Αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου «Τροποποίηση ν. 4099/2012/Α 250 (προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στην Οδηγίας 2014/91/EE/L 257) και άλλες διατάξεις»
Α. ΓΕΝΙΚΑ
Με τα άρθρα 1-17 (Μέρος Α') του σχεδίου νόμου επιδιώκεται η ενσωμάτωση στην ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας 2014/91/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, «για την τροποποίηση της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) όσον αφορά τις λειτουργίες θεματοφύλακα, τις πολιτικές αποδοχών και τις κυρώσεις» (EE L 257 της 28.8.2014, σ. 186).
Ως προς το περιεχόμενο των διατάξεων του παρόντος νομοσχεδίου η νέα ενωσιακή νομοθεσία τροποποιεί την Οδηγία 2009/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, «για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)» (EE L 302 της 17.11.2009, σ. 32).προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στην αγορά ιδίως σε ότι αφορά τα καθήκοντα και την ευθύνη των θεματοφυλάκων, την πολιτική αποδοχών και τις κυρώσεις επιβάλει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς όταν διαπιστώνει παραβατική συμπεριφορά.
Σημειώνεται ότι η Οδηγία 2009/65/ΕΕ έχει ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία με τον ν.4099/2012 (Α'250) και για τον λόγο αυτό το παρόν νομοσχέδιο περιέχει τροποποιήσεις και προσθήκες στις σχετικές διατάξεις του ν.4099/2012.
Οι κυριότερες ρυθμίσεις που προβλέπει το σχέδιο νόμου είναι οι ακόλουθες:
α) Θεσπίζεται η υποχρέωση των ΑΕΔΑΚ και ΑΕΕΜΚ να καταρτίζουν και να διατηρούν για τις κατηγορίες του προσωπικού των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου των ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζονται, πολιτικές και πρακτικές αποδοχών συμβατές με την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση κινδύνου.
Κατά την εφαρμογή των αρχών που αφορούν τις ορθές πολιτικές και πρακτικές αποδοχών, λαμβάνονται υπόψη οι αρχές που ετέθησαν με τη σύσταση 2009/384/ΕΚ της Επιτροπής, καθώς και το έργο του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και οι δεσμεύσεις σε επίπεδο G-20 για τον μετριασμό των κινδύνων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών καθώς και ότι οι εγγυημένες μεταβλητές αποδοχές πρέπει να αποτελούν εξαίρεση, επειδή δεν συνάδουν προς την ορθή διαχείριση κινδύνων ή την αρχή της αμοιβής βάσει επιδόσεων και περιορίζονται στο πρώτο έτος δέσμευσης.
β) Καθορίζονται πρόσθετοι κανόνες σχετικά με τις εργασίες και τα καθήκοντα των θεματοφυλάκων, ορίζονται τα νομικά πρόσωπα που μπορούν να ενεργούν ως θεματοφύλακες και αποσαφηνίζεται η ευθύνη των θεματοφυλάκων σε περιπτώσεις που περιουσιακά στοιχεία του ΟΣΕΚΑ που τελούν υπό θεματοφυλακή απολεσθούν ή σε περίπτωση κακής εκτέλεσης των καθηκόντων επίβλεψης που αναλαμβάνουν οι θεματοφύλακες.
γ) Θεσπίζονται οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ως εποπτικής αρχής, η πρόσβαση σε υπάρχοντα αρχεία τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και δεδομένα και οι κυρώσεις που μπορεί να επιβάλει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σε περιπτώσεις παράβασης της ισχύουσας νομοθεσίας στις ΑΕΔΑΚ, στις ΑΕΕΜΚ και στους θεματοφύλακες, καθώς και η δημοσίευση των σχετικών παραβάσεων, εκτός από τις περιπτώσεις όπου η δημοσίευση θα προκαλούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη. Τέλος θεσμοθετείται η ενθάρρυνση των καταγγελιών για ενδεχόμενες παραβάσεις του παρόντος νόμου, θεσπίζονται δε παράλληλα διαδικασίες για την προστασία όσων υπαλλήλων καταγγέλλουν παραβάσεις που διαπράττονται από ΑΕΔΑΚ, ΑΕΕΜΚ και θεματοφύλακες.
Τέλος με το Μέρος Β' εισάγονται διατάξεις για την τροποποίηση συναφών θεμάτων κεφαλαιαγοράς, ενώ θεσπίζονται και νέες μορφές χρηματοδότησης όπως είναι η συμμετοχική χρηματοδότηση (χρηματοδότηση από το πλήθος, εφεξής Crowdfunding)
To crowdfunding («χρηματοδότηση από το πλήθος»-«συμμετοχική χρηματοδότηση») είναι ένας νέος τρόπος άντλησης κεφαλαίων από μεγάλο αριθμό ενδιαφερόμενων, κυρίως μέσω του διαδικτύου. Αρχικά το crowdfunding συνδέθηκε με τη χρηματοδότηση διαφόρων κοινωφελών έργων ή με τη χρηματοδότηση μορφών τέχνης. Τελευταία όμως έχει αναδειχθεί ως μέθοδος άντλησης κεφαλαίων για νεοφυείς και καινοτόμες εταιρίες (startups) ή άλλα εμπορικά εγχειρήματα.
Λόγω της συνεχιζόμενης κρίσης και λόγω της διαρκούς ανάγκης για ρευστότητα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις, το crowdfunding έχει αποδειχθεί τον τελευταίο καιρό μια καλή εναλλακτική δυνατότητα χρηματοδότησης. Κατά τον τρόπο αυτό, αποφεύγεται ο τραπεζικός δανεισμός.
To crowdfunding υλοποιείται, μέσω μίας ιστοσελίδας, στην οποία φιλοξενείται εφαρμογή (πλατφόρμα) συγκεκριμένων προδιαγραφών. Σε αυτήν παρουσιάζονται στο επενδυτικό κοινό τα υποψήφια προς χρηματοδότηση έργα νεοσύστατων ή υφιστάμενων εταιρειών. Στόχος είναι η προσέλκυση του επενδυτικού κοινού, προκειμένου να συμμετάσχει στο κεφάλαιο της εταιρίας που παρουσιάζεται. Για το λόγο αυτό η συγκεκριμένη μορφή crowdfunding ονομάζεται κεφαλαιοδοτική συμμετοχική χρηματοδότηση (equity-based crowdfunding).
Η λειτουργία της χρηματοδότησης μέσω του crowdfunding στην Ελλάδα προσκρούει σε μία σειρά από νομικά προσκόμματα, τα οποία δεν μπορούν να ξεπερασθούν χωρίς την ύπαρξη ειδικής νομοθετικής πρόβλεψης.
Συγκεκριμένα η χρηματοδότηση μέσω του crowdfunding αφορά σε παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, για την οποία απαιτείται άδεια από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (ΕΚ), ενώ η άντληση κεφαλαίων μέσω αυτού συνιστά πρόσκληση προς το κοινό για επένδυση, για την οποία απαιτείται η προηγούμενη δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου ή πληροφοριακού δελτίου, το οποίο επίσης πρέπει να εγκριθεί από την ΕΚ.
Συνεπώς, θα πρέπει να υπάρξει μια ρύθμιση με την οποία η σύζευξη, μέσω μίας πλατφόρμας, του επενδυτικού ενδιαφέροντος από τη μία μεριά και ανάγκης των εταιρειών για εξεύρεση μετόχων από την άλλη δεν θα υπόκειται, άνευ ετέρου, στο παραπάνω αυστηρό νομικό πλαίσιο. Με τη ρύθμιση αυτή θα δινόταν σημαντική ώθηση στην επιβίωση των νεοσύστατων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, απαραίτητη για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις επιδιώκεται να λυθούν αυτά τα προβλήματα έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η λειτουργία του crowdfunding στην Ελλάδα.
Β. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ
Στο ΑΡΘΡΟ 1 ορίζεται ότι σκοπός του νόμου είναι η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ, με την οποία τροποποιείται η Οδηγία 2009/65/ΕΕ για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες και έχει ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία με τον ν.4099/2012 (Α'250).
Με τις διατάξεις του ΑΡΘΡΟΥ 2 (άρθρο 1 παρ. 1 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) αντικαθίσταται ο ορισμός του θεματοφύλακα και εισάγονται νέοι ορισμοί του διοικητικού οργάνου και των χρηματοπιστωτικών μέσων προκειμένου να υπάρξει εναρμόνιση με τον ορισμό της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Αναλυτικότερα με την παράγραφο 1 διευρύνεται ο ορισμός του θεματοφύλακα και, δίνεται πλέον η δυνατότητα εκτός από πιστωτικό ίδρυμα με έδρα την Ελλάδα ή άλλο κράτος μέλος ή με υποκατάστημα στην Ελλάδα που ήταν στην ισχύουσα νομοθεσία και σε εταιρείες επενδύσεων που έχουν όμως την κατάλληλη υποδομή να παρέχουν την υπηρεσία της θεματοφυλακής. Με την παράγραφο 2 εισάγεται ο όρος «διοικητικό όργανο» προκειμένου να προσδιορίζονται με ακρίβεια οι υπεύθυνοι των εμπλεκόμενων νομικών προσώπων, δεδομένου ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο η εκτελεστική εξουσία των νομικών προσώπων είναι ευρύτερη από την έννοια του «διοικητικού συμβουλίου» που χρησιμοποιείται στην Ελλάδα. Ενώ ο ορισμός «χρηματοπιστωτικά μέσα» εισάγεται για διευκόλυνση και αποσαφήνιση της σχετικής έννοιας, δεδομένης της εκτεταμένης χρήσης του στις διατάξεις.
Με το ΑΡΘΡΟ 3 (άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 2014/91/EE) προστίθενται μετά το άρθρο 23 δύο νέα άρθρα (άρθρο 23α και άρθρο 23β) στο ν. 4099/2012 με αντικείμενο την πολιτική αποδοχών των ανώτερων διοικητικών στελεχών, των προσώπων που αναλαμβάνουν κινδύνους και των προσώπων που ασκούν καθήκοντα ελέγχου. Οι αρχές αυτές θα πρέπει να ισχύουν επίσης για όσους διαχειρίζονται αμοιβαία κεφάλαια με τη μορφή ΟΣΕΚΑ, είτε η διαχείριση γίνεται από εταιρεία επενδύσεων είτε από εταιρεία διαχείρισης. Ειδικότερα στο άρθρο 23α προβλέπεται η υποχρέωση των ΑΕΔΑΚ να θεσπίζουν και να εφαρμόζουν πολιτικές και πρακτικές αποδοχών που συνάδουν με την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων και δεν ενθαρρύνουν την ανάληψη κινδύνων ασύμβατων προς το προφίλ κινδύνου, τους κανονισμός και τα καταστατικά έγγραφα ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζονται. Οι πολιτικές αυτές εφαρμόζονται στις κατηγορίες υπαλλήλων που περιλαμβάνουν ανώτερα διοικητικά στελέχη, πρόσωπα που ασκούν λειτουργίες ελέγχου και αναλαμβάνουν κινδύνους και οποιοδήποτε υπάλληλο που λαμβάνει αποδοχές που τον τοποθετούν σε μισθολογικό κλιμάκιο ίδιο με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη και τα πρόσωπα που αναλαμβάνουν κινδύνους. Τα κριτήρια βάσει των οποίων ορίζονται τα πρόσωπα αυτά (ανώτερα διοικητικά στελέχη) θα εξειδικευτούν με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που θα εκδώσει η ΕΑΚΑΑ.
Στο άρθρο 23β περιγράφονται οι αρχές με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι ΑΕΔΑΚ κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και πρακτικών αποδοχών. Οι αρχές αυτές πρέπει να εφαρμόζονται σε οποιαδήποτε μορφή αποδοχών καταβάλει η ΑΕΔΑΚ, σε οποιοδήποτε ποσό καταβάλει άμεσα ο ΟΣΕΚΑ και σε οποιαδήποτε μεταβίβαση μεριδίων ή μετοχών ΟΣΕΚΑ προς όφελος των προσώπων που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 23α. Επίσης, προβλέπεται η συγκρότηση επιτροπής αποδοχών για τις ΑΕΔΑΚ που είναι σημαντικές από την άποψη του μεγέθους τους, ή του μεγέθους των ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζονται, της εσωτερικής τους οργάνωσης και της φύσης, του εύρους και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων τους. Περιγράφονται, επίσης, οι αρμοδιότητες της επιτροπής αποδοχών, καθώς και η σύνθεσή της.
Με το ΑΡΘΡΟ 4 (άρθρο 1 παρ. 4,6 και 9 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) αντικαθίσταται πλήρως το άρθρο 36 του ν. 4099/2012. Στην παρ. 1 προβλέπεται ρητά ότι η ΑΕΔΑΚ για κάθε ένα από τα αμοιβαία κεφάλαια που διαχειρίζεται, ή η ΑΕΕΜΚ, θα μεριμνά για τον ορισμό ενός και μόνο θεματοφύλακα, ύστερα από άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, με έδρα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος με υποκατάστημα στην Ελλάδα.
Σκοπός της διάταξης αυτής είναι να εξασφαλίζεται ότι ένα αμοιβαίο κεφάλαιο δεν μπορεί να έχει περισσότερους από έναν θεματοφύλακες. Στην παρ. 2 προβλέπεται ότι θεματοφύλακας μπορεί να είναι πιστωτικό ίδρυμα που εδρεύει στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος και ασκεί στην Ελλάδα δραστηριότητες μέσω υποκαταστήματος καθώς και ΑΕΠΕΥ που πληρούν τις προϋποθέσεις για την παροχή της υπηρεσίας θεματοφυλακής σύμφωνα με το ν. 3606/2007. Στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου προβλέπεται το ελάχιστο περιεχόμενο της γραπτής σύμβασης, με την οποία αποδεικνύεται ο ορισμός θεματοφύλακα, ενώ στην παρ. 4 περιγράφονται αναλυτικά οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του θεματοφύλακα. Δημιουργείται έτσι ένας ενιαίος κατάλογος για τα καθήκοντα επίβλεψης από τους θεματοφύλακες των ΟΣΕΚΑ που έχουν συμβατική μορφή και των ΟΣΕΚΑ που έχουν εταιρική μορφή. Τα καθήκοντα αυτά περιλαμβάνουν τη συμμόρφωση με τους ισχύοντες κανόνες κατά την πώληση, έκδοση, επαναγορά, εξαγορά και ακύρωση μεριδίων ενός ΟΣΕΚΑ, την επιβεβαίωση ότι το αντίτιμο καταβάλλεται μέσα στις συνήθεις προθεσμίες, την επιβεβαίωση ότι τα κέρδη της εταιρείας επενδύσεων διατίθενται σύμφωνα με τον νόμο και τα καταστατικά έγγραφα, την εξασφάλιση ότι ο υπολογισμός της αξίας των μεριδίων γίνεται σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο ή τον κανονισμό του κεφαλαίου, και την εκτέλεση των εντολών της εταιρείας διαχείρισης ή επενδύσεων. Στην παρ. 5 θεσπίζεται η υποχρέωση του θεματοφύλακα να διασφαλίζει την κατάλληλη παρακολούθηση των ταμειακών ροών του ΟΣΕΚΑ και ότι όλα τα μετρητά καταχωρούνται σε λογαριασμούς που ανοίγονται στο όνομα του ΟΣΕΚΑ ή της ΑΕΔΑΚ ή του θεματοφύλακα ή σε οντότητα σύμφωνα με το άρθρο 16 της απόφασης 2/452/1.11.2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Επομένως με την παρ. 5 μπορεί ο θεματοφύλακας να σχηματίζει εικόνα για όλα τα στοιχεία ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ, συμπεριλαμβανομένων των μετρητών. Η παράγραφος αυτή εξασφαλίζει επίσης δεν θα είναι δυνατό το άνοιγμα λογαριασμού μετρητών που σχετίζεται με τις συναλλαγές των κεφαλαίων, χωρίς να το γνωρίζει ο θεματοφύλακας. Στόχος είναι να αποτρέπεται το ενδεχόμενο δόλιας μεταφοράς μετρητών. Η παράγραφος αυτή εισάγει επίσης μια απαίτηση διαχωρισμού, ούτως ώστε τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι καταχωρισμένα στα βιβλία του θεματοφύλακα και φυλάσσονται για λογαριασμό ενός ΟΣΕΚΑ να είναι διακριτά από τα ίδια στοιχεία ενεργητικού του θεματοφύλακα, καθώς και να μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναγνωριστούν ως ανήκοντα στον εν λόγω ΟΣΕΚΑ. Στόχος της απαίτησης αυτής είναι να προβλεφθεί ένα ακόμη επίπεδο προστασίας για τους επενδυτές σε περίπτωση πτώχευσης του θεματοφύλακα. Στην παρ. 6 προβλέπεται η διαδικασία φύλαξης περιουσιακών στοιχείων σε θεματοφύλακα. Με αυτή την παράγραφο εισάγεται διάκριση μεταξύ: 1) των καθηκόντων θεματοφυλακής που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία μπορεί να φυλάσσει ο θεματοφύλακας και 2) της επαλήθευσης των σχετικών με την κυριότητα καθηκόντων που αφορούν τους υπόλοιπους τύπους στοιχείων ενεργητικού. Η αναφορά στη θεματοφυλακή ενσώματων στοιχείων ενεργητικού, όπως τα ακίνητα ή τα εμπορεύματα, δεν θεωρείται αναγκαία, διότι τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού επί του παρόντος δεν θεωρούνται επιλέξιμα προς διακράτηση στο χαρτοφυλάκιο ενός ΟΣΕΚΑ. Στην παρ. 7 θεσπίζεται η υποχρέωση του θεματοφύλακα να ενημερώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα την ΑΕΔΑΚ ή ΑΕΕΜΚ για όλα τα στοιχεία του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ. Στην παρ. 8 προβλέπεται ρητά ότι τα στοιχεία του ενεργητικού που φυλάσσονται από τον θεματοφύλακα δεν μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν, παρά μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Στην παρ. 9 προβλέπεται ότι τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΣΕΚΑ που φυλάσσει ο θεματοφύλακας διαχωρίζονται από την περιουσία του θεματοφύλακα σε περίπτωση αφερεγγυότητας και δε μπορεί να διανεμηθούν μεταξύ των πιστωτών του θεματοφύλακα ή να εκποιηθούν. Στην παρ. 10 προβλέπεται η διαδικασία παραίτησης θεματοφύλακα από τα καθήκοντά του, ενώ με την παρ. 11 παρέχεται εξουσιοδότηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδος εφόσον πρόκειται για πιστωτικά ιδρύματα, να ρυθμίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
Με το ΑΡΘΡΟ 5 (άρθρο 1 παρ. 5 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) προστίθεται νέο άρθρο 36 α στο ν. 4099/2012 το οποίο προβλέπει ποιές λειτουργίες του θεματοφύλακα μπορούν να ανατεθούν σε τρίτους. Πιο συγκεκριμένα για την διαδικασία ανάθεσης καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα καθήκοντα φύλαξης του θεματοφύλακα μπορούν να ανατίθενται σε υποθεματοφύλακα. Με τις εν λόγω διατάξεις ευθυγραμμίζεται η νομοθεσία των ΟΣΕΚΑ με την σχετική νομοθεσία για τους Διαχειριστές Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΔΟΕΕ).
