Άρθρα Τα νέα πρόστιμα και οι ποινές  στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ-Ν.4174/26-7-2013) με τις νέες αλλαγές του Ν.4337/17-10-2015 - Πρακτικά θέματα με χρηστικούς πίνακες και παραδείγματα.

Άρθρα Τα νέα πρόστιμα και οι ποινές στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ-Ν.4174/26-7-2013) με τις νέες αλλαγές του Ν.4337/17-10-2015 - Πρακτικά θέματα με χρηστικούς πίνακες και παραδείγματα.

 

·      Το ποινολόγιο στον Κώδικα Φορολογικής   Διαδικασίας   (ΚΦΔ-Ν.4174/26-7-2013)  με τις νέες αλλαγές  του Ν.4337/17-10-2015.

·      Πρακτικά θέματα με χρηστικούς πίνακες και παραδείγματα.

                                                                          

 Του φοροτεχνικού Γιώργου Δ. Χριστόπουλου.

 

Στον παρόντα πρακτικό οδηγό θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε και να αποκωδικοποιήσουμε από τον ΚΦΔ τα άρθρα του ποινολογίου όπως ορισμένα τροποποιήθηκαν και άλλα προστέθηκαν με το νέο πολυνομοσχέδιο Ν.4337/17-10-2015 «μέτρα για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».

 

Μερικές επισημάνσεις:

·      Με 154 «ναι»  υπερψηφίστηκε λίγο μετά τη 1 το πρωί του Σαββάτου στη Βουλή το νομοσχέδιο «Μέτρα για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», που αποτελεί νόμο του κράτους: Ν. 4337/2015 και δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Α' 129/17-10-2015.

·      Χρειάσθηκαν πολλές εξηγήσεις και εμπεριστατωμένες απαντήσεις να δώσει στους βουλευτές της αντιπολίτευσης αλλά και της συμπολίτευσης και χωρίς υπερβολή να κάνει «φορολογικό σεμινάριο» κατά το τριήμερο της συζήτησης στη Βουλή ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών κος Τρύφων Αλεξιάδης, αφού άλλωστε αυτό δεν τον δυσκόλεψε με δεδομένη την ιδιότητα του ως έμπειρο πρώην φοροτεχνικό στέλεχος του Υπουργείου Οικονομικών.

(Σχ. https://www.youtube.com/watch?v=PnHEDB2Esmc )

Σταχυολογούμε μερικές:   

·      Στο θέμα της τροποποίησης της διάταξης του άρθρου 19 του ΚΦΔ έτσι ώστε να μπορεί η επιχείρηση να υποβάλει τροποποιητικές δηλώσεις μετά την έκδοση εντολής ελέγχου και μέχρι την παραγραφή:

Συγκεκριμένα είπε: «Δίνουμε την δυνατότητα στις επιχειρήσεις να κάνουν δηλώσεις οι επιχειρήσεις όταν εκδοθεί εντολή ελέγχου. Εάν ο φορολογούμενος ήθελε να "χορέψει ταγκό" με τον ελεγκτή, χόρευε και πριν και τώρα. Εάν ήθελε να υποβάλει φορολογικές δηλώσεις μπορούσε να ειδοποιηθεί από τον ελεγκτή πριν την εντολή ελέγχου».

Βέβαια την συγκεκριμένη διάταξη (άρθρο 3 παρ. 2,3), την απέσυρε προσωρινά ο Υπουργός και όπως δήλωσε θα επανεισαχθεί σε νέο Ν/Σ., διευκρινίζοντας ότι:

Αυτές οι διατάξεις αποσκοπούν στην ταχύτερη απόδοση των φόρων που αναλογούν σε φορολογητέα ύλη που δεν έχει περιληφθεί στις αρχικές δηλώσεις (εισοδήματος, ΦΠΑ, παρακρατούμενοι, ΕΝΦΙΑ, ΕΦΑ κλπ).

Εξάλλου τα πρόστιμα που επιβάλλονται στις περιπτώσεις που οι δηλώσεις υποβάλλονται  μετά την έκδοση της εντολής ελέγχου είναι ίδια με τα πρόστιμα που επιβάλλονται μετά την ολοκλήρωση του φορολογικού ελέγχου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 12 του Ν/Σ. (σ.σ. προέβλεπε: «α) Εάν η δήλωση υποβληθεί έως την έκδοση της εντολής ελέγχου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 54. β) Εάν η δήλωση υποβληθεί μετά την έκδοση της εντολής ελέγχου εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 58, 58Α και 59, κατά περίπτωση»).

Με τον τρόπο αυτό παρέχουμε τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να συμμορφωθούν, τα έσοδα να αυξηθούν και να μην υπάρχουν περιθώρια διαφθοράς (ως προς το πότε θα ξεκινήσει ο φορολογικός έλεγχος)».

·      Στο θέμα για τα ευνοϊκότερα πρόστιμα που προτείνει το Ν/Σ, όπου οι διατάξεις περιλαμβάνουν και υποθέσεις προηγούμενων ετών που εκκρεμούν σε διάφορα στάδια της φορολογικής- δικαστικής διαδικασίας. (άρθρο 7), ο υπουργός αναφέρθηκε στο φλέγον ζήτημα των υποθέσεων «που εκκρεμούν για μεγάλα χρονικά διαστήματα στα δικαστήρια και στις ελεγκτικές υπηρεσίες, οι οποίες αποτελούν μεγάλο βραχνά για τις υγιείς επιχειρήσεις, τους παρέχεται η δυνατότητα να υπαχθούν στις ευνοϊκότερες διατάξεις και να καταβάλλουν άμεσα τα ποσά φόρου και προστίμων.

Με αυτό τον τρόπο – τόνισε κατηγορηματικά - απελευθερώνονται από παλιές φορολογικές εκκρεμότητες και μπορούν να εστιάσουν στην αναπτυξιακή επιχειρησιακή δραστηριότητα τους».

Είπε χαρακτηριστικά «πάμε να ορθολογικοποιήσουμε και να αυξήσουμε την εισπαξιμότητα των προστίμων. Πάμε να κάνουμε πιο λογικά τα πράγματα στον ΚΦΔ και να μπορέσουμε να λειτουργήσουν καλύτερα εκεί τα ζητήματα και να ευνοηθούν κυρίως οι επιχειρήσεις και οι επιτηδευματίες».

·      Στο θέμα των διατάξεων για τη φοροδιαφυγή είπε ότι «πάμε να ενισχύσουμε το θεσμικό πλαίσιο για τη φοροδιαφυγή και να κάνουμε πιο δυνατό αυτό το πλαίσιο» και ότι  «με τις διατάξεις του Ν/Σ δημιουργείται ένα ισχυρό οπλοστάσιο για την πάταξη της φοροδιαφυγής».

 

·      Πως τροποποιήθηκε το θέμα της συνυπευθυνότητας του λογιστή στο Νομοσχέδιο:

 

Μπορεί η διάταξη για τη συνυπευθυνότητα του λογιστή - φοροτεχνικού να «κοιμόταν» στο προηγούμενο ποινολόγιο του ν. 2523/2007, όμως άμεση ήταν η αντίδραση και τα αντανακλαστικά του κλάδου των Λ/Φ, όταν διαπίστωσε ότι μεταφέρεται στις διατάξεις του νέου άρθρου 67 που πρόσθετε το Ν/Σ στον Κ.Φ.Δ.

Ο κος Αλεξιάδης δεν ήταν αρνητικός στη δίκαιη επιχειρηματολογία του κλάδου και με τροπολογία αφαίρεσε από την προηγούμενη διατύπωση την επίμαχη φράση «Ως άμεσοι συνεργοί των ανωτέρω εγκλημάτων θεωρούνται ο προϊστάμενος του λογιστηρίου κάθε μορφής ή τύπου επιχείρησης ή όποιος με πρόθεση συμπράττει με οποιονδήποτε τρόπο γενικά στη διάπραξη των εγκλημάτων του παρόντος, ως τοιούτου νοουμένου και του υπογράφοντος τη δήλωση ως πληρεξούσιος».

Έτσι τελικά   το θέμα της συνυπευθυνότητας του λογιστή στο Νομοσχέδιο  τροποποιήθηκε και διατυπώθηκε ως εξής:

Άρθρο 67 Αυτουργοί και συνεργοί
2. Επίσης, αυτουργοί των ανωτέρω εγκλημάτων, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρούνται και: α) όσοι δυνάμει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή διάταξης τελευταίας βούλησης είναι διαχειριστές αλλότριας περιουσίας και β) ο επίτροπος ή κηδεμόνας ή διοικητής αλλοτρίων κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.

3. Ο εν γνώσει υπογράφων ανακριβή φορολογική δήλωση ως πληρεξούσιος, καθώς και όποιος με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εν γνώσει συμπράττει ή προσφέρει άμεση συνδρομή στην τέλεση των παραπάνω εγκλημάτων τιμωρείται ως άμεσος συνεργός.

·      Ο «δήθεν» εξορθολογισμός των προστίμων:

 

 Με τον τίτλο αυτό δεν έμεινε άκριτο το Ν/Σ, όσον αφορά τα πρόστιμα από τον παρόντα έγκριτο και έγκυρο κόμβο tax heaven, χωρίς να παραλείψει να καταγράψει στα θετικά των αλλαγών την τροποποίηση του άρθρου 19 που προβλέπει τη δυνατότητα υποβολής τροποποιητικής φορολογικής δήλωσης οποτεδήποτε μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης, ανεξάρτητα από την έκδοση εντολής ελέγχου ή μη, τη μείωση (έστω και μικρή) των προστίμων στις περιπτώσεις υποβολής ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολής δήλωσης που διαπιστώνεται κατόπιν ελέγχου (άρθρο 58) και τη ρητή διατύπωση του άρθρου 62 ότι δεν επιβάλλονται πρόστιμα στον εκτιμώμενο προσδιορισμό του φόρου.

Το άρθρο βρήκε άμεση ανταπόκριση στους συνάδελφους Λ/Φ που συμφώνησαν στις διαπιστώσεις του κόμβου ότι «Δυστυχώς όμως ο εξορθολογισμός των λοιπών προστίμων, που είναι εδώ και καιρό καθολική απαίτηση του επιχειρηματικού κόσμου, αλλά και των λογιστών-φοροτεχνικών, φαίνεται να εξαντλείται ουσιαστικά στην κατάργηση/μετατροπή του προστίμου του άρθρου 59, το οποίο πλέον όπως και το άρθρο 58 προβλέπουν πρόστιμα τα

οποία επιβάλλονται μόνο μετά από έλεγχο».

