ΣτΕ 1804/2017 Ακύρωση υπουργικής απόφασης (Γ5(β)/Γ.Π.οικ.36277/20.5.2016) για την ρύθμιση επαγγέλματος φαρμακοποιού και την  Ίδρυση φαρμακείων.

ΣτΕ 1804/2017 Ακύρωση υπουργικής απόφασης (Γ5(β)/Γ.Π.οικ.36277/20.5.2016) για την ρύθμιση επαγγέλματος φαρμακοποιού και την Ίδρυση φαρμακείων.

ΣτΕ.Ολ 1804/2017

Ακύρωση υπουργικής απόφασης (Γ5(β)/Γ.Π.οικ.36277/20.5.2016) για την ρύθμιση επαγγέλματος φαρμακοποιού και την  Ίδρυση φαρμακείων.

Περίληψη

Επειδή, η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 2 παρ. Δ υποπαρ. Δ12 στοιχείο 18 του ν. 4336/2015 επί της οποίας στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, παρέχει, κατά τα προεκτεθέντα, στους Υπουργούς Οικονομίας, Ανάπτυξης, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Υγείας την εξουσία να καθορίσουν με απόφασή τους τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τη χορήγηση άδειας ιδρύσεως φαρμακείου.
Με το περιεχόμενο, όμως, αυτό η εξουσιοδοτική αυτή διάταξη – πέραν του ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ειδική κατά το μέρος που αναφέρεται στη ρύθμιση κάθε άλλου θέματος σχετικά με τη χορήγηση άδειας ιδρύσεως φαρμακείου, αφού τα θέματα αυτά δεν προσδιορίζονται κατά τρόπο συγκεκριμένο – δεν δύναται να θεωρηθεί, κατά τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, ότι περιέχει τη βασική ουσιαστική ρύθμιση του θέματος, ώστε αυτό να μπορεί να ρυθμισθεί με υπουργική απόφαση και όχι με προεδρικό διάταγμα.
Ειδικότερα, η νομοθεσία που διέπει την άσκηση του φαρμακευτικού επαγγέλματος και τη λειτουργία των φαρμακείων εν γένει διαλαμβάνει μεν διατάξεις σχετικές με τη διαδικασία χορηγήσεως άδειας ιδρύσεως φαρμακείου (βλ., ιδίως, τις προπαρατεθείσες διατάξεις των άρθρων 3 του ν. 1963/1991 αναφορικά με τη σειρά προτιμήσεως των αιτήσεων για την απόκτηση της οικείας άδειας και του άρθρου 30 του ν. 4272/2014 αναφορικά με την ανάρτηση των κενών θέσεων φαρμακείου και τον χρόνο και τρόπο υποβολής των σχετικών αιτήσεων, το περιεχόμενο των οποίων επαναλαμβάνεται κατ΄ ουσίαν στο άρθρο 2 παρ. 8 της προσβαλλόμενης κοινής υπουργικής αποφάσεως), πλην μετά την αντικατάσταση, με την ως άνω εξουσιοδοτική διάταξη, των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 1963/1991, με τις οποίες καθορίζονταν οι θετικές και αρνητικές προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας ιδρύσεως φαρμακείου, καθώς και με την κατάργηση με το στοιχείο 17 της υποπαραγράφου Δ12 της ίδιας εξουσιοδοτικής διατάξεως, του άρθρου 6 του ν. 328/1976, ουδεμία νομοθετική διάταξη καταλείπεται, η οποία να ρυθμίζει, σε γενικό, έστω, πλαίσιο το θέμα αυτό. Το θέμα δε αυτό, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό αφού, όπως έχει γίνει δεκτό, η άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, που συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών υγείας- όπως είναι και η άσκηση του επαγγέλματος του φαρμακοποιού- επιτρέπεται μόνον σε όσα πρόσωπα έχουν τα προσόντα εκείνα, τα οποία ο νομοθέτης έχει κρίνει, σε εκπλήρωση της επιταγής του άρθρου 21 παρ. 3 του Συντάγματος, ότι είναι αναγκαία, προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή στους πολίτες υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου (ΣτΕ 1790/2016, ΣτΕ 1634/2009, ΣτΕ 2267/2005 επταμ) ενόψει και του ότι τα φαρμακεία αποτελούν ιδιότυπα καταστήματα, στα οποία συνδυάζεται η εμπορική εκμετάλλευση με την υπεύθυνη επιστημονική δραστηριότητα (ΣτΕ 228/2014 - ΣτΕ 29/2014, ΣτΕ 420/2014 - ΣτΕ 24/2014 Ολομ.).
Εξ άλλου, από την νομοθεσία που παρατίθεται στις σκέψεις 10 και 11 προκύπτει ότι τα της ασκήσεως του επαγγέλματος του φαρμακοποιού, καθώς και τα ζητήματα λειτουργίας και δεοντολογίας ρυθμίζονταν με τυπικούς νόμους ή το πολύ με προεδρικά διατάγματα εκδιδόμενα κατ’εξουσιοδότηση νόμου.
Συνεπώς, το θέμα αυτό δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ρυθμίσεως με υπουργική απόφαση, διότι δεν παρέχεται προς τούτο νόμιμη εξουσιοδότηση από την διάταξη του άρθρου 2 παράγραφος Δ υποπαράγραφος Δ12, στοιχείο 18 του ν. 4336/2015 ή από άλλη διάταξη νόμου που να ρυθμίζει το θέμα αυτό έστω και σε γενικό πλαίσιο και, κατ’ ακολουθίαν, το θέμα τούτο ρυθμιζόμενο πριν με διάταξη νόμου (το αντικατασταθέν άρθρο 1 του ν. 1963/1991 και το καταργηθέν άρθρο 6 του ν. 328/1976) θα μπορούσε, επιτρεπτώς, να ρυθμισθεί μόνο με κανονιστικό προεδρικό διάταγμα, ερειδόμενο επί νομίμου, κατά τα προεκτεθέντα νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως και μετά από επεξεργασία αυτού από το Συμβούλιο της Επικρατείας (πρβλ. ΣτΕ 1749/2016 Ολομ.).

Δεν μπορεί δε, τέλος, να θεωρηθεί ότι αποτελεί επαρκές εξουσιοδοτικό έρεισμα για την έκδοση της υπουργικής αυτής αποφάσεως το άρθρο 3 του ίδιου νόμου 4336/2015, με το οποίο κυρώνεται η Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των δανειστών, όπου προβλέπεται ρητή υποχρέωση της Χώρας να καταργήσει το υπάρχον νομοθετικό καθεστώς αδειών ιδρύσεως και λειτουργίας φαρμακείων, διότι με την διάταξη αυτή απλώς αναλαμβάνεται υποχρέωση θεσπίσεως των αναγκαίων ρυθμίσεων, οι οποίες όμως πρέπει να είναι σύμφωνες προς τους κανόνες νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως που προβλέπει το Σύνταγμα, αφού η ανάληψη διεθνών υποχρεώσεων από την Χώρα δεν αναιρεί και την υποχρέωση τηρήσεως των συνταγματικών κανόνων περί νομοθετήσεως, ούτε μπορεί να καταστεί συγκεκριμένη η εξουσιοδοτική αυτή διάταξη με παραπομπή σε συνοδευτικά του εξουσιοδοτικού νομοθετήματος κείμενα.

Κατόπιν τούτου η κατ’ επίκληση της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 2 παρ. Δ υποπαρ. Δ12 στοιχείο 18 του ν. 4336/2015 προσβαλλόμενη απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υγείας είναι ανίσχυρη, διότι έχει εκδοθεί από αναρμόδιο κατά το Σύνταγμα όργανο.

Για τον λόγο δε αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.


 
Αριθμός 1804/2017

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Οκτωβρίου 2016, με την εξής σύνθεση: Νικ. Σακελλαρίου, Πρόεδρος, Χρ. Ράμμος, Ι. Γράβαρης, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ι. Μαντζουράνης, Μ.-Ελ. Κωνσταντινίδου, Ευθ. Αντωνόπουλος, Π. Καρλή, Κ. Κουσούλης, Κ. Φιλοπούλου, Κ. Πισπιρίγκος, Μ. Πικραμένος, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Σ. Βιτάλη, Ηλ. Μάζος, Θ. Τζοβαρίδου, Β. Πλαπούτα, Ο. Παπαδοπούλου, Ι. Σύμπλης, Σύμβουλοι, Μ. Σταματοπούλου, Π. Γρουμπού, Μ.-Ελ. Παπαδημήτρη, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Κ. Πισπιρίγκος και Θ. Τζοβαρίδου, καθώς και η Πάρεδρος Μ. Σταματοπούλου, μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.

Για να δικάσει την από 28ης Ιουνίου 2016 αίτηση:

του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος», που εδρεύει στην Αθήνα (Πειραιώς 134 και Αγαθημέρου), το οποίο παρέστη με τους δικηγόρους: α) Απόστολο Παπακωνσταντίνου (Α.Μ. 25904) και β) Ηλία Δημητρέλλο (Α.Μ. 21242), που τους διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά των Υπουργών: 1) Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και 2) Υγείας, οι οποίοι παρέστησαν με τον Δημήτριο Αναστασόπουλο, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους.

Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 12ης Ιουλίου 2016 πράξης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδάφ. α, 20 και 21 του Π.Δ. 18/1989.

Με την αίτηση αυτή το αιτούν ν.π.δ.δ. επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ' αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.36277/20.5.2016 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υγείας (ΦΕΚ Β΄ 1445/23.5.2016) και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Ευθ. Αντωνόπουλου.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξουσίους του αιτούντος ν.π.δ.δ., οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο

1. Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του ν. 3719/2008 (Α΄ 241) του Συμβούλου Ι. Μαντζουράνη, τακτικού μέλους της συνθέσεως που εκδίκασε την κρινόμενη υπόθεση, λαμβάνει μέρος στην διάσκεψη αντ’ αυτού ως τακτικό μέλος ο Σύμβουλος Κ. Πισπιρίγκος (βλ. Πρακτικό Διασκέψεως της Ολομελείας του Δικαστηρίου 190/2016).

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται, κατά τον νόμο (άρθρο 28 παρ. 4 του ν. 2579/1998, Α΄ 31) η καταβολή παραβόλου, ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθμ. Γ.5(β)/Γ.Π.οικ.36277/20.5.2016 αποφάσεως των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης & Τουρισμού και Υγείας με τίτλο «Ρυθμίσεις επαγγέλματος φαρμακοποιού – Ίδρυση φαρμακείου» (Β΄ 1445/23.5.2016), η οποία εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 1963/1991, όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παράγραφος Δ υποπαράγραφος Δ12 στοιχείο 18 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94).

3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον της Ολομελείας του Δικαστηρίου με την από 12-7-2016 πράξη του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδ. α΄, 20 και 21 του π.δ. 18/1989 και το άρθρο 34 του ν. 3772/2009 λόγω σπουδαιότητος.

4. Επειδή, με έννομο συμφέρον ασκεί την αίτηση αυτή ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το οποίο έχει εκ του νόμου (άρθρο 52 ν. 3601/1928, Α΄ 119) την εποπτεία για την πιστή εφαρμογή της φαρμακευτικής εν γένει νομοθεσίας και την προάσπιση των επαγγελματικών συμφερόντων των μελών του (βλ. ΣτΕ Ολ. 421 - 23, ΣτΕ 3314/2014, ΣτΕ 4205/2012 – ΣτΕ 6/2012, ΣτΕ 3665/2005, ΣτΕ 4536/2012 7μ. κ.ά.) ισχυριζόμενος ότι βλάπτεται από τις ρυθμίσεις της προσβαλλομένης κοινής υπουργικής αποφάσεως, με τις οποίες επιτρέπεται πλέον η χορήγηση αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας φαρμακείου και σε φυσικά πρόσωπα μη έχοντα την άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος του φαρμακοποιού, ενώ υπό το προισχύσαν καθεστώς η άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας επεφυλάσσετο μόνον σε πρόσωπα που είχαν την προαναφερθείσα άδεια ασκήσεως του εν λόγω επαγγέλματος.