Με το ΑΡΘΡΟ 6 (άρθρο 1 παρ. 10 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) αντικαθίσταται το άρθρο 37 του ν. 4099/2012 θεσπίζοντας την υποχρέωση του θεματοφύλακα να παρέχει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κάθε πληροφορία που απέκτησε κατά την άσκηση των καθηκόντων του και που είναι αναγκαία για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
Με το ΑΡΘΡΟ 7 (άρθρο 1 παρ. 7 και 8 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) αντικαθίσταται το άρθρο 38 του ν. 4099/2012 προς ενίσχυση του νομικού πλαισίου που αφορά τη δεοντολογία, την αποτροπή και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων. Αναλυτικότερα προβλέπεται η ευθύνη του θεματοφύλακα έναντι του ΟΣΕΚΑ και των μεριδιούχων του ΟΣΕΚΑ για την απώλεια από τον ίδιο ή τρίτο στον οποίο έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή χρηματοπιστωτικών μέσων. Ειδικότερα, στην περίπτωση απώλειας χρηματοπιστωτικού μέσου από τον θεματοφύλακα, προβλέπεται η επιστροφή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση χρηματοπιστωτικού μέσου του ίδιου είδους ή το αντίστοιχο ποσό στον ΟΕΣΚΑ ή την ΑΕΔΑΚ ή της ΑΕΕΜΚ κατά περίπτωση. Δεν προβλέπεται περαιτέρω απαλλαγή από ευθύνη σε περίπτωση απώλειας παρά μόνο προβλέπεται η απαλλαγή από την ευθύνη του μόνο εάν αποδείξει ότι η απώλεια οφείλεται σε εξωτερικό γεγονός που εκφεύγει των εύλογων δυνατοτήτων ελέγχου του. Στην παρ. 2 προβλέπεται ότι η ευθύνη του θεματοφύλακα παραμένει ακέραιη, αν εμπιστευθεί σε τρίτον το σύνολο ή τμήμα των καθηκόντων θεματοφυλακής του. Κατά συνέπεια, ο θεματοφύλακας υποχρεούται να επιστρέψει απολεσθέντα χρηματοπιστωτικά μέσα που είχαν τεθεί σε θεματοφυλακή, ακόμη και αν η απώλεια έλαβε χώρα κατά τη φύλαξή τους από τον υποθεματοφύλακα, ενώ η παρ. 5 αφορά το δικαίωμα προσφυγής κατά του θεματοφύλακα.
Με το ΑΡΘΡΟ 8 (άρθρο 1 παρ. 11 Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο του άρθρου 42 του ν. 4099/2012 και προβλέπεται η ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 22 έως 23β στις ΑΕΕΜΚ που δεν έχουν ορίσει εταιρία διαχείρισης της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ.
Με το ΑΡΘΡΟ 9 (άρθρο 1 παρ. 13 της Οδηγίας 0214/91/ΕΕ) τροποποιείται η παρ. 2 του άρθρου 76 του ν. 4099/2013.
Με το ΑΡΘΡΟ 10 (άρθρο 1 παρ. 14 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) τροποποιείται το στοιχείο α της παρ. 3 του άρθρου 80 του ν. 4099/2012 και με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην παρ. 43 του άρθρου 80 του ν. 4099/2012 στο οποίο προβλέπεται ότι οι βασικές πληροφορίες για τους επενδυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν δήλωση ότι οι λεπτομέρειες της επικαιροποιημένης πολιτικής αποδοχών είναι διαθέσιμες μέσω ιστότοπου και ότι μπορεί να διατεθεί, ύστερα από αίτημα, αντίγραφο σε έντυπη μορφή.
Με το ΑΡΘΡΟ 11 (άρθρο 1 παρ. 15 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) αντικαθίσταται το στοιχείο δ της παρ. 3 του άρθρου 93 του ν. 4099/2012 και θεσπίζεται η δυνατότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς να ζητά υπάρχοντα αρχεία κίνησης δεδομένων από πάροχο τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και τις υπάρχουσες καταγραφές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ή ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή άλλα αρχεία κίνησης δεδομένων, τα οποία τηρούνται από ΟΣΕΚΑ, ΑΕΔΑΚ ή ΑΕΕΜΚ και θεματοφύλακες, όταν υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι τα εν λόγω στοιχεία μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να αποδειχθεί παραβίαση των διατάξεων της νομοθεσίας περί ΟΣΕΚΑ. Ενώ με την παρ. 2 προβλέπεται η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση παραβάσεων του ν. 4099/2012.
Με το ΑΡΘΡΟ 12 (άρθρο 1 παρ. 17 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) προστίθεται νέο άρθρο 93 α στο ν. 4099/2012, στο οποίο περιγράφονται ενδεικτικά οι διατάξεις για παράβαση των οποίων η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να επιβάλει τις κυρώσεις του άρθρου 94 του ν. 4099/2012.
Στο ΑΡΘΡΟ 13 (άρθρο 1 παρ. 16 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ), με το οποίο αντικαθίσταται το άρθρο 94 του ν. 4099/2012 καταγράφονται οι διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα τα οποία μπορεί να λάβει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς όταν διαπιστώνει παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2009/65/ΕΕ.
Με το ΑΡΘΡΟ 14 (άρθρο 1 παρ. 17 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) προστίθεται νέο άρθρο 94° με το οποίο θεσπίζεται η υποχρέωση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς να δημοσιεύει στο διαδικτυακό της τόπο τις αποφάσεις με τις οποίες επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις ή μέτρα για παραβάσεις του νόμου ή των αποφάσεων των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2009/65/ΕΕ.
Με το ΑΡΘΡΟ 15 (άρθρο 1 παρ. 17 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) προστίθεται νέο άρθρο 94β με το οποίο σκοπείται η ενθάρρυνση των καταγγελιών από υπαλλήλους ΑΕΔΑΚ, ΑΕΕΜΚ και θεματοφυλάκων όταν περιέρχεται σε γνώση τους ενδεχόμενη παράβαση του ν. 4099/2012 ή των αποφάσεων των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2009/65/ΕΕ. Ειδικότερα παρέχεται η εξουσιοδότηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να καθορίσει τους μηχανισμούς και τη διαδικασία ενθάρρυνσης καταγγελιών μέσω ειδικών διαδικασιών για τη λήψη αυτών, κατάλληλη προστασία έναντι αντιποίνων για τους εργαζόμενους στις ΑΕΔΑΚ, ΑΕΕΜΚ και θεματοφύλακες οι οποίοι καταγγέλλουν παραβάσεις που διαπράττονται εντός των εταιριών αυτών καθώς και προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2472/1997, τόσο του προσώπου που καταγγέλλει όσο και του προσώπου στο οποίο αφορά η καταγγελία.
Με το ΑΡΘΡΟ 16 (άρθρο 1 παρ. 18 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ) προστίθεται νέα παράγραφος 8 στο άρθρο 97 του ν. 4099/2012 σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά την οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2472/1997.
Στο ΑΡΘΡΟ 17 προβλέπεται μεταβατική διάταξη που αφορά στον ορισμό θεματοφύλακα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και παρέχεται προθεσμία στις ΑΕΔΑΚ και ΑΕΕΜΚ οι οποίες, πριν από τις 18 Μαρτίου 2016, έχουν ορίσει ως θεματοφύλακα ίδρυμα που δεν πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του ν. 4099/2012, να ορίσουν θεματοφύλακα που πληροί τις απαιτήσεις αυτές έως τις 18 Μαρτίου 2018.
Με το ΑΡΘΡΟ 18 προστίθενται νέες παράγραφοι 5 και 6 στο άρθρο 13 του ν. 4209/2013 και για την προσαρμογή των ΑΕΔΟΕΕ με τις αντίστοιχες διατάξεις περί πολιτικής αποδοχών και για τον ορισμό των προσώπων που συνιστούν «ανώτερα διοικητικά στελέχη» που ισχύουν για τις ΑΕΔΑΚ. Πιο συγκεκριμένα θεσπίζεται η δυνατότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς να εξειδικεύει τα κριτήρια με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που θα εκδώσει η ΕΑΚΑΑ.
Με το ΑΡΘΡΟ 19 τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 78Α του ν. 1969/1991 κρίνεται αναγκαία προκειμένου να διευρυνθεί η σύνθεση των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με ένα επιπλέον μέλος την Ένωση Ελληνικών Εταιρειών Επιχειρηματικών Κεφαλαίων. Με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η δυνατότητα της Συμβουλευτικής Επιτροπής να γίνεται αποδέκτης εμπεριστατωμένων απόψεων σχετικά με τις συνεχείς εξελίξεις στον ευρύτερο χώρο των επιχειρηματικών κεφαλαίων, δεδομένης της τεχνογνωσίας της Ένωσης Ελληνικών Εταιρειών Επιχειρηματικών Κεφαλαίων για θέματα σχετικά με τα εναλλακτικά χρηματοδοτικά εργαλεία. Τα επιχειρηματικά κεφάλαια (Venture Capitals) είναι μεσο-μακροπρόθεσμες επενδύσεις υψηλής απόδοσης και υψηλού κινδύνου με συμμετοχή στα ίδια κεφάλαια νέων ή ταχέως αναπτυσσόμενων μη εισηγμένων επιχειρήσεων. Αποτελούν εναλλακτικό τρόπο χρηματοδότησης της ίδρυσης, ανάπτυξης ή εξαγοράς μιας εταιρείας, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγαλύτερη διαφοροποίηση της χρηματοδότησης (πέραν του τραπεζικού δανεισμού) των εταιρειών, να μειώνεται το κόστος άντλησης κεφαλαίων, ιδίως για τις Μικρομεσαίες επιχειρήσεις και να βελτιώνεται η ροή κεφαλαίων από τους επενδυτές.
ΑΡΘΡΟ 20: Σύμφωνα με το άρθρο 293 ΑΚ «Το ανώτατο όριο του τόκου που οφείλεται από δικαιοπραξία προσδιορίζεται όπως ορίζει ο νόμος». Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 15 παρ. 5 του ν.876/1979 "Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων αναφερομένων εις την ανάπτυξιν της Κεφαλαιαγοράς" εξουσιοδοτεί το Υπουργικό Συμβούλιο να ορίζει τον εκ δικαιοπραξίας τόκο κατ' ανώτατο όριο μετά από πρόταση της Νομισματικής Επιτροπής. Με την υπ' αρ. 1/2000 Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου καθορίστηκε το ποσοστό του εκ δικαιοπραξίας τόκου, κατ ανώτατο όριο, σε 5 εκατοστιαίες μονάδες ετησίως υψηλότερο από το επιτόκιο που εκάστοτε εφαρμόζει η Τράπεζα της Ελλάδος στις χρηματοδοτήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων έναντι τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 2842/2000 με θέμα (του άρθρου) «Αντικατάσταση επιτοκίων»: «Οι αναφορές σε θεσπιζόμενα από την Τράπεζα της Ελλάδος επιτόκια, που υπάρχουν σε νομοθετικές, διοικητικές, κανονιστικές διατάξεις ή σε συμβάσεις αντικαθίστανται από αναφορές στα αντίστοιχα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.»
Η διαμόρφωση του δικαιοπρακτικού επιτοκίου βάσει των ανωτέρω διατάξεων καθιστά πρακτικώς αδύνατο τον εξωτραπεζικό δανεισμό επιχειρήσεων, κυρίως δε των μικρο-μεσαίων, λόγω του ισχύοντος ανώτατου ορίου επιτοκίου. Σήμερα, βάσει της ΠΥΣ1/2000, το ανώτατο επιτρεπόμενο εξωτραπεζικό δικαιοπρακτικό επιτόκιο είναι 5,30%. Το επιτόκιο αυτό όμως συχνά είναι, για τα σημερινά δεδομένα της αγοράς, εξαιρετικά χαμηλό για να επιτρέψει στις επιχειρήσεις την άντληση κεφαλαίων. Δεδομένου λοιπόν ότι η πρόσβαση των επιχειρήσεων και στην εξωτραπεζική αγορά για το δανεισμό τους είναι επιθυμητή και προκειμένου να διευκολυνθεί η άντληση από αυτές δανειακών κεφαλαίων, αλλά και να λειτουργεί χωρίς διοικητικούς περιορισμούς αλλά βάσει του κανόνα της προσφοράς και ζήτησης η ομολογιακή αγορά, επιβάλλεται στις περιπτώσεις αυτές η εξαίρεση των ομολογιακών δανείων (κάθε μορφής δηλαδή δανείων με τη μορφή ομολογιών ή ομολόγων που εκδίδονται από επιχειρήσεις) από τον ισχύοντα κανόνα περί ανώτατου ορίου δικαιοπρακτικού επιτοκίου. Κατ' αυτόν τον τρόπο, διασφαλίζεται η άντληση κεφαλαίων από τις επιχειρήσεις με όρους αγοράς.