 

Θέλουμε να πιστεύουμε ότι και ο Υπουργός (ανεξάρτητα αν δεν μπόρεσε να λύσει και τα ελάσσονα αφού έλυσε τα πολύ μείζονα, όπως τα άρθρα 58 και 59), θα βρήκε εύλογα τα ερωτήματα που έβαλε με δίκαιη και αντικειμενική προσέγγιση το tax heaven και ότι σε επόμενη νομοθετική εργασία θα ρυθμίσει ευνοϊκότερα τα πρόστιμα πληροφοριακού χαρακτήρα. Ας τα επαναλάβουμε τα ερωτήματα:    

·      «Αυτό που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε είναι γιατί μικροαλλαγές που δεν επηρεάζουν το φόρο ειδικά σε ότι αφορά στις δηλώσεις πληροφοριακού χαρακτήρα της φορολογίας κεφαλαίου όπως είναι οι δηλώσεις Ε9, δεν μπορούν να υποβάλλονται χωρίς να επιβάλλονται τα σχετικά πρόστιμα.

·      Φαντάζει σε κάποιους λογικό, ο φορολογούμενος να πληρώνει πρόστιμο 300 ή 400 ευρώ για τα προηγούμενα 3 ή 4 χρόνια επειδή θέλει να διορθώσει κάποιο στοιχείο των ακινήτων του που δεν επηρεάζει το φόρο (πχ. αριθμό οδού που δεν αλλάζει τη θέση του ακινήτου ή αριθμό παροχής της Δ.Ε.Η.);

·      Γιατί το υπ. Οικονομικών ειδικά για τις δηλώσεις Ε9 δεν υιοθετεί την παλαιά πρακτική των προστίμων του ν.2523/1997 που όριζαν ότι επιβάλλονται πρόστιμα μόνο στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος παραβαίνει κάποια φορολογική διάταξη και όχι για μικρο διορθώσεις;

·      Για ποιο λόγο δεν γίνεται εφαρμογή και στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της διάταξης του άρθρου 19 του Κ.Φ.Δ. η οποία προβλέπει ότι δεν επιβάλλεται πρόστιμο στις τροποποιητικές δηλώσεις εφόσον η αρχική έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα;

·      Τι σκοπό εξυπηρετεί η διάταξη αυτή να ισχύει μόνο για τις δηλώσεις Φ.Π.Α. και παρακρατούμενων φόρων;

·      Γιατί δεν μπορούν τα πρόστιμα του άρθρου 54 να επιβάλλονται μετά από κάποια περίοδο χάριτος, για παράδειγμα πέντε ημερών αφότου παρέλθει η καταληκτική ημερομηνία ή μετά από όχληση της Δ.ΗΛΕ.Δ. η οποία γνωρίζει από την επόμενη ημέρα της καταληκτικής ημερομηνία υποβολής ποιος υπόχρεος δεν έχει στείλει δηλώσεις Φ.Π.Α. ή Φ.Μ.Υ.; 

·      Προφανώς οι λογιστές απαγορεύεται να αρρωστήσουν και να λείψουν από την εργασία τους έστω και για μία ημέρα. Όπως επίσης προφανώς δεν δικαιούνται να ξεχάσουν την υποβολή μιας δήλωσης μέσα στην πληθώρα των εργασιών που καλούνται να διεκπεραιώσουν κάθε μήνα και κάτω από ασφυκτικά χρονικά περιθώρια.

·      Μάλλον οι λογιστές δεν έχουν επίσης δικαίωμα να μην προλάβουν να στείλουν κάποια δήλωση όταν το υπ. Οικονομικών αυξομειώνει τις προθεσμίες κατά το δοκούν και δεν φροντίζει συνάμα να έχει διαθέσιμες 24 ώρες το 24ωρο τις ηλεκτρονικές εφαρμογές του.

 

 

https://d5nxst8fruw4z.cloudfront.net/atrk.gif?account=S9/5i1aoZM00gPΌλες οι αλλαγές στα πρόστιμα που προβλέπει το νομοσχέδιο  (Σε περίληψη)

 

1) Γίνεται νομοτεχνική βελτίωση στις διατάξεις για την τήρηση βιβλίων και στοιχείων.

2) Εκπρόθεσμη αρχική δήλωση μπορεί να υποβληθεί και μετά την εντολή ελέγχου.

3) Τα πρόστιμα του άρθρου 54 (100€, 250€, 500€) δεν αλλάζουν, αλλά επεκτείνονται και στη φορολογία κεφαλαίου.

4) Το ανώτατο πρόστιμο των 30.000€ για μη έκδοση φορολογικών στοιχείων καταργείται.

5) Αλλάζουν τα πρόστιμα στις ενδοομιλικές συναλλαγές

6) Αλλάζουν (μειώνονται) τα πρόστιμα στις περιπτώσεις που προκύπτει διαφορά φόρου δήλωσης και ελέγχου και επιβάλλονται μετά από έλεγχο.

Πρόστιμο επί του ποσού της διαφοράς

εάν η διαφορά

25%

ανέρχεται από 20% έως 50%

50%

Υπερβαίνει το 50%

Τι ισχύει μέχρι σήμερα

Πρόστιμο επί του ποσού της διαφοράς

εάν η διαφορά υπερβαίνει το

30%

20%

100%

50%

7) Καθορίζονται διαφορετικά επιπλέον παραβάσεις για τον ΦΠΑ μετά από την διαπίστωση ελέγχου

8) Καταργείται το πρόστιμο στους παρακρατούμενους φόρους και από 100% γίνεται 50%, αλλά μετά από έλεγχο

9) Για εκκρεμείς παραβάσεις μέχρι 31/12/2013 που αφορούν πλαστά και εικονικά στοιχεία γίνεται ειδική μεταχείριση με πληρωμή 50% ή 40%, εφόσον το ποσό καταβληθεί εφάπαξ

10) Εισάγονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας νέες διατάξεις (ως άρθρο 66) για τα εγκλήματα φοροδιαφυγής που διαπράττονται με πρόθεση και  τα οποία εξειδικεύονται  ρητά, με ΑΥΣΤΗΡΕΣ ποινές:

Ιδού οι Ποινές:

Φυλάκιση τουλάχιστον  2 ετών

α) αν ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκρυβεί υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος ή ανά φορολογική υπόθεση τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, ή

 

 

β) αν το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίστηκε ή εξέπεσε ή διακρατείται υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος ή ανά φορολογική υπόθεση

αα) τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας

ββ) τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, τέλους ή εισφοράς σε κάθε άλλη περίπτωση.

Επιβάλλεται κάθειρξη

αν το ποσό του φόρου, τέλους ή εισφοράς των παραπάνω περιπτώσεων, υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας, ή τις εκατό πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση φόρου, τέλους ή εισφοράς.

 

Πλαστά και εικονικά:

Ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών

Όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία, καθώς και όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία, ανεξάρτητα από το αν διαφεύγει ή μη την πληρωμή φόρου εκτός και αν τα φορολογικά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την υποστήριξη κάποιας από τις πράξεις των παραπάνω περιπτώσεων του ανωτέρω πίνακα, οπότε ο δράστης τιμωρείται μόνο για την τελευταία ως αυτουργός ή συμμέτοχος.

 

 

Ειδικά, όποιος εκδίδει ή αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, τιμωρείται:

φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους

εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ

με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη

εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ

11) Ο τόκος εκπρόθεσμης καταβολής θα συνεχίσει να υπολογίζεται ανά μήνα μέχρι και την 31.12.2017.

 

12) Δεν αλλάζουν οι διατάξεις για τη δέσμευση καταθέσεων και θυρίδων αλλά γίνεται μεταφορά στις νέες διατάξεις περί εγκλημάτων φοροδιαφυγής.

 

ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΗ:

Θυμίζουμε ότι με βάση την φιλοσοφία του Κ.Φ.Δ. οι δηλώσεις (φορολογικές, ΦΠΑ, παρακρατούμενων κλπ)  έχουν αποσυνδεθεί πλήρως από την καταβολή των φόρων, και ουσιαστικά τα πρόστιμα επιβάλλονται για δύο πράξεις, την μη υποβολή της δήλωσης και την μη καταβολή του φόρου που απορρέει από κάθε δήλωση.

 

 

Άρθρο 13. Βιβλία και στοιχεία

Νέα διάταξη (κωδικοποιημένη)

Διάταξη που αντικαθίσταται 

"1. Κάθε πρόσωπο με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα υποχρεούται να τηρεί αξιόπιστο λογιστικό σύστημα και κατάλληλα λογιστικά αρχεία σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην ελληνική νομοθεσία, για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και άλλων πληροφοριών σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία.

Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, το λογιστικό σύστημα και τα λογιστικά αρχεία εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και όχι αποσπασματικά τα επιμέρους συστατικά τους, σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία και την καταλληλότητά τους."

2. Τα βιβλία και στοιχεία λογιστικά αρχεία, φορολογικοί ηλεκτρονικοί μηχανισμοί, φορολογικές μνήμες και αρχεία που δημιουργούν οι φορολογικοί ηλεκτρονικοί μηχανισμοί πρέπει να διαφυλάσσονται κατ' ελάχιστον:
α) για διάστημα πέντε (5) ετών από τη λήξη του αντίστοιχου φορολογικού έτους εντός του οποίου υπάρχει η υπάρχει η υποχρέωση υποβολής δήλωσης ή
β) εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του Κώδικα, έως ότου παραγραφεί το δικαίωμα έκδοσης από τη Φορολογική Διοίκηση πράξης προσδιορισμού του φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή ή
γ) έως ότου τελεσιδικήσει η απαίτηση της Φορολογικής Διοίκησης σε συνέχεια διενέργειας φορολογικού ελέγχου ή έως ότου αποσβεστεί ολοσχερώς η απαίτηση λόγω εξόφλησης.

3. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.


1. Κάθε πρόσωπο με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα υποχρεούται να τηρεί βιβλία και στοιχεία που απεικονίζουν πλήρως τις συναλλαγές της επιχείρησης, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία και τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην ελληνική νομοθεσία.

