Καλλιθέα, 04-11-2016
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΤΜΗΜΑ Β1 ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κωδ. : 17671, Καλλιθέα
Τηλ. : 213 1604 522
FAX : 213 1604 524
Αριθμός απόφασης: 451
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις :
α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α΄ 170).
β. Του Π.Δ. 111/2014 (ΦΕΚ Α΄ 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».
γ. Του άρθρου 6 της αριθ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 2014/8.4.2014 (ΦΕΚ Β΄ 865, 1079 και 1846) Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
δ. Της ΠΟΛ 1002/31.12.2013 Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β΄ 55/16-01-2014).
2. Την ΠΟΛ.1069/4.3.2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Την Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.8.2016 (ΦΕΚ Β΄ 2759/01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότηση υπογραφής».
4. Την από «…………..» και με αριθμό πρωτοκόλλου «…………/………………», κατατεθείσα στη Α’ Δ.Ο.Υ. Αθηνών, ενδικοφανή προσφυγή, με τα συνημμένα αυτής, του «………………………………………….» του «……………………….», με Α.Φ.Μ. «……………………………………», με την οποία συνυποβάλλεται αίτημα αναστολής καταβολής του συνολικά αμφισβητούμενου ποσού των: α) υπ’ αριθμόν «………../……….», «……….../………….», «………./………..», «……….../…………», «………../………..», «………../…………..», «………../………...», «………./………..», «…………/…………» Πράξεων Οριστικού Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος για τις χρήσεις 2003, 2004, 2005, 2006, 2008, 2009, 2010, 2011 και 2012 και β) υπ’ αριθμόν «………../……….», «………../………….» και «………/………..» Πράξεων Οριστικού Διορθωτικού Προσδιορισμού Φ.Π.Α. για τις χρήσεις 2010, 2011 και 2012 αντίστοιχα, όλων της Δ.Ο.Υ. Α’ Αθηνών, με τα συνημμένα αυτής
5. Την από «…………………» Έκθεση Απόψεων της Δ.Ο.Υ. Α’ Αθηνών.
6. Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Β1 Νομικής Υποστήριξης, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
Με την από «…………………» και με αριθμό πρωτοκόλλου «…………/………….» αίτησή του, ο «……………………………………» του «……………………», με Α.Φ.Μ.
«……………………………….», κάτοικος Αθηνών, οδός «……………………» αρ. «……..», ζητά την αναστολή καταβολής του αμφισβητούμενου ποσού των ανωτέρω πράξεων της Δ.Ο.Υ. Α’ Αθηνών, συνολικού ποσού 112.966,31 ευρώ, ήτοι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 63 του Ν. 4174/2013, ποσοστού 50% αυτού, ήτοι ποσού 56.483,155 Ευρώ (50% x 112.966,31).
Επί της κρινόμενης αίτησης, και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων του αιτήματος αναστολής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:
Επειδή, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 63 του Ν. 4174/2013, «Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού, υπό την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%)».
Επειδή, όπως προβλέπεται στην παρ. 4 του ιδίου ανωτέρω άρθρου και νόμου, «Ο υπόχρεος έχει δικαίωμα να υποβάλει, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή και αίτημα αναστολής της καταβολής που προβλέπεται στην παράγραφο 3. Η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης δύναται να αναστείλει την εν λόγω πληρωμή, μέχρι την έκδοση της απόφασής της, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η πληρωμή θα είχε ως συνέπεια ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο. Εάν δεν εκδοθεί απόφαση εντός τριάντα (30) ημερών από την υποβολή της αίτησης στη Φορολογική Διοίκηση, η αίτηση αναστολής θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. Τυχόν αναστολή της πληρωμής δεν απαλλάσσει τον υπόχρεο από την υποχρέωση καταβολής των τόκων λόγω εκπρόθεσμης καταβολής του φόρου».
Επειδή, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 2 της ΠΟΛ 1002/31-12-2013 (ΦΕΚ 55/16.01.2014, Τεύχος Β’) Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων: «Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, υπό την προϋπόθεση ότι έχει ήδη καταβληθεί το υπόλοιπο ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), εκτός αν υποβληθεί γι΄ αυτό και γίνει αποδεκτό αίτημα αναστολής. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, εφόσον δηλαδή υποβληθεί από τον υπόχρεο, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή και αίτημα αναστολής του καταβλητέου ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών δύναται να αναστείλει την πληρωμή του εν λόγω ποσοστού μόνο στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι αυτό θα είχε ως συνέπεια την ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο. Η αναστολή αυτή ισχύει μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής, άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την έκδοσή της. Το αίτημα αναστολής υποβάλλεται με το έγγραφο της ενδικοφανούς προσφυγής ή αυτοτελώς με ιδιαίτερο έγγραφο που κατατίθεται την ίδια ημέρα με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής. Με την υποβολή της αιτήσεως αναστολής και μέχρι την έκδοση απόφασης επ’ αυτής άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την έκδοσή της, η υποχρέωση καταβολής του αμφισβητούμενου ποσού αναστέλλεται. Τυχόν αναστολή της πληρωμής δεν απαλλάσσει τον υπόχρεο από την υποχρέωση καταβολής των τόκων λόγω εκπρόθεσμης καταβολής του φόρου».
