Επιστημονική Ομάδα TaxHeaven
Με πράσινο χρώμα οι προσθήκες, με κόκκινο χρώμα οι διαγραφές και με μπλέ χρώμα οι αντικαταστάσεις. Με μωβ χρώμα οι αλλαγές, στα συγκεκριμένα σημεία, οι οποίες έγιναν με τη Λογιστική Οδηγία και δεν αναφέρονται στην ΠΟΛ 1261/2015. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΠΟΛ 1003/2014 (Πριν την
έκδοση της ΠΟΛ 1261/2015)
|
ΠΟΛ 1003/2014 (Μετά την
έκδοση της ΠΟΛ 1261/2015)
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Παράγραφος 2 (υποκείμενες οντότητες). 1.2.1 Με την παράγραφο 2 καθορίζονται οι οντότητες που υπάγονται στο
σύνολο των διατάξεων αυτού του νόμου.
Ιδιαίτερα, με την περίπτωση (γ) της παραγράφου 2 υπόκειται στις
ρυθμίσεις του νόμου και κάθε οντότητα που βάσει της φορολογικής ή
άλλης νομοθεσίας υποχρεούνται στην τήρηση
λογιστικών αρχείων |
Παράγραφος 2 (υποκείμενες οντότητες). 1.2.1 Με την παράγραφο 2 καθορίζονται οι οντότητες που υπάγονται στο σύνολο των διατάξεων αυτού του νόμου. Ιδιαίτερα, με την περίπτωση (γ) της παραγράφου 2 υπόκειται στις ρυθμίσεις του νόμου και κάθε οντότητα που βάσει της φορολογικής ή άλλης νομοθεσίας υποχρεούνται στην τήρηση λογιστικών αρχείων. |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
2.3 Η ένταξη ή αλλαγή κατηγορίας μεγέθους γίνεται όταν η οντότητα
υπερβαίνει ή παύει να υπερβαίνει για δύο συνεχόμενες χρήσεις τα όρια
μεγέθους που παρουσιάζονται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα.
|
2.3 Η ένταξη ή αλλαγή κατηγορίας μεγέθους γίνεται όταν η οντότητα
υπερβαίνει ή παύει να υπερβαίνει για δύο συνεχόμενες χρήσεις τα όρια
μεγέθους που παρουσιάζονται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα. Σημειώνεται
ότι ο μέσος όρος προσωπικού αναφέρεται σε εργαζόμενους πλήρους ημερήσιας
και ετήσιας απασχόλησης (ισοδύναμες μονάδες).
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
2.6 Σημειώνεται ότι μοναδικό κριτήριο για την ένταξη των οντοτήτων της παραγράφου
2(γ) του
άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική επιχείρηση,
κλπ.) στην κατηγορία των πολύ μικρών οντοτήτων αποτελεί ο κύκλος
εργασιών τους, με όριο το ποσό των 1.500.000 ευρώ για δύο συνεχόμενες
ετήσιες περιόδους. Δηλαδή, μια πολύ μικρή οντότητα της παραγράφου
2(γ) του
άρθρου 1 εντάσσεται στην κατηγορία των μικρών οντοτήτων (από πολύ
μικρή), όταν υπερβεί το όριο του (καθαρού) κύκλου εργασιών 1.500.000
ευρώ. Ως μικρή πλέον οντότητα, θα υποχρεούται να συντάσσει τις
καταστάσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 16, δηλαδή θα συντάσσει επιπλέον
και Ισολογισμό, και εκ του λόγου αυτού οφείλει να χρησιμοποιεί
διπλογραφικό λογιστικό σύστημα, σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου
3. Διευκρινίζεται ότι η οντότητα αυτή θα συνεχίσει να θεωρείται ως μικρή
οντότητα με βάση αποκλειστικά το κριτήριο της παραγράφου 3 (υπέρβαση
καθαρού κύκλου εργασιών 1.500.000 ευρώ), έστω και εάν τα άλλα δύο
κριτήρια είναι κατώτερα των ορίων των πολύ μικρών οντοτήτων της