2. Τα βιβλία και στοιχεία πρέπει να διαφυλάσσονται κατ' ελάχιστον:
α) για διάστημα πέντε (5) ετών από τη λήξη του αντίστοιχου φορολογικού έτους εντός του οποίου υπάρχει η υπάρχει η υποχρέωση υποβολής δήλωσης ή
β) εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του Κώδικα, έως ότου παραγραφεί το δικαίωμα έκδοσης από τη Φορολογική Διοίκηση πράξης προσδιορισμού του φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή ή
γ) έως ότου τελεσιδικήσει η απαίτηση της Φορολογικής Διοίκησης σε συνέχεια διενέργειας φορολογικού ελέγχου ή έως ότου αποσβεστεί ολοσχερώς η απαίτηση λόγω εξόφλησης.

3. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

 

 

2.α. Η παράγραφος 5 του άρθρου 46 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής: 

Νέα διάταξη

Διάταξη που αντικαθίσταται

5. Εφόσον η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώνει μη απόδοση, ανακριβή απόδοση, συμψηφισμό, έκπτωση ή διακράτηση Φ. Π. Α., Φ. Κ. Ε., φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων, επιρριπτόμενων φόρων, τελών και εισφορών με σκοπό τη μη πληρωμή συνολικά στο Δημόσιο ποσού πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ, καθώς και είσπραξη επιστροφής των παραπάνω φόρων κατόπιν παραπλάνησης της Φορολογικής Διοίκησης με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, μπορεί, βάσει ειδικής έκθεσης ελέγχου, να επιβάλλει σε βάρος του υπόχρεου παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα. Ειδικότερα η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να μην παραλαμβάνει και να μην χορηγεί έγγραφα που απαιτούνται για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων.
Στην περίπτωση αυτή δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυρίδων του υπόχρεου παραβάτη. Το μη χρηματικό περιεχόμενο θυρίδων και οι μη χρηματικές παρακαταθήκες, δεσμεύονται στο σύνολό τους.

Εφόσον η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώνει παραβάσεις φοροδιαφυγής κατά την έννοια των περιπτώσεων β' και γ' της παρ. 1 του άρθρου 55, και ανεξαρτήτως των χρηματικών ορίων που τίθενται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β', αθροιστικά άνω του ποσού των εκατό πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ ή κατά την έννοια των περιπτώσεων δ' και ε' της παρ.1 του άρθρου 55 του Κώδικα εφόσον η αξία των συναλλαγών των φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει αθροιστικά το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ, μπορεί, βάσει ειδικής έκθεσης ελέγχου, να επιβάλλει σε βάρος του παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα. Ειδικότερα η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να μην παραλαμβάνει και να μην χορηγεί έγγραφα που απαιτούνται για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυρίδων του παραβάτη. Το μη χρηματικό περιεχόμενο θυρίδων και οι μη χρηματικές παρακαταθήκες, δεσμεύονται στο σύνολό τους.

  

β. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 46 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:

Νέα διάταξη

Διάταξη που αντικαθίσταται

6. Τα μέτρα της παραγράφου 5 επιβάλλονται σωρευτικά σε βάρος των ομορρύθμων εταίρων προσωπικών εταιριών, καθώς και σε βάρος κάθε προσώπου εντεταλμένου από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση οποιουδήποτε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας από τη γένεση της υποχρέωσης απόδοσης ή από το χρόνο της διάπραξης, κατά περίπτωση, και μέχρι την ενεργοποίηση των μέτρων, ανεξάρτητα αν έχουν αποβάλει την ιδιότητα αυτή με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα εξειδικεύονται τα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου, καθορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες τα μέτρα αίρονται εν όλω ή εν μέρει και οι περιπτώσεις μη εφαρμογής τους, προσδιορίζεται ο χρόνος διατήρησης αυτών και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα. Η προθεσμία και η άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής του άρθρου 63 του Κώδικα, δεν αναστέλλουν την εφαρμογή των μέτρων, εφαρμοζομένων αναλογικά των οριζομένων στην παρ. 4 του ιδίου άρθρου.

Τα μέτρα της παραγράφου 5 επιβάλλονται σωρευτικά σε βάρος των ομορρύθμων εταίρων προσωπικών εταιριών, καθώς και σε βάρος κάθε προσώπου εντεταλμένου από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση οποιουδήποτε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας από την τέλεση της παράβασης και εφεξής, ανεξάρτητα αν έχουν αποβάλει την ιδιότητα αυτή στην περίπτωση οποιασδήποτε παράβασης φοροδιαφυγής των περιπτώσεων β' και γ' της παρ. 1 του άρθρου 55, και ανεξαρτήτως των χρηματικών ορίων που τίθενται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β', και κατά την τέλεση αυτής στην περίπτωση οποιασδήποτε παράβασης φοροδιαφυγής των περιπτώσεων δ' και ε' της παρ. 1 του άρθρου 55 του Κώδικα.



 

Τόκος εκπρόθεσμης καταβολής φόρων (άρθρο 53)

 

Στις περιπτώσεις που από οποιαδήποτε δήλωση προκύπτει φόρος και συνεπώς υπάρχει καθυστέρηση στην πληρωμή του, τότε εκτός από τα πρόστιμα για την εκπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης προκύπτουν επιπλέον επιβαρύνσεις για την εκπρόθεσμη πληρωμή του φόρου αυτού.

Τόκοι επί του εν λόγω ποσού φόρου για τη χρονική περίοδο από την επόμενη μέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας υποβολής της δήλωσης.

(σχ. βλ. αριθμ. πρωτ.: ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 31.12.2013 καθορισμός των επιτοκίων του άρθρου 53 του ν.4174/2013). (8,76% : 12 = 0,73%)

Άρθρο 66, παρ.15: Μέχρι την 31.12.2015 ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 53 υπολογίζεται σε μηνιαία βάση κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα. ΝΕΟ: Με το νέο Φ/Ν η παραπάνω ημερομηνία παρατείνεται μέχρι 31/12/2017

(άρθρο 53 ΚΦΔ ν.4174/2013)

 

 

Διοικητικά πρόστιμα (άρθρο 54):

Άρθρο 54. Διαδικαστικές παραβάσεις - Κείμενο νόμου με τις νέες αλλαγές:


1. Για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του:
α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή υποβάλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου,
β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,
γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,
δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,
ε) δεν συνεργαστεί στη διάρκεια φορολογικού ελέγχου,
στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,
ζ) δεν προβαίνει σε εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ή εγγράφεται στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές,
η) δεν συμμορφώνεται με κάθε υποχρέωση σχετική με την τήρηση βιβλίων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 13 του Κώδικα.

"η. δεν συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις του."

 

θ) δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς αποδείξεις λιανικής πώλησης ή επαγγελματικά στοιχεία. Καταργείται


2. Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται ως εξής:
α) εκατό (100) ευρώ, σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής σχετικά με την περίπτωση α' της παραγράφου 1,

«α) εκατό (100) ευρώ, σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής σχετικά με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 και, στις φορολογίες κεφαλαίου, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄, δ΄ και στ΄ της παραγράφου 1,».

β) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β', γ' και δ' της παραγράφου 1 που ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης λογιστικών βιβλίων,

 

γ) διακόσια πενήντα (250) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β', γ', δ', στ' και θ' της παραγράφου 1, με ανώτατο όριο το ποσό ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα και


δ) πεντακόσια (500) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β', γ', δ', στ' και θ' της παραγράφου 1, με ανώτατο όριο το ποσό ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση πλήρη λογιστικά πρότυπα.


ε) δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ στις περιπτώσεις ε' και ζ' και η' της παραγράφου 1.
Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ΦΠΑ ή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.


3. Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με τον Κώδικα πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου.

2.      Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με το παρόν άρθρο πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου.

 

 

ΒΟΗΘΗΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

Άρθρο 54. Διαδικαστικές παραβάσεις (με τις νέες αλλαγές):

Πρόστιμα για εκπρόθεσμες - ανακριβείς - μη υποβληθείσες δηλώσεις

 Πρόστιμο

Κατηγορία τήρησης βιβλίων

Αντίστοιχες παραβάσεις

Διάταξη

α1) 100 ευρώ

Ανεξαρτήτως κατηγορίας βιβλίων

α) Δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή υποβάλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου

(άρθρο 54 Κ.Φ.Δ. ν.4174/2013)

α2) 100 ευρώ

και, στις φορολογίες κεφαλαίου, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων.

Ανεξαρτήτως κατηγορίας βιβλίων

 

και, στις φορολογίες κεφαλαίου, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄, δ΄ και στ΄ της παραγράφου 1, ήτοι:

α) Δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή υποβάλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου

 

β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,


γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,


δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,

 

στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,

(άρθρο 54 Κ.Φ.Δ. ν.4174/2013)

β) 100 ευρώ

Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης λογιστικών βιβλίων,

β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,


γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,


δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,

 

(άρθρο 54 Κ.Φ.Δ. ν.4174/2013)

 

γ) 250 ευρώ,

για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β', γ', δ', στ' και θ' της παραγράφου 1 (βλ.δίπλα στην 3η στήλη)

 

με ανώτατο όριο το ποσό ύψους 30.000 ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων,

 

 σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα

 

 

Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα.

 

β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,


γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,


δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,

 

στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,

 

θ) δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς αποδείξεις λιανικής πώλησης ή επαγγελματικά στοιχεία.

 

 

 

 

(άρθρο 54 Κ.Φ.Δ. ν.4174/2013)

δ) 500 ευρώ,

για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β', γ', δ', στ' και θ' της παραγράφου 1 (βλ.δίπλα στην 3η στήλη),

 

με ανώτατο όριο το ποσό ύψους 30.000 ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων,

 

 σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση πλήρη λογιστικά πρότυπα.

 

Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση πλήρη λογιστικά πρότυπα.

β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,
γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,
δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,

στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,

 

θ) δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς αποδείξεις λιανικής πώλησης ή επαγγελματικά στοιχεία.

(η περίπτωση θ’ καταργείται)

(άρθρο 54 Κ.Φ.Δ. ν.4174/2013)

ε) 2.500 ευρώ

Ανεξαρτήτως κατηγορίας βιβλίων

ε) δεν συνεργαστεί στη διάρκεια φορολογικού ελέγχου,
στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,
ζ) δεν προβαίνει σε εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ή εγγράφεται στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές,


η) δεν συμμορφώνεται με κάθε υποχρέωση σχετική με την τήρηση βιβλίων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 13 του Κώδικα.

 

η) δεν συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις του.