5. Επειδή, με το άρθρο 2 παράγραφος Δ υποπαράγραφος Δ12, στοιχεία 17 και 18 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α΄ 94) με τίτλο «Συνταξιοδοτικές διατάξεις-Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης» ορίσθηκαν τα εξής: «17. Το άρθρο 6 του ν. 328/1976 καταργείται. 18. Το άρθρο 1 του ν. 1963/1991 (Α΄ 138) αντικαθίσταται ως εξής: “Άρθρο 1 Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Υγείας καθορίζονται οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τη χορήγηση άδειας ιδρύσεως φαρμακείου”». Κατ’ επίκληση της ανωτέρω εξουσιοδοτικής διατάξεως εξεδόθη αρχικώς η υπ' αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.82829/29.10.2015 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υγείας με τίτλο «Ρυθμίσεις επαγγέλματος φαρμακοποιού-Ίδρυση φαρμακείου» (Β΄ 2330/29.10.2015), με την οποία ορίσθηκαν τα εξής: «Άρθρο 1 Σκοπός Με την παρούσα υπουργική απόφαση θεσπίζονται νέες διατάξεις που καθορίζουν την ίδρυση φαρμακείων στην Ελλάδα, την αρμόδια υπηρεσία χορηγήσεως, την διοικητική περιφέρεια ισχύος της άδειας και τα προσόντα των αιτούντων τις άδειες, φαρμακοποιών ή άλλων φυσικών προσώπων. Άρθρο 2 Ρυθμίσεις για τις άδειες φαρμακείων 1. Οι άδειες ίδρυσης φαρμακείων χορηγούνται σε φαρμακοποιούς κατόχους άδειας ασκήσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού χώρας μέλους της Ε.Ε., καθώς και σε άλλα φυσικά πρόσωπα πολίτες κράτους-μέλους της Ε.Ε., από τη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας των φαρμακείων και εντός αυτής, με απόφαση του Αρμόδιου Περιφερειάρχη και δηλώνονται από τον κάτοχο της αδείας στον οικείο Φαρμακευτικό Σύλλογο εντός εξήντα (60) ημερών.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, δεν χορηγείται άδεια ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείου σε νομικά πρόσωπα, πλην των συνεταιρισμών φαρμακοποιών μελών της Ομοσπονδίας Συνεταιρισμών Φαρμακοποιών Ελλάδος και έπειτα από αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. της ΟΣΦΕ. 2. Κάθε άδεια ίδρυσης αντιστοιχεί σε ένα (1) φαρμακείο. Για το έτος 2015 επιτρέπεται η χορήγηση μέχρι πέντε (5) αδειών. Ο ανώτατος επιτρεπόμενος αριθμός χορηγούμενων αδειών αυξάνεται κατά μία (1) άδεια κατ’ ανώτατο όριο κατ’ έτος μέχρι το 2020, οπότε και ορίζεται ανώτατος επιτρεπόμενος αριθμός αδειών οι δέκα (10) άδειες σε πανελλαδική κλίμακα. 3. Οι άδειες ίδρυσης φαρμακείων χορηγούνται για την περιφέρεια των Δήμων που συστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α΄). 4. Τα φαρμακεία των ιδιωτών μη φαρμακοποιών που ιδρύονται μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης λειτουργούν υποχρεωτικά με την μορφή της Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης, που πρέπει να έχει συσταθεί πριν τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας του φαρμακείου. Στην εταιρική σύνθεση των ΕΠΕ στις οποίες συμμετέχουν μη φαρμακοποιοί, μετέχει υποχρεωτικά ως εταίρος, με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον 20%, και ο ορισθείς υπεύθυνος φαρμακοποιός για την λειτουργία κάθε φαρμακείου. Τα φαρμακεία για τα οποία δίδεται άδεια ίδρυσης σε φαρμακοποιό, μπορούν να λειτουργούν ως ατομικές επιχειρήσεις είτε με όποια εταιρική μορφή του αστικού δικαίου επιλέξουν οι εταίροι τους, πλην εκείνης της ανώνυμης εταιρείας. 5. Η χορήγηση άδειας ίδρυσης σε φαρμακοποιό, κάτοχο άδειας ασκήσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού κράτους μέλους της ΕΕ και άλλα φυσικά πρόσωπα, πολίτες κράτους-μέλους ΕΕ, δεν υπόκειται σε κανένα περιορισμό πλην των σχετικών με τα πληθυσμιακά όρια και τις τιθέμενες προϋποθέσεις στην παρούσα κοινή υπουργική απόφαση. 6. Για την απόκτηση της άδειας ιδρύσεως φαρμακείου απαιτείται ο αιτών (φαρμακοποιός ή μη) να έχει τα κατωτέρω προσόντα, που αποδεικνύονται από τα υποβαλλόμενα αντίστοιχα έγγραφα, όπως προσδιορίζονται στις οικείες διατάξεις και του άρθρου 216 Ν. 4281/2014 (160 Α), ήτοι: α) Την ελληνική ιθαγένεια ή την υπηκοότητα ενός των κρατών-μελών της Ε.Ε. β) Να μην έχει καταδικασθεί αμετάκλητα σε οποιαδήποτε ποινή ή κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, εγκλήματα κατά των ηθών, συκοφαντική δυσφήμιση για πράξεις που έχουν σχέση με την άσκηση του επαγγέλματος του, κιβδηλεία, παραχάραξη, παράβαση των διατάξεων του άρθρου 5 του Ν. 1729/1987 (όπως τροποποιήθηκε από τον Ν. 3204/2003 ΦΕΚ 144 Α΄) και καθ’ υποτροπή του άρθρου 11 του ίδιου νόμου καθώς και του Ν. 3591/2008, του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα όπως αυτός ισχύει ή να μην έχει καταδικασθεί αμετάκλητα για κακούργημα ή καθ’ υποτροπή για πλημμέλημα για το οποίο επεβλήθη η στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων ή να μην έχει παραπεμφθεί με αμετάκλητο βούλευμα για κάποιο από τα παραπάνω αδικήματα. γ) Να μην οφείλει στο Ελληνικό Δημόσιο οποιαδήποτε οφειλή από φόρους, πρόστιμα ή άλλη αιτία. δ) Οι κάτοχοι άδειας ασκήσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού να μην έχουν τιμωρηθεί για παραβάσεις της φαρμακευτικής νομοθεσίας με οριστική ανάκληση της άδειας ιδρύσεως φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης. Άρθρο 3 Μεταβατική διάταξη Αποφάσεις ιδρύσεως φαρμακείων που εκδόθηκαν κατά παρέκκλιση του ν. 4336/2015 από Διευθύνσεις Δημόσιας Υγείας στην περίοδο από 20 Αυγούστου 2015 μέχρι την δημοσίευση της παρούσας κοινής υπουργικής απόφασης, διατηρούν την ισχύ τους. Άρθρο 4 Η έναρξη ισχύος της παρούσης απόφασης ορίζεται από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
Εν συνεχεία, κατ' εξουσιοδότηση της ίδιας ως άνω διατάξεως του άρθρου 2 παράγραφος Δ υποπαράγραφος Δ12 στοιχείο 18 του ν. 4336/2015 εκδόθηκε ακολούθως η υπ΄ αριθ. Γ5(β)/Γ.Π./οικ.6915/28.1.2016 απόφαση, με τίτλο «Τροποποίηση και συμπλήρωση της αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.82829/15 (ΦΕΚ 2330 Β΄) κοινής υπουργικής απόφασης “Ρυθμίσεις επαγγέλματος φαρμακοποιού - Ίδρυση φαρμακείου”», των ίδιων ως άνω Υπουργών (Β΄ 138/29.1.2016). Με το άρθρο 1 της αποφάσεως αυτής ορίσθηκαν τα εξής: «Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 της Κ.Υ.Α. αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.82829/15 (ΦΕΚ 2330 Β΄) “Ρυθμίσεις επαγγέλματος φαρμακοποιού - Ίδρυση φαρμακείου”, τροποποιείται ως ακολούθως: “3. Οι άδειες ίδρυσης φαρμακείων χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 του Ν. 3918/2011 (ΦΕΚ 31 Α΄)”, όπως ισχύει», με το δε άρθρο 2 της ίδιας αποφάσεως ορίστηκε ότι: «Στο τέλος του άρθρου 2 της Κ.Υ.Α. αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.82829/15 (ΦΕΚ 2330 Β΄) “Ρυθμίσεις επαγγέλματος φαρμακοποιού - Ίδρυση φαρμακείου”, προστίθεται παράγραφος 7 ως ακολούθως: “7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του Ν. 1963/1991 (ΦΕΚ 138 Α΄) καταργείται. Οι αιτήσεις για απόκτηση άδειας ίδρυσης φαρμακείου υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 παράγραφος 1 του Ν. 4272/2014 (ΦΕΚ 145 Α΄) και κρίνονται συνολικά ως εξής:
α) Εάν συντρέχουν αιτήσεις φαρμακοποιών ή/και ιδιωτών μη φαρμακοποιών με αιτήσεις συνεταιρισμών φαρμακοποιών μελών της ΟΣΦΕ, προτιμώνται οι φαρμακοποιοί ή/και οι ιδιώτες μη φαρμακοποιοί που αξιολογούνται με τα αυτά κριτήρια κατά το επόμενο β΄ εδάφιο και έπονται οι συνεταιρισμοί.
Β) Εάν συντρέχουν αιτήσεις φαρμακοποιών και ιδιωτών-μη φαρμακοποιών, η μεταξύ τους σειρά προτίμησης προκύπτει σύμφωνα με τα κριτήρια της παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 1963/1991, τα οποία εφαρμόζονται μεταξύ των αιτούντων φαρμακοποιών και των δηλωθέντων από τους ιδιώτες ως υπεύθυνων για τη λειτουργία του φαρμακείου, φαρμακοποιών (ΦΕΚ Α΄ 138). Γ) Εάν συντρέχουν αιτήσεις περισσότερων του ενός φαρμακοποιών, ως προς τη μεταξύ τους σειρά προτίμησης εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 1963/1991 (ΦΕΚ Α΄ 138). Δ) Εάν συντρέχουν αιτήσεις περισσότερων ιδιωτών, μη φαρμακοποιών, η μεταξύ τους σειρά καθορίζεται ανάλογα με τη σειρά προτίμησης των δηλωθέντων από αυτούς υπεύθυνων για τη λειτουργία του φαρμακείου φαρμακοποιών, για τους οποίους εφαρμόζονται επίσης οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 1963/1991 (ΦΕΚ Α΄ 138)”. Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.82829/15 (ΦΕΚ 2330 Β΄) κοινή υπουργική απόφαση…“».