παραγράφου 2 του άρθρου 2 (σύνολο ενεργητικού ≤350.000
και μέσος όρος προσωπικού ≤50). Τούτο προκύπτει με σαφήνεια από την παράγραφο 4 του άρθρου 2. Ομοίως, η οντότητα αυτή, εάν έχοντας ενταχθεί στην κατηγορία των μικρών οντοτήτων (από πολύ μικρή), πάψει να υπερβαίνει το όριο του καθαρού κύκλου εργασιών 1.500.000 ευρώ για δύο συνεχόμενες περιόδους, θα κατέβει κατηγορία μεγέθους (θα γίνει και πάλι πολύ μικρή), έστω και εάν τα άλλα δύο κριτήρια υπερβαίνουν τα όρια της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Ν. 4308/2014 (σύνολο ενεργητικού >350.000 και καθαρός κύκλος εργασιών >700.000). |
2.6 Σημειώνεται ότι μοναδικό κριτήριο για την ένταξη των οντοτήτων της παραγράφου
2(γ) του
άρθρου 1 (ετερόρρυθμη εταιρεία, ομόρρυθμη εταιρεία, ατομική επιχείρηση,
κλπ.) στην κατηγορία των πολύ μικρών οντοτήτων αποτελεί ο κύκλος
εργασιών τους, με όριο το ποσό των 1.500.000 ευρώ για δύο συνεχόμενες
ετήσιες περιόδους. Δηλαδή, μια πολύ μικρή οντότητα της παραγράφου
2(γ) του
άρθρου 1 εντάσσεται στην κατηγορία των μικρών οντοτήτων (από πολύ
μικρή), όταν υπερβεί το όριο του (καθαρού) κύκλου εργασιών 1.500.000
ευρώ. Ως μικρή πλέον οντότητα, θα υποχρεούται να συντάσσει τις
καταστάσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 16, δηλαδή θα συντάσσει επιπλέον
και Ισολογισμό, και εκ του λόγου αυτού οφείλει να χρησιμοποιεί
διπλογραφικό λογιστικό σύστημα, σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου
3. Διευκρινίζεται ότι η οντότητα αυτή θα συνεχίσει να θεωρείται ως μικρή
οντότητα με βάση αποκλειστικά το κριτήριο της παραγράφου 3 (υπέρβαση
καθαρού κύκλου εργασιών 1.500.000 ευρώ), έστω και εάν τα άλλα δύο
κριτήρια είναι κατώτερα των ορίων των πολύ μικρών οντοτήτων της
παραγράφου 2 του άρθρου 2 (σύνολο ενεργητικού ≤350.000
και μέσος όρος προσωπικού ≤10). Τούτο προκύπτει με σαφήνεια από την παράγραφο 4 του άρθρου 2. Ομοίως, η οντότητα αυτή, εάν έχοντας ενταχθεί στην κατηγορία των μικρών οντοτήτων (από πολύ μικρή), πάψει να υπερβαίνει το όριο του καθαρού κύκλου εργασιών 1.500.000 ευρώ για δύο συνεχόμενες περιόδους, θα κατέβει κατηγορία μεγέθους (θα γίνει και πάλι πολύ μικρή), έστω και εάν τα άλλα δύο κριτήρια υπερβαίνουν τα όρια της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Ν. 4308/2014 (σύνολο ενεργητικού >350.000 και μέσος όρος προσωπικού >10). |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
2.12 Αν η περίοδος (διαχειριστική χρήση ή φορολογικό έτος) είναι μικρότερη του 12μήνου (πχ. έναρξη κατά τη διάρκεια της περιόδου), ο κύκλος εργασιών για την κατάταξη στις προαναφερόμενες κατηγορίες οντοτήτων βρίσκεται με αναγωγή σε ετήσια βάση. Διευκρινίζεται ότι χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών ή μεγαλύτερο λογίζεται ως μήνας, ενώ χρονικό διάστημα μικρότερο των 15 ημερών δεν λαμβάνεται υπόψη. Στην περίπτωση που η οντότητα λειτούργησε στην πρώτη ετήσια περίοδο για χρονικό διάστημα μικρότερο των τεσσάρων μηνών, δεν γίνεται αναγωγή σε ετήσια βάση για το διάστημα αυτό. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή η ένταξη σε κατηγορία γίνεται με βάση τις επόμενες δύο πλήρεις ετήσιες περιόδους. | 2.12 Αν η περίοδος (διαχειριστική χρήση ή φορολογικό έτος) είναι μικρότερη του 12μήνου (πχ. έναρξη κατά τη διάρκεια της περιόδου), ο κύκλος εργασιών για την κατάταξη στις προαναφερόμενες κατηγορίες οντοτήτων βρίσκεται με αναγωγή σε ετήσια βάση. Διευκρινίζεται ότι χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών ή μεγαλύτερο λογίζεται ως μήνας, ενώ χρονικό διάστημα μικρότερο των 15 ημερών δεν λαμβάνεται υπόψη, αλλά κατά πάγια πρακτική προσμετρείται το σύνολο του κύκλου εργασιών για την αναγωγή σε ετήσια βάση. Στην περίπτωση που η οντότητα λειτούργησε στην πρώτη ετήσια περίοδο για χρονικό διάστημα μικρότερο των τεσσάρων μηνών, δεν γίνεται αναγωγή σε ετήσια βάση για το διάστημα αυτό. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή η ένταξη σε κατηγορία γίνεται με βάση τις επόμενες δύο πλήρεις ετήσιες περιόδους. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Παράγραφος 10 4.10.1 Δεν απαιτείται η τήρηση ξεχωριστού αρχείου για τις πληροφορίες του άρθρου 4, όταν οι ίδιες πληροφορίες είναι διαθέσιμες από άλλα αρχεία που τηρεί η οντότητα ή από συνδυασμό αρχείων. Λοιπές επεξηγήσεις 4.1 Σημειώνεται ότι οι οντότητες της περίπτωσης 2(γ) του άρθρου 1 που, σύμφωνα με το νόμο, συντάσσουν μόνο κατάσταση αποτελεσμάτων (απαλλασσόμενες από την υποχρέωση σύνταξης ισολογισμού), δεν έχουν υποχρέωση τήρησης των αρχείων των παραγράφων 6 (Αρχείο λοιπών περιουσιακών στοιχείων), 7 (Αρχείο λογαριασμών καθαρής θέσης) και 8 (Αρχείο λογαριασμών υποχρεώσεων) του παρόντος άρθρου.
|
Παράγραφος 10 4.10.1 Δεν απαιτείται η τήρηση ξεχωριστού αρχείου για τις πληροφορίες του άρθρου 4, όταν οι ίδιες πληροφορίες είναι διαθέσιμες από άλλα αρχεία που τηρεί η οντότητα ή από συνδυασμό αρχείων. Λοιπές επεξηγήσεις επί του άρθρου 4.1 Σημειώνεται ότι οι οντότητες της περίπτωσης 2(γ) του άρθρου 1 που, σύμφωνα με το νόμο, δύνανται να συντάσσουν μόνο κατάσταση αποτελεσμάτων (απαλλασσόμενες από την υποχρέωση σύνταξης ισολογισμού), δεν έχουν υποχρέωση τήρησης των αρχείων των παραγράφων 6 (Αρχείο λοιπών περιουσιακών στοιχείων), 7 (Αρχείο λογαριασμών καθαρής θέσης) και 8 (Αρχείο λογαριασμών υποχρεώσεων) του παρόντος άρθρου. 4.2 Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση έντοκων απαιτήσεων ή υποχρεώσεων η οντότητα έχει υποχρέωση να τεκμηριώνει επαρκώς τους προκύπτοντες τόκους (που καταχωρούνται στο βιβλίο εσόδων-εξόδων), χωρίς ωστόσο να υπάρχει υποχρέωση καταχώρησης των σχετικών απαιτήσεων ή υποχρεώσεων στο βιβλίο αυτό. Για παράδειγμα, σε περίπτωση δανείου, η φύλαξη του extrait της τράπεζας και της σχετικής σύμβασης είναι επαρκής τεκμηρίωση των τόκων που έχει χρεώσει η τράπεζα και τους οποίους η οντότητα οφείλει να καταχωρήσει στα βιβλία της.
