ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) - της 21ης Οκτωβρίου 2015
«Προδικαστική παραπομπή - Οδηγία 2010/13/ΕΕ - Έννοιες “πρόγραμμα” και “υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων” - Καθορισμός του κύριου σκοπού υπηρεσίας οπτικοακουστικών μέσων - Συγκρισιμότητα της υπηρεσίας με την τηλεοπτική εκπομπή - Σύντομα βίντεο περιλαμβανόμενα σε τμήμα δικτυακού τόπου εφημερίδας διαθέσιμης στο διαδίκτυο»
Στην υπόθεση C‑347/14, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) με απόφαση της 26ης Ιουνίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Ιουλίου 2014, στο πλαίσιο της δίκης
New Media Online GmbH
κατά
Bundeskommunikationssenat,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),
συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, πρόεδρο του πρώτου τμήματος, προεδρεύουσα του δεύτερου τμήματος, K. Lenaerts (εισηγητή), J. L. da Cruz Vilaça, A. Arabadjiev και J.‑C. Bonichot, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar
γραμματέας: M.-A. Gaudissart, προϊστάμενος διοικητικής μονάδας,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 22ας Απριλίου 2015,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η New Media Online GmbH, εκπροσωπούμενη από τη M. Hetzenauer, Rechtsanwältin,
– η Σουηδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις A. Falk και N. Otte Widgren,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον G. Braun και την A. Μαρκουλλή,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 1ης Ιουλίου 2015,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, και στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95, σ. 1).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της New Media Online GmbH, με έδρα το Innsbruck (Αυστρία), και του Bundeskommunikationssenat σχετικά με την απόφαση της αυστριακής αρχής επικοινωνιών (Kommunikationsbehörde Austria) να χαρακτηρίσει τμήμα των υπηρεσιών τις οποίες προσφέρει η προσφεύγουσα της κύριας δίκης ως «κατά παραγγελία υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων» υποκείμενη, εκ του λόγου αυτού, στην υποχρέωση κοινοποιήσεως που προβλέπεται στη σχετική κανονιστική ρύθμιση.
Το νομικό πλαίσιο
Το δίκαιο της Ένωσης
3 Οι αιτιολογικές σκέψεις 10, 11, 21, 22, 24 και 28 της οδηγίας 2010/13 έχουν ως εξής:
«(10) Οι παραδοσιακές υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων —όπως η τηλεόραση— και οι νεοεμφανιζόμενες κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες απασχόλησης στην Ένωση, ιδίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τονώνοντας την οικονομική ανάπτυξη και τις επενδύσεις. Λαμβανομένης υπόψη της σημασίας του επί ίσοις όροις ανταγωνισμού και μιας γνήσιας ευρωπαϊκής αγοράς υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, οι βασικές αρχές της εσωτερικής αγοράς, όπως ο ελεύθερος ανταγωνισμός και η ίση μεταχείριση, θα πρέπει να γίνονται σεβαστές προκειμένου να διασφαλίζονται η διαφάνεια και η προβλεψιμότητα στις αγορές υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και να μειωθούν τα εμπόδια εισόδου στην αγορά.
(11) Προκειμένου να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, να βελτιωθεί η ασφάλεια του δικαίου, να ολοκληρωθεί η εσωτερική αγορά και να διευκολυνθεί η δημιουργία ενιαίου χώρου ενημέρωσης, απαιτείται να ισχύει για όλες τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, τόσο στις τηλεοπτικές (δηλαδή στις γραμμικές υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) όσο και στις κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (δηλαδή στις μη γραμμικές υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) τουλάχιστον μία βασική δέσμη συντονισμένων κανόνων.
[...]
(21) Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο ορισμός των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων θα πρέπει να καλύπτει μόνο τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, είτε τηλεοπτικές μεταδόσεις είτε κατά παραγγελία υπηρεσίες που αποτελούν μέσα μαζικής επικοινωνίας, δηλαδή που προορίζονται για λήψη από σημαντικό τμήμα του ευρέος κοινού και είναι πιθανό να έχουν σαφείς επιπτώσεις σε αυτό. Το πεδίο εφαρμογής της θα πρέπει να περιορίζεται σε υπηρεσίες, όπως αυτές ορίζονται στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και, κατά συνέπεια, θα πρέπει να καλύπτει κάθε μορφή οικονομικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, αλλά δεν θα πρέπει να καλύπτει δραστηριότητες που δεν είναι κατά κύριο λόγο οικονομικές και που δεν ανταγωνίζονται τις τηλεοπτικές εκπομπές, όπως οι ιδιωτικοί δικτυακοί τόποι και υπηρεσίες που συνίστανται στην παροχή ή διανομή οπτικοακουστικού περιεχομένου που δημιουργείται από ιδιώτες χρήστες για σκοπούς κοινοποίησης και ανταλλαγής στο πλαίσιο ομάδων κοινών ενδιαφερόντων.