(ως αντικαταστάθηκε με το νέο Ν/Σ)

 

(άρθρο 54 Κ.Φ.Δ. ν.4174/2013)

 

 

Προσοχή: Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ΦΠΑ ή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.

Τελευταίο εδάφιο παραγράφου 2 άρθρου 54 νόμου 4174/2013 (ΚΦΔ)

 

Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με τον Κώδικα πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου.

Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με το παρόν άρθρο πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου. (ως αντικαταστάθηκε με το νέο Π/Σ)

(παρ 3 άρθρου 54 Κ.Φ.Δ. ν.4174/2013)

  

Συνοπτικός πίνακας

 

Αρθρο 54

Παραβάσεις

Φορολογούμενος ο οποίος δεν είναι υπόχρεος στην τήρηση λογιστικός βιβλίων

Φορολογούμενος που τηρεί βιβλία με απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα (Απλογραφικά)

Φορολογούμενος που τηρεί βιβλία με πλήρη λογιστικά πρότυπα (Διπλογραφικά)

α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή υποβάλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου,

100

100

100

β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,

100

250

500

γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,

100

250

500

δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,

100

250

500

ε) δεν συνεργαστεί στη διάρκεια φορολογικού ελέγχου,

2.500,00

2.500,00

2.500,00

στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,

-

250

500

ζ) δεν προβαίνει σε εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ή εγγράφεται στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές,

2.500,00

2.500,00

2.500,00

η) δεν συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις του.

2.500,00

2.500,00

2.500,00

 

 Διαδικαστικό πρόστιμο για την μη έκδοση αποδείξεων  (εκτός προστίμων άρθρων 58α, 59)

Για την μη έκδοση αποδείξεων πλέον, εκτός των λοιπών κυρώσεων που επιβάλλονται κατά περίπτωση (άρθρα 58α, άρθρα 59) και λοιπές κυρώσεις περί φορολογικών εγκλημάτων, επιβάλλεται και το διαδικαστικό πρόστιμο 2.500,00  της περίπτωσης Η του άρθρου 54.

Η σχετική αιτιολογική έκθεση για την μεταβολή της περίπτωσης η με τον νόμο 4337/2015, είναι σαφής.

 

Αιτιολογική έκθεση :

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της περίπτωσης γ' καταργείται η περίπτωση θ' της παρ. 1 του άρθρου 54, με την οποία προβλέπεται πρόστιμο για την διαδικαστική παράβαση της μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης αποδείξεων λιανικής πώλησης ή επαγγελματικών στοιχείων, με στόχο οι παραβάσεις της μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης επαγγελματικών στοιχείων να αντιμετωπίζονται πλέον ως μία ενιαία διαδικαστική παράβαση, κατ' εφαρμογή της περίπτωσης η' της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, η οποία σχετίζεται με την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη λογιστική νομοθεσία. Εξάλλου, η μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση στοιχείων έχει, στις περισσότερες περιπτώσεις, ως άμεση συνέπεια τη φοροδιαφυγή, και συνεπώς καταλήγει σε ουσιαστικές και όχι διαδικαστικές παραβάσεις, τιμωρούμενες κατά τα άρθρα 58, 58Α και 59. Έτσι, το ύψος του προστίμου συνδέεται με τη ουσιαστική φοροδιαφυγή και όχι με τον αριθμό των μη εκδοθέντων στοιχείων.

 

 

 

Πρόστιμα παραβάσεων φοροδιαφυγής (άρθρο 55):

ΠΡΟΣΟΧΗ: Καταργούνται οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 55  σχετικά με την φοροδιαφυγή και τα πρόστιμα που επιβάλλονται στην έκδοση πλαστών και εικονικών τιμολογίων.

Πλέον θα ισχύουν οι νέες διατάξεις που προστίθενται με τα άρθρα 66 έως 71 (βλέπε πιο κάτω)

Θυμίζουμε τις παραβάσεις φοροδιαφυγής Άρθρο 55 του ΚΦΔ- Ν. 4174/2013 

(Όπως ίσχυαν)

 

Συνοπτικός πίνακας επιβολής προστίμων για τη μη έκδοση, την έκδοση ανακριβών, πλαστών, εικονικών και τη λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων για παραβάσεις που διαπράττονται από 26.7.2013:             

           Περιπτώσεις παραβάσεων

Από 26.7.2013 μέχρι 31.12.2013

Από 1.1.2014 και εφεξής

Μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση στοιχείου αποκρυβείσας αξίας > 5.000 €

40% (της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους αυτής που αποκρύφτηκε) (ελάχιστο ύψος προστίμου 2.500 €)

Μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση στοιχείου αποκρυβείσας αξίας < 5.000 €

αυτοτελείς παραβάσεις άρθ. 5§8α'&γ', ν.2523/1997

εφαρμογή του άρθρου 54 του Κ.Φ.Δ.

Έκδοση πλαστών φορολογικών στοιχείων

Από 26.7.2013 μέχρι 31.12.2013

Από 1.1.2014 και εφεξής

• ως προς την αξία ή, όταν έχει σφραγιστεί ή θεωρηθεί με μη νόμιμο τρόπο

100% (της αξίας του στοιχείου)

• σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση που το περιεχόμενο και τα λοιπά στοιχεία του πρωτότυπου ή αντίτυπου αυτού, πλην της αξίας, είναι διαφορετικά από αυτά που αναγράφονται στο στέλεχος του ίδιου στοιχείου, επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε παράβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 του Κ.Φ.Δ. (περίπτωση η' της παραγράφου 1, περιπτώσεις β', γ' και δ' της παραγράφου 2 και παράγραφος 3), δηλαδή ανάλογα με την κατηγορία τήρησης ή απαλλαγής από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων.

 

100% (της αξίας του στοιχείου)

εφαρμογή του άρθρου 54 του Κ.Φ.Δ.

έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων ή λήψη εικονικών στοιχείων ή νόθευση αυτών, καθώς και καταχώρηση στα βιβλία, αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο:

έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων ή λήψη εικονικών στοιχείων ή νόθευση αυτών, καθώς και καταχώρηση στα βιβλία, αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο.

Αν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική, το ως άνω πρόστιμο επιβάλλεται για το μέρος της εικονικής αξίας.

50%

Όταν δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός της μερικώς εικονικής αξίας.

25% της αξίας του στοιχείου.

Όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, στο λήπτη του εικονικού στοιχείου επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε παράβαση:

25% της αξίας του στοιχείου

Στον λήπτη εικονικού στοιχείου επιβάλλεται πρόστιμο για κάθε παράβαση ίσο με ποσοστό 15% της αξίας του στοιχείου, εφόσον η λήψη του στοιχείου δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους.

15% της αξίας του στοιχείου

Όταν η εικονικότητα του στοιχείου αφορά το χαρακτηρισμό της αναγραφείσας συναλλαγής, η οποία αποδεικνύεται ότι αφορά άλλη υποκρυπτόμενη πραγματική συναλλαγή και κατά συνέπεια η έκδοση του εικονικού στοιχείου δεν επιφέρει καμία απώλεια εσόδων σχετικά με φόρους,

     500 € ανά στοιχείο (ανώτατο ύψος 50.000 € ανά φορολογικό  έτος)

Λοιπές παραβάσεις (πλην των προαναφερομένων)

Από 26.7.2013 μέχρι 31.12.2013

Από 1.1.2014 και εφεξής

 

εφαρμογή του άρθρου 5 (πλην §10) του ν. 2523/1997

εφαρμογή του άρθρου 54 του νέου νόμου

 

5. ΝΕΟ: Μετά το άρθρο 55 προστίθεται άρθρο 55Α ως εξής:

Άρθρο 55Α

Παραπομπή εγκλημάτων φοροδιαφυγής σε ποινική δίκη

 

1. Εάν, με βάση την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, συντρέχει περίπτωση τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης εγκλήματος φοροδιαφυγής, όπως ορίζεται στο άρθρο 68 υποβάλλεται αμελλητί μηνυτήρια αναφορά από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων. Η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως.

2. Η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής και προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων δεν επηρεάζει την ποινική διαδικασία. Το ποινικό δικαστήριο δύναται πάντως, σε περίπτωση που κρίνει ότι η έκβαση εκκρεμούς διοικητικής δίκης είναι ουσιώδης για τη δική του κρίση επί της υπόθεσης, να αναστείλει με απόφασή του την ποινική δίκη μέχρι την τελεσίδικη κρίση του διοικητικού δικαστηρίου.

3. Η παραγραφή των εγκλημάτων του παρόντος νόμου αρχίζει από την τελεσιδικία της απόφασης επί της προσφυγής που ασκήθηκε ή σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής από την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής λόγω παρόδου της προθεσμίας άσκησης προσφυγής.

 

 

6. Το άρθρο 56 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:

Νέα διάταξη

Διάταξη που αντικαθίσταται

Αρθρο 56. Πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς/ατελούς Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών ή Φακέλου Τεκμηρίωσης Ενδοομιλικών Συναλλαγών - Κείμενο νόμου

Στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή υποβολής ανακριβούς/ατελούς Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών ή Φακέλου Τεκμηρίωσης Ενδοομιλικών Συναλλαγών επιβάλλονται, αντί των προστίμων του άρθρου 54, τα ακόλουθα πρόστιμα:
1. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς/ατελούς υποβολής του Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του Κώδικα επιβάλλεται πρόστιμο υπολογιζόμενο σε ποσοστό ένα χιλιοστό (1/1000) των συναλλαγών του υπόχρεου φορολογουμένου για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης. Το παραπάνω πρόστιμο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πεντακοσίων (500) ευρώ και μεγαλύτερο των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής τροποποιητικού συνοπτικού πίνακα, το παραπάνω πρόστιμο επιβάλλεται μόνο αν μεταβάλλονται τα ποσά των συναλλαγών και οι συνολικές διαφορές είναι άνω των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποβολής ανακριβούς Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών το παραπάνω πρόστιμο υπολογίζεται επί των ποσών που αφορά η ανακρίβεια και επιβάλλεται μόνο αν η ανακρίβεια αφορά ποσοστό μεγαλύτερο του 10% των συνολικών συναλλαγών για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης.

2. Σε περίπτωση μη υποβολής του Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών επιβάλλεται πρόστιμο υπολογιζόμενο σε ποσοστό ένα χιλιοστό (1/1000) των συναλλαγών για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση τεκμηρίωσης, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ και μεγαλύτερο των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.