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
5.8.8 Η παράγραφος 9 καθορίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που θέτει η παράγραφος 8 για τις δικλίδες παρακολούθησης των αποθεμάτων. Συγκεκριμένα, η παράγραφος 9 ορίζει ότι εκπληρώνεται η υποχρέωση της παραγράφου 8 όταν η οντότητα τηρεί με τάξη, πληρότητα και ορθότητα τα παραστατικά στοιχεία διακίνησης ή τα τιμολόγια πώλησης ή τις αποδείξεις λιανικής πώλησης, κατά περίπτωση, που εκδίδει ή λαμβάνει για τις σχετικές διακινήσεις των αγαθών, ώστε η οντότητα να είναι σε θέση να τεκμηριώνει οποτεδήποτε τις διακινήσεις αυτών. Συνεπώς, δεν γεννάται υποχρέωση ενημέρωσης ή τήρησης ιδιαίτερου αρχείου για τα διακινούμενα αγαθά κατά ποσότητα ή και αξία («βιβλίο αποθήκης»). Φυσικά, κάθε οντότητα δύναται (δεν υποχρεούται) να τηρεί ηλεκτρονικό ή χειρόγραφο αρχείο ποσοτικής διακίνησης των αποθεμάτων για διαχειριστικούς σκοπούς. | 5.9.1 Η παράγραφος 9 καθορίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που θέτει η παράγραφος 8 για τις δικλίδες παρακολούθησης των αποθεμάτων. Συγκεκριμένα, η παράγραφος 9 ορίζει ότι εκπληρώνεται η υποχρέωση της παραγράφου 8 όταν η οντότητα τηρεί με τάξη, πληρότητα και ορθότητα τα παραστατικά στοιχεία διακίνησης ή τα τιμολόγια πώλησης ή τις αποδείξεις λιανικής πώλησης, κατά περίπτωση, που εκδίδει ή λαμβάνει για τις σχετικές διακινήσεις των αγαθών, ώστε η οντότητα να είναι σε θέση να τεκμηριώνει οποτεδήποτε τις διακινήσεις αυτών. Συνεπώς, δεν γεννάται υποχρέωση ενημέρωσης ή τήρησης ιδιαίτερου αρχείου για τα διακινούμενα αγαθά κατά ποσότητα ή και αξία («βιβλίο αποθήκης»). Φυσικά, κάθε οντότητα δύναται (δεν υποχρεούται) να τηρεί ηλεκτρονικό ή χειρόγραφο αρχείο ποσοτικής διακίνησης των αποθεμάτων για διαχειριστικούς σκοπούς. Το ότι ο νόμος δεν επιβάλλει νομική υποχρέωση για τήρηση «βιβλίου αποθήκης» προκύπτει από το γεγονός ότι η παράγραφος 9 εξειδικεύει με σαφήνεια τον τρόπο εκπλήρωσης της γενικής υποχρέωσης της παραγράφου 8 και επιβεβαιώνεται από σχετική ρητή αναφορά στην αιτιολογική έκθεση του νόμου. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Οι παράγραφοι 5.8.9 έως 5.8.11 αναριθμούνται σε 5.9.2 έως 5.9.4,
αντίστοιχα. |
|||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Άρθρο 6: Χρόνος ενημέρωσης λογιστικών αρχείων
|
Άρθρο 6: Χρόνος ενημέρωσης λογιστικών αρχείων
6.1.4 Διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται καταχώρηση στα λογιστικά βιβλία κατά τη διάρκεια της περιόδου, του κόστους κτήσης των αποθεμάτων, κατά την με οποιοδήποτε τρόπο ανάλωσή τους (πώληση, δωρεάν παράδοση, καταστροφές κλπ). Το κόστος κτήσης των αναλωθέντων αποθεμάτων της περιόδου, συμπεριλαμβανομένων των καταστροφών ή απωλειών, μπορεί να προσδιορίζεται συγκεντρωτικά, από τα στοιχεία των τηρούμενων αρχείων, μέχρι την ημερομηνία ολοκλήρωσης της σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Άρθρο 11: Χρόνος έκδοσης τιμολογίου (για χονδρικές πωλήσεις) Παράγραφος 1 11.1.1 Με την παράγραφο αυτή εισάγεται η έννοια της γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης του τιμολογίου. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι η υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου γεννάται κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η αποστολή ή η παράδοση των αγαθών ή των υπηρεσιών. Σημειώνεται ότι ο χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου διαφοροποιείται από την προθεσμία έκδοσης του εν λόγω τιμολογίου, η οποία καθορίζεται στην παράγραφο 2, αναλυτικά για κάθε περίπτωση πώλησης. 