Εκτιμώντας ότι η ελεύθερη διαμόρφωση του ύψους του επιτοκίου μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά υπό τις συναλλακτικές συνθήκες της ευρύτερης επενδυτικής αγοράς, όπου παρέχονται τα εχέγγυα επαγγελματικότητας, διαφάνειας και εποπτείας, η απελευθέρωση των επιτοκίων περιορίζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις διάθεσης ομολογιακών δανείων: (α) σε ομολογιακά δάνεια που διατίθενται με δημόσια προσφορά
(β) σε ομολογιακά δάνεια που διατίθενται με ιδιωτική τοποθέτηση σε ειδικούς επενδυτές του άρθρου 2 παρ. 1 περ. (στ) του ν. 3401/2005 (Α' 257). Ειδικοί επενδυτές σύμφωνα με το αρ2 παρ 1 περ στ του νόμου 3401/2005 είναι τα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που περιγράφονται στο άρθρο 6 του νόμου 3606/2007,
Με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται στα παραπάνω ομολογιακά δάνεια του ν. 3156/2003 το επιτόκιο να συμφωνείται ελευθέρως και μην εφαρμόζονται οι περιορισμοί της κείμενης νομοθεσίας για το ανώτατο όριο του δικαιοπρακτικού επιτοκίου.
Με το ΑΡΘΡΟ 21 τροποποιούνται διατάξεις του ν. 3156/2003 (Α' 157) που αφορούν: α) στην διαπραγμάτευση των ομολογιακών δανείων (παράγραφος 1), β) στον ορισμό του εκπροσώπου των Ομολογιούχων (παράγραφος 2) και γ) στην δημοσιοποίηση στοιχείων (παράγραφος 3). Αναλυτικότερα:
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 21 προτείνεται στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3156/2003 (Α' 157) η προσθήκη εδαφίου που επιτρέπει την εισαγωγή των ομολογιών σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) του ν. 3606/2007 που λειτουργεί στην Ελλάδα.
Με την παράγραφο 2 του άρθρου 21 αντικαθίσταται η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 3156/2003, έτσι ώστε ως εκπρόσωπος των ομολογιούχων να ορίζεται είτε πιστωτικό ίδρυμα είτε Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.ΠΕ.Υ.) εφόσον όμως παρέχουν την υπηρεσία της φύλαξης και διοικητικής διαχείρισης χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών (θεματοφυλακή) ως ορίζεται στο άρθρο 4 παρ. 2 περ. (α) του ν. 3156/2003.
Ειδικότερα, ως προς τις ΕΠΕΥ (ν. 3606/2007) προτείνεται να μπορούν να αποκτούν την ιδιότητα του εκπροσώπου ανεξάρτητα από τη δυνατότητά τους να παρέχουν υπηρεσία αναδοχής - με δεδομένο ότι ο ρόλος αυτός είναι συνυφασμένος με τις υπηρεσίες θεματοφυλακής που ήδη παρέχουν, και όχι με τις υπηρεσίες αναδοχής. Σε κάθε περίπτωση η ΕΠΕΥ πρέπει να παρέχει τουλάχιστον την παρεπόμενη υπηρεσίας της φύλαξης και διοικητικής διαχείρισης χρηματοπιστωτικών μέσων της περίπτωσης α' της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007.
Σημειώνεται, επίσης, ότι είναι συνήθης πρακτική για άλλες χώρες το Αποθετήριο να λειτουργεί ως εκπρόσωπος των ομολογιούχων. Για το λόγο αυτό ορίζεται και το Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων που λειτουργεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ως εκπρόσωπος των ομολογιούχων.
Με την παράγραφο 3 του άρθρου 21 αντικαθίσταται η παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3156/2003 με σκοπό τον εκσυγχρονισμό των μέσων δημοσίευσης αναφορικά με τη σύγκληση και λειτουργία της Συνέλευσης των ομολογιούχων όταν πρόκειται για ομολογίες που έχουν εισαχθεί ή ενταχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) του ν. 3606/2007.
Ειδικότερα με την τροποποίηση αυτή επιδιώκεται η δημοσίευση των στοιχείων της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 3156/2003, ήτοι του διορισμού, της αντικατάστασης του εκπροσώπου, των ανακοινώσεων προς τους ομολογιούχους, καθώς και των προσκλήσεων των συνελεύσεων των ομολογιούχων, όταν πρόκειται για ομολογίες εισηγμένες ή ενταγμένες προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή ΠΜΔ, να συντελείται με τη δημοσιοποίηση αυτών μέσω του επίσημου διαδικτυακού τόπου του διαχειριστή της οργανωμένης αγοράς ή του ΠΜΔ αντίστοιχα.
Με το ΑΡΘΡΟ 22 προτείνεται η τροποποίηση της περ. στ) της παρ. 3 του άρθρου 22 του ν. 2778/1999, και συγκεκριμένα η κατάργηση του ελέγχου του κοινοπρακτικού σχήματος από την ΑΕΕΑΠ. Η νέα ρύθμιση δεν προϋποθέτει για τη συμμετοχή της ΑΕΕΑΠ σε άλλη εταιρία την ύπαρξη σχέσης μητρικής - θυγατρικής, τροποποίηση, η οποία καθίσταται αναγκαία προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα συμμετοχής δύο ή περισσότερων ΑΕΕΑΠ στο ίδιο σχήμα για την από κοινού ανάπτυξη ξενοδοχειακών και σύνθετων τουριστικών ακινήτων.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση παρέχεται η δυνατότητα στην ΑΕΕΑΠ να συμμετέχει με ποσοστό τουλάχιστον 25% σε εταιρία, σκοπός της οποίας είναι η απόκτηση, διαχείριση και εκμετάλλευση ακινήτων, περιλαμβανομένης, της διενέργειας επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία κατά την έννοια του άρθρου 22, και σκοπός της συμμετοχής της ΑΕΕΑΠ στο κεφάλαιο της εταιρίας είναι η εφαρμογή κοινής επιχειρηματικής στρατηγικής ή στρατηγικών για την ανάπτυξη ακινήτου ή ενότητας ακινήτων ελάχιστης αξίας τουλάχιστον δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ, σύμφωνα με επενδυτικό πρόγραμμα που καταρτίζεται με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας, εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο της ΑΕΕΑΠ και κοινοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Με το ΑΡΘΡΟ 23 προστίθεται στο άρθρο 1 του ν. 3401/2005 νέα παράγραφος 6, στην οποία προβλέπεται εξαίρεση από την προβλεπόμενη στην παρ. 5 υποχρέωση σύνταξης πληροφοριακού δελτίου για αναφερόμενες στην παράγραφο αυτή περιπτώσεις. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι κατ' εξαίρεση μπορεί να διενεργείται δημόσια προσφορά χωρίς να απαιτείται η κατάρτιση και δημοσιοποίηση του προβλεπόμενου πληροφοριακού δελτίου, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι προϋποθέσεις του νόμου. Η εξαίρεση αυτή καθίσταται αναγκαία
Με την παρ. 2 αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 άρθρου 24 ν. 3401/2005, που προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 7 ν. 4281/2014 (ΦΕΚ Α' 160), ούτως ώστε η ανωτέρω περίπτωση της νέας παραγράφου 6 ( και συγκεκριμένα εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων (α) και (β) αυτής), να μην προσκρούει στην απαγόρευση που θεσπίζεται με το άρθρο 24, παρ. 3 του. ν. 3401/2005 περί δημοσίευσης πληροφοριακού δελτίου.
Με το ΑΡΘΡΟ 24 προστίθεται νέα παράγραφος 14 στο άρθρο 12 του ν. 3606/2007 που προβλέπει ότι οι ΑΕΠΕΥ, οι ΑΕΔΟΕΕ του άρθρου 6 παρ. 4 ν. 4209/2013 (ΦΕΚ Α 253) και τα πιστωτικά ιδρύματα που προτίθενται να λειτουργήσουν ηλεκτρονική πλατφόρμα crowdfunding, πρέπει να γνωστοποιούν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή την Τράπεζα της Ελλάδος κατά περίπτωση, την πρόθεσή τους αυτή, υποβάλλοντας ταυτόχρονα τα σχετικά με τη δραστηριοποίηση αυτή στοιχεία και ιδίως την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου τους, με την οποία αποφασίστηκε η δραστηριότητα αυτή, το νέο οργανόγραμμα, τα πρόσωπα που θα απασχολούνται και τα προσόντα τους καθώς επίσης και το αντίστοιχο τμήμα του εσωτερικού κανονισμού που περιγράφει τον τρόπο οργάνωσης, τα κριτήρια επιλογής των εκδοτών, οι κινητές αξίες των οποίων θα προσφέρονται μέσω των συστημάτων τους καθώς και τις διαδικασίες παρακολούθησης και συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 11 του άρθρου 25 του ν. 3606/2007. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά περίπτωση, μπορούν να διαφωνήσουν, εάν κρίνουν ότι δεν πληρούνται οι οργανωτικές προϋποθέσεις του άρθρου αυτού, μέσα σε διάστημα 2 μηνών από την υποβολή όλων των προβλεπόμενων στοιχείων. Κατ' αυτόν τον τρόπο, επιδιώκεται να υπάρξει πρόνοια για την ενημέρωση των εποπτικών αρχών για την πρόθεση διαχείρισης των ηλεκτρονικών συστημάτων και την οργανωτική επάρκεια των ΑΕΠΕΥ, των ΑΕΔΟΕΕ και των πιστωτικών ιδρυμάτων που πρόκειται να διαχειριστούν ηλεκτρονικά συστήματα της κεφαλαιοδοτικής συμμετοχικής χρηματοδότησης (equity-based crowdfunding).
Με την ίδια ευκαιρία, δίνεται η δυνατότητα τόσο στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς όσο και στην Τράπεζα της Ελλάδος, κατά περίπτωση, ώστε με αποφάσεις τους να εξειδικεύουν τις παραπάνω οργανωτικές προϋποθέσεις για τη λειτουργία των συστημάτων αυτών και να προσδιορίζουν τα στοιχεία που θα πρέπει να υποβάλλονται στις εποπτικές αρχές για τη δραστηριότητα αυτή.
Τέλος με την παρ. 2 προστίθεται νέα παράγραφος 11 στο άρθρο 25 του ν. 3606/2007, με την οποία καθορίζεται το περιεχόμενο της πληροφόρησης που πρέπει να παρέχουν στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες τους οι ΑΕΠΕΥ, ΑΕΔΟΕΕ του άρθρου 6 παρ. 4 ν. 4209/2013 (ΦΕΚ Α 253) και τα πιστωτικά ιδρύματα, που διαχειρίζονται ηλεκτρονικές πλατφόρμες, μέσω των οποίων προσφέρονται κινητές αξίες νέων ή υφιστάμενων εταιριών. Με την τροποποίηση αυτή απαιτείται να υπάρχει αναλυτική αναφορά των παραγόντων κινδύνου που σχετίζονται με τον εκδότη του τίτλου, τον τομέα δραστηριότητάς του και τις κινητές αξίες που προσφέρονται, καθώς και προειδοποίηση ότι οι παραπάνω πληροφορίες δεν εγκρίνονται πάντα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, προειδοποίηση ότι η επένδυση δεν είναι άμεσα ρευστοποιήσιμη και ότι υπάρχει ενδεχόμενο ολικής απώλειας κεφαλαίου, καθώς και παράθεση των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τις παραπάνω πληροφορίες. Εξυπακούεται ότι η εν λόγω πληροφόρηση είναι συμπληρωματική των υποχρεώσεων πληροφόρησης και ενημέρωσης των πελατών στο πλαίσιο παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 25 του ν. 3606/2007 και στην υπ. αριθ. 1/452/1.1.1.2007 απόφαση του ΔΣ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Τέλος παρέχεται εξουσιοδότηση μόνο στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία είναι και η αρμόδια αρχή για την εποπτεία της εφαρμογής του ν.3606/2007, ώστε με απόφασή της να μπορεί να ρυθμίζει περαιτέρω λεπτομέρειες εφαρμογής των υποχρεώσεων πληροφόρησης των ΑΕΠΕΥ, ΑΕΔΟΕΕ του άρθρου 6 παρ. 4 ν. 4209/2013 (ΦΕΚ Α 253) και των πιστωτικών ιδρυμάτων, που προβλέπονται παραπάνω και να καθορίζει τεχνικά μέσα εφαρμογής του.
Με την παράγραφο 3 αντικαθίσταται η παράγραφος 4 του άρθρου 36 του ν. 3606/2007 προκειμένου να μειωθούν τα όρια του απαιτούμενου Μετοχικού Κεφαλαίου των Ανώνυμων Εταιριών Επενδυτικής Διαμεσολάβησης (ΑΕΕΔ) από 75.000 σε 40.000 €. Αντίστοιχα, με την παράγραφο 4 αντικαθίσταται η περίπτωση δ της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του ίδιου νόμου προκειμένου να μειωθούν τα όρια των ιδίων κεφαλαίων των ΑΕΕΔ από 37.500 σε 30.000 €. Τα νέα επίπεδα είναι ανάλογα προς το μέγεθος τους, την κλίμακα των εργασιών τους και το εύρος των δραστηριοτήτων τους και επαρκή σε σχέση με τους κινδύνους στους οποίους οι εταιρίες αυτές εκτίθενται οι ΑΕΕΔ είναι μικρές εταιρίες ειδικού σκοπού, οι οποίες, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 του ν. 3606/2007 α) παρέχουν αποκλειστικά τις επενδυτικές υπηρεσίες της λήψης και διαβίβασης εντολών και της παροχής επενδυτικών συμβουλών επί κινητών αξιών και επί μεριδίων Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων, ενώ β) δεν επιτρέπεται να κατέχουν κεφάλαια και χρηματοπιστωτικά μέσα πελατών τους.
Με το άρθρο 25 τροποποιούνται ο ν. 3556/2007 και ειδικότερα προστίθεται νέο άρθρο 5β. Με το άρθρο αυτό προβλέπεται υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά να καταρτίζουν τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις για το πρώτο και το τρίτο τρίμηνο της οικονομικής χρήσης και να τις δημοσιοποιούν εντός τριών (3) μηνών από τη λήξη της αντίστοιχης περιόδου. Στόχος της συγκεκριμένης υποχρέωσης είναι η ενίσχυση της διαφάνειας, μέσω της παροχής επιπρόσθετων περιοδικών χρηματοοικονομικών πληροφοριών που συμβάλλουν στη λήψη επενδυτικών αποφάσεων, ιδίως μάλιστα όταν οι εν λόγω εκδότες αποτελούν πρωτίστως επιχειρήσεις ευρύτερου ενδιαφέροντος, διαθέτουν δε ευρεία μετοχική βάση, χωρίς μάλιστα να δημιουργείται στους εκδότες δυσανάλογη οικονομική επιβάρυνση.
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 5β ορίζεται ότι, σε περίπτωση που τα πιστωτικά ιδρύματα, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, υποχρεούνται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, η υποχρέωση της παραγράφου 1 αφορά αποκλειστικά τις ενοποιημένες τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις, που καταρτίζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται στην ενδιάμεση χρηματοοικονομική πληροφόρηση, όπως αυτά υιοθετήθηκαν με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 5β ορίζεται ότι, σε περίπτωση που τα πιστωτικά ιδρύματα, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, δεν υποχρεούνται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων:
(α) εάν έχουν την καταστατική τους έδρα στην Ελλάδα οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις καταρτίζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται στην ενδιάμεση χρηματοοικονομική πληροφόρηση, όπως αυτά υιοθετήθηκαν με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002,
(β) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, και εφόσον οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις δεν καταρτίζονται βάσει των παραπάνω διεθνών λογιστικών προτύπων, αυτές περιλαμβάνουν κατ' ελάχιστον:
(αα) την τριμηνιαία κατάσταση οικονομικής θέσης, και
(ββ) την τριμηνιαία κατάσταση αποτελεσμάτων, καθώς και
(γγ) σχετικές επεξηγηματικές σημειώσεις.
Επίσης ορίζεται ότι στην περίπτωση αυτή, κατά την κατάρτιση της τριμηνιαίας κατάστασης οικονομικής θέσης και της τριμηνιαίας κατάστασης αποτελεσμάτων, τα πιστωτικά ιδρύματα, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, ακολουθούν για την κατάρτιση και την αποτίμηση τις αρχές που ακολουθούν και για την κατάρτιση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων.
Στην παράγραφο 4 του άρθρου 5β ορίζεται ότι, προκειμένου για πιστωτικά ιδρύματα, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά και έχουν την καταστατική τους έδρα στην Ελλάδα, οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις υπογράφονται από τους υπεύθυνους για την κατάρτισή τους και εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο του εκδότη.
