός στον οποίο κατατίθενται οι πόροι του Ταμείου και από τον οποίο χρηματοδοτούνται οι παροχές που λειτουργεί και οι δαπάνες λειτουργίας του.

Ο τροφοδότης λογαριασμός αφαιρουμένων των δαπανών λειτουργίας του ταμείου επιμερίζεται ετησίως σε ποσά ευθέως ανάλογα με τα ποσά των συσσωρευμένων δικαιωμάτων παροχών: α) των ενεργών ασφαλισμένων, β) των ανενεργών ασφαλισμένων και γ) των συνταξιούχων.

3. «Ατομικές Μερίδες» καλούνται οι τηρούμενοι ανά ενεργό ασφαλισμένο και συνταξιούχο πίνακες που απεικονίζουν σε χρηματικό ποσό το εκάστοτε αναλογιστικό συσσωρευμένο δικαίωμα εκάστου εξ αυτών με βάση το εκάστοτε ύψος της περιουσίας του Ταμείου που προορίζεται για την κάλυψη των τρεχουσών υποχρεώσεων προς αυτούς.

Άρθρο 31 Μαθηματικό Απόθεμα

1. Το Ταμείο δημιουργεί μαθηματικό απόθεμα, το ύψος του οποίου είναι ίσο με τις συσσωρευμένες υποχρεώσεις του Ταμείου προς τους ενεργούς ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους. Για την κάλυψη του μαθηματικού αποθέματος χρησιμοποιείται ο Τροφοδότης Λογαριασμός, ο οποίος επιμερίζεται σε ποσά τα οποία είναι ευθέως ανάλογα με τα ποσά των παραπάνω συσσωρευμένων δικαιωμάτων και των δαπανών λειτουργίας του Ταμείου.

2. Ο υπολογισμός και η κάλυψη με ασφαλιστική τοποθέτηση του μαθηματικού αποθέματος γίνονται κατ’εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 15 και 16 του ν. 3029/2002 (όπως η παρ. 15 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3385/2005) και όπως αυτές εκάστοτε ισχύουν, κατ’ εφαρμογή της Φ.Επαγγ.Ασφ./οικ.16/9-4-2003 απόφασης του Υφυπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και του Κοινοτικού Δικαίου, όπως ενσωματώνεται στην Εθνική Νομοθεσία.

Άρθρο 32
Τρόπος επένδυσης Μαθηματικού Αποθέματος

1. Για την κάλυψη του μαθηματικού αποθέματος με ασφαλιστική τοποθέτηση, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου αποφασίζει σύμφωνα με τις διατάξεις της υπουργικής απόφασης 51010/ΟΙΚ1893/15/23-1-2015 (ΦΕΚ 178 Β΄) για τη διαχείριση των επενδύσεων του Κλάδου επικουρικής σύνταξης την οποία μπορεί είτε να αναλάβει το ίδιο, είτε να αναθέσει σε διαχειριστές επενδύσεων και θεματοφύλακες, οι οποίοι κατέχουν τις απαιτούμενες από τη νομοθεσία άδειες, σε κάθε όμως περίπτωση στο πλαίσιο των προβλεπομένων από τον Κανονισμό Επενδύσεων του Ταμείου.

2. Οι τοποθετήσεις του ενεργητικού του Ταμείου ακολουθούν τους ποιοτικούς και ποσοτικούς επενδυτικούς περιορισμούς που προβλέπονται από το άρθρο 7 παρ. 15 του ν. 3029/02, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3385/2005 και όπως εκάστοτε ισχύει, κατ΄ εφαρμογήν της Φ.Επαγγ.Ασφ./οικ.16/9-4-2003 απόφασης του Υφυπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, του Κοινοτικού Δικαίου, όπως ενσωματώνεται στην Εθνική Νομοθεσία και του κανονισμού επενδύσεων του Ταμείου.

3. Από τις μηνιαίες εισφορές που καταβάλλονται για τους ασφαλισμένους στο Ταμείο, αφαιρουμένων πρώτα των απαιτούμενων ποσών για τις δαπάνες λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ. 1, το υπόλοιπο ποσό διατίθεται προς επένδυση.

4. Απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η απόκτηση από το Ταμείο οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, εφόσον πωλητές είναι μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και του δεύτερου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας των προσώπων αυτών, καθώς και εταιρείες, στις οποίες τα ως άνω πρόσωπα είναι ιδρυτές, μέτοχοι ή εταίροι που εκπροσωπούν το 1/20 του κεφαλαίου των εν λόγω εταιριών. Το ίδιο ισχύει αν ο πωλητής απέκτησε το στοιχείο που μεταβιβάζεται από κάποιο από τα ως άνω πρόσωπα εντός των προηγούμενων δώδεκα
(12) μηνών από τη μεταβίβαση.

Άρθρο 33 ΔΑΝΕΙΑ

Επιτρέπεται ποσό, μέχρι 6% των διαθέσιμων κεφαλαίων του Ταμείου, να διατίθεται σε προσωρινά τοκοχρεωλυτικά δάνεια προς τους συνταξιούχους του Ταμείου με απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου. Το ποσό των δανείων δεν μπορεί να υπερβεί τη τρεις μηνιαίες συντάξεις. Η απόδοση των χορηγούμενων δανείων προς το Ταμείο γίνεται με μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις που καθορίζονται από το Δ.Σ. και το ύψος τους δεν μπορεί να υπερβεί τις 24. Μπορεί επίσης να παρακρατηθούν οι δόσεις από τις συντάξεις που χορηγούνται στον δανειζόμενο. Σε περίπτωση θανάτου, όσοι έλκουν δικαιώματα από τον αποβιώσαντα υποχρεούνται να καταβάλλουν τις καθορισθείσες από τη σύμβαση του δανείου δόσεις μέχρι την εξόφλησή τους. Στην περίπτωση που δικαιούνται σύνταξη, οι δόσεις μπορεί να παρακρατηθούν από τις συντάξεις αιτία θανάτου. Το επιτόκιο καθορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου και δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο ταμιευτηρίου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων Αθηνών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
ΚΛΑΔΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ

Άρθρο 34
Παιδικές κατασκηνώσεις

1. Σκοπός του κλάδου πρόνοιας είναι η αποστολή παιδιών των ασφαλισμένων, των συνταξιούχων και των υπαλλήλων του Ταμείου σε παιδικές κατασκηνώσεις του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ ή Οργανισμών Κοινωφελούς Χαρακτήρα ή ιδιωτών κατά τη θερινή περίοδο.

2. Το Δ.Σ. αποφασίζει για τον αριθμό και την ηλικία των παιδιών που θα σταλούν σε παιδικές κατασκηνώσεις, τη διάρκεια παραμονής τους, τον τρόπο επιλογής τους καθώς και για λοιπές αναγκαίες λεπτομέρειες. Επίσης αποφασίζει για τον τρόπο και το κόστος συνεργασίας και την επιλογή των κατασκηνώσεων, μέσω μειοδοτικού διαγωνισμού στην περίπτωση των ιδιωτικών κατασκηνώσεων, λαμβάνοντας υπόψη τους Κανονισμούς του Ταμείου και παράλληλα επιδιώκοντας την ποιοτική και ποσοτική ικανοποίηση των αναγκών.

3. Τα έσοδα του κλάδου πρόνοιας αντιστοιχούν στο 1,5% των ετησίων εισφορών του Ταμείου με ανώτατο όριο το ποσό των 200.000 ευρώ.
Δύναται η παροχή παιδικών κατασκηνώσεων να χρηματοδοτείται με πρόσθετες εισφορές εργαζομένων ή άλλους πόρους.