11.1.2 Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου αποσυνδέεται από την εφαρμογή της αρχής του δεδουλευμένου σχετικά με την αναγνώριση των πωλήσεων. Δηλαδή, η υποχρέωση αναγνώρισης των εσόδων είναι θέμα πραγματικών περιστατικών σύμφωνα με τα σχετικά κριτήρια αναγνώρισης (π.χ. παράδοση αγαθών, παροχή υπηρεσίας) και δεν προϋποθέτει την έκδοση τιμολογίου η οποία μπορεί και να γίνεται σε μεταγενέστερο χρόνο. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης των λογιστικών βιβλίων (απλογραφικό ή διπλογραφικό λογιστικό σύστημα). 11.1.3 Είναι σαφές από το νόμο, σύμφωνα και με την Οδηγία 2006/112/ΕΕ, ότι το τιμολόγιο φέρει την ημερομηνία στην οποία εκδόθηκε. |
Άρθρο 11: Χρόνος έκδοσης τιμολογίου (για χονδρικές πωλήσεις) Παράγραφος 1 11.1.1 Με την παράγραφο αυτή εισάγεται η έννοια της γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης του τιμολογίου. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι η υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου γεννάται κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η αποστολή ή η παράδοση των αγαθών ή των υπηρεσιών. Σημειώνεται ότι ο χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου διαφοροποιείται από την προθεσμία έκδοσης του εν λόγω τιμολογίου, η οποία καθορίζεται στην παράγραφο 2, αναλυτικά για κάθε περίπτωση πώλησης. Σημειώνεται ότι ο καθοριζόμενος, για κάθε μία περίπτωση, χρόνος έκδοσης του τιμολογίου από το νόμο δεν είναι δυνατόν να παραταθεί από συμφωνία, έγγραφη ή προφορική, των εμπλεκόμενων μερών. 11.1.2 Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου αποσυνδέεται από την εφαρμογή της αρχής του δεδουλευμένου σχετικά με την αναγνώριση των πωλήσεων. Δηλαδή, η υποχρέωση αναγνώρισης των εσόδων είναι θέμα πραγματικών περιστατικών σύμφωνα με τα σχετικά κριτήρια αναγνώρισης (π.χ. παράδοση αγαθών, παροχή υπηρεσίας) και δεν προϋποθέτει την έκδοση τιμολογίου η οποία μπορεί και να γίνεται σε μεταγενέστερο χρόνο. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης των λογιστικών βιβλίων (απλογραφικό ή διπλογραφικό λογιστικό σύστημα). 11.1.3 Είναι σαφές από το νόμο, σύμφωνα και με την Οδηγία 2006/112/ΕΕ, ότι το τιμολόγιο φέρει την ημερομηνία στην οποία εκδόθηκε. |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Παράγραφος 2
Παράδειγμα 11.2.1 - Χρόνος έκδοσης τιμολογίου σε συνεχιζόμενη υπηρεσία |
Παράγραφος 2
Η αναφορά στο νόμο σε «μέρος της αμοιβής που
καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή
το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί», υποδηλώνει ότι, βάσει της
σχετικής σύμβασης (προφορικής ή έγγραφης) των δύο μερών, γίνεται δεκτή
τμηματική ολοκλήρωση της υπηρεσίας. Η περίπτωση αυτή δεν πρέπει να
συγχέεται με την περίπτωση στην οποία:
Παράδειγμα 11.2.1 - Χρόνος έκδοσης τιμολογίου σε συνεχιζόμενη υπηρεσία Παράδειγμα 11.2.2 - Χρόνος έκδοσης παραστατικού πώλησης σε συνεχιζόμενη υπηρεσία.
Μαθητής εγγράφεται σε εκπαιδευτήριο για να
παρακολουθήσει την 2α Γυμνασίου στις 5 Σεπτεμβρίου 20Χ1 με συνολικό
κόστος ευρώ 10.000. Βάσει της σύμβασης, ο μαθητής καταβάλλει έναντι του
συνολικού τιμήματος ευρώ 1.000 με την εγγραφή, ευρώ 3.000 στις 30
Νοεμβρίου, ευρώ 3.000 στις 10 Μαρτίου, ευρώ 1.000 στις 5 Μαΐου και ευρώ
2.000 στις 20 Ιουνίου.