Επειδή, σύμφωνα με την παρ. 2 του ιδίου ανωτέρω άρθρου 2 της ιδίας ΠΟΛ: «Με την αίτηση αναστολής υποβάλλονται στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών και τα αποδεικτικά στοιχεία με τα οποία τεκμηριώνονται οι ισχυρισμοί του αιτούντος και απαραιτήτως υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 ν. 1599/1986 στην οποία ο αιτών δηλώνει : α) τα παγκόσμια έσοδα ή εισοδήματά του από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο και κατά το τρέχον έτος και β) την περιουσιακή του κατάσταση στην Ελλάδα και οπουδήποτε στην αλλοδαπή κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης αναστολής.
Αν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο, δηλώνονται επιπλέον και τα παγκόσμια έσοδα ή εισοδήματα από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο και κατά το τρέχον έτος, καθώς και η περιουσιακή κατάσταση οπουδήποτε στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή του ή της συζύγου και των ανηλίκων τέκνων αυτού κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης αναστολής.
Η περιουσιακή κατάσταση περιλαμβάνει ιδίως τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε ακίνητα, τις καταθέσεις οποιουδήποτε είδους και τα συναφή τραπεζικά προϊόντα, τις επενδύσεις σε κινητές αξίες, τα μηχανοκίνητα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς, τα δάνεια και τις δωρεές, τις μετοχές, τα μερίδια, τα δικαιώματα ψήφου ή συμμετοχής σε κεφάλαιο σε οποιασδήποτε μορφής νομική οντότητα, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του Κ.Φ.Δ. (Ν. 4174/2013) και τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε κινητά αξίας άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Μαζί με την περιουσιακή κατάσταση δηλώνεται από τον αιτούντα και η εκτιμώμενη αγοραία αξία των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτήν. Για τα ακίνητα δηλώνεται και η αντικειμενική αξία αυτών.»
Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1069/4.3.2014, παράγραφος Γ΄: «….2. Εφόσον υποβληθεί από τον υπόχρεο, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή και αίτημα αναστολής του καταβλητέου ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών δύναται να αναστείλει την πληρωμή του εν λόγω ποσοστού μόνο στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι αυτό θα είχε ως συνέπεια την ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο. …… 3. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών προκειμένου να εκτιμήσει την ανεπανόρθωτη βλάβη του υπόχρεου, λαμβάνει υπόψη της του ισχυρισμούς αυτού, τα συνυποβαλλόμενα στοιχεία και ιδίως την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου, σύμφωνα με την ΠΟΛ 1002/31-12-2013, καθώς και κάθε άλλο πρόσφορο για την περίπτωση αυτή στοιχείο …».
Επειδή, στην υπό εξέταση υπόθεση, ο αιτών την αναστολή ισχυρίζεται ότι βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση και ως εκ τούτου εάν δεν του χορηγηθεί η αιτούμενη αναστολή, θα επισπευθούν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος της κινητής και ακίνητης περιουσίας του, τα οποία δεν θα μπορούσαν να ανατραπούν σε περίπτωση ευοδώσεως της ως άνω ασκηθείσας από αυτόν ενδικοφανούς προσφυγής και ότι θα διακινδυνεύσει η καθημερινή επιβίωση του ίδιου και της οικογένειάς του, η οποία είναι ήδη δυσχερής και ως εκ τούτου θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη.
Προς απόδειξη των ισχυρισμών του ο αιτών προσκομίζει:
Α) Υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 ν. 1599/1986, με την οποία δηλώνει ότι «Τα παγκόσμια εισοδήματά μου από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο ή τρέχον έτος και μέχρι 30.09.2016 καθώς και η περιουσιακή μου κατάσταση στην Ελλάδα ή οπουδήποτε άλλου στην αλλοδαπή κατά τον άνω χρόνο (30.09.2016) είναι τα δηλωθέντα από εμένα τόσο στην από 30.09.2016 ενδικοφανή μου προσφυγή όσο και στην προσκομισθείσα επίσης από 30-09-2016 δήλωση περιουσιακής μου κατάστασης κατ’ άρθρο 203 του Ν. 2717/1999».