3. Σε περίπτωση που ο φάκελος τεκμηρίωσης της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα τεθεί στη διάθεση της Φορολογικής Διοίκησης από την τριακοστή πρώτη (31 η) ημέρα από την κοινοποίηση σχετικής πρόσκλησης έως την εξηκοστή (60ή) ημέρα επιβάλλεται πρόστιμο πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αν διατεθεί από την εξηκοστή πρώτη (61) ημέρα έως την ενενηκοστή (90ή) ημέρα επιβάλλεται πρόστιμο δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ενώ αν δεν διατεθεί καθόλου ή διατεθεί μετά την ενενηκοστή (90ή) ημέρα επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ.

4. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 54 εφαρμόζονται και για τις παραβάσεις του άρθρου αυτού.



 

Άρθρο 56. Πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς/ατελούς Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών ή Φακέλου Τεκμηρίωσης ενδοομιλικών συναλλαγών - Κείμενο νόμου

1. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής του Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του Κώδικα επιβάλλεται πρόστιμο υπολογιζόμενο σε ποσοστό ένα χιλιοστό (1/1000) των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων του υπόχρεου φορολογουμένου. Το παραπάνω πρόστιμο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των χιλίων (1.000) ευρώ και μεγαλύτερο των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
Το πρόστιμο της παραγράφου αυτής επιβάλλεται και σε περίπτωση που ο Φάκελος Τεκμηρίωσης δεν τίθεται στη διάθεση της Φορολογικής Διοίκησης μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 21 του Κώδικα, ή υποβάλλεται με μη πλήρες ή μη επαρκές περιεχόμενο.

2. Σε περίπτωση μη υποβολής ή ανακριβούς/ατελούς του Συνοπτικού Πίνακα Πληροφοριών ή μη διάθεσης του Φακέλου Τεκμηρίωσης της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα στη Φορολογική Διοίκηση επιβάλλεται πρόστιμο υπολογιζόμενο σε ποσοστό ένα εκατοστό (1/100) των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων, περιλαμβανομένης οποιασδήποτε διόρθωσης κερδών, του υπόχρεου φορολογούμενου. Το παραπάνω πρόστιμο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και μεγαλύτερο των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.

3. Σε περίπτωση υποτροπής εντός πέντε (5) ετών, το πρόστιμο ανέρχεται στο διπλάσιο του αρχικού προστίμου. Σε περίπτωση δεύτερης υποτροπής εντός πέντε (5) ετών, το πρόστιμο ανέρχεται στο τετραπλάσιο του αρχικού προστίμου.

Θυμίζουμε ότι το πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 έχει ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ με το άρθρο 19 του ν. 4321/2015, με έναρξη ισχύος από 21-03-2015.

  

7.    Άρθρο 58. Πρόστιμο ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολής δήλωσης (με τις νέες αλλαγές)

(Πρόστιμα που επιβάλλονται σε περίπτωση ανακρίβειας δηλώσεων)

Αλλάζουν (μειώνονται) τα πρόστιμα του άρθρου 58 που επιβάλλονται μετά από έλεγχο.

 

 

Πρόστιμο

 

Δηλώσεις από τις οποίες προκύπτει διαφορά απόδοσης φόρου:

Παρ 1 άρθρου 58Κ.Φ.Δ. ν.4174/2013

α) δέκα τοις εκατό (10%) του ποσού της διαφοράς, εάν το εν λόγω ποσό ανέρχεται σε ποσοστό από πέντε (5%) έως είκοσι (20%) τοις εκατό του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική δήλωση,


β) τριάντα τοις εκατό (30%) του ποσού της διαφοράς, αν το εν λόγω ποσό υπερβαίνει σε ποσοστό το είκοσι τοις εκατό (20%) του φόρου που προκύπτει βάσει της φορολογικής δήλωσης,
γ) εκατό τοις εκατό (100%) του ποσού της διαφοράς, αν το εν λόγω ποσό υπερβαίνει σε ποσοστό το πενήντα τοις εκατό (50%) του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική δήλωση και αποδεικνύεται ότι η ανακρίβεια οφείλεται σε πρόθεση του φορολογουμένου.

β) είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του ποσού της διαφοράς, αν το εν λόγω ποσό ανέρχεται σε ποσοστό από είκοσι τοις εκατό (20%) έως πενήντα τοις εκατό (50%) του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική δήλωση,

γ) πενήντα τοις εκατό (50%) του ποσού της διαφοράς, αν το εν λόγω ποσό υπερβαίνει σε ποσοστό το πενήντα τοις εκατό (50%) του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική δήλωση.

2. Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση καταβολής φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το ποσό του φόρου που αναλογεί στην μη υποβληθείσα δήλωση. Επί εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου ανέρχεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) του φόρου.

2.Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση καταβολής φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση.

Επομένως: Αλλάζουν (μειώνονται) τα πρόστιμα του άρθρου 58 που επιβάλλονται μετά από έλεγχο:

Πρόστιμο επί του ποσού της διαφοράς

εάν η διαφορά

25%

ανέρχεται από 20% έως 50%

50%

Υπερβαίνει το 50%

Τι ισχύει μέχρι σήμερα:

Πρόστιμο επί του ποσού της διαφοράς

εάν η διαφορά υπερβαίνει το

30%

20%

100%

50%

 

  

 

ΝΕΟ:

8. Μετά το άρθρο 58 του ν. 4174/2013 προστίθεται άρθρο 58Α ως εξής:

(Καθορίζονται διαφορετικά επιπλέον παραβάσεις για τον ΦΠΑ μετά από την διαπίστωση ελέγχου)

Αρθρο 58Α. Πρόστιμα για παραβάσεις σχετικές με τον φόρο προστιθέμενης αξίας - Κείμενο νόμου


Για παραβάσεις σχετικές με τον φόρο προστιθέμενης αξίας οι οποίες διαπιστώνονται κατόπιν ελέγχου, επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα:
1. Σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα τοις εκατό (50%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.


2. Σε κάθε περίπτωση όπου διαπιστώνεται, η υποβολή ανακριβών δηλώσεων ή η μη υποβολή δηλώσεων, υποβολή δηλώσεων, με συνέπεια τη μη απόδοση ή τη μειωμένη απόδοση ή την επιπλέον έκπτωση ή επιστροφή ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού του φόρου που θα προέκυπτε από την μη υποβληθείσα δήλωση ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.

3. Σε περίπτωση άσκησης οικονομικής δραστηριότητας χωρίς να έχει υποβληθεί δήλωση έναρξης εργασιών, παρά την ύπαρξη σχετικής υποχρέωσης, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού του ΦΠΑ που θα έπρεπε να είχε αποδοθεί για όλη τη διάρκεια λειτουργίας της οικονομικής δραστηριότητας.


4. Σε κάθε πρόσωπο μη υπόχρεο σε υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ που εκδίδει φορολογικά στοιχεία με ΦΠΑ, χωρίς να έχει τέτοια υποχρέωση, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) επί του αναγραφόμενου φόρου που δεν αποδόθηκε.


 

9. Πρόστιμο για παρακρατούμενους φόρους (άρθρο 59) όπως τροποποιήθηκε με το νέο Φ/Ν:

 

Καταργείται το πρόστιμο του άρθρου 59 που επιβάλλεται (100% του φόρου) στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος δεν απέδωσε οποιαδήποτε παρακρατούμενο φόρο εντός της νόμιμης προθεσμίας, και καθορίζονται νέα πρόστιμα για τους παρακρατούμενους φόρους τα οποία όμως επιβάλλονται μόνο μετά από έλεγχο στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται η μη υποβολή δήλωσης.

Νέα διάταξη 

Κατηγορία τήρησης βιβλίων

Διάταξη που αντικαθίσταται 

Για παραβάσεις σχετικές με παρακρατούμενους φόρους οι οποίες διαπιστώνονται

κατόπιν ελέγχου,

επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα:

1.Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση απόδοσης φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση.

2. Σε περίπτωση υποβολής ανακριβούς δήλωσης παρακρατούμενου φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί της διαφοράς του φόρου.»

 

Ανεξαρτήτως κατηγορίας βιβλίων

Ο υπόχρεος απόδοσης παρακρατηθέντος φόρου, ο οποίος δεν απέδωσε το φόρο αυτόν εντός της νόμιμης προθεσμίας προς πληρωμή,  υπόκειται σε πρόστιμο ίσο με το ποσό του φόρου που δεν αποδόθηκε. 

 

 

Παράδειγμα:

 

Φόρος - Δήλωση

Περίοδος

Εταιρία - Λογιστικά βιβλία

Η δήλωση έπρεπε να υποβληθεί και να αποδοθεί ο φόρος:

Η δήλωση υποβάλλεται μετά την έκδοση εντολής ελέγχου

ΦΜΥ χρεωστικό 1.800 ευρώ

Οκτωβρίου 2015

Η εταιρία τηρεί απλογραφικά βιβλία

31  Δεκεμβρίου 2015

31 Μαρτίου  2016 (120 ημέρες καθυστέρηση)

 

Κύριος ΦΜΥ

                                                1.800,00 ευρώ

Πρόστιμο άρθρου 53 (τόκοι) 

                1.800 Χ 8,76% Χ 4/12 = 52,56 ευρώ

Πρόστιμο άρθρου 54*

                                                            250,00 ευρώ

Πρόστιμο παρακρατούμενου φόρου (άρθρο 59, ίσο με το 50% του οφειλόμενου φόρου)

900,00 ευρώ

Βεβαίωση φόρου και  προστίμων με τον έλεγχο

2.752,56 ευρώ

 

 

 

 

 





Επισήμανση: αν η δήλωση και η απόδοση του φόρου δεν γινόταν κατόπιν ελέγχου, αλλά με εθελούσια ενέργεια της επιχείρησης στην ίδια εκπρόθεσμη προθεσμία θα έμπαινε και θα βεβαιωνόταν μόνο το πρόστιμο του άρθρου 54 και βέβαια ο τόκος.

 

10. Στο άρθρο 62 του ν. 4174/2013 προστίθενται παράγραφοι 7 και 8 ως εξής:
 

«7. Τα πρόστιμα των άρθρων 58, 58Α και 59 επιβάλλονται μόνο σε περίπτωση που οι σχετικές παραβάσεις διαπιστωθούν κατόπιν ελέγχου.

Το πρόστιμο του άρθρου 58 δεν επιβάλλεται στις περιπτώσεις που επιβάλλονται τα πρόστιμα των άρθρων 58Α και 59.