Οι παροχές του κλάδου και τα πιθανά έξοδά του δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τα συνολικά του έσοδα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
ΔΑΠΑΝΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Άρθρο 35
Δαπάνες λειτουργίας

1. Μέχρι και το 2016 το Ταμείο καλύπτει τις δαπάνες λειτουργίας του από τον τροφοδότη λογαριασμό. Τα λειτουργικά έξοδα του Ταμείου τηρούνται σε χωριστό λογαριασμό στο λογιστήριο. Το ύψος των δαπανών λειτουργίας ορίζεται ετησίως και αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Δ.Σ., σύμφωνα με τα πορίσματα της ετήσιας αναλογιστικής μελέτης. Σε κάθε περίπτωση οι δαπάνες λειτουργίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 1,5% επί των ετησίων συνολικών εισφορών. Ειδικότερα όμως: α) Για τα δύο πρώτα έτη της λειτουργίας του Ταμείου οι δαπάνες δύνανται να ανέλθουν μέχρι το 1,8% επί των ετησίων συνολικών εισφορών. β) Για τα έτη 2015 και 2016 οι δαπάνες λειτουργίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το ποσό των οκτακοσίων εξήντα πέντε χιλιάδων (865.000) ευρώ. Εφόσον το παραπάνω ποσό δεν επαρκεί για την κάλυψη των δαπανών επιτρέπεται η υπέρβασή του με αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. και κατόπιν έγκρισης της ΕΑΑ.

Από την 1/1/2017 οι δαπάνες λειτουργίας του Ταμείου καλύπτονται από ειδικό λογαριασμό που τηρεί το Ταμείο για τον σκοπό αυτό και δημιουργείται αποθεματικός λογαριασμός εξόδων. Τα έσοδα αυτού του λογαριασμού αντιστοιχούν σε ποσοστό 3,1% επί των εισφορών που θα εισπράττει το Ταμείο μετά την 1/1/2017. Οποιαδήποτε έκτακτη αναπροσαρμογή επί των εσόδων του λογαριασμού δαπανών αποφασίζεται από το Δ.Σ., μετά από αναλογιστική μελέτη και με τη σύμφωνη γνώμη της ΕΑΑ. Τα έξοδα επενδύσεων της περιουσίας του Ταμείου δεν περιλαμβάνονται στις ως άνω δαπάνες λειτουργίας και βαρύνουν τις αποδόσεις της.

2. Οι δαπάνες λειτουργίας περιλαμβάνουν κυρίως τα εξής:

2.1. Τα έξοδα, τις αμοιβές και τις αποζημιώσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

2.2. Τις αμοιβές του προσωπικού του Ταμείου.

2.3. Τις αμοιβές αναλογιστών, νομικών και λοιπών συμβούλων.

2.4. Τη δημιουργία και συντήρηση μητρώου ασφαλισμένων.

2.5. Το κόστος ενημέρωσης των ασφαλισμένων.

2.6. Τη λογιστική και ηλεκτρονική οργάνωση του Ταμείου.

2.7.Το κόστος συντήρησης και λειτουργίας των γραφείων στα οποία στεγάζονται οι υπηρεσίες του Ταμείου.

Άρθρο 36
Κανόνες επενδύσεων

Το Ταμείο ως προς τους επενδυτικούς κανόνες θα λειτουργεί με βάση τα οριζόμενα στην παρ. 15 του άρθρου 7 του ν. 3029/2002 (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3385/2005) και τις εκάστοτε σχετικές ισχύουσες διατάξεις, καθώς επίσης και της υπουργικής απόφασης Φ.Επαγγ.ασφ./ οικ.16/9-4-2003 και το δίκαιο της ΕΕ. Οι επενδύσεις των κεφαλαίων διέπονται από τις αρχές της συνετήςσυντηρητικής διαχείρισης, της διασποράς και της ποιότητας των επενδυτικών επιλογών, ώστε να επιτυγχάνεται η ασφάλεια, η αποδοτικότητα και η ευκολία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου. Ο βαθμός επικινδυνότητας του επενδυτικού χαρτοφυλακίου παρακολουθείται από το Διοικητικό Συμβούλιο και τον Αναλογιστή του Ταμείου και διατηρείται σε επίπεδα που αντισταθμίζουν την επικινδυνότητα των υποχρεώσεων.

Άρθρο 37
Λογιστική Οργάνωση

1. Η λογιστική οργάνωση του Ταμείου γίνεται με βάση την ισχύουσα εκάστοτε νομοθεσία, σε συνδυασμό με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.

2. Κάθε οικονομική χρήση του Ταμείου συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος. Κατ’ εξαίρεση η πρώτη οικονομική χρήση παρατείνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του επόμενου έτους από της ισχύος του παρόντος.

Ο ισολογισμός συντάσσεται στο πρώτο εξάμηνο της επόμενης οικονομικής χρήσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΜΕΤΑΦΟΡΑ/ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ – ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ

Άρθρο 38 Μεταφορά/καταβολή ασφαλιστικών δικαιωμάτων – διαδοχική ασφάλιση

Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος αλλάζει επαγγελματική δραστηριότητα ή διακόπτει την εργασία του και διαγράφεται από το Ταμείο δικαιούται διαζευκτικά: α) να μεταφέρει τα ασφαλιστικά του δικαιώματα του σε άλλο ταμείο υποχρεωτικής επικουρικής επαγγελματικής ασφάλισης ή σε άλλο φορέα επικουρικής ασφάλισης που λειτουργεί στο χώρο της απασχόλησής του, κατ’εφαρμογήν της ισχύουσας νομοθεσίας. β) Να λάβει την παροχή που του αναλογεί σε σχέση με το χρόνο παραμονής του στο Ταμείο, όταν συμπληρώσει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη θεμελίωση του δικαιώματος σε παροχή κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 10 και 11 του ν. 3029/2002 και της υπουργικής απόφασης ΦΕπαγ. Ασφ.43/13-11-2003 (ΦΕΚ1703Β/19.11.2003)
όπως εκάστοτε ισχύουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ

Άρθρο 39
Τροποποίηση Καταστατικού – Θέσπιση Κανονισμών

Η τροποποίηση του παρόντος Καταστατικού επιτρέπεται με απόφαση του Δ.Σ. που λαμβάνεται κατά πλειοψηφία 2/3 του συνόλου των μελών αυτού ή με άλλη πλειοψηφία εφόσον προβλέπεται στο παρόν. Οι τροποποιήσεις που αφορούν στους πόρους και στη συγκρότηση και τις αρμοδιότητες των οργάνων διοίκησης του Ταμείου κοινοποιούνται στο Γενικό Συμβούλιο εντός 10 ημερών και για να ισχύσουν πρέπει να εγκριθούν με απόφαση των 2/3 του συνόλου των μελών του Γενικού Συμβουλίου. Η τροποποίηση κατά τα λοιπά γίνεται με την κατάρτιση σχετικού συμβολαιογραφικού εγγράφου, τηρουμένων και των λοιπών διαδικαστικών προϋποθέσεων, που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία.
Με την διαδικασία που ακολουθείται για την τροποποίηση του παρόντος θεσπίζονται/τροποποιούνται ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας, ο Κανονισμός Παροχών και ο Κανονισμός Επενδύσεων. Οι Κανονισμοί αυτοί κοινοποιούνται στην εποπτεύουσα το Ταμείο Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων του ΥΕΚΑ. Ο Κανονισμός Επενδύσεων και ο Κανονισμός Λειτουργίας της Επενδυτικής Επιτροπής κοινοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή.

Άρθρο 40 Ενοποίηση

1. Με απόφαση του Δ.Σ., που λαμβάνεται κατά πλειοψηφία 2/3 των μελών αυτού και με κατάρτιση σχετικού συμβολαιογραφικού εγγράφου, επιτρέπεται η ενοποίηση του Ταμείου με άλλα ομοειδή Ταμεία που λειτουργούν στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος και εφόσον τούτο κρίνεται σκόπιμο για την προάσπιση και επίτευξη των στόχων του και την καλύτερη απόδοση της επενδυτικής του πολιτικής, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων που προβλέπει ο νόμος.

2. Η ενοποίηση συντελείται με τη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, την έγκριση της τροποποίησης του καταστατικού από το αρμόδιο Υπουργείο, όπως ο νόμος ορίζει. Από την καταχώριση αυτή το νέο Ταμείο υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των Ταμείων που συγχωνεύτηκαν. Οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται από το νέο Ταμείο χωρίς διακοπή.

Άρθρο 41 Διάσπαση

Με τους όρους και τις διαδικασίες του προηγούμενου άρθρου είναι δυνατή η διάσπαση του Ταμείου σε περισσότερα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα), εφόσον πληρούνται οι σχετικές νόμιμες προϋποθέσεις.

Άρθρο 42
Συνεργασία ή συμμετοχή σε Ομοσπονδίες

1. Με απόφαση του Δ.Σ., που λαμβάνεται κατά πλειοψηφία 2/3 των μελών του, επιτρέπεται η συνεργασία του Ταμείου με άλλα ομοειδή Ταμεία ή και Ομοσπονδίες ομοειδών Ταμείων, σε επιχειρησιακό, κλαδικό ή άλλο επίπεδο της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, εφόσον τούτο κρίνεται σκόπιμο για την επίτευξη των στόχων του Ταμείου και την καλύτερη απόδοση της επενδυτικής του πολιτικής.

2. Με τους ίδιους όρους είναι δυνατή η συμμετοχή του Ταμείου σε Ομοσπονδίες ομοειδών Ταμείων, στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, ως και η πρωτοβουλία σύστασης αντίστοιχης Ομοσπονδίας Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 43 Μεταβατικές διατάξεις

1. Κατά την έναρξη λειτουργίας του Ταμείου και μέχρι την ανάδειξη του πρώτου Δ.Σ., το Ταμείο διοικείται από εξαμελή Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή, η θητεία της οποίας δεν μπορεί να ξεπεράσει τους 18 μήνες. Τακτικά μέλη της και αναπληρωματικά μέλη της ορίζονται οι εξής:

ΔΙΟΙΚΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΑΚΤΙΚΑ ΜΕΛΗ ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑ- ΤΙΚΑ ΜΕΛΗ
1. Πρόεδρος Παπαδόγιαννης Χρήστος Μπουλουγούρης Βασίλειος
2. Αντιπρόεδρος Αντωνάκη– Κυδώνη Μαργαρίτα Βαρουχάκη Ευαγγελία
3. Γενικός Γραμματέας Χατζάκης Εμμανουήλ Χρηστίδης Αριστοτέλης
4. Μέλος Πετσαλάκης Ιωάν- νης Συκαμιάς Γεώργιος
5. Μέλος Παπαμιχαλόπουλος Κωνσταντίνος Χατζηιωσήφ Ιορδάνης
6. Μέλος Πολίτης Ιωάννης Αγιασματζής Παναγιώτης


2. Η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή συγκροτείται σε σώμα κατόπιν πρόσκλησης των μελών της από τον Πρόεδρο αυτής αμέσως μετά την έγκριση και δημοσίευση του Καταστατικού του Ταμείου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Σε περίπτωση ισοψηφίας η ψήφος του Προέδρου υπολογίζεται διπλή.

3. Η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή:

α) Θα μεριμνήσει για τη σύσταση του Ταμείου και εξουσιοδοτείται να αποδεχθεί τροποποιήσεις ή προσθήκες των διατάξεων του παρόντος, οι οποίες θα υποδειχθούν από την αρμόδια διοικητική αρχή, κατά τη διαδικασία της έγκρισής του.

β) Θα πράξει ότι απαιτείται για τη λειτουργία του Ταμείου κατά το χρονικό διάστημα από την έγκριση και δημοσίευση του Καταστατικού στο ΦΕΚ.

γ) Θα πράξει ότι απαιτείται για την επίτευξη των στόχων του Ταμείου από την έναρξη της λειτουργίας του και μέχρι τη συγκρότηση του πρώτου Δ.Σ. του Ταμείου, όπως στο παρόν ορίζεται. Ενδεικτικά μπορεί να συνάπτει συμβάσεις μίσθωσης εργασίας με το προσωπικό που θα απασχοληθεί στο Ταμείο, να καθορίζει αμοιβή ή αποζημίωση για τα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής ανάλογη με αυτήν που προβλέπεται για τα μέλη του Δ.Σ., να εκμισθώνει χώρους, να προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για την χρήση των ίδιων ακινήτων, να προβαίνει στις απαραίτητης ενέργειες για το άνοιγμα λογαριασμών στις Τράπεζες, για τη μεταγραφή της ακίνητης περιουσίας στο όνομα του Ταμείου, για τη μεταφορά των τραπεζικών λογαριασμών του Τομέα «Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων (ΤΕΑΑΠΑΕ)» του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα (ΤΕΑΙΤ)» στο όνομα του Ταμείου, στην πληρωμή των συντάξεων των συνταξιούχων, στην τήρηση των απαιτούμενων βιβλίων, στοιχείων, μητρώων κ.λπ.
δ) Θα μεριμνήσει για τη σύνταξη των ισολογισμών του ως άνω μετατρεπόμενου τομέα που δεν έχουν συνταχθεί. ε) Θα επιμεληθεί, προκειμένου να συγκροτηθεί το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο εντός εύλογου χρόνου από τη δημοσίευση του παρόντος, ο οποίος σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από ενάμιση έτος. στ) Θα εκδώσει τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας και τον Κανονισμό Επενδύσεων, εντός ευλόγου χρόνου από τη συγκρότησή της. Ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας θα ρυθμίζει κάθε θέμα που αφορά στη διοικητική και οικονομική οργάνωση του Ταμείου και τη λογιστική λειτουργία του. Ο Κανονισμός Επενδύσεων θα συνταχθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 35 και 36 του παρόντος. Μέχρις ότου συνταχθούν ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας και ο Κανονισμός Επενδύσεων τα σχετικά θέματα ρυθμίζονται με αποφάσεις της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής και στη συνέχεια του Δ.Σ.

ζ) Δύναται να εκδώσει τον Κανονισμό Παροχών που θα εξειδικεύει τα υπαγόμενα στην ασφάλιση πρόσωπα, τις ασφαλιστικές εισφορές και τους πόρους, τον χρόνο ασφάλισης, την αναγνώριση συντάξιμου χρόνου και τον τρόπο εξαγοράς του, τα δικαιούμενα σύνταξης πρόσωπα, τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, την έναρξη και λήξη των παροχών καθώς και κάθε άλλη αναγκαία ρύθμιση. Μέχρις ότου συνταχθεί ο Κανονισμός Παροχών τα σχετικά θέματα ρυθμίζονται με αποφάσεις της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής και στη συνέχεια του Δ.Σ. κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος και της ασφαλιστικής νομοθεσίας του μετατρεπόμενου Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων (ΤΕΑΑΠΑΕ) του ΤΕΑΙΤ, εφόσον συνάδουν με το παρόν καταστατικό.

4. Κατά το πρώτο έτος λειτουργίας του Ταμείου η σύνταξη μπορεί να μην καταβάλλεται την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα στον δικαιούχο ή τον πληρεξούσιό του αλλά σε άλλη ημέρα του μήνα που θα καθορίσει η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή.

Άρθρο 44
Μεταβατική διάταξη προσωρινού καθορισμού εργοδοτικών εισφορών

«Από την 1/1/2015 οι εργοδοτικές εισφορές των ιδιωτικών εταιρειών ασφάλισης και των οργανισμών δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή κοινωφελούς χαρακτήρα, οι οποίοι ασκούν δυνάμει ειδικών νόμων ή διατάξεων νόμων ή καταστατικών διατάξεων ιδιωτική επιχείρηση ασφάλισης ή αντασφάλισης ή απλώς ιδιωτική ασφάλιση, υπολογίζονται επί τη βάσει του τού άρθρου 8.1.1 του καταστατικού του Ταμείου (ΦΕΚ 411, τ. Β’), όπως αυτό ίσχυε πριν από την κατάργηση του, με το άρθρο πρώτο, Παράγραφος 1Α, Υποπαράγραφος ΙΑ.3, 2.Α περ. κε’ του ν. 4254/2014 (ΦΕΚ 85, τ. Α’), εφαρμοζομένων επί αυτών μειωτικού συντελεστή 40% και καταβάλλονται από τους παραπάνω εργοδότες. Η ανωτέρω εργοδοτική εισφορά δεν μπορεί να είναι κατώτερη αυτής των εργαζομένων. Η ισχύς του παρόντος άρθρου λήγει το αργότερο την 31/12/2015, εκτός αν ενωρίτερα υπάρξει διαφορετική ρύθμιση για τον υπολογισμό των ως άνω εργοδοτικών εισφορών με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ή με νομοθετική ρύθμιση που θα εκδοθεί είτε αυτοτελώς είτε κατόπιν δικαστικής απόφασης. Σε κάθε περίπτωση η παρούσα ρύθμιση θεσπίζεται για λόγους συγκυριακούς και δεν προδικάζει μεταγενέστερες αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου».

Άρθρο 45
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΕΤΟΥΣ 2016

Οι προκαταρκτικές εργοδοτικές εισφορές του έτους 2016, όπως επαναπροσδιορίζονται από 1.1.2016 με βάση τις τροποποιήσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του παρόντος, θα αποδοθούν από τις υπόχρεες ασφαλιστικές επιχειρήσεις εντός προθεσμίας 1 μηνός από την πρόσκλησή τους από το Ταμείο και εφόσον προηγουμένως εγκριθούν οι παρούσες τροποποιήσεις του Καταστατικού από τον αρμόδιο Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και το Ταμείο έχει υπολογίσει τις οφειλόμενες εργοδοτικές εισφορές του έτους 2016 σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10 του παρόντος. Οι υπόχρεες επιχειρήσεις υποχρεούνται να αποστείλουν τα στοιχεία παραγωγής και μισθοδοσίας των υπαγομένων στο Ταμείο εργαζομένων του έτους 2016 στο Ταμείο εντός προθεσμίας 10 ημερών από την σχετική πρόσκληση του Ταμείου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρο 10 παρ. 2 του Καταστατικού, ιδίως όσον αφορά στην καθυστέρηση ή παράλειψη αποστολής των στοιχείων και την οριστικοποίηση των οφειλομένων εργοδοτικών εισφορών έτους 2016.

Το καταστατικό αυτό αποτελείται από 45 άρθρα, ανεγνώσθη, συζητήθηκε και εγκρίθηκε κατ’ άρθρο και στο σύνολο του από τα ιδρυτικά μέλη του Ταμείου κατά τη συνεδρίαση τους και θα ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τεύχος δεύτερο (τ.Β΄) Υπέμνησα στους εμφανισθέντες τις διατάξεις του ν. 3029/2002 περί «Μεταρρύθμισης Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης».

Σε βεβαίωση των παραπάνω συντάχθηκε το παρόν σε εξήντα τρία (63) φύλλα και αφού διαβάστηκε καθαρά και μεγαλόφωνα στην εμφανισθείσα και βεβαιώθηκε υπογράφεται από αυτήν και από εμένα νόμιμα.

Επικολλήθηκε τέλος μεγαρόσημου 1,00 € για το πρωτότυπο και 8,00 € για τα αντίγραφα. Για δικαιώματα του παρόντος καθώς και για δικαιώματα έκδοσης αντιγράφων εισπράχτηκαν 1779,72 €. Επί των εισπραχθέντων δικαιωμάτων (1428,00 €) εισπράχθηκε Φ.Π.Α. 342,72. €. Παρακράτηση 20% ήτοι 285,60 ε.

Το συμβόλαιο αυτό διάβασα καθαρά και μεγαλόφωνα, για να το ακούσουν οι συμβαλλόμενοι, οι οποίοι βεβαίωσαν ολόκληρο το περιεχόμενό του και το υπέγραψαν, καθώς και εγώ η συμβολαιογράφος, όπως ο νόμος ορίζει.


ΟΙ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΙ

Χ. ΠΑΠΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ
Ε. ΧΑΤΖΑΚΗΣ
Ι. ΠΕΤΣΑΛΑΚΗΣ
Μ. ΚΥΔΩΝΗ
Ε. ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ
Σ. ΚΟΛΑΙΤΗΣ
Σ. ΞΗΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ι. ΠΟΛΙΤΗΣ
Ι. ΤΑΒΛΑΡΙΔΗΣ

Η ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΟΣ

Η παρούσα ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή και το επισυναπτόμενο Καταστατικό να δημοσιευθούν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Αθήνα, 25 Οκτωβρίου 2017

Ο Υφυπουργός
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Πηγή: Taxheaven