(22) Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, στον ορισμό των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων θα πρέπει να περιλαμβάνονται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην ενημερωτική, ψυχαγωγική και εκπαιδευτική για το κοινό λειτουργία τους, και οι οπτικοακουστικές εμπορικές ανακοινώσεις, αποκλείεται όμως κάθε μορφή ιδιωτικής αλληλογραφίας, όπως ηλεκτρονικά μηνύματα που αποστέλλονται σε περιορισμένο αριθμό αποδεκτών. Από τον ορισμό θα πρέπει να αποκλείονται όλες οι υπηρεσίες οι οποίες δεν έχουν ως κύριο σκοπό την παροχή προγραμμάτων, δηλαδή όπου το οπτικοακουστικό περιεχόμενο είναι απλώς συμπτωματικό ως προς την υπηρεσία και δεν αποτελεί τον κύριο σκοπό της. Μεταξύ των παραδειγμάτων περιλαμβάνονται δικτυακοί τόποι που περιέχουν οπτικοακουστικά στοιχεία μόνο επικουρικά, όπως είναι κινούμενα γραφικά στοιχεία, σύντομα διαφημιστικά μηνύματα ή πληροφορίες που αναφέρονται σε ένα προϊόν ή σε μια μη οπτικοακουστική υπηρεσία. Για τους λόγους αυτούς, τα τυχερά παιχνίδια με λαχνούς, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν χρηματικά ποσά, συμπεριλαμβανομένης της λοταρίας, των στοιχημάτων και άλλων μορφών τυχερών παιχνιδιών, καθώς επίσης διαδικτυακά παιχνίδια και μηχανές αναζήτησης, αλλά όχι εκπομπές αφιερωμένες στα τυχερά παιχνίδια, θα πρέπει επίσης να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.
[...]
(24) Χαρακτηριστικό των κατά παραγγελία υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων είναι ότι είναι “παρεμφερείς προς την τηλεόραση”, δηλαδή ανταγωνίζονται τις τηλεοπτικές μεταδόσεις ως προς το ίδιο κοινό, η δε φύση και το μέσο της πρόσβασης στην υπηρεσία οδηγούν τον χρήστη να αναμένει ευλόγως κανονιστική προστασία στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Υπ’ αυτό το πρίσμα και προκειμένου να αποφευχθούν ανισότητες όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία και τον ανταγωνισμό, η έννοια του προγράμματος θα πρέπει να ερμηνεύεται δυναμικά, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στον τομέα των τηλεοπτικών μεταδόσεων.
[...]
(28) Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να καλύπτει την ηλεκτρονική μορφή των εφημερίδων και των περιοδικών.»
4 Το άρθρο 1 της οδηγίας 2010/13, που τιτλοφορείται «Ορισμοί», προβλέπει στην παράγραφό του 1 τα εξής:
«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) “υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων”:
i) υπηρεσία όπως ορίζεται στα άρθρα [56 και 57] της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία τελεί υπό τη συντακτική ευθύνη παρόχου υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, κύριος σκοπός της οποίας είναι η παροχή προγραμμάτων με σκοπό την ενημέρωση, την ψυχαγωγία ή την εκπαίδευση του ευρέος κοινού μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2002/21/ΕΚ. Οι εν λόγω υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων είναι είτε τηλεοπτικές εκπομπές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο στοιχείο ε΄ της παρούσας παραγράφου, είτε κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο στοιχείο ζ΄ της παρούσας παραγράφου,
ii) οπτικοακουστική εμπορική ανακοίνωση·
β) “πρόγραμμα”: σειρά κινούμενων εικόνων με ή χωρίς ήχο η οποία συνιστά μεμονωμένο στοιχείο στο πλαίσιο προγραμματισμού ή καταλόγου που καθορίζεται από πάροχο υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και της οποίας η μορφή και το περιεχόμενο είναι συγκρίσιμα με τη μορφή και το περιεχόμενο τηλεοπτικής εκπομπής. Ως παραδείγματα προγραμμάτων αναφέρονται οι ταινίες μεγάλου μήκους, οι αθλητικές διοργανώσεις, οι κωμικές σειρές, τα ντοκιμαντέρ, τα παιδικά προγράμματα και τα δραματοποιημένα έργα·
[...]
ζ) “κατά παραγγελία υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων” (ήτοι μη γραμμική υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων): υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων που παρέχεται από πάροχο υπηρεσίας οπτικοακουστικών μέσων για την παρακολούθηση προγραμμάτων σε χρονική στιγμή που επιλέγει ο χρήστης και, κατόπιν δικού του αιτήματος, από κατάλογο προγραμμάτων που έχει επιλέξει ο πάροχος υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων·
[...]»