8. Δεν επιβάλλονται πρόστιμα στον εκτιμώμενο προσδιορισμό φόρου.»


Τι ισχύει για την συρροή παραβάσεων .

Διατάξεις:

Αρθρο 62. - Κείμενο νόμου

..
6. Εφόσον, για την ίδια παράβαση, επιβάλλονται, σύμφωνα με τον Κώδικα, περισσότερα πρόστιμα, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο.

7. Τα πρόστιμα των άρθρων 58, 58Α και 59 επιβάλλονται μόνο σε περίπτωση που οι σχετικές παραβάσεις διαπιστωθούν κατόπιν ελέγχου. Το πρόστιμο του άρθρου 58 δεν επιβάλλεται στις περιπτώσεις που επιβάλλονται τα πρόστιμα των άρθρων 58Α και 59.
 

 

Σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 62 του ΚΦΔ , εφόσον, για την ίδια παράβαση, επιβάλλονται, σύμφωνα με τον Κώδικα, περισσότερα πρόστιμα, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο.

Η αιτιολογική έκθεση της προσθήκης της παραγράφου 6 του άρθρου 62 αναφέρει χαρακτηριστικά :

Αιτιολογική έκθεση

Αιτιολογική έκθεση Διευκρινίζεται ότι εφ' όσον σύμφωνα με τον Κώδικα για την ίδια παράβαση, επιβάλλονται από περισσότερες διατάξεις διαφορετικά πρόστιμα, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο (το οποίο προκύπτει κατ' αποτέλεσμα μέσω εξατομίκευση των διατάξεων ανά περίπτωση κολαζόμενης παράβασης). Η διάταξη αυτή είναι αναγκαία, προκειμένου να αποσαφηνιστεί ότι δεν επιβάλλονται σωρευτικά πρόστιμα σε βάρος του φορολογουμένου που έχει υποπέσει σε μία παράβαση, αφού τούτο αντίκειται σε συνταγματικές αρχές αλλά και στην αρχή της χρηστής διοίκησης, που αποκλείουν τον πολλαπλό κολασμό της ίδιας παράβασης.

Ως χαρακτηριστικές τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να θεωρηθούν εκείνη της παράβασης της μη έκδοσης ή ανακριβούς φορολογικού στοιχείου, όπου σχετικό πρόστιμο για μη έκδοση ενός εκάστου τέτοιου φορολογικού στοιχείου προβλέπεται τόσο από τις διατάξεις του άρθρου 54 όσο και από τη διάταξη του άρθρου 55 παρ. 2α ή εκείνη της μη υποβολής φορολογικής δήλωσης, όπου σχετικό πρόστιμο προβλέπεται τόσο από τις διατάξεις του άρθρου 54 αλλά και από τη διάταξη του άρθρου 58 παρ. 2.

Είναι αυτονόητο, όπως εξάλλου ισχύει παγίως και υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, ότι δεν υπάρχει σώρευση μεταξύ των διατάξεων που προβλέπουν την επιβολή προστίμων εν γένει ή προστίμων επί μη (εμπρόθεσμης) υποβολής, με τις διατάξεις που προβλέπουν προσαύξηση-πρόστιμα λόγω εκπρόθεσμης καταβολής της οφειλής.

Σύμφωνα με τα ανωτέρω εφόσον μετά την διενέργεια ελέγχου διαπιστώνεται παράβαση μη υποβολής δήλωσης, δεν επιβέλλονται σωρευτικά το διαδικαστικό πρόστιμο της παραγράφου 2 το άρθρου 58 αλλά και το πρόστιμο του άρθρου 54  (100,250,500). Στην περίπτωση αυτή θα επιβληθεί το μεγαλύτερο εκ των δύο προστίμων. 

Σημειώνεται ότι στην περίπτωση που προκύπτει και καταβολή φόρου επιβάλλονται τα πρόστιμα άρθρου 57, ή 59 αντίστοιχα καθώτι τα πρόστιμα αυτά αφορούν μη καταβολή φόρου και δεν αποτελούν ιδίας φύσης με τα διασικαστικά πρόστιμα (μη υποβολής δήλωσης)

Αντίστοιχα ως ομοειδή, τα πρόστιμα του άρθρου 57,59 δεν επιβάλλονται σωρευτικά καθώς αφορούν την ίδια παράβαση (μη καταβολή φόρου) αλλά επιβάλλεται το μεγαλύτερο ήτοι στην ουσία το πρόστιμο του άρθρου 59 που εκ των διατάξεων είναι πάντα μεγαλύτερο.

Η αντίστοιχη αιτιολογική έκθεση της διάταξης με την οποία προστέθηκε η παράγραφος 7 αναφέρει

 Αιτιολογική : Με την προτεινόμενη διάταξη της νέας παρ. 7 στο άρθρο 62, με την οποία ορίζεται σαφώς σε ποιες περιπτώσεις επιβάλλονται τα πρόστιμα των άρθρων 54, 58, 58Α και 59 του Κ.Φ.Δ., καθώς και σε ποιες περιπτώσεις δεν επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 58.

Κατά συνέπεια σε ότι αφορά την Συρροή παραβάσεων ισχύουν τα εξής :

Για παραβάσεις οι οποίες έχουν γίνει μέχρι και τις 21.3.2015 και για τις οποίες είχαν εκδοθεί οι αντίστοιχες διοικητικές πράξεις προστίμων.

Διάταξη προστίμου

 

 

 

 

Τότε επιβάλλεται πρόστιμο του άρθρου

Άρθρου 59 (παρακρατούμενων φόρων

Εάν 59 >57

59

Άρθρου 57 (εκπρόθεσμης καταβολής)

Εάν 57>59

57

 

 

 

Άρθρου 54 (διαδικαστικό)

Εάν 54> 58

54

Άρθρου 58 (πρόστιμο ελέγχου)

Εάν 58>54

58

Για παραβάσεις μετά την 21η Μαρτίου 2015 έως 17.10.2015 και μετά την κατάργηση του προστίμου που ορίζεται στο άρθρο 57

Διάταξη προστίμου

 

 

 

 

Τότε επιβάλλεται πρόστιμο του άρθρου

 

 

 

Άρθρου 54 (διαδικαστικό)

Εάν 54> 58

54

Άρθρου 58 (πρόστιμο ελέγχου)

Εάν 58>54

58

για παραβάσεις από 17.10.2015 και μετά με βάση και την τροποποίηση του άρθρου 59

Διάταξη προστίμου

 

 

 

 

Τότε επιβάλλεται πρόστιμο του άρθρου

 

 

 

Άρθρου 54 (διαδικαστικό)

Εάν 54>58

54

Άρθρου 58 (πρόστιμο ελέγχου)

Εάν 58>54

58

Άρθρου 58 Εάν επιβάλλονται και  τα πρόστιμα 58Α και 59 μόνο τα πρόστιμα 58Α και 59

 

   

 

11. Στο Παράρτημα, το οποίο προστέθηκε στο τέλος του ν. 4174/2013, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 50 του ν.4223/2013 (Α΄287), μετά τη φράση "Ειδικός Φόρος Τραπεζικών Εργασιών (άρθρα 1 έως 16 του ν. 1676/1986), προστίθεται η φράση "Φόρος επί του ζύθου (άρθρο 39 του β.δ. 24-9/20-10-1958, όπως ισχύει) ".

 

12. Η παράγραφος 12 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013 (Α΄170), όπως προστέθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ν. 4223/2013 (Α΄287) αντικαθίσταται ως εξής:
«12. Οι διατάξεις του άρθρου 44 παράγραφος 1 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ισχύουν από 1.1.2018. Μέχρι και την 31.12.2017, κατά την εκάστοτε καταβολή φόρου, εισπράττονται υποχρεωτικά επί του καταβαλλόμενου ποσού, οι αναλογούντες τόκοι και πρόστιμο λόγω εκπρόθεσμης καταβολής.»

 

άρθρο 44 παράγραφος 1:

1. Οι καταβολές χρηματικών ποσών έναντι συγκεκριμένου φόρου εξοφλούν την υποχρέωση του φορολογούμενου με την ακόλουθη σειρά:
α) έξοδα είσπραξης,
β) τόκος επί του φόρου,
γ) πρόστιμα που σχετίζονται με το φόρο,
δ) το αρχικό ποσό του φόρου.

 

13. Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 15 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013 (Α΄170), όπως προστέθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ν. 4223/2013 (Α΄287) παρατείνεται έως την 31.12.2017.

Παράγραφος 15 άρθρου 66:

15. Μέχρι την 31.12.2015 ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 53 υπολογίζεται σε μηνιαία βάση κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα.

 

 

Άρθρο 7. Μεταβατικές διατάξεις για τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας - Κείμενο νόμου


1. Οι διατάξεις των παραγράφων 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 3 του παρόντος, κατά περίπτωση, εφαρμόζονται για πράξεις προσδιορισμού οποιουδήποτε φόρου ή επιβολής προστίμου, τέλους ή εισφοράς που εκδίδονται από την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος και αφορούν φορολογικές υποχρεώσεις, περιόδους ή χρήσεις που λήγουν μετά τις 31.12.2013 ή υποθέσεις από 1.1.2014, για τις οποίες είχαν εφαρμογή από 1.1.2014 οι διατάξεις των άρθρων 58 και 59 του ν.
4174/2013, εφόσον η εφαρμογή τους συνεπάγεται ευνοϊκότερο καθεστώς για τον υπόχρεο.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται και για εκκρεμείς υποθέσεις.

Ως εκκρεμείς υποθέσεις, νοούνται οι υποθέσεις οι οποίες, κατά την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος, εκκρεμούν ενώπιον της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης εμπρόθεσμης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί κατά την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται και οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική δικαστική απόφαση αλλά προδικαστική απόφαση και δεν έχει γίνει εκ νέου συζήτηση της υπόθεσης. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 απαιτείται ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής, για την υπαγωγή στις ανωτέρω διατάξεις του συνόλου των παραβάσεων κάθε πράξης ή απόφασης της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή του δικαστηρίου, και καταβολή του συνόλου της οφειλής, που προκύπτει μετά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1, άμεσα ή το αργότερο εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, άλλως δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1.