6. Επειδή, τέλος, κατ' εξουσιοδότηση της ίδιας ως άνω διατάξεως του ν. 4336/2015 εκδόθηκε, η προσβαλλόμενη με την υπό κρίση αίτηση υπ' αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.36277/20.5.2016 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υγείας. Με την απόφαση αυτή, η οποία άρχισε να ισχύει, κατά το άρθρο 4 αυτής, από τη δημοσίευσή της στην ΕτΚ (23.5.2016), ορίζονται τα εξής: «Άρθρο 1 Σκοπός Με την παρούσα υπουργική απόφαση θεσπίζονται νέες διατάξεις που καθορίζουν την ίδρυση και λειτουργία των φαρμακείων στην Ελλάδα, την αρμόδια υπηρεσία χορήγησης, την διοικητική περιφέρεια ισχύος της άδειας και τα προσόντα των αιτούμενων τις άδειες φαρμακοποιών (γυναικών ή ανδρών) ή άλλων φυσικών προσώπων. Άρθρο 2 Ρυθμίσεις για τις άδειες φαρμακείων 1. Οι άδειες ίδρυσης φαρμακείων χορηγούνται σε φαρμακοποιούς (άνδρες ή γυναίκες) κατόχους άδειας ασκήσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού της Ελλάδας ή κράτους - μέλους της Ε.Ε., καθώς και σε άλλα φυσικά πρόσωπα πολίτες της Ελλάδας ή κράτους - μέλους της Ε.Ε., από τη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας των φαρμακείων, με απόφαση του Αρμόδιου Περιφερειάρχη και δηλώνονται από τον/ την κάτοχο της άδειας στον οικείο Φαρμακευτικό Σύλλογο εντός εξήντα (60) ημερών από την λήψη της. Άδεια ίδρυσης φαρμακείου δεν χορηγείται σε νομικά πρόσωπα, πλην των συνεταιρισμών φαρμακοποιών μελών της Ομοσπονδίας Συνεταιρισμών Φαρμακοποιών Ελλάδος (ΟΣΦΕ). Στην περίπτωση αυτή απαιτείται προηγούμενη αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. της ΟΣΦΕ. 2. Η αίτηση χορήγησης άδειας ίδρυσης φαρμακείου συνοδεύεται, επί ποινή απαραδέκτου της αίτησης, από υπεύθυνη δήλωση του/της αιτούμενου/ης, στην οποία αυτός/η δηλώνει τα πλήρη στοιχεία του/της φαρμακοποιού που διαθέτει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού και θα είναι υπεύθυνος/η για τη λειτουργία του φαρμακείου, στην περίπτωση της χορήγησης της συγκεκριμένης άδειας. Ο/Η εν λόγω υπεύθυνος/η φαρμακοποιός εγγράφεται υποχρεωτικά στον οικείο φαρμακευτικό σύλλογο, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Δεν μπορεί να δηλώνεται φαρμακοποιός (άνδρας ή γυναίκα) ως υπεύθυνος/η για περισσότερα από ένα (1) φαρμακεία, ανεξαρτήτως εάν το φαρμακείο αυτό είναι το κατάστημα της έδρας ή το υποκατάστημα της ίδιας ή διαφορετικής ατομικής επιχείρησης ή εταιρείας. 3. Κάθε άδεια ίδρυσης αντιστοιχεί σε ένα (1) κατάστημα ή υποκατάστημα φαρμακείου. Ο ανώτατος επιτρεπόμενος αριθμός χορηγούμενων αδειών στο ίδιο φυσικό πρόσωπο αυξάνεται κατά μία (1) άδεια κατ` ανώτατο όριο κατ` έτος μέχρι το 2020, οπότε και ορίζεται ανώτατος επιτρεπόμενος αριθμός οι δέκα (10) άδειες σε πανελλαδική κλίμακα. Πιο συγκεκριμένα, για το έτος 2016 επιτρέπεται η χορήγηση μέχρις έξι (6) αδειών στο ίδιο πρόσωπο, για το έτος 2017 μέχρι επτά (7), για το έτος 2018 μέχρι οκτώ (8), για το έτος 2019 μέχρι εννιά (9) και για το 2020 μέχρι δέκα (10) αδειών στο ίδιο φυσικό πρόσωπο. 4. Για την χορήγηση των αδειών ίδρυσης φαρμακείων εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 του Ν. 3918/2011 (ΦΕΚ Α΄ 31), όπως ισχύει. 5. α) Τα φαρμακεία, για τα οποία δίδεται άδεια ίδρυσης σε ιδιώτη μη φαρμακοποιό, άνδρα ή γυναίκα, τα λειτουργεί υποχρεωτικά Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης, που πρέπει να έχει συσταθεί πριν τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας του φαρμακείου. Στην εταιρική σύνθεση της παραπάνω Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης, μετέχει υποχρεωτικά ως εταίρος και με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον 20% στο κεφάλαιο, τα κέρδη και τις ζημίες της εταιρείας, και ο/η φαρμακοποιός, ο/η οποίος/α έχει δηλωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 2 της παρούσας, υπεύθυνος/η για την λειτουργία του φαρμακείου. Η προϋπόθεση αυτή πρέπει υποχρεωτικά να συντρέχει καθ` όλο το χρόνο της λειτουργίας του φαρμακείου από την ΕΠΕ καθώς και σε κάθε οποιαδήποτε περίπτωση μεταβίβασης των εταιρικών ποσοστών. β) Τα φαρμακεία, για τα οποία είχε χορηγηθεί ή χορηγείται άδεια ίδρυσης σε φαρμακοποιό σύμφωνα με την παρούσα, μπορούν να λειτουργούν είτε ως ατομικές επιχειρήσεις είτε ως εμπορικές εταιρείες οποιασδήποτε μορφής, πλην εκείνης της ανώνυμης εταιρείας. γ) Οι εταιρείες και οι ατομικές επιχειρήσεις που λειτουργούν φαρμακείο έχουν αποκλειστικό σκοπό την λειτουργία και εκμετάλλευση του φαρμακείου. Απαγορεύεται ρητά η συμμετοχή σε εταιρείες που λειτουργούν φαρμακείο, ως εταίρου: i) φυσικού προσώπου που είναι ιατρός οποιασδήποτε ειδικότητας ή οδοντίατρος, ή ii) νομικού προσώπου που έχει συσταθεί από ιατρούς ή οδοντιάτρους με αντικείμενο δραστηριότητας ιατρικές ή οδοντιατρικές πράξεις. iii) φυσικού ή νομικού προσώπου που: αα) έχει ως κύρια ή παρεπόμενη δραστηριότητα την λειτουργία διαγνωστικών κέντρων πάσης φύσεως, ββ) είναι Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας (ΚΑΚ) φαρμάκων ή έχει ως κύρια ή παρεπόμενη δραστηριότητα την Παραγωγή ή Εισαγωγή ή Αντιπροσώπευση ή Χονδρική Πώληση και Εμπορία Φαρμάκων. iν) φυσικού ή νομικού προσώπου που μετέχει υπό οποιαδήποτε ιδιότητα (νομίμου εκπροσώπου ή μετόχου ή εταίρου ή μετόχου τρίτου νομικού προσώπου) σε εταιρείες διαγνωστικών κέντρων πάσης φύσεως, ή φαρμακευτικές εταιρείες πάσης φύσεως (ήτοι ΚΑΚ, ή Παραγωγούς ή Εισαγωγείς ή Αντιπροσώπους ή Χονδρεμπόρους Φαρμάκων) ή σε συνδεδεμένες με αυτές επιχειρήσεις, εφόσον καθ` όλη τη χρονική περίοδο από την έναρξη έως την παύση της δραστηριότητας λειτουργίας και εκμετάλλευσης του φαρμακείου ως προς την φαρμακευτική εταιρεία ή την εταιρεία διαγνωστικού κέντρου ή την συνδεδεμένη με αυτές επιχείρηση: αα) είναι ή υπήρξε, κύριος αριθμού μετοχών που το κατατάσσουν ή κατέτασσαν μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων μετόχων της εταιρείας, ή ββ) κατέχει ή κατείχε, από οποιαδήποτε αιτία δικαιώματα ψήφου στη Γενική Συνέλευση, που το κατατάσσουν ή κατέτασσαν ανάμεσα στους δέκα μεγαλύτερους κατόχους δικαιωμάτων ψήφου της εταιρείας, ή γγ) έχει ή είχε το δικαίωμα είτε από το νόμο είτε από το καταστατικό της εταιρείας είτε μέσω εκχώρησης σχετικού δικαιώματος άλλων μετόχων να διορίζει ή να ανακαλεί μέλη του διοικητικού συμβουλίου, ή να εκπροσωπεί την εταιρεία, ή δδ) κατάρτισε ή είχε καταρτίσει, αμέσως ή εμμέσως, συμβάσεις και εν γένει συμφωνίες με την επιχείρηση, από τις οποίες η τελευταία απέκτησε έσοδα ή άλλα οικονομικά οφέλη κατά την αμέσως προηγούμενη χρήση της, τα οποία αντιστοιχούν τουλάχιστον στο ένα δέκατο (1/10) των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης κατά τη χρήση αυτή. ν) συζύγου ή συγγενούς έως β΄ βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας των φυσικών προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις iii και iν ανωτέρω. δ) Οι συστηνόμενες, σύμφωνα με τις παραγράφους α) και β) του παρόντος άρθρου, εταιρείες και ατομικές επιχειρήσεις έχουν έδρα το φαρμακείο, του οποίου έχουν την άδεια λειτουργίας και εκμετάλλευσης, και η διάρκεια τους είναι ορισμένου χρόνου, δυνάμενη να παραταθεί πριν τη λήξη της, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Οι ατομικές επιχειρήσεις και οι εταιρείες οποιασδήποτε μορφής του παρόντος άρθρου έχουν το δικαίωμα να ιδρύσουν υποκαταστήματα, εφόσον όμως έχει χορηγηθεί κατά τους όρους της παρούσας και τις ισχύουσες διατάξεις του νόμου, χωριστή άδεια ιδρύσεως για το υποκατάστημα. Η άδεια ιδρύσεως του υποκαταστήματος προσμετράται στο σύνολο των αδειών που δικαιούται ένα πρόσωπο να λάβει σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 2 της παρούσας. Ακριβές αντίγραφο του καταστατικού των εταιρειών καθώς και το ΦΕΚ της δημοσίευσής του, εφόσον πρόκειται για ΕΠΕ, κατατίθεται στη Διεύθυνση Φαρμάκων και Φαρμακείων της κατά τόπον αρμόδιας Περιφερειακής Ενότητας καθώς και στον οικείο Φαρμακευτικό Σύλλογο μέσα σε προθεσμία ενός (1) μηνός από την καταχώριση της εταιρείας και του καταστατικού της στο ΓΕΜΗ. Το ίδιο ισχύει και για τις τροποποιήσεις του εταιρικού καταστατικού και όλες τις μεταβολές της εταιρείας. ε) Κάθε εταίρος (άνδρας ή γυναίκα) οποιασδήποτε εμπορικής εταιρείας του παρόντος άρθρου καθώς και κάθε φαρμακοποιός που διατηρεί ατομική επιχείρηση λειτουργίας και εκμετάλλευσης φαρμακείου, τηρουμένων των προϋποθέσεων των παραγράφων α), β) και γ), μπορεί να συμμετέχει μέχρι το 2020, σύμφωνα με την κλιμάκωση του άρθρου 2 παρ. 3 της παρούσας, σε δέκα (10) συνολικά κατ` ανώτατο όριο προσωπικές ή κεφαλαιουχικές εταιρείες λειτουργίας και εκμετάλλευσης φαρμακείου, τηρουμένων των λοιπών προϋποθέσεων του αντίστοιχου νόμου περί εταιρειών. στ) Κάθε παράβαση των οριζομένων στο παρόν άρθρο συνεπάγεται την αυτεπάγγελτη ανάκληση της άδειας ίδρυσης του φαρμακείου από την αρμόδια για τη χορήγησή της αρχή. 6. Η χορήγηση άδειας ίδρυσης σε φαρμακοποιό, κάτοχο άδειας ασκήσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού της Ελλάδας ή κράτους μέλους της ΕΕ και άλλα φυσικά πρόσωπα, πολίτες της Ελλάδας ή κράτους - μέλους ΕΕ, δεν υπόκειται σε κανένα περιορισμό πλην των σχετικών με τα πληθυσμιακά όρια και τις τιθέμενες προϋποθέσεις στην παρούσα κοινή υπουργική απόφαση. 7. Για την απόκτηση της άδειας ιδρύσεως φαρμακείου απαιτείται ο αιτών (φαρμακοποιός ή μη) να έχει τα κατωτέρω προσόντα, που αποδεικνύονται από τα υποβαλλόμενα αντίστοιχα έγγραφα, σύμφωνα και με το άρθρο 217 του Ν. 4281/2014 (Α΄ 160), ήτοι: α) Την ελληνική ιθαγένεια ή την υπηκοότητα ενός των κρατών - μελών της Ε.Ε. β) Να μην έχει καταδικασθεί αμετάκλητα σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, εγκλήματα κατά των ηθών, συκοφαντική δυσφήμιση, για πράξεις που έχουν σχέση με την άσκηση του επαγγέλματος του, κιβδηλεία, παραχάραξη, παράβαση κακουργηματικού χαρακτήρα των διατάξεων των νόμων περί ναρκωτικών, του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα όπως αυτός ισχύει ή να μην έχει καταδικασθεί αμετάκλητα για κακούργημα ή καθ' υποτροπή για πλημμέλημα για το οποίο επεβλήθη η στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων ή να μην έχει παραπεμφθεί με αμετάκλητο βούλευμα για κάποιο από τα παραπάνω αδικήματα, γ) Να μην οφείλει στο Ελληνικό Δημόσιο οποιαδήποτε οφειλή από φόρους, πρόστιμα ή άλλη αιτία, δ) Να μην του έχει επιβληθεί ως κύρωση η οριστική ανάκληση της άδειας ίδρυσης φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης. 8. Κατά τους μήνες Ιανουάριο και Ιούνιο εκάστου έτους, οι Περιφερειακές Ενότητες της χώρας αναρτούν στο διαδίκτυο στις οικείες ιστοσελίδες τους τις υπάρχουσες, κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους και την 31η Μαΐου του τρέχοντος έτους, κενές θέσεις φαρμακείων. Εντός του α΄ δεκαπενθημέρου των μηνών Φεβρουαρίου και Ιουλίου αντίστοιχα θα υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή οι αιτήσεις για την άδεια ίδρυσης των εχόντων τα νόμιμα προσόντα. Οι αιτήσεις των ενδιαφερομένων για την άδεια ίδρυσης φαρμακείου υποβάλλονται ηλεκτρονικά στην ηλεκτρονική διεύθυνση της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου. Σε περίπτωση αδυναμίας του αιτούντος να υποβάλει την αίτηση ηλεκτρονικά, η κατάθεση της τελευταίας γίνεται ιδιοχείρως από αυτόν ή από εκπρόσωπο με εξουσιοδότηση θεωρημένη σύμφωνα με το νόμο για το γνήσιο της υπογραφής, στην Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου. Ο αιτών οφείλει εντός μηνός από την υποβολή της αίτησης να υποβάλει στην Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου, ηλεκτρονικά, ή σε περίπτωση αδυναμίας του ιδιοχείρως, ή με εκπρόσωπο δυνάμει εξουσιοδότησης θεωρημένης σύμφωνα με το νόμο για το γνήσιο της υπογραφής, τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση δικαιολογητικά. Σε διαφορετική περίπτωση η αίτηση παύει να ισχύει. Μεταξύ των ανωτέρω δικαιολογητικών, συμπεριλαμβάνεται και υπεύθυνη δήλωση του αιτούμενου, όπου αναγράφει εάν έχει λάβει ήδη ο ίδιος ή ο δηλωθείς από αυτόν φαρμακοποιός, άδεια ίδρυσης φαρμακείου οποτεδήποτε και οπουδήποτε, καθώς και εάν έχει υποβάλει αίτηση που εκκρεμεί για την χορήγηση άλλης άδειας ίδρυσης σε οποιαδήποτε Περιφερειακή Ενότητα. Σε περίπτωση που υφίσταται άδεια ίδρυσης ή στην περίπτωση που εκκρεμεί αίτηση για την χορήγηση άλλης άδειας ίδρυσης, στην υπεύθυνη δήλωση αναγράφονται και επισυνάπτονται οι σχετικές άδειες και αιτήσεις. 9. Οι αιτήσεις κρίνονται συνολικά ως εξής, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η χρονική σειρά κατάθεσης των αιτήσεων: α) Εάν συντρέχουν αιτήσεις φαρμακοποιών ή/και ιδιωτών μη φαρμακοποιών με αιτήσεις συνεταιρισμών φαρμακοποιών μελών της ΟΣΦΕ, προτιμώνται οι φαρμακοποιοί ή/και οι ιδιώτες που αξιολογούνται με τα κριτήρια κατά το επόμενο εδάφιο β) και έπονται οι συνεταιρισμοί. β) Εάν συντρέχουν αιτήσεις φαρμακοποιών και ιδιωτών - μη φαρμακοποιών, προτιμάται κατά την εξής σειρά η αίτηση: αα) εκείνου, που δεν έχει ήδη άδεια ίδρυσης φαρμακείου ο ίδιος και προκειμένου περί του ιδιώτη - μη φαρμακοποιού και ο δηλωθείς από αυτόν υπεύθυνος φαρμακοποιός, ββ) στην οποία η άδεια εξάσκησης του επαγγέλματος του φαρμακοποιού (αιτούμενου φαρμακοποιού ή του δηλωθέντος υπεύθυνου από τον αιτούντα ιδιώτη) είναι η αρχαιότερη, γγ) στην οποία ο φαρμακοποιός (ο αιτών φαρμακοποιός ή ο δηλωθείς από τον ιδιώτη αιτούντα υπεύθυνος φαρμακοποιός) προηγείται χρονικά στη λήψη του πανεπιστημιακού του πτυχίου της φαρμακευτικής σχολής και σε περίπτωση σύγχρονης λήψης του πτυχίου, ο φαρμακοποιός με το μεγαλύτερο βαθμό πτυχίου, και δδ) του πολύτεκνου ή του τέκνου πολύτεκνης οικογένειας. γ) Εάν συντρέχουν αιτήσεις περισσότερων του ενός φαρμακοποιών, η μεταξύ τους σειρά προτίμησης προκύπτει σύμφωνα με τα κριτήρια της υποπαρ. β της παρούσας παραγράφου, αναλογικά εφαρμοζόμενα. δ) Εάν συντρέχουν αιτήσεις περισσότερων ιδιωτών, μη φαρμακοποιών, η μεταξύ τους σειρά καθορίζεται σύμφωνα με τα κριτήρια της υποπαρ. β της παρούσας παραγράφου, αναλογικά εφαρμοζόμενα. Σε οποιαδήποτε περίπτωση που τα ανωτέρω κριτήρια δεν επαρκούν για την προτίμηση, λόγω απόλυτης σύμπτωσης αυτών, η επιλογή γίνεται σύμφωνα με την χρονική σειρά κατάθεσης των αιτήσεων. Άρθρο 3 Μεταβατική Διάταξη Αποφάσεις ιδρύσεως φαρμακείων που εκδόθηκαν κατά παρέκκλιση του Ν. 4336/2015 από Διευθύνσεις Δημόσιας Υγείας των κατά τόπους αρμόδιων Περιφερειακών Ενοτήτων, στην περίοδο από 20 Αυγούστου 2015 μέχρι την δημοσίευση της παρούσας κοινής υπουργικής απόφασης, διατηρούν την ισχύ τους. Με την παρούσα καταργούνται η υπ` αριθμ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.82829/15 (ΦΕΚ Β΄ 2330) και η υπ` αριθμ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.6915/2016 (ΦΕΚ Β΄ 138) κοινές υπουργικές αποφάσεις».

