ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ-ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ στο Σχέδιο Νόμου «ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ» ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Άρθρο 1
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις προβλέπονται περιοριστικά περιπτώσεις άρσης του
φορολογικού απορρήτου.
Άρθρο 2
Με την προτεινόμενη ρύθμιση η διάταξη για τη ρύθμιση ζητημάτων ευθύνης των
οργάνων της Φορολογικής Διοίκησης τίθεται ως αυτοτελής διάταξη, εκτός του άρθρου
26 του κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, στο οποίο είχε εισαχθεί εκ παραδρομής με
το άρθρο 61 του ν. 4342/15 και γίνονται αναγκαίες νομοτεχνικές διορθώσεις
συνεπεία της μεταβολής αυτής.
Άρθρο 3
Με την εν λόγω διάταξη ορίζεται η θητεία του ΓΓΔΕ που θα επιλεγεί και θα
διορισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4093/2012 στοιχ.5, Υποπαράγρ. Ε2, της
παραγρ. Ε, του άρθ. Πρώτου μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Άρθρο 4
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 της προτεινόμενης διάταξης αντικαθίσταται η
περίπτωση δ' του άρθρου 8 του ν. 4321/2015, ώστε η ρύθμιση του ως άνω νόμου να
απόλλυται, εάν ο οφειλέτης δεν εξοφλεί τις νέες οφειλές του, εντός της νόμιμης
προθεσμίας καταβολής τους. Κατ' εξαίρεση, και μέχρι τις 31.12.2017, η ρύθμιση
δεν απόλλυται, εάν οι οφειλές εξοφληθούν εντός τριάντα (30) ημερών από την
ημερομηνία που καθίστανται ληξιπρόθεσμες, για το χρονικό διάστημα από τις
15.12.2015 μέχρι τις 30.6.2016, και εντός δεκαπέντε (15) ημερών, για το χρονικό
διάστημα από τις 1.7.2016 και μέχρι τις 31.12.2017. Πέραν των ανωτέρω, για το
χρονικό διάστημα από 1.1.2017 μέχρι 31.12.2017, η ρύθμιση απόλλυται εάν ο
οφειλέτης καθυστερήσει την εξόφληση νέων οφειλών και δεν έχει παρέλθει εξάμηνο
από την προηγούμενη καθυστερημένη εξόφληση. Από την 1.1.2018, προϋπόθεση για τη
διατήρηση της ρύθμισης είναι η εξόφληση των νέων οφειλών εντός της νόμιμης
προθεσμίας καταβολής τους. Σε κάθε περίπτωση, εντούτοις, η ρύθμιση του ν.
4321/2015 διατηρείται εάν οι νέες οφειλές είναι σε αναστολή ή ρυθμίζονται μετά
από αίτηση του οφειλέτη, η οποία υποβάλλεται πριν οι οφειλές καταστούν
ληξιπρόθεσμες. Εφόσον οι νέες οφειλές με τις εντός ρύθμισης υπερβαίνουν σε
σύνολο τις 50.000 ευρώ η ρύθμιση των νέων οφειλών χορηγείται μόνον εφόσον ο
οφειλέτης αποδεικνύει οικονομική αδυναμία για την καταβολή τους εντός της
νόμιμης προθεσμίας. Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για νέες οφειλές που η νόμιμη
προθεσμία καταβολής τους λήγει μετά τις 15.12.2015.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 της προτεινόμενης διάταξης τροποποιείται η
παράγραφος 11 του άρθρου 51 του ν. 4305/2014, ώστε να προβλέπεται και για τη
ρύθμιση του νόμου αυτού ως λόγος απώλειας η μη εξόφληση των νέων οφειλών του
ακριβώς κατά τα οριζόμενα ως άνω για τη ρύθμιση του ν. 4321/2015.
Άρθρο 5
Α. Γενικό μέρος:
Μετά την ψήφιση των διατάξεων που διέπουν τη λειτουργία του Ταμείου
Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ενόψει της άμεσης εφαρμογής τους κρίνεται
αναγκαία η αποσαφήνιση συγκεκριμένων διατάξεων για λόγους νομικής ασφάλειας ενώ
παράλληλα, προωθείται η επικαιροποίηση και άλλων διατάξεων του ίδιου νόμου,
καθώς και άλλων νομοθετημάτων που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το Ταμείο, για
να διασφαλιστεί ένα συνεκτικό πλαίσιο ρυθμίσεων που θα επιτρέψει στο μέλλον και
την κωδικοποίησή του.
Β. Επί των επιμέρους διατάξεων:
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, τροποποιούνται διατάξεις του ν. 3864/2010 και
ιδίως αποσαφηνίζονται ή διορθώνονται κυρίως λεκτικά, υφιστάμενες διατάξεις.
Έτσι, με την παρ. 1 διορθώνεται εσφαλμένη ενδοπαραπομπή του νόμου στην ορθή
παράγραφο. Με την παρ. 2 αποσαφηνίζεται ότι το Ταμείο συνάπτει συμφωνίες-πλαίσιο
με τα πιστωτικά ιδρύματα, όχι μόνο στην περίπτωση που κατέχει μετοχές τους αλλά
και στην περίπτωση, που λόγω προηγούμενης λήψης κρατικής ενίσχυσης, τα εν λόγω
ιδρύματα έχουν σε ισχύ σχέδια αναδιάρθρωσης εγκεκριμένα από την Ευρωπαϊκή
Επιτροπή, την εφαρμογή των οποίων παρακολουθεί το Ταμείο.
Με την παρ. 3, αποσαφηνίζεται ότι η μεταφορά των περιουσιακών στοιχείων του
Ταμείου γίνεται σε ανεξάρτητο φορέα, διακριτό από το νομικό πρόσωπο του
Ελληνικού Δημοσίου. Η διάκριση αυτή είναι αναγκαία, καθώς το Ταμείο έχει οριστεί
εγγυητής έναντι του ΕΤΧΣ βάσει της δεύτερης δανειακής σύμβασης, σχέδιο της
οποίας κυρώθηκε με το ν. 4060/2012 και κατά συνέπεια, η ταύτιση του εγγυητή και
του δανειζόμενου θα επέφερε απόσβεση της εγγυητικής ευθύνης. Επίσης, βάσει της
δανειακής σύμβασης που κυρώθηκε με το ν. 4336/2015, ο ΕΣΜ έχει το δικαίωμα να
συστήσει ενέχυρο επί των μετοχών που αγοράζει το Ταμείο, στο πλαίσιο της
ανακεφαλαιοποίησης. Για το λόγο αυτό, προβλέπεται ότι εφόσον, δεν υφίστανται
πλέον αντίστοιχα δικαιώματα, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων διαδικασιών
εκκκαθάρισης του Ταμείου, τα περιουσιακά του στοιχεία περιέρχονται στο Ελληνικό
Δημόσιο.
Με την παρ. 4. αποσαφηνίζεται ότι η Επιτροπή Επιλογής συστήνεται με το άρθρο
4Α (ενώ συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, όπως προβλέπεται στο
οικείο άρθρο).
Με τις παραγράφους 5 και 6 διορθώνονται τα κριτήρια επιλεξιμότητας των μελών του
Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής και ειδικότερα, προσδιορίζεται
ότι απαιτείται οριστική απόφαση καταδίκης ενώ διαγράφεται η περίπτωση δ (πρόσωπα
που έχουν υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα) λόγω της δυσχερούς εφαρμογής και ασάφειας
που στην πράξη παραπέμπει στην προηγούμενη περίπτωση γ.
Με την παράγραφο 7 τίθεται περιορισμός στην πολιτική αποδοχών του προσωπικού του
Ταμείου, ώστε αυτή να συναρτάται με αντίστοιχες αποδοχές στελεχών ίδιων
προσόντων στον τραπεζικό τομέα.
Με την παράγραφο 8 γίνεται μια νομοτεχνκή βελτίωση στο άρθρο 4 Α με το οποίο
συστήνεται
Επιτροπή Επιλογής των μελών των οργάνων διοίκησης του Ταμείου, ενώ με τις
παραγράφους 9,10,11 και 12 γίνονται οι αναγκαίες προσαρμογές -τροποποιήσεις στα
κριτήρια επιλεξιμότητας, σε αντιστοιχία με τα ισχύοντα για την επιλεξιμότητα των
μελών του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής.
Με την παράγραφο 13 επαναδιατυπώνονται τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 6
του άρθρου 4 Α για να είναι απολύτως σαφής και η διαδικασία επιλογής αλλά και ο
ρόλος της Επιτροπής Επιλογής τόσο ως προς τα υφιστάμενα μέλη όσο και ως προς τα
τυχόν νέα.
Με τις παραγράφους 14 και 15 γίνονται νομοτεχνικές βελτιώσεις (γραμματικές και
συντακτικές).
Με την παράγραφο 16 αντικαθίσταται η περίπτωση γ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 Α
(για λόγους σαφήνειας). Ουσιαστικά, αφαιρείται η αναφορά στην ονομαστική αξία
των κεφαλαιακών μέσων που μετατρέπονται υποχρεωτικά σε κοινές μετοχές, καθώς η
σχετική αναφορά στερείται νοήματος στην περίπτωση αυτή.
Με την παρ. 17 αντικαθίσταται η αναφορά σε ελεγκτή στο ορθό «εκτιμητή», καθώς
η όλη διαδικασία αφορά αποτίμηση, ενώ με την παρ. 18 αντικαθίσταται η λέξη «
αναδιάρθρωση « με τη λέξη « αναδιοργάνωση» που είναι η ορθή χρήση του όρου του
ν. 3458/2006. Προστίθεται, περισσότερο για λόγους συνέπειας, η αναφορά και στην
οδηγία 2001/24, η οποία ενσωματώθηκε με το νόμο αυτό.
Στην παρ. 19 γίνεται αναδιατύπωση του εδαφίου προς αποφυγή παρανοήσεων για
την αληθή έννοια της διάταξης και την ορθή εφαρμογή της.
Ομοίως, με την παρ. 20 γίνεται νομοτεχνική βελτίωση για την ενιαία χρήση του
σχετικού όρου σε όλο το κείμενο.
Με τις παραγράφους 22 και 23 προστίθενται, για λόγους πληρότητας, στις
ημερομηνίες που συντέμνονται βάσει του παρόντος νόμου και οι προθεσμίες άσκησης
των δικαιωμάτων προαίρεσης υπέρ των παλαιών μετόχων, εφόσον αυτά ασκούνται.
Παράλληλα, παρέχεται η δυνατότητα ανάκλησης παλαιότερων αποφάσεων Γενικών
συνελεύσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων για αύξηση ή μείωση μετοχικού κεφαλαίου που
ακόμη εκκρεμούν, καθώς δεν έχει παρέλθει ο προβλεπόμενος χρόνος υλοποίησής τους,
σύμφωνα με τις συντετμημένες προθεσμίες του νόμου του ΤΧΣ, εφόσον το πιστωτικό
ίδρυμα συγκαλέσει Γενική Συνέλευση επικαλούμενο τη σχετική νομοθεσία.
Με τις παραγράφους 24 και 25 γίνονται συντακτικές και γραμματικές διορθώσεις
(και διαγραφές).