Το αυστριακό δίκαιο
5 Το άρθρο 2 του νόμου για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (Audiovisuelle Mediendienste-Gesetz, BGBl. I, 84/2001), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης (στο εξής: AMD‑G), το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», έχει ως εξής:
«Υπό την έννοια του παρόντος νόμου, νοείται ως:
[...]
3. “υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων”: υπηρεσία όπως ορίζεται στα άρθρα 56 και 57 ΣΛΕΕ, η οποία τελεί υπό τη συντακτική ευθύνη παρόχου υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, κύριος σκοπός της οποίας είναι η παροχή προγραμμάτων με σκοπό την ενημέρωση, την ψυχαγωγία ή την εκπαίδευση του ευρέος κοινού μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών [άρθρο 3, σημείο 11, του νόμου περί τηλεπικοινωνιών (Telekommunikationsgesetz) του 2003]. Στον ανωτέρω ορισμό εμπίπτουν η τηλεοπτική εκπομπή και οι κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων·
4. “κατά παραγγελία υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων”: υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων που παρέχεται από πάροχο υπηρεσίας οπτικοακουστικών μέσων για την παρακολούθηση προγραμμάτων σε χρονική στιγμή που επιλέγει ο χρήστης και, κατόπιν δικού του αιτήματος, από κατάλογο προγραμμάτων που έχει επιλέξει ο πάροχος υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (κατά παραγγελία υπηρεσία)·
[...]»
6 Το άρθρο 9 του AMD-G, το οποίο τιτλοφορείται «Υπηρεσίες υποκείμενες στην υποχρέωση κοινοποιήσεως», προβλέπει στην παράγραφό του 1 τα εξής:
«Τηλεοπτικοί οργανισμοί οι οποίοι δεν υπόκεινται σε υποχρέωση άδειας κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, καθώς και παρέχοντες κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, οφείλουν να κοινοποιήσουν στη ρυθμιστική αρχή τη δραστηριότητά τους το αργότερο δύο εβδομάδες πριν από την έναρξή της.»
Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
7 Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης διαχειρίζεται τη διαδικτυακή εφημερίδα «Tiroler Tageszeitung Online» υπό τη διαδικτυακή διεύθυνση http://www.tt.com. Στον εν λόγω διαδικτυακό τόπο, ο οποίος περιλαμβάνει κυρίως άρθρα του γραπτού τύπου, υπήρχε, κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, ένας σύνδεσμος προς τον επιμέρους δικτυακό τόπο http://video.tt.com με την ένδειξη «βίντεο» (στο εξής: δικτυακός τόπος «βίντεο»), ο οποίος παρέπεμπε σε ιστοσελίδα από την οποία, με τη βοήθεια ενός καταλόγου αναζητήσεως, ήταν δυνατή η πρόσβαση σε περισσότερα από 300 βίντεο.
8 Τα κατ’ αυτόν τον τρόπο αναρτώμενα βίντεο αποτελούσαν ανταποκρίσεις ποικίλης διάρκειας, από 30 δευτερόλεπτα μέχρι περισσότερα λεπτά, διαμορφωμένες από τη σύνταξη και σχετικές με διάφορα θέματα όπως, μεταξύ άλλων, τοπικές εκδηλώσεις και γεγονότα, ερωτήσεις προς περαστικούς για επίκαιρα θέματα, αθλητικές διοργανώσεις, δείγματα ταινιών, οδηγίες χειροτεχνίας για παιδιά ή βίντεο αναγνωστών επιλεγμένα από τη σύνταξη. Ελάχιστα από τα βίντεο που ήταν διαθέσιμα στον δικτυακό τόπο “βίντεο” είχαν σχέση με τα άρθρα τα οποία περιλαμβάνονταν στον δικτυακό τόπο της εφημερίδας Tiroler Tageszeitung.
9 Με απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 2012, η αυστριακή αρχή επικοινωνιών διαπίστωσε ότι, όσον αφορά τον δικτυακό τόπο «βίντεο», η προσφεύγουσα της κύριας δίκης προσφέρει κατά παραγγελία υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων κατά την έννοια του άρθρου 2, σημεία 3 και 4, του AMD-G, υποκείμενη στην υποχρέωση κοινοποιήσεως που προβλέπει το άρθρο 9, παράγραφος 1, του ίδιου νόμου. Κατά την εν λόγω αρχή, ο δικτυακός τόπος «βίντεο» έχει τηλεοπτικό χαρακτήρα και επιτελεί αυτόνομη λειτουργία σε σχέση με το υπόλοιπο τμήμα του διαδικτυακού τόπου της εφημερίδας Tiroler Tageszeitung. Πληροί δε το κριτήριο που συνίσταται στην κατά κύριο σκοπό παροχή προγραμμάτων προς ενημέρωση, ψυχαγωγία ή εκπαίδευση του κοινού. Κατά συνέπεια, η αυστριακή αρχή επικοινωνιών φρονεί ότι ο δικτυακός τόπος «βίντεο» εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του AMD‑G και ότι, ως εκ τούτου, εφαρμόζονται ως προς αυτόν οι εκεί προβλεπόμενες κανονιστικές απαιτήσεις.