7. Επειδή, όπως προκύπτει από τα εκτιθέμενα ανωτέρω, με τη νεότερη και ήδη προσβαλλομένη υπ' αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.36277/20.5.2016 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υγείας προβλέπεται, όπως είχε, άλλωστε, προβλεφθεί και με την αντικατασταθείσα δι' αυτής υπ΄ αριθ. Γ5(β)/Γ.Π.οικ.82829/29.10.2015 κοινή υπουργική απόφαση, ότι άδεια ιδρύσεως φαρμακείου μπορεί να χορηγηθεί σε κάθε φυσικό πρόσωπο που είναι πολίτης κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και σε συνεταιρισμούς φαρμακοποιών που είναι μέλη της ΟΣΦΕ, κατόπιν αιτιολογημένης γνώμης της Ομοσπονδίας (άρθρο 2 παρ. 1). Με την απόφαση αυτή προβλέπεται, επίσης, ότι για τη χορήγηση των σχετικών αδειών πρέπει να πληρούνται τα πληθυσμιακά κριτήρια που θεσπίστηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 36 παρ. 3 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31), σύμφωνα με την οποία: «Για την προστασία της δημόσιας υγείας και την ορθολογική κατανομή των φαρμακείων στην επικράτεια, καθορίζεται αναλογία ενός φαρμακείου ανά χίλιους (1.000) κατοίκους, κατ' αρχήν σε επίπεδο τοπικών κοινοτήτων και, όπου αυτές δεν υπάρχουν, σε επίπεδο δημοτικών κοινοτήτων ή δημοτικών ενοτήτων και, όπου δεν υπάρχουν τοπικές ή δημοτικές κοινότητες, ούτε δημοτικές ενότητες, σε επίπεδο δήμων, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α΄). Σε τοπικές ή δημοτικές κοινότητες με πληθυσμό έως χιλίων κατοίκων επιτρέπεται η χορήγηση μίας άδειας φαρμακείου. Στα όρια της Περιφέρειας Αττικής και της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, όπως ορίζονται στο ν. 3852/2010 (Α΄ 87), καθώς και σε δήμους με πληθυσμό άνω των 100.000 κατοίκων η ανωτέρω αναλογία κατοίκων ανά φαρμακείο καθορίζεται σε επίπεδο δημοτικών ενοτήτων με βάση την τελευταία απογραφή» (άρθρο 2 παρ. 4). Ακολούθως δε ορίζεται ότι τα φαρμακεία των μη φαρμακοποιών ιδιωτών λειτουργούν υποχρεωτικά με τη μορφή της ΕΠΕ, στη σύνθεση της οποίας μετέχει ως εταίρος, με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον 20%, ο φαρμακοποιός που έχει δηλωθεί ως υπεύθυνος για τη λειτουργία του φαρμακείου με υπεύθυνη δήλωση που συνοδεύει, επί ποινή απαραδέκτου, την αίτηση χορηγήσεως της άδειας (άρθρο 2 παρ. 2 και 5 περιπ. α΄). Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο ανώτατος επιτρεπόμενος αριθμός χορηγούμενων αδειών ιδρύσεως φαρμακείου στο ίδιο φυσικό πρόσωπο (άρθρο 2 παρ. 3), θεσπίζονται ασυμβίβαστα για τη συμμετοχή, ως εταίρου, σε εταιρίες που λειτουργούν φαρμακείο (άρθρο 2 παρ. 5 περιπτ. γ΄), εισάγονται ειδικές ρυθμίσεις για την ίδρυση υποκαταστημάτων (άρθρο 2 παρ. 5 περιπτ. δ΄), ενώ προβλέπεται η αυτεπάγγελτη ανάκληση της άδειας σε περίπτωση παράβασης των οριζομένων στις διατάξεις του άρθρου 2 (άρθρο 2 παρ. 5 περιπτ. στ΄). Καθορίζονται, τέλος, προσόντα και κωλύματα για την απόκτηση της άδειας (άρθρο 2 παρ. 7), η διαδικασία υποβολής των σχετικών αιτήσεων (άρθρο 2 παρ. 8) και η σειρά προτεραιότητας, κατά τη χορήγηση των αδειών, μεταξύ φαρμακοποιών, ιδιωτών μη φαρμακοποιών και συνεταιρισμών φαρμακοποιών μελών της ΟΣΦΕ (άρθρο 2 παρ. 9).


8. Επειδή, εξ άλλου, το άρθρο 1 του ν. 1963/1991 με τίτλο «Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων της φαρμακευτικής νομοθεσίας» (Α΄ 138), όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με τις ως άνω διατάξεις του ν. 4336/2015, όριζε τα εξής: «1. [όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 216 του ν. 4281/2014 (Α΄ 160)] Η άδεια ίδρυσης φαρμακείου χορηγείται, από τη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου, με απόφαση του Αρμόδιου Περιφερειάρχη και κοινοποιείται στον οικείο Φαρμακευτικό Σύλλογο. 2. Για την απόκτηση της άδειας ιδρύσεως φαρμακείου απαιτείται ο αιτών να έχει τα κατωτέρω προσόντα, που αποδεικνύονται με τα υποβαλλόμενα αντίστοιχα πιστοποιητικά των αρμόδιων αρχών: α) Την ελληνική ιθαγένεια ή την υπηκοότητα ενός των Κρατών Μελών της Ε.Ο.Κ. β) Πτυχίο φαρμακευτικής σχολής και άδεια ασκήσεως της φαρμακευτικής στην Ελλάδα. γ) Να έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές υποχρεώσεις του ή να έχει νομίμως απαλλαγεί από αυτές. δ) Να μην έχει καταδικασθεί αμετάκλητα σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, εγκλήματα κατά των ηθών, συκοφαντική δυσφήμιση για πράξεις που έχουν σχέση με την άσκηση του φαρμακευτικού επαγγέλματος, κιβδηλεία, παραχάραξη, παράβαση των διατάξεων του άρθρου 5 του ν. 1729/1987 (ΦΕΚ 144 Α΄) και καθ` υποτροπήν του άρθρου 11 του ίδιου νόμου ή να μην έχει καταδικασθεί αμετάκλητα για κακούργημα ή καθ' υποτροπήν για πλημμέλημα για το οποίο επεβλήθη η στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων ή να μην έχει παραπεμφθεί με αμετάκλητο βούλευμα, για κάποιο από τα παραπάνω αδικήματα. ε) [όπως προστέθηκε το εδάφιο αυτό με το άρθρο 216 παρ. 2 του ν. 4281/2014] τα ανωτέρω δικαιολογητικά για την ίδρυση φαρμακείου μπορούν να υποβληθούν και ηλεκτρονικά από τον αιτούντα στην ηλεκτρονική διεύθυνση της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας, της έδρας του φαρμακείου. Σε περίπτωση αδυναμίας του αιτούντος να υποβάλει τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά ηλεκτρονικά, η κατάθεση των τελευταίων γίνεται ιδιοχείρως από τον αιτούντα στην Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας, της έδρας του φαρμακείου. 3. Δεν χορηγείται άδεια ιδρύσεως φαρμακείου σε φαρμακοποιούς: α) Που λαμβάνουν σύνταξη για λόγους υγείας ή το ανώτατο όριο της σύνταξης που απονέμεται από το Δημόσιο, το Τ.Σ.Α.Υ., ή από οποιονδήποτε άλλο φορέα κοινωνικής ασφαλίσεως ή που έχουν τις προς τούτο προϋποθέσεις, έστω και αν παρητήθησαν ή παραιτηθούν από το δικαίωμα της λήψεως συντάξεως. β) Που έχουν τιμωρηθεί για παραβάσεις της φαρμακευτικής νομοθεσίας με οριστική ανάκληση της άδειας ιδρύσεως του φαρμακείου ή της φαρμακαποθήκης. 4) Οι άδειες ιδρύσεως και λειτουργίας φαρμακείων και φαρμακαποθηκών φαρμακοποιών, που κατεδικάσθησαν με αμετάκλητη δικαστική απόφαση σε ένα από τα αδικήματα που αναφέρονται στην περ. δ΄ της παρ. 2, ανακαλούνται [όπως αντικαταστάθηκε η φράση “απόφαση του αρμόδιου νομάρχη” με το άρθρο 216 παρ. 3 του ν. 4281/2014] με απόφαση του Αρμόδιου Περιφερειάρχη. 4. [όπως προστέθηκε η παρ. αυτή με το άρθρο 11 παρ. 3 του ν. 2956/2001 (Α΄ 256]. Δεν χορηγείται άδεια ιδρύσεως φαρμακείου σε φαρμακοποιούς που έχουν συμπληρώσει το 70ό έτος της ηλικίας τους. Άδειες ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείων και φαρμακαποθηκών, που ανήκουν σε φαρμακοποιούς, που έχουν συμπληρώσει το 70ό έτος της ηλικίας τους, ανακαλούνται με πράξη της αρμόδιας αρχής…». Εξ άλλου η παράγραφος 5 του ίδιου ως άνω άρθρου, η οποία είχε προστεθεί με το άρθρο 40 του ν. 3130/2003 (Α΄ 76), καταργήθηκε εν συνεχεία με το άρθρο 216 παρ. 4 του ν. 4281/2014 όριζε τα εξής “Σε περίπτωση παραίτησης του φαρμακοποιού από την επαγγελματική του ιδιότητα λόγω του ασυμβίβαστου που τίθεται στο άρθρο 57 παρ. 1 εδάφιο προτελευταίο του Συντάγματος, αυτός δικαιούται να μεταβιβάσει την άδεια λειτουργίας του φαρμακείου του σε πρόσωπο της επιλογής του, το οποίο, είτε διαθέτει όλα τα αναγκαία σύμφωνα με τον νόμο αυτόν προσόντα για την απόκτηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείου, είτε αναθέτει την διεύθυνση του φαρμακείου σε πρόσωπο που έχει τα παραπάνω νόμιμα προσόντα. Η μεταβίβαση συντελείται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και γνωστοποιείται στον Νομάρχη της περιφέρειας που εδρεύει το φαρμακείο ¨φαρμακείου¨.

 
9. Επειδή, περαιτέρω, το άρθρο 6 του ν. 328/1976 με τίτλο «Περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών της φαρμακευτικής νομοθεσίας» (Α΄ 128), το οποίο είχε αντικαταστήσει το άρθρο 17 του ν. 5607/1932, καταργήθηκε δε, ομοίως κατά τα προεκτεθέντα, με το άρθρο 2 παράγραφος Δ υποπαράγραφος Δ12 στοιχείο 17 του ν. 4336/2015, όριζε τα εξής: «1. [όπως ίσχυε η παρ. αυτή μετά την αντικατάστασή της αρχικώς με το άρθρο 14 του ν. 1821/1988 (Α΄ 271) και, ακολούθως, κατά το πρώτο εδάφιο της, με το άρθρο πρώτο παρ. ΣΤ υποπαρ. ΣΤ1 περ. 3α του ν. 4254/2014 (Α΄ 85)] Για την εκμετάλλευση φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης επιτρέπεται η σύσταση ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας μόνο μεταξύ φαρμακοποιών. Η συμμετοχή φαρμακοποιού σε μία ακόμη το πολύ από τις παραπάνω εταιρείες και εφ` όσον η άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας του φαρμακείου ή της φαρμακοποθήκης είναι στο όνομα άλλου φαρμακοποιού δεν απαγορεύεται. … Εταιρείες φαρμακαποθηκών, στις οποίες συμμετέχουν εταίροι μη φαρμακοποιοί, που υπάρχουν κατά τη δημοσίευση του παρόντος και λειτουργούν με μία από τις ανωτέρω μορφές, εξακολουθούν να λειτουργούν νόμιμα, απαγορεύεται όμως η είσοδος σ΄ αυτές νέων εταίρων μη φαρμακοποιών, καθώς και σε περίπτωση παρατάσεως της διάρκειας λειτουργίας τους. 2. Επιφυλασσομένων των διατάξεων περί προσωπικής ευθύνης και αυτοπροσώπου διευθύνσεως του φαρμακείου ή της φαρμακαποθήκης υπό του αδειούχου φαρμακοποιού, πάσα δικαιοπραξία σχέσιν έχουσα με την εν γένει εκμετάλλευσιν της κατά τ΄ ανωτέρω συνιστωμένης εταιρείας, δέον όπως καταρτίζηται υπό του αδειούχου φαρμακοποιού, καθισταμένου υποχρεωτικώς διαχειριστού της εταιρείας απαγορευμένης της υποκαταστάσεως τούτου, δι' ειδικού ή γενικού πληρεξουσίου κατά την σύναψιν των δικαιοπραξιών τούτων ή την διαχείρισιν εν γένει των εταιρικών υποθέσεων. 3. Οι προς διατήρησιν κληρονομικού φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης νομιμοποιούμενοι κατά τας διατάξεις του άρθρου 19 του Ν. 5607/1932 και του Α.Ν. 517/1968 "περί απελευθερώσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού και συμπληρώσεως διατάξεών τινων της φαραμακευτικής νομοθεσίας" δύνανται να συνιστούν εταιρείαν δια συμβολαιογραφικού εγγράφου υπό μίαν των εν τη παραγράφω 1 του παρόντος μορφήν και τύπον υπό την προϋπόθεσιν, όπως άπαντες οι κατά τα άνω κληρονόμοι τυγχάνουν ομόρρυθμα μέλη και συνδιαχειρισταί της Εταιρείας, συναλλασσόμενοι πάντοτε επ΄ονόματι της Εταιρείας και υπό τον διακριτικόν τίτλον κληρονομικόν φαρμακείον ή φαρμακαποθήκη. Ειδικώς δια τας υπό εταιρικήν μορφήν λειτουργούσας φαρμακαποθήκας, εν περιπτώσει θανάτου του αδειούχου φαρμακοποιού, δύνανται, ο επιζών των συζύγων ή τα τέκνα αυτού να διατηρήσουν την φαρμακαποθήκην, ουχί πάντως πέραν της πενταετίας από του θανάτου του αδειούχου υπό την προϋπόθεσιν της εντός μηνός προσλήψεως υπευθύνου φαρμακοποιού μη διευθύνοντος φαρμακείου ή φαρμακαποθήκην και μη κατέχοντος οιανδήποτε και καθ΄ οιονδήποτε τρόπον αμειβομένην θέσιν. 4. ... 5. Πάσα παράβασιν των υπό του παρόντος άρθρου οριζομένων συνεπάγεται την ακύρωσιν της αδείας ιδρύσεως ή διατηρήσεως του φαρμακείου ή της φαρμακαποθήκης εφαρμοζομένων υποχρεωτικώς δια το μέλλον των διατάξεων του υπό στοιχ. β` εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του Α.Ν. 517/1968. 6. Αι υφ' οιανδήποτε νομικήν μορφήν υφιστάμεναι και λειτουργούσαι Εταιρείαι έχουσαι ως αντικείμενον την εκμετάλλευσιν φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης, εξακολουθούσαι νομίμως λειτουργούσαι μέχρι λήξεως του χρόνου διαρκείας των, ως ούτος αναγράφεται κατά την 4.2.1976 ημέραν καταθέσεως του παρόντος εν τω καταστατικώ των, επί οιασδήποτε όμως ανανεώσεως ή παρατάσεως της διαρκείας δέον να μετατραπή εις εταιρείαν ομόρρυθμον ή ετερόρρυθμον και να εξασφαλίζεται εις τον φαρμακοποιόν ποσοστόν συμμετοχής τουλάχιστον πεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%). 7. [όπως αντικαταστάθηκαν το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. αυτής με το άρθρο 14 παρ. 2 του ν. 1821/1988 (Α΄ 271)]. Αι διατάξεις των παραγράφων 1 και 6 δεν έχουν εφαρμογήν προκειμένου περί συνεταιριστικών μεταξύ συζύγων ή συγγενών εξ αίματος ή αγχιστείας μέχρι και δευτέρου βαθμού, διατηρουμένης πάντοτε της ισχύος των περί προσωπικής ευθύνης του αδειούχου φαρμακοποιού διατάξεων και της μορφής της εταιρείας. Σε περίπτωση θανάτου του αδειούχου φαρμακοποιού τα συγγενή πρόσωπα, που ήταν συνεταίροι του, μπορούν να συνεταιρίζονται για μια πενταετία από το θάνατο του φαρμακοποιού με άλλο φαρμακοποιό που δεν έχει άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης, ο οποίος θα συμμετέχει στην εταιρεία με ποσοστό τουλάχιστον 50%. Τα συγγενή αυτά πρόσωπα υποχρεούνται να ασχολούνται αποκλειστικά με τη λειτουργία του εταιρικού φαρμακείου ή της φαρμακαποθήκης και η συμμετοχή τους σε άλλη εταιρεία οποιασδήποτε μορφής απαγορεύεται. 8. Επί διαλύσεως του προς εκμετάλλευσιν φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης συνεταιρισμού, μεταξύ φαρμακοποιού και ιδιώτου και όταν η μίσθωσις του μισθίου καταστήματος έχει γίνει επ' ονόματι του συνεταιρισμού, η μίσθωσις συνεχίζεται επ΄ ονόματι του φαρμακοποιού μέχρι της λήξεως του χρόνου της μισθώσεως, προκειμένου ούτος να διατηρήση εν τω μισθίω το φαρμακείον ή την φαρμακαποθήκην του».