Β) Δήλωση Περιουσιακής Κατάστασης του αιτούντος κατ’ άρθρο 203 του Ν. 2717/1999.
Από τα ανωτέρω προσκομισθέντα στοιχεία, προκύπτουν τα εξής :
1. Τα έσοδα του κατά το τρέχον οικονομικό έτος ανέρχονται στο ποσό των 13.432,60 Ευρώ, άλλως σύμφωνα με τη δήλωση περιουσιακής του κατάστασης στο ποσό των 15.102,29 Ευρώ και της συζύγου του ανέρχονται στο ποσό των 12.585,36 Ευρώ, άλλως σύμφωνα με την ως άνω δήλωση περιουσιακής κατάστασης αυτού στο ποσό των 15.452,19 Ευρώ.
2. Ομοίως, τα έσοδα του ιδίου και της συζύγου του κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος ανέρχονται, σύμφωνα με την υπό κρίση αίτηση αναστολής και σύμφωνα με τη δήλωση περιουσιακής του κατάστασης στα ίδια ως άνω ποσά.
3. Ο αιτών είναι κάτοχος ενός Ι.Χ. επιβατικού οχήματος με αριθμό κυκλοφορίας «…………………», «……….» κ.ε. και έτους πρώτης κυκλοφορίας «……….», εκτιμώμενης αγοραίας αξίας, σύμφωνα με την ως άνω αίτηση του, 10.000 Ευρώ και σύμφωνα με την ως άνω δήλωση περιουσιακής κατάστασής του, 9.000 Ευρώ.
4. Η σύζυγος του είναι κάτοχος δύο Ι.Χ. επιβατικών οχημάτων με αριθμό κυκλοφορίας «……………..» και «…………..», «………» και «……..» κ.ε., έτους πρώτης κυκλοφορίας «………» και «………» και εκτιμώμενης αγοραίας αξίας 1.000 και 100 ευρώ αντίστοιχα.
5. Ο αιτών είναι κύριος ακίνητης περιουσίας συνολικής αντικειμενικής αξίας 111.141,62 Ευρώ. Ειδικότερα έχει την πλήρη κυριότητα ενός γραφείου δευτέρου ορόφου, το οποίο βρίσκεται στην «………………..», επί της οδού «…………………» αρ. «……..», επιφάνειας «…………» τ.μ. και έτους κατασκευής «………..», ενός οικοπέδου στον «……………………………………..» , το οποίο βρίσκεται στη θέση «……………………….» στο «………………………………..», επιφάνειας «…………….» τ.μ. και ενός διαμερίσματος, το οποίο βρίσκεται στην «…………………» επί της οδού «………………………..» αρ. «………» επιφάνειας «………....» τ.μ. κατά ποσοστό 50%.
6. Η σύζυγος του αιτούντος έχει την πλήρη κυριότητα ακίνητης περιουσίας συνολικής αντικειμενικής αξίας «…………………» Ευρώ. Ειδικότερα, έχει την πλήρη κυριότητα ενός διαμερίσματος πρώτου ορόφου, το οποίο βρίσκεται στο «…………………………..», επί της οδών «………………….» και «………………….», επιφάνειας «…………» τ.μ., κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, ενός διαμερίσματος, το οποίο βρίσκεται στην Αίγινα, επί της οδού «……………………..» αρ. «………», επιφάνειας «…………..» τ.μ. και κατά ποσοστό 33,33% ενός οικοπέδου εκτάσεως «…………..» τ.μ. το οποίο βρίσκεται στην «………………………..» επί των οδών «………………………» και «………………».
7. Ο αιτών διαθέτει μαζί με την σύζυγό του τους υπ’ αριθμόν «………………………..», «………………………..» κοινούς λογαριασμούς στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «………………………………..» και τους υπ’ αριθμόν «……………………………..», «…………………………» και «……………………………» κοινούς λογαριασμούς στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…………………………………..», στους οποίους βρίσκονται καταθέσεις συνολικού ποσού 1.703,77 Ευρώ. Επιπλέον, διαθέτει μαζί με την σύζυγο και τα τέκνα του τους υπ’ αριθμόν «…………………………………», «…………………………….» κοινούς λογαριασμούς στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «……………………………….» και τον υπ’ αριθμόν «…………………………» κοινό λογαριασμό στην «…………………………..», στους οποίους βρίσκονται καταθέσεις συνολικού ποσού 48.415,75 Ευρώ.