10 Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης αμφισβήτησε την εκτίμηση αυτή και υπέβαλε διοικητική ένσταση ενώπιον του Bundeskommunikationssenat. Το τελευταίο απέρριψε την εν λόγω ένσταση με απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2012 για τους λόγους που είχε προβάλει η αυστριακή αρχή επικοινωνιών.
11 Κατόπιν τούτου, η προσφεύγουσα της κύριας δίκης προσέφυγε ενώπιον του Verwaltungsgerichtshof. Με την προσφυγή της υποστήριξε ότι το οπτικοακουστικό υλικό το οποίο ήταν προσβάσιμο από τον δικτυακό τόπο «βίντεο» αποτελεί απλώς συμπλήρωμα της βασικής ιστοσελίδας της και ότι δεν έχει τη μορφή υπηρεσίας οπτικοακουστικών μέσων. Εκτός αυτού, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η διάθεση των σύντομων βίντεο στον δικτυακό τόπο «βίντεο» δεν είναι συγκρίσιμη, από απόψεως μορφής και περιεχομένου, με την προσφορά τηλεοπτικών εκπομπών.
12 Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, πρώτον, αν τα διατιθέμενα βίντεο μπορούν να χαρακτηριστούν ως «πρόγραμμα», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13 και, πιο συγκεκριμένα, αν η επίμαχη στην κύρια δίκη συλλογή βίντεο πληροί την απαίτηση της ίδιας διατάξεως σύμφωνα με την οποία η μορφή και το περιεχόμενο της εν λόγω συλλογής βίντεο πρέπει να είναι συγκρίσιμα με τη μορφή και το περιεχόμενο τηλεοπτικής εκπομπής. Το αιτούν δικαστήριο στηρίζεται στην προκείμενη ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η εξεταζόμενη υπηρεσία είναι συγκρίσιμη με την τηλεοπτική εκπομπή όταν η τελευταία προσφέρει τέτοια υπηρεσία. Εντούτοις, οι αμφιβολίες του πηγάζουν από το γεγονός ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη υπηρεσία συνίσταται στη διάθεση βίντεο μικρής χρονικής διάρκειας με τα οποία παρουσιάζονται λόγου χάριν σύντομα στιγμιότυπα ειδήσεων και οι οποίες, υπό τη μορφή αυτή, δεν απαντούν στην «κλασική» τηλεόραση.
13 Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η επίμαχη στην κύρια δίκη υπηρεσία έχει ως «κύριο σκοπό» την παροχή προγραμμάτων προς ενημέρωση, ψυχαγωγία ή εκπαίδευση του κοινού. Κατά το εν λόγω δικαστήριο, η οδηγία 2010/13 δεν παρέχει τη δυνατότητα να προσδιοριστεί με σαφήνεια αν ο χαρακτηρισμός μιας υπηρεσίας ως «υπηρεσίας οπτικοακουστικών μέσων» υπό το πρίσμα του «κύριου σκοπού» εξαρτάται από το συνολικό φάσμα των υπηρεσιών του παρόχου ή αν μπορεί να προβλέπεται εξατομικευμένη εξέταση της κάθε υπηρεσίας χωριστά. Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο είναι της γνώμης ότι ο σκοπός της οδηγίας αυτής συνηγορεί υπέρ της δεύτερης προσεγγίσεως, στο μέτρο που, στην αντίθετη περίπτωση, ένας πάροχος θα μπορούσε, διευρύνοντας το φάσμα των υπηρεσιών του, να τις εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας.
14 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Verwaltungsgerichtshof αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13 την έννοια ότι η απαιτούμενη συγκρισιμότητα, ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο, μιας υπό κρίση υπηρεσίας με τηλεοπτικά προγράμματα συντρέχει μόνον όταν τέτοιου είδους υπηρεσίες προσφέρονται και στο πλαίσιο τηλεοπτικών προγραμμάτων που μπορούν να θεωρηθούν ως μέσα μαζικής επικοινωνίας, τα οποία προορίζονται για τη λήψη τους από σημαντικό μέρος του ευρέος κοινού και μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά το κοινό αυτό;
2) Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας 2010/13 την έννοια ότι, επί ηλεκτρονικών εκδόσεων εφημερίδων, προκειμένου να προσδιοριστεί ο κύριος σκοπός μιας προσφερόμενης υπηρεσίας μπορεί να ληφθεί υπόψη ένα επιμέρους τμήμα, στο οποίο προσφέρεται κατά κύριο λόγο συλλογή σύντομων βίντεο, τα οποία, σε άλλα τμήματα της διαδικτυακής παρουσίας του ηλεκτρονικού αυτού μέσου χρησιμοποιούνται μόνον ως συμπλήρωμα των κειμένων της διαδικτυακής ημερήσιας εφημερίδας;»
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί του πρώτου ερωτήματος
15 Με το πρώτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί κατά πόσον εμπίπτει στην έννοια του «προγράμματος» όπως νοείται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13, η διάθεση, σε επιμέρους δικτυακό τόπο της ιστοσελίδας εφημερίδας, βίντεο μικρής χρονικής διάρκειας με τα οποία παρουσιάζονται σύντομα στιγμιότυπα τοπικών ειδήσεων, αθλητικών ανταποκρίσεων και ψυχαγωγίας.