10. Επειδή, η νομοθεσία που διέπει την άσκηση του φαρμακευτικού επαγγέλματος και την λειτουργία των φαρμακείων εν γένει προβλέπει, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα: κατ’ αρχήν ο ν. 5607/1932 «Περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως της φαρμακευτικής νομοθεσίας» (Α΄ 300) ορίζει στο άρθρο 5, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 217 του ν. 4281/2014, ότι: «Οι αιτήσεις για την άδεια ίδρυσης φαρμακείου υποβάλλονται ηλεκτρονικά από τον αιτούντα στην ηλεκτρονική διεύθυνση της Διεύθυνσης Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας, της έδρας του φαρμακείου. … Ο αιτών φαρμακοποιός οφείλει εντός μηνός από την υποβολή της αίτησης να υποβάλει στη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου, ηλεκτρονικά ή, σε περίπτωση αδυναμίας του ιδιοχείρως, τα προβλεπόμενα από τον νόμο δικαιολογητικά. Σε διαφορετική περίπτωση η αίτηση παύει να έχει ισχύ», στο άρθρο 7 ότι: «1. Φαρμακοποιός επιδώσας αίτησιν προς λήψιν αδείας ιδρύσεως φαρμακείου εν τινι τόπω δεν δικαιούται παραιτούμενος ταύτης να επιδώση νέαν αίτησιν αδείας προ της παρελεύσεως τριών μηνών από της επιδόσεως της αρχικής αιτήσεως, είτε εξεδικάσθη αυτή είτε μη. 2. …», στο άρθρο 9 ότι: «Προ πάσης ενάρξεως λειτουργίας φαρμακείου ενεργείται, τη υποχρεωτική αιτήσει του ενδιαφερομένου, επιθεώρησις υπό επιτροπής… Η επιτροπή υποβάλλει την σχετικήν έκθεσίν της εις το Υπουργείον Υγιεινής, όπερ επί τη βάσει ταύτης επιτρέπει ή απογορεύει την λειτουργίαν, εκδίδον σχετικήν διαταγήν, μετά την κοινοποίησιν της οποίας και μόνο άρχεται η λειτουργία του φαρμακείου. Η άδεια προς λειτουργίαν του φαρμακείου κοινοποιείται δια του νομιάτρου ή των αστυνομικών αρχών και η λειτουργία του φαρμακείου άρχεται από της κοινοποιήσεως ταύτης. Δια των αυτών αρχών κοινοποιείται και η απαγόρευσις της λειτουργίας του φαρμακείου…», στην παρ. 1 του άρθρου 10 ότι: «Το φαρμακείον διευθύνεται αυτοπροσώπως υπό του αδειούχου ιδιοκτήτου φαρμακοποιού ή προσωρινώς και του κατόπιν αδείας του υπουργείου νομίμου αντικαταστάτου αυτού, υπέχοντος άπασας τας ευθύνας περί της κανονικής λειτουργίας του φαρμακείου και υπαγομένου εις τας διατάξεις του εκάστοτε ισχύοντος ειδικού νόμου περί επιθεωρήσεως των φαρμακείων. Άδεια αντικαταστάσεως του αδειούχου ιδιοκτήτου του φαρμακείου υπό ετέρου φαρμακοποιού, μη διευθύνοντος έτερον φαρμακείον, δια χρονικόν διάστημα ανώτερον των δύο μηνών παρέχεται υπό του υπουργείου … εις περιπτώσεις ασθενείας ή ταξειδίου του αδειούχου φαρμακοποιού προς ευρυτέραν μόρφωσιν ή και δι’ ετέρους εξαιρετικούς λόγους, τους οποίους το Υπουργείον … ήθελε κρίνει επαρκείς. … 2. …», στο άρθρο 11, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 35 του ν. 1316/1983 (Α΄ 3), ότι: «1. … 5. [όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 24 Β περ. 4 του ν. 1579/1985 (Α΄ 217)]. Άδειες ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείων και φαρμακαποθηκών φαρμακοποιών, που ασκούν το φαρμακευτικό επάγγελμα συνεχώς ή διακεκομμένα επί 35 χρόνια και έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας των και δικαιούνται πλήρους συντάξεως … ανακαλούνται με πράξη της αρμόδιας αρχής. 6. Αν ο αδειούχος φαρμακοποιός έχει συμπληρώσει τα 35 χρόνια με φαρμακείο ή φαρμακαποθήκη και το 65ο έτος της ηλικίας του και έχει παιδί που σπουδάζει στη φαρμακευτική παίρνει παράταση της άδειας, μέχρι επτά (7) χρόνια, στα οποία το φαρμακείο ή η φαρμακαποθήκη θα λειτουργεί με άλλον υπεύθυνο φαρμακοποιό, εφόσον πληρούνται οι προδιαγραφές της ισχύουσας νομοθεσίας. Η ίδια παράταση μέχρι επτά (7) χρόνια μετά τη λήξη της άδειας δίνεται και σε κληρονομικό φαρμακείο, αν ο νόμιμος κληρονόμος σπουδάζει στη φαρμακευτική. 7. …», στο άρθρο 12, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 του ν. 1963/1991, η παρ. 1 του οποίου αντικαταστάθηκε εν συνεχεία με το άρθρο 219 του ν. 4281/2014, ότι: «Με απόφαση του Αρμόδιου Περιφερειάρχη της έδρας των συστεγαζόμενων φαρμακείων δύναται να επιτραπεί η συστέγαση στο ίδιο κατάστημα περισσοτέρων του ενός (1) υπό ίδρυση φαρμακείων… Ομοίως μπορεί να επιτραπεί η συστέγαση φαρμακείων υπό ίδρυση με λειτουργούντα φαρμακεία, καθώς και λειτουργούντων φαρμακείων μεταξύ τους. … 2. Οι αδειούχοι φαρμακοποιοί των συστεγασμένων φαρμακείων … είναι συνυπεύθυνοι για κάθε παράβαση νόμου, καθώς και για την αυτοπρόσωπη διεύθυνση και την κανονική λειτουργία των φαρμακείων … τους και υποχρεούνται να αναγράφουν τα ονοματεπώνυμά τους στις προθήκες και τις επιγραφές αυτών. 3. … 7. Τα κατά το παρόν άρθρο συστεγαζόμενα φαρμακεία λειτουργούν υποχρεωτικά με τη μορφή ομόρρυθμης εταιρείας, που συνιστάται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, οριζόμενων συνδιαχειριστών όλων των συμμετεχόντων στη συστέγαση φαρμακοποιών…», στο άρθρο 18 ότι: «1. Φαρμακοποιός, τηρών αδιαλείπως επί πλήρη διετίαν εν τω αυτώ τόπω φαρμακείον, δύναται να μεταβιβάσει την άδειάν του μετά του φαρμακείου εις έτερον φαρμακοποιόν κεκτημένον τα νόμιμα προσόντα, αποφάσει του υπουργού… 2. Η μεταβίβασις αδείας άνευ φαρμακείου απαγορεύεται. 3. …». Εξ άλλου, στο μεν άρθρο 5 «Μεταβίβασις φαρμακείων» του α.ν. 517/1968 «Περί απελευθερώσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού και συμπληρώσεως διατάξεων τινών της Φαρμακευτικής Νομοθεσίας» (Α΄ 188) ορίζεται ότι: «1. Απαγορεύεται και είναι άκυρος η μεταβίβασις της αδείας ιδρύσεως φαρμακείου. 2. [όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 του ν. 1666/1986, Α΄ 200] Η σύζυγος που εξακολουθεί να είναι χήρα και τα ανήλικα τέκνα του αποθανόντος φαρμακοποιού, που έχ[ουν] σε νόμιμη λειτουργία φαρμακείο και που καλούνται σύμφωνα με τη νόμιμη τάξη των στην κληρονομία αυτού, μπορούν να διατηρήσουν το φαρμακείο αυτό σε λειτουργία με υπεύθυνο επιστήμονα φαρμακοποιό, η μεν χήρα επί μία πενταετία, τα δε ανήλικα τέκνα μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους…», ενώ στο άρθρο 2 του π.δ/τος της 1/10.2.1933 «Περί προσωπικού των φαρμακείων» (Α΄ 36) ορίζονται τα εξής: «Ο Διευθύνων το φαρμακείον υπεύθυνος φαρμακοποιός ασκεί την γενικήν επίβλεψην του φαρμακείου και εργάζεται εν αυτώ υπέχων ακεραίαν την ευθύνην διά την κανονικήν λειτουργίαν αυτού». Περαιτέρω, ο ν. 1963/1991 ορίζει στο άρθρο 3 «Σειρά προτιμήσεως» ότι: «1. Οι άδειες ιδρύσεως του φαρμακείου χορηγούνται βάσει της ημερομηνίας επιδόσεως της αιτήσεως στην αρμόδια αρχή. 2. Μεταξύ φαρμακοποιών, που επέδωσαν αίτηση για συγκεκριμένο δήμο ή κοινότητα την ίδια ημέρα, προτιμάται κατά την εξής σειρά: α) Εκείνος που δεν έχει άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας φαρμακείου σε άλλο δήμο ή κοινότητα. β) Εκείνος που έχει την αρχαιότερη άδεια εξασκήσεως του φαρμακευτικού επαγγέλματος, κατά την έννοια των διατάξεων του σχετικού νόμου, και ο οποίος δεν έχει λάβει προηγουμένως άλλη άδεια ιδρύσεως φαρμακείου. γ) Εκείνος που προηγείται στη λήψη του πτυχίου της φαρμακευτικής σχολής του Πανεπιστημίου και, σε περίπτωση συγχρόνου λήψεως του πτυχίου, εκείνος που έχει μεγαλύτερο βαθμό. δ) Ο πολύτεκνος ή το τέκνο πολύτεκνης οικογένειας», στο άρθρο 5 «Δικαιολογητικά χορηγήσεως άδειας λειτουργίας φαρμακείου» ότι «1. [όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 218 παρ. 1 του ν. 4281/2014] Για τη χορήγηση της κατά το άρθρο 9 του ν. 5607/1932 (Α΄ 300) άδειας λειτουργίας φαρμακείου, πρέπει να υποβληθούν, είτε ηλεκτρονικά είτε ιδιοχείρως, από τον αιτούντα στη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας της Περιφερειακής Ενότητας της έδρας του φαρμακείου μαζί με τη σχετική αίτηση για επιθεώρηση του καταστήματος, όπου θα λειτουργήσει το φαρμακείο, τα εξής δικαιολογητικά: 1) … 3) Αντίγραφο συμφωνητικού μισθώσεως από τον αιτούντα φαρμακοποιό του καταστήματος, όπου θα λειτουργήσει το φαρμακείο, ή πρόσφατο πιστοποιητικό ιδιοκτησίας από το αρμόδιο υποθηκοφυλακείο για τους ιδιοκτήτες φαρμακοποιούς. 4) …» και στο άρθρο 9 «Εφημερίες φαρμακείων» ότι: «1. Οι κατά το άρθρο 22 του ν. 1483/1984 (ΦΕΚ 153 Α΄) πίνακες διημερεύσεως και διανυκτερεύσεως των φαρμακείων της περιοχής κάθε φαρμακευτικού συλλόγου … είναι υποχρεωτικοί για τα περιλαμβανόμενα σ’ αυτούς μέλη τους. … 2. Της υποχρεώσεως εφημεριών απαλλάσσονται, μετά από απόφαση του νομάρχη προσκαίρως ή οριστικώς, οι φαρμακοποιοί, για τους οποίους συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας, αποδεικνυόμενοι με πιστοποιητικό νοσηλευτικών ιδρυμάτων ή άλλοι σοβαροί λόγοι, για τους οποίους θα εκφέρει γνώμη ο οικείος φαρμακευτικός σύλλογος. 3. … 4. Οι παραβάτες των περί διημερεύσεων και διανυκτερεύσεων διατάξεων, πλην των προβλεπομένων ποινικών και πειθαρχικών κυρώσεων, τιμωρούνται με απόφαση του αρμόδιου νομάρχη, με πρόστιμο … και, σε περίπτωση υποτροπής, με πρόσκαιρο κλείσιμο του φαρμακείου από πέντε (5) μέχρι έξι (6) μήνες. 5. [όπως προστέθηκε η παρ. αυτή με το άρθρο 36 παρ. 3 του ν. 4025/2011 (Α΄ 228)] Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μετά από έλεγχο από το Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας, στους φαρμακοποιούς, οι οποίοι από υπαιτιότητα τους δεν τηρούν το ωράριο που ορίζεται από τους οικείους φαρμακευτικούς συλλόγους ή το ωράριο που οι ίδιοι έχουν δηλώσει…». Το δε άρθρο 95 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) ορίζει στην παρ. 7 ότι «… Τα φαρμακεία λειτουργούν υπό τη διαρκή παρουσία και επίβλεψη αδειούχου φαρμακοποιού. Εφόσον, κατόπιν ελέγχου των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων, διαπιστωθεί ότι φαρμακείο δεν λειτουργεί υπό την παρουσία και επίβλεψη αδειούχου φαρμακοποιού, επιβάλλεται στον κάτοχο της άδειας λειτουργίας του φαρμακοποιό χρηματικό πρόστιμο πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, με απόφαση του Δ.Σ του Ε.Ο.Φ., ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη συχνότητα της παράβασης».Επιπροσθέτως, ο ν. 3918/2011 ορίζει στο άρθρο 36 αυτού τα εξής: «1. [όπως αντικαταστάθηκε το πρώτο εδάφιο της παρ. αυτής με την παρ. ΣΤ υποπαρ. ΣΤ.1 περ. 1α του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014] Το επάγγελμα του αδειούχου φαρμακοποιού και η λήψη άδειας ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείου από αδειούχο φαρμακοποιό … δεν υπόκεινται σε κανένα περιορισμό πλην των σχετικών με τα πληθυσμιακά όρια. Οι Έλληνες ή υπήκοοι κράτους – μέλους της Ε.Ε., που έχουν πτυχίο φαρμακοποιού και άδεια άσκησης επαγγέλματος δύνανται να ασκούν αυτό ελεύθερα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1 του ν. 1963/1991 (ΦΕΚ 138 Α΄). 2. [όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. ΣΤ υποπαρ. ΣΤ.1 περ. 12 του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014] α) Όλα τα φαρμακεία μπορούν να λειτουργούν κατά τις απογευματινές ώρες από Δευτέρα έως Παρασκευή, καθώς και το Σάββατο. Με την επιφύλαξη του εδαφίου β΄ της παρούσας παραγράφου, η επιλογή και τήρηση τυχόν διευρυμένου ωραρίου λειτουργίας φαρμακείου γίνεται ελεύθερα από τον εκάστοτε αδειούχο φαρμακοποιό. … β) Σε περίπτωση που ο οικείος φαρμακοποιός επιθυμεί να τηρήσει διευρυμένο ωράριο και το φαρμακείο να περιλαμβάνεται στους μηνιαίους πίνακες εφημεριών των οικείων φαρμακευτικών συλλόγων αναφορικά με το διευρυμένο αυτό ωράριο, ο φαρμακοποιός υποχρεούται να δηλώσει το διευρυμένο ωράριο στους οικείους φαρμακευτικούς συλλόγους και στον αρμόδιο Περιφερειάρχη μέχρι την 20ή Μαΐου και την 20ή Νοεμβρίου κάθε έτους, προκειμένου να λειτουργεί το φαρμακείο κατά το πρώτο ή το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους αντίστοιχα. Ο οικείος Περιφερειάρχης υποχρεούται να ανακοινώνει το σύνολο των δηλώσεων των φαρμακοποιών μέχρι τις 31 Μαΐου και 30 Νοεμβρίου αντίστοιχα, οι δε οικείοι φαρμακευτικοί σύλλογοι υποχρεούνται να αναφέρουν στους μηνιαίους πίνακες εφημεριών και τα φαρμακεία που λειτουργούν πέραν του νομίμου ωραρίου. Το διευρυμένο ωράριο στην περίπτωση του παρόντος εδαφίου β΄ θα πρέπει να συμπίπτει κατ` ελάχιστον με αυτό των εφημεριών όπως το ορίζει ο οικείος φαρμακευτικός σύλλογος και θα πρέπει να τηρείται για όλο το χρονικό διάστημα που έχει δηλώσει ο φαρμακοποιός. Η μη τήρηση του διευρυμένου ωραρίου στην περίπτωση του παρόντος εδαφίου β` επιφέρει τις προβλεπόμενες από την ισχύουσα νομοθεσία για τις εφημερίες κυρώσεις. γ) …». Τέλος, ο ν. 4272/2014 (Α΄ 145) ορίζει στο άρθρο 30 ότι: «Κατά τους μήνες Ιανουάριο και Ιούλιο εκάστου έτους, οι Περιφερειακές Ενότητες της χώρας αναρτούν στο διαδίκτυο στις οικείες ιστοσελίδες τους τις υπάρχουσες, κατά την 31η Δεκεμβρίου του προηγουμένου έτους και την 31η Ιουνίου του τρέχοντος έτους, κενές θέσεις φαρμακείων. Εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου των μηνών Φεβρουαρίου και Ιουλίου αντίστοιχα θα υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή, με δικαστικό επιμελητή, οι αιτήσεις για την άδεια ίδρυσης των εχόντων τα νόμιμα προσόντα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1963/1991, όπως τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως. Οι υποβληθείσες αιτήσεις θα κρίνονται κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο των μηνών Φεβρουαρίου και Ιουλίου, αντίστοιχα, κάθε έτους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 1963/1991…».