Με το άρθρο 26 θεσπίζεται η αντικειμενική απαλλαγή από ορισμένες επιβαρύνσεις μορφών χρηματοδότησης στις οποίες συμβάλλεται η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (Ε.Τ.Α.Α.) και ο Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως (Δ.Ο.Χ.), στα πλαίσια των ιδρυτικών τους Συμφωνιών και των τυχόν ειδικότερων Συμφωνιών τους με την Ελληνική Δημοκρατία, καθώς και ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα για ορισμένες κατηγορίες έργων που έτυχαν χρηματοδότησης και από τους ως άνω Οργανισμούς, με σκοπό την εναρμόνιση του σχετικού πλαισίου για διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, ώστε να διευκολύνεται η χρηματοδότηση επενδυτικών έργων στη Χώρα.
Με το άρθρο 27 διασφαλίζεται ότι δεν θίγονται συμβάσεις δανείων οι οποίες προέβλεπαν επιδότηση επιτοκίου σε εφαρμογή εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων καθώς και περιπτώσεις για τις οποίες δεν είχαν καταρτιστεί συμβάσεις δανείων με τα πιστωτικά ιδρύματα, είχαν όμως εκδοθεί οι σχετικές
αποφάσεις «χορήγησης στεγαστικών δανείων σε έλληνες τσιγγάνους αναγνώρισης δικαιούχων» του Υπουργού Εσωτερικών και είχαν διαβιβαστεί σχετικοί φάκελοι στα πιστωτικά ιδρύματα για περαιτέρω ενέργειες.
Τέλος, με το άρθρο 28 ορίζεται η έναρξη ισχύος του νόμου.
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «Τροποποίηση ν.4099/2012 /Α'250 (ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσίά^/ης Οδηγίας 2014/91/ΕΕ/ L 257) και άλλες διατάξεις»
ΜΕΡΟΣ Α'
Ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ
ΑΡΘΡΟ 1 Σκοπός και πεδίο εφαρμογής
Σκοπός των άρθρων 1 έως 17 του παρόντος νόμου είναι η προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2014/91/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014 «για την τροποποίηση της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) όσον αφορά τις λειτουργίες θεματοφύλακα, τις πολιτικές αποδοχών και τις κυρώσεις», η οποία έχει ενσωματωθεί με το ν. 4099/2012 (Α' 250).
ΑΡΘΡΟ 2 (άρθρο 1 παρ. 1 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
1. Το στοιχείο α' του άρθρου 3 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) θεματοφύλακας»: κάθε νομική οντότητα που αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου 36, στην οποία έχουν ανατεθεί τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 36 και η οποία υπόκειται στις διατάξεις των άρθρων 36 έως και 38.
2. Στο άρθρο 3 του ν. 4099/2012 προστίθενται στοιχεία κα' και κβ' ως εξής:
«κα) «διοικητικό όργανο»: το όργανο που διαθέτει την τελική εξουσία λήψης αποφάσεων σε ΑΕΔΑΚ και ΑΕΕΜΚ ή θεματοφύλακα, περιλαμβανομένων των εποπτικών και διαχειριστικών λειτουργιών ή μόνον της διαχειριστικής λειτουργίας, όταν οι δύο λειτουργίες έχουν διαχωριστεί. Στην περίπτωση των ΑΕΔΑΚ, των ΑΕΕΜΚ και των θεματοφυλάκων με τη νομική μορφή ανώνυμης εταιρίας, ως διοικητικό όργανο νοείται το διοικητικό συμβούλιο.
κβ) «χρηματοπιστωτικά μέσα»: χρηματοπιστωτικά μέσα όπως ορίζονται στο τμήμα Γ του παραρτήματος I της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.»
ΑΡΘΡΟ 3 (άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Μετά το άρθρο 23 του ν. 4099/2012 προστίθενται άρθρα 23α και 23β, ως εξής:
«Άρθρο 23α Πολιτικές και πρακτικές αποδοχών
1. Οι ΑΕΔΑΚ θεσπίζουν και εφαρμόζουν πολιτικές και πρακτικές αποδοχών που συνάδουν με, την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων και την προάγουν ενώ δεν ενθαρρύνουν την ανάληψη κινδύνων ασύμβατων προς το προφίλ κινδύνου, τους κανονισμούς ή τα καταστατικά έγγραφα των ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζονται και δεν παρακωλύουν το καθήκον της ΑΕΔΑΚ να ενεργεί προς το συμφέρον του ΟΣΕΚΑ.
2. Οι πολιτικές και οι πρακτικές αποδοχών περιλαμβάνουν σταθερές και μεταβλητές συνιστώσες, τόσο επί των μισθών όσο και επί των προαιρετικών συνταξιοδοτικών παροχών.
3. Οι πολιτικές και οι πρακτικές αποδοχών εφαρμόζονται στις κατηγορίες υπαλλήλων, οι οποίες περιλαμβάνουν ανώτερα διοικητικά στελέχη, πρόσωπα που αναλαμβάνουν κινδύνους και πρόσωπα που ασκούν λειτουργίες ελέγχου, όπως και οποιονδήποτε υπάλληλο που λαμβάνει συνολικές αποδοχές που τον τοποθετούν στο ίδιο μισθολογικό κλιμάκιο με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη και τα πρόσωπα που αναλαμβάνουν κινδύνους, των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου των ΑΕΔΑΚ ή των ΟΣΕΚΑ τους οποίους διαχειρίζονται.
4. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται τα κριτήρια προσδιορισμού των προσώπων που αναφέρονται στην παρ. 3 και εφαρμογής των αρχών του άρθρου 23β, ακολουθώντας τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ).
Άρθρο 23β
Αρχές για τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και πρακτικών αποδοχών.
1. Κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και πρακτικών αποδοχών πού αναφέρονται στο άρθρο 23α, οι ΑΕΔΑΚ συμμορφώνονται με τις ακόλουθες αρχές, κατά τρόπο και σε βαθμό ενδεδειγμένο για το μέγεθος τους, την εσωτερική οργάνωση και τη φύση, το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους:
α) η πολιτική αποδοχών συνάδει με, την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων και την προωθεί, ενώ δεν ενθαρρύνει την ανάληψη κινδύνων που είναι ασύμβατη προς το προφίλ κινδύνου, τους κανονισμούς ή τα καταστατικά έγγραφα των ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζεται η ΑΕΔΑΚ,
β) Π πολιτική αποδοχών ευθυγραμμίζεται με την επιχειρηματική στρατηγική, τους στόχους, τις αξίες και τα συμφέροντα της ΑΕΔΑΚ, των ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζεται και των μεριδιούχων στους εν λόγω ΟΣΕΚΑ, περιλαμβάνει δε μέτρα για την αποτροπή των συγκρούσεων συμφερόντων,
γ) το διοικητικό συμβούλιο της ΑΕΔΑΚ υιοθετεί την πολιτική αποδοχών, εγκρίνει, και επανεξετάζει τουλάχιστον ετησίως τις γενικές αρχές της πολιτικής αποδοχών είναι δε υπεύθυνο για την επίβλεψη της εφαρμογής τους. Τα καθήκοντα που αναφέρονται στο παρόν στοιχείο αναλαμβάνονται μόνον από μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΑΕΔΑΚ που δεν έχουν εκτελεστικές αρμοδιότητές και έχουν εμπειρογνωμοσύνη στη διαχείριση κινδύνων και στις πολιτικές αποδοχών,
δ) ή εφαρμογή της πολιτικής αποδοχών υπόκειται, τουλάχιστον μία φορά κατ' έτος, σε κεντρική και ανεξάρτητη εσωτερική αξιολόγηση ως προς την συμμόρφωση προς την πολιτική και τις διαδικασίες που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο στο πλαίσιο των λειτουργιών εποπτείας που επιτελεί,
ε) τα μέλη του προσωπικού που έχουν αναλάβει την διενέργεια ελέγχων αποζημιώνονται σε συνάρτηση με την επίτευξη ή μη των στόχων που συνδέονται με τα καθήκοντά τους, ανεξάρτητα από τις επιδόσεις των επιχειρηματικών τομέων που ελέγχουν, στ) αν υπάρχει επιτροπή αποδοχών, οι αποδοχές των ανωτέρων στελεχών των τμημάτων διαχείρισης κινδύνου και συμμόρφωσης εποπτεύονται άμεσα από την επιτροπή αυτή, ζ) όπου οι αποδοχές συναρτώνται με επιδόσεις, το συνολικό ποσό των αποδοχών βασίζεται σε συνδυασμό της αξιολόγησης της επίδοσης του φυσικού προσώπου και της σχετικής επιχειρηματικής μονάδας ή του σχετικού ΟΣΕΚΑ και των κινδύνων τους και των συνολικών αποτελεσμάτων της ΑΕΔΑΚ κατά την αξιολόγηση της ατομικής επίδοσης, λαμβάνοντας υπόψη τόσο χρηματοοικονομικά όσο και μη χρηματοοικονομικά κριτήρια, η) η αξιολόγηση των επιδόσεων εγγράφεται σε πολυετές πλαίσιο προσαρμοσμένο στην περίοδο διακράτησης που συνιστάται στους μεριδιούχους του ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζεται η ΑΕΔΑΚ, ώστε να διασφαλιστεί ότι η διαδικασία αξιολόγησης βασίζεται στις μακροπρόθεσμες επιδόσεις του ΟΣΕΚΑ και στους επενδυτικούς κινδύνους του και ότι η καταβολή των αποδοχών που συναρτώνται με επιδόσεις επιμερίζεται στην ίδια η διάρκεια της ανωτέρω χρονική περίοδο,
θ) οι εγγυημένες μεταβλητές αποδοχές αποτελούν εξαίρεση, ισχύουν μόνο στο πλαίσιο πρόσληψης νέου προσωπικού και περιορίζονται στο πρώτο έτος απασχόλησης του προσωπικού αυτού, και
ι) οι σταθερές και οι μεταβλητές συνιστώσες των συνολικών αποδοχών εξισορροπούνται κατάλληλα- η σταθερή συνιστώσα αντιπροσωπεύει επαρκώς υψηλό ποσοστό των συνολικών αποδοχών, προκειμένου να επιτρέπει την εφαρμογή πλήρως ευέλικτης πολιτικής για τις μεταβλητές αποδοχές, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να μην καταβληθούν μεταβλητές αποδοχές,
ια) οι πληρωμές που συνδέονται με την πρόωρη καταγγελία σύμβασης αντικατοπτρίζουν τις επιδόσεις που επιτεύχθηκαν σε βάθος χρόνου και είναι σχεδιασμένες κατά τρόπο ώστε να μην ανταμείβεται η αποτυχία,
ιβ) η μέτρηση των επιδόσεων για τον υπολογισμό των μεταβλητών αποδοχών ή ομάδων μεταβλητών αποδοχών περιλαμβάνει έναν ολοκληρωμένο μηχανισμό προσαρμογής, που ενσωματώνει όλα τα σχετικά είδη υφιστάμενων και μελλοντικών κινδύνων,
ιγ) με βάση τη νομική μορφή του ΟΣΕΚΑ και τον κανονισμό ή τα καταστατικά του έγγραφα, σημαντικό ποσοστό, και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον 50%, οποιωνδήποτε μεταβλητών αποδοχών αποτελείται από μερίδια ή μετοχές του σχετικού ΟΣΕΚΑ ή ισοδύναμα ιδιοκτησιακά δικαιώματα, ή ισοδύναμα χρηματοπιστωτικά μέσα που συνδέονται με μετοχές ή ισοδύναμα μη ρευστά μέσα με εξίσου αποτελεσματικά κίνητρα όπως τα υπόλοιπα μέσα του παρόντος στοιχείου. Στην περίπτωση που η αξία του χαρτοφυλακίου του υπό διαχείριση ΟΣΕΚΑ είναι μικρότερη από 50% της αξίας του συνόλου του χαρτοφυλακίου που διαχειρίζεται η ΑΕΔΑΚ, δεν ισχύει το ελάχιστο ποσοστό 50%.
Τα μέσα που αναφέρονται στο παρόν στοιχείο υπόκεινται σε ενδεδειγμένη πολιτική διακράτησης, με σκοπό την ευθυγράμμιση των κινήτρων προς τα συμφέροντα της ΑΕΔΑΚ και των ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζεται και των μεριδιούχων στους εν λόγω ΟΣΕΚΑ. Με απόφασή του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να τίθενται περιορισμοί στο είδος και στο σχεδιασμό αυτών των μέσων ή να απαγορεύονται ορισμένα μέσα.
Το παρόν στοιχείο εφαρμόζεται τόσο στο τμήμα των μεταβλητών αποδοχών του στοιχείου ιδ) όσο και στο μέρος των μεταβλητών αποδοχών που δεν υπάγονται στο στοιχείο ιδ),
ιδ) η καταβολή σημαντικού τμήματος και, σε κάθε περίπτωση, τουλάχιστον 40% των μεταβλητών αποδοχών, αναβάλλεται για περίοδο αρμόζουσας διάρκειας, λαμβανομένης υπόψη της περιόδου διακράτησης που συνιστάται στους μεριδιούχους του εν λόγω ΟΣΕΚΑ και ευθυγραμμίζεται ορθά με τη φύση των κινδύνων του εν λόγω ΟΣΕΚΑ. Η περίοδος που αναφέρεται στο παρόν στοιχείο έχει διάρκεια τουλάχιστον τριών (3) ετών οι μεταβλητές αποδοχές που υπάγονται στις ρυθμίσεις περί αναβολής καταβάλλονται αναλογικά του εν λόγω χρονικού διαστήματος. Στην περίπτωση μεταβλητών αποδοχών ιδιαίτερα υψηλού ποσού, επιμερίζεται η καταβολή τουλάχιστον του 60% του ποσού,
ιε) οι μεταβλητές αποδοχές, συμπεριλαμβανομένου του αναβαλλόμενου τμήματος τους, καταβάλλονται ή κατοχυρώνονται μόνο εάν είναι βιώσιμες βάσει της συνολικής οικονομικής κατάστασης της ΑΕΔΑΚ, και εφόσον είναι δικαιολογημένες βάσει των επιδόσεων της επιχειρησιακής μονάδας, του ΟΣΕΚΑ και του συγκεκριμένου φυσικού προσώπου.
Το σύνολο των μεταβλητών αποδοχών σε γενικές γραμμές συρρικνώνεται σημαντικά όταν η σχετική ΑΕΔΑΚ ή ο σχετικός ΟΣΕΚΑ παρουσιάζει χαμηλές ή αρνητικές χρηματοοικονομικές επιδόσεις, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις τρέχουσες αποδοχές όσο και τις μειώσεις σε ποσά που είχαν προηγουμένως εισπραχθεί, μεταξύ άλλων μέσω αρνητικού μπόνους (malus) ή διατάξεων περί επιστροφής ποσών (clawback), ιστ) η συνταξιοδοτική πολιτική είναι σύμφωνη προς την επιχειρηματική στρατηγική, τους στόχους, τις αξίες και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της ΑΕΔΑΚ και του ΟΣΕΚΑ τον οποίο διαχειρίζεται.
Εάν ο υπάλληλος αποχωρήσει από την ΑΕΔΑΚ πριν από τη συνταξιοδότηση, οι προαιρετικές συνταξιοδοτικές παροχές διατηρούνται από την ΑΕΔΑΚ για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών με τη μορφή των μέσων που αναφέρονται στο στοιχείο ι γ). Στη περίπτωση υπαλλήλου που συνταξιοδοτείται, οι προαιρετικές συνταξιοδοτικές παροχές
καταβάλλονται στον υπάλληλο με τη μορφή των μέσων που αναφέρονται στο στοιχείο ιγ), με την υποχρέωση πενταετούς περιόδου διακράτησης,
ιζ) το προσωπικό υποχρεούται να μη χρησιμοποιεί προσωπικές στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου ή ασφάλιση συνδεδεμένη με αποδοχές ή ευθύνη, με σκοπό την καταστρατήγηση των μηχανισμών ευθυγράμμισης προς τον κίνδυνο που περιλαμβάνονται στις ρυθμίσεις περί αποδοχών, και
ιη) οι μεταβλητές αποδοχές δεν καταβάλλονται μέσω μηχανισμών ή μεθόδων που διευκολύνουν την αποφυγή τήρησης των απαιτήσεων του παρόντος νόμου.