16 Επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι, σύμφωνα με τα ενδεικτικά στοιχεία που παρέχει το αιτούν δικαστήριο, τα επίμαχα στην κύρια δίκη βίντεο παρουσιάζουν ειδήσεις διαφορετικής χρονικής διάρκειας και ποικίλης ύλης. Τα βίντεο αυτά αφορούν ανταποκρίσεις σχετικές με τοπικά γεγονότα, ειδικότερα στους τομείς της πολιτικής, του πολιτισμού, του αθλητισμού και της οικονομίας.
17 Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο εκφράζει αμφιβολίες ως προς το ζήτημα αν η διάθεση βίντεο μικρής χρονικής διάρκειας με τα οποία παρουσιάζονται σύντομα στιγμιότυπα τοπικών ειδήσεων, αθλητικών ανταποκρίσεων και ψυχαγωγίας είναι συγκρίσιμη με την «τηλεοπτική εκπομπή» κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13, δεδομένου ότι μέχρι σήμερα οι παραδοσιακές τηλεοπτικές μεταδόσεις δεν περιλάμβαναν την προβολή, αυτή καθαυτήν, τέτοιων συλλογών σύντομων βίντεο.
18 Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά τον ορισμό του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13, η έννοια του «προγράμματος» αφορά «σειρά κινούμενων εικόνων […] η οποία συνιστά μεμονωμένο στοιχείο στο πλαίσιο προγραμματισμού ή καταλόγου που καθορίζεται από πάροχο υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και της οποίας η μορφή και το περιεχόμενο είναι συγκρίσιμα με τη μορφή και το περιεχόμενο τηλεοπτικής εκπομπής».
19 Επομένως, η διάταξη αυτή θέτει ως προϋπόθεση τη συγκρισιμότητα των μαγνητοσκοπημένων στιγμιότυπων, όπως είναι τα επίμαχα στην κύρια δίκη, με τη μορφή και το περιεχόμενο της τηλεοπτικής εκπομπής, και όχι τη συγκρισιμότητα μιας πλήρους συλλογής σύντομων βίντεο με έναν προγραμματισμό ή έναν κατάλογο καθοριζόμενο από ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό.
20 Επιπλέον, το γεγονός ότι τα επίμαχα στην κύρια δίκη βίντεο είναι μικρής χρονικής διάρκειας δεν είναι σε θέση να άρει τον χαρακτηρισμό τους ως «προγραμμάτων», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13. Συγκεκριμένα, η διάταξη αυτή δεν θέτει προϋπόθεση σχετική με τη διάρκεια του οικείου συνόλου εικόνων. Εκτός αυτού, όπως υπογράμμισε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις προσφερόμενες τηλεοπτικές εκπομπές συγκαταλέγονται, πλην των προγραμμάτων μεγάλης ή μέσης χρονικής διάρκειας, και προγράμματα μικρής χρονικής διάρκειας.
21 Όσον αφορά τη δυνατότητα προσβάσεως του χρήστη του διαδικτύου στο βίντεο που τον ενδιαφέρει κατά τη χρονική στιγμή που ο ίδιος επιλέγει, και κατόπιν δικού του αιτήματος, από κατάλογο προγραμμάτων τον οποίο έχει επιλέξει ο εκμεταλλευόμενος τη διαδικτυακή εφημερίδα και ο οποίος καθιστά εφικτή τόσο την αναζήτηση ανά θεματική ενότητα όσο και την αναζήτηση των δημοφιλέστερων ή πιο επίκαιρων βίντεο, επισημαίνεται ότι η δυνατότητα αυτή ουδόλως αναιρεί το γεγονός ότι, όπως ακριβώς ισχύει στην περίπτωση τηλεοπτικώς μεταδιδόμενου προγράμματος, τα επίμαχα βίντεο απευθύνονται σε μαζικό κοινό και είναι πιθανό να έχουν σαφείς επιπτώσεις σε αυτό, κατά την έννοια της αιτιολογικής σκέψεως 21 της οδηγίας 2010/13. Κατά τα λοιπά, η δυνατότητα αυτή αντιστοιχεί στη ρητώς προβλεπόμενη στον ορισμό της «κατά παραγγελία υπηρεσίας οπτικοακουστικών μέσων» του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, της οδηγίας 2010/13. Κατά συνέπεια, ο τρόπος επιλογής των επίμαχων στην κύρια δίκη βίντεο δεν διαφέρει από τον προτεινόμενο στο πλαίσιο των κατά παραγγελία υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής.