Η δήλωση υποβάλλεται στον προϊστάμενο της αρχής που εξέδωσε την πράξη, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος ή την κοινοποίηση στον φορολογούμενο της πράξης ή της απόφασης, κατά περίπτωση. Στις περιπτώσεις που η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων, με την ως άνω δήλωση αποδοχής συνυποβάλλεται και σχετική βεβαίωση του αρμόδιου δικαστηρίου ότι η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί και δήλωση παραίτησης από το σχετικό δικόγραφο ή δικαίωμα.


Ποσά που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται, λόγω εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.


Στις περιπτώσεις της κατά τα άνω αποδοχής, όπου συντρέχει περίπτωση, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παρ. 1 του άρθρου 142 του ν.
2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, Α' 97), τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται με την περιέλευση στη γραμματεία του Διοικητικού Δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της φορολογικής αρχής που εξέδωσε την πράξη.»


3. Για τις παραβάσεις των διατάξεων του Κ. Β.Σ. (
Π.Δ. 186/1992, Α' 84) και του Κ.Φ.Α.Σ. (ν. 4093/2012, Α' 222), που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 54 και 55 του ν. 4174/2013 και κατά την κατάθεση του παρόντος δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, αλλά επιβάλλονται τα κατωτέρω πρόστιμα:


α) Για παραβάσεις έκδοσης πλαστών στοιχείων ποσό ίσο με το 50% της αξίας κάθε στοιχείου.
β) Για παραβάσεις που αφορούν έκδοση εικονικών ή λήψη εικονικών στοιχείων ή νόθευση αυτών, καθώς και καταχώρηση στα βιβλία αγορών ή εξόδων χωρίς παραστατικά, ποσό ίσο με το 40% της αξίας κάθε στοιχείου. Εάν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική ποσό ίσο με το 40% του μέρους της εικονικής αξίας.


γ) Όταν δεν δύναται να προσδιορισθεί η μερικώς εικονική αξία, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
δ) Όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.


ε) Στην περίπτωση λήπτη εικονικού φορολογικού στοιχείου, ποσό 10% της αξίας του στοιχείου για κάθε παράβαση, εφόσον η λήψη του στοιχείου δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους.


στ) Για παραβάσεις που αφορούν μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων ή άλλες παραβάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, ποσό ίσο με το 25% της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους της αποκρυβείσας (μη εμφανισθείσας) αξίας για κάθε παράβαση.
ζ) Για τις λοιπές παραβάσεις, που δεν υπάγονται σε μια εκ των ανωτέρω περιπτώσεων ποσό ίσο με το 1/3 του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.
2523/1997, επιβαλλόμενου προστίμου, κατά περίπτωση, για κάθε παράβαση.

 
4. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 εφαρμόζονται και για εκκρεμείς υποθέσεις. Ως εκκρεμείς υποθέσεις, νοούνται οι υποθέσεις οι οποίες, κατά την κατάθεση του παρόντος, εκκρεμούν ενώπιον της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης εμπρόθεσμης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί κατά την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται και οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική δικαστική απόφαση αλλά προδικαστική απόφαση και δεν έχει γίνει εκ νέου συζήτηση της υπόθεσης. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 3 απαιτείται ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής, για την υπαγωγή στις ανωτέρω διατάξεις του συνόλου των παραβάσεων κάθε πράξης ή απόφασης της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή του δικαστηρίου, και καταβολή του συνόλου της οφειλής, που προκύπτει μετά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 3, άμεσα ή το αργότερο εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, άλλως δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 3.
Η δήλωση υποβάλλεται στον προϊστάμενο της αρχής που εξέδωσε την πράξη, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος ή την κοινοποίηση στον φορολογούμενο της πράξης ή της απόφασης, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα ανωτέρω. Στις περιπτώσεις που η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων, με την ως άνω δήλωση αποδοχής συνυποβάλλεται και σχετική βεβαίωση του αρμόδιου δικαστηρίου ότι η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί και δήλωση παραίτησης από το σχετικό δικόγραφο ή δικαίωμα.
Ποσά που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται, λόγω εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.


Στις περιπτώσεις της κατά τα άνω αποδοχής, όπου συντρέχει περίπτωση, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παρ. 1 του άρθρου 142 του ν.
2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, Α' 97), τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται με την περιέλευση στη γραμματεία του Διοικητικού Δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της φορολογικής αρχής που εξέδωσε την πράξη.


5. Οι παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και για τις οποίες είχαν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 55 του ν. 4174/ 2013 (Α'170).

 
6. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.
2523/1997 (Α'179), που εφαρμόζονται για παραβάσεις που διαπράχθηκαν στο χρονικό διάστημα μέχρι την έναρξη ισχύος των άρθρων 54 και 55 του ν. 4174/2013 καταργούνται από τη δημοσίευση του παρόντος. Οι παράγραφοι 30, 32, 33, 34 και 48 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013, κατά το μέρος που αφορούν τις ως άνω παραβάσεις, καταργούνται από τη δημοσίευση του παρόντος.

 
7. Οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του ν.
4174/2013, όπως ίσχυαν πριν τη δημοσίευση του παρόντος, εφαρμόζονται για τις υποθέσεις για τις οποίες έχουν διαπιστωθεί παραβάσεις των περιπτώσεων β', γ', δ' και ε' της παρ. 1 του άρθρου 55 του ν. 4174/2013 και έχουν συνταχθεί ειδικές εκθέσεις ελέγχου μέχρι την 1.12.2015.

 
8. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του ν.
4174/2013 συνεχίζει να εφαρμόζεται για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων.

 
9. Η ισχύς των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 4 και της περίπτωσης α' της παραγράφου 6 του άρθρου 3 αρχίζει την 1.12.2015.

 


 

 
Εγκλήματα φοροδιαφυγής – Ποινικές κυρώσεις

1. Τα άρθρα 66 και 67 του Δωδέκατου Κεφαλαίου του Μέρους Α΄ του ν. 4174/2013 αναριθμούνται σε 72 και 73, το Κεφάλαιο Δωδέκατο αναριθμείται σε Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο και προστίθεται νέο Κεφάλαιο Δωδέκατο ως εξής:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ
ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ - ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

 

Άρθρο 66 Εγκλήματα φοροδιαφυγής

1.Έγκλημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος με πρόθεση:


α) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος, ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή ειδικού φόρου ακινήτων (ΕΦΑ), αποκρύπτει από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης φορολογητέα εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή ή περιουσιακά στοιχεία, ιδίως παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση ή καταχωρίζοντας στα λογιστικά αρχεία εικονικές (ολικά ή μερικά) δαπάνες ή επικαλούμενος στη φορολογική δήλωση τέτοιες δαπάνες, ώστε να μην εμφανίζεται φορολογητέα ύλη ή να εμφανίζεται αυτή μειωμένη,
β) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών, του φόρου ασφαλίστρων και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς, καθώς και όποιος παραπλανά τη Φορολογική Διοίκηση με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς ή λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές,


γ) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς στο Δημόσιο το φόρο αυτόν.


2.Παρακρατούμενοι φόροι, τέλη και εισφορές είναι εκείνοι που ρητά ορίζονται σε επί μέρους διατάξεις ότι παρακρατούνται και τελικά αποδίδονται στο Δημόσιο ή άλλο φορέα από πρόσωπο διάφορο του πραγματικού φορολογούμενου.


3. Όποιος διαπράττει έγκλημα φοροδιαφυγής από τα αναφερόμενα στη παράγραφο 1 τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών: α) αν ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκρυβεί υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, ή β) αν το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίστηκε ή εξέπεσε ή διακρατείται υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος:
αα) τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας ή
ββ) τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, τέλους ή εισφοράς σε κάθε άλλη περίπτωση.
4. Επιβάλλεται κάθειρξη αν το ποσό του φόρου, τέλους ή εισφοράς της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας, ή τις εκατό πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση φόρου, τέλους ή εισφοράς.


5. Όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία, καθώς και όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία, ανεξάρτητα από το αν διαφεύγει ή μη την πληρωμή φόρου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, εκτός και αν τα φορολογικά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την υποστήριξη κάποιας από τις πράξεις των παραγράφων 1 έως 4, οπότε ο δράστης τιμωρείται μόνο για την τελευταία ως αυτουργός ή συμμέτοχος. Ειδικά, όποιος εκδίδει ή αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, τιμωρείται:


α) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ και
β) με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ. Για την κάλυψη των παραπάνω ορίων δεν υπολογίζονται φορολογικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την υποστήριξη κάποιας από τις πράξεις των παραγράφων 1 έως 4, οπότε ο δράστης τιμωρείται μόνο για την τελευταία ως αυτουργός ή συμμέτοχος. Θεωρείται ως πλαστό και το φορολογικό στοιχείο που έχει διατρηθεί ή σφραγιστεί με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς να έχει καταχωριστεί στα οικεία βιβλία της αρμόδιας φορολογικής αρχής σχετική πράξη θεώρησής του και εφόσον η μη καταχώριση τελεί σε γνώση του υπόχρεου για τη θεώρηση του φορολογικού στοιχείου. Θεωρείται επίσης ως πλαστό το φορολογικό στοιχείο και όταν το περιεχόμενο και τα λοιπά στοιχεία του πρωτότυπου ή αντίτυπου αυτού είναι διαφορετικά από αυτά που αναγράφονται στο στέλεχος του ίδιου στοιχείου. Εικονικό είναι το φορολογικό στοιχείο που εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολό της ή για μέρος αυτής ή για συναλλαγή στην οποία το ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη που αναγράφονται στο στοιχείο είναι άγνωστο φορολογικώς πρόσωπο, με την έννοια ότι δεν έχει δηλώσει την έναρξη του επιτηδεύματός του ούτε έχει θεωρήσει στοιχεία στη Φορολογική Διοίκηση. Εικονικό είναι επίσης το στοιχείο που φέρεται ότι εκδόθηκε ή έχει ληφθεί από εικονική εταιρία, κοινοπραξία, κοινωνία ή άλλη οποιασδήποτε μορφής επιχείρηση ή νομική οντότητα ή από φυσικό πρόσωπο για το οποίο αποδεικνύεται ότι είναι παντελώς αμέτοχο με τη συγκεκριμένη συναλλαγή, οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η ποινική δίωξη ασκείται κατά του πραγματικού υπευθύνου που υποκρύπτεται. Τα φορολογικά στοιχεία στα οποία αναγράφεται αξία συναλλαγής κατώτερη της πραγματικής θεωρούνται πάντοτε για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ως ανακριβή, ενώ τα φορολογικά στοιχεία στα οποία αναγράφεται αξία μεγαλύτερη της πραγματικής θεωρούνται ως εικονικά κατά το μέρος της μεγαλύτερης αυτής αξίας. Δεν είναι εικονικό για τον λήπτη το φορολογικό στοιχείο το οποίο αφορά πραγματική συναλλαγή, αν το πρόσωπο του εκδότη είναι διαφορετικό από αυτό που αναγράφεται στο στοιχείο.