2. Οι αρχές της παρ. 1 εφαρμόζονται σε οποιαδήποτε παροχή οποιουδήποτε είδους καταβάλλει η ΑΕΔΑΚ, σε οποιοδήποτε ποσό καταβάλλει άμεσα ο ίδιος ο ΟΣΕΚΑ, περιλαμβανομένων των αμοιβών απόδοσης, καθώς και σε οποιαδήποτε μεταβίβαση μεριδίων ή μετοχών των ΟΣΕΚΑ προς όφελος εκείνων των προσώπων της παρ. 3 του άρθρου 23α.
3. Οι ΑΕΔΑΚ που είναι σημαντικές από την άποψη του μεγέθους τους ή του μεγέθους των ΟΣΕΚΑ τους οποίους διαχειρίζονται, της εσωτερικής τους οργάνωσης και της φύσης, του εύρους και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων τους συγκροτούν επιτροπή αποδοχών. Η επιτροπή αποδοχών συγκροτείται κατά τρόπο που της επιτρέπει να εκφέρει εμπεριστατωμένη και ανεξάρτητη κρίση για τις πολιτικές και τις πρακτικές αποδοχών και για τα κίνητρα που δημιουργούνται για την αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων.
Η επιτροπή αποδοχών, που συγκροτείται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΚΑΑ, είναι υπεύθυνη για την προετοιμασία των αποφάσεων που αφορούν τις αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν επιπτώσεις στους κινδύνους και τη διαχείριση κινδύνων της ΑΕΔΑΚ ή του ΟΣΕΚΑ, και οι οποίες λαμβάνονται από το διοικητικό συμβούλιο στο πλαίσιο των εποπτικών του λειτουργιών. Ο πρόεδρος και τα μέλη της επιτροπής αποδοχών είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΑΕΔΑΚ που δεν έχουν εκτελεστικές αρμοδιότητες. Όπου προβλέπεται εκπροσώπηση των εργαζομένων στο διοικητικό συμβούλιο, στην επιτροπή αποδοχών συμπεριλαμβάνεται ένας ή περισσότεροι εκπρόσωποι των εργαζομένων. Κατά την προετοιμασία των αποφάσεων της, η επιτροπή αποδοχών λαμβάνει υπόψη το μακροπρόθεσμο συμφέρον των επενδυτών και των λοιπών ενδιαφερομένων, καθώς και το δημόσιο συμφέρον.
4. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται τα κριτήρια του πρώτου εδαφίου της παρ. 3, ή τα ποσοτικά όρια βάσει των οποίων οι ΑΕΔΑΚ δεν υποχρεούνται να καταρτίζουν επιτροπή αποδοχών, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΚΑΑ.»
ΑΡΘΡΟ 4 (άρθρο 1 παρ. 4, 6 και 9 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Το άρθρο 36 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 36
Αρμοδιότητες και υποχρεώσεις του θεματοφύλακα
1. Η ΑΕΔΑΚ, για καθένα από τα αμοιβαία κεφάλαια τα οποία διαχειρίζεται, ή κατά περίπτωση η ΑΕΕΜΚ, μεριμνά για τον ορισμό, κατόπιν άδειας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ενός μόνο θεματοφύλακα.
2. Ο θεματοφύλακας είναι:
α) πιστωτικό ίδρυμα που εδρεύει στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος και ασκεί δραστηριότητες μέσω υποκαταστήματος, ή
β) ΑΕΠΕΥ που εδρεύει στην Ελλάδα ή ΕΠΕΥ που εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος και ασκεί δραστηριότητες μέσω υποκαταστήματος, έχει λάβει άδεια να ασκεί καθήκοντα θεματοφύλακα και η οποία υπόκειται σε απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας που δεν υπολείπονται των απαιτήσεων που υπολογίζονται ανάλογα με την επιλεγείσα προσέγγιση, σύμφωνα με τα άρθρα 315 ή 317 του Κανονισμού (EE) 575/2013, και διαθέτει ίδια κεφάλαια όχι κατώτερα από το ύψος του αρχικού κεφαλαίου, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 4261/2014 (Α' 107) [άρθρο 28 παρ. 2 της οδηγίας 2013/36].
3. Ο ορισμός του θεματοφύλακα αποδεικνύεται με γραπτή σύμβαση. Η σύμβαση ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, τη ροή των πληροφοριών που κρίνονται αναγκαίες προκειμένου ο θεματοφύλακας να επιτελέσει τις λειτουργίες του για τον ΟΣΕΚΑ για τον οποίο έχει οριστεί θεματοφύλακας, όπως καθορίζονται στον παρόντα νόμο και σε άλλες σχετικές νομοθετικές πράξεις, κανονισμούς και διοικητικές διατάξεις.
4. Ο θεματοφύλακας:
α) διασφαλίζει ότι η διάθεση, η έκδοση, η επαναγορά, η εξαγορά, και η ακύρωση των μεριδίων του ΟΣΕΚΑ πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, των κανονιστικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του και του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΣΕΚΑ,
β) διασφαλίζει ότι ο υπολογισμός της αξίας των μεριδίων του ΟΣΕΚΑ πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, των κανονιστικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του και του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΣΕΚΑ,
γ) εκτελεί τις εντολές της ΑΕΔΑΚ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ εκτός αν είναι αντίθετες προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του και τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΣΕΚΑ,
δ) διασφαλίζει ότι το τίμημα από τις συναλλαγές που αφορούν στοιχεία του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ καταβάλλεται σε αυτόν μέσα στις συνήθεις προθεσμίες, και ε) διασφαλίζει ότι τα κέρδη του ΟΣΕΚΑ διατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τις κανονιστικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του και τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΣΕΚΑ.
5. Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει την κατάλληλη παρακολούθηση των ταμειακών ροών του ΟΣΕΚΑ και, ειδικότερα, ότι τα κεφάλαια που καταβάλλονται από μεριδιούχους ή για λογαριασμό μεριδιούχων κατά την υποβολή αίτησης για απόκτηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ, έχουν εισπραχθεί. Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει, επίσης, ότι όλα τα μετρητά του ΟΣΕΚΑ καταχωρίζονται σε λογαριασμούς μετρητών οι οποίοι:
α) ανοίγονται στο όνομα του ΟΣΕΚΑ, της ΑΕΔΑΚ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ ή του θεματοφύλακα που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ,
β) ανοίγονται σε οντότητα που αναφέρεται στις περιπτώσεις α), β) και γ) της παρ. 1 του άρθρου 18 της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 2/452/1.11.2007 (Β' 2137), και
γ) τηρούνται σύμφωνα με τις αρχές που διατυπώνονται στο άρθρο 16 της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 2/452/1.11.2007 (Β' 2137). Εάν οι λογαριασμοί μετρητών ανοίγονται στο όνομα του θεματοφύλακα που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ, δεν μπορεί να καταχωρίζονται στους λογαριασμούς αυτούς μετρητά της οντότητας που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο στοιχείο (β) ή μετρητά που ανήκουν στον θεματοφύλακα.
6. Η φύλαξη των στοιχείων του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ ανατίθεται σε θεματοφύλακα ως εξής:
α) για χρηματοπιστωτικά μέσα που μπορούν να τεθούν σε θεματοφυλακή, ο θεματοφύλακας:
αα) θέτει σε θεματοφυλακή όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που μπορεί να καταχωριστούν σε λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του θεματοφύλακα, καθώς και όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που μπορεί να παραδοθούν σε φυσική μορφή στον θεματοφύλακα, και
ββ) διασφαλίζει ότι όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που μπορεί να καταχωριστούν σε λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του θεματοφύλακα, καταχωρίζονται πράγματι σε χωριστούς λογαριασμούς στα βιβλία του θεματοφύλακα, σύμφωνα με τις αρχές που διατυπώνονται στο άρθρο 16 της απόφασης 2/452/1.11.2007 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, οι οποίοι ανοίγονται στο όνομα του ΟΣΕΚΑ ή στο όνομα της ΑΕΔΑΚ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ, ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ ώστε να μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναγνωριστούν με σαφή τρόπο ότι ανήκουν στον ΟΣΕΚΑ σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, β) για άλλα στοιχεία ενεργητικού, ο θεματοφύλακας: αα) επαληθεύει ότι τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού βρίσκονται στην κυριότητα του ΟΣΕΚΑ, ή της ΑΕΔΑΚ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ προβαίνοντας σε αξιολόγηση του κατά πόσον ο ΟΣΕΚΑ ή η ΑΕΔΑΚ, που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ έχει την κυριότητα. Η αξιολόγηση βασίζεται σε πληροφορίες ή έγγραφα που παρέχει ο ΟΣΕΚΑ ή η ΑΕΔΑΚ, ή, κατά περίπτωση, η ΑΕΕΜΚ και σε εξωτερικές αποδείξεις, όποτε αυτές είναι διαθέσιμες, και
ββ) τηρεί αρχείο των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού για τα οποία έχει βεβαιωθεί ότι βρίσκονται στην κυριότητα του ΟΣΕΚΑ ή της ΑΕΔΑΚ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ, το οποίο έχει πάντοτε ενημερωμένο.
7. Ο θεματοφύλακας παρέχει σε τακτική βάση στην ΑΕΔΑΚ, ή, κατά περίπτωση, στην ΑΕΕΜΚ πλήρη κατάλογο όλων των στοιχείων του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ.
8. Τα στοιχεία του ενεργητικού που φυλάσσονται από τον θεματοφύλακα δεν επαναχρησιμοποιούνται από τον θεματοφύλακα ή οποιονδήποτε τρίτο στον οποίο έχει ανατεθεί η λειτουργία θεματοφυλακής για δικό του λογαριασμό. Η επαναχρησιμοποίηση περιλαμβάνει οποιαδήποτε συναλλαγή σε φυλασσόμενα στοιχεία ενεργητικού, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων, της μεταβίβασης, της ενεχυρίασης, της πώλησης και του δανείου.
Η επαναχρησιμοποίηση στοιχείων του ενεργητικού που φυλάσσονται από τον θεματοφύλακα επιτρέπεται μόνον όταν:
α) αυτή διενεργείται για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ,
β) ο θεματοφύλακας εκτελεί τις εντολές της ΑΕΔΑΚ για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ,
γ) η επαναχρησιμοποίηση είναι προς όφελος του ΟΣΕΚΑ και προς το συμφέρον των μεριδιούχων, και
δ) η συναλλαγή καλύπτεται από ρευστοποιήσιμη ασφάλεια υψηλής ποιότητας, την οποία λαμβάνει ο ΟΣΕΚΑ στο πλαίσιο συμφωνίας μεταβίβασης τίτλων. Η αγοραία αξία της ασφάλειας ανέρχεται πάντοτε τουλάχιστον στην αγοραία αξία των επαναχρησιμοποιούμενων στοιχείων του ενεργητικού, επαυξημένη κατά ορισμένο ποσό (premium).
9. Σε περίπτωση αφερεγγυότητας του θεματοφύλακα ή/και οποιουδήποτε τρίτου εγκατεστημένου στην Ελλάδα στον οποίο έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή στοιχείων του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ, τα στοιχεία ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ που φυλάσσονται δεν είναι διαθέσιμα προς διανομή μεταξύ των πιστωτών του εν λόγω θεματοφύλακα ή/και του εν λόγω τρίτου ή προς ρευστοποίηση επ' ωφελεία τους.
10. Ο θεματοφύλακας που επιθυμεί να παραιτηθεί από τα καθήκοντά του οφείλει να ειδοποιήσει σχετικά την ΑΕΔΑΚ ή, κατά περίπτωση, την ΑΕΕΜΚ, τρεις (3) τουλάχιστον μήνες νωρίτερα. Ο νέος θεματοφύλακας εγκρίνεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ύστερα από αίτημα της ΑΕΔΑΚ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ. Ο θεματοφύλακας μπορεί επίσης να αντικατασταθεί με αίτημα της ΑΕΔΑΚ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ, κατόπιν εγκρίσεως της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Μετά την έγκριση του νέου θεματοφύλακα, ο παραιτηθείς ή ο αντικατασταθείς του παραδίδει, βάσει πρωτοκόλλου, τα στοιχεία του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ. Ο θεματοφύλακας που υπέβαλε την παραίτησή του ή του οποίου ζητήθηκε η αντικατάσταση συνεχίζει την άσκηση των καθηκόντων του μέχρι την πλήρη ανάληψη των καθηκόντων του νέου θεματοφύλακα.
Σε περίπτωση παραίτησης ή αντικατάστασης του θεματοφύλακα, η ΑΕΔΑΚ ή, κατσ περίπτωση, η ΑΕΕΜΚ, οφείλει να ενημερώσει αμελλητί τους μεριδιούχους του ΟΣΕΚΑ σχετικά με την ανάληψη των καθηκόντων του νέου θεματοφύλακα, μέσω σταθερού μέσου και αναρτώντας τη σχετική ενημέρωση στην ιστοσελίδα της στο διαδίκτυο.
11. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κατόπιν γνώμης της Τράπεζας της Ελλάδος εφόσον αφορά πιστωτικό ίδρυμα, μπορεί με απόφασή του να ρυθμίζει κάθε ειδικότερο ή τεχνικό θέμα αναγκαίο για την εφαρμογή των παρ. 5,6,8 και 10.»
ΑΡΘΡΟ 5 (άρθρο 1 παρ. 5 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Μετά το άρθρο 36 του ν.4099/2012 προστίθεται άρθρο 36α ως εξής:
«Άρθρο 36α Ανάθεση λειτουργιών
1. Ο θεματοφύλακας δεν αναθέτει σε τρίτους τις λειτουργίες του που αναφέρονται στις παρ. 4 και 5 του άρθρου 36.
2. Ο θεματοφύλακας μπορεί να αναθέτει σε τρίτους τις λειτουργίες που αναφέρονται στην παρ. 6 του άρθρου 36, μόνον εφόσον:
α) τα καθήκοντα αυτά δεν ανατίθενται με σκοπό τη μη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος νόμου,
β) ο θεματοφύλακας μπορεί να αποδείξει ότι υπάρχει αντικειμενικός λόγος για την ανάθεση αυτή, και
γ) ο θεματοφύλακας έχει επιδείξει τη δέουσα ικανότητα, μέριμνα και επιμέλεια κατά την επιλογή και τον ορισμό κάθε τρίτου, στον οποίο προτίθεται να αναθέσει μέρος των καθηκόντων του, συνεχίζει δε να επιδεικνύει τη δέουσα ικανότητα, μέριμνα και επιμέλεια κατά την περιοδική επανεξέταση και τον συνεχή έλεγχο κάθε τρίτου στον οποίο έχει αναθέσει μέρος των καθηκόντων του, καθώς και των διευθετήσεων στις οποίες έχει προβεί ο τρίτος σε σχέση με τα θέματα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί.
3. Οι λειτουργίες που αναφέρονται στην παρ. 6 του άρθρου 36 μπορούν να ανατεθούν από τον θεματοφύλακα σε τρίτο μόνον όταν ο τρίτος, ανά πάσα στιγμή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί:
α) διαθέτει τις δομές και την τεχνογνωσία που είναι κατάλληλες και ανάλογες προς τη φύση και την πολυπλοκότητα των στοιχείων του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ, ή της ΑΕΔΑΚ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ, τα οποία του έχουν ανατεθεί,
β) όσον αφορά τα καθήκοντα θεματοφύλακα που αναφέρονται στην περίπτ. α' της παρ. 6 του άρθρου 36 υπόκειται σε
αα) αποτελεσματικούς κανόνες προληπτικής ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις, και σε εποπτεία στην οικεία επικράτεια (in the jurisdiction concerned), και
ββ) εξωτερικό περιοδικό έλεγχο, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα είναι στην κατοχή του,
γ) διαχωρίζει τα περιουσιακά στοιχεία των πελατών του θεματοφύλακα από τα δικά του και από τα περιουσιακά στοιχεία του θεματοφύλακα, κατά τρόπο ώστε να μπορούν οποτεδήποτε να αναγνωρισθούν ότι ανήκουν σε πελάτες ενός συγκεκριμένου θεματοφύλακα,
δ) λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του τρίτου, τα στοιχεία του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ που φυλάσσονται από τον τρίτο να μην είναι διαθέσιμα προς διανομή μεταξύ των πιστωτών του τρίτου ή προς ρευστοποίηση επ' ωφελεία τους, και
ε) συμμορφώνεται προς τις γενικές υποχρεώσεις και απαγορεύσεις που καθορίζονται στις παρ. 3, 6 και 8 του άρθρου 36 και στο άρθρο 38.