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
11.2.10 Για το πιστωτικό τιμολόγιο, δεν
ορίζεται ρητά από τις παρούσες διατάξεις χρόνος έκδοσης αυτού. Ωστόσο,
ισχύουν κατ’ αναλογία τα αναφερόμενα στο χρόνο έκδοσης του τιμολογίου
και ειδικότερα: |
11.2.10 Για το πιστωτικό τιμολόγιο, όπως
και για τα παραστατικά της παραγράφου 10 του άρθρου 8 του νόμου αυτού
(λ.χ. «τίτλος κτήσης», απόδειξη δαπάνης κλπ,) που εκδίδονται για την
τεκμηρίωση συναλλαγής της υποκείμενης στο νόμο οντότητας με πρόσωπα μη
υπόχρεα σε έκδοση τιμολογίου, δεν
ορίζεται ρητά από τις παρούσες διατάξεις χρόνος έκδοσης αυτού. Ωστόσο,
ισχύουν κατ’ αναλογία τα αναφερόμενα στο χρόνο έκδοσης του τιμολογίου
και ειδικότερα:
δ)
Τα παραστατικά της παραγράφου 10 του άρθρου 8 του νόμου («τίτλος
κτήσης», απόδειξη δαπάνης κλπ.) εκδίδονται, από την οντότητα που
συναλλάσσεται ως αγοραστής με πρόσωπα μη υπόχρεα σε έκδοση τιμολογίου,
στο χρόνο που ορίζεται από το νόμο για τα εκδιδόμενα για τις συναλλαγές
αυτές τιμολόγια, όταν ο συμβαλλόμενος είναι υπόχρεος σε έκδοση
τιμολογίου. Ως ενδεικτικές περιπτώσεις, για τις οποίες εκδίδεται
παραστατικό κατά τα ανωτέρω, είναι η καταβολή αμοιβών σε εισηγητές
σεμιναρίων, συγγραφείς δημόσιους ή ιδιωτικούς υπαλλήλους ή συνταξιούχους
κ.λπ. ε) Τα παραστατικά που εκδίδει, σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 8, υποκείμενη στο νόμο οντότητα όταν συναλλάσσεται ως αγοραστής με οντότητα η οποία επίσης υπόκειται στο νόμο αλλά για οποιοδήποτε λόγο δεν εκδίδει τιμολόγιο πώλησης, εκδίδονται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα από τη διαπίστωση της άρνησης έκδοσης. Δηλαδή, για παράδειγμα, εάν η πωλήτρια οντότητα δεν εκδώσει το τιμολόγιο πώλησης μέχρι την 15η Σεπτεμβρίου 20Χ1, η αγοράστρια οντότητα οφείλει να εκδώσει το προβλεπόμενο παραστατικό («τίτλος κτήσης», απόδειξη δαπάνης κλπ.) για την τεκμηρίωση της συναλλαγής μέχρι την 15η Οκτωβρίου 20Χ1.
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Παράγραφος 6 |
Παράγραφος 6
30.7.1 Με την παράγραφο 7 [περιπτώσεις (α) έως (γ)] παρέχονται
απλοποιήσεις και απαλλαγές για τις πολύ μικρές οντότητες των παραγράφων
2(α) και 2(β) του άρθρου 1 (Α.Ε., Ε.Π.Ε., Ι.Κ.Ε., κλπ.) που κάνουν χρήση
της επιλογής της παραγράφου 7 του άρθρου 16 (σύνταξη συνοπτικού
Ισολογισμού και συνοπτικής Κατάστασης Αποτελεσμάτων). 30.7.2 Οίκοθεν νοείται ότι οι πρόνοιες της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου ισχύουν και για εκείνες τις πολύ μικρές οντότητες των περιπτώσεων (α), (β) και (γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 1, που επιλέγουν προαιρετικά να συντάξουν πλήρεις και όχι συνοπτικές καταστάσεις (Ισολογισμό και Κατάσταση Αποτελεσμάτων), χωρίς να υποχρεούνται.
|