Με τις παραγράφους 26 και 27 τροποποιούνται οι διατάξεις του άρθρου 8 του
ν.3864/2010 που αφορούν τον τρόπο διάθεσης των μετοχών του Ταμείου. Ειδικότερα,
το διάστημα εντός του οποίου πρέπει να διατεθούν οι μετοχές που κατέχει το
Ταμείο ορίζεται η πενταετία από την έναρξη ισχύος του ν. 4340/2015. Το Ταμείο,
κατά την πώληση των μετοχών πρέπει να διασφαλίζει ότι η τιμή διάθεσης εξυπηρετεί
το δημόσιο συμφέρον, προς χάριν του οποίου λειτουργεί όπως προβλέπεται στο σκοπό
του. Σε κάθε περίπτωση, ειδικά στις πωλήσεις πακέτων μετοχών, προκειμένου να
διασφαλιστεί ότι η τιμή διάθεσης είναι ικανοποιητική και για την αποφυγή
φαινομένων ασύμφορων πωλήσεων (fire sales), ο Υπουργός Οικονομικών έχει το
δικαίωμα να ασκήσει βέτο σε απόφαση του Ταμείου όταν η προτεινόμενη τιμή πώλησης
βρίσκεται εκτός του εύρους που προσδιορίζουν οι σχετικές εκθέσεις αποτίμησης.
Με την παράγραφο 28 τροποποιούνται διατάξεις που αφορούν τον τρόπο σύστασης και
σύνθεσης των διοικητικών συμβουλίων και των επιτροπών των τραπεζών που λαμβάνουν
ή έλαβαν στο παρελθόν κρατική ενίσχυση από το Ταμείο, με στόχο την περαιτέρω
θωράκιση του τρόπου διακυβέρνησής τους. Οι βασικές αρχές προβλέπουν σημαντική
εμπειρία σε σχετικούς τομείς σε ανώτατες διευθυντικές θέσεις ενώ ακόμη και για
τα μη εκτελεστικά μέλη απαιτείται μια ειδική εμπειρία που θα τους επιτρέψει να
ασκήσουν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους. Σύμφωνα με τους κανόνες της διεθνούς
διαφάνειας και του παγκόσμιου δεν πρέπει να διορίζονται σε θέσεις διοίκησης τα
λεγόμενα « Πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα» ενώ τέλος προάγεται η διαφάνεια και η
αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων με την υποχρεωτική δήλωση των οικονομικών
διασυνδέσεων του μέλους με το πιστωτικό ίδρυμα. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην
αξιολόγηση των μελών αυτών καθώς και στην πρόβλεψη εξειδικευμένου και έμπειρου
μέλους που θα ασχολείται αποκλειστικά στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων
δανείων.
Με την παράγραφο 29 γίνεται νομοτεχνική βελτίωση για να αποδοθεί σωστά η
καταχώριση των ποσών που λαμβάνει το Ταμείο από αποζημιώσεις ή εξοφλήσεις και
εισπράξεις από πώληση ή και αποπληρωμή δανείων, ομολόγων, χρεωγράφων κοκ, του
Ταμείου σε ειδικό λογαριασμό (όχι αποθεματικό) και η μεταφορά τους μεταφορά (και
όχι διανομή) στο Ελληνικό Δημόσιο.
Με την παράγραφο 30 συμπληρώνεται το άρθρο 16, το οποίο ρυθμίζει τη δανειοδότηση του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Ειδικότερα προβλέπεται ότι, τα πιστωτικά ιδρύματα θα λειτουργούν ως εγγυητές κατά το λόγο συμμετοχής τους είτε στο Σκέλος Εξυγίανσης είτε στο Σκέλος Εγγύησης καταθέσεων, αντίστοιχα. Παράλληλα, δίνεται εξουσιοδότηση για την έκδοση υπουργικής απόφασης με την οποία αποφασίζεται η παροχή του δανείου, κατόπιν σχετικού αιτήματος του ΤΕΚΕ και γνώμης της Τράπεζας της Ελλάδος και καθορίζεται το ποσό, ο χρόνος και ο τρόπος εκταμίευσης του δανείου.
Με την παράγραφο 31 προβλέπεται ότι οι αποφάσεις που λαμβάνει το Ταμείο, εφόσον
είναι όχι μόνο διαδικαστικά σύμφωνες με τον παρόντα νόμο αλλά συνολικά και
ουσιαστικά σύμφωνες με την κείμενη νομοθεσία, τεκμαίρονται σύμφωνες με το σκοπό
του.
Άρθρο 6
Με το άρθρο 6 γίνεται μια αναγκαία νομοτεχνική βελτίωση για τη συνέπεια του
κειμένου και τη συμπερίληψη των υβριδικών τίτλων στο πεδίο εφαρμογής της
διάταξης.
Άρθρο 7
Με το άρθρο 7 αντικαθίστανται οι αναφορές του εσωτερικού άρθρου 36 του άρθρου 2
του ν.4335/2015 σε νόμιμο ελεγκτή, στο ορθό εκτιμητή, για να υπάρχει συνέπεια με
τις αντίστοιχες διατάξεις του ν. 3864/2010.
Άρθρο 8
Με το άρθρο 8 προστίθεται το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης και ο
Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας στους φορείς που υπάγονται στο πεδίο
εφαρμογής του νόμου, ενώ η ίδια πρόβλεψη γίνεται και για τις υπό αίρεση
μετατρέψιμες ομολογίες που δύναται να αποκτήσει το ΤΧΣ κατά την
ανακεφαλαιοποίηση.
Άρθρο 9
Με το άρθρο 9 τροποποιούνται διατάξεις του άρθρου 27 Α του ν. 4172/2013 σε
συμμόρφωση με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων της EE.
Άρθρο 10
Με το άρθρο 10 προβλέπεται η δυνατότητα σύναψης βραχυπρόθεσμου δανείου από το
Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ προς το Σκέλος Εξυγίανσης προκειμένου να
καλυφθούν προσωρινά έκτακτες ανάγκες χρηματοδότησης.
Άρθρο 11
Με το άρθρο 11 καταργείται το άρθρο 96 του ν.4316/2014, καθώς οι σχετικές
ρυθμίσεις προβλέπονται ήδη στο άρθρο 16 του ν.3864/2010
Άρθρο 12
Με την προτεινόμενη διάταξη αντιμετωπίζεται με ορθολογικό τρόπο το νομοθετικό
κενό που δημιουργήθηκε με την κατάργηση της παραγράφου 4 του άρθρου 39 του ν.
4172/2013, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του ν. 4328/2015, με
την οποία προβλεπόταν η μη φορολόγηση του δικαιούχου ανείσπρακτων εισοδημάτων
από εκμίσθωση ακίνητης περιουσίας, εφόσον αυτά εκχωρούνταν στο Δημόσιο χωρίς
αντάλλαγμα. Ειδικότερα, με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται ότι τα
εισοδήματα από την εκμίσθωση ακίνητης περιουσίας που δεν έχουν εισπραχθεί από
τους δικαιούχους, φυσικά πρόσωπα που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα,
και αποκτώνται από την 1.1.2015 και εξής φορολογούνται στο έτος και κατά το ποσό
που αποδεδειγμένα εισπράττονται, με την προϋπόθεση ότι μέχρι τη λήξη της
προθεσμίας υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, έχει εκδοθεί εις
βάρος του μισθωτή διαταγή πληρωμής ή διαταγή απόδοσης χρήσης μίσθιου ή δικαστική
απόφαση αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων ή έχει ασκηθεί εναντίον του μισθωτή
αγωγή αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων.
Άρθρο 13
Με την προτεινόμενη διάταξη, ορίζεται ένα ειδικό τέλος επί των 13 παιγνίων με
στήλες του ΟΠΑΠ ΑΕ, το οποίο βαρύνει τον παίκτη και αποδίδεται στο Ελληνικό
Δημόσιο απευθείας από τον πάροχο.
Άρθρο 14
1. Με την παρ. 1 και την παρ. 2 του προτεινόμενου άρθρου αντικαθίστανται τα
άρθρα 91 και 93 του ν.2960/01 και επιβάλλεται στα απλά και αφρώδη κρασιά του
άρθρου 90 και στα ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από κρασί και μπύρα του
άρθρου 92, συντελεστής Ε.Φ.Κ., ο οποίος ορίζεται σε σαράντα (40) ευρώ ανά
εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, στη βάση επιβολής του φόρου όπως ορίζεται στο
άρθρο 9, παρ. 1 και το άρθρο 13 της Οδηγίας 92/83/ΕΟΚ καθώς και το άρθρο 5 της
Οδηγίας 92/84/ΕΟΚ. Η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αναγκαία στα πλαίσια της επίτευξης των
δημοσιονομικών στόχων του κράτους και ενίσχυσης των δημοσίων εσόδων.
2. Με την παρ. 1 (εσωτερική παράγραφος 2), πρώτο εδάφιο, του προτεινόμενου
άρθρου μεταφέρεται στο εθνικό μας δίκαιο, στο ν.2960/01, η δυνητική διάταξη του
άρθρου 10 της Οδηγίας 92/83/ΕΟΚ, με την οποία προβλέπεται η δυνατότητα των
Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να απαλλάσσουν από τον ειδικό φόρο
κατανάλωσης τα κρασιά που παράγονται και τα οποία καταναλώνονται από τον ίδιο
τον παραγωγό, τα μέλη της οικογενείας του ή τους προσκεκλημένους του, με την
προϋπόθεση ότι δεν μεσολαβεί πώληση. Η διάταξη αυτή κρίθηκε αναγκαία κατόπιν της
επιβολής συντελεστή Ε.φ.Κ., ο οποίος ορίζεται σε σαράντα (40) ευρώ ανά
εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, στα κρασιά προκειμένου να διασφαλιστεί η
δυνατότητα παραγωγής κρασιού για ιδιωτική κατανάλωσης εφόσον δεν γίνεται εμπορία
του προϊόντος.
3. Με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας παραγράφου προβλέπεται η αναγκαία
εξουσιοδοτική διάταξη για την έκδοση Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών με την
οποία θα καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της απαλλαγής του προηγουμένου
εδαφίου.