4. Ο θεματοφύλακας δύναται κατ' εξαίρεση να αναθέτει τα καθήκοντα θεματοφυλακής για χρηματοπιστωτικά μέσα σε οντότητα τρίτης χώρας που δεν πληροί τις προϋποθέσεις της υποπερίπτωσης αα) της περίπτωσης β) της παρ. 3, μόνον εφόσον απαιτείται από τη νομοθεσία της τρίτης χώρας και μόνο εφόσον δεν υπάρχουν τοπικές οντότητες που πληρούν τις απαιτήσεις της ανάθεσης και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι:
α) οι μεριδιούχοι του σχετικού ΟΣΕΚΑ έχουν ενημερωθεί δεόντως, πριν από την επένδυσή τους, ότι η εν λόγω ανάθεση απαιτείται λόγω περιορισμών του δικαίου της τρίτης χώρας, για τις περιστάσεις που τη δικαιολογούν και για τους κινδύνους που ενέχει η ανάθεση αυτή, και
β) η ΑΕΔΑΚ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ ή, κατά περίπτωση, η ΑΕΕΜΚ έδωσε εντολή στον θεματοφύλακα να αναθέσει τη θεματοφυλακή αυτών των χρηματοπιστωτικών μέσων σε τοπική οντότητα.
Ο τρίτος μπορεί, με τη σειρά του, να αναθέσει περαιτέρω τις λειτουργίες αυτές, υπό την προϋπόθεση της τήρησης των ιδίων απαιτήσεων. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 38 στα αντίστοιχα μέρη.
5. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η παροχή των υπηρεσιών του ν. 2789/2000 (Α'21) από τα συστήματα διακανονισμού χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως ορίζεται για τους σκοπούς του ως άνω νόμου, ή η παροχή παρόμοιων υπηρεσιών από συστήματα διακανονισμού χρηματοπιστωτικών μέσων τρίτων χωρών, δεν θεωρείται ότι αποτελεί ανάθεση λειτουργιών θεματοφυλακής.»
ΑΡΘΡΟ 6 (άρθρο 1 παρ. 10 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Το άρθρο 37 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 37 Παροχή πληροφοριών
Ο θεματοφύλακας θέτει στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, εφόσον ζητηθεί, όλες τις πληροφορίες που απέκτησε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και οι οποίες είναι αναγκαίες για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή για τις αρμόδιες αρχές του ΟΣΕΚΑ ή της εταιρείας διαχείρισης. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση τις πληροφορίες που λαμβάνει στις αρμόδιες αρχές του ΟΣΕΚΑ και της εταιρείας διαχείρισης.»
ΑΡΘΡΟ 7 (άρθρο 1 παρ. 7 και 8 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Το άρθρο 38 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 38 Ευθύνη
1. Ο θεματοφύλακας ευθύνεται έναντι του ΟΣΕΚΑ και των μεριδιούχων του ΟΣΕΚΑ για την απώλεια, από τον ίδιο ή από τρίτο στον οποίο έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή, χρηματοπιστωτικών μέσων που τίθενται σε θεματοφυλακή σύμφωνα με την περίπτωση α) της παρ. 6 του άρθρου 36.
Στην περίπτωση απώλειας χρηματοπιστωτικού μέσου που έχει τεθεί σε θεματοφυλακή, ο θεματοφύλακας επιστρέφει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, χρηματοπιστωτικό μέσο του ίδιου είδους, ή το αντίστοιχο ποσό, στον ΟΣΕΚΑ ή στην ΑΕΔΑΚ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ ή, κατά περίπτωση, στην ΑΕΕΜΚ. Ο θεματοφύλακας δεν υπέχει ευθύνη, όταν αποδεικνύει ότι η απώλεια οφείλεται σε εξωτερικό γεγονός που εκφεύγει . του εύλογου ελέγχου του και οι συνέπειες του οποίου θα ήσαν αναπόφευκτες παρά τις εύλογες προσπάθειες του περί του αντιθέτου.
Ο θεματοφύλακας ευθύνεται επίσης έναντι του ΟΣΕΚΑ και των μεριδιούχων του ΟΣΕΚΑ για οποιεσδήποτε άλλες ζημίες υποστούν, ως αποτέλεσμα της εκ προθέσεως ή εξ αμελείας μη ορθής εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που υπέχει σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
2. Η κατά την παρ. 1 ευθύνη του θεματοφύλακα δεν επηρεάζεται από οποιαδήποτε ανάθεση πραγματοποιείται βάσει του άρθρου 36α.
3. Η ευθύνη του θεματοφύλακα που αναφέρεται στην παρ. 1 δεν αποκλείεται ούτε περιορίζεται βάσει συμφωνίας.
4. Κάθε συμφωνία που αντίκειται στην παρ. 3 είναι άκυρη.
5. Οι μεριδιούχοι του ΟΣΕΚΑ μπορούν να επικαλούνται την ευθύνη του θεματοφύλακα, άμεσα, ή έμμεσα μέσω της ΑΕΔΑΚ ή, κατά περίπτωση, της ΑΕΕΜΚ, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν οδηγεί σε αλληλεπικαλύψεις στις προσφυγές ή σε άνιση μεταχείριση των μεριδιούχων.
6. Καμία εταιρεία δεν μπορεί να λειτουργεί συγχρόνως ως ΑΕΔΑΚ ή ΑΕΕΜΚ και ως θεματοφύλακας.
7. Στο πλαίσιο των αντίστοιχων λειτουργιών τους, η ΑΕΔΑΚ ή, κατά περίπτωση, η ΑΕΕΜΚ και ο θεματοφύλακας ενεργούν με έντιμο και θεμιτό τρόπο, με επαγγελματισμό, ανεξαρτησία και μόνον προς το συμφέρον του ΟΣΕΚΑ και των μεριδιούχων του ΟΣΕΚΑ.
Ο θεματοφύλακας δεν προβαίνει σε ενέργειες σε σχέση με τον ΟΣΕΚΑ ή με την ΑΕΔΑΚ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ, οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ του ΟΣΕΚΑ, των μεριδιούχων του ΟΣΕΚΑ, ΑΕΔΑΚ και αυτού του ιδίου, εκτός αν έχει διαχωρίσει λειτουργικά και ιεραρχικά την εκτέλεση των λειτουργιών της θεματοφυλακής από τα άλλα καθήκοντά του, που ενδέχεται να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων, και εφόσον εντοπίζει, διαχειρίζεται, παρακολουθεί και γνωστοποιεί με τον κατάλληλο τρόπο στους μεριδιούχους του ΟΣΕΚΑ τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων.»
ΑΡΘΡΟ 8 (άρθρο 1 παρ. 11 Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 42 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα άρθρα 22 έως 23β εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις ΑΕΕΜΚ που δεν έχουν ορίσει εταιρία διαχείρισης κατά τις διατάξεις του παρόντος.»
ΑΡΘΡΟ 9 (άρθρο 1 παρ. 13 Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
1. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 76 του ν. 4099/2012 προστίθενται οι ακόλουθες λέξεις:
«και το στοιχείο α) της παρ. 13 του άρθρου 1 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ.»
2. Η παρ. 1 του άρθρου 77 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το περιεχόμενο της ετήσιας και της εξαμηνιαίας έκθεσης του ΟΣΕΚΑ εξειδικεύεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία ενσωματώνει το Σχέδιο Β του Παραρτήματος I της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ και το στοιχείο β) της παρ. 13 του άρθρου 1 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ.»
ΑΡΘΡΟ 10 (άρθρο 1 παρ. 14 Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
1. Το στοιχείο α) της παρ. 3 του άρθρου 80 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) την επωνυμία του ΟΣΕΚΑ και την αρμόδια αρχή αυτού».
2. Στην παρ. 4 του άρθρου 80 του ν. 4099/2012, προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
«Οι βασικές πληροφορίες για τους επενδυτές περιλαμβάνουν επίσης και δήλωση ότι οι λεπτομέρειες της επικαιροποιημένης πολιτικής αποδοχών, όπου περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων ο τρόπος υπολογισμού των αποδοχών και παροχών, η ταυτότητα των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη χορήγηση των αποδοχών και παροχών, περιλαμβανομένης της σύνθεσης της επιτροπής αποδοχών, εφόσον αυτή υπάρχει, είναι διαθέσιμες μέσω ιστότοπου (με παραπομπή στον εν λόγω ιστότοπο) και ότι μπορεί να διατεθεί, κατόπιν αιτήματος και χωρίς επιβάρυνση, αντίγραφο σε έντυπη μορφή.»
ΑΡΘΡΟ 11 (άρθρο 1 παρ. 15 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
1. Η περίπτ. δ) της παρ. 3 του άρθρου 93 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) απαιτεί
αα) τα υπάρχοντα αρχεία κίνησης δεδομένων που τηρούνται από πάροχο τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών όταν υπάρχει εύλογη υπόνοια παράβασης και όταν τα υπάρχοντα αρχεία είναι κρίσιμα για τη διερεύνηση παραβάσεων του παρόντος, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και
ββ) τις υπάρχουσες καταγραφές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ή ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή άλλα αρχεία κίνησης δεδομένων, τα οποία τηρούνται από ΟΣΕΚΑ, ΑΕΔΑΚ, ΑΕΠΕΥ/ΕΠΕΥ, θεματοφύλακες ή άλλες οντότητες σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
2. Το άρθρο 4 του ν. 2225/1994 (Α' 121) τροποποιείται ως εξής:
(α) Μετά την παρ. 1β προστίθεται παρ. 1γ ως εξής:
«1γ. Η άρση του απορρήτου είναι επίσης επιτρεπτή για τη διακρίβωση παραβάσεων του άρθρου 93α του ν. 4099/2012. (Α' 250).»
(β) Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 αντικαθίσταται ως εξής:
«Στις περιπτώσεις των παρ. 1α και 1γ την άρση μπορεί να ζητήσει και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με απόφαση της Εκτελεστικής της Επιτροπής, η οποία υποβάλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών ή τον ανακριτή, οι οποίοι την υποβάλλουν στο Συμβούλιο Εφετών.»
3. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«Στις περιπτώσεις των παρ. 1α και 1γ του άρθρου 4 τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται επιπλέον κατά τη διοικητική διαδικασία για τη διαπίστωση της παράβασης των άρθρων 3 έως 7, 29 και 30 του ν. 3340/2005 (Α'112) και του άρθρου 93α του ν. 4099/2012 (Α' 250) και επισυνάπτονται στη σχετική δικογραφία κατά τη διαδικασία ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.»
ΑΡΘΡΟ 12 (άρθρο 1 παρ. 17 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Μετά το άρθρο 93 του ν. 4099/2012 προστίθεται άρθρο 93α ως εξής:
«Άρθρο 93α Περιπτώσεις παραβάσεων
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλει τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 94 του παρόντος σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ, ιδίως δε όταν:
α) οι δραστηριότητες ενός ΟΣΕΚΑ ασκούνται χωρίς άδεια λειτουργίας, κατά παράβαση του άρθρου 4,
β) οι δραστηριότητες μιας ΑΕΔΑΚ αναλαμβάνονται χωρίς προηγούμενη άδεια, κατά παράβαση του άρθρου 14,
γ) οι δραστηριότητες μιας ΑΕΕΜΚ αναλαμβάνονται χωρίς προηγούμενη άδεια, κατά παράβαση του άρθρου 39,
δ) αποκτάται, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε ΑΕΔΑΚ ή αυξάνεται περαιτέρω η ειδική συμμετοχή σε ΑΕΔΑΚ, ούτως ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή των μεριδίων κεφαλαίου να φθάνει ή να υπερβαίνει τα όρια που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 15, χωρίς να απευθυνθεί κοινοποίηση εγγράφως στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά παράβαση της παρ. 3 του άρθρου 15 ,
ε) διατίθεται, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε ΑΕΔΑΚ ή μειώνεται ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή των μεριδίων κεφαλαίου που κατέχεται να μειωθεί σε λιγότερο από τα όρια που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 15, χωρίς να απευθυνθεί κοινοποίηση εγγράφως στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά παράβαση της παρ. 3 του άρθρου 15,
στ) ΑΕΔΑΚ αποκτά άδεια με ψευδείς δηλώσεις ή με οποιονδήποτε άλλον αντικανονικό τρόπο, κατά παράβαση της περίπτ. ε β) της παρ. 1 του άρθρου 19 ,
ζ) ΑΕΕΜΚ αποκτά άδεια με ψευδείς δηλώσεις ή με οποιονδήποτε άλλον αντικανονικό τρόπο, κατά παράβαση της περίπτ. β) της παρ. 1 του άρθρου 41,
η) ΑΕΔΑΚ, μόλις ενημερωθεί για αποκτήσεις ή εκποιήσεις συμμετοχών στο κεφάλαιο της, οι οποίες αυξάνουν ή μειώνουν τα αντίστοιχα ποσοστά συμμετοχής πέραν των ποσοστών που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 11 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ, δεν γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές τις εν λόγω αποκτήσεις ή εκποιήσεις, κατά παράβαση της παρ. 3 του άρθρου 15,
θ) ΑΕΔΑΚ δεν γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, τουλάχιστον μία φορά κατ' έτος, τα ονόματα των μετόχων που κατέχουν ειδικές συμμετοχές, καθώς και τα ποσοστά των συμμετοχών αυτών, κατά παράβαση της παρ. 3 του άρθρου 15, και
ι) ΑΕΔΑΚ δεν συμμορφώνεται με διαδικασίες και ρυθμίσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με την περίπτ. α) της παρ. 2 του άρθρου 14,
ια) ΑΕΔΑΚ δεν συμμορφώνεται με απαιτήσεις σε επίπεδο δομής και οργάνωσης που επιβάλλονται σύμφωνα με την περίπτ. β) της παρ. 2 του άρθρου 14,
ιβ) ΑΕΕΜΚ δεν συμμορφώνεται με διαδικασίες και ρυθμίσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με την περίπτ. α) της παρ. 1 του άρθρου 40,
ιγ) ΑΕΔΑΚ ή ΑΕΕΜΚ δεν συμμορφώνεται με απαιτήσεις σχετικά με την ανάθεση λειτουργιών της σε τρίτους, που επιβάλλονται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή των άρθρων 22 και 42,
ιδ) ΑΕΔΑΚ ή ΑΕΕΜΚ δεν συμμορφώνεται με κανόνες δεοντολογίας που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 22 και 42,
ιε) θεματοφύλακας δεν εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με το άρθρο 36,
ιστ) ΑΕΕΜΚ ή, για καθένα από τα αμοιβαία κεφάλαια τα οποία διαχειρίζεται, ΑΕΔΑΚ επανειλημμένως δεν τηρεί τις υποχρεώσεις της σχετικά με τις επενδυτικές πολιτικές των ΟΣΕΚΑ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 49 έως 56,
ιζ) ΑΕΔΑΚ ή ΑΕΕΜΚ δεν χρησιμοποιεί διαδικασία διαχείρισης των κινδύνων ή διαδικασία για την ακριβή και αμερόληπτη αποτίμηση της αξίας των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, όπως προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 60,
ιη) ΑΕΕΜΚ ή, για καθένα από τα αμοιβαία κεφάλαια τα οποία διαχειρίζεται, ΑΕΔΑΚ επανειλημμένως αθετεί τις υποχρεώσεις της σχετικά με την πληροφόρηση των μεριδιούχων, που προβλέπονται στα άρθρα 75 έως 84, και
ιθ) ΑΕΕΜΚ ή ΑΕΔΑΚ που διαθέτει στην αγορά μερίδια ΟΣΕΚΑ που τελεί υπό τη διαχείρισή της, σε άλλο κράτος μέλος δεν τηρεί την απαίτηση κοινοποίησης κατά την παρ. 1 του άρθρου 91.»