22 Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 11, 21 και 24 της οδηγίας 2010/13, ο σκοπός της οδηγίας αυτής συνίσταται στο να εξασφαλιστεί ότι, σε ένα ιδιαιτέρως ανταγωνιστικό περιβάλλον μέσων μαζικής ενημέρωσης, εφαρμόζονται οι ίδιοι κανόνες στους φορείς που απευθύνονται στο ίδιο κοινό και αποτρέπεται το ενδεχόμενο οι κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη συλλογή βίντεο, να ανταγωνίζονται με αθέμιτο τρόπο την παραδοσιακή τηλεόραση.
23 Συναφώς, από τα ενδεικτικά στοιχεία που παρέχει το αιτούν δικαστήριο προκύπτει ότι τμήμα των προσβάσιμων βίντεο στον δικτυακό τόπο «βίντεο» αποτελούν παραγωγή του περιφερειακού τηλεοπτικού οργανισμού Tirol TV, η πρόσβαση δε σε αυτό είναι εφικτή και από την ιστοσελίδα του εν λόγω οργανισμού. Ως εκ τούτου, τα βίντεο αυτά ανταγωνίζονται τις υπηρεσίες ενημέρωσης που προσφέρουν οι περιφερειακοί τηλεοπτικοί οργανισμοί. Η ίδια διαπίστωση ισχύει και για τα βίντεο μικρής χρονικής διάρκειας που αφορούν όχι την τοπική επικαιρότητα αλλά πολιτιστικά ή αθλητικά γεγονότα ή ανταποκρίσεις ψυχαγωγικού περιεχομένου, και τα οποία ανταγωνίζονται με τους μουσικούς και αθλητικούς τηλεοπτικούς σταθμούς καθώς και με τις ψυχαγωγικές εκπομπές.
24 Κατόπιν των ανωτέρω εκτιμήσεων, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο πρώτο ερώτημα είναι ότι η έννοια του «προγράμματος», όπως νοείται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13, περιλαμβάνει τη διάθεση βίντεο μικρής χρονικής διάρκειας, σε επιμέρους δικτυακό τόπο της ιστοσελίδας εφημερίδας, με τα οποία παρουσιάζονται σύντομα στιγμιότυπα τοπικών ειδήσεων, αθλητικών ανταποκρίσεων και ψυχαγωγίας.
Επί του δεύτερου ερωτήματος
25 Με το δεύτερο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί βάσει ποιων κριτηρίων πρέπει να καθοριστεί ο κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας 2010/13 κύριος σκοπός της υπηρεσίας διαθέσεως βίντεο η οποία παρέχεται στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής εκδόσεως εφημερίδας.
26 Συναφώς, από την οδηγία 2010/13 προκύπτει ότι η ηλεκτρονική έκδοση εφημερίδας, παρά τα οπτικοακουστικά στοιχεία που περιέχει, δεν πρέπει να θεωρείται οπτικοακουστική υπηρεσία όταν τα εν λόγω στοιχεία είναι παρεπόμενου χαρακτήρα και χρησιμεύουν αποκλειστικά ως συμπλήρωμα της προσφοράς άρθρων του γραπτού τύπου.
27 Η αιτιολογική σκέψη 22 της οδηγίας 2010/13 θέτει λοιπόν την αρχή σύμφωνα με την οποία, όταν «το οπτικοακουστικό περιεχόμενο είναι απλώς συμπτωματικό [παρεπόμενου χαρακτήρα] ως προς την υπηρεσία και δεν αποτελεί τον κύριο σκοπό της», η εν λόγω υπηρεσία δεν πληροί τα κριτήρια του ορισμού της «υπηρεσίας οπτικοακουστικών μέσων» του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας αυτής. Η αιτιολογική σκέψη 28 της εν λόγω οδηγίας διευκρινίζει με τη σειρά της ότι η «ηλεκτρονική μορφή των εφημερίδων και των περιοδικών» εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της. Ως εκ τούτου, οι αυστριακές αρχές, αξιολογώντας τον διαδικτυακό τόπο της προσφεύγουσας της κύριας δίκης στο σύνολό του, αποφάσισαν να μη τον χαρακτηρίσουν ως υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων.