4. Με την παράγραφο 1 (εσωτερική παράγραφος 3) προβλέπεται η αναγκαία
εξουσιοδοτική διάταξη για την έκδοση Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, με την
οποία θα καθορίζονται οι όροι και οι διαδικασίες για τον έλεγχο και την εποπτεία
των μονάδων παραγωγής, εμφιάλωσης και εμπορίας των προϊόντων των άρθρων 90 και
92 του ν.2960/01 για φορολογικούς σκοπούς. Η διάταξη αυτή κρίθηκε αναγκαία
κατόπιν της επιβολής συντελεστή Ε.Φ.Κ., ο οποίος ορίζεται σε σαράντα (40) ευρώ
ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος, στα κρασιά προκειμένου να διασφαλιστεί η
διαδικασία ελέγχου των μονάδων παραγωγής και εμφιάλωσης οίνου στη χώρα μας για
τη διακρίβωση και σύλληψη της φορολογητέας ύλης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 3869/2010 (Α' 130) ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ
1. Με την προτεινόμενη τροποποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Νόμου
3869/2010 «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες
διατάξεις» τίθενται ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την προστασία της
κύριας ή μοναδικής κατοικίας του οφειλέτη κατά τη διαδικασία ρύθμισης με
απαλλαγή από τις οφειλές του. Ο τελευταίος μπορεί να ζητήσει την εξαίρεση της
από την περιουσία η οποία ρευστοποιείται για την ικανοποίηση των πιστωτών υπό
συγκεκριμένες και σαφείς προϋποθέσεις, ήτοι το διαθέσιμο οικογενειακό του
εισόδημα να μην υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, προσαυξημένες κατά 70%
και η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο συζήτησης της
αίτησης να μην υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα χιλιάδες ευρώ (180.000 €) για τον
άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά σαράντα χιλιάδες ευρώ (40.000 €) για τον
έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι χιλιάδες ευρώ (20.000 €) ανά τέκνο και μέχρι
τρία τέκνα. Ακόμα, όσον αφορά τις δανειακές οφειλές, ο δανειολήπτης πρέπει να
υπήρξε συνεργάσιμος, κατά την έννοια του Κώδικα Δεοντολογίας (ΦΕΚ Β' 2239/27-08-
2014), κατά το χρόνο της αρχικής καθυστέρησης του δανείου. Στις εύλογες δαπάνες
διαβίωσης βάσει των οποίων θα υπολογίζεται από το Δικαστή η δυνατότητα καταβολών
του οφειλέτη, παρεκτός των βασικών δαπανών που είναι απαραίτητες για τη διαβίωση
ενός νοικοκυριού και στις οποίες περιλαμβάνονται οι δαπάνες για διατροφή, ένδυση
και υπόδηση, λειτουργικά έξοδα κατοικίας, μετακίνηση, επισκευή και συντήρηση
επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, είδη οικιακής κατανάλωσης και ατομικής
φροντίδας, ενημέρωση και μόρφωση, υπηρεσίες τηλεφωνίας και ταχυδρομείων, αγαθά
και υπηρεσίες υγείας, υπηρεσίες εκπαίδευσης, υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας και
οικονομικές υπηρεσίες, θα περιλαμβάνονται επιπλέον οι δαπάνες εστίασης, οι
δαπάνες για διαρκή αγαθά και συσκευές και οι επιπλέον δαπάνες για κατανάλωση
αλκοολούχων ποτών και καπνού, αεροπορικές μετακινήσεις, τουριστικές υπηρεσίες
και υπηρεσίες αναψυχής, πολιτισμού και αθλητισμού (ήτοι η τέταρτη από τέσσερις
ομάδες δαπανών, όπως αυτές καταγράφονται από τα επίσημα στοιχεία της Έρευνας
Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) (πρβλ. ΣτΕ 2288/2015).
Ειδική μέριμνα λαμβάνεται ώστε να μην βλάπτονται τα συμφέροντα των πιστωτών
καθώς τίθεται ως βάση του ποσού που θα λάβουν δυνάμει του σχεδίου ρύθμισης το
ποσό το οποίο θα ελάμβαναν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης της κύριας
κατοικίας του οφειλέτη. Η εκτίμηση του ποσού αυτού θα πραγματοποιείται από
ειδικό εμπειρογνώμονα, ο οποίος θα ορίζεται από το Δικαστήριο. Για το σκοπό αυτό
θα συσταθεί σε κατά τόπους Ειρηνοδικεία Ειδικό Μητρώο Εμπειρογνωμόνων.
Αυξημένη προστασία αναγνωρίζεται στους οφειλέτες ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων,
εφόσον το διαθέσιμο οικογενειακό τους εισόδημα δεν ξεπερνά ή είναι ίσο των
ευλόγων δαπανών διαβίωσης και η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά το
χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ
(120.000 €) για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά σαράντα χιλιάδες ευρώ
(40.000 €) για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι χιλιάδες ευρώ (20.000 €) ανά
τέκνο και μέχρι τρία τέκνα. Ειδικότερα, για τη συγκεκριμένη κατηγορία οφειλετών
προβλέπεται η δυνατότητα συνεισφοράς του Δημοσίου στην εξόφληση των μηνιαίων
καταβολών, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, η οποία έπεται της έκδοσης της
οριστικής απόφασης. Τα κριτήρια προσδιορισμού του ύψους της συνεισφοράς του
Δημοσίου, η ελάχιστη συνεισφορά του οφειλέτη καθώς και η διαδικασία εφαρμογής
του συγκεκριμένου μηχανισμού οικονομικής ενίσχυσης θα ορισθεί με απόφαση των
αρμόδιων υπουργών, η οποία θα εκδοθεί μέχρι το τέλος του 2015.
2. Οι λοιπές τροποποιήσεις που επέρχονται με την προωθούμενη ρύθμιση αποτελούν
νομοτεχνικές βελτιώσεις του υφιστάμενου νομικού πλαισίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 16
Μετά την εισαγωγή ενός συστήματος αυτόματων επιστροφών στην εξωνοσοκομειακή
φαρμακευτική δαπάνη το έτος 2013, η φαρμακευτική δαπάνη των νοσοκομείων,
συμπεριλαμβανομένης και της δαπάνης των χορηγούμενων από τα φαρμακεία του ΕΟΠΠΥ
νοσοκομειακών φαρμάκων, παρουσιάζει αυξητικές τάσεις. Οι διαδοχικές μειώσεις των
ορίων αγορών για τα φάρμακα στους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων τα τελευταία
χρόνια, δεν έχουν οδηγήσει σε συγκράτηση των δαπανών. Υπάρχει ανάγκη να
επεκταθεί ο μηχανισμός αυτός σε όλες τις υπόλοιπες δημόσιες δαπάνες για
φαρμακευτικά προϊόντα, προκειμένου όλες οι δημόσιες δαπάνες φαρμάκων να
καλύπτονται από το σύστημα των αυτόματων επιστροφών υπέρβασης δαπανών. Η
εισαγωγή ενός συστήματος αυτόματων επιστροφών για όλα τα φάρμακα και εμβόλια που
αγοράζονται από τους δημόσιους φορείς υγείας, δηλαδή δημόσια νοσοκομεία, ΕΟΠΥΥ
και λοιπούς φορείς υγείας, με ταυτόχρονο προσδιορισμό ενός επαρκούς ορίου
δαπανών, θα διευκολύνει τους φορείς και ειδικά τα Νοσοκομεία να προμηθεύονται τα
απαραίτητα φαρμακευτικά προϊόντα, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη μακροοικονομική
σταθερότητα των προϋπολογισμών τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ
Άρθρο 17
Με το άρθρο αυτό προσδιορίζεται η έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΣΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Άρθρο 1
1. Η περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 (Α' 170)
αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) σε εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους δημοσίων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. και δημοσίων
οργανισμών με αρμοδιότητα διαχείρισης, παρακολούθησης και ελέγχου
χρηματοδοτήσεων και ενισχύσεων ή επιδοτήσεων από εθνικούς ή ενωσιακούς πόρους».
2. Μετά την παράγραφο 1 του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 προστίθεται παράγραφος 2,
αναριθμουμένων των επόμενων παραγράφων, ως εξής:
«Τα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου χορηγούν σε εξουσιοδοτημένο προσωπικό
της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), ή σε εξουσιοδοτημένα πρόσωπα από την
Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), προσωπικά στοιχεία ανά ΑΦΜ, καθώς και
συγκεντρωτικά στοιχεία, τα οποία τηρούνται στη Φορολογική Διοίκηση, με την
υποχρέωση χρήσης αυτών, αποκλειστικά για το σκοπό για τον οποίο ζητούνται στο
πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και σύμφωνα με τις διατάξεις της
παραγράφου 3 του άρθρου 8 του ν. 3832/2010, όπως ισχύει.»
Άρθρο 2
1. Το άρθρο 61 του ν. 4342/2015 (Α' 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 61
1. Το άρθρο 26 του ν. 4174/2013 (Α' 170) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 26 Επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο 1. Οι υποθέσεις που ελέγχονται κατά
προτεραιότητα, επιλέγονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων με
βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου ή,
εξαιρετικά, με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον Γενικό
Γραμματέα και δεν δημοσιοποιούνται.
2. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκδίδεται έως το
τέλος κάθε έτους, η οποία δύναται να τροποποιηθεί οποτεδήποτε, καθορίζεται ο
αριθμός των μερικών ή και πλήρων ελέγχων που θα διενεργούνται εντός του επόμενου
έτους κατά προτεραιότητα, με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου ή, σε εξαιρετικές
περιπτώσεις, με βάση άλλα κριτήρια, σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση,
λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των ελεγκτών κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης
και του αριθμού των διενεργηθέντων ελέγχων κατά τους προηγούμενους δώδεκα μήνες
από τον μήνα έκδοσης της απόφασης. Στην απόφαση ορίζεται, επίσης, το ποσοστό των
ελέγχων για φορολογικά έτη, χρήσεις, υποθέσεις, περιόδους ή υποχρεώσεις που
αφορούν στην τελευταία πενταετία, συμπεριλαμβανομένου και του έτους έκδοσης της
απόφασης, το οποίο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσοστού 70% του συνόλου των
κατά προτεραιότητα ελεγχόμενων υποθέσεων, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα.
Ειδικά για το έτος 2016 το ανωτέρω ποσοστό ορίζεται σε 50% και για το έτος 2017
σε 60%.» 2. α. Τα αρμόδια όργανα της Φορολογικής Διοίκησης για τον προσδιορισμό
και την είσπραξη των δημοσίων εσόδων, κατά τις διατάξεις του ν.4174/2013 και του
Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (νδ. 356/1974, Α' 90), είναι υπεύθυνα για την
εκτέλεση των καθηκόντων τους και τη νομιμότητα των υπηρεσιακών τους ενεργειών,
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
β. Τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, που είναι αρμόδια για τον έλεγχο και τον
βάσει αυτού προσδιορισμό των δημοσίων εσόδων, κατά τις διατάξεις της περίπτωσης
α' της παρούσας παραγράφου, υπέχουν πειθαρχική, αστική και ποινική ευθύνη για
την παραγραφή αυτών, μόνον ως προς τις υποθέσεις που προτεραιοποιούνται σύμφωνα
με το άρθρο 26 του ν. 4174/2013. Για τις υποθέσεις που τους έχουν ήδη ανατεθεί
προς έλεγχο ή για τις οποίες έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου κατά την έναρξη ισχύος
του παρόντος υπέχουν πειθαρχική, αστική, και ποινική ευθύνη μόνον για αυτές που
θα προτεραιοποιηθούν προς έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4174/2013. Οι
ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου δε θα ισχύουν σε περίπτωση που ο έλεγχος δεν
ολοκληρωθεί για λόγους ανωτέρας βίας ή χωρίς υπαιτιότητα των οργάνων της
Φορολογικής Διοίκησης.
γ. Τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, στα οποία έχει ανατεθεί η αρμοδιότητα
για την επιδίωξη της είσπραξης των δημοσίων εσόδων ή στα καθήκοντα των οποίων
ανάγεται η λήψη μέτρων για την αναγκαστική είσπραξη των δημοσίων εσόδων, σύμφωνα
με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παρούσας παραγράφου, υπέχουν πειθαρχική,
αστική και ποινική ευθύνη για την παραγραφή, εφόσον δεν έχει διακοπεί η
παραγραφή αυτών τουλάχιστον:
i) με την κοινοποίηση στον οφειλέτη ατομικής ειδοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 51
του ν. 4174/2013 σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του ν. 4174/2013 ή την περίπτωση η'
παρ. 1 του άρθρου 138 του ν. 4270/2014 (Α' 143), ή
ii) με την επιβολή κατάσχεσης χρηματικών ποσών ή απαιτήσεων εις χείρας του
οφειλέτη ή τρίτου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (Α' 90), όπως
ισχύει, δ. Οι υπάλληλοι και οι προϊστάμενοι της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών και
οι υπάλληλοι και προϊστάμενοι της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της Γενικής
Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων που διενεργούν ελέγχους περιουσιακής κατάστασης,
καθώς και οι υπάλληλοι και οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων της Γενικής
Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων που διενεργούν ελέγχους πειθαρχικών παραπτωμάτων,
δεν υπέχουν αστική και ποινική ευθύνη για αιτιολογημένη γνώμη ή εισήγηση που
διατύπωσαν ή απόφαση που εξέδωσαν, στο πλαίσιο εφαρμογής της ισχύουσας
νομοθεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκτός από την περίπτωση που
ενήργησαν με δόλο ή βαρεία αμέλεια ή σε περίπτωση παραβίασης του απορρήτου των
πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των
καθηκόντων τους, κατά τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 4174/2013.
ε. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δεν υπέχει αστική και ποινική ευθύνη,
για αιτιολογημένη γνώμη ή εισήγηση που διατύπωσε ή απόφαση που εξέδωσε στο
πλαίσιο εφαρμογής της ισχύουσας νομοθεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων του,
εκτός από την περίπτωση που ενήργησε με δόλο ή βαρεία αμέλεια ή σε περίπτωση
παραβίασης του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση
του κατά την άσκηση των καθηκόντων του, κατά τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν.
4174/2013.
στ. Τα άρθρα 163 και 164 του π.δ. 16/1989 (Α' 6) καταργούνται.
ζ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων β' έως ε' της παρούσας παραγράφου έχουν εφαρμογή
και στις κατά την έναρξη ισχύος αυτών εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον πειθαρχικών
οργάνων ή άλλων διοικητικών ή δικαστικών αρχών σε σχέση με πειθαρχική ή αστική
ευθύνη.
η. Τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης των περιπτώσεων β' έως δ' της παρούσας
παραγράφου, εφόσον εξετάζονται ή διώκονται ή ενάγονται για πράξεις ή παραλείψεις
κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ενώπιον των ποινικών ή πολιτικών
δικαστηρίων, μπορούν να παρίστανται και να εκπροσωπούνται από μέλος του Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους, κατόπιν εγγράφου αιτήματος του Γενικού Γραμματέα
Δημοσίων Εσόδων προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Το ανωτέρω αίτημα
υποβάλλεται κατόπιν έγγραφης αιτήσεως του οργάνου της Φορολογικής Διοίκησης που
εξετάζεται ή διώκεται ή ενάγεται, στην οποία αιτιολογεί ότι έπραξε σύμφωνα με
την περίπτωση α της παρούσας παραγράφου και η οποία συνοδεύεται με την άποφη του
Προϊσταμένου της οργανικής μονάδας που υπηρετεί. Μέλος του Νομικού Συμβουλίου
του Κράτους εκπροσωπεί τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, εφόσον εξετάζεται,
διώκεται ή ενάγεται, κατόπιν έγγραφου αιτήματος αυτού, χωρίς να αποκλείεται η
εκπροσώπησή του διά ή μετά πληρεξουσίου δικηγόρου.
θ. Ειδικά, για τις υποθέσεις του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης 1γ' της
υποπαραγράφου Δ.7 του ν. 4336/2015 (Α' 94), τα όργανα της Ειδικής Γραμματείας
ΣΔΟΕ, συμπεριλαμβανομένου και του Ειδικού Γραμματέα ΣΔΟΕ, δεν υπέχουν αστική ή
πειθαρχική ή ποινική ευθύνη για τυχόν παρέλευση του χρόνου παραγραφής του
δικαιώματος του Δημοσίου προς έλεγχο.».
ι. Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου υπερισχύουν κάθε άλλης αντίθετης γενικής
ή ειδικής διάταξης.
Άρθρο 3
Εξαιρετικά η θητεία του πρώτου μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Γενικού
Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, ο οποίος θα επιλεγεί και θα διορισθεί σύμφωνα με τις
διατάξεις του ν. 4093/2012 στοιχ.5, Υποπαράγρ. Ε2, της παραγρ. Ε, του άρθ.
Πρώτου (Α 222), ορίζεται σε δύο (2) έτη, δυνάμενη να παραταθεί για ένα ακόμα
έτος
Άρθρο 4
1. α. Η περίπτωση δ' του άρθρου 8 του ν. 4321/2015 (Α'32), όπως ισχύει,
αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) δεν εξοφλεί τις νέες, μετά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος
νόμου, οφειλές του, εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους. Κατ' εξαίρεση,
και όχι πέραν της 31ης.12.2017, η ρύθμιση δεν απόλλυται, εάν οι νέες οφειλές
εξοφληθούν εντός αποκλειστικής προθεσμίας από την ημερομηνία που αυτές
καθίστανται ληξιπρόθεσμες. Η προθεσμία αυτή ορίζεται σε τριάντα (30) ημέρες
μέχρι τις 30.6.2016 και σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την 117.2016 μέχρι τις
31.12.2017. Επιπλέον, από την 1η. 1.2017 μέχρι τις 31.12.2017, η ρύθμιση
απόλλυται σε περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης νέων οφειλών, εάν δεν έχει
παρέλθει εξάμηνο από την προηγούμενη καθυστέρηση εξόφλησης.
Η ρύθμιση δεν απόλλυται, εάν οι νέες οφειλές τελούν σε αναστολή είσπραξης ή
υπάγονται σε ρύθμιση μετά από αίτηση του οφειλέτη που υποβάλλεται πριν τη λήξη
της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους. Εάν το συνολικό ύφος των οφειλών, νέων
και εντός ρύθμισης, υπερβαίνει τις 50.000 ευρώ, η ρύθμιση των νέων οφειλών
χορηγείται μόνον εφόσον ο οφειλέτης επικαλείται και αποδεικνύει ότι
αντιμετωπίζει οικονομική αδυναμία για την καταβολή τους μέσα στη νόμιμη
προθεσμία. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκδίδεται
μέχρι τις 31.12.2015, ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας
περίπτωσης.» β. Οι διατάξεις της περίπτωσης α' ισχύουν για νέες, μετά την
ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος νόμου, οφειλές, που η νόμιμη
προθεσμία καταβολής τους λήγει μετά τις 15/12/2015.
2. α. Η παρ. 11 του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (Α'237), όπως ισχύει,
αντικαθίσταται ως εξής:
«11. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης, καθώς και η μη εξόφληση από τον οφειλέτη
των νέων, μετά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος νόμου, οφειλών
του, εντός της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους, έχει ως συνέπειες: α) την
απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, β) την υποχρέωση άμεσης καταβολής του
υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης, συνυπολογιζομένων των
προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, τα οποία αναβιώνουν
αναδρομικά, και
γ) την άμεση επιδίωξη της είσπραξης της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα
νομοθεσία μέτρα.
Οι συνέπειες του προηγούμενου εδαφίου δεν επέρχονται εάν ο οφειλέτης, μετά την
πάροδο εξαμήνου από την ένταξη σε ρύθμιση και την πλήρωση των όρων αυτής: αα)
δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μέχρι δύο (2) δόσεις ανά έτος προγράμματος ρύθμισης ή
ββ) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μία (1) δόση της ρύθμισης ανά έτος προγράμματος
ρύθμισης για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) μήνες. Για τις ως άνω περιπτώσεις α'
και β', η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με
μηνιαία προσαύξηση δύο τοις εκατό (2%). γγ) εάν, κατ' εξαίρεση και όχι πέραν της
31ης.12.2017, οι νέες οφειλές εξοφληθούν εντός αποκλειστικής προθεσμίας από την
ημερομηνία που αυτές καθίστανται ληξιπρόθεσμες. Η προθεσμία αυτή ορίζεται σε
τριάντα (30) ημέρες μέχρι τις 30.6.2016 και σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την
1η.7.2016 μέχρι τις 31.12.2017. Επιπλέον, από την 1η.1.2017 μέχρι τις
31.12.2017, η ρύθμιση απόλλυται σε περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης νέων
οφειλών, εάν δεν έχει παρέλθει εξάμηνο από την προηγούμενη καθυστέρηση
εξόφλησης.
Η ρύθμιση δεν απόλλυται, εάν οι νέες οφειλές τελούν σε αναστολή είσπραξης ή
υπάγονται σε ρύθμιση μετά από αίτηση του οφειλέτη που υποβάλλεται πριν τη λήξη
της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους. Εάν το συνολικό ύφος των οφειλών, νέων
και εντός ρύθμισης, υπερβαίνει τις 50.000 ευρώ, η ρύθμιση των νέων οφειλών
χορηγείται μόνον εφόσον ο οφειλέτης επικαλείται και αποδεικνύει ότι
αντιμετωπίζει οικονομική αδυναμία για την καταβολή τους μέσα στη νόμιμη
προθεσμία. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκδίδεται
μέχρι τις 31.12.2015, ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας
περίπτωσης.» β. Οι διατάξεις της περίπτωσης α' ισχύουν για νέες, μετά την
ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος νόμου, οφειλές, που η νόμιμη
προθεσμία καταβολής τους λήγει μετά τις 15/12/2015.
Άρθρο 5 Τροποποιήσεις του ν. 3864/2010 (Α' 119)
Ο ν. 3864/2010 τροποποιείται από την έναρξη ισχύος του ν.4340/2015 (Α' 134) ως
εξής:
1. Στις περιπτώσεις γ' και ζ' της παραγράφου 2 του άρθρου 2, η φράση «σύμφωνα με
την παράγραφο 5 του άρθρου 6» αντικαθίσταται με τη φράση « σύμφωνα με την
παράγραφο 4 του άρθρου 6».
2. Στο τέλος της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 2 του άρθρου 2 μετά τις λέξεις
«για όσο χρόνο το Ταμείο κατέχει μετοχές ή άλλα κεφαλαιακά μέσα» προστίθενται οι
λέξεις «ή παρακολουθεί το σχέδιο αναδιάρθρωσης των ανωτέρω πιστωτικών
ιδρυμάτων.»
3. Το δεύτερο εδάφιο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 3,
αντικαθίσταται ως εξής: « Η ανωτέρω μεταφορά πραγματοποιείται σε φορέα
ανεξάρτητο από το νομικό πρόσωπο του Ελληνικό Δημοσίου, κατά τρόπο που να
διασφαλίζεται ότι η οικονομική και νομική θέση των ΕΤΧΣ και ΕΜΣ δεν θα
χειροτερεύσει εκ του λόγου αυτού. Αν, κατά τη λήξη της διάρκειας του Ταμείου;
και πριν την έναρξη της εκκαθάρισης, το Ταμείο δεν έχει πλέον υποχρεώσεις προς
το ΕΤΧΣ ή τον ΕΣΜ και δεν κατέχει περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων οι ανωτέρω
έχουν εμπράγματες ασφάλειες ή άλλα δικαιώματα, τα περιουσιακά στοιχεία του
Ταμείου, γεγομένης της εκκαθαρίσεως, μεταφέρονται αυτοδικαίως στο Ελληνικό
Δημόσιο, ως οιονεί καθολικό του διάδοχο.»
4. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 4 οι φράσεις «από Επιτροπή Επιλογής που
συστήνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών σύμφωνα με το άρθρο 4 Α»
αντικαθίστανται με οι φράσεις « από την Επιτροπή Επιλογής του άρθρου 4 Α.»
5. Στην περίπτωση α της παραγράφου 6 του άρθρου 4, μετά τη λέξη «καταδικαστεί»
προστίθεται η λέξη «οριστικά». Στην ίδια περίπτωση διαγράφονται οι λέξεις « για
αδικήματα που επιφέρουν ηθική απαξία».
6. Η περίπτωση δ της παραγράφου 6 του άρθρου 4 καταργείται και η περίπτωση ε
αναριθμείται ως περίπτωση δ.
7. Η περίπτωση ε της παραγράφου 9 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:
« ε. εγκρίνει τους γενικούς όρους και προϋποθέσεις απασχόλησης του προσωπικού
του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής αποδοχών Η πολιτική αποδοχών
πρέπει να είναι ανταγωνιστική, με τρόπο ώστε να προσελκύει και να επιτρέπει την
παραμονή στις θέσεις εργασίας στελεχών υψηλών προσόντων και εμπειρίας. Κατά την
έγκριση της πολιτικής αποδοχών, το Γενικό Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη του τα
επίπεδα αποδοχών στελεχών με όμοια προσόντα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.»
8. Στην αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 Α προστίθεται εδάφιο ως εξής: « 1.
Συνίσταται Επιτροπή Επιλογής των μελών του Γενικού Συμβουλίου και της
Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών σύμφωνα με τα επόμενα εδάφια.»
9. Στην περίπτωση α της παραγράφου 2 του άρθρου 4 Α, μετά τη λέξη
«καταδικαστεί», προστίθεται η λέξη « οριστικά».
10. Η περίπτωση δ της παραγράφου 2 του άρθρου 4 Α καταργείται και η περίπτωση ε
αναριθμείται σε δ.
11. Η περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 4 Α αντικαθίσταται ως εξής : « ε.
είναι βουλευτές ή μέλη της Κυβέρνησης ή αξιωματούχοι, υπάλληλοι ή σύμβουλοι
οποιουδήποτε υπουργείου ή άλλης δημόσιας αρχής ή είναι εντατελμένοι σύμβουλοι,
στελέχη, υπάλληλοι ή σύμβουλοι οποιουδήποτε πιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί
στην Ελλάδα ή είναι κάτοχοι μετοχών αξίας ποσού από εκατό χιλιάδες (100.000)
ευρώ και άνω σε ένα τέτοιο πιστωτικό ίδρυμα ή έχουν οποιοδήποτε
χρηματοοικονομικό συμφέρον άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένο με το μετοχικό κεφάλαιο
ενός τέτοιου πιστωτικού ιδρύματος ισόποσης αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ
και άνω. Οι ανωτέρω περιορισμοί ισχύουν για κάθε πρόσωπο που υπηρέτησε σε
αντίστοιχη θέση ή κατείχε μετοχές εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ κατά τα
τελευταία τρία (3) χρόνια πριν την τοποθέτησή του στα όργανα διοίκησης του
Ταμείου. Ομοίως, οι παραπάνω περιορισμοί εφαρμόζονται για κάθε αξιωματούχο,
στέλεχος, υπάλληλο ή σύμβουλο καθενός από τα ευρωπαϊκά όργανα και οργανισμούς
της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου .»
12. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 4 Α αντικαθίσταται ως εξής:
«Η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής Επιλογής προτείνεται από το Ταμείο και,
κατόπιν συμφωνίας με το Euro Working Group, περιλαμβάνεται στην απόφαση
διορισμού τους.»
13. Το τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 4Α, τα
επόμενα εδάφια της παραγράφου αυτής, αντικαθίστανται ως εξής:
« Μετά τη συγκρότησή της, η Επιτροπή Επιλογής επανεξετάζει την αμοιβή των μελών
του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου και, με την
υποστήριξη του συμβούλου προσλήψεων, καθορίζει ένα εύρος προτεινόμενων αμοιβών
σε αρμονία με αντίστοιχες πολιτικές αποδοχών παρόμοιων φορέων ή οργανισμών που
λειτουργούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως είναι τα διεθνή δημόσια χρηματοπιστωτικά
ιδρύματα και οι εθνικοί οργανισμοί διαχείρισης δημόσιας περιουσίας, κατάλληλων
για τον ρόλο και τις αρμοδιότητες τους ως μελών του Ταμείου, με σκοπό την
προσέλκυση και παραμονή στις θέσεις αυτές των ανάλογων υψηλών προσόντων
υποψηφίων. Σε περίπτωση που οποιαδήποτε από τις ισχύουσες αμοιβές δεν εμπίπτει
στο εύρος αποδοχών, όπως αυτό θα καθοριστεί από την Επιτροπή Επιλογής, η
Επιτροπή Επιλογής την προσαρμόζει αναλόγως και εισηγείται στον Υπουργό
Οικονομικών για να εκδώσει σχετική απόφαση. Μετά την ολοκλήρωση κάθε διαδικασίας
επιλογής, η Επιτροπή Επιλογής προτείνει στον υπουργό Οικονομικών λίστα των
επικρατέστερων υποψηφίων για τη συγκεκριμένη θέση και προσδιορίζει την αμοιβή
για κάθε υποψήφιο, εντός του προκαθορισμένου εύρους. Ο Υπουργός Οικονομικών
διορίζει τον υποψήφιο επιλογής του με την προτεινόμενη αμοιβή από τη λίστα αυτή,
εντός πέντε (5) ημερών από την παραλαβή της.»
14. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 διαγράφονται τα εισαγωγικά « » από τις λέξεις
« συμφωνίας-πλαίσιο».
15. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 6 η φράση «το Ταμείο παράσχει» αντικαθίσταται με
τη φράση « το Ταμείο παρέχει».
16. Η περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 6Α, αντικαθίσταται ως εξής: «γ.
σε περίπτωση που η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος είναι ανωτέρα του
μηδενός, τη μετατροπή των άλλων μέσων κεφαλαίου της κατηγορίας 1 και, εν
συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, των πρόσθετων μέσων κατηγορίας 1 και, εν
συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, των μέσων κατηγορίας 2, και εν συνεχεία,
εφόσον είναι απαραίτητο, των λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης, και εν
συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, των μη εξασφαλισμένων υποχρεώσεων που δεν
κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου, σε κοινές
μετοχές, ώστε να αποκατασταθεί το αναγκαίο επίπεδο του δείκτη κεφαλαιακής
επάρκειας για τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως αυτό απαιτείται από την αρμόδια αρχή.»
17. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 6Α η λέξη «ελεγκτή»
αντικαθίσταται από τη λέξη «εκτιμητή».
18. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 6 Α, η λέξη « αναδιάρθρωσης» αντικαθίσταται με
τη λέξη « αναδιοργάνωσης» και στο τέλος του εδαφίου προστίθεται η φράση «, με
τον οποίο ενσωματώθηκε η οδηγία 2001/24/ΕΚ ( EE L 125).»
19. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 6Α αντικαθίσταται ως εξής: «
Τα προηγούμενα εδάφια εφαρμόζονται, επίσης, και σε αφερεγγυότητα ή μη εκπλήρωση
υποχρέωσης έναντι τρίτων μερών από μέλος του ομίλου, όταν αυτή οφείλεται στην
εφαρμογή του παρόντος άρθρου επί απαιτήσεών του κατά άλλου μέλους του ίδιου
ομίλου.»
20. Στην παράγραφο 9 του άρθρου 6Α, η φράση « ανεξασφάλιστων υποχρεώσεων με
εξοφλητική προτεραιότητα» αντικαθίστανται με τη φράση « μη εξασφαλισμένων κοινών
υποχρεώσεων ».
21. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 7, πριν τις λέξεις « η
συμφωνία πλαίσιο» προστίθενται οι λέξεις « και σε κάθε περίπτωση».
22. Στην αρχή του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 7 προστίθενται
οι λέξεις « Οι ελάχιστες προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1
του κ.ν. 2190/1920 μειώνονται σε επτά (7) ημέρες, ».
23. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 7, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το παρόν
άρθρο, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Εκκρεμείς αυξήσεις ή μειώσεις κεφαλαίου που
έχουν αποφασιστεί με προγενέστερες αποφάσεις Γενικών Συνελεύσεων πιστωτικών
ιδρυμάτων, ανακαλούνται με τις Γενικές Συνελεύσεις που συγκαλούνται βάσει του
παρόντος άρθρου και τις σε αυτό προβλεπόμενες προθεσμίες».
24. Στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α της παραγράφου 5 του άρθρου 7, η φράση «
το Ταμείο δύναται να δεχτεί» αντικαθίσταται με τη φράση « το Ταμείο δέχεται».
25. Στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 7 Α, η φράση
« μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος» διαγράφεται.
26. Τα τρία πρώτα εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 8 αντικαθίστανται ως εξής:
« Με απόφαση του Ταμείου καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία διάθεσης του
συνόλου ή μέρους των μετοχών πιστωτικού ιδρύματος που κατέχει το Ταμείο,
λαμβάνοντας υπόψη τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4. Η διάθεση μπορεί να
γίνει τμηματικά ή άπαξ, κατά την κρίση του Ταμείου, υπό την προϋπόθεση οι
μετοχές διατίθενται εντός πέντε ετών από την έναρξη ισχύος του ν.4340/2015 (Α'
134) και σε συμμόρφωση με τους κανόνες των κρατικών ενισχύσεων. Η διάθεση των
μετοχών εντός των χρονικών ορίων του δευτέρου εδαφίου δεν δύναται να γίνει προς
επιχείρηση, η οποία ανήκει άμεσα ή έμμεσα στο κράτος σύμφωνα με την κείμενη
νομοθεσία.
27. Η παράγραφος 4 του άρθρου 8 αντικαθίσταται ως εξής:
« 4. Η τιμή διάθεσης των μετοχών από το Ταμείο στις περιπτώσεις της παραγράφου 2
και η ελάχιστη τιμή κάλυψης των μετοχών από τους ιδιώτες επενδυτές στις
περιπτώσεις της παραγράφου 3, ορίζονται από το Γενικό Συμβούλιο είτε σύμφωνα με
την παράγραφο 5 του άρθρου 7, όταν έχει λάβει χώρα διαδικασία βιβλίου προσφορών
είτε σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, με βάση δύο εκθέσεις αποτίμησης που
διενεργούνται από δύο ανεξάρτητους χρηματοοικονομικούς συμβούλους με κύρος και
εμπειρία σε σχετικά θέματα και ειδικά στην αποτίμηση των πιστωτικών ιδρυμάτων
και σύμφωνα με την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Η τιμή διάθεσης ή η
τιμή κτήσης που καθορίζεται σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο μπορεί να είναι
χαμηλότερη από την πιο πρόσφατη τιμή κτήσης των μετοχών από το Ταμείο ή της
τρέχουσας τιμής αγοράς, εφόσον είναι σύμφωνες με το σκοπό του Ταμείου και την
έκθεση της παραγράφου 1.
Στην περίπτωση πώλησης πακέτων μετοχών από το Ταμείο, ο Υπουργός Οικονομικών
λαμβάνει τις σχετικές εκθέσεις και αποτιμήσεις και έχει δικαίωμα αρνησικυρίας αν
η προτεινόμενη τιμή διάθεσης βρίσκεται εκτός του εύρους των αποτιμήσεων αυτών.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου και της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου
εφαρμόζονται και στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που πραγματοποιούνται στο
πλαίσιο του κ.ν. 2190/1920.»
28. Οι παράγραφοι 7 και 8 του άρθρου 10 αντικαθίστανται ως εξής:
« 7. Πέραν των κριτηρίων που θεσπίζονται από το Ταμείο, με τη συνδρομή του
ανεξάρτητου συμβούλου, η αξιολόγηση πρέπει να περιλαμβάνει κατ' ελάχιστον τα
ακόλουθα κριτήρια:
(α) Αναφορικά με την αξιολόγηση των μελών του διοικητικού συμβουλίου και των
επιτροπών του, πρέπει να πληρούνται, για κάθε ένα από αυτά, τουλάχιστον τα
ακόλουθα:
αα) να διαθέτει τουλάχιστον δέκα (10) χρόνια εμπειρίας σε ανώτερες διευθυντικές
θέσεις στους τομείς της τραπεζικής, της ελεγκτικής , της διαχείρισης κινδύνων ή
διαχείρισης επισφαλών περιουσιακών στοιχείων, εκ των οποίων, ειδικά για τα μη
εκτελεστικά μέλη, τρία (3) χρόνια ως μέλος διοικητικού συμβουλίου σε πιστωτικό
ίδρυμα ή επιχείρηση του χρηματοπιστωτικού τομέα ή σε διεθνές χρηματοπιστωτικό
ίδρυμα.
(ββ) να μην ασκεί, ούτε να του έχει ανατεθεί κατά τα τελευταία τέσσερα (4)
χρόνια πριν το διορισμό του, σημαντικό δημόσιο λειτούργημα, όπως Αρχηγού του
Κράτους ή Προέδρου της Κυβέρνησης, ανώτερου πολιτικού αξιωματούχου, ανώτερου
κυβερνητικού, δικαστικού ή στρατιωτικού υπαλλήλου, ή σημαντική θέση ως ανώτερου
στελέχους δημοσίων επιχειρήσεων ή στελέχους πολιτικού κόμματος. Κάθε μέλος
πρέπει να δηλώνει όλες τις οικονομικές διασυνδέσεις με το πιστωτικό ίδρυμα πριν
από τον διορισμό του. Η αρμόδια αρχή πρέπει να έχει επιβεβαιώσει την ικανότητα
και καταλληλότητά του για τη θέση, όπου αυτό προβλέπεται. Πρόσθετα κριτήρια που
προβλέπουν ειδικές δεξιότητες που απαιτούνται για συγκεκριμένα καθήκοντα εντός
του διοικητικού συμβουλίου καθορίζονται από το Ταμείο σε συνεργασία με τον
ανεξάρτητο σύμβουλο στο πλαίσιο της αναθεώρησης της εταιρικής διακυβέρνησης. Τα
κριτήρια θα πρέπει να ενημερώνονται τουλάχιστον μία φορά ανά διετία και
συχνότερα εάν υπάρχει ουσιαστική μεταβολή στη χρηματοοικονομική θέση του
πιστωτικού ιδρύματος.
8. Το μέγεθος και η συλλογική γνώση των συμβουλίων και των επιτροπών πρέπει να
αντανακλά το επιχειρηματικό μοντέλο και τη χρηματοοικονομική κατάσταση του
πιστωτικού ιδρύματος. Η αξιολόγηση των μελών πρέπει να εξασφαλίζει το κατάλληλο
μέγεθος και σύνθεση των ανωτέρω οργάνων. Η αξιολόγηση της δομής και της σύνθεσης
των διοικητικών συμβουλίων και επιτροπών πρέπει να στηρίζεται στα ακόλουθα
ελάχιστα κριτήρια:
α) το Διοικητικό Συμβούλιο του πιστωτικού ιδρύματος περιλαμβάνει τουλάχιστον
τρεις (3) εμπειρογνώμονες ως ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη με επαρκείς γνώσεις
και διεθνή εμπειρία τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών σε αντίστοιχα
χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, εκ των οποίων τουλάχιστον τρία (3) χρόνια ως μέλη
διεθνούς τραπεζικού ομίλου που δεν δραστηριοποιείται στην Ελληνική αγορά. Τα
μέλη αυτά δεν πρέπει να είχαν οποιαδήποτε σχέση με πιστωτικά ιδρύματα που
λειτουργούν στην Ελλάδα κατά τα προηγούμενα δέκα (10) χρόνια, β) τα
προαναφερθέντα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη προεδρεύουν σε όλες τις επιτροπές
του Διοικητικού Συμβουλίου γ) τουλάχιστον ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου
πρέπει να έχει σχετική εξειδίκευση και τη διεθνή εμπειρία τουλάχιστον πέντε (5)
ετών στη διαχείριση των κινδύνων ή τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Το εν λόγω μέλος επικεντρώνεται και έχει ως μοναδική του αρμοδιότητα τη
διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε επίπεδο διοικητικού συμβουλίου και
προεδρεύει σε ειδική επιτροπή του διοικητικού συμβουλίου που ασχολείται με τα μη
εξυπηρετούμενα δάνεια. »
29. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 12 η φράση «καταχωρούνται σε ειδικό αποθεματικό
λογαριασμό και μπορούν να διανέμονται στο Ελληνικό Δημόσιο» αντικαθίσταται με τη
φράση « καταχωρούνται σε ειδικό λογαριασμό και μπορούν να μεταφέρονται στο
Ελληνικό Δημόσιο» .
30. Το άρθρο 16 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 16 Δάνειο Εξυγίανσης
Το Ταμείο δύναται να χορηγεί δάνειο εξυγίανσης, όπως ορίζεται στη Σύμβαση
Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης της 19.8.2015, στο Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και
Επενδύσεων (ΤΕΚΕ) προς το σκοπό κάλυψης δαπανών για τη χρηματοδότηση της
εξυγίανσης τραπεζών από το ΤΕΚΕ, τηρουμένων των κανόνων κρατικών ενισχύσεων της
Ε.Ε
Για την αποπληρωμή του δανείου ευθύνονται ως εγγυητές τα πιστωτικά ιδρύματα που
συμμετέχουν στο ΤΕΚΕ κατά τον λόγο των κατά το νόμο εισφορών τους είτε προς το
Ταμείο Εξυγίανσης είτε προς το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων, κατά περίπτωση. Με
απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν αιτήματος του ΤΕΚΕ και γνώμη της
Τράπεζας της Ελλάδος, καθορίζεται το ποσό, ο χρόνος και ο τρόπος εκταμίευσης του
δανείου και ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»
31. Στην αρχή της παραγράφου 4 του άρθρου 16Γ προστίθεται εδάφιο ως εξής: « Οι
αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, εφόσον
λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και κατ' εφαρμογή της κείμενης
νομοθεσίας, θεωρούνται σύμφωνες με τους σκοπούς του Ταμείου, όπως αυτοί
ορίζονται στο άρθρο 2 και με τους κανόνες χρηστής διαχείρισης της περιουσίας του.»
Άρθρο 6
Τροποποίηση του ν. 4261/2014 (ΑΊ07)
Στο τρίτο εδάφιο της περίπτωσης θ', της παραγράφου 1 του άρθρου 145 Α του
ν.4261/2014 μετά τις λέξεις « για ομόλογα» προστίθενται οι λέξεις « ή για
υβριδικούς τίτλους».
Άρθρο 7
Τροποποιήσεις του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α'80)
Το εσωτερικό άρθρο 36 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015, τροποποιείται ως εξής: α.
Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 η φράση «νόμιμο ελεγκτή» αντικαθίσταται από τη
φράση «εκτιμητή».
β. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 9 η φράση «νόμιμο ελεγκτή» αντικαθίσταται από
τη φράση «εκτιμητή».
γ. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 9 η λέξη «ελεγκτή» αντικαθίσταται από τη
λέξη «εκτιμητή».
Άρθρο 8
Τροποποιήσεις του ν. 3301/2004 (Α'263)
α) Στο τέλος της περίπτωση β' της παρ. 2 του άρθρου 1 προστίθεται η φράση «Ευρωπαϊκό
Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας».
β) στο τέλος της περίπτωσης ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 2, προστίθεται εδάφιο
ως εξής:
«καθώς και οι υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες που εκδίδονται είτε σε άυλη
είτε σε έγγραφη μορφή, από πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με την Π.Υ.Σ. 36/2015 (Α'
135) και αναλαμβάνονται από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.»
Άρθρο 9
Τροποποιήσεις του ν. 4172/2013 (Α'167)
Το άρθρο 27 Α του ν. 4172/2013 , τροποποιείται, από την έναρξη ισχύος του ν.
4340/2015, ως εξής:
1. Η περίπτωση α' της παραγράφου 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση επί προσωρινών διαφορών, υπολογιζόμενη με
τον ισχύοντα στις 31/12/2014 φορολογικό συντελεστή, που αφορά το υπολειπόμενο (αναπόσβεστο)
ποσό της χρεωστικής διαφοράς της παρ.2 του άρθρου 27, το οποίο έχει προκύψει σε
βάρος των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος νομικών προσώπων των
παραγράφων 5,6 και 7 του άρθρου 26 και 2.
Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β της
παραγράφου 2 αντικαθίσταται ως εξής: « β) αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση επί
προσωρινών διαφορών που αφορά στις συσσωρευμένες προβλέψεις και λοιπές εν γένει
ζημιές λόγω πιστωτικού κινδύνου αναφορικά με απαιτήσεις των προαναφερθέντων
νομικών προσώπων, η οποία έχει λογισθεί έως τις 31.12.2014, με τον ισχύοντα την
ημερομηνία αυτή φορολογικό συντελεστή, σύμφωνα με τις διατάξεις των Διεθνών
Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) και τις διατάξεις του παρόντος νόμου
ή τις αντίστοιχες διατάξεις του προϊσχύσαντος ν. 2238/1994 (Α' 151) και
εμφανίζεται στις νομίμως ελεγμένες και εγκεκριμένες από την τακτική Γενική
Συνέλευση των μετόχων ή των συνεταίρων, ετήσιες εταιρικές οικονομικές
καταστάσεις του έτους 2014, των ανωτέρω νομικών προσώπων, εφόσον έχουν συνταχθεί
με βάση τα ΔΠΧΑ, μετατρέπεται, στο σύνολο του ή μερικά με τον τρόπο που
περιγράφεται κατωτέρω, κατά περίπτωση, σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση
αυτού έναντι του Δημοσίου, σε περίπτωση κατά την οποία το λογιστικό, μετά από
φόρους, αποτέλεσμα χρήσης του νομικού προσώπου είναι ζημία, σύμφωνα με τις, κατά
τα παραπάνω, νομίμως ελεγμένες και εγκεκριμένες εταιρικές οικονομικές
καταστάσεις από την τακτική Γενική Συνέλευση των μετόχων ή συνεταίρων. Στις
περιπτώσεις που στα προαναφερθέντα νομικά πρόσωπα δεν εφαρμόζονταν τα Διεθνή
Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) στις 31.12.2014, για την εφαρμογή του
προηγούμενου εδαφίου και της περίπτωσης α) της παρούσας παραγράφου λαμβάνεται
υπόψη το ποσό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης επί προσωρινών διαφορών
που έχει λογισθεί έως τις 30 Ιουνίου 2015.»
Άρθρο 10
Σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης και μέχρι τη χορήγηση δανείου του άρθρου 16
του ν. 3864/2010, από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προς το Ταμείο
Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ), το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ δύναται να προκαταβάλει προσωρινά προς το Ταμείο Εξυγίανσης, με μορφή
δανείου, τα αναγκαία κεφάλαια με σκοπό τη κάλυψη από το Ταμείο Εξυγίανσης
δαπανών για τη χρηματοδότηση της εξυγίανσης τραπεζών.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν αιτήματος του ΤΕΚΕ και γνώμη της
Τράπεζας της Ελλάδος, καθορίζεται το ποσό, ο χρόνος και ο τρόπος εκταμίευσης και
τίθεται το ανώτατο όριο επιτοκίου για την αποπληρωμή του δανείου, κατά το μέρος
του δανείου, το οποίο υπερβαίνει το υπολειπόμενο ποσό προς πλήρη ανάλωση της
χορηγηθείσας πίστωσης δυνάμει της υπ' αριθμ. 9249/9.10.2011 απόφασης του
Υπουργού Οικονομικών (Β' 2246/9.10.2011) και ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο ζήτημα για
την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Το συνολικό ποσό του δανείου αποπληρώνεται αμέσως μετά την ενεργοποίηση της
διαδικασίας της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν.3864/2010, με δάνειο που
συνάπτει το ΤΧΣ με το ΤΕΚΕ. Η χορήγηση του δανείου πραγματοποιείται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου
του ΤΕΚΕ
Άρθρο 11
Το άρθρο 96 του ν. 4316/2014 (Α'270) καταργείται.
Άρθρο 12
Στο άρθρο 39 του ν.4172/2013 (Α' 167) προστίθεται νέα παράγραφος 4 ως εξής: 1.
«4. Τα εισοδήματα από την εκμίσθωση ακίνητης περιουσίας, τα οποία δεν έχουν
εισπραχθεί από το δικαιούχο, δεν συνυπολογίζονται στο συνολικό εισόδημά του,
εφόσον έως την προθεσμία υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος,
έχει εκδοθεί εις βάρος του μισθωτή διαταγή πληρωμής ή διαταγή απόδοσης χρήσης
μίσθιου ή δικαστική απόφαση αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων ή έχει ασκηθεί
εναντίον του μισθωτή αγωγή αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων. Τα εν λόγω
εισοδήματα φορολογούνται στο έτος και κατά το ποσό που αποδεδειγμένα
εισπράχθηκαν, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 8. Τα μη εισπραχθέντα
εισοδήματα δηλώνονται σε ειδικό κωδικό ανείσπρακτων εισοδημάτων από εκμίσθωση
ακίνητης περιουσίας της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.» 2. Οι διατάξεις της
προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή για εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η
Ιανουαρίου 2015 και μετά.
Άρθρο 13 Ειδικό Τέλος Παιγνίων ανά στήλη
Επιβάλλεται ειδικό τέλος πέντε λεπτών (0,05) του ευρώ, ανά στήλη, κάθε παιγνίου
της ΟΠΑΠ ΑΕ.
Το ειδικό τέλος βαρύνει τον παίκτη και αποδίδεται στο Ελληνικό Δημόσιο,
απευθείας, από τον πάροχο.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και ο χρόνος
απόδοσης του ειδικού τέλους καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Άρθρο 14 Τροποποίηση του ν.2960/01 (Α'265)
1. Το άρθρο 91 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 91
Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης-Απαλλαγή
1. Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που επιβάλλεται στα
προϊόντα του προηγουμένου άρθρου, ορίζεται σε σαράντα (40) ευρώ ανά εκατόλιτρο
τελικού προϊόντος.
2. Απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης τα απλά κρασιά, τα οποία
παράγουν ιδιώτες και τα οποία καταναλώνονται από τον ίδιο τον παραγωγό, τα μέλη
της οικογενείας του ή τους προσκεκλημένους του, με την προϋπόθεση ότι δεν
μεσολαβεί πώληση.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των
διατάξεων της παρούσας παραγράφου.
3. Ομοίως, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και οι
διαδικασίες για τον έλεγχο και την εποπτεία των μονάδων παραγωγής, εμφιάλωσης
και εμπορίας των προϊόντων των άρθρων 90 και 92 του παρόντα Κώδικα για
φορολογικούς σκοπούς.»
2. Το άρθρο 93 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 93 Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), που επιβάλλεται στα προϊόντα του προηγουμένου άρθρου,
ορίζεται σε σαράντα (40) ευρώ ανά εκατόλιτρο τελικού προϊόντος.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ Ν.3869/2010 (Α' 130) ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
ΠΡΩΤΗΣ
ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ
Άρθρο 15
Τροποποίηση διατάξεων του Ν. 3869/2010 (Α'130)
1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018 ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο
πρόταση εκκαθάρισης ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή μη με
εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, εφόσον, στο πρόσωπο του οφειλέτη, πληρούνται
σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια
κατοικία του, β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα δεν υπερβαίνει
τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, όπως αυτές προσδιορίζονται στην παράγραφο 3 του
άρθρου 5 του παρόντος, προσαυξημένες κατά εβδομήντα τοις εκατό (70%), και γ) η
αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν
υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα χιλιάδες ευρώ (180.000 €) για τον άγαμο οφειλέτη,
προσαυξημένη κατά σαράντα χιλιάδες € (40.000 €) για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά
είκοσι χιλιάδες € (20.000 €) ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα δ) όσον αφορά
δανειακές οφειλές, ο οφειλέτης να υπήρξε συνεργάσιμος, κατά την έννοια του
Κώδικα Δεοντολογίας (ΦΕΚ Β' 2239/27-08-2014), κατά το χρόνο της αρχικής
καθυστέρησης του δανείου. Σε αυτήν την περίπτωση το σχέδιο ρύθμισης δεν θα
πρέπει παραβλάπτει τη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών. Η συλλογική
ικανοποίηση των πιστωτών θεωρείται ότι παραβλάπτεται αν το σχέδιο ρύθμισης
προβλέπει ότι οι πιστωτές θα βρεθούν σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην
οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης. Η εκτίμηση του ποσού
που αντιστοιχεί στην τιμή του ακινήτου σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης
γίνεται από ειδικό εμπειρογνώμονα ο οποίος επιλέγεται από το αρμόδιο δικαστήριο
εντός 30 ημερών από την κατάθεση της αίτησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του
παρόντος νόμου από το Ειδικό Μητρώο Εμπειρογνωμόνων το οποίο συστήνεται με
απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Δικαιοσύνης μέχρι
31 Δεκεμβρίου 2015. Ο ειδικός εμπειρογνώμων οφείλει το αργότερο τριάντα ημέρες
πριν από τη συζήτηση της αίτησης να υποβάλει την εκτίμηση του στη γραμματεία του
αρμόδιου δικαστηρίου και αποτελεί στοιχείο του φακέλου του αιτούντος. Με πράξη
της Τράπεζας της Ελλάδος η οποία εκδίδεται ορίζονται κατευθύνσεις οι οποίες
λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της μέγιστης ικανότητας αποπληρωμής του
οφειλέτη.
Ο οφειλέτης ενυπόθηκου στεγαστικού δανείου στο πρόσωπο του οποίου πληρούνται
σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις α) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα
υπολείπεται ή είναι ίσο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, όπως αυτές
προσδιορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 5 του παρόντος, β) η αντικειμενική αξία
της κύριας κατοικίας του κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις
εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ (120.000 €) για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη
κατά σαράντα χιλιάδες ευρώ (40.000 €) για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι
χιλιάδες ευρώ (20.000 €) ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα, γ) ο οφειλέτης
βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών όπως αυτές
ορίζονται στο σχέδιο ρύθμισης, δύναται μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης
του Δικαστηρίου να υποβάλει αίτηση στο Ελληνικό Δημόσιο για την μερική κάλυψη
του ποσού της μηνιαίας καταβολής το οποίο ορίζει η δικαστική απόφαση. Η
συνεισφορά του Ελληνικού Δημοσίου στο παραπάνω σχέδιο ρύθμισης δεν μπορεί να
υπερβαίνει σε διάρκεια τα τρία έτη. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας,
Ανάπτυξης και Τουρισμού και Οικονομικών η οποία εκδίδεται έως 31 Δεκεμβρίου
2015, καθορίζονται τα κριτήρια προσδιορισμού του ύψους της συνεισφοράς του
Δημοσίου και η ελάχιστη συνεισφορά του οφειλέτη. Για το έτος 2016, σε περίπτωση
που οι πραγματοποιηθείσες καταβολές του οφειλέτη στους πιστωτές, αφαιρουμένων
των καταβολών του Δημοσίου, υπολείπονται του ποσού που θα έπρεπε να καταβάλλει
μηνιαίως με βάση το σχέδιο ρύθμισης, το ποσό αυτό κατανέμεται ισόποσα στις
μηνιαίες καταβολές του οφειλέτη όπως αυτές έχουν καθοριστεί για τα επόμενα έτη
του σχεδίου ρύθμισης.
Σε περίπτωση που οι πραγματοποιηθείσες καταβολές του οφειλέτη στους πιστωτές από
1.1.2017 και μέχρι το τέλος της συνεισφοράς του Ελληνικού Δημοσίου υπολείπονται
αυτών που ορίστηκαν με την απόφαση του δικαστηρίου, το υπολειπόμενο ποσό
εξοφλείται από το Ελληνικό Δημόσιο. Οι όροι και προϋποθέσεις της εξόφλησης της
οφειλής αυτής από το Ελληνικό Δημόσιο στους πιστωτές ορίζονται ομοίως με την
ανωτέρω απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Οικονομικών.
Η εξυπηρέτηση της οφειλής γίνεται με επιτόκιο που δεν υπερβαίνει αυτό της
ενήμερης οφειλής ή το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο
που ίσχυε σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος κατά τον
τελευταίο μήνα για τον οποίο υφίσταται μέτρηση, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο
αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας ή, σε περίπτωση καθορισμού σταθερού επιτοκίου, το μέσο επιτόκιο
στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από
το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, και χωρίς ανατοκισμό. Για τον
προσδιορισμό της περιόδου τοκοχρεολυτικής εξόφλησης της οριζόμενης συνολικής
οφειλής λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ύψος της οφειλής και η οικονομική
δυνατότητα του οφειλέτη. Η περίοδος πάντως αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει τα
είκοσι έτη εκτός αν η διάρκεια των συμβάσεων δυνάμει των οποίων χορηγήθηκαν οι
πιστώσεις στον οφειλέτη ήταν μεγαλύτερη των είκοσι ετών, οπότε ο Ειρηνοδίκης
δύναται να προσδιορίσει μεγαλύτερη διάρκεια η οποία πάντως δεν υπερβαίνει τα
τριάντα πέντε έτη. Η ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρου 9 δεν μπορεί να συμπίπτει
χρονικά με την αποπληρωμή κατά το άρθρο 8 παρ. 2. Οι απαιτήσεις των πιστωτών
ικανοποιούνται από τις καταβολές του οφειλέτη με βάση την παρούσα παράγραφο κατά
αναλογική εφαρμογή των άρθρων 974 επ. ΚΠολΔ.
Αν κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του σχεδίου ρύθμισης ο οφειλέτης πωλήσει την
κύρια κατοικία του και το τίμημα υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα ελάμβαναν οι
πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης και το οποίο τέθηκε ως βάση για το
σχέδιο ρύθμισης, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο γ' της παρούσας παραγράφου, τότε
το ήμισυ της διαφοράς κατανέμεται στους πιστωτές σύμφωνα με τα άρθρα 974 επ.
ΚΠολΔ. Σε κάθε περίπτωση το ποσό το οποίο θα λάβει ο κάθε πιστωτής δυνάμει του
σχεδίου ρύθμισης και της εφαρμογής του προηγούμενου εδαφίου δεν μπορεί να
υπερβαίνει το συνολικό ποσό της οφειλής όπως αποτυπώνεται στην δικαστική απόφαση.
Η έναρξη ισχύος του παρούσας παραγράφου ορίζεται από 1 Ιανουαρίου 2016.»
2. Η παράγραφος 6 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης και εφεξής: α) ο οφειλέτης
υποχρεούται να προβαίνει συμμέτρως προς τους πιστωτές του στις μηνιαίες
καταβολές που ορίζονται στο εδάφιο γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του παρόντος
νόμου, β) αναστέλλεται μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως η παραγραφή των
απαιτήσεων των πιστωτών που έχουν συμπεριληφθεί στην αίτηση του οφειλέτη,
σύμφωνα με την παράγραφο 1 και γ) επέρχεται η λύση της μέχρι τότε ισχύουσας
ρύθμισης ή διευκόλυνσης ή τμηματικής καταβολής των οφειλών της παραγράφου 2 του
άρθρου 1, οι οποίες κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αιτήσεως του οφειλέτη για
την υπαγωγή στην διαδικασία του παρόντος νόμου, τελούν σε αναστολή διοικητική,
δικαστική ή εκ του νόμου ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής
καταβολής κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 του ν. 3869/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης καθυστερεί την καταβολή των δόσεων που
ορίζονται από τον ειρηνοδίκη, σύμφωνα με την παράγραφο 2, με συνέπεια το
συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικώς την αξία τριών
μηνιαίων δόσεων ετησίως, ο ειρηνοδίκης ή το κατά περίπτωση αρμόδιο δικαστήριο
διατάσσει την ανάκληση της προσωρινής διαταγής με την οποία ορίστηκε η καταβολή
των δόσεων, ή την ανάκληση κάθε άλλου προληπτικού ή ανασταλτικού μέτρου, Η
αίτηση του πιστωτή για την ανάκληση κατατίθεται στο το αργότερο εντός τεσσάρων
μηνών από τη δημιουργία του λόγου ανάκλησης. Κάθε κλήτευση πραγματοποιείται προ
δέκα ημερών.»
4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 Α του ν. 3869/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η προσωρινή απαλλαγή του οφειλέτη κατά την ανωτέρω παράγραφο χορηγείται για
διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών. Από της εκδόσεως της δικαστικής αποφάσεως της
παραγράφου 1 και για όσο χρόνο διαρκεί η προσωρινή απαλλαγή του οφειλέτη
αναστέλλονται το πάσης φύσεως ατομικά καταδιωκτικά μέτρα εναντίον του. Με την
επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 938 ΑΚ επ. περί καταδολίευσης δανειστών και
εφόσον κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής απαλλαγής δεν μεταβληθούν οι
προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, αφού παρέλθει διάστημα δεκαοκτώ (18)
μηνών, ο οφειλέτης απαλλάσσεται από το υπόλοιπο των χρεών του σύμφωνα με το
άρθρο 11 παράγραφος 1 του ν. 3869/2010. Κατά τη διάρκεια του ανωτέρω διαστήματος,
ο οφειλέτης υποχρεούται να ενημερώνει οποτεδήποτε καταστεί αναγκαίο, και σε κάθε
περίπτωση το αργότερο ανά τρίμηνο, από την ημερομηνία εκδόσεως της δικαστικής
αποφάσεως της παραγράφου 1, τη γραμματεία του ειρηνοδικείου στην οποία τηρείται
ο φάκελος του, για οποιαδήποτε μεταβολή της προσωπικής περιουσιακής του
κατάστασης και των πάσης φύσεων εισοδημάτων του ιδίου και της οικογενείας του.
Σε περίπτωση παράβασης της ανωτέρω υποχρέωσης, ή σε περίπτωση που ο οφειλέτης
παραλείψει να ενημερώσει ειλικρινώς τον φάκελο του σε σχέση με τα στοιχεία που
αφορούν την περιουσιακή του κατάσταση και τα πάσης φύσεως εισοδήματα του ιδίου
και της οικογενείας του, τότε με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον
ενώπιον του αρμοδίου ειρηνοδικείου, η οποία δικάζεται κατά τη διαδικασία της
εκούσιας δικαιοδοσίας, ο οφειλέτης κηρύσσεται έκπτωτος από το καθεστώς
προσωρινής απαλλαγής και αίρεται η αναστολή των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων
εναντίον του.»
5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 του ν. 3869/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Μετά
τη συζήτηση ενώπιον του ειρηνοδίκη κατά την ημέρα επικύρωσης και εφόσον δεν έχει
εκδοθεί προσωρινή διαταγή κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου,
ο οφειλέτης ή κάθε άλλος που έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ζητήσει από το
αρμόδιο δικαστήριο που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων την
αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας που έχει ξεκινήσει κατά του οφειλέτη. Η
αναστολή χορηγείται για χρονικό διάστημα που δεν θα υπερβαίνει τους έξι (6)
μήνες, αρχομένης από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης ή,
εφόσον η συζήτηση της κύριας αιτήσεως έχει προσδιορισθεί σε βραχύτερο χρόνο, έως
την ημέρα συζήτησης της κύριας αιτήσεως. Η ισχύς της απόφασης των ασφαλιστικών
μέτρων δεσμεύει όλους τους πιστωτές που έχουν περιληφθεί στην αίτηση σύμφωνα με
την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως εάν αυτοί έχουν
εκκινήσει ή όχι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος του οφειλέτη. Η
αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας διατάσσεται από το αρμόδιο δικαστήριο
εφόσον αυτό πιθανολογεί: α) την ευδοκίμηση της κύριας αίτησης και β) την
πρόκληση ουσιώδους βλάβης στα συμφέροντα του αιτούντος.»
6. Η παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3869/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Πριν από την έναρξη της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, το αρμόδιο
δικαστήριο μπορεί με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, η οποία δικάζεται
κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων να διατάξει όποιο μέτρο κρίνει
αναγκαίο για να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της
περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της. Η ισχύς της αποφάσεως των
ασφαλιστικών μέτρων δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, αρχομένης από την
ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης ή, εφόσον η συζήτηση της κύριας
αιτήσεως έχει προσδιορισθεί σε βραχύτερο χρόνο, την ημέρα συζήτησης της κύριας
αιτήσεως του οφειλέτη. Η ισχύς της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων δεσμεύει
όλους τους πιστωτές που έχουν περιληφθεί στην αίτηση του οφειλέτη, σύμφωνα με
την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου. Το δικαστήριο διατάσσει τα
ασφαλιστικά μέτρα εφόσον πιθανολογεί ότι: α) η κύρια αίτηση θα ευδοκιμήσει και
β) επίκειται μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της,
ουσιωδώς επιζήμια για τους πιστωτές.»
7. Η παράγραφος 1 του άρθρο 9 του ν. 3869/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Εφόσον υπάρχει ρευστοποιήσιμη περιουσία, η εκποίηση της οποίας κρίνεται
απαραίτητη για την ικανοποίηση των πιστωτών, ή όταν το δικαστήριο κρίνει
αναγκαίο να παρακολουθήσει και να υποβοηθήσει την εκτέλεση των όρων ρύθμισης των
οφειλών για την απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη ή την εξασφάλιση των
συμφερόντων των πιστωτών, ορίζεται εκκαθαριστής. Εκκαθαριστής μπορεί να ορίζεται
το πρόσωπο που προτείνουν πιστωτές οι οποίοι αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των
πιστώσεων ή πρόσωπο από τον κατάλογο των πραγματογνωμόνων που προβλέπεται στο
άρθρο 371 του ΚΠολΔ. Έργο του εκκαθαριστή είναι αυτό που προσδιορίζεται ειδικά
με την απόφαση του διορισμού του και, σε κάθε περίπτωση, η διαχείριση της
περιουσίας του οφειλέτη, η διασφάλισή της σε όλο το νόμιμο ύψος της χάριν των
πιστωτών, η πρόσφορη εκποίησή της, και η διανομή του προϊόντος της εκποίησης
στους πιστωτές. Οι διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα περί συνδίκου εφαρμόζονται
αναλόγως και στον εκκαθαριστή. Από τη ρευστοποιήσιμη περιουσία του οφειλέτη,
εξαιρούνται τα πράγματα που ορίζονται ως ακατάσχετα, σε εφαρμογή των διατάξεων
του άρθρου 953 του ΚΠολΔ. Όλη η περιουσία του οφειλέτη που δεν εξαιρείται από
την κατάσχεση κατά το άρθρο 953 ΚΠολΔ θα κατάσχεται και θα εκποιείται με σκοπό
την ικανοποίηση των δανειστών. Οι απαιτήσεις των πιστωτών ικανοποιούνται σύμφωνα
με τα οριζόμενα στον ΚΠολΔ.»
8. Η παράγραφος 4 του άρθρου 10 του ν. 3869/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ο οφειλέτης υποχρεούται καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας του παρόντος
νόμου όπως επίσης και κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου χάριτος να
επιδεικνύει τη συμπεριφορά συνεργάσιμου δανειολήπτη υπό την έννοια της Απόφασης
της Τράπεζας της Ελλάδος Ευρωσύστημα Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών
Θεμάτων (ΦΕΚ 2287/27.8.2014) σε σχέση με τους συνεργάσιμους δανειολήπτες.»
9. Η παρ. 1 του άρθρου 2 της υποπαραγράφου Α.4 του Κεφαλαίου Α' του Νόμου
4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι οφειλέτες των οποίων η κύρια αίτηση εκκρεμεί κατά το χρόνο έναρξης ισχύος
του παρόντος νόμου υποχρεούνται εντός έξι (6) μηνών από της ενάρξεως της ισχύος
του παρόντος νόμου και εφόσον μέχρι τότε δεν έχει λάβει χώρα συζήτηση της
αιτήσεώς τους, να υποβάλλουν στη γραμματεία του Δικαστηρίου όπου τηρείται ο
φάκελος της αιτήσεώς τους, επικαιροποιημένα τα στοιχεία που αναφέρονται στις παρ.
1 και 2 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010. Η παράλειψη του οφειλέτη να ενημερώσει τα
ανωτέρω στοιχεία του φακέλου θεωρείται παράβαση καθήκοντος ειλικρινούς δηλώσεως
του άρθρου 10 του ν. 3869/2010.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 16
Στο άρθρο 11 του Νόμου 4052/2012 (Α' 41), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος στ',
ως εξής:
«στ. 1. Καθιερώνεται μηχανισμός αυτόματης επιστροφής (claw back) για την
ενδονοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη. Το όριο δαπανών των δημόσιων νοσοκομείων
για τη φαρμακευτική δαπάνη, πέραν του οποίου εφαρμόζεται ο μηχανισμός αυτόματης
επιστροφής (claw back), ορίζεται σε πεντακόσια εβδομήντα εκατομμύρια
(570.000.000,00) ευρώ για το έτος 2016, σε πεντακόσια πενήντα εκατομμύρια
(550.000.000,00) ευρώ για το έτος 2017 και σε πεντακόσια τριάντα εκατομμύρια
(530.000.000,00) ευρώ για το έτος 2018, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ. Οποιαδήποτε
φαρμακευτική δαπάνη υπερβαίνει τα παραπάνω καθορισθέντα όρια, επιστρέφεται από
τις φαρμακευτικές εταιρείες ή τους κατόχους αδείας αγοράς και καταβάλλεται σε
ειδικό λογαριασμό που ορίζεται από τον Υπουργό Υγείας ή συμψηφίζεται από το
Υπουργείο Υγείας με ισόποσες οφειλές για την προμήθεια φαρμακευτικών προϊόντων.
2. Στην ανωτέρω διάταξη στί εμπίπτουν όλες οι φαρμακευτικές δαπάνες που δεν
περιλαμβάνονται στον ισχύοντα κλειστό προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ.
3. Οποιαδήποτε υπέρβαση των δημόσιων δαπανών για τα φαρμακευτικά προϊόντα πάνω
από το όριο δαπανών του έτους, εντός του οποίου πραγματοποιείται η δαπάνη, δεν
επιτρέπεται και θα επιστρέφεται αυτόματα.
4. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, η οποία θα εκδοθεί έως τις 10-12-2015,
καθορίζεται κάθε λεπτομέρεια που απαιτείται για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ
Άρθρο 17
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.