ΑΡΘΡΟ 13 (άρθρο 1 παρ. 16 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ και άρθρο 1 παρ. 17 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Το άρθρο 94 του ν. 4099/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 94 Κυρώσεις
1. Κάθε παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ, επισύρει τις ακόλουθες κυρώσεις και μέτρα, που επιβάλλονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς:
α) καταχώριση στο διαδικτυακό της τόπο, δημόσιας δήλωσης που κατονομάζει τον υπεύθυνο και προσδιορίζει τη φύση της παράβασης,
β) διαταγή προς το υπεύθυνο πρόσωπο για παύση της παράνομης συμπεριφοράς και παράλειψή της στο μέλλον,
γ) σε ΟΣΕΚΑ ή ΑΕΔΑΚ, αναστολή ή ανάκληση της άδειας λειτουργίας τους, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 19,
δ) σε μέλος του διοικητικού οργάνου της ΑΕΔΑΚ ή της ΑΕΕΜΚ ή άλλου υπεύθυνου φυσικού προσώπου προσωρινή απαγόρευση ή, επί επανειλημμένων σοβαρών παραβάσεων, οριστική απαγόρευση άσκησης καθηκόντων διαχείρισης σε αυτές ή σε άλλες τέτοιες εταιρείες,
ε) σε ΑΕΔΑΚ, σε θεματοφύλακα, σε νομικό πρόσωπο που διαθέτει μερίδια ΟΣΕΚΑ ή άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, σε ΑΕΕΜΚ, σε ΟΣΕΚΑ που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε κράτος - μέλος ή σε άλλον οργανισμό συλλογικών επενδύσεων οι οποίοι διαθέτουν μερίδια στην Ελλάδα, σε εταιρεία διαχείρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος και λειτουργεί στην Ελλάδα, είτε μέσω υποκαταστήματος είτε στο πλαίσιο ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και σε υποκατάστημα εταιρείας διαχείρισης τρίτου κράτους που παρέχει υπηρεσίες στην Ελλάδα, σύσταση ή πρόστιμο ύψους από χίλια (1.000) ευρώ έως πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ ή ίσο με το 10% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του νομικού προσώπου, σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο. Όταν το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική μητρικής επιχείρησης, η οποία καταρτίζει ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 135 του ν.2190/1920,ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών είναι ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ή το αντίστοιχο είδος εισοδήματος, σύμφωνα με τους τελευταίες διαθέσιμες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο της ανώτατης μητρικής επιχείρησης, ή ίσο με το διπλάσιο του οφέλους που αποκόμισε ο παραβάτης όταν το όφελος μπορεί να προσδιοριστεί, και
στ) σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου, σε διευθυντές και σε υπαλλήλους της ΑΕΔΑΚ, της ΑΕΕΜΚ, του θεματοφύλακα και του νομικού προσώπου που διαθέτει μερίδια ΟΣΕΚΑ ή άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, σε κάθε φυσικό πρόσωπο που διαθέτει μερίδια ΟΣΕΚΑ ή άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, σε κάθε πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες για λογαριασμό ΑΕΔΑΚ που λειτουργεί στην Ελλάδα, είτε μέσω υποκαταστήματος είτε στο πλαίσιο ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και σε κάθε πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες για λογαριασμό υποκαταστήματος εταιρείας διαχείρισης τρίτου κράτους που παρέχει υπηρεσίες στην Ελλάδα, που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ" εξουσιοδότηση του, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ, σύσταση ή πρόστιμο ύψους από πεντακόσια (500) ευρώ έως πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ ή ίσο με το διπλάσιο του οφέλους που αποκόμισε ο παραβάτης όταν το όφελος μπορεί να προσδιοριστεί.
2. Για την επιλογή της κύρωσης και κατά την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται ιδίως υπόψη:
α) η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης,
β) ο βαθμός ευθύνης του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου,
γ) η οικονομική ισχύς του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου, όπως προκύπτει, για παράδειγμα, από τον συνολικό κύκλο εργασιών του όταν πρόκειται για νομικό πρόσωπο ή από το ετήσιο εισόδημα του όταν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο,
δ) το ύψος των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο, καθώς και της ζημίας που προκλήθηκε σε άλλα πρόσωπα και, κατά περίπτωση, στη λειτουργία των αγορών ή στην οικονομία συνολικά, στο βαθμό που τα ανωτέρω μπορούν να προσδιορισθούν,
ε) ο βαθμός συνεργασίας του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου με την αρμόδια αρχή,
στ) προηγούμενες παραβάσεις του υπεύθυνου για την παράβαση προσώπου, και
ζ) τα μέτρα που έλαβε μετά την παράβαση το υπεύθυνο για την παράβαση πρόσωπο, ώστε να αποτραπεί η επανάληψη της παράβασης.
3. Επί μη συνεργασίας σε έρευνα που διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 93, το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει σε νομικά πρόσωπα πρόστιμο από τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ και σε φυσικά πρόσωπα πρόστιμο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ.
4. Τα πρόσωπα της παρ. 1, τα οποία παραβαίνουν εν γνώσει τους τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 και των άρθρων 59 έως και 64, 85 και 87 ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ" εξουσιοδότηση των άρθρων αυτών, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή ύψους από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) ευρώ.
5. Όποιος εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδείς δηλώσεις ή ανακοινώσεις προς το κοινό σχετικά με τα οικονομικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των αποδόσεων, ΟΣΕΚΑ ή άλλου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων, υφιστάμενου ή μη, με σκοπό να προσελκύσει σε αυτόν επενδυτές, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών 'και χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) ευρώ. Τα ανωτέρω ισχύουν και για όποιον ασκεί παράνομα επενδυτικές δραστηριότητες του παρόντος νόμου, ενώ αν το πρόσωπο αυτό είναι νομικό πρόσωπο, επιβάλλονται οι κυρώσεις της παρ. 1.»
ΑΡΘΡΟ 14 (άρθρο 1 παρ. 17 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Μετά το άρθρο 94 του ν. 4099/2012 προστίθεται άρθρο 94α, ως εξής:
«Άρθρο 94α
Δημοσίευση αποφάσεων
1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιεύει στο διαδικτυακό της τόπο τις αποφάσεις με τις οποίες επιβάλλεται διοικητική κύρωση ή μέτρο για παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και αφού έχει ήδη ενημερώσει το πρόσωπο στο οποίο έχει επιβληθεί η κύρωση ή το μέτρο σχετικά με την εν λόγω απόφαση. Η δημοσίευση περιλαμβάνει τουλάχιστον στοιχεία για το είδος και τον χαρακτήρα της παράβασης και την ταυτότητα των υπαιτίων. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατά την διερεύνηση της υπόθεσης.
Ωστόσο, αν η δημοσίευση της ταυτότητας των νομικών προσώπων ή των προσωπικών δεδομένων των φυσικών προσώπων κρίνεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως δυσανάλογη, κατόπιν κατά περίπτωση αξιολόγησης που διενεργείται σχετικά με την αναλογικότητα της δημοσίευσης αυτών των δεδομένων, ή αν η δημοσίευση θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή διεξαγόμενη έρευνα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να:
α) καθυστερεί τη δημοσίευση της απόφασης για την επιβολή κύρωσης ή μέτρου έως ότου παύσουν να υφίστανται οι λόγοι για τη μη δημοσίευση,
β) δημοσιεύει την απόφαση επιβολής κύρωσης ή μέτρου χωρίς ονόματα, κατά τρόπο σύμφωνο με την ισχύουσα νομοθεσία, εφόσον η ανώνυμη αυτή δημοσίευση εξασφαλίζει την αποτελεσματική προστασία των σχετικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ή
γ) δεν δημοσιεύει την απόφαση επιβολής κύρωσης ή μέτρου, αν θεωρείται ότι οι επιλογές που αναφέρονται στις περιπτ. α) και β) δεν επαρκούν για να διασφαλιστεί:
αα) ότι δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, και
ββ) η αναλογικότητα της δημοσίευσης των αποφάσεων αυτών στην περίπτωση μέτρων που θεωρούνται ήσσονος σημασίας.
Στην περίπτωση απόφασης για δημοσίευση χωρίς ονόματα της κύρωσης ή του μέτρου, η δημοσίευση των σχετικών δεδομένων μπορεί να αναβληθεί για εύλογο χρονικό διάστημα, αν προβλέπεται ότι μέσα στο διάστημα αυτό θα εκλείψουν οι λόγοι που δικαιολογούν τη δημοσίευση χωρίς ονόματα.
2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ σχετικά με όλες τις διοικητικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν χωρίς να δημοσιευτούν, σύμφωνα με την περίτπ. γ της παρ. 1, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών προσφυγών και της έκβασής τους.
3. Στην περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά της απόφασης επιβολής κύρωσης ή μέτρου ενώπιον των οικείων δικαστικών ή άλλων αρχών, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιεύει επίσης αμέσως στο διαδικτυακό της τόπο τα στοιχεία αυτά και τυχόν επακόλουθα στοιχεία σχετικά με την έκβαση της διαδικασίας προσφυγής. Δημοσιεύεται κάθε απόφαση που ακυρώνει προηγούμενη απόφαση επιβολής κύρωσης ή μέτρου.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διατηρεί κάθε δημοσίευση κατά το παρόν άρθρο στο διαδικτυακό της τόπο, για πέντε (5) τουλάχιστον έτη από τη δημοσίευση. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στη δημοσίευση διατηρούνται μόνο στη σελίδα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στο διαδικτυακό της τόπο για το χρονικό διάστημα που επιτρέπει η ισχύουσα νομοθεσία.
5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παρέχει ετησίως στην ΕΑΚΑΑ συγκεντρωτικές πληροφορίες σχετικά με όλες τις κυρώσεις και τα λοιπά μέτρα που επιβλήθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 19, 93 και 94.
6. Όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιεύει διοικητικές κυρώσεις ή μέτρα, αναφέρει συγχρόνως τις εν λόγω κυρώσεις ή μέτρα στην ΕΑΚΑΑ.»
ΑΡΘΡΟ 15 (άρθρο 1 παρ. 17 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Μετά το άρθρο 94α του ν. 4099/2012 προστίθεται άρθρο 94β ως εξής:
«Αρθρο 94β
Ενθάρρυνση καταγγελιών
1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθορίζονται οι μηχανισμοί και η διαδικασία για την ενθάρρυνση καταγγελιών όσον αφορά σε ενδεχόμενες ή πραγματικές παραβάσεις του παρόντος νόμου, και ιδίως:
α) ειδικές διαδικασίες για τη λήψη καταγγελιών για παραβάσεις και τη συνέχεια που δίδεται στις καταγγελίες αυτές,
β) κατάλληλη προστασία τουλάχιστον έναντι αντιποίνων, διακρίσεων ή άλλων μορφών άνισης μεταχείρισης, για εργαζομένους σε ΑΕΔΑΚ, ΑΕΕΜΚ και θεματοφυλάκων, οι οποίοι καταγγέλλουν παραβάσεις που διαπράττονται εντός των εν λόγω εταιριών, και
γ) προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο του προσώπου που καταγγέλλει τις παραβάσεις, όσο και του φυσικού προσώπου που φέρεται ότι διέπραξε παράβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2472/1997 (Α" 50).
δ) σαφείς κανόνες ώστε να εξασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα σε όλες τις περιπτώσεις σχετικά με το πρόσωπο που καταγγέλλει παράβαση, εκτός εάν η αποκάλυψη της ταυτότητας του απαιτείται από την κείμενη νομοθεσία στο πλαίσιο ερευνών ή επιγενόμενης δικαστικής διαδικασίας.
2. Η καταγγελία από υπαλλήλους των ΑΕΕΜΚ, ΑΕΔΑΚ και των θεματοφυλάκων για παραβάσεις του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ" εξουσιοδότηση του, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή την ΕΑΚΑΑ δεν αποτελεί παράβαση περιορισμού σχετικά με τη δημοσιοποίηση πληροφοριών, επιβαλλόμενου από σύμβαση ή από νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη, ούτε συνεπάγεται κανενός είδους ευθύνη για το πρόσωπο που προβαίνει στην εν λόγω γνωστοποίηση.
3. Οι ΑΕΔΑΚ, οι ΑΕΕΜΚ και οι θεματοφύλακες αυτών θεσπίζουν κατάλληλες διαδικασίες, ώστε να μπορούν οι εργαζόμενοι τους να καταγγέλλουν παραβάσεις εσωτερικά, μέσω ειδικού, ανεξάρτητου και αυτόνομου διαύλου.»
ΑΡΘΡΟ 16 (άρθρο 1 παρ. 18 της Οδηγίας 2014/91/ΕΕ)
Στο άρθρο 97 του ν. 4099/2012 προστίθεται παρ. 8 ως εξής:
«8. Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2472/1997 (Α' 50).»
ΑΡΘΡΟ 17 Μεταβατικές και τελικές διατάξεις
1. Οι ΑΕΕΜΚ ή οι ΑΕΔΑΚ που ενεργούν για λογαριασμό των ΟΣΕΚΑ τους οποίους διαχειρίζονται, οι οποίες, πριν από τις 18 Μαρτίου 2016, έχουν ορίσει ως θεματοφύλακα ίδρυμα που δεν πληροί τις απαιτήσεις της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 4099/2012, ορίζουν θεματοφύλακα που πληροί τις απαιτήσεις αυτές πριν από τις 18 Μαρτίου 2018.
2. Η προσαρμογή προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου των κανονισμών των αμοιβαίων κεφαλαίων που έχουν συσταθεί πριν από την έναρξη ισχύος αυτού, πραγματοποιείται ατελώς.
ΜΕΡΟΣ Β'
Άλλες Διατάξεις
ΑΡΘΡΟ 18 Τροποποίηση του ν. 4209/2013 (Α' 253)
Στο άρθρο 13 του ν. 4209/2013 (Α' 253) προστίθενται παρ. 5 και 6 ως εξής:
«5. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΚΑΑ τα κριτήρια βάσει των οποίων ορίζονται τα πρόσωπα που συνιστούν «ανώτερα διευθυντικά στελέχη» για τους σκοπούς της παρ. 1.
6. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΚΑΑ, τα κριτήρια του πρώτου εδαφίου της παρ. 4, ή τα ποσοτικά όρια βάσει των οποίων οι ΑΕΔΟΕΕ δεν υποχρεούνται να καταρτίζουν επιτροπή αποδοχών.»
ΑΡΘΡΟ 19 Τροποποίηση του άρθρου 78Α του ν. 1969/1991 (Α' 167)
Η παράγραφο 2 του άρθρου 78Α του ν. 1969/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η Συμβουλευτική Επιτροπή είναι οκταμελής. Τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής εκπροσωπούν την Ένωση Εισηγμένων Εταιριών (ΕΝΕΙΣΕΤ), το Σύνδεσμο Μελών του Χρηματιστηρίου Αθηνών (ΣΜΕΧΑ), την Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ), την Ένωση Θεσμικών Επενδυτών (ΕΘΕ), το Σύνδεσμο Εταιριών Διαμεσολαβητικών Υπηρεσιών Κινητών Αξιών (ΣΕΔΥΚΑ,) τον Σύνδεσμο Επενδυτών και Διαδικτύου (ΣΕΔ) και την Ένωση Ελληνικών Εταιρειών Επιχειρηματικών Κεφαλαίων. Κάθε φορέας προτείνει τον εκπρόσωπο και τον αναπληρωτή του, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Με την ίδια απόφαση ορίζεται Πρόεδρος της Επιτροπής, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ανώτερο στέλεχος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.»
ΑΡΘΡΟ 20 Δικαιοπρακτικό επιτόκιο ομολογιακών δανείων
Στα ομολογιακά δάνεια του ν. 3156/2003 (Α' 157), όπως ισχύει, που διατίθενται με δημόσια προσφορά ή με ιδιωτική τοποθέτηση σε ειδικούς επενδυτές της περίπτωσης (στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3401/2005 (Α' 257), συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ) του ν.4209/2013 (Α '253), ή που κατά τη διάθεσή τους, με δημόσια προσφορά ή ιδιωτική τοποθέτηση, προβλέπεται η εισαγωγή ή ένταξή τους προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) του ν. 3606/2007 (Α' 195), το επιτόκιο συμφωνείται ελευθέρως, χωρίς να εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις για το ανώτατο όριο επιτοκίου.
ΑΡΘΡΟ 21 Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3156/2003 (Α' 157)
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3156/2003 προστίθεται τελευταίο εδάφιο που έχει ως εξής:
«Οι ομολογίες μπορούν επίσης να αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) του ν.3606/2007 που λειτουργεί στην Ελλάδα.»
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 3156/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Εκπρόσωπος των ομολογιούχων ορίζεται πιστωτικό ίδρυμα ή Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) που παρέχει την παρεπόμενη υπηρεσία της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007, καθώς και το Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων που λειτουργεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.»