 
11. Επειδή, εξ άλλου, ο ως άνω ν. 5607/1932 ορίζει στην παρ. 1 του άρθρου 34, όπως αντικαταστάθηκε η παρ. αυτή με το άρθρο 18 του α.ν. 751/1937 (Α΄ 239), ότι: «1. Η εκτέλεσις των συνταγών και η λιανική πώλησις φαρμάκων εις το κοινόν επιτρέπεται μόνον εις φαρμακοποιούς έχοντας εν λειτουργία νομίμως συνεστημένα φαρμακεία … και εντός των φαρμακείων…», το δε ν.δ. 96/1973 «περί της εμπορίας εν γένει των φαρμακευτικών … προϊόντων» (Α΄ 172) ορίζει στο άρθρο 13 ότι: «1. Η λιανική πώλησις των φαρμακευτικών εν γένει προϊόντων επιτρέπεται μόνον υπό των νομίμως λειτουργούντων φαρμακείων… 2. … 8. Για την εκτέλεση από τα φαρμακεία των ιατρικών συνταγών των ασφαλισμένων κάθε ασφαλιστικός οργανισμός (φορέας), που λειτουργεί με μορφή Ν.Π.Δ.Δ. ή υπηρεσίας ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, συνάπτει με τον Πανελλήνιο Φαρμακευτικό Σύλλογο συλλογική σύμβαση, της οποίας οι όροι δεσμεύουν αυτοδικαίως όλους τους φαρμακοποιούς που διατηρούν φαρμακείο. …» στο δε άρθρο 15 ότι «1. Δια την ποιότητα των εις τα φαρμακεία πωλουμένων φαρμακευτικών … προϊόντων ευθύνεται ο φαρμακοποιός ή νόμιμος αυτού αντικαταστάτης,… 2. … 4. Δια την ποιότητα των εν τοις φαρμακείοις παρασκευαζομένων φαρμακοτεχνικών σκευασμάτων ευθύνεται ο φαρμακοποιός ή ο νόμιμος αυτού αντικαταστάτης…», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 του ανωτέρω ν. 1963/1991, «Το φάρμακο είναι κοινωνικό αγαθό και χορηγείται δια χειρός φαρμακοποιού». Περαιτέρω, το π.δ. 312/1992 «Οργάνωση και συγκρότηση φαρμακείων» (Α΄ 157), το οποίο εκδόθηκε, κατ’ εξουσιοδότηση, μεταξύ άλλων, της παρ. 5 του ανωτέρω άρθρου 4 του ν. 1963/1991, ορίζει στο άρθρο 4 ότι «Κάθε φαρμακείο υποχρεούται να είναι εφοδιασμένο με τα εξής: 1. Φάρμακα, α. Τα καθοριζόμενα από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων φάρμακα, χημικές ουσίες και δρόγες, της Ελληνικής Φαρμακοποιίας. β. Επαρκείς ποσότητες ιδιοσκευασμάτων και σκευασμάτων … για την κάλυψη των αναγκών του Κοινού, σε συσχετισμό με την πληθυσμιακή πυκνότητα της περιοχής, τη συχνότητα διημερεύσεων και διανυκτερεύσεων αυτού και γενικά την κίνηση εκτελέσεως συνταγών. γ. Καθαρό οξυγόνο… δ. Τα νομίμως κυκλοφορούντα ναρκωτικά στις ποσότητες που ορίζονται κάθε φορά… ε. Διάφορα προϊόντα υγειονομικής χρήσεως… Η ύπαρξη των παραπάνω ειδών σε επαρκείς ποσότητες και η ποικιλία τους θα ελέγχονται πάντοτε, τόσο κατά την αρχική επιθεώρηση του φαρμακείου, όσο και κατά τις περιοδικές επιθεωρήσεις του, από τα αρμόδια όργανα επιθεωρήσεως του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. 2. Όργανα και σκεύη. …», στο άρθρο 8 ότι «1. Οι συνταγές των ιατρών … εκτελούνται υποχρεωτικά αποκλειστικά και μόνον στα λειτουργούντα φαρμακεία. 2. …» και στο άρθρο 9 ότι «Οι συνταγές εκτελούνται από τον αδειούχο φαρμακοποιό ή τον νόμιμο αντικαταστάτη του…». Τέλος, ο τεθείς σε ισχύ με το άρθρο πρώτο του π.δ. 340/1993 (Α΄ 145) Κώδικας Ελληνικής Φαρμακευτικής Δεοντολογίας, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 52 του ν. 3601/1928, ορίζει τα εξής: «Άρθρο 1 Η φαρμακευτική ασκείται αποκλειστικά από τους κατόχους πανεπιστημιακού διπλώματος φαρμακοποιού και νομίμου αδείας φαρμακευτικού επαγγέλματος. Άρθρο 2 … ο φαρμακοποιός είναι ο μόνος καθ’ ύλην ειδικός στον τομέα διακίνησης του φαρμάκου, λόγω της επιστημονικής του εκπαίδευσης. Άρθρο 3 Για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και προς το συμφέρον του καταναλωτού, η ευθύνη και η συμμετοχή του φαρμακοποιού πρέπει να εκτείνεται σε όλα τα στάδια διαδικασίας από την παραγωγή ως την χορήγηση του φαρμάκου στο κοινό. Άρθρο 4 Τα φαρμακεία πρέπει να ανήκουν αποκλειστικά σε φαρμακοποιούς και να αποφεύγεται η παρεμβολή ξένων συμφερόντων μη εχόντων σχέση με το φαρμακευτικό επάγγελμα – λειτούργημα κατά τη διακίνηση και λιανική εμπορία των φαρμακευτικών προϊόντων. Άρθρο 5 Είναι αναφαίρετο δικαίωμα του ασθενούς η ελεύθερη επιλογή του φαρμακοποιού και οι φαρμακοποιοί ιδιοκτήτες φαρμακείου σε λειτουργία πρέπει να αποφεύγουν κάθε μέσο ή τρόπο ή μέθοδο που θα περιορίζει την ελευθερία του ασθενούς στην επιλογή του φαρμακείου της προτιμήσεώς του. … Άρθρο 6 Δεοντολογία είναι οι αρχές που διέπουν και καθοδηγούν τους φαρμακοποιούς με ιδιόκτητο ή υπευθύνους ιδιόκτητου φαρμακείου σε λειτουργία στις σχέσεις τους με τους ασθενείς, τους συναδέλφους τους και τους λοιπούς υγειονομικούς επιστήμονες, τα όργανα της πολιτείας, τα συλλογικά όργανα στα οποία ανήκουν και γενικά τη στάση τους απέναντι στην κοινωνία. Άρθρο 7 Ο φαρμακοποιός με φαρμακείο σε λειτουργία ασκεί λειτούργημα και οφείλει να το ασκεί σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους … και με τον όρκο που έδωσε. … Άρθρο 8 Ο φαρμακοποιός οφείλει να έχει ανώτερη αντίληψη για την αποστολή και την ιερότητα του φαρμακευτικού λειτουργήματος… Άρθρο 9 Ο φαρμακοποιός οφείλει την ίδια αφοσίωση σε όλους τους ασθενείς που τον επισκέπτονται και εντός των ορίων των γνώσεών του να παρέχει κάθε βοήθεια σε ασθενή που βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο και εφ’ όσον δεν δύναται εκείνη την στιγμή να υπάρξει ιατρική βοήθεια. Άρθρο 10 Ο φαρμακοποιός που έχει φαρμακείο σε λειτουργία ή διευθύνει ως υπεύθυνος φαρμακείο δεν επιτρέπεται να το εγκαταλείψει ή να το κλείσει, παρά μόνον όταν και όπως ο νόμος ορίζει. Άρθρο 11 Ο φαρμακοποιός είναι υποχρεωμένος να παρέχει την συνδρομή του στο έργο της κοινωνικής υγιεινής και να συνεργάζεται με τις κρατικές αρχές για την προστασία και την διαφύλαξη της δημόσιας υγείας. Άρθρο 12… Άρθρο 14 Ο φαρμακοποιός οφείλει να ασκεί προσωπικώς την φαρμακευτική και να παρασκευάζει και να παραδίδει αυτοπροσώπως τα φάρμακα στους αρρώστους ή στους οικείους τους. Πρέπει να επιβλέπει προσωπικώς κάθε φαρμακευτική εργασία που εκτελείται από το προσωπικό του φαρμακείου του. Άρθρο 15 Κάθε φαρμακείο πρέπει να έχει σε εμφανές μέρος, στην πρόσοψή τους, το ονοματεπώνυμο του αδειούχου φαρμακοποιού … Τα κληρονομικά φαρμακεία θα αναγράφουν κάτω από το όνομα του αποθανόντος φαρμακοποιού και το ονοματεπώνυμο του υπεύθυνου φαρμακοποιού… Άρθρο 16 Σε περίπτωση δεοντολογικών παραβάσεων του αντικαταστάτου του αδειούχου φαρμακοποιού το πειθαρχικό συμβούλιο θα επιληφθεί των παραβάσεων αυτών θα πρέπει να εκτιμά και την πιθανή συμμετοχή του αδειούχου φαρμακοποιού σε αυτές και εν ανάγκη να καταλογίζει τις ευθύνες και σ' αυτόν. Άρθρο 20 Ο φαρμακοποιός οφείλει να δίδει σαφείς οδηγίες χρήσεως των χορηγουμένων φαρμάκων στους πελάτες του φαρμακείου του και να αναγράφει επ’ αυτών περιληπτικώς την οδηγία χρήσεως, καθώς και κάθε άλλη επισήμανση προς αποφυγή λαθών κατά την λήψη ή την χρήση των χορηγουμένων φαρμάκων». Άρθρο 21 Ο φαρμακοποιός όταν χορηγεί τα φάρμακα που αναγράφονται σε συνταγές … οφείλει να ελέγχει αν τα χορηγούμενα είδη πληρούν τις νόμιμες προδιαγραφές. Άρθρο 22 Οι φαρμακοποιοί οφείλουν να αποφεύγουν την προσέλκυση πελατείας με ενέργειες και μέσα αντίθετα στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου και του φαρμακοποιού επιστήμονος και λειτουργού της δημόσιας υγείας… Άρθρο 23 Απαγορεύεται στον φαρμακοποιό να αντικαθιστά με άλλα φάρμακα τα αναγραφόμενα σε ιατρική συνταγή… Άρθρο 24… Άρθρο 25 Α. Απαγορεύεται ρητώς η δια των μέσων μαζικής επικοινωνίας ή με άλλο μέσο διαφήμιση των φαρμάκων ή φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων… Β. Η προβολή και διαφήμιση δραστηριοτήτων που αναπτύσσει το φαρμακείο, με τη δημιουργία ειδικών τμημάτων και καλλυντικών…, που χαρακτηρίζονται γενικά παραφαρμακευτικές δραστηριότητες και συνιστούν τομείς ιδιαίτερης εξειδίκευσης του φαρμακοποιού δεν συνιστά αντιδεοντολογική συμπεριφορά, εφ΄ όσον δεν αναφέρεται και στις καθαρώς φαρμακευτικές υπηρεσίες που παρέχει το φαρμακείο…».