Δεν είναι εικονικό το φορολογικό στοιχείο που εξέδωσε ή έλαβε η κοινωνία κληρονόμων ή ο κληρονόμος ή σύζυγος ή τέκνο αποβιώσαντος ή συνταξιοδοτηθέντος συζύγου ή γονέα, το οποίο φέρεται ότι εκδόθηκε ή λήφθηκε από τον αποβιώσαντα ή συνταξιοδοτηθέντα επιτηδευματία, εφόσον αφορά πραγματική συναλλαγή και πριν από κάθε είδους φορολογικό έλεγχο, έχει καταχωρηθεί στα βιβλία τόσο του λαμβάνοντα όσο και του εκδώσαντα το στοιχείο, η αξία αυτού έχει συμπεριληφθεί στις οικείες δηλώσεις ΦΠΑ και φορολογίας εισοδήματος και έχει γίνει η απόδοση των φόρων που προκύπτουν από το στοιχείο αυτό.


6. Για την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνεται ιδίως υπόψη το ύψος του ποσού που αποκρύφτηκε ή δεν αποδόθηκε και η διάρκεια της απόκρυψης ή μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης ή διακράτησης. Η μεταχείριση από τον δράστη ιδιαιτέρων τεχνασμάτων συνιστά επιβαρυντική περίσταση.

Άρθρο 67 Αυτουργοί και συνεργοί


1. Στα νομικά πρόσωπα, ως αυτουργοί των εγκλημάτων του παρόντος νόμου θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους:


α) Στις ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, οι πρόεδροι των Δ.Σ., οι διευθύνοντες, εντεταλμένοι ή συμπράττοντες σύμβουλοι, οι διοικητές, οι γενικοί διευθυντές ή διευθυντές, ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση αυτών. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, ως αυτουργοί θεωρούνται τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω.
β) Στις ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρίες οι ομόρρυθμοι εταίροι και οι διαχειριστές αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών.
γ) Στις εταιρίες περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες οι διαχειριστές αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών και όταν αυτοί ελλείπουν ή απουσιάζουν οι εταίροι αυτών.


δ) Στους συνεταιρισμούς και ενώσεις αυτών οι πρόεδροι, οι γραμματείς, οι ταμίες, ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών.
ε) Στις κοινοπραξίες, κοινωνίες, αστικές, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρίες, ως αυτουργοί του εγκλήματος της φοροδιαφυγής θεωρούνται οι εκπρόσωποί τους, με βάση την ιδιωτική βούληση ή το νόμο ή δικαστική απόφαση, και αν ελλείπουν αυτοί, τα μέλη τους. Όταν στα μέλη αυτών περιλαμβάνονται και νομικά πρόσωπα ή αλλοδαπές επιχειρήσεις ή αλλοδαποί οργανισμοί, εφαρμόζονται ανάλογα και οι λοιπές διατάξεις της παρούσας παραγράφου.
στ) Στις αλλοδαπές επιχειρήσεις γενικά και στους κάθε είδους αλλοδαπούς οργανισμούς, ως αυτουργοί του εγκλήματος της φοροδιαφυγής θεωρούνται οι διευθυντές ή αντιπρόσωποι ή πράκτορες, που έχουν στην Ελλάδα.


ζ) Στα νομικά πρόσωπα εκτός των ανωτέρω αναφερομένων ή στις νομικές οντότητες κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 51Α του ν.
2238/1994 ή της περίπτωσης δ' του άρθρου 2 του ν. 4172/2013, Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, ως αυτουργοί θεωρούνται οι εκπρόσωποι αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση αυτών.


2. Επίσης, αυτουργοί των ανωτέρω εγκλημάτων, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρούνται και:


α) όσοι δυνάμει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή διάταξης τελευταίας βούλησης είναι διαχειριστές αλλότριας περιουσίας και


β) ο επίτροπος ή κηδεμόνας ή διοικητής αλλοτρίων κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
3. Ο εν γνώσει υπογράφων ανακριβή φορολογική δήλωση ως πληρεξούσιος, καθώς και όποιος με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εν γνώσει συμπράττει ή προσφέρει άμεση συνδρομή στην τέλεση των παραπάνω εγκλημάτων τιμωρείται ως άμεσος συνεργός.


4. Αυτουργοί ή συμμέτοχοι των ανωτέρω εγκλημάτων θεωρούνται σε κάθε περίπτωση και όσοι ασκούν εν τοις πράγμασι τις εξουσίες και αρμοδιότητες που αντιστοιχούν στις ιδιότητες και θέσεις της παραγράφου 1.


Άρθρο 68


1. Εάν συντρέχει περίπτωση τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης εγκλήματος του παρόντος νόμου υποβάλλεται αμελλητί μηνυτήρια αναφορά από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ή από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης ή από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας. Η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως.


2. Η παραγραφή των εγκλημάτων του παρόντος νόμου αρχίζει από την τελεσιδικία της απόφασης επί της προσφυγής που ασκήθηκε ή σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής από την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής λόγω παρόδου της προθεσμίας άσκησης προσφυγής.
3. Η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής και προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων δεν επηρεάζει την ποινική διαδικασία. Το ποινικό δικαστήριο δύναται πάντως, σε περίπτωση που κρίνει ότι η έκβαση εκκρεμούς διοικητικής δίκης είναι ουσιώδης για τη δική του κρίση επί της υπόθεσης, να αναστείλει με απόφασή του την ποινική δίκη μέχρι την τελεσίδικη κρίση του διοικητικού δικαστηρίου.
4. Αρμόδιο δικαστήριο είναι, κατά περίπτωση, το μονομελές ή το τριμελές πλημμελειοδικείο ή το μονομελές εφετείο κακουργημάτων της έδρας της αρμόδιας για τη φορολόγηση Δ.Ο. Υ..
5. Το Δημόσιο μπορεί να παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων και για τις αξιώσεις του που απορρέουν από τα εγκλήματα του παρόντος νόμου. Η διάταξη του άρθρου 5 του ν.δ. 2711/1953 (Α'323) εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή. Όταν η δίωξη ασκείται σε βαθμό πλημμελήματος, το Δημόσιο μπορεί να εκπροσωπείται και από τον προϊστάμενο της αρμόδιας φορολογικής αρχής ή τον οριζόμενο από αυτόν υπάλληλο.


6. Στις δίκες που αφορούν εγκλήματα των διατάξεων του παρόντος νόμου, η εμφάνιση του μάρτυρα στο ακροατήριο δεν είναι υποχρεωτική, εφόσον έχει λάβει χώρα έγγραφη ενημέρωση του αρμόδιου εισαγγελέα ή του δικαστηρίου εκ μέρους της Αρχής που διενήργησε τον έλεγχο σχετικά με την υπόθεση, εκτός εάν το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήματος του κατηγορουμένου κρίνει ότι πρέπει να κληθεί μάρτυρας, για να καταθέσει για ουσιώδη για την έκβαση της δίκης ζητήματα που δεν μπορούν να προκύψουν από τα έγγραφα της υπόθεσης.
7. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και του Γενικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα.


Άρθρο 69


Για τα εγκλήματα του παρόντος νόμου μετατροπή και αναστολή της ποινής γίνεται κατά τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 82 και 99 επ. του Ποινικού Κώδικα. Σε περίπτωση πρώτης υποτροπής, αν μετατραπεί η ποινή, κάθε ημέρα φυλάκισης υπολογίζεται σε ποσό από είκοσι (20) έως εκατό (100) ευρώ. Δεν επιτρέπεται μετατροπή της ποινής σε περίπτωση δεύτερης και κάθε περαιτέρω υποτροπής.

Άρθρο 70


1. Υποθέσεις για εγκλήματα των άρθρων 17, 18 και 19 του ν.
2523/1997, εάν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχει γίνει επίδοση κλητηρίου θεσπίσματος ή κλήσης στον κατηγορούμενο, εκδικάζονται από το αρμόδιο δικαστήριο στο οποίο έχουν εισαχθεί.


2. Αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων για εγκλήματα των άρθρων 17, 18 και 19 του ν.
2523/1997 που εκδόθηκαν για ποσά μικρότερα από τα οριζόμενα στο άρθρο 66 και δεν έχουν εκτελεστεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν εκτελούνται.

Αν άρχισε η εκτέλεσή τους, διακόπτεται. Εκκρεμείς μηνυτήριες αναφορές για εγκλήματα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο δεν εισάγονται για συζήτηση και οι σχετικές δικογραφίες τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα.


Άρθρο 71


1. Τα άρθρα 17, 18, 19, 20 και 21 του ν.
2523/1997, όπως ισχύουν, καταργούνται. Όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται παραπομπή στις ρυθμίσεις του ν. 2523/1997 (άρθρα 17 έως 21), εννοούνται στο εξής οι αντίστοιχες ρυθμίσεις των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου (άρθρα 66-70).
2. Τα ποσά των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ και των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, των περιπτώσεων α) και β), αντίστοιχα, της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του νόμου
1882/1990 («Ποινικό αδίκημα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο και τρίτους»), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικαθίστανται από τα ποσά των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ και διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ, αντίστοιχα. Αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων που εκδόθηκαν για χρέη μικρότερα από εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ και δεν έχουν εκτελεστεί κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, δεν εκτελούνται. Αν άρχισε η εκτέλεσή τους, διακόπτεται. Εκκρεμείς αιτήσεις Προϊσταμένων Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών ή Ελεγκτικών Κέντρων ή Τελωνείων για χρέη κατώτερα αυτού του ποσού, δεν εισάγονται για συζήτηση. Η αναστολή της παραγραφής των χρεών, κατώτερων του ποσού των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, για τα οποία υποβλήθηκε αίτηση ποινικής δίωξης, λήγει με τη δημοσίευση του νόμου αυτού, η παραγραφή συνεχίζεται και δεν συμπληρώνεται πριν την πάροδο έτους από τη λήξη της αναστολής.»

 



Πηγή: Taxheaven