Επειδή, κατά πάγια νομολογία, η οικονομική ζημία που προκαλείται από την εκτέλεση διοικητικής πράξης δεν συνιστά καταρχήν βλάβη ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη, ικανή να δικαιολογήσει την αποδοχή αίτησης αναστολής εκτέλεσης της πράξης, εκτός εάν αποδεικνύεται ότι έχει τέτοια έκταση ώστε να προκαλείται ο οικονομικός κλονισμός της επιχείρησης του αιτούντος ή η στέρηση των μέσων βιοπορισμού του (Επ. Αν. ΣτΕ 45/2010, ΣτΕ 1041/2009, ΣτΕ 732/2007, 463, 698, ΣτΕ 707/2006, 181, ΣτΕ 661/2001, ΣτΕ 208/2000). Ως «ανεπανόρθωτη» δε βλάβη νοείται όχι μόνον η κατά κυριολεξία μη αναστρέψιμη, αλλά και εκείνη, της οποίας η αποκατάσταση, υπό τις συγκεκριμένες οικονομικές και λοιπές συνθήκες, είναι για τον διάδικο δυσχερής σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αδυνατεί πράγματι να την επιτύχει (Επ.Αν. ΣτΕ 496/2011).
Επειδή, για την τεκμηρίωση της επικαλούμενης από τον αιτούντα ανεπανόρθωτης βλάβης, δεν αρκεί η επίκληση υποθετικής ή ενδεχόμενης βλάβης, αλλά απαιτείται η επίκληση πρόκλησης ισχυρού κλονισμού του αιτούντος από την άμεση εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων. Συνεπώς, για την στοιχειοθέτηση της ανεπανόρθωτης βλάβης δεν αρκεί ο ισχυρισμός του αιτούντος περί ενδεχόμενης «έναρξης διαδικασίας αναγκαστικής εκτελέσεως και τυχόν πλειστηριασμού» εις βάρος μέρους της κινητής και ακίνητης περιουσίας του.
Επειδή, σε κάθε περίπτωση, από τα ως άνω στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι ο αιτών και η σύζυγός του διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία, η οποία μπορεί να αξιοποιηθεί ποικιλοτρόπως (π.χ. μίσθωση, υπεγγυότητα για λήψη δανείου προς εξόφληση των οφειλών της κλπ) για την κάλυψη των οικονομικών υποχρεώσεων του αιτούντος. Πολλώ δε μάλλον δεδομένου, ότι, σε κάθε περίπτωση, δίνεται η δυνατότητα στον αιτούντα, όπως και στον εκάστοτε υπόχρεο, να προβεί στην πληρωμή της αμφισβητούμενης οφειλής του, έστω και τμηματικά, ζητώντας αρμοδίως την υπαγωγή της στην ισχύουσα πάγια ρύθμιση.
Επειδή, προς επίρρωση των ισχυρισμών περί πρόκλησης ανεπανόρθωτης βλάβης του αιτούντος, σε περίπτωση καταβολής του αμφισβητούμενου ποσού προβάλλεται και το προδήλως βάσιμο της σχετικής ενδικοφανούς προσφυγής. Όμως, όπως συνάγεται και από τις ανωτέρω αναφερόμενες σχετικές διατάξεις, η Υπηρεσία μας, κατά την εξέταση αιτημάτων αναστολής, δύναται να κρίνει αποκλειστικά και μόνο την πρόκληση στον υπόχρεο ανεπανόρθωτης βλάβης από την άμεση εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων και όχι την πιθανολόγηση της ευδοκίμησης της ενδικοφανούς προσφυγής.
Αποφασίζουμε
Την απόρριψη του αιτήματος του «……………………………» του «…………………», με Α.Φ.Μ. «……………………..» για την αναστολή καταβολής του αμφισβητούμενου ποσού των: α) υπ’ αριθμόν «………/………», «………/………», «………/………», «………./…….…», «………/………..», «………./………..», «………/……….», «………./………», «…….../……….» Πράξεων Οριστικού Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος για τις χρήσεις 2003, 2004, 2005, 2006, 2008, 2009, 2010, 2011 και 2012 και β) υπ’ αριθμόν «………/……...», «………/……….» και «………/………» Πράξεων Οριστικού Διορθωτικού Προσδιορισμού Φ.Π.Α. για τις χρήσεις 2010, 2011 και 2012 αντίστοιχα, όλων της Δ.Ο.Υ. Α’ Αθηνών.
Με εντολή του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΛΙΑΣ
Ακριβές Αντίγραφο
Η Υπάλληλος του ΤμήματοςΠηγή: Taxheaven
4 Nov, 2016