12. Επειδή, στο άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όριά της. Εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοικήσεως επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμισθούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό».
Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η νομοθετική εξουσιοδότηση, για να είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη, υπό την έννοια ότι πρέπει να προσδιορίζει καθ’ ύλην το αντικείμενό της, δηλαδή να μην είναι γενική και αόριστη, ασχέτως αν είναι ευρεία ή στενή, ασχέτως, δηλαδή αν είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος ο αριθμός των περιπτώσεων τις οποίες η Διοίκηση μπορεί να ρυθμίσει, βάσει της συγκεκριμένης νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, κανονιστικώς (βλ. ΣτΕ Ολ. 2150, 2148, 2090/2015, 3405, 3299, 3013/2014).
Εξ άλλου, ως «ειδικότερα θέματα», για τη ρύθμιση των οποίων επιτρέπεται η παροχή νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως σε άλλα, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα της Διοικήσεως, νοούνται εκείνα τα οποία αποτελούν, κατά το περιεχόμενό τους και σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοθετικό κείμενο, μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος που αποτελεί το αντικείμενο της νομοθετικής ρυθμίσεως.
Απαιτείται, επομένως, στην περίπτωση αυτή, να περιέχει το νομοθετικό κείμενο όχι απλώς τον καθ’ ύλην προσδιορισμό του αντικειμένου της εξουσιοδοτήσεως, αλλά, επί πλέον, και την ουσιαστική ρύθμισή του, έστω και σε γενικό, ορισμένο όμως, πλαίσιο, σύμφωνα προς το οποίο θα ενεργήσει η Διοίκηση προκειμένου να ρυθμίσει τα μερικότερα θέματα (βλ. ΣτΕ Ολ. 1749/2016, ΣτΕ 2150/2015, ΣτΕ 2148/2015, ΣτΕ 2090/2015, ΣτΕ 520/2015, ΣτΕ 148/2015- Στε 150/2015, ΣτΕ 3299/2014, ΣτΕ 3013/2014, ΣτΕ 2186/2013, ΣτΕ 235/2012, ΣτΕ 1297-1300, ΣτΕ 738/2011, 3427, ΣτΕ 1210/2010, 2815/2004 κ.ά., καθώς επίσης και ΣτΕ Ολ. 2113/2014, ΣτΕ 3220/2010, ΣτΕ 3489/2008, ΣτΕ 1776/2007).

Η ανωτέρω δε ουσιαστική ρύθμιση μπορεί να υπάρχει τόσο στις διατάξεις του εξουσιοδοτικού νόμου όσο και σε διατάξεις άλλων νόμων σχετικών με τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο της νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως (βλ. ΣτΕ Ολ. 1749/2016, ΣτΕ 520/2015, ΣτΕ 3013/2014, ΣτΕ 2186/2013, ΣτΕ 1210/2010 κ.ά.). Τέλος, για το συνταγματικό κύρος της νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως δεν απαιτείται οπωσδήποτε να διαγράφει η ίδια ή με παραπομπή σε άλλη διάταξη νόμου βασικές αρχές και κατευθύνσεις στο πλαίσιο των οποίων οφείλει να κινηθεί η Διοίκηση κατά την κανονιστική ρύθμιση των θεμάτων αυτών (βλ. ΣτΕ 3404 - ΣτΕ 5/2014 Ολ., ΣτΕ 2304/1995 Ολ., 1466/1995 Ολ., ΣτΕ 1337/2013 7μ., ΣτΕ 3748/2008 7μ., ΣτΕ 966/2008, ΣτΕ 2166/2002 7μ., 1667 – ΣτΕ 1672/2002 7μ., ΣτΕ 3722/2010 - ΣτΕ 3724/2000 7μ. κ.ά., πρβλ., όμως, και ΣτΕ 478/1989 – ΣτΕ 80/1989 Ολ., 2573/2015, ΠΕ 6/2007).
Eξ άλλου, ενώ αρχικώς εγένετο δεκτό από την νομολογία του Δικαστηρίου ότι η ρύθμιση της οργανώσεως επαγγέλματος ή της ασκήσεως οικονομικής ελευθερίας ή ατομικού δικαιώματος εν γένει πρέπει καταρχήν να γίνεται με κανονιστικό προεδρικό διάταγμα (βλ. ΣτΕ 3671/2006 Ολομ., 2815/2004 Ολομ. και ΣτΕ 3257/2004 7μ., 4176/2001 7μ., 4167/2001 7μ.), μεταγενεστέρως με αποφάσεις επίσης της Ολομελείας του Δικαστηρίου (βλ. ΣτΕ Ολ. ΣτΕ 2186/2013, ΣτΕ 3220/2010, ΣτΕ 3489/2008, ΣτΕ 1776/2007) κρίθηκε ότι τα εν λόγω ζητήματα μπορούν τελικώς να ρυθμισθούν ειδικότερα και με υπουργική απόφαση, εφόσον,όμως κατά τα προεκτεθέντα, η ουσιαστική ρύθμιση του θέματος διαγράφεται, έστω σε γενικές γραμμές, στην εξουσιοδοτική ή σε άλλη διάταξη (βλ. και ΣτΕ 780/2014, ΣτΕ 2059/2009, ΣτΕ 1634/2009, ΣτΕ 3976/2000 7μ., ΣτΕ 2272/2000 7μ., καθώς επίσης και ΣτΕ 2396/2007 7μ.).

13
. Επειδή, εν προκειμένω, η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 2 παρ. Δ υποπαρ. Δ12 στοιχείο 18 του ν. 4336/2015 επί της οποίας στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, παρέχει, κατά τα προεκτεθέντα, στους Υπουργούς Οικονομίας, Ανάπτυξης, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Υγείας την εξουσία να καθορίσουν με απόφασή τους τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τη χορήγηση άδειας ιδρύσεως φαρμακείου.
Με το περιεχόμενο, όμως, αυτό η εξουσιοδοτική αυτή διάταξη – πέραν του ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ειδική κατά το μέρος που αναφέρεται στη ρύθμιση κάθε άλλου θέματος σχετικά με τη χορήγηση άδειας ιδρύσεως φαρμακείου, αφού τα θέματα αυτά δεν προσδιορίζονται κατά τρόπο συγκεκριμένο – δεν δύναται να θεωρηθεί, κατά τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, ότι περιέχει τη βασική ουσιαστική ρύθμιση του θέματος, ώστε αυτό να μπορεί να ρυθμισθεί με υπουργική απόφαση και όχι με προεδρικό διάταγμα.
Ειδικότερα, η νομοθεσία που διέπει την άσκηση του φαρμακευτικού επαγγέλματος και τη λειτουργία των φαρμακείων εν γένει διαλαμβάνει μεν διατάξεις σχετικές με τη διαδικασία χορηγήσεως άδειας ιδρύσεως φαρμακείου (βλ., ιδίως, τις προπαρατεθείσες διατάξεις των άρθρων 3 του ν. 1963/1991 αναφορικά με τη σειρά προτιμήσεως των αιτήσεων για την απόκτηση της οικείας άδειας και του άρθρου 30 του ν. 4272/2014 αναφορικά με την ανάρτηση των κενών θέσεων φαρμακείου και τον χρόνο και τρόπο υποβολής των σχετικών αιτήσεων, το περιεχόμενο των οποίων επαναλαμβάνεται κατ΄ ουσίαν στο άρθρο 2 παρ. 8 της προσβαλλόμενης κοινής υπουργικής αποφάσεως), πλην μετά την αντικατάσταση, με την ως άνω εξουσιοδοτική διάταξη, των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 1963/1991, με τις οποίες καθορίζονταν οι θετικές και αρνητικές προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας ιδρύσεως φαρμακείου, καθώς και με την κατάργηση με το στοιχείο 17 της υποπαραγράφου Δ12 της ίδιας εξουσιοδοτικής διατάξεως, του άρθρου 6 του ν. 328/1976, ουδεμία νομοθετική διάταξη καταλείπεται, η οποία να ρυθμίζει, σε γενικό, έστω, πλαίσιο το θέμα αυτό. Το θέμα δε αυτό, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό αφού, όπως έχει γίνει δεκτό, η άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, που συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών υγείας- όπως είναι και η άσκηση του επαγγέλματος του φαρμακοποιού- επιτρέπεται μόνον σε όσα πρόσωπα έχουν τα προσόντα εκείνα, τα οποία ο νομοθέτης έχει κρίνει, σε εκπλήρωση της επιταγής του άρθρου 21 παρ. 3 του Συντάγματος, ότι είναι αναγκαία, προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή στους πολίτες υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου (ΣτΕ 1790/2016, ΣτΕ 1634/2009, ΣτΕ 2267/2005 επταμ) ενόψει και του ότι τα φαρμακεία αποτελούν ιδιότυπα καταστήματα, στα οποία συνδυάζεται η εμπορική εκμετάλλευση με την υπεύθυνη επιστημονική δραστηριότητα (ΣτΕ 228/2014 - ΣτΕ 29/2014, ΣτΕ 420/2014 - ΣτΕ 24/2014 Ολομ.).
Εξ άλλου, από την νομοθεσία που παρατίθεται στις σκέψεις 10 και 11 προκύπτει ότι τα της ασκήσεως του επαγγέλματος του φαρμακοποιού, καθώς και τα ζητήματα λειτουργίας και δεοντολογίας ρυθμίζονταν με τυπικούς νόμους ή το πολύ με προεδρικά διατάγματα εκδιδόμενα κατ’εξουσιοδότηση νόμου.
Συνεπώς, το θέμα αυτό δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ρυθμίσεως με υπουργική απόφαση, διότι δεν παρέχεται προς τούτο νόμιμη εξουσιοδότηση από την διάταξη του άρθρου 2 παράγραφος Δ υποπαράγραφος Δ12, στοιχείο 18 του ν. 4336/2015 ή από άλλη διάταξη νόμου που να ρυθμίζει το θέμα αυτό έστω και σε γενικό πλαίσιο και, κατ’ ακολουθίαν, το θέμα τούτο ρυθμιζόμενο πριν με διάταξη νόμου (το αντικατασταθέν άρθρο 1 του ν. 1963/1991 και το καταργηθέν άρθρο 6 του ν. 328/1976) θα μπορούσε, επιτρεπτώς, να ρυθμισθεί μόνο με κανονιστικό προεδρικό διάταγμα, ερειδόμενο επί νομίμου, κατά τα προεκτεθέντα νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως και μετά από επεξεργασία αυτού από το Συμβούλιο της Επικρατείας (πρβλ. ΣτΕ 1749/2016 Ολομ.).