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 του ν. 3156/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Εάν οι ομολογίες είναι εισηγμένες ή ενταγμένες προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) του ν. 3606/2007, η δημοσίευση των στοιχείων της παραγράφου 2 συντελείται με τη δημοσιοποίηση αυτών μέσω του επίσημου διαδικτυακού τόπου του διαχειριστή της οργανωμένης αγοράς ή του ΠΜΔ αντίστοιχα.»
ΑΡΘΡΟ 22 Τροποποίηση του ν. 2778/1999 (Α' 295)
Η περίπτωση στ) της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ν. 2778/1999, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 του ν. 4141/2013 (Α' 81), αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των μετοχών εταιρίας εφόσον:
αα) σκοπός της εταιρίας είναι η απόκτηση, διαχείριση και εκμετάλλευση ακινήτων, περιλαμβανομένης, της διενέργειας επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία κατά την έννοια του άρθρου 22, και
ββ) σκοπός της συμμετοχής της ΑΕΕΑΠ στο κεφάλαιο της εταιρίας είναι η εφαρμογή κοινής επιχειρηματικής στρατηγικής ή στρατηγικών για την ανάπτυξη ακινήτου ή ενότητας ακινήτων ελάχιστης αξίας τουλάχιστον δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ, σύμφωνα με επενδυτικό πρόγραμμα που καταρτίζεται με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας, εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο της ΑΕΕΑΠ και κοινοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Το εν λόγω επενδυτικό πρόγραμμα, μαζί με έκθεση προόδου αυτού, εγκρίνεται ετησίως από το διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας, και η σχετική έκθεση προόδου τίθεται υπόψη του διοικητικού συμβουλίου της ΑΕΕΑΠ, που τοποθετείται σχετικώς και αξιολογεί την πρόοδο του προγράμματος. Η σχετική έκθεση αξιολόγησης του διοικητικού συμβουλίου της ΑΕΕΑΠ υποβάλλεται από την ΑΕΕΑΠ στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.»
ΑΡΘΡΟ 23 Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3401/2005 (Α' 257)
1. Στο άρθρο 1 του ν. 3401/2005, (Α' 257), όπως ισχύει, προστίθεται νέα παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Κατ' εξαίρεση μπορεί να διενεργείται δημόσια προσφορά χωρίς να απαιτείται η κατάρτιση και δημοσιοποίηση του προβλεπόμενου στην προηγουμένη παράγραφο πληροφοριακού δελτίου, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) Η προσφορά διενεργείται αποκλειστικά μέσω ηλεκτρονικού συστήματος, το οποίο διαχειρίζεται ΑΕΠΕΥ που έχει λάβει άδεια να παρέχει τουλάχιστον την επενδυτική υπηρεσία της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και την παρεπόμενη υπηρεσία της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007 (Α' 195), ΑΕΔΟΕΕ που έχει λάβει άδεια να παρέχει τις παρεπόμενες υπηρεσίες της περίπτωσης (β) της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν. 4209/2013 (Α' 253) ή πιστωτικό ίδρυμα στο πλαίσιο της επενδυτικής υπηρεσίας της λήψης και διαβίβασης εντολών. Ως ηλεκτρονικό σύστημα νοείται η ηλεκτρονική πλατφόρμα που παρουσιάζει μέσω του διαδικτύου τις επενδυτικές προτάσεις των εκδοτών και δέχεται με τον ίδιο τρόπο εντολές επενδυτών για απόκτηση κινητών αξιών.
β) Προσφέρονται κινητές αξίες των ανωτέρω εκδοτών με συνολική αξία μικρότερη από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, όριο το οποίο υπολογίζεται ανά εκδότη σε περίοδο δώδεκα μηνών.
γ) Η συμμετοχή του ιδιώτη πελάτη, κατά την έννοια της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ και σε κάθε περίπτωση το 10% του μέσου όρου των δηλωθέντων με την φορολογική δήλωση εισοδημάτων της προηγούμενης τριετίας, ανά εκδότη και των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ κατ' έτος, ανά ΑΕΠΕΥ ή ΑΕΔΟΕΕ της περίπτωσης (α) της παρούσης παραγράφου ή πιστωτικό ίδρυμα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορούν να μεταβάλλονται τα χρηματικά όρια της παρούσας. »
2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 24 ν. 3401/2005, που προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 4281/2014 (Α' 160), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Απαγορεύεται η από φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημόσια προσφορά ή διενέργεια, με οποιονδήποτε τρόπο, διαφημίσεων, γνωστοποιήσεων, δηλώσεων ή ανακοινώσεων, προς τον σκοπό της προσέλκυσης του κοινού για επένδυση χρηματικών ποσών σε κάθε είδους κινητές αξίες, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, εκτός εάν προηγουμένως, στις μεν περιπτώσεις που οι δημόσιες προσφορές για κινητές αξίες υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου, έχει χορηγηθεί έγκριση ενημερωτικού δελτίου από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, όπου απαιτείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, όπως κάθε φορά ισχύει, σε κάθε δε άλλη περίπτωση, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 6, 3 και 4 του παρόντος νόμου, έχει καταρτισθεί και δημοσιοποιηθεί πληροφοριακό δελτίο, το οποίο περιέχει τα προβλεπόμενα από την απόφαση της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, όπως αυτή κάθε φορά ισχύει, στοιχεία και πληροφορίες.»
Άρθρο 24 Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3606/2007 (Α' 195)
1. Στο άρθρο 12 του ν. 3606/2007 (Α' 195), προστίθεται παράγραφος 14, ως εξής:
«14. Οι ΑΕΠΕΥ, οι ΑΕΔΟΕΕ και τα πιστωτικά ιδρύματα της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 3401/2005 γνωστοποιούν άμεσα στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή την Τράπεζα της Ελλάδος, κατά περίπτωση, την πρόθεσή τους να διαχειριστούν ηλεκτρονικά συστήματα, μέσω των οποίων προσφέρονται κινητές αξίες με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην αυτή παράγραφο 6 του άρθρου 1 του ν. 3401/2005, υποβάλλοντας ταυτόχρονα τα σχετικά με τη δραστηριοποίηση αυτή στοιχεία και ιδίως την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου τους με την οποία αποφασίστηκε η δραστηριότητα αυτή, το νέο οργανόγραμμα, τα πρόσωπα που θα απασχολούνται και τα προσόντα τους καθώς και το αντίστοιχο τμήμα του εσωτερικού κανονισμού που περιγράφει τον τρόπο οργάνωσης, τα κριτήρια επιλογής των εκδοτών οι κινητές αξίες των οποίων θα προσφέρονται μέσω των συστημάτων τους, καθώς και τις διαδικασίες παρακολούθησης και συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 11 του άρθρου 25 του παρόντος νόμου. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η Τράπεζα της Ελλάδος κατά περίπτωση, μπορεί να αντιταχθεί σε αυτή την πρόθεσή τους, εάν κρίνει ότι δεν πληρούνται οι οργανωτικές προϋποθέσεις του άρθρου αυτού, μέσα σε διάστημα 2 μηνών από την υποβολή όλων των προβλεπόμενων στοιχείων.
Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά περίπτωση, μπορεί να εξειδικεύονται οι παραπάνω οργανωτικές προϋποθέσεις για τη λειτουργία του συστήματος, καθώς και να προσδιορίζονται τα στοιχεία που θα πρέπει να υποβάλουν οι ΑΕΠΕΥ και οι ΑΕΔΟΕΕ της παρούσης παραγράφου και τα πιστωτικά ιδρύματα για τη δραστηριότητα αυτή».
2. Στο άρθρο 25 του ν. 3606/2007, προστίθεται παράγραφος 11 ως εξής:
«11. Οι ΑΕΠΕΥ, οι ΑΕΔΟΕΕ και τα πιστωτικά ιδρύματα που διαχειρίζονται ηλεκτρονικά συστήματα μέσω των οποίων προσφέρονται κινητές αξίες, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 3401/2005, πρέπει να παρέχουν στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες πληροφόρηση για τις προσφορές αυτές, που περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:
i. πληροφορίες για τη νομική κατάσταση του εκδότη,
ii. επισκόπηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του εκδότη,
iii. πληροφορίες για πιθανά επενδυτικά σχέδια του εκδότη,
iv. πληροφορίες για τους μετόχους/εταίρους με ποσοστό πάνω από 5% και για το κεφάλαιο. Περιγραφή κάθε γνωστής στον εκδότη συμφωνίας, της οποίας η εφαρμογή θα μπορούσε, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, να επιφέρει αλλαγές όσον αφορά στον έλεγχο του εκδότη,
ν. πληροφορίες για τη διοίκηση του εκδότη,
vi. πληροφορίες για τυχόν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ διοίκησης, μετόχων του εκδότη και ΑΕΠΕΥ που παρέχει την παρεπόμενη υπηρεσία της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007, ΑΕΔΟΕΕ του άρθρου 6 παρ. 4 ν. 4209/2013 ή πιστωτικού ιδρύματος που διαμεσολαβεί,
vii. πληροφορίες για τον τόπο δημοσίευσης των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων του εκδότη (π.χ. ιστοσελίδα του εκδότη, ΓΕΜΗ, κ.τ.λ.),
viii. πληροφορίες σχετικά με τις κινητές αξίες που προσφέρονται και τους όρους της προσφοράς (π.χ. τρόπος κατανομής των κινητών αξιών σε περίπτωση υπερκάλυψης της προσφοράς, παράδοση κινητών αξίων κ.α.),
ix. περιγραφή των δικαιωμάτων (ψήφου, πληροφόρησης) που αποκτά ο επενδυτής,
x. διακριτή παράθεση των παραγόντων κινδύνου που συνδέονται με τον εκδότη, τον τομέα δραστηριότητάς του και τις κινητές αξίες που προσφέρονται,
xi. προειδοποίηση ότι η επένδυση δεν είναι άμεσα ρευστοποιήσιμη και υπάρχει ενδεχόμενο ολικής απώλειας κεφαλαίου,
xii. παράθεση των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τις παραπάνω πληροφορίες,
xiii. προειδοποίηση ότι οι παραπάνω πληροφορίες δεν εγκρίνονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις πληροφόρησης που προβλέπονται παραπάνω για τις ΑΕΠΕΥ και τις ΑΕΔΟΕΕ της παρούσης παραγράφου και τα πιστωτικά ιδρύματα, να καθορίζονται τα τεχνικά μέσα εφαρμογής τους καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»
3. Η παρ. 4 του άρθρου 36 του ν. 3606/2007, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Το μετοχικό κεφάλαιο των ΑΕΕΔ δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερο από σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να μεταβάλλεται το ποσό του προηγούμενου εδαφίου.»
4. Η περίπτ. δ της παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 3606/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Εάν το ύψος των ιδίων κεφαλαίων ΑΕΕΔ σύμφωνα με τον τελευταίο ισολογισμό της είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ.»
ΑΡΘΡΟ 25 Τροποποιήσεις του v. 3556/2007 (A' 91)
Μετά το άρθρο 5α του ν. 3556/2007 προστίθεται άρθρο 5β, ως εξής:
«Άρθρο 5β
Τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις πιστωτικών ιδρυμάτων
1. Τα πιστωτικά ιδρύματα των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά καταρτίζουν τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις για το πρώτο και το τρίτο τρίμηνο της οικονομικής χρήσης και τις δημοσιοποιούν εντός τριών (3) μηνών από τη λήξη της αντίστοιχης περιόδου. Ως αφετηρία της προθεσμίας θεωρείται η τελευταία ημέρα της περιόδου.
2. Σε περίπτωση που τα πιστωτικά ιδρύματα, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, υποχρεούνται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, η υποχρέωση της παραγράφου 1 αφορά αποκλειστικά τις ενοποιημένες τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις, που καταρτίζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται στην ενδιάμεση χρηματοοικονομική πληροφόρηση, όπως αυτά υιοθετήθηκαν με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
3. Σε περίπτωση που τα πιστωτικά ιδρύματα, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, δεν υποχρεούνται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων:
(α) εάν έχουν την καταστατική τους έδρα στην Ελλάδα, οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις καταρτίζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται στην ενδιάμεση χρηματοοικονομική πληροφόρηση, όπως αυτά υιοθετήθηκαν με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
(β) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, και εφόσον οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις δεν καταρτίζονται βάσει των παραπάνω διεθνών λογιστικών προτύπων, αυτές περιλαμβάνουν κατ' ελάχιστον:
(αα) την τριμηνιαία κατάσταση οικονομικής θέσης,
(ββ) την τριμηνιαία κατάσταση αποτελεσμάτων, καθώς και
(γγ) σχετικές επεξηγηματικές σημειώσεις.
Στην περίπτωση αυτή, κατά την κατάρτιση της τριμηνιαίας κατάστασης οικονομικής θέσης και της τριμηνιαίας κατάστασης αποτελεσμάτων, τα πιστωτικά ιδρύματα, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, ακολουθούν για την κατάρτιση και την αποτίμηση τις αρχές που ακολουθούν και για την κατάρτιση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων.
4. Προκειμένου για πιστωτικά ιδρύματα, των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά και έχουν την καταστατική τους έδρα στην Ελλάδα, οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις υπογράφονται από τους υπεύθυνους για την κατάρτιση τους και εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο του εκδότη.»
Άρθρο 26 Ρυθμίσεις για την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και τον Διεθνή Οργανισμό Χρηματοδότησης
«1. Οι συμβάσεις δανείων, πιστώσεων, εγγυήσεων ή άλλων μορφών χρηματοδότησης, στις οποίες συμβάλλεται η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ), η συμφωνία ίδρυσης της οποίας κυρώθηκε με τον ν. 1942/1991 (Α' 48), ή ο Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδότησης (ΔΟΧ), η συμφωνία ίδρυσης του οποίου κυρώθηκε με το ν.δ. 3759/1957 (Α' 191), η εξόφλησή τους, η πληρωμή τόκων ή προμηθειών επ' αυτών, τα παρεπόμενα αυτών σύμφωνα παροχής εγγυήσεως, υποθήκης, ενεχύρου ή πάσης άλλης ασφάλειας, οι εκχωρήσεις και κάθε άλλη σχετική με τις παραπάνω πράξεις των ως άνω Οργανισμών σύμβαση ή πράξη ή δικαστική ή εξώδικη ενάσκηση των συναφών δικαιωμάτων ή η εκτέλεση των αντίστοιχων υποχρεώσεων, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, δικαίωμα ή τέλος και εισφορά, συμπεριλαμβανομένων των τελών χαρτοσήμου, της εισφοράς του άρθρου 1 παρ. 3 του ν. 128/1975 (Α' 178), όπως εκάστοτε ισχύει, καθώς και από κάθε είδους ή φύσεως επιβαρύνσεις υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και γενικά υπέρ οιουδήποτε τρίτου.
2. Οι αυτές ως άνω πράξεις, διενεργούμενες από ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα προς χρηματοδότηση αυτοχρηματοδοτούμενων ή συγχρηματοδοτούμενων ή δημοσίων έργων της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του ν. 2052/1992 (Α' 94) και της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του π.δ. 60/2007(Α' 64), της παραγράφου 1 περίπτωση α του άρθρου 5 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ (EE L 94) και της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του π.δ. 166/1996 (Α' 125) και υπό την προϋπόθεση ότι τα έργα αυτά έτυχαν χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης ή τον Διεθνή Οργανισμό Χρηματοδότησης, υπάγονται, με εξαίρεση τον φόρο εισοδήματος και με την επιφύλαξη των σχετικών διατάξεων του Κώδικα ΦΠΑ, στο αυτό φορολογικό καθεστώς που απολαμβάνουν οι ΕΤΑΑ και ΔΟΧ, σύμφωνα με την παράγραφο 1».
Άρθρο 27
Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 16 της Υποπαραγράφου Δ. 12 «Καταργούμενες- Τροποποιούμενες διατάξεις» του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α'94) «Συνταξιοδοτικές διατάξεις-Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης», αντικαθίσταται ως εξής:
«Δεν θίγονται από τις κείμενες διατάξεις του παρόντος τα δάνεια που χορηγήθηκαν σε εφαρμογή των ήδη εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων, καθώς επίσης και τα δάνεια για τα οποία έχει ήδη εκδοθεί απόφαση αναγνώρισης δικαιούχου στεγαστικής συνδρομής στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων της αριθ. 33165/23.6.2006 (Β' 780) Κοινής Απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, όπως ισχύει».
Άρθρο 28 Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.
Πηγή: Taxheaven