28 Εντούτοις, η αιτιολογική σκέψη 28 της οδηγίας 2010/13 δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή υπό την έννοια ότι οι υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων πρέπει κατά κανόνα να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής για τον λόγο και μόνον ότι ο έχων την εκμετάλλευση διαδικτυακού τόπου στον οποίο ενσωματώνεται η οικεία υπηρεσία έχει εταιρία εκδόσεως ηλεκτρονικής εφημερίδας. Ένα τμήμα που περιέχει βίντεο και το οποίο, στο πλαίσιο ενός ενιαίου διαδικτυακού τόπου, πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ώστε να χαρακτηριστεί κατά παραγγελία υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων δεν χάνει το χαρακτηριστικό αυτό για τον μοναδικό λόγο ότι η πρόσβαση σε αυτό είναι δυνατή από τον διαδικτυακό τόπο εφημερίδας ή ότι προτείνεται στο πλαίσιο του εν λόγω διαδικτυακού τόπου.
29 Συγκεκριμένα, μια προσέγγιση βάσει της οποίας θα εξαιρούνταν από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, κατά τρόπο γενικό και λόγω του πολυμεσικού τους χαρακτήρα, οι υπηρεσίες τις οποίες διαχειρίζονται οι εκδότες ηλεκτρονικών ημερησίων εφημερίδων, χωρίς προηγούμενη κατά περίπτωση εκτίμηση του «κύριου σκοπού» της οικείας υπηρεσίας, δεν θα λάμβανε επαρκώς υπόψη τις διαφορετικές καταστάσεις που ενδέχεται να ανακύψουν, θα συνεπαγόταν δε τον κίνδυνο οι φορείς που όντως παρέχουν υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας αυτής, να έχουν τη δυνατότητα χρήσεως διαδικτυακής πύλης πολυμέσων προκειμένου να αποφύγουν την εφαρμογή της νομοθεσίας που ισχύει ως προς αυτούς στον συγκεκριμένο τομέα.
30 Επιπλέον, μια προσέγγιση σε ατομική βάση, στηριζόμενη στα χαρακτηριστικά του εκάστοτε φορέα, η οποία θα λάμβανε υπόψη το σύνολο των προσφερόμενων από αυτόν υπηρεσιών ώστε να σταθμιστεί ο σκοπός της κάθε υπηρεσίας χωριστά, και θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο εν λόγω φορέας, ως προς το σύνολο των παρεχόμενων υπηρεσιών μέσω του διαδικτυακού τόπου του, είτε εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2010/13 είτε δεν εμπίπτει, δεν θα παρείχε τη δυνατότητα να αξιολογηθούν ορθώς οι ιδιάζουσες καταστάσεις κατά τις οποίες μια επιχείρηση ασκεί δραστηριότητα σε περισσότερους τομείς, διευρύνει το πεδίο δραστηριοτήτων της ή συγχωνεύεται με άλλη επιχείρηση.
31 Συναφώς, επισημαίνεται ότι ένας από τους κύριους σκοπούς της οδηγίας 2010/13 συνίσταται, σύμφωνα με την αιτιολογική της σκέψη 10, στην επίτευξη ίσων όρων ανταγωνισμού στην αγορά των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων. Κατά συνέπεια, ο χαρακτηρισμός του «κύριου σκοπού» ενός διαδικτυακού τόπου δεν μπορεί να εξαρτάται από το ζήτημα αν ο εν λόγω δικτυακός τόπος, εκτιμώμενος στο σύνολό του, συναρτάται με την κύρια δραστηριότητα μιας επιχειρήσεως ή με δραστηριότητα που καταλαμβάνει δευτερεύοντα μόνο ρόλο για την επιχείρηση αυτή.
32 Συγκεκριμένα, το επίπεδο προστασίας που παρέχεται στους καταναλωτές δεν μπορεί να εξαρτάται από το ζήτημα αν το ίδιο τηλεοπτικό περιεχόμενο προσφέρεται από επιχείρηση για την οποία το περιεχόμενο αυτό αντιπροσωπεύει ένα ελάχιστο μόνο τμήμα των παρεχόμενων από αυτήν υπηρεσιών ή από επιχείρηση για την οποία το περιεχόμενο αυτό συνιστά το σύνολο των παρεχόμενων υπηρεσιών.
33 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να προκριθεί μια ουσιαστική προσέγγιση συνιστάμενη, κατά το γράμμα του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας 2010/13, στην εξέταση του ζητήματος αν η οικεία υπηρεσία έχει, ως τέτοια και ανεξαρτήτως του πλαισίου στο οποίο παρέχεται, ως κύριο σκοπό την παροχή προγραμμάτων προς ενημέρωση, ψυχαγωγία ή εκπαίδευση του ευρέος κοινού.