Δεν μπορεί δε, τέλος, να θεωρηθεί ότι αποτελεί επαρκές εξουσιοδοτικό έρεισμα για την έκδοση της υπουργικής αυτής αποφάσεως το άρθρο 3 του ίδιου νόμου 4336/2015, με το οποίο κυρώνεται η Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των δανειστών, όπου προβλέπεται ρητή υποχρέωση της Χώρας να καταργήσει το υπάρχον νομοθετικό καθεστώς αδειών ιδρύσεως και λειτουργίας φαρμακείων, διότι με την διάταξη αυτή απλώς αναλαμβάνεται υποχρέωση θεσπίσεως των αναγκαίων ρυθμίσεων, οι οποίες όμως πρέπει να είναι σύμφωνες προς τους κανόνες νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως που προβλέπει το Σύνταγμα, αφού η ανάληψη διεθνών υποχρεώσεων από την Χώρα δεν αναιρεί και την υποχρέωση τηρήσεως των συνταγματικών κανόνων περί νομοθετήσεως, ούτε μπορεί να καταστεί συγκεκριμένη η εξουσιοδοτική αυτή διάταξη με παραπομπή σε συνοδευτικά του εξουσιοδοτικού νομοθετήματος κείμενα.

Κατόπιν τούτου η κατ’ επίκληση της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 2 παρ. Δ υποπαρ. Δ12 στοιχείο 18 του ν. 4336/2015 προσβαλλόμενη απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υγείας είναι ανίσχυρη, διότι έχει εκδοθεί από αναρμόδιο κατά το Σύνταγμα όργανο.

Για τον λόγο δε αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.

Ενόψει, μάλιστα του ότι το αντικείμενο της ρυθμίσεως αναφέρεται στους όρους ασκήσεως επαγγέλματος, οι οποίοι δεν θα πρέπει να παραμένουν επί μακρόν σε εκκρεμότητα προς βλάβη των ενδιαφερομένων, αλλά και των πολιτών για τους οποίους υπάρχει υποχρέωση παροχής υψηλού επιπέδου υπηρεσιών υγείας, όπως αναφέρεται ανωτέρω δεν είναι δυνατή η εφαρμογή, στην προκειμένη περίπτωση της διατάξεως του άρθρου 50 παρ. 3 α του π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8) περί μη ακυρώσεως της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως και χορηγήσεως στην Διοίκηση προθεσμίας προς έκδοση του σχετικού προεδρικού διατάγματος.

Αν και κατά την γνώμη των Συμβούλων Κ. Κουσούλη και Μ. Πικραμένου στο Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, το οποίο προσαρτήθηκε στον ν. 3845/2010 (Α΄ 65), προβλέφθηκε ότι “Κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, θα απελευθερωθούν κλειστά επαγγέλματα με την μείωση των καθορισμένων αμοιβών και άλλων περιορισμών για τους δικηγόρους, τα φαρμακεία, τους συμβολαιογράφους, τους μηχανικούς, τους αρχιτέκτονες, τις οδικές μεταφορές και τους λογιστές “(Κεφάλαιο ΙΙΙ, γ, στοιχείο 22).
Περαιτέρω, στο προσαρτημένο στον ίδιο νόμο, από 3.5.2010 Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής αναφέρεται ότι “ Η κυβέρνηση θα προτείνει νομοθεσία για την άρση των περιορισμών σε κλειστά επαγγέλματα, συμπεριλαμβανομένων ... του φαρμακευτικού επαγγέλματος, σχετικά με τον περιορισμό του αριθμού των φαρμακείων και το ελάχιστο περιθώριο κέρδους... “(παρ. 3, ιιι).
Στη συνέχεια στην από 12.7.2015 Δήλωση της Συνόδου για το Ευρώ αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα δεσμεύεται μέχρι 22.7.2015 “να προχωρήσει σε πιό φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων με σαφές χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση όλων των συστάσεων της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ 1, μεταξύ άλλων για την λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων την Κυριακή, τις περιόδους εκπτώσεων, το ιδιοκτησιακό καθεστώς των φαρμακείων, το γάλα και τα αρτοποιεία, εκτός από τις συστάσεις για τα μη υποχρεωτικώς συνταγογραφούμενα φαρμακευτικά προιόντα, οι οποίες θα εφαρμοστούν σε επόμενο στάδιο... “
Ειδικότερα, στην ανωτέρω εργαλειοθήκη (Toolkit) προτείνονται, μεταξύ άλλων, τα εξής, σε σχέση με τα φαρμακεία “Προτείνουμε την κατάργηση των διατάξεων για το ιδιοκτησιακό καθεστώς των φαρμακείων. Η ελληνική νομοθεσία περί φαρμακείων θέτει ως στόχο της την προστασία των καταναλωτών από την ανεξέλεγκτη διαθεσιμότητα των φαρμάκων.
Για το λόγο αυτό οι φαρμακοποιοί εξουσιοδοτούνται να παρέχουν ένα εύρος υπηρεσιών, που περιλαμβάνει την χορήγηση συνταγογραφούμενων φαρμάκων, την ασφαλή και προστατευμένη αποθήκευση των φαρμάκων, καθώς επίσης και την παροχή συμβουλών για τη σωστή χρήση των φαρμάκων. Η παροχή των ανωτέρω συμβουλών θεωρείται σημαντική προυπόθεση για την φαρμακευτική θεραπεία των ασθενών, ιδιαίτερα επειδή στις αραιοκατοικημένες περιοχές οι φαρμακοποιοί αποτελούν το πρώτο σημείο επαφής με τους ασθενείς. Ο σκοπός του νόμου μπορεί να επιτευχθεί με την απαίτηση η διάθεση των φαρμάκων να γίνεται από φαρμακοποιό. Αυτή η προϋπόθεση μπορεί να ικανοποιηθεί ανεξάρτητα από τη ιδιοκτησία του φαρμακείου. Η κατάργηση των διατάξεων περί ιδιοκτησίας θα επιτρέψει την ανάπτυξη φαρμακευτικών αλυσίδων λιανικής πώλησης που δεν θα ανήκουν ιδιοκτησιακά ή δεν θα διοικούνται από φαρμακοποιούς. Οι μη φαρμακοποιοί πωλητές λιανικής μπορεί να αναμένεται να προκαλέσουν αύξηση του ανταγωνισμού ως προς την διαθεσιμότητα και την τιμή (κυρίως σε μη φαρμακευτικά προϊόντα) μέσω της διάθεσης μιας πιό διευρυμένης γκάμας συμπληρωματικών προϊόντων, όπως συμπληρωμάτων διατροφής, καλλυντικών και βρεφικών προϊόντων.
Οι αλυσίδες φαρμακείων αναμένεται να λειτουργήσουν κυρίως σε πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές. Τα ζητήματα δημόσιας υγείας πρέπει να θεωρηθούν αμελητέα, καθώς οι προσλαμβανόμενοι φαρμακοποιοί θα επιβλέπουν την διάθεση των φαρμάκων.
Επιπλέον θα προκύψουν ευκαιρίες απασχόλησης, δεδομένου ότι οι αλυσίδες φαρμακείων έχουν την δυνατότητα να προσλαμβάνουν μεγαλύτερο αριθμό προσωπικού σε σύγκριση με ένα μικρό ή μεσαίου μεγέθους φαρμακείο.
Τέλος, οι αλυσίδες φαρμακείων μπορούν να αξιοποιήσουν οικονομίες κλίμακας, οι οποίες μπορούν να έχουν επίπτωση σε προϊόντα, των οποίων η τιμή δεν είναι ρυθμιζόμενη, και είναι σε θέση να εφαρμόσουν πιο αποτελεσματική διαχείριση των αποθεμάτων τους σε σχέση με ένα ανεξάρτητο, από άποψη ιδιοκτησίας, φαρμακείο. Προτείνουμε να καταργηθεί η διάταξη του νόμου, σύμφωνα με την οποία η ιδιοκτησία του φαρμακείου περιορίζεται μόνο σε φαρμακοποιούς. Εν τούτοις για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας ο νόμος πρέπει να διευκρινίζει ότι φαρμακοποιός ή φαρμακοποιοί θα έχει/ έχουν την ευθύνη για την χορήγηση φαρμάκων ως εποπτεύων/ εποπτεύοντες.
Ως εκ τούτου, πρέπει επίσης να καταργηθούν όλες οι διατάξεις του νόμου που αφορούν την εταιρική συνεργασία μεταξύ φαρμακοποιών... “(OECD Competition Assesment Reviews Greece, OECD 2014, σελ.113, σε απόδοση στην ελληνική).

Ακολούθως στην Σύμβαση Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, η οποία κυρώθηκε με το άρθρ. 3 του ν.4336/2015, προσαρτήθηκε ως αναπόσπαστο τμήμα της (παράγραφος Γ άρθρου 3) η Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων. Στη Συμφωνία αυτή (στοιχείο 4. Διαρθρωτικές πολιτικές για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης. 4.2. Αγορές προϊόντων και επιχειρηματικό περιβάλλον) ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι “Ως προαπαιτούμενα, οι (ελληνικές) αρχές θα θεσπίσουν νομοθεσία με σκοπό i. να υλοποιήσουν όλες τις εκκρεμείς συστάσεις της εργαλειοθήκης ανταγωνισμού Ι του ΟΟΣΑ, με εξαίρεση τα μη συνταγογραφούμενα φαρμακευτικά προϊόντα, τη λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων την Κυριακή, τα υλικά οικοδομών και μία διάταξη για τα τρόφιμα και σημαντικό αριθμό συστάσεων της εργαλειοθήκης ΙΙ του ΟΟΣΑ σχετικά με τα ποτά και τα προϊόντα πετρελαίου... Έως τον Δεκέμβριο του 2015, οι αρχές θα θεσπίσουν νομοθεσία για να εφαρμόσουν την σύσταση του ΟΟΣΑ που περιλαμβάνεται στην εργαλειοθήκη για τον ανταγωνισμό Ι όσον αφορά τα φαρμακευτικά προϊόντα, με ισχύ από τον Ιούνιο του 2016 (βασικό παραδοτέο). ”
Σε συνάφεια προς τα ανωτέρω, στην Έκθεση Συνεπειών Ρύθμισης επί του σχεδίου του νόμου 4336/2015 (ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α3 ΡΥΘΜΙΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, 3) διαλαμβάνονται τα εξής, τα οποία, αδιαμφισβητήτως στοιχούν στις ρυθμίσεις που επιχειρούνται με τις διατάξεις των στοιχείων 17 και 18 της παρ. Δ υποπαρ. Δ12 του ν. 4336/2015 “3. Με την προτεινόμενη ρύθμιση καταργείται η υποχρέωση κατοχής πτυχίου φαρμακοποιού και άδειας άσκησης επαγγέλματος, καθώς και οποιουδήποτε άλλου περιορισμού, πλην του σχετικού με τα πληθυσμιακά όρια, ως προϋποθέσεις για την ίδρυση και λειτουργία φαρμακείων, με σκοπό την ένταση του ανταγωνισμού και την αύξηση της διάθεσης των φαρμάκων, γεγονός που αναμένεται να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της τιμής των προιόντων. Εξάλλου, οι διατάξεις περί χορήγησης συνταγογραφούμενων φαρμάκων από πτυχιούχους φαρμακοποιούς διατηρούνται σε ισχύ (βλ. Άρθρο 4 ν. 1963/1991), διασφαλίζοντας την δημόσια υγεία και το συμφέρον του πολίτη. Με την ως άνω αύξηση των φαρμακείων αλυσίδων αναμένεται η αύξηση ζήτησης φαρμακοποιών και η καταπολέμηση της ανεργίας στον κλάδο“.
Υπό τα δεδομένα αυτά, το γενικό πλαίσιο των ουσιαστικών ρυθμίσεων, οι οποίες επιχειρήθηκαν με την προσβαλλόμενη Κοινή Υπουργική Απόφαση ως προς τα ζητήματα άδειας λειτουργίας των φαρμακείων, περιέχεται με επαρκή σαφήνεια στις διατάξεις του άρθρου 3 του ν.4336/2015 και ειδικότερα στην κυρούμενη με αυτόν Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων, όπως άλλωστε σαφώς παρατίθεται στην οικεία Έκθεση Συνεπειών Ρύθμισης που κατατέθηκε στη Βουλή.
Επομένως, η παρασχεθείσα νομοθετική εξουσιοδότηση είναι ειδική και ορισμένη και πληροί τις προυποθέσεις που τίθενται από τις διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος. Συνεπώς, κατά την γνώμη αυτή, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 2 παράγραφος Δ, υποπαράγραφος Δ12 στοιχείο 18 του ν. 4336/2015, επί της οποίας στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση, είναι αντίθετη στο άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, και το Δικαστήριο οφείλει να προχωρήσει στην εξέταση των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως. Εξ άλλου, κατά την ίδια γνώμη, και αν ακόμη ήθελε γίνει δεκτό ότι η παρασχεθείσα εξουσιοδότηση είναι αντίθετη στο άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, το Δικαστήριο οφείλει, σταθμίζοντας αφ’ ενός τα έννομα συμφέροντα του αιτούντος και αφ’ ετέρου το μείζον δημόσιο συμφέρον, συνιστάμενο στην υλοποίηση των δεσμεύσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας στο πλαίσιο διεθνούς σύμβασης για την οικονομική ενίσχυση της χώρας, κατ’ εφαρμογή των οριζομένων στο άρθρο 50 παρ. 3α του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), να μην ακυρώσει την προσβαλλόμενη πράξη, πριν να παρασχεθεί στη Διοίκηση προθεσμία έξη μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης για να εισαγάγει τις προσβαλλόμενες ρυθμίσεις με προεδρικό διάταγμα (πρβλ. ΣτΕ 1602/2016, ΣτΕ 645/2016, ΣτΕ 3959/2015, ΣτΕ 642/2015, ΣτΕ 534/2015, ΣτΕ 4003/2014 Ολομ., ΣτΕ 3937/2014).

 
14. Επειδή, εφ’ όσον έγινε δεκτή η αίτηση ακυρώσεως του αιτούντος Συλλόγου για τον πρώτο προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως παρέλκει η εξέταση των λοιπών ως αλυσιτελής.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.

Ακυρώνει την υπ’ αριθμ. Γ.5(β) /Γ.Π.οικ.36277/20.5.2016 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υγείας.

Επιβάλλει στο Δημόσιο την δικαστική δαπάνη του αιτούντος Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου που ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 11 Νοεμβρίου 2016

 

Ο Πρόεδρος                     Η Γραμματέας

 

Νικ. Σακελλαρίου               Μ. Παπασαράντη

 

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 6ης Ιουλίου 2017.

 

Ο Πρόεδρος                     Η Γραμματέας

 

 Νικ. Σακελλαρίου                Ελ. Γκίκα

Πηγή: Taxheaven