34 Όσον αφορά την υπόθεση της κύριας δίκης, απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξετάσει αν η υπηρεσία που προσφέρεται στον δικτυακό τόπο «βίντεο» έχει αυτοτελές περιεχόμενο και λειτουργία σε σχέση με το περιεχόμενο και τη λειτουργία των άρθρων γραπτού τύπου του εκδότη της ηλεκτρονικής εφημερίδας. Αν τούτο ισχύει, η υπηρεσία αυτή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2010/13. Αν, αντιθέτως, η εν λόγω υπηρεσία συνιστά αναπόσπαστο παρεπόμενο στοιχείο της δημοσιογραφικής δραστηριότητας του εν λόγω εκδότη, ειδικότερα λόγω της συνάφειας που παρουσιάζει η προσφορά οπτικοακουστικού υλικού με αυτήν του γραπτού κειμένου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής.
35 Στο πλαίσιο της αναλύσεως αυτής, το κατά πόσον το επίμαχο εν προκειμένω οπτικοακουστικό υλικό προσφέρεται στο κύριο τμήμα του οικείου διαδικτυακού τόπου ή σε επιμέρους τμήμα αυτού δεν μπορεί να έχει αποφασιστική σημασία, άλλως αφήνεται περιθώριο για καταστρατήγηση των κανόνων της οδηγίας 2010/13 μέσω κατάλληλης διαρθρώσεως του εν λόγω δικτυακού τόπου για τον σκοπό αυτό.
36 Στην υπόθεση της κύριας δίκης, από τις επισημάνσεις του αιτούντος δικαστηρίου καθώς και από τη δικογραφία που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι ελάχιστα άρθρα του τύπου σχετίζονται με τα επίμαχα μαγνητοσκοπημένα στιγμιότυπα. Εκτός αυτού, σύμφωνα με τα ενδεικτικά στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, το κοινό μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση και να παρακολουθήσει τα περισσότερα από αυτά τα βίντεο ανεξαρτήτως από το αν το ίδιο κοινό συμβουλεύεται ή όχι τα άρθρα της ηλεκτρονικής εκδόσεως της εφημερίδας. Τα στοιχεία αυτά υποδηλώνουν ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη υπηρεσία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι έχει αυτοτελές περιεχόμενο και λειτουργία σε σχέση με το περιεχόμενο και τη λειτουργία της δημοσιογραφικής δραστηριότητας της προσφεύγουσας της κύριας δίκης και, ως εκ τούτου, ότι συνιστά υπηρεσία διακριτή από τις λοιπές υπηρεσίες που αυτή προσφέρει. Η εκτίμηση αυτή απόκειται στο αιτούν δικαστήριο.
37 Κατόπιν των ανωτέρω εκτιμήσεων, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο δεύτερο ερώτημα είναι ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας 2010/13 έχει την έννοια ότι η εκτίμηση του κύριου σκοπού μιας υπηρεσίας διαθέσεως βίντεο η οποία παρέχεται στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής εκδόσεως εφημερίδας πρέπει να συναρτάται με την εξέταση του ζητήματος αν η υπηρεσία αυτή έχει, ως τέτοια, αυτοτελές περιεχόμενο και λειτουργία σε σχέση με το περιεχόμενο και τη λειτουργία της δημοσιογραφικής δραστηριότητας του έχοντος την εκμετάλλευση του οικείου διαδικτυακού τόπου, ή αν είναι απλώς αναπόσπαστο συμπλήρωμα της δραστηριότητας αυτής, ειδικότερα λόγω της συνάφειας που παρουσιάζει η προσφορά οπτικοακουστικού υλικού με αυτήν του γραπτού κειμένου. Η εν λόγω εκτίμηση απόκειται στο αιτούν δικαστήριο.
Επί των δικαστικών εξόδων
38 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:
1) Η έννοια του «προγράμματος», όπως νοείται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων), περιλαμβάνει τη διάθεση βίντεο μικρής χρονικής διάρκειας, σε επιμέρους δικτυακό τόπο της ιστοσελίδας εφημερίδας, με τα οποία παρουσιάζονται σύντομα στιγμιότυπα τοπικών ειδήσεων, αθλητικών ανταποκρίσεων και ψυχαγωγίας.
2) Το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας 2010/13 έχει την έννοια ότι η εκτίμηση του κύριου σκοπού μιας υπηρεσίας διαθέσεως βίντεο η οποία παρέχεται στο πλαίσιο της ηλεκτρονικής εκδόσεως εφημερίδας πρέπει να συναρτάται με την εξέταση του ζητήματος αν η υπηρεσία αυτή έχει, ως τέτοια, αυτοτελές περιεχόμενο και λειτουργία σε σχέση με το περιεχόμενο και τη λειτουργία της δημοσιογραφικής δραστηριότητας του έχοντος την εκμετάλλευση του οικείου διαδικτυακού τόπου, ή αν είναι απλώς αναπόσπαστο συμπλήρωμα της δραστηριότητας αυτής, ειδικότερα λόγω της συνάφειας που παρουσιάζει η προσφορά οπτικοακουστικού υλικού με αυτήν του γραπτού κειμένου. Η εν λόγω εκτίμηση απόκειται στο αιτούν δικαστήριο.
21